Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιερά Μητρόπολις Χίου Ψαρρών και Οινουσσών. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιερά Μητρόπολις Χίου Ψαρρών και Οινουσσών. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο, Αυγούστου 27, 2016

Κυριακή Ι΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (Ματθ. ιζ΄ 14 – 23) «Φέρετέ μοι αὐτόν ὧδε»

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ
Ἀριθμός  46
Κυριακή   Ι΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
(Ματθ. ιζ΄ 14 – 23)
«Φέρετέ μοι αὐτόν ὧδε»
Ἀπό μικρό παιδί πλεγμένος στά δίχτυα τοῦ Σατανᾶ ὁ νέος ὁ σεληνιαζόμενος τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελικοῦ ἀναγνώσματος, ἀδελφοί μου, εἶχε καταντήσει κάτω ἀπό τή βασανιστική ἐξουσία του ψυχικό καί σωματικό ἐρείπιο. Ἀπό τή στιγμή ὅμως πού ἡ ἀγάπη καί ἡ δύναμη τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ τόν ἐθεράπευσαν, ἕνας καινούργιος κόσμος ἔγινε μέσα του, ὁ κόσμος τῆς χαρᾶς καί τῆς γαλήνης, τοῦ θάρρους καί τῆς αἰσιοδοξίας, τῆς ὑγείας καί τῆς εὐτυχίας.
Μά καί σήμερα οἱ νέοι, πολλοί νέοι, σεληνιάζονται καί «κακῶς πάσχουν», κάτω ἀπό τήν ἐξουσία τοῦ Σατανᾶ καί τῶν παθῶν τῆς ἁμαρτίας καί γίνονται συχνά, σωματικά καί ἠθικά ἐρείπια. Γι’αὐτό, μέ τήν ἴδια λαχτάρα καί σήμερα ὁ Χριστός μᾶς φωνάζει τό: «Φέρετέ μοι αὐτόν ὧδε».
Νά ὁδηγήσωμε δηλ. τά παιδιά καί τούς νέους κοντά Του. Γιατί κοντά στό Χριστό καί μέσα στό πνεῦμα τοῦ Εὐαγγελίου Του τά παιδιά μεγαλώνουν σάν σέ θερμοκήπιο, στήν ἀρχή, προφυλαγμένα ἀπό τούς σκληρούς βοριάδες καί τίς καταστρεπτικές καταιγίδες τῆς ἁμαρτωλῆς κοινωνίας μας. Καί, ἀφοῦ στεθεροποιηθοῦν καί ἀποκτήσουν βάσεις γερές, εἶναι ἕτοιμα, ὕστερα, νά ἀντιμετωπίσουν τίς ἐπιθέσεις τίς πολύμορφες τοῦ κακοῦ καί νά νικήσουν. Ὁ Χριστός καί τό Εὐαγγέλιό Του εἶναι ὁ καλύτερος παιδαγωγός, ὁ τρυφερώτερος φίλος, ὁ δυνατώτερος προστάτης. Κοντά Του οἱ νέοι μας βρίσκουν τή δύναμη, πού θά χρειασθῇ νά ἀναπτύξουν ὅλες τους τίς δημιουργικές πρωτοβουλίες, νά πραγματοποιήσουν τά ὄνειρά τους, νά χτίσουν ἕνα κόσμο καλύτερο ἀπό αὐτόν πού τούς περιβάλλει, νά ἀπολαύσουν τήν εὐτυχία τῆς ζωῆς ὁλοκληρωμένη, νά περιμένουν, μέ βεβαιότητα, καί τήν εὐτυχία τῆς αἰώνιας ζωῆς.
Ὁ Χριστός εἶναι ὁ αἰώνιος νέος, ὁ αἰώνιος νικητής, ὁ μόνος μακάριος, ὁ μόνος ἐλεύθερος, ὁ νέος καί νεοποιός, ἡ συνισταμένη ὅλων τῶν εὐγενικῶν ἰδανικῶν, πού ποθῇ κάθε ὡραία νεανική καρδιά. Εἶναι ὁ μόνος ἡγέτης καί ἀρχηγός, πού δέν ἀπαγοητεύει ποτέ, πού τά ὑπόσχεται καί τά δίνει ὅλα στούς φίλους καί ὁπαδούς Του καί τίποτε δέν περιμένει, δέν δέχεται ἀπό αὐτούς, σάν ἀνταμοιβή. Πρέπει βέβαια νά Τόν ἀναζητήσουν καί νά Τόν βροῦν. Νά Τόν παραδεχτοῦν καί νά Τοῦ ἀφοσιωθοῦν, νά Τοῦ παραδώσουν τήν καρδιά καί τήν σκέψη τους, νά Τόν ζήσουν στή ζωή τους. Τότε, ἀκολουθῶντας τόν δύσκολο δρόμο τῆς ἀρετῆς, θά φτάσουν πολύαθλοι καί νικητές, ὅπως ὁ ἀρχαῖος, ὁ μυθικός ἥρωας Ἡρακλῆς, στούς κόσμους τῶν ἡμιθέων. Τά νειᾶτα τους θά μείνουν αἰώνια, γιατί ἡ δόξα καί ἡ ὀμορφιά τῆς ἁγιότητας θά ἐξουδετερώσῃ καί θά ἐμποδίσῃ τό γερασμό τῆς ἁμαρτίας νά τούς ρυτιδώσῃ τήν ψυχή, νά διαβρώσῃ τήν καρδιά καί νά κατασπιλώσῃ τό σῶμα.
Ὁ δίκαιος Ἄβελ, ὁ πάγκαλος Ἰωσήφ, ἡ Παρθένος Μαρία, ὁ ἠγαπημένος μαθητής Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, στρατειά ὁλόκληρη καί νέφος ἡρώων καί μαρτύρων, μέχρι σήμερα ἀστράφτουν καί φωτίζουν, καί ἠλεκτρίζουν ἀπό τήν αἰώνια δόξα τους ὅλους ἐκείνους, πού φλέγονται γιά τά μεγάλα καί αἰώνια ἰδανικά. Ὅσοι γηράσαμε καί καμπουριάσαμε κάτω ἀπό τό βάρος τῶν παθῶν τῆς ἁμαρτίας, ὅσοι εἴμαστε «κοπιῶντες καί πεφορτισμένοι»ἀπό τό ἄγχος καί τόν πόνο τῆς ζωῆς- καί ποιός δέν εἶναι;- ὅσοι βρισκόμαστε κοντά στό κατῶφλι τῆς ἄλλης ζωῆς, σ’ Ἐκεῖνον ἄς στρέψωμε τό βλέμμα τῆς ἐλπίδας καί ἄς Τοῦ δοθοῦμε τελικά. Θά εἶναι ἡ πιό ὄμορφη πρᾶξη τῆς ζωῆς μας. Ἀλλά καί ὅσοι μέ τά φτερά τῆς νιότης ξεκινοῦν καί πετᾶνε γιά κάποιους ἄλλους κόσμους καί κάποιες ἄλλες χαρές, «ἐλᾶτε νειᾶτα στό Λυτρωτή, τό Σταυρωμένο θριαμβευτή. Τί χαρά τά νειᾶτα νά δοθοῦν στό Χριστό, γι’ Αὐτόν ν’ἀγωνισθοῦν, μέ τή σημαία τοῦ ἔργου Του ἐμπρός νά προχωροῦν!».                                            Γένοιτο!

Εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Χίου

Σάββατο, Ιουλίου 04, 2015

Κυριακή 5 Ἰουλίου 2015 Τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου τοῦ ἐν Ἄθῳ (Γαλ. ε’ 22-στ’ 2) «Οἱ δὲ τοῦ Χριστοῦ τὴν σάρκα ἐσταύρωσαν σὺν τοῖς παθήμασι καὶ ταῖς ἐπιθυμίαις».


ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ
Ἀ­ριθ­μὸς 27
Κυριακή 5 Ἰουλίου 2015
Τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου τοῦ ἐν Ἄθῳ
(Γαλ. ε’ 22-στ’ 2)

«Οἱ δὲ τοῦ Χριστοῦ τὴν σάρκα ἐσταύρωσαν σὺν τοῖς παθήμασι καὶ ταῖς ἐπιθυμίαις».

Οἱ ἀληθινοί μαθητές τοῦ Χριστοῦ, οἱ ἀληθινοί χριστιανοί, ἔχουν σταυρώσει καί νεκρώσει τόν παλαιό ἄνθρωπο μαζί μέ τά πάθη καί τίς ἁμαρτωλές ἐπιθυμίες του μᾶς λέγει, ἀδελφοί μου, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Τί ἐννοεῖ μέ αὐτά τά λόγια;

Ὁ κάθε ἄνθρωπος ἀπό τήν κοιλία τῆς μάνας του φέρει τό προπατορικό ἁμάρτημα. Τήν παρακοή δηλαδή τοῦ Ἀδάμ στήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ. Αὐτό δημιουργεῖ μία ροπή πρός τήν ἁμαρτία. Ὁ ἄνθρωπος ὁδηγεῖται ἑκούσια ἤ ἀκούσια πρός τό κακό. Καί ἐνῶ ἡ φωνή τῆς συνείδησης τοῦ φωνάζει καί τόν ἐλέγχει, ἡ ἁμαρτία τόν τραβάει καί τόν ὑποδουλώνει. Ἔρχονται στιγμές πού στενοχωριέται, ὑποφέρει καί ἀναστενάζει, ἐπειδή συνειδητοποιεῖ πώς εἶναι δοῦλος τοῦ κακοῦ πού ἔχει ριζώσει στήν καρδιά του. Γράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Ταλαίπωρος ἐγὼ ἄνθρωπος! τίς με ρύσεται ἐκ τοῦ σώματος τοῦ θανάτου τούτου;» (Ρωμ. 7,24). Μία ἀπό τίς φρικτότερες τιμωρίες στά παλιά χρόνια ἦταν καί αὐτή: Ἔδεναν σφιχτά ἕνα ζωντανό ἄνθρωπο μαζί μέ ἕναν νεκρό καί τόν ἄφηναν νά πεθάνει. Ἔτσι αἰσθάνεται καί ὁ ἄνθρωπος τήν ἁμαρτία, σάν ἕνα ξένο σῶμα, μολυσμένο καί νεκρό, πού ἔχει δεθεῖ στήν ὕπαρξή του καί συνεχῶς τόν μολύνει, καί σιγά σιγά τόν ὁδηγεῖ στή φθορά καί στό θάνατο. Ἀβίαστα μπαίνει τό ἐρώτημα: Ποιός θά γλιτώσει τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν ἀνυπόφορη αὐτή κατάσταση;

Εἶναι γεγονός ὅτι στά πρό Χριστοῦ χρόνια εἶναι σπάνια τά παραδείγματα ἀνθρώπων πού κατάφεραν νά ἀντισταθοῦν κάπως στήν ἁμαρτία. Τό κακό κυριαρχοῦσε, εἶχε ρίξει βαθιές ρίζες στίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων. Ἀλλά ἄς δοξάζουμε τό Θεό πού μᾶς ἀγαπᾶ καί ἔστειλε τό μονογενῆ Του Υἱό στόν κόσμο, τόν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό, καί μέ τή διδασκαλία Του, τά θαύματά Του καί προπάντων μέ τό τίμιο Αἷμά Του, μέ τήν σταυρική Του θυσία, λύτρωσε τόν ἄνθρωπο. Ἀπό τότε ὁ ἄνθρωπος πού πιστεύει στό Χριστό, μπορεῖ νά πολεμήσει τά πάθη, νά νεκρώσει τόν παλαιό ἄνθρωπο καί νά φθάσει σέ ὕψη ἀρετῆς. Ἐκεῖ πού ἔφτασε καί ὁ σήμερα ἑορταζόμενος Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Ἀθωνίτης, τοῦ ὁποίου ὁ τάφος στή Μονή τῆς Μεγίστης Λαύρας μυροβλύζει.

Γιά νά καταλάβουμε τί σημαίνει νέκρωση τῶν παθῶν, φανταστεῖτε ἕνα ἄψυχο, νεκρό σῶμα. Ἄν φέρουμε καί στρώσουμε δίπλα του ἕνα τραπέζι μέ τά πιό ἐκλεκτά φαγητά, δέν πρόκειται νά τ’ ἀγγίξει, εἶναι νεκρός. Ἄν φέρουμε σωρούς ἀπό χρυςᾶ νομίσματα καί κοσμήματα καί διαμάντια, δέν πρόκειται νά ἁπλώσει τό χέρι του νά τά πάρει, εἶναι νεκρός. Ἔτσι μοιάζουν οἱ καλοί χριστιανοί πού πιστεύουν μέ τήν καρδιά τους στό Χριστό καὶ ζοῦν σύμφωνα μέ τό Εὐαγγέλιο. Εἶναι νεκροί γιά τήν ἁμαρτία. Ἡ ἀγάπη τους γιά τό Χριστό τούς ἔκανε νά ὑποτάξουν τό θέλημά τους στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἀντιστάθηκαν στούς πειρασμούς καί ἔκαναν τό διάβολο νά φύγει ἀπό κοντά τους. Μέ ὅπλα τή νηστεία καί τήν προσευχή ἡ δύναμη τῶν δαιμόνων ἐκμηδενίζεται.

Μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ ἄνδρες καί γυναῖκες, νέοι καί γέροι καί αὐτοῦ ἀκόμα τοῦ αἰώνα πού ζοῦμε, πού εἶναι ἀπό τούς πιό ἁμαρτωλούς, ὄχι μόνο στήν ἔρημο καί στά μοναστηρια ἀλλά καί στίς διεφθαρμένες μεγαλουπόλεις, ἔχουν νεκρώσει τά πάθη τους καί παρουσιάζονται ὡς ἄριστα παραδείγματα ἀρετῆς. Μπορεῖ νά πάει κάποιος στά ἀσκητήρια ὅπου οἱ πειρασμοί εἶναι ἀσφαλῶς λιγότεροι καί ὅμως νά νικηθεῖ κατά κράτος ἄν δέν προσέξει. Καί μπορεῖ νά ζήσει κάποιος μέσα στίς σύγχρονες μεγαλουπόλεις καί νά ἁγιάσει, καταφέρνοντας νά νεκρώσει τήν ἁμαρτία.

Ὅσες φορές μᾶς πειράζει ὁ σατανᾶς, ἄς θυμόμαστε τόν Ἀπόστολο Παῦλο πού πολέμησε τά πάθη καί νίκησε καί μποροῦσε νά λέγει: «Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός·» (Γαλ. 2,20). Ἔγινα κοινωνός τοῦ σταυρικοῦ θανάτου τοῦ Χριστοῦ καί εἶμαι πεθαμένος, δέν ζῶ πλέον ἐγώ ὁ παλαιός δηλαδή ἄνθρωπος, ἀλλά ζεῖ μέσα μου ὁ Χριστός.

Καί ἄν ὡς ἄνθρωποι ἁμαρτήσουμε, ἀδελφοί μου, νά μήν ἀπελπιστοῦμε, ἀλλά νά μετανοήσουμε καί νά ζητήσουμε τή συγχώρηση τοῦ Θεοῦ στό μυστήριο τῆς ἐξομολόγησης. Γράφει ὁ ἱερός Χρυσόστομος: «Καί μυριάκις ἄν πέσουμε, πάλι νά σηκωθοῦμε καί νά βαδίσουμε τό δρόμο τῆς ἀρετῆς φέροντας στόν ὦμο τό Σταυρό τοῦ Κυρίου». Ἀμήν.

Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Χίου

Σάββατο, Ιουνίου 13, 2015

Κυριακή Β΄ Ματθαίου -14 Ἰουνίου 2015 - «Ὅτε κρινεῖ ὁ Θεὸς τὰ κρυπτὰ τῶν ἀνθρώπων κατὰ τὸ εὐαγγέλιόν μου διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ»


ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ
Ἀ­ριθ­μὸς 24
14 Ἰουνίου 2015
Κυριακή Β΄ Ματθαίου

«Ὅτε κρινεῖ ὁ Θεὸς τὰ κρυπτὰ τῶν ἀνθρώπων κατὰ τὸ εὐαγγέλιόν μου διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ»

Ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ἀδελφοί μου, στή σημερινή περικοπή, κηρύττει ὅτι ὁ Θεός θά κρίνει τίς ἀπόκρυφες πράξεις τῶν ἀνθρώπων κατά τή φοβερή ἡμέρα τῆς κρίσεως διά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὁ Ἀπόστολος διακρίνει τά ἔργα τῶν ἀνθρώπων σέ φανερά καί κρυφά.

Βλασφημάει κάποιος τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ στό δρόμο; Τό ἁμάρτημα εἶναι φανερό. Πηγαίνει ὁ ἄλλος στό δικαστήριο καί παίρνει ψεύτικο ὅρκο; Βρίζει ὁ τρίτος τούς γονεῖς του κι ἀκούει ἡ γειτονιά; Μπαίνει ὁ τέταρτος στό ξένο χωράφι καί κλέβει καρπούς καί τόν πιάνουν ἐπ’ αὐτοφώρῳ; Προσβάλλει ὁ ἄλλος τήν οἰκογενειακή τιμή τοῦ γείτονά του με τή διάπραξη τῆς μοιχείας καί τόν ἀνακαλύπτουν; Ἁρπάζει ὁ ἕκτος τό ὅπλο καί σκοτώνει τό συνάνθρωπό του καί τόν κλείνουν στή φυλακή; Φανερά αὐτά τά ἁμαρτήματα.

Ὑπάρχουν ἄνθρωποι, πού ἐπειδή δέν ἔχουν διαπράξει κανένα ἀπό τά φανερά αὐτά ἁμαρτήματα, νομίζουν ὅτι εἶναι ἐντάξει καί λένε μέ καύχηση: «Ἐγώ εἶμαι ὁ καλύτερος χριστιανός». Ἀλλά νά θυμηθοῦμε πώς τέτοιο ὑπερήφανο φρόνημα εἶχε καί ὁ φαρισαῖος τῆς παραβολῆς. Καυχιόταν ὅτι δέν ἔκλεψε, δέν σκότωσε, δέν … Ἀλλά μ’ αὐτά τά «δέν» πού ἀράδιαζε τελικά καταδικάστηκε, δέν δικαιώθηκε. Δυστυχῶς σήμερα οἱ πολλοί ζοῦν μέσα στήν αὐταπάτη καί δέν αἰσθάνονται τήν ἀνάγκη νά μετανοήσουν καί νά ζητήσουν τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Μόνοι τους ἐκδίδουν γιά τόν ἑαυτό τους πιστοποιητικό ἁγιότητας!

Πόσο πλανῶνται δικαιώνοντας τόν ἑαυτό τους! Μοιάζουν μέ ἕναν ἄνθρωπο πού νομίζει ὅτι εἶναι ὑγιής, ἐνῶ ἡ ἰατρική ἐξέταση ἀποδεικνύει ὅτι εἶναι ἀσθενής καί ἄν δέν λάβει ἔγκαιρα τά μέτρα του διατρέχει θανάσιμο κίνδυνο. Κι ἐκεῖνος πού θεωρεῖ πώς εἶναι ἅγιος, κρίνοντας τόσο ἐπιπόλαια τόν ἑαυτό του, ἐάν πάρει στά χέρια του τό Εὐαγγέλιο καί ἐξετάσει τόν ἑαυτό του σύμφωνα μέ ὅσα παραγγέλλει ὁ Χριστός μας, τότε θά δεὶ τήν πραγματική του κατάσταση. Διότι ἐκτός ἀπό τά φανερά ἁμαρτήματα, ὑπάρχουν καί τά κρυφά.

Οἱ ἄνθρωποι κρατοῦν κρυμμένα στό βάθος τῆς ψυχῆς τους πολλά μυστικά. Κανένα ξένο μάτι δέν μπορεῖ νά τά δεῖ καί καμμιά ἀνθρώπινη σκέψη δέν μπορεῖ νά τά ἀποκαλύψει. Κάποτε ὅμως τό πέπλο αὐτό τῆς μυστικότητας θά ἀποσυρθεῖ, τά μυστικά θά γίνουν φανερά, τά κρυπτά θά δημοσιευθοῦν. Πολλές φορές καταφέρνουμε νά κρυφτοῦμε ἀπό τούς ἀνθρώπους. Ἀπό τό Θεό ὅμως δέ μποροῦμε νά κρυφτοῦμε.

Συνήθως προσπαθοῦμε νά κρύψουμε τά ἁμαρτωλά ἔργα μας. Ὁ ἕνας ἀδικεῖ χωρίς νά τόν παίρνει εἴδηση ὁ συνάνθρωπός του. Ὁ ἄλλος ὑπονομεύει τή θέση τοῦ συναδέλφου του χωρίς νά τόν ὑποψιάζονται. Ὁ ἄλλος βλέπει μία ὄμορφη γυναίκα στό δρόμο καί χωρίς νά τήν πειράξει, χωρίς νά πεῖ καμμιά κουβέντα, μέσα στήν καρδιά του ἀνάβει ἡ κακή ἐπιθυμία. Ὁ Μέγας Βασίλειος ἔλεγε: «Μέ γυναίκα δέν κοιμήθηκα, ἀλλά παρθένος δέν εἶμαι». Νά, ἀδελφοί μου, μέτρο γιά νά μετρηθοῦμε. Μπορεῖ, λέει ὁ ἴδιος, νά δεῖς ἕναν ἄνθρωπο καί ἀπό τήν ἐξωτερική του ἐμφάνιση νά ἀποκομίσεις τήν ἰδέα ὅτι εἶναι ἅγιος, κι ὅμως ὁ ἄνθρωπος αὐτός, ἄν ἐσωτερικά δέν προσέξει καί δεχθεῖ μέσα στήν ψυχή του αἰσχρή ἐπιθυμία, τότε στόν ἐσωτερικό του κόσμο διέπραξε τό ἁμάρτημα τῆς μοιχείας, ἁμάρτημα πού δέν εἶδε κανένας, ἀλλά τό γνωρίζει ὁ Θεός.

Ἕνας ἄλλος καυχιέται πώς εἶναι καλός χριστιανός γιατί δέν σκότωσε κάποιον ἄνθρωπο. Ἀλλά βλέπει τόν γείτονά του καί ἀναστατώνεται, ταράζεται, γεμίζει μῖσος ἡ ψυχή του ἐπειδή αὐτός ὁ γείτονας τοῦ πῆρε 10 πόντους χωράφι. Τί λέει ἐδῶ ἡ Ἁγία Γραφή; «Πᾶς ὁ μισῶν τόν ἀδελφόν αὐτοῦ ἀνθρωποκτόνος ἐστι». Δέν πῆρε ὅπλο γιά νά σκοτώσει, ὁ φόνος ἔγινε ἐσωτερικά.

Πόσα ἐγκλήματα μένουν ἀτιμώρητα ἀπό τόν ἀνθρώπινο νόμο! Ἄς μή ματαιοπονοῦμε. Ὅ,τι κι ἄν κάνουμε δέν εἶναι δυνατό νά κρυφτοῦμε ἀπό τό Θεό πού τά βλέπει ὅλα καί τά ἀκούει ὅλα. Μπροστά του εἶναι ὅλα «γυμνὰ καὶ τετραχηλισμένα τοῖς ὀφθαλμοῖς αὐτοῦ, πρὸς ὃν ἡμῖν ὁ λόγος» (Ἑβρ. δ,13). Δέν ὑπάρχει κανένα κτίσμα ἀφανές καί ἀόρατο ἐνώπιόν τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ὅλα εἶναι γυμνά καί ξέσκεπα στά μάτια Του, πρός τόν ὁποῖον καί ἐμεῖς μία μέρα θά λογοδοτήσουμε.

Ἐκτός ἀπό τά κρυπτά τοῦ σκότους, ἐκείνη τήν ἡμέρα θά ἀποκαλυφθοῦν καί τά ἅγια μυστικά. Πολλοί κρατοῦν μυστικά τά ἔργα τῆς ἀγάπης καί τῆς καλοσύνης, τῆς ἐλεημοσύνης καί τῆς προσευχῆς. Κι αὐτά θά φανερωθοῦν, θά βραβευθοῦν, θά τιμηθοῦν καί θά δοξαστοῦν ἐκεῖνοι πού τά κράτησαν στό ἄδυτο τῆς ψυχῆς τους. Τό βεβαίωσε ὁ Κύριός μας: «Ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ».

Ἄς ἐξετάσουμε, ἀδελφοί μου, τά πολλά μυστικά τοῦ ἑαυτοῦ μας μέ προσοχή καί πρίν φύγουμε ἀπό τό μάταιο τοῦτο κόσμο ἄς γνωρίσουμε τά ἁμαρτήματά μας, ἄς κλάψουμε καί ἄς ζητήσουμε ἀπό τά βάθη τῆς καρδιᾶς μας τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ, μέ τήν καθοδήγηση τοῦ ἐξομολόγου, κάνοντας τό εἶναι μας κατοικητήριο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀμήν.

Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Χίου

Παρασκευή, Ιουνίου 05, 2015

Κυριακή των Αγίων Πάντων – Το Κήρυγμα του Ευαγγελίου «Ἰδού ἡμεῖς ἀφήκαμεν πάντα καί ἠκολουθήσαμέν σοι»

Κυριακή τῶν Ἁγίων Πάντων σήμερα, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί! Βαθύς ὁ πόθος τῆς Ἐκκλησίας νά τιμήσῃ τά παιδιά της πού φωτισμένα ἀπό τό φῶς τῆς Πεντηκοστῆς, ὁπλισμένα μέ τήν πίστη τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ καί ἐφοδιασμένα μέ τήν Χάρη τοῦ ἁγίου Πνεύματος ἀγωνίσθηκαν, μέχρι τέλους, τόν ἀγῶνα τῆς ἀρετῆς. Ἐκαλλιέργησαν τήν ἁγιότητα, ἐτελείωσαν τήν ζωήντους χριαστιανικά καί ἀπολαμβάνουν τώρα, θριαμβευτές, τήν δόξα τοῦ Οὐρανοῦ. Γνωστοί καί ἄγνωστοι, μικροί καί μεγάλοι, ἐγκόσμιοι καί ἐρημικοί, οἱ ἅγιοι ὑμνολογοῦνται καί δοξάζονται σήμερα ἀπό τήν Ἐκκλησία μέ ἐκδηλώσεις θαυμασμοῦ, ἀγάπης καί εὐγνωμοσύνης γιά τήν μεγάλη των προσφορά στό ἔργον τῆς Ἐκκλησίας. Νά παρουσιάσῃ στά στρατευμένα τέκνα της βατούς τούς δρόμους τῆς πίστεως καί τῆς ἀρετῆς, νά δείξῃ, σάν χειροπιαστή πραγματικότητα, τό ἰδανικό τῆς ἁγιότητος. Νά κινητοποιήσῃ τίς καρδιές μας, νά ἐνισχύσῃ τίς τυχόν προσπάθειές μας γιά μίμηση τοῦ Χριστοῦ, μέ τήν μίμηση τῶν Ἁγίων. Γιατί, ἄς μή ξεχνᾶμε, τό «ἅγιοι γίνεσθε, ὅτι ἐγώ ἅγιός εἰμι». Δέν ἐλέχθη μόνο γιά τούς ἁγίους τοῦ Οὐρανοῦ, ἀλλά εἶναι μιά ἀπαίτηση τοῦ Θεοῦ, πού ἀπευθύνεται στόν κάθε ἄνθρωπο τῆς κάθε ἐποχῆς. Καί σήμερα, ἑπομένως, ὅλοι μας πρέπει νά γίνωμε ἅγιοι, καί σήμερα μέσα ἀπό κάθε γωνιά τῆς γῆς ὁ Θεός πρέπει νά ἔχῃ – καί ἔχει – τούς δικούς του, οἱ ὁποῖοι θά Τόν ὁμολογοῦν μέ ἡρωϊσμό, θά Τόν ἀγαποῦν μέ αὐταπάρνηση καί θά ἀγωνίζωνται, μέ σταθερότητα καί συνέπεια, τόν καλόν ἀγῶνα τῆς ἁγιότητας.
Ὅλοι μας σχεδόν θεωροῦμε ἀπρόσιτο καί ἀπλησίαστο αὐτό τό ἰδανικό τῆς Ἁγιότητας. Ἡ σκέψη αὐτή, σάν ἕνα ναρκωτικό, μᾶς ἐμποδίζει νά δραστηριοποιηθοῦμε καί, σάν «πρόφασις ἐν ἁμαρτίαις» μᾶς ἔχει δεμένους μέ τή ἁμαρτία καί τά πάθη μας καί σάν μιά ἀδικαιολόγητη δικαιολογία μᾶς κρατᾶ μακρυά ἀπό ἐκεῖ πού πρέπει νά φτάσωμε. Γνωρίζομε, φυσικά, πώς ὅλοι πέρασαν μέσα ἀπό δοκιμασίες φρικτές, πώς ὅλοι εἶχαν πειρασμούς μεγάλους καί δυνατούς, μάλιστα ἀρκετοί ἔπεσαν πολύ χαμηλά καί ἔχουν στό παθητικό τους φοβερά ἁμαρτήματα, πού πολλοί ἀπό μᾶς οὔτε τά ἔχομε σκεφθῆ. Καί ὅμως! Δέν θέλομε νά προσέξωμε τό μεγάλο τους ἅλμα, τό ἅλμα εἰς ὕψος, πού ἐπραγματοποίησαν. Δέν θέλομε νά ἐμβαθύνωμε στήν ἀγωνία τῆς καρδιᾶς τους καί στόν ἀγῶνα τους νά νικήσουν τήν ἁμαρτωλή τους φύση πού ἐχάρισε τό προνόμιο σ’ αὐτούς νά ἀπολαμβάνουν τήν δόξα τῆς ἁγιότητας.
Κι ἄν ἀκόμη τά διαβάζωμε αὐτά καί τά θαυμάζωμε δέν τά ζηλεύομε, δέν τά ἀντιγράφομε, δέν τά πειραματιζόμαστε. Τά ἴχνη τῆς πορείας τους, γεμᾶτα ἱδρῶτες καί αἵματα μᾶς ὁδηγοῦν στό δρόμο, πού πρέπει νά βαδίσωμε. Οἱ Ἅγιοι εἶναι ἀπό τή γενιά μας καί μᾶς περιμένουν. Εἶναι οἱ πρόγονοί μας۠ γιατί τό ξεχνᾶμε; Δέν ὑπάρχει, ἀδελφοί μου, θέμα ἐπιλογῆς. Δέν ὑπάρχει ἄλλος δρόμος. Χωρίς ἁγιασμό τῆς ψυχῆς καί τῆς ζωῆς μας σ’ αὐτόν τόν κόσμο, «οὐδείς ὄψεται τόν Κύριον». Ἀλλ’ ἐάν δέν δοῦμε τόν Κύριο κάποτε, ποιός ὁ σκοπός καί τό κέρδος τῆς ζωῆς μας; «Ἴνα θεωρῶσι τήν δόξαν τήν ἐμήν», ἐπιθυμεῖ καί εὔχεται ὁ Κύριος γιά τούς πιστούς. Ὅμως, μόνον «οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ», οἱ ἅγιοι δηλαδή, μόνον «αὐτοί τόν Θεόν ὄψονται».
Ἄς ἀγωνισθοῦμε, λοιπόν, ἀδελφοί μου, γιά νά βρεθοῦμε κάποτε μαζί μέ τούς ἁγίους στόν οὐρανό! Γένοιτο!
  Εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Χίου.

Σάββατο, Μαΐου 16, 2015

Κυριακή του Τυφλού - Το κήρυγμα του Ευαγγελίου


ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ
Ἀριθμός 34

Κυριακή 20 Μαΐου 2012 – ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ
(Ἰωάνν. θ΄ 1- 38)
*
« Σύ πιστεύεις εἰς τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ;»

«Τοῦ Τυφλοῦ» ὀνομάζεται ἡ σημερινή Κυριακή, εὐλαβεῖς χριστιανοί. Ἔχει πάρει τό ὄνομα ἀπό τό θαῦμα τῆς θεραπείας ἑνός ἐκ γενετῆς τυφλοῦ. Ναί, ἦταν δυστυχισμένος ὁ ἄνθρωπος αὐτός πού μέ τό θαῦμα τοῦ Χριστοῦ ἄνοιξαν τά μάτια του καί εἶδε. Παράλληλα ὅμως ὑπῆρξαν καί μερικοί κακοί ἄνθρωποι, οἱ Φαρισαῖοι, πού «ἔβλεπαν», καί ὅμως ἀπεδείχθη, ὅτι ἦταν τυφλοί. Τί περίεργα πράγματα συμβαίνουν στόν κόσμον αὐτό! Ἔγινε ἕνα θαῦμα καί τό θαῦμα ἀπέδειξεν, ὅτι ἕνας τυφλός, πού δέν ἔβλεπεν, εἶδε. Καί τό ἴδιο θαῦμα ἀποκάλυψε τήν ψυχική τυφλότητα μερικῶν ἀνθρώπων πού νόμιζαν πώς ἔβλεπαν, ἐνῶ στήν οὐσία ἦταν τυφλοί.

Εἶναι μεγάλη ἡ σημερινή Εὐαγγελική περικοπή. Ἔχει πολλές καί συγκλονιστικές φάσεις στήν ὅλη περιγραφή τῆς θεραπείας. Θά ἐπιμείνωμε σέ μερικές μόνο χαρακτηριστικές πράξεις, πού θά μᾶς βοηθήσουν στό θέμα μας. Μετά τήν θεραπεία, ἔφεραν τόν θεραπευθέντα στούς Φαρισαίους, καί αὐτοί ρώτησαν τόν τυφλό, πῶς ἔγινε τό θαῦμα. Οἱ Φαρισαῖοι ἀμέσως βρῆκαν τό «λάθος» : «Αὐτός ὁ ἄνθρωπος, δέν εἶναι ἀπό τόν Θεό, γιατί δέν τηρεῖ τήν ἀργία τοῦ Σαββάτου». Κατόπιν κάλεσαν τούς γονεῖς τοῦ τυφλοῦ καί τούς ρώτησαν! «Εἶναι αὐτό τό παιδί σας;» «Ναί, εἶπαν καί οἱ δύο: Τό παιδί μας εἶναι». «Πῶς ἔγινε καλά;». Οἱ γονεῖς τώρα φοβισμένοι ἀπαντοῦν: «μεγάλος εἶναι στήν ἡλικία, νά ρωτήσετε τόν ἴδιο». Εἶχαν πεῖ οἱ Φαρισαῖοι, ὅτι ὅποιος ὁμολογήσῃ τόν Χριστόν, θά τόν διώξουν ἀπό τήν συναγωγή. Οἱ Φαρισαῖοι καλοῦν πάλι τόν ἴδιο καί τόν ρωτοῦν: «πῶς ἔγινε καί βλέπεις;». Ὁ νέος μέ θάρρος τούς λέγει: «Σᾶς εἶπα καί δέν μέ ἀκούσατε. Μήπως θέλετε νά γίνετε καί σεῖς μαθητές Ἐκείνου; «Οἱ Φαρισαῖοι τοῦ ἀπήντησαν ὑβριστικῶς καί περιφρονητικῶς καί τοῦ εἶπαν: «Σύ ὁ οὐτιδανός, ὁ τιποτένιος εἶσαι μαθητής Ἐκείνου. Ἡμεῖς εἴμεθα τοῦ Μωϋσέως». Σέ νέα παρατήρηση τοῦ νέου, γεμάτοι κακία τοῦ λέγουν: «Σύ γεννήθηκες ὅλος μέσα στήν ἁμαρτία καί σύ τολμᾶς νά μᾶς διδάσκῃς;». Καί τόν ἐξεδίωξαν. Οἱ Φαρισαῖοι ἔχουν μπροστά τους τόν θεραπευθέντα τυφλόν. Ἔχουν μάρτυρες τούς παρόντες, τούς γονεῖς τοῦ παιδιοῦ, ἕνα πλῆθος ἀνθρώπων. Ἀπό ὅλους αὐτούς τούς μάρτυρες ἔβγαινε ἕνα συμπέρασμα: Ἡ ἀλήθεια πού ἦταν μία, ὅτι ὁ νέος θεραπεύτηκε ἀπό τόν Χριστόν. Αὐτοί ὅμως δέν θέλουν νά βλέπουν τήν ἀλήθεια. Εἶναι τυφλοί, λοιπόν. Γιατί δέν βλέπουν, καί ἄς εἶναι τά μάτια τους ἀνοικτά. Ἡ ψυχή τους εἶναι σκεπασμένη ἀπό τό φθόνο καί τό πάθος τοῦ ἐγωϊσμοῦ. Αὐτό τό πάθος τούς κάνει νά μείνουν ἀθεράπευτα τυφλοί σ’ ὅλη τους τήν ζωή.

Ἀδελφοί μου! Νά, τώρα τίθεται ἀμέσως τό ἐρώτημα. Ἐμεῖς σέ ποιά ἀπό τίς δύο κατηγορίες ἀνήκομε; Στήν πρώτη κατηγορία εἶναι οἱ ἄνθρωποι μέ τήν καλή διάθεση. Κατηγοροῦν τήν Ἐκκλησίαν ἀπό ἄγνοια, εἶναι μακράν ἀπό τόν Χριστόν, ἀπό ἄγνοιαν. Μόλις ὅμως κάποιος τούς ἐξηγήση, μόλις μάθουν τήν ἀλήθειαν, ἀμέσως γίνεται τό θαῦμα: ὁ Χριστός τούς δίνει τήν δύναμη καί βλέπουν σωστά τά πράγματα μέσα στήν κοινωνία. Θά χρησιμοποιούσαμε μιά λέξη: οἱ ἄνθρωποι αὐτοί ἔχουν τώρα διαύγειαν, θά λέγαμε. Στήν δεύτερη κατηγορία ἀνήκουν οἱ ἄνθρωποι – οἱ Φαρισαῖοι πάσης ἐποχῆς - ὅπου διάφορα συμφέροντα ἀναμεμειγμένα μέ τά πάθη τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος, ἔχουν δημιουργήσει ἕνα «πλέγμα ἐνοχῆς», ὥστε νά βλέπουν καί ὅμως νά μήν θέλουν νά δοῦν τήν ἀλήθεια, δηλαδή νά μήν θέλουν νά τήν παραδεχθοῦν. Σέ ποιά κατηγορία τοποθετοῦμε τόν ἑαυτόν μας; Αὐτό εἶναι θέμα προσωπικό. Νά προσέξωμε ὅμως, γιατί ἀλλοίμονο ἄν εἴμεθα στήν δεύτερη κατηγορία...

Ἀδελφοί μου, ὑπάρχουν ἄνθρωποι, πού ἔχουν χάσει τό φῶς τῶν ὀφθαλμῶν τους καί ὅμως «βλέπουν» σωστά τήν ζωή, γιατί ὁ ἐσωτερικός κόσμος τους φωτίζεται ἀπό τόν Χριστό. Ὑπάρχουν καί ἄνθρωποι – μέσα σ’ αὐτούς μπορεῖ νά εἴμεθα και μεῖς – πού, ἐνῶ βλέπουν μέ τά μάτια τοῦ σώματος, ἐν τούτοις ὁ σκοτισμός τῆς ψυχῆς των (ἀπό τά πάθη) δέν τούς ἀφήνει νά δοῦν.

Εὔχομαι νά μᾶς χαρίση ὁ Θεός τό φῶς τό δικό Του, γιά νά βλέπομε σωστά.

Γένοιτο!

Εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Χίου

Σάββατο, Μαρτίου 28, 2015

Κυ­ρια­κὴ Ε΄ Νη­στει­ῶν«Τό αἷ­μα τοῦ Χρι­στοῦ… κα­θα­ρι­εῖ τὴν συ­νε­ί­δη­σιν ὑ­μῶν ἀ­πὸ νε­κρῶν ἔρ­γων εἰς τὸ λα­τρε­ύ­ειν Θε­ῷ ζῶν­τι» (Ἑ­βρ. θ΄, 11-14)


ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ
Ἀ­ριθ­μὸς 13
Κυ­ρια­κὴ Ε΄ Νη­στει­ῶν
29 Μαρ­τί­ου 2015
(Ἑ­βρ. θ΄ 11 – 14)

«Τό αἷ­μα τοῦ Χρι­στοῦ… κα­θα­ρι­εῖ τὴν συ­νε­ί­δη­σιν ὑ­μῶν ἀ­πὸ νε­κρῶν ἔρ­γων εἰς τὸ λα­τρε­ύ­ειν Θε­ῷ ζῶν­τι» (Ἑ­βρ. θ΄, 11-14)

Ἡ Ἁ­γί­α Γρα­φή, ἀ­δελ­φοί μου εἶ­ναι ἀ­ναγ­καί­α. Ὅ­πως ὅ­ταν κά­ποι­ος δέν κοι­νω­νεῖ, δέν μπο­ρεῖ νά εἶ­ναι Χρι­στια­νός, ἔ­τσι καί ἄν δέν δι­α­βά­ζει ἤ δέν ἀ­κού­ει τήν Ἁ­γί­α Γρα­φή. Δυ­στυ­χῶς σή­με­ρα κλεί­σα­με τό Εὐ­αγ­γέ­λιο καί ἀ­νοί­ξα­με τήν τη­λε­ό­ρα­ση, γιά τήν ὁ­ποί­α ὁ ἅ­γιος Κο­σμᾶς ὁ Αἰ­τω­λος εἶ­πε ὅ­τι εἶ­ναι τό κου­τί πού βρῆ­κε ὁ δι­ά­βο­λος γιά νά πα­ρα­σύ­ρει στήν κα­τα­στρο­φή τούς ἀν­θρώ­πους.

Ἀ­πό τά λό­για τοῦ ἀ­πο­στό­λου Παύ­λου πού μᾶς δι­δά­σκει σή­με­ρα, ἄς προ­σέ­ξου­με μί­α λέ­ξη πού ἔ­χει με­γά­λη σπου­δαι­ό­τη­τα. Συ­νεί­δη­ση. Ἡ συ­νεί­δη­ση δέν εἶ­ναι κά­τι ὑ­λι­κό. Εἶ­ναι κά­τι πνευ­μα­τι­κό, ἀ­ό­ρα­το, μί­α πνευ­μα­τι­κή αἴ­σθη­ση, ἕ­να ζύ­γι­σμα τοῦ ἑ­αυ­τοῦ μας, πού ἄλ­λο­τε μᾶς ἐ­παι­νεῖ καί ἄλ­λο­τε μᾶς κα­τα­κρί­νει. Εἶ­ναι ἕ­να ψυ­χο­λο­γι­κό φαι­νό­με­νο μέ τό ὁ­ποῖ­ο ἀ­σχο­λοῦν­ται θε­ο­λό­γοι, φι­λό­σο­φοι καί ψυ­χο­λό­γοι. Ὁ κά­θε ἄν­θρω­πος ἔ­χει συ­νεί­δη­ση. Τό μι­κρό παι­δί πού σπά­ει ἕ­να πο­τή­ρι τρέ­χει νά κρυ­φτεῖ για­τί μέ­σα του ξέ­ρει ὅ­τι αὐ­τό πού ἔ­κα­νε ἦ­ταν λά­θος. Κλέ­βει κά­ποι­ος, ἀ­τι­μά­ζει, κά­νει φό­νο. Δέν τόν εἶ­δαν, οὔ­τε ἀ­στυ­νο­μί­α, οὔ­τε εἰ­σαγ­γε­λέ­ας, κα­νείς. Εἶ­ναι λοι­πόν ἥ­συ­χος; Κα­θό­λου. Νοι­ώ­θει ἀ­νη­συ­χί­α, σάν κά­ποι­ος νά τόν κυ­νη­γᾶ. Ἀ­κού­ει μί­α φω­νή ποῦ τοῦ φω­νά­ζει αὐ­στη­ρά: Για­τί τό ἔ­κα­νες; Εἶ­σαι ἔ­νο­χος, εἶ­σαι ἁ­μαρ­τω­λός.

Ὅ­ταν ὁ Κά­ϊν σκό­τω­σε τόν ἀ­δελ­φό του τόν Ἄ­βελ νό­μι­σε πώς δέν τόν εἶ­δε κα­νείς. Ἄ­κου­σε ὅ­μως τή φω­νή τοῦ Θε­οῦ: «ποῦ εἶ­ναι ὁ Ἄ­βελ ὁ ἀ­δελ­φός σου»; Αὐ­τή ἡ φω­νή δέν τόν ἄ­φη­νε νά ἡ­συ­χά­σει. Ἔ­τρε­με σάν τά φύλ­λα τῶν δέν­τρων. Προ­τι­μοῦ­σε νά πε­θά­νει πα­ρά νά τήν ἀ­κού­ει.

Ὁ Ἠ­λί­ας Μη­νιά­της ἀ­να­φέ­ρει ὅ­τι ὁ αὐ­το­κρά­το­ρας τοῦ Βυ­ζαν­τί­ου Κών­στας Β΄ σκό­τω­σε τόν ἀ­δελ­φό του Θε­ο­δό­σιο κι ἔ­τσι ἀ­νέ­βη­κε στό θρό­νο. Τι­μές, δό­ξες, τά πάν­τα εἶ­χε. Ἦ­ταν εὐ­τυ­χι­σμέ­νος; Κα­θό­λου. Τίς νύ­χτες ἔ­βλε­πε τόν ἀ­δελ­φό του νά κρα­τά­ει ἕ­να πο­τή­ρι γε­μᾶ­το μέ τό αἷ­μά του πού ἄ­χνι­ζε καί νά τοῦ ἔ­λε­γε: «Ἀ­δελ­φέ, πι­ές».

Ἄλ­λο φο­βε­ρό πα­ρά­δειγ­μα, ὁ Ἰ­ού­δας. Πού­λη­σε τό Δά­σκα­λό του ἀν­τί τρι­ά­κον­τα ἀρ­γυ­ρί­ων. Ἡ συ­νεί­δη­σή του τόν ἐ­νο­χλοῦ­σε τό­σο, ὥ­στε πῆ­ρε σκοι­νί καί κρε­μά­στη­κε, αὐ­το­κτό­νη­σε, ἔ­χα­σε γιά πάν­τα τόν Πα­ρά­δει­σο.

Βλέ­που­με ἀν­θρώ­πους μέ χρή­μα­τα, μέ ἀ­ξι­ώ­μα­τα, νά ἔ­χουν τά πάν­τα καί νά εἶ­ναι λυ­πη­μέ­νοι, ἀ­πο­μο­νω­μέ­νοι. Για­τί; Ἐ­νῶ ἔ­χουν λύ­σει τά ἐ­ξω­τε­ρι­κά προ­βλή­μα­τα, μέ­νουν ἄ­λυ­τα τά ἐ­σω­τε­ρι­κά, πού δη­μι­ουρ­γοῦν δι­ά­φο­ρες ψυ­χο­λο­γι­κές καί νευ­ρο­λο­γι­κές δι­α­τα­ρα­χές. Οἱ ψυ­χο­λό­γοι τό λέ­νε ἄγ­χος. Πο­τέ ἄλ­λο­τε ὁ κό­σμος δέν εἶ­χε τό­σο ἄγ­χος. Τα­ραγ­μέ­νοι οἱ ἄν­θρω­ποι τρέ­χουν στούς για­τρούς. Γέ­μι­σε ὁ κό­σμος ψυ­χιά­τρους καί νευ­ρο­λο­γι­κές κλι­νι­κές. Μέ τή χού­φτα τά φάρ­μα­κα, τό ἄγ­χος ὅ­μως ἐ­ξα­κο­λου­θεῖ νά βα­σα­νί­ζει τούς ἀν­θρώ­πους.

Δέν ὑ­πάρ­χει λοι­πόν για­τρός, φάρ­μα­κο, θε­ρα­πεί­α τοῦ ἄγ­χους ποὺ προ­κα­λεῖ ἡ συ­νεί­δη­ση; Ὑ­πάρ­χει. Ποι­ός εἶ­ναι; Τό λέ­ει σή­με­ρα ὁ Ἀ­πό­στο­λος. Εἶ­ναι ὁ Κύ­ριος ἡ­μῶν Ἰ­η­σοῦς Χρι­στός πού σταυ­ρώ­θη­κε, ἔ­δω­σε τό τί­μιο Αἷ­μά Του. Ὁ Σταυ­ρός Του σβή­νει τίς ἁ­μαρ­τί­ες τοῦ κό­σμου, τό Αἷ­μά Του ἀ­πα­λάσ­σει ἀ­πό τίς τύ­ψεις καί ἀ­να­παύ­ει.

Ἄν ἀμ­φι­βάλ­λε­τε, ἀ­δελ­φοί μου, ὅ­τι ὁ Χρι­στός μας εἶ­ναι ὁ μέ­γας ψυ­χί­α­τρος πού λύ­νει ὅ­λα τά ἐ­σω­τε­ρι­κά προ­βλή­μα­τα, δο­κι­μά­στε. Πλη­σιά­ζουν οἱ ἅ­γι­ες ἡ­μέ­ρες. Ὡς ἄν­θρω­ποι μέ ἀ­δυ­να­μί­ες καί πά­θη, ἴ­σως ἔ­χου­με τή συ­νεί­δη­σή μας μο­λυ­σμέ­νη ἀ­πό τά νε­κρά ἔρ­γα τῆς ἁ­μαρ­τί­ας. Ἴ­σως ἡ ψυ­χή μας νά εἶ­ναι αἰχ­μα­λω­τι­σμέ­νη σέ κά­ποι­ο πά­θος, σέ κά­τι πού τό ἀ­πα­γο­ρεύ­ει ὁ νό­μος καί τό θέ­λη­μα τοῦ Θε­οῦ, καί νά νι­ώ­θου­με ἔ­νο­χοι. Πολ­λοί νο­μί­ζουν ὅ­τι οἱ δι­α­σκε­δά­σεις, τά τα­ξί­δια, ἡ ἐ­να­σχό­λη­ση μέ δι­ά­φο­ρα, μπο­ροῦν νά ἀ­παλ­λά­ξουν τόν ἄν­θρω­πο ἀ­πό τίς τύ­ψεις τῆς συ­νεί­δη­σης. Πό­σο λά­θος κά­νουν! Μό­νο Ἕ­νας μπο­ρεῖ νά μᾶς λυ­τρώ­σει πραγ­μα­τι­κά. Ὁ Ἰ­η­σοῦς Χρι­στός ὁ Ἐ­σταυ­ρω­μέ­νος. «Οὐκ ἔ­στιν ἐν ἄλ­λῳ οὐ­δε­νὶ ἡ σω­τη­ρί­α· οὐ­δὲ γὰρ ὄ­νο­μά ἐ­στιν ἕ­τε­ρον ὑ­πὸ τὸν οὐ­ρα­νὸν τὸ δε­δο­μέ­νον ἐν ἀν­θρώ­ποις ἐν ᾧ δεῖ σω­θῆ­ναι ἡ­μᾶς» (Πράξ. δ΄ 12). Ἔ­χει με­γά­λο κῦ­ρος ἡ δι­α­κή­ρυ­ξη αὐ­τή τοῦ ἀ­πο­στό­λου Πέ­τρου.

Ἡ Ἁ­γί­α μας Ἐκ­κλη­σί­α μᾶς πα­ρέ­χει τά ἱ­ε­ρά καί παν­σέ­βα­στα Μυ­στή­ρια γιά τή λύ­τρω­σή μας πού ἀν­τλοῦν τή χά­ρη καί τή δύ­να­μη ἀ­πό τό Αἷ­μα τοῦ Χρι­στοῦ μας.

Τό ἅ­γιο Βά­πτι­σμα κα­θα­ρί­ζει καί ἀ­παλ­λάσ­σει τόν ἄν­θρω­πο ἀ­πό κά­θε ἐ­νο­χή καί τόν ἀ­να­γεν­νᾶ πνευ­μα­τι­κά. Τό μυ­στή­ριο τῆς με­τα­νοί­ας καί ἐ­ξο­μο­λό­γη­σης μᾶς κα­θα­ρί­ζει ἀ­πό τίς ἁ­μαρ­τί­ες πού κά­νου­με με­τά τό Βά­πτι­σμα. Καί τό μυ­στή­ριο τῶν μυ­στη­ρί­ων, τό κέν­τρο τῆς λα­τρεί­ας μας, ἡ Θεί­α Εὐ­χα­ρι­στί­α μᾶς ἑ­νώ­νει μέ τόν ἴ­διο τό Θε­άν­θρω­πο λυ­τρω­τή μας, ὅ­ταν «με­τά φό­βου Θε­οῦ, πί­στε­ως καί ἀ­γά­πης» προ­σερ­χό­μα­στε καί κοι­νω­νοῦ­με τό Σῶ­μα καί τό Αἷ­μα τοῦ Κυ­ρί­ου μας «εἰς ἄ­φε­σιν ἁ­μαρ­τι­ῶν καί ζω­ήν αἰ­ώ­νιον».

Ἀ­δελ­φοί μου, ὅ­ταν εἴ­μα­στε λε­ρω­μέ­νοι, δέν σκε­φτό­μα­στε ἄν πρέ­πει νά πλυ­θοῦ­με ἤ ὄ­χι. Τρέ­χου­με ἀ­μέ­σως νά κα­θα­ρι­στοῦ­με. Ἔ­τσι καί στήν Ἐκ­κλη­σί­α μας. Ἡ ἀ­νάγ­κη τοῦ κα­θα­ρι­σμοῦ τῆς συ­νεί­δη­σής μας πρέ­πει νά μᾶς ὁ­δη­γεῖ χω­ρίς ἀ­να­βο­λή καί κα­θυ­στέ­ρη­ση στό λου­τρό τοῦ μυ­στη­ρί­ου τῆς Με­τα­νοί­ας καί τῆς Κοι­νω­νί­ας τοῦ Σώ­μα­τος καὶ τοῦ Αἵ­μα­τος τοῦ Χρι­στοῦ μας. Ἀ­μήν.

Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Χίου

Σάββατο, Φεβρουαρίου 21, 2015

Κυριακὴ τῆς Τυροφάγου «Ὡς ἐν ἡμέρᾳ εὐσχημόνως περιπατήσωμεν, μὴ κώμοις καὶ μέθαις, μὴ κοίταις καὶ ἀσελγείαις».


ApostolosΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ
Ἀ­ριθ­μὸς 8
Κυ­ρια­κὴ τῆς Τυροφάγου
22 Φεβρου­α­ρί­ου 2015
Ρωμ. ιγ΄11 – ιδ΄ 4
«Ὡς ἐν ἡμέρᾳ εὐσχημόνως περιπατήσωμεν, μὴ κώμοις καὶ μέθαις, μὴ κοίταις καὶ ἀσελγείαις».
Ὅπως συμπεριφέρεται κανείς τήν ἡμέρα πού τά βλέμματα πολλῶν τόν παρακολουθοῦν, ἔτσι καί ἐμεῖς ἄς συμπεριφερθοῦμε μέ εὐπρέπεια. Ὄχι μέ ἄσεμνα φαγοπότια καί μεθύσια, οὔτε μέ σαρκικές ἁμαρτίες.
Μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ἀδελφοί μου, αὔριο ἀρχίζει ἡ Μεγάλη Σαρακοστή. Εἶναι ἡ περίοδος ἐκείνη πού ἡ Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ σέ ἔντονο πνευματικό ἀγώνα καί μᾶς προετοιμάζει γιά νά γιορτάσουμε ὅπως πρέπει τά σεπτά Πάθη καί τήν ἔνδοξη Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Νηστεία καί στά φαγητά, ὅπως ὁρίζει ἡ Ἐκκλησία, ἀλλά καί νηστεία πνευματική, ἀποχή δηλαδή ἀπό ὅλες τίς κακίες καί τά πάθη μας. Νηστεύουν σήμερα οἱ ἄνθρωποι; Δυστυχῶς οἱ περισσότεροι περιορίζονται μόνο στή νηστεία τῶν φαγητῶν. Στήν ἀποχή ἀπό τά ἁμαρτήματα, δέν δίνουν πολλή σημασία. Μπορεῖ ἕνας νά νηστεύει, χωρίς λάδι, καί νά καυχιέται γι’ αὐτό καί νά θεωρεῖ τόν ἑαυτό του ἅγιο. Συγχρόνως ὅμως δέν προσέχει τή γλώσσα του, δέν προσέχει τί λέει, δέν προσέχει τί βλέπει, δέν προσέχει τί ἀκούει. Μία νηστεία φαγητοῦ χωρίς τήν τήρηση ὅλων τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι ἀρεστή στό Θεό.
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς τονίζει πώς πρέπει νά συμπεριφερόμαστε μέ εὐπρέπεια καί νά μήν πορνεύομε. Ἡ πορνεία εἶναι ἕνα ἀπό τά θανάσιμα ἁμαρτήματα καί ὁ πολιτικός γάμος εἶναι παρακλάδι της. Σ’ αὐτήν τήν τελετή πού γίνεται μπροστά στό δήμαρχο καί ἔχει ὀνομασθεῖ πολιτικός γάμος θά ἀναφερθοῦμε.
Ἔχουν περάσει τριάντα χρόνια ἀπό τότε πού τό ἑλληνικό κοινοβούλιο ψήφισε τόν πολιτικό γάμο καί ἐνῶ στήν ὀρθόδοξη πατρίδα μας ἦταν λίγοι ἐκεῖνοι πού προτιμοῦσαν τό δημαρχεῖο ἀπό τήν ἐκκλησία καί τόν πολιτειακό ἄρχοντα ἀπό τόν ἱερέα, σήμερα αὐτό ἔχει ἀλλάξει. Ἔχουν τραυματιστεῖ τά ἤθη, ἄλλαξε ἡ ἑλληνοχριστιανική παιδεία, ἀδυνάτισε ἡ πίστη, χαλάρωσαν οἱ δεσμοί μέ τήν Ἐκκλησία, ἔχει ἀλλάξει ἡ ζωή μας. Τά θεμέλια τῆς οἰκογένειας ἔχουν κλονιστεῖ. Τά διαζύγια ἔχουν πολλα-πλασιαστεῖ.
Τώρα πιά πολλοί νέοι ἐπιλέγουν τόν πολιτικό γάμο. Κάποιοι ἀπ’ αὐτούς γιατί δέν πιστεύουν στό Θεό, δέν ἀποδέχονται τήν Ἐκκλησία. Δέν ἀπευθυνόμαστε σ’αὐτούς, ἔκαναν τήν ἐπιλογή τους. Θά μιλήσουμε σ’ ἐκείνους πού πιστεύουν πώς ὁ Χριστός μας εἶναι ὁ ἀληθινός Θεός. «Κάναμε τόν πολιτικό γάμο γιά νά ζοῦμε νόμιμα καί ἀργότερα θά κάνουμε καί τό θρησκευτικό», λένε. Δέν ἔχουμε ἕνα γάμο κατώτερο καί ἕναν ἀνώτερο. Δὲν μπορεῖ νά ἑνώσει τούς ἀνθρώπους ἡ χειραψία καί τό χαμόγελο τοῦ δημάρχου. Τούς ἀνθρώπους τούς ἑνώνει ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ καί αὐτή παρέχεται ἄφθονη στό Μυστήριο τοῦ Γάμου.
Τά Μυστήρια τελοῦνται στόν Ἱερό Ναό καί τά τελεῖ ὁ ἴδιος ὁ Χριστός μας. Αὐτός πού πῆρε ἀπό τήν πλευρά τοῦ Ἀδάμ καί ἔπλασε τήν Εὔα. Αὐτός πού ἦταν παρών στό γάμο τῆς Κανᾶ καί εὐλόγησε τό κρασί. Αὐτός πού δίνει τή χάρη Του γιά νά εἶναι οἱ ἄνθρωποι εὐτυχισμένοι καί νά ὑπηρετοῦν μέ συνέπεια τό σκοπό τῆς ζωῆς τους πού εἶναι ἡ πνευματική τους τελειότητα, ἡ ἁγιότητα. Δέν μπορεῖ αὐτά νά τά κάνει ὁ δήμαρχος.
Ὅσοι ἔχουν καλή διάθεση καί αὐτιά πού ἀκοῦνε καταλαβαίνουν γιατί ἡ Ἐκκλησία δέν δέχεται τόν πολιτικό γάμο, ἀφοῦ σχέση πού δέν ἔχει εὐλογηθεῖ ἀπό τό Θεό λογίζεται παράνομη σχέση καί θεωρεῖται πορνεία. Αὐτή ἡ τελετή ἀποτελεῖ ἔκπτωση ἀπό τήν πίστη γιατί ἡ ἐπιλογή αὐτή φανερώνει ὅτι ὁ χριστιανός ἀρνεῖται τήν ἀξία τοῦ Μεγάλου Μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας. Ὅσοι ἐπιλέγουν τόν πολιτικό γάμο θέτουν τόν ἑαυτό τους ἐκτός Ἐκκλησίας. Γι’αὐτό τό λόγο δέν ἔχουν τό δικαίωμα στή Θεία Κοινωνία, δέν ἔχουν δικαίωμα νὰ γίνουν ἀνάδοχοι στὸ Ἱερό Μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος.
Κάποιοι ἄλλοι λένε: «Δέν ἔχουμε χρήματα γιά θρησκευτικό γάμο. Ἔχει ἔξοδα πολλά, στολισμοί, νυφικό, τραπέζια, δῶρα, ποῦ νά βρεθοῦν τόσα χρήματα;» Τό λάθος πού γίνεται εἶναι ὅτι ὁ γάμος θεωρεῖται κοινωνική ἐκδήλωση. Ἀλλά ὁ γάμος εἶναι Μυστήριο καί τή χάρη τοῦ Θεοῦ ἔχουμε πρῶτα ἀπ’ ὅλα ἀνάγκη. Αὐτή δίνεται δωρεάν. Δέν ζητάει κανένας ἱερέας χρήματα γιά τήν τέλεση τῶν Μυστηρίων. Τό Μυστήριο δέν πρέπει νά παραλείψουμε, γιατί χωρίς Μυστήριο δέν ὑπάρχει οἰκογένεια, ὑπάρχει ἁμαρτωλή συμβίωση. Ὅλα τά ἄλλα εἶναι κοσμικά.
Ὁ νέος καί ἡ νέα, ἀδελφοί μου, πού θέλουν νά πορεύονται στή ζωή τους μέ τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ νά προχωρήσουν μέ πρῶτο ἐφόδιό τους τήν πίστη στό Θεό. Ὁ ἀγαθός Πατέρας μας δέν θά τούς ἀφήσει. Θά τούς δώσει πλούσια τά ἀγαθά Του.
Εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Χίου

Κυριακή, Ιουλίου 20, 2014

Κυριακὴ ΣΤ΄ Ματθαίου Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Χίου


ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ
Ἀριθμὸς 29
Κυριακὴ ΣΤ΄ Ματθαίου
20 Ἰουλίου 2014
Ματθαίου θ΄ 1 - 8

Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ξεδιπλώνει μπροστὰ μας βασικὲς παραμέτρους ποὺ ἅπτονται τοῦ θέματος τοῦ πόνου στὴ ζωή μας καὶ κυρίως γιὰ τὸ πῶς πρέπει νὰ στεκόμαστε ἀπέναντί του. 

Ὁ πόνος, σύμφωνα μὲ τὴν πατερικὴ σκέψη, δὲν εἶναι κατὰ φύσιν κατάσταση. Προέκυψε στὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου ὡς ἀποτέλεσμα τῆς πτώσης καὶ ἔκτοτε εἶναι συνυφασμένος μὲ τὴν ἴδια του τὴ ζωή. Ἀποκαλύπτεται στὴν καθημερινότητα μὲ διάφορες μορφὲς καὶ παραμονεύει σὲ κάθε του βῆμα. Ἡ ἀγάπη ὅμως τοῦ Θεοῦ δὲν ἐγκαταλείπει τὸ πλάσμα του, γιὰ νὰ τὸ ἀφήσει ἕρμαιο στὴν τραγικότητα τῆς ἀσθένειας, τοῦ πόνου καὶ τῆς δυστυχίας, ἀλλὰ διὰ μέσου τους εἶναι δυνατὸ νὰ ἀνιχνευθεῖ τὸ βαθύτερο νόημα τῆς ζωῆς. Ἀπαραίτητη προϋπόθεση γι’ αὐτὸ ὅμως εἶναι ἡ πίστη, ἡ ὁποία ἀναδεικνύει τὴν αὐθεντικότητα τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι αὐτὴ ποὺ ἀκυρώνει τὴν τραγικότητα ὄχι μόνο τοῦ πόνου καὶ τῆς ἀσθένειας, ἀλλὰ καὶ τοῦ θανάτου, ὡς τοῦ ἔσχατου σημείου ἐξαθλίωσης τοῦ προσώπου.

Αὐτὰ εἶναι τὰ βαθύτερα μηνύματα ποὺ ἀπορρέουν ἀπὸ τὴ διήγηση τῆς θεραπείας ἑνὸς παραλύτου. Ἡ δυστυχισμένη ἐκείνη ὕπαρξη ὁδηγεῖται μπροστὰ στὸν Χριστό, στὸν ἀληθινὸ ἰατρὸ τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων. Τὴ στιγμὴ ποὺ οἱ ἄλλοι συνάνθρωποί του ἦταν ὑγιεῖς, ὁ παράλυτος ἐκεῖνος βρισκόταν στὴν κλίνη τῆς ὀδύνης καὶ τοῦ πόνου. Ὅλα γι’ αὐτὸν κυλοῦσαν μέσα σὲ μία τραγικότητα. Ὄνειρα, ἐλπίδες, προσδοκίες, εἶχαν συνθλιβεῖ καὶ κατακρημνιστεῖ. Σὲ μία τέτοια κατάσταση εὑρισκόμενος, ὁ παράλυτος ἦταν φυσικὸ νὰ διερωτᾶται μέσα ἀπὸ τὶς μεγάλες δόσεις πικρίας ποὺ γευόταν, γιατί ὁ Θεὸς νὰ ἐπιτρέπει νὰ ὑποφέρει; Γιατί ὁ πόνος καὶ ἡ δυστυχία νὰ συνοδεύουν τόσο ἀσφυκτικὰ τὴ ζωή του; Αὐτὸ τὸ ἐρώτημα ἔχει διαχρονικὸ, ἀλλὰ καὶ ἐπίκαιρο χαρακτῆρα καὶ ὑψώνεται βασανιστικὰ καὶ ἀδυσώπητα στὴ ζωὴ τοῦ κάθε ἀνθρώπου. Ὁ καθένας ψάχνει γιὰ νὰ βρεῖ μία ἀπάντηση, ἡ ὁποία ἔχει νὰ κάνει μὲ τὸ βάθος, τὴν οὐσία καὶ τὴν πεμπτουσία τῆς ζωῆς. Δὲν μπορεῖ νὰ περιορίζεται σὲ ἐπιφανειακὲς ἠθικιστικὲς ἢ ἀκόμα καὶ ψυχολογικὲς προσεγγίσεις, ἀλλὰ ἀπαιτεῖ μία ὑπαρξιακὴ τοποθέτηση, μὲ ἕνα βαθύτερο νόημα καὶ περιεχόμενο.

Ἀφετηρία γιὰ τὴν σωστὴ κατανόηση τοῦ βαθύτερου περιεχομένου τῶν θλίψεων εἶναι ἡ παραδοχὴ ὅτι ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία ποτὲ δὲν τὶς ἀρνήθηκε. Μάλιστα ὁ Κύριος διακήρυξε ξεκάθαρα ὅτι «ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἔξετε». Στὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων σημειώνεται χαρακτηριστικὰ ὅτι θὰ πρέπει νὰ περάσουμε ἀπὸ πολλὲς θλίψεις. Σὲ κάποιες περιπτώσεις, ὁ Θεὸς ἐπιτρέπει μία ἀρρώστια, μία δοκιμασία, ἕναν πόνο, ὄχι βέβαια γιὰ νὰ τιμωρήσει ἀλλὰ γιὰ νὰ παιδαγωγήσει καὶ ἐξαγιάσει τὰ ἀγαπημένα του παιδιά. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας τονίζουν ἐμφαντικὰ ὅτι ὁ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος δὲν δοκιμάζεται παραμένει ἄπειρος καὶ ἀνώριμος στὴ ζωή του. Ἀντίθετα, ἐκεῖνος ποὺ δοκιμάζεται γίνεται ὅπως τὸν χρυσὸ ποὺ καθαρίζεται καὶ λαμπικάρεται μέσα στὴ φωτιά. Ἀλλὰ καὶ ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς διαβεβαιώνει ὅτι κάθε πιστὸς ποὺ διαθέτει πνευματικὸ καρπό, κλαδεύεται ὅπως τὸ κλῆμα γιὰ νὰ καρποφορήσει ἀκόμα πιὸ πολύ. Ἀκόμα, δὲν εἶναι λίγες οἱ φορὲς ποὺ οἱ θλίψεις στὴ ζωὴ λειτουργοῦν ὡς ἕνα ξύπνημα ἀπὸ ἕναν πνευματικὸ λήθαργο. Μεταβάλλονται τότε σ’ ἕνα πνευματικὸ γύμνασμα τῆς ψυχῆς. Τὸ θέμα, λοιπόν, δὲν εἶναι ἂν θὰ βρεθοῦμε μπροστὰ σὲ θλίψεις καὶ δοκιμασίες ἀλλὰ πῶς στεκόμαστε ἀπέναντί τους. Μποροῦμε ἐδῶ νὰ θυμηθοῦμε καὶ τὸ ἰσχυρὸ παράδειγμα τοῦ πολυάθλου Ἰώβ, ὁ ὁποῖος ἐνῶ πέρασε μέσα ἀπὸ συμπληγάδες δοκιμασιῶν, ὄχι μόνο δὲν βαρυγκώμησε ἐναντίον τοῦ Κυρίου, ἀλλὰ μὲ ὑποδειγματικὴ ὑπομονὴ καὶ βαθιὰ πίστη ἔλεγε: «Εἴη τὸ ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον».

Ὁ πόνος καὶ ἡ θλίψη, ἀπὸ μία ἄλλη σκοπιά, εἶναι στοιχεῖα ποὺ ρίχνουν ἀκόμα καὶ γέφυρες γιὰ νὰ πλησιάζουν πιὸ κοντὰ οἱ ἄνθρωποι μεταξύ τους. Θὰ πρέπει νὰ γνωρίζουμε ὅτι οἱ ἄνθρωποι ποὺ βλέπουμε ὅτι ὑποφέρουν καὶ πονοῦν στὴ ζωή τους, χρειάζονται σὲ κάθε περίπτωση καὶ τὴ δική μας στήριξη. Ἐπιβάλλεται νὰ τοὺς πλησιάζουμε καὶ νὰ τοὺς βοηθᾶμε στὴ κατάστασή τους. Νὰ τοὺς συμπαραστεκόμαστε μὲ κάθε τρόπο. Αὐτό, ἄλλωστε, καταλείπουν ὡς ἰσχυρὸ παράδειγμα οἱ τέσσερις συνοδοὶ ποὺ περιέβαλαν μὲ ὑποδειγματικὴ ἀγάπη τὸν παράλυτο, παρὰ τὰ μεγάλα ἐμπόδια καὶ τὶς δυσκολίες ποὺ συναντοῦσαν ὅταν τὸν ὁδηγοῦσαν μπροστὰ στὸν Χριστό. Ποτὲ δὲν θὰ πρέπει νὰ ἀρνούμαστε τὴ βοήθειά μας σὲ συνανθρώπους μας, οἱ ὁποῖοι βυθίζονται στὴν ὀδύνη τοῦ πόνου καὶ τῆς δυστυχίας. Ἰδιαίτερα στὶς μέρες μας ποὺ ἡ οἰκονομικὴ κρίση καλπάζει, ἀφήνοντας πίσω της τὴ μιζέρια καὶ τὴν ἐξαθλίωση τῶν προσώπων, ἡ διάσταση αὐτὴ τῆς προσφορᾶς ἀποκτᾶ πολὺ μεγάλη σημασία. 

Ἡ τραγικότητα τῆς σημερινῆς κρίσης ἑστιάζεται περισσότερο στὸ γεγονὸς ὅτι ὁ ἄνθρωπος φαίνεται νὰ ἔχει ἐγκλωβιστεῖ στὰ ἴδια του τὰ ἔργα, τὰ ὁποῖα σχεδὸν κατὰ κανόνα παραπέμπουν στὴν αὐτοθεοποίησή του. Μπροστὰ στὰ τραγικὰ ἀδιέξοδα στὰ ὁποῖα ἔχει βρεθεῖ, παραμένει ἀποψιλωμένος ἀπὸ τὴ δύναμη τῆς πίστης καὶ ἀνήμπορος νὰ ἀνακαλύψει τὴν ἀληθινὴ ἀρχοντιὰ τοῦ ἑαυτοῦ του ὡς εἰκόνας τοῦ Θεοῦ. Μόνον ὅταν ἐμπιστευθεῖ τὴ ζωή του στὴ δύναμη τοῦ Κυρίου, σύμφωνα μὲ τὸ παράδειγμα τοῦ Ἰώβ, θὰ εἶναι σὲ θέση νὰ μεταβάλλει τὸν πόνο σὲ μέσο ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἐλπίδα καὶ τὴ σωτηρία του. Ὁ πόνος, οἱ θλίψεις, οἱ δοκιμασίες μέσα ἀπὸ τὸ μυστήριο τῆς Θείας Οἰκονομίας, προσλαμβάνουν ἕνα βαθύτερο νόημα καὶ περιεχόμενο. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος διαθέτει πίστη καὶ ὑπομονή, ἀρετὲς ποὺ ἐγκολπώνεται μέσα ἀπὸ τὴ μυστηριακὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, τότε ὄχι μόνο δὲν λυγίζει μπροστὰ στὸν πόνο, ἀλλὰ αὐτὸς γίνεται πολλὲς φορὲς ἀφορμὴ καὶ γιὰ τὴ σωτηρία του. Ἀρκεῖ νὰ ἀντιληφθεῖ ὅτι ὅπως ὁ παράλυτός τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς, θὰ πρέπει νὰ ἐπιδιώξει νὰ συναντήσει Ἐκεῖνον ποὺ μπορεῖ νὰ τὸν ἀπαλλάξει ἀπὸ τὴν κυριαρχία τοῦ κακοῦ καὶ νὰ τοῦ προσφέρει τὴν πιὸ αὐθεντικὴ γιατρειά. Κοντὰ σ’ Ἐκεῖνον, ὁ πόνος ἀποβάλλει τὴν τραγικότητά του καὶ μεταβάλλεται σὲ δρόμο λυτρωτικῆς πορείας. Ὅπως ὁ Ἰὼβ ἔτσι κι ἐμεῖς ἂς δείχνουμε ἐμπιστοσύνη στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ ἀληθινὸς πατέρας μας. Ἂς ἀναφωνοῦμε κι ἐμεῖς «εἴη τὸ ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον» καὶ ὅταν διαθέτουμε τὴν ὑγεία μας, ἀλλὰ καὶ ὅταν πονοῦμε «ἐπὶ κλίνης ὀδύνης».

Ἀγαπητοὶ μου ἀδελφοί, ἡ περίπτωση τοῦ παράλυτου ποὺ θεράπευσε ὁ Κύριος, βρίθει μηνυμάτων καὶ διδαγμάτων ποὺ κι ἐμεῖς μποροῦμε νὰ ἐγκολπωθοῦμε στὴ ζωή μας. Ἀρκεῖ νὰ βάλουμε στὸ κέντρο της Ἐκεῖνον ποὺ μπορεῖ νὰ δώσει πραγματικὴ θεραπεία στὶς κάθε λογῆς ἀσθένειες ποὺ μᾶς προσβάλλουν καθημερινά. Ἡ προσταγὴ «ἄρον σου τὴν κλίνην, καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶκον σου», μᾶς δίνει τὴ βεβαιότητα καὶ τὴ σιγουριὰ σ’ αὐτή μας τὴν πορεία. Ἂς μὴν λησμονοῦμε τὶς βασικὲς αὐτὲς ἀλήθειες.Ἀμήν.

Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Χίου

Σάββατο, Ιουλίου 12, 2014

Κυριακή Ἁγίων Πατέρων (Τίτ. γ΄ 8 – 1 5) «Μανθανέτωσαν οἱ ἡμέτεροι καλῶν ἔργων προΐστασθαι...ἵνα μή ὦσιν ἄκαρποι» εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Χίου

Κυριακή Ἁγίων Πατέρων
14 Ἰουλίου 2013
(Τίτ. γ΄ 8 – 1 5)
«Μανθανέτωσαν οἱ ἡμέτεροι καλῶν ἔργων 
προΐστασθαι...ἵνα μή ὦσιν ἄκαρποι»
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,

Τήν ἔλλειψι δημιουργικότητας καί τήν ἀπουσία καλῶν ἔργων ἀπό τή ζωή τῶν ἀνθρώπων, ὁ θεῖος Ἀπόστολος τήν παρομοιάζει μέ τήν ἀκαρπία τῶν δένδρων. Ἡ ἀκαρπία στά δένδρα καί στή φύσι θεωρεῖται γενικά σάν κατάρα. Στήν ζωή ὅμως πολλῶν ἀνθρώπων ἡ ἔλλειψις δημιουργικότητας καί ἡ ἀπουσία καλῶν ἔργων θεωρεῖται δυστυχῶς φυσικό πρᾶγμα. 

Ρίξτε μιά ματιά στή ζωή μερικῶν ἀνθρώπων τῆς ἐποχῆς μας. Δέν ἔχουν καμμιά διάθεσι νά κινηθοῦν, νά δημιουργήσουν κάτι. Ὑπάρχουν μάλιστα καί ἐκεῖνοι πού ἀρνοῦνται θεληματικά νά ἀναμιχθοῦν σέ ἔργα προσφορᾶς καί δημιουργίας. Ὅλοι αὐτοί μοιάζουν μέ δένδρα πού ἔχουν ἀρνηθῆ στόν ἑαυτό τους τό δῶρο τῆς καρποφορίας καί γι’αὐτό παραμένουν ξηρά καί ἄκαρπα. 

Νά μερικά παραδείγματα. Ὑπάρχουν μερικοί μεγάλοι καί δυνατοί, πού τό ποτάμι τοῦ πλούτου τους τό ἀφήνουν νά τρέχει μόνο στά κανάλια τοῦ ἀτομισμοῦ τους, χωρίς νά ἐπιτρέπουν οὔτε μία σταγόνα νά πέσει στά διψασμένα χείλη τῶν συνανθρώπων τους. Ἄλλοι πάλι πού ἔχουν θέσεις καί ἀξιώματα, ἀρκοῦνται στήν προσωπική τους καταξίωση καί μέ αὐτοθαυμαστική ἀδιαφορία δέν κάνουν τίποτε γιά τήν ἐπίλυσι τῶν προβλημάτων τῶν ἀδυνάτων. Στήν ἴδια κατηγορία ἀνήκουν δυστυχῶς καί οἱ σύζυγοι ἐκεῖνοι πού ἀρνοῦνται τήν καρποφορία τῆς ἀγάπης τους καί διαγράφουν τή χαρά τῶν παιδιῶν ἀπό τή ζωή τους... 

Ὑπάρχουν ὅμως καί οἱ ἄλλοι, οἱ «καλοί», μέ τίς σωστές ἀντιλήψεις ἄνθρωποι. Αὐτοί ἀποφεύγουν κάθε κακό, δέν κάνουν ὅμως τό ἀποφασιστικό βῆμα τῆς δημιουργίας. Ἀρκοῦνται συνήθως στίς διαπιστώσεις καί τίς εὐχές «γιά τή βελτίωσι τῶν κοινωνικῶν προγμάτων». Αὐτοί μοιάζουν μέ τή συκιά τοῦ Εὐαγγελίου πού δέν εἶχε παρά φύλλα μόνο. 

Γι’ αὐτό καί ἡ προτροπή τοῦ Ἀποστόλου εἶναι σαφής: Οἱ χριστιανοί πρέπει νά πρωτοστατοῦν στά καλά ἔργα. Νά εἶναι καρποφόροι καί ὄχι ἄκαρποι. 

Οἱ χριστιανοί δέν ἔχουν κἄν τό δικαίωμα νά εἶναι ἄκαρποι. Γιατί πίσω τους ἔχουν μιά παράδοση ἐκπληκτικῆς καρποφορίας. Ὁ Κύριος, οἱ Ἀπόστολοι, οἱ πρῶτοι χριστιανοί, οἱ Πατέρες τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, τήν μνήμη τῶν ὁποίων ἑορτάζουμε σήμερα, καθώς καί οἱ ζωντανοί πιστοί ὅλων τῶν ἐποχῶν ὑπῆρξαν δημιουργικοί καί καρποφόροι. Πλούσιοι καί δυνατοί στήν καρδιά, σκόρπισαν τό φῶς τοῦ Εὐαγγελίου καί χάρισαν τή χαρά τῆς λυτρώσεως σέ ἔθνη καί λαούς۠ ἄνοιξαν δρόμους ζωῆς καί πολιτισμοῦ۠ ὀμόρφηναν τή ζωή τῶν ἀνθρώπων μέ τά ἔργα τῆς ἀγάπης καί τῆς καλωσύνης. Ὅπου ὑπῆρχε τό μῖσος ἔφεραν τήν ἀγάπη۠ ὅπου ὑπῆρχε ἡ ἀδικία, τή δικαιοσύνη۠ ὅπου ἡ ἀμφιβολία, τήν πίστη۠ ὅπου ἡ ἀπελπισία, τήν ἐλπίδα۠ ὅπου τό σκοτάδι, τό φῶς۠ ὅπου ἡ λύπη, τή χαρά. 

Τήν πολύτιμη αὐτή κληρονομία τῆς καρποφορίας καλοῦνται νά συνεχίσουν καί οἱ σημερινοί χριστιανοί: Μέ τή δημιουργική καί καρποφόρο παρουσία τους ἡ ἔρημη, ἄγονη καί στεῖρα ἐποχή μας «θά γεμίση λουλούδια καί πλούσια βλάστησι» (Ἡσ. 35, 1-2). Ὅπου τούς ἔχει φυτεύσει ἡ ἀγάπη τοῦ Δημιουργοῦ: μέσα στήν οἰκογένεια, τήν ἐκπαίδευση, τίς ἰδιωτικές ἤ δημόσιες ὑπηρεσίες, τά μέσα ἐνημερώσεως, τούς ἐπιστημονικούς, πολιτιστικούς, κοινωνικούς, οἰκονομικούς καί πολιτικούς κύκλους, παντοῦ νά φέρουν τούς γλυκούς καρπούς τῶν καλῶν ἔργων. 

Γιά τούς χριστιανούς δέν ὑπάρχουν περίοδοι καρποφορίας καί ἀκαρπίας. Πάντοτε εἶναι καί πρέπει νά εἶναι καρποφόροι. Ἄς τό προσέξωμε αὐτό ἰδιαίτερα τώρα τό καλοκαίρι. Γιατί πολλοί ταυτίζουν τήν περίοδο τῶν διακοπῶν τοῦ καλοκαιριοῦ μέ τήν ἀργία καί τήν ἀπραξία. Τήν πραγματική ὅμως ξεκούρασι δέν θά τή βροῦμε στήν ἀργία ὅσο στίς δημιουργικές ἀπασχολήσεις. Νά μή στειρέψει ἡ καρδιά ἀπό τά αἰσθήματα τῆς ἀγάπης. Μιά καρδιά πού ἀγαπάει ἀληθινά, δέν σταματάει ποτέ, ὅπως καί ἡ καρδιά τοῦ Οὐρανίου Πατέρα μας. ΑΜΗΝ!

Σάββατο, Ιουλίου 05, 2014

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ Κυριακὴ Δ΄ Ματθαίου

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ
Ἀριθμὸς 27
Κυριακὴ Δ΄ Ματθαίου
6 Ἰουλίου 2014
Ματθαίου η΄ 5 - 13 

Ἡ συναίσθηση τῆς ἀναξιότητας τοῦ ἑκατόνταρχου, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, καὶ κατ’ ἐπέκταση ἡ ταπείνωσή του, εἶναι στοιχεῖο ἀπὸ τὸ ὁποῖο θὰ μπορούσαμε νὰ ἀντλήσουμε ἕνα ἰσχυρὸ μήνυμα γιὰ τὴν πορεία τὴν ὁποία ἀκολουθοῦμε στὴ ζωή μας. «Κύριε, δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ σὲ δεχθῶ στὸ σπίτι μου, πὲς ὅμως μόνο ἕνα λόγο σου, καὶ θὰ γιατρευθεῖ ὁ δοῦλος μου». Συγκλονίζουν, πράγματι, τὰ λόγια αὐτὰ γιατί σηματοδοτοῦν μία στάση, τὴν ὁποία δύσκολα ὁ ἄνθρωπος καὶ ἰδιαίτερα ὁ σημερινός, υἱοθετεῖ. Εἶναι ἡ περίπτωση ποὺ ἀποτολμᾶ μὲ ἕνα ἱερὸ «θράσος», νὰ γκρεμίσει τὰ ὀχυρὰ ποὺ συνήθως ἀνεγείρει, τὰ ὁποία ἀφήνουν τὸν ἑαυτό του σὲ μία παγερὴ ἀπόσταση ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ τὸ συνάνθρωπο. Εἶναι ἡ περίπτωση ποὺ ἀποκτᾶ συναίσθηση τῆς δικῆς του ἀδυναμίας καὶ κάνει τὴ μεγάλη κίνηση: νὰ ζητήσει τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ, τὸν ὁποῖο πλησιάζει μὲ πίστη καὶ ἐλπίδα.

Ὁ σημερινὸς ἄνθρωπος βιώνει μἰα τραγικότητα. Πολλὲς φορὲς ἀκολουθεῖ τὸ δικό του ἐγωιστικὸ δρόμο, ἐκεῖνο τῆς αὐτοθεοποίησης, καὶ ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ τρέφοντας τὴν ψευδαίσθηση ὅτι μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο εἶναι δυνατὸ νὰ ἐπιτύχει στὴ ζωή του. Ἐπιχειρεῖ μὲ τὶς δικές του καὶ μόνο δυνάμεις νὰ κάνει ἀκόμα καὶ «θαύματα», ἀλλὰ ἐκεῖνο ποὺ συνεχῶς δοκιμάζει εἶναι ἀπογοήτευση καὶ ἀγωνία. Αὐτὸ συμβαίνει διότι ἀρνεῖται τὴν παρουσία τοῦ Κυρίου στὴ ζωή του, ὁ Ὁποῖος εἶναι ὁ μόνος ποὺ μπορεῖ νὰ μᾶς προσφέρει θεραπεία σὲ κάθε μας ἀσθένεια καὶ βοήθεια, σὲ κάθε μας περίσταση.

Ὅταν ὁ Χριστὸς μπῆκε στὴν Καπερναούμ, ὁ ἑκατόνταρχος τὸν πλησίασε καὶ τὸν παρακάλεσε γιὰ ἕνα δοῦλο του. Τὸν παρακάλεσε συγκεκριμένα νὰ θεραπεύσει τὸν παράλυτο δοῦλο του. Ἡ καρδιὰ τοῦ Ρωμαίου στρατιωτικοῦ δὲν ἀντέχει νὰ τὸν βλέπει νὰ ὑποφέρει στὸ κρεβάτι τοῦ πόνου.

Σὲ μία ἐποχὴ κατά τὴν ὁποία οἱ Ρωμαῖοι, θεωροῦσαν τοὺς δούλους, περίπου σὰν ἀντικείμενα, ὁ ἑκατόνταρχος παρὰ τὴ θέση καὶ τὸ ἀξίωμά του, θεωρεῖ τὸν δοῦλο τοῦ σπιτιοῦ του σὰν δικό του παιδί. Ταπεινώνεται μπροστὰ στὸ Χριστὸ καὶ ζητᾶ τὸ ἔλεός του. Παρακαλεῖ νὰ τὸν θεραπεύσει καὶ ὁ Κύριος ἀνταποκρίνεται ἀμέσως.

Ὁ ἑκατόνταρχος μπροστὰ στὴν προθυμία τοῦ Χριστοῦ νὰ ἔλθει στὸ σπίτι του γιὰ νὰ θεραπεύσει τὸν ἄρρωστο δοῦλο του, αἰσθάνεται τὴ δική του ἀναξιότητα καὶ ὁμολογεῖ: «Κύριε, οὐκ εἰμὶ ἱκανός, ἵνα μου ὑπὸ τὴν στέγην εἰσέλθης»

Συνεχίζοντας, ἐκφράζει δημόσια τὴν πίστη του στὴν Θεότητα τοῦ Χριστοῦ, λέγοντας: «Μόνον εἰπὲ λόγον καὶ ἰαθήσεται ὁ παῖς μου». Ὡς Θεὸς ποὺ εἶσαι πὲς ἕναν λόγο. Αὐτὸς καὶ μόνον ἀρκεῖ γιὰ νὰ θεραπευθεῖ ὁ δοῦλος μου.

Εἶναι πράγματι ἀξιοθαύμαστη ἡ ταπείνωση τοῦ ἑκατόνταρχου, ἀλλὰ καὶ ἡ μεγάλη πίστη ποὺ ἐπέδειξε. Ἕνας πολὺ ἁρμονικὸς συνδυασμὸς ἀρετῶν ποὺ ἀνεβάζει τὸν ἄνθρωπο πολὺ ψηλὰ καὶ τὸν καταξιώνει ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ στὴν πιὸ αὐθεντική της μορφή.

Ἀγαπητοὶ μου ἀδελφοί, ἰδιαίτερα στὴν ἐποχή μας, σήμερα ποὺ μαστίζεται ἀπὸ τόσα πάθη, καὶ ὁ ἐγωϊσμὸς καὶ ἡ ὑπερηφάνεια, ἀλλὰ πολλὲς φορὲς καὶ ἡ ἀπιστία ἐμφωλεύουν στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων, ὁ ἑκατόνταρχος τῆς εὐαγγελικῆς διήγησής μας ἔρχεται νὰ φωτίσει ἕναν ἄλλον δρόμο ζωῆς. Ἐκεῖνον ποὺ περνᾶ μέσα ἀπὸ τὴ συναίσθηση τῆς ἀναξιότητάς μας καὶ ὁδηγεῖ στὴν ταπείνωση, γιὰ νὰ ἐπιζητοῦμε τὸ ἔλεος καὶ τὴν εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἕνας δρόμος μέσα ἀπὸ τὸν ὁποῖο προβάλλεται ἡ πίστη, ἡ ὁποία ἐκφράζεται ὡς ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στὸ Θεό, ποὺ εἶναι ἡ μόνη ἐλπίδα καὶ σωτηρία μας. Ἀμήν.

Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Χίου

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...