«Το γράμμα του νόμου αποκτείνει»*
γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου
ΛΟΓΟΙ Β’ σελ. 78-80
Είπα σε κάποιον μια φορά: «Τι είσαι εσύ; Μαχητής του Χριστού ή μαχητής του πειρασμού; Ξέρεις πώς υπάρχουν και μαχητές του πειρασμού;».
Ο Χριστιανός δεν πρέπει να είναι φανατικός, αλλά να έχη αγάπη για όλους τους ανθρώπους. Όποιος πετάει λόγια αδιάκριτα, και σωστά να είναι, κάνει κακό. Γνώρισα έναν συγγραφέα πού είχε ευλάβεια πολλή, άλλα μιλούσε στους κοσμικούς με μια γλώσσα ωμή, πού προχωρούσε όμως σε βάθος, και τους τράνταζε. Μια φορά μου λέει: «Σε μια συγκέντρωση είπα αυτό και αυτό σε μια κυρία». Αλλά με τον τρόπο πού της το είπε, την είχε σακατέψει. Την πρόσβαλε μπροστά σε όλους. «Κοίταξε, του λέω, εσύ πετάς στους άλλους χρυσά στεφάνια με διαμαντόπετρες, έτσι όμως πού τα πετάς, σακατεύεις κεφάλια, όχι μόνον ευαίσθητα άλλα και γερά».
Ας μην πετροβολάμε τους ανθρώπους… χριστιανικά. Όποιος ελέγχει μπροστά σε άλλους κάποιον πού αμάρτησε ή μιλάει με εμπάθεια για κάποιο πρόσωπο, αυτός δεν κινείται από το Πνεύμα του Θεού· κινείται από άλλο πνεύμα.
Ο τρόπος της Εκκλησίας είναι η αγάπη· διαφέρει από τον τρόπο των νομικών.
Η Εκκλησία βλέπει τα πάντα με μακροθυμία και κοιτάζει να βοηθήση τον καθέναν,ό,τι και αν έχη κάνει, όσο αμαρτωλός και αν είναι. Βλέπω σε μερικούς ευλαβείς ένα είδος παράξενης λογικής. Καλή είναι η ευλάβεια πού έχουν, καλή και η διάθεση για το καλό, άλλα χρειάζεται και η πνευματική διάκριση και ευρύτητα, για να μη συνοδεύη την ευλάβεια η στενοκεφαλιά, η γεροκεφαλιά (το γερό δηλαδή αρβανίτικο κεφάλι). Όλη η βάση είναι να έχη κανείς πνευματική κατάσταση, για να έχη την πνευματική διάκριση, γιατί αλλιώς μένει στο «γράμμα του νόμου», και το «γράμμα του νόμου αποχτείνει». Αυτός πού έχει ταπείνωση, δεν κάνει ποτέ τον δάσκαλο· ακούει και, όταν του ζητηθή η γνώμη του, μιλάει ταπεινά. Ποτέ δεν λέει «εγώ», αλλά «ο λογισμός μου λέει» ή «οι Πατέρες είπαν». Μιλάει δηλαδή σαν μαθητής. Όποιος νομίζει ότι είναι Ικανός να διορθώνη τους άλλους έχει πολύ εγωισμό.
- Όταν, Γέροντα, ξεκινάη κανείς από καλή διάθεση να κάνη κάτι και φθάνη στα άκρα, λείπει η διάκριση;
- Είναι ο εγωισμός μέσα στην ενέργειά του αυτή και δεν το καταλαβαίνει, γιατί δεν γνωρίζει τον εαυτό του, γι’ αυτό πιάνει τα άκρα. Πολλές φορές από ευλάβεια ξεκινούν μερικοί, αλλά που φθάνουν! Όπως οι εικονολάτρες και οι εικονομάχοι. Άκρη το ένα, άκρη το άλλο! Οι μεν έφθασαν στο σημείο να ξύνουν την εικόνα του Χριστού και να ρίχνουν την σκόνη μέσα στο Άγιο Ποτήριο, για να γίνη καλύτερη η Θεία Κοινωνία· οι άλλοι πάλι έκαιγαν τις εικόνες, τις πετούσαν… Γι’ αυτό η Εκκλησία αναγκάσθηκε να βάλη ψηλά τις εικόνες και, όταν πέρασε η διαμάχη, τις κατέβασε χαμηλά, για να τις προσκυνούμε και να απονέμουμε τιμή στα εικονιζόμενα πρόσωπα.
* Βλ. Β’ Κορ. 3,6.'
Σχόλιο
Όταν ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός, ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός χαρακτήρισαν ξεκάθαρα τον παπισμό αίρεση, ενώ πολλοί έως πάρα πολλοί σημερινοί Ιεράρχες τον χαρακτηρίζουν “Εκκλησία” με “κοινή πίστη” και, μάλιστα, συμπροσεύχονται με το σημερινό πάπα, είναι ή όχι αιρετικοί;
Κι αν τους χαρακτηρίσεις αιρετικούς ισχύει επίσης του μακαριστού Γέροντα Παΐσιου το “Όποιος ελέγχει μπροστά σε άλλους κάποιον που αμάρτησε ή μιλάει με εμπάθεια για κάποιο πρόσωπο, αυτός δεν κινείται από το Πνεύμα του Θεού· κινείται από άλλο πνεύμα.”;Θα με ενδιέφεραν πολύ οι απαντήσεις σας.
Ευχαριστώ.
Ο άγιος Νεκτάριος λέγει:
ΑπάντησηΔιαγραφή«Ο επίσκοπος, οφείλει να εμμένει αείποτε (=υπό τις οποιεσδήποτε συνθήκες) στις ηθικές αρχές του Ευαγγελίου». Και σημειώνει εμφαντικά: Τις ηθικές αυτές αρχές του Ευαγγελίου δεν έχει κανένας δικαίωμα, να τις παραβαίνει ούτε «δήθεν λόγω δογματικών αρχών».
Αναφύεται εύλογα το δικό μας ερώτημα:
Μπορούμε λοιπόν να έχωμε σχέσεις με τους ετεροδόξους;
Απαντάει ο άγιος:
«Αι δογματικοί διαφοραί αναφέρονται στο κεφάλαιον της πίστεως». Δεν επιτρέπεται να περιορίζουν την αγάπη. Γιατί «το δόγμα δεν καταπολεμεί την αγάπην». Δηλαδή η διαφορά δόγματος δεν αίρει, δεν καταργεί, το χρέος της αγάπης. Αντίθετα: Η αγάπη είναι τόσο πλατειά ώστε συγκαταβαίνει «και χαρίζεται» στο μη ορθό δόγμα. Πάντα στέγει. Πάντα υπομένει. Δεν επιτρέπεται το δόγμα, ούτε να καθιστά την αγάπη ανενεργό, ούτε να την αλλοιώνει ούτε πολύ ούτε στο ελάχιστο. Η «χωλαίνουσα πίστις των αιρετικών δεν επιτρέπεται ούτε καν να αλλοιώση και να υποβαθμίση το προς αυτούς της αγάπης συναίσθημα», «το χρέος της αγάπης».
Μερικοί σύγχρονοί μας δεν συμφωνούν. Έχουν άλλη γνώμη. Λένε:
Ναι. Οφείλουμε να τους αγαπάμε! Και τους αγαπάμε! Και προσευχόμεθα γι' αυτούς! Όμως. Άλλο αγάπη, και άλλο επικοινωνία.
Η τοποθέτηση αυτή, τον άγιο Νεκτάριο δεν τον ευρίσκει σύμφωνο. «Η αγάπη, λέγει, ουδέποτε χάριν δογματικής τίνος διαφοράς πρέπον εστί να θυσιάζεται». Πόσο κατηγορηματικός είναι ο άγιος! «Ούτε χάριν δογματικής τίνος διαφοράς!». Το χρέος της αγάπης είναι απόλυτο.
Όμως αρκεί η προσευχή από μακριά;
Ο άγιος Νεκτάριος απαντά:
Όχι. Αυτό δεν αρκεί. Όποιος λέγει ότι η αγάπη μπορεί να περιορισθή μόνο στην προσευχή, κάνει λάθος! Και σε επίρρωση, φέρνει σαν παράδειγμα τον Παύλο. Επισημαίνει ότι ο απόστολος Παύλος προσεύχονταν για τους Εβραίους. Και προσεύχονταν για χάρη τους, για τη σωτηρία τους, «ηύχετο μάλιστα ανάθεμα είναι», αλλά και έκανε τα πάντα για χάρη τους. Πάντοτε από αυτούς άρχιζε. Και επιφέρει:
Έτσι και «ο επίσκοπος ο μη εργαζόμενος υπέρ των ετεροδόξων υπό ψευδούς κινείται ζήλου και εστερημένος εστίν αγάπης.Όπου αγάπη, εκεί και αλήθεια και φως! Όπου δεν υπάρχει αγάπη ψευδής ο ζήλος και πεπλανημένη η δόξα». Με άλλα λόγια, για τον άγιο Νεκτάριο, εκείνοι που αρνούνται την επικοινωνία με τους αιρετικούς ή σχισματικούς, είναι πλανεμένοι και έχουν «ζήλον ου κατ' επίγνωσιν». Τι περισσότερο και τι χειρότερο θα μπορούσε να είχε ειπεί;
3. Συμπέρασμα: Όχι δικό μου (=του γράφοντος), αλλά του αγίου Νεκταρίου:
«Τα της πίστεως ζητήματα ουδόλως δέον εστί να μειώσι το της αγάπης συναίσθημα».
Εκείνοι που δεν θέλουν επικοινωνία είναι «διδάσκαλοι μίσους»! Και κατ' επέκταση «μαθηταί του πονηρού», δηλαδή του διαβόλου.
«Από την ίδια πηγή δεν εξέρχεται και γλυκύ και πικρό νερό».
«Από την ίδια καρδιά δεν μπορεί να βγαίνει και αγάπη και μίσος και πάθος!».
Όποιος έχει αγάπη και διδάσκει την αγάπη, δεν μπορεί να μην αγαπά και τους ετεροδόξους και τους αιρετικούς. Και είναι αδύνατο να μισεί. Γιατί «το πλήρωμα της αγάπης εκδιώκει το μίσος».