Πέμπτη, Ιουνίου 16, 2011

“Του Κυρίου δεηθώμεν”

 
undefined
Η Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού, είναι περισσότερο Εκκλησία προσευχόμενη και λιγότερο διδάσκουσα. Όχι γιατί υποτιμά την αξία του λόγου του Θεού και την εξαγγελία των θείων μηνυμάτων του, προς τον λαό. Κάθε άλλο! Αλλά διότι πιστεύει -και αυτό θέλει να εμπνεύσει και στους πιστούς- ότι η προσευχή και η λατρεία του Θεού, είναι η πιό άμεση οδός επικοινωνίας μαζί Του, φωτισμού του νου μας, εμπειρικής θεογνωσίας, αλλά και επιλύσεως όλων των προβλημάτων της ζωής.
Γι’ αυτό και συνεχώς προτρέπει και παρωθεί τα μέλη της να προσεύχονται “εν παντί καιρώ και πάση ώρα”, υψώνοντας “οσίους χείρας, χωρίς οργής και διαλογισμού” (Α! Τιμ. 2,8) προς τον “δυνάμενον σώζειν αυτούς εκ θανάτου” (Εβρ. 5,7).
Τούτο δε κάνει κατ’ εξοχήν κατά την κοινή λατρεία της, όπου συχνότατα ακούγεται το λειτουργικό της παράγγελμα: “Του Κυρίου δεηθώμεν”.
Το “δεηθώμεν” είναι προστακτική του ρήματος δέομαι, δηλαδή έχω ανάγκη κάποιου πράγματος και κατ’ επέκταση σημαίνει προσεύχομαι, αφού στην προσευχή προς τον Θεό μας σπρώχνουν οι ποικίλες πνευματικές και υλικές μας ανάγκες.
Η Εκκλησία μας επιθυμεί, κατά την διάρκεια της λατρείας και της θείας Λειτουργίας, συχνότατη, αν όχι συνεχής, να είναι η ανύψωση των καρδιών μας, προς τον Σωτήρα μας Χριστό, με ειρήνη και εσωτερική αίσθηση της  παρουσίας Του, ανάμεσά μας. Και γι’ αυτό πολλές φορές επανέρχεται στην προτροπή της αυτή “έτι και έτι εν ειρήνη του Κυρίου δεηθώμεν”, θέλοντας να μας βοηθήσει να αποτινάξουμε από την ψυχή μας τη ραθυμία και τη λήθη, τους φοβερούς αυτούς κλέπτες της χάριτος. Την πράξη της αυτή η Εκκλησία τη στηρίζει στην εντολή του Χριστού, ο οποίος θέλει να επιμένουμε στις προσευχές και να μη αποκάμουμε: “Έλεγε δε και παραβολήν αυτοίς προς το δειν πάντοτε προσεύχεσθαι αυτούς και μη εκκακείν (να μη αποκάνουν)” (Λουκ. 18,1).
Είναι δε ρητές και κατηγορηματικές οι υποσχέσεις του Κυρίου μέσα στο Λόγο Του, ότι εισακούει τις δεήσεις των δικαίων και ικανοποιεί αμέσως τα προς το συμφέρον ποικίλα αιτήματά τους: “θέλημα των φοβούμενων Αυτόν ποιήσει και της δεήσεως αυτών εισακούσεται” (Ψαλμ. 144) Και: “Αιτείτε και δοθήσεται υμίν…” (Ματθ. 7,7). Και πάλι: “πάντα όσα εάν αιτήσητε εν τη προσευχή πιστεύοντες λήψεσθε” (Ματθ. 21,22).
Επί πλέον και η πείρα των Αγίων, αλλά και των απλών πιστών, έχει να μαρτυρήσει, με αδιάσειστα και χειροπιαστά ντοκουμέντα, πόσο πιστός στις υποσχέσεις Του είναι ο Κύριος επεμβαίνοντας πολλές φορές θαυματουργικά!
Όμως ο ίδιος πάλιν ο Κύριος μας έχει βεβαιώσει ότι η επί το αυτό σύναξη των πιστευόντων σε Αυτόν, εξασφαλίζει κατά τρόπο απόλυτο και άμεσο την   ζωντανή παρουσία Του ανάμεσά τους. “Ου γαρ είσί -λέ­γει- δύο ή τρεις συνηγμένοι εις το εμόν όνομα, εκεί ειμί εν μέσω αυτών” (Ματθ. 18,20), Αυτό σημαίνει ότι όταν η προσευχή και η δέηση των πιστών εντάσσεται μέσα στην κοινή λατρεία της Εκκλησίας, αποκτά πολύ μεγαλύτερη δύναμη και αποτελεσματικότητα, από κάθε άλλη ατομική αναφορά τους προς τον Θεό. Και από αυτό αντιλαμβάνεται κανείς πόσο μεγάλη αξία έχει η συμμετοχή στις κοινές συνάξεις της Εκκλησίας και μάλιστα στην ευχαριστιακή σύναξη της θ. Λειτουργίας, όπου ο Χριστός είναι παρών όχι μόνον αοράτως, αλλά και αισθητώς, ως το “εσφαγμένον αρνίον”  επί της Αγίας Τραπέζης.
Εν μέσω της θείας Λειτουργίας -γράφει ο οσ. Θεόγνωστος- η λατρεία και εξιλέωση και ικέτευση του Θεού, υπερέχει τόσο από κάθε ψαλμωδία και προσευχή, όσο διαφέρει στη λαμπρότητα από τα άστρα ο ήλιος. Γιατί στη θεία ιερουργία θυσιάζουμε και παρουσιάζουμε και προβάλλουμε για εξιλέωσή μας, τον ίδιο τον μονογενή Υιό του Θεού”.
Η θέση αυτή στηρίζεται και πάλι στην ρητή υπόσχεση του Σωτήρος μας Χριστού, προς τους αποτελούντας το Σώμα Του: “αμήν λέγω υμίν ότι, εάν δύο υμών συμφωνήσωσιν επί της γης περί παντός πράγματος, ου εάν αιτήσωνται, γενήσεται αυτοίς παρά του Πατρός μου του εν ουρανοίς” (Ματθ. 18,19). Πρέπει να επικεντρωθεί η προσοχή μας στα δύο ρήματα: “συμφωνήσωσιν” και “γενήσεται”. Το πρώτο υπονοεί ενότητα καρδιών στο όνομα του Χριστού, αλλά και ταυτότητα αιτημάτων, δηλ. εκκλησιαστικότητα και κοινότητα “εν ενί στόματι και μια καρδία”. Το δεύτερο υπόσχεται άμεση αποδοχή και πιστή εκπλήρωση των “ων εάν αιτήσωνται”, παρά του Πατρός των φώτων.
Στην αρχή της θ. Λειτουργίας και ενώ ο διάκονος προτρέπει συνεχώς το λαό “έτι και έτι του Κυρίου δεηθώμεν” ο ιερέας απευθύνει προς τον Θεό, εκ μέρους του λαού, μια θαυμάσια ευχή: “ο τας κοινάς ταύτας και συμφώνους ημίν χαρισάμενος προσευχάς, ο και δυσί και τρισί συμφωνούσιν επί τω ονόματί Σου, τας αιτήσεις παρέχειν επαγγειλάμενος, αυτός και νυν των δούλων τα αιτή­ματα προς το συμφέρον πλήρωσον… κ.λπ.”. Οι από συμφώνου προσευχές και αιτήματα είναι χάρισμα και δωρεά του Θεού.
Στην ευχαριστιακή Σύναξη της Εκκλησίας παραδίδουμε με εμπιστοσύνη όλη τη ζωή μας στα χέρια του Χριστού (Χριστώ τω Θεώ παραθώμεθα). Γι’ αυτό και όλα τα αιτήματα που απευθύνουμε προς Αυτόν, υπερκα­λύπτουν όλες τις πλευρές του ανθρώπινου, ατομικού, οικογενειακού και κοινωνικού μας βίου. Αναφέρονται σε όλο το φάσμα των υπαρξιακών, μεταφυσικών, πνευματικών και άλλων αναγκών της ανθρώπινης υπάρξεως. Αγκαλιάζουν όλες τις τάξεις και καταστάσεις, καταργώντας όλες τις αποστάσεις, που χωρίζουν τους ανθρώπους έξω από το Χριστό. Κατά τον Άγ. Συμεών τον Θεσσαλονίκης: “Η Εκκλησία πάντας συνάπτει και υπέρ πάντων εύχεται”. Δεόμεθα λοιπόν και αιτούμεθα παρά του Κυρίου για την ειρήνη ημών αλλά και του σύμπαντος κόσμου. Την ενότητα, την μετάνοια και επιστροφή προς τον Θεό. Το έλεος και τη συγχώρησή μας, την αγάπη και συναδέλφωση πάντων. Την υγεία μας και την απόλαυση των επιγείων αγαθών, όπως και των επουρανίων. Και όλα αυτά δυνάμει της θυσίας του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.
Έτσι, με τα λειτουργικά μας αιτήματα, βοηθούμαστε να ζούμε την καθολικότητα και την οικουμενικότητα της ορθοδόξου Εκκλησίας και λατρείας. Αποκτούμε καθολική συνείδηση, και οικουμενική καρδιά, με την θυσιαστική αγάπη του Χριστού, η οποία περιχωρεί τους πάντας και τα πάντα.
Επίσης παρατηρούμε ότι στις δεήσεις και τα αιτήματά μας, υπάρχει μία ιεράρχηση. Ξεκινάμε από τα κατώτερα για να φθάσουμε, καθώς η Λειτουργία προχωρεί προς την φρικτή θυσία και την θεία Κοινωνία, προς τα ανώτερα. Αρχίζουμε από τα γήινα και εγκόσμια αγαθά και φθάνουμε στα πνευματικά και υπερκόσμια. Από την ευκρασία των αέρων και την ευφορία των καρπών της γης στο “άνω σχώμεν τας καρδίας” και στην “καλήν απολογίαν την επί του φοβερού βήματος του Χριστού”. Έτσι η Εκκλησία παιδαγωγικά και αναγωγικά μας βοηθά να αξιολογούμε τις ανάγκες μας υπό το πρίσμα της αιωνιότητας και να ιεραρχούμε τη ζωή μας. Κάνει δηλαδή αυτό που συμβαίνει και στην προσωπική ζωή του ανθρώπου, καθώς ο άνθρωπος, στα πρώτα του βήματα, αγωνίζεται μέσα στην πεζή καθημερινότητα, αλλά σιγά-σιγά φθάνει στην αναζήτηση ανωτέρων εμπειριών. Αντιλαμβανόμεθα επομένως ότι στην ορθόδοξη Εκκλησία μας όλα τα προβλήματά μας λύνονται μέσα στη λατρεία και την προσευχή, χάρις στη θυσία του Γολγοθά που ένωσε “τα το πριν διεστώτα”, τον ουρανό και τη γη. Ο ιερός Χρυσόστομος θα τονίσει: “Μέσα στον οίκο του Θεού βρίσκεται η ευθυμία των πικραμένων. Στην Εκκλησία βρίσκεται η ευχαρίστηση των λυπημένων. Στην Εκκλησία βρίσκεται η παρηγοριά των βασανισμένων. Γιατί ο Χριστός λέει: “Δεύτε προς με πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι καγώ αναπαύσω υμάς”. Τί πιό ποθητό από τη φωνή αυτή; Τί πιό γλυκό από αυτή την πρόσκληση;”.
Η αλήθεια είναι ότι όσα δεν μπορεί η Εκκλησία να τα διδάξει με το λόγο τα διδάσκει «εν Μυστηρίω». Ο λόγος αντιπαλαίει συχνά με τον αντίλογο· η Χάρις του Μυστηρίου όμως αναπαύει και πείθει.
Λοιπόν, ας δεώμεθα του Κυρίου έτι και έτι εν ειρήνη…

(Αρχιμ. Αθηναγόρου Καραμαντζάνη, «Στώμεν

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά