Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αρχιμανδρίτης Παίσιος Λαρεντζάκης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αρχιμανδρίτης Παίσιος Λαρεντζάκης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο, Αυγούστου 27, 2016

Το κήρυγμα της Κυριακής: Κυριακή Ι΄ Ματθαίου

Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης



Το σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα, από το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, μάς παρουσιάζει για μια ακόμα φορά τον Κύριο να θαυματουργεί. Να κατακρίνει την αδυναμία της απιστίας, που αποτελεί φαινόμενο του ψυχικού θανάτου. Και να προλέγει προφητικά τον σταυρικό Του θάνατο.
Η εκδίωξη του Αρνίου, που συνθέτει τον πνευματικό πόλεμο και που αποκορύφωμα αυτού του πολέμου είναι το γεγονός του φρικτού Γολγοθά, στην ιστορία του κόσμου είναι μια πράξη πολυσήμαντη. Ο Ιησούς «κεῖται εἰς πρῶσιν καί ἀνάστασιν πολλῶν καί εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον». Σε καμία εποχή δεν έλειψαν  οι άπιστοι και όσοι ανασταυρώνουν τον Χριστό. Το ζήτημα αυτό είναι μεγάλο και παραμένει πάντοτε επίκαιρο και χρήσιμο για τον καθένα μας.
Ο Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός ήλθε στον κόσμο για «νά ζητήση καί σώση τό ἀπολωλός». Η παρουσία του Χριστού στη γη είναι μια άρρητη πράξη αγάπης της Θεότητος προς το ανθρώπινο γένος. Αλλά σε αντάλλαγμα αυτής της θείας προσφοράς ο άνθρωπος προσφέρει την οργή και το μίσος του. Η θεία αγάπη διώκεται. Και ο Θεάνθρωπος Χριστός που είναι η ενσάρκωση αυτής της ουράνιας δωρεάς, υψώνεται στο ξύλο του Σταυρού. Είναι γνωστά σε όλους μας τα γεγονότα αυτά του Πάθους του Κυρίου. Πριν από την ίδρυση της Εκκλησίας οι Ιουδαίοι σταύρωσαν τον Χριστό. Μετά την ίδρυση της Εκκλησίας, που διατηρεί τον Αναστάντα Αμνό του Θεού, ανασταυρώνουν τον Κύριο οι αποστάτες. Οι διάφοροι ποικιλόμορφοι αρνητές και παραχαράκτες της Αλήθειας. «Οἱ παραπεσόντες», όπως λέει ο Απόστολος Παύλος. Εκείνου που, αφού δέχθηκαν την δωρεά του Θεού, εξέπεσαν στην πλάνη και την αίρεση, με αποτέλεσμα να χάσουν την εξόχως τιμητική θέση του μέλους της Εκκλησίας. Όλοι αυτοί είναι οι πολέμιοι του Χριστού. Ως «ἀνασταυροῦντας ἑαυτοῖς τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ καί παραδειγματίζοντας», τους χαρακτηρίζει ο Απόστολος Παύλος. Δηλαδή ξανασταυρώνουν με την απιστία τους και την οικτρά πλάνη τους στον εαυτό τους τον Χριστό και γίνονται όχι μόνο διαπομπευτές του Κυρίου, αλλά και δεινοί ανασταυρωτές αφού προσπαθούν να παραπλανήσουν τους άλλους και να εξευτελίσουν μαζί με την αίρεσή τους τον Χριστό και την πίστη στην Εκκλησία Του.
Τέτοιοι τρομεροί ανασταυρωτές είναι και οι αιρετικοί, όλων των αιώνων, και της εποχή μας. Διότι αιρετικοί υπήρχαν, υπάρχουν και θα υπάρξουν.
Σκοπός του αιρετικού είναι να ματαιώσει τη σωτηρία του ανθρώπου, που προσφέρει στην Εκκλησία του ο Χριστός. Τα όπλα που χρησιμοποιούν όλοι αυτοί οι ψυχοκτόνοι, που υπηρετούν αποκλειστικά και μόνο το ψέμα και τον θάνατο, είναι η πλάνη και η κατάκριση της Ορθόδοξης πίστης. Για το λόγο αυτό τυπώνουν περιοδικά και βιβλία. Επισκέπτονται τους αγαθούς και ανυποψίαστους πιστούς, προσφέροντάς τους χρήματα, ανέσεις, θέσεις και αξιώματα. Μεταδίδουν τις αιρετικές δοξασίες τους από το διαδίκτυο, χωρίς έλεγχο και φραγμό. Βρίζουν τον Χριστό και την Εκκλησία του. Περιφρονούν τα άγια Μυστήρια και τα διαπομπεύουν. Διαθέτουν άρτια οργάνωση για να μεταφέρουν την πλάνη τους στους πιστούς και να κλονίσουν με τον τρόπο αυτό τα θεμέλια της αγνής και αληθινής πίστης. Και όλα αυτά τα επιχειρούν με τόση σατανική τέχνη οι αιρετικοί, ώστε να καλύπτονται. Να εξαπατούν τους αφελείς και αδύνατους στην πίστη. Να προκαλούν με τις υλικές υποσχέσεις τους. Να ανοίγουν στον πιστό τον δρόμο της πλάνης που είναι κατήφορος, γκρεμός και άβυσσος. Γιατί οι αιρετικοί είναι τυφλοί πνευματικά. Με την  αίρεσή τους έχουν αποκοπεί από την Εκκλησία. Κι αν κάποτε δέχθηκαν το άγιο Βάπτισμα και ενδύθηκαν τον Χριστό, με τη συμμετοχή τους στην αίρεση έχασαν τα πάντα. Και τον Χριστό και τις δωρεές των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος. Γι’ αυτό οι αιρετικοί, όπως κι αν ονομάζονται, όχι μόνο δεν έχουν το φως που φωτίζει, αγιάζει και σώζει τον άνθρωπο, αλλά βρίσκονται στο σκοτάδι της πλάνης και της διαστροφής της αλήθειας. Είναι πλανώντες και πλανώμενοι.
Το σημείο αυτό χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή. Γιατί οι αιρετικοί ισχυρίζονται ότι δήθεν παραδέχονται μόνο την Αγία Γραφή και ότι την πίστη τους την στηρίζουν πάνω σ’ αυτήν. Στην πραγματικότητα όμως οι αιρετικοί πιστεύουν, ότι ικανοποιεί τους κρυφούς σκοπούς τους. Για να «χρυσώσουν» όμως τις αιρετικές τους απόψεις και για να τις παρουσιάσουν με περισσότερο κύρος, λένε πως παραδέχονται την Αγία Γραφή και πως ακολουθούν το ιερό της κείμενο, που ερμηνεύουν όμως σύμφωνα με τις προσωπικές τους διαθέσεις.
Η πίστη όμως στον Χριστό δεν είναι προσωπική υπόθεση. Ο καθένας είναι ελεύθερος να αποδέχεται ή να απορρίπτει το γεγονός της πίστεως στο Θεό. Ο Κύριος δεν βιάζει κανένα. Αλλά με αυτό δεν σημαίνει, πως εκείνος που επιθυμεί να δεχθεί τον Χριστό, έχει και το δικαίωμα να τον δεχθεί όπως αυτός θέλει. Ο Χριστός, που είναι «χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας», βρίσκεται μέσα στην Εκκλησία Του. Η Εκκλησία διατηρεί την πίστη των Αγίων Αποστόλων και των Πατέρων και ερμηνεύει την Αγία Γραφή όχι με τις υποκειμενικές αντιλήψεις του κάθε θεολόγου ή κληρικού, αλλά με το αδιάψευστο κριτήριο της Ιεράς Παράδοσης και της κοινής συνείδησης ολόκληρης της Εκκλησίας. Γι’ αυτό οι αιρετικοί είναι κήρυκες του ψεύδους και του εαυτού τους. Είναι πλανώντες και πλανώμενοι, που έρχονται προς τα λογικά πρόβατα της ποίμνης του Χριστού να τα κατασπαράξουν με την πλάνη και να τα οδηγήσουν εκτός της Εκκλησία, στην απώλεια.
«Δεῖ περισσοτέρως ἡμᾶς προσέχειν τοῖς ἀκουσθεῖσι μή ποτε παραρρυῶμεν», μάς παραγγέλλει ο Απόστολος Παύλος. Κι αν μέχρι τώρα δεν αντιμετωπίζουμε τον κίνδυνο να προσχωρήσουμε στην ψυχοκτόνο αίρεση, οπωσδήποτε οι διάφοροι αιρετικοί μάς δηλητηριάζουν με τις απόψεις τους και υποβοηθούν πολλές φορές χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε, στην απομάκρυνσή μας από την αληθινή πίστη και την Εκκλησία του Χριστού.
Επιβάλλεται λοιπόν να έχουμε προσοχή και σύνεση στο σημείο της πίστεως και των σχέσεών μας με την Ορθοδοξία. Έχουμε τον ατίμητο θησαυρό της ορθής χριστιανικής πίστης. Έχουμε την ελπίδα της εν Χριστώ σωτηρίας μέσα στην Εκκλησία. Αρκεί «νά γίνουμε πιστοί μέχρι την ώρα του θανάτου». Ο Κύριος μάς έχει προειδοποιήσει: «Βλέπετε μή τις ὑμᾶς πλανήσῃ». Και οι πλανώμενοι και πλανώντες είναι πολλοί, δυστυχώς, στην εποχή μας. Είναι αυτοί που ανασταυρώνουν τον Χριστό. Που αγωνίζονται να μεταβάλουν και όλους εμάς σε ανασταυρωτές του Κυρίου μας.
Θα μείνουμε αδιάφοροι στις προκλητικές αυτές επιθέσεις; Θα τους αφήσουμε να γίνουν «λύκοι βαρεῖς» της ψυχής και της σωτηρίας; 
Ο καθένας μας ας αναλογισθεί τις ευθύνες του και ας δώσει την απάντηση, όχι τόσο στον εαυτό του, αλλά στον ίδιο τον Θεό. Αμήν.

Σάββατο, Ιουλίου 11, 2015

Το κήρυγμα της Κυριακής: Κυριακή Στ΄ Ματθαίου. «Ἰδόντες οἱ ὂχλοι ἐθαύμασαν καί ἐδόξασαν τόν Θεόν, τόν δόντα ἐξουσίαν τοιαύτην τοῖς ἀνθρώποις».

Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη,
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης.
«Ἰδόντες οἱ ὂχλοι ἐθαύμασαν καί ἐδόξασαν τόν Θεόν, τόν δόντα ἐξουσίαν τοιαύτην τοῖς ἀνθρώποις».
Κατάπληκτοι έμειναν οι όχλοι μπροστά σε τρία θαυμαστά γεγονότα, όπως τα περιγράφει ο Ευαγγελιστής Ματθαίος. Ποια είναι αυτά; Άκουσαν τον Χριστό να συγχωρεί αμαρτίες, γεγονός πρωτοφανές στην ιστορία της ανθρωπότητας. Τον είδαν να αποκαλύπτει τους πλέον απόκρυφους διαλογισμούς των γραμματέων, πράγμα που μαρτυρούσε υπερφυσική ικανότητα. Και τρίτον να θεραπεύει τον παραλυτικό με ένα του μόνο λόγο, γεγονός που φανέρωνε θεϊκή δύναμη.
Φυσικά οι άνθρωποι εκείνοι αγνοούσαν, ότι ο Χριστός δεν ήταν απλός άνθρωπος αλλά και Θεός, Θεάνθρωπος. Αυτό άλλωστε ούτε οι Μαθητές Του δεν το είχαν εννοήσει. Οι κάτοικοι της Καπερναούμ νόμιζαν ότι ήταν ένας δίκαιος άνθρωπος, ένας προφήτης, στον οποίο για την αρετή του, του είχε δώσει ο Θεός τέτοιες εξουσίες. Γι’ αυτό «όταν είδαν αυτά που έγιναν, εδόξασαν τον Θεόν, ο οποίος έδωσε τόσο μεγάλη εξουσία στον Ιησούν».
Το γεγονός αυτό, ότι δηλαδή οι απλοϊκοί εκείνοι άνθρωποι δόξασαν τον Θεό και φυσικά επαίνεσαν και τον Ιησού, είναι πολύ διδακτικό για όλους μας. Διδάσκει ότι ο άνθρωπος πρέπει να είναι πρόθυμος να δοξάζει τον Θεό για όσα θαυμαστά πραγματοποίησε και πραγματοποιεί, να απονέμει τον δίκαιο έπαινο στους ενάρετους και τους εργάτες του καλού. Ενώ όμως το καθήκον αυτό είναι αυτονόητο και δεν υπάρχει κανένας λογικός άνθρωπος που να το αμφισβητεί, στην πράξη όμως δεν το βλέπουμε πάντοτε. Εμείς οι άνθρωποι δύσκολα επαινούμε τον καλό άνθρωπο και το καλό έργο. Είμαστε μάλλον πρόθυμοι να επικρίνουμε και να κατακρίνουμε όχι μόνο τους κακούς – που και αυτό το απαγορεύει ο Θεός – αλλά και τους ενάρετους, τους εργάτες των καλών έργων, αυτούς που θυσιάζουν τον εαυτό τους για την εξυπηρέτηση των άλλων.
Βλέπουμε κάποιον να μελετά τον λόγο του Θεού, να εκκλησιάζεται ανελλιπώς και να μετέχει τακτικά στα ιερά μυστήρια, να είναι προσεκτικός στη ζωή του και τίμιος στις συναλλαγές του, να παιδαγωγεί με φόβο Θεού την οικογένειά του, να είναι ευγενείς στις κοινωνικές του σχέσεις και συνεπής στις υποχρεώσεις του. Βλέπουμε όλα αυτά και πολλά άλλα πλεονεκτήματά του και μάλλον στενοχωρούμαστε. Σαν να θέλαμε να μην είναι τέτοιος όπως τον περιγράψαμε, τόσο καλός και ενάρετος άνθρωπος.
Ψάχνουμε, δήθεν από αφέλεια, πραγματικά όμως από μια νοσηρά διάθεση, να του βρούμε ψεγάδια, αδυναμίες. Κι αν βρούμε κάτι, έστω και ασήμαντο, το μεγεθύνουμε, το χρωματίζουμε, το επιδεινώνουμε, για να επισκιάσουμε με τον τρόπο αυτό την αρετή του. Κι αν δεν βρούμε, δεν δυσκολευόμαστε να πούμε: «Ποιος ξέρει τι κρύβεται πίσω από την αθώα αυτή εμφάνιση. Υπάρχουν πολλοί υποκριτές στον κόσμο». Το ίδιο κάνουμε και για τα καλά έργα. Τα λεπτολογούμε, τα ερευνούμε, μήπως και δεν είναι τόσο καλά, όσο φαίνονται. Μπορεί κάποιες στιγμές να πούμε: «ποιος ξέρει γιατί τα κάνει τα καλά αυτά έργα. Ποιος ξέρει τι επιδιώξεις κρύβονται πίσω απ’ αυτά». Και έτσι αντί να είμαστε ευχαριστημένοι και να δοξάζουμε τον Θεό και να αποδίδουμε τον δίκαιο έπαινο στον ενάρετο και στα έργα της αρετής, στεναχωριόμαστε και είμαστε πρόθυμοι και πολύ πρόχειροι στη δυσμενή κριτική.
Γιατί συμβαίνει όμως αυτό αλήθεια; Τι είναι εκείνο, ποια είναι η αιτία που μάς εμποδίζει και μάς κλείνει το στόμα, ώστε να μη πούμε ένα καλό λόγο, ένα «εύγε» για τα καλά έργα που βλέπουμε; Η αιτία δεν υπάρχει βέβαια στα καλά έργα, τα οποία όταν γίνονται προς δόξαν Θεού και εξυπηρέτηση των ανθρώπων, είναι πάντοτε αξιέπαινα. Η αιτία υπάρχει μέσα μας. Είναι ο εγωισμός, ο οποίος σαν να πληγώνεται από την αρετή και τα καλά έργα του δίκαιου ανθρώπου. Θιγόμαστε κι εμείς εσωτερικά και υποφέρουμε. Η συνείδηση μάς λέει, ότι «και εσύ έπρεπε να είσαι σαν εκείνον, προσεκτικός και ενάρετος στη ζωή σου, πρόθυμος και γρήγορος στα καλά έργα». Βλέπουμε, ίσως χωρίς να το θέλουμε, τον συνάνθρωπό μας ανώτερο από μας. Και αυτή η υπεροχή του μάς θλίβει, μάς στεναχωρεί, μάς πληγώνει αφάνταστα, σαν να την έχει πάρει από μάς ή σαν να μάς ανήκε και αυτός μάς πρόλαβε.
Για να μπορέσει ο άνθρωπος να βλέπει απροκατάληπτα τον καλόν άνθρωπο, για να τον θαυμάζει και να τον επαινεί, πρέπει να απαλλαγεί από τις νοσηρές, τις εγωπαθείς αυτές καταστάσεις. Πρέπει να καλλιεργήσει μέσα του ένα πνεύμα ανωτερότητας· καθαρότητα καρδιάς και φωτεινότητα κρίσεως, ειλικρινή αγάπη προς τον Θεό και τους ανθρώπους. Να βλέπει το καλό ως έργο, που το θέλει ο Θεός και το οποίο ο Θεός πραγματοποιεί δια μέσου των ανθρώπων, ώστε να δοξάζεται αυτό και να εξυπηρετούνται οι άνθρωποι. Να χαιρόμαστε με όλη μας την καρδιά, όταν υπάρχουν πολλοί καλοί άνθρωποι μέσα στην κοινωνία και όταν πολλά καλά έργα πραγματοποιούνται. Μια τέτοια κοινωνία, που έχει ενάρετους ανθρώπους, είναι ευτυχισμένη.
Ας διδαχθούμε, λοιπόν, από το παράδειγμα των κατοίκων της Καπερναούμ και ας δοξάζουμε ειλικρινά τον Θεό για τα καλά έργα που βλέπουμε, να επαινούμε με πολύ προθυμία τους εργάτες του καλού και να τους ενθαρρύνουμε μάλιστα. Τα καλά έργα είναι «φῶς Χριστοῦ» μέσα στην κοινωνία. «Οὓτω λαμψάτω τό φῶς ὑμῶν ἒμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὃπως ἲδωσιν ὑμῶν τά καλά ἒργα καί δοξάσωσι τόν πατέρα ὑμῶν τόν ἐν τοῖς οὐρανοῖς»[1].


[1] Ματθ.  ε΄ 16.

Κυριακή, Ιουνίου 28, 2015

Το κήρυγμα της Εορτής: Αποστόλων Πέτρου & Παύλου «Ποίοις πνευματικοῖς ᾄσμασιν ἐπαίνέσωμεν Πέτρον καί Παῦλον;»

Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης


«Ποίοις πνευματικοῖς ᾄσμασιν ἐπαίνέσωμεν Πέτρον καί Παῦλον;».

 Εορτάζουν σήμερα «οἱ τῶν Ἀποστόλων πρωτόθρομοι καί τῆς οἰκουμένης διδάσκαλοι», κι ιερός υμνωδός της Εκκλησίας εκφράζει την απορία όλων μας: Με τι λόγια και με ποιους ύμνους να πλέξουμε εγκώμια και να τιμήσουμε επάξια τους δύο Πρωτοκορυφαίους Αποστόλους;
Κι η είναι η εορτή αυτή και η χαρά ένα γεγονός πολυσήμαντο και πολυδιάστατο για τη θριαμβεύουσα και τη στρατευομένη Εκκλησία· για το επουράνιο και το επίγειο θυσιαστήριο της αγάπης του Θεού για τον άνθρωπο.
Αν κάθε έθνος έχει τους ήρωες του και τους τιμά όπως τους αρμόζει, αν κάθε πόλη έχει τους ευεργέτες της, που πολλά προσέφεραν σ’ αυτήν από πολύ αγάπη έτσι και η Αγία μας Εκκλησία έχει τους δικούς της ήρωες. Τους ήρωες της πίστεως, της αυταπάρνησης, της αρετής και της αγιότητας. Τα ονόματά τους γραμμένα με χρυσά γράμματα στα δίπτυχα του ουρανού, είναι σύμβολα. Το άφθαστο μεγαλείο τους ουράνιο.
Και σήμερα δύο απ’ αυτούς τους ήρωες μάς παρουσιάζει η Εκκλησία μας. Δύο φωστήρες ολόλαμπροι του νοητού στερεώματος. Δύο μάρτυρες της πίστεως. Δύο άσειστοι και αρραγείς στύλοι της Εκκλησίας. Δύο διδάσκαλοι της οικουμένης. Δύο Απόστολοι του Κυρίου. Οι κορυφαίοι του χορού των Αποστόλων. Οι πρώτοι. Ο Πέτρος και ο Παύλος.
Ο Απόστολος Πέτρος, η πέτρα της πίστεως. Ένας άνθρωπος αγράμματος και απλοϊκός. Όταν ο Κύριος τον κάλεσε, αμέσως άφησε δίχτυα, πλοία, άφησε τα πάντα και τον ακολούθησε. Έγινε ψαράς ανθρώπων ή όπως πολύ ωραία υπογραμμίζουν τα Καθίσματα της εορτής «τόν βυθόν τῆς ἁλιείας καταλιπών…», «βροτῶν ἁλιέα θεῖον ἀπειργάσατο». 
Κι όταν ο Κύριος, όπως αναφέρει το σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα, ζήτησε να του πουν οι Μαθητές του ποια ιδέα έχουν γι’ Αυτόν «ὑμεῖς δέ τίνα με λέγετε εἶναι;», ο Πέτρος πρώτος και σαν εκπρόσωπος των άλλων ομολόγησε: «Σύ εἶ ὁ Χριστός ὁ υἱός τοῦ Θεοῦ τοῦ ζώντος». Πάνω στη πέτρα, πάνω στο θεμέλιο λίθο αυτής της ομολογίας ο Ιησούς Χριστός θεμελιώνει την Εκκλησία Του.
Αργότερα γνωρίζουμε τον κλονισμό, τον οποίο δοκίμασε η πίστη του. Έπεσε ο Πέτρος. Αρνήθηκε τον Διδάσκαλο. Όμως δεν έμεινε εκεί. Σηκώθηκε και με δάκρυα γεμάτα μετάνοια στερεώθηκε στην ψυχή του περισσότερο η πίστη. Έζησε κηρύσσοντας το Ευαγγέλιο του Θεού, γράφοντας τις Επιστολές του, στηρίζοντας τους χριστιανούς. Εργάσθηκε πολύ, κοπίασε, υπέφερε και πέθανε με μαρτυρικό θάνατο ο Απόστολος Πέτρος, κι όλα αυτά για την αγάπη του Χριστού.
Και είναι για όλους μας μεγάλο παράδειγμα. Κι εμείς πολλές φορές στη ζωή μας δοκιμάζουμε ταλαντεύσεις, συχνά δοκιμάζεται η πίστη μας. Η ανόρθωσή του από την πτώση και η μετέπειτα σταθερή πορεία του οφείλει να είναι έμπνευση και οδοδείκτης στη ζωή μας, με τις δυσκολίες, τα εμπόδια, τις κρίσεις που καθημερινά αντιμετωπίζουμε. Ο άνθρωπος έχει ανάγκη την πίστη. Πολύ περισσότερο την έχει ανάγκη σήμερα. Γι’ αυτό πρέπει όλοι μας να έχουμε στην καρδιά μας την ομολογία του Πέτρου· «Σύ εἶ ὁ Χριστός ὁ υἱός τοῦ Θεοῦ τοῦ ζώντος».
Ο Απόστολος Παύλος είναι ο αγιότερος των ηρώων. Άγριο λιοντάρι, κατά την ιερή υμνολογία, που ως Σαούλ κατασπάραζε την Εκκλησία του Χριστού. Τιθασεύτηκε όμως αυτό το λιοντάρι από τη φωνή της Δαμασκού κι έγινε αμνός, έγινε «σκεῦος ἐκλογῆς». Έγινε το όργανο του Χριστού για να κάνει γνωστό το όνομά του στα έθνη. Όπως ψάλλει ο ιερός υμνογράφος «κύκλῳ τήν οἰκουμένην πᾶσαν περιέλαβεν», «διαδραμών τό κλίτος ὃλον τῆς γῆς, ὣσπερ ἀρότρῳ ἒσπειρε τήν πίστιν».
Ο θείος, ο ουρανοβάμων Απόστολος, έφθασε μέχρι τρίτου ουρανού. Ο Απόστολος της αγάπης, της αυταπάρνησης, της αυτοθυσίας. Διέτρεξε Ανατολή και Δύση για το κήρυγμα του Ευαγγελίου. Για να φωτίσει την οικουμένη, να αναγεννήσει τους ανθρώπους, να στηρίξει, να καθοδηγήσει, να εμπνεύσει, να διδάξει και νουθετήσει, να παρακαλέσει και να επιπλήξει, να γίνει «τοῖς πᾶσι τά πάντα». 
Ποια χώρα δεν άκουσε το κήρυγμά του; Ποια πόλη δεν δέχθηκε τους μαθητές του; Ποια γενεά δια μέσου των αιώνων δεν φωτίσθηκε από τα ρήματα του Αποστόλου Παύλου;
Ήταν ο ακαταπόνητος, ο πιο ριψοκίνδυνος και μαρτυρικός Απόστολος. Τι δεν δοκίμασε! «Τά κατά πόλιν δεσμά καί τάς θλίψεις» ή «τούς ἀγῶνας καί τάς βασάνους διά Χριστόν», ποιος μπορεί να διηγηθεί ή να αναπαραστήσει; Τι κατατρεγμούς, τι διωγμούς, τι συκοφαντίες, τι κόπους και στερήσεις, τι ταλαιπωρίες και αντιδράσεις, τι πολέμους και καθημερινούς θανάτους στο αποστολικό του έργο!
Τα περιγράφει ο ίδιος στην σημερινή αποστολική περικοπή, από την Β΄ προς Κορινθίους επιστολή του. Εκεί απαριθμεί κόπους, πληγές, φυλακίσεις, ραβδισμούς, λιθοβολισμούς, οδοιπορίες, ναυάγια, στερήσεις και αγρυπνίες. 
Δείλιασε σ’ όλα αυτά; Παραπονέθηκε; Όχι. Τα δέχθηκε με χαρά. Τα υπέμεινε με αδάμαστη καρτερία. Θυσίαζε πάντοτε τον εαυτό του στο άγιο έργο του. Και στο τέλος παρέδωσε την αγία του ψυχή στον Κύριο με μαρτυρικό θάνατο.
Και σήμερα στην εορτή του θα πρέπει αντί για κάποιο άλλο ύμνο, να σκεφθούμε πόσες φορές εμείς δειλιάζουμε, πόσες φορές υποχωρούμε, όχι μπροστά σε μαρτύρια, σε διωγμούς, σε ραβδισμούς και φυλακίσεις, αλλά σε πράγματα και ζητήματα πολύ μικρότερα, μηδαμινά. Μπροστά σε μια ειρωνεία, σε κάποιο χλευασμό υποστέλλουμε τη σημαία μας. Μπροστά και στην πιο μικρή δυσκολία συμβιβαζόμαστε με το κακό και την αμαρτία.
Ας μάς ταρακουνήσει λίγο από την ησυχία, από την νωθρότητα που βρισκόμαστε το φωτεινό παράδειγμα του Αποστόλου Παύλου. Ας μάς βοηθήσει να αναθεωρήσουμε τη στάση μας, την καθημερινή πορεία της ζωής μας, δείχνοντας παντού και πάντοτε εμμονή στις αρχές μας. Σταθερότητα και φρόνημα άκαμπτο, ότι κι αν μάς στοιχίζει η στάση μας αυτή.
Οι δύο «ζευκτοί βόες τοῦ Χριστοῦ», Πέτρος και Παύλος, «πάντας εἳλκυσαν πρός τήν θεογνωσίαν ἒθνη, πόλεις τε καί νήσους». Να ευχαριστούμε τον Κύριο, γιατί ως φιλάνθρωπος Θεός έδωσε καυχήματα στην Εκκλησία Του, τους Πρωτοκορυφαίους των Αποστόλων, που ως αστέρια λάμπουν στον νοητό στερέωμα.
Και η πορεία της πίστεως και η ζωή της αυταπάρνησης είναι η πορεία που πρέπει να βαδίσουμε όσοι θέλουμε να ακολουθήσουμε τα ίχνη των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου και να γίνουμε γνήσιοι μαθητές τους. Αμήν.

Σάββατο, Ιουνίου 06, 2015

Το κήρυγμα της Κυριακής: Κυριακή των Αγίων Πάντων

Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης

Η Κυριακή των Αγίων Πάντων είναι η τελευταία Κυριακή του Πεντηκοσταρίου. Με αυτήν τελειώνει ο κινητός κύκλος των εορτών που άρχισε από την πρώτη Κυριακή του Τριωδίου. Η Κυριακή των Αγίων Πάντων είναι η σφραγίδα της εορταστικής αυτής περιόδου, που μάς παρουσιάζει τους καρπούς του Αγίου Πνεύματος. Είναι τρανή απόδειξη του έργου της Εκκλησίας και παρουσιάζει όσους αγαθά αγίασε το Άγιο Πνεύμα στον κόσμο.
Ο αγιασμός των ανθρώπων αποτελεί δωρεά του Αγίου Πνεύματος και συντελείται μέσα στην Εκκλησία, στην οποία από την ημέρα της Πεντηκοστής ενοικεί και ενεργεί του τρίτο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος. Τίποτε άλλο περισσότερο δεν αποδεικνύει την παρουσία του Αγίου Πνεύματος στην Εκκλησία όσο η ζωή των Αγίων· η άσκηση, η μαρτυρία και η άθληση των πιστών τέκνων του Θεού.
Στο τέλος του σημερινού ευαγγελικού αναγνώσματος ακούσαμε μια φοβερή προειδοποίηση από τον Κύριο. «Πολλοί δέ ἒσονται πρῶτοι ἒσχατοι καί ἒσχατοι πρῶτοι». Πολλοί θα γίνουν από πρώτοι τελευταίοι, όπως και πολλοί θα αποδειχθούν στο τέλος πρώτοι από τελευταίοι που ήταν πριν.
Ο άπιστος, ο άσωτος άνθρωπος μπορεί από την μια ώρα στην άλλη, από την άβυσσο της απώλειας να βρεθεί στην κορυφή της αγιότητας με την ειλικρινή μετάνοια. Και ο ευσεβής, ο σήμερα ενάρετος άνθρωπος μπορεί επίσης, με την απροσεξία του, με την υπερηφάνεια του, να βρεθεί από την αγκαλιά του Θεού στα νύχια του διαβόλου.
Πολλά είναι τα παραδείγματα που αναφέρει η ιστορία.
Ο Ιούδας ήταν απόστολος, μαθητής του Κυρίου μας, ανήκε στους πρώτους, αλλά είναι σε όλους μας γνωστό το κατάντημά του. Ο σατανάς «εἰσῆλθεν εἰς αὐτόν» και ο πρώτος έγινε τελευταίος, προδίδοντας τον Χριστό για τον χρυσό.
Είναι ακόμα και κάποιοι άλλοι, συνεργοί του Αποστόλου Παύλου, διαλεκτοί πριν και κορυφαίοι, όπως ο Δημάς, ο οποίος εγκατέλειψε τον Απόστολο «ἀγαπήσας τόν νῦν αἰῶνα», όπως και ο Φύγγελος και ο Εργογένης.
Και αργότερα στο πέρασμα των αιώνων, χιλιάδες χριστιανοί υπέκυψαν κατά τους διωγμούς και θυσίασαν στα είδωλα και άλλοι, μέχρι σήμερα ενώ ακολουθούν για ένα διάστημα το δρόμο της πίστεως, κατόπιν ξεστρατίζουν στην απιστία, στην αίρεση, στον αμαρτωλό βίο, στην αδράνεια, στην ακηδία.
Όλοι αυτοί είναι οι πρώτοι που έγιναν τελευταίοι.
Στο διάβα των αιώνων μέχρι και σήμερα υπάρχουν κι εκείνοι που στάθηκαν και στέκονται ως το τέλος πρώτοι, ακλόνητοι στην πίστη, σταθερά στερεωμένοι στο θείο θέλημα. Είναι οι Μάρτυρες, οι Ομολογητές, οι Πατέρες της Εκκλησίας, οι πολύαθλες ψυχές, που ανταποκρίθηκαν ως το τέρμα στην θεία κλήση και δεν πλαγιοδρόμησαν.
Είναι όμως ακόμα και οι τελευταίοι, που έγιναν πρώτοι. Εκείνοι που αμάρτησαν πολύ κι όμως ανένηψαν. Εκείνοι που από τον πυθμένα του κακού ανέβηκαν στην οροφή του ουρανού. Εκείνοι που από μεγάλοι αμαρτωλοί έγιναν μεγάλοι Άγιοι της Εκκλησίας μας.
Ανάμεσα στους Αγίους Πάντες, που γιορτάζει σήμερα η Εκκλησία μας, πολλοί είναι εκείνοι, που δεν ήταν πάντα πρώτοι, αλλά έγιναν πρώτοι. Με επικεφαλής την αμαρτωλή γυναίκα και τον ληστή, τον τελώνη Ζακχαίο και τον πρώην διώκτη Παύλο, αποτελούν τιμητική λεγεώνα.
Αυτά ως προς τους Αγίους της Εκκλησίας μας. Είναι ώρα όμως να κοιτάξουμε ο καθένας μας τη δική του πορεία. Αν περπατάμε στον δρόμο του Θεού, ας γνωρίζουμε ότι δεν αποκλείεται από πρώτοι να γίνουμε τελευταίοι, να πέσουμε στην απώλεια και να χάσουμε τα πάντα. Κι αυτό θα συμβεί, όταν δεν υπάρχει συνεχής εγρήγορση, ακατάπαυστη προσπάθεια, αδιάκοπος αγώνας.
«Ὁ δοκῶν ἑστᾶναι, βλεπέτω μή πέσῃ», αυτό ας είναι το καθημερινό μας σύνθημα. Λίγο να παραμερίσουμε σήμερα, περισσότερο αύριο από τη χριστιανική μας πορεία, όταν αρχίζουμε να αμφιβάλλουμε για τις αιώνιες αλήθειες, όταν συμβιβαζόμαστε με το πνεύμα του κόσμου, όταν υποχωρούμε, μπορεί γρήγορα ή αργότερα από πρώτοι να βρεθούμε έσχατοι. Να χάσουμε το πολύτιμο μαργαριτάρι, που ίσως με κόπο και σκληρό αγώνα αποκτήσαμε.
Για να είμαστε όμως πάντοτε στην τιμητική πρωτοπορία του Πνεύματος χρειάζεται συνεχής ανανέωση των πνευματικών μας δυνάμεων με την προσευχή, την εξομολόγηση και την μετοχή μας στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας.
Χρειάζεται επίσης συνεχής προσπάθεια, αδιάκοπος αγώνας, πάντοτε η ματιά μας να είναι καθηλωμένη στον Αρχηγό και τελειωτή της πίστεώς μας, τον Ιησού Χριστό.
Αν όμως κάποιοι από μας είναι μέχρι τώρα τελευταίοι, ας μη ξεχνούν ούτε στιγμή ότι μπορεί να μπουν στην πρώτη θέση. Πως; Με την μετάνοια. Αν απομακρυνθούν από την αμαρτία, όπως ο Λώτ από τα Σόδομα, χωρίς να στρέψουν το κεφάλι τους προς τα πίσω. Να παραδοθούν στη θεία χάρη και να αφήσουν να τους κυβερνήσει από δω και πέρα ο Χριστός. Αν το κάνουν αυτό, όλα θα αλλάξουν. Από τελευταίοι θα βρεθούν ανάμεσα στους πρώτους.
Αυτό είναι το θαύμα του χριστιανισμού. Αυτή είναι η τεράστια δύναμη που ανασταίνει τον πεσμένο στην αμαρτία άνθρωπο. Αυτή είναι η ατίμητη δωρεά που χάρισε η ενανθρώπηση του Χριστού στην ανθρωπότητα ολόκληρη.
Ας αναρωτηθούμε, θα θελήσουν άραγε εκείνοι που η αμαρτία τους έκανε τελευταίους να επανέλθουν στο δρόμο που θα τους αναδείξει πρώτους; Κι εκείνοι που είναι σήμερα πρώτοι θα παραμείνουν πιστοί μέχρι τέλους;
Ας παρακαλέσουμε μέσα από την καρδιά μας τον Κύριο και τους Αγίους Πάντες να βοηθήσουν τους πρώτους να παραμείνουν στην τιμητική αυτή θέση και παράλληλα να ενισχύσει τους τελευταίους ώστε να βρεθούν κι αυτοί πρώτοι μαζί με τον Κύριο. Αμήν.

Σάββατο, Μαΐου 30, 2015

Το κήρυγμα της Κυριακής: Κυριακή της Πεντηκοστής

Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης


“Ἐάν τις διψᾷ…”

    Αρκετά συχνά μέσα στα μισοσκόταδα της απιστίας, μέσα στα τέλματα της αμαρτίας, η ψυχή του ανθρώπου νιώθει τι φοβερό πράγμα είναι να αρνείται τον Θεό, τον εαυτό της, την αιωνιότητα. Νοιώθει τι πόνο δημιουργεί η απομάκρυσνη από το θείο θέλημα και η πτώση στο βούρκο του κακού και της αμαρτίας.
    Ο άνθρωπος δεν είναι μόνο σάρκα. Είναι και πνεύμα. Και το πνεύμα έχει κι αυτό τις απαιτήσεις του. Όσο κι αν κάποιοι προσπαθούν να τις καταχωνιάσουν, έρχονται στιγμές, και είναι πολλές, που ανεβαίνουν στην επιφάνεια. Είναι οι ώρες εκείνες του κεντρίσματος της συνείδησης ή οι στιγμές του πόνου ή της ψυχικής ανάτασης. Τότε νοιώθει η ψυχή το βαθύ νόημα της κραυγής του Προφητάνακτος Δαβίδ: “Ὃν τρόπον ἐπιποθεῖ ἡ ἒλαφος ἐπί τάς πηγάς τῶν ὑδάτων, οὓτως ἐπιποθεῖ ἡ ψυχή μου πρός σέ, ὁ Θεός”.
    Τα άστρα του ουρανού δεν μπορούν να σταματήσουν, ούτε να παρεκκλίνουν από τον δρόμο τους, γιατί οι φυσικοί νόμοι τα αναγκάζουν να κινούνται πάνω σε καθορισμένη τροχιά. Το λάδι, σαν ελαφρότερο επιπλέει στο νερό. Έτσι και η ψυχή του ανθρώπου όσο κι αν απομακρυνθεί από τον Θεό, θα νοιώθει συχνά τη νοσταλγία του Δημιουργού της.
    Σε τέτοιες στιγμές ακούγεται πάλι η φωνή του Κυρίου: “Ἐάν τις διψᾷ, ἐρχέσθω πρός με καί πινέτω”. Δείχνει στο διψασμένο άνθρωπο κάθε εποχής, ιδιαιτέρως της εποχής μας, την μοναδική πηγή, την αιώνια, την αστείρευτη πηγή, από την οποία πηγάζει το “ὓδωρ τό ζῶν”. Ο ίδιος ο Κύριος είναι η αναντικατάστατος πηγή.
    Πρώτο με τη θεία του διδασκαλία. Ο θείος, ο μοναδικός Διδάσκαλος φανερώνει την Αλήθεια στους ανθρώπους, τους διδάσκει το σκοπό της ζωής τους, μιλάει για τον μοναδικό προορισμό του ανθρώπου, που δεν είναι άλλος από την ομοίωσή του με τον Θεό. Όποιο μελετάει το ιερό Ευαγγέλιό του μαθαίνει γιατί ζει. Γνωρίζει πως θα κερδίσει την αιωνιότητα.
    Αλλά επίσης ο Κύριος είναι η πηγή της θείας χάριτος και της δύναμης, από την οποία έχει ανάγκη ο άνθρωπος της εποχής μας. Μέσα στις δυσκολίες της ζωής, στις τόσες συμφορές, στα τόσα καθημερινά προβλήματα, στις ποικίλες κρίσεις, οικονομικές, ηθικές, αντλεί θάρρος, ενίσχυση, όταν συνδέεται με τον Θεό. Αντλεί δύναμη από την πηγή για να αντιμετωπίζει  με “ψηλά τό κεφάλι” τις θλίψεις, τις δοκιμασίες, τους πειρασμούς, να βρίσκει τις σωστές για κάθε περίσταση λύσεις στα προβλήματα της ζωής, να σηκώνετε από τον γκρεμό της αμαρτίας, να μην απελπίζετε και να ζει μια νέα, εν Χριστώ ζωή. Μια ζωή τιμιότητας, ειλικρίνειας, αληθινής πηγαίας αγάπης.
    Κατά καιρούς έχουν παρουσιασθεί και παρουσιάζονται πολλές πηγές. Τα νερά τους όμως είναι θολά. Δεν υπάρχει καθαρότητα. Κι οι επιγραφές που έχουν πολλές και διάφορες. Δεν αντιπροσωπεύουν την πραγματικότητα. Απλά και μόνο για να παρασύρουν τους ανθρώπους. Λόγια ψεύτικα, κούφια, δαιμονικά. Καλούν με τον τρόπο αυτό τους ανθρώπους να ξεδιψάσουν από τα δήθεν γάργαρα νερά τους. Δυστυχώς είναι αρκετοί εκείνοι που ξεγελιώνται πίνοντας από τέτοιες πηγές και τους ακολουθούν. Αντί όμως να ξεδιψάσουν, διψούν περισσότερο ή βυθίζονται στην απιστία και λυώνουν στην αμαρτία.
    Εμείς όμως ως πιστοί χριστιανοί, ας ακολουθήσουμε τα λόγια του Κυρίου και να οδηγηθούμε στη μοναδική πηγή, που πάνω από 20 αιώνες αρδεύει πνευματικά ολόκληρη την οικουμένη. Ας ακούσουμε κι ας ανστερνιστούμε κι εμείς τα λόγια του Κυρίου που ακούσαμε στο ευαγγελικό ανάγνωσμα: “Ἐάν τις διψᾷ, ἐρχέσθω πρός με καί πινέτω”. Αμήν.

Σάββατο, Μαΐου 23, 2015

Το κήρυγμα της Κυριακής: Κυριακή των Αγίων Πατέρων “Πάτερ ἃγιε τήρησον αὐτούς...”

Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης

“Πάτερ ἃγιε τήρησον αὐτούς...”


    Η αρχιερατική προσευχή του Κυρίου μας, περιλαμβάνει όλους τους ανθρώπους όλων των αιώνων. Δίνει όμως και μια ιδιαίτερη  θέση σ᾽ όσους δέχθηκαν και θα δεχθούν την σπορά του θείου λόγου σαν γη αγαθή και καρποφόρα. Γι᾽ αυτό ο Κύριος την υπέροχη και εξειρετική αυτή ώρα της επικοινωνίας του με τον Θεό Πατέρα, μεσιτεύει θερμότερα για εκείνους που πίστευσαν και θα πιστεύσουν σ᾽ Εκείνο που τον έστειλε και σ᾽ Αυτόν. Γι᾽ αυτούς παρακαλεί τον Πατέρα του να τους πάρει κάτω από τη σκέπη του τώρα, που αυτός θα έφευγε σωματικώς  από την γη. Όσο ήταν κοντά τους, τους φρουρούσε και τους προστάτευε Αυτός. Τους τηρούσε μέσα στον κόσμο, αλλά και αλώβητους από την επήρεια του κακού. Τώρα που θα έφευγε χρειαζόταν κάτι άλλο. Η χάρη, που θα τους διατηρούσε μέσα στον κόσμο, χωρίς όμως να επηρεασθούν από το πνεύμα του. Χωρίς να συσχηματισθούν. Να παραβούν τις αρχές τους. Να συνθυκολογήσουν με την αμαρτία και το πολύμορφο κακό. “Πάτερ ἃγιε, τήρησον αὐτούς ἐν τῷ ὁνόματί σου ᾧ δέδωκάς μοι...”.
    Ο Κύριος ζητάει από τον ουράνιο Πατέρα του να φυλαχθούν αυτοί οι λίγοι, γιατί αυτοί οι λίγοι, με τη ζωή τους, με το έργο τους και το λόγο τους, θα γίνουν τότε το αλάτι της γης, που θα δώσει ουσία σ᾽ όλη την άγευστη ζωή των ανθρώπων. Αυτοί οι λίγοι θα κρατούν ψηλά το όνομα και του Πατέρα και του Υιού. Θα είναι μια ζωντανή μαρτυρία.
    Και τώρα μέσα στην ψυχή μας αν δεν την έχει καύσει ο καυτερός ήλιος της μη πνευματικής ζωής, έρχεται το ερώτημα: Ανήκουμε σ᾽ εκείνους για τους οποίους προσευχήθηκε ο Κύριος Ιησούς; Ανήκουμε σ᾽ εκείνους για τους οποίους είπε “οὓς δέδωκάς μοι”; Έχουμε καταταχθεί ελεύθερα στο μικρό, μα εκλεκτό ποίμνιο; 
    Εάν ναι, τότε προσευχήθηκε και για μας, να μάς τηρεί ο ουράνιος Πατέρας μέσα στον κόσμο, αλλά και ανεπηρέαστους από τον κόσμο. Και συνεχίζει να προσεύχεται, γιατί έχουμε σήμερα στον αιώνα που ζούμε, περισσότερο ίσως ανάγκη να τηρηθούμε ακέραιοι, να σταθούμε όρθιοι στις επάλξεις της πίστης.
    Διότι η οχλοβοή, που σηκώνει σήμερα το κακό, είναι πιο δυνατή. Το ρεύμα της αμαρτίας πιο ορμητικό. Οι προκλήσεις πιο πολλές και τα αποτελέσματα πιο θλιβερά. Έτσι βλέπουμε πιστούς να προσαρμόζονται προς το περιβάλλον τους και να εγκαταλείπουν τη μια έπειτα την άλλη, όλες τις πεποιθήσεις, που ήταν λίγο πριν τόσο πολύτιμες γι᾽ αυτούς. Πίστευαν στον θρίαμβο της πίστεως και τώρα σιγά – σιγά επηρεασμένοι από τα κηρύγματα της σύγχρονης εποχής ξεχνούν τον ιερό ενθουσιασμό που είχαν. Πριν η αρετή τους ενθουσίαζε. Ζούσαν με δικαιοσύνη, με τιμιότητα, με ειλικρίνεια, έστω κι αν δέχονταν ειρωνικά σχόλια ή έμεναν στάσιμοι. Τώρα μπροστά στις ίδιες ή και μικρότερες δυσκολίες οι δυνάμεις τους λιγοστεύουν. Και με την πάροδο του χρόνου συνθυκολογούν πρώτα στο ένα θέμα, κατόπιν στο άλλο. Πριν πίστευαν στην ιερότητα των μυστηρίων της Εκκλησίας μας. Σήμερα επηρεασμένοι από το κοσμικό πνεύμα υποχωρούν στα ιερά τους καθήκοντα. Πριν αγωνίζονταν να πολιτεύονται έντιμα, ειλικρινά. Σήμερα προσαρμόζονται στο πνεύμα της απάτης και του ψεύδους.
    Είναι εύκολο να συνθηκολογείς με τις απαιτήσεις της εποχής, εύκολο να ζεις σύμφωνα με τα “γούστα” του κόσμου που ζει χωρίς Θεό. Αλλά ηθικά μεγάλος λογίζεται εκείνος, που μέσα στην ηθική αυτή κατάπτωση της εποχής μας κρατάει γερά τα ιδανικά, την πίστη, την ελπίδα, και ζητάει με αγώνα, συχνά και με θυσίες να εφαρμόσει στη ζωή του το νόμο του Θεού.
    Πως όμως θα πετύχουμε ένα τόσο μεγάλο πνευματικό κατόρθωμα; Αν νοιώσουμε ότι έχουμε χρέος να φανερώσουμε την παρουσία του Θεού στον κόσμο μας με την φωτεινή ζωή μας, την δημιουργική μας δράση, την προσωπική μας μαρτυρία. Αμήν.

Σάββατο, Μαΐου 09, 2015

Το κήρυγμα της Κυριακής: Κυριακή της Σαμαρείτιδος“Πνεῦμα ὁ Θεός καί τούς προσκυνοῦντας αὐτόν ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν”.



Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης
“Πνεῦμα ὁ Θεός καί τούς προσκυνοῦντας αὐτόν ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν”.
Με αυτά τα λόγια ο Κύριος μάς δίδαξε μια μεγάλη και σπουδαία αλήθεια. Μάς δίδαξε τον ορθό τρόπο με τον οποίο πρέπει να λατρεύουμε και να προσκυνούμε τον Θεό. Το θέμα αυτό είναι από τα πλέον σοβαρά και βασικά για την πνευματική μας ζωή. Για το λόγο αυτό με ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να ακούσουμε και να κατανοήσουμε αυτό που μάς είπε ο Κύριος μας. Ότι ο Θεός είναι πνεύμα. Και έπειτα να δούμε ποια είναι η ευάρεστη λατρεία προς τον Κύριο.
Ο Θεός είναι πνεύμα. Ο Κύριος, ο οποίος όπως ακούσαμε στο ευαγγελικό ανάγνωσμα συνωμιλούσε με την Σαμαρείτιδα, δίπλα στο πηγάδι του Ιακώβ, θέλησε πρώτον να την απαλλάξει από τις λανθασμένες αντιλήψεις που είχε για τον Θεό. Η Σαμαρείτιδα πίστευε, όπως και οι συμπατριώτες της, ότι μόνο στο όρος Γαριζείν έπρεπε να λατρεύεται ο Θεός. Επίσης και οι Ιουδαίοι υποστήριζαν κάτι ανάλογο. Ότι δηλαδή η λατρεία του Θεού μόνο στο Ναό τους, στην Ιερουσαλήμ, έπρεπε να προσφέρεται. Το σφάλμα λοιπόν των Ιουδαίων και των Σαμαρειτών ήταν ότι περιόριζαν τον Θεό σε ένα συγκεκριμένο τόπο. Έρχεται λοιπόν ο Κύριος και διατυπώνει την μεγάλη αλήθεια, ότι ο Θεός είναι πνεύμα και δεν περιορίζεται σε ένα ορισμένο τόπο. Ο Θεός είναι άϋλος, είναι άπειρος, υπεραισθητός, είναι αΐδιος και αιώνιος. Είναι τόσο μεγάλος που βρίσκεται παντού. “Πνεῦμα ὁ Θεός”. Επομένως μπορεί ο άνθρωπος να τον βρει παντού για να τον λατρεύσει  και να τον προσκυνήσει. Και οπουδήποτε κι αν βρίσκεται κανείς, εκεί είναι ο Θεός παρών ολόκληρος, ακούει την προσευχή του ανθρώπου και δέχεται την λατρεία του.
Η αλήθεια είναι ότι ο Θεός, ως πνεύμα που είναι βρίσκεται παντού, δεν ήταν άγνωστος στους Εβραίους, αλλά τον ξεχνούσαν συχνά. Ο Θεός ο ίδιος ρωτάει δια του προφήτου Ιερεμίου τους ανθρώπους. “Μή οὐχί τόν οὐρανόν καί τήν γῆν ἐγώ πληρῶ; λέγει Κύριος”. Δεν γεμίζω δηλαδή με την παρουσία μου τον ουρανό και την γην; Αλλά και ο θεόπνευστος Δαβίδ την ίδια αλήθεια διεκήρυττε, όταν έψαλλε απευθυνόμενος προς τον Θεό· “Ἐάν ἀναβῶ εἰς τόν οὐρανόν σύ ἐκεῖ εἶ, ἐάν καταβῶ εἰς τόν ᾋδην πάρει…”. Οπουδήποτε στο σύμπαν βρίσκεσαι παρών, Θεέ μου.
Βέβαια στην μετά τον Χριστό εποχή, με τη βοήθεια της διδασκαλίας του Κυρίου και των Αποστόλων Του, η αλήθεια είναι ότι ο Θεός είναι πνεύμα κατανοείται καλύτερα. Γι᾽ αυτό και παντού πλέον υψώνονται ιεροί Ναοί, στους οποίους λατρεύεται ο Θεός. Αλλά και πάλι δεν είναι μόνο οι Ναοί, οι μόνοι τόποι στους οποίους μπορούμε να λατρεύσουμε τον Θεό. Η θεία λατρεία στους Ναούς μάς παρέχει τις ιδανικές προϋποθέσεις για μια άνετη πνευματική λατρεία. Όταν όμως για σοβαρούς λόγους δεν μπορούμε να βρισκόμαστε στο Ναό, είναι δυνατόν να λατρεύσουμε τον Θεό και να προσευχόμαστε σ’ Αυτόν, οπουδήποτε κι αν βρισκόμαστε. Διότι “πνεῦμα ὁ Θεός”.
Εκείνο τώρα που πρέπει ιδιαιτέρως να προσέξουμε, είναι αυτό που μάς συνέστησε στη συνέχεια ο Κύριος, για τον ορθό τρόπο της λατρείας μας.
Ποια είναι η ευάρεστη λατρεία στον Θεό; “Ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν”, είπε ο Κύριος, όπως ακούσαμε στο ευαγγελικό ανάγνωσμα. Κι αυτό είναι το αποτέλεσμα όσων είπαμε παραπάνω. Εφ᾽ όσον δηλαδή ο Θεός είναι πνεύμα, πνευματική πρέπει να είναι και η λατρεία μας προς Αυτόν. “Ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ”. Ο άνθρωπος οφείλει να λατρεύει τον Θεό με την ψυχή και την καρδιά του, με τις πνευματικές του δυνάμεις, με τον φωτισμένο από τη θεία χάρη νου του. Η ψυχή του δηλαδή να λατρεύει τον Κύριο, να αισθάνεται και να ζει κατά το δυνατόν την παρουσία, το μεγαλείο, την δύναμη και την αγιότητα Εκείνου. Αλλά επειδή ο άνθρωπος έχει και σώμα, δεν είναι δυνατόν παρά αυτό που νιώθει η ψυχή του να το εξωτερικεύει με το σώμα του. Τα εσωτερικά δηλαδή πνευματικά του βιώματα και η ευλάβειά του απέναντι του Θεού, δεν μπορεί παρά να φανερωθούν με ορισμένες κινήσεις και στάσεις του σώματος, το οποίο είναι όργανο της ψυχής. Όταν λοιπόν λέει ο Κύριος ότι “ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν”, δεν καταργεί τις εξωτερικές πράξεις της λατρείας, όπως υποστηρίζουν ορισμένοι αιρετικοί. Αλλά θέτει αυτές να είναι έκφραση των εσωτερικών συναισθημάτων του ανθρώπου και εκδηλώσεις της πνευματικής συγκίνησης της ψυχής του.
Άλλωστε όταν και ο Κύριος παρέδωσε κατά τον Μυστικό Δείπνο το μέγα μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, το έκανε κατά ένα ανάλογο τρόπο. Έλαβε στα χέρια Του τον άρτο και τον οίνο, ευχαρίστησε τον ουράνιο Πατέρα Του, τα ευλόγησε, τα αγιάσε, έκοψε έπειτα τον καθαγιασμένο Άρτο σε τεμάχια και κάλεσε τους Μαθητές Του να κοινωνήσουν. Την ίδια λειτουργία επαναλαμβάνει από τότε μέχρι σήμερα η Εκκλησία όταν τελεί αυτό το μυστήριο, το οποίο αποτελεί την πλέον πνευματική μορφή λατρείας προς τον Θεό και το κέντρο και την καρδιά της θείας λατρείας της Εκκλησίας μας. Επομένως εκείνο που πρέπει να προσέχουμε είναι να μη γίνεται η εξωτερική τελετουργία και λατρεία κατά τρόπο μηχανικό, ξηρό και τυπικό, λόγω της συνήθειας και της συχνής επανάληψης. Αλλά να έχει πραγματικό εσωτερικό αντίκρυσμα και να πηγάζει από ψυχές που ζουν σε ατμόσφαιρα πλούσιας πνευματικότητας, ευσέβειας, ταπεινοφροσύνης, αληθινής πίστης και θερμής αγάπης προς τον Θεό. Αυτό σημαίνει “ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ δεῖ προσυνεῖν”.
Ο Θεός θέλει και επιθυμεί να μάς ανεβάσει και υψώσει στη τάξη των Αγγέλων, οι οποίοι τον λατρεύουν στον ουρανό με τον πλέον ευάρεστο τρόπο. Αλλά για να γίνεια αυτό πραγματικότητα, πρέπει να βοηθήσουμε και εμείς με τον εξαγιασμό μας και με την πνευματική μας καλλιέργεια. Με το να λατρεύουμε τον Κύριο “ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ”, με αληθινή επίγνωση και πνευματικότητα. Τότε θα έλθει και για μας η ευλογημένη ώρα κατά την οποία ο Κύριος θα μάς καλέσει κοντά του και θα μάς κατατάξει μαζί με τα μακάρια πνεύματα των Αγίων και των Αγγέλων, οι οποίοι στον ουρανό “ἐνώπιον τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ λατρεύουσιν αὐτῷ ἡμέρας καί νυκτός”. Αμήν. 

Σάββατο, Απριλίου 04, 2015

Το κήρυγμα της Κυριακής: Κυριακή των Βαϊων



Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης


Αποτέλεσμα εικόνας για βαίων
Με αλαλαγμούς, με ζητωκραυγές και επευφημίες υποδέχθηκαν οι Ιουδαίοι τον Κύριο, καθώς εισερχόταν στην αγία Πόλη. Τα πλήθη που είχαν συγκεντρωθεί εκεί για την εορτή του Πάσχα του ετοίμασαν βασιλική υποδοχή. Αλλά ο Κύριος δεν συγκινήθηκε από την υποδοχή εκείνη. Ήταν βέβαια βασιλιάς, όχι όμως όπως νόμιζαν οι συμπατριώτες του. Εκείνοι τον ήθελαν κοσμικό, επίγειο, εθνικό απελευθερωτή. Ενώ ο Κύριος είναι βασιλιάς των καρδιών. Η βασιλεία του δεν είναι «ἐκ τοῦ κόσμου τοῦτου». Είναι πνευματική και περιλαμβάνει ανθρώπους κάθε έθνους και φυλής, οι οποίοι τον πιστεύουν και τον αγαπούν ολόψυχα, ειλικρινά και έμπρακτα.Ας δούμε όμως αναλυτικά, κατά το δυνατόν, πως αποδεικνύεται ότι ο Κύριος Ιησούς είναι βασιλιάς και ποιες είναι οι συνέπειες της αλήθειας αυτής για τον καθένα από μας.Πολλούς αιώνες προ Χριστού οι Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης είναι κηρύξει την βασιλική ιδιότητα του Κυρίου. Ο Προφήτης Ζαχαρίας συγκεκριμμένα προφήτευσε και την θριαμβεύουσα είσοδό Του στα Ιεροσόλυμα. «Μή φοβοῦ, θύγατερ Σιών, ἰδού ὁ βασιλεύς σου ἔρχεται καθήμενος ἐπί πόλου ὄνου». Για το βασιλικό αξίωμα του Κυρίου μίλησαν  και άλλοι Προφήτες, όπως ο Δαβίδ, ο Δανιήλ και ο Μιχαίας. Αλλά και όταν ο Αρχάγγελος Γαβριήλ προανήγγειλε στην Παρθένο Μαρία την γέννηση του Κυρίου, της είπε, ότι: «Οὗτος...βασιλεύσει ἐπί τόν οἶκον Ἰακώβ εἰς τούς αἰῶνας...καί τῆς βασιλείας αὐτοῦ οὐκ ἔσται τέλος».Όταν γεννήθηκε ο Κύριος στην Βηθλεέμ, ο Θεός Πατέρας συνόδευσε την Γέννηση του Υιού του με υπερφυσικά και μεγαλειώδη σημεία, μοναδικά και πρωτοφανή, τέτοια που σε καμμία γέννηση ανθρώπου δεν έγιναν. Οι Μάγοι από την ανατολή αναζήτησαν τον Κύριο ως «βασιλέα τῶν Ἰουδαίων» και όταν τον βρήκαν, ως βασιλιά τον προσκύνησαν και τον τίμησαν.Όταν αργότερα ο Πιλάτος ρώτησε τον Κύριο «βασιλεύς εἶ σύ;», Εκείνος δεν το αρνήθηκε. Του απάντησε «Σύ εἶπας». Και πρόσθεσε, «ἡ βασιλεία ἡ ἐμή οὐκ ἒστι ἐκ τοῦ κόσμου τοῦτου». Ο Κύριος μας ήταν και είναι ανώτερος ασυγκρίτως των θνητών και επίγειων βασιλέων του κόσμου τούτου. Βασιλιάς ως κατά φύσιν Υιός του παντοκράτορα Θεού Πατρός και ως εξουσιαστής και κυβερνήτης του κόσμου.Ποιες είναι τώρα οι συνέπειες αυτής της αλήθειας; Βασιλιάς χωρίς υπηκόους δεν νοείται. Πρέπει λοιπόν να υπάρχουν υπήκοοι, υπάρξεις, επί τους οποίους θα βασιλεύει ο Κύριος. Βασιλεύει ναι μεν στους ουρανούς, καθήμενος σε θρόνο δόξης και υπηρετείται από μυριάδες αγγέλων και αύλων πνευμάτων που περιστοιχίζουν τον θρόνο Του. Θέλει όμως να βασιλεύει και επί των ανθρώπων, που είναι επίσης δημιουργήματά Του. Ο Κύριος επιθυμεί να γίνουμε οι άνθρωποι υπήκοοί Του, για να απολαύσουμε με τον τρόπο αυτό την ευτυχία, την οποία χαρίζει εκείνος στους δικούς Του.Ποια είναι η επί γης βασιλεία Του; Η στρατευομένη Εκκλησία. Βασιλεία πνευματική και αγία, η οποία έχει κεφαλή της τον ίδιο τον Κύριο. Με το άγιο Βάπτισμα εισήλθαμε βέβαια και γίναμε πολίτες και μέλη της, από την βρεφική μας ηλικία. Εκείνο όμως που έγινε, όταν είμασταν σε κατάσταση πνευματική ανωριμότητας, τώρα θα πρέπει να το συνειδητοποιήσουμε και να το ζήσουμε στην πράξη. Να γίνουμε δηλαδή συνειδητά και ζωντανά μέλη της Εκκλησίας. Να αναπτυχθεί οργανικός σύνδεσμος μεταξύ των ψυχών μας και του Κυρίου Ιησού. Και αυτό θα γίνει όταν συμμετέχουμε ενεργά στην πνευματική ζωή της Εκκλησίας. Όταν τρεφόμαστε με τη θεία χάρη που αυτή μάς προσφέρει και όταν συμμορφωνόμαστε στους νόμους και το θέλημα του Θείου ιδρυτού της.Η συνέπεια όμως αυτή και η τήρηση του θείου θελήματος απαιτεί διαρκή αγώνα, χωρίς παύσεις. Για να φτάσει σ᾽ αυτή ο χριστιανός πρέπει να νεκρώσει το δικό του θέλημα. Να τιθασεύσει τα πάθη του. Να ξεριζώσει τις αδυναμίες του. Να επιτύχει αυτό που ζήτησε ο Κύριος. Όποιος θέλει να γίνει δικό μου, είπε, «ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν», πρέπει δηλαδή να απαρνηθεί τον αμαρτωλό εαυτό του. Συγχρόνως ημέρα με την ημέρα να συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του Κυρίου, ώστε να μπορέσει να κάνει την καρδιά του θρόνο, στον οποίο ο Κύριος θα καθίσει ως βασιλιάς και κυρίαρχος. Ας θυμηθούμε εδώ εκείνο που είχε πει κάποτε ο Κύριος, ότι δεν μπορούμε «δυσίν κυρίοις δουλεύειν». Εάν επομένως θέλουμε Εκείνο Κύριο και βασιλιά μας, είμαστε υποχρεωμένοι να υπακούμε. Είμαστε υπήκοοι Εκείνοι σε κάθε στιγμή της ζωής μας οπουδήποτε κι αν βρισκόμαστε. Εκείνου και κανενός άλλου.Όλα αυτά προϋποθέτουν ότι οι σχέσεις μας προς Αυτόν θα είναι θερμές, στενές, και όχι τυπικές και εξωτερικές. Υπάρχουν χριστιανοί που μοιάζουν με τους Ιουδαίους, οι οποίοι υποδέχθηκαν τον Κύριο στα Ιεροσόλυμα. Ενθουσιάζονται προς στιγμήν, συγκινούνται από τη θεία Του μορφή. Μετά από λίγο όμως τον ξεχνούν ή γίνονται και εχθροί του ακόμα. Ο Κύριος δεν ζητάει τέτοια αισθήματα επιπόλαια, τέτοιους φθηνούς ενθουσιασμούς. Αλλά καρδιές ταπεινές και θερμές για να γίνει βασιλιάς τους.Στο τελευταίο βιβλίο της Καινής Διαθήκης, την Αποκάλυψη, υπάρχει ένα όραμα, το οποίο είδε ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος. Είδε, λέει, τον Κύριο Ιησού επάνω σε ένα λευκό ίππο, ενώ τα αγγελικά στρατεύματα τον ακολουθούσαν έφιππα επάνω σε λευκούς επίσης ίππους. Οι οφθαλμοί του ήταν σαν φλόγα φωτιάς και από το στόμα του έβγαινε ρομφαία. Τα ενδύματά του ήταν βαμμένα με το αίμα του και πάνω σ᾽ αυτά ήταν γραμμένο το όνομά του «Βασιλεύς βασιλέων καί Κύριος κυρίων».Αυτού ας θελήσουμε και ας αγωνιστούμε να γίνουμε υπήκοοι και ταπεινοί δούλοι Του. Σ᾽ αυτού το άγιο θέλημα να υποτασσόμαστε. Η αμοιβή μας τότε θα είναι μεγάλη. Θα αξιωθούμε να συμβασιλεύσουμε μαζί Του και να απολαύσουμε την αληθινή ευτυχία στη βασιλεία Του. Δεν πρέπει να ξεχνάμε επίσης, ότι «τῆς βασιλείας αὐτοῦ οὐκ ἒσται τέλος». Αμήν.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...