Δευτέρα, Οκτωβρίου 08, 2012

Η Μεγάλη Είσοδος.



07ΟΚΤ

Ο Ιερέας παίρνει τα δώρα και κρατώντάς τα στο ύψος της κεφαλής, βγαίνει με πολλή προσοχή, και φέρνοντάς τα έτσι, τα πηγαίνει στην αγία Τράπεζα, περνώντας από το ναό με αργό ιερατικό βήμα.

Η Μικρή Είσοδος είναι όταν μεταφέρεται το Ευαγγέλιο από το Σκευοφυλάκιο στην αγία Τράπεζα και συγχρόνως μπαίνει ο επίσκοπος στη σύναξη της Εκκλησίας. Η Μεγάλη Είσοδος τώρα είναι, όταν μεταφέρονται τα τίμια δώρα από την πρόθεση στην αγία Τράπεζα, για την αναίμακτη θυσία. Η Μεγάλη Είσοδος στη γλώσσα του λαού λέγεται «Άγια», και σημαίνει ακριβώς τη δεύτερη είσοδο μετά την πρώτη, που είναι η Μικρή Είσοδος.  Θα προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε όσα αναφέρονται στη Μεγάλη Είσοδο.
Ο αρχιερέας, πλένει τα χέρια του, κι αυτή είναι μια συμβολική πράξη, που φανερώνει την ηθική καθαρότητα του λειτουργού. Παίρνει συγχώρηση από το λαό και ζητάει για όλους τη συγχώρηση του Θεού. Ύστερα γυρίζει και λέει στους ιερείς· «Εν ειρήνη επάρατε τας χείρας υμών εις τα άγια και ευλογείτε τον Κύ­ριον». Ο ιερέας κι ο διάκονος παίρνουν τα τίμια δώρα και τα μεταφέρουν για να τα παραλάβει ο αρχιερέας, όπως περιγράφει την Μεγάλη Είσοδο ο Νικόλαος Καβάσιλας. Αλλά εδώ πρέπει να σημειώσουμε δύο πράγματα, καθώς βλέπομε γι’ αυτά στα αρχαία λειτουργικά κείμενα. Πρώτα ότι στην ώρα του Χειρουβικού δεν παίρνουν όλοι «καιρό» ή συγχώρεση από το λαό παρά μόνο ο αρχιερέας ή ο πρώτος από τους ιερείς. Γιατί, καθώς φαίνεται και στην ευχή του Χειρουβικού, κι όταν γίνεται συλλείτουργο, ένας είναι εκείνος που προσφέρει τα τίμια δώρα και κάνει τη θυσία. Το δεύτερο, που πρέπει να μην παραλείψουμε να πούμε, είναι ότι ο αρχιερέας δεν πηγαίνει στην πρόθεση, αλλά λέει στους ιερείς «Εν ειρήνη επάρατε…» και περιμένει στην ωραία πύλη για να παραλάβει τα τίμια δώρα.
Συνηθίζεται σ’ αυτή την ώρα να πηγαίνει ο αρχιερέας στην πρόθεση όχι μόνο για να σηκώσει και να δώσει στον ιερέα και στον διάκονο τα τίμια δώρα, αλλά και για να βγάλει μερίδες και να μνημονέψει ονόματα. Γίνεται έτσι, μαζί με τα άλλα, μεγάλη και αδικαιολόγητη καθυστέρηση. Η ακολουθία της πρόθεσης, είναι μια απλή προετοιμασία για τη θεία Λειτουργία, αλλά και η θέση και η στιγμή, που ο αρχιερέας μνημονεύει ονόματα είναι πιο κάτω στη θεία Λειτουργία. Μερικά πράγματα έγιναν συνήθεια με την αξίωση πως είναι τάχα αρχαία τάξη και παράδοση. Αλλά άλλο είναι παράδοση, πράγμα πολύ σεβαστό και πολύτιμο, κι άλλο η συνήθεια που τις περισσότερες φορές δεν δικαιολογεί τη θέση της. Η παράδοση είναι αλήθεια, αλλά κάθε συνήθεια δεν είναι παράδοση.
Ο Καβάσιλας, όταν κάνει λόγο για τη Μεγάλη Είσοδο, λέει τα εξής· «Ταύτα δε γίνεται κατά χρείαν…δύνανται δε ταύτα και σημασίαν έχειν της έσχατης του Χριστού αναδείξεως». Δηλαδή η Μεγάλη Είσοδος γίνεται από μια πρακτική ανάγκη, να μεταφερθούν δηλαδή και να αποτεθούν τα τίμια δώρα στην αγία Τράπεζα. Και η μεταφορά αυτή γίνεται με κάθε εκκλησιαστική τάξη και ιερατική ευπρέπεια, «σεμνώς ως έξεστι και κοσμίως». Αλλά συγχρόνως η Μεγάλη Είσοδος συμβολίζει και έχει τη σημασία «της εσχάτης του Χριστού αναδείξεως», ότι δηλαδή είναι η τελευταία φανέρωση του Χριστού στο λαό, όταν πήγαινε από τη Βηθανία στα Ιεροσόλυμα για το εκούσιο πάθος, όπως πάλι ερμηνεύει ένας άλλος βυζαντινός· «την από Βηθανίας προς Ιερουσαλήμ δηλοί του Κυρίου εισέλευσιν».
*
           Στην περιγραφή της Μεγάλης Εισόδου,  ο Καβάσιλας λέει ότι ο ιερέας, κρατώντας τα τίμια δώρα στο ύψος της κεφαλής του,  βγαίνει και περνάει μέσα από το λαό με πολλή κοσμιότητα. Ο ιερέας, καθώς εισοδεύει, λέει την ευχή της πρόθεσης, έτσι που να ακούεται απ’ όλους. Αν λειτουργεί επίσκοπος, τότε εκείνος, περιμένοντας στην ωραία πύλη τα τίμια δώρα, λέει  την ευχή. Αυτή η ευχή, στη Λειτουργία του αγίου Ιακώβου, λέγεται από το λειτουργό μεγαλόφωνα ακριβώς αυτή την ώρα και από αυτή τη θέση. Έτσι και το «Πάντων ημών…», που δεν έχει θέση, δεν ακούεται, αλλά και η σύναξη ακούει την ευχή της πρόθεσης, που είναι από τις ωραιότερες της θείας Λειτουργίας, καθώς την βλέπομε τώρα.
«Θεέ μας Θεέ μας, εσύ που έστειλες τον Κύριο μας και Θεό Ιησού Χριστό, τον ουράνιο άρτο, που είναι η τροφή όλου του κόσμου, για να είναι ο σωτήρας και λυτρωτής και ευεργέτης, να μας ευλογεί και να μας αγιάζει· εσύ ευλόγησε κι αυτήν εδώ την πρόθεση και δέξου την στο υπερουράνιο θυσιαστήριο σου. Σαν καλός που είσαι κι αγαπάς τους ανθρώπους θυμήσου εκείνους που πρόσφεραν αυτά τα δώρα κι εκείνους για τους οποίους τα έφεραν εδώ, κι εμάς τους ιερείς φύλα­ξέ μας από κάθε κρίμα, τώρα που ιερουργούμε τα θεία σου μυστήρια».
Η δοξολογική εκφώνηση στην Αγία Τριάδα συνδέεται αμέσως με το τελευταίο αίτημα της ευχής· ο λειτουργός ζητάει από τον Θεό να φυλάξει τους λειτουργούς αγίους και ακατάκριτους, γιατί αγιασμένο και δοξασμένο είναι το ολοτί­μητο και μεγαλόπρεπο όνομά του στους αιώνες. «Ότι ηγίασται και δεδόξασται το πάντιμον και μεγαλοπρεπές όνομά σου, του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος…». Όσο χρειάζεται για να κάνει ο ιερέας κρατώντας τα Άγια, τον κύκλο του ναού, σε τόσο ακριβώς χρόνο λέγεται και η ευχή. Όταν λειτουργεί επίσκοπος παίρνει τα τίμια δώρα, πρώτα το δισκάριο κι ύστερα το ποτήριο, και τα αποθέτει στην αγία Τράπεζα. Εδώ επικράτησε να λέγονται πολλά, πολλές φορές αταίριαστα και ασύνταχτα, αλλά τα παλιά λειτουργικά κείμενα και το Τυπικό της Εκκλησίας ορίζουν να μη λέγεται τίποτε άλλο παρά μόνο· «Πάντων υμών μνησθείη Κύριος ο Θεός…»,
*
       Η Μεγάλη Είσοδος είναι από τις πιο επίσημες στιγμές της θείας Λειτουργίας. Οι πιστοί, καθώς περνάει ο λειτουργός, προσκυνούν κάνοντας το σημείο του Σταυρού. Αλλά από παλιά εποχή εδώ συμβαίνει πάλι κάποια παρεξήγηση, για την οποία  γράφει και ο Καβάσιλας. Πολλοί προσκυνούν και γονατίζουν στη Μεγάλη Είσοδο, γιατί θαρρούν πως οι λειτουργοί κρατούν το σώμα και το αίμα του Κυρίου. Αλλά άλλη σημασία έχει η Μεγάλη Είσοδος στη Λειτουργία των Προηγιασμένων και άλλη στη Λειτουργία τώρα του αγίου Χρυσοστόμου. Εκεί οι λειτουργοί κρατούν στα χέρια τους μέσα στα άγια σκεύη το σώμα και το αίμα του Κυρίου, ενώ εδώ ο άρτος και ο οίνος είναι ακόμα «άθυτα και ου τετελεσμένα», δεν έγινε δηλαδή ακόμα η θυσία και δεν αγιάστηκαν. Αλλά μας αρέσει να επαναλάβουμε και να κλείσουμε την ομιλία με τη φράση του Καβάσιλα, που μας δίνει την υποβλητική εικόνα του ορθόδοξου λειτουργού ιερέα· κάνει τη Μεγάλη Είσοδο «περιάγων εν τω ναώ διά τον πλήθους σχολή και βά­δην».
*
        Τα τίμια δώρα προσκομίσθηκαν και είναι τώρα στην αγία Τράπεζα, για τη θυσία που πρόκειται να γίνει. Αμέσως λοιπόν ο λειτουργός απευθύνεται προς το λαό με δυνατή φωνή· «Πληρώσωμεν την δέησιν ημών τω Κυρίω», ας συμπληρώσουμε την δέησή μας προς τον Κύριο. Σε όσα παρακαλέσαμε στην Εκτενή ικεσία έχουμε ακόμα και τα παρακάτω συμπληρωματικά αιτήματα. Γιατί ποτέ δεν εξαντλείται η ανάγκη να ζητούμε από το Θεό, και μάλιστα τώρα μπροστά στο μεγάλο μυστήριο της αναίμακτης θυσίας. Ο Καβάσιλας εδώ γράφει τα εξής, που πολύ μας κατατοπίζουν για τις συμπληρωματικές δεήσεις που γίνονται τώρα· «Ο δε ιερεύς τα μεν δώρα τίθησιν επί της Τραπέζης· αυτός δε ως ήδη προς τη τελετή γενόμενος και μέλλων της φρικτής άπτεσθαι θυσίας, έτι εαυτόν ευτρεπίζει…και ουχ εαυτόν μόνον, άλλα και το περιεστώς πλήθος καταρτίζει και διατίθησι προς την χάριν». Ο λειτουργός ιερέας, πλησιάζοντας στη μεγάλη στιγμή, ετοιμάζει ακόμα πιο πολύ τον εαυτό του και το λαό.
Αυτό εννοούσαμε, όταν είπαμε  πως η θεία Λειτουργία είναι μια ζωντανή κινούμενη πράξη. Το βλέπουμε τώρα, καθώς και σε όλη την ιερουργία· όλη η σύναξη, ο λειτουργός ιερέας και ο λαός, συναγωνίζονται τρέχοντας να φτάσουν στη μεγάλη στιγμή της θυσίας κι ύστερα της θείας Κοινωνίας. Εκτός από την ευχή του Χειρουβικού Ύμνου, που ο ιερέας τη λέει μόνο για τον εαυτό του, όλες οι άλλες ευχές και δεήσεις είναι κοινές, και για τον ιερέα και για το λαό. Καθώς κάπως έτσι γράφει ένας σύγχρονός μας καλός θεολόγος και συγγραφέας, η λατρεία της Εκκλησία: και μάλιστα η θεία Λειτουργία είναι μια πρόσκληση για να συμμετάσχουμε στην επιφάνεια, δηλαδή στη φανέρωση του Θεού. Αυτό θα πει πως η θεία Λειτουργία δεν είναι μόνο η ιστορία του γεγονότος της θείας οικονομίας, αλλά και το ίδιο το γεγονός· είναι η ιστορία της σωτηρίας και η ίδια η σωτηρία· είναι η αναγγελία του Λόγου και η ευχαριστιακή παρουσία και πραγματοποίησή του.
Επτά νέες αιτήσεις συμπληρώνουν τις δεήσεις, που μέχρι τώρα έγιναν στην ιερή τελετή της θείας Λειτουργίας. Η πρώτη δέηση γίνεται για τα τίμια δώρα· «Υπέρ των προτεθέντων τιμίων δώρων, του Κυρίου δεηθώμεν», ας παρακαλέσουμε για τα τίμια δώρα, που τώρα φέραμε και αφήσαμε στην αγία Τράπεζα. Ακολουθούν ύστερα οι άλλες έξι αιτήσεις με τη σειρά. Ας ζητήσουμε από τον Κύριο, όλη η ημέρα σήμερα να είναι αληθινά ημέρα του Θεού, αγία, ειρηνική και αναμάρτητη. Ας ζητήσουμε από τον Κύριο άγγελο ειρήνης, να μας οδηγεί πιστά και να μας φυλάει ψυχικά και σωματικά. Ας ζητήσουμε από τον Κύριο να συγχωρήσει και να αφήσει τις αμαρτίες και τα σφάλματά μας. Ας ζητήσουμε από τον Κύριο όσα είναι καλά και συμφέρουν στις ψυχές μας και ειρήνη στον κόσμο. Ας ζητήσουμε από τον Κύριο να περάσουμε τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής μας με ειρήνη και μετάνοια. Ας ζητήσουμε από τον Κύριο τα τέλη της ζωής μας να είναι χωρίς πόνο, χωρίς ντροπή και ειρηνικά, και να έχουμε καλή απολογία μπροστά στο φοβερό βήμα του Χριστού. Σε κάθε μια αίτηση ο λαός αποκρίνεται· «Παράσχου Κύριε», που θέλει να πει· δώσε μας, Κύριε, αυτά που ζητούμε. Οι έξι αυτές αιτήσεις, που θα τις ακούσουμε τις ίδιες να επαναλαμβάνονται και πιο κάτω στη θεία Λειτουργία, συμπληρώνουν πραγματικά τις δεήσεις που έγιναν έως τώρα και στη Μεγάλη Συναπτή και στην Εκτενή Ικεσία. Εκείνες, θα λέγαμε, είναι δεήσεις πιο γενικές, που αφορούν στον βίο μας, αυτές εδώ είναι ειδικότερες και αφορούν στην πνευματική μας ζωή. Πόσο σπουδαίες και αντιπροσωπευτικές για τη λατρεία της Εκκλησίας είναι αυτές οι έξη αιτήσεις, φαίνεται από το γεγονός ότι τις ίδιες τις ακούμε δυό φορές στη θεία Λειτουργία.
*
         Μετά το «παραθώμεθα» της τελευταίας δέησης, ο λειτουργός σε χαμηλότερο τόνο λέει την ευχή, γιατί όπως το ξέρουμε μετά τις δεήσεις και τις αιτήσεις είναι πάντα μια ευχή. Τώρα ο λειτουργός «αιτείται ευπροσδόκητον γενέσθαι την προτεθείσαν τω Θεώ και ΓΙατρί θυσίαν», ο Θεός και Πατέρας να δεχθεί τη θυσία, για την οποία φέραμε στην αγία Τράπεζα τα τίμια δώρα. «Κύριε ο Θεός ο Παντοκράτωρ, ο μόνος άγιος, ο δεχόμενος θυσίαν αινέσεως παρά των επικαλουμένων σε εν όλη καρδία, πρόσδεξαι και ημών των αμαρτωλών την δέησιν και προσάγαγε τω αγίω σου θυσιαστη­ρίω· και ικάνωσον ημάς προσενεγκείν σοι δώρα τε και θυσίας πνευματικάς υπέρ των ημετέρων α­μαρτημάτων και των του λαού αγνοημάτων. Και καταξίωσον ημάς ευρείν χάριν ενώπιον σου, του γενέσθαι σοι ευπρόσδεκτον την θυσίαν ημών, και επισκηνώσαι το Πνεύμα της χάριτός σου το α­γαθόν εφ’ ημάς και επί τα προκείμενα δώρα ταύτα και επί πάντα τον λαόν σον».
Κάπως έτσι θα μπορούσαμε να μεταφράσουμε αυτή την ευχή όχι, καθώς λέγεται της Προθέσεως, αλλ’ ακριβέστερα της Προσκομιδής· «Κύριε Θεέ Παντοκράτορα, εσύ που μόνος είσαι άγιος και δέχεσαι πνευματική θυσία απ’ όσους σε επικαλούνται με όλη τους την καρδιά, δέξου κι από εμάς τους αμαρτωλούς την δέηση και φέρε την στο ουράνιο και άγιο θυσιαστήριό σου· και κάνε μας ικανούς να σου προσφέρουμε δώρα και πνευματικές θυσίες για τα δικά μας αμαρτήματα και για του λαού τα αγνοήματα και αξίωσέ μας να βρούμε χάρη και να σταθούμε μπροστά σου, για να γίνει ευπρόσδεκτη σε σένα η θυσία μας και να έρθει και να μείνει σ’ εμάς το Άγιο Πνεύμα της χάρης σου, και σε τούτα εδώ τα δώρα και σ’ όλο το λαό σου».
Για τέσσερα πράγματα γίνεται λόγος σ’ αυτή την ευχή. Πρώτα ο λειτουργός ιερέας ομολογεί την παντοδυναμία και την αγιότητα του Θεού· ο Θεός είναι ο παντοκράτορας και ο μόνος άγιος. Στον Θεό Πατέρα λοιπόν τώρα απευθύνεται και ομιλεί ο λειτουργός, να δεχθεί τη δέηση όλης της σύναξης· να κάνει τους ιερείς ικανούς να λειτουργούν και γι’ αυτούς και για το λαό· και τέλος να γίνει δεκτή με ευχαρίστηση η θυσία της Εκκλησίας, και το Άγιο Πνεύμα να επισκιάσει και τους λειτουργούς και τα δώρα και όλο το λαό. Η ευχή καταλήγει στη δοξολογική εκφώνηση προς την Αγία Τριάδα· «Δια των οικτιρμών του μονο­γενούς σου Υιού, μεθ’ ού ευλογητός ει, συν τω παναγίω και αγαθώ και ζωοποιώ σου Πνεύματι, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων». Με την αγάπη του για μας και την ευσπλαχνία του μονογενή σου Υιού, που μαζί του και με το πανάγιο και αγαθό και ζωοποιό σου Πνεύμα είσαι δοξασμένος, τώρα και πάντα και στους ατελεύτητους αιώνες. Η απάντηση του λαού όπως πάντα είναι το «Αμήν».
*
       Όλα όσα ζητάει η σύναξη της Εκκλησίας, όχι μόνο σ’ αυτή, αλλά και σε κάθε ευχή, τα ζητάει με την πίστη και την βέβαιη ελπίδα πως τα λαβαίνει, πως η θεία Λειτουργία είναι η αιώνια πραγματικότητα στο πρόσωπο και το έργο του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού. Εκείνος είναι ο ένας και μόνος μεσίτης «Θεού και ανθρώπων», καθώς γράφει ο Απόστολος, «άνθρωπος Χριστός Ιησούς», που μας προσάγει και μας φέρνει στον Θεό Πατέρα. Η αγάπη του Χριστού για μας και η συμπάθειά του είναι που μας δίνει το θάρρος και μας εγγυάται πως όσα ζητούμε από τον ουράνιο Πατέρα είναι βέβαια και πραγματικά. Όσα ζητήσαμε στις αιτήσεις για κάθε περίσταση της ζωής μας, όσα τώρα στην ευχή ζητούμε, πλησιάζοντας στη μεγάλη στιγμή της θυσίας, όσα τελευταία παρακαλούμε, για να επισκηνώσει σε όλους το Άγιο Πνεύμα, είναι μια συμπληρωματική και τελευταία δέηση προς τον Θεό, που αρχίζει ακριβώς με αυτή την προτροπή του λειτουργού. «Πληρώσωμεν την δέησιν ημών τω Κυρίω», Αμήν.

(Μητροπ. Σερβίων και Κοζάνης, +Διονυσίου, «Η Θεία Λειτουργία», εκδ. Αποστ. Διακονία)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά