Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τετάρτη, Απριλίου 17, 2013

Συναξαριστής της 17ης Απριλίου


Ὁ Ἅγιος Συμεὼν ἐπίσκοπος Περσίας καὶ οἱ μαρτυρήσαντες μαζὶ μ᾿ αὐτὸν Αὐδελᾶς ὁ Πρεσβύτερος, Γοθαζάτ, Φουσίκ καὶ ἄλλοι 1150

 


Στὴν Περσία ὑπῆρχε χριστιανικὴ κοινότητα, ποὺ οἱ ἄνθρωποί της εἶχαν ἄμεμπτη ζωὴ καὶ μεγάλη αὐταπάρνηση, ἕτοιμοι νὰ θυσιαστοῦν γιὰ τὸ ὄνομα καὶ τὴν δόξα τοῦ Χριστοῦ.

Καρδιὰ αὐτῆς τῆς κοινότητας ἦταν ὁ ἐπίσκοπος Συμεών, παράδειγμα χριστιανικῆς ζωῆς. Οἱ Πέρσες ἔβλεπαν τοὺς χριστιανοὺς σὰν ἀγκάθι στὸ μάτι τους. Γι᾿ αὐτὸ καὶ τοὺς διέβαλαν στὸ βασιλιὰ Σαπὼρ τὸν Β´, μὲ τὸ πρόσχημα ὅτι εἶχαν ἐπαναστατικὲς διαθέσεις. Ἀμέσως ὁ Σαπὼρ διέταξε νὰ φέρουν τὸν ἐπίσκοπο δεμένο μπροστά του.

Ὁ Συμεὼν διαβεβαίωσε τὸ βασιλιὰ ὅτι ἡ χριστιανικὴ θρησκεία κάνει νομιμόφρονες πολῖτες καὶ ὄχι ἀνόητους ἐπαναστάτες. Ὁ βασιλιάς, ὅμως, ἦταν τόσο προκατειλημμένος ἐναντίον του, ποὺ διέταξε νὰ τὸν φυλακίσουν. Στὴ φυλακὴ ὁ Συμεὼν γνώρισε τὸν Γοθαζάτ, λιποτάκτη χριστιανό, ποὺ ἀλλαξοπίστησε γιὰ νὰ σώσει τὸ κεφάλι του.

Τότε ὁ Συμεών, μὲ κατάλληλο τρόπο, συγκίνησε καὶ πάλι τὴν καρδιὰ τοῦ Γοθαζὰτ γιὰ τὸ Χριστό. Ὅταν τὸ ἔμαθε αὐτὸ ὁ Σαπώρ, ὀργισμένος, ἀποκεφάλισε τὸν Συμεὼν καὶ τὸν Γοθαζάτ, καὶ ἐπιπλέον ἄλλους 1150 χριστιανοὺς ἀπὸ τὴν ἐκεῖ Ἐκκλησία, μαζὶ μὲ τὸν πρεσβύτερο Αὐδελᾶ. Ἔτσι, ὅλοι ἔδωσαν τοὺς ἑαυτούς τους, «προσφορὰν καὶ θυσίαν τῷ Θεῷ εἰς ὄσμην εὐωδίας». Δηλαδή, προσφορὰ καὶ θυσία στὸ Θεό, γιὰ νὰ εἶναι μπροστά Του μυρωδιὰ εὐωδιαστή.

Τὴν τελευταία στιγμὴ στὸ στρατόπεδο τῶν μαρτύρων, προστέθηκε καὶ ὁ κουροπαλάτης τοῦ βασιλιᾶ, ὀνόματι Φουσίκ. Ἦταν κρυπτοχριστιανὸς καὶ ὅταν εἶδε ἕναν ἀπὸ τοὺς 1150 νὰ δείχνει κάποια ταραχή, πλησίασε καὶ τὸν προέτρεψε νὰ μείνει πιστὸς μέχρι τέλους. Ὅταν τὸ ἔμαθε αὐτὸ ὁ Σαπώρ, διέταξε νὰ τὸν φονεύσουν μὲ τὸν πιὸ σκληρὸ τρόπο. Ἔτσι τοῦ ἔκοψαν τὴν γλῶσσα καὶ στὴ συνέχεια τὸν ἔγδαραν ζωντανό.

Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος δ’. Ὃ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὡς ὑποφήτης τῶν ἐνθέων δογμάτων, Μαρτυρικὸν συνασπισμὸν ἐπαλείφεις, λόγοις ὁμοὺ καὶ πράξεσι πρὸς ἄθλους ἱερούς, μεθ' ὧν καὶ συνήθλησας, Συμεὼν Ἱεράρχα, καὶ Χριστῷ ἀνέδραμες, σὺν αὐτοὶς ἀνακράζων. Ἰδοὺ ἠμεῖς ὡς πρόβατα σφαγῆς, τὴ σῆ ἀγάπη, Σωτὴρ ἐλογίσθημεν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον 

Ἦχος πλ. α’.
Τῶν ἁγίων Μαρτύρων τά κατορθώματα, οὐρανῶν αἱ δυνάμεις ὑπερεθαύμασαν, ὅτι ἐν σώματι θνητῷ τόν ἀσώματον ἐχθρόν, τῇ δυνάμει τοῦ Σταυροῦ ἀγωνισάμενοι καλῶς, ἐνίκησαν ἀοράτως, καὶ νῦν πρεσβεύουσι τῷ Κυρίῳ, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Κοντάκιον 
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐκ Περσίδος ἔλαμψας ὡς ἑωσφόρος, Συμεών μακάριε, δῆμον Ἁγίων Ἀθλητῶν, ἔχων ἡμῖν συνανίσχοντας, ὥσπερ ἀστέρας· μεθ᾽ὧν εὐφημοῦμέν σε.

Μεγαλυνάριον
Αἴγλῃ τοῦ Ἡλίου τοῦ νοητοῦ, κατηγλαϊσμένος, ἱερώτατε Συμεών, μετὰ τῶν συνάθλων, πυρσολατρῶν τὸ σκότος, διέβης ἀπροσκόπτως, φέγγει ἀθλήσεως.

 
Ὁ Ἅγιος Ἀζάτ ὁ εὐνοῦχος

Ἦταν εὐνοῦχος τοῦ βασιλιᾶ τῶν Περσῶν Σαβωρίου, πλούσιος καὶ πολὺ ἀγαπητὸς ἀπὸ τὸν βασιλιὰ γιὰ τὴν ἀφοσίωσή του σ᾿ αὐτόν.

Ὁμολόγησε τὸν Χριστὸ καὶ ὑπέστη μαρτυρικὸ θάνατο, μαζὶ μὲ χίλιους ἄλλους μάρτυρες. Ἀλλὰ τόσο μετάνιωσε ὁ βασιλιὰς γιὰ τὸν θάνατο τοῦ πιστοῦ καὶ ἀγαπητοῦ εὐνούχου του, ὥστε διέταξε τὴν παύση τοῦ διωγμοῦ κατὰ τῶν χριστιανῶν.

 
Ὁ Ἅγιος Ἀδριανὸς ὁ Νέος

Ἀρνήθηκε καὶ ὁ Ἅγιος αὐτὸς νὰ ἐγκαταλείψει τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ, γι᾿ αὐτὸ καὶ φυλακίστηκε ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες. Ἐκεῖ ὑποβλήθηκε σὲ πολλὲς στερήσεις καὶ βασανισμούς, γιὰ νὰ δαμάσουν τὸ φρόνημά του.

Ὅταν νόμισαν ὅτι ἡ σταθερότητά του θὰ εἶχε πλέον πέσει, τὸν ἔβγαλαν ἀπὸ τὴν φυλακὴ καὶ τὸν διέταξαν νὰ προσφέρει θυσία στοὺς θεοὺς τῶν εἰδώλων. Ὁ Ἀδριανὸς ὄχι μόνο δὲ δέχτηκε, ἀλλ᾿ ἀντίθετα, ἐξοργισμένος μπροστὰ στὴν ἐπιμονὴ τοῦ ἄρχοντα εἰδωλολάτρη, καὶ στὶς βρισιές, ποὺ ἐξεστόμιζε κατὰ τοῦ Χριστοῦ, καθὼς ἦταν κοντὰ στὸ βωμό, ἔτρεξε καὶ τὸν γκρέμισε μαζὶ μὲ τὴν φωτιὰ καὶ τὰ σφάγια ποὺ εἶχε πάνω του.

Ἔκπληκτος ὁ ἄρχοντας μπροστὰ στὴν ἐνέργεια τοῦ Ἀδριανοῦ, ἔδωσε σύνθημα ἄγριας ἐπίθεσης κατὰ τοῦ Ἁγίου. Κτυπήματα ἀλλεπάλληλα μὲ σιδερόβεργες καὶ πέτρες, ὁπουδήποτε τὸν ἔβρισκαν, τὸν ἔκαναν αἱμόφυρτο. Τὸ πρόσωπο καὶ τὸ κεφάλι του γέμισαν πληγές. Ἀλλ᾿ ἡ λύσσα τῶν εἰδωλολατρῶν δὲν εἶχε κορεσθεῖ. Ἀφοῦ ἄναψαν καμίνι τὸν ἔριξαν στὶς φλόγες του, ὅπου καὶ βρῆκε ὁ μάρτυρας ὁ ἀτρόμητος τὸ μαρτυρικὸ τέλος.

 
Ὁ Ἅγιος Ἀγαπητὸς Πάπας Ῥώμης

 


Ὑπῆρξε 58ος στὴ σειρὰ τῶν Παπῶν τῆς Ῥώμης καὶ κλήθηκε στὸν ποντιφικὸ θρόνο τὸ 535 μ.Χ. Ἦταν ἀσκητικὸς τύπος καὶ ἄνθρωπος μεγάλης ἀρετῆς. Γιὰ τὴν αἵρεση τῶν μονοφυσιτῶν πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου καθήρεσε τὸν Πατριάρχη Ἄνθιμο Α´ ἀπὸ τὴν Τραπεζοῦντα, γιὰ τὰ ὄχι καλὰ φρονήματά του, καὶ μὲ σύνοδο ὑπὸ τὴν προεδρία του ἀνέδειξε Πατριάρχη τὸν Πρεσβύτερο Μηνᾶ, κληρικὸ εὐσεβέστατο καὶ Ὀρθόδοξο. Στὴν Κωνσταντινούπολη ἔτυχε μεγάλης ὑποδοχῆς ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Ἰουστινιανό, τὸν κλῆρο καὶ τὸν λαό.

Στοὺς Συναξαριστὲς βρίσκουμε καὶ τὶς ἑξῆς διηγήσεις γι᾿ αὐτόν: Ὅτι κατὰ τὸ ταξίδι του, σ᾿ ἕνα Ἑλληνικὸ λιμάνι βρῆκε κάποιο ἄνθρωπο ἄλαλο ἀπὸ τὴν γέννησή του καὶ ἀνίκανο νὰ βαδίζει.

Τὸ θέαμα ἦταν ἐλεεινὸ καὶ ἡ καρδιὰ τοῦ Πάπα Ἀγαπητοῦ ἐλέησε τὸν πάσχοντα. Μόνο μὲ τὴν ἁφή του, τοῦ ἀπόδωσε τὴν ὑγεία τῶν ποδιῶν του, κατόπιν ἔβαλε στὸ στόμα του τὴν θεία Κοινωνία καὶ ἔλυσε καὶ τὰ δεσμὰ τῆς γλώσσας του.

Ἄλλο θαῦμα ἔκανε στὴν Κωνσταντινούπολη, μὲ τὸ νὰ θεραπεύσει ἕναν τυφλό, ποὺ συνάντησε στὴ Χρυσὴ πύλη.

Ὁ Πάπας Ἀγαπητὸς πέθανε τὸ 536 στὴν Κωνσταντινούπολη, ἕνα χρόνο μετὰ τὴν ἐνθρόνισή του.

 
Ὁ Ἅγιος Μακάριος Ἀρχιεπίσκοπος Κορίνθου

 


Γεννήθηκε στὴν Κόρινθο τὸ 1731 ἀπὸ γονεῖς ποὺ κατάγονταν ἀπὸ τὸ γένος τῶν διάσημων Νοταράδων. Τὸ ὄνομα τοῦ πατέρα του ἦταν Γεώργιος (ἢ Γεωργαντᾶς) καὶ τῆς μητέρας του, Ἀναστασία. Τὸ βαπτιστικό του ὄνομα ἦταν Μιχαήλ. Τὰ πρῶτα του γράμματα τὰ ἔμαθε στὴν πατρίδα του, ἀλλὰ εἶχε μεγάλο ζῆλο στὴ μοναχικὴ ζωή. Ἔτσι κρυφὰ ἀπὸ τοὺς γονεῖς ἔφυγε γιὰ τὸ Μέγα Σπήλαιο.

Ὁ πατέρας του ὅμως τὸν ἀνακάλυψε καὶ τὸν ὁδήγησε πίσω στὸ σπίτι, ὅπου συνεχῶς μελετοῦσε. Ὅταν κάποιο καιρὸ ἡ Κόρινθος εἶχε ἔλλειψη διδασκάλου, ἀνέλαβε αὐτὸς δωρεὰν τὴν διδασκαλία τῶν νέων. Σὰν δάσκαλος διέπρεψε καὶ ἀγαπήθηκε γιὰ τὴν σεμνότητα τῆς ζωῆς του ἀπὸ τοὺς Κορινθίους, ποὺ μετὰ τὸν θάνατο τοῦ ἐπισκόπου τους Παρθενίου (1764) πρότειναν στὸν Πατριάρχη Σαμουὴλ σὰν διάδοχο τοῦ τὸν Μακάριο, λαϊκὸ τότε, καὶ ἔτσι ἀνυψώθηκε στὸ θρόνο τῆς Κορίνθου.

Ἀλλ᾿ ὅταν ἄρχισε ὁ Ῥωσσοτουρκικὸς πόλεμος (1768), ὁ Μακάριος, ἀναγκάσθηκε νὰ καταφύγει μὲ τὴν οἰκογένειά του στὴ Ζάκυνθο καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὴν Ὕδρα, ὅπου ἡσύχαζε σὲ κάποια Μονή. Ὅταν ἠρέμησαν τὰ πράγματα, ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἐκλέγει νέο ἐπίσκοπο Κορίνθου, ἴσως διότι ὁ Μακάριος ἐγκατέλειψε τὴν ἐπαρχία του καὶ ἔφυγε.

Ἀπὸ τότε περιφερόταν στὰ μοναχικὰ κέντρα, στὸ Ἅγιον Ὄρος, στὴν Πάτμο καὶ ἀλλοῦ. Τελικὰ καταστάλαξε στὴ Χίο, ὅπου μαζὶ μὲ τὸν Ἀθανάσιο Πάριο (συγγραφέα τῆς βιογραφίας του) καὶ τὸν Ἱερομόναχο Νικηφόρο Χίου, βρῆκε τὴν ψυχική του γαλήνη. Πέθανε στὶς 17 Ἀπριλίου τοῦ 1805.

Ἀπολυτίκιον Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τὸν Κορίνθου ποιμένα τὸν τῷ ὄντι Μακάριον, τὸν Θεοῦ προνοίᾳ τῆς Χίου, ἀναφανέντα κοσμήτορα, ἐν πράξεσιν ὁμοῦ καὶ διδαχαῖς, τιμῶμέν σε ἐν ὕμνοις καὶ ᾠδαῖς· θεραπεύεις γὰρ νοσοῦντας, καὶ ἀπελαύνεις ἀκάθαρτα πνεύματα. Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ τὰ ὀστᾶ σου πηγὴν θαυμάτων ἀναδείξαντι.

Κοντάκιον Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Εὐφημεῖ γεραίρουσα, πόλις ἡ Χίος ἐνθέως, τὸν Κορίνθου πρόεδρον, Μακάριον θείοις ὕμνοις· οὗτος γὰρ, ἐν ὁσιότητι βιοτεύσας, γέγονε, Νεομαρτύρων θεῖοις ἀλείπτης· μεθ’ ὧν πάντοτε πρεσβεύει, ἡμῖν δοθῆναι πταισμάτων ἄφεσιν.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις Ἐκκλησίας νέος ἀστήρ, τῆς Ὀρθοδοξίας, τὴν λαμπρότητα βεβειῶν· χαίροις ὁ τῆς Χίου, λαμπτὴρ καὶ ἀντιλήποτωρ, Μακάριε θεόφρον, Κορίνθου πρόεδρε.

 
Ὁ Ἅγιος Παΐσιος

Διὰ Χριστὸν σαλός.
Ὁ Ὅσιος Παΐσιος, κατὰ κόσμον Προκόπιος Γκρηγκόρεβιτς – Ζαρόσκϊυ, γεννήθηκε στὶς 8 Ἰουλίου 1821 στὴν πόλη Λούμπνα τῆς ἐπαρχίας Πολτάβα. Σπούδασε στὸ ἐκκλησιαστικὸ σχολεῖο τοῦ Κίεβο – Ποντόλσκϊυ καὶ ἀσχολήθηκε ἰδιαίτερα μὲ τὴ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ τῶν Βίων τῶν Ἁγίων. Ἀπὸ νωρὶς στὴν καρδιά του καλλιεργήθηκε ὁ πόθος γιὰ τὴ μοναχικὴ πολιτεία. Ἔτσι εἰσῆλθε στὴ μονὴ τῆς Λαύρας τοῦ Κιέβου καὶ ἐκάρη μοναχός, παίρνοντας τὸ ὄνομα Παΐσιος. Ἀγωνίσθηκε τὸν καλὸ ἀγῶνα ἀκολουθώντας τὴν ὁδὸ τῆς σαλότητος καὶ φθάνοντας τὰ ὑψηλὰ ἀσκητικὰ κατορθώματα.
Ὁ Ὅσιος Παΐσιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1893.

 
Ὁ Ὅσιος Ζωσιμᾶς

 


Ὁ Ὅσιος Ζωσιμᾶς, ὁ μεγάλος ἀσκητὴς τοῦ Ρωσικοῦ Βορρᾶ, ὑπῆρξε ἡγούμενος καὶ ἱδρυτὴς τοῦ κοινοβιακοῦ μοναχισμοῦ στὸ νησὶ Σολόφκι. Γεννήθηκε στὴν ἐπαρχία τοῦ Νόβγκοροντ, στὸ χωριὸ Τολβούι κοντὰ στὴ λίμνη Ὀνέγκα. Ἀπὸ τὰ παιδικά του χρόνια μεγάλωσε μὲ εὐσέβεια καὶ μετὰ τὸν θάνατο τῶν γονέων του, Γαβριὴλ καὶ Βαρβάρας, μοίρασε τὴν περιουσία του καὶ ἐκάρη μοναχός.

Ὁ πόθος του νὰ βρεῖ ἕνα ἐρημικὸ μέρος γιὰ νὰ μονάσει, τὸν ὁδήγησε στὶς ἀκτὲς τῆς Λευκῆς Θαλάσσης καὶ στὸ Δέλτα τοῦ ποταμοῦ Σούμ. Ἐκεῖ συνάντησε τὸν Ἅγιο Γερμανὸ († 30 Ἰουλίου), ὁ ὁποῖος τοῦ εἶπε γιὰ ἕνα ἐρημικὸ νησί, ὅπου εἶχε περάσει ἕξι χρόνια μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Σαββάτιο († 27 Σεπτεμβρίου).

Περὶ τὸ ἔτος 1436, οἱ Ὅσιοι Ζωσιμᾶς καὶ Γερμανὸς διέσχισαν τὴ θάλασσα καὶ ἐγκαταστάθηκαν στὰ νησιὰ Σολόφκι. Ἐκεῖ ὁ Ὅσιος Ζωσιμᾶς εἶδε ἕνα ὅραμα: εἶδε μία ὄμορφη ἐκκλησία στὸν οὐρανό. Μὲ τὰ χέρια τους οἱ μοναχοὶ ἔχτισαν κελλιὰ καὶ παράλληλα ἄρχισαν νὰ καλλιεργοῦν καὶ νὰ σπέρνουν τὴ γῆ.

Κάποτε, στὸ τέλος τοῦ φθινοπώρου, ὁ Ἅγιος Γερμανὸς πῆγε στὴ στεριὰ γιὰ προμήθειες. Ἐξαιτίας τοῦ φθινοπωρινοῦ καιροῦ δὲν μποροῦσε νὰ ἐπιστρέψει. Ὁ Ὅσιος Ζωσιμᾶς παρέμεινε μόνος στὸ νησὶ ὅλο τὸν χειμῶνα. Ὑπέφερε πολλοὺς πειρασμοὺς κατὰ τὴν πάλη τοῦ ἀγῶνος ἐναντίων τῶν δαιμόνων. Τὸν ἀπείλησε ἀκόμα καὶ ὁ θάνατος, λόγω τῆς πείνας, ἀλλὰ μὲ θαυματουργικὸ τρόπο ἐμφανίσθηκαν δύο ξένοι καὶ τὸν προμήθευσαν ψωμί, ἀλεύρι καὶ λάδι. Τὴν ἄνοιξη ὁ Ἅγιος Γερμανὸς ἐπέστρεψε στὸ Σολόφκι μαζὶ μὲ τὸν Μᾶρκο τὸν ψαρὰ καὶ ἔφερε προμήθειες φαγητοῦ καὶ ξάρτια γιὰ δίχτυα ψαρέματος.

Ὅταν εἶχαν συγκεντρωθεῖ πολλοὶ ἐρημίτες στὸ νησί, ὁ Ὅσιος Ζωσιμᾶς οἰκοδόμησε μία ξύλινη ἐκκλησία ἀφιερωμένη στὴ Μεταμόρφωση τοῦ Σωτῆρος, καθὼς καὶ μία τράπεζα γιὰ τὶς ὧρες τοῦ κοινοῦ φαγητοῦ. Μὲ ἀπαίτηση τοῦ Ὁσίου Ζωσιμᾶ στάλθηκε ἕνας ἡγούμενος ἀπὸ τὴ μονὴ τοῦ Νόβγκοροντ στὴ νεοϊδρυθεῖσα μονὴ μαζὶ μὲ ἕνα ἀντιμήνσιο γιὰ τὴν ἐκκλησία. Ἔτσι τὸ νέο μοναστήρι τοῦ Σολόφκι εἶχε τὴν ἀρχή του.

Στὶς δύσκολες συνθῆκες τοῦ ἀπομονωμένου νησιοῦ, οἱ μοναχοὶ ἤξεραν πῶς νὰ οἰκονομοῦν τὰ πράγματα. Ἀλλὰ οἱ ἡγούμενοι ποὺ ἀποστέλλονταν ἀπὸ τὸ Νόβγκοροντ στὸ Σολόφκι δὲν μποροῦσαν νὰ ἀντέξουν σὲ τέτοιες δυσάρεστες συνθῆκες καί, ἔτσι, οἱ ἀδελφοὶ τῆς μονῆς διάλεξαν γιὰ ἡγούμενο τὸν Ὅσιο Ζωσιμᾶ.

Ὁ Ὅσιος ἀσχολήθηκε μὲ τὴν ὀργάνωση τῆς ἐσωτερικῆς λειτουργίας τοῦ μοναστηριοῦ καὶ εἰσήγαγε ἕναν αὐστηρὸ κοινοβιακὸ τρόπο ζωῆς. Τὸ ἔτος 1465, μετέφερε τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου Σαββατίου στὸ Σολόφκι ἀπὸ τὸν ποταμὸ Βίγκ.

Τὸ μοναστήρι ὑπέφερε ἀπὸ τοὺς εὐγενεῖς τοῦ Νόβγκοροντ, οἱ ὁποῖοι δήμευαν τὶς ψαριὲς τῶν μοναχῶν. Ὁ Ὅσιος ἦταν ἀναγκασμένος νὰ πάει στὸ Νόβγκοροντ καὶ νὰ ζητήσει τὴν προστασία τοῦ Ἀρχιεπισκόπου. Μὲ τὴν συμβολὴ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου, ἐπισκέφθηκε τὰ σπίτια τῶν εὐγενῶν καὶ τοὺς ζήτησε νὰ μὴν ἐπιτρέψουν τὴν καταστροφὴ τῆς μονῆς. Ἡ Μάρθα Μπορέτσκαγια, ἡ ὁποία ἦταν πλούσια καὶ εἶχε ἐπιρροή, συμπεριφερόμενη μὲ ἀσέβεια ἔδωσε ἐντολὲς νὰ πετάξουν ἔξω τὸν Ὅσιο Ζωσιμᾶ. Μετάνιωσε ὅμως ἀργότερα καὶ τὸν προσκάλεσε σὲ δεῖπνο. Σὲ αὐτὸ τὸ δεῖπνο εἶδε ξαφνικὰ σὲ ὅραμα ὁ Ὅσιος ὅτι ἕξι ἀπὸ τοὺς ἐπιφανεῖς εὐγενεῖς κάθισαν στὸ τραπέζι χωρὶς τὰ κεφάλια τους. Ὁ Ὅσιος Ζωσιμᾶς εἶπε γιὰ τὸ ὅραμά του στὸν ὑποτακτικό του, τὸν Δανιήλ, καὶ προέβλεψε ἕνα τρομερὸ θάνατο γιὰ τοὺς εὐγενεῖς. Ἡ πρόβλεψη ἐκπληρώθηκε τὸ ἔτος 1478, ὅταν οἱ Βογιάροι ἐκτελέσθηκαν κατὰ τὴν αἰχμαλωσία τοῦ Νόβγκοροντ ἀπὸ τὸν Ἰβὰν τὸν Γ’ (1462 – 1505).

Λίγο πρὶν τὴν κοίμησή του ὁ Ὅσιος Ζωσιμᾶς προετοίμασε τὸν τάφο του κάτω ἀπὸ τὸ ἱερὸ τοῦ ναοῦ τῆς Μεταμορφώσεως καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1478.
Τὰ ἱερὰ λείψανά του καὶ τὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου Σαββατίου μεταφέρθηκαν στὸ παρεκκλήσι ποὺ ἀφιερώθηκε σὲ αὐτούς, στὸ καθεδρικὸ ναὸ τῆς Μεταμορφώσεως, στὶς 8 Αὐγούστου τοῦ ἔτους 1566.
Ὁ Ὅσιος Ζωσιμᾶς θεωρεῖται προστάτης τῶν κυψελῶν καὶ φύλακας τῶν μελισσῶν. Ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι εἶναι ἀσθενεῖς ἐπικαλοῦνται τὴ χάρη τοῦ Ὁσίου γιὰ νὰ θεραπευθοῦν. Οἱ πολλοὶ νοσοκομειακοὶ ναοί, ποὺ εἶναι ἀφιερωμένοι σὲ αὐτόν, ἐπιβεβαιώνουν τὴ θεραπευτικὴ δύναμη τῆς προσευχῆς του ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.

 
Ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ ὁ Μεγάλος

Ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ ἦταν υἱὸς τοῦ πρίγκιπα τῆς πόλεως Κάρτλη καὶ μαθητὴς τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου τοῦ Χαντζτέλι († 6 Ὀκτωβρίου). Διετέλεσε Ἀρχιεπίσκοπος Ἀζκουρίας (τῆς ἀνατολικῆς Γεωργίας) κατὰ τὰ ἔτη 845 – 885 μ.Χ. καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...