Καθημερινὰ ὅλοι μας ἀντιμετωπίζουμε πλῆθος προβλημάτων, κι αὐτὸ εἶναι μιὰ σκληρὴ πραγματικότητα ποὺ δὲν ἐπιδέχεται καμία ἀμφισβήτηση. Ἄλλα ἀπ᾿ αὐτὰ τὰ προβλήματα λύνονται εὔκολα καὶ προχωροῦμε μπροστά, ἄλλα μοιάζουν μὲ ὀγκόλιθους ποὺ φράζουν τὸν δρόμο μας καὶ δὲν μᾶς ἀφήνουν νὰ προχωρήσουμε. Ἀρκετὲς φορές, μόλις ξημερώνει ἡ καινούργια μέρα, προστίθενται νέα δυσεπίλυτα προβλήματα στὰ ἤδη ὑπάρχοντα. Ἔτσι, δικαιολογημένα δημιουργεῖται κάποιος φόβος μέσα μας, καθὼς ὅλο καὶ περισσότερα σύννεφα σκεπάζουν τὸν ὁρίζοντα τῆς οἰκογενείας μας, τῆς ἐργασίας μας, τῆς ἐπαγγελματικῆς ἀποκαταστάσεως τῶν παιδιῶν μας κ.τ.λ. Μοιάζουμε συχνὰ μὲ τοὺς μαθητὲς τοῦ Κυρίου, ποὺ ταξίδευαν στὴ λίμνη τῆς Τιβεριάδας καὶ τὸ πλοῖο τους βρισκόταν στὸ «μέσον τῆς θαλάσσης, βασανιζόμενον ὑπὸ τῶν κυμάτων» (βλ. Ματθ. ιδ΄ [14] 22-36). Ἡ ἐμφάνιση, ὅμως, τοῦ Κυρίου μας καὶ οἱ λόγοι Του· «θαρσεῖτε, ἐγώ εἰμι· μὴ φοβεῖσθε» (Ματθ. ιδ΄ [14] 27), τοὺς ἀναπτέρωσε τὸ ἠθικό, καὶ σὲ λίγο ὁ ἄνεμος κόπασε, ἡ θαλασσοταραχὴ σταμάτησε καὶ ἔφθασαν ἀσφαλεῖς στὴν ἀκτή.
Μαζὶ μὲ ὅλες αὐτὲς τὶς καθημερινὲς δυσκολίες ἔχουμε ἀκόμα νὰ ἀντιμετωπίσουμε τοὺς διάφορους πειρασμοὺς καὶ τὶς παγίδες τοῦ ἐχθροῦ τῆς σωτηρίας μας. Πολλὲς φορὲς αὐτὸς σὰν λιοντάρι βρυχᾶται καὶ ζητάει νὰ μᾶς καταπιεῖ (βλ. Α΄ Πέτρ. ε΄ 8). Τότε ὅμως ἀκούγεται ἡ φιλάνθρωπη φωνὴ τοῦ Κυρίου μας: «Θάρσει, τέκνον· ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου» (Ματθ. θ΄ 2)· ἔχε θάρρος, παιδί μου· σοῦ ἔχουν συγχωρηθεῖ οἱ ἁμαρτίες σου.
Δὲν ἐπιτρέπεται στὸ Χριστιανὸ νὰ χάνει τὸ θάρρος του καὶ νὰ καταλαμβάνεται ἀπὸ συνεχεῖς φόβους, ἀνασφάλειες κι ἀπὸ τὴν ψυχοφθόρο ἀπόγνωση, ὅ,τι κι ἂν τοῦ συμβαίνει. Γνωρίζει ὅτι ὁ Θεὸς φροντίζει καὶ περιφρουρεῖ τὸ πλάσμα Του καὶ τὸ ἀσφαλίζει ἀπὸ κάθε κίνδυνο. «Τὸ ἀπολωλὸς ζητήσω καὶ τὸ πλανώμενον ἐπιστρέψω καὶ τὸ συντετριμμένον καταδήσω καὶ τὸ ἐκλεῖπον ἐνισχύσω καὶ τὸ ἰσχυρὸν φυλάξω καὶ βοσκήσω αὐτὰ μετὰ κρίματος», δηλαδή· τὸ χαμένο πρόβατό μου θὰ τὸ ἀναζητήσω, τὸ περιπλανώμενο θὰ τὸ ξαναφέρω στὴ μάνδρα, κι αὐτὸ ποὺ ἔχει ὑποστεῖ κάταγμα θὰ τὸ δέσω μὲ ἐπιδέσμους. Τὸ ἐξασθενημένο θὰ τὸ ἐνισχύσω. Τὸ ἰσχυρὸ θὰ τὸ προφυλάξω, καὶ θὰ βοσκήσω ὅλα τὰ πρόβατα μὲ δικαιοσύνη (Ἰεζ. λδ΄ [34] 16). Τὰ πρόβατα, δηλαδὴ τοὺς ἀνθρώπους.
Ἀλλὰ καὶ ὁ μεγάλος ἀπόστολος Παῦλος ἔζησε δύσκολες ὧρες κατὰ τὸν χρόνο τῆς διακονίας του. Αἰσθανόταν ὅμως φανερὰ τὴν προστασία τοῦ Κυρίου, γι᾿ αὐτὸ καὶ ἔλεγε: «Στὴν πρώτη μου ἀπολογία δὲν ἦλθε κανένας μαζί μου, ἀλλὰ ὅλοι μὲ ἐγκατέλειψαν… Ὅμως μοῦ παραστάθηκε καὶ μοῦ ἔδωσε δύναμη ὁ Κύριος, γιὰ νὰ μπορέσω νὰ ἐκθέσω μὲ πληρότητα καὶ ἀξιοπιστία τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου καὶ νὰ τὸ ἀκούσουν ὅλοι οἱ ἐθνικοί… Ὁ Κύριος θὰ μὲ γλυτώσει καὶ στὸ μέλλον ἀπὸ κάθε ἐπιβουλὴ καὶ ἐπίθεση τοῦ πονηροῦ καὶ τῶν ὀργάνων του καὶ θὰ μὲ διαφυλάξει σῶο γιὰ τὴν ἐπουράνια Βασιλεία Του» (Β΄ Τιμ. δ΄ 16-18).
Πηγὴ θάρρους στὶς καθημερινὲς στενόχωρες καταστάσεις ποὺ ἀντιμετωπίζουμε εἶναι καὶ οἱ ἀδελφοί μας, οἱ συνάνθρωποί μας, μὲ τοὺς ὁποίους συμβιώνουμε καὶ συνεργαζόμαστε καθημερινά. Γιὰ τὸν πιστὸ Χριστιανὸ ὁ ἄλλος ἄνθρωπος δὲν εἶναι ξένος. Εἶναι ἀδελφός του, διότι προέρχεται ἀπὸ τὴν ἴδια μήτρα τῆς Ἐκκλησίας, τὴν κολυμβήθρα, ἀλλὰ καὶ διότι μετέχει στὰ ἴδια Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας.
Καὶ ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς κι ὡς ἄνθρωπος ποὺ ἦταν ἀναγνώριζε τὸ πόσο Τοῦ εἶχαν συμπαρασταθεῖ οἱ μαθητές Του στὶς δύσκολες ὧρες τῆς ἐπίγειας δράσεώς Του. «Ὑμεῖς δέ ἐστε οἱ διαμεμενηκότες μετ᾿ ἐμοῦ ἐν τοῖς πειρασμοῖς μου» (Λουκ. κβ΄ [22] 28), τοὺς εἶπε· ἐσεῖς σ᾿ ὅλο τὸ διάστημα τῆς ζωῆς μου μείνατε μαζί μου στὶς δοκιμασίες μου καὶ δὲν κλονιστήκατε. Γι᾿ αὐτὸ καὶ στὶς ὧρες τῆς ἀγωνίας στὴ Γεθσημανῆ βλέπουμε νὰ ζητάει τὴ συμπαράσταση τῶν μαθητῶν Του λέγοντάς τους: «Περίλυπός ἐστιν ἡ ψυχή μου ἕως θανάτου· μείνατε ὧδε καὶ γρηγορεῖτε» (Μάρκ. ιδ΄ [14] 34).
Κάτι ἀνάλογο παρατηροῦμε καὶ στὴ ζωὴ τοῦ ἀποστόλου Παύλου. Ὅταν ἔφτασε στὴ Ρώμη μετὰ τὸ περιπετειῶδες ταξίδι του, κατὰ τὸ ὁποῖο κινδύνευσε νὰ βρεθεῖ στὸν ὑγρὸ τάφο τῆς θάλασσας, «ἔλαβε θάρσος» (Πράξ. κη΄ [28] 15)· πῆρε θάρρος ἀπὸ τοὺς Χριστιανοὺς τῆς Ρώμης, ποὺ βγῆκαν νὰ τὸν ὑποδεχτοῦν ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη. Παρηγορήθηκε ἀπὸ τὴν ἐπικοινωνία μαζί τους.
Ἂς διώχνουμε, λοιπόν, ἀπὸ τὴ ζωή μας ὅλους τοὺς φόβους, ἀπὸ ὁπουδήποτε κι ἂν προέρχονται, γιατὶ μᾶς δηλητηριάζουν καὶ κάμπτουν τὸ ἀγωνιστικό μας φρόνημα. Ὡς συνειδητοὶ Χριστιανοὶ προχωρᾶμε μὲ ἐλπίδα καὶ θάρρος. Πάντοτε παίρνοντας θάρρος ἀπὸ τοὺς ἀδελφούς μας, τοὺς συνανθρώπους μας, προπάντων ὅμως ἀπὸ τὸν Παντοδύναμο Δημιουργό μας, τὸν Πάνσοφο Θεό μας, τὸν φιλόστοργο Πατέρα μας, ποὺ εἶναι πάντοτε δίπλα μας.
Εἶναι μαζί μας.
Εὐθέως δὲ ἐλάλησεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς λέγων· Θαρσεῖτε, ἐγώ εἰμι· μὴ φοβεῖσθε.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝήψατε, γρηγορήσατε· ὁ ἀντίδικος ὑμῶν διάβολος ὡς λέων ὠρυόμενος περιπατεῖ ζητῶν τίνα καταπίῃ.
Καὶ ἰδοὺ προσέφερον αὐτῷ παραλυτικὸν ἐπὶ κλίνης βεβλημένον. καὶ ἰδὼν ὁ Ἰησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν εἶπεν τῷ παραλυτικῷ· Θάρσει, τέκνον· ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου.
Τὸ ἀπολωλὸς ζητήσω καὶ τὸ πλανώμενον ἐπιστρέψω καὶ τὸ συντετριμμένον καταδήσω καὶ τὸ ἐκλεῖπον ἐνισχύσω καὶ τὸ ἰσχυρὸν φυλάξω καὶ βοσκήσω αὐτὰ μετὰ κρίματος.
Ἐν τῇ πρώτῃ μου ἀπολογίᾳ οὐδείς μοι συμπαρεγένετο, ἀλλὰ πάντες με ἐγκατέλιπον· μὴ αὐτοῖς λογισθείη· ὁ δὲ Κύριός μοι παρέστη καὶ ἐνεδυνάμωσέ με, ἵνα δι’ ἐμοῦ τὸ κήρυγμα πληροφορηθῇ καὶ ἀκούσῃ πάντα τὰ ἔθνη· καὶ ἐρρύσθην ἐκ στόματος λέοντος. καὶ ῥύσεταί με ὁ Κύριος ἀπὸ παντὸς ἔργου πονηροῦ καὶ σώσει εἰς τὴν βασιλείαν αὐτοῦ τὴν ἐπουράνιον· ᾧ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων· ἀμήν.
῾Υμεῖς δέ ἐστε οἱ διαμεμενηκότες μετ’ ἐμοῦ ἐν τοῖς πειρασμοῖς μου
Καὶ λέγει αὐτοῖς· Περίλυπός ἐστιν ἡ ψυχή μου ἕως θανάτου· μείνατε ὧδε καὶ γρηγορεῖτε.
Κἀκεῖθεν οἱ ἀδελφοὶ ἀκούσαντες τὰ περὶ ἡμῶν ἐξῆλθον εἰς ἀπάντησιν ἡμῖν ἄχρις Ἀππίου φόρου καὶ Τριῶν ταβερνῶν, οὓς ἰδὼν ὁ Παῦλος εὐχαριστήσας τῷ Θεῷ ἔλαβε θάρσος.