Δευτέρα, Μαρτίου 28, 2011

Τα θαύματα του Σταυρού.

Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος καὶ ῾Υμηττοῦ
κ.Δανιήλ

῾Η ὕψωσις τοῦ Τιμίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ γίνεται ἀφορμὴ πνευματικῆς πανηγύρεως καὶ χαρᾶς γιὰ τοὺς πιστούς. «Σταυροῦ πανήγυριν ἄγομεν καὶ τὸ τῆς ᾿Εκκλησίας ἅπαν καταστράπτεται πλήρωμα. Σταυροῦ πανήγυριν ἄγομεν καὶ χαρᾶς μαρμαρυγαῖς τὸ τῆς οἰκουμένης καταλάμπεται πρόσωπον». Μὲ τοὺς λόγους αὐτοὺς ὁ ἅγιος ᾿Ανδρέας Κρήτης ἀρχίζει τὸν πρῶτον λόγο του «εἰς τὴν παγκόσμιον ὕψωσιν τοῦ Τιμίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ» (Ρ. ὒ., τ. 97, στ. 1018), εἰσάγων τοὺς πιστοὺς στὴν θεολογίαν περὶ τῆς σταυρικῆς θυσίας τοῦ Κυρίου μας ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ ἀποφαινόμενος, ὅτι «Καὶ τὸ μνησθῆναι γὰρ σταυροῦ, χαρᾶς ὑπόθεσις πρόδηλος, καὶ συστολὴ σκυθρωπότητος» (στ. 1020).

῾Ο ἅγιος Πατέρας μας μὲ ρητορικὴ ἔξαρσι παραθέτει τὰ ὀνόματα τοῦ Σταυροῦ, τὰ ὁποῖα αὐτονοήτως εἶναι καὶ ἐνέργειες ἢ θαύματα τοῦ Σταυροῦ·

«Σταυρὸς Χριστιανῶν ἐλπίς, ἀπεγνωσμένων σωτήρ, χειμαζομένων λιμήν, ἀσθενούντων ἰατρός, παθῶν ἐλατήρ, ὑγείας δοτήρ, νενεκρωμένων ζωή, εὐσεβείας πρόγραμμα, βλασφημίας φίμωτρον.

Σταυρὸς ὅπλον κατ᾿ ἐχθρῶν, σκῆπτρον βασιλείας, διάδημα κάλλους, τύπος ἄγραφος, ῥάβδος δυνάμεως, ἔρεισμα πίστεως, βακτηρία γήρους, ὁδηγὸς τυφλῶν, φῶς τῶν ἐν σκότει, παιδευτὴς ἀφρόνων, διδάσκαλος νηπίων, ἁμαρτίας ἀναίρεσις, μετανοίας ἔνδειξις, δικαιοσύνης ὑπογραφεύς.

Σταυρὸς κλῖμαξ εἰς οὐρανὸν ἄγουσα, ὁδὸς πρὸς ἀρετὴν ὁδηγοῦσα, ζωῆς πρόξενος, θανάτου λύσις, φθορᾶς ἀλλοτρίωσις, πυρὸς σβεστήριον, πρὸς Θεὸν παῤῥησία, κλεὶς οὐρανῶν βασιλείας.



Σταυρὸς φύλαξ ἐν νυκτί, ἐν ἡμέρᾳ πύργος, ἐν σκότει χειραγωγός, ἐν εὐθυμίᾳ χαλινός, ἐν ἀθυμίᾳ ψυχαγωγός, διαλλακτήριος, ἱκέσιος, φίλιος, συνήγορος, προασπιστής, ἐπίκουρος.

Σταυρὸς ἐν πειρασμοῖς βοηθός, ἐν κινδύνοις σωτήρ, ἐν ἀθυμίαις παρήγορος, ἐν ἀνάγκαις βοηθός, ἐν θαλάσσῃ κυβερνήτης, ἐν συμφοραῖς ἀνάψυξις.

Σταυρὸς νυκτοφυλακεῖ τοὺς καθεύδοντας, συναγρυπνεῖ τοῖς ἀγρυπνοῦσι, τοῖς κεκμηκόσι συνεπαμύνει.

Σταυρὸς ἀτονούντων νεύρωσις, κοπιώντων ἀνάπαυσις, πεινώντων τροφή, νηστευόντων ἰσχύς, ἀγωνιστῶν ἀλείπτης, γυμνῶν σκέπη, συνοδοιπόρος τῶν ἐπιξενουμένων.

Σταυρὸς πλουσίων σωφρονιστής, πενήτων προνοητής, χηρῶν προστάτης, ὀρφανῶν ἀντίληψις καὶ τροφεύς.

Σταυρὸς ἀρχόντων τιμή, βασιλέων κράτος, στρατηγῶν νῖκος, ἁγνείας σφραγίς, συζυγίας σύνδεσμος.

Σταυρὸς πόλεων φύλαξ, οἴκων ἀσφάλεια, φιλίας συναρμοστής, τῶν ἐχθρῶν ἀμυντήριον, πολεμίων ἀντίπαλος, ἐθνῶν διωκτήριον, βαρβάρων σκόλοψ, εἰρήνης βραβευτής.

Σταυρὸς ἀγάπης πρυτανευτής, κόσμου καταλλαγή, περάτων διαγραφή, ὕψος οὐρανοῦ, γῆς βάθος, κτίσεως σύμπηξις, μῆκος τῆς φαινομένης, εὗρος τῆς οἰκουμένης· καὶ συνελόντα εἰπεῖν, σταυρὸς τῶν Χριστοῦ παθῶν τὸ κεφάλαιον, τῶν εἰς ἡμᾶς θαυμάτων ἡ κορωνίς» (στ. 1020 - 1021).


᾿Απὸ τὴν πλούσια θεολογία τῆς ᾿Εκκλησίας μας ἑστιάζουμε τὴν προσοχή μας σὲ τέσσερις πνευματικοὺς νόμους, νόμους τοῦ Θεοῦ, οἱ ὁποῖοι ἐφανερώθησαν μὲ τὴν σταυρικὴ θυσία τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ.

Αὐτὰ εἶναι τὰ θαύματα τοῦ Σταυροῦ·

α) ῾Ο σταυρὸς τοῦ Κυρίου ἑρμηνεύει τὴν ἀγάπη, τὴν καινὴ ἐντολὴ καὶ τὸν νόμο τῆς ἀγάπης.

῾Ο Κύριός μας συνομιλῶν μὲ τὸν μαθητή Του Νικόδημο ἀναφέρεται στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν κόσμο, τὴν ὁποία συνδέει μὲ τὴν σταυρικὴ θυσία Του γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ κόσμου· «ὑψωθῆναι δεῖ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ᾿ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον. Οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ᾿ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον» (᾿Ιωάν. γ´ 14-16).

(᾿Απόδοσις· Πρέπει νὰ ὑψωθῆ ὁ Υἱὸς τοῦ ᾿Ανθρώπου, ὥστε ὅποιος πιστεύει σ᾿ αὐτὸν νὰ μὴ χαθῆ, ἀλλὰ νὰ ζήση αἰώνια.

Τόσο πολὺ ἀγάπησε ὁ Θεὸς τὸν κόσμο, ὥστε παρέδωσε στὸ θάνατο τὸν μονογενῆ του Υἱό, γιὰ νὰ μὴ χαθῆ ὅποιος πιστεύει σ᾿ αὐτὸν, ἀλλὰ νὰ ἔχη ζωὴ αἰώνια).

Καὶ πρὸς τοὺς Μαθητάς Του διευκρίνισε, ὅτι τὸ ἀποκορύφωμα τῆς ἀγάπης εἶναι νὰ θυσιάζεσαι γι᾿ ἐκεῖνον, τὸν ὁποῖον ἀγαπᾶς· Εἶπε· «μείζονα ταύτης ἀγάπην οὐδεὶς ἔχει, ἵνα τις τὴν ψυχὴν αὐτοῦ θῇ ὑπὲρ τῶν φίλων αὐτοῦ» (᾿Ιωάν. ιε´ 13).

(᾿Απόδοσις· Κανεὶς δὲν ἔχει μεγαλύτερη ἀγάπη ἀπὸ κεῖνον ποὺ θυσιάζει τὴ ζωή του γιὰ χάρι τῶν φίλων του).

Μὲ τοὺς λόγους του αὐτοὺς ὁ Κύριός μας ἐφανέρωσε, ὅτι ἀγάπη σημαίνει θυσία. ῍Αν ἀγαπᾶς θυσιάζεσαι γι᾿ αὐτὸν τὸν ὁποῖον ἀγαπᾶς. ῍Αν δὲν δύνασαι νὰ θυσιάσης κάτι γι᾿ αὐτὸν εἶναι φανερὸ, ὅτι οὐδόλως ἀγαπᾶς. ᾿Ολίγον ἀγαπᾶς; ᾿Ολίγα θυσιάζεις. Πολὺ ἀγαπᾶς; πολλὰ θυσιάζεις. Τὰ πάντα θυσιάζεις καὶ αὐτὴ τὴν ζωή σου; Τότε ἔχεις τὴν τελεία καὶ μείζονα ἀγάπη.

Μάλιστα ὁ ᾿Απόστολος Παῦλος μὲ μιὰ ὡραία σειρὰ συλλογισμῶν ἀποδεικνύει ἔτι περαιτέρω τὸ μεγαλεῖον τῆς ἀγάπης τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ δι᾿ ἡμᾶς τοὺς ἁμαρτωλούς. Λέγει· «ἔτι γὰρ Χριστὸς ὄντων ἡμῶν ἀσθενῶν κατὰ καιρὸν ὑπὲρ ἀσεβῶν ἀπέθανε.
Μόλις γὰρ ὑπὲρ δικαίου τις ἀποθανεῖται· ὑπὲρ γὰρ τοῦ ἀγαθοῦ τάχα τις καὶ τολμᾶ ἀποθανεῖν. Συνίστησι δὲ τὴν ἑαυτοῦ ἀγάπην εἰς ἡμᾶς ὁ Θεός, ὅτι ἔτι ἁμαρτωλῶν ὄντων ἡμῶν Χριστὸς ὑπὲρ ἡμῶν ἀπέθανε» (Ρωμ. ε´ 6-8).

(᾿Απόδοσις· Γιατὶ ὁ Χριστὸς, παρ᾿ ὅλο ποὺ ἤμασταν ἀκόμη ἀνίκανοι νὰ κάνουμε τὸ καλὸ, πέθανε γιὰ μᾶς, τοὺς ἀσεβεῖς ἀνθρώπους, στὸν προκαθορισμένο καιρό. Δύσκολα θὰ ἔδινε κανεὶς τὴ ζωή του ἀκόμα καὶ γιὰ ἕνα δίκαιο ἄνθρωπο. ῎Ισως ἀποφάσιζε κανεὶς νὰ πεθάνη γιὰ κάποιον καλὸ ἄνθρωπο. ῾Ο Θεὸς ὅμως ξεπερνώντας αὐτὰ τὰ ὅρια ἔδειξε τὴν ἀγάπη του γιὰ μᾶς, γιατὶ ἐνῶ ἐμεῖς ζούσαμε ἀκόμα στὴν ἁμαρτία, ὁ Χριστὸς ἔδωσε τὴ ζωή του γιὰ μᾶς).

β) Στὸ Σταυρὸ ἀποκορυφώνεται ἡ σύγκρουσις τῶν δύο θελημάτων, τοῦ θελήματος τοῦ ἀνθρώπου κατὰ τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ.

Τὸ θέλημα τοῦ ἀνθρώπου ἐπεδίωξε πρῶτον μὲν νὰ ἐπιβληθῆ καὶ νὰ ὑπερισχύση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ καὶ ἐν συνεχείᾳ νὰ σκοτώση τὸν Θεὸ, γιὰ νὰ ζήση χωρὶς Θεό.

Αὐτὴ εἶναι ἡ τραγικότητα τῆς ἀνθρώπινης περιπέτειας, ἡ ὁποία ἄρχισε μὲ τὴν ἁμαρτία τῶν πρωτοπλάστων καὶ ὁλοκληρώθηκε ἀπὸ τοὺς σταυρωτὲς τοῦ Κυρίου.

Αὐτὴ δὲ ἀποτελεῖ καὶ ἀρχέτυπο τῆς πορείας κάθε ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος δὲν ἀποδίδει ὅ,τι ὀφείλει στὸν Κτίστη καὶ Δημιουργό του, δηλαδὴ τὴν ὑπακοή του καὶ τὴν ἐκπλήρωσι τοῦ σκοποῦ τῆς ὑπάρξεώς του, τοῦ λόγου, τῆς αἰτίας τῆς δημιουργίας του.

᾿Αντιθέτως ὁ Κύριος ᾿Ιησοῦς Χριστός. ῎Εγινε ἄνθρωπος γιὰ νὰ δείξη, ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἀντὶ νὰ συγκρούεται μὲ τὸν Δημιουργό του καὶ νὰ συντρίβεται, ἐὰν τὸ ἐπιθυμῆ, δύναται νὰ ἐπιλέξη τὴν ὑπακοὴ καὶ νὰ δοξασθῆ. «Διὸ εἰσερχόμενος εἰς τὸν κόσμον λέγει· ‘ Ϝ ἰδοὺ ἤκω, ...τοῦ ποιῆσαι, ὁ Θεὸς, τὸ θέλημά σου’» (῾Εβρ. ι´ 5, 7).

(᾿Απόδοσις· Γι᾿ αὐτό, κατὰ τὸν ἐρχομό του στὸν κόσμο ὁ Χριστός λέγει· νά με, Θεέ, ἔρχομαι νὰ κάνω τὸ θέλημά σου).

Αὐτὴ ἡ ὑπακοὴ ἐκφράσθηκε κατὰ τὴν ὥρα τῆς ὑπερφυοῦς προσευχῆς Του στὴν Γεθσημανῆ. Μᾶς παραδίδουν οἱ Εὐαγγελιστὲς, ὅτι τὴν ὥρα τῆς ἀγωνίας Του «ἔπεσεν ἐπὶ πρόσωπον αὐτοῦ προσευχόμενος καὶ λέγων· πάτερ μου, εἰ δυνατόν ἐστι παρελθέτω ἀπ᾿ ἐμοῦ τὸ ποτήριον τοῦτο· πλὴν οὐχ ὡς ἐγὼ θέλω, ἀλλ᾿ ὡς σύ» (Ματθ. κς´ 39).

(᾿Απόδοσις· ῎Επεσε μὲ τὸ πρόσωπο στὴ γῆ καὶ προσευχόταν μὲ τοῦτα τὰ λόγια· «Πατέρα μου, ἂν εἶναι δυνατό, ἂς μὴν πιῶ αὐτὸ τὸ ποτῆρι· ὅμως ἂς μὴ γίνη τὸ δικό μου θέλημα, ἀλλὰ τὸ δικό σου»).

῾Ο ᾿Απόστολος Παῦλος ἐξυμνεῖ αὐτὴν τὴν ὑπακοή τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ λέγων· «Καίπερ ὤν υἱὸς, ἔμαθεν ἀφ᾿ ὧν ἔπαθε τὴν ὑπακοὴν, καὶ τελειωθεὶς ἐγένετο τοῖς ὑπακούουσιν αὐτῷ πᾶσιν αἴτιος σωτηρίας αἰωνίου» (῾Εβρ. ε´ 8-9).

(᾿Απόδοσις· ῍Αν καὶ ἦταν Υἱός, ἔμαθε μέσα ἀπὸ τὰ παθήματά του τὴν ὑπακοή. ῎Ετσι ὁλοκλήρωσε τὸ ἔργο κι ἔγινε ἡ αἰτία νὰ σωθοῦν γιὰ πάντα ὅλοι ὅσοι ὑπακοῦνε σ᾿ Αὐτόν).

῾Ο Χριστὸς εἶναι πρότυπο ὑπακοῆς καὶ ταπεινώσεως κατὰ τὸν ᾿Απόστολο Παῦλο·

«Τοῦτο γὰρ φρονείσθω ἐν ὑμῖν, ὃ καὶ ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ, ὃς ἐν μορφῇ Θεοῦ ὑπάρχων οὐχ ἁρπαγμὸν ἡγήσατο τὸ εἶναι ἴσα Θεῷ, ἀλλ᾿ ἑαυτὸν ἐκένωσε μορφὴν δούλου λαβών, ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος· καὶ σχήματι εὑρεθεὶς ὡς ἄνθρωπος ἐταπείνωσεν ἑαυτὸν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δὲ σταυροῦ» (Φιλ. β´ 5-8).

(Νὰ ὑπάρχη μεταξύ σας τὸ ἴδιο φρόνημα ποὺ εἶχε κι ὁ ᾿Ιησοῦς Χριστός, ὁ ὁποῖος, ἂν καὶ ἦταν Θεός, δὲ θεώρησε τὴν ἰσότητά του μὲ τὸ Θεό ἀποτέλεσμα ἁρπαγῆς, ἀλλὰ τὰ ἀπαρνήθηκε ὅλα, πῆρε μορφὴ δούλου κι ἔγινε ἄνθρωπος· καὶ ὄντας πραγματικὸς ἄνθρωπος ταπεινώθηκε θεληματικὰ ὑπακούοντας μέχρι θανάτου, καὶ μάλιστα θανάτου σταυρικοῦ).

Τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ἐκδηλώνεται γενικῶς καὶ εἰδικῶς.

1. Γενικῶς.

Τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ συμπίπτει μὲ τὴν θεία οἰκονομία «πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» (Α´ Τιμ. β´ 4), γράφει ὁ ᾿Απόστολος Παῦλος ἀνακεφαλαιώνοντας τὶς προφητεῖες καὶ τὸ μήνυμα τοῦ ᾿Ιησοῦ.

῞Ολες οἱ φανερώσεις τοῦ θείου θελήματος στὴν διάρκεια τῆς ἱστορίας συναρμολογοῦνται, σύμφωνα μὲ ἕνα συνολικὸ διάγραμμα, σὲ ἕνα σχέδιο σοφίας.

῾Ωστόσο κάθε μιὰ ἀπὸ αὐτὲς τὶς φανερώσεις ἀφορᾶ σ᾿ ἕνα μοναδικὸ γεγονὸς καὶ γιὰ νὰ δεχθῆ ὁ ἄνθρωπος τὴν κυριαρχία τοῦ Θεοῦ πάνω σ᾿ αὐτὸ τὸ γεγονὸς προσεύχεται καὶ παρακαλεῖ «Γενηθήτω τὸ θέλημά σου» (Ματθ. στ´ 10, Λουκ. ια´ 2)

῎Ετσι ἡ ἱστορία, ποὺ ἔχει ἤδη ἐξελιχθεῖ, ἀποκαλύπτει τὸ προαιώνιο σχέδιο τοῦ Θεοῦ, ποὺ προσδιώρισε τὰ πάντα. Τὸ ἴδιο συμβαίνει κι ὅταν ὁ ἄνθρωπος ὑποτάσσεται στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. ᾿Ατενίζει τὸ μέλλον μὲ ἐμπιστοσύνη, διότι γνωρίζει ἐκ τῶν προτέρων, ὅτι ὁδηγεῖται ἀπὸ τὴν θεία πρόνοια.

2. Εἰδικῶς.

Αὐτὸ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ λαμβάνει μιὰ ἰδιαίτερη μορφή, ὅταν ἐκδηλώνεται στὸν ἄνθρωπο, γιατὶ ὁ ἄνθρωπος ὀφείλει νὰ συμμορφωθῆ μὲ τὸ θεῖο θέλημα ἐσωτερικῶς καὶ νὰ τὸ ἐκτελέση ἐλευθέρως. Παρουσιάζεται σ᾿ αὐτὸν ὡς κλῆσις, ἐντολή, ἀπαίτησις καὶ ὄχι ὡς πεπρωμένο. Οἱ δοθεῖσες ἀπὸ τὸν Θεὸ ἐντολὲς συγκεντρώνουν τὸ σύνολο τῶν θείων θελημάτων, οἱ ὁποῖες εἶναι σαφεῖς, αἰώνιες καὶ καθολικές.

Οἱ ἐντολὲς καὶ κατ᾿ ἐπέκτασι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, φαίνονται σὲ πολλοὺς, ὅτι ἔχουν στατικὴ μορφή. Αὐτὴ ὅμως εἶναι ἡ εἰδοποιὸς διαφορά, ὅτι μέσα σὲ ἕνα συνεχῶς μεταβαλλόμενο κόσμο μένει ἀναλλοίωτο τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. (Ματθ. ε´ 17-19 καὶ ῾Εβρ. α´ 10-12 ) «᾿Ιησοῦς Χριστὸς χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας» (῾Εβρ. ιγ´ 8)

Πρέπει να καταβάλη προσπάθεια ὁ ἄνθρωπος γιὰ νὰ προσδιορίση αὐτὸ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἀφορᾶ σ᾿ αὐτὸν προσωπικῶς μὲ τὴν βοήθεια καὶ τὴν συνεργεία τῶν ἐντολῶν.

Τὸ προσωπικό μας θέλημα προκαλεῖ ἀπὸ μέρους μας μιὰ ἀπάντησι, ἕνα διάλογο μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, τὸ ὁποῖο τελικῶς πρέπει νὰ ἐξελιχθῆ σὲ πρᾶξι καὶ ἐφαρμογή του. ᾿Αφοῦ τὸ θεῖο θέλημα ἐκπληρώνεται στὸν οὐρανό, ὀφείλει νὰ ἐκπληρώνεται καὶ στὴν γῆ.

Τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι οὐσιαστικῶς θέλημα σωτηρίας καὶ κινεῖται γιὰ νὰ συναντήση τὸ θέλημα τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ δὲν θέλει νὰ τὸ ἐξαφανίση ἢ νὰ τὸ ἀντικαταστήση, ἀλλὰ νὰ τὸ τελειοποιήση.

Γιὰ νὰ γίνη αὐτὸ, πρέπει ὁ Θεὸς νὰ νικήση τὴν ἀνθρώπινη κακία καὶ νὰ ἐπιτύχη τὴν κοινωνία τῶν θελήσεων.

γ) Μὲ τὸν σταυρὸ ἡ ταπείνωσις γίνεται καύχημα καὶ δόξα.

῾Ο Σταυρὸς εἶναι ἡ δόξα τῆς ταπεινώσεως καὶ ἡ δόξα τῆς ἀδυναμίας.

Περὶ αὐτοῦ παραθέτουμε ὅσα ὁ ἅγιος ᾿Ανδρέας ὁ Κρήτης πανηγυρικῶς ἀναφέρει εἰς τὸν προαναφερθέντα λόγον του·

«Τοῦτο (δηλαδὴ ὁ Σταυρός) καὶ δόξα Χριστοῦ καλεῖται, καὶ ὕψος Χριστοῦ προσαγορεύεται. Τοῦτο καὶ ποτήριον ἐπιθυμητὸν νοεῖται, καὶ τῶν ὑπὲρ ἡμῶν Χριστοῦ παθημάτων συμπέρασμα. ῞Οτι δὲ δόξα Χριστοῦ ὁ σταυρός, ἄκουσον αὐτοῦ λέγοντος· ‘Νῦν ἐδοξάσθη ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, καὶ ὁ Θεὸς ἐδοξάσθη ἐν αὐτῷ, καὶ εὐθέως δοξάσει αὐτόν.’ (᾿Ιωαν. ιγ´ 31) Καὶ πάλιν· ‘Δόξασόν με σύ, Πάτερ, τῇ δόξῃ ἣν εἶχον πρὸ τοῦ τὸν κόσμον εἶναι παρὰ σοί.’ (᾿Ιων. ιζ´ 5) Καὶ αὖθις· «Πάτερ, δόξασόν σου τὸ ὄνομα. ῏Ηλθεν οὖν φωνὴ ἐκ τῶν οὐρανῶν· Καὶ ἐδόξασα, καὶ πάλιν δοξάσω.’ (᾿Ιωαν. ιβ´´ 28) Δόξαν ἐνταῦθα λέγων τὴν ἐπὶ τῷ σταυρῷ προσγινομένην τότε τῶν στοιχείων ἐναλλαγὴν καὶ συμπάθειαν. ῎Εδει γὰρ τῷ Κτίστῃ συμπαθεῖν καὶ τὰ κτίσματα.
῞Οτι δὲ καὶ ὕψος Χριστοῦ ὁ σταυρός, ἄκουσον τί φησιν αὐτός· ‘῞Οταν ἐγὼ ὑψωθῶ, τότε πάντας ἑλκύσω πρὸς ἑμαυτόν·’ (᾿Ιωαν. ιβ´ 32) ὡς καὶ ἐν ἑτέρῳ λέγει· ‘Καθὼς Μωϋσῆς ὕψωσε τὸν ὄφιν ἐν τῇ ἐρήμῳ, οὕτως ὑψωθῆναι δεῖ τὸν Υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου.’ ((᾿Ιωαν. γ´ 14) Διὰ τί; ῞Ινα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτόν, μὴ ἀπόληται, ἀλλ᾿ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον.’ Βλέπεις ὅτι δόξα καὶ ὕψος Χριστοῦ, σταυρός;

Βούλει γνῶναι ὅτι ἐνταῦθα ὕψος, ἐκεῖ δὲ δόξα παρέπεται; ῎Ακουε τοῦ Δαβὶδ λέγοντος· ‘῾Υψώθητι ἐπὶ τοὺς οὐρανούς, ὁ Θεός, καὶ ἐπὶ πᾶσαν τὴν γῆν ἡ δόξα σου.’ (Ψαλ. ρζ´ 6) Καὶ τοῦ ᾿Ησαΐου πάλιν, ὡς ἐκ προσώπου Χριστοῦ· ‘Νῦν ἀναστήσομαι, λέγει ὁ Κύριος, νῦν ὑφωθήσομαι, νῦν δοξασθήσομαι.’ (᾿Ησ.λγ´ 10) ᾿Επεὶ οὖν ὕψος ἡ δόξα, ὑψοῦται δὲ σήμερον ὁ σταυρὸς δοξάζεται δῆλον καὶ ὁ Χριστός. Εἰ γὰρ δόξα Χριστοῦ ὁ σταυρός, σήμερον [ὑψοῦται ὁ σταυρός,] ἵνα δοξασθῇ ὁ Χριστός. Οὐχ ὑψοῦται Χριστὸς ἵνα δοξασθῇ ὁ σταυρός, ἀλλ᾿ ὑψοῦται ὁ σταυρὸς ἵνα ὁ Χριστὸς δοξασθῇ. Δοξάζεται δὲ Χριστὸς ἵνα ἡμᾶς ἑαυτῷ συνανυψώσῃ.
῾Υψοῦται οὖν ὁ σταυρὸς, καὶ συνυψοῖ τῶν εὐσεβούντων τὸ φρόνημα. Δοξάζεται Χριστός, καὶ συνδοξάζει τοὺς δοξάζοντας αὐτόν. ῾Υψοῦται σταυρός, καὶ κατασπᾷ τὴν ὀφρὺν τῶν δαιμόνων. Δοξάζεται Χριστός, καὶ καταισχύνει τὸν ἀρχέκακον ὄφιν. ῾Υψοῦται σταυρός, καὶ ἀνορθοῖ τοὺς καταπίπτοντας.
Δοξάζεται Χριστός, καὶ τῶν δι᾿ ἁμαρτίαν πεσόντων ἀμαυροῖ τὴν αἰσχύνην. ῾Υψοῦται ὁ σταυρός, καὶ πίπτουσιν εἴδωλα. Δοξάζεται Χριστός, καὶ διάβολος πλήττεται. Οὗτός ἐστιν ὁ τοῦ Χριστοῦ σταυρός, τὸ Δεσποτικὸν σημεῖον, τὸ σωτήριον ὅπλον, τὸ βασιλικὸν κράτος, τὸ τῆς νίκης τρόπαιον, τὸ τῶν ἄνω καὶ κάτω μεταίχμιον, τῶν βεβαιοπίστων τὸ σύνταγμα, ἡ ἀποστολικὴ κορυφὴ καὶ προφητικὴ διόπτρα, τῶν μαρτύρων ὁ στέφανος, τῶν τὸν Χριστὸν προσκυνούντων ὁ ἀῤῥαβών» (στ. 1021, 1024, 1025).

Εἶναι χρήσιμο ἐδῶ νὰ σημειώσουμε, ὅτι ἡ δημιουργία τοῦ κόσμου καὶ τὸ μυστήριο τῆς σάρκα οἰκονομίας, κατὰ τὴν διδασκαλία τῆς Γραφῆς καὶ τῆς τῶν Πατέρων, θεωροῦνται κένωσις καὶ ταπείνωσις τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία κορυφοῦται στὸν ἄδικο καὶ ἐξευτελιστικὸ διὰ σταυροῦ θάνατο, μὲ τὸν ὁποῖο ὁ Θεὸς ἔδειξε ἄλλο τρόπο δόξης, διὰ ταπεινώσεως. ῾Η ἀδυναμία τοῦ Θεοῦ γίνεται δύναμις τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἡ συγκατάβασις τοῦ Θεοῦ ἀνάβασις τοῦ ἀνθρώπου.

῾Ο μέγας τῆς Θεσσαλονίκης φωστῆρας Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς στὸν λόγο του στὴν Καινὴ Κυριακή, δηλαδὴ τοῦ Θωμᾶ (῾Αγ. Γρηγορίου Παλαμᾶ, ΕΠΕ τ. 9, σελ. 494, § 7), λέει, ὅτι δημιουργῶν ὁ Θεὸς τὸν κόσμο στὶς ἕξ ἡμέρες ἀπὸ τῆς πολλῆς ἐπιθυμίας καὶ ἀγάπης, τὴν ὁποία εἶχε στὸ νὰ δημιουργήση, ὡσεὶ νὰ ἔγινε ἔξω ἑαυτοῦ καὶ στὴν ἑβδόμη καταπαύσας ἦλθε στὸν ἑαυτό του, ἐπαναλαμβάνων τοῦτο ἐκ τῶν λόγων τοῦ μεγάλου Διονυσίου τοῦ ᾿Αρεοπαγίτου λέγοντος στὸ δ´ κεφάλαιο § 8 περὶ τῶν θείων ὀνομάτων· «Τολμητέον δὲ καὶ τοῦτο ὑπὲρ ἀληθείας εἰπεῖν, ὅτι καὶ αὐτὸς ὁ πάντων αἴτιος, τῷ καλῷ καὶ ἀγαθῷ τῶν πάντων ἔρωτι, δι᾿ ὑπερβολὴν τῆς ἐρωτικῆς ἀγαθότητος, ἔξω ἑαυτοῦ γίνεται ταῖς εἰς τὰ ὄντα προνοίαις καὶ οἷον ἀγαθότητι καὶ ἀγαπήσει, καὶ ἔρωτι θέλγεται· καὶ ἐκ τοῦ ὑπὲρ πάντα, καὶ πάντων ἐξῃρημένου, πρὸς τὸ ἐν πᾶσι κατάγεται, κατ᾿ ἐκστατικὴν ὑπερούσιον δύναμιν, ἀνεκφοίτητον ἑαυτοῦ» (Διονυσίου ᾿Αρεοπαγίτου, τ. Β´, σελ. 92, ᾿Εκδ. Πουρναρᾶ).

Στο θεολογικώτατο Δοξαστικὸ τοῦ ῎Ορθρου τοῦ Μεγ. Σαββάρου, ἡ ᾿Εκκλησία διὰ τῆς ῾Υμνολογίας της ἐπισφραγίζει·

«Τὴν σήμερον μυστικῶς, ὁ μέγας Μωϋσῆς προδιετυποῦτο λέγων· Καὶ εὐλόγησεν ὁ Θεός, την ἡμέραν τὴν ἑβδόμην· τοῦτο γάρ ἐστι τὸ εὐλογημένον Σάββατον, αὕτη ἐστὶν ἡ τῆς καταπαύσεως ἡμέρα· ἐν ᾗ κατέπαυσεν ἀπὸ πάντων τῶν ἔργων αὐτοῦ, ὁ Μονογενὴς Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, διὰ τῆς κατὰ τὸν θάνατον οἰκονομίας, τῇ σαρκὶ σαββατίσας· καὶ εἰς ὃ ἦν, πάλιν ἐπανελθών, διὰ τῆς ᾿Αναστάσεως, ἐδωρήσατο ἡμῖν ζωὴν τὴν αἰώνιον, ὡς μόνος ἀγαθὸς καὶ φιλάνθρωπος».

Καὶ στὸ τροπάριο τῆς δ´ ᾠδῆς τοῦ Κανόνος τοῦ Μεγ. Σαββάτου τὸ ἴδιο νόημα ἀναφέρεται·

«῾Εβδόμην σήμερον ἡγιάσας, ἣν εὐλόγησας
πρίν, καταπαύσει τῶν ἔργων· παράγεις γὰρ
τὰ σύμπαντα, καὶ καινοποιεῖς, σαββατίζων Σω-
τήρ μου, καὶ ἀνακτώμενος».

῾Ο Μέγας Βασίλειος στὴν ἑρμηνεία τοῦ μδ´ Ψαλμοῦ διδάσκει, ὅτι τὸ μυστήριο τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας καὶ ἡ συγκατάβασις τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ὑπερβαίνει καὶ αὐτὴ τὴν δημιουργία τοῦ ἀοράτου καὶ ὁρατοῦ κόσμου.

«Μεγίστης ἀπόδειξιν δυνάμεως ἔχει τὸ δυνηθῆναι Θεὸν ἐν ἀνθρώπου φύσει γενέσθαι. Οὐ γὰρ τοσοῦτον οὐρανοῦ καὶ γῆς σύστασις, καὶ θαλάσσης, καὶ ἀέρος, καὶ τῶν μεγίστων στοιχείων ἡ γένεσις, καὶ εἴ τι ὑπερκόσμιον νοεῖται, καὶ εἴ τι καταχθόνιον, τὴν δύναμιν παρίστησι τοῦ Θεοῦ λόγου, ὅσον ἡ περὶ τὴν ἐνανθρώπησιν οἰκονομία, καὶ ἡ πρὸς τὸ ταπεινὸν καὶ ἀσθενὲς τῆς ἀνθρωπότητος συγκατάβασις» (ΕΠΕ, τ. 5, σελ. 272).

῾Ο δὲ τοῦ Μεγάλου Βασιλείου ἀδελφὸς ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης, στὸν Κατηχητικὸ λόγο, κεφ. 24, § 1, ἐξηγεῖ τὴν αἰτία, γιὰ τὴν ὁποία ἡ ἔνσαρκος οἰκονομία ὑπερβαίνει τὴν δημιουργία ὅλων τῶν κτισμάτων· ἐπειδὴ ἐκείνη μὲν εἶναι κατὰ φύσιν, αὐτὴ δὲ ὑπέρ φύσιν, χρησιμοποιῶν ὡς παράδειγμα τὴν κίνησιν τοῦ πυρός.
Λέγει ἐπὶ λέξει· «Τὸ μὲν γὰρ μέγα τε καὶ ὑψηλὸν ἐξεργασθῆναι παρὰ τῆς θείας δυνάμεως κατὰ φύσιν πώς ἐστι καὶ ἀκόλουθον, καὶ οὐκ ἄν τινα ξενισμὸν ἐπάγοι τῇ ἀκοῇ Ϝ, ἡ δὲ πρὸς τὸ ταπεινὸν κάθοδος, περιουσία τίς ἐστι τῆς δυνάμεως, οὐδὲν ἐν τοῖς παρὰ φύσιν κωλυομένης. ῾
Ως γὰρ ἴδιόν ἐστι τῆς τοῦ πυρὸς οὐσίας ἡ ἐπὶ τὸ ἄνω φορά, καὶ οὐκ ἄν τις θαύματος ἄξιον ἐπὶ τῆς φλογὸς ἡγεῖτο τὸ φυσικῶς ἐνεργούμενον, εἰ δὲ ῥέουσαν ἐπὶ τὸ κάτω καθ᾿ ὁμοιότητα τῶν ἐμβριθῶν σωμάτων ἴδοι τὴν φλόγα, τὸ τοιοῦτον ἐν θαύματι ποιεῖται, πῶς τὸ πῦρ διαμένει πῦρ ὃν καὶ ἐν τῷ τρόπῳ τῆς κινήσεως ἐκβαίνει τὴν φύσιν ἐπὶ τὸ κάτω φερόμενον, οὕτω καὶ τὴν θείαν τε καὶ ὑπερέχουσαν δύναμιν, οὐκ οὐρανῶν μεγέθη καὶ φωστήρων αὐγαὶ καὶ ἡ τοῦ παντὸς διακόσμησις καὶ ἡ διηνεκὴς τῶν ὄντων οἰκονομία τοσοῦτον, ὅσον ἡ ἐπὶ τὸ ἀσθενὲς τῆς φύσεως ἡμῶν συγκατάβασις δείκνυσι, πῶς τὸ ὑψηλὸν ἐν τῷ ταπεινῷ καθορᾶται καὶ οὐ καταβαίνει τὸ ὕψος, πῶς θεότης ἀνθρωπίνῃ συμπλακεῖσα φύσει καὶ τοῦτο γίνεται καὶ ἐκεῖνό ἐστιν» (ΕΠΕ. τ. 1. σελ. 472, 474).

Τὰ αὐτὰ καὶ ἄλλοι πατέρες διδάσκουν, ὅπως ὁ ῞Αγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καὶ ὁ Φιλαδελφείας Μακάριος ὁ καλούμενος Χρυσοκέφαλος.

῾Ο ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς στὸ λόγο του στὴ γέννησι τοῦ Χριστοῦ (ΕΠΕ, τ. 11 §§ 1,6 σελ 454-462) διδάσκει, ὅτι ἡ συγκατάβασις αὐτὴ τοῦ Θεοῦ Λόγου δὲν προξένησε σ᾿ Αὐτὸν μεταβολή, ἀλλοίωσι, ἢ ἐλάττωσι, ἀλλὰ τὸ ἀντίθετον προσέθεσε μεγαλυτέρα δόξα καὶ ὕψος· ἐπειδὴ ὁ Θεὸς εἶναι φύσει ἀνώτατος καὶ ὕψιστος πάντων καὶ δὲν εἶχε νὰ ἀναβῆ σὲ ἀνώτερο ὕψος καὶ δόξα μεγαλυτέρα, δὲν ἠδύνατο νὰ δοξασθῆ καὶ ὑψωθῆ μὲ ἄλλο τρόπο, εἰμὴ ἀπὸ τῶν κάτω, ἀπὸ τὸ νὰ συγκαταβῆ, καὶ νὰ ταπεινωθῆ μὲ τὰ κτισμάτά Του· Διότι δόξα τοῦ ὑψηλοῦ εἶναι ἡ πρὸς τὰ ταπεινὰ συγκατάβασις· γιὰ νὰ δείξη καὶ στὰ δημιουργήματα, τὰ ὁποῖα ἀπὸ τοῦ πόθου τοῦ ὕψους καὶ τῆς δόξης ἐφθάρησαν, ὁδὸ ἀρίστης ὑψώσεως καὶ δόξης ἀληθοῦς, τὴν ταπείνωσιν.

Διὰ τοῦτο ἡ ἐνσάρκωσις τοῦ Θεοῦ Λόγου, τὰ βρεφικά του σπάργανα, ἡ ἀνάκλισις στὴν φάτνη, ὁ ταπεινότατος νιπτὴρ τῶν ποδῶν τῶν μαθητῶν Του, ὁ ἄτιμος θάνατος τοῦ σταυροῦ Του, ἡ κατάθεσίς Του στὸν τάφο, ἡ κάθοδός Του στὸν ῞ᾼδη καὶ ἁπλῶς ὅλα τὰ ταπεινὰ ἔργα καὶ πάθη, τὰ ὁποῖα ἐνήργησε καὶ ὑπέμεινε στὴν γῆ, εἶναι τόσο ἔνδοξα καὶ τόσο ὑψηλά, ὅσο δὲν εἶναι ὑψηλὸς καὶ ἔνδοξος ὁ οὐρανὸς καὶ οἱ οὐράνιες καὶ ὑπερκόσμιες δυνάμεις.

δ) Πρὸς καιρὸν ἐφάνη ὅτι μὲ τὸν θάνατο τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ τὸ κακὸ νικᾶ καὶ θριαμβεύει, ὅτι ἔχει τὸν τελευταῖο λόγο στὴν ἱστορίαν καὶ τὴν ζωή, ἀλλὰ ἡ ἀνάστασις δείχνει, ὅτι ὁ Θεὸς καὶ τὸ θέλημά Του νικοῦν, καὶ νικοῦν αἰωνίως.

Μὲ ποιητικὴ ἔξαρσι ἡ θεολογία τῆς ἐκκλησίας μας ὑμνεῖ αὐτὴ τὴν αἰώνια νίκη τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ καὶ πανηγυρίζει γιὰ τὴν ἧττα τῶν ἀντιθέων δυνάμεων καὶ τὴν αἰώνια ταπείνωσί τους, στὸ Δοξαστικὸ τῶν ἑσπερίων στιχηρῶν τοῦ πανηγυρικοῦ ῾Εσπερινοῦ τῆς ῾Υψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ.

«Δεῦτε ἅπαντα τὰ ἔθνη, τὸ εὐλογημένον ξύλον προσκυνήσωμεν, δι᾿ οὗ γέγονεν ἡ αἰώνιος δικαιοσύνη· τὸν γὰρ Προπάτορα ᾿Αδάμ, ὁ ἀπατήσας ἐν ξύλῳ, τῷ Σταυρῷ δελεάζεται· καὶ πίπτει κατενεχθεὶς πτῶμα ἐξαίσιον, ὁ τυραννίδι κρατήσας τοῦ βασιλείου πλάσματος. Αἵματι Θεοῦ, ὁ ἰὸς τοῦ ὄφεως ἀποπλύνεται· καὶ κατάρα λέλυται, καταδίκης δικαίας, ἀδίκῳ δίκῃ τοῦ δικαίου κατακριθέντος· ξύλῳ γὰρ ἔδει τὸ ξύλον ἰάσασθαι, καὶ πάθει τοῦ ἀπαθοῦς, τὰ ἐν ξύλῳ λύσαι πάθη τοῦ κατακρίτου. ᾿Αλλά δόξα Χριστὲ Βασιλεῦ, τῇ περὶ ἡμᾶς σου φρικτῇ οἰκονομίᾳ, δι᾿ ἧς ἔσωσας πάντας, ὡς ἀγαθος καὶ φιλάνθρωπος».

Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ἐνισχύεται ὁ πιστὸς στὸν ἀγῶνα του κατὰ τῆς ἁμαρτίας, ἀλλὰ καὶ στὸν καθημερινό του ἀγῶνα γιὰ νὰ ἀντιμετωπίση τοὺς ποικίλους πειρασμούς, τὶς δοκιμασίες καὶ τὶς ὀδυνηρὲς περιστάσεις τῆς ζωῆς.

᾿Εμεῖς καλούμεθα ἑκουσίως, μὲ τὴν θέλησί μας νὰ νεκρώσουμε τὴν ἁμαρτία γιὰ νὰ ζήσουμε μὲ τὸν Νικητὴ τοῦ θανάτου αἰωνίως

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά