Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αταξινόμητα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αταξινόμητα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη, Ιανουαρίου 25, 2018

Ό,τι δεν μπορείς να το καταλάβεις, μην το κοροϊδεύεις!

Εν ονόματι της “δημοκρατίας” και της ελευθερίας του λόγου
(της ασυδοσίας πες καλύτερα…) εν ονόματι της προόδου και του σεβασμού σε κάθε τι(επιλεκτικά όμως, μόνο κάποιους να σεβόμαστε,οι άλλοι ας μην μάς σέβονται…)επιτρέπεται να διακωμωδούνται ιερά και όσια της Φυλής μας αξίες και ιδανικά που έμειναν ορθά στο διάβα του χρόνου.

Κρίμα… ξεπεσμός,κατάντια, σε μια κοινωνία που θέλει να χαρακτηρίζεται προοδευτική και σύγχρονη σε μια κοινωνία που κάθε τι το “διαφορετικό” λέει ότι είναι άξιο σεβασμού…
Σεβασμός στη διαφορετικότητα, λοιπόν,αλλά προς συγκεκριμένες κατευθύνσεις.
Σεβασμός σε κάτι τι που αποδομεί όχι σε ό,τι στηρίζει και συντηρεί γενιές και αιώνες ιστορίας…
Αλλά να θυμάστε:“Όποιος κοροϊδεύει τον εαυτό του κοροϊδεύει!”Ναι, τόσο απλά.
Αυτό ισχύει, αυτό αποφαίνεται και η επιστήμη που και αυτή την θέλετε στρατευμένη.
Ότ,ι δεν καταλαβαίνεις, ό,τι δεν μπορείς να νιώσεις, μην το κοροϊδεύεις…
Προσπάθησε να σκύψεις πάνω του, να το ακούσεις, να το αφουγκραστείς και σίγουρα κάτι καλό θα πάρεις,κάτι θα μιλήσει μέσα σου…
Κάτι σου λείπει κάτι υψηλό και ιερό.Γι΄ αυτό δεν μπορείς να κατανοήσεις την αγάπητων άλλων για Θεό και Πατρίδα,τον σεβασμό τους και την προσήλωσή τους σε αξίες και ιδανικά…
Εμείς θα ευχόμαστε να έχουμε όλοι καλή φώτιση.




(Γραμμένο με αφορμή τηλεοπτική εκπομπή όπου διακωμωδήθηκε παραδοσιακή στολή της Μακεδονίας με τον ιδιόμορφο εντυπωσιακό κεφαλόδεσμό της (το «κατσούλι»), που παρουσιάζει καταπληκτική ομοιότητα με το αρχαίο Ομηρικό και Μακεδονικό κράνος.

Σύμφωνα με την τοπική παράδοση το «κατσούλι» ανάγεται στην εποχή του Μ. Αλεξάνδρου, όταν κατά τη διάρκεια μιας μάχης οι άνδρες νικήθηκαν και οι γυναίκες πολέμησαν γενναία, με αποτέλεσμα να ηττηθεί ο εχθρός. Ο Μέγας Αλέξανδρος τότε, για να τις τιμήσει, διέταξε τους άνδρες να βγάλουν τις περικεφαλαίες και να τις φορέσουν οι γυναίκες.

Η πανέμορφη και «αρχοντική» αυτή στολή, θεωρείται από τις αρχαιότερες Ελληνικές ενδυμασίες και έχει καθιερωθεί να ονομάζεται ως «η στολή του Γιδά» (Αλεξάνδρεια Ημαθείας) και να εκπροσωπεί τον γεωγραφικό χώρο της Μακεδονίας.

Οι γυναίκες του Ρουλμουκιού, για πάρα πολλά χρόνια σε καθημερινή βάση, φορούσαν με τελετουργικό τρόπο την σύνθετη και ιδιόμορφη αυτή στολή, προσαρμοσμένη ανάλογα στα στάδια της ζωής τους, έτσι ώστε να απεικονίζει και την κοινωνική τους καταξίωση.

Τετάρτη, Ιανουαρίου 24, 2018

Μια σκληρή φωτογραφία με την δική της ιστορία. Αμαρτήσαμε Κύριε... Αγίου Γρηγορίου Θεολόγου (& Βίντεο)

1993 Σουδάν. Φωτογράφος ο Νοτιοαφρικάνος Κέβιν Κάρτερ

Μια σκληρή φωτογραφία με την δική της ιστορία. 
Σοφία Ντρέκου

Καί εἶπεν ὁ Θεός; ποιήσωμεν ἄνθρωπον 
κατ' εἰκόνα ἡμετέραν καί καθ' ὁμοίωσιν. 
Καί ἐποίησεν ὁ Θεός τόν ἄνθρωπον, 
κατ' εἰκόνα Θεοῦ ἐποίησεν αὐτόν. 
(Γεν 1, 26, 27).

Η Προσευχή μετανοίας
Άγιου Γρηγορίου του Θεολόγου

Α. Αμαρτήσαμε, Κύριε, ανομήσαμε... 

«Αμαρτήσαμε, Κύριε, ανομήσαμε, ασεβήσαμε. Λησμονήσαμε τις εντολές σου και πορευθήκαμε σύμφωνα με τη δική μας πονηρή σκέψη.

Συμπεριφερθήκαμε ανάξια προς την κλήση μας και προς το Ευαγγέλιο του Χριστού σου.

Περιφρονήσαμε τη θεία Του συγκατάβαση και τα άγια παθήματά Του, που για χάρη μας υπέμεινε.Ντροπιαστήκαμε μπροστά στον αγαπητό σου Υιό.

Κλήρος και λαός απομακρυνθήκαμε από κοντά σου και όλοι βρισκόμαστε μακριά από Σένα.

Όλοι παρεκτραπήκαμε, ναι, όλοι, και γίναμε ανάξιοι.

Κανένας μας, μα ούτε ένας δεν εφαρμόζει δικαιοσύνη και δεν αποφασίζει δίκαια.

Αποδειχθήκαμε ανάξιοι της ευσπλαχνίας σου και της φιλανθρωπίας σου και της στοργικής σου αγάπης, Θεέ μας, εξαιτίας της κακίας και της πονηρίας μας, που εκδηλώθηκε στα καθημερινά μας έργα και στις συνήθειές μας.

Συ είσαι γεμάτος αγάπη και αγαθότητα, αλλά εμείς γίναμε παραβάτες του νόμου σου.

Συ είσαι μακρόθυμος, αλλά εμείς άξιοι για πολλές τιμωρίες. Γνωρίζουμε την αγαθότητά σου, μολονότι εξακολουθούμε να φερόμαστε ασύνετα.

Λίγο μας έχεις τιμωρήσει σε σύγκριση με το πλήθος των αμαρτιών μας.

Συ εμπνέεις φόβο, και ποιος μπορεί να αντισταθεί στη δύναμή σου;

Εάν θελήσεις να φανερώσεις τη δύναμή σου, τρόμος θα καταλάβει ακόμη και τα όρη.

Αλλά και στο μέγεθος της δυνάμεώς σου ποιος ποτέ θα έχει το θάρρος να αντιπαραταχθεί; Εάν κλείσεις τον ουρανό, ποιος μπορεί να τον ανοίξει; Και αν ανοίξεις τους καταρράκτες σου, ποιος θα βρεθεί να τους συγκρατήσει;

Πολύ εύκολο είναι σε Σένα να κάνεις σε μια στιγμή τον πλούσιο ζητιάνο και τον φτωχό πλούσιο, να δώσεις ζωή σ’ όποιον δεν έχει και να οδηγήσεις στον θάνατο αυτό που είναι γεμάτος υγεία, να πατάξεις με ασθένεια, αλλά και να θεραπεύσεις.

Και μόνο να θελήσεις κάτι, αυτό έχει γίνει κιόλας πράξη τελειωμένη.

Κάνε, Κύριε, να κοπάσει η οργή σου. Δώσε άφεση, Κύριε, συγχώρησε, Κύριε.

Μη μας καταδικάσεις ολοκληρωτικά για τις ανομίες μας.

Είμαστε και μεις λαός σου και γνήσιοι κληρονόμοι σου.

Γι’ αυτό τιμώρησέ μας, αλλά με επιείκεια και αγάπη και όχι με τον θυμό σου. Αμήν.»
Μια σκληρή φωτογραφία με την δική της ιστορία.

Photography: The original drawing on the top there (based on the massively poignant Kevin Carter photograph) is lent hardly anything by the pre-designed typography (in this instance Pintassilgo’s wonderful Sheldon font) added to the middle image. Although less legible, the hand-painted lettering on the bottom image has an emotional impact. Is it the colour of the lettering, or are we more likely to respond to the hand-written word?

Ένας ακόμα Γύπας

Τη φωτογραφία που βλέπετε την τράβηξε το 1993 στο Σουδάν ο Νοτιοαφρικάνος φωτογράφος Κέβιν Κάρτερ. Η εικόνα δείχνει ένα εξαντλημένο, υποσιτισμένο, νήπιο που δεν έχει πια τη δύναμη να σταθεί όρθιο - μα προσπαθεί απεγνωσμένα να φτάσει σ' έναν σταθμό βοήθειας των Ηνωμένων Εθνών ένα χιλιόμετρο πιο πέρα - ενώ ένας πεινασμένος γύπας έχει στήσει καρτέρι στη στιγμή του θανάτου.


Για τους Σουδανούς που πέθαιναν κάθε μέρα ήταν μια συνηθισμένη εικόνα, όταν όμως δημοσιεύτηκε στους New York Times, τον Μάρτιο του 1993, ο δυτικός κόσμος συνάντησε τις ενοχές του για λίγο κι εκατοντάδες άνθρωποι τηλεφώνησαν στα γραφεία της εφημερίδας να μάθουν τι απόγινε. Κλαίγοντας κάποιοι. Με λυγμούς. Η αντίδραση ήταν τόσο ισχυρή που οι Τάιμς αναγκάστηκαν να δημοσιεύσουν ένα σημείωμα του εκδότη σχετικά με την τύχη του παιδιού

Ο Κέβιν Κάρτερ δήλωσε πως το παιδί κατάφερε να φτάσει ως το σταθμό ανεφοδιασμού.
Κανείς δεν ξέρει τι απόγινε.

Ο Κάρτερ πήρε το βραβείο Πούλιτζερ 1994 για την συγκεκριμένη φωτογραφία. Δύο μήνες αργότερα αυτοκτόνησε.

«Είμαι σε κατάθλιψη...» έγραφε στο σημείωμά του. «Δεν έχω μία... είμαι πανί με πανί... Και με στοιχειώνουν εικόνες από σκοτωμούς και πτώματα, από οργή και πόνο, από παιδιά πληγωμένα που πεθαίνουν της πείνας, από διαταραγμένους που τη βρίσκουν μονάχα όταν έχουν το δάχτυλο στη σκανδάλη, συχνά αστυνομικοί, από ψυχρούς εκτελεστές... Πάω να βρω τον Κεν αν είμαι τόσο τυχερός».

Ήταν 33 χρόνων. 

Ο Κεν Οστερμπροκ, κολλητός του φίλος και συνάδελφος, διακεκριμένος φωτογράφος κι αυτός, είχε σκοτωθεί τρεις μήνες πριν, στα 31 του, κατά τη διάρκεια μιας ένοπλης συμπλοκής. Μαζί είχαν πάει για φωτορεπορτάζ αλλά ο Κάρτερ είχε φύγει. Ήταν μεσημέρι και «ο κάθετος φωτισμός δεν προσφέρεται για καλές φωτογραφίες» είπε στους συνεργάτες του. Ο θάνατος... παρέκαμψε το φωτισμό. Επιβάλλει τις δικές του σκιές.

«Αφήστε με ήσυχο να αποτυπώνω την πραγματικότητα με την αδρεναλίνη στα ύψη και με τα μάτια γδαρμένα» έλεγε ο αδικοχαμένος Όστερμπροκ σε όσους αμφισβητούσαν το δημοσιογραφικό «δικαίωμα στην ουδετερότητα» όταν οι συνθήκες το απαγορεύουν. «Φωτογράφος είμαι!» απαντούσε.

Η αλήθεια είναι πως ο φωτογράφος Κάρτερ δεν βοήθησε το παιδί.
«Ακούμπησα σε έναν κορμό και κάπνιζα και έκλαιγα ασταμάτητα επί ώρα» είπε ο ίδιος. «Περίμενα να φύγει το αρπακτικό. Δεν έφευγε. Αναγκάστηκα να το κυνηγήσω. Σκεφτόμουν το δικό μου παιδί. Λαχταρούσα να γυρίσω σπίτι και να το σφίξω στην αγκαλιά μου».

«Περίμενε το αρπακτικό... να δράσει!» σάρκασαν οι ανταγωνιστές του. «Χάνεται τέτοια ευκαιρία;» «Ο άνθρωπος που ρυθμίζει το φακό του για μια καλή λήψη και στοχεύει τη δοκιμασία ενός πλάσματος που πάσχει θα μπορούσε να θεωρηθεί κι αυτός αρπακτικό, ένας ακόμη γύπας στη σκηνή» έγραψαν οι St Petersburg Times στη Φλόριντα.

Επίδειξη κοινωνικής ευαισθησίας ή κοινωνικής υποκρισίας; «Όταν συναντάμε στο δρόμο έναν άστεγο τον ρωτάμε ποτέ αν χρειάζεται κάτι;» σχολίασε καυστικά ένας αναγνώστης.

Η αλήθεια είναι πως ίσχυε προειδοποίηση για τους δημοσιογράφους να μην αγγίζουν τα θύματα λιμού για το φόβο μετάδοσης ασθενειών.

Δεν είμαστε σε θέση να κατανοήσουμε ούτε τις συνθήκες κάτω από τις οποίες τραβήχτηκε η φωτογραφία ούτε την ψυχική και διανοητική ένταση του φωτογράφου.

Θά 'ταν μάλλον αυθαίρετο να συμπεράνουμε πως γι αυτό αυτοκτόνησε.

«Τυχαία έπεσα στην παραπάνω φωτογραφία, καθώς τακτοποιούσα κάτι παλιές εφημερίδες και μου δημιούργησε το ίδιο σφίξιμο στο στομάχι όπως όταν την πρωτοείδα. Ήταν και το πρόσφατο φεστιβάλ ντοκιμαντέρ με τις εμπόλεμες ζώνες του και μάλλον συνάντησα κι εγώ για λίγο τις ενοχές μου. Σκέφτομαι όμως ότι αν ποτέ αφήσουμε την Αφρική να αναπνεύσει, η επίθεσή της σε όλους εμάς, τον θεωρητικά πολιτισμένο κόσμο, θα είναι ανελέητη και τότε θα μετρηθούν οι τύψεις του καθένα - εκτός από του γύπα της φωτογραφίας που δεν θά 'πρεπε νά 'χει καμμία» γράφει ο HAL9000 στο μπλογκ του στο Ίντερνετ.

Τα προβλήματα του Σουδάν, στο μεταξύ, δεν λύθηκαν. Μάλλον επιδεινώθηκαν. Ακόμα στήνουνε καρτέρι οι γύπες. Τι κάνουμε για να το αποτρέψουμε εμείς... οι ευαισθητοποιημένοι; Οι ευαισθησίες μας κρατάνε, φαίνεται, όσο ένα «κλικ».
Ο άνθρωπος που εκτονώνει τόσο ανώδυνα τις ενοχές του, τόσο ανεύθυνα, με μια στιγμιαία συγκίνηση μπροστά σε μια φωτογραφία που μαρτυράει την απάνθρωπη δοκιμασία ενός πλάσματος που πάσχει, θα μπορούσε, ενδεχομένως, να θεωρηθεί κι αυτός αρπακτικό, ένας ακόμη γύπας στη σκηνή.

Υ.Γ.: «Ενωμένοι απέναντι στην πείνα» ήταν το σύνθημα της παγκόσμια ημέρα επισιτισμού. Σε τι ακριβώς χρησιμεύουν αυτές... οι διεθνείς υπενθυμίσεις δεν έχω καταλάβει. Ίσως ως αφορμή για τύψεις... στιγμιαίες. Και για μια συζήτηση με τα παιδιά στο σχολείο ή στο σπίτι. Κάτι είναι κι αυτό.


Ο Κέβιν Κάρτερ 1960-1994


Ο Κέβιν Κάρτερ (αγγλ. Kevin Carter) (13 Σεπτεμβρίου 1960 Γιοχάνεσμπουργκ - 27 Ιουλίου 1994 Γιοχάνεσμπουργκ) ήταν γνωστός φωτορεπόρτερ, βραβευμένος με το Βραβείο Πούλιτζερ για Αξιόλογη Φωτογραφία.

Ξεκινώντας την καριέρα του ως φωτορεπόρτερ αθλητικών γεγονότων για την τοπική εφημερίδα Sunday Express, αργότερα ως μέλος μιας τετραμελούς ομάδας λευκών φωτορεπόρτερ γνωστής ως The Bang Bang Club (Σύνοψις ιστορίας για το σχετικό Ντοκυμανταίρ) κάλυψε στη δεκαετία του '80 τον ξεσηκωμό για την άρση του απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική.

Τα γεγονότα που αποτύπωσε με τον φακό του προβλήθηκαν στο Time, ενίοτε ως εξώφυλλα, γεγονός που του προσέδωσε κύρος και δημοσιότητα. Ήταν εκείνος που αποτύπωσε φωτογραφικά τη «μέθοδο εκτέλεσης με το κολλιέ»(Auto da fe, θάνατος δια πυράς με ένα λάστιχο γεμάτο βενζίνη γύρω από το λαιμό του θύματος).

Σε συνεργασία με το Reuters και τη Sigma Photo NY η δράση του επεκτάθηκε σε όλες τις διενέξεις της Νότιας Αφρικής και η δημοσιότητα που αποκόμισε του απέφερε αρκετές βραβεύσεις.

Νότιο Σουδάν

Την άνοιξη του 1993 ο Κάρτερ ταξίδεψε στο Νότιο Σουδάν μαζί με τον Ζοάο Σίλβα, ακολουθώντας τα ίχνη της τοπικής εξέγερσης. Απαθανάτισε με τον φακό του τη φτώχεια και την εξαθλίωση του γηγενούς πληθυσμού. Στο χωριό Αγιόντ ο Κάρτερ συνάντησε ένα μικρό κορίτσι εξαντλημένο από την πείνα λίγο πριν φτάσει στον σταθμό τροφοδοσίας του ΟΗΕ.

Ακολουθώντας τις γενικές οδηγίες της μη επαφής με τα θύματα ο Κάρτερ φωτογράφισε το μικρό κορίτσι, προσθέτοντας στο θέμα και το όρνεο που περίμενε το θάνατό του. (Κατόπιν, αφηγήθηκε στον δημοσιογράφο που του πήρε συνέντευξη, κάθισε κάτω από ένα δέντρο, «καπνίζοντας τσιγάρα και κλαίγοντας». Ο πατέρας του, Τζίμι Κάρτερ (Jimmy Carter) είπε το τελευταίο βράδυ: «Ο Κέβιν πάντα κουβαλούσε τον τρόμο της δουλειάς που έκανε» - The New York Times. Από το Wanting a Meal)

Οι New York Times αγόρασαν και δημοσίευσαν αμέσως τη φωτογραφία, η οποία προκάλεσε σημαντικές διαμαρτυρίες και ξεσήκωσε κατηγορίες εναντίον του φωτογράφου. Η δημοσίευση της φωτογραφίας ωστόσο, έφερε ως αποτέλεσμα την αύξηση της βοήθειας στα πληγέντα χωριά του Σουδάν.

Ένα χρόνο μετά, τον Μάιο του 1994 ο Κέβιν Κάρτερ παρέλαβε το Βραβείο Πούλιτζερ για Αξιόλογη Φωτογραφία (Pulitzer Prize for Feature Photography) στη Βιβλιοθήκη του πανεπιστημίου της Κολούμπια.

Αυτοκτονία

Τον Ιούλιο του 1994 ο Κάρτερ αυτοκτόνησε με μονοξείδιο του άνθρακα σε ηλικία 33 ετών από βαθιά κατάθλιψη εξαιτίας του γεγονότος και των κατηγοριών που ακολούθησαν.

Τμήμα του σημειώματος αυτοκτονίας που άφησε:

«Έχω κατάθλιψη... χωρίς τηλέφωνο... λεφτά για νοίκι... λεφτά για υποστήριξη παιδιών... λεφτά για χρέη... λεφτά!!!... Με στοιχειώνουν οι ζωντανές αναμνήσεις θανάτων και πτωμάτων και θυμού και πόνου... αναμνήσεις παιδιών που λιμοκτονούν ή είναι τραυματισμένα, τρελών πολεμάρχων, δολοφόνων εκτελεστών... Πάω να συναντήσω τον Ken (πρόσφατα εκλιπών συνάδελφός του, Ken Oosterbroek) αν είμαι τόσο τυχερός.»


Πηγές, αναφορές:
ΦYΣΗ ΚΑΙ AΝΘΡΩΠΟΣ | Ένας ακόμα Γύπας fysikaian8ropos.blogspot.gr
Βικιπαίδεια: Ο Κέβιν Κάρτερ | el.wikipedia.org
I Own the Thoughts of the Dead | grumpusart.wordpress.com
Πηγή: www.sophia-ntrekou.gr | αέναη επΑνάσταση

Δευτέρα, Μαρτίου 06, 2017

Από το Ομηρικό «γλυκερόν φάος», στο «γλυκύ μου έαρ»


Από το Ομηρικό «γλυκερόν φάος», στο «γλυκύ μου έαρ»
Η Ιλιάδα και η Οδύσσεια είναι «φύσει και θέσει», προχριστιανικά, άρα  ειδωλολατρικά,  παγανιστικά έργα.
Ωστόσο 10άδες τα ΟΜΗΡΙΚΑ «στιγμιότυπα» που η  Χριστιανική Θρησκεία «απομόνωσε»   και στήριξε πάνω τους  σύμβολα και συμβολισμούς της.
Και πολύ καλά έκανε.
.
Ένδειξη της πανανθρώπινης ΗΘΙΚΗΣ και της   υψηλής   ΑΙΣΘΗΤΙΚΗΣ  των Ομηρικών αριστουργημάτων.


1) «ω, γλυκύ μου έαρ» // Ομηρικό: «γλυκερόν φάος»
2) «το φως της Ανάστασης» // Ομηρικό: «εν δε φάει και όλεσσον»
Ο κυρίαρχος ρόλος του φωτός και στον Όμηρο.
(δες «σπουδή στο Ελληνικό φως»)
3)»ματαιότης ματαιοτήτων…..» // Ομηρικό: «οίη περ φύλλων γενεή…»
(Σαν τα ευάλωτα φύλλα των δέντρων…. οι γενιές των ανθρώπων)
4) Η Παναγία «διετήρει πάντα τὰ ρήματα του Ιησού ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτῆς. » //
Ομηρικό: Η Πηνελόπη….- «θαμβήσασα… παιδός γαρ μύθον πεπνυμένον
ένθετο θυμώ»(κρατούσε μέσα της τα σωστά λόγια του Τηλέμαχου)
5) «Διός άπαντες πτωχοί τε και ξένοι», «δόσις μεν ολίγη, φίλη δε»(=το λίγο
που θα δώσεις θα σε γεμίσει χαρά). (περιττεύουν άλλα, στις κουβέντες  αυτές   της  Ομηρικής  Ναυσικάς).
6) «οίνος ευφραίνει καρδίαν….» // Ομηρικό: «ευάνωρ, μελιηδής,μελίφρων οίνος….»
«Πίνετε οίνον και εσθίετε βρώμην, ίνα θυμόν(= δύναμη) ενί στήθεσιν λάβητε»(Οδύσσεια, ραψ. κ)
7) Η ΕΝΑΝΘΡΩΠΙΣΗ- ενσάρκωση του Χριστού παραλληλίζεται
με την κίνηση του Έκτορα να βγάζει το «Φοβικό» κράνος, πριν πλησιάσει
τον γιο του Αστυάνακτα
8) Η περιγραφή της κατοικίας των Ολύμπιων Θεών από τον Όμηρο, παραπέμπει   σε  όρους   βιβλικού  Παραδείσου:
«έδος ασφαλές (=κατοικία αιώνια) , αιεί….αίθρη ανέφελος….λευκή… αίγλη….. τω(=εκεί) ένι τέρπονται(=ζουν γαλήνια) μάκαρες θεοί…»
9) » φως εσπερινόν….» // Ομηρικό: «σκιώοντο άπασαι αι αγυιαί = το σταδιακό  τελείωμα της ημέρας…» (οι δρόμοι τί… σκοτεινοί που εγίναν). Ώρα   «εσωστρέφειας»   και   «απολογισμού»
10) «Η Βιβλική Θεϊκή συμπαντική Δύναμη, η Παντοδυναμία του Θεού» //Στον Όμηρο αντίστοιχα:
H κίνηση του κεφαλιού του Δία…. «ἐλέλιξεν (=έσεισε) μέγαν Ὄλυμπον»
(με βιβλικούς όρους θα λέγαμε…. «σείστηκε  το στερέωμα»)
Και άλλα όπως….. ικεσία, θυσία, «μελίκρητος οίνος», «ο προστάτης θεός»,
η «διαρκής επίκληση της θεϊκής βοήθειας», «ο πειρασμός», προφητείες
«πνεύμα πρόθυμον, σαρξ ασθενής» κλπ
Υ.Γ Προσωπική άποψη: Να πάρουμε ό,τι ΕΜΕΙΣ κρίνουμε χρήσιμο (Μ. Βασίλειος)   από τον Όμηρο.
.
Αρκεί ΟΜΩΣ να μην μετατρέψουμε το…. ΣΥΝΟΛΙΚΟ ΕΡΓΟ του, σε μια  ανούσια ΗΘΙΚΟΛΟΓΙΚΗ(!!!!) νερόβραστη ΠΑΙΔΑΡΙΩΔΗ σούπα….  (καλών, κακών, ασεβών, ευσεβών κλπ…)
Στο Διαδίκτυο: «μεταφράστηκε…. ποιος  Όμηρος»
.
Ο Όμηρος έχει όραμα Ζωής με ΔΙΚΟ του δείκτη Αξιών, Ηθικής και Δικαίου.
Το παραπάνω σημείωμα  ας  θεωρηθεί  μια σύντομη ένδειξη.
.
Από την άποψη αυτή θεωρώ έντιμη την σχετική κουβέντα του Μ. Βασιλείου.

το είδαμε εδώ

Δευτέρα, Φεβρουαρίου 06, 2017

Μνήμες θανάτων


Το τηλεφώνημα έρχεται από το μοναστήρι ‘το προς πρωί πρωί’, πάνω στο ξύρισμα. Η αδελφή Άννα εκοιμήθη. Αναμενόμενο, μια και τα προβλήματα της προχωρημένης ηλικίας (92 ετών) είχαν φθάσει σε κρίσιμο σημείο. Είχαμε συνεργασθεί παλιά, πριν προχωρήσει στη μοναστική ζωή, όταν ήταν έφορος στη Χριστιανική Φοιτητική Ένωση (στο Β΄ τμήμα) κι εγώ είχα τη θέση του γραμματέα (στο Α΄ τμήμα): άνθρωπος ‘πράος και ησύχιος’, πάντα προσηνής, ευγενική και ανοικτή σε γόνιμο διάλογο. Πριν λίγες μέρες την είχα δει τελευταία φορά για κάποιο αναπνευστικό πρόβλημα, που παροδικά ξεπεράσθηκε, για να επανέλθει. Θα πρέπει να την αποχαιρετίσω και ιατρικά. Έτσι κάνω μια γρήγορη επίσκεψη στη μονή, όπου τελείται η πρωινή Θεία Λειτουργία, για να συμπληρώσω το απαραίτητο πιστοποιητικό, την τυπική ‘άδεια εξόδου’ από τον παρόντα κόσμο με τη γραφειοκρατία του. Η συνέχεια αργότερα.
     Το πρωινό περιλαμβάνει και προγραμματισμένη οδοντιατρική εργασία. Μια και πρόκειται για κάτι εξειδικευμένο, βρίσκομαι σε νέο ιατρείο. «Δείτε σύμπτωση», μου λέει η οδοντίατρος, «ακριβώς σαν σήμερα πέθανε ο πατέρας μου, που τον βλέπατε στην κλινική: μας είχατε πάρει τότε στο γραφείο και μας είπατε ότι δεν θα πήγαινε πολύ». Έχουν περάσει μερικά χρόνια, δεν θυμόμουν τη συνάντηση αυτή. Τέτοιες αναδρομές στο παρελθόν έχουν μια γεύση χαρμολύπης: τα γεγονότα μπορεί να ήταν δύσκολα, αλλά όταν η αναφορά τους από τους οικείους γίνεται με τρόπο αγαπητικό, αφήνει μια αίσθηση ικανοποίησης, όχι εγωιστικής, αλλά καθαρά ανθρώπινης.
     Η εργασία τελειώνει, ευτυχώς με καλό αποτέλεσμα, και πηγαίνω στην κλινική. Δεν έχω προγραμματισμένη εργασία, αλλά μου ζητούν να δω έναν ασθενή. Το όνομα δεν μου είναι άγνωστο. Κι εδώ υπάρχει μια κόρη: πριν ένα χρόνο νοσήλευα τη μητέρα της (ήδη μακαρίτισσα) με καρκίνο στον πνεύμονα, τώρα έχει τον πατέρα της με την ίδια αρρώστια. Μυρίζει καπνό, και της το λέω. «Το είχα κόψει και το ξανάρχισα», μου λέει με κάποια ντροπή. Πόσο μπορεί κανείς να κρατάει τον ‘δήμιο’ της οικογένειας στα χέρια του;
     Επάνοδος στο μοναστήρι για την ιδιαίτερη εξόδιο ακολουθία εις μοναχούς. Κόσμος αρκετός, η ατμόσφαιρα κατανυκτική, η συμπροσευχή γύρω από τον τάφο υποβλητική, βοηθάει και ο καθαρός ουρανός και η μαλακή μέρα. Θυμάμαι ένα γνωμικό που διάβασα κάποτε: «Όταν ήρθες στον κόσμο, εσύ έκλαιγες και όλοι οι άλλοι γελούσαν. Είθε όταν θα φεύγεις από τον κόσμο να χαμογελάς, έστω κι αν όλοι οι άλλοι γύρω σου θα κλαίνε». Εδώ δεν υπάρχουν κλάματα, και το πρόσωπο της αδελφής Άννας έχει εκείνο το ελάχιστο ίχνος σοβαρού μειδιάματος που γνωρίζαμε πάντα στην έκφρασή της. «Και στα δικά μας!» εύχεται ένας από τους πατέρες. Αμήν. 

πηγη

Κυριακή, Οκτωβρίου 30, 2016

ΟΙ ΠΙΟ ΩΡΑΙΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ

ΟΙ ΠΙΟ ΩΡΑΙΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ
     Οι πιο ωραίοι άνθρωποι, που γνώρισα και δε λησμονώ στη ζωή μου, τους άρπαξε η Έρημος και τους κατάπιε η Ευχή. Ευγενείς, απρόβλεπτες και ακλόνητες υπάρξεις, μίσησαν 

τη δόξα και την απάτη του συστήματος. Συνάμα δε, με τη σειρά του, δυσάρεστο, εκνευρισμένο και πειραγμένο αυτό το σύστημα, τους πέταξε έξω από τη βερνικωμένη του αυλή. Κι όμως η καρδιά τους γέμισε από υπερκόσμια σοφία, ικανή οπωσδήποτε να φωτίσει τα σκοτάδια χιλιάδων και να παρηγορήσει τον πόνο πολλών τσακισμένων και μαραζωμένων ανθρώπων. Τη θωριά τους δεν την τσάκωσε ο φακός, το στόμα τους δε συλλάβισε δηλώσεις, η περπατησιά τους δεν ολίσθησε στο βάραθρο των εντυπώσεων, η ατσαλακωσιά και η πολυτέλεια της βιτρίνας δεν τους γράπωσε το πνεύμα. Η θεοφιλή ψυχή τους δεν ήταν τίποτε άλλο παρά μια άχραντη εστία βιωμάτων ενός πανέμορφου και αψευδούς χριστιανισμού, τον οποίο δεν μπορεί να συλλάβει ποτέ ο εφησυχασμένος κόσμος που, μέσα στη ρηχότητα και την ανημποριά του, έκανε το κάθε αυτονόητο και σαθρό, πνευματική υπόθεση. Η ανάσα αυτών των ουράνιων ανθρώπων είχε τόσο δεθεί με την επίκληση του θείου Ονόματος, με την εσώτατη εμβίωση της Θείας Λειτουργίας, που σκορπούσαν παντού χάρη, δύναμη και αίγλη αθανασίας. Τα σεμνά βήματά τους, χαμένα στις βροχές και τ’ αγιάζια, στα λιοπύρια και τους καύσωνες της Ερήμου, χάραζαν και χαράζουν θελκτικά μονοπάτια μεγάλης και μοναδικής έμπνευσης για όλους μας. Ακόμη κι αυτή τη φίλη τους την Έρημο και την ερημητική τους ζωή φρόντισαν να μη την πάρει χαμπάρι κανείς. Έσβηναν και τον τρόπο και τον τόπο τους, ποθώντας να εγγράψουν τα μαρτύρια και τους πόθους της καρδιάς τους, τη μυστική και πολύπονη βιωτή τους στο επτασφράγιστο βιβλίο του παντεπόπτη Θεού. Ο κόσμος κοιμάται. Έμαθε και επιθυμεί να κοιμάται. Είτε με χάπια ηρεμίας και ευτυχίας, είτε με θεωρίες και φαντασίες που του αφαιρούν ολοένα πιο πολύ την ισορροπία από μέσα του, τη σπιρτάδα, την ακμή, τη συναίσθηση και την εμβάθυνση. Ο εχθρός, με γιαλαντζί θρησκευτικές αιτιολογήσεις και με θεολογιστικούς προφασισμούς, κάνει τα πάντα ώστε κανείς ποτέ να μη χαλάσει τούτη τη μαζική νάρκωση. Γιατί όποιος αφυπνίζεται, αρχίζει και ζει καλύτερα, ουσιαστικότερα, αυθεντικότερα. Κάποιοι χριστοάνθρωποι, όμως, μένουν πραγματικά ακοίμητοι και ανύστακτοι. Και με τον εγκαρδιωμένο τρόπο της θαυμαστής πολιτείας τους, στέκονται για μας σαν ασάλευτοι φάροι μέσα στις μεγάλες νύχτες μας, στα πελάγη των δοκιμασιών μας, στις καταχνιές των παθών μας, στην κοιλάδα των βασάνων μας. Αξίζει μόνο μια στιγμή, μια στιγμή της στιγμής, ν’ αφήσουμε, επιτέλους, το γλυκό και θανατηφόρο ύπνο μας, να σηκωθούμε πολύ ορμητικά και, μέσα από τα στέρνα της ύπαρξής μας, να τους στείλουμε το πιο ανυπόκριτο, αληθινό και συγκινητικό μας «Ευχαριστώ!». Ο κόσμος, αν και δεν το γνωρίζει, αν και δεν πρόκειται να το συνειδητοποιήσει ποτέ, επαρκώς και δεόντως, χάρη σ’ αυτούς τους ανθρώπους της Χάριτος, συνεχίζει να έχει ευστάθεια, συνέχεια, νόημα, ουσία και ζωή…
π. Δαμιανός

http://myprofylia.blogspot.gr/2016/10/blog-post_17.html

Πέμπτη, Οκτωβρίου 13, 2016

ΕΝΑΣ ΓΥΡΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΟ 1788 ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΕΙ ΤΟΝ ΦΟΒΟ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΩΝ

ΟΙ ΤΟΥΡΚΟΙ ΠΙΣΤΕΥΟΥΝ ΣΕ ΜΙΑ ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΠΩΣ Η  ΚΩΝ/ΠΟΛΗ ΘΑ ΞΑΝΑΠΕΣΕΙ ΚΑΠΟΤΕ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΩΝ ΠΑΛΑΙΩΝ ΚΥΡΙΩΝ ΤΗΣ 




ΤΟ 1793 ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕ στο Λονδίνο ένα εικονογραφημένο χρονικό περιηγήσεων στην Ελλάδα πού πραγματοποιήθηκαν από τον Μάιο του 1788 ως τον Φεβρουάριο του 1789. Συγγραφέας του αξιόλογου αυτοί οδοιπορικού φέρεται ένας ανώνυμος «Ιταλός τζέντλεμαν» . Στον τίτλο, ωστόσο, προβάλλεται ό Άγγλος ζωγράφος και αρχιτέκτονας JAMES STUART, γνωστός από τις εργασίες (μαζί με τον συνάδελφο του REVETT) αποτυπώσεων αρχαίων αθηναϊκών μνημείων.


Δημιουργείται έτσι το ερώτημα: ποιος ήταν ό πραγματικός συγγραφέας του χρονικού; Μήπως ό JAMES STUART Αλλά ό Άγγλος καλλιτέχνης και αρχαιολόγος είχε πεθάνει στις αρχές του 1788, πριν ακόμα πραγματοποιηθεί το επίμαχο ταξίδι στην Ελλάδα.



Ό Άγγλος αρχαιολόγος JAMES MORTON PATON υποστηρίζει ότι ό ανώνυμος συγγραφέας είναι ό Ιταλός ALESSANDRO BISANI .

Στο βιβλίο υπάρχουν μόνο πέντε χαλκογραφίες του STUART από την Αθήνα κι' οπωσδήποτε αυτές οι εικόνες δεν ήταν αρκετές να του εξασφαλίσουν την πατρότητα του έργου. Φαίνεται ότι ή προβολή του ονόματος του JAMES STUART έγινε από τον εκδότη αποκλειστικά για κυκλοφοριακούς λόγους. Ή αιτία πού υπαγόρευσε την αποσιώπηση του ονόματος του ALESSANDRO BISANI παραμένει άγνωστη.


Γεγονός πάντως είναι ότι ό Ιταλός περιηγητής, ευσυνείδητος, απροκατάληπτος, κάτι ολότελα ασυνήθιστο για καθολικό, ενημερωμένος και προικισμένος με ερευνητικό πνεύμα, έδωσε ένα λαμπρό ταξιδιωτικό κείμενο. Μερικές παρατηρήσεις του μάλιστα πάνω σε καίρια προβλήματα του τότε Ελληνισμού είναι πολυσήμαντες.

Ή περιήγηση στον ελληνικό χώρο άρχιζε ι από την Κίμωλο, πολυσύχναστη σκάλα στις Κυκλάδες σ' ολόκληρο τον ΙΗ' αιώνα, όπου ό ανώνυμος περιηγητής και οι συνταξιδιώτες του έφθασαν τέλη Μαΐου 1788.

Όλοι οι κάτοικοι του νησιού έσπευσαν στην κατοικία του προεστού όπου είχαν καταλύσει οι ξένοι «για να τούς δουν και να μάθουν νέα». Ό σπιτονοικοκύρης πρόσφερε στους επισκέπτες γάλα, «το μόνο πού παράγει το νησί)), χωρίς να δεχθή χρήματα.

«Ή διακόσμηση του σπιτιού, προσαρμοσμένη στην αισθητική και στις συνήθειες του τόπου, ήταν όλη όλη κάτι μικρά επιχρυσωμένα κανάτια από κιμωλία γη και εικόνες άγιων».

Πρόσεξε ότι όλοι οι νησιώτες άκουγαν τον προεστό με μεγάλη προσοχή. «Με τα άσπρα γένια του, το επιβλητικό και μεγαλόπρεπο ύφος και κυρίως την ηλικία και την υποδειγματική αρετή του, έχει εξασφαλίσει την εμπιστοσύνη των συμπατριωτών του. Είμαι βέβαιος πώς στην Ελλάδα ανακουφίζεται κανείς από τα βάσανα των γερατειών με το σεβασμό, την υπακοή και την καλοσύνη πού συναντά σ' όλους τούς νέους». Οι κάτοικοι της Κιμώλου ήταν όλοι ναυτικοί και οι περισσότεροι από' αυτούς άριστοι πιλότοι Μιλούσαν ιταλικά, γαλλικά, ακόμα και αγγλικά. Οι γυναίκες έπλεκαν κάλτσες μπαμπακερές που αποτελούν βασικό έσοδο για το πάμπτωχο νησί.

Στους περισσότερους από τους ξένους πού ταξίδεψαν στην Κίμωλο προκαλούσε εντύπωση ή ζωηρή κοινωνικότητα των γυναικών. Έτσι πολλοί επηρεασμένοι από τις παλαιότερες περιπέτειες του νησιού, πού είχε μεταβληθεί σε καταφύγιο των πειρατών κατά τούς χειμερινούς μήνες, μιλούσαν για ανηθικότητα. Ή ίδια πλάνη και οι ίδιες παρεξηγήσεις είχαν δημιουργηθεί και κατά τον ΙΖ' αιώνα στους ταξιδιώτες πού έβλεπαν την ελευθεριότητα των γυναικών της Χίου. Ό Ιταλός περιηγητής έχει την ικανότητα να ανακάλυψη τα αίτια της πρόθυμης επικοινωνίας των γυναικών της Κιμώλου με τούς ξένους, κάτι αδιανόητο για τούς πληθυσμούς των άλλων νησιωτικών και ηπειρωτικών ελληνικών περιοχών .

«Ή φυσική τους ζωηράδα, μαζί με την επιθυμία να διαθέσουν τα χειροτεχνήματά τους, έχουν δημιουργήσει τόση οικειότητα με τούς ξένους, ώστε πολλές από' αυτές μας έπιαναν από το μπράτσο και μας οδηγούσαν στα σπίτια τους. Αυτή ή συμπεριφορά καλλιέργησε την εντύπωση ότι οι γυναίκες της Κιμώλου δεν είναι ενάρετες».

Στην πραγματικότητα προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να εξασφαλίσουν την πώληση των προϊόντων τους πού αποτελούσαν την μοναδική ελπίδα για επιβίωση στο ολότελα άγονο νησί τους.

Δεν είναι ούτε όμορφες ούτε άσχημες, παρατηρεί ό συγγραφέας του χρονικού. «Έχουν πλούσιο στήθος και πολύ παχιά πόδια. Γι' αυτά τα χοντρά πόδια τους καμαρώνουν ιδιαίτερα και κάνουν ότι μπορούν — φορώντας κυρίως πολλά ζευγάρια κάλτσες—για να αυξήσουν τον όγκο τους. Ή φορεσιά τους είναι περίεργη. Πάνω στο πουκάμισο πού κουμπώνει κάτω από το στήθος και φθάνει λίγο κάτω από τα γόνατα, φορούν ένα χρυσοκέντητο ζιπούνι με κόκκινη μπορντούρα πού περιβάλλει το στήθος χωρίς να εμποδίζει την προβολή του. Ένα μαντήλι στερεωμένο στο κεφάλι κυματίζει πίσω. Φοράνε άσπρες κάλτσες, μικρά υποδήματα και κεφαλοδέσια κάθε λογής».

Όλα τα παιδιά του χωριού ζητούσαν από τούς ξένους «ένα παρά». Οι κάτοικοι ζούσαν σε εξαθλίωση. Ωστόσο, παρατηρεί ό περιηγητής, τα εγκλήματα είναι σπάνια στο νησί

Οι σημειώσεις πού ακολουθούν έχουν γίνει στη Θεσσαλονίκη, όπου ό συγγραφέας του χρονικού έφθασε τον Ιούνιο του 1788.

«Δύο παλιά ερειπωμένα κάστρα βρίσκονται πλάι στη θάλασσα και άλλα δύο στο εσωτερικό. Ή πόλη περιβάλλεται από οχυρό και καλοχτισμένο τείχος. Τα σπίτια είναι ξύλινα, βαμμένα κόκκινα, έκτος από το τμήμα κάτω από την οροφή πού έχει χρώμα μαύρο. Τα κυριότερα τμήματα των δρόμων έχουν ξύλινη στέγη για να εξασφαλίζουν προστασία από την ζέστη. Έτσι όμως δεν κυκλοφορεί εύκολα ό αέρας. Άλλοι δρόμοι είναι γεμάτοι περιστέρια, λελέκια, σπουργίτια, καρακάξες και κοράκια καθώς και από σκύλους και γάτους. Κανένας δεν τολμάει να βλάψει αυτά τα ζώα, γιατί κινδυνεύει να χαρακτηριστεί φονιάς από τούς Τούρκους και να τιμωρηθεί ανάλογα. Τα μαγαζιά κλείνουν με ένα απλό μάνταλο γιατί δεν γίνονται κλεψιές» .

Υπολογίζει τούς κατοίκους τής Θεσσαλονίκης σε 80 χιλιάδες: Εβραίοι 23.000, Έλληνες και Φράγκοι 20.000, οι υπόλοιποι Τούρκοι.

«Από την μπόχα καταλαβαίνεις πότε βρίσκεσαι σε εβραϊκή συνοικία. Γενικά οι Εβραίοι δεν προσέχουν την καθαριότητα. Τα έβραιόπουλα μας κύκλωσαν, τσούρμο ολόκληρο, και μας ζητούσαν παράδες. Σ' αύτη την επιχείρηση ενθαρρύνονταν και από τις μανάδες τους, πού κατά τα φαινόμενα, ήθελαν να τούς εμπνέουν από την μικρή ηλικία την γεύση τής ιδιοκτησίας. Οι Εβραίοι τής Θεσσαλονίκης δεν αντιμετωπίζουν κακομεταχείριση από τούς Τούρκους. «Δεν τούς αποκαλούν ρουφιανιάς. Είναι οι κυριότεροι έμποροι τροφίμων. Εργάζονται επίσης ως μεσίτες, ναυτικοί, χαμάληδες».

Ό περιηγητής γράφει ότι ακόμα και χωριάτισσες πήγαν να επισκεφθούν το καράβι τους. «Φορούσαν άσπρο μάλλινο φόρεμα με ραβδώσεις διαφόρων ζωηρών χρωμάτων και πάνω από' αυτά ένα είδος καζάκας χωρίς μανίκια, από το ίδιο ύφασμα, πού σκέπαζε ένα μέρος του λαιμού. Ό υπόλοιπος λαιμός ήταν σχεδόν σκεπασμένος με περιλαίμιο από τούρκικα χρυσά νομίσματα και αρχαία μετάλλια. Τα μαλλιά τους, στολισμένα με λουλούδια, έπεφταν ελεύθερα στους ώμους. Μια μέρα χόρεψαν ένα κυκλικό χορό. Στην μέση στεκόταν ό μουζικάντης με το λαούτο του και τραγουδούσε διάφορους στίχους πού επαναλάμβαναν υστέρα οι γυναίκες»

Αποτυπώσεων την Θεσσαλονίκη στη Σκιάθο. Το χωριό χτίστηκε το 1784. Έχει 200 κατοίκους, μια εκκλησία και ένα παπά. Οι γυναίκες μόλις μας είδαν εξαφανίσθηκαν».

Τέλη Ιουνίου έφθασε στην Κέα. Οι κυριότερες πληροφορίες: Το νησί αυτοδιοικείται και έχει πληθυσμό 5.000 κατοίκους. Επίσης 40 παπάδες και επτά ή οχτώ μοναστήρια. Οι γυναίκες ασχολούνται με τα υφαντά. Το νερό φαίνεται διουρητικό και το κρασί είναι τόσο λεπτό που δεν κρατάει πάνω από τρεις μήνες. Γίνονται εξαγωγές κριθαριού, μεταξιού και βελανιδιών.

Στο καράβι ανέβηκε ό πρόξενος της Αγγλίας μαζί με τις κόρες του. «Ή μια από' αυτές μιλούσε με καμάρι για τα ταξίδια της. Την ρωτήσαμε που είχε πάει. Μας απάντησε σοβαρά: Στην Αθήνα»

Μπήκαν σ' ένα περιβόλι, σωστό επίγειο παράδεισο. Ό περιβολάρης γνώρισε στους ξένους τις δυο κόρες του. «Τα μοναδικά στολίδια τους ήταν ή ομορφιά και ή αγνότητα. Τα φουστάνια τους δεν σκέπαζαν εντελώς το στήθος και τα πόδια τους ήταν γυμνά» .

Το καράβι άραξε στο Πόρτο Ράφτη και ή συντροφιά ξεκίνησε για την Αθήνα. Στα Μεσόγεια ερημιά και δυστυχία. Συνάντησαν μονάχα δυο τρία πάμπτωχα χωριουδάκια. Ή Αττική εντελώς ακαλλιέργητη. Μονάχα βάτα και αγκάθια φύτρωναν. 'Αλλά στα περίχωρα τής Αθήνας άρχιζαν οι καλλιέργειες. Παντού κυριαρχούσε ή ελιά. «Οι κολυμπάδες διατηρούν την αρχαία ονομασία και παρασκευάζονται με τον ίδιο πάντα τρόπο» . Στην Αθήνα φιλοξενήθηκαν από την οικογένεια του Έλληνα πρόξενου τής Αγγλίας.

«Τι κρίμα να μη μιλάω ελληνικά για να ευχαριστήσω τις γοητευτικές αδελφές του, για τις αμέτρητες περιποιήσεις τους. Πρόβλεπαν κάθε επιθυμία μας κι' απαγόρεψαν κάθε ανάμιξη των υπηρετών. Έφτασαν στο σημείο να μας κάνουν αέρας όταν καθόμασταν στο σοφά με μια μεγάλη βεντάλια από φτερά. Το ίδιο και κατά το δείπνο. Τέτοια συμπεριφορά δεν συναντάς πουθενά, σημάδι φανερό πώς αποτελεί κληρονομιά της περίφημης κατά την αρχαιότητα ελληνικής φιλοξενίας . Το βράδυ οι σοφάδες έγιναν κρεβάτια. «Πιάνουν συνήθως τα τρία τέταρτα τής κάμαρας και περιβάλλονται με κιγκλίδωμα. Το καλοκαιρινό σκέπασμα είναι ένα ραβδωτό ύφασμα πού εισάγεται από την Ρωσία ή άλλες χώρες και το χειμωνιάτικο δαμάσκο ή κρεμεζί βελούδο, στολισμένο πάντοτε με χρυσές φράντζες. Συνηθίζουν να κάθονται στο σοφά σταυροπόδι αφήνοντας τις παντούφλες κάτω» .

Πήγε και στο δεσπότη . Τον βρήκε να δροσίζεται στον κήπο του εξοχικού σπιτιού του. «Μας δέχτηκε ευγενικά. Οι διάκοι πού τον υπηρετούσαν στέκονταν όρθιοι όσο καθόμασταν στο σοφά. Με ένα σύνθημά του έσπευσαν να μας προσφέρουν γλυκά και καφέ».

Από την Αθήνα στην Σμύρνη. Υπολογίζει τον πληθυσμό τής μικρασιατικής πολιτείας σε 130.000 ψυχές (26.000 Έλληνες, 7-8.000 Αρμένιοι, 10.000 Εβραίοι, 4 - 5.000 Φράγκοι και οι υπόλοιποι μουσουλμάνων

Ολόκληρο το εμπόριο τής Μ. Ασίας συγκεντρώνεται στην Σμύρνη και βρίσκεται στα χέρια των Άγγλων, Ολλανδών και Γάλλων. Οι Άγγλοι εισάγουν μεγάλες ποσότητες υφασμάτων, οι Γάλλοι, έκτος από τα υφάσματα, κοχενίλλη, λουλάκι, ζαχαρωτά, μπαχαρικά, μοσχοκάρφια, μεταξωτά, σατέν, σιδηρικά κ.ά., ή Ιταλία μεταξωτά, ή Βενετία χαρτί και γυαλικά. Κάπου διακόσια καράβια βρίσκονταν στο λιμάνι τον Αύγουστο του 1788.

Ήταν ή εποχή πού γινόταν στρατολογία κληρωτών. Κι' επειδή ή Σμύρνη αποτελούσε κέντρο για την συγκέντρωση τής νέας σοδειάς στρατιωτών, τα μαγαζιά έμειναν κλειστά για να αποφύγουν τις αρπαγές και τις κάθε λογής αυθαιρεσίες. «Οι νεοστρατολογημένοι έμπαιναν στα καταστήματα, άρπαζαν ότι ήθελαν, ζητούσαν εκβιαστικά χρήματα και έθεταν σε κίνδυνο την ζωή των έμπορων».

Τα περίχωρα τής Σμύρνης με τούς αμέτρητους κήπους και τα ελληνικά εξοχικά πρόσφεραν ένα πολύ γραφικό θέαμα. Αλλά και εκεί δεν έλειπαν οι αυθαιρεσίες των δυναστών. «Έμπαιναν οι Τούρκοι, έκοβαν τα καλύτερα φρούτα χωρίς να πληρώνουν ή έδιναν ένα τίποτα. Για ν' αποφύγουν οι Έλληνες αυτά τα κακά συναπαντήματα και τούς κινδύνους συγκέντρωναν τούς καρπούς και τούς διέθεταν στην αγορά όταν ήταν ακόμα άγουροι»

Ό περιηγητής μας απορεί γιατί οι Ελληνίδες της Σμύρνης, πού τόσα κληρονόμησαν από τούς αρχαίους προγόνους, δεν κατέχουν πια το μυστικό πού εμποδίζει το γυναικείο κορμί να παχαίνει. Παρατήρησε ότι βάφουν το πρόσωπο τους όπως ακριβώς οι γυναίκες στην ελληνικής αρχαιότητα. Φοράνε επίσης, όπως εκείνες, κεντητές ζώνες πού συχνά σφίγγονται με στιλπνές πόρπες από πολύτιμες πέτρες. Τα χειμωνιάτικα φορέματά τους είναι πανάκριβα. Χρυσοΰφαντα και φοδραρισμένα με ερμίνα ή άλλα πολυτελή γουναρικά, στοιχίζουν 300 πιάστρα .

Υπάρχει ωστόσο και το αντιστάθμισμα: Ή μόδα δεν σημειώνει μεταβολές. Αντίθετα οι Ελληνίδες είναι τόσο προσκολλημένες στις παλιές συνήθειες πού στην Χίο οι γυναίκες προτιμούν να κουβαλούν ολόκληρο φορτίο από φορέματα και να φαίνονται καμπούρες, παρά να ελευθερώσουν το κορμί τους εγκαταλείποντας την παλιά μόδα.

Οι Σμυρνιές χτενίζονται με πολλούς τρόπους. Άλλες χωρίζουν τα μαλλιά τους και τα αφήνουν να παίζουν στα μάγουλα κι' άλλες να πέφτουν ανέμελα στους ώμους. Μερικές τα πλέκουν κοτσίδα και τα στολίζουν με λουλούδια, πολύτιμες πέτρες και φτερά .

Το Νοέμβριο του 1788 ό περιηγητής βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη. Μονάχα τέσσερες ευρωπαϊκές Δυνάμεις διατηρούσαν πρέσβεις στην οθωμανική πρωτεύουσα. Ό Γάλλος είχε την μεγαλύτερη επιρροή. Ακολουθούσε ό Άγγλος, ό βάϊλος τής Βενετίας και ό Ολλανδός. Ή Ισπανία, Σουηδία, Πρωσία και Νεάπολη διατηρούσαν «απεσταλμένους». Υπήρχε επίσης αντιπρόσωπος τής Πολωνίας και ένας κόνσολος τής Ραγούζας. Μόνο οι πρεσβευτές είχαν δικαίωμα για ακρόαση από το σουλτάνο. Οι άλλοι έβλεπαν μόνο το βεζίρη ή τον καϊμακάμη .

Στην Κωνσταντινούπολη έχει την ευκαιρία να διαπίστωση την παρακμή τής οθωμανικής αυτοκρατορίας και τις συνέπειες του δεσποτισμού. Και δεν θεωρεί πια δύσκολη την αποκατάσταση του ελληνικού έθνος.

«Οι Τούρκοι πιστεύουν σε μια προφητεία πού προβλέπει πώς ή Κωνσταντινούπολη θα ξαναπέσει κάποτε στα χέρια των παλαιών κυρίων της. Αν δεχθούν ένα δυνατό πλήγμα ή προφητεία μπορεί να εκπληρωθεί. Οι Έλληνες συμπαθούν τούς ομόδοξους Ρώσους και από' αυτούς περιμένουν την απαλλαγή από την τυραννία. Από την άλλη μεριά οι Τούρκοι είναι εξαντλημένοι, οι φόροι μεγαλώνουν, οι καταπιέσεις πολλαπλασιάζονται, οι επιδημίες θερίζουν κάθε χρόνο. Σχεδόν πάντοτε ακολουθεί πόλεμος και τα στρατεύματα δεν πληρώνονται. Όλα αυτά ευνοούν την Ρωσία. Μόνο πού άλλα έθνη θέτουν φραγμούς στις φιλοδοξίες της. Ωστόσο μια πραγματικά γενναιόψυχη και ανθρωπιστική συνεργασία με την αυτοκράτειρα θα μπορούσε να αποδιώξει τούς Τούρκους από την Ευρώπη και να ελευθέρωση τούς Έλληνες αποδίδοντας τους ανεξαρτησία και αυτοκυβέρνηση. Τότε θα βλέπε κανείς αυτό το λαό να αφυπνίζεται από το λήθαργο όπου τον έχουν βυθίσει αιώνες δουλείας και ν' αναφαίνεται αντάξιος των προγόνων του. Μ' όλα αυτά ή διάβρωση του σύγχρονου κόσμου είναι τόσο βαθειά πού φοβάμαι ότι αυτό το σχέδιο πού αποβλέπει στην απελευθέρωση των Ελλήνων δεν θα πραγματοποιηθεί ποτέ. Κυρίως επειδή μερικά έθνη, από τον ανόητο φόβο του εμπορικού ανταγωνισμού των Ελλήνων, δεν θα επιτρέψουν ποτέ σ' αυτό το λαό να γίνει ανεξάρτητος, για να μη τούς ξεπεράσει, όπως ακριβώς οι αρχαίοι πρόγονοι του είχαν ξεπεράσει όλους τούς συγχρόνους τους» .

Ό περιηγητής διαπίστωσε ότι ή αλιεία και το ναυτικό εμπόριο στον Εύξεινο και στο βόρειο Αιγαίο βρίσκονταν υπόλοιποι τον έλεγχο των Ελλήνων .

Πλησίαζαν οι Αποκριές του 1789 και ό συγγραφέας του χρονικού πρόσεξε το πάθος των Ελλήνων για το χορό. «Είναι γνωστό ότι οι αρχαίοι Έλληνες χόρευαν όσο κανείς άλλος λαός στον κόσμο. Ό χορός αποτελούσε άσκηση, ακόμα και μέσο θεραπείας. Είχε μάλιστα ένταχθή στα στρατιωτικά γυμνάσια. Το πάθος των συγχρόνων Ελλήνων για το χορό αποτελεί διέξοδο, μια λύτρωση από τα βάσανα τής σκλαβιάς. Ομάδες από παιδιά 12 - 13 χρόνων συγκροτούν ένα είδος θιάσου, περιοδεύουν και δίνουν χορευτικές παραστάσεις, σε σπίτια, στο δρόμο, στις ταβέρνες. Ακόμα και περιοδεύουσες νεαρές χορεύτριες υπήρχαν, «προκλητικές και στην αμφίεση και στο χορό»

Τελευταίος σταθμός των περιηγήσεων στην Ελλάδα ή Μύκονος: «Οι κάτοικοι του νησιού υπολογίζονται σε 4.000 ψυχές και ασχολούνται κυρίως με το εμπόριο. Έχουν πολλά μεγάλα και μικρά καράβια και είναι σπουδαίοι ναυτικοί. Ό τουρκικός ζυγός είναι λιγότερο αισθητός σ' αυτό το νησί. Και γι' αυτό ή ατμόσφαιρα ειλικρίνειας και εγκαρτέρησης είναι αισθητή στην φυσιογνωμία των κατοίκων, κάτι πού σπάνια βρίσκει κανείς στην ηπειρωτική Ελλάδα. Πρόξενοι της Γαλλίας, Αγγλίας και Ολλανδίας υπάρχουν στο νησί μ όλο πού καράβια αυτών των εθνών δεν προσεγγίζουν, εκτός από περιπτώσεις κακοκαιρίας. Τα σπίτια είναι μονώροφα, καθαρά και άνετα. Όσο για τις εκκλησίες και τα ξωκλήσια είναι τόσα όσα και τα σπίτια» .

Πανέμορφες οι Μυκονιάτισσες: «Δέρμα τριαντάφυλλο, εξαίσια μαύρα μάτια, γοητευτική ζωηράδα, ύφος θαρρετό και άνετο, ωραίες, φίνες γραμμές, μικρό πόδι και τόσες άλλες χάρες πού ευκολότερα τις νοιώθει κανείς παρά τις περιγράφει. Μας κύκλωσαν από περιέργεια κι' άρχισαν να μας μιλάνε με τόση οικειότητα πού έκανε κάποιον από τη συντροφιά να υπόθεση πώς ή αρετή τους δεν θα άντεχε στον πειρασμό. Διάλεξε την πιο όμορφη και της είπε:

— Έρχεσαι μαζί μου;

— Όχι! του απάντησε ή Μυκονιάτισσα. Ό άντρας μου είναι πιο όμορφος από σένα!

»Ή απάντηση της ενθουσίασε τον Έλληνα πιλότο μου πού στα μάτια του οι συμπατριώτισσές του είναι όλες Πηνελόπες.

»Μόλις ζητήσαμε να αγοράσουμε πουλερικά και κάλτσες μεταξωτές, το κυριότεροι και το πιο εκλεκτό προϊόν του νησιού, όλες οι γυναίκες προθυμοποιήθηκαν και μας τριγύρισαν σ' ολόκληρη την πόλη.

«Περάσαμε μπροστά σε ένα μεγάλο σπίτι όπου γινόταν σαματάς. Κάθε τόσο εκσφενδονίζονταν πιάτα από τα παράθυρα. Ρωτήσαμε τί είναι αυτό το σπίτι, τρελοκομείο; Όχι, μας είπαν, είναι το παλάτι ενός άρχοντα, ενός πρίγκιπα (έτσι αποκαλούσαν ακόμα τούς πιο πλούσιους και ευγενείς Έλληνες) και απλούστατα διασκεδάζουν.

«Όπως μας πληροφόρησαν, οι άρχοντες συνήθιζαν στα συμπόσιά τους να σπάζουν πιάτα σαν απόδειξη του μεγαλείου τους. Ό δραγουμάνος ήθελε να μας οδηγήσει στο αρχοντικό λέγοντάς μας πώς θα μας υποδεχτούν πολύ πολύ θερμά. Και δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία πώς έτσι θα γινόταν, γιατί ή φιλοξενία και ή αγάπη για τούς ξένους αποτελούν, όπως και κατά την αρχαιότητα, ένα από τα χαρακτηριστικά των Ελλήνων» .

ΒΙΒΛ. ΞΕΝΟΙ ΤΑΞΙΔΙΩΤΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 1700-1800 ΤΟΜΟΣ Β. ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...