Παρασκευή, Ιανουαρίου 20, 2012

Η αναγνώριση του Μάξιμου Γραικού ως Αγίου. (21 Ιανουαρίου)


πηγή


(Γεωργίου Χ. Χρυσοστόμου)

Ο Μάξιμος Γραικός αναντίρρητα αποτελεί μια από τις εξαιρετικά σπάνιες και λαμπρές φυσιογνωμίες της Ορθόδοξης Εκκλησίας γενικά και της  Ελλαδικής  Εκκλησίας ειδικότερα, μπορεί δε να παραβληθεί προς τους μεγάλους Πατέρες της Εκκλησίας και τους Απολογητές του Χριστιανισμού. Η χώρα μας ιδιαίτερα, στην οποία είδε το φως αυτού του κόσμου το 1470, έχει κάθε δικαίωμα και κάθε προνόμιο να καυχάται για τον πολίτη της εκείνο, ο οποίος τη δόξασε ως πατρίδα του σ’ όλον τον κόσμο. Ο ίδιος εξάλλου ομολογεί με καμάρι την καταγωγή του: «Έλλην ειμί και εν ελληνική χώρα εγεννήθην και ανετράφην και εκάρην μοναχός».
Την παραπάνω καύχηση και τιμή εκφράζει επίκαιρα και η πρόσφατη επίσημη αναγνώρισή του ως αγίου από τήν Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία πάντοτε έδινε ιδιαίτερη προσοχή και φροντίδα στην αναγνώριση των προσώπων που στην επίγεια ζωή τους υπήρξαν πρότυπα αρετής και ενάρετου βιοτής, έμπνεοι αγωνιστές της πίστης μέχρι αυτοθυσίας, εφαρμόζοντες την ευαγγελική προτροπή «άγιοι γίνεσθε…». Και πώς μπορούσε να γίνει διαφορετικά αφού η ίδια η ύπαρξη της Εκκλησίας συνταυτίζεται μ’ αυτήν των άγιων;
Για το λόγο αυτό ιδιαίτερη σημασία αποκτά για την Ορθόδοξη Εκκλησία η επίσημη αναγνώριση του Μάξιμου Γραικού ως αγίου.

Αυθόρμητη αναγνώριση

Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειώσουμε ότι της επίσημης αναγνώρισης προηγήθηκε μια άλλη, αυτή τη φορά λαϊκή και αυθόρμητη αναγνώριση της αγιότητας του επιφανή άνδρα.
Όπως είναι γνωστό, ο Μάξιμος ήταν γνωστός ως άγιος από πολύ παλιά τόσο στην Ελλάδα, όσο και στη Ρωσία, τιμώμενος από τον ιερό κλήρο και τον ευσεβή λαό για την οσιότητα του βίου και τα θαύματά του. Στην Άρτα συγκεκριμένα, γενέτειρα του Μάξιμου, η μνήμη του ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένη, τα τελευταία δε χρόνια έλαβε ευρύτερο χαρακτήρα, καθώς ορίστηκε ως ετήσια εορτή η 21η  Ιανουαρίου, ημέρα της κοίμησής του. Αλλά και στη Ρωσία από πολύ παλιά ο Μάξιμος θεωρούνταν άγιος· «ουδενός το όνομα κατέχει εν τη ρωσική εκκλησιαστική και τη πανρωσική συνειδήσει τόσον περίοπτον θέσιν, όσον το του Μαξίμου Γραικού», τονίζει ο Γρηγόριος Παπαμιχαήλ. Τα συγγράμματά του, τα οποία χαρακτηρίσθηκαν «θεία» και «άγια», αντιγράφτηκαν και διαδόθηκαν ταχύτατα. Βίοι του εμφανίσθηκαν σχεδόν αμέσως μετά την κοίμησή του, εικόνες σε ναούς, περιγραφές θαυμάτων και ακολουθίες. Ο ίδιος δε χαρακτηρίστηκε «μακάριος», «οσιομάρτυς» και «άγιος», ενώ ο τάφος του στη μονή Ζαγκόρσκ έγινε λαϊκό προσκύνημα, όπως μαρτυρεί τουλάχιστον η διαμόρφωση του ευρύτερου χώρου και του παρεκκλησίου που το στεγάζει. Όπως σχετικά γράφτηκε, «η εκκλησιαστική συνείδηση της Ρωσίας κατέταξε τον αγιορείτη μοναχό εις τους αγίους της πίστεως και δικαίως τιμά την μνήμην του αποστολικού ανδρός και φωτιστού του ρωσσικού λαού».
Η παραπάνω αυθόρμητη κι ελεύθερη πρώτη αναγνώριση δεν είναι αυθαίρετη, αλλά έρχεται σε πλήρη συμφωνία με την παράδοση της Εκκλησίας, στην οποία η αναγνώριση των αγίων δεν υπαγόταν αρχικά σε καμμιά τυπική διάταξη. Μέχρι και το 10ο  αι. δεν απαιτούνταν επίσημη πράξη της εκκλησιαστικής αρχής, αλλά τελείως αυθόρμητα κλήρος και λαός απέδιδαν την τιμή τους στον κατ’ αυτόν τον τρόπο αναγνωριζόμενο από τη συνείδηση της Εκκλησίας άγιο. Η αναγνώριση των αγίων γινόταν με πάνδημες και αυθόρμητες εκδηλώσεις: μνεία του ονόματος του αγίου στη Θ. Λειτουργία, δημόσια προσκύνηση των λειψάνων του, σύνταξη ασμάτων. Η αναγνώριση δε αυτή, κατοχυρωμένη —όπως και στην περίπτωσή μας— από τη σιωπηρή επίνευση της οικείας εκκλησιαστικής αρχής, αποτελούσε και τη βασική επικυρωτική και καθιερωτική πράξη.
Έτσι, για παράδειγμα, όταν η Κωνσταντινούπολη πληροφορήθηκε το θάνατο του ιερού Φωτίου στην εξορία, αυθόρμητα κλήρος και λαός μετέφε­ραν το λείψανό του στην Πόλη και την επομένη Κυριακή, της Ορθοδοξίας, στο Ναό της Αγίας Σοφίας, όταν διάβαζαν το «Συνοδικό» φώναξαν: «Ιγνατίου και Φωτίου των Ορθοδόξων Πατριαρχών αιωνία η μνήμη. Άπαντα τα κατά των αγίων και αοιδήμων Πατριαρχών… γραφέντα ή λαληθέντα ανάθεμα».Μ’ αυτόν τον τρόπο πραγματοποιήθηκε η αναγνώριση του Φωτίου ως αγίου. Παρόμοια, ο Κύριλλος Αλεξανδρείας αμέσως μετά το θάνατό του αποκλήθηκε άγιος και ως άγιος επίσης ανευφημήθηκε στην Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο, επτά μόλις έτη μετά την τελευτή του. Έτσι λοιπόν το εκκλησιαστικό πλήρωμα αναγνώριζε ανέκαθεν τους αγίους, όπως συνέβη και με το Μάξιμο Γραικό.
Έπειτα απ’ αυτά γίνεται κατανοητό ότι η πίστη κι η αναγνώριση του λαού προηγείται κάθε άλλης διάταξης. Η επίσημη ανακήρυξη έχει το χαρακτήρα της επικύρωσης της υπάρχουσας παράδοσης και της γενικότερης προβολής και τιμής του Αγίου. Γι’ αυτό και αρχή της Ορθόδοξης Εκκλησίας, σ’ αντίθεση μ’ ό,τι συμβαίνει στην Καθολική, είναι ότι με την επίσημη αναγνώριση δεν αγιοποιεί, αλλά απλά αναγνωρίζει την υπάρχουσα και από το εκκλησιαστικό πλήρωμα μαρτυρούμενη αγιότητα.
Ως τέτοια πρέπει να θεωρηθεί η επίσημη αναγνώριση του Μάξιμου Γραικού ως αγίου από την Ορθόδοξη Εκκλησία. Η διαδικασία που ακολουθήθηκε έχει δύο όψεις: η πρώτη αφορά την αναγνώριση από το Οικουμενικό Πατριαρχείο (έπειτα από πρόταση της Εκκλησίας της Ελλάδος)· η δεύτερη τη Ρωσσική Εκκλησία.
 Η επίσημη αναγνώριση από το Οικουμενικό Πατριαρχείο

Όπως είναι πια γνωστό από άλλες περιπτώσεις, η Εκκλησία της Ελλάδος απευθύνεται στο Οικουμενικό Πατριαρχείο για τις αναγνωρίσεις των αγίων, αφού «κατά την κανονικήν τάξιν και την μακραίωνα της Εκκλησίας παράδοσιν, η επίσημος ανακήρυξις ως Αγίων… ανήκει εις τας προνομίας και τα δικαιώματα του  Αγιωτάτου και Οικουμενικού Θρόνου της εν Κωνσταντινουπόλει Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας». Η πρώτη όμως ενέργεια ανήκει στον οικείο Ιεράρχη εντός των ορίων της επαρχίας του οποίου έζησε και έδρασε ό άγιος.
Έτσι λοιπόν ο τότε Μητροπολίτης Άρτης κυρός Ιγνάτιος, μετά από έγγραφο αίτημα, της 20.12.85, του καταγόμενου από την Άρτα και δικηγόρου Θεσσαλονίκης Κωνσταντίνου Τσιλιγιάννη, απέστειλε προς την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος το με αριθμ. 795/10 Ιουλίου 1986 έγγραφο με το οποίο την παρακαλούσε να ενεργήσει τα δέοντα για την κατάταξη του Μάξιμου στη χορεία των αγίων. Συνημμένα απεστάλησαν και άλλα στοιχεία προκειμένου να διευκολύνουν την προώθηση των ενεργειών.Στη συνέχεια η Ιερά Σύνοδος ανέθεσε την όλη μελέτη της υπόθεσης στη Νομοκανονική Επιτροπή και εκ μέρους αυτής ο Πρωτοπρ. Ευάγγελος Μαντζουνέας έκαμε ειδική εμπεριστατωμένη έκθεση με την οποία εισηγήθη­κε «όπως η  Αγία και  Ιερά Σύνοδος, ενεργήση τα δέοντα εις το Οικουμενικόν Πατριαρχείον, ίνα ο Μοναχός Μάξιμος Γραικός καταταγή εις την χορείαν των Ομολογητών Πατέρων της Πίστεως ημών».
Η παραπάνω πρόταση έγινε αποδεκτή από την Ιερά Σύνοδο, στην οποία υποβλήθηκε, εκ μέρους της οποίας ο Πρόεδρός της και Αρχιεπίσκοπος Αθηνών διεβίβασε προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο τα πλήρη στοιχεία και πρότεινε «την ανακήρυξιν ως Οσίου του εξ Άρτης καταγόμε­νου και εν Ρωσσία οσίως τον βίον τερματήσαντος φωτιστού των Ρώσων Μαξίμου του επικαλουμένου Γραικού».
Η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου τελικά αφού έλαβε υπόψη τη σχετική εισήγηση της Κανονικής Επιτροπής της, καθώς και όλα τα υποβληθέντα στοιχεία, συμπεριέλαβε στις 31 Μαΐου 1988 το λαμπρό γόνο της Άρτας στο χορό των αγίων της Εκκλησίας και όρισε να εορτάζεται η ετήσια μνήμη του την 21η  Ιανουαρίου, ημέρα της κοίμησής του. Γι’ αυτό και συντάχθηκε η σχετική Πατριαρχική και Συνοδική Πράξη, που αποστάλθηκε στον Μητροπολίτη Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Θεόκλητο, Τοποτηρητή τότε της  Ι. Μ. Άρτης. Με παρόμοιο γράμμα του προς τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών ο Οικουμενικός Πατριάρχης γνωστοποιούσε την επίσημη αναγνώριση.
Η παραπάνω μακρά διαδικασία, που ακολουθήθηκε για το Μάξιμο Γραικό, είναι σήμερα απαραίτητη για την επίσημη αναγνώριση αγίων από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Η αναγνώριση αυτή με επίσημη εκκλησιαστική πράξη και έκδοση Πατριαρχικού Τόμου είναι νέα τακτική, που βασίζεται ουσιαστικά σε παλαιότερες παραδόσεις και πράξεις.
Η πρώτη επίσημη αναγνώριση αγίου από την Ορθόδοξη Εκκλησία ήταν του Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης Γρηγορίου Παλαμά (+1360) με σύνοδο που συγκάλεσε το 1368 στην Κωνσταντινούπολη ο Πατριάρχης Φιλόθεος (1354-1355, 1364-1370). Στη σύνοδο αυτή αναγνωρίστηκε η αγιότητα του ανδρός, την οποία αμφισβητούσαν οπαδοί των αιρετικών Βαρλαάμ και Ακίνδυνου.
Από τότε έγιναν και άλλες παρόμοιες πράξεις, αλλά η σημερινή τακτική θεμελιώθηκε κυρίως επί Οικουμενικού Πατριάρχη Αθηναγόρα (1949-1972)· άξιο μνείας μάλιστα είναι το γεγονός ότι όλοι οι άγιοι που αναγνωρίστηκαν κατά την περίοδο αυτή έζησαν και έδρασαν στο γεωγραφικό χώρο της Ελλάδας. Ευρύτερος χαρακτήρας δόθηκε μόλις επί Πατριαρχείας Δημητρίου (1972-σήμερα).

Η επίσημη αναγνώριση  από τη Ρωσική Εκκλησία
Σχεδόν αμέσως μετά την αναγνώριση του Οικουμενικού Πατριαρχείου, η I. Σύνοδος του Πατριαρχείου Μόσχας και πάσης Ρωσσίας αναγνώρισε κι αυτή το Μάξιμο ως άγιο. Να σημειωθεί ότι αυτή η αναγνώριση ήταν η δεύτερη κατά σειρά, δεδομένου ότι έναν αιώνα μετά την κοίμησή του ανακηρύχθηκε και τότε άγιος από τη Ρωσσική Εκκλησία, η δε μνήμη του ορίστηκε να τελείται στις 21 Ιανουαρίου.
Παρά όμως την παραπάνω πρώτη αναγνώριση, η Ρωσσική Εκκλησία προέβη και σε δεύτερη, η οποία μάλιστα πήρε επίσημο και πανηγυρικό χαρακτήρα, καθώς εντάχθηκε στα πλαίσια των λαμπρών εκδηλώσεων που έλαβαν χώρα στη ρωσσική γη κατά το έτος 1988. Με την ευκαιρία λοιπόν του εορτασμού της συμπληρώσεως χιλιετηρίδας από το βάπτισμα της η Ρωσσική Εκκλησία προέβη και πάλι σε επίσημη αναγνώριση της αγιότη­τας του Μάξιμου Γραικού και ταυτόχρονα οκτώ ρώσσων αγίων. Η αναγνώριση έγινε από την Ι. Τοπική Σύνοδο της Ρωσσικής Εκκλησίας, που συνήλθε στη Λαύρα της Αγίας Τριάδας και του Αγίου Σεργίου του Ζαγκόρσκ από 6-9 Ιουνίου. Μάλιστα με έγγραφό της προς την Ι. Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος παρακάλεσε να συνταχθεί σχετική μελέτη «ως συμβολή αυτής εις την διαδικασίαν επισήμου κανονικής ανακηρύξεως ως αγίου Μαξίμου του Γραικού». Η συγγραφή της παραπάνω μελέτης ανατέθηκε στον καθηγητή κ. Βλάσιο Φειδά και δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Εκκλησία υπό τον τίτλο «Μάξιμος ο Γραικός φωτιστής των Ρώσσων». Όπως είναι γνωστό, η Ρωσσική Εκκλησία τηρεί δικό της τυπικό για την αναγνώριση των αγίων, το οποίο θεσπίστηκε και εφαρμόζεται από το 1721 Σύμφωνα μ’ αυτό ακολουθείται η παρακάτω διαδικασία:
α) Έρευνα για το βίο και τα θαύματα του αγίου στην οποία λαμβάνεται σοβαρά υπόψη το αδιάφθορο του σώματος. Η τελευταία αυτή θέση αμφισβητήθηκε. Συγκεκριμένα ο Golubinski υποστήριξε ότι δεν απαιτείται το αδιάλυτο του σώματος. Αρχικά η γνώμη αυτή καταδικάστηκε από τη Διοικούσα Σύνοδο, αργότερα όμως επιδοκιμάστηκε, όταν κατά το 1903 με διαταγή του τσάρου Νικολάου Β΄ ο Σεραφείμ Σαροβίου αναγνωρίστηκε άγιος, παρότι το σώμα του βρέθηκε διαλυμένο. Οι παλιοί πάντως Ρώσσοι το θεωρούσαν απαραίτητο για την αναγνώριση.
β) Ορίζεται με αυτοκρατορικό διάταγμα (πατριαρχική πράξη σήμερα) η τιμή της μνήμης.
γ) Τρεις ημέρες πριν την ανακήρυξη αρχίζουν να τελούνται Θ. Λειτουργίες για την ανάπαυση των ψυχών του αγίου και όλων όσων τον συναναστράφηκαν και είχαν σχέσεις μαζί του.
δ) Γίνεται επίσημη τελετή της ανακηρύξεως, μεταφέρουν τα ι. λείψανα του αγίου (ή εικόνα του) και τα εκθέτουν για προσκύνηση από τους πιστούς.

(Πηγή: Γεωργίου Χ. Χρυσοστόμου, Η αναγνώριση του Μαξίμου Γραικού ως Αγίου και ο καθορισμός κοινής Εκκλησιαστικής πράξης αναγνώρισης Αγίων από την Ορθόδοξη Εκκλησία.
Εκδ. του Μουσικοφιλολογικού Συλλόγου Σκουφάς. Άρτα 1989, σ. 5 -11)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά