Τετάρτη, Μαΐου 29, 2013

Ο πρώιμος ισλαμικός επεκτατισμός


perierga.gr - Ένας ουρανοξύστης σε σχήμα ημισελήνου!
Ένας ουρανοξύστης σε σχήμα ημισέληνου στο Ντουμπάι (άρθρο εδώ): "Ο «Πύργος της Ημισελήνου» (Crescent Moon Tower), όπως θα ονομάζεται το κτίριο, θα έχει σχήμα μισοφέγγαρου, συμβολίζοντας τόσο τη θρησκευτική παράδοση του Ντουμπάι όσο και το υψηλό επίπεδο ανάπτυξης στο οποίο βρίσκεται η πόλη αυτή τη στιγμή".

Εισαγωγή

Υπάρχει μια ισχυρή μουσουλμανική παράδοση, κατά την οποία μόνο οι 4 πρώτοι διάδοχοι του Μωάμεθ (χαλίφες) Αμπού Μπακρ, Ουμάρ, Ουθμάν και Άλη, τήρησαν με συνέπεια τη διδασκαλία του Ισλάμ. Μετά απ' αυτούς το Ισλάμ άρχισε να εκκοσμικεύεται και τότε έγινε πραγματικά κατακτητικό.
Στα χρόνια των τεσσάρων χαλιφών όμως (δηλ. στο "Χαλιφάτο Ρασιντούν" = ορθά καθοδηγούμενο από τον Αλλάχ) ήδη είχε κατακτηθεί ολόκληρη η περσική αυτοκρατορία και μεγάλες εκτάσεις χριστιανικών ρωμαϊκών εδαφών (κατάκτηση της Αλεξάνδρειας, επιδρομές κατά της Κύπρου, της Ρόδου και της Μ. Ασίας, με κίνδυνο και για την ΚΠολη, αν δεν είχε καταστραφεί ο αραβικός στόλος από τρικυμία στις ακτές της Χαλκηδόνας το 653), ενώ είχαν γίνει εισβολές στο Ιράν, το Αφγανιστάν και την Αρμενία.
Συγκρίνοντας τον (ορθόδοξο) χριστιανισμό με το Ισλάμ  στην ιστορική τους διαδρομή, οφειλουμε να παρατηρήσουμε ότι, όποιες δικαιολογίες μπορεί να προβάλλουν οι σύγχρονοι μουσουλμάνοι ιεραπόστολοι της δύσης για τις πολεμικές επιχειρήσεις του Μωάμεθ και των διαδόχων του (δηλ. ότι ήταν αυστηρά αμυντικές επιχειρήσεις), το Ισλάμ από το χριστιανισμό θα απέχει πάντα όσο απέχει η βασιλεία των ουρανών από την επίγεια αραβική αυτοκρατορία, δηλ. όσο απέχει ο ουρανός από τη γη.
Παραθέτουμε  ορισμένες ιστορικές πληροφορίες για ενημέρωση κάθε ενδιαφερόμενου. Δείτε και: Παύλος, το χριστιανικό ανάλογο του Μωάμεθ.


Ι. Οι αραβικές κατακτήσεις μέχρι τον 8ο αιώνα [απόσπασμα - ολόκληροεδώ

Μετά το θάνατο του Μωάμεθ (632), ο συγγενής του Abu-Bakr εξελέγη αρχηγός των Μουσουλμάνων με τον τίτλο του χαλίφη (Khalifa). Οι τρεις μεταγενέστεροι χαλίφες, ο Ομάρ [ή Ουμάρ], ο Οτμάν [αλλιώς Οθμάν ή Ουθμάν] και ο Αλή, εξελέγησαν επίσης αρχηγοί, αλλά δεν δημιούργησαν δυναστεία. Οι τέσσερις αυτοί άμεσοι διάδοχοι του Μωάμεθ είναι γνωστοί ως οι «ορθόδοξοι χαλίφες»[ορθά καθοδηγούμενοι, ενν. από τον Αλλάχ]. Οι πιο σπουδαίες κατακτήσεις, τις οποίες έκαναν οι Άραβες στην περιοχή του Βυζαντίου, συμπίπτουν με την εποχή του χαλίφη Ομάρ.


Η φωτο από εδώ
Το ότι ο Μωάμεθ έγραψε στους αρχηγούς των άλλων κρατών, και στον Ηράκλειο, να δεχθούν τον Ισλαμισμό, και ότι ο Ηράκλειος απάντησε ευνοϊκά, θεωρείται τώρα ως μεταγενέστερο δημιούργημα το οποίο στερείται ιστορικής βάσης. Παρόλα αυτά όμως ακόμα και σήμερα υπάρχουν επιστήμονες που δέχονται την αλληλογραφία αυτή ως ιστορικό γεγονός.
Όσο ζούσε ο Μωάμεθ μόνο μεμονωμένες ομάδες των Βεδουίνων διέσχισαν τα βυζαντινά σύνορα. Την εποχή όμως του δεύτερου χαλίφη, Ομάρ, τα γεγονότα διεξήχθηκαν με μεγάλη ταχύτητα. Η χρονολογική σειρά των στρατιωτικών γεγονότων του 7ου αιώνα είναι σκοτεινή και πολύπλοκη. Είναι όμως πιθανόν τα γεγονότα να εξελίχθηκαν ως εξής: Το 634 οι Άραβες κατέλαβαν το βυζαντινό οχυρό Bothra, πέρα από τον Ιορδάνη, το 635 έπεσε η πόλη της Συρίας Δαμασκός, το 636 η μάχη του ποταμού Yarmuk είχε σαν αποτέλεσμα να καταληφθεί όλη η Συρία και το 637 ή το 638 παραδόθηκε η Ιερουσαλήμ ύστερα από πολιορκία δύο ετών. Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας αυτής έπαιξαν ρόλο κυρίως ο χαλίφης Ομάρ, από τη μια πλευρά και ο Πατριάρχης Σωφρόνιος από την άλλη. Το κείμενο της συμφωνίας, με βάση το οποίο ο Σωφρόνιος παρέδωσε την Ιερουσαλήμ στον Ομάρ και που καθιέρωσε ορισμένες θρησκευτικές και κοινωνικές εγγυήσεις για τους Χριστιανούς της πόλης, έχει διασωθεί με μερικές δυστυχώς μεταγενέστερες μεταβολές. Οι Χριστιανοί είχαν πετύχει να απομακρύνουν τον Τίμιο Σταυρό από την Ιερουσαλήμ και να τον στείλουν στην Κωνσταντινούπολη πριν μπουν οι Άραβες στην πόλη. 

Η κατάκτηση της Μεσοποταμίας και της Περσίας, που συνέβη συγχρόνως με τις κατακτήσεις των περιοχών του Βυζαντίου, τερματίζει την πρώτη περίοδο των αραβικών επιτυχιών στην Ασία. Κατά τα τέλη των 30 πρώτων χρόνων του αιώνα αυτού ο αρχηγός των Αράβων, Άμβρος, παρουσιάστηκε στα ανατολικά σύνορα της Αιγύπτου και άρχισε την κατάκτησή της. Μετά το θάνατο του Ηρακλείου, το 641 ή το 642, οι Άραβες κατέλαβαν την Αλεξάνδρεια, ενώ ο θριαμβευτής Άμβρος έστελνε το εξής μήνυμα στον Ομάρ στη Μεδίνα: «Κατάκτησα μια πόλη της οποίας θα αποφύγω την περιγραφή. Αρκεί μόνο να πω ότι κατέσχεσα σ’ αυτήν 4.000 βίλες με 4.000 λουτρά, 40.000 Ιουδαίους που πληρώνουν κεφαλικό φόρο και τετρακόσιους τόπους διασκεδάσεως». Προς τα τέλη των 40 πρώτων χρόνων η Βυζαντινή αυτοκρατορία αναγκάστηκε να εγκαταλείψει οριστικά την Αίγυπτο. Την κατάκτηση της Αιγύπτου ακολούθησε μια προώθηση των Αράβων προς τις δυτικές ακτές της Β. Αφρικής. Το 650 η Συρία, μέρος της Μ. Ασίας, η Άνω Μεσοποταμία, η Παλαιστίνη, η Αίγυπτος και μέρος των βυζαντινών επαρχιών της Β. Αφρικής είχαν ήδη περιέλθει στην εξουσία των Αράβων.

Το υγρόν πυρ των Βυζαντινών (από εδώ)

Οι κατακτήσεις των Αράβων, φέρνοντάς τους στις ακτές της Μεσογείου, τους δημιούργησαν νέα προβλήματα ναυτικής φύσης. Μη έχοντας στόλο οι Άραβες ήταν ανίσχυροι μπροστά στα πολυάριθμα πλοία των Βυζαντινών, για τα οποία οι νέες παραλιακές αραβικές επαρχίες ήταν πολύ προσιτές. Γρήγορα οι Άραβες κατάλαβαν τη σοβαρότητα της κατάστασης κι ο διοικητής της Συρίας και μελλοντικός χαλίφης Μωαβίας, άρχισε να κατασκευάζει αρκετά πλοία το πλήρωμα των οποίων αρχικά αποτελείτο από ντόπιους Ελληνο-Σύριους, οι οποίοι ήταν ειδικοί στη ναυσιπλοΐα. Σύγχρονες μελέτες των παπύρων αποκαλύπτουν ότι κατά τα τέλη του 7ου αιώνα η κατασκευή των πλοίων και η επάνδρωσή τους με πεπειραμένους ναυτικούς ήταν ένα από τα μεγάλα προβλήματα της διοίκησης της Αιγύπτου.

ΚΩΝΣΤΑΣ Β' ΚΑΙ ΟΙ ΑΡΑΒΕΣ

Την εποχή του Κώνστα Β', τα αραβικά πλοία του Μωαβία άρχισαν τις επιδρομές τους στην περιοχή του Βυζαντίου και κατέλαβαν την Κύπρο, το σπουδαίο αυτό ναυτικό κέντρο. Κοντά στις ακτές της Μ. Ασίας νίκησαν το στόλο του Βυζαντίου, που διοικείτο από τον ίδιο τον αυτοκράτορα, κατέλαβαν τη Ρόδο (654), κατέστρεψαν εκεί τον περίφημο Κολοσσό του νησιού και έφτασαν σχεδόν μέχρι την Κρήτη και τη Σικελία, απειλώντας το Αιγαίο πέλαγος και την πρωτεύουσα της Αυτοκρατορίας. Οι αιχμάλωτοι που συνελήφθηκαν κατά τη διάρκεια αυτών των επιδρομών, και ιδίως αυτοί από τη Σικελία, μεταφέρθηκαν στην αραβική πόλη Δαμασκό. [...]

ΙΙ. Το Χαλιφάτο Ρασιντούν (από τη Wikipedia - ας διασταυρωθεί με οποιαδήποτε ιστορική μελέτη)


Τοποθεσία της χώρας στον κόσμοΤο Χαλιφάτο Ρασιντούν (632-661 μ.Χ., αραβικά: الخلافة الراشدية) ήΠατριαρχικό Χαλιφάτο, τόπος κυριαρχίας των τεσσάρων πρώτωνχαλίφηδων της ιστορίας του Ισλάμ, ιδρύθηκε μετά το θάνατο του Μωάμεθτο 632 μ.Χ. Στην ακμή του, τα σύνορα του χαλιφάτου εκτείνονταν στη Βόρεια Αφρική, την Αραβική Χερσόνησο και τα υψίπεδα του Ιράν. Είναι το πρώτο χαλιφάτο στη μακρά διαδοχή των δυναστειών και εμιράτων της ισλαμικής αυτοκρατορίας. Το χαλιφάτο πήρε το όνομά του από τους επονομαζόμενους "Πατριαρχικούς" ή "ορθά καθοδηγούμενους"-"τέλειους" χαλίφηδες (αραβ. αλ-χιλάφα αρ-ρασιντούν), τους τέσσερεις δηλαδή πρώτους χαλίφηδες μετά το θάνατο του Μωάμεθ, που κυβέρνησαν μέχρι που η εξουσία μετήλθε στα χέρια του Μωαβία Α΄ (αραβ. Μουαουίγια), ιδρυτή του Χαλιφάτου των Ομεϋαδών.

Μετά το θάνατο του Μωάμεθ το 632, οι Μεδιναίοι Ανσαρίτες φιλονικούσαν για το ποιος θα τον διαδεχόταν, ενόσω η οικογένεια του Προφήτη ήταν απασχολημένη με τις ετοιμασίες της ταφής του. Ο Ουμάρ (κάποιο σημαίνον πρόσωπο της φυλής των Κουραϊσιτών) και ο Αμπού Ουμπάιντα των Ανσαριτών δήλωσαν την πίστη τους στον Αμπού Μπακρ, με το σύνολο των Ανσαριτών και των Κουραϊσιτών να ακολουθούν. Ο Αμπού Μπακρ έγινε έτσι ο πρώτος χαλίφης "Ρασούλ Αλλάχ" (δηλ. Διάδοχος του "Αγγελιαφόρου του Θεού") και ξεκίνησε εκστρατείες να διαδόσει το Ισλάμ. Αρχικώς όμως, έπρεπε να υποτάξει τις αραβικές φυλές που είχαν απομακρυνθεί των όρκων τους στο Ισλάμ και από την ισλαμική κοινότητα.

Αμπού Μπακρ

Ο Αμπού Μπακρ (ή Αμπντουλλάχ ιμπν Αμπί Κουχάφα, το Αμπού Μπακρ σημαίνει πατέρας του Μπακρ, συνήθης τρόπος τιμητικής ονομασίας στα αραβικά να σημειώνεται κάποιος με το όνομα του πρωτότοκου γιου του, 573-634 μ.Χ., αραβικά: عبد الله بن أبي قحافة), γνωστός επίσης ως Αμπού Μπακρ ας-Σιντίκ, ήταν σύντροφος (σαχάμπι) και πεθερός του Προφήτη Μωάμεθ. Στα βυζαντινά κείμενα απαντάται ως Αβουβάχαρος και Αποκάπρης.
Μετά το θάνατο του Προφήτη, κυβέρνησε το Πατριαρχικό Χαλιφάτο ως ο πρώτος μουσουλμάνος χαλίφης, από το 632 έως το 634 μ.Χ. Ως χαλίφης, διαχειρίστηκε επιτυχώς τις πολιτικές και διοικητικές λειτουργίες που είχε προηγουμένως ασκήσει ο Μωάμεθ. Ο Αμπού Μπακρ ονομάστηκε Ας-Σιντίκ (Εκείνος που επιβεβαιώνει-την αληθινή προφητική ιδιότητα του Μωάμεθ) και ήταν γνωστός με αυτό το προσωνύμιο στις νεότερες μουσουλμανικές γενιές.
Ως νέος, ήταν έμπορος υφασμάτων και ταξίδεψε πολύ στην Αραβία και τις γειτονικές χώρες στη Μέση Ανατολή, κερδίζοντας πλούτη και εμπειρία, φτάνοντας να αναγνωριστεί ως ηγέτης της φατρίας του. Στην επιστροφή του από ένα επιχειρηματικό ταξίδι στην Υεμένη, πληροφορήθηκε ότι κατά την απουσία του ο Μωάμεθ είχε διακηρύξει ανοιχτά την Προφητική Αποστολή του. Όχι πολύ καιρό μετά, ο Αμπού Μπακρ προσηλυτίστηκε στο Ισλάμ και ήταν ο πρώτος άνθρωπος εκτός της οικογένειας του Μωάμεθ που ανοιχτά έγινε μουσουλμάνος. Επιτέλεσε σημαντικό ρόλο στον προσηλυτισμό πολλών ανθρώπων στην ισλαμική Πίστη ενώ στις αρχές του 623 η κόρη του Αΐσα παντρεύτηκε τον Μωάμεθ, ισχυροποιώντας έτσι τους δεσμούς μεταξύ των δύο αντρών.
Ο Αμπού Μπακρ υπήρξε έμπιστος σύμβουλος και στενός φίλος του Μωάμεθ. Κατά τη διάρκεια της ζωής του Μωάμεθ, έλαβε μέρος σε αρκετές πολεμικές συγκρούσεις, όπως τη μάχη στις πλαγιές του όρους Ουχούντ, τη μάχη της Τρεντς, την εισβολή της φατρίας των Κουραϊσιτών στη Μεδίνα, τη μάχη στην όαση Χαϋμπάρ, την κατάκτηση της Μέκκας, τη μάχη της Χουναΰν, την πολιορκία της Ταΐφ και τη μάχη του Ταμπούκ, όπου αναφέρεται ότι έδωσε όλο τον πλούτο του για την προετοιμασία της αποστολής. Επίσης συμμετείχε στη Συνθήκη της Χουνταϋμπίγια.
Η περίοδος χαλιφείας του Αμπού Μπακρ διήρκεσε για περίπου δύο χρόνια (27 μήνες), τελειώνοντας με το θάνατό του ύστερα από ασθένεια. Αν και η περίοδος της Αρχής του δεν ήταν μακρά, περιελάμβανε επιτυχείς εισβολές στις δύο πιο ισχυρές αυτοκρατορίες του καιρού εκείνου (Βυζαντινή Αυτοκρατορία καιΑυτοκρατορία των Σασσανιδών), θέτοντας σε κίνηση και ακαταπόνητη αγωνιστικότητα έναν ολόκληρο κόσμο, κίνηση που θα οδηγούσε ύστερα από λίγες δεκαετίες στη δημιουργία μιας από τις μεγαλύτερες αυτοκρατορίες στην ιστορία.

Ουμάρ Α΄
  
Ουμάρ ιμπν αλ-Χαττάμπ ή Ουμάρ Α΄ (579-644 μ.Χ., αραβικά: عمر بن الخطاب) υπήρξε ένας από τους πιο ισχυρούς και σημαίνοντες μουσουλμάνους χαλίφηδεςστην ιστορία. Ήταν "σαχάμπι" (σύντροφος) του Προφήτη Μωάμεθ. Διαδέχθηκε το χαλίφη Αμπού Μπακρ (632-634) ως δεύτερος κατά σειρά χαλίφης τουΠατριαρχικού Χαλιφάτου στις 23 Αυγούστου 634. 'Ηταν ειδικός στη νομολογία του Ισλάμ και περισσότερο γνωστός για την ευσεβή και δίκαιη φύση του χαρακτήρος του, που του έδωσε τον τίτλο Αλ-Φαρούκ ("αυτός που διακρίνει ανάμεσα στο σωστό και το λάθος"). Αναφέρεται κάποιες φορές ως χαλίφης Ουμάρ Α΄ από τους ιστορικούς του Ισλάμ, για να διακρίνεται από τον Ουμάρ Β΄, έναν ύστερο Ομαγιάδα χαλίφη.
Υπό την χαλιφεία του Ουμάρ η Ισλαμική Αυτοκρατορία επεκτάθηκε σε πρωτόγνωρο βαθμό διαφεντεύοντας ολόκληρη την Αυτοκρατορία των Σασσανιδών Περσών και περισσότερα από τα δύο τρίτα της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Οι επιθέσεις του εναντίον της Αυτοκρατορίας των Σασσανιδών κατέληξαν στην κατάκτηση της περσικής αυτής αυτοκρατορίας σε λιγότερο από δύο χρόνια. Ήταν επίσης ο Ουμάρ, σύμφωνα με την εβραϊκή παράδοση, που κατήργησε την απαγόρευση που είχαν επιβάλει οι χριστιανοί των Αγίων Τόπωνσε βάρος των Εβραίων και επέτρεψε στους τελευταίους την είσοδο στηνΙερουσαλήμ και την άσκηση της λατρείας της θρησκείας τους. [Σημ. ορθά έπραξε, ασφαλώς σε αυτό. Όμως δεν είχε καμιά δουλειά να κατακτήσει την Ιερουσαλήμ. Σε αυτό το μουσουλμανικό άρθρο αναφέρεται παράδοση, κατά την οποία μπήκε μόνος και άοπλος στην πόλη και καθησύχασε τους κατοίκους της με την πραότητα και τις υποσχέσεις του. Και λοιπόν; Ακόμη κι ΑΝ η παράδοση αυτή είναι αληθινό γεγονός, μην ξεχνάμε πως την είχε ήδη πολιορκήσει δύο χρόνια. Ποιος ο λόγος για την πολιορκία αυτή; Αντίθετα, κάτι φαινομενικά παρόμοιο έπραξαν δύο ορθόδοξοι και άγιοι Πάπες της Ρώμης: ο Λέων Α΄ και αργότερα ο Γρηγόριος Β΄: βγήκαν άοπλοι μαζί Ο άγιος Επίσκοπος Ρώμης (Πάπας) Λέων και η μάστιγα του Θεού, Αττίλαςμε τους ιερείς τους και απώθησαν επιδρομείς μόνο με την παρουσία τους - ο πρώτος τον Αττίλα(φωτο) και ο δεύτερος το Λιουτπράνδο. Συγκρίνονται οι δύο πράξεις; (κατάκτηση - αποτροπή κατάκτησης)].
Ο Ουμάρ τελικώς, μετά από δέκα χρόνια χαλιφείας (634-644), δολοφονήθηκε το 644 κατά τη διάρκεια εσωτερικών ταραχών, στηΜεδίνα.

Το κάψιμο των βιβλίων στην Αλεξάνδρεια (από εδώ)

 Έρχεται και η αραβική κατάκτηση το 642, για να ολοκληρώσει την καταστροφή. Ο Αμπντούλ Φαράγκ, μονοφυσίτης επίσκοπος και ιστορικός του 13ου αιώνααναφέρει τα εξής: O Ιωάννης Φιλόπονος (490-570 μ.Χ), περίφημος βιβλιόφιλος, εξαιτίας της εύνοιας που απολάμβανε από τον κατακτητή Αμρ ελ Ας, πέτυχε να του δοθούν όλα τα βιβλία της πόλης. Έδειξε τόσο μεγάλη χαρά και επαίνεσε τόσο την αξία των παπύρων, ώστε ο Αμρ ζήτησε και τη γνώμη του χαλίφη Ομάρ. «Αν περιέχουν αυτά τα χειρόγραφα ό,τι και το Κοράνιο είναι περιττά. Αν περιέχουν πράγματα αντίθετα, τότε είναι επιζήμια», του απάντησε εκείνος. Διατάχθηκε, λοιπόν, να ριχτούν στην πυρά ως καύσιμη ύλη για τα τετρακόσια λουτρά της πόλης. To γεγονός επαναλαμβάνει μετά από μισό αιώνα περίπου ο Αμπντούλ Λατίφ, αργότερα ο Ιμπν αλ Κίφτι, ο Αμπούλ Φέντα κ.α.

Ουθμάν
 
Ο Ουθμάν ιμπν Αφφάν (577-656 μ.Χ., αραβικά: عثمان بن عفان‎) ήταν ένας από τους συντρόφους του Προφήτη Μωάμεθ. Έπαιξε σημαντικό ρόλο στην πρώιμη ιστορία του Ισλάμ όντας ο τρίτος στη σειρά χαλίφης (644-656) του σουνιτικούΠατριαρχικού Χαλιφάτου.
Ο Ουθμάν γεννήθηκε στη φατρία των Ομαγιαδών της Μέκκας, μια ισχυρή φατρία της φυλής των Κουραϊσιτών. Ήταν σύντροφος (σαχάμπι) του Προφήτη Μωάμεθ και ανέλαβε τη χαλιφεία του Πατριαρχικού Χαλιφάτου στην ηλικία των 67 ετών, μετά τη δολοφονία του Ουμάρ Α΄. Υπό την ηγεσία του, η αυτοκρατορία επεκτάθηκε στη Φαρς το 650 (επαρχία του σημερινού Ιράν), κάποιες περιοχές του Χορασάν (τμήμα του σημερινού Αφγανιστάν) το 651 ενώ ξεκίνησε τη δεκαετία του 640 και την κατάκτηση της Αρμενίας.
Από τα αξιοσημείωτα επιτεύγματα του Ουθμάν ήταν οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις που εισήγαγε και η μετατροπή του Κορανίου στο ενοποιημένο, αξιωματικό κείμενο που είναι σήμερα [δείτε εδώ].
Ο Ουθμάν δολοφονήθηκε τον Ιούνιο του 656 στην οικία του στη Μεδίνα, κατά τη διάρκεια εσωτερικών ταραχών.

Άλη
 
Ο Αλί ιμπν Αμπί Τάλιμπ (εξελληνισμένα Αλής, (601 ή 607-661 μ.Χ., αραβικά: علي بن أبي طالب) ήταν εξάδελφος και γαμπρός του Προφήτη Μωάμεθ, χαλίφης τουΠατριαρχικού Χαλιφάτου την πενταετία 656-661 μ.Χ. 

Ali ibn Abi Talib
Αλή, ο άγιος των Σιιτών (από εδώ)
Γιος του Αμπού Τάλιμπ, ο Αλής ήταν ο πρώτος άντρας που προσηλυτίστηκε στο Ισλάμ. ΟιΣουνίτες θεωρούν τον Αλή ως τον τέταρτο και τελευταίο χαλίφη "ρασιντούν" ("ορθά καθοδηγούμενο" χαλίφη), ενώ οι Σιίτες τον θεωρούν ως τον πρώτο χαλίφη και τους απογόνους του ως τους δικαιωματικούς διαδόχους του Μωάμεθ. Η διαφωνία αυτή χώρισε έκτοτε την "ούμμα" (μουσουλμανική κοινότητα) σε Σιίτες και Σουνίτες.
Μουσουλμανικές πηγές, κυρίως σιιτικής προέλευσης, ισχυρίζονται ότι ο Αλής ήταν ο μόνος άνθρωπος στην ιστορία που γεννήθηκε μέσα στο ναό της Κάαμπα στη Μέκκα, ιερότερο τόπο του Ισλάμ. Μητέρα του ήταν η Φάτιμα μπιντ Άσαντ, αλλά ανατράφηκε μέσα στην οικογένεια του Μωάμεθ, ο οποίος με τη σειρά του είχε ανατραφεί από τον Αμπού Τάλιμπ, θείο του και πατέρα του Αλή.
Όταν ο Μωάμεθ ανέφερε τη θεϊκή αποκάλυψη που του έγινε, ο Αλής ήταν ο πρώτος άντρας που δέχθηκε το μήνυμά του, αφιερώνοντας τη ζωή του στο σκοπό του Ισλάμ.
Ο Αλής μετανάστευσε στη Μεδίνα λίγο μετά το Μωάμεθ. Όταν έφτασε εκεί, ο Μωάμεθ τού είπε ότι ο Θεός τον είχε διατάξει να παντρέψει την κόρη του Φάτιμαμε αυτόν. Για τα δέκα χρόνια που ο Μωάμεθ ηγήθηκε της κοινότητας της Μεδίνας, ο Αλής ήταν ενεργός στην υπηρεσία του, οδηγώντας πολεμιστές στις μάχες και μεταφέροντας σημαντικά μηνύματα και διαταγές. Ο Αλής πήρε μέρος στις πρώτες επιδρομές εναντίον καραβανιών από τη Μέκκα και αργότερα σχεδόν σε όλες τις μάχες στο όνομα της αναπτυσσόμενης μουσουλμανικής κοινότητας.
Μετά το θάνατο του Μωάμεθ, παρόλο που ο τελευταίος τον είχε χρίσει διάδοχό του, ο Αλής κρατήθηκε μακριά από τη διαδοχή με ενέργειες και της χήρας του Μωάμεθ, Αΐσα, που είχε σημαντική δύναμη στη μουσουλμανική κοινότητα ως χήρα του Προφήτη. Ως εκ τούτου, ο Αλής, απομονωμένος, αφιερώθηκε για πολλά χρόνια σε θρησκευτικές μελέτες.
Τελικώς όμως, μετά το θάνατο του τρίτου χαλίφη, Ουθμάν ιμπν Αφφάν, ανακηρύχθηκε χαλίφης. Αν και ήταν σεβαστός στην ούμμα, αντιμετώπισε εμφύλιο πόλεμο από επίδοξους σφετεριστές από τα πρώτα χρόνια της χαλιφείας του. Το 661, δέχθηκε επίθεση στο τζαμί της Κούφα και πέθανε λίγες μέρες αργότερα.
Στη μουσουλμανική παράδοση, ο Αλής θεωρείτο άντρας υπερφυσικών ικανοτήτων. Ετύγχανε σεβασμού για την ανδρεία του, το κουράγιο του, την ισχυρή πίστη του, την εντιμότητά του, την αφοσίωσή του στο Μωάμεθ και την ίση αντιμετώπιση όλων των μουσουλμάνων καθώς και τη μεγαλοσύνη του στο να συγχωρεί τους ηττημένους εχθρούς του. Για τους λόγους αυτούς κατέχει κεντρική θέση στις μυστικιστικές παραδόσεις του Ισλάμ, όπως ο Σουφισμός. Ήταν άτομο με το χάρισμα της ενόρασης και θεωρείτο αυθεντία στα ζητήματα τουΚορανίου, της Σαρία και της θεολογικής σκέψης γενικότερα. Σχεδόν σε όλα τα σουφιστικά τάγματα που ανάγουν την καταγωγή τους στο Μωάμεθ, ο Αλής κατέχει υψηλή θέση ως ο κρίκος που τα συνδέει με τον Προφήτη. Σε όλη τη διάρκεια της ισλαμικής ιστορίας, η επιρροή του ήταν και είναι σημαντική.
Ο Αλής ήταν ο πατέρας των Χασάν ιμπν Αλί και Χουσεΐν ιμπν Αλί, επίσης σημαντικών μορφών της ιστορίας του Ισλάμ.

πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά