Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Μαΐου 26, 2012

Metropolitan of Sourozh Anthony ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Α ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ




 



Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρός, τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Ἔχουμε ἀκούσει στὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων πώς, καθὼς ἡ Ἑορτὴ τῆς Πεντηκοστῆς πλησίαζε, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος εἶχε ἀρχίσει τὸ ταξίδι του πρὸς τὰ Ἱεροσόλυμα για νὰ βρεθεῖ μὲ ὅλους αὐτοὺς ποὺ ἐκείνη ἀκριβῶς τὴν ἡμέρα εἶχαν λάβει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Ἀπό ὅλους αὐτούς, ἦταν ὁ μόνος ὁ ὁποῖος δὲν ἦταν παρών στὸ ὑπερῶο ὅπου συνέβη τὸ γεγονός. Κι ὅμως, ὁ Θεὸς τοῦ εἶχε δώσει μιὰ τέλεια, μιὰ πραγματικὴ μεταστροφὴ στὴν καρδιά, στὸ νοῦ, στὴ ζωὴ καὶ τοῦ εἶχε δωρίσει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα σὲ ἀπάντηση τῆς ὁλοκληρωτικῆς ἀφοσοίωσής του σ’ Ἐκεῖνον ποὺ λάτρεψε ἄν καὶ δὲν Τὸν εἶχε γνωρίσει.

Καὶ ἐμεῖς πορευόμαστε πρὸς τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς· θὰ ἑορτάσουμε τὸ γεγονὸς τὴν ἑπόμενη ἑβδομάδα. Ὅταν ὁ Παῦλος ἦταν καθ' ὁδόν, ἀναλογιζόταν τὶ τοῦ εἶχε συμβεῖ στὸ μοναχικὸ του ταξίδι ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλήμ στὴ Δαμασκὸ καὶ τὴν Δωρεὰ τοῦ Πνεύματος ποὺ εἶχε λάβει μέσῳ τοῦ Ἀνανία. Ἔτσι καὶ ἐμεῖς θὰ πρέπει νὰ ἀναλογιστοῦμε τὶ μᾶς ἔχει δώσει ὁ Θεός. Μᾶς ἔδωσε ὀντότητα καὶ ἐνεφύσησε τὴ ζωὴ μέσα μας, ὄχι μόνο τὴν σωματική, ἀλλὰ μιὰ ζωὴ ποὺ μᾶς ἔκανε συγγενεῖς μὲ Αὐτόν, συγγενεῖς μὲ τὴν δική Του ζωή. Μᾶς ἔδωσε τὴν δυνατότητα νὰ Τὸν γνωρίσουμε, Αὐτὸν τὸν Ζωντανὸ Θεό, καὶ νὰ συναντήσουμε, στὸ Εὐαγγέλιο και στὴ ζωή, τὸν Μονογενῆ Υιό Του, τὸν Κύριο μας Ἰησοῦ Χριστό. Ἡ συνάντηση αὐτὴ συμβαίνει, στὸ Βάπτισμα, στὸ Ἅγιο Χρῖσμα, στὴν Κοινωνία μὲ τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, στὴν μυστηριώδη, σιωπηλὴ κοινωνία τῆς προσευχῆς, στὶς στιγμὲς ὅπου ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς ἦρθε κοντά μας, ἄν καὶ δὲν Τὸν σκεφτόμασταν· μᾶς ἔχει δώσει τόσα πολλά.

Ἄς συλλογιστοῦμε ὅλα ὅσα μᾶς ἔχει δώσει, ρωτώντας τὸν ἑαυτό μας ἄν ὄντως εἴμαστε μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ. Ξέρουμε ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο τὶ σημαίνει νὰ εἶναι κάποιος μαθητής: ὅλη του ἡ ζωὴ εἶναι ὁ Χριστός, τὸ νὰ πεθάνει εἶναι ὄφελος γιατὶ ὅσο ζεῖ εἶναι χωρισμένος ἀπὸ τὸν Χριστὸ ποὺ ἀγαπάει καὶ εἶναι τὰ πάντα γιὰ τὴν ζωή του, ὄχι μόνο στὴν ἐποχή του, ἀλλὰ στὴν αἰωνιότητα. Ὡστόσο λέει ὁ Ἀπόστολος ὅτι εἶναι προετοιμασμένος νὰ ζήσει καὶ ὄχι νὰ πεθάνει γιατὶ ἡ παρουσία του στὴ γῆ εἶναι ἀπαραίτητη γιὰ τοὺς ἄλλους. Αὐτὸ εἶναι τὸ μέτρο τῆς κοινωνίας ποὺ εἶχε μὲ τὸν Χριστό. Καὶ αὐτὸ φαίνεται τόσο συγκινητικὰ σὲ ἕναν παραλληλισμὸ μεταξὺ μιᾶς μικρῆς φράσης στὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων καὶ στὸ Εὐαγγέλιο: Καὶ ὁ Χριστὸς καὶ ὁ μαθητὴς λένε ὅτι τώρα πᾶνε πίσω στὸν Πατέρα, ὅτι ἡ ὥρα τῆς ἀναχώρησής τους ἔχει ἔρθει. Ἡ ἐν Χριστῷ ζωὴ τοῦ μαθητῆ ἔχει ταυτιστεῖ σὲ τέτοιο βαθμό μὲ ὅ,τι ἀντιπροσώπευε ὁ Χριστός, καὶ, πέρα ἀπὸ αὐτό, μὲ αὐτὸ ποὺ ἦταν ὁ Χριστός, ὥστε ὅ,τι ἔγινε πράξη στὴν ζωὴ τοῦ Χριστοῦ ἔγινε καὶ στὸν μαθητή. Ὄντως, γιὰ τὸν μαθητή, ἡ ζωὴ του ἦταν ὁ Χριστὸς καὶ ὁ Χριστὸς ἦταν ἡ ζωή του καὶ ἀποζητοῦσε τὸν θάνατο του, ἀλλὰ εἶχε μάθει ἀπὸ τὸν Θεὸ κάτι παραπάνω ἀπ’ αὐτὴν τὴν λαχτάρα γιὰ ἐλευθερία, γιὰ κοινωνία μὲ τὸν Θεὸ ποὺ εἶχε λατρέψει καὶ ὑπηρετήσει τόσο πιστά – εἶχε μάθει ὅτι τὸ νὰ δίνει εἶναι μεγαλύτερη χαρὰ ἀπὸ τὸ νὰ λαμβάνει.

Οἱ ἅγιοι εἶχαν ἀκούσει τὸν Χριστὸ νὰ λέει, «Κανεὶς δὲν ἀγαπάει περισσότερο ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ θυσιάζει τὴ ζωή του γιὰ τοὺς φίλους του». Ὁ Παῦλος, οἱ ἄλλοι Ἀπόστολοι, και ἀμέτρητοι μεταγενέστερα ἅγιοι ἔδωσαν τὶς ζωές τους, ἀψηφώντας την μέρα μὲ τὴ μέρα ξεχνώντας τοὺς ἑαυτούς τους, ἀπορρίπτοντας κάθε σκέψη, κάθε ἔγνοια γιὰ τοὺς ἴδιους, ἔχοντας στὴν σκέψη τους μόνο αὐτοὺς ποὺ χρειάζονταν τὸν Θεό, αὐτούς ποὺ χρειάζονταν τὸν λόγο τῆς ἀλήθειας, τὴν Θεία ἀγάπη. Ἔζησαν γιὰ τοὺς ἄλλους, δίνοντας τόσο γενναιόδωρα ὅσα ἔλαβαν.

Καλούμαστε ἐπίσης νὰ μάθουμε τὴ χαρά, τὴν εὐφρόσυνη καὶ θαυμάσια χαρὰ τῆς προσφορᾶς, τὴ χαρὰ τοῦ νὰ ἀπομακρυνόμαστε ἀπὸ τὸν ἑαυτό μας ὥστε νὰ εἴμαστε ἐλεύθεροι νὰ προσφέρουμε, καὶ νὰ τὸ κάνουμε σὲ ὅλες τὶς περιστάσεις, στὰ πιὸ μικρὰ καὶ στὰ πιὸ σπουδαῖα πράγματα. Καὶ αὐτὸ μποροῦμε νὰ τὸ μάθουμε μόνο μέσῳ τῆς δύναμης τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ μᾶς ἑνώνει μὲ τὸν Χριστὸ καὶ μᾶς κάνει ἕνα σῶμα μὲ Αὐτόν, ἕνα σῶμα ἀνθρώπων ἑνωμένων μὲ τὰ δεσμὰ μιᾶς ἀπόλυτης συντροφικότητας, ἕνα μὲ τὸν Θεὸ ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ ἑνότητα μας.

Ἄς σκεφτοῦμε ὅλα ὅσα ἔχουμε δεχθεῖ ἀπό τὸν Θεὸ καὶ ἄς ἀναρωτηθοῦμε: Τὶ μποροῦμε νὰ δώσουμε πρῶτα σὲ Αὐτόν, ὥστε νὰ χαρεῖ γιὰ μᾶς, ὥστε νὰ ξέρει ὅτι δὲν ἔχει ζήσει καὶ δὲν ἔχει πεθάνει μάταια; Καὶ τὶ μποροῦμε νὰ δώσουμε σὲ ὅλους ὅσους εἶναι γύρω μας, ξεκινώντας ἀπὸ τὶς μικρότερες, τὶς πιὸ ταπεινὲς δωρεὲς πρὸς αὐτοὺς ποὺ εἶναι πιὸ κοντὰ μας καὶ τελειώνοντας μὲ τὸ νὰ προσφέρουμε ὅτι μποροῦμε σὲ αὐτοὺς ποὺ χρειάζονται περισσότερα; Καὶ τότε ἡ Πεντηκοστὴ θὰ ἔρθει σὰν ἕνα δῶρο ζωῆς, ἕνα δῶρο ποὺ μᾶς ἑνώνει σέ ἕνα σῶμα τὸ ὁποῖο εἶναι ἱκανὸ νὰ εἶναι γιὰ τοὺς ἄλλους ἕνα ἐπίγειο ὅραμα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ πηγὴ ζωῆς καὶ χαράς, ὥστε πραγματικὰ ἡ χαρά μας καὶ ἡ χαρὰ ὅλων αὐτῶν ποὺ συναντοῦμε νὰ γίνει πραγματικότητα. Ἀμήν.


Ἀπόδοση Κειμένου: www.agiazoni.gr



Πρωτότυπο Κείμενο

Sunday before Pentecost
11 June 1989

In the name of the Father, the Son and the Holy Ghost

We have heard in the Acts of the Apostles how, as the Feast of Pentecost was approaching, Paul the Apostle had started on his journey to Jerusalem to be there together with all those who on that very day received the Holy Spirit. Of all of them he was the only one who had not been present in the High Room where the event took place. And yet, God had given him a true, a perfect conversion of heart, and of mind and of life, and had given him freely the gift of the Holy Spirit in response to his total, ultimate gift of self to Him, the God Whom he did not know but Whom he worshipped.

We also are on our way to the day of Pentecost, next week we will keep this event. When Paul was on his way, he thought of what had happened to himself in the solitude of his journey from Jerusalem to Damascus and in the gift of the Spirit mediated to him by Ananias. And we also, each of us singly and all of us together should reflect on all that God has given us. He has given us existence and breathed life into us, - not only the life of the body, but a life that makes us akin to Him, His life. He has given us to know Him, the Living God, and He has given us to meet, in the Gospel and in life, His Only Begotten Son, our Lord Jesus Christ. In Baptism, in the Anointment with Holy Chrism, in Communion to the Body and Blood of Christ, in the mysterious, silent communion of prayer, in the moments when God Himself came near, although we were not thinking of Him, He has given us so much.

Let us reflect on all that is given us, asking ourselves whether we are truly disciples of Christ. We know from Saint Paul what it means to be a disciple: he said that for him, to live is Christ, to die will be a gain, because as long as he is in the flesh he is separated from Christ, Christ Whom he loves, Christ Who has become everything to his life, not only in time but for all eternity. And yet, says he, he is prepared to live, not to die, because his presence on earth is necessary to others. This is the measure of communion he had with Christ. And this is shown so movingly in a parallel between a small phrase in the Acts of the Apostles and in the Gospel: both the Lord Jesus Christ and His disciple say that they are now going back to the Father, that the time of their departure has come. His life in Christ had culminated in such identification with what Christ stood for, and beyond that with what Christ was, that whatever was applicable to Christ became applicable to him. Indeed, for him to live was Christ, and he longed for his death, but he had learned from God something more than this longing for freedom, for communion with the God Whom he adored and served so faithfully, - he had learned that to give is a greater joy than to receive.

The saints had heard Christ say, 'No one has greater love that he who gives his life for his friends'. Paul, the other apostles, and innumerable saints after them gave their lives, shed their lives day after day forgetting themselves, rejecting every thought, every concern about themselves, having thought only for those who needed God, who needed the word of truth, who needed love divine. They lived for others, they gave as generously as they had received.

We also are called to learn the joy, the exhilarating, the wonderful joy of giving, of turning away from ourselves to be free to give, and of giving on all levels, the smallest things and the greatest things. And this can be taught us only by the power of the Holy Spirit that unites us to Christ, makes us into one body with Him, a body of people, bound with each other in their total togetherness, one with the God who is our unity.

Let us think of all we have received from God and ask ourselves: what can we give first to Him so that He can rejoice in us, so that He can know that He has not lived and died in vain. And what can we give to all those who surround us, beginning with the smallest, the humblest gifts to those closest to us and ending with giving all we can to those who need more. And then truly Pentecost will come as a gift of life, a gift that unites us, welds us into one body capable of being to others a vision on earth of the Kingdom, but also a source of life and of joy, so that truly our joy, and the joy of all those whom we meet should be fulfilled. Amen.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...