Σάββατο, Φεβρουαρίου 11, 2012

Ο ΑΣΩΤΟΣ του Χαλκέντερου ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ



Ο ΑΣΩΤΟΣ


του Χαλκέντερου ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ

Και πάλιν, αγαπητοί μου Χριστιανοί, ευρίσκομαι εις το Αμύνταιον. Και πάλιν πρόκειται να κηρύξω τον λόγον του Θεού. Ως επίσκοπος είμαι υπεύθυνος δια την σωτηρίαν όλων των ψυχών των ανθρώπων, ανδρών και γυναικών, και είμαι υποχρεωμένος να κηρύττω τα λόγια του Θεού. Το κήρυγμα είναι το κύριον έργον του επισκόπου. Μα έχω ένα δισταγμό: Άραγε, υπάρχουν άνθρωποι σήμερα στον εικοστό αιώνα, να ακούσουν τα λόγια του Ευαγγελίου; Σ’αυτό το δισταγμό απαντά ο ιερός Χρυσόστομος και μου δίδει μια μεγάλη παρηγοριά. Τι λέγει ο Χρυσόστομος; Εγώ, λέει, θα κηρύξω τον λόγο του Θεού. Και αν δεν μ’ακούσουν όλοι, θα με ακούσουν οι μισοί. Και αν δεν μ’ακούσουν οι μισοί, θα με ακούσουν οι εκατό. Κι αν δεν μ’ ακούσουν οι εκατό, θα με ακούσουν οι πενήντα. Κι αν δεν μ’ακούσουν οι πενήντα, θα με ακούσουν οι δέκα. Κι αν δεν μ’ ακούσουν οι δέκα, θα με ακούσει ένας. Και ένας μόνο να με ακούσει, φτάνει! Ναι! Η αξία του ανθρώπου είναι τόσο μεγάλη, ώστε φθάνει η σωτηρία ενός ανθρώπου. Συνεπώς και εγώ με την ελπίδα αυτή, θα κηρύξω και πάλι τον λόγον του Θεού.
Το Ευαγγέλιο το ακούσατε. Τι είναι το Ευαγγέλιο σήμερον; Είναι μια παραβολή. Ποια παραβολή; Η πιο ωραιότερη παραβολή που είπε ο Χριστός! Μια παραβολή αριστούργημα! Μια παραβολή, που, είπε κάποιος, ότι και αν τίποτε άλλο στον κόσμο δεν έλεγε ο Χριστός, παρά μόνο έλεγε τα λόγια αυτά της παραβολής, έφτανε αυτή η παραβολή να αποδείξει ότι ο Χριστός δεν είναι απλώς άνθρωπος, δεν είναι απλώς ένας φιλόσοφος, ένας κοινωνιολόγος ή ένας μεγάλος άνθρωπος,αλλά είναι ο Θεός. Διότι μόνον Θεός, ως καρδιογνώστης, μπορούσε να γνωρίζει τα βάθη της ανθρωπίνης καρδίας. Μέσα στη σημερινή παραβολή, ζωγραφίζεται ο άνθρωπος. Ο άνθρωπος σε δύο καταστάσεις. Ο άνθρωπος ο ένας, που κατρακυλάει συνεχώς και ακαταπαύστως με τας κακίας και ελαττώματά του και φθάνει εις την άβυσσον της διαφθοράς και της αμαρτίας, φθάνει εις τον άδην, και από τ’ άλλο μέρος ο άνθρωπος ο οποίος εγείρεται δια πτερύγων αγγέλων και αρχαγγέλων και φθάνει μέχρι των ουρανών.
Αμαρτία και μετάνοια! Πτώσις και ανάστασις! Παράδεισος και κόλασις! Θεός και δαίμων. Μέσα σ’αυτή την παραβολή, όλα υπάρχουν, οι αλήθειες αυταί αι μεγάλαι της Πίστεώς μας!
Με ολίγα λόγια, έχομε να είπωμε τα εξής, ότι: ήταν ένας πατέρας∙ ένας πατέρας φιλόστοργος∙ ένας πατέρας που αγαπούσε τα παιδιά του∙ και ότι, ο πατέρας αυτός είχε δυο παιδιά, και ότι, στο σπίτι μέσα δεν έλειπε τίποτε απολύτως, στο σπίτι ήτανε όλα τα αγαθά, ένας μικρός παράδεισος ήτο το σπίτι του καλού πατέρα. Τα παιδιά μέναν ευχαριστημένα; Ταλαίπωροι γονείς! Ταλαίπωροι γονείς! Η φωτογραφία σας είναι μέσα εις τη σημερινή παραβολή. Κοπιάζετε, μοχθείτε, ιδρώνετε, σκοτώνεστε, κουράζεστε και ένα ευχαριστώ δεν ακούτε από τα παιδιά. Γκρίνια, γκρίνια, ιδίως τα παιδιά του εικοστού αιώνος είναι αχάριστα παιδιά που μοιάζουν καταπληκτικώς με το παιδί το νεώτερο του πατέρα∙ ότι, ο ένας έμεινε κοντά στον πατέρα∙ ο άλλος… του φαινόταν το σπίτι φυλακή! Και προσπαθούσε να σηκωθεί να φύγει από το σπίτι, νομίζοντας ότι μακριά, πέρα, στη χώρα τη μακρινή, εκεί θα βρει τον παράδεισόν του. Και έτσι μια μέρα, ωμίλησε με αυθάδεια στο πατέρα, και του λέγει: πατέρα, θέλω να φύγω∙ μακριά από σένα, πέρα στην ξενιτειά, στην απέραντη χώρα της ξενιτειάς, εκεί θα ζήσω ευτυχής και μακάριος. Κι’ ο πατέρας έκλαψε και επόνεσε για τα λόγια του παιδιού, μα δεν τον επίεσε, δεν τον εβίασε, δεν ήθελε να τον κρατήσει κοντά με τη βία, διότι εν προκειμένω ο Πατέρας είναι ο Θεός, κι ο Πατέρας που έπλασε τον άνθρωπο τον έπλασε ελεύθερο, και το μεγάλο προνόμιο του ανθρώπου, το υπέροχο προνόμιο του ανθρώπου που δεν συναντάται εις την ζωολογικήν κλίμακα και δίνει τεραστίαν αξίαν εις τον άνθρωπον είναι η ελευθερία. Τον άφησε ελεύθερο. Λέγει η Γραφή: Μπροστά σου, λέει, άνθρωπε, βάζω νερό και φωτιά. Διάλεξε και πάρε! Εάν βάλεις το χέρι σου στο νερό, θα δροσιστείς. Άν βάλεις το χέρι σου στη φωτιά, θα καείς. Ποιος είναι υπεύθυνος; Δεν είναι ο Θεός, εσύ ο οποίος άπλωσες το χέρι σου στη φωτιά και εκάηκες. Ελεύθερο λοιπόν το άφησε ο πατέρας το παιδί και το παιδί μια μέρα πήρε την περιουσία, τη μισή περιουσία, τα πώλησε όλα, τα έκανε ρευστό χρήμα, γέμισε το πουγκί του από χρυσά χρήματα, χρυσά αργύρια, και ανεχώρησε∙ και έφυγε μακρυά∙ που πήγε; Εκεί που ξοδεύεται το πολύ χρήμα. Επήγε στις μεγάλες πολιτείες. Εκεί, λέει το Ευαγγέλιο σήμερο, ποιος έφαγε την περιουσία του; Δυο φορές, και ο Απόστολος το λέει, και το Ευαγγέλιο το λέει. Ποιος έφαγε τις περιουσίες σας; Αμ… αν το πω εγώ, θα μου πείτε, αμ… ο δεσπότης ήρθε στο Αμύνταιο και μας λέει αισχρά πράγματα, μας λέει! Αισχρά! Κατήντησαν τώρα στην εποχή μας τα αισχρά να τα κάνωμε, τα αισχρά να τα κάνωμε μέρα νύχτα, να μη τα λέμε, να μη τα λέμε∙ λόγου χάριν, η γυναίκα η πόρνη, δεν την λένε πόρνη σήμερα, φιλενάδα την λένε, φιλενάδα, η ευγένειά τους, το Ευαγγέλιο όμως δεν έχει ευγένεια, τα σύκα, σύκα, η σκάφη, σκάφη! Το σκότος ,σκότος και το φως, φως! Και σήμερα τόσον ο Απόστολος όσο και το Ευαγγέλιο ομιλούν για πόρνες και έκφυλες γυναίκες που πωλούν το κορμί τους και διαλύουν οικογένειες και καταστρέφουν την ανθρωπότητα, νυχτερίδες της ηδονής, αγγεία του διαβόλου, όργανα του διαβόλου. Και τι λέγει ο Απόστολος; Φωνάζει ο Απόστολος σήμερα: Φεύγετε από την πορνεία και ότι πόρνους και μοιχούς..(πόρνοι, ειδωλολάτραι, μοιχοί, μαλακοί, αρσενοκοίται, πλεονέκται, κλέπται, μέθυσοι, λοίδωροι, άρπαγες, βασιλείαν Θεού ου κληρονομήσουσι). Το δε Ευαγγέλιο λέγει σήμερα ότι έφαγε την τεράστια περιουσία του πού; με πόρνες! Με γυναίκες πόρνες. Πήγαινε στις γυναίκες και μαζί με συντροφιές αμαρτωλές κατέφαγε όλη την περιουσία του και ήρθε ώρα που δεν είχε δραχμή στην τσέπη του, τίποτε απολύτως! Κι όταν πλέον δεν είχε δραχμή στην τσέπη του και δεν μπορούσε να αγοράσει ούτε ένα καρβέλι ψωμί, τότε τον εγκατέλειψαν οι πάντες! Τον εγκατέλειψαν οι φίλοι, τον εγκατέλειψαν οι παρέες, τον εγκατέλειψαν οι γυναίκες οι αμαρτωλές, και αυτός, λέει, επείνασε, τον έπιασε πείνα μεγάλη. Τόση πείνα, που προσπαθούσε να βρει κάποια δουλειά, κι έγινεν άνεργος και επιτέλους βρήκε κάποια εργασία μέσα σε ένα σταύλον, και μέσ’ στο σταύλο εκείνο πλέον έβοσκε χοίρους, έβοσκε κοπάδια χοίρων, και το αφεντικό του, ήτο τόσο σκληρό το αφεντικό του, ώστε δεν τον εκοίταζε καθόλου, κι όταν πήγαινε να πάρει τροφή από τα στόματα των χοίρων, τα βελανίδια ή τα χαρούπια, ο σκληρός αφέντης τον έδιωχνε από τους χοίρους γιατί αγαπούσε περισσότερο τα γουρούνια απ’ ότι αγαπούσε τον δούλον αυτόν.
Σκληρά η ζωή του∙ θλιβερά η κατάστασίς του. Πλούσιος, έγινε πτωχός. Αφέντης, έγινε δούλος. Καθαρός, έγινε ακάθαρτος. Υιός βασιλέως, πριγκήπου, έγινε βοσκός προβάτων, έφθασε εις την τελευταίαν βαθμίδα της αθλιότητος. Τι έπρεπε να κάνει; Τι υπολείπετο να κάνει; Ένα μόνον: να πάει να αυτοκτονήσει. Ηυτοκτόνησε: Όχι! Άλλοι αυτοκτονούν. Άλλοι αυτοκτονούν. Στην Αμερική, στη Σουηδία, στη Νορβηγία, παιδιά άσωτα, αφού γλεντήσουν και διασκεδάσουν και στραγγίσουν κάθε είδος ηδονής, κατόπιν πλέον γίνονται ράκη, σκιαί γίνονται όχι άνθρωποι, σκιαί, πλούσια παιδιά πλουσίων γονέων, άσωτα παιδιά του αιώνος μας αυτοκτονούν αράδα μέσα εις την Αμερικήν και εις την Σουηδίαν και Νορβηγίαν. Θα έπρεπε λοιπόν και αυτός να αυτοκτονήσει∙ δεν ηυτοκτόνησε∙ γιατί;
Μια ιδέα! Ποια ιδέα;
΄Ω, ιδέα!
Μια ιδέα! Ώ, ιδέα! Ιδέα αγάπης και οικτιρμών!
Μια ιδέα, που έλεγε μέσα του: Γύρισε στο σπίτι σου. Γύρισε στο πατρικό σου σπίτι. Και ο πατέρας πού’ναι γεμάτος αγάπη και στοργή θα σε δεχθεί και πάλι. Και πράγματι με την ελπίδα αυτή τη βεβαία, επήρε το ραβδί του, εβάδισε ξυπόλητος χιλιόμετρα, επέρασε βουνά και λαγκάδια και γεφύρια και να, έφτασε στο πατρικό του σπίτι! Τον έδιωξε ο πατέρας; Δεν τον έδιωξε ο πατέρας! Γιατί, πατέρας είναι! Γεμάτος στοργή και αγάπη. Όταν τον είδε από μακριά, έπεσε στην αγκαλιά του, τον ασπάζετο, τον εφιλούσε, και διέταξε αμέσως να τον πλύνουν, να τον καθαρίσουν∙ διέταξε να του βάλουνε καινούργια ρούχα, ολοκαίνουργια μεταξωτά ρούχα, διέταξε να του βάλουν δαχτυλίδι στο χέρι του, διέταξε να πάνε στο μαντρί, να σφάξουνε το καλύτερο μοσχάρι, να ετοιμάσουν τραπέζι βασιλικό, και να εορτάσουν και να πανηγυρίσουν την επιστροφή του ασώτου υιού.
Αυτά λέγει το Ευαγγέλιο σήμερα. Ανεκτίμητο! Αριστούργημα!
Μα ποιος είναι, θα ρωτήσετε, ο άσωτος; Άσωτοι υπάρχουνε σ’ όλες τις γενεές. Άσωτοι υπάρχουν και στη δική μας γενεά, η οποία θα ονομαστεί γενεά ασώτων, γιατί καμιά εποχή, καμία εποχή δεν εκληρονόμησε τόσα αγαθά, όσον η εποχή η δική μας. Με τας εφευρέσεις έγινε η πλουσιωτέρα γενεά, και όμως, ενώ η πλουσιωτέρα γενεά έγινε, εν τούτοις η γενεά αυτή δυστυχεί και υποφέρει όσον ουδέποτε!
Άσωτοι! Άσωτοι ποιοι είναι; Άσωτοι είναι τα παιδιά εκείνα, που φεύγουν από το σπίτι και γυρίζουν όλη νύκτα στα κέντρα τα αμαρτωλά, στα νυχτερινά κέντρα, και το πρωί έρχονται στο σπίτι σε ελεεινή κατάσταση, άσωτες είναι οι θυγατέρες που περιπατούν δεξιά και αριστερά και έχουν το σπίτι ξενοδοχείον ύπνου και φαγητού, άσωτοι είναι οι άντρες οι παντρεμένοι που αφήνουν τις γυναίκες των και ζουν παρανόμως με παλλακίδας και με πόρνας, και ξοδεύουν τα χρήματά των ενώ τα παιδιά των είναι νηστικά, άσωτοι είναι οι χαρτοπαίχται οι οποίοι διέρχονται τις νύχτες εις τα χαρτοπαίγνια, άσωτοι… μόνον αυτοί είναι άσωτοι; Όχι, είναι μεγάλος ο αριθμός των ασώτων∙ άσωτοι∙ τότε μόνον θα καταλάβουμε το Ευαγγέλιο εάν πούμε ότι άσωτοι δεν είναι μόνο αυτά τα πρόσωπα που αριθμήσαμε, αλλά άσωτοι είμεθα όλοι οι άνθρωποι ανεξαιρέτως. Δεν υπάρχει άνθρωπος ο οποίος να μην είναι κατά τινα βαθμόν άσωτος. Και άσωτος είναι πας αμαρτωλός και όπως λέει το Ευαγγέλιον και η Αγία Γραφή, δεν υπάρχει άνθρωπος ο οποίος να «ζήσεται και ουχ αμαρτήσει». Όλοι αμαρτάνομε. Όλοι είμεθα παραβάται των εντολών του Θεού. Όλοι είμεθα άσωτοι, άντρες και γυναίκες και παιδιά. Άσωτοι! Αμαρτάνομεν, και πώς δεν αμαρτάνομεν; Και μία ημέρα αν ζήσει ο άνθρωπος επί της γης είναι αμαρτωλός∙ αμαρτάνομε με τα μάτια μας που βλέπουν τα αισχρά και ακατονόμαστα, αμαρτάνομε με τα αυτιά μας που ακούμε ημέρα και νύκτα πράγματα τα οποία δεν πρέπει επ’ ουδενί λόγω να ακούσωμε, αμαρτάνομε με τα χέρια μας που πάμε στα δικαστήρια και παλαμίζουμε το Ιερόν Ευαγγέλιον, αμαρτάνομε με τη γλώσσα μας που κόκκαλα δεν έχει και κόκκαλα τσακίζει με συκοφαντίες και διαβολές, αμαρτάνομε που βλαστημάμε το Θεό, αμαρτάνομε με το κορμί μας ολόκληρο, αμαρτάνομε με τη σκέψη μας, με την καρδιά μας, με τους διαλογισμούς μας, αμαρτάνομε την ημέρα, αμαρτάνομε την νύκτα, αμαρτάνομε στους δρόμους, αμαρτάνομε στις πλατείες, κι’ εδώ ακόμα στην εκκλησία που ερχόμεθα, κι’ εδώ, την ώρα που λέει η Εκκλησία «άνω σχώμεν τας καρδίας» το μυαλό μας δεν είναι στο Θεό αλλά το μυαλό μας είναι έξω, ρεμβάζει εις τα κοσμικά και επίγεια, αμαρτία ολόκληρος είναι ο άνθρωπος. Να απελπισθούμε; Όχι! Δεν πρέπει να απελπισθούμε! Γιατί; Δεν πρέπει να απελπισθούμε οσαιδήποτε και αν είναι αι αμαρτίαι μας∙ ήρχισα με τον ιερόν Χρυσόστομον, τελειώνω με τον ιερόν Χρυσόστομον: κάθε αμαρτία που κάνει ο άνθρωπος, είτε μικρά είτε μεγάλη, κάθε μικρά αμαρτία τι είναι; κάρβουνο του διαβόλου είναι, κάρβουνο αναμμένο, κάρβουνο που καίει, κάρβουνο που πυρπολεί, κάρβουνο που διαλύει και καταστρέφει την ανθρωπότητα. Κάρβουνα λοιπόν. Με τη διαφορά, ότι ο ένας έχει πέντε κάρβουνα αναμμένα μεσ’ στην καρδιά του που τον καίνε, κι άλλος έχει εκατό κάρβουνα, κι άλλος έχει διακόσια κάρβουνα, κι άλλος έχει τρακόσια κάρβουνα. Τι συμβαίνει; Όσα κάρβουνα, πες μου, πόσες αμαρτίες, και τα αμαρτήματά σου ακόμα να είναι βουνό, Καϊμακτσαλάν να είναι, κι αν παρουσιαστεί ακόμα άνθρωπος που να έχει αμαρτίες όσον κανείς άλλος άνθρωπος, κι αν οι αμαρτίες του είναι ένα σωρό κάρβουνα αναμμένα, έλα λέει ο Χρυσόστομος, πάρε τα κάρβουνα τα αναμμένα και ρίψετέ τα εις τη θάλασσα. Η θάλασσα παλεύει με τη φωτιά, αλλά ποτέ η φωτιά δε νικάει τη θάλασσα, η θάλασσα νικάει τη φωτιά! Φωτιά ποια είναι; τα αμαρτήματά μας οσονδήποτε μεγάλα και αν είναι.

0Θάλασσα απέραντος, ωκεανός, Ατλαντικός ωκεανός, Ειρηνικός ωκεανός, είναι το έλεος και η αγάπη του Θεού. Ελάτε λοιπόν αδελφοί μου συναμαρτωλοί, άνδρες, γυναίκες, ασπρομάλληδες γέροντες, μικρά παιδιά και νεότης, ελάτε να πάρουμε τα κάρβουνα την άγιαν αυτή περίοδο, την Κυριακή του Ασώτου, τα μικρά αμαρτήματά μας που έχομεν όλοι μας, και να τα ρίψωμε στο πέλαγος του Θεού, στην απέραντον αγάπη του Θεού, και ο Θεός που εδέχθηκε τον άσωτον υιόν θα δεχθεί και εμάς και τότε, χαρά γίνεται στον Ουρανό, επ’ ενί αμαρτωλώ μετανοούντι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά