Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Δευτέρα, Οκτωβρίου 03, 2011

«ΠΡΟΣΧΩΜΕΝ»

 



«ΠΡΟΣΧΩΜΕΝ»
Του Σεβασμ. Μητροπολίτου Κυρηνείας κ. Παύλου
Εκοιμήθη το Σάββατο 1 Οκτωβρίου 2011 λίγο πριν τα μεσάνυχτα ο Μητροπολίτης Κυρηνείας Παύλος. Ήταν ένας γνήσιος Ορθόδοξος Ιεράρχης. Την ευχή του ας έχουμε.

Η ΟΡΘΟΔΟΞΗ Εκκλησία, από την οποία ανά τους αιώνες αποκόπηκαν οι διάφοροι αιρετικοί, ουδέποτε έπαυσε να προσεύχεται για την επιστροφή τους στους κόλπους Της.
Η ευκταία, όμως, αυτή ενότητα δεν επιτυγχάνεται με την παραθεώρηση των Ορθοδόξων δογμάτων, τη σχετικοποίηση της Ορθοδόξου πίστεώς μας και την περιφρόνηση των Ιερών Κανόνων, με συνέπεια εμείς οι Ορθόδοξοι να κινδυνεύουμε να απολέσουμε τη σωτηρία μας.
Τα μέλη της Μιας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας και προ πάντων οι υπό του Θεού εντεταλμένοι Ποιμένες, στις εκάστοτε κρίσιμες στιγμές της Ιστορίας, καλούμεθα να αιρόμαστε στο ύψος των περιστάσεων, να ομολογούμε και να υπερασπιζόμαστε με παρρησία την ακρίβεια του Δόγματος, όχι μόνο προς σωτηρία ημών των Ορθοδόξων, αλλά και για να μη στερήσουμε από τους ετεροδόξους τη δυνατότητα να επιστρέψουν στη λογική Μάνδρα του Χριστού και να σωθούν.
Η ΚΑΤΑ κόρον επίκληση του Κυριακού λογίου «ίνα πάντες εν ώσιν» (Ιωάν. ιζʹ 21), από τους θιασώτες του Οικουμενισμού, δια να δικαιολογήσουν τα ανοίγματά τους προς τους ετεροδόξους, δεν έχει βάση θεολογική.
Διότι η ενότητα, για την οποία ομιλεί ο Κύριος, δεν νοείται ως ένα συνονθύλευμα διαφόρων ομολογιών και θρησκειών, αλλά ως «η ενότητα της πίστεως και η κοινωνία του Αγίου Πνεύματος» μεταξύ των μελών του ποιμνίου των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών, στην εμπέδωση της οποίας πρέπει πρωτίστως να επικεντρώνεται η ποιμαντορική μέριμνα και φροντίδα των Ιεραρχών.
Δυστυχώς, όμως, το χωρίο χρησιμοποιείται από τους υποστηρικτές του Οικουμενισμού στο διάλογο για την προσέγγιση Ορθοδόξων και ετεροδόξων, όχι για να θέσουν τις προϋποθέσεις για την αληθινή ενότητα και να ομολογήσουν την «νικήσασαν τον κόσμον» (Αʹ Ιωάν. εʹ 4) Ορθόδοξη πίστη τους, αλλά για να επιτύχουν μια επιφανειακή, επιδερμική ενότητα, η οποία παραθεωρεί τις δογματικές διαφορές και προβάλλει την ανάγκη συνεργασίας για την αντιμετώπιση κοινωνικών και άλλων θεμάτων, τα οποία απασχολούν τον σύγχρονο άνθρωπο.
Κατ αυτό τον τρόπο, όμως, ενθαρρύνεται ο θρησκευτικός συγκρητισμός και εμπεδώνεται η σχετικοποίηση της Ορθοδόξου πίστεως με τις συνακόλουθες τοιούτων συναντήσεων λατρευτικές συνάξεις και συμπροσευχές με ετεροδόξους, παρά τη ρητή απαγόρευση των ιερών Κανόνων (ΜΕʹ και ΞΕʹ Ιεροί Κανόνες των Αγίων Αποστόλων).
ΣΤΗΝ ιατρική επιστήμη, όταν ακρωτηριασθεί ένα μέλος του σώματος, δεν επιχειρείται εξωτερική μόνο συρραφή του δέρματος με το υπόλοιπο σώμα, αλλά συντελείται πολύωρη μικροχειρουργική επέμβαση, όπου ενώνονται τα νεύρα, οι τένοντες, οι αρτηρίες και οι φλέβες, για να κυκλοφορεί το αίμα, ώστε το ακρωτηριασμένο μέλος, πραγματικά συγκολλημένο πλέον, να αναζωογονηθεί και να μη πάθει γάγγραινα με αποτέλεσμα να κινδυνεύει το υπόλοιπο σώμα να νεκρωθεί.
Τοιουτοτρόπως, η πολυπόθητη ένωση της Ορθόδοξης Εκκλησίας με τους παπικούς ή τους προτεστάντες, και η αποκατάσταση της εκκλησιαστικής ενότητας δεν επιτυγχάνονται με την παράκαμψη των δογματικών διαφορών, οι οποίες μας χωρίζουν από τους ετεροδόξους, ούτε με την ενασχόληση αποκλειστικά και μόνο με κοινωνικά θέματα ούτε με διπλωματικές αβρότητες ούτε με την ανταλλαγή επισκέψεων ούτε με τη διατύπωση κοινών διακηρύξεων, αλλά με την επιστροφή όλων των αιρετικών στην Ορθόδοξη πίστη, από την οποία παρεξέκλιναν με τις διάφορες αιρετικές δοξασίες τους.
Στα θέματα της πίστεως δεν χωρεί κανένας συμβιβασμός. Γι αυτό και οι Θεοφόροι Πατέρες διετύπωναν τις αποφάσεις τους για τις δογματικές αλήθειες της Πίστεως στις Οικουμενικές Συνόδους με παρρησία, με ακρίβεια και σαφήνεια, χωρίς γενικολογίες και αοριστολογίες. Ελάμβαναν τις αποφάσεις τους ομοφώνως και όποιος δεν συμφωνούσε καταδικαζόταν ως αιρετικός και αποκοπτόταν από το Σώμα της Εκκλησίας.
Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ της Δύσης, υπέστη φοβερή αλλοίωση πριν και μετά από το Σχίσμα του 1054.
Ειδικώτερα για τον Παπισμό, θα πρέπει να λεχθεί ότι αποκόπηκε από το Σώμα της Εκκλησίας, όχι μόνο με τις περί «και εκ του Υιού» εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος («filioque»), πρωτείου εξουσίας και αλαθήτου του Πάπα, της ασπίλου συλλήψεως της Θεοτόκου, της θεωρήσεως της ακτίστου θείας Χάριτος ως κτιστής και τις άλλες αιρετικές διδασκαλίες του· αλλά και με τη νόθευση της ορθής Εκκλησιολογίας, δια της μετατροπής της Εκκλησίας από Θεανθρώπινο Οργανισμό και Σώμα Χριστού σε ένα εγκόσμιο οργανισμό και κράτος με κοσμικές εξουσίες, όπως είναι το Βατικανό. Αρχηγός του κράτους αυτού είναι ο ίδιος ο Πάπας, στο πρόσωπο του οποίου συγκεντρώνονται σε απόλυτο βαθμό οι τρεις μορφές κοσμικής εξουσίας: η εκτελεστική, η νομοθετική και η δικαστική.
Ο Παπισμός σε πλήρη αντίθεση προς τη διδασκαλία του Κυρίου και το παράδειγμα, που μας άφησε, υπέπεσε στον δεύτερο υπό του διαβόλου πειρασμό. Επεθύμησε, επεδίωξε και επέτυχε «πάσας τας βασιλείας του κόσμου και την δόξαν αυτών» (Ματθ. δʹ 8), με όλες τις αρνητικές συνέπειες για τη σωτηρία όσων είναι εμπεπιστευμένοι εις αυτόν.
Που εις τον αιώνα ακούσθηκε η Εκκλησία να είναι κράτος; Ο Ρωμαιοκαθολικισμός, όπως έχει διαμορφωθεί σε κρατική-πολιτική εξουσία, δεν μπορεί να λογίζεται ως Εκκλησία.
Ο Παπισμός ξέφυγε από την πραγματική περί της Εκκλησίας διδασκαλία του πράου και ταπεινού Ιησού, ο Οποίος δεν είχε «που την κεφαλήν κλίνη» (Ματθ. ηʹ 20).
ΟΣΟΙ τρέφουν την ψευδαίσθηση και καλλιεργούν την ιδέα και στον πιστό λαό ότι με κοσμικά κριτήρια και τη συνεργασία για την επίλυση των σύγχρονων κοινωνικών προβλημάτων θα επιτευχθεί η ενότητα, ας έχουν υπόψη ότι ο Πάπας θεωρεί την λεγόμενη ενότητα με την Ορθόδοξη Εκκλησία ως εγκατάσταση του παπικού θεσμού στην Ανατολή και υποταγή όλων των Ορθοδόξων, οι οποίοι πλέον θα υπάγονται στην ποιμαντική δικαιοδοσία του ως Ουνίτες. Άμεση επιδίωξη του Πάπα είναι η αποδοχή του ως παγκόσμιου θρησκευτικού ηγέτη όλων των Χριστιανών και απώτερη, η αποδοχή του ως ηγέτη όλων των θρησκειών. Μήπως μερικοί Ορθόδοξοι ζήλεψαν την κοσμική αίγλη των πολιτικών ή του Πάπα ως πολιτικού; Μήπως μερικοί νομίζουν ότι ο Πάπας —παρά τα περί αντιθέτου διδάγματα της ιστορίας— θα προστρέξει εις βοήθεια και συμπαράσταση των Ορθοδόξων;
Εάν πιστεύουμε πως ο Πάπας θα μας βοηθήσει να λύσουμε το Κυπριακό ή τα Ελληνοτουρκικά με το να τον προσεταιρισθούμε, διαπράττουμε φοβερό λάθος και περιφρονούμε την ιστορία. Αξίζει να θυμηθούμε ότι η συμπεριφορά των Παπικών έναντι των Βυζαντινών στη Σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας (1438-1439) υπήρξε σκαιώδης. Δεκατρία χρόνια αργότερα, στις 12 Δεκεμβρίου 1452, ο τελευταίος αυτοκράτορας του Βυζαντίου, Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, θέλοντας να επιβάλει τη συμφωνία της Φλωρεντίας οργάνωσε συλλείτουργο μεταξύ Ορθοδόξων και Παπικών στον ιερό Ναό της Αγίας Σοφίας. Το ποίμνιο, όμως, της Κωνσταντινούπολης αρνήθηκε να συμμετάσχει και μέχρι τις παραμονές της Άλωσης δεν ήθελε καν να μπει στον Ναό, γιατί τον θεωρούσε «μιαρό».
Ας προσέξουν οι πολιτικοί και οι κυβερνώντες να μη επεμβαίνουν στα θέματα της Ορθοδόξου πίστεως και να πιέζουν για αβαρίες, χάριν δήθεν εθνικών συμφερόντων, γιατί το μόνο που επιτυγχάνουν είναι η εγκατάλειψη της Θείας Χάριτος και αποτελέσματα αντίθετα από αυτά, που επιδιώκουν. «Μη πεποίθατε επ άρχοντας, επί υιούς ανθρώπων, οίς ουκ έστι σωτηρία», αναφέρει χαρακτηριστικά η Γραφή (Ψαλμ. ρμεʹ 3).
Κάθε φορά, που οι Ορθόδοξοι εκλιπαρούσαν τους παπικούς, αναμιγνύοντας μάλιστα τα θέματα της πίστεως με την πολιτική, για να λάβουν δήθεν την παπική βοήθεια και προστασία, προέκυπτε το αντίθετο αποτέλεσμα. Ο Θεός ταπεινώνει και αποστρέφεται όσους υποβιβάζουν την πίστη. Αντιθέτως, επιβραβεύει και αναγνωρίζει ως δικούς Του, όσους ομολογούν την πίστη τους. «Πας ουν όστις ομολογήσει εν εμοί έμπροσθεν των ανθρώπων, ομολογήσω καγώ εν αυτώ έμπροσθεν του πατρός μου του εν τοις ουρανοίς» (Ματθ. ιʹ 32).
ΟΙ ΕΝΑΓΚΑΛΙΣΜΟΙ, οι ασπασμοί, οι συμπροσευχές, τα εκατέρωθεν φιλοφρονητικά λόγια, οι διπλωματικές αβρότητες και η ανταλλαγή δώρων δεν μπορούν ποσώς να μειώσουν τη σημασία και τη σπουδαιότητα, την οποία ενέχει η ενότητα της Πίστεως ως προϋπόθεση για την πολυπόθητη, αληθινή, όμως, ενότητα των Χριστιανών.
Οι δογματικές αλήθειες δεν μπορούν επιδεικτικά να περιφρονούνται και να παραθεωρούνται με την προσδοκία της σταδιακής άμβλυνσης του Ορθοδόξου αισθητηρίου του ποιμνίου, της προλείανσης του εδάφους και της αποδοχής μιας εύθραστης και επιφανειακής ενώσεως.
Στην Εκκλησία δεν χωράει διπλωματία. Υπάρχει η γλώσσα της ευθύτητος. Οι αληθινοί Ορθόδοξοι Χριστιανοί, όσο και αν είναι κατά κόσμον πτωχοί, δεν αισθάνονται μειονεκτικά μπροστά στους ισχυρούς της γης. Καυχώνται εν Κυρίω ότι είναι μέλη της Ορθοδόξου Εκκλησίας, γνωρίζουν ότι Αυτή κατέχει πάσαν την αλήθειαν και γι αυτό δεν την διαπραγματεύονται, αλλά προσπαθούν να τη μεταδώσουν ιεραποστολικώς σε όσους την αγνοούν.
Η εμμονή, λοιπόν, στην ακρίβεια του Ορθοδόξου δόγματος δεν πρέπει να ερμηνεύεται ως φανατισμός η μισαλλοδοξία, αλλά ως πραγματική αγάπη προς τους πεπλανημένους, για τους οποίους ο Μέγας Βασίλειος μας παρέδωσε στο κείμενο της Θείας Λειτουργίας την προσευχή: «τους πεπλανημένους επανάγαγε και σύναψον τη αγία σου καθολική και αποστολική Εκκλησία».
Μακάρι οι αιρετικοί παπικοί να αντιληφθούν τα λάθη τους, να αποπτύσουν τις πλάνες τους, να επιστρέψουν στην Μία, Αγία,
Καθολική και Αποστολική Ορθόδοξη Εκκλησία, και να αποδεχθούν την αδιαίρετη Αποστολοπαράδοτη αλήθεια, όπως διατυπώθηκε στους οκτώ πρώτους αιώνες και διαφυλάσσεται μέχρι σήμερα στην Ορθόδοξη Εκκλησία.
Η ΕΝΟΤΗΤΑ θα πρέπει να οικοδομηθεί, όχι με βάση τα εύθραυστα κοσμικά κριτήρια, που με την πρώτη δυσκολία θα θρυμματισθεί, αλλά με βάση τα γερά θεμέλια της Πίστεως, ώστε να είναι εδραιωμένη και ασάλευτη.
Το να σπεύδουμε να εκπληρώσουμε δήθεν την επιθυμία του Κυρίου «ίνα εν ώσι», παραθεωρώντας τις προϋποθέσεις που έθεσε ο Χριστός, «καθώς ημείς εν εσμεν» (Ιωάν. ιζʹ 22), «εις αέρα δέρομεν». Η ενότητα, για την οποία ομιλεί ο Θεάνθρωπος, δεν είναι επουσιώδης, εξωτερική και επιφανειακή, αλλά ουσιώδης και πραγματική, όπως ακριβώς υπάρχει δια της περιχωρήσεως στα πρόσωπα της Αγίας Τριάδος, τηρουμένων βεβαίως των αναλογιών.
Για να επιτευχθεί, λοιπόν, η αληθινή ενότητα, πρέπει να γίνουν όλοι Ορθόδοξοι, όπως ήταν στην πρώτη αρχαία Εκκλησία. «Στώμεν καλώς. Στώμεν μετά φόβου». «Πρόσχωμεν». Ο Αρχάγγελος Μιχαήλ, «Ιδών γαρ τον αποστάτην πεσόντα, ...και ειπών, Πρόσχωμεν, ύμνησε μετά φωνής τον των όλων Κύριον, ωσανεί λέγων· ότι πρόσχωμεν ημείς οι κτιστοί γεγονότες, τι πεπόνθασιν οι μεθ ημών μέχρι του νυν φως υπάρχοντες, και νυν γενόμενοι σκότος» (Μηναίον του Νοεμβρίου, έκδ. Αποστολικής Διακονίας, Αθήναι 1960, σ. 57).
Είθε ο Κύριος να μας φωτίζει όλους, για να «ορθοτομούμε τον λόγον της αληθείας».


Από τον ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΤΥΠΟ τεύχος 1671 (2007)
Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον www.egolpion.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...