Κυριακή, Νοεμβρίου 27, 2011

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ ΛΟΥΚΑ (Λουκά κεφ. ιη' στίχοι 18-27).Ο πλούσιος νέος και ο Χριστός.




ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ ΛΟΥΚΑ (Λουκά κεφ. ιη' στίχοι 18-27).
Ο πλούσιος νέος και ο Χριστός.


Κείμενο:


Τω καιρώ εκείνω άνθρωπός τις προσήλθε τω Ιησού πειράζων αυτόν και λέγων διδάσκαλε αγαθέ, τί ποιήσας ζωήν αιώνιον κληονομήσω; είπε δε αυτώ ο Ιησούς· τί με λέγεις αγαθόν; Ουδείς αγαθός ει μη είς, ο Θεός. Τάς εντολάς οίδας· μη μοιχεύσης, μη φονεύσης, μη κλέψης, μη ψευδομαρτυρήσης, τίμα τον πατέρα Και την μητέρα σου. Ο δε είπε· ταύτα πάντα εφυλαξάμην εκ νεότητός μου. Ακούσας δε ταύτα ο Ιησούς είπεν αυτώ· έτι έν σοι λείπει· πάντα όσα έχεις πώλησον και διάδος πτωχοίς, και έξεις θησαυρόν εν ουρανώ και δεύρο ακολούθει μοι. Ο δε ακούσας ταύτα περίλυπος εγένετο· ην γαρ πλούσιος σφόδρα.Ιδών δε αυτόν ο Ιησούς περίλυπον γενόμενον είπε- πως δυσκόλως οι τα χρήματα έχοντες εισελεύσονται εις την βασιλείαν του Θεού. Ευκοπώτερον γαρ εστί κάμηλον δια τρυμαλιάς ραφίδος εισελθείν ή πλούσιον εις την βασιλείαν του Θεού εισελθείν.Είπον δε οι ακούσαντες· και τίς δύναται σωθήναι; Ο δε είπε· τα αδύνατα παρά ανθρώποις δυνατά παρά τω Θεω εστίν».

Μετάφραση:



Εκείνο τον καιρό ένας άνθρωπος πλησίασε τον Ιησού, πειράζοντας τον και λέγοντας· Άγιε διδάσκαλε, τι πρέπει να κάνω για να κληρονομήσω την αιώνια ζωή; Και ο Ιησούς του είπε· Γιατί με λες άγιο; Κανένας δεν είναι άγιος παρά μόνο ένας, ο Θεός. Τις εντολές τις ξέρεις· μην πειράξεις ξένη γυναίκα, μη σκοτώσεις, μην κλέψεις, μην πάρεις ψεύτικο όρκο, τίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα σου. Και εκείνος είπε· όλα αυτά τα έχω τηρήσει πιστά από τα μικρά μου χρόνια. Και όταν άκουσε αυτά ο Ιησούς, του είπε· ένα ακόμα σου λείπει· όλα όσα έχεις πούλησε τα και μοίρασε τα στους φτωχούς, και θα έχεις θησαυρό στον ουρανό και έλα να με ακολουθείς. Αλλά εκείνος, όταν άκουσε αυτά, έπεσε σε μεγάλη λύπη· γιατί ήταν πάρα πολύ πλούσιος. Όταν τον είδε ο Ιησούς που λυπήθηκε τόσο πολύ, είπε· πόσο δύσκολα εκείνοι που έχουν χρήματα θα μπουν στη βασιλεία του Θεού! Γιατί είναι πιο εύκολο να περάσει μια καμήλα από την τρύπα της βελόνας παρά πλούσιος μπει στη βασιλεία του Θεού. Τότε είπαν εκείνοι που τον άκουσαν: ποιος μπορεί να σωθεί; Και ο Ιησούς είπε τα αδύνατα για τους ανθρώπους είναι δυνατά για το Θεό.

Σχόλια:


ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ’ ΛΟΥΚΑ
(Λουκ. 18, 18-27)

ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΚΑΙ ΤΟ ΧΡΗΜΑ
«Πως δυσκόλως οι τα χρήματα έχοντες
εισελεύσονται εις την βασιλείαν του Θεού!»

ΧΡΗΜΑ! ΜΙΑ ΛΕΞΗ που μαγεύει. Χρήμα! Ένα αντικείμενο που πολλοί το θεοποιήσαμε και το λατρεύουμε. Χρήμα! Ο κορυφαίος στόχος της ζωής πολλών ανθρώπων, τον οποίο αγωνίζονται να κατακτήσουν με όλες τους τις δυνάμεις.
Για τα χρήματα μας ομιλεί σήμερα και ο Κύριος. Με αφορμή τον πλούσιο εκείνο νέο που ήρθε να τον ρωτήσει με ποιόν τρόπο θα κληρονομούσε την αιώνια ζωή. Ο Ιησούς του υπέδειξε τον δρόμο των εντολών. Ο νέος απάντησε ότι τις τηρούσε από τα πρώτα νεανικά του χρόνια. Και τότε ο Κύριος του συνέστησε: «Σου λείπει και κάτι άλλο. Όλα όσα έχεις πούλησε τα. Μοίρασε τα στους φτωχούς. Έτσι θα αποκτήσεις ουράνιο θησαυρό. Και τότε ακολούθησε με».
Ο νέος, ακούγοντας τα λόγια τούτα του Χριστού, λυπήθηκε. «Ήν γαρ πλούσιος σφόδρα», σημειώνει ο ιερός Λουκάς. Γύρισε τις πλάτες κι έφυγε. Τότε ο Κύριος στράφηκε προς τους ακροατές Του και είπε: «Πόσο δύσκολο είναι γι’ αυτούς που έχουν τα χρήματα να μπουν στην Βασιλεία του Θεού!».
Ο Κύριος, λοιπόν, ομιλεί για το χρήμα, τον πλούτο και την ιδιοκτησία, θέματα καυτά σε κάθε εποχή, θέματα που απασχόλησαν βασανιστικά τους ανθρώπους και για τα οποία διεξήχθησαν τόσοι και τόσοι αγώνες. Τι, λοιπόν, έχει να μας πει; Και ευρύτερα; Ποια είναι η θέση του Ευαγγελίου και της Εκκλησίας;

Το δικαίωμα στην ιδιοκτησία
από χριστιανική σκοπιά

ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ αμφιβολία ότι, σύμφωνα με τη διδασκαλία της Αγίας Γραφής, ο άνθρωπος έχει το δικαίωμα της ιδιοκτησίας. Ο Θεός του έδωσε το δικαίωμα να νέμεται και να απολαμβάνει τα αγαθά της γης. «Κατακυριεύσατε αυτής» (της γης, δηλαδή), ήταν η εντολή του Θεού προς τους πρωτοπλάστους. «Ου κλέψεις» και «ουκ επιθυμήσεις όσα τω πλησίον σου εστιν», ήταν δυο από τις εντολές του Δεκαλόγου (Δευτ. 5, 19, 21). Μην κλέψεις κάτι που ανήκει στον άλλον. Μην επιθυμήσεις όσα είναι του πλησίον, του διπλανού σου. Στον πλούσιο νέο του σημερινού Ευαγγελίου ο Κύριος λέει: «Πάντα όσα έχεις πώλησον». Στους μαθητές Του έδινε την εντολή: «Πωλήσατε τα υπάρχοντα υμών και δότε ελεημοσύνην» (Λουκ. 12, 33). Κανείς όμως μπορεί να πουλήσει ό,τι είναι δικό του, ό,τι του ανήκει. Ο λόγος του Θεού μακαρίζει το έργο της φιλανθρωπίας: «Μακάριον εστι μάλλον διδόναι ή λαμβάνειν» (Πραξ. 20, 35). Αλλά για να δώσει κανείςσημαίνει πως πρέπει να έχει. Σημαίνει ότι μόνο από τα δικά του μπορεί να προσφέρει. Οι μυροφόρες γυναίκες, πιστές μαθήτριες του Κυρίου, ήταν ευκατάστατες. «Διηκόνουν αυτώ από των υπαρχόντων αυταίς» (Λουκ. 8, 3). Ένας από τους δώδεκα μαθητές, ο Ιούδας – ο μετέπειτα προδότης – είχε στα χέρια του το ταμείο συντηρήσεως του Κυρίου και των μαθητών. Ακόμη και τους φόρους προς το κράτος δεν αρνήθηκε να αποδώσει ο Ιησούς (Ματθ. 17, 27 & 21, 21).
Βεβαίως ο Κύριος στάθηκε αυστηρός απέναντι στους πλουσίους. «Ουαί υμίν τοις πλουσίοις, ότι απέχετε παράκλησιν υμών» (Λουκ. 6, 24). Όχι γιατί ο πλούτος από μόνος του είναι κάτι κακό, αλλά διότι εύκολα ο πλούσιος γίνεται δούλος του πλούτου. Λησμονεί τον Θεό. Περιφρονεί τον συνάνθρωπο του. Καταπατά την ηθική. Αρνείται την δικαιοσύνη.
Ακόμη μακάρισε τους φτωχούς. «Μακάριοι οι πτωχοί, ότι υμετέρα εστίν η βασιλεία του Θεού» (Λουκ. 6, 20). Όχι πάλι γιατί από μόνη της η φτώχεια σώζει, αλλά διότι – περισσότερο από τον πλούτο – δίνει στον άνθρωπο τη δυνατότητα να ελπίζει στον Θεό και να κατανοεί ότι ο άνθρωπος δεν εξαντλείται στη σωματική του υπόσταση μόνο, αλλ’ ότι περιλαμβάνει και μιαν αθάνατξ ψυχή, η οποία έχει τις δικές της πνευματικές ανάγκες.
Σε τελευταία ανάλυση ο Χριστός και τον πλούτο και την φτώχεια – φαινόμενα που συναντούμε σε όλες τις εποχές, ασχέτως τι είδους κοινωνικά και οικονομικά συστήματα επικρατούν – τα βλέπει από τη σκοπιά της αιωνιότητας. Τα κρίνει με το νόμο του Θεού. Τα αξιολογεί με κριτήριο τη μεγάλη αλήθεια ότι όλοι μας είμαστε παιδιά του Θεού με ίσα δικαιώματα και με ιερές υποχρεώσεις ο ένας απέναντι στον άλλο.

Οι πειρασμοί του χρήματος

ΔΕΝ ΑΡΝΕΙΤΑΙ, λοιπόν, το δικαίωμα της ιδιοκτησίας και την ύπαρξη του χρήματος το Ευαγγέλιο, μέσα στη ζωή μας. Αυτό όπμως δεν σημαίνει πως δεν αναγνωρίζει και τους πειρασμούς που συνεπάγεται το πράγμα, αν ο άνθρωπος δεν το τοποθετήσει πάνω σε ορθή βάση. Αν δεν κάνει καλή χρήση του χρήματος. Είναι όντως δυνατό το χρήμα. Συγχρόνως όμως και τρομερή αδυναμία! Γιατί;
Πρώτον διότι πολλές φορές υποδουλώνει εκείνον που το έχει. Από κύριο τον μεταβάλλεο σε υπηρέτη. Από ελεύθερο άνθρωπο σε ανδράποδο του μαμμωνά. Από λάτρη του ζώντος και αληθινού Θεού σε ειδωλολάτρη, αφού κατά τον Απόστολο η πλεονεξία είναι «ειδωλολατρεία» (Κολ. 3,5).
Δεύτερον διότι, προκειμένου να αποκτηθούν και να διαφυλαχθούν τα πλούτη, ο άνθρωπος εκτίθεται σε τρομερούς κινδύνους. «Οι βουλόμενοι πλουτείν», υπογραμμίζει με έμφαση ο απόστολος Παύλος, «εμπίπτουσιν εις πειρασμόν και παγίδα και επιθυμίας πολλάς ανοήτους και βλαβεράς, αίτινες βυθίζουσι τους ανθρώπους εις όλεθρον και απώλειαν» (Α’ Τιμ. 6, 9). Το χρήμα μοιάζει λίγο με το νερό. Όταν κυλά ήρεμα, δροσίζει και ποτίζει τα πάντα. Όταν όμως γίνεται ορμητικό και πλημμυρίζει, τότε πνίγει και καταστρέφει οτιδήποτε συναντήσει στο πέρασμα του.
Τρίτον, οι κυνηγοί του χρήματος δοκιμάζουν μεγάλους πειρασμούς, που δυσκολεύουν την απόκτηση της αρετής και διευκολύνουν την διάπραξη της αμαρτίας. Εύκολα καταπατούν τον ηθικό νόμο. Στραγγαλίζουν το δίκαιο. Εκμεταλλεύονται τον μόχθο και τον ιδρώτα των άλλων. Παρανομούν και φοροδιαφεύγουν. Τυφλωμένοι καθώς είναι από τη λάμψη του χρυσού, βλέπουν τα πάντα κάτω από το παραμορφωτικό πρίσμα της μανίας του πλουτισμού που τους τυραννεί.
Γι’ αυτό και ο Κύριος σήμερα επισημαίνει μελαγχολικά ότι «δυσκόλως οι τα χρήματα έχοντες εισελεύσονται εις την βασιλείαν του Θεού». Δεν λέει ότι είναι αδύνατον αλλά δύσκολο. Και όταν οι ακροατές Του ευθύς αμέσως τον ρωτήσουν «Και τις δύναται σωθήναι;», εκείνος θα απαντήσει: «Τα αδύνατα παρά ανθρώπους δυνατά παρά τω Θεώ εστιν». Κοντά στο Θεό όλα είναι δυνατά. Και η σωτηρία των πλουσίων, αυτών που διαθέτουν άφθονο χρήμα, αρκεί να συνειδητοποιήσουν το χρέος τους και να αγωνιστούν να το εκπληρώσουν.
Η χριστιανική στάση απέναντι στο χρήμα

ΤΟ ΧΡΗΜΑ συνεπάγεται μερικές βασικές υποχρεώσεις για τον χριστιανό που θέλει να το αντιμετωπίζει με τα κριτήρια του Ευαγγελίου του Χριστού.
Υποχρέωση πρώτη, να το κερδίζουμε με θεμιτά μέσα. Με τον τίμιο και ευλογημένο ιδρώτα μας. Όχι με την κλεψιά. Όχι με την εκμετάλλευση από τον εργοδότη, μα ούτε και με την απάτη από την πλευρά του εργαζομένου. Γιατί, δυστυχώς, στις μέρες μας και τα δυο συμβαίνουν.
Υποχρέωση δεύτερη, το χρήμα στην υπηρεσία του ανθρώπου. Υπηρέτης και όχι κύριος μας. Μέσο και όχι σκοπός. Για τις ανάγκες μας και όχι για σπατάλη, για επίδειξη , για ασωτείες. «Το χρήμα», λέει μια γαλλική παροιμία, «είναι καλός υπηρέτης, αλλά κακός κύριος».
Υποχρέωση Τρίτη, το χρήμα στην υπηρεσία της αγάπης. Όσοι διαθέτουμε χρήματα και μάλιστα άφθονα, δεν μπορούμε να αγνοούμε επιδεικτικά τον διπλανό μας που βασανίζεται από την φτώχεια και τη μιζέρια. Δεν είναι επιτρεπτό χριστιανικά να φυλακίζουμε το χρήμα και να το αχρηστεύουμε. Διότι, όπως παρατηρεί ο Μ. Βασίλειος για τη φύση του πλούτου, «το μεν στάσιμον άχρηστον, το δε κινούμενον και μεταβαίνον κοινωφελές τε και έγκαρπον». Ιδιαίτερα σήμερα το χριστιανικό χρέος επιβάλλει σε όλους μας να δώσουμε συνεπέστερα και αποτελεσματικότερα τη μαρτυρία της έμπρακτης αγάπης.
Υποχρέωση τέταρτη, η ευγνωμοσύνη μας προς τον Θεό. Εκείνος είναι ο μεγάλος πλουτοδότης. Κάθε αγαθό Εκείνος μας το χαρίζει. Εμείς είμαστε οι διαχειριστές του. Αυτοί που με φρόνηση , αλλά και γενναιοδωρία, θα πρέπει να τα διαχειριστούμε. Όχι μόνο για τον εαυτό μας αλλά και για τους άλλους, που κι εκείνοι είναι παιδιά του Θεού, αδέλφια μας. «Ίνα το σόν περίσσευμα γένηται εις το εκείνον υστέρημα» (Β’ Κορ. 8, 13).
* * *

Αδελφοί μου,
Ο νέος του σημερινού Ευαγγελίου έχασε την αιώνια ζωή. Προτίμησε τα πλούτη του. Αγάπησε περισσότερο τα χρήματα του.
Η δική μας προτίμηση είθε να είναι αντίθετη. Με τα φθαρτά ας αγοράσουμε τα άφθαρτα. Με τα πρόσκαιρα τα αιώνια. Με την ορθή χρήση του χρήματος να εισέλθουμε στην Βασιλεία του Θεού!

Παρασκευή, 18 Νοεμβρίου 2011




To Eυαγγέλιο της Κυριακής 20 Νοεμβρίου 2011.
ΚΥΡΙΑΚΗ Θ' ΛΟΥΚΑ (Λουκά κεφ. ιβ', στίχοι 16-21).
Η παραβολή του άφρονα πλούσιου.


Κείμενο:
Είπεν ο Κύριος την παραβολήν ταύτην· ανθρώπου τινός πλουσίου ευφόρησεν ή χώρα· Και διελογίζετο εν εαυτώ λέγων τι ποιήσω, ότι ουκ έχω πού συνάξω τους καρπούς μου; και είπε· τούτο ποιήσω· καθελώ μου τάς αποθήκας και μείζονας οικοδομήσω, και συνάξω εκεί πάντα τα γεννήματά μου και τα αγαθά μου, Και ερώ τη ψυχή μου· ψυχή, έχεις πολλά αγαθά κείμενα εις έτη πολλά· αναπαύου, φάγε, πίε, ευφραίνου. Είπε δε αυτώ ό Θεός· άφρον, ταύτη τη νυκτί την ψυχήν σου απαιτούσιν από σου· α δ’· ητοίμασας τίνι έσται; ούτως ό θησαυρίζων εαυτώ, και μη εις Θεόν πλουτών. Ταύτα λέγων εφώνει· ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω».


Μετάφραση:
Τους είπε ο Κύριος αυτή την παραβολή. Ενός ανθρώπου πλούσιου έφεραν τα χωράφια του μεγάλη σοδειά' και σκεφτόταν μέσα του λέγοντας· Τι πρέπει να κάνω, γιατί δεν έχω πού να μαζέψω τους καρπούς μου; Και είπε: αυτό θα κάνω: θα γκρεμίσω τις αποθήκες μου και στη θέση τους θα χτίσω μεγαλύτερες και εκεί θα μαζέψω όλα τα γεννήματά μου και τα αγαθά μου και θα πω στην ψυχή μου: Ψυχή, έχεις μαζέψει πολλά αγαθά, που σου φτάνουν για πολλά χρόνια. Αναπαύου, λοιπόν, τρώγε, πίνε, καλοπερνά. Ο Θεός όμως του είπε· «Ανόητε, αυτή τη νύχτα σου ζητούν ξαφνικά την ψυχή σου. Όσα λοιπόν ετοίμασες, σε ποιον θα ανήκουν τώρα;». Αυτά παθαίνει εκείνος που θησαυρίζει μόνο για τον εαυτό του και δε φροντίζει να πλουτίζει όπως ο Θεός θέλει. Και λέγοντας αυτά τόνιζε: όποιος έχει αυτιά για να ακούει, ας ακούει.


Σχόλια:

Η ΑΦΡΟΣΥΝΗ ΤΗΣ ΠΛΕΟΝΕΞΙΑΣ.
«Άφρον. Ταύτη τη νυκτί την ψυχήν σου
απαιτούσιν από σου. Ά δε ητοίμασες τίνι έσται;»

ΠΑΘΟΣ ΑΠΟΚΡΟΥΣΤΙΚΟ, αρρώστια από τις πιο επικίνδυνες για τον άνθρωπο είναι η πλεονεξία. Ο απόστολος Παύλος την ονομάζει «ειδωλολατρεία» (Κολ. 3, 5) και τη θεωρεί «ρίζα πάντων των κακών» (Α’ Τιμ. 6, 10). Και ο Κύριος για να προφυλάξει τις ψυχές μας από το φοβερό τούτο πάθος διηγήθηκε την παραβολή που ακούσαμε σήμερα.
Αφορμή γι’ αυτό π’ηρε από τη διαφωνία δυο αδελφών, η οποία ανέκυψε όταν κάθισαν να μοιραστούν την πατρική κληρονομιά. Ο ένας από τους δυο απευθύνθηκε στο Χριστό ζητώντας την παρέμβαση Του. «Διδάσκαλε, ειπέ τω αδελφώ μου μερίσασθαι την κληρονομίαν μετ’ εμού». Ο Κύριος αρνήθηκε να αναμιχθεί σ’ ένα τέτοιο ζήτημα, ξένο προς την αποστολή Του: «Άνθρωπε, ποιος με διόρισε δικαστή ή μοιραστή σας, για να επιλύσω εγώ τη διαφορά σας;». βλέποντας όμως ότι κι εκείνος που αδικιόταν ήταν ένοχος, αφού δεν ήθελε να συμβιβαστεί, είπε: «Οράτε και φυλάσσεσθε από πάσης πλεονεξίας. Ότι ουκ εν τω περισσεύειν τινί η ζωή αυτού εστιν εκ των υπαρχόντων αυτού». Δηλαδή, προσέχετε και να προφυλάγεστε από κάθε είδος πλεονεξίας, διότι η ζωή του ανθρώπου δεν εξαρτάται από τα περισσά πλούτη, ούτε τα υπάρχοντα του τού εξασφαλίζουν μακροζωΐα και ευχάριστη ζωή». Και για να δείξει ακριβώς τις κακές συνέπειες της πλεονεξίας, διηγήθηκε την παραβολή του άφρονος πλουσίου.
Άφρονα – άμυαλο καιασύνετο δηλαδή – ονομάζει ο Κύριος τον πλούσιο της παραβολής. Γιατί όμως; Που βρίσκεται η αφροσύνη του; Τριπλή μας παρουσιάζεται η αφροσύνη του σημερινού πλουσίου. Πρώτον,

διότι λησμόνησε τον Θεό.

ΚΟΙΤΑΞΤΕ ΤΟΝ ! Δεν πιστεύει στον Θεό. Δεν αισθάνεται την παρουσία Του. Δεν ζητά την βοήθεια Του. Πιστεύει μόνο στα αγαθά του, στα πλούτη του και τα υπάρχοντα του. Πιστεύει στον εαυτό του, στις ικανότητες και την καπατσοσύνη του.
Αγνοώντας τον Θεό, επικεντρώνει το ενδιαφέρον του στα αγαθά του και μόνο. Τι θα τα κάνει. Πως θα τα συγκεντρώσει. Που θα τα αποθηκεύσει. Από την ψυχή του απουσιάζει και η παραμικρή μεταφυσική αναζήτηση. Μένει αδιάφορος και ψυχρός για οποιοδήποτε πνευματικό θέμα. Τα μάτια του έπαψαν να υψώνονται στον ουρανό. Τα χείλη του δεν κινούνται ποτέ για να ψελλίσουν δυο λόγια προσευχής. Θεός του έγινε ο πλούτος, τα υλικά αγαθά του. Αυτά εξουσιπάζουν την καρδιά του. Προσηλώθηκε σ’ αυτά με πάθος. Έγινε ένας στυγνός υλιστής.
Ακόμη αδυνατεί να τα δει και σαν δώρα του Θεού. Ότι Εκείνος έδωσε τις ευνοϊκές συνθήκες. Εκείνος τον ήλιο. Εκείνος τη βροχή. Κι έτσι καρποφόρησε πλούσια η γη του. Τίποτε από όλα αυτά δεν σκέφτεται και γι’ αυτό στα χείλη του δεν βλέπουμε ίχνος ευχαριστίας κι ευγνωμοσύνης. Ίσως μάλιστα, αν κάποιος τολμούσε να του πει κάτι τέτοιο, να τον ειρωνευόταν και να τον περιγελούσε.
Αλλά μήπως κα ισήμερα δεν συμβαίνει το ίδιο; Πόσοι και πόσοι μέσα στην αφροσύνη του πλούτου, όταν υπάρχει, ή της ακόρεστης δίψας του, όταν δεν τον έχουμε, δεν λησμονούμε τον Θεό; Δεν πιστεύουμε μόνο σε όσα βλέπουν τα μάτια μας;δεν αιχμαλωτίζεται στην ύλη η καρδιά μας; Δεν λησμονούμε τα καθήκοντα μας προς τον Κύριο; Δεν θολώνει η σκέψη μας από οικονομικούς υπολογισμούς και τα σχέδια που συνεχώς καταστρώνουμε, έστι ώστε στο νου και την καρδιά μας να μη μένει χώρος για Εκείνον; Δεν ξεχνάμε το «ευχαριστώ» και το «Δόξα σοι, Κύριε», την έκφραση δηλαδή της ευγνωμοσύνης μας για τα όσα με τόση αγάπη και απλοχεριά μας χαρίζει; Να γιατί ο απόστολος Παύλοε γράφει στον μαθητή Τιμόθεο: «Τοις πλουσίοις εν τω νυν αιώνι παράγγελλε μη υψηλοφρονείν, μηδέ ηλπικέναι επί πλούτου αδηλότητι, αλλ’ εν τω Θεώ τω ζώντι τω παρέχοντι ημίν πάντα πλουσίως εις απόλαυσιν» (Α’ Τιμ. 6, 17). Άφρονας ο πλούσιος, δεύτερον,

διότι λησμόνησε τον συνάνθρωπο του.

ΕΔΩ Η ΑΦΡΟΣΥΝΗ του είναι μεγαλύτερη. Για τον Θεό ίσως μπορούσε να δικαιολογηθεί. Δεν τον έβλεπε. Αμφέβαλλε αν υπάρχει. Για τον συνάνθρωπο του, όμως; Για τον διπλανό του; Δεν έβλεπε τόσους φτωχούς και πεινασμένους να στέκονται έξω από τις αποθήκες του; Δεν άκουγε το θρήνο τόσων χηρών, το κλάμα των ορφανών, τα βογγητά των πονεμένων και των αρρώστων; Δυστυχώς όχι! Το πρόβλημα που τον πιέζει, που τον κάνει να αγωνιά, που του αφαιρεί τον ύπνο, έιναι: «Τι ποιήσω, ότι ουκ έχω πού συνάξω τους καρπούς μου;». και όταν θα συλλάβει την ιδέα επεκτάσεως των αποθηκών του, θα απορροφηθεί ολότελα από τη μέριμνα να μεταβάλλει σε πραγματικότητα τους σχεδιασμούς του.
Τι δεν θα μπορούσε να κάνει ο πλούσιος της παραβολής! Πόσα δεν θα μπορούσε να προσφέρει! Το πάθος της πλεονεξίας όμως τον έιχε κυριεύσει. Τον έκανε σκληρό, άπληστο, ατομιστή, πραγματικό καρκίνωμα της κοινωνίας.
Και το φαινόμενο αυτό θα πρέπει να ομολογήσουμε πως δεν είναι καθόλου ξένο και στη δική μας εποχή. Και σήμερα κυκλοφορούν ανάμεσα μας άνθρωποι που διαθέτουν αμύθητο πλούτο, άφθονα υλικά αγαθά, αλλά καρδιά σκληρή, φτωχή σε αισθήματα αγάπης, άδεια από καλοσύνη και συμπόνοια. Μέσα τους θρονιάζει η πλεονεξία και η απληστία. Και βλέπουν τους άλλους σαν εργαλεία διαμέσου των οποίων επιδιώκουν να ικανοποιήσουν τα συμφέροντα τους. Καταπιέζουν, εκμεταλλεύονται, αδικούν, παρανομούν, φοροδιαφεύγουν. Και όλα αυτά με μοναδικό σκοπό τον ατομικό πλουτισμό τους. Έτσι δικαιώνεται ο λόγος του σοφού Σωκράτη: «Ο των φιλαργύρων πλούτος ώσπερ ο ήλιος καταδύς εις την γην ουδένα των ζώντων ευφραίνει».
Άφρονας ο πλούτος, τρίτον,

διότι λησμόνησε και τον ίδιο τον εαυτό του.

ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ παραλογισμό στον οποίο τον οδήγησε η πλεονεξία του, ξέχασε ότι ο άνθρωπος δεν έχει σκοπό να τρώει και να πίνει. Τρώει και πίνει για να συντηρείται και να πραγματοποιεί τους ιερούς σκοπούς που έθεσε στη ζωή του ο Δημιουργός. Εξαιτίας του παχυλού υλισμού του λησμόνησε ακόμη ότι η ψυχή έχει υπόσταση πνευματική. Και ότι δεν μπορούν τα υλικά πράγματα να την θρέψουν και να την ευχαριστήσουν. Είναι τόσο παράλογη η αυτοπεποίθηση του, ώστε να νομίζει ότι εξουσιάζει και τον χρόνο. «Ψυχή, έχεις πολλά αγαθά κείμενα εις έτη πολλά. Αναπαύσου, φάγε, πίες, ευφραίνου»! Ξεχνά πόσο σύντομη είναι η ζωή. Πόσο γρήγορα κυλά ο χρόνος. Δεν σκέπτεται την αναπόφευκτη πραγματικότητα του θανάτου. Και τότε ακριβώς ακούγεται η φωνή της θείας δικαιοσύνης: «Άφρον, ταύτη τη νυκτί την ψυχήν σου απαιτούσιν από σου. Ά δε ητοίμασας, τίνι έσται;». Ώρα φοβερή! Στιγμή αληθινά τραγική! Τέλος αξιοθρήνητο!
Αλλά και πόσοι από μας πόσοι και πόσοι δεν ολισθαίνουμε στον παραλογισμό τούτον του πλουσίου της παραβολής; Για πόσους ανθρώπους το νόημα της ζωής δεν βρίσκεται στο στομάχι; Στο «τι θα φάνε, τι θα πιούν και πως θα διασκεδάσουν»; Κηρύσσουμε σε ανυπαρξία την ψυχή, σκοτώνουμε τη συνείδηση μας και παραδινόμαστε στο σφιχταγκάλιασμα της ύλης και της φθοράς! Ας μας φωνάζει ο Θεός: «Τι γαρ ωφελεί άνθρωπος εάν τον κόσμον όλον κερδήση, την δε ψυχήν αυτού ζημιωθεί;» (Ματθ. 16, 26). Είναι τόσος ο παραλογισμός, η αφροσύνη, που ξεχνούμε πόσο πρόσκαιρη, πόσο μάταιη, πόσο απατηλή είναι η επίγεια ζωή. Και ξεγελιόμαστε σε τέτοιο βαθμό που λησμονούμε κι αυτήν την πραγματικότητα του θανάτου! Το ότι δηλαδή θα έλθει οπωσδήποτε ο θάνατος, και μάλιστα με τρόπο αιφνίδιο και αναπάντεχο.

* * *
«Ούτως ο θησαυρίζων εαυτώ και μη εις Θεόν πλουτών». Με τα λόγια αυτά, αδελφοί μου, επισφραγίζει ο Κύριος την παραβολή Του. Δηλαδή, αυτό θα είναι το τέλος και εκείνου που θησαυρίζει για τον εαυτό του, για να απολαμβάνει αυτός και μόνο εγωιστικά τα αγαθά της γης, και δεν πλουτίζει σε πνευματικούς θησαυρούς, έργα αγάπης, στα οποία ευαρεστείται ο Θεός.
Πέρα από τη θεωρία του μείζονος κέρδους και τη μανία της καταναλώσεως, υπάρχει το πνεύμα και οι δικές του ανάγκες. Πέρα από τα επίγεια αγαθά υπάρχει και ο πλούτος του ουρανού. Πέρα από την ευμάρεια, τον κορεσμό του στομάχου και την μέθη των αισθήσεων υπάρχει και η ζωή του Χριστού. Πέρα από τον εαυτό μας υπάρχουν οι άλλοι, παιδιά κι αυτοί του Θεού, αδέλφια μας.
Ο πλούσιος της σημερινής παραβολής, μέσα στην αφροσύνη της πλεονεξίας του, όλα αυτά τα αντιπαρήλθε. Τα λησμόνησε. Άραγε εμείς τι κάνουμε; Μήπως τον ακολουθούμε

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά