Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Αυγούστου 10, 2013

ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ΄ΜΑΤΘΑΙΟΥ Του Πρωτ. Γεωργίου Σούλου

Ο Χριστός, καθώς μας διηγείται και η σημερινή ευαγγελική περικοπή,  τελεί ένα ακόμη θαύμα, μετά από τις έντονες παρακλήσεις των δύο θεραπευμένων τυφλών, καθώς και του ενός κωφού, ο οποίος, αν και δεν ζήτησε εκφώνως τη δική του θεραπεία,  βλέποντας την ευεργεσία του θαύματος στους δύο τυφλούς, αναφώνησε δοξάζων τον Κύριο.
Πράγματι, ο Χριστός όταν τον επικαλείται ο άνθρωπος, ανταποκρίνεται στο αίτημα   με κύριο πάντα  κριτήριο την ψυχική και την πνευματική μας υγεία, Διότι, για τον Θεάνθρωπο Σωτήρα, το θαύμα και η διδασκαλία είναι μέρος της σωτηριολογικής παρουσίας Του στον κόσμο και αφορά τον Θεό, που το επιτελεί, καθώς και τον άνθρωπο, που δέχεται τη συγκεκριμένη ευεργεσία.
Συνεπώς,  ο Θεός δεν επιτελεί το θαύμα, για να διαφημίσει την θεότητά Του, γιατί ασφαλώς δεν έχει ανάγκη διαφήμισης ή υποστήριξης, γιατί δεν είναι αυτό το σχέδιο της Σωτηριολογίας του Θεού, για τον άνθρωπο. Ο Θεός επεμβαίνει στη ζωή μας, όταν τον καλέσουμε και επειδή μόνοι μας, δεν έχουμε τη δυνατότητα ή την ικανότητα, να σώσουμε τον εαυτό μας.
Ανταποκρινόμενος ο Χριστός στις ικεσίες των ανθρώπων που υποφέρουν, ενεργεί θαυματουργικά, ως  ο ιατρός των ψυχών και των σωμάτων, θεραπεύοντας ολόκληρη την ανθρώπινη υπόσταση του κάθε ασθενούς, διότι ο Θεός δημιούργησε τον «παραπεσόντα» άνθρωπο, ως ψυχοσωματική οντότητα και επιτελεί το θαύμα με κριτήριο την αγάπη Του και με σκοπό τη σωτηρία του όλου είναι του ανθρώπου.
Οι άγιοι Πατέρες και Εκκλησιαστικοί συγγραφείς διδάσκουν την άρρηκτη σχέση ψυχικών ενεργημάτων και σωματικών εκδηλώσεων και είναι κατάδηλη από τους πρώτους αιώνες, που αναπτύχθηκε η Εκκλησιαστική Γραμματεία, την οποία ακριβώς συναντούμε στην ανθρωπολογία του Ιωάννου Δαμασκηνού, όπου  υιοθετεί το τριμερές σχήμα των δυνάμεων της ψυχής: α) ο νους, β) ο λόγος και γ) η αίσθηση. Αυτές τις δυνάμεις τις θεωρεί, ως μέρη της αυτής ουσίας. Η ψυχή, κατά τον ιερό Δαμασκηνό, είναι «ζώσα ουσία», δηλαδή, έχει τη ζωή ως ουσία. Μέρος δε, αυτής της ουσίας και μάλιστα «καθαρώτατον» είναι ο νους, ο οποίος «ουχ έτερον έχουσα παρ’ εαυτήν τον νουν, αλλά μέρος αυτής το καθαρώτατον». Η δεύτερη δύναμη, είναι ο λόγος, διότι η ψυχή είναι ουσία λογική, «Ψυχή τοίνυν έστιν ουσία λογική». Και η τρίτη αίσθηση «έστι δύναμις της ψυχής  είναι η αίσθηση, η δύναμη της ψυχής, όπου και τα τρία αυτά σχήματα λειτουργούν ως ενεργές δυνάμεις.
Συνεπώς κατά τον ι. Δαμασκηνό η ψυχή έχει τη ζωή, ως ουσία, αλλά και ως ενέργεια, για το συνημμένο σώμα της. Αυτό σημαίνει ότι οι ενέργειες της ψυχής είναι εκείνες που «προσδίδουν στο σώμα τη ζωή, την αύξηση, την αίσθηση και τη γέννηση».
Αλλά και τα άλλα όργανα του σώματος, ο εγκέφαλος και οι αισθητήρες του ευθυγραμμίζονται, προς τις ενέργειες της ψυχής και τις μεταποιεί σε ενέργημα ή σε πράξη, με αποτέλεσμα η ενέργεια που τελικά προκύπτει από την ενιαία εκδήλωση του υποκειμένου να είναι απολύτως ψυχοσωματική. Η άρρηκτη σχέση ψυχικών ενεργημάτων και σωματικών εκδηλώσεων φαίνεται κυρίως στο επίπεδο της διερεύνησης του λογικού, το οποίο σχηματικά χωρίζεται σε «ενδιάθετον λόγον», που είναι κίνημα της ψυχής και στον «προφορικόν λόγον», που ενεργείται διά του σώματος και εκφράζει τη νοητική ενέργεια της ψυχής «ως γλωσσικά αρθρωμένη νόηση».
Οι ενέργειες αυτές της ανθρώπινης φύσης αναπτύσσονται διεξοδικά και από τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, ο οποίος δεν απολυτοποιεί κανένα τμήμα της δισύνθετης ύπαρξης, ούτε το σώμα ούτε την ψυχή, αλλά δέχεται ότι η ανθρώπινη φύση είναι επιδεκτική φωτιστικής ζωής ή νεκρώσεως, ύστερα από τη χρήση του αυτεξουσίου, είτε προς το αγαθό, είτε προς την κακό. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς δεν εγκλωβίζεται στην ψυχή, όπως έκαναν οι νεοπλατωνικοί φιλόσοφοι της εποχής του, οι οποίοι προέκριναν μόνο την ψυχή, λόγω της απλότητάς της και απέκρουαν μετά μανίας το σώμα, λόγω της σύνθεσής του και με αυτές τις προϋποθέσεις έβλεπαν την ψυχή να οικειώνεται την συνθετότητα του σώματος και να καθίσταται και αυτή εξαιτίας του σώματος ανεπίδεκτη φωτισμού.
Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς αποκρούει με έμφαση και ένταση μια τέτοια διαλεκτική, διότι διακρίνει σε όλη την κτιστή φύση, ακόμα και στη ψυχή, μια μορφή σύνθεσης, υποστηρίζοντας, ότι η σύνθεση της νοεράς και λογικής ψυχής των ανθρώπων, αλλά και των αγγέλων ακόμη, εδράζεται στην αποδοχή δύο υπεναντίων ποιοτήτων, της αγαθότητας και της κακίας. «Η λογική και νοερά ψυχή ουσίαν μεν έχει την ζωήν, αλλά δεκτικήν των εναντίων, κακίας δηλονότι, και αγαθότητος. Διό και σύνθετος έστι πως η λογική και νοερά ψυχή, εκ της κατ΄ αυτήν ουσίας και μιας ηστινοσούν των ειρημένων εναντίων ποιοτήτων, αρετής φημί και πονηρίας. Η δε των αγγέλων νοερά φύσις, δεκτική μέντοι και αυτή των εναντίων εστί, κακίας δηλονότι και αγαθότητος. Και τούτο παριστάσιν οι πονηροί των αγγέλων, έκπτωσιν υποστάντες διά την έπαρσιν. Σύνθετοι πως τοιγαρούν εισί και οι άγγελοι, εκ τε της καθ’ εαυτούς ουσίας και μιας των εναντίων ποιοτήτων, αρετής φημί και πονηρίας. Όθεν δείκνυνται μηδ’ ούτοι ουσίαν έχοντες την αγαθότητα». (ΕΠΕ 8, 108).
Συνεπώς ο άνθρωπος δεν έχει ούτε, ως ουσία την αγαθότητα, ούτε ως ουσία την κακότητα και η ζωή του, η ζωή μας,  εξαρτάται από τις επιλογές μας, δηλαδή από την ορθή ή εσφαλμένη χρήση του «αυτεξουσίου» και των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος, πού «ενοικεί»στην ψυχή του πιστoύ και δημιουργεί νέα πραγματικότητα, η οποία γίνεται αισθητή στον πνευματοφόρο, πια άνθρωπο, ο οποίος διαθέτει πλέον τη δυνατότητα, να συνεχίζει το έργο του Χριστού, επί της γης, κατόπιν και της εντολής,  που έδωσε στους μαθητές και αποστόλους και της «σφραγίδος» της «δωρεάς» του Αγίου Πνεύματος, ώστε να μπορούν να κάνουν κι αυτοί, καθώς και οι διάδοχοι των, θαύματα, όπως έκανε Εκείνος, σαν το σημερινό των δύο τυφλών, καθώς και του κωφού.
Αυτή η δυνατότητα του πνευματοφόρου και χριστοφόρου ανθρώπου, να μπορεί ενεργεί, όπως και ο Θεάνρωπος, δεν θα πρέπει να δημιουργεί έπαρση, γιατί πολύ εύκολα, μπορεί να απολέσει κάθε αγιοπνευματική πορεία, όπως το «τάγμα» των αγγέλων, που δαιμονοποιήθηκε. Γιατί δεν είναι η προσωπική δύναμη κανενός, όταν επιτελεί ένα θαύμα. Το θαύμα δεν το πραγματώνει κανείς σε αυτόν τον κόσμο. Ούτε ακόμα και οι άγιοι, γιατί δεν είναι δική τους η δύναμη, αλλά η χάρη  του Αγίου Πνεύματος, η οποία ενεργοποιείται διότι οι άγιoι έκαναν το θέλημα τού Θεού, θέλημα δικό τους, γιατί  μέσα τους εγκαταστάθηκε ο Xριστός (Γαλ β' 20. Ρωμ. ιδ' 8) και περιπατούν«κατά Πνεύμα» και μπορούν   να πουν: «ο, τι έχω τούτο σοι δίδω, εν τω ονόματι τού Ιησού Xριστoύ τού Ναζωραίου, έγειρε και περιπάτει» (Πράξ. γ' 6), ή «Ταβιθά, ανάστηθι»! (Πράξ. θ' 40).
Συνεπώς καθοριστική προϋπόθεση της ζωής μας είναι η  «ενοίκηση τού Αγίου Πνεύματος», η οποία δεν επιτυγχάνεται με κάποιες τεχνικές μεθόδους, όπως νομίζουν, για παράδειγμα, οι πεντηκοστιανοί, αλλά με  την ορθή πίστη, που επιφέρει τη διαδραστική παρουσία της χάριτος του Θεού και κινητοποιεί ακόμα και τα όρη, που μεγενθύνεται, τόσο όσο ο άνθρωπος εισέρχεται στην έννοια της αγάπης,  στην εντολή του θελήματος του Θεού.
Το θαύμα, λοιπόν, προϋποθέτει την εσωτερική κάθαρση, πού δεν είναι μόνο το αποτέλεσμα της Θείας ενέργειας, αλλά και αποτέλεσμα της ανθρώπινης προσπάθειας. Προσπάθεια που προϋποθέτει πίστη στη δύναμη του Θεού, πίστη στο Θείο θέλημα, αποδοχή του Θελήματος,«γενηθήτω κατά το θέλημά σου» να είναι η απάντηση στο κάλεσμα του Θεού.
Διότι με τη βίωση της εντολής της αγάπης εξαλείφεται από την καρδιά του καθενός μας κάθε πικρία ή κακία, προς τον αδελφό και συνάνθρωπό μας και πλημυρίζουμε  από πίστη με συνέπεια να γίνεται η ζωή μας ένα θαύμα στο διηνεκές. Όπως ήταν η ζωή όλων των αγίων μας, εξαιτίας της μεγάλης τους πίστης, εκραζομένης ως αγάπη, καθ’ όλο τον αγιασμένο βίο τους.

Ανακεφαλαιώνοντας, θα λέγαμε, ότι   στο σημερινό Ευαγγέλιο είδαμε δύο θαύματα που έκανε ο Χριστός, το ένα είναι ότι θεράπευσε δύο τυφλούς, οι οποίοι αμέσως απέκτησαν το φως των οφθαλμών τους και είδαν τα δημιουργήματα του Θεού και το άλλο (θαύμα) είναι ότι θεράπευσε έναν κωφό που δεν άκουγε. Και στα δύο αυτά θαύματα βλέπουμε την θεραπεία δύο σωματικών αισθήσεων, της οράσεως και της ακοής. Τι θα ήμασταν αν δεν είχαμε αυτές τις δύο σημαντικές αισθήσεις; Οι άνθρωποι που τις στερούνται καταλαβαίνουν την αξία τους.

Δοξάζουμε τον Θεό για την σωματική όραση και ακοή, που μας δωρίζει, αλλά ας εντείνουμε  τον αγώνα μας, ας πυκνώσουμε την προσευχή μας και την όλη εκκλησιαστική ζωή μας, ώστε να αποκτήσουμε και την πνευματική όραση και την πνευματική ακοή, διότι καθώς φαίνεται υπάρχει πολλή στέρηση στη ζωή μας.

Τέτοια θαύματα χρειάζεται η ανθρωπότητα της εποχής μας.  Χρειαζόμαστε τη θεραπεία μας, από πνευματική τύφλωση και την πνευματική κώφωση. Αυτό επιτυγχάνεται  με συνειδητή συμμετοχή στη ζωή της Εκκλησίας και στα ιερά Μυστήρια. Τότε θα ελκύουμε πλούσια τη Χάρη Του και  ή ζωή μας θα είναι ενωμένη μαζί του, ώστε  θα είναι ολόκληρη ένα θαύμα, που θα θεραπεύει καθημερινά, όχι μόνο μερικές από τις αισθήσεις μας, αλλά ολόκληρο το είναι της υπάρξεώς μας. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...