Τρίτη, Φεβρουαρίου 14, 2012

Συναξαριστής 14 Φεβρουαρίου


Ὁ Ὅσιος Αὐξέντιος ὁ ἐν τῷ Ὄρει

 


Ἔζησε στὴν Κωνσταντινούπολη (καταγόταν ἀπὸ τὴν Συρία), στὰ χρόνια του Θεοδοσίου τοῦ Μικροῦ (440) καὶ εἶχε τὸ ἀξίωμα τοῦ Σχολαρίου. Τὸν διέκρινε μεγάλη σωματικὴ δύναμη, εὐπρέπεια ἤθους, ἐπιείκεια, καθὼς καὶ ἄλλες ἀρετές. Ὅμως, ἡ φιλήσυχη διάθεσή του καὶ ὁ πόθος του νὰ καταγίνεται συστηματικότερα μὲ τὶς θρησκευτικὲς καὶ θεολογικὲς μελέτες, τὸν ἔφερε στὶς μοναχικὲς τάξεις.

Ἄφησε, λοιπὸν τὴν βασίλισσα τῶν πόλεων καὶ ἀποσύρθηκε στὸ ἀντικρινὸ βουνὸ ἑνὸς μικροῦ νησιοῦ καὶ ἐκεῖ ἀσκήτευε. Ὁ Αὐξέντιος ἀπέκτησε τόση πολλὴ ἐκτίμηση ἀπὸ τὸν πλοῦτο καὶ τὴν ἀκρίβεια τῶν θεολογικῶν του γνώσεων καὶ τὴν μεγάλη του ἀρετή, ὥστε προσεκλήθη σὰν ἁπλὸς μοναχὸς τὸ 451 νὰ παραστεῖ στὴν Δ´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο στὴ Χαλκηδόνα.

Βέβαια ὁ Αὐξέντιος δὲν ἔμεινε στὴ θεωρία μόνο τοῦ Εὐαγγελίου, ἀλλὰ ἦταν καὶ πιστὸς ἐφαρμοστὴς τῆς πίστεως. Διότι, «ἡ πίστις, ἐὰν μὴ ἔργα ἔχει, νεκρά ἐστι καθ᾿ ἑαυτήν». Ἡ πίστη, δηλαδή, ἂν δὲν ἔχει καρπὸ ἔργα ἀρετῆς, εἶναι ὅλως διόλου ἀπὸ τὴν ῥίζα της νεκρή.

Οἱ καθημερινοί, λοιπόν, ἐπισκέπτες του, ποὺ πολλοὶ ἀπ᾿ αὐτοὺς ἦταν πλούσιοι, τοῦ ἔφερναν ἄφθονα δῶρα καὶ τροφές. Ἐκεῖνος, ὅμως, κρατοῦσε τὰ ἀναγκαῖα. Τὰ ὑπόλοιπα τὰ μοίραζε στοὺς φτωχούς, ποὺ ἦταν τακτικοὶ «πελάτες» του. Διότι ἤξεραν ὅτι ἀπὸ τὸ στόμα του θὰ ἔπαιρναν τροφὴ ψυχῆς καὶ ἀπὸ τὰ χέρια του τροφὴ τοῦ σώματος. Μάλιστα, ὁ μεγάλος σεβασμὸς πρὸς τὸν ὅσιο ἔγινε αἰτία νὰ ἱδρυθεῖ γυναικεῖο μοναστήρι, στοὺς πρόποδες τοῦ βουνοῦ ποὺ ἀσκήτευε.
Ὁ θάνατός του, σὲ μεγάλη ἡλικία, ἦταν γαλήνιος θάνατος δικαίου.

Ἀπολυτίκιον. 
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ὥσπερ φοῖνιξ ηὐξήθης Πάτερ ὑψίκομος, δικαιοσύνης ἐκφέρων τοὺς ψυχοτρόφους καρπούς· σὺ γὰρ βίον ἱερὸν πολιτευσάμενος, τῆς Ἐκκλησίας στηριγμός, καὶ θαυμάτων αὐτουργός, Αὐξέντιε ἀνεδείχθης, διὰ παντὸς ἱκετεύων, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφαγισθέντος.
Τῆς ἐρήμου πολίτης καί ἐν σώματι ἄγγελος, καί θαυματουργός ἀνεδείχθης, θεοφόρε Πατήρ ἡμῶν Αὐξέντιε· νηστείᾳ ἀγρυπνίᾳ προσευχῇ, οὐράνια χαρίσματα λαβών, θεραπεύεις τούς νοσοῦντας, καί τάς ψυχάς τῶν πίστει προστρεχόντων σοι. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σέ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διά σοῦ πᾶσιν ἰάματα.

Κοντάκιον. 
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἐγκρατείας ὕδασι, πανευκλεῶς ἐκβλαστήσας, ὡς ἐλαία εὔκαρπος, ἐν τοῖς Ὁσίοις ἐφάνης· κόσμου γάρ, ἀπαρνησάμενος τὴν ἀπάτην, γέγονας, ὑπερκοσμίου φωτὸς δοχεῖον, δι’ οὗ λάμπρυνον ἐνθέως, τοὺς σὲ τιμῶντας, Πάτερ Αὐξέντιε.

Ἕτερον Κοντάκιον.
Ἦχος β’. Τὴν ἐν πρεσβείαις.
Κατατρυφήσας θεόφρον τῆς ἐγκρατείας, καὶ τὰς ὀρέξεις τῆς σαρκὸς χαλινώσας, ὤφθης τῇ πίστει σου αὐξανόμενος, καὶ ὡς φυτὸν ἐν μέσῳ τοῦ Παραδείσου ἐξήνθησας, Αὐξέντιε Πάτερ ἱερώτατε.

Ὁ Οἶκος Τὶς τοὺς ἀγῶνάς σου νῦν ἐπαξίως ἐξείπῃ, ἢ τοὺς πόνους σου Πάτερ, οὓς ὑπέστης ἐν γῇ, διὰ τὴν θείαν ἀπόλαυσιν; ἀπὸ βρέφους γὰρ νόμοις Κυρίου ἀκολουθήσας, καὶ προστάγμασι τούτου ὑπηρετήσας, νέος ἡμῖν ἀνεδείχθης Ἰὼβ τοῖς παλαίσμασι, τοῦ κόσμου πάροικος ὤφθης, καὶ τῆς γῆς ἀπάσης ἀλλότριος, νηστείαν πίστει ἐξήσκησας, ἀγρυπνίαν, ἁγνείαν ἠγάπησας, Αὐξέντιε Πάτερ ἱερώτατε.

Κάθισμα 
Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου.
Εἰς ὄρος ἀνελθών, θεωρίας Παμμάκαρ, καὶ πράξεως σαφῶς, ἀστραπαῖς τῶν θαυμάτων, ὡς ἥλιος ἔλαμψας, καταυγάζων τὰ πέρατα· ὅθεν σήμερον, τὴν παναγίαν σου μνήμην, ἑορτάζομεν, ὑμνολογοῦντές σε πίστει, καὶ πόθῳ γεραίρομεν.

Μεγαλυνάριον.Κατηγλαϊσμένος ταῖς ἀρεταῖς, ὤφθης ἐν τῶ βίῳ, θεοφόρε περιφανής, ἄιγλῃ εὐσεβείας, καὶ χάριτι θαυμάτων, Αὐξέντιε ῥυθμίζων, τοὺς προσιόντας σοι.


 

 
Ὁ Ὅσιος Μάρων

 


Εἶχε στήσει τὸ ἀσκητήριό του στὴν κορυφὴ ἑνὸς βουνοῦ τῆς ἐπαρχίας Ἀντιοχείας. Ἀλλ᾿ ἡ θερμὴ ἀγάπη του πρὸς τὸν Θεὸ καὶ πρὸς τὸν πλησίον, τὸν ἔκανε νὰ κατεβαίνει ἀπ᾿ τὸ ἀσκητήριό του καὶ νὰ περιοδεύει σὲ πόλεις καὶ χωριά, κηρύττοντας τὸ θεῖο λόγο.

Ἐπίσης ἔδινε παρηγοριὰ καὶ συμβουλές, συμφιλίωνε καὶ συμβίβαζε, ἅρπαζε πολλοὺς ἀπὸ τὶς παγίδες τῆς πλεονεξίας, ἀπὸ τὸ καμίνι τοῦ θυμοῦ καὶ ἀπὸ τὸ βόρβορο τῆς ἀκολασίας. Καὶ ὅταν ἔφευγε ἀπὸ τὶς πόλεις, ἔρχονταν οἱ πόλεις πρὸς αὐτόν.

Καὶ τότε στὸ ἐρημικὸ ἀσκητήριό του ἀκατάπαυστα ἔρχονταν πυκνὲς ὁμάδες ἀνθρώπων, ποὺ ζητοῦσαν γιατρειὰ στὶς διάφορες ἠθικὲς καὶ πνευματικὲς ἀσθένειές τους. Ἀλλὰ καὶ πρὸς τοὺς μοναχούς, ὁ Ὅσιος, ἔδειχνε μεγάλο ἐνδιαφέρον. Τοὺς παρακαλοῦσε λοιπὸν καὶ τοὺς ἱκέτευε, νὰ μένουν πιστοὶ στὰ καθήκοντά τους, νὰ εἶναι ὑποδείγματα τῆς πίστης, ζηλευτοὶ τύποι τῆς ἐγκράτειας, φρουροὶ τοῦ Εὐαγγελίου καὶ θεῖα κάτοπτρα τῆς καλῆς συμπεριφορᾶς.

Σὲ τέτοιες λοιπὸν ἀσχολίες, βρῆκε τὸν Μάρωνα ἡ ἀσθένεια, ποὺ τὸν διαβίβασε ἀπ᾿ αὐτὸ τὸν κόσμο στὸν ἄλλο, μὲ ἥσυχη τὴν συνείδηση, ὅτι ἔζησε γιὰ τὸν Θεὸ καὶ γιὰ τοὺς συνανθρώπους του.


 

 
Ὁ Ἅγιος Φιλήμονας ἢ Φίλιππος, ἱερομάρτυρας ἐπίσκοπος Γάζας

Ἡ μνήμη του ἀναφέρεται μόνο στὸν Πατμιακὸ Κώδικα 266. (Ἄλλοι καταγράφουν τὰ δυὸ ὀνόματα σὰν δυὸ ξεχωριστοὺς ἐπισκόπους).


 

 
Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ἀπὸ τὸ Ψάρι Κορινθίας

Ὁ νεομάρτυρας αὐτὸς καταγόταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Ψάρι τῆς Κορινθίας. Οἱ γονεῖς του ὀνομάζονταν Ἰωάννης καὶ Καλή, καὶ οἱ δυὸ εὐσεβεῖς χριστιανοί. Δώδεκα χρονῶν ἔμεινε ὀρφανὸς καὶ ἔφυγε γιὰ τὴν Σηλυβρία τῆς Θρᾴκης. Ἐκεῖ παντρεύτηκε, ἀπόκτησε παιδιὰ καὶ ἔκανε τὸ ἐπάγγελμα τοῦ πλανόδιου παντοπώλη.

Τοῦρκοι ὅμως συνάδελφοί του, τὸν ζήλεψαν καὶ τὸν συκοφάντησαν ὅτι δῆθεν ἔβρισε τὸν Μωάμεθ. Ἔτσι ὁδηγήθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη κατὰ τὸ 34ο ἔτος τῆς βασιλείας τοῦ Σουλεϊμὰν Α´ (1520-1566), ὅπου ὁμολόγησε μὲ θάῤῥος τὴν πίστη του στὸν Χριστό.

Ἀφοῦ δὲν ὑπέκυψε στὶς κολακεῖες καὶ τὰ βασανιστήρια τῶν Τούρκων, ῥίχτηκε στὴ φωτιὰ καὶ κατόπιν τὸν ἀποκεφάλισαν στὶς 14 Φεβρουαρίου 1554 στὴν Κωνσταντινούπολη. Ἀκολουθία τοῦ νεομάρτυρα αὐτοῦ συνέγραψε ὁ Ἱερομόναχος Δαμασκηνὸς ὁ Στουδίτης ὁ μετέπειτα Λιτῆς καὶ Ῥενδίνης.


 

 
Ὁ Ἅγιος Δαμιανὸς ὁ μοναχὸς

Πατρίδα τοῦ νέου ὁσιομάρτυρα Δαμιανοῦ ἦταν τὸ χωριὸ «Ρίχοβον Ἀγράφων», δηλαδὴ τὸ Μυρίχοβο τῆς ἐπαρχίας Καρδίτσας. Νέος ἀκόμα πῆγε στὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου ἐκάρη μοναχὸς στὴ Μονὴ Φιλόθεου. Κατόπιν πῆγε κοντὰ σ᾿ ἕναν ἀναχωρητή, τὸν Δομέτιο, ὅπου ἔμεινε κοντά του, ἀσκούμενος στὴν ἀρετή, γιὰ τρία χρόνια.

Ἔπειτα ἐγκατέλειψε τὴν σκήτη του καὶ ἦλθε στὰ χωριὰ τοῦ Θεσσαλικοῦ Ὀλύμπου καὶ μετὰ τοῦ Κισσάβου καὶ τῆς Λάρισας, διδάσκοντας τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ. Ἀργότερα ἀποσύρθηκε κοντὰ στὸ χωριὸ Σηλίτζιανη καὶ ἔκτισε μοναστήρι στὸ ὄνομα τῆς ἀποτομῆς τοῦ Τιμίου Προδρόμου.

Ἔχοντας λοιπὸν σὰν ὁρμητήριο τὸ μοναστήρι του, ἐξακολουθοῦσε τὴν ἀποστολική του δράση. Κάποτε πῆγε σὲ κάποιο χωριό, ποὺ ὀνομαζόταν Βουγαρίνη καὶ συνελήφθη ἀπὸ τοὺς Τούρκους τὸ 1568. Ὁδηγήθηκε στὴ Λάρισα, ὅπου φυλακίστηκε μὲ διαταγὴ τοῦ Τούρκου ἄρχοντα τῆς πόλης αὐτῆς. Ἐκεῖ μέσα ὑπέστη πολλὰ καὶ σκληρὰ βασανιστήρια.

Ἀλλ᾿ ἐπειδὴ δὲν ὑπέκυψε στὶς δελεαστικὲς ὑποσχέσεις τοῦ Τούρκου ἄρχοντα καὶ ἔμεινε σταθερὸς στὴ χριστιανική του πίστη, καταδικάστηκε σὲ θάνατο δι᾿ ἀγχόνης. Τὸ πρωί, ποὺ πῆγαν νὰ τὸν κρεμάσουν, κόπηκε τὸ σχοινὶ τῆς θηλειᾶς καὶ ἔτσι ὅπως ἦταν μισοπεθαμένος τὸν ἔριξαν στὴ φωτιά. Τὴν δὲ στάκτη του μὲ μανία τὴν ἔριξαν στὰ νερὰ τοῦ ποταμοῦ Πηνειοῦ.
Ὅλα αὐτὰ ἔγιναν στὶς 14 Φεβρουαρίου 1568.


 

 
Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ὁ Παϊζάνος

Ἦταν ἀπὸ τὴν Μυτιλήνη, ῥάφτης στὸ ἐπάγγελμα καὶ μαρτύρησε στὴν Κωνσταντινούπολη, ἀφοῦ ἔμεινε σταθερὸς στὴ χριστιανική του πίστη, στὶς 14 Φεβρουαρίου 1693. Σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση, ὁ νεομάρτυρας αὐτὸς καταγόταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Πλαγιὰ τῆς περιφερείας Πλωμαρίου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά