Κυριακή, Οκτωβρίου 23, 2011

Η ορθή τελεσιουργία της Θείας Λειτουργίας του Αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου.(τοῦ Καθηγητοῦ κ. ᾿Αριστείδη Πανώτη)

 


(᾿Εκκλησιαστκή ᾿Αλήθεια, 16.11.1991)
Πρίν 70 χρόνια, ὅταν στόν χῶρο μας δέν ὑπῆρχε κανένα οὐσιαστικό λειτουργικό ἐνδιαφέρον, ὁ μακαριστός δάσκαλός μας Παναγιώτης Τρεμπέλας, εἶχε παρατηρήσει στό δημοσίευμά του “῾Η τελεσιουργία τῆς Θ. Εὐχαριστίας κατά τούς δύο πρώτους αἰῶνας” (᾿Αθῆναι 1924), πώς “ἡ μορφή ὑπό τήν ὁποίαν προσφέρομεν σήμερον ἐν τοῖς θυσιαστηρίοις ἡμῶν τήν θείαν ἀναφοράν, δέν εἶναι καθ᾿ ὅλα ἡ αὐτή πρός ἐκείνην, τήν ὁποίαν ἡ τελεσιουργία αὕτη εἶχε κατά τούς πρώτους τοῦ Χριστιανισμοῦ αἰῶνας. ᾿Αφελεστέρα καί ἁπλουστέρα τότε ὑπέμεινε διά μέσου τῶν αἰώνων τήν ἐξέλιξιν αὐτῆς…”.
Καί πραγματικά μέσα σ᾿ αὐτή τήν μακρά περίοδο τοῦ αἰῶνός μας, οἱ λειτουργικές μελέτες διαπρεπῶν ξένων καί ἡμετέρων ἐπιστημόνων, πρόσφεραν σημαντικές παρατηρήσεις, πού ἦλθαν νά φωταγωγήσουν ἱκανά προβλήματα τῆς λατρείας καί τῆς τάξεώς της, ὥστε σήμερα νά βαδίζουμε μέ ἀσφαλέστερα κριτήρια στήν ἀποκατάσταση καί ἀναπαλαίωση τῆς λειτουργικῆς μας πράξεως, γιά τήν ἀναζωπύρηση τῆς λειτουργικῆς ζωῆς τῶν πιστῶν.
1. ᾿Από τά βασικώτερα συμπεράσματα τῶν ἐρευνῶν εἶναι, πώς ἡ Θ. Εὐχαριστία δέν δεσμεύεται ἀπό τόν χρόνο καί ἑπομένως μπορεῖ νά ἱερουργηθεῖ κατά τό ἀρχαιοπρεπέστερο ἔθος, πού διατηρήθηκε στίς παννυχίδες τῶν Δεσποτικῶν ἑορτῶν, μετ᾿ ῾Εσπερινοῦ ἤ μετά τήν ὀρθρινή ᾿Ακολουθία ἤ ἀνεξάρτητα ἀπ᾿ αὐτήν. Προϋπόθεση εἶναι ἡ ὠφέλεια τῶν πιστῶν καί δέν δεσμεύεται ἀπό τήν ἄσκηση τῆς νηστείας. Τό νά προσέρχονται οἱ πιστοί “νηστικοί” στή Θ. Κοινωνία, ὅπως ἀναφέρουν οἱ ῾Ιεροί Κανόνες (κθ΄ τῆς ς΄, μη΄ καί νς΄ τῆς Καρθ.), δέν καθορίζεται ἀπό συγκεκριμένο ὡράριο, γιατί εἶναι γνωστό, πώς μετά τήν πάροδο 3-4 ὡρῶν, ὁ ἄνθρωπος ἔχει περατώσει κάθε στομαχική διεργασία καί εὑρίσκεται σέ “ἐγρήγορση”. Πολλές ᾿Ορθόδοξες ᾿Εκκλησίες ἔπαυσαν νά συγχέουν τήν Θ. Εὐχαριστία μέ τή νηστεία, ἡ ὁποία ὡς ἄσκηση εἶναι κάτι διαφορετικό καί σημαντικό γιά τήν πνευματική ζωή τῶν πιστῶν καί θά πρέπει νά εἶναι σεβαστή κατά τίς διατάξεις τῆς ᾿Εκκλησίας. Καί οἱ ᾿Εκκλησίες αὐτές ἐπιτρέπουν τή Θ. Μετάληψη μετά πάροδο 6-8 ὡρῶν ἀπό τό γεῦμα ἤ τό δεῖπνο. Τήν αὐτή πρακτική ἀκολουθοῦν καί οἱ λίαν συντηρητικές ἀρχαῖες ᾿Ανατολικές ᾿Εκκλησίες. ῎Ετσι οἱ λειτουργικές ἔρευνες πλέον ἀπέδειξαν, πώς ἡ Θ. Λειτουργία μπορεῖ νά ἱερουργηθεῖ ἐλεύθερα, ὅταν οἱ πιστοί μποροῦν εὐχερέστερα νά συναχθοῦν καί ἔχουν προετοιμαστεῖ νά κοινωνήσουν. Αὐτό συνιστᾶ ἡ ᾿Αποστολοπαράδοτη πράξη, καί ὄχι τό νά λειτουργεῖ ὁ ἱερέας σέ ὧρες, πού λόγω τῶν συνθηκῶν ζωῆς, δέν μποροῦν νά προσέλθουν οἱ πιστοί καί στό “Μετά φόβου Θεοῦ”, νά μή προσέρχεται κανείς νά κοινωνήσει, ὡσάν τό μυστήριο νά τελεσιουργήθηκε, γιά νά τό “καταλύσει” ὁ Λειτουργός καί μόνον. ᾿Επίσης ἀπεδείχθη, πώς εἶναι ἐσφαλμένη ἡ σύνδεση τοῦ Μυστηρίου μέ πολύωρη νηστεία καί μάλιστα μετά ἀπό “ὕπνο”, ἐνῶ ὁ Κύριος πρόσφερε τό “Ποτήριον τῆς Ζωῆς” -καί τό ἐπαναλαμβάνει ὁ Λειτουργός- “μετά τό δειπνῆσαι”. ᾿Επομένως, δύο “δεσμεύσεις” γιά τήν ἀρχαία Λειτουργία τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιακώβου, προερχόμενες ἐκ τῆς βυζαντινῆς καί νεωτέρας λειτουργικῆς πράξεως, ἤτοι τοῦ χρόνου τελέσεως (μετ᾿ ὄρθρου) καί τοῦ τρόπου προσελεύσεως τῶν πιστῶν στή Θ. Εὐχαριστία (“πολύωρη νηστεία”), δέν ἐπαληθεύονται ἀπό τήν πολιά ᾿Αποστολική παράδοση.
2. Στή Λειτουργία τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιακώβου ἀκολουθεῖται σαφέστερα ἡ ᾿Αποστολική σύνθεση τῆς Θείας Λειτουργίας, ὡς συνάξεως γιά τή “διδαχή” (ἡ Λειτουργία τοῦ Λόγου) καί γιά τήν “κλάση τοῦ ἄρτου” (ἡ Λειτουργία τῆς ᾿Αναφορᾶς) (πρβλ. Πράξ. β΄ 42). Κέντρο τῆς “διδαχῆς” εἶναι τά “᾿Απομνημο-νεύματα τῶν ᾿Αποστόλων” καί τό Εὐαγγέλιο. Αὐτό “ἐπλήρωσε”, συμπλήρωσε καί ὁλοκλήρωσε τόν Παλαιό Νόμο καί αὐτό “μεγαλύνεται” ὡς ἱερόν “Μεγαλεῖον”, ὅπως ἀναφέρεται στά ἀρχαῖα κείμενα, κατά τάς συνάξεις τῶν πιστῶν, μεγαλοπρεπῶς “εἰσοδευόμενον” ἐκ τοῦ Σκευοφυλακίου, ὅπου ἐφυλάσσετο, πρός τήν ῾Αγίαν Τράπεζαν, ψαλλομένων “εἰσοδικῶν” ψαλμῶν, ὅπως ἄλλοτε ἔψαλλον, τούς αὐτούς περίπου ψαλμούς, οἱ ᾿Ιουδαῖοι στίς Συναγωγές τους, κατά τήν εἰσόδευση τοῦ Νόμου, τῆς Τορά. Τά τρία Μικρά ᾿Αντίφωνα τοῦ ᾿Ασματικοῦ ῾Εσπερινοῦ, πού συνδέθηκαν μέ τήν ἔναρξη τῶν Βυζαντινῶν Λειτουργιῶν, τοῦ Μ. Βασιλείου καί ᾿Ιω. Χρυσοστόμου, σέ νεώτερους χρόνους, μποροῦν νά ἀναπτυχθοῦν μέ τά γνωστά ἐφύμνιά τους “Ταῖς πρεσβεῖαις…”, “Σῶσον ἡμᾶς…” ἤ καί νά ἀκολουθήσουν τά ἀρχαιότερα ἐφύμνιά τους, πού εἶναι ἁπλούστερα καί μποροῦν εὐχερέστερα νά ψαλοῦν ἀπό τό Λαό. Γιατί, ἕνα ἀπό τά σπουδαιότερα θέματα γιά τήν πλήρη συμμετοχή τῶν ἐκκλησιαζομένων στή θεία λατρεία, εἶναι ἡ καθοδήγηση τῶν πιστῶν ἀπό τόν Ψάλτη, γιά νά συμψάλουν ἅπαντες, σέ ἁπλούστερα μέλη, τά ἐφύμνια καί τίς σύντομες λειτουργικές ἐκφράσεις “Κύριε ἐλέησον”, “᾿Αμήν” κ.ἄ. Τό κυρίαρχο σύμβολο τῆς “σωματικῆς παρουσίας” τοῦ Κυρίου, τό Εὐαγγέλιο, δέν συνοδεύεται κατά τήν Εἴσοδο ἀπό τόν Μωσαϊκό Νόμο τῆς Πεντατεύχου, οὔτε τό “Νόμο” τῶν Προφητῶν (Παλαιά Διαθήκη), οὔτε τόν “᾿Απόστολο”. Οἱ ἅγιες αὐτές Γραφές, ἔχουν τοποθετηθεῖ ἐκ τῶν προτέρων στόν ῎Αμβωνα (Βῆμα τῶν ᾿Αναγνωστῶν). Τό Εὐαγγέλιο μόνον “ἐνθρονίζεται” στήν ῾Αγία Τράπεζα, δέχεται τό θυμίαμα, τόσο στήν ἀρχή τοῦ ἐνθρονισμοῦ του, ὅσο καί κατά τό “᾿Αλληλουάριο”. Εἶναι σφάλμα νά προσφέρεται θυμίαμα κατά τήν ἀνάγνωση τοῦ “᾿Αποστόλου”. Θυμίαμα προϋπαντᾶ τόν ᾿Ερχόμενο Κύριο, μέ τό δοξολογικό “᾿Αλληλούια” (“Αἰνεῖτε τόν Θεόν”), γιά ν᾿ ἀκουστοῦν τά Ρήματά Του “ἐν μέσῃ ᾿Εκκλησίᾳ”.
3. Σημαντικό βῆμα στήν ἀρχαιοπρεπῆ ἱερουργία τῆς ἀρχαίας αὐτῆς Λειτουργίας, εἶναι ἡ χρήση τοῦ Συνθρόνου στήν κανονική του θέση καί ὄχι στή σολέα. Στή σολέα τοποθετεῖται τό Σύνθρονο, μόνον ἄν ἔχει μεταφερθεῖ ἐκεῖ, “κατ᾿ οἰκονομίαν”, ἡ ῾Αγία Τράπεζα (κινητή), λόγω στενότητος τοῦ ῾Ιεροῦ Βήματος ἤ ὑπάρχοντος ὑψηλοῦ Τέμπλου. ῾Η ῾Αγία Τράπεζα εἶναι ὁ ὀμφαλός τοῦ Ναοῦ καί αὐτήν περιβάλλει ἐξ ᾿Ανατολῶν ὁ Κλῆρος (στό Σύνθρονο) καί ἐκ Δυσμῶν ὁ Λαός. ῾Ο ᾿Επίσκοπος ἤ ὁ προεξάρχων Λειτουργός, ἐπέχει τόν “τόπον” τοῦ Πρώτου Τελεσιουργοῦ τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ καί ὁ τόπος τοῦ Παραδίδοντος τό Μυστήριον, ἦταν “κατ᾿ ἐνώπιον”. Δηλαδή, εἶναι ἀδιανόητο ὁ Κύριος νά εἶχε ἐστραμμένα τά νῶτα στούς Μαθητές, ὅταν ἔλεγε τό “Λάβετε, φάγετε…” καί τό “Πίετε…”. ῎Η οἱ ᾿Απόστολοι καί οἱ Πατέρες, νά λειτουργοῦσαν, ἀποκρύπτοντες μέ τά νῶτα τους, τήν ῾Αγία Τράπεζα. ῾Η εὐρύτητα τοῦ χώρου, πού ἀναπτύσσεται μεταξύ Συνθρόνου καί ῾Αγίας Τραπέζης στούς ἀρχαίους Ναούς, μαρτυρεῖ, σέ ποιό σημεῖο ἐκινεῖτο ὁ Κλῆρος. ῾Η στροφή τῶν Λειτουργῶν στή σημερινή τους θέση πρέπει νά συνδέεται μέ τήν κατάργηση τῶν βήλων ἐκ τοῦ Τέμπλου (καί τήν τοποθέτηση Εἰκόνων), μέ τήν ἐποχή σμικρύνσεως τῶν Ναῶν καί τῶν ῾Ιερῶν Βημάτων κατά τόν ια΄ αἰ. καί μέ τήν ἐπικράτηση, κατά τούς χρόνους τῆς Φραγκοκρατίας, πολλῶν σχολαστικῶν σκέψεων, πού λαθραίως εἰσεπήδησαν, εἰς τά τοῦ ῾Ιεροῦ Βήματος (ὡς καί στά τῶν ἐπισκοπικῶν ἀμφίων). Τό γεγονός, ὅτι ἡ διαιώνια πράξη τῶν ῾Ιεροσολυμιτῶν, διέσωσε τήν ἀκριβῆ στάση τοῦ Λειτουργοῦ ἐντός τοῦ ἱερωτάτου τόπου τοῦ Παναγίου Τάφου, ὅπου καθ᾿ ἡμέραν, τίς πρῶτες μεταμεσονύκτιες ὧρες, προσφέρεται ἡ ἀναίμακτη Θυσία, ἀπετέλεσε τήν ἀξιοπιστότερη μαρτυρία, γιά τό ποιά ἦταν καί ποιά πρέπει νά εἶναι ἡ θέση τοῦ Λειτουργοῦ, ὄχι μόνο κατά τή Λειτουργία τοῦ Λόγου (ὅπως γίνεται συχνάκις στίς ἀρχιερατικές Λειτουργίες τοῦ ἐπιχωρίου ῾Ιεράρχου καί πάντοτε στίς Σλαβικές ᾿Εκκλησίες), ἀλλά καί κατά τή Λειτουργία τῆς ᾿Αναφορᾶς.
4. ᾿Από τίς πλέον ἐπιτυχεῖς σκέψεις, εἶναι ἡ πλήρης παράθεση βιβλικῶν ἀναγνωσμάτων ἐκ τῆς Παλαιᾶς καί τῆς Καινῆς Διαθήκης καί ἡ παρεμβολή μεταξύ τους, τοῦ Προκειμένου (τοῦ ᾿Αποστόλου) καί τοῦ ᾿Αλληλουαρίου (τοῦ Εὐαγγελίου), μέ τήν ἀκρίβεια, πού ἔχουν διασωθεῖ στό λειτουργικό βιβλίο “᾿Απόστολος” καί στή λειτουργική πράξη τῶν Μονῶν τοῦ ῾Αγίου ῎Ορους. Εἶναι λυπηρό, πῶς οἱ σύγχρονοι Ψάλτες μας ἀγνοοῦν αὐτή τήν Τάξη, ὅπως τήν ἀγνόησαν οἱ πρῶτοι μακαριστοί εἰσηγητές τῆς ἀρχαίας Λειτουργίας τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιακώβου, Διονύσιος Λάτας καί Χρυσόστομος Παπαδόπουλος (ὅπως ἀγνοοῦσαν καί τά ὅσα μέχρι τώρα ἐπισημάναμε) καί τήν ἀγνοοῦν, ὅσοι τελοῦν αὐτή τή Λειτουργία, μέ τόν βυζαντινό τρόπο ἱερουργίας, τῶν πρώτων μνημονευθέντων εἰσηγητῶν. Εἶναι εὐτύχημα, πού τήν ἀκρίβεια αὐτή (ἀποστολικοῦ προκειμένου – εὐαγγελικοῦ ἀλληλουαρίου), πλήν τῶν ῾Αγιορειτῶν, τήν διέσωσαν καί οἱ σλαβόφωνοι.
5. ῾Η ᾿Αναίμακτη Θυσία προσφέρεται (προσκομίζεται), κατά τήν ἀρχαία πράξη, ἀπ᾿ εὐθείας στό Θυσιαστήριο καί ὄχι στήν Πρόθεση καί μάλιστα ὡς ἰδιαίτερη ᾿Ακολουθία, παράλληλη μέ τόν ῎Ορθρο. ᾿Ανοίγει, κατά τό ἱεροσολυμίτικο ἔθος, μέ τήν, μαρτυρούμενη ἀπό τόν ῞Αγιο Κύριλλο ῾Ιεροσολύμων, τελετουργική νίψη τῶν χειρῶν (κατά τήν ψαλμωδία τοῦ “χερουβικοῦ”) καί συνεχίζει μέ τήν εὐλογία τῆς Προθέσεως (πάντων τῶν “προτεθέντων τιμίων δώρων”, ἤτοι τῶν “προσφόρων”, τοῦ νάματος καί τοῦ ὕδατος), τήν ἐξ αὐτῆς ἐπιλογή – “ὕψωση” τοῦ ᾿Αμνοῦ (τῶν ὑπολοίπων εὐλογηθέντων πρός διανομήν “ἀντιδώρου”), τήν Προσκομιδή τοῦ ᾿Αμνοῦ ἐπί τοῦ ῾Αγίου Δίσκου καί τήν κράση τοῦ Ποτηρίου. Πραγματική θεία ἐποπτεία τοῦ Μυστηρίου τῆς σαρκώσεως καί τοῦ Πάθους τοῦ Κυρίου γιά τόν Κλῆρο καί τόν Λαό. ῾Ο συγχρονισμός τῶν δεήσεων τοῦ Διακόνου καί τῶν εὐχῶν τοῦ Λειτουργοῦ, σμικραίνει τήν διάρκεια τῆς εἰσαγωγῆς στήν ᾿Αναφορά – Προσκομιδή, ἡ ὁποία εἶναι συγκλονιστική ἀνάβαση στό θεῖο τέλεσμα τῆς Μεταβολῆς τῶν Δώρων, σέ Σῶμα καί Αἶμα Χριστοῦ.
6. ῞Ενα ἐνδεχόμενο πρόβλημα ἐπιμηκύνσεως τῆς Λειτουργίας αὐτῆς εἶναι ἡ μνημόνευση κατά τά Δίπτυχα μακρᾶς σειρᾶς ῾Αγίων καί Συνόδων. Αὐτές οἱ “μνῆμες” δέν ἀποτελοῦν ἀναγκαῖο στοιχεῖο, στήν ἔκταση πού ἔχουν λάβει, γιά τούς καιρούς μας. Μποροῦν νά περιορισθοῦν καί νά ἀντικατασταθοῦν μέ ῾Αγίους τοῦ τόπου ἤ τῆς ἡμέρας μέ κάθε συντομία, ὥστε νά μή διασπᾶται ἡ κατάνυξη μετά τήν Μεταβολή καί τήν ἀδημονία γιά τήν Θεία Κοινωνία.
7. Τέλος, ἡ, κατά τόν ἀρχαῖο τρόπο, Μετάδοση καί Μετάληψη τοῦ ῾Αγίου Σώματος καί Αἴματος τοῦ Χριστοῦ, πού ἐπιτάσσει ὁ 101 κανόνας τῆς ΣΤ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, εἶναι ἐφαρμόσιμη, ἐφ᾿ ὅσον τό ἐκκλησίασμα ἔχει καθοδηγηθεῖ πρεπόντως. ῾Ο Λειτουργός θά κρίνει τήν καταλληλότητα τῶν πρός Μετάληψη πιστῶν. ῾Υπάρχουν τέσσερεις τρόποι Κοινωνίας. ῾Ο ἀρχαιότερος εἶναι ὁ τρόπος πού κοινωνεῖ σήμερα ὁ ῾Ιερέας τόν Διάκονο καί εἶναι ὁ τρόπος πού κοινωνοῦσαν καί οἱ Μοναχοί καί οἱ Λαϊκοί. Νά δίνει δηλ. ὁ ῾Ιερέας τόν μαργαρίτη τοῦ Σώματος (στάς χεῖρας ἤ καλύτερα) στό στόμα τοῦ πιστοῦ καί ὁ Διάκονος “ἅπαξ” τό Αἶμα στά χείλη του ἐκ τοῦ Ποτηρίου. ῎Αλλος τρόπος εἶναι ἡ Μετάδοση τοῦ Σώματος ἐπί τοῦ στόματος καί ἡ Μετάληψη ἐκ τοῦ Ποτηρίου διά Λαβίδος. ῎Αλλος τρόπος εἶναι ἡ ἐμβάπτιση τῆς μερίδος τοῦ Σώματος στόν κρατῆρα τοῦ Ποτηρίου καί ἡ ἀπόθεσή του στό βάθος τῆς γλώσσης (μέ μετάληψη καί ἐκ τοῦ Ποτηρίου) καί τέλος ὁ σημερινός τρόπος μεταδόσεως, συγχρόνως τοῦ Σώματος καί Αἴματος, διά τῆς Λαβίδος.
Κατακλείοντας τό ἄρθρο αὐτό, ἐπισημαίνω, ὅτι ἡ ἀρχαιότατη αὐτή Τάξη τῆς Θείας Εὐχαριστίας, πρέπει νά προτιμᾶται κατά τήν τέλεση ᾿Αγρυπνιῶν, ὡς καταλληλότερη γιά εὐσεβεῖς καί φιλακόλουθες ψυχές, πού συνάζονται στίς παννυχίδες.
᾿Επίσης ἡ Λειτουργία αὐτή μπορεῖ νά τελεῖται, ἄριστα προσαρμοσμένη, μέ τήν ᾿Ακολουθία τοῦ Μ. ῾Εσπερινοῦ (εἰσοδικοῦ ὕμνου ψαλλομένου τοῦ “Φῶς ἱλαρόν”), ὅπως εἶναι σήμερα σέ χρήση οἱ Θ. Λειτουργίες τοῦ Μ. Βασιλείου, προσαρμοσμένες μέ τούς Μ. ῾Εσπερινούς (τῶν Δεσποτικῶν ῾Εορτῶν, τῆς Μ. Πέμπτης καί τοῦ Μ. Σαββάτου), διασώζοντας τήν ἀρχαιότατη αὐτή Τάξη.
Μέ τήν πεποίθηση, πώς οἱ παρατηρήσεις αὐτές, θά σταθοῦν χρήσιμες σέ πολλούς φιλακόλουθους Κληρικούς καί Λαϊκούς, κλείνω τό ἄρθρο αὐτό γιά τή Θεία Λειτουργία τῆς ᾿Εκκλησίας τῶν ῾Ιεροσολύμων, πού σφραγίστηκε τόν Δ΄ αἰῶνα, μέ τό ὄνομα τοῦ Πρώτου ᾿Επισκόπου της, ῾Αγίου ᾿Ιακώβου τοῦ ᾿Αδελφοθέου, κατά τό ἔθος ἐκείνης τῆς ἐποχῆς.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά