Παρασκευή, Μαΐου 04, 2012

Συναξαριστής 4 Μαίου


Ἡ Ἁγία Πελαγία

 


Κατοικοῦσε στὴ Ῥώμη, ἀλλὰ ἡ καταγωγή της ἦταν ἀπὸ τὴν Ταρσὸ τῆς Κιλικίας. Τότε αὐτοκράτωρ ἦταν ὁ Διοκλητιανός, καὶ ἡ Ῥώμη ἐξακολουθοῦσε νὰ εἶναι ἡ ἀκρόπολη τῆς εἰδωλολατρίας. Ἀλλὰ καὶ ἡ παρουσία τῆς χριστιανικῆς θρησκείας ἦταν αἰσθητή.

Ἡ Πελαγία, λοιπόν, εἶδε σὲ ὅραμα ἕναν ἐπίσκοπο, ποὺ τὴν παρακαλοῦσε νὰ τὴν βαπτίσει. Ὅταν ξύπνησε, πῆρε ἄδεια ἀπὸ τὴν μητέρα της, μὲ πρόσχημα ὅτι θὰ πάει στὴν τροφό της. Ἀλλὰ αὐτὴ πῆγε στὸν τότε ἐπίσκοπο Ῥώμης Λίνο καὶ βαπτίσθηκε χριστιανή.

Ἡ χαρά της ἦταν ἀνεκλάλητη. Ἀφοῦ παρέδωσε τὴν πολυτελή της ἐνδυμασία στὸν ἐπίσκοπο γιὰ νὰ τὴν πουλήσει καὶ νὰ διαθέσει τὰ χρήματα στοὺς φτωχούς, ντύθηκε τὴν στολὴ τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος καὶ ἔπειτα πῆγε στὴν τροφό της. Αὐτὴ μόλις τὴν εἶδε, ἔξεμανη καὶ τὴν ἔδιωξε.

Ἡ Πελαγία ἀποφάσισε τότε νὰ πάει στὴ μητέρα της, ἐλπίζοντας στὴ μητρική της στοργή. Ὅταν, ὅμως, τὴν εἶδε ἡ μητέρα τῆς μ᾿ αὐτὰ τὰ ῥοῦχα, ἀναστατώθηκε. Μὲ δάκρυα πολλὰ τὴν ἱκέτευε νὰ ἐπανέλθει στὴν ἀρχική της κατάσταση. Ἡ Πελαγία λυπήθηκε, ἀλλὰ στάθηκε ἀμετακίνητη στὸ φρόνημά της.

Αὐτὸ μόλις τὸ ἔμαθε ὁ γιὸς τοῦ Διοκλητιανοῦ, ποὺ ἦταν ἀῤῥαβωνιαστικὸς τῆς Πελαγίας, ἀπὸ τὴν λύπη του αὐτοκτόνησε. Ὁ Διοκλητιανὸς δὲν ἄργησε νὰ ἀνακαλύψει ὅτι αἰτία τῆς αὐτοκτονίας τοῦ γιοῦ του ἦταν ἡ Πελαγία. Γι᾿ αὐτὸ καὶ δὲ δίστασε νὰ τὴν θανατώσει μέσα σ᾿ ἕνα χάλκινο πυρακτωμένο βόδι.

Ἔτσι, ἡ καλλιπάρθενος Πελαγία ἀξιώθηκε νὰ συναντήσει τὸ λυτρωτὴ καὶ νυμφίο της Χριστό.



Ἀπολυτίκιον

Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείας πίστεως, τῇ ἐπιγνώσει, ζόφον ἔλιπες, τῆς ἀγνωσίας, Πελαγία Χριστοῦ, καλλιπάρθενε· οὗ τὴν ἀείζωον δρόσον πλουτήσασα, διὰ πυρὸς τὸν ἀγῶνα ἐτέλεσας. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.
Καταλιποῦσα μνηστῆρα τὸν πρόσκαιρον, τῷ ἀθανάτῳ ἐμφρόνως νενύμφευσαι, καὶ τούτῳ ὡς προῖκα προσέφερες, ἁγνείαν ἅμα καὶ πόνους ἀθλήσεως· διό σε Πελαγία γεραίρομεν.

Μεγαλυνάριον
Πλήρης θυμηδίας πνευματικῆς, τῷ πυρακτωθέντι, χαλκουργήματι ἐμμανῶς, εἰσελθοῦσα Μάρτυς, πρὸς ὕδωρ ἀφθαρσίας, θεόφρον Πελαγία, χαίρουσα ἔδραμες.

 
Ὁ Ὅσιος Ἰλάριος ὁ Θαυματουργὸς

Ἡ θερμότητα τῆς πίστης καὶ ἡ καθαρότητα τῆς ζωῆς του, τὸν ἀνέδειξαν πολὺ νωρὶς ἄξιο ἐργάτη τοῦ Εὐαγγελίου. Ὁ Θεὸς μάλιστα, τὸν ἀξίωσε καὶ νὰ θαυματουργεῖ. Θεράπευσε παραλυτικοὺς καὶ χωλούς, ἔλυσε μὲ τὴν προσευχή του τὴν ἀνομβρία καὶ πολλοὺς δαιμονισμένους ἀπάλλαξε ἀπὸ τὴν μάστιγά τους, ἐν τῷ ὀνόματι τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Γιὰ κάποιο χρονικὸ διάστημα ἀποσύρθηκε σὲ ἐρημικὸ τόπο, ὅπου ζοῦσε μέσα σὲ μία καλύβη. Ἐκεῖ μελετοῦσε καὶ προσευχόταν, ἀγωνιζόμενος νὰ καταρτίσει πνευματικότερα τὸν ἑαυτό του, μακριὰ ἀπὸ τὸ θόρυβο τοῦ κόσμου.

Ἔπειτα ἐμφανίστηκε καὶ πάλι μέσα στὴν κοινωνία, ἐξακολουθῶντας τὴν διδασκαλία καὶ τὶς θεραπεῖες. Μετὰ ἀπὸ κοινὴ ἀπαίτηση, δέχτηκε νὰ χειροτονηθεῖ ἱερέας. Στὸ νέο αὐτὸ ἱερὸ ὑπούργημα, ἐξετέλεσε εὐσυνείδητα ὅλα τὰ καθήκοντα τοῦ καλοῦ πρεσβυτέρου.

Ὑπῆρξε πατέρας καὶ διδάσκαλος, φίλος της ἀλήθειας, ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου, ὑπόδειγμα πνευματικῆς γλώσσας, συναναστροφῆς, καὶ ζωῆς ἀμέμπτου.

Ἀναπαύθηκε ἐν Κυρίῳ, καταγινόμενος μέχρι τέλους τῆς ζωῆς του, μὲ τέτοια θεάρεστα ἔργα.

 
Οἱ Ἅγιοι Ἀφροδίσιος, Μίσδας (ἢ Μελής), Μακρόβιος, Οὐαλεριανός, Λεόντιος, Ἀντωνῖνος (ἢ Ἀντώνιος) καὶ τὸ ὑπόλοιπο ἅγιο πλῆθος, ποὺ μαρτύρησαν στὴ Σκυθούπολη

ΟΙ Ἅγιοι αὐτοὶ παρουσιάστηκαν αὐθόρμητα στὸν ἄρχοντα τῆς χώρας τους καὶ τοῦ ἔκαναν δριμύτατη παρατήρηση γιὰ τὶς ἀπάνθρωπες ἐνέργειές του κατὰ τῶν χριστιανῶν. Κατόπιν συνέτριψαν τοὺς βωμοὺς τῶν εἰδώλων καὶ προκάλεσαν τὸν θυμὸ τῶν εἰδωλολατρῶν, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ τοὺς ἐπιτεθοῦν μὲ πέτρες καὶ ῥόπαλα καὶ νὰ τοὺς σκοτώσουν ὅλους.

Τὰ δὲ λείψανά τους, τὰ παρέλαβαν οἱ Χριστιανοί, τὰ ἔθαψαν μὲ τιμὲς καὶ ἐπάνω σ᾿ αὐτὰ ἀνήγειραν ναό.

Ἡ δὲ σύναξή τους τελεῖται στὸ ἀποστολεῖο τοῦ Ἰακώβου Ἄδελφοθεου, ποὺ βρίσκεται μέσα στὸν σεβάσμιο οἶκο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου στοὺς Χαλκοπρατείους.

 
Ἀνακομιδὴ Λειψάνων τοῦ Ἁγίου καὶ Δικαίου Λαζάρου, φίλου τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Μυροφόρου Μαρίας τῆς Μαγδαληνῆς

Ἡ ἀνακομιδὴ αὐτὴ ἔγινε ἐπὶ Λέοντος τοῦ Σοφοῦ τὸ 890.

Τελεῖται δὲ αὐτῶν ἡ Σύναξις στὴ Μονὴ ποὺ ἔκτισε ὁ προαναφερόμενος βασιλιὰς καὶ εἶναι ἐπ᾿ ὀνόματι τοῦ Ἁγίου Λαζάρου.
Ἐπίσης συνεορτάζονται καὶ τὰ ἐγκαίνια τῆς ἐκκλησίας μέσα στὴ Μονή (βλέπε καὶ 17 Ὀκτωβρίου).

 
Ὁ Ὅσιος Νικηφόρος ἡγούμενος τῆς Μονῆς Μηδικίου

Ἔζησε στὰ χρόνια τῶν εἰκονομάχων, ἔγινε μοναχὸς καὶ ἀναχώρησε στὰ ὄρη (ἐπὶ Πατριάρχου Ταρασίου, 784-806), καταγινόμενος μὲ νηστεῖες καὶ προσευχὲς γιὰ τὴν εἰρήνη μέσα στὴν Ἐκκλησία καὶ σ᾿ ὅλη τὴν οἰκουμένη. Μετὰ ἀπὸ πολλὲς παρακλήσεις ἔγινε ἡγούμενος τοῦ μοναστηρίου τοῦ Μηδικίου, ποὺ βρίσκεται στὰ Μουδανιά.

Τὸ 814 ἐπὶ Λέοντος Ε´ τοῦ Ἀρμενίου, ἐξορίστηκε ἀπὸ τὸ Μοναστήρι του, διότι ἦταν προσκυνητὴς τῶν ἁγίων εἰκόνων. Τελικά, μετὰ ἀπὸ πολλὲς κακουχίες καὶ ταλαιπωρίες, κλείστηκε μέσα σὲ μία σκοτεινὴ φυλακή, ὅπου καὶ ἀπεβίωσε.

 
Ὁ Ὅσιος Νικηφόρος ποὺ ἡσύχαζε στοὺς ἐρημικότερους τόπους τοῦ Ἄθωνος

 


Ὁ Ὅσιος αὐτὸς ἔζησε κατὰ τὸν 11ο αἰῶνα μ.Χ. Διακρίθηκε μεταξὺ τῶν ἀσκητικότερων ἀνδρῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους καὶ ἀσχολήθηκε μὲ πολὺ ζῆλο στὰ ζητήματα τῆς ἄκρας ἐγρήγορσης τοῦ νοῦ, τῆς ὑπερκόσμιας ὕψωσης τῆς ψυχῆς καὶ τῆς μεταρσίου καὶ ἀπερισπάστου προσευχῆς.

Τὶς κατάλληλες μεθόδους γι᾿ αὐτὸ τὸ τελευταῖο, συμπεριέλαβε στὸ ἔργο του περὶ νοερᾶς προσευχῆς (Φιλοκαλία).

 
Ὁ Ὅσιος Ἀθανάσιος ἐπίσκοπος Κορίνθου

Ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ στὶς ἡμέρες της βασιλείας Βασιλείου καὶ Κωνσταντίνου τὸ ἔτος 937.

 

 
Ὁ Ἅγιος Φλωριανὸς ὁ Μάρτυρας

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Φλωριανὸς γεννήθηκε στὴν πόλη Ἒμς τῆς Αὐστρίας. Ἦταν ἀνώτερος ἀξιωματοῦχος τοῦ Ρωμαϊκοῦ στρατοῦ καὶ ὑπηρετοῦσε στὴν πόλη Νόρικουμ τῆς Αὐστρίας κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.).

Ὁμολόγησε τὴν πίστη του στὸν Χριστὸ ἐνώπιον τοῦ διοικητοῦ Ἀκυλίνου καὶ βασανίσθηκε σκληρά. Στὸ τέλος, τοῦ ἔδεσαν μία πέτρα στὸν λαιμὸ καὶ τὸν ἔριξαν στὸν ποταμὸ Ἔμς, ὅπου τελειώθηκε μαρτυρικὰ τὸ 303 μ.Χ.Ὁ Ἅγιος Φλωριανὸς εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς προστάτες Ἁγίους τῆς Αὐστρίας. 

 
Ἡ Ἁγία Μόνικα μητέρα τοῦ Ἁγίου Αὐγουστίνου

 


Ἡ Ἁγία Μόνικα, μητέρα τοῦ ἱεροῦ Αὐγουστίνου († 15 Ἰουνίου), γεννήθηκε τὸ 332 μ.Χ. στὴν πόλη Ταγάστη τῆς βόρειας Ἀφρικῆς ἀπὸ γονεῖς Χριστιανούς, εὐσεβεῖς καὶ φιλόθεους. Νυμφεύθηκε τὸν ἐθνικὸ διοικητὴ Πατρίκιο, ὁ ὁποῖος εἶχε ἐντελῶς διαφορετικὸ χαρακτήρα ἀπὸ τὴν Ἁγία. Αἰσθανόταν ἐνοχλημένος ἀπὸ τὴν ἀδιάλειπτη προσευχή της, ἔβρισκε τὴν φιλανθρωπική της διάθεση ὑπερβολική, ἀδυνατοῦσε νὰ κατανοήσει τὴν διάθεσή της νὰ ἐπισκέπτεται τοὺς πάσχοντες καὶ τοὺς ἀσθενεῖς.

Ἡ Ἁγία Μόνικα ἀντιμετώπιζε ὅλη αὐτὴν τὴν κατάσταση μὲ προσευχὴ καὶ ἀγωνιζόταν νὰ ἀναθρέψει τοὺς δύο υἱούς της καὶ τὴ θυγατέρα της μὲ παιδεία καὶ νουθεσία Κυρίου, παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ σύζυγός της δὲν συμφωνοῦσε στὴν βάπτιση τῶν παιδιῶν του. Ἡ Ἁγία δὲν ἀντιστεκόταν στὴ βίαιη ἰδιοσυγκρασία καὶ τὶς ἠθικὲς παρεκτροπὲς τοῦ Πατρικίου.

Γνώριζε ὅτι αὐτὰ ποὺ εἶναι ἀδύνατα γιὰ τοὺς ἀνθρώπους, εἶναι δυνατὰ ἀπὸ τὸν Θεό. Γι’ αὐτὸ ἦταν πολὺ διακριτικὴ καὶ ὑπομονετική. Ἡ προσευχὴ τῆς Ἁγίας εἰσακούσθηκε καὶ ὁ Θεὸς φώτισε τὴν καρδιὰ τοῦ Πατρικίου καὶ μετὰ ἀπὸ δεκαέξι χρόνια βαπτίσθηκε Χριστιανός, γιὰ νὰ κοιμηθεῖ μὲ εἰρήνη τὸ 371 μ.Χ.

Λίγα χρόνια ἀργότερα, τὴν νύχτα τοῦ Πάσχα στὶς 25 Ἀπριλίου τοῦ 387 μ.Χ., ὁ Αὐγουστίνος βαπτίσθηκε ἀπὸ τὸν Ἅγιο Ἀμβρόσιο, Ἐπίσκοπο Μεδιολάνων καὶ ἡ Ἁγία ἦταν παροῦσα στὴν βάπτιση τοῦ υἱοῦ της.

Γράφει γιὰ τὴν στάση τῆς μητέρας του Μόνικας ὁ ἱερὸς Αὐγουστίνος στὶς «Ἐξομολογήσεις» του: «Ἡ μητέρα μου ἔχυνε γιὰ ἐμένα περισσότερα δάκρυα ἀπὸ ὅσα χύνουν οἱ μητέρες ἐπάνω στὰ νεκρὰ τέκνα τους. Μὲ τὴν θέρμη τῆς πίστης, ἡ ὁποία τῆς χάριζε ἡ μεγάλη της εὐσέβεια, μὲ ἔβλεπε ἠθικῶς νεκρό. Καὶ Σὺ Κύριε εἰσάκουσες τὴν δέησή της καὶ δὲν περιφρόνησες τὰ δάκρυά της, μὲ τὰ ὁποῖα πότισε τὸ ἔδαφος, παντοῦ ὅπου προσευχόταν. Οἱ πόνοι της νὰ μὲ ἀναγεννήσει διὰ τοῦ Πνεύματος ἦταν σκληρότεροι ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς ὁποίου ὑπέφερε νὰ μὲ γεννήσει διὰ τῆς σαρκός».

Ἡ Ἁγία Μόνικα, αἰσθανόμενη ὅτι εἶχε ἀγωνισθεῖ γιὰ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ, ἐπέστρεψε στὴν Ἀφρικὴ καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, μετὰ ἀπὸ σύντομη ἀσθένεια, στὴν πόλη Ὄστια. Πράγματι εἶχε ἐκπληρώσει τὸν ἱερὸ σκοπό της καὶ τὴν μαρτυρία της ὑπὲρ τοῦ Χριστοῦ. Ἐνταφιάσθηκε στὴν Ὄστια καὶ τὸ ἱερὸ λείψανό της μετακομίσθηκε μετὰ ἀπὸ λίγα χρόνια στὴ Ρώμη, στὶς 9 Ἀπριλίου.

 
 Ὁ Ἅγιος Νεποτιανὸς ὁ πρεσβύτερος

Ὁ Ἅγιος Νεποτιανὸς ἔζησε κατὰ τὸν 4ο αἰώνα μ.Χ. καὶ χειροτονήθηκε πρεσβύτερος ἀπὸ τὸν θεῖο του Ἅγιο Ἡλιόδωρο († 3 Ἰουλίου), Ἐπίσκοπο Ἀλτίνου τῆς Ἰταλίας. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 395 μ.Χ. Ὁ Ὅσιος Ἱερώνυμος († 15 Ἰουνίου) ἀφιέρωσε μία πραγματεία του στὸν ἱερατικὸ βίο τοῦ Ἁγίου Νεποτιανοῦ. 

 
Ἡ Ὁσία Θεοδοσία πριγκίπισσα τοῦ Βλαδιμίρ

Ἡ Ὁσία Θεοδοσία ἦταν θυγατέρα τοῦ μεγάλου πρίγκιπα Μστισλάβου Μστισλάβιτς Οὐνταλόϊ καὶ νυμφεύθηκε τὸν πρίγκιπα τοῦ Νόβγκοροντ καὶ Βλαδιμίρ, Γιαροσλάβο Βσεβολόντοβιτς, μὲ τὸν ὁποῖο ἀπέκτησε ἐννέα τέκνα, δύο ἀπὸ τὰ ὁποῖα ἔγιναν Ἅγιοι, ὁ Θεόδωρος καὶ ὁ Ἀλέξανδρος Νέφσκϊυ.

Ἀργότερα ἡ πριγκίπισσα Θεοδοσία ἐκάρη μοναχὴ μὲ τὸ ὄνομα Εὐφροσύνη καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1244. 

 
Οἱ Ὅσιοι Ἰσαάκ, Κλήμης, Κύριλλος, Νικήτας καὶ Νικηφόρος ἐκ Ρωσίας

Οἱ Ὅσιοι Ἰσαάκ, Κλήμης, Κύριλλος, Νικήτας καὶ Νικηφόρος Ἀλφάνωφ ἦσαν ἀδελφοὶ καὶ ἔζησαν κατὰ τὸν 14ο αἰώνα μ.Χ. στὸ Νόβγκοροντ.

Τὸ 1389 ἵδρυσαν τὸ μοναστήρι τοῦ Σοκολνίτσκι καὶ ἀσκήτεψαν ἐκεῖ θεοφιλῶς. Κοιμήθηκαν μὲ εἰρήνη. Λόγω μιᾶς πυρκαγιᾶς, ποὺ κατέστρεψε τὸ μοναστήρι τοῦ Σοκολνίτσκι, τὰ ἱερὰ λείψανά τους μετακομίσθηκαν στὸ μοναστήρι τοῦ Ἀντώνιεβ τὸ 1775.

Ἡ μνήμη τους τιμᾶται, ἐπίσης, στὶς 17 Ἰουνίου. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά