Πέμπτη, Οκτωβρίου 04, 2012

Ιουδαισμός , Ελληνισμός και Ορθοδοξία





Σεβαστοί Πατέρες καί ἀγαπητοί ἐν Χριστῷ ἀδελφοί!

Κατ’ ἀρχάς ἐκφράζω τά συγχαρητήριά μου καί τή βαθύτατη χαρά μου γιά τό ποιμαντικό ἐνδιαφέρον καί τήν ὀρθή ἐπαγρύπνησι τῶν σεβαστῶν πατέρων, ἱερομονάχων, ἱερέων καί ὑπευθύνων λαϊκῶν αὐτῆς τῆς Ἐνορίας Ἁγίας Παρασκευῆς Ἀττικῆς, διότι συνεχίζουν τό πολύμοχθο, δυσχερές ἀλλά καί ἐποικοδομητικό ἔργο πού ξεκίνησε ἀπό ἐδῶ ὁ μακαριστός π. Ἀντώνιος Ἀλεβιζόπουλος. Ἐννοῶ βεβαίως τήν ὀρθή ἐνημέρωσι τοῦ ὀρθοδόξου ποιμνίου μέ διαλέξεις, ἄρθρα καί βιβλία, πού συμπληρώνουν τό κατηχητικό ἔργο τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας, τῇ ἐπευλογίᾳ τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν, ὁ ὁποῖος ἀνέκαθεν στήριζε καί ἐνεψύχωνε τή θεάρεστη αὐτή διακονία. Τά τελευταῖα εἴκοσι χρόνια παρακολουθῶ μέ προσοχή καί προσευχή ὅλον αὐτόν τόν ἀγῶνα,  γιά τόν ὁποῖον εἶχα γράψει κάποια ἄρθρα ὡς ἕνα ἐλάχιστο λιθαράκι στήν ἐποικοδόμησι αὐτή, μέ τήν εὐχή τοῦ Σεβαστοῦ Γέροντά μου καί Καθηγουμένου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὄρους Ἀρχιμανδρίτου Γεωργίου. Μέ τίς εὐχές καί εὐλογίες ὅλων τῶν ὡς ἄνω Πατέρων θά συμβάλλω καί σήμερα στό ἐλάχιστο, ἐλπίζοντας νά καλύψω ἔστω καί ἐν μέρει τίς προσδοκίες σας. Ὁ Θεός βοηθός.

Τό θέμα μου εἶναι «Ἰουδαϊσμός, Ἑλληνισμός καί Ὀρθοδοξία». Δύσκολο θέμα, πολυσχιδές καί εὐρύτατο, φυσικά ἀδύνατον νά ἐξαντληθῆ στά περιθώρια τῆς παρούσης ὁμιλίας. Γι’ αὐτό θά ἀναφέρω ἀκροθιγῶς λίγες σκέψεις ὡς εἰσήγησι καί ἀφορμή γιά περαιτέρω μελέτες πρός οἰκοδομήν.

Ἰουδαϊσμός, Ἑλληνισμός, Ὀρθοδοξία. Τρεῖς κόσμοι, τρεῖς παραδόσεις, τρεῖς πολιτισμοί. Γιά τούς μαθηματικούς, τρία σύνολα, μέ πολλά κοινά καί μή κοινά στοιχεῖα. Ἄς τά δοῦμε κατ’ ἀρχάς ξεχωριστά.

Ὁ μέν Ἰουδαϊσμός, μιά μονοθεϊστική παράδοσι πού ξεκινᾶ ἀπό τόν δίκαιο καί θεοσεβῆ Ἀβραάμ, τόν πατέρα πολλῶν ἐθνῶν καί τίς μεγάλες ὑποσχέσεις τοῦ Θεοῦ πρός αὐτόν, καί συνεχίζεται μέ τούς λοιπούς προπάτορες Ἰσαάκ καί Ἰακώβ, πού μετωνομάστηκε Ἰσραήλ, δηλαδή νοῦς πού βλέπει τόν Θεό, τούς δώδεκα Πατριάρχες, τούς νομοθέτες μέ προεξάρχοντα τόν Μωϋσῆ, τούς Κριτές, τούς βασιλεῖς μέ προεξάρχοντα τόν Προφητάνακτα Δαβίδ, τούς Προφῆτες, τίς Προφήτιδες καί ὅλους τούς πρό Χριστοῦ Δικαίους, τούς ὁποίους ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τήν Κυριακή πρό τῆς Χριστοῦ Γεννήσεως.

Πρόκειται γιά ἕνα λαό πολυπαθῆ, μέ πολλές μικρές καί μεγάλες μετοικίσεις στήν Αἴγυπτο, στή Βαβυλῶνα καί στήν Περσία, ὅπου κατά τή διάρκεια τῶν αἰώνων ὁ Θεός ἐπεμβαίνει μέ πολλές εὐλογίες, ἀλλά καί μάστιγες, μέ πολλές ἐνισχύσεις, ἀλλά καί ἐξορίες, μέ πολλές ὑποσχέσεις, ἀλλά καί ἀποστροφές, προκειμένου νά μείνη πιστός λαός στόν Δημιουργό καί προνοητή Θεό του, χωρίς νά παρεκκλίνη στά εἴδωλα ἤ στή σαρκολατρία. Πρόκειται γιά ἕνα λαό πού ἐν μέσῳ πολλῶν κινδύνων καί περιπετειῶν κράτησε τήν μοναδική πίστι στόν ἀληθινό Θεό καί τήν ἐλπίδα νά προέλθη ἀπό τούς ἀπογόνους του ἡ Προσδοκία τῶν ἐθνῶν, ὁ Χριστός. Γι’ αὐτό τόν λόγο ἐπωνομάστηκε ἐκλεκτός λαός.

Βασική γραπτή μαρτυρία πού διά μέσου τῶν αἰώνων διέσωσε τήν σημαντικώτατη αὐτή παράδοσι, στάθηκε ἡ Παλαιά Διαθήκη, 49 ἐν συνόλῳ βιβλία πού ἄρχισαν νά γράφονται ἀπό τά χρόνια τοῦ Μωϋσῆ καί ὁλοκληρώθηκαν περί τό 150 πρό Χριστοῦ μέ τά δρώμενα τῶν Μακκαβαίων. Τά 39 ἐξ αὐτῶν, τά λεγόμενα πρωτοκανονικά, γράφτηκαν στήν ἀρχαία συμφωνική γραφή τῶν Ἑβραίων, καί μεταφράστηκαν στήν ἑλληνική γλώσσα στήν Ἀλεξάνδρεια περί τό 285 π.Χ. ἐπί Πτολεμαίου τοῦ Β΄, χαρακτηριζόμενα ὡς "Μετάφρασις τῶν Ἑβδομήκοντα", ἀπό τόν ἀριθμό τῶν πρώτων μεταφραστῶν τῶν πρώτων 5 βιβλίων, δηλαδή τῆς Πεντατεύχου. Τά ὑπόλοιπα 10, χαρακτηριζόμενα ὡς δευτεροκανονικά, γράφτηκαν πιθανόν στήν ἑλληνική γλώσσα τόν δεύτερο καί πρῶτο αἰῶνα π.Χ. Ἡ ἐν λόγῳ μετάφρασις τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης θεωρήθηκε "ἐξελληνισμός τῆς μονοθεΐας" καί χαιρετίστηκε θερμά ἀπό τούς τότε καί Ἰουδαίους καί ἐθνικούς, μέ συνέπεια πολλοί ἐθνικοί νά γίνουν προσήλυτοι στόν Ἑβραϊσμό.

Μέ τόν ἐρχομό τοῦ Σωτῆρος μας Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅλα ὅσα εἶχαν προλεχθῆ καί προτυπωθῆ στήν Παλαιά Διαθήκη, οἱ ὑποσχέσεις τοῦ Θεοῦ, οἱ νομοθεσίες, οἱ μετοικίσεις, οἱ κινήσεις, τά σύμβολα καί οἱ προφητεῖες ἐπαληθεύθηκαν καί ἑρμηνεύτηκαν στό πρόσωπο τό δικό Του, τό πρόσωπο τοῦ σαρκωθέντος Θεοῦ Λόγου, ὡς κεντρικοῦ προσώπου τῆς ἱστορίας καί τοῦ σύμπαντος, «δι’ ὅν τά πάντα καί δι’ οὗ τά πάντα» (Α΄ Κορ. 8, 6. Κολ. 1, 16. Ρωμ. 11, 36) σύμφωνα μέ τόν Ἀπόστολο Παῦλο. Ἀπό αὐτόν δημιουργήθηκαν τά σύμπαντα, καί σ’ αὐτόν ἀποβλέπει καί ἀποσκοπεῖ ὅλη ἡ κτίσις, ἐκ τῶν ἀπ’ ἀρχῆς μέχρι τῶν ἐσχάτων, διότι ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἀποτελεῖ τήν αἰτία καί τόν σκοπό τοῦ σύμπαντος κόσμου. Χαρακτηριστικά ἀναφέρει ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Μέγας ὅτι ἔγινε ὁ Θεός ἄνθρωπος, γιά νά γίνη ὁ ἄνθρωπος θεός» (P.G. 26, 92 καί Μεγ. Ἀθανασίου, Περί τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Λόγου, κεφ. 54).

Δυστυχῶς ὅμως ὁ Ἰουδαϊκός κόσμος δέν μπόρεσε νά κατανοήση τό μυστήριο τοῦτο τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας, ὅπου ὁ Θεός Λόγος κατέρχεται ὁ ἴδιος γιά νά σώση τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν ἁμαρτία καί τόν διάβολο, ἀπό τή φθορά καί τόν θάνατο, ἀλλά τόν ἀντιλήφθηκαν καί τόν περίμεναν ὡς ἐπίγειο Μεσσία πού θά λυτρώση μόνο ἕνα λαό, συγκεκριμένα τό δικό τους, ἀπό τίς ἑκάστοτε τυραννίες, εἴτε τῶν Βαβυλωνίων καί Ἀσυρρίων, εἴτε τῶν Μήδων καί Περσῶν, εἴτε τῶν Ἑλλήνων καί τῶν Ρωμαίων, εἴτε τῶν Μουσουλμάνων, εἴτε τῶν Γερμανῶν καί τῆς Ἀρείας φυλῆς μέχρι τῶν ἡμερῶν μας, καί θά προσφέρη μιά ἐπίγεια εὐτυχία, ἕνα πρόσκαιρο εὐδαιμονισμό. Αὐτοί μέχρι καί σήμερα στηρίζονται δυστυχῶς στό βασίλειο τοῦ Καίσαρος καί στή δύναμι τοῦ χρήματος, χωρίς νά μπορέσουν νά ἀνανεύσουν πρός τήν κρείττονα πολιτεία καί τή γῆ τῶν πραέων, δηλαδή τήν Βασιλεία τῶν οὐρανῶν, πού εἶναι αἰώνια καί ἀμετακίνητη. Καί γι’ αὐτό σταύρωσαν τόν Χριστό, καί μέχρι σήμερα ἀπελπισμένοι περιμένουν κάποιον πού θά τούς λυτρώση, ἄγνωστο γι’ αὐτούς ἀπό ποιούς, ἄγνωστο γι’  αὐτούς ἀπό τί.

Ἔτσι λοιπόν, ἐξαιρουμένου τοῦ ἀγαθοῦ λήμματος πού ἔγιναν χριστιανοί, ὁμολόγησαν καί μαρτύρησαν στό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ καί κατατάχθηκαν στή χορεία τῶν Ἀποστόλων, τῶν Μαρτύρων, τῶν Ἱερομαρτύρων καί τῶν Ὁσίων, ὁ Ἰουδαϊσμός ὡς συμπαγής παράδοσις ἐν γένει ἀπεμπόλησε τή γνήσια παράδοσι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἐπ’ ἀναμονῇ τοῦ Κυρίου, καί περίμενε κάποιον ἄλλον Μεσσία πού θά τμήση, θά κόψη τήν ἱστορία στή μέση, θά στηριχθῆ στή δύναμι καί στήν ἐπίγεια ἐξουσία καί θά βασιλεύση πλέον αὐτός, ἐξαλείφοντας καθένα πού θά ἀντιστεκόταν στό θέλημα καί στήν κυριαρχία του. Ἀλλά ἕνας τέτοιος Μεσσίας, πού θά ἀφαιροῦσε κάθε μορφή ἀνθρωπίνου αὐτεξουσίου καί ἐλευθερίας τῆς βουλήσεως, μόνο δυνάστης καί τύραννος θά μποροῦσε νά χαρακτηρισθῆ, ὄχι Θεός Πατέρας τῆς ἀγάπης καί τῆς φιλανθρωπίας, ὄχι Θεός Λόγος σεβόμενος τόν ἀνθρώπινο λόγο καί τήν ἀναφαίρετη ἀνθρώπινη θέλησι. Ἀρκεῖ νά θυμηθοῦμε τά λόγια τοῦ ἰδίου τοῦ Κυρίου μας: «Ὅστις θέλει ὁπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθείτω μοι» (Μάρκ. 8, 34), λόγος πού μέχρι καί σήμερα ἀποτελεῖ λίθο προσκόμματος καί πέτρα σκανδάλου. Διότι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μας εἶναι τόσο ἀπέραντη, πού τόν ὁδήγησε μέχρι καί τόν Σταυρό γιά τήν ἀγάπη ὅλων τῶν τέκνων του, ἀκόμη καί ἐκείνων πού τόν σταύρωναν, μή γνωρίζοντας τί κάνουν. Ὡς ἐκ τούτου πάλι ἐξ ἀγάπης περιμένει τούς ἀνθρώπους κοντά του, νά τόν πλησιάσουν καί νά ἐξομοιωθοῦν μαζί Του, χωρίς νά τούς στερήση τήν ἐλευθερία  τῆς βουλήσεως. Γι’ αὐτό καί καθετί πού κάνει ὁ κάθε ἀληθινός χριστιανός, τό πράττει πρῶτα μέ τή συνέργεια τῆς θείας χάριτος καί κατόπιν μέ τή δική του προαίρεσι καί διάθεσι.

Ὅλα αὐτά δέν ἀναφέρονται σάν ἀντισημιτικά κείμενα, προοίμια μιᾶς καταστροφῆς σάν τῆς Ἱερουσαλήμ, σάν τρομοκρατία ἑνός νέου παγκοσμίου πολέμου, σάν ἐσχατολογικά κείμενα ἤ σάν προθεωρία τοῦ Ἀντιχρίστου, μέ τή συνήθη ἔννοια. Καμμιά σχέσι. Ἀναφέρονται μέ πολύ πόνο, πίκρα, ἀγάπη, μά καί προσευχή γιά μετάνοια τοῦ λαοῦ πού ἀπό τά σπλάγχνα του βγῆκε ὁ νικητής τοῦ θανάτου καί ἀναστημένος Χριστός, μά δέν μπόρεσαν νά τόν δεχθοῦν ὅπως θά ’πρεπε, καί ἐφευρίσκουν ἀνά τούς αἰῶνες διάφορα πολιτικοοικονομικά συστήματα, συνθῆκες παγκοσμίου εἰρήνης καί παγκοσμιοποίησης, κοινωνικές φόρμουλες καί καινοφανεῖς νομοθεσίες, πράγματα τά ὁποῖα καταφανῶς ἡ ἀνθρώπινη ἱστορία διαρκῶς διαψεύδει καί στηλιτεύει μέχρι καί σήμερα. Μέ λίγα λόγια, ἀγάπη χωρίς Χριστό, εἰρήνη χωρίς Χριστό, δικαιοσύνη χωρίς Χριστό, δέν ἔχει κανένα νόημα καί καμμιά ὑπόστασι. Κρατοῦμε ὅμως τήν ἐλπίδα σ’ ἐκείνη τήν ἐσχατολογική προφητεία πού λέγει ὅτι στούς ἐσχάτους χρόνους «πᾶς Ἰσραήλ σωθήσεται» (Ρωμ. 11, 26). Ἀμήν καί πότε!

Ὁ Ἑλληνισμός ἀπό τήν ἄλλη μεριά, ἕνας ἄλλος λαός μέ τό δικό του πολιτισμό, θρησκεία, γλώσσα, τέχνες, ἐπιστῆμες, ἔρευνες καί σημαντικά ἔργα λόγου καί τέχνης πού κινοῦν τό θαυμασμό ὅλου τοῦ κόσμου ἀνά τούς αἰῶνες, ἔζησε καί ζῆ κυρίως στά νότια Βαλκάνια, καί ἀπό τά ἀρχαία χρόνια ἐπεξετάθη στή Μικρά Ἀσία, στή Βόρειο Αἴγυπτο καί ἔφτασε μέχρι τήν Περσία καί τή Βαβυλώνα στά χρόνια τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου, εἶναι λαός κατά βάσιν θρησκευόμενος, μέ πολλά πανθεϊστικά καί εἰδωλολατρικά στοιχεῖα. Καί αὐτός ὁ λαός, ὅπως ὅλοι οἱ λαοί, πέρασε πολέμους, δεινά, μετοικίσεις καί πολλές ταλαιπωρίες, καί κατόρθωσε μέ τή χάρι τοῦ Θεοῦ νά ἐπιβιώση διά μέσου τῶν αἰώνων, δίχως νά ἐξαφανισθῆ, ὅπως ἄλλοι.

Στό ἀρχαῖο ἑλληνικό πολιτισμό παρατηροῦμε δύο τάσεις, δύο σχολές, δύο θρησκευτικοφιλοσοφικά συστήματα: Τήν ὁμηρική σχολή καί τήν ὀρφική σχολή. Ἡ ὁμηρική σχολή εἶχε τή βάσι της στήν Ἰλιάδα καί στήν Ὀδύσσεια, πίστευε στό δωδεκάθεο, εἶχε μιά βαθειά καί ἁπλή πίστι, καί ἀπέδιδε στούς θεούς του ἀνθρώπινα διαβλητά πάθη, ὅπως ὀργή, μῖσος, ἀνταγωνισμό, φονικά ἔνστικτα, σαρκολατρία, ὑπερηφάνεια, ἐκδικητικότητα κ.ἄ. Οἱ ἄνθρωποι τῆς ὁμηρικῆς σχολῆς πίστευαν ὅτι οἱ θεοί τους ἀναμιγνύονταν στήν ἀνθρώπινη περιπέτεια, σαρκώνονταν καί συμμετεῖχαν ἐνεργά μαζί μέ τούς θνητούς στήν πορεία τῆς ἀνθρωπίνης ἱστορίας, ὅπως στά ὁμηρικά ἔπη. Ἐπίσης θεωροῦσαν ὅτι μποροῦσαν νά ἐρωτεύονται τούς θεούς καί τό ἀντίστροφο, μέ τή μορφή βέβαια τοῦ ἀνθρωπίνου καί ἐμπαθοῦς ἔρωτα, πίστευαν στήν τυφλή θεά τύχη καί στή μοῖρα, καί μέσα στήν Ὀδύσσεια τῆς ζωῆς τους νοσταλγοῦσαν τραγικά τή ζωή καί τή λύτρωσι ἀπό τά βάσανα καί τόν θάνατο. Τό σημαντικό στήν ὁμηρική σχολή εἶναι ὅτι ἀπό πολύ νωρίς ἡ θεοποίησις τῶν δυνάμεων τῆς φύσεως στηριζόταν κυρίως σέ πρόσωπα. Βέβαια καί ἄλλοι λαοί εἶχαν θεοποιημένα πρόσωπα προστάτες τῆς φύσεως, ὅπως π.χ. οἱ Ἰνδοί. Ἡ διαφορά ὅμως ἦταν στό ὅτι στούς ἄλλους λαούς κυριαρχοῦσε ἡ φύσις στό πρόσωπο, ἐνῶ στόν Ἕλληνα κυριαρχοῦσε τό πρόσωπο στή φύσι, καί αὐτό τό θεοποιημένο πρόσωπο ἦταν προστάτης καί φροντιστής τοῦ ἀντιστοίχου φυσικοῦ στοιχείου, καί ὄχι καταστροφέας τῆς φύσεως.

Ἡ ὀρφική σχολή ἀπό τήν ἄλλη μεριά, μέ κεντρικούς φιλοσόφους τόν Πλάτωνα καί τόν Ἀριστοτέλη, εἶχε μιά πιό ἐξευγενισμένη ἀντίληψι περί Θεοῦ. Ἦσαν μονοθεϊστές, κρυφά ἤ φανερά, καί πίστευαν ὅτι ὁ Θεός εἶναι ὄχι δημιουργός, ἀλλά διακοσμητής τοῦ σύμπαντος, ἀπαθής, χωρίς ἀνθρώπινες ἀδυναμίες, ἀλλά συγχρόνως ὅτι δέν ἀνακατευόταν μέ τούς ἀνθρώπους, ὅπως ἔλεγε ἡ ὁμηρική, καί γενικῶς δέν συμμετεῖχε στήν ἀνθρώπινη περιπέτεια.

Ἀπό αὐτές τίς δύο σχολές κατά τούς ἀλεξανδρινούς καί ἑλληνιστικούς χρόνους προέκυψε μιά κοινή πορεία, μιά κοινή φιλοσοφία μέ ἕνα βασικό ὑπαρξιακό ἐρώτημα: Τό πρόβλημα τοῦ θανάτου. Ὁ Ἕλληνας στά χρόνια τῆς ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας δέν ἐπαναπαύθηκε στό γεγονός τῆς φθορᾶς καί τοῦ θανάτου, ὅπως οἱ ἀνατολικοί λαοί πού πίστευαν ὅτι ὁ ἄνθρωπος ὑπηρετεῖ ἕνα κύκλο ζωῆς καί θανάτου, καί σκοπός του ἦταν ἡ ἀπαλλαγή καί ἀπό τή ζωή καί ἀπό τό θάνατο. Ὁ Ἕλληνας πίστευε καί ἤλπιζε ὅτι κάποιος ἄλλος βαθύτερος εἶναι ὁ σκοπός τοῦ ἀνθρώπου, γιαυτό διψοῦσε γιά τή ζωή καί δέν συμβιβαζόταν μέ τόν θάνατο. Κυρίαρχο κέντρο τοῦ ἑλληνικοῦ πνεύματος τότε ἦταν ἡ Ἀλεξάνδρεια, ὅπου συναντήθηκαν γιά πρώτη φορά ἡ ἑλληνική γλώσσα μέ τόν ἰουδαϊκό μονοθεϊσμό τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, πρᾶγμα τό ὁποῖο, ὅπως ἀναφέραμε, χαιρετίστηκε μέ πολύ ἐνδιαφέρον, ἐνθουσιασμό καί θαυμασμό καί ἀπό τούς Ἑβραίους καί ἀπό τούς Ἐθνικούς τῆς ἐποχῆς ἐκείνης.

Μέσα σ’ αὐτό λοιπόν τό κλῖμα τῆς φαινομενικά ρωμαϊκῆς εἰρήνης μέ τήν ἀνθρώπινη ἀγωνία Ἑλλήνων, ἐθνικῶν καί Ἰουδαίων, γεννήθηκε ὁ Χριστός ἁπλά καί ἀπέριττα ἀπό τήν Παρθένο καί Θεοτόκο στή Βηθλεέμ τῆς Ἰουδαίας καί ἔζησε τά περισσότερα χρόνια τῆς ζωῆς του ταπεινά καί ἁπλά, χωρίς αὐτοκρατορικούς θορύβους καί βασιλικές πομπές. Διάλεξε δώδεκα μαθητές γιά τό εὐαγγελικό του ἔργο, δίδαξε, θαυματούργησε, ἀνέστησε, γιά νά δείξη τήν ἀπέραντη εὐσπλαγχνία καί φιλανθρωπία του καί νά μάθη στούς ἀνθρώπους ὅτι σκοπός τῆς ζωῆς τους εἶναι ἡ ἐξομοίωσις μέ τόν Θεό. Σταυρώθηκε, πέθανε καί ἀναστήθηκε, γιά νά λυτρώση τόν ἄνθρωπο ἀπό τά δεινά τοῦ ἐγωϊσμοῦ, τοῦ διαβόλου καί τοῦ θανάτου, καί νά τόν καλέση ἀναστημένο σέ μιά καλύτερη ζωή, στήν οὐράνια Βασιλεία Του.

Ἐδῶ λοιπόν εἶναι καί ἡ σημαντική συμβολή τῶν δύο λαῶν, τοῦ Ἰουδαϊκοῦ καί τοῦ Ἑλληνικοῦ. Ἀπό τούς Ἰουδαίους, τόν ἐκλεκτό λαό τοῦ Θεοῦ, ὡς συνέπεια τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καί ὡς ἐκπλήρωσι τῶν προφητειῶν περιμέναμε τή σάρκωσι τοῦ Θεοῦ Λόγου γιά τή λύτρωσι καί τή σωτηρία ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Αὐτό τό μυστήριο τῆς κενώσεως ὑπηρέτησε μέ ἀπόλυτη ὑπακοή καί ταπείνωσι ἡ Παρθένος Μαριάμ ἐκ τοῦ γένους τοῦ Ἰσραήλ, καταγομένη ἀπό τή βασιλική φυλή τοῦ Δαβίδ καί τήν ἱερατική φυλή τῶν Λευϊτῶν καί τοῦ Μωυσῆ. Ἀπό αὐτήν λοιπόν τήν ταπεινή Ἑβραιοπούλα τῆς Ναζαρέτ - ἐπιτρέψατέ μου τή φράσι – προῆλθε ὁ Μεσσίας Χριστός. Αὐτή λοιπόν, ἡ μία καί μοναδική, Παρθένος καί Ἀειπάρθενος σέ ὅλα, μέ τήν ἄκρα καθαρότητα σώματος, ψυχῆς καί νοῦ, προκηρυχθεῖσα ἀπό τόν Προφήτη Ἠσαΐα καί ὅλους τούς λοιπούς Προφῆτες, ἔγινε τό ἐκλεκτό σκεῦος, τό ἁγιαστήριο τοῦ Θεοῦ, ἡ μυροθήκη τοῦ Πνεύματος καί ὁ μυστικός Παράδεισος, στήν κοιλία τῆς ὁποίας ἑνώθηκαν ἀπορρήτως, ἀσυγχύτως καί ἀδιαιρέτως οἱ δύο φύσεις στόν ἕνα πρόσωπο τοῦ Θεοῦ Λόγου, γιά τή θεραπεία, τήν ἀθανασία καί τή θέωσι τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως.

Μακάρι λοιπόν νά μποροῦσαν νά καταλάβουν καί τά σημερινά τέκνα τῶν Ἑβραίων τήν ἀξία καί τή σημασία τοῦ προσώπου τῆς Θεοτόκου, σάρκα ἀπό τή σάρκα τους καί τέκνο ἀπό τά σπλάγχνα τοῦ λαοῦ τους, ἡ ὁποία, κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ ἔγινε ἡ μετά Θεόν θεός, τό μεθόριο κτιστῆς καί ἀκτίστου φύσεως, ἡ ὁποία κατέστησε τόν Θεό υἱό ἀνθρώπου, καί τούς ἀνθρώπους υἱούς Θεοῦ (Ἁγ. Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Λόγος ΝΓ΄ Εἰς τά Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου, ἐν: ΕΠΕ, Ἔργα Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, τ. 11, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ (1986), σελ. 268, 309 καί 343). Καί ὅπως εἶπε κάποιος χαρακτηριστικά, ὁ Θεός δημιούργησε τόν κόσμο, γιά νά βρῆ μιά μάνα. Μιά μάνα ἀπό τό ἐκλεκτό γένος τοῦ Ἀβραάμ καί τή ρίζα τοῦ Ἰεσσαί. Ἄν λοιπόν ἀντιλαμβάνονταν ὅλα αὐτά οἱ σημερινοί ὁμογενεῖς Της, θά ἔψαλλαν μαζί μας: «Τήν τιμιωτέραν τῶν Χερουβείμ καί ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ . . . ».

Ἐδῶ λοιπόν ἔγκειται ἡ ἀξία καί ἡ σημασία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, πάνω στήν ὁποία στηρίχθηκε καί ἐπαληθεύθηκε τό Εὐαγγέλιο, καί ἔγινε «παιδαγωγός εἰς Χριστόν». Δίχως τήν Παλαιά Διαθήκη, δέν θά εἶχαν βάσι οἱ προφητεῖες, οἱ προτυπώσεις καί τά σύμβολα γιά τόν ἐρχομό τοῦ Χριστοῦ. Δίχως τήν Παλαιά Διαθήκη δέν θά ἦταν τόσο ἐμφανής ὁ ἀνθρώπινος πόθος γιά ἀπαλλαγή ἀπό τίς ἁμαρτίες, γιά σωτηρία, γιά ἀθανασία, γιά θέωσι. Καί δίχως τήν Παλαιά Διαθήκη δέν θά γνωρίζαμε σαφῶς τό πρόσωπο τῆς μίας καί μοναδικῆς Παρθένου καί Ἀειπαρθένου σέ ὅλα, ἡ ὁποία στάθηκε, στέκεται καί θά στέκεται προστάτις καί μεσίτρια γιά τή σωτηρία ὅλων μας.

Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά ἔχουμε καί τό ἀρχαιοελληνικό πνεῦμα μέ τίς δύο σχολές ἑνωμένες σέ μία, καί μέ τήν ἀγωνία τοῦ Ἕλληνα πάνω στό ὑπαρξιακό ἐρώτημα καί τό πρόβλημα τοῦ θανάτου. Θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὅτι τά βασικά αἰτήματα τοῦ Ἕλληνα κατά τούς ἑλληνιστικούς καί ρωμαϊκούς χρόνους ἦσαν πέντε.

Πρῶτο εἶναι τό αἴτημα τοῦ προσώπου. Πῶς τό ἀνθρώπινο πρόσωπο πρέπει νά διασωθῆ μέσα στόν χῶρο καί στήν ἱστορία. Ὁ μεγάλος κίνδυνος τοῦ προσώπου, μέ κύρια χαρακτηριστικά τήν ἐλευθερία καί τήν ἀγάπη, εἶναι ἤ νά μαζοποιηθῆ καί νά διαλυθῆ μέσα στήν ἀνθρώπινη κοινωνία, ἤ νά ἀτομοποιηθῆ καί νά ἀποξενωθῆ ἀπό τόν πλησίον του. Μαζοποίησις ὑπῆρξε πολλές φορές μέσα στήν ἱστορία, ἀλλά καί σήμερα ὑπάρχει, ὅπου οἱ ἄνθρωποι ἀνελέητα χάνονταν καί χάνονται μέσα στίς κοινωνίες κάτω ἀπό τά πόδια ἑνός ἀδιστάκτου μονάρχη καί τυράννου, ἤ μιᾶς βάναυσης ὁλιγαρχίας, ἤ ἑνός ὁλοκληρωτικοῦ πολιτικοοικονομικοῦ συστήματος, μή ἔχοντας ψῆφο ἤ λόγο δημοκρατικό, ἤ θρησκευτική ἐλευθερία, ἤ ἔστω τό ἀναφαίρετο δικαίωμα τῆς ἐλεύθερης γνώμης. Οἱ ἑλληνικές λέξεις "δημαγωγός" καί "δημαγωγία" αὐτό ἀκριβῶς σημαίνουν, τή μετατροπή τῆς κοινωνίας σέ ἄβουλη καί φανατική ἀγέλη πού παρασέρνεται ἀπό τίς ἀξιώσεις ἑνός ἐπιτήδειου δικτάτορα ἤ ἑνός αὐλοκόλακα-φερέφωνου τῆς τυραννικῆς ἐξουσίας. Μαζοποίησι ἔχουμε στίς ἀρχαῖες ἐπεκτατικές διεκδικήσεις καί στήν ἐν γένει παγκοσμιοποίησι, ὅπως καί στά νεώτερα συστήματα τοῦ Ναζισμοῦ, τοῦ Κομμουνισμοῦ καί τῆς Νέας Ἐποχῆς.

Ἀτομοποίησις ὑπῆρξε μέσα στήν ἱστορία ὅταν οἱ ἄνθρωποι ξέφευγαν ἐν γένει ἀπό τήν εἰρήνη, καθένας ἔπραττε κατά τό δοκοῦν καί ἐπικρατοῦσε παρανομία καί πολιτικοκοινωνική ἀναρχία. Κλασσικό παράδειγμα ἀτομοποιήσεως τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ γαλλική ἐπανάστασις καί ὁ Καπιταλισμός, ὅπου χάριν τόν ἀτομικῶν ἐλευθεριῶν καί τῆς ἀνεξέλεγκτης ἀνεξαρτησίας ὁ ἄνθρωπος ἀπομονώθηκε ἀπό τό σύνολο τῶν συνανθρώπων του καί ἔγινε ἐγωπαθής, φιλάργυρος, σαρκολάτρης, ἀτομιστής καί ἀλαζών.

Ἐδῶ ὁ Ἕλληνας ζητεῖ τό πρόσωπο νά διασωθῆ, χωρίς νά γίνη οὔτε μάζα, οὔτε ἄτομο. Γιαυτό καί ἡ δημοκρατία καί τό συνοδικό φρόνημα γεννήθηκαν ἐδῶ, στόν ἑλληνικό χῶρο. Δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα ἀπό τήν ἀρχαιοελληνική γραμματεία: Ὁ Σωκράτης στόν "Κρίτωνα" τοῦ Πλάτωνα ἀρνεῖται νά δραπετεύση ἀπό τή φυλακή καί δέχεται νά πιῆ τό κώνειο, γιά νά μήν ἀκολουθήση τή γνώμη τῶν πολλῶν, γιά νά μήν κάνη ὅ,τι κάνει ὁ ἄνθρωπος τῆς μάζας. Γιά τόν ἴδιο λόγο καί ἡ Ἀντιγόνη τοῦ Σοφοκλέους ἀρνεῖται νά πειθαρχήση στούς ἀνθρώπινους νόμους τοῦ Κρέοντα, ἐφ’ ὅσον συγκρούονται μέ τά θεῖα θέσμια. Καί γιά νά μή γίνω καί τόσο καυστικός, σήμερα μέ τίς νεώτερες ἐξελίξεις, τίς μεταθεωρίες, τήν τηλεόρασι καί τά μέσα μαζικῆς ἐνημέρωσης, ὅπου ἀποχαυνωθήκαμε καί ἀπεμπολήσαμε κάθε τί χριστιανικό καί ἑλληνικό, παράλληλα χάσαμε καί καταστρέψαμε καί τό ἀνθρώπινο πρόσωπο, μέ τή σύγχρονη μαζοποίησι καί ἀτομοποίησι τῶν κοινωνιῶν μέσω τῆς νέας τάξης πραγμάτων.

Δεύτερο αἴτημα τοῦ Ἕλληνα καί συνυφασμένο μέ τό πρῶτο εἶναι ἡ ἀθανασία. Ὁ ἀρχαῖος Ἕλληνας διψᾶ γιά τή ζωή. Κυρίαρχη θεότης εἶναι ὁ πατέρας καί προστάτης τῆς ζωῆς, ἐξ οὖ καί τό ὄνομα Ζεύς, πού δείχνει πόσο ὁ Ἕλληνας θέλει νά ζήση, καί δέν συμβιβάζεται μέ τή σκέψι τοῦ θανάτου. Οἱ θνητοί ἄνθρωποι ἐπιθυμοῦσαν νά ἀνακραθοῦν μέ τούς θεούς, ἀπ’ ὅπου προέκυπταν ἡμίθεοι, πού μετά θάνατο ζοῦσαν ἀθάνατοι καί νυμφεύονταν τήν νεότητα. Ὁ Σωκράτης ὀνειρευόταν νά φθάση στήν «ἐρίβωλον Φθίην». Ὁ δεσμώτης Προμηθέας, ἡ Ἄλκηστις καί ἡ Εὐρυδίκη εἶναι τά τραγικά πρόσωπα πού δείχνουν τόν ἀνθρώπινο πόθο καί τήν ἀγωνία νά ξεπεραστῆ καί νά νικηθῆ ὁ θάνατος, νά ἐξαλειφθῆ ἡ φθορά καί νά ἐπανέλθη ἡ ἀνάστασις καί στήν ψυχή καί στό σῶμα. Συγχρόνως καί ὁ μῦθος τοῦ Κρόνου πού ἔτρωγε τά παιδιά του, ἡ ἐκθρόνισις καί ἡ ἐξορία του, αὐτό ἀκριβῶς ἀποδεικνύει, τήν προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου νά ξεπεράση τόν χρόνο καί τή φθορά, νά παραμείνη ἀθάνατος. Γιά νά ἐπιτευχθῆ ὅμως ἡ ἀνάστασις, ἀνθρωπίνως ἦταν ἀδύνατον. Γι’ αὐτό ὄχι μόνον οἱ Ἰσραηλῖτες, ἀλλά καί οἱ Ἕλληνες περίμεναν κάποιον Λυτρωτή, κάποιον Μεσσία, πού θά σώση τούς ἀνθρώπους ἀπό τήν αἰχμαλωσία. Χαρακτηριστικά αὐτό τό βλέπουμε στήν Ἀπολογία τοῦ Σωκράτους καί στίς Βάκχες τοῦ Αἰσχύλου.

Πρέπει βέβαια νά ἀναφέρουμε ὅτι καί σέ ἄλλες θρησκεῖες, πλήν τῆς Ἰουδαϊκῆς καί τῆς Ἑλληνικῆς, παρατηρεῖται ὁ πόθος τοῦ ἀνθρώπου γιά λύτρωσι, ὅπως π.χ. στόν Κομφουκισμό καί στόν Βουδισμό, ὄχι ὅμως τόσο πεντακάθαρα, ὅσο στήν Παλαιά Διαθήκη.

Τρίτο αἴτημα εἶναι τό φῶς. Στό πλατωνικό σπήλαιο φαίνεται καί πάλι ὁ ἀλυσοδεμένος ἄνθρωπος πού δέν ἐπαναπαύεται στίς σκιές τῶν πραγμάτων, ἀλλά στό φῶς καί στήν ἀλήθεια. Καί θά χρειαστῆ νά σπάση τίς ἁλυσίδες πού τόν δεσμεύουν, γιά νά ἀντικρύση τό λυτρωτικό φῶς τῆς χαρᾶς καί τῆς ἐλπίδας. Ἀκόμα καί οἱ λέξεις φώς (μέ ὀξεῖα) πού σημαίνει ἄνθρωπος, καί ἡ λέξις φάσκω πού σημαίνει λέγω, προέρχονται ἀπό τή ρίζα φάος = φῶς, πού σημαίνει γιά τόν ἕλληνα ὅτι καί ὁ ἄνθρωπος καί ὁ λόγος του ἔχουν ἀνάγκη ἀπό τό φῶς τῆς ἀληθείας. Αὐτό τό φῶς ὅμως ὁ Ἕλληνας δέν ἐπιθυμοῦσε νά τό κρατήση γιά τόν ἑαυτό του σωβινιστικά καί ἐθνικιστικά, ἀλλά νά τό προωθήση καί στούς ἄλλους λαούς μεταδοτικά καί φωτοδοτικά.

Τέταρτο αἴτημα ἦταν ὁ ἔρωτας μέ τή γενική του μορφή, εἴτε ὁ ἀνθρώπινος εἴτε ὁ θεϊκός, ὁ ὁποῖος εἶχε θεοποιηθῆ. Ὅπως προαναφέρθηκε, ὁ ἔρωτας γιά τήν ὁμηρική σχολή περιέχει στοιχεῖα πάθους, ἰδιοτελείας καί ἀνταγωνισμοῦ. Γιά τήν ὀρφική σχολή ἔρωτας σημαίνει ἔλλειψις, σύμφωνα μέ τό Συμπόσιο τοῦ Πλάτωνος, πρᾶγμα πού δείχνει κι αὐτό στοιχεῖα ἐμπαθείας καί ἀνθρωπίνης μεταβολῆς. Γιά τήν ὀρφική σχολή ὅμως δέν φαίνεται νά ὑπάρχη ἔρωτας ἀνθρώπου πρός τόν Θεό ἤ καί τό ἀντίστροφο, ἐφ’ ὅσον τό θεῖον παραμένει ἀπαθές καί ἄμικτον στά ἀνθρώπινα.

Πέμπτο αἴτημα καί συνυφασμένο πρός τά προηγούμενα εἶναι τό αἴτημα τοῦ λόγου. Ὁ ἀνθρώπινος λόγος, ἡ ἀνθρώπινη σοφία, ζητεῖ μορφές νά ἐκφραστῆ, νά δικαιωθῆ, νά φωτιστῆ. Λόγος σημαίνει καί αἰτία ἀπ’ ὅπου προῆλθε ὁ κόσμος, σημαίνει καί σκοπός καί τέλος. Κάθε ὄν ἔχει τόν λόγο του, καί ὅλα ἔχουν ἕνα κοινό λόγο, ὁδεύουν σέ κάποιο κοινό τέλος καί ἀποτέλεσμα.

Αὐτά τά πέντε αἰτήματα τοῦ Ἑλληνισμοῦ ἦλθε νά καλύψη, νά ἐπαληθεύση καί νά πραγματοποιήση ὁ ἴδιος ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, τό δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, μέ τή σάρκωσί του. Τό αἴτημα τοῦ προσώπου πραγματοποίησε ὁ Χριστός στό ἴδιο τό πρόσωπό του ἐξαγιάζοντας καί θεώνοντάς το, καί τέλος ἐνθρονίζοντάς το στά δεξιά τοῦ Πατρός. Ἔτσι ἔμαθε στόν ἄνθρωπο νά μή μαζοποιεῖται, χαρίζοντάς του ἐλευθερία καί ἀποδέσμευσι ἀπό κάθε γήινο καί πρόσκαιρο, νά μή καταστρέφεται μέσα στό κοινωνικό γίγνεσθαι, ἀλλά οὔτε καί νά ἀτομοποιεῖται, διδάσκοντάς του τήν ἀγάπη πρός κάθε ἄνθρωπο, ἀκόμα καί πρός τούς ἐχθρούς του. Ἔτσι διασώζεται καί ἡ προσωπική ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου, πού δέν τόν ἀτομοποιεῖ, δέν τόν ἀπομονώνει, ἀλλά τόν ἑνώνει μέ τόν πλησίον του, μά διασώζεται καί ἡ ἀληθινή ἀγάπη, μακρυά ἀπό κάθε μαζοποίησι, δουλοπρέπεια, ὑποκρισία καί φανατισμό.

Ὅλως ἰδιαιτέρως τό πρόσωπο τοῦ ἀνθρώπου σώζεται μέσα στήν Ἐκκλησία καί στά μυστήριά της, μέ κυρίαρχα τό ἅγιο Βάπτισμα καί τή θεία Κοινωνία. Στό Βάπτισμα ἑνωνόμαστε μέ τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, δηλαδή τήν Ἐκκλησία του, φωτισμένοι καί ἀνακαινισμένοι. Στή θεία Κοινωνία γινόμαστε σύσσωμοι καί σύναιμοι Χριστοῦ, ἑνωνόμαστε ἐλεύθερα καί ἀγαπητικά μέ τόν Θεό Πατέρα καί μεταξύ μας καί πορευόμαστε πρός τή θέωσι.

Ἀλλά καί ἡ τελική σωτηρία μας δέν εἶναι ὑπόθεσι μόνο θείας ἐνεργείας καί χάριτος, ἀλλά συμμετοχή τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου μέ τήν ἐλεύθερη βούλησί του, εἰλικρινῆ διάθεσι καί ἐλεύθερη ὑπακοή στό θεῖο θέλημα. Πάλι τό πρόσωπο καί ἡ σωτηρία εἶναι τό ζητούμενο.

Συνάμα ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ἀνιστώντας τό σῶμα Του, εἶναι ὁ νικητής τῆς φθορᾶς καί τοῦ θανάτου, χαρίζοντας στόν ἄνθρωπο ζωή καί ἀθανασία. Μέ τή σταυρική του θυσία ἀγκάλιασε τό πλανεμένο πρόβατο, τόν χαμένο, συγχυσμένο καί τραγικό ἄνθρωπο, τόν ἀπελευθέρωσε ἀπό τά δεσμά τοῦ ἅδου καί τοῦ διαβόλου, τόν ἀνακαίνισε νικώντας τόν φθαρτό χρόνο, τόν διεβίβασε ἀπό τόν θάνατο στή ζωή, τόν ἔβαλε στόν Παράδεισο καί τόν κατέστησε κοινωνό θείας φύσεως. Ὅπως χαρακτηριστικά εἶπε κάποιος, ὁ Χριστός πῆρε τόν μεταξοσκώληκα τῆς ἀρχαίας σοφίας καί τόν ἔκανε γόνιμη πεταλούδα. Κι ἐδῶ λοιπόν μόνον ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός με τή ζωοποιό Του Ἀνάστασι πραγματοποίησε τό ἀρχαιοελληνικό ὅραμα περί ἀθανασίας καί ζωῆς.

Τρίτον, ὁ ἴδιος ὡς τό Φῶς τό ἀληθινό πού φωτίζει κάθε ἄνθρωπο πού ἔρχεται στόν κόσμο, λύνει τά δεσμά τοῦ ἁλυσοδεμένου στό σπήλαιο τῆς ἁμαρτίας, τόν ἀπαλλάσσει ἀπό  τίς σκιές  καί τοῦ χαρίζει τό φῶς τῆς θεογνωσίας. Πέμπει τό ἄκτιστο φῶς του στόν κτιστό ἄνθρωπο καί τόν θεώνει, καθιστώντας τον ὁμοτράπεζο μέσα στή λαμπρότητα τῶν Ἁγίων του. Ἔτσι ξεδίψασε τό αἴτημά του στήν ἀναζήτησι τοῦ φωτός.

Τέταρτον, τοῦ δίνει τή δυνατότητα μέσω τοῦ θείου ἔρωτος νά πλησιάση καί νά συνανακραθῆ μέ τόν ἴδιο. Ὁ θεῖος αὐτό ἔρωτας εἶναι ἀπαλλαγμένος ἀπό κάθε τι σαρκικό καί γήινο, εἶναι ἔρωτας ἀπαθής. Ἐδῶ πλέον ὁ Κύριός μας καλύπτει τό αἴτημα τοῦ ὁμηρικοῦ Ἕλληνα νά ἐρωτευθῆ τόν Θεό, ἀλλά καί τό αἴτημα τοῦ ὀρφικοῦ Ἕλληνα νά παραμείνη ἀπαθής, χωρίς ἀνθρώπινες ἀδυναμίες, ὅπως καί ὁ Θεός εἶναι ἀπαθής. Ἔρωτας μανικός, θά ἔλεγε ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, μά ἔρωτας ἀπαθής.

Πέμπτον ὁ ἴδιος ὡς Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, λογοποιεῖ τά πάντα, ἐξάγει τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν ἀλογία τῶν παθῶν, καί τοῦ χαρίζει τόν ἴδιο τόν ἑαυτό του. Λόγος καί Σοφία Θεοῦ ὁ ἴδιος, ὡς δημιουργός καί αἰτία τοῦ σύμπαντος κόσμου, Λόγος ὁ ἴδιος πάλι, ὡς σκοπός καί τέλος τοῦ σύμπαντος, τό Α καί τό Ω. Ἔτσι κάλυψε καί τό πέμπτο αἴτημα τοῦ Ἕλληνα γιά τόν λόγο, φωτίζοντας καί ἀνακαινίζοντας τόν λόγο του. Ἀκόμη καί τό γεγονός ὅτι ἡ Παλαιά καί ἡ Καινή Διαθήκη γράφτηκαν στήν ἑλληνική γλώσσα, δέν πρέπει νά θεωρηθῆ τυχαῖο καί συμπτωματικό. Φάσκω σημαίνει φωτίζω. Μόνον ἡ λεπτότητα καί ἡ φωτεινότητα τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας μπόρεσε νά ἀποδώσει μέ ἀκρίβεια καί πιστότητα τά μεγάλα μυστήρια καί τά δόγματα τῆς ὀρθοδόξου ἡμῶν πίστεως, ἐκεῖ πού ἄλλες γλῶσσες, ὅπως ἡ ἑβραϊκή μέ τή συμφωνική γραφή, ἐκφραζόταν κωδικά, μυστηριωδῶς καί μυστικοπαθῶς, ὄχι μυσταγωγικῶς. Ἀκόμη μέχρι καί σήμερα οἱ ραββίνοι πασχίζουν νά ἑρμηνεύσουν και λύσουν τά μυστηριώδη νοήματα τῆς σύγχρονης ἑβραϊκῆς βίβλου μυστικιστικά, πού ἀπέχει πολύ ἀπό τή φωτεινή, ἀκριβή καί πασιφανῆ μετάφρασι τῶν Ἑβδομήκοντα.

Συνοψίζοντας λοιπόν, μόνον ὁ Χριστός πραγματοποίησε καί δικαίωσε τά πέντε ἀρχαιοελληνικά αἰτήματα, κι ἔτσι ὁ Ἕλληνας τῶν μέσων χρόνων, ἀποβάλλοντας κάθε παγανιστικό στοιχεῖο τοῦ πολιτισμοῦ του, ἔγινε ἀβίαστα Ὀρθόδοξος Χριστιανός. Καί τονίζω τό "ἀβίαστα", διότι πολλάκις γίνεται προσπάθεια ἀμφισβητήσεων ἀπό τούς δῆθεν ἀρχαιολάτρες. Ὁ Ἕλληνας διψοῦσε γιά πρόσωπο, γιά ἀνάστασι, γιά ζωή, γιά σωτηρία, γιά φῶς, γιά ἔρωτα, γιά σοφία καί γιά λόγο. Ἦρθε πλέον ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος, σύμφωνα μέ τά ἴδια Του τά λόγια, εἶναι ὁ ἴδιος καί Πρόσωπο καί Ἀνάστασις καί Ζωή καί Σωτηρία καί Φῶς καί Ἔρως καί Σοφία καί Λόγος συνάναρχος μέ τόν Πατέρα καί τό Πνεῦμα, καί δίνει τόν ἑαυτό του στόν Ἕλληνα δεσμώτη, γιά νά τόν ἀπελευθερώση ὀντολογικά, νά τόν θεώση καί νά τόν κάνη εὐαγγελιστή καί φωτοδότη, ὄχι σωβινιστή, ἀτομιστή καί ἰμπεριαλιστή. Δίνει τό σῶμα Του καί τό αἷμα του σέ κάθε ἄνθρωπο πεινασμένο γιά ζωή καί διψασμένο γιά φῶς, γιά νά τόν καταστήση ἄφθαρτο καί ἀθάνατο. Δίνει τά πάντα γιά τό πλάσμα Του, γιά νά τόν κάνει συγκοινωνό τῆς Βασιλείας Του.

Σάν ἐπίλογο τῆς ὅλης ἐργασίας θά ἐπιχειροῦσα μιά σύγκριση τοῦ 'Αρχαίου ῾Ελληνισμοῦ μέ τόν σύγχρονο παγανιστικό ῾Ελλαδισμό. Προσωπικῶς, δέν βρίσκω τίποτα τό κοινό, ἐκτός ἀπό κάποιες ἐξωτερικές ἀπηρχαιωμένες τελετές πού ψάχνουν κάποια χαμένα κλειδιά τῶν μυστηρίων. Κατά τά ἄλλα οἱ καυχησιολόγοι ῾Ελλαδιστές οὔτε κἄν ἄγγιξαν, οὔτε κἄν ὑποψιάστηκαν τό πνεῦμα τῆς κλασσικῆς σοφίας.

῎Ισως ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως οἱ σύγχρονοι αὐτοί εἰδωλολάτρες ν' ἀκούσουν τό «Οὐαί» ὄχι ἀπό τό στόμα τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά ἀπό τούς ἴδιους τούς ἀρχαίους ῞Ελληνες πού ἐκχριστιανίστηκαν. Ὑποθετικά λοιπόν, ἄν σήμερα ζοῦσε ἕνας ἀπό αὐτούς, θά ἔλεγε στούς ῾Ελλαδιστές: «Τό νά καυχιέστε πώς εἶστε ῞Ελληνες μέ ἔνδοξο πολιτισμό, αὐτό οὔτε οἰκοδομεῖ, οὔτε ὁδηγεῖ πουθενά. Τό νά βαυκαλίζεστε ρατσιστικά σάν κάποιους ἄλλους, λέγοντας "τέκνα 'Ιαπετοῦ ἐσμέν", αὐτό δέν σᾶς λυτρώνει ἀπό τόν θάνατο. Τό νά εἶστε ῞Ελληνες χωρίς νά εἶστε 'Ορθόδοξοι, εἶστε οὐσιαστικά νεκροί, σάν τήν πίστη χωρίς ἔργα. Τό νά κατηγορεῖτε βιβλικούς ῾Εβραίους, συμμαχώντας παράλληλα μέ τούς συγχρόνους ῾Εβραίους, αὐτό σᾶς κάνει πατραλοῖες 'Εφιάλτες. Τό νά υἱοθετεῖτε τήν παγκοσμιοποίησι, τή μαζοποίησι καί τόν ἔλεγχο τῆς ἀνθρώπινης βουλήσεως, σημαίνει πώς ἀθετεῖτε τήν ἐλευθερία πού σᾶς παραδώσαμε. Τό νά συνεργάζεστε μέ τόν διεθνῆ παγανισμό, ἀφήνοντας ἔξω τούς 'Ορθοδόξους συμπατριῶτες μας, σημαίνει ἀπεμπόλησι τῆς φιλοπατρίας σας. Τό νά ἀρνεῖσθε τήν ταυτότητά σας σέ μιά χώρα πού παλαίψαμε γιά τή Δημοκρατία καί τή Συνοδικότητα, αὐτό μόνο ῞Ελληνες δέν σᾶς κάνει. 'Εμεῖς θέσαμε τό πανανθρώπινο ἐρώτημα τῆς ζωῆς, καί ὁ Χριστός μᾶς ἀπάντησε μέ τή ἴδια τή ζωή του. 'Εμεῖς πήραμε τήν ἀπάντηση, γίναμε Χριστιανοί καί σωθήκαμε. 'Εσεῖς γιατί ξαναγυρνᾶτε στό ἐρώτημα; Γιατί μένετε στό τραγικό ἀδιέξοδο; Γιατί σταματᾶτε στόν τάφο; Γιατί δέν ἀνασταίνεστε, ὅπως ἔπρακτα ἐμεῖς σᾶς δείξαμε;»

Καλούμαστε πλέον οἱ σύγχρονοι Νεοέλληνες, χωρίς στείρους βαυκαλισμούς καί πομπώδεις κορυβαντισμούς πού μυρίζουν ἀποσύνθεσι, νά ἀνασκουμπωθοῦμε καί νά ἀναλάβουμε τίς εὐθῦνες μας ἀπέναντι στόν ἑαυτό μας, στά ῾Ελληνόπουλα καί στήν ἀνθρωπότητα. Δέν μᾶς σώζουν οἱ ἀρχαῖες παγανιστικές τελετουργίες, οἱ ἀρχαιολατρικοί πανσέληνοι περίπατοι καί οἱ ὀλυμπιακές χρηματοδοτήσεις. Χρειαζόμαστε πιό δυναμικές λύσεις: Νά ἀντιτάξουμε τήν πίστι καί τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ ἔναντι στόν ὀρθολογισμό, στή βία καί στή δύναμι. Νά προβάλλουμε τίς ἀρχές τῆς Δημοκρατίας καί τῆς Συνοδικότητος στό σύγχρονο οἰκουμενισμό καί στήν παμφάγο παγκοσμιοποίησι. Νά προτάξουμε τήν ἑλληνική βούλησι στόν ἐλεγχόμενο ἐξευρωπαϊσμό. ῾Η προσωπική 'Αλήθεια καί Ζωή δέν εἶναι οὔτε ἀποκλειστικότητα τῶν ῾Εβραίων, οὔτε προνόμιο τῶν ῾Ελλήνων, οὔτε καύχημα τῶν ῾Ελλαδιστῶν, ἀλλά Φῶς πού μεταδίδεται στά ῎Εθνη, «Φῶς Χριστοῦ πού φαίνει πᾶσι».

Τί προτιμᾶμε, τή δύναμι, ἤ τήν ἀγάπη; Τή βία, ἤ τήν ἐλεύθερη βούλησι; Τόν ἰμπεριαλισμό, ἤ τόν φωτισμό; Καί ἐπί τέλους, τόν 'Αντίχριστο, ἤ τόν Χριστό;

῾Η 'Ανάστασις τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἱστορικό γεγονός πού ἔγινε στόν ἄνθρωπο καί γιά τόν ἄνθρωπο, καί γίνεται καί θά γίνει πραγματικότης σέ καθένα πού καθημερινά ἐλεύθερα ἀνακαινίζεται καί καταφατικά ἀποδέχεται τό μυστήριο μέσα του. ῾Ο ἄνθρωπος ἐν Χριστῷ, σύμφωνα μέ τό αἴτημα τῆς ἀρχαιοελληνικῆς παιδείας, σώθηκε, σώζεται καί θά σωθεῖ. «Διαβάς εἰς Μακεδονίαν βοήθησον ἡμῖν»-«Ναί, ἔρχου Κύριε 'Ιησοῦ» (Πράξ. 16, 9 καί Ἀποκ. 22, 20).

῾Ιερομόναχος 'Αρτέμιος Γρηγοριάτης
πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά