Δευτέρα, Δεκεμβρίου 19, 2011

«Ευφραίνου, έρημος διψασμένη, αναγάλλιασε κι άνθησε σαν το κρίνο» Αρχιμανδρίτου Νεκταρίου Κωτσάκη

Ομιλία Καθηγουμένου Ι.Μ. Ομπλού

Αρχιμ. π. Νεκταρίου Κωτσάκη

εις την Διακίδειον Σχολήν Λαού Πατρών

(17 Δεκεμβρίου 2011)



Σεβαστοί Πατέρες και


αγαπητοί μου αδελφοί,



όταν οι καμπάνες των ιερών ναών ολόκληρου του χριστιανικού κόσμου θα ακουσθούν και πάλι πανηγυρικά κατά τις πρώτες πρωινές ώρες της γενέθλιας ημέρας της Γεννήσεως του Χριστού, ο ουράνιος αγγελικός κόσμος θα στραφεί προς τον προνομιούχο πλανήτη της γης, για να καταγράψει τους κτύπους των χριστιανικών καρδιών και να τους μεταφέρει στον εν Τριάδι Θεό μας σαν προσφορά ευγνωμοσύνης για το μυστήριο της Θείας οικονομίας Του. Εάν οι χριστιανοί δεν μείνουν απλώς στην συναισθηματική συγκίνηση που προκαλείται από την εορτή, αλλά θελήσουν να παραδώσουν τη σκέψη τους στην θεολογική εμβάθυνση του γεγονότος της Θείας ενανθρωπήσεως και να δουν την απροσδιόριστο διάσταση της Θεϊκής συγκαταβάσεως στην Βηθλεέμ, σαν διαρκές λυτρωτικό μυστήριο μέσα στην Εκκλησία, τότε η συμμετοχή τους στην εορτή της Γεννήσεως του Χριστού δεν θα είναι τυπική επανάληψη συνηθισμένων καθηκόντων, αλλά θα είναι ανανέωση της εσωτερικής μαρτυρίας ότι ο « Θεός εφανερώθη εν σαρκί » ( Α Τιμ.γ 16 ) και {(«ότι εν αυτώ ευδόκησε πάν το πλήρωμα κατοικήσαι και δι' αυτού αποκαταλάξαι τα πάντα εις αυτόν » ( Κολ. α 20 )}, ότι « Αυτός φανερώθηκε στον κόσμο ως άνθρωπος} και ότι μέσα σε εκείνον έστερξε να κατοικήσει η θεότητα και όσα υπάρχουν στη γη και στον ουρανό να τα συμφιλιώσει μεταξύ τους μέσω Αυτού ».




Αγαπητοί αδελφοί, η σύμπτωση, των πρώτων λέξεων «εν Αρχή» τόσο στην Παλαιά όσο και στην Καινή Διαθήκη και συγκεκριμένα στο ευαγγέλιο του Αγίου Αποστόλου και Ευαγγελιστού Ιωάννου έχουν την αναφορά τους στον προ της δημιουργίας Προαιώνιο Τριαδικό Θεό. Διαβάζουμε δηλαδή στον πρώτο στίχο του πρώτου κεφαλαίου του βιβλίου της Γεννέσεως της Π. Δ.: «εν αρχή εποίησεν ο Θεός τον ουρανόν και την γην» ενώ στο Ευαγγέλιο του Ιωάννου διαβάζουμε «εν Αρχή ην ο Λόγος και ο λόγος ην προς τον Θεόν, και Θεός ην ο Λόγος». Και στα δύο αυτά ιερά κείμενα ακολουθεί αφενός μεν η δημιουργία όλου του κόσμου δια του Υιού και Λόγου του Θεού δηλαδή του δευτέρου προσώπου της Αγίας Τριάδος, ο οποίος δεν είχε ακόμη σαρκωθεί, αφετέρου δε το αμέσως μετά την πτώση «πρωτευαγγέλιο», η υπόσχεση δηλαδή του Θεού για την μέλλουσα σάρκωση του Λόγου του Θεού με σκοπό την λύτρωση του ανθρωπίνου γένους και το οποίο «πρωτευαγγέλιο» εκφράζεται με τα εξής λόγια στον 15ο στίχο του 3ου κεφαλαίου του Βιβλίου της Γενέσεως «και έχθραν θύσω ανά μέσον σου και ανά μέσον της γυναικός και ανά μέσον του σπέρματός σου και ανά μέσον του σπέρματος αυτής∙ αυτός σου τηρήσει κεφαλήν, και συ τηρήσεις αυτού πτέρναν». Τα λόγια αυτά τα θεϊκά που ακούστηκαν μέσα στον κήπο της Εδέμ, η υπόσχεσις αυτή και διαβεβαίωσις του ουράνιου Πατέρα, εστάθηκε η παρηγοριά και το φως για τους προπάτορές μας και για τις αναρίθμητες γενεές των απογόνων τους.


Ο άνθρωπος πάντοτε υπήρξε το αντικείμενο της στοργικής φροντίδας του Θεού. Αλλά αναμφίβολα μετά την πτώσιν του, ό άνθρωπος, συγκέντρωσε ακόμη περισσότερο την Θεία αγάπη. Γι' αυτό και κατά το χρονικό εκείνο διάστημα που επλανάτο ο Θεός τον παρακολουθούσε και τον παιδαγωγούσε. Εργαζόταν ποικιλοτρόπως, ιατρεύων, επιτιμών, συμβουλεύων, απειλών, στεφανών τους αγαθούς, νόσους επάγων (επιτρέπων νόσους) και σε τελευταία ανάλυση μη εγκαταλείπων/ προπαντός εκείνους οι όποιοι αγάπησαν την ευσέβεια/ αλλά εμφανιζόταν σε αυτούς και φιλικά διελέγετο μαζί τους όπως εύστοχα παρατηρεί ό Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας.


Δεν εγκαταλειφθήκαμε από την αγαθότητα του Δεσπότου, λέγει ό Μ. Βασίλειος, (ουδέ ενεκόψαμεν εμποδίσαμε την εις ημάς αγάπην του), ούτε εμποδίσαμε την αγάπη Του προς εμάς παρ' όλο ότι τον υβρίσαμε. Ό Θεός εξακολουθούσε να μας ευεργετεί δια "πατριαρχών", των οποίων ή ζωή ήταν υπόδειγμα αγιότητας, και δια προφητών, οι όποιοι "προκατήγγελον την σωτηρίαν" πού έμελλε να έρθει. Επίσης ό Θεός μας έδωσε συν τοις άλλοις και "νόμον εις βοήθειαν". Κατά τον Ιερόν Χρυσόστομον μας έδωσε τον νόμον πού έλεγχε τα τραύματα, για να ποθήσουμε και να αναζητήσουμε τον Ιατρόν, που είναι ο Χριστός.


Επομένως, αμέσως μετά την πτώσιν του ανθρώπου, ο Θεός ποτέ δεν έπαυσε να ενεργεί, να διαπραγματεύεται και να χρησιμοποιεί κάθε τρόπο για την σωτηρία του ανθρώπου. Ως εκ τούτου, όχι μόνο η παραχώρησις των αγαθών, αλλά και η αφαίρεσις αυτών, όχι μόνον οι ευεργεσίες, αλλά και οι τιμωρίες του Θεού είναι κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο "μέγιστον ευεγερσίας μέρος, μέγιστον προνοίας είδος".


Με τα πιο πάνω που αναφέραμε διαπιστώνουμε ότι ολόκληρος η ιστορία του κόσμου και του ανθρώπου ακολουθεί σωστική πορεία/ την όποια καθορίζει η άπειρος αγάπη του Θεού. Βλέπουμε ακόμη ότι ο Θεός εστέρησε μεν τον αμαρτήσαντα άνθρωπον από ορισμένες δωρεές Του, άλλα η Θεία αγάπη δεν εμειώθη, δεν λιγόστευσε προς το πλάσμα της. Εξ άλλου το ότι ο Θεός δεν μας αφαίρεσε ολόκληρη την τιμή και την δόξα του "κατ' εικόνα", μετά την αμαύρωσή του που συνετελέσθη με το προπατορικό αμάρτημα αποδεικνύει ακριβώς το μέγεθος της αγάπης Του προς εμάς οι οποίοι είμαστε τα λογικά πλάσματα των χειρών Του.


Επί πλέον, είναι γεγονός ότι κατά το χρονικό εκείνο διάστημα που ο άνθρωπος εξ αιτίας της αμαρτίας επλανάτο μέσα στη σύγχυση και επορευόταν σε μία διανοητική συσκότιση, ο Θεός τον προπαρασκεύαζε πάνσοφα και στοργικά για να δεχτεί το σωτήριο φως, το όποιο θα του εφώτιζε τον νου και την ψυχή και θα τον οδηγούσε στην λύτρωση.

Και η Ανατολή εξ ύψους ανέτειλε, όταν "ήλθε το πλήρωμα του χρόνου" (Γαλ. δ' 4-5), όταν η αμαρτία των ανθρώπων εκορυφώθη. Γιατί τα αποτελέσματα της αμαρτίας των πρωτοπλάστων, μετεδόθησαν σε όλους τους απογόνους του Αδάμ/ και προσέλαβαν με την πάροδο του χρόνου γιγαντιαίες διαστάσεις. Τα πάντα ήσαν έτοιμα πλέον να δεχθούν την έλευση του Λυτρωτού. Ο άνθρωπος έβλεπε/ ότι κατόρθωσε μεν να καταστήσει τον εαυτόν του αιχμάλωτο στην αμαρτία και τον θάνατο, δεν μπορούσε όμως να τον ελευθερώσει από αυτά. Επί πλέον επείσθη, ότι ήταν μέγιστον το τραύμα της ανθρωπότητας" και το όποιον τραύμα της το έδημιούργησε η αμαρτία. Κατά την έκφραση του Προφήτου Ησαΐου ολόκληρο το σώμα της κοινωνίας και του ανθρώπου από τα πόδια μέχρι το κεφάλι, είναι μία μολυσμένη πληγή επάνω στην όποια δεν είναι δυνατόν να τοποθετηθεί ούτε κατάπλασμα ούτε λάδι ούτε επίδεσμος (Ησ. α' 6). Οι Προφήτες με τα όσα εκήρυτταν ήταν σα να έλεγαν: "Κύριε, κλίνον ουρανούς και κατάβηθι" δηλαδή "Συ Κύριε πού είσαι τόσο συγκαταβατικός προς εμάς τους ευτελείς ανθρώπους, χαμήλωσε τους ουρανούς και κατέβα" (ψαλμ. ρμγ' 5), γιατί ("υπερβαίνει την ημετέραν ιατρείαν τα της ανθρωπότητας τραύματα. Αδιόρθωτον ημίν το κακόν, σου δείται διορθωτού") εμείς δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα για διορθωθούμε από το κακό στο όποιο πέσαμε με την παρακοή στο θειο θέλημα Σου, στην θεία Εντολή Σου, και Σέ χρειαζόμεθα Κύριε για να μας διορθώσεις. Και επειδή το κακό γινόταν χειρότερο και δεν υπήρχε ανθρωπίνως τρόπος γιατρειάς κατά τον Άγιο Κύριλλο Ιεροσολύμων ο θεός "Πατήρ (ουχ υπερείδεν ημών το γένος απολλυμένον) δεν άντεχε να βλέπει το ανθρώπινο γένος να χάνεται και γι’ αυτό εξαπέστειλε από τον ουρανό τον Υιόν Αυτού τον Κύριον Ιησούν ως ιατρόν.


Κατ' αυτόν τον τρόπον ή Θεία Οικονομία, το προαιώνιο δηλαδή σχέδιο του Θεού για την σωτηρία του ανθρώπου εισέρχεται στο σπουδαιότερο στάδιο, που είναι η επέμβασις Αυτού του ίδιου του Θεού. Οι Εθνικοί, ο ειδωλολατρικός δηλαδή κόσμος ώριμοι πλέον/ τον περίμεναν. Από την ίδια ισχυρά προσδοκία κατείχοντο και οι Ιουδαίοι, γιατί η Π. Δ. δεν ήταν παρά μία μεγάλη πρόρρησις και προτύπωσις Εκείνου, ο Οποίος επρόκειτο να έλθει και ο Οποίος τελικά ήρθε.


Κάτω από αυτή την προοπτική ο Κύριος Ιησούς Χριστός ομιλώντας προς τους Ιουδαίους αποκαλύπτει σε ολόκληρο το λαό της Καινής Διαθήκης την περί αυτού μαρτυρία των γραφών, δηλαδή της Παλαιάς Διαθήκης∙ τους έλεγε: «ερευνάτε τας γραφάς… εκείναι εισίν αι μαρτυρούσαι περί εμού» (Ιω. Ε,39). Αλλά και κατά την πορεία του προς Εμμαούς, μετά την Ανάστασή Του, μιλούσε προς τον Λουκά και τον Κλεόπα «αρξάμενος από Μωυσέως και από πάντων των προφητών και διηρμήνευεν αυτοίς εν πάσαις ταις γραφαίς τα περί εαυτού» (Λουκ. κδ,27), (δηλαδή αρχίζοντας από τα βιβλία του Μωυσή και όλων των προφητών, τους εξηγούσε όσα αναφέρονταν σε όλες τις γραφές για Αυτόν). Αυτήν την μαρτυρία των γραφών, ετόνιζε, και προς τους συγκεντρωμένους μαθητάς του όταν τους έλεγε «ότι δεί πληρωθήναι πάντα τα γεγραμμένα εν τω νόμω Μωυσέως και προφήταις και ψαλμοίς περί εμού» (Λουκ. Κδ,44). Διαπιστώνουμε λοιπόν ότι το λυτρωτικό έργο που πραγματοποιήθηκε δια της ενανθρωπήσεως του Θεού Λόγου στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού στην εποχή της Κ.Δ., προφητεύεται ολόκληρο στην Π.Δ.


Έτσι εκτός από το «πρωτευαγγέλιο» που δόθηκε στους Πρωτοπλάστους, ο Θεός παρέχει την υπόσχεση στους Πατριάρχας, ότι θα ευλογηθούν όλοι οι απόγονοί τους σαν πρόγονοι του Μεσσία στον οποίον θα υπακούουν και θα ελπίζουν όλοι οι λαοί. Αναφερόμεθα στους επιθανάτιους θαυμαστούς και μυστηριώδεις λόγους του Ιακώβ προς τον Ιούδα τον υιόν του που του έλεγε: {(«ουκ εκλείψει άρχων εξ Ιούδα και ηγούμενος εκ των μηρών αυτού, έως αν έλθη τα αποκείμενα αυτώ, και αυτός προσδοκία εθνών» (Γεν μθ,10) δηλαδή)} δεν θα λείψει άρχων από την φυλή Ιούδα και αρχηγός από τους απογόνους του μέχρις ότου έρθει Εκείνος, εις τα χέρια του Οποίου απόκεινται αι εξουσίαι. Αυτός θα είναι η ελπίς και η προσμονή των λαών. Ο Μεσσίας. Η προφητεία αυτή του πατριάρχου Ιακώβ καθορίζει την φυλή από την οποία θα προέλθει ο Μεσσίας. Είναι αυτή η φυλή του Ιούδα, όπως ρητώς το τονίζει κι ο Απόστολος Παύλος όταν λέει: «πρόδηλον ότι εξ Ιούδα ανατέταλκεν ο Κύριος ημών» (Εβρ. ζ,14). Ακόμη η προφητεία διαλαλεί και τον παγκόσμιο χαρακτήρα που θα έχει το απολυτρωτικό έργο Του. Αυτός θα είναι η ελπίδα όλων των εθνών. Η προσδοκία όχι μόνον των Ιουδαίων, αλλά όλων των λαών της γης, γιατί όλοι οι λαοί από Αυτόν και μόνο περιμένουν λύτρωση και σωτηρία.


Του χορού των ενδόξων και αγίων προφητών ηγείται ο μεγαλοφωνότατος όλων Ησαΐας, ο οποίος περιγράφει με ζωηρότητα και σαφήνεια όλα εκείνα που αφορούν τον ενανθρωπήσαντα Υιόν και Λόγο του Θεού. Έτσι ο προφήτης Ησαΐας 800 χρόνια πριν τη Γέννηση του Χριστού μας παρουσιάζει και τη μητέρα του Μεσσία που θα γεννηθεί αλλά μας αριθμεί και τους θεοπρεπείς χαρακτήρας του Υιού της Παρθένου. Μας λέγει ότι («δώσει Κύριος αυτός υμίν σημείον») ο Κύριος θα μας δώσει μεγάλο θαύμα. Ποιό θα είναι αυτό το θαύμα; «ιδού η παρθένος εν γαστρί έξει, και τέξεται υιόν, και καλέσεις το όνομα αυτού Εμμανουήλ» (Ης ζ, 14) Το θαύμα δηλαδή θα είναι τουτο το μυστήριον, ότι η Παρθένος θα συλλάβει και θα γεννήσει υιόν, και θα του δώσει το όνομά Εμμανουήλ, το οποίον όπως το εξηγεί ο Θείος Ευαγγελιστής Ματθαίος, σημαίνει «Μεθ’ ημών ο Θεός» (ο Θεός είναι μαζί μας). Και προχωρεί ο προφήτης Ησαΐας στους θεοπρεπείς χαρακτήρας του Μεσσία: «παιδίον εγεννήθην ημίν, υιός και εδόθη ημίν, ου η αρχή εγεννήθη επί του ώμου αυτού και καλείται το όνομα αυτού, μεγάλης βουλής άγγελος, θαυμαστός σύμβουλος, θεός ισχυρός, εξουσιαστής, άρχων ειρήνης, πατήρ του μέλλοντος αιώνος» (Ησ. θ,6).


Στην προφητική ομολογία του Ιεζεκιήλ ο Χριστός εμφανίζεται να κατασκηνώνει εν μέσω των ανθρώπων και να παρέχει σε αυτούς τον αγιασμόν του στους αιώνες: «και έσται η κατασκήνωσίς μου εν αυτοίς, και εσομαι αυτοίς Θεός, και αυτοί μου έσονται λαός. Και γνώσονται τα έθνη ότι εγώ ειμί Κύριος, ο αγιάζων αυτούς…εις τον αιώνα» (Ιεζ. λζ,27-28).


Ας αναφέρουμε επίσης αδελφοί μου και την προφητεία του προφήτου Μιχαίου, που εγράφη 750 χρόνια προ Χριστού και την οποίαν αναφέρει και ο Ευαγγελιστής Ματθαίος (Ματθ. β,6). Αυτή η προφητεία καθορίζει την πόλη της Βηθλεέμ, στην οποία θα γεννηθεί ο Θείος Λυτρωτής του κόσμου. «και συ Βηθλεέμ, γη Ιούδα, ουδαμώς ελαχίστη εί εν τοις ηγεμόσιν Ιούδα… εκ σου γαρ εξελεύσεται ηγούμενος όστις ποιμανεί τον λαόν μου τον Ισραήλ» (Μιχ ε,1).

Αλλά δεν είναι μόνο οι προφητείες. Υπάρχουν και συμβολισμοί και προεικονίσεις με χαρακτήρα και έννοια προφητική, οι οποίοι αιώνες πρωτύτερα, μας παρουσιάζουν το πρόσωπο, τη ζωή, το έργο και τη δράση του Σωτήρος. Τέτοιοι τύποι και εικόνες και συμβολισμοί της ζωής και του έργου του Μεσσία, της γεννήσεως και της δράσεώς Του, είναι η βάτος του Μωυσέως, η φλεγομένη και μη κατακαιομένη που συμβολίζει την αειπαρθενία της Θεοτόκου, η οποία εδέχθη μέσα της τον Θεόν-Λόγο αλλά δεν κατεκάη και έμεινε η παρθενία της αφθορος και άχραντος και αλώβητος, ώστε να ψάλλεται στην Εκκλησία μας «Μωσής κατεννόησεν εν βάτω το μέγα μυστήριον του τόκου σου».


Άλλος συμβολισμός και προεικόνισις είναι η ράβδος του Ααρών που εβλάστησε, ενώ ήταν κατάξερη. Και αυτή είναι εικόνα και συμβολισμός της ασπόρου συλλήψεως της Παρθένου.


Επίσης είναι και ο πόκος του Γεδεών, που ευρέθη γεμάτος νερό, ενώ γύρω του υπήρχε ξηρασία (Κριτών στ,58). Τύπος και αυτός της ασπόρου Συλλήψεως.


Είναι επίσης η ρίζα του Ιεσσαί, όπως ψάλλεται και στην καταβασία «Ράβδος εκ της ρίζης Ιεσσαί και άνθος εξ αυτής, Χριστέ, εκ της Παρθένου ανεβλάστησας∙ εξ όρους ο αινετός κατασκίου δασέος…». Όλοι αυτοί είναι τύποι και συμβολισμοί.


Δύο όμως επιπλέον συμβολισμοί είναι άξιοι ιδιαίτερης προσοχής και θα τους αναφέρω εν συντομία στην αγάπη σας.


Ο πρώτος συμβολισμός είναι το θαύμα των εν καμίνω τριών Παίδων, που αναφέρει ο προφήτης Δανιήλ. Και οι τρείς αυτοί Παίδες λόγω της πίστης τους στον αληθινό Θεό αρνήθηκαν να προσκυνήσουν τη χρυσή εικόνα που έστησε ο βασιλεύς Ναβουχοδονόσορ. Γι’ αυτό και τους έριξαν στην κάμινο που έκαιε για 40 ημέρες και οι φλόγες της ανέβαιναν 40 πήχεις στον ουρανό. Και τους έριξαν για να καούν. Αλλά αυτοί δεν εκάησαν. Άγγελος Θεού κατέβη στην κάμινο και διεφύλλαξε σώους και ασφαλείς τους τρείς ευσεβείς νέους. Τι προεικόνιζε η θαυμαστή αυτή διάσωση των τριών Νέων; Την διατήρηση της Παρθενίας της Θεοτόκου και μετά την διέλευση, δια μέσου αυτής, του πυρός της Θεότητος. Έτσι τα Χριστούγεννα ψάλλουμε «θαύματος υπερφυούς η δροσοβόλος εξεικόνισε κάμινος τύπον ου γαρ ους εδέξατο φλέγει νέους, ως ουδέ πύρ της θεότητος Παρθένου ην υπέδυ νηδύν». Και η ογδόη ωδή του ιαμβικού κανόνα των Χριστουγέννων μας λέγει τα εξής : «μήτραν αφλέκτως εικονίζουσι κόρης η της παλαιάς πυρπολούμενοι νέοι, υπερφυώς κύουσαν εσφραγισμένην».


Ο δεύτερος συμβολισμός είναι το όραμα του βασιλιά Ναβουχοδονόσορ, που το αναφέρει και αυτό ο προφήτης Δανιήλ. (Δαν β 32-35). Αποβλέπει στο πρόσωπο και το έργο του Χριστού, ο οποίος έπειτα από πέντε περίπου αιώνες θα εγεννάτο. Το όραμα είναι το εξής. Είδε ο βασιλιάς μια πελώρια εικόνα η οποία στάθηκε μπροστά του. Η όψη της προκαλούσε τον τρόμο. Το κεφάλι της ήταν από καθαρό χρυσάφι. Τα χέρια και το στήθος από ασήμι. Η κοιλιά και οι μηροί από χαλκό και αι κνήμες από σίδηρο. Το τρομερό της εικόνος είναι το εξής. Ότι ενώ έβλεπε και εθαύμαζε αυτή την εικόνα ο βασιλιάς, ξαφνικά χωρίς να ενεργήσει ανθρώπινο χέρι, κόπηκε από ένα βουνό ένας μικρός λίθος και έπεσε πάνω στην εικόνα. Με το πέσιμό της, αυτή η μικρή πέτρα κτύπησε την εικόνα στα σιδερένια πόδια της και την έκανε σκόνη, την εκονιορτοποίησε, την διεσκόρπισε και δεν ευρέθη πουθενά. Και αφού διεσκόρπισε στους ανέμους τη σκόνη της εικόνας, εκείνος ο μικρός λίθος, που κτύπησε την εικόνα, έγινε μεγάλο όρος και επλήρωσε, εκάλυψε, όλη τη γη. Πράγματι. Υπέροχον όραμα. Μα πιο υπέροχος ο συμβολισμός του. Το εξήγησε ο προφήτης Δανιήλ στο βασιλιά. Του είπε: ο Θεός βασιλιά λέγει το εξής με το όραμα που σου έδειξε. Το κεφάλι της εικόνας είναι η βασιλεία η δικιά σου που είναι χρυσή, το κράτος της Βαβυλώνος. Μετά από σένα έρχεται η βασιλεία των Περσών και των Μήδων, κατώτερη της δικιάς σου, όπως κατώτερο είναι το ασήμι από το χρυσάφι. Η χάλκινη κοιλιά είναι η Μακεδονική Δυναστεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου που θα διαδεχθεί την Περσική. Και μετά η σιδηρά αυτοκρατορία της Ρώμης. Αλλά όλες αυτές τις βασιλείες θα τις συντρίψη ένας μικρός λίθος, ο Μεσσίας Χριστός, που άσημος θα παρουσιαστεί στον κόσμο, αλλά σαν βασιλιάς δυνατός, θα ιδρύσει βασιλεία πνευματική και θα επεκταθεί σε όλον τον κόσμο, και θα βασιλεύει δια μέσου όλων των αιώνων.


Αυτόν αδελφοί μου τον Υιόν του Θεού τον προφητέψανε οι Προφήτες πριν από χιλιάδες χρόνια, λέγοντας πώς θα έρθη από την Ανατολή σαν άστρο αυγερινό. Αυτόν τον αιώνιο Βασιλιά τον στολίσανε οι προφήτες και οι δίκαιοι με χίλια ονόματα: Τον είπανε Εμμανουήλ, που θα πή «ο θεός είναι μαζί μας», Ποιμένα Καλόν, Πρώτον και Έσχατον, Πρωτότοκον των νεκρών, Αστέρα Εωθινόν, Υι­όν θεού, Λυτρωτήν, θαυμαστόν Σύμβουλον, Τείχος πυρός, Οδηγόν, Σωτήρα, Φρέαρ ύδατος, Χρυσίον δεδοκιμασμένον, Χρυσούν θυμιατήριον, Μονογενή Υιόν του Θεού, (Χθες και σήμερον τον αυτόν και εις τους αιώνας), Φως, Φωσφόρον, Με­γάλης βουλής Άγγελον, Αγιαστήριον, Νέον Αδάμ, Αετόν, Βλαστόν δικαιοσύνης, Λίθον ακρογωνιαίον, Αλήθειαν, Βοηθον, (Αμήν), Αμνόν, Διάδημα, Δόξαν Κυρίου, Δύναμιν Θεού, Ανάστασιν, Ελεήμονα, Ελπίδα, Ζωήν, Απαύγα­σμα της δόξης του Πατρός, Ηγαπημένον, Ήλιον της Δικαιοσύνης, Ισχυρόν, Θεόν ζώντα, Κε­φαλήν της Εκκλησίας, Θεμέλιον, Βασιλέα, Αρ­χήν της κτίσεως του Θεού, Αρχιερέα, Άμπελον, Κεχρισμένον, Κληρονόμον πάντων, Μάχαιραν οξείαν, Κλίμακα, Μεσίτην, Βράχον, Φως των ε­θνών, Σωτηρίαν και άλλα πολλά.


Πάντως σ’ όλες τις μεσσιακές Παλαιοδιαθηκικές προφητείες ό Χριστός παρουσιάζεται ως ο Υιός του Θεού και αιώνιος βασιλιάς ο όποιος πρόκειται να αποσταλεί όταν θα έλθει το πλήρωμα των καιρών.


Και την αλήθεια αυτή διακηρύσσει η Καινή Διαθήκη όταν λέγει «ότε δε ήλθε το πλήρωμα του χρόνου εξαπέστειλε ο Θεός τον υιόν Αυτού, γενόμενον εκ γυναικός, γενόμενον υπό νόμον, ίνα τους υπό νόμον εξαγοράση, ίνα την υιοθεσίαν απολάβωμεν». (Γαλ δ,4).


Έτσι, η θεία Ενανθρώπιση καθίσταται, κατά την ομολογίαν του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου η αρχή και η ρίζα όλων των αγαθών. Εάν κατά την δημιουργία του κόσμου λάμπει Θεία Παντοδυναμία, κατά την Γέννηση του Χριστού, η οποία αποτελεί την βάση της αναγέννησης του ανθρώπου, λάμπει αυτός ο ίδιος ο χαρακτήρας του Θεού, δηλαδή η αγάπη. Αύτη η Θεία και μυστηριώδης χειρονομία του Θεού προς τους ανθρώπους μοιάζει, σύμφωνα με την έκφραση του Ιερού Χρυσοστόμου με χειρονομία κάποιου βασιλέως, ο όποιος βλέποντας "άνθρωπον ληστήν και κακούργον" να τιμωρείται δικαίως προσφέρει για να σφαγεί αντί για τον ληστήν "τον άγαπητόν υιόν Του" "τον μονογενή" και γνήσιον για να σώσει τον καταδικασμένον ληστή και να του χαρίσει μεγάλα αξιώματα και τεράστια δόξα.


Είναι αυτονόητο και πιστεύω πως όλοι το καταλαβαίνουμε ότι αυτό το μέγα μυστήριο της σαρκώσεως του Θεού και Λόγου, το τόσο παράδοξο και ακατανόητο σε μας, έγινε πραγματικότητα χάριν ημών των αμαρτωλών. Έτσι με την σάρκωση του Θεού και Λόγου, ο δούλος της αμαρτίας, δηλ. ο άνθρωπος ενθαρρύνεται και εμψυχούται. Γιατί όπως λέγει και ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος όταν ό Θεός έρχεται προς τους ταπεινούς ανθρώπους τότε οι ταπεινοί άνθρωποι ανίστανται, σηκώνονται από την πολλή τους ταπεινότητα. Επίσης με το να κατασκευάσει ο Θεός για τον εαυτόν του ναόν Άγιον, προσλαμβάνοντας την τέλεια ανθρώπινη φύση, εισήγαγε με αυτόν τον τρόπον στην δική μας ζωή την πολιτεία των ουρανών. Έτσι ο Υιός του ανθρώπου προκειμένου να θεραπεύσει τον ασθενούντα άνθρωπον, "περιεζώσθη το λεντίον" της ανθρώπινης φύσεως.


Ο Άγιος Ειρηναίος παρατηρεί, ότι ο ένανθρωπήσας Κύριος πέρασε από τις διάφορες ηλικίες του ανθρώπου, γενόμενος νήπιον, για να άγιάση τα νήπια παιδί, εν μέσω παιδιών, για να αγιάσει αυτά δίνοντας ταυτόχρονα σ' αυτά παράδειγμα ευσέβειας, δικαιοσύνης και υπακοής. Έγινε νέος, για να αγιάση εν Κυρίω την νεανική ηλικία και κατά την έκφρασιν του Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου ο υιός του Θεού έγινε "υιός ανθρώπου ίνα υιούς Θεού ποίηση ημάς τους ανθρώπους" (για να κάνει εμάς τους ανθρώπους παιδιά του Θεού) και εκείνο το όποιον είναι κατά φύσιν ό Θεός να μας το δώσει σαν δώρο και να μας αναδείξει Θεούς κατά χάριν.


Αδελφοί μου ο Υιός και Λόγος του Θεού επήρε κορμί ανθρώπινο και συναναστράφηκε με τους ανθρώπους, δείχνοντας έτσι την ανείπω­τη ταπείνωση του. Μπροστά σ' αυτή τη θεϊκή ταπείνωση, απόμεινε κατάπληκτος ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος, ο οποίος γράφει τα εξής: «θέλω ν' ανοίξω το στόμα μου, αδελ­φοί, και να μιλήσω για την υψηλή υπόθεση της ταπεινοφροσύνης, και είμαι γεμάτος από φόβο, σαν τον άνθρωπο πού γνωρίζει πώς θα μιλήσει για τον θεό. Γιατί η ταπεινοφροσύνη είναι στο­λή της θεότητος. Γιατί ο Υιός και Λόγος του Θεού που έγινε άν­θρωπος, αυτή ντύθηκε, και με αυτή μας συναναστράφηκε, παίρνοντας σώμα σαν το δικό μας. Και όποιος από εμάς φόρεσε αυτή τη στολή, α­ληθινά έγινε όμοιος με Εκείνον πού κατέβηκε από τον θρόνο της μεγαλοσύνης Του, και με την ταπεινοφροσύνη σκέπασε την παντοδυναμία Του, κι έκρυψε τη δό­ξα Του. Και τούτο συνέβη για να μην κατακαή η κτίσις από την παρουσία Του. Γιατί η κτίσις δεν μπορούσε να Τον κοιτάξει ή να ακούσει τα λόγια που βγαίνανε από το στόμα Του, αν δεν λάβαινε ένα μέρος απ' αυτή ή και να μιλήσει με αυτή.


Και σαν ήρθε ο καιρός να δώσει τη χάρη Του στον κόσμο με την παρουσία Του, δεν κατέβηκε στη γη με σεισμό, μήτε με φωτιά, μήτε με βρον­τή φοβερή και σφοδρή, αλλά κατέβηκε σαν τη δροσιά που κατεβαίνει στον κόμπο του λουλου­διού, και σαν την σταλαγματιά πού στάζει στη γη με απαλότητα. Έτσι, σκέπασε τη μεγαλοσύνη Του με το ένδυμα της σάρκας, που επήρε από την Παρθένο και Θεοτόκο Μαρία».


Το σώμα δε που επήρε ο Χριστός σε τούτο τον κόσμο, ήτανε φθαρτό σαν το δικό μας, γι’ αυτό κ' έπαθε τόσα και στο τέλος σταυρώθηκε. Άλ­λα στον τάφο έγινε άφθαρτο κι' αναστήθηκε


Τί μας έφερε, λοιπόν, ο Χριστός που ήρθε στον κόσμο μέσα σ’ εκείνο το ταπεινό σπήλαιο της Βηθλεέμ; Τί μας δίδαξε; Μας δίδαξε πως όλα τα απλά πράγματα είναι από το Θεό, κι όλα τα περιπλεγμένα είναι από το Σατανά. Πριν έλθει ο Χριστός στον κόσμο οι άνθρωποι πι­στεύανε μονάχα στα σαρκικά, στη δύναμή τους, στην αλαζονεία τους, στην εξυπνάδα τους. Ο Χριστός έφερε στον κόσμο την ελπίδα, την αφοβιά στη φτώχεια, και τη χαρά της ταπείνωσης. Ο Χριστός μεγάλωσε την καρδιά των ανθρώ­πων, πού την είχε στενέψει η περηφάνεια και με την ταπείνωση την πλάτυνε. Για τούτο είπε ο προφήτης: «Λύτρωσιν απέστειλε Κύριος τω λαώ αυτού».


Και την ώρα εκείνη που γεννιόταν ο Υιός του Θεού έχοντας πάρει την ανθρώπινη φύση εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της Παρθένου, έλαμψε σαν παλάτι εκείνη ή σπηλιά κι άνοιξανε τα ουράνια από πάνω από το σπήλαιο και οι άγγελοι ψέλνανε και λέγανε: «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία».


Αυτό το παιδί έφερνε στον κόσμο ολόκληρο την ελπίδα και την ειρήνη. Και δεν είναι τυχαίο που τρεις Μάγοι ερχόντουσαν από την Ανατολή κι ακολουθούσανε τ' άστρο πού πήγε και στάθηκε πάνω από το σπήλαιο. Αυτοί οι Μάγοι ήταν μαθητές του παλαιού μάγου Βαλαάμ που προφήτεψε για το Χριστό και δίδαξε στους μαθητές του πως θα δούνε κάποτε ένα άστρο που δεν θα είναι σαν τ' άλλα τα άστρα και σαν το δούνε να το ακολουθήσουνε για να βρούνε τον βασιλέα του κόσμου πού θα γεννηθεί σαν συνηθισμένος άνθρωπος και ο οποίος θα έφερνε την ελπίδα και την ειρήνη.


Αυτή η παράξενη Ιστορία αρχίζει χίλια τρακόσια χρόνια, πάνω κάτω, πριν από τη Γέννηση του Χριστού και κρατήθηκε από στόμα σε στόμα σε εκείνα τα μέρη της Ανατολής.


Εκείνον λοιπόν τον παμπάλαιο καιρό, ζούσε στη Φαθουρά της Μεσοποταμίας ένας μάγος φημισμένος ονόματι Βαλαάμ, γυιός κάποιου Βεώρ.


Οι Εβραίοι, φεύγοντας από την Αίγυπτο, με τον Μωυσή αρχηγό τους, είχανε φτάσει, ύστερα από πολλές ταλαιπωρίες στη Γη της Επαγγελίας, και πολεμούσανε με τις διάφορες φυλές πού τους φράζανε το δρόμο. Μια απ' αυτές τις φυ­λές ήτανε κι οι Μωαβίτες, που κατοικούσανε στα ανατολικά μέρη της Νεκρής Θάλασσας, άνθρω­ποι του πολέμου. Αυτοί, λοιπόν, είχα­νε τότε βασιλέα τον Βαλάκ. Βλέποντας ο Βα­λάκ πώς οι Ισραηλίτες νικήσανε τους Αμορραίους και τον Ωρ, τον βασιλέα του Βασάν, φοβήθηκε πως δεν θα τα βγάλει πέρα με τους Εβραίους, κι έστειλε κάποιους άρχοντες στον Βαλαάμ, να του πούνε πως οι Ισραηλίτες φτάσανε στα σύνορα του και πως είναι πολύς στρατός, και να τον παρακαλέσουνε να πάει να τους καταραστεί, ώστε να νικηθούνε. Αυτό το έκανε ο Βαλάκ επειδή πίστευε πως όποιον θα ευλογούσε ο Βαλαάμ, θα νικούσε, κι οποίον θα καταριότα­νε θα ενικάτο.


Οι απεσταλμένοι φτάσανε στο χωριό του Βαλαάμ και του είπανε γιατί τους έστειλε ό βασιλιάς τους. Και εκείνος τους είπε να καταλύσουνε τη νύχτα στο χωριό, και πώς την άλλη μέρα θα τους έλεγε ο,τι θα του λαλήση ο Θεός. Και το πρωί, σαν σηκώθηκανε, τους είπε ο Βαλαάμ πως ο θεός τον πρόσταξε να μην πάει να καταραστεί τους Ισραηλίτες, γιατί είναι ευλογημένοι. Κι οι Μωαβίτες φύγανε, και γυρίσανε στον τόπο τους και είπανε στο βασιλιά ο,τι τους είχε πει ο Βαλαάμ. Τότε ο Βαλάκ τους ξανά­στειλε στον μάγο, παρακαλώντας τον να πάει, τάζοντας του μεγάλες τιμές και πολλά πλούτη. Μα ο Βαλαάμ του αποκρίθηκε πώς δεν θα πήγαινε ακόμα και αν του έδινε ο βασιλιάς και το παλάτι του γεμάτο χρυσάφι, γιατί δεν μπορεί να παράκουση στον λόγο του Θεού.


Τότε, φανερώθηκε ο Θεός τη νύχτα στον Βαλαάμ, και του είπε να πάει στον Βαλάκ, μα να κάνει ό,τι θα του πει αυτός. Το πρωί, λοιπόν, ανέβηκε πάνω στο ζώο του την όνο και τράβηξε, μα­ζί με τους Μωαβίτες και με τους δυο γυιούς του, να συναντήσει τον Βαλάκ. Αλλά, εκεί που περπατούσανε, η όνος ξεστράτισε από τον δρόμο, κι ο Βαλαάμ την έ­δερνε με το ραβδί που βαστούσε, ώσπου φτάσανε σ' ένα μέρος που περνούσε ο δρόμος ανάμε­σα στ' αμπέλια, και εκεί η όνος κόλλησε επάνω στον τοίχο και πίεσε το πόδι του Βαλαάμ. Τότε εκείνος έπιασε και τη χτυπούσε με το ραβδί του και όσο εκείνη δεν κουνιόταν από τον τόπο της, τόσο εκείνος την έδερνε θυμωμένος, ώσπου άνοιξε το στόμα της και μίλησε με ανθρώπινη φωνή και είπε στον Βαλαάμ: «Τί έκανα και με δέρνεις; Σε μεταφέρω από τα νιάτα σου, και δεν σε στεναχώρησα ως τα σήμερα. Λοιπόν δεν φταίω εγώ, που δεν πηγαίνω μπροστά». Και τότε άνοιξε ο Θεός τα μάτια του Βαλαάμ, κι είδε έναν Άγγελο με το σπαθί στο χέρι, που εμπόδιζε το ζώο να περπατήσει και ο Βαλαάμ έσκυψε και τον προσκύνησε. Και του είπε ο Άγγελος: «Μ' έστειλε ο Θεός να σε εμποδίσω. Τώρα πήγαινε μαζί με τους άλ­λους. Μα εγώ θα σου πω τί λόγο θα λαλήσεις». Φτάνοντας λοιπόν στη χώρα του Μωάβ, τον υποδέχτηκε με τιμή ο Βαλάκ, κι ανεβήκανε μαζί σ' ένα βουνό. Κι είπε ο Βαλαάμ: «Ό,τι μου πει ο Κύριος, αυτό θα κάνω». Και σαν είδε από μακριά το στράτευμα των Εβραί­ων, άκουσε φωνή Κυρίου που του έλεγε: «Είναι ευλογημένος ο λαός μου ο Ισραήλ. Από το σπέρμα του θα βγει ένας άνθρωπος που θα βασιλέψει επάνω σε πολλά έθνη. Όποιος τον ευλογήσει, θα ναι ευλογημένος, κι οποίος τον καταραστεί, θα ναι καταραμένος». Και ευλόγησε, λοι­πόν, ο Βαλαάμ τους Ισραηλίτες. Ο Βαλάκ όμως θύμωσε, μα ο Βαλαάμ του είπε πως δεν μπορεί να μην κάνει το θέλημα του Θεού».


Όπως διαπιστώνουμε ο Βαλαάμ είναι ο δεύ­τερος, μετά τον Ιακώβ, που προφήτεψε πως ο Χριστός θα γεννηθεί από το γένος των Εβραίων, σύμφωνα με τα λόγια του Θεού που του είπε πως απ' αυτό το γένος θα γεννηθεί ένας άρχοντας που θα βασιλεύσει επάνω στα έθνη. Η προφητεία του Βαλαάμ μοιάζει με την προφητεία που είπε για τον Χριστό ο πατριάρχης Ιακώβ, για­τί παρομοίασε, και κείνος, τον Χριστό με λιον­τάρι, λέγοντας: «Αναπεσών εκοιμήθη ως λέων και ως σκύμνος. Τις εγερεί αυτόν;» ενώ η προφητεία του Βαλαάμ λέγει: «Κατακλιθείς ανεπαύσατο ως λέων και ως σκύμνος. Τίς αναστήσει αυτόν;» (Αριθ. κγ' 9).


Αυτός, λοιπόν, είναι ο μάντις Βαλαάμ, ο προπάτορας των μάγων που πήγανε από τη Χαλδαία να προσκυνήσουν τον Χριστό στο σπή­λαιο που γεννήθηκε. Ο Βαλαάμ ήταν, που είπε στους μαθητές του, πως θα γεννηθεί από τη φυλή του Ιούδα ο μέγας Βασιλιάς, και τους προέτρεψε να κοιτάζουν τον ουρανό ώσπου να δούνε έ­να καινούργιο άστρο, κι όταν το δούνε, να τρέξουν να το ακολουθήσουν, και εκείνο θα τους οδήγησει στον τόπο που θα γεννηθεί ο Χριστός.


Αυτόν τον λόγο τον φυλάξανε οι μαθητές του Βαλαάμ και τον μετέδωσαν στους δικούς τους μαθητές, και περίμεναν χίλια τρακόσια χρόνια, ώσπου να δούνε εκείνον τον εξαίσιον Αστέρα. Και δεν βγήκε ψεύτικη η προφητεία του γέρου Βαλαάμ, αλλά αληθινή. Και σαν είδαν το παράξενο άστρο, σκιρτήσαν από χα­ρά, και έτρεξαν να προσκυνήσουν τον Κύριο, που δεν κουράστηκαν να τον περιμένουν χίλια τριακόσια τόσα χρόνια, νύχτα με νύχτα. Αλήθεια! Πόση υπομονή έχει η πίστη!


Έτσι οι μάγοι προσκυνήσανε το Χριστό και του προσφέρανε ακριβά δώρα δείχνοντας με όλη αυτή την πορεία τους αλλά και τη χειρονομία τους πως ο πλούτος προσκύνησε τη φτώχεια.


Αδελφοί μου, με τη γέννηση του Χριστού, όλα άλλαξαν στον κόσμο. Ο Χριστός μας έφερε την παλιγγενεσία, το ξαναγέννημα, που έλεγε, σαν μεγάλωσε, στο Νικόδημο. Άλλη ελπίδα από το Ευαγγέλιο δεν υπάρχει για τον άνθρωπο. Όποιος δεν ένοιωσε αυτό το μυ­στήριο το φοβερό και χαροποιό, δεν ένοιωσε τί­ποτα. Ό Χριστός δεν ήρθε για να συνέχισει τα όσα είπανε και πράξανε οι αρχαίοι φιλόσοφοι και οι ηθικολόγοι. Μας έφερε καινούργια ζωή, και­νούργια αγάπη, καινούργια λύπη, καινούργια χαρά, καινούργια καρδιά. Ο Χριστός την αγά­πη δεν μας την δίδαξε μονάχα, αλλά και μας την έδωσε. Με το Χριστό είναι όλα ήμερα και άπλα, γιατί έχουν την ελπίδα του Ευαγγελίου και την παρηγοριά του Αγίου Πνεύματος που λέγεται Παράκλητος, δηλαδή παρηγορητής. Πριν έλθει ο Χριστός, ο κόσμος ήταν έρημος και χωρίς αγάπη και οι άνθρωποι όπως λέγει και ο Παύλος ήταν «οι μη έχοντες ελπίδα». Για τούτο λέγει ο Χριστός χρησιμοποιώντας τα λόγια του προφήτη Ησαΐα: «Πνεύμα Κυρίου είναι επάνω μου, που με έχρισε με αυτό. Και μ' έστειλε να φέρω στους φτωχούς την καλή την είδηση, να γειάνω όσους έχουνε καρδιά συντριμμένη, να κηρύξω τη λευτεριά για τους σκλαβωμένους και στους τυφλούς πως θα δούνε το φως τους, να φέρω τη χρονιά την ευτυχισμένη του Κυρίου και μέρα ανταπόδοσης, να παρηγορήσω όλους τους πι­κραμένους» (Ησαΐα 41,1).


Αναμφίβολα, οι άνθρωποι που ζούσαν πριν έλθει ο Χριστός, ήταν χωρίς ελπίδα, κι ας κάνανε το χαρούμενο. Κανένας φιλόσοφος δεν έδωσε την ελπίδα στους ανθρώπους. «Δεν υπάρχει σε κα­νέναν άλλον η σωτηρία, γράφει ο απόστολος Πέτρος, παρά μονάχα στο Χριστό. Γιατί δεν υ­πάρχει κανένα άλλο όνομα δοσμένο στους αν­θρώπους, με το όποιο μπορούμε να σωθούμε», (Πράξ. δ' 12), ενώ ο Ησαΐας λέγει: «Επάνω σ' αυτόν θα ελπίσουνε τα έθνη» (Ήσ. 5,14), και ο απόστολος Παύλος που ήτανε κι αυτός πρωτύτερα απελπισμένος, γράφει στον Τίτο: «Φανε­ρώθηκε η χάρις του Θεού η σωτήρια για όλους τους ανθρώπους, που μας ζητά να αρνηθούμε την ασέβεια και τις κοσμικές επιθυμίες και να ζήσουμε φρόνιμα και δίκαια και με ευσέβεια σε τούτο τον κόσμο, περιμένοντας τη μακάρια ελ­πίδα και το φανέρωμα της δόξας του μεγάλου Θεού και σωτήρος μας Ιησού Χριστού» (Τίτ. β' 13) για να προσθέσει τέλος και πάλι ο Πέτρος: «ας είναι ευλογημένος ο Θεός και πατέρας του Κυρίου μας Ιησού Χριστού που από το πολύ του έλεος μας ξαναγέννησε σε μια καινούρια ζωή με την ανά­σταση του Ιησού Χριστού» (Α' Πέτρ. α' 3).


Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, σε σχετική με την εορτή των Χριστουγέννων ομιλία παρουσιάζει όλα τα αίτια για τα οποία ενηνθρώπισε ο Υιός και Λόγος του Θεού από τα οποία ας μου επιτραπεί να υπογραμμίσω ιδιαιτέρως μερικά από αυτά τα σημεία, από τα οποία διαπιστώνει κάνεις το καθολικό γεγονός της σωτηρίας που απορρέει μέσα από τη φάτνη, εισχωρεί στον κόσμο και τον μεταμορφώνει, τον μεταποιεί. Το πρώτο σημείο είναι ότι με την ενανθρώπηση φανερώνεται πως η φύση μας πλάστηκε από το Θεό αγαθή, γι’ αυτό άλλωστε και ο Χριστός προσλαμβάνει την ανθρώπινη φύση. Με αυτό, επίσης, αποδεικνύεται ότι το σώμα δεν είναι φυλακή της ψυχής κάτι που ισχυρίζονταν οι αιρετικοί και οι αρχαίοι φιλόσοφοί αλλά είναι θετικό δημιούργημα του θεού και έχει μεγάλη αξία αφού το προσέλαβε ο Χριστός και το θέωσε. Το δεύτερο σημείο δείχνει το βάθος της πτώσεως του Ανθρώπου, ώστε να χρειαστεί η οικονομία του Χριστού και η άκρα ταπείνωσή Του. Φυσικά αυτό δείχνει και την μεγάλη αγάπη και φιλανθρωπία του Θεού προς το ανθρώπινο γένος αφού δεν άφησε το πλάσμα Του να καταστραφεί. Έτσι λοιπόν, με την ενανθρώπιση του Χριστού εκδιώκετε η απόγνωση και η απελπισία. Το τρίτο σημείο είναι ότι δια της ενανθρωπήσεως αποκαλύφθηκε η Τριαδικότητα του Θεού. Ο Θεός δεν είναι μονάς, αλλά Τριάς Προσώπων, Πατήρ, Υιός και Άγιον Πνεύμα. Και αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό για την προσωπική μας ζωή. Γιατί ο απρόσωπος και άγνωστος Θεός κάνει και τον άνθρωπο απρόσωπο και άγνωστο. Γι’ αυτό άλλωστε και το θέμα της Τριαδικότητας του Θεού όχι μόνο είναι πολύ κρίσιμο για την Ορθόδοξη θεολογία, αλλά είναι υπόθεση ζωής και θανάτου.


Σε αυτό το σημείο, μπορούμε να προσθέσουμε ακόμη ότι το γεγονός της εναθρωπήσεως δείχνει και τον τρόπο της σωτηρίας του ανθρώπου, που είναι συνδυασμός αγάπης, υπακοής και ελευθερίας. Ο Θεός Πατήρ αγάπησε το ανθρώπινο γένος: «ούτω γαρ ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμο ώστε τον Υιόν αυτού τον μονογενή έδωκεν, ίνα πας ο πιστεύων είς αυτόν μη απόληται, αλλ’ έχει ζωήν αιώνιον» (Ιω γ,16). Ο Λόγος τώρα του Θεού υπήκουσε στον Πατέρα Του και θέλησε να ενανθρωπήσει, γι’ αυτό και πραγματικά αναδείχθηκε αγαπητός υιός και υιός ευδοκίας. Αλλά και το Άγιο Πνεύμα συνήργησε στην ενανθρώπιση, εκφράζοντας έτσι την αγάπη Του προς το ανθρώπινο γένος και κάνοντας υπακοή στον Πατέρα. Αλλά επιπλέον υπάρχει και ελευθερία, γιατί ο Υιός ελευθέρως υπήκουσε στον Πατέρα Του.


Ακριβώς αυτό το γεγονός, ότι το μυστήριον της ενανθρωπήσεως είναι μυστήριο αγάπης, υπακοής, ελευθερίας αλλά και κοινωνίας προσώπων, φαίνεται και στην περίπτωση της Παναγίας μας. Αγάπησε τον Θεό και με την προσωπική της ελευθερία υπήκουσε στο θέλημά Του και έγινε η Μητέρα του Χριστού. Γι’ αυτό και ο Άγιος Νικόλαος ο Καβάσιλας θα πει ότι η ενανθρώπηση του Λόγου έγινε με την αγάπη του Θεού Πατρός, την υπακοή του Υιού, τη συνεργία του Αγίου Πνεύματος και με τη συγκατάθεση της Θεοτόκου. Αυτό δείχνει ότι και το μυστήριο της προσωπική μας αναγεννήσεως και θεώσεως γίνεται με το συνδυασμό των τριών αυτών παραγόντων, της αγάπης, της υπακοής και της ελευθερίας. Πρέπει να αγαπήσουμε πραγματικά τον Θεό, όχι απλώς να αισθανόμαστε ότι εκπληρώνουμε μερικά καθήκοντα, ή να υπακούουμε στις εντολές Του, καθώς επίσης αυτή η υπακοή να μη γίνεται εξαναγκαστικά, αλλά ελεύθερα, με τη δική μας ελευθερία. Μόνο μέσα στα πλαίσια αυτά επιτυγχάνεται η σωτηρία του ανθρώπου.




Σεβαστοί Πατέρες


και αγαπητοί αδελφοί


πόσοι αιώνες χωρίζουν τα δύο αυτά ένδοξα μέρη, Εδέμ και Βηθλεέμ! Πόσες αντιθέσεις μεταξύ τους! Όμως και πόση συγγένεια τα ενώνει!


Στην Εδέμ είδε το φως της ημέρας το ανθρώπινο δράμα, η πτώσις! Στην Βηθλεέμ η αρχή της λύσεώς του.


Στην Εδέμ ο προπάτοράς μας Αδάμ ετοποθετήθηκε από τον Πλάστη του Βασιλιάς και κυρίαρχος της κτίσεως. Όμως εκεί έπεσε και τα έχασε όλα! Στη Βηθλεέμ εγεννήθηκε ο Νέος Αδάμ για να σηκώσει τον προπάτορα που έπεσε.


Η Εδέμ μας απομάκρυνε από τον Θεό. Η Βηθλεέμ μας επλησίασε στον Θεό.


Η Εδέμ μας εγέννησε. Η Βηθλεέμ μας αναγέννησε.


Η Εδέμ έκλεισε τον ουρανό. Η Βηθλεέμ έδωσε το κλειδί που άνοιξε ο ουρανός.


Στην Εδέμ έχυσε ο Θεός πλούσια την αγάπη Του για τη δημιουργία του πλάσματός Του. Στη Βηθλεέμ ο Θεός έχυσε πλουσιότερα την άπειρο αγάπη Του για την αναδημιουργία του δημιουργήματός Του.


Στην Εδέμ «εψεύσθη πάλαι Αδάμ και Θεός επιθυμήσας ου γέγονε». Στη Βηθλεέμ «άνθρωπος γίνεται Θεός, ίνα θεόν τον Αδάμ απεργάσηται».


Γι’ αυτό οι καμπάνες των Χριστουγέννων είναι η παρήγορος υπόσχεσις του Θεού, είναι η πανανθρώπινη προσδοκία, είναι των προφητών οι οραματισμοί, είναι η εκπλήρωσις των νοσταλγιών, είναι η λύσις του ανθρωπίνου δράματος, είναι ο ερχομός του Λυτρωτή! που παρακινεί όλη την κτίση να επαναλάβει μαζί με την παρηγορητική φωνή του προ­φήτη Ησαΐα, πού κράζει σήμερα τούτα τα λό­για σ' εμάς και στον ρημαγμένο κόσμο της α­μαρτίας:


«Ευφραίνου, έρημος διψασμένη, αναγάλλιασε κι άνθησε σαν το κρίνο»


Εσείς που κειτόσαστε στο σκοτάδι! Σηκώστε τα μάτια σας και κοιτάξετε το φως της ελπίδας πού ρίχνει στον αμαρτωλό τον κόσμο το άστρο του Χριστού. Υποδεχθήτε με χα­ρά Εκείνον πού ήρθε να μας γλυτώσει όχι από την πείνα κι από την δίψα του κορμιού, όχι από την αρρώστια κι' από τους πόνους της σάρκας, άλλα από τη φρικτή αγωνία πού βασανίζει τις ψυχές μας, από το τέρας της απιστίας, που θέ­ριεψε σήμερα κι' έκανε τις καρδιές μας σπήλαια σκοτεινά κι ανήλια και παγωμένα.


Δυναμώστε λοιπόν και μη φοβόσαστε. Να, ο θεός μας θα έρθει και θα σας σώσει».


Για τον λόγο αυτό όλοι εμείς που σε βλέπουμε Θεέ παντοδύναμε, Θεέ πάνσοφε, Θεέ υπεράγαθε μέσα σε ένα σπήλαιο, μικρό βρέφος στην αγκαλιά της Παρθένου Μαρίας και συνάμα πιστεύουμε πως είσαι ο ίδιος που βασιλεύεις αχώριστος από τους μακαρίους κόλπους του Θεού Πατέρα, μετά των Ποιμένων θαυμάζομεν, μετά των μάγων λατρεύομεν, μετά των αγγέλων δοξολογούμεν και λέγομεν: Δόξα εν υψίστοις Θεώ, και επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία. Καλά Χριστούγεννα!!!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά