Παρασκευή, Μαρτίου 30, 2012

Σ. Ράνσιμαν, ἕνας ἄνθρωπος ποὺ ποτὲ δὲν βαρέθηκε


Λαΐου Ἀγγελικὴ


 
Stevenson Runciman



Λαμπερὲς προσωπικότητες, ὅπως ὁ Στῆβεν Ράνσιμαν, εἶναι σπάνιες. Ἀκόμη σπανιότερα τέτοιοι ἄνθρωποι γίνονται ἱστορικοί. Σπάνια,τέλος, ἀποσποῦν τὴν ἀγάπη καὶ τὸ σεβασμὸ ὄχι μόνο τῶν εἰδικῶν του κλάδου τους, ἀλλὰ καὶ τοῦ εὐρέος κοινοῦ, καὶ δὴ σὲ ξένη χώρα. Στὴν Ἑλλάδα,ὁ Στῆβεν Ράνσιμαν ἦταν πολὺ ἀγαπητός, καὶ γιὰ πολλοὺς ἀνθρώπους Ράνσιμαν σημαίνει Βυζάντιο. Αὐτὸ ἔχει τὴ σημασία του στὴ χώρα μας, γιατί οὔτε τὸ Βυζάντιο εἶναι ἀπὸ ὅλους ἀποδεκτὸ ὡς μία σημαντικὴ περίοδος στὴν ἱστορία τοῦ ἑλληνισμοῦ, οὔτε ἡ ἱστορία γενικὰ ἔχει πιὰ τὴν αἴγλη ποὺ τὴν περιέβαλε, καὶ τὴ διδακτικὴ ἱκανότητα ποὺ τῆς ἀπέδιδαν στὸ παρελθόν. Ὁ Στῆβεν Ράνσιμαν ὅμως ἔσπασε τὰ πολλαπλὰ φράγματα.

Ἡ προσωπικότητά του καὶ ἡ πλούσια καὶ ἰδιόρρυθμη ζωὴ του τὸν ἔκαναν ἕναν ἄνθρωπο ποὺ ἀπὸ τὴν πρώτη γνωριμία ἐντυπωσίαζε καὶ προκαλοῦσε τὸ ἐνδιαφέρον τοῦ συνομιλητῆ του. Τὸν θυμᾶμαι σὲ μία σκηνὴ ποὺ θὰ μοῦ μείνει ἀξέχαστη. Ἔτυχε νὰ βρισκόμαστε μαζί, ἐπισκέπτες σὲ ἕνα ἀμερικανικὸ πανεπιστήμιο κάπου στὸ γεωγραφικὸ κέντρο τῆς Ἀμερικῆς. Οἱ φοιτητὲς ποὺ ἄκουγαν τὶς διαλέξεις μας ἦταν ὅλοι προπτυχιακοί, ἔξυπνα παιδιά, ἀλλὰ μὲ ἐλάχιστες γνώσεις περὶ Βυζαντίου. Ὁ Ράνσιμαν τοὺς μάγεψε. Θυμᾶμαι νὰ κάθονται στὸ πάτωμα, γύρω ἀπὸ τὴν καρέκλα του, καὶ νὰ κρέμονται ἀπὸ τὸ στόμα του, μαγεμένοι ἀπὸ τὶς ἱστορίες ποὺ τοὺς ἔλεγε γιὰ τὸ Βυζάντιο, γιὰ τὰ Βαλκάνια, γιὰ τὴν Ἱστορία. Εἶναι πολὺ δύσκολο νὰ συναρπάσει κανεὶς ἕνα τέτοιο ἀκροατήριο μὲ τέτοια θέματα.

Ὅταν πέθανε ὁ Στῆβεν Ράνσιμαν, οἱ νεκρολογίες ποὺ δημοσιεύθηκαν τόσο στὶς ἑλληνικὲς ὅσο καὶ στὶς ἀγγλικὲς ἐφημερίδες ἀνέφεραν, μεταξὺ ἄλλων, τὴν ἀριστοκρατική του καταγωγὴ καὶ τὶς ἐπαφὲς του ὄχι μόνο μὲ τὶς βασιλικὲς οἰκογένειες εὐρωπαϊκῶν κρατῶν ἀλλὰ καὶ μὲ τὸν τελευταῖο αὐτοκράτορα τῆς Κίνας, μὲ τὸν ὁποῖο ἔπαιζε ντουέτα στὸ πιάνο. Μίλησαν γιὰ τὶς σχέσεις του μὲ ὁλόκληρη τὴν ἀνώτερη τάξη τῆς Ἀγγλίας -τὴν κοινωνικὴ καὶ τὴν ἀκαδημαϊκὴ- καὶ τὴ γνωριμία του μὲ προσωπικότητες ὅπως ὁ Τζὸν Μ. Κέυνς ἢ ὁ Γκάι Μπέρτζες. Ἔγραψαν, ἀκόμη, γιὰ τὰ ταξίδια του καὶ γιὰ τὴ σχεδὸν ἀπίστευτη σύμπτωση, ἂν ἦταν σύμπτωση, νὰ βρίσκεται σὲ διάφορες χῶρες σὲ στιγμὲς ὅπου διαδραματίζονταν ἐπικίνδυνα ἀλλά, φυσικά, σημαντικὰ γεγονότα: στὴν Κίνα τὸ 1924, ὅταν ἡ χώρα βρισκόταν σὲ ἐμφύλιο πόλεμο. Τὸ 1940 στὴ Σόφια, ὅπου κατέληξε μετὰ ἀπὸ μακρὺ ταξίδι (Λονδίνο-Κέιπ Τάουν-Κάιρο, Βουλγαρία) καὶ ὅπου ἔμεινε ὡς τὴ στιγμὴ ποὺ ἔφθασαν οἱ Γερμανοί, τὸν Μάρτιο τοῦ 1941. Στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου δίδαξε Βυζαντινὴ Ἱστορία καὶ Τέχνη ἀπὸ τὸ 1942 ὡς τὸ 1945. καὶ ὅπου ἐθεωρεῖτο πράκτορας τῶν Ἄγγλων. Στὴν Ἀθήνα, ἀπὸ τὸ 1945 ὡς τὸ 1947, ὡς διευθυντὴς τοῦ Βρετανικοῦ Συμβουλίου καὶ μέλος τῆς δυναμικῆς τριανδρίας Ράνσιμαν, Ὄσμπερτ Λάνκαστερ (στὴν πρεσβεία) καὶ Πάτρικ Λὴ Φέρμορ (στὸ Βρετανικὸ Ἰνστιτοῦτο). Γιὰ ὅλες αὐτὲς τὶς στιγμὲς μιᾶς ζωῆς ποὺ ἦταν γεμάτη περιπέτειες εἶχε νὰ πεῖ ἱστορίες ποὺ μάγευαν τὸν συνομιλητή του.

Δὲν εἶναι ὅμως αὐτὸς ὁ λόγος ποὺ ἀναφέρθηκα στὸ συγκεκριμένο κομμάτι τῆς ζωῆς του. Ὁ λόγος εἶναι ὅτι ἡ ζωή του καὶ ἡ ἐπιστήμη του ἦταν στενὰ συνδεδεμένες σὲ μίαν ὡραία καὶ δημιουργικὴ ἁρμονία. Ἐνδιαφερόταν βαθιὰ γιὰ κάθε τί ἀνθρώπινο, ἀπὸ τὰ ἀντικείμενα τῆς καλλιτεχνικῆς δημιουργίας μέχρι τὶς διεργασίες τῆς ἀνθρώπινης συναναστροφῆς. Ἀπὸ τὶς ἰδέες καὶ ἀξίες τοῦ πνεύματος μέχρι τὴν καθημερινὴ ζωή. Ζοῦσε τὴ ζωὴ ὡς ἱστορικὸς καὶ ἡ ἱστορία ποὺ συνέγραφε ἦταν ζωντανή, καὶ γραμμένη πάντα μὲ βαθὺ ἐνδιαφέρον γιὰ τὴν ἐποχὴ καὶ γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ τὴ δημιούργησαν. Ἕνας ἄλλος μεγάλος μεσαιωνολόγος τοῦ 20οῦ αἰώνα, ὁ Ἀνρὶ Πιρέν, ἔλεγε:«J'aime l'histoire parce que j'aime la vie». Νομίζω ὅτι αὐτὸ περιγράφει ἀκριβῶς τὸν Στῆβεν Ράνσιμαν. Ἦταν ἕνας ἄνθρωπος ποῦ ποτὲ δὲν βαρέθηκε στὴ ζωή του. Καὶ αὐτὴ ἡ ζωντάνια χαρακτήριζε τόσο τὴν κουβέντα του ὅσο καὶ τὶς διαλέξεις του καὶ τὸ γράψιμό του. Τὸ εἶπε,ἄλλωστε, καὶ ὁ ἴδιος σὲ μίαν ἐνδιαφέρουσα συνέντευξή του στὸ New Yorker: «Πάντα ἀγαποῦσα τὶς ἱστορίες καὶ τοὺς ἀνθρώπους, καὶ πάντα μοῦ ἄρεσε νὰ προσπαθῶ νὰ καταλάβω τὶς ὡραῖες ἱστορίες τοῦ παρελθόντος».

Ὁ Στῆβεν Ράνσιμαν ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς τελευταίους μεγάλους ἱστορικούς τῆς ἀφηγηματικῆς σχολῆς. Ἡ ἱστορία, γιὰ τὸν Ράνσιμαν, εἶναι ἡ ἀφήγηση σημαντικῶν γεγονότων, σημαντικῶν θεσμῶν καὶ σημαντικῶν ἀνθρώπων ποὺ ἄλλαξαν τὴν ἀνθρώπινη μοίρα, μὲ σκοπὸ τὴ βαθύτερη κατανόηση τῆς ἀνθρωπότητας. Τὰ θέματα ποὺ διάλεγε ἦταν μεγάλα: ἡ Ἱστορία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας ὑπὸ ὀθωμανικὴ κατοχή, ὁ βυζαντινὸς πολιτισμός, ἡ ἱστορία τῶν Σταυροφοριῶν -ἀπὸ τὴν κατάληψη τῆς Ἱερουσαλὴμ ἀπὸ τὸν Ὀμάρ, τὸ 638, ὡς τὴν πτώση τοῦ βασιλείου τῆς Ἄκρας τὸ 1291. Σίγουρα, καθοριστικὲς στιγμὲς στὴν ἱστορία τῆς Ἀνατολικῆς Εὐρώπης καὶ τῆς Ἐγγὺς Ἀνατολῆς. Τὰ ἐπεξεργαζόταν μὲ τὴν πρόθεση καὶ τὸ σκοπὸ νὰ συγγράψει τὴν ἱστορία μὲ τὴ μεγαλύτερη δυνατὴ ἀκρίβεια. Διάβαζε ὅλες τὶς πηγὲς χρησιμοποιώντας, γιὰ τὴν Ἱστορία τῶν Σταυροφοριῶν,γιὰ πρώτη φορὰ ὁλόκληρο τὸ ὑλικὸ -πηγὲς βυζαντινές, δυτικοευρωπαϊκές, ἀραβικές, ἀρμενικές, συριακές. Ὁ ἴδιος ἔλεγε ὅτι δὲν πρέπει ὁ ἱστορικὸς νὰ πνίγεται σὲ λεπτομέρειες ἢ νὰ περιορίζεται σ' αὐτές. Στὰ μεγάλα ἔργα τοῦ Ράνσιμαν ἡ ἀφήγηση τῶν γεγονότων εἶναι λεπτομερής. Ὅμως, ποτὲ δὲν χάνεται μέσα στὴ λεπτομέρεια ὁ ἱστορικός, δουλειὰ καὶ καθῆκον τοῦ ὁποίου εἶναι νὰ συνθέτει: νὰ βλέπει, πέρα ἀπὸ τὰ συγκεκριμένα γεγονότα, τὴ μεγάλη καὶ πολυσύνθετη εἰκόνα,τὶς ρίζες της στὸ παρελθόν, τὴ σημασία της γιὰ τὸ μέλλον.

Ἡ ἀφηγηματικὴ ἱστορία, ἡ ἱστορία τοῦ Ἡροδότου καὶ τοῦ Θουκυδίδη, δὲν ἦταν τῆς μόδας στὴ διεθνῆ Ἱστοριογραφία ἐπὶ πολλὲς δεκαετίες μετὰ τὸν πόλεμο. Ἄλλες ἱστορικὲς σχολές, ἡ σχολὴ τῶν Annales, ἡ οἰκονομικὴ σχολὴ μὲ μία βραχύβια παρέκκλιση στὴν οἰκονομετρία, ἡ στρουκτουραλιστικὴ σχολή, ἡ ἀποδομητικὴ σχολὴ ἦταν πολὺ περισσότερο στὴ μόδα. Μόνο σχετικὰ πρόσφατα ἔχουν ἀρχίσει οἱ ἱστορικοὶ νὰ ἐπανέρχονται στὴν ἀφηγηματικὴ ἱστορία, ποὺ σιγὰ σιγὰ ἀποκτᾶ πάλι ἐνδιαφέρον, θὰ δοῦμε μὲ τί ἀποτελέσματα. Ὁ Στῆβεν Ράνσιμαν γνώριζε τὰ νέα ρεύματα, ὅμως ὁ ἴδιος παρέμενε πιστὸς στὸ εἶδος τῆς Ἱστορίας ποὺ θεωροῦσε τὸ πιὸ ἀποτελεσματικό.

Ἡ καλὴ ἀφηγηματικὴ ἱστορία ἔχει ὁρισμένες προδιαγραφές, ἐκτὸς ἀπὸ αὐτὲς ποὺ ἤδη ἀνέφερα, δηλαδὴ τὴ βαθιὰ γνώση τῶν πηγῶν καὶ τῶν γεγονότων. Ἀπαιτεῖ ἀφηγηματικὸ ταλέντο καὶ ὡραία γλώσσα. Στὴν ἀγγλικὴ ἱστοριογραφικὴ παράδοση, μεγάλοι ἱστορικοὶ ποὺ ἔγραφαν ὡραία, γλαφυρὰ καὶ λόγια ἀγγλικὰ ὑπῆρξαν ἀρκετοί. Γιὰ τὸ Βυζάντιο καὶ τὴ γνώση τῶν Ἀγγλοσαξόνων περὶ αὐτοῦ ἦταν δυστύχημα ποὺ ὁ Ἔντουαρντ Γκίμπον, ὁ ὁποῖος ἀπεχθανόταν βαθύτατα τὸ Βυζάντιο, ἦταν μεγάλος στιλίστας ποὺ χειριζόταν τὴν ἀγγλικὴ γλώσσα σχεδὸν σὰν μουσικὸ ὄργανο. Ἔτσι, τὸ ἔργο του «Ἡ παρακμὴ καὶ ἡ πτώση τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας» ἔγινε κλασικό, διαβάστηκε ἀπὸ περίπου ὅλους τους ἀγγλόφωνους λογίους καὶ διαμόρφωσε μίαν ἀρνητικὴ εἰκόνα γιὰ τὴ Βυζαντινὴ Αὐτοκρατορία. Εἶναι μία εἰκόνα ποὺ ἐξακολουθεῖ νὰ σαγηνεύει -παρ' ὅλο ποὺ εἶναι ἀπολύτως ξεπερασμένη ἐπιστημονικὰ- γιατί εἶναι γραμμένη σὲ θαυμάσια ἀγγλικά. Ἀντίστοιχα, μεγάλο εὐτύχημα γιὰ τὴν ἱστορία τοῦ Βυζαντίου ὑπῆρξε τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Στῆβεν Ράνσιμαν ἦταν καὶ αὐτὸς συγγραφέας ποὺ ἔγραφε μὲ κομψότητα λόγου καὶ γλαφυρότητα. Ὁ Ράνσιμαν ἀνήκει στὴ σχολὴ τῶν ἱστορικῶν ποὺ θεωροῦν τὴν ἱστορία ὄχι μόνον ἐπιστήμη ἀλλὰ καὶ τέχνη, καὶ χειρίζονται τὴ γλώσσα μὲ δύναμη καὶ χάρη. Τὸν ἔχω ἀποκαλέσει ἀντὶ-Γκίμπον,γιατί ἔχει ἀφήσει κείμενα ἀξέχαστα, ποὺ μὲ τὴ σίγουρη πένα τοῦ ταλαντούχου συγγραφέα ἀποτυπώνουν στὴ συνείδηση τοῦ ἀναγνώστη εἰκόνες ἐντελῶς διαφορετικὲς ἀπὸ τοῦ Γκίμπον. Ἡ Ἱστορία τῶν Σταυροφοριῶν εἶναι ἕνα ἀριστούργημα τῆς ἀφηγηματικῆς γραφῆς, ἐφάμιλλο τῶν καλύτερων Ἱστορικῶν κειμένων στὴν ἀγγλικὴ γλώσσα. Ὁ ἴδιος ἀναγνώριζε τὴ σημασία τῆς καλῆς γραφῆς, καὶ ἔλεγε ὅτι ὅταν συνέθετε ἕνα κείμενο, τὸ διάβαζε μουρμουριστά, γιὰ νὰ βεβαιωθεῖ ὅτι ὁ ρυθμὸς τῆς γλώσσας ἦταν σωστὸς καὶ τὸ κείμενο ἔρρεε. Ἴσως εἶναι κακία νὰ προσθέσω ἐδῶ ὅτι ἕνας ἀπὸ τοὺς λόγους ποὺ ἡ ἀφηγηματικὴ ἱστορία γνώρισε ὕφεση εἶναι ἀκριβῶς τὸ ὅτι οἱ ἱστορικοὶ μὲ εὐρεία παιδεία καὶ μὲ βαθιὰ γνώση τῶν σπουδαίων λογοτεχνικῶν κειμένων ἔχουν λιγοστέψει.

Ἔγραφε, λοιπόν, ὁ Στῆβεν Ράνσιμαν μὲ μία γλαφυρότητα ποὺ ἔκανε τὰ βιβλία του εὐχάριστα στὴν ἀνάγνωση. Συγχρόνως,ἦταν ἀπὸ τοὺς ἱστορικούς του Βυζαντίου ποὺ ἀγαποῦσαν καὶ σεβόντουσαν τὸ ἀντικείμενο τῆς ἐπιστημονικῆς τους ἐνασχόλησης. Δυστυχῶς, ἡ ἀγγλοσαξονικὴ σχολὴ τῶν βυζαντινολόγων ἔχει νὰ ἐπιδείξει σοβαροὺς ἐπιστήμονες, μὲ τίτλους καὶ μὲ πειστικότητα, οἱ ὁποῖοι μισοῦσαν τὸ Βυζάντιο -εἴτε ἐπειδὴ τὸ ἔβλεπαν σκοταδιστικό, εἴτε ἐπειδὴ θεωροῦσαν τὴ θρησκεία ἀρνητικὸ φαινόμενο, εἴτε γιατί τὸ Βυζάντιο δὲν ἦταν ἡ Ἀρχαία Ἑλλάδα ἤ, ἀντιστρόφως, ἡ Ὀθωμανικὴ Αὐτοκρατορία. Ἂς μὴν προσθέσω ἐδῶ καὶ τὰ ἁμαρτήματα τῆς «φιλελεύθερης» ἱστοριογραφίας, καὶ ἂς ἀναφερθῶ μόνο ἀκροθιγῶς στὸ γεγονὸς ὅτι καὶ στὴ νεότερη Ἑλλάδα ὑπάρχει μία βαθύτατα ἀρνητικὴ θεώρηση τοῦ Βυζαντίου, ὄχι ἀπὸ τοὺς εἰδικούς, ἀλλὰ ἀπὸ σημαντικὸ μέρος τοῦ μορφωμένου κοινοῦ.

Ὁ Ράνσιμαν, ἀντίθετα, καταλάβαινε πολὺ καλὰ τὸ Βυζάντιο. Τὸ θεωροῦσε τὴν πιὸ πολιτισμένη καὶ φωτισμένη κοινωνία τοῦ Μεσαίωνα καί, κατὰ τὴ γνώμη μου, εἶχε δίκιο. Ἦταν ἐπίσης ἕνας ἀπὸ τοὺς λίγους μὴ Ἕλληνες ἱστορικοὺς ποὺ ἔβλεπαν στὸ Βυζάντιο τὴ μεσαιωνικὴ φάση τοῦ ἑλληνισμοῦ -ὅπως ἄλλωστε ἔβλεπε καὶ τὴ συνέχεια μὲ τὸν ἑλληνισμὸ ὑπὸ ὀθωμανικὴ κατοχή. Αὐτὴ ἦταν ἡ μεγάλη συμβολή του στὴν ἱστοριογραφία τοῦ Βυζαντίου. Ἦταν ἕνας ἱστορικὸς ἄμεμπτος ἀπὸ τὴ δυτικοευρωπαϊκὴ σκοπιά, διότι δὲν ἦταν Ἕλληνας καὶ δὲν μποροῦσε νὰ κατηγορηθεῖ γιὰ ἑλληνοκεντρισμό. Συγχρόνως ἦταν ἱστορικὸς μὲ βαθιὰ γνώση τῶν πηγῶν, ὁ ὁποῖος ἔγραψε γιὰ τὸ Βυζάντιο μὲ ἀγάπη καὶ ἐκτίμηση, σὲ μία γλώσσα σαγηνευτική. Τὰ βιβλία του ἀνατυπώνονται καὶ διαβάζονται μὲ εὐχαρίστηση ἀπὸ τοὺς φοιτητές, τοὺς εἰδικοὺς καὶ τὸ κοινό. Καὶ αὐτὸ εἶναι μία συμβολὴ σπουδαία, ποὺ ἔχει ἀντέξει στὸ χρόνο.

Δὲν ἀναφέρθηκα στὸ σπουδαιότερο ἔργο τοῦ Στῆβεν Ράνσιμαν,τὴν «Ἱστορία τῶν Σταυροφοριῶν». Ἔχω μιλήσει ἐπανειλημμένα γι' αὐτό, κι ἔτσι θεώρησα ὅτι ἀλλοῦ ἔπρεπε νὰ ἑστιάσω τὴ σύντομη παρουσίασή μου. Δὲν μπορεῖ, ὅμως, νὰ μείνει ἀμνημόνευτο αὐτὸ τὸ μεγαλόπνοο ἔργο, τὸ ὁποῖο γιὰ πρώτη φορὰ παρουσίασε τὶς Σταυροφορίες ὡς μία κοσμοϊστορικὴ συνάντηση καὶ σύγκρουση τριῶν κόσμων -τοῦ βυζαντινοῦ, τοῦ ἰσλαμικοῦ καὶ τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης. Ὁ Ράνσιμαν κατανόησε τὴ σημασία τῶν Σταυροφοριῶν ὡς ἑνὸς διεθνοῦς κινήματος ποὺ κατέληξε στὴν καταστροφὴ τοῦ σπουδαιότερου μεσαιωνικοῦ πολιτισμοῦ, τοῦ πολιτισμοῦ τῶν Χριστιανῶν τῆς Ἀνατολῆς, οἱ ὁποῖοι ἦταν, ὅπως λέει ὁ ἴδιος, τὰ κύρια θύματα. Εἶναι ἀπὸ τοὺς λίγους δυτικοευρωπαίους μελετητὲς τῶν Σταυροφοριῶν ποὺ καταδίκασε τὸ κίνημα σαφῶς καὶ κατηγορηματικῶς. Τὸ καταδίκασε «ὡς μία μακρόχρονη πράξη μισαλλοδοξίας ἐν ὀνόματι τοῦ Θεοῦ, ποὺ συνιστᾶ ἁμαρτία κατὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Εἶδα μὲ ἐνδιαφέρον ὅτι ἡ νεκρολογία στοὺς “Times” τοῦ Λονδίνου βρίσκει στὰ λόγια αὐτά, μὲ τὰ ὁποῖα καταλήγει ἡ Ἱστορία τῶν Σταυροφοριῶν, ἕνα εἶδος αὐτοτιμωρίας, αὐτομαστιγώματος τῆς Δύσης. Πράγμα ποὺ σημαίνει ὅτι ἡ ἐτυμηγορία τοῦ Ἱστορικοῦ γιὰ τὶς Σταυροφορίες βρῆκε τὸ στόχο της καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ ἐνοχλεῖ.

Ὁ Ράνσιμαν ἔλεγε ὅτι, ὅταν πρωτοῆρθε στὴν Ἑλλάδα, τὸ Βυζάντιο ἦταν μία παραμελημένη ἐποχή. Τὸ ἔργο του ἀλλὰ καὶ ἡ παρουσία του, ἡ φιλία του μὲ τόσους ἕλληνες λογίους, λογοτέχνες καὶ ἱστορικούς, ἡ πειστικότητα τοῦ λόγου του, ὁ ἐνθουσιασμός του γιὰ τὸ Βυζάντιο ἔπαιξαν σημαντικὸ ρόλο στὴ διαμόρφωση ἑνὸς σοβαρότερου ἐνδιαφέροντος γιὰ τὴ μεγαλειώδη αὐτὴν ἐποχὴ τόσο στὴν Ἑλλάδα ὅσο καὶ στὴ Δυτικὴ Εὐρώπη καὶ τὴ Βόρεια Ἀμερική.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά