Παρασκευή, Αυγούστου 30, 2013

Ο Γέρ. Ιωσήφ ο Ησυχαστής & η Αγιορειτική ανάκαμψη -1o Mέρος

Με αφορμή την πρόσφατη επέτειο της κοιμήσεως του μακαριστού Γέρ. Ιωσήφ του Ησυχαστή  (2 Νοεμβρίου 1898 – 28 Αυγούστου 1959), δημοσιεύουμε σήμερα το πρώτο μέρος από ένα σημαντικό άρθρο του Ομότιμου Καθηγητή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, κ. Γ. Μαντζαρίδη, σχετικά με την ιδιαίτερη συμβολή της οσιακής αυτής προσωπικότητας του σύγχρονου Μοναχισμού στην ανάσχεση της πληθυσμιακής φθοράς που χαρακτήριζε μέχρι τις μέρες του την Αθωνική Πολιτεία.
Η σταθερή ανάκαµψη του αγιορειτικού µοναχισµού, που παρατηρείται σήµερα, άρχισε να επισηµαίνεται στατιστικά από τις αρχές της δεκαετίας του ’70. Από στατιστική έρευνα, που πραγµατοποιήθηκε τον Ιούλιο του 1972, διαπιστώθηκε ότι το σύνολο των µοναχών του Αγίου Όρους ανερχόταν στους 1.146. Ο αριθµός αυτός ήταν υψηλότερος κατά µία µονάδα από τον αριθµό των µοναχών, που παρουσίαζε για το προηγούµενο έτος (1971) το περιοδικό Irénikon [1]όπου δηµοσιεύονταν κατά καιρούς στατιστικά στοιχεία των αγιορειτών µοναχών. Έκτοτε η σταθερή πτώση του αριθµού των µοναχών της Αθωνικής Πολιτείας µεταβλήθηκε σε σταθερή ανάκαµψη, που έγινε πλέον εντυπωσιακή.
gerwnioshs
Στην ανάκαµψη αυτή συνέβαλαν ασφαλώς πολλοί παράγοντες. Σε αυτούς συγκαταλέγονται και οι οµαδικές προσελεύσεις συνοδειών από µονές εκτός Αγίου Όρους. Πέρα όµως και πριν από την προσέλευση των συνοδειών αυτών υπήρξε και η παρουσία ισχυρών προσωπικοτήτων µέ έντονη πνευµατική και ηθική ακτινοβολία, που προετοίµασαν και στήριξαν την ανοδική πορεία του Αγίου Όρους. Κορυφαία θέση µεταξύ αυτών κατέχει ο Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής, στον οποίο ανάγουν σήµερα την πνευµατική τους πατρότητα έξι από τις είκοσι Ιερές Μονές του Αγίου Όρους [2].
Ο Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής γεννήθηκε, αναπτύχθηκε και προσήλθε στον µοναχισµό σε περίοδο εκκοσµικεύσεως και παρακµής της µοναχικής και γενικότερα της εκκλησιαστικής ζωής. Δέκα περίπου χρόνια µετά τη γέννησή του, το 1907, ο αρχιµανδρίτης Ευσέβιος Ματθόπουλος ίδρυσε την Αδελφότητα Θεολόγων «Η Ζωή», που απαρτιζόταν από κληρικά και λαϊκά µέλη µέ δεσµεύσεις µοναχικής ζωής, και προσπάθησε να καλύψει σηµαντικά κενά του ποιµαντικού έργου της Εκκλησίας. Με την ίδρυση της αδελφότητας αυτής ανασυστάθηκε ένας ενδοκόσµιος µοναχισµός, που επηρέασε αποφασιστικά την πορεία της εκκλησιαστικής και κοινωνικής ζωής στην Ελλαδική και την ευρύτερη περιοχή.
Παράλληλα αρκετοί ιεροµόναχοι και µοναχοί επηρεασµένοι από το πνεύµα της εκκοσµικεύσεως εγκατέλειψαν τις µονές τους που βρίσκονταν έξω από τον κόσµο και ανέλαβαν εκκλησιαστικά λειτουργήµατα µέσα στον κόσµο. Τέλος αρκετοί ιεράρχες κατά την περίοδο αυτήν επικαλούµενοι τα ζωτικά κενά του ποιµαντικού έργου της Εκκλησίας ήταν αρνητικά τοποθετηµένοι απέναντι στον αναχωρητικό µοναχισµό, ενώ η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος στον «Οργανισµόν του µοναχικού βίου», που εξέδωσε το 1932 για την αναβίωση του µοναχισµού, ορίζει ως σκοπό του µοναχισµού την «µόρφωσιν του λαού δια του κηρύγµατος του θείου λόγου, των κατηχητικών σχολείων, της Ιεράς Εξοµολογήσεως, της διδασκαλίας των διαφόρων τεχνών… και την εξάσκησιν της φιλανθρωπίας»[3].
Βέβαια δεν έπαυσε να υπάρχει και η φιλοκαλική παράδοση. Αυτή άφησε έντονα ίχνη όχι µόνο στο Άγιον Όρος αλλά και στον ευρύτερο ελλαδικό χώρο. Άλλωστε και η κίνηση της Ζωής, όπως και οι άλλες χριστιανικές κινήσεις, κληρονόµησαν από αυτήν αρκετά στοιχεία [4]. Ιδιαίτερα όµως ζωντανή ήταν η παράδοση αυτή στην Πάρο, όπου πέρασε τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια ο νεαρός Φραγκίσκος, όπως ονοµαζόταν ως κοσµικός ο Γέροντας Ιωσήφ. Στην απόφασή του να µονάσει οδηγήθηκε από τη µελέτη της ζωής των αγίων και από εντυπωσιακό συµβολικό όνειρο, που τον καλούσε να υπηρετήσει στα βασιλικά ανάκτορα. Έτσι άρχισε να αποσύρεται σε ήσυχα και ερηµικά µέρη για άσκηση και προσευχή προσπαθώντας να µιµηθεί κάθε είδος κακοπάθειας που διάβαζε στους βίους των αγίων. Τότε σκέφτηκε και το Άγιον Όρος, όπου πήγε κατά το 1921 σε ηλικία εικοσιτριών ετών.
Εκεί περίµενε να βρει πατέρες στα µέτρα των αγίων που διάβαζε, αλλά δεν ικανοποιήθηκε. «Αφού ήλθα εις το Άγιον Όρος», γράφει ο Γέροντας Ιωσήφ, «έκλαιγα ηµέραν και νύκτα, διατί δεν ευρήκα, καθώς διαλαµβάνουν οι Άγιοι το Άγιον Όρος»[5]. Μολονότι οι πνευµατικές του προσδοκίες ήταν υψηλές, η απογοήτευση που δοκίµασε στον Άθωνα δεν φαίνεται πως ήταν και αντικειµενικά αδικαιολόγητη. Η γενικότερη εικόνα που έχουµε για την πνευµατική κατάσταση του Αγίου Όρους κατά την περίοδο αυτήν, αν και δεν έχει επαρκώς µελετηθεί, δεν θεωρείται οπωσδήποτε θετική. Αξίζει εδώ να σηµειωθεί ότι και ο Γέροντας Σωφρόνιος, ως µοναχός της Ιεράς Μονής του Αγίου Παντελεήµονος, µία περίπου δεκαετία µετά την προσέλευση του Γέροντα Ιωσήφ στο Άγιον Όρος έγραφε ότι «η νοερά εργασία, που αποτελεί τον πυρήνα της πραγµατικής µοναχικής ζωής, βρίσκεται τώρα σε άκρα κατάπτωση»[6].
Κατά την ίδια όµως περίοδο εγκαταβίωνε στην Ιερά Μονή Παντελεήµονος ο άγιος Σιλουανός, όπως και ο ίδιος ο Γέροντας Σωφρόνιος, που συνέβαλε αποφασιστικά, µαζί µέ τον άγιο Γέροντά του που βιογράφησε, στην αναβίωση του αγιορειτικού αλλά και ευρύτερα του ορθόδοξου µοναχισµού. Γνωστοί νηπτικοί πατέρες της περιόδου αυτής, κοινοβιάτες και ερηµίτες, είναι ο Ιερώνυµος ο Σιµωνοπετρίτης, ο Αθανάσιος ο Γρηγοριάτης, ο παπα-Σάββας ο πνευµατικός, ο παπα-Τύχων, ο γερο-Κοσµάς ο Παντοκρατορινός, ο γερο-Αυγουστίνος ο Φιλοθεΐτης κ.ά.[7] Αλλά και ο Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής αναφέρει στα κείµενά του σπουδαίους ασκητές, που συνάντησε κατά τη µετάβασή του στο Άγιον Όρος. Έτσι στα Κατουνάκια, που ήταν και ο πρώτος σταθµός της εκεί µεταβάσεώς του, γνώρισε τον διακριτικότατο Γέροντα Δανιήλ και την αδελφότητά του. Άλλοι σπουδαίοι ασκητές της περιοχής αυτής ήταν ο Γέροντας Καλλίνικος ο Ησυχαστής, που για άγνωστους λόγους αρνήθηκε να τον µυήσει «στα µυστικά της ησυχίας και της ευχής»[8], οι µετέπειτα πνευµατικοί του Γέροντες Δανιήλ και Ευθύµιος, όπως και αρκετοί άλλοι ευλαβέστατοι πατέρες. Τελικά ο Γέροντας Ιωσήφ απέκτησε την αδιάλειπτη ευχή µέ εξαιρετική βία, που την επισφράγισε η επίσκεψη της θείας χάριτος [9]. 
Ο χαρισµατικός Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής σηµατοδότησε την απαρχή της ανακάµψεως του µοναχισµού του Αγίου Όρους, που διαπιστώθηκε, όπως είπαµε, στατιστικά στις αρχές της δεκαετίας του ’70. Από τη συνοδεία του, που από το 1953 ως τα τέλη της ζωής του (1959) εγκαταβίωνε στην Νέα Σκήτη, προήλθαν πνευµατικοί Πατέρες, που µέ τις δικές τους πλέον συνοδείες εξαπλώθηκαν σε ολόκληρο το Άγιον Όρος.
Το έναυσµα για την ευεργετική αυτή διασπορά, που συνέβαλε αποφασιστικά στην ανάκαµψη του Αγίου Όρους, δόθηκε από τον ίδιο τον Γέροντα Ιωσήφ. Εφαρµόζοντας µιά ασυνήθιστη τακτική, έδωσε την ευλογία στο καθένα από τα πνευµατικά του τέκνα, να µπορεί να δηµιουργήσει τη δική του συνοδεία. Η περίεργη αυτή επιλογή του Γέροντα Ιωσήφ δεν µπορεί να είναι άσχετη µέ την προοπτική που είχε η φωτισµένη συνείδησή του για το µέλλον της συνοδείας του. Άλλωστε πριν από πολλά χρόνια, όταν κάποιος γνωστός του, ο Ιωάννης Μπίτσιος, τον ρώτησε για τους τρεις µοναχούς που είδε κοντά του, αν είναι της συνοδείας του, εκείνος απήντησε: «Ναι πράγµατι», και συνέχισε:«Βλέπεις αυτά τα καλογέρια, Γιάννη; Ε! Αυτά θα ’ρθεί καιρός που θα γεµίσουν το Άγιον Όρος µέ µοναχούς»[10]. Έτσι οκτώ ήδη µήνες πριν από την κοίµησή του, τον Δεκέµβριο του 1958, προέκυψαν τέσσερις συνοδείες στις καλύβες της Νέας Σκήτης, που έγιναν πόλοι έλξεως νέων µοναχών. Παράλληλα η φήµη των ησυχαστών αυτών πατέρων διαδόθηκε στις γύρω µονές, ενώ δύο από αυτές έσπευσαν να προσκαλέσουν ισάριθµους πατέρες ως πνευµατικούς [11].
Η ανάκαµψη του µοναχισµού του Αγίου Όρους προετοιµάσθηκε ουσιαστικά στην ησυχία της ερήµου. Άλλωστε η δυσµενής κατάσταση των ιερών µονών κατά την περίοδο αυτή συντελούσε, ώστε και οι νέοι που προσέρχονταν στον µοναχισµό να µήν προτιµούν τα µοναστήρια, αλλά µικρές συνοδείες µέ πνευµατικούς Γέροντες σε εξαρτήµατα µονών. Η αύξηση όµως των µελών των συνοδειών αυτών, που σήµαινε ταυτόχρονα και αύξηση των στεγαστικών τους αναγκών, καθιστούσε προβληµατική την περαιτέρω παραµονή τους σε µικρά εξαρτήµατα. Προέκυπτε λοιπόν η ανάγκη για αναζήτηση καταλληλότερου τόπου εγκαταβιώσεως. Και ο τόπος αυτός προσφερόταν τώρα στις µεγάλες σκήτες και κυρίως στις µονές, που άρχισαν να ερηµώνονται µέ την πάροδο του χρόνου από µοναχούς, ενώ διέθεταν άφθονους χώρους για τις αυξηµένες ανάγκες των συνοδειών.
[Συνεχίζεται]
  1. Βλ. Irénikon 44 (1971), σ. 529-30.
  2. Αναλυτικότερα για τα αίτια της ανακάµψεως του µοναχισµού του Αγίου Όρους βλ. Γ. Μαντζαρίδη, Κοινωνιολογία του Χριστιανισµού, Θεσσαλονίκη 51999, σ. 409-10.
  3. Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος (εκδ.), Αι Συνοδικαί Εγκύκλιοι, τοµ. Α΄ (1901-1933), Αθήναι 1955, σ. 590. Πρβλ. Α. Γουσίδη, Οι χριστιανικές οργανώσεις, Θεσσαλονίκη 31996, σ. 21 κ.ε.
  4. Βλ. Αρχιµ. Ηλία Μαστρογιαννοπούλου, Αναγεννητικό κίνηµα. Παραφυάδες των Κολλυβάδων, Αθήναι 21987, σ. 79-80.
  5. Γέροντος Ιωσήφ, Έκφρασις Μοναχικής Εµπειρίας, Επιστολή 37, Ιερά Μονή Φιλοθέου, Άγιον Όρος 62003, σ. 220.
  6. Βλ. Αρχιµ. Σωφρονίου, Αγώνας θεογνωσίας, Η αλληλογραφία Γέροντος Σωφρονίου µέ τον Δ. Μπάλφουρ, µετάφρ. Αρχιµ. Ζαχαρία, Έσσεξ Αγγλίας 2004, σ. 135.
  7. Βλ. Μοναχού Παϊσίου Αγιορείτου, Αγιορείται Πατέρες και Αγιορείτικα, Σουρωτή Θεσσαλονίκης 31994.
  8. Γέροντος Ιωσήφ Βατοπαιδινού, Ο Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής, Ιερά Μεγίστη Μονή Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος 62004, σ. 41.
  9. Γέροντος Ιωσήφ, Έκφρασις Μοναχικής Εµπειρίας, Επιστολή 9, σ. 90-92 καιΕπιστολή 37, σ. 221 κ.ε.
  10. Γέροντος Ιωσήφ Βατοπαιδινού, Ο Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής, σ. 12.
  11. Βλ. Ιωσήφ Μ. Δ., Ο Γέρων Αρσένιος ο Σπηλαιώτης (1886-1983), Θεσσαλονίκη 2001, σ. 91.
  12. πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά