Σάββατο, Φεβρουαρίου 15, 2014

Κυριακή του Ασώτου – ( Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Λουκ.15, 11 – 32)

Πρωτότυπο κείμενο
Είπε δε· Άνθρωπος τις είχε δύο υιούς. και είπεν ο νεώτερος αυτών τω πατρί· πάτερ, δος μοι το επιβάλλον μέρος της ουσίας. και διείλεν αυτοίς τον βίον. και μετ’ ου πολλάς ημέρας συναγαγών άπαντα ο νεώτερος υιός απεδήμησεν εις χώραν μακράν, και εκεί διεσκόρπισεν την ουσίαν αυτού ζων ασώτως. Δαπανήσαντος δε αυτού πάντα εγένετο λιμός ισχυρά κατά την χώραν εκείνην, και αυτός ήρξατο υστερείθαι. Και πορευθείς εκολλήθη ενί των πολιτών της χώρας εκείνης, και έπεμψεν αυτόν εις τους αγρούς αυτού βόσκειν χοίρους· και επεθύμει γεμίσαι την κοιλίαν αυτού από των κερατίων ων ήσθιον οι χοίροι, και ουδείς εδίδου αυτώ. εις εαυτόν δε ελθών είπε· πόσοι μίσθιοι του πατρός μου περισσεύουσιν άρτων, εγώ δε λιμώ ώδε απόλλυμαι! Αναστάς πορεύσομαι προς τον πατέρα μου και ερώ αυτώ· πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου· ουκέτι ειμί άξιος κληθήναι υιός σου· ποίησον με ως ένα των μισθίων σου. Και αναστάς ήλθε προς τον πατέρα εαυτού. έτι δε αυτού μακράν απέχοντος είδεν αυτόν ο πατήρ αυτού και εσπλαγχνίσθη, και δραμών επέπεσεν επί τον τράχηλον αυτού και κατεφίλησεν αυτόν. είπε δε αυτώ ο υιός· πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου, και ουκέτι ειμί άξιος κληθήναι υιός σου. είπε δε ο πατήρ προς τους δούλους αυτού· εξενέγκατε την στολήν την πρώτην και ενδύσατε αυτόν, και δότε δακτύλιον εις την χείρα αυτού και υποδήματα εις τους πόδας, και ενέγκαντες τον μόσχον τον σιτευτόν θύσατε, και φαγόντες ευφρανθώμεν, ότι ούτος ο υιός μου νεκρός ην και ανέζησεν, και απολωλώς ην και ευρέθη. και ήρξαντο ευφραίνεσθαι. Ήν δε ο υιός αυτού ο πρεσβύτερος εν αγρώ· και ως ερχόμενος ήγγισε τη οικία, ήκουσε συμφωνίας και χορών, και προσκαλεσάμενος ένα των παίδων επυνθάνετο τι είη ταύτα. Ο δε είπεν αυτώ ότι ο αδελφός σου ήκει, και έθυσεν ο πατήρ σου τον μόσχον τον σιτευτόν, ότι υγιαίνοντα αυτόν απέλαβεν. Ωργίσθη δε και ουκ ήθελεν εισελθείν. Ο ουν πατήρ αυτού εξελθών παρεκάλει αυτόν. Ο δε αποκριθείς είπε τω πατρί· ιδού τοσαύτα έτη δουλεύω σοι και ουδέποτε εντολήν σου παρήλθον, και εμοί ουδέποτε έδωκας έριφον ίνα μετά των φίλων μου ευφρανθώ· ότε δε ο υιός σου ούτος, ο καταφαγών σου τον βίον μετά πορνών, ήλθεν, έθυσας αυτώ τον μόσχον τον σιτευτόν. Ο δε είπεν αυτώ· τέκνον, συ πάντοτε μετ” εμού ει, και πάντα τα εμά σα εστίν· ευφρανθήναι δε και χαρήναι έδει, ότι ο αδελφός σου ούτος νεκρός ην και ανέζησε, και απολωλώς ην και ευρέθη.
Μετάφραση
Kάποιος είχε δύο γιους. Kι ο μικρότερος είπε στον πατέρα του: Πατέρα, δώσε μου το μερίδιο που μου αναλογεί από την περιουσία. Kι εκείνος τους μοίρασε την περιουσία. Έτσι, προτού κιόλας περάσουν πολλές μέρες, τα μάζεψε όλα ο μικρότερος γιος κι έφυγε σε μια μακρινή χώρα, όπου και σκόρπισε την περιουσία του ζώντας μέσα στην ασωτία. Kι αφού πια τα είχε ξοδέψει όλα, ξέσπασε μεγάλη πείνα στη χώρα εκείνη, οπότε άρχισε αυτός να στερείται. Πήγε τότε κι έγινε υπηρέτης ενός από τους πολίτες της χώρας εκείνης, κι εκείνος τον έστειλε στα χωράφια του να βόσκει χοίρους. Kατάντησε έτσι να λαχταρά να ικανοποιήσει το στομάχι του με τα ξυλοκέρατα που έτρωγαν οι χοίροι, μα κανένας δεν του έδινε. Ξανάρθε τότε στα λογικά του και είπε: «Πόσοι μισθωτοί του πατέρα μου κερδίζουν περισσότερο ψωμί απ’ ό,τι χρειάζονται κι εγώ χάνομαι εδώ από την πείνα! Θα σηκωθώ, λοιπόν, και θα πάω στον πατέρα μου και θα του πω: Πατέρα, αμάρτησα τόσο εναντίον τ’ ουρανού όσο κι εναντίον σου. Δεν είμαι πια άξιος να ονομάζομαι γιος σου, κάνε με σαν έναν από τους μισθωτούς σου». Έτσι, σηκώθηκε και ξεκίνησε να πάει στον πατέρα του. Kι ενώ βρισκόταν ακόμα μακριά, τον είδε ο πατέρας του και τον σπλαχνίστηκε, κι έτρεξε και τον άρπαξε στην αγκαλιά του και τον γέμισε με φιλιά. Tου είπε τότε ο γιος: «Πατέρα, αμάρτησα τόσο εναντίον τ’ ουρανού όσο και εναντίον σου και δεν είμαι πια άξιος να ονομάζομαι γιος σου». Mα ο πατέρας είπε στους δούλους του: «Φέρτε την καλύτερη στολή και ντύστε τον, και δώστε του δαχτυλίδι για το χέρι του και υποδήματα για τα πόδια του. Φέρτε επίσης το καλοθρεμμένο μοσχάρι και σφάξτε το, για να φάμε και να ευφρανθούμε, γιατί αυτός εδώ ο γιος μου νεκρός ήταν και ξανάζησε, χαμένος ήταν και βρέθηκε». Kι άρχισαν να ευφραίνονται. Στο μεταξύ, ο μεγαλύτερος γιος ήταν στο χωράφι. Kαθώς, λοιπόν, πλησίασε στο σπίτι την ώρα που επέστρεφε, άκουσε μουσική και χορούς. Φώναξε τότε έναν από τους υπηρέτες και ρωτούσε να μάθει τι σημαίνουν όλ’ αυτά. Kι εκείνος του είπε: «Eπέστρεψε ο αδελφός σου κι ο πατέρας σου έσφαξε το καλοθρεμμένο μοσχάρι, επειδή ξανάρθε πίσω σ’ αυτόν υγιής». Oργίστηκε τότε εκείνος και δεν ήθελε να μπει μέσα. Bγήκε, λοιπόν, έξω ο πατέρας του και τον παρακαλούσε, μα εκείνος αποκρίθηκε στον πατέρα του και του είπε: «Tόσα χρόνια τώρα εργάζομαι για σένα και ποτέ δεν παραμέλησα κάποια εντολή σου. Kι όμως σ’ εμένα δεν έδωσες ποτέ ούτε ένα κατσίκι για να διασκεδάσω με τους φίλους μου. Mα σαν ήρθε ο γιος σου αυτός, που κατέφαγε όλο το βιος σου με πόρνες, έσφαξες για χάρη του το καλοθρεμμένο μοσχάρι». Tότε εκείνος του είπε: «Παιδί μου, εσύ είσαι πάντοτε μαζί μου κι όλα όσα έχω εγώ δικά σου είναι. Mα να γιορτάσουμε έπρεπε και να χαρούμε, γιατί ο αδελφός σου αυτός νεκρός ήταν κι αναστήθηκε, κι ήταν χαμένος και βρέθηκε».
Εισαγωγικά
Ο ευαγγελιστής Λουκάς είναι ο μόνος από τους τέσσερις ευαγγελιστές που μας διασώζει στο 15ο κεφάλαιο του ευαγγελίου του, στους στίχους 11 – 32, την «Παραβολή του Ασώτου Υιού», όπως είναι πλέον γνωστή ή αλλιώς ως η «Παραβολή του Σπλαχνικού Πατέρα». Πριν ακόμη προχωρήσουμε στην ανάλυση της περικοπής, χρήσιμο θα ήταν να επισημάνουμε την έννοια της παραβολής και τη χρησιμότητά της ως είδος επικοινωνίας στο λόγο του Ιησού με τους ανθρώπους.
Παραβολή
«Παραβολή είναι το είδος του λόγου, το οποίο χρησιμοποιεί ο Χριστός για την αποκάλυψη αληθειών που παραμένουν μέχρι εκείνη τη στιγμή άγνωστες»(Ευαγγέλιο και Ζωή – Οι Παραβολές, Χωρ. Τριμυθούντος Βασιλείου, 1998, σ.17). Ως «Παραβολές» στα κείμενα της Καινής Διαθήκης θεωρούνται μικρές αυτοτελείς διηγήσεις υποθέσεων που περιγράφουν σκηνές, συμβάντα από την καθημερινότητα των ανθρώπων. Οι διηγήσεις αυτές τις περισσότερες φορές δεν ήταν πραγματικές, δηλαδή δεν ήταν περιγραφή συγκεκριμένων συμβάντων, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι μια τέτοια διήγηση δε μπορούσε να γίνει στην πραγματικότητα. Απότερος σκοπός των παραβολών ήταν η μεταφορά κάποιου μηνύματος. Αυτό πετυγχαίνεται με την ένταξη εικόνων από την καθημερινότητα των ανθρώπων και από τις καθημερινές τους ασχολίες (λ.χ. γεωργοί, ψαράδες κ.α.). Ο Ιησούς Χριστός χρησιμοποίησε ευρέως αυτό το είδος στις ομιλίες του λόγω του ότι το ακροατήριό του αποτελείτο από ανθρώπους απλοϊκούς, καθημερινούς και χρησιμοποιώντας εικόνες που μπορούσαν να δουν στη ζωή τους, στην καθημερινότητά τους, μπορούσαν κάλλιστα να καταλάβουν και να συλλάβουν τα υψηλά νοήματα του λόγου του Θεού. «Κεντρικό θέμα των ευαγγελικών παραβολών είναι η βασιλεία του Θεού ως αποφασιστική παρέμβαση του Θεού στο πρόσωπο του Χριστού εντός της ιστορίας με σκοπό τη σωτηρία των ανθρώπων και η έκκληση όπως μετανοήσουν οι άνθρωποι για να καταστούν «υιοί της βασιλείας» »(Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, τομ. 10, σ. 21).
Αναδιήγηση περικοπής
Στη συγκεκριμένη περικοπή ο Ιησούς αναφέρει: ένας άνθρωπος είχε δύο υιούς. Ο ένας υιός, ο νεώτερος ζητά από τον πατέρα του το διαμοιρασμό της περιουσίας ώστε να πάρει το μερίδιό του. Μοιράζει την περιουσία ο πατέρας στα δύο του παιδιά. Ο νεώτερος υιός φεύγει σε χώρα μακρινή στην οποία σπαταλά αλόγιστα το μερίδιο του σε αμαρτωλές καταστάσεις κάνοντας άσωτο βίο. Αφού κατέφαγε όλα του τα χρήματα και δεν είχε τι άλλο να κάνει, έψαξε και βρήκε δουλειά για να βγάζει τα προς το ζειν. Η δουλειά που βρήκε ήταν η ευτελέστερη που μπορούσε να κάνει ένας πιστός Ιουδαίος, τη διαποίμανση κοπαδιού χοίρων. Αφού αναλογίστηκε σε τι άθλια κατάσταση βρισκόταν, συνειδητοποίησε ότι μέχρι και οι δούλοι του πατέρα του ζούσαν σε πολύ καλύτερη κατάσταση απ’ αυτή που ζούσε τώρα. Παίρνει τότε την απόφαση να επιστρέψει στο πατρικό του σπίτι, να ζητήσει συγχώρεση από τον πατέρα του και να του ζητήσει δουλειά. Στο δρόμο της επιστροφής, ο πατέρας του τον προϋπαντεί και διατάζει τους δούλους του να τον ντύσουν με πλούσια ενδυμασία, να του φορέσουν δακτυλίδι και να ετοιμάσουν εόρτιο γεύμα με την ευκαιρία της επιστροφής του υιού του. Ο άλλος υιός, ο μεγαλύτερος, ακούγοντας τη φασαρία που προερχόταν από το σπίτι ρώτησε και έμαθε για την επιστροφή του αδερφού του. Τότε εξέφρασε παράπονο στον πατέρα του ότι ο ίδιος δε διασκέδασε ποτέ με τους φίλους του γιατί ολημερίς δούλευε στα οικογενειακά χωράφια, ενώ άμα τη επιστροφή του αδερφού του, ο οποίος κατέφαγε το μερίδιο της περιουσίας που του αναλογούσε, στρώθηκε και πανηγυρική τράπεζα, κάτι το οποίο φαινόταν εντελώς άδικο προς το μεγαλύτερο υιό.
Η συγχωρητικότητα προς τους άλλους, μίμηση του Πατέρα
Η συγκεκριμένη ευαγγελική περικοπή, όπως έχουμε προαναφέρει, είναι ευρέως γνωστή ως η «Παραβολή του Ασώτου Υιού» ή αλλιώς ως η «Παραβολή του Σπλαχνικού Πατέρα». Πολλά μηνύματα πηγάζουν από την περικοπή αυτή. Κατά κύριο λόγο όμως καλό και πρέπον θα ήταν να εξετάσουμε για ποιό λόγο οι Πατέρες θέσπισαν να αναγινώσκεται η συγκεκριμένη περικοπή τη δεύτερη Κυριακή του Τριωδίου και ποια μηνύματα θέλουν να κρατήσουμε.
Θαυμασμό προκαλεί η αστείρευτη και αφειδώλευτη αγάπη του Πατέρα προς τους υιούς του και κυρίως προς το νεώτερο υιό του. Παρά την παράλογη απαίτηση του νεώτερου υιού να γίνει διαμοιρασμός της περιουσίας και μετέπειτα ακολούθησε η  αλόγιστη σπατάλη της σε ασωτίες και αμαρτωλές ενέργειες, ο Πατέρας στη θέα του υιού του να επιστρέφει στη σιγουριά και ασφάλεια του πατρικού σπιτιού, τρέχει να τον προϋπαντήσει και να τον υποδεχτεί. Φυσικά ο μετανοημένος υιός επιστρέφοντας στη θαλπωρή του σπιτιού του δεν αποζητά δικαιώματα ως παιδί του, αλλά επιστρέφει με το σκεπτικό να τον δεχτεί ως έναν από τους υπηρέτες του.
Θαυμασμό προκαλεί ακριβώς σε αυτό το σημείο το μεγαλείο της ευσπλαχνίας του πατέρα κατά την υποδοχή του ασώτου. Παρά την πικρία που δοκίμασε από τις πράξεις του υιού του, την αχαριστία και αυθάδεια με την οποία ζητούσε μέρος της περιουσίας που του ανήκε – δημιουργός της περιουσίας φυσικά ήταν ο πατέρας – έντονα αισθήματα χαράς και ευφορίας τον καταλαμβάνουν στη θέα της επιστροφής του ασώτου υιού.
Ένα από τα πολλά μηνύματα που εξάγονται από την περικοπή αυτή και οι Πατέρες της Εκκλησίας, ως γνήσιοι παιδαγωγοί εις Χριστόν και καθοδηγητές στην ουράνια Βασιλεία του Θεού, θεώρησαν ως πρέπον την ανάγνωση της συγκεκριμένης περικοπής στη συγκεκριμένη περίοδο που εισερχόμαστε, είναι ότι στο καθετί που μας πικραίνει, ενοχλεί και στεναχωρεί δεν πρέπει να δίνεται συνέχεια. Να είμαστε στη θέση να συγχωρούμε, να κατανοούμε το μέγεθος του λάθους το οποίο διεπράξαμε και να αποζητούμε τη συγχώρεση. Δηλαδή να αντιγράψουμε το μέγεθος της ευσπλαχνίας του σπλαχνικού Πατέρα που παρά τα λάθη του υιού του τον συγχωρεί και τον δέχεται πίσω στην πατρική του αγκάλη.
Η αρετή της Συγχώρεσης
• Τί είναι η Συγχώρεση
«Συγχωρώ» σημαίνει απαλάσσω κάποιον από το βάρος του αμαρτήματος ή σφάλματος, δίνω τη συγγνώμη μου, επιτρέπω (Λεξικό Τεγόπουλος, Φυτράκης). Συγχώρεση είναι η ανιδιοτελής και έμπρακτη έκφραση αληθινών συναισθημάτων μεταμέλειας και συγχωρητικότητας προς κάποιο πρόσωπο, το οποίο πρόσωπο με συγκεκριμένη πράξη του πλήγωσε κάποιο πρόσωπο.
• Συγχώρεση κατά το Ευαγγέλιο
Οι ευαγγελιστές μέσα από τα ευαγγέλιά τους μας παρουσιάζουν τον Ιησού να διδάσκει την έννοια της συγχώρεσης με διάφορους τρόπους. Συγχώρηση Θεού – Πατέρα και ανθρώπου και ανθρώπου προς συνάνθρωπο. Καταρχήν ο ίδιος ο Ιησούς θαυματουργώντας επισήμανε τη σχέση που έχει η ύπαρξη της αμαρτίας στη ζωή των ανθρώπων ως προς τις διάφορες ασθένειες, λ.χ. η θεραπεία του εκ γενετής τυφλού, η θεραπεία του παραλυτικού. Κατά την περιγραφή του συμβάντος της θεραπείας του παραλυτικού ο Ιησούς απευθυνόμενος προς τον ασθενή, του λέει : «Τέκνον αφίενται σου αι αμαρτίαι» (Μρκ. 2,5). Αφού κατάλαβε τις σκέψεις των παρευρισκομένων Γραμματέων εξηγεί ότι είναι καλύτερο αυτό παρά να του έλεγε πάρε το κρεβάτι σου και περπάτα. Έτσι μ΄ αυτό τον τρόπο επιβεβαιώνει ότι ο Υιός του Ανθρώπου έχει την εξουσία να συγχωρεί αμαρτίες και πάνω στη γη. Ο Ιησούς μας διδάσκει την έννοια της συγχώρησης των αμαρτιών.
Ακόμη ένα παράδειγμα συγχώρησης από τα Ευαγγέλια είναι και η σκηνή της Σταύρωσης του Χριστού κατά την οποία ο Χριστός αναφωνεί προς τον Ουράνιο Πατέρα «Πάτερ άφες αυτοίς ου γαρ οίδασι τι ποιούσι» (Λουκ. 23,34). Ο Χριστός πάνω στο Σταυρό μετά από τον εμπαιγμό, τα βάσανα, την ταλαιπωρία, το μαστίγωμα και έπειτα το σταυρικό μαρτύριο, εντούτοις παρακαλεί και προσεύχεται για τη συγχώρεση του ανθρωπίνου γένους για την άγνοια των σταυρωτών Του και όσων Τον χλευάζουν. Παρά τον πόνο και την αδικία, τους συγχωρεί. Επίσης στο Μρκ, 11,25-26 ο Ιησούς μας διδάσκει ότι κατά την ώρα της προσευχής να είμαστε ήδη καθαροί από οτιδήποτε μας έχει ενοχλήσει. Όντας καθαροί μπορούμε να επικοινωνήσουμε με τον Πατέρα στον ουρανό.
Τρανό παράδειγμα διδαχής της Συγχώρεσης από τον Ιησού είναι  και το πέμπτο αίτημα της Κυριακής προσευχής «Και άφες ημίν τα οφειλήματα ημών ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών» (Μτθ. 6,12). Ερμηνευτικά προσεγγίζοντας το συγκεκριμένο στίχο φθάνουμε στο σημείο να πούμε «ότι η συγχώρηση, την οποία ζητούμε από το Θεό Πατέρα, έχει ως προϋπόθεση τη συγχώρηση των άλλων από εμάς» (Ευαγγέλιο και Ζωή, Η προσευχή στα Ιερά Ευαγγέλια, Χωρ. Τριμυθούντος Βασιλείου σ.112). «Αυτή η διπλής όψεως συνδιαλλαγή, συγχώρηση των σφαλμάτων των άλλων και συνδιαλλαγή με εκείνους που έχουν κάτι εναντίον μας, είναι ηπροϋπόθεση της προσευχής. Δεν σημαίνει ότι είναι προϋπόθεση για να μας συγχωρέσει ο Θεός, αλλά η προϋπόθεση εσωτερικής μας ειρηνεύσεως, ειλικρινούς διαθέσεως έναντι των συνανθρώπων μας και δημιουργίας καταλλήλων συνθηκών για την αποτελεσματικότητα της κοινωνίας μας με τον Θεό Πατέρα» (ό.π., σ. 115).
• Η Συγχώρεση ως αρετή
Αρκετοί Εκκλησιαστικοί Πατέρες ανέδειξαν την συγχώρεση ως αρετή. Ένας εξ αυτών είναι και ο χρυσορρήμων Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννης ο οποίος στην εικοστή ομιλία του (ομιλία Κ’) αναφέρει ότι μια από τις απαραίτητες προϋποθέσεις προσέλευσης κάποιου στη θεία κοινωνία κατά την Μεγάλη Τεσσαρακοστή, εκτός από τη νηστεία, είναι και η άφεση των αμαρτιών μας και η συγχώρηση των συνανθρώπων μας για πιθανών λάθη και παραλείψεις τους. Όπως γράφει ο θειότατος αυτός Πατέρας «Ως γαρ τον πορνεύοντα και τον βλασφημούντα αμήχανον μετασχείν της ιεράς τραπέζης, ούτω τον εχθρόν έχοντα και μνησικακούντα αδύνατον απολαύσαι κοινωνίας αγίας καιμάλα εικότως» (Ιω. Χρυσοστόμου, Ε.Π.Ε. 32, σ. 614).
Επίλογος
Η συγχωρητικότητα είναι γνώρισμα, χαρακτηριστικό του αληθινά μετανοημένου. «Η συγχώρεση των άλλων μας παρέχει την ελευθερία και τη δύναμη, ώστε με παρρησία να ζητήσουμε τη δική μας άφεση από το Θεό» (ό.π., σ.120).
Θεοδώρου Χ’’ Ζαχαρία, θεολόγου
Ιερά Μητρόπολη Κωνσταντίας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά