Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Γεώργιος Ρ. Ζουμῆς. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Γεώργιος Ρ. Ζουμῆς. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη, Μαρτίου 17, 2022

Παρασκευή Β΄Χαιρετισμῶν : Χαῖρε σκέπη τοῦ κόσμου, πλατυτέρα νεφέλης

  Χαῖρε σκέπη τοῦ κόσμου, πλατυτέρα  νεφέλης. 

             Μαζί μέ τόν ὑμνογράφο τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀγαπητοί μου, ψάλαμε πρός τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο τήν Β΄ στάση τῶν Χαιρετισμῶν. Εἶναι κάτι πού πολύ εὐχαριστεῖ τήν Παναγία, ἀλλά καί ὅλοι μας αἰσθανόμαστε κατάνυξη καί ἀγαλλίαση σ᾿ αὐτές τίς Ἀκολουθίες, γι᾿ αὐτό καί στούς χαιρετισμούς οἱ Ναοί εἶναι πάντοτε γεμᾶτοι. Ἄν ὅλοι χαιρώμαστε, ἕνας εἶναι πού στενοχωρεῖται, πού λυπᾶται καί καίγεται. Τόν πιάνει τρέλα, ὑποφέρει, δέν ἀντέχει νά ἀκούει τά λόγια αὐτά. Καί αὐτός εἶναι ὁ ἔξω ἀπ᾿ ἐδῶ, ὁ διάβολος. Τήν μισεῖ ὅσο τίποτε ἄλλο στόν κόσμο,  γιατί ἡ Παναγία τοῦ χάλασε τά σχέδια. Ἔφερε τόν Χριστό στόν κόσμο, πού συνέτριψε τήν δύναμή του. Ἔγινε ἡ γέφυρα τῆς σωτηρίας μας. Ἀλλά μαζί μέ αὐτόν καί οἱ αἱρετικοί χιλιαστές, Προτεστάντες κ.ἄ. δέν θέλουν νά ἀκούσουν  γιά τήν Παναγία, εἶναι τό κόκκινο πανί γι᾿ αὐτούς. Νά βλέπατε τί μοῦτρα κάνουν καί ὁ διάβολος καί οἱ αἱρετικοί, πῶς τσουρουφλίζονται, ὅταν ἐμεῖς μαζευώμαστε καί ὑμνοῦμε τήν Παναγία. Καί μόνο αὐτό φτάνει γιά νά ἀποδείξει περίτρανα ὅτι ἡ αἵρεσις εἶναι κάτι δαιμονικό καί ὅτι οἱ αἱρετικοί εἶναι δαιμονισμένοι.

Κάποτε ζοῦσε ἕνας ἁγιογράφος πολύ εὐλαβής. Ζωγράφιζε τούς ἁγίους μέ νηστεία καί προσευχή. Μά ὅταν καθόταν νά ἁγιογραφήσει τήν Παναγία, ἔβαζε ὅλο τό μεράκι του, ὅλη τήν δεξιοτεχνία του. Ὧρες στεκόταν καί μέ δακρυσμένα μάτια καμάρωνε τήν Παναγία καί τήν εὐχαριστοῦσε, πού τοῦ ἔδινε τήν δύναμη νά τήν ἁγιογραφεῖ. Αὐτό ὅμως ἐξαγρίωνε τόν διάβολο. Θά τόν τακτοποιήσω, μονολογοῦσε. Θά τόν κάνω νά μή μπορεῖ νά ἁγιογραφεῖ.
Πράγματι παρέλυσε τό χέρι του καί δέν μποροῦσε πλέον νά πιάσει τό πινέλο. Ἀλλά ἀπατήθηκε ὁ διάβολος. Αὐτός πού ἀγαπᾶ τήν Παναγία βρίσκει τρόπους νά τήν εὐχαριστεῖ. Δέν μποροῦσε νά ζωγραφίσει μέ τά χέρια, ζωγράφιζε μέ τό πινέλο στό στόμα.
Ξεκίνησε λοιπόν νά ἁγιογραφήσει τήν Πλατυτέρα ψηλά στόν θόλο τοῦ Ἱεροῦ. Ἔσκασε ὁ διάβολος, ἀγρίεψε. Θά σοῦ δείξω ἐγώ ἄν μπορέσεις καί τήν τελειώσεις. Ὅπως κάποτε πέταξε ἀπό τήν σκαλωσιά τόν Ἅγιο Ἀθανάσιο τόν Ἀθωνίτη καί τόν τραυμάτισε θανάσιμα, ἔτσι καί τώρα, τήν ὥρα πού ὁ ἁγιογράφος μέ τό πινέλο στό στόμα ζωγράφιζε, ἦρθε ὁ διάβολος καί ξεκάρφωσε τήν σκαλωσιά, γιά νά τόν ρίξει κάτω. Βοήθα με, Κυρά Παναγιά, φώναξε ὁ ἁγιογράφος τρομαγμένος. Ἄν πέσω κάτω θά σκοτωθῶ. Τήν ἴδια στιγμή πρόφτασε ἡ Παναγία. Ἔβγαλε τό χέρι της ἀπό τήν ἁγιογραφία καί τόν ἅρπαξε. Ἀπό τίς φωνές ἔτρεξαν κάποιοι περαστικοί καί τόν κατέβασαν μέ ἀνεμόσκαλα!! Ἡ Παναγία πρόφτασε, ἔκανε τό θαῦμα της.
Αὐτό τό θαῦμα θά μποροῦσε νά γίνει στόν καθένα μας, ὅταν ἀντιμετωπίζουμε κινδύνους, ἀρκεῖ ἐμεῖς νά πιστεύουμε καί νά καταφεύγουμε στήν κραταιά σκέπη τῆς Θεοτόκου. Οἱ εἰκόνες θαυματουργοῦν, ὅταν αὐτοί πού τίς ζωγραφίζουν εἶναι εὐλαβεῖς καί καθαροί. Οἱ εἰκόνες θαυματουργοῦν, ὅταν ἐμεῖς πιστεύουμε καί ἀγωνιζώμαστε. Ἡ Παναγία μᾶς σκεπάζει  καί μᾶς προστατεύει μέ τήν χάρη της.
Ἄν διαβάσουμε τήν Ἁγία Γραφή, στό βιβλίο τῆς Ἐξόδου, θά δοῦμε καταπληκτιμά πράγματα. Ὁ Θεός ὡδηγοῦσε τούς Ἰσραηλίτες μέσα στήν ἔρημο, τούς ἔδειχνε τόν δρόμο, πού ἔπρεπε νά ἀκολουθήσουν. Τήν ἡμέρα προπορευόταν μία νεφέλη, κάτι σάν σύννεφο, πού τούς ὁδηγοῦσε ἀλλά καί ἔρριχνε σκιά πάνω τους, γιά νά τούς δροσίζει, νά τούς προφυλασσει ἀπό τόν καύσωνα τῆς ἐρήμου.Τό βράδυ γινόταν πύρινος στῦλος, πού τούς ἐφώτιζε καί τούς ζέσταινε. Τό βράδυ στήν ἔρημο πέφτει χαμηλά ἡ θερμοκρασία.
 Ὅταν οἱ Αἰγύπτιοι μέ τά ἅρματα ἔτρεξαν ξωπίσω τους , γιά νά τούς φέρουν πάλι πίσω στήν σκλαβειά, ἡ νεφέλη πῆγε καί στάθηκε πίσω ἀπό τούς Ἰσραηλίτες. Κάλυψε τά νῶτα τους, γιατί πίσω τους ἦταν ὁ ἐχθρός. Ἔγινε  ὁ Θεός ὀπισθοφυλακή. Εἶναι πολύ συγκινητικό αὐτό. Ὁ Θεός φροντίζει καί προστατεύει τούς δικούς του ἀνθρώπους.
Αὐτή ἡ νεφέλη εἰκονίζει τήν Παναγία, κατά τούς ἁγίους Πατέρες, γι᾿ αὐτό καί ψάλλουμε στούς χαιρετισμούς, χαῖρε πύρινε στῦλε ὁδηγῶν τούς ἐν σκότει, χαῖρε σκέπη τοῦ κόσμου πλατυτέρα νεφέλης.
Κάτι ἀνάλογο ἔγινε μέ τήν Κωνσταντινούπολη. Ὅταν τήν ἔχτισε ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος, τήν ἀφιέρωσε στήν Παναγία. Ἔτσι στό τροπάριο, τῇ Ὑπερμάχῳ, ψάλλουμε ἀναγράφω σοι ἡ πόλις σου, Θεοτόκε.
Τό 1453 ὁ Μωάμεθ μέ τίς ὀρδές του πολιόρκησε τήν Βασιλεύουσα.Ἔκανε πολλές ἀπόπειρες νά τήν καταλάβει, μά πάντοτε ἀποτύγχανε. Ἕνα σύννεφο ἦρθε καί κάθησε πάνω ἀπό τήν Πόλη, τήν σκέπαζε ὁλόκληρη. Ἦταν πάλι ἡ σκέπη τῆς Παναγίας. Ὁ Μωάμεθ κουράσθηκε, πίστεψε ὅτι δέν μπορεῖ νά τήν κυριεύσει καί σκέφθηκε νά λύσει τήν πολιορκία καί νά φύγει. Ὅμως τήν τελευταία νύχτα κάποιος τοῦ εἶπε:  Μή φεύγεις. Ἡ νεφέλη πού σκέπαζε τήν πόλη, σηκώθηκε καί ἔφυγε. Αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ Θεός τους τούς ἐγκατέλιψε. Αὔριο ἡ πόλη θά εἶναι στά χέρια σου, ὅπως καί ἔγινε.
Ἀγαπητοί μου,
Ἡ Παναγία εἶναι ἡ σκέπη ὅλου τοῦ κόσμου. Καί τῶν εὐσεβῶν καί τῶν ἁμαρτωλῶν ἀνθρώπων. Μή λησμονοῦμε νά  ἐπικαλούμεθα τήν βοήθεια καί ἀντίληψή της. Θά εἴμαστε πάντοτε κερδισμένοι. Ἕνα τελευταῖο παράδειγμα.
Σ᾿ ἕνα μοναστήρι ζοῦσε ἕνας μοναχός, πού ἦταν ἀμελής καί ράθυμος. Δέν πήγαινε στίς ἀκολουθίες, στίς ἀγρυπνίες, οὔτε τόν κανόνα του ἔκανε, οὔτε ὑπακοή. Ὅμως παρ᾿ ὅλα αὐτά ἀγαποῦσε τήν Παναγία καί κάθε φορά πού περνοῦσε μπροστά ἀπό τήν εἰκόνα της, τήν κοίταζε στά μάτια καί τῆς ἔλεγε μέ σεβασμό, χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετά σοῦ.

Στό τέλος τῆς ζωῆς του εἶδε ἕνα ὅραμα, γιά νά διορθωθεῖ. Παρουσιάσθηκε ἕνας ἄγγελος πού τοῦ εἶπε, ἔλα νά δεῖς τίς ἁμαρτίες σου στή ζυγαριά τοῦ Θεοῦ. Ὁ ζυγός ἔγερνε πρός τό μέρος τῶν ἁμαρτιῶν του. Τότε ἡ Παναγία  πού ἦταν εὐχαριστημένη ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ μοναχοῦ, πῆγε καί γονάτισε μπροστά στό Χριστό. Ἡ μητέρα σου ζητάει μία χάρη, εἶπε. Ἀπό τό αἷμα πού σοῦ ἔδωσα θέλω νά μοῦ δώσεις μία σταγόνα. Τό αἷμα πού ἔχυσες ἐπάνω στό σταυρό δέν ἦταν λύτρο ἀντί πολλῶν;  Μία σταγόνα σοῦ ζητῶ.
Ὁ Χριστός δέν μπόρεσε νά τῆς τό ἀρνηθεῖ. Πάνω στή ζυγαριά οἱ δαίμονες εἶχαν τό βιβλίο μέ τίς ἁμαρτίες τοῦ μοναχοῦ, πού βάραινε πολύ. Ἡ Παναγία ἔρριξε τήν σταγόνα τοῦ Τιμίου Αἵματος πάνω στό βιβλίο καί ἀμέσως ἔγινε τό θαῦμα. Οἱ ἁμαρτίες ἔσβησαν καί ὁ μοναχός φώναξε μέ ὅλη τήν δύναμή του χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετά σοῦ.
Ἀγαπητοί μου,
Μή ἀμελοῦμε καί μή ξεχνοῦμε  πολύ συχνά, πάντοτε, κάθε ὥρα καί στιγμή νά ἐπικαλούμεθα τήν Παναγία. Νά διαβάζουμε, ἄν εἶναι δυνατόν, κάθε μέρα τούς χαιρετισμούς της. Ποτέ μή παύσουμε νά τήν ὑμνοῦμε καί νά τήν ἀγαποῦμε. Θά μᾶς σκεπάσει μέ τήν χάρη της, θά μᾶς λυτρώσει μέ τήν δύναμή της. Θά μᾶς ἀπαλλάξει ἀπό τά βάσανα τῆς παρούσης ζωῆς, ἀλλά καί τῆς ἄλλης. Πάντοτε νά τήν ἐπικαλούμεθα μέ πίστη καί λαχτάρα. Μῆτερ τοῦ Θεοῦ, φύλαξον ἡμᾶς ὑπό τήν σκέπην σου. Ἀμήν.-


Τρίτη, Απριλίου 23, 2019

Μεγάλη Τρίτη Εσπέρας


Ἡ ἀποψινή βραδιά, ἀγαπητοί μου, εἶναι ἀφιερωμένη σέ μία πόρνη, σέ μία ἁμαρτωλή γυναίκα, τήν ὁποία ἐμεῖς οἱ χριστιανοί, οἱ συνοδοιπόροι τοῦ πάθους τοῦ Χριστοῦ πρέπει νά μιμηθοῦμε καί νά ἀκολουθήσουμε.
Θά ἔλεγε τώρα κάποιος: Τί εἶναι αὐτά πού μᾶς λές, πάτερ; Ἀκοῦς ἐκεῖ, νά μοιάσουμε μία ἁμαρτωλή γυναίκα! Δηλαδή νά γίνουμε κι᾿ ἐμεῖς πόρνοι; Νά πέσουμε στήν ἀνηθικότητα, στήν αἰσχρή ἁμαρτία;
Ὄχι. Νά μοιάσουμε τήν γυναίκα αὐτή, νά τήν ἀκολουθήσουμε, μά ὄχι στήν ἁμαρτία ἀλλά στήν ἔμπρακτη καί εἰλικρινή της μετάνοια. Ἐξ ἄλλου γι᾿ αὐτό τήν προβάλλει σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας.
Τό σημαντικότατο, συγκινητικότατο καί διδακτικότατο γεγονός, κατά τό ὁποῖο μία ἁμαρτωλή γυναίκα ἄλειψε μέ μύρο τά πόδια τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τό διασώζουν καί οἱ τέσσερις Εὐαγγελιστές, ἀκρινῶς γιατί εἶναι πολύ σπουδαῖο. Ὁ Ματθαῖος, ὁ Μᾶρκος καί ὁ Ἰωάννης ὁμιλοῦν γιά τήν ἴδια γυναίκα, τήν Μαρία, τήν ἀδελφή τοῦ Λαζάρου, ἡ ὁποία ἀπό εὐγνωμοσύνη γιά τήν ἀνάσταση τοῦ ἀδελφοῦ της ἔκανε τήν σπουδαία αὐτή πράξη πού προηγεῖται χρονικά. Αὐτή ἡ Μαρία δέν ἦταν ἁμαρτωλή, ἀλλά πιστή καί ἀφοσιωμένη στόν Κύριο.
Ἀντίθετα ὁ Λουκᾶς ἀναφέρεται σέ μία ἄλλη γυναίκα, πού δέν μᾶς λέει τό ὄνομά της. Καί αὐτή ἔκανε ὅ,τι καί ἡ Μαρία, εἶναι ὅμως διαφορετικό περιστατικό καί ἕπεται χρονικά. Εἶναι ἐκείνη ἡ ἁμαρτωλή γυναίκα, πού θά λιθοβολοῦσαν οἱ γραμματεῖς καί οἱ φαρισαῖοι, ἄν δέν προλάβαινε ὁ Ἰησοῦς. Ἡ καλωσύνη τοῦ Κυρίου καί ἡ συμβουλή του, στό ἑξῆς νά μή ἁμαρτάνει, μπῆκαν μέσα της, τήν συνεκλόνισαν. Ἔτσι σταμάτησε τήν ἁμαρτία καί ἔρχεται τώρα νά δείξει τήν εὐγνωμοσύνη της. Ὄχι τόσο γιατί γλύτωσε τόν λιθοβολισμό τῶν Ἰουδαίων, ἀλλά κυρίως γιατί Ἐκεῖνος ἔγινε αἰτία νά σταματήσει αὐτή τήν αἰσχρή ἁμαρτία. Ἡ ζωή μέσα στήν ἁμαρτία εἶναι καταισχύνη, μαρτύριο, κόλαση καί βίος ἀβίωτος.
Σύμφωνα μέ τόν ἱερό Εὐαγγελιστή, κάποιος φαρισαῖος Σίμων στό ὄνομα κάλεσε τόν Χριστό γιά δεῖπνο στό σπίτι του. Ἐκεῖ ὅπως ἔτρωγαν, ἔρχεται ἡ γυναίκα αὐτή κρατώντας στά χέρια της ἕνα ἀλαβάστρινο δοχεῖο γεμάτο μέ πολύτιμο μύρο. Στάθηκε πίσω ἀπό τόν Ἰησοῦ καί ἄρχισε νά κλαίει γοερά. Ἔκλαιε μέ σπαραγμό γιά τίς πολλές της ἁμαρτίες. Ἔκλαιε, γιατί ἐλύπησε τόν Θεό, γιατί πρόσβαλε τόν ἑαυτό της, τόν ἔρριξε τόσο χαμηλά.
Ξέρετε κανένα στόν καιρό μας νά κλαίει τόσο σπαρακτικά γιά τίς πολλές του ἁμαρτίες; Ἤ μήπως ἐμεῖς δέν ἔχουμε ἁμαρτίες; Γι᾿ αὐτό εἴπαμε στήν ἀρχή, ὅτι ἐμεῖς πρέπει νά τήν μιμηθοῦμε καί νά τήν μοιάσουμε.
Ἄνοιξε τό δοχεῖο μέ τό μύρο καί ἔπλυνε μέ αὐτό τά πόδια τοῦ Χριστοῦ ἀνακακατεύοντας καί τά καυτά της δάκρυα. Μετά τά σκούπισε μέ τά μακρυά μαλλιά της.
Ἀφήνουμε τίς διαμαρτυρίες τοῦ Ἰούδα γιά τήν δῆθεν σπατάλη καί πηγαίνουμε στόν Σίμωνα τόν φαρισαῖο.
Μονολογεῖ μέσα του καί λέει: Ὑποτίθεται πώς ὁ ἄνθρωπος αὐτός εἶναι προφήτης. Δέν ξέρει ποιά εἶναι ἡ γυναίκα αὐτή, πῶς τῆς ἐπιτρέπει νά τόν ἐγγίζει; Βλέπετε δέν μᾶς μολύνουν οἱ δικές μας ἁμαρτίες, ἀλλά ἡ ἁμαρτία τῶν ἄλλων. Ἀδιαφοροῦμε γιά τίς δικές μας ἁμαρτίες καί ἀσχολούμεθα μέ τίς ἁμαρτίες τῶν ἄλλων. Ὅπως εἶπε ὁ Κύριος παρατηροῦμε ἕνα σκουπιδάκι, πού εἶναι στό μάτι τοῦ ἄλλου καί δέν προσέχουμε τό δοκάρι, πού εἶναι στό δικό μας μάτι.
Ἡ ἀπάντηση τοῦ Χριστοῦ εἶναι καταπέλτης γιά τόν φαρισαῖο. Σίμων, τοῦ λέει, μπῆκα στό σπίτι σου καί δέν μοῦ ἔπλυνες μέ νερό τά πόδια, ὅπως ὁρίζει ὁ νόμος καί ἡ συνήθεια τῶν Ἑβραίων. Αὐτή ἡ γυναίκα μοῦ τά ἔπλυνε μέ τά πολύτιμα δάκρυά της. Χαιρετισμό μέ ἀσπασμό δέν μοῦ ἔδωσες, ὥς ὄφειλες. Αὐτή στιγμή δέν ἔπαυσε νά μοῦ φιλάει τά πόδια. Δέν μοῦ ἄλειψες τό κεφάλι μέ ἀρωματικό λάδι, ὅπως θά ἔπρεπε. Αὐτή μοῦ ἄλειψε τά πόδια μέ πολύτιμο μύρο. Ἐσύ ὁ δῆθεν εὐσεβής δέν ἔκανες τίποτε, ἐνῷ ἡ ἁμαρτωλή αὐτή γυναίκα, πού ἐσύ περιφρονεῖς, ἔκανε τόσα πολλά. Μετά ἀπό ὅλα αὐτά δέν θά ἔπρεπε νά τῆς πῶ, σοῦ συγχωροῦνται οἱ πολλές σου ἁμαρτίες; Ἁμάρτησε πολύ, ἔφταιξε πολύ, ἀλλά καί βαθιά μετενόησε. Μέ ἀγάπησε πολύ, ἀφοῦ συγχωρήθηκαν οἱ ἁμαρτίες της.
Μέ αὐτά τά λόγια, ἀγαπητοί μου, ὁ Χριστός ἐγκαινίασε μία νέα ἀντίληψη γιά τόν ἁμαρτωλό ἄνθρωπο, ἐντελῶς διαφορετική ἀπό ἐκείνη τῆς ἰουδαϊκῆς κοινωνίας. Ὁ ἁμαρτωλός δέν εἶναι μιασμένος ἀπό τή φύση του, ἀλλά εἶναι πνευματικά ἀσθενής, ὁ ὁποῖος χρειάζεται βοήθεια. Σ᾿ ἕναν ἄρρωστο δέν τοῦ κόβουμε τό κεφάλι, ἀλλά τόν ὁδηγοῦμε στό γιατρό, στή θεραπεία. Ναί, νά εἴμαστε πιστοί στό Θεό, μά νά ἔχουμε ἀγάπη καί στόν ἄνθρωπο, στήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Ἀπό πίστη στό Θεό δέν σκοτώνουμε τόν ἄνθρωπο, ὅσο ἁμαρτωλός καί ἄν εἶναι. Αὐτό τό βλέπουμε νά συμβαίνει συχνά μέσα στούς μουσουλμάνους, στούς ταλιμπάν. Δέν θά ἔπρεπε ὅμως νά γίνεται καί ἀνάμεσα στούς χριστιανούς. Ἀγαποῦμε ὅ,τι ἔκανε ὁ Θεός καί μισοῦμε ὅ,τι προέρχεται ἀπό τόν διάβολο. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι δημιούργημα τοῦ Θεοῦ καί τόν ἀγαποῦμε, ὅποιος καί ἄν εἶναι. Ἡ ἁμαρτία προέρχεται ἀπό τόν διάβολο καί τήν μισοῦμε ἀπό καρδίας, τήν ἀποστρεφόμαστε μετά βδελυγμίας.
Ἡ γυναίκα αὐτή παραδόθηκε καί κατρακύλισε στόν βόρβορο τῆς ἁμαρτίας. Ὁ ψυχικός της κόσμος διεφθάρη ὁλοκληρωτικά. Ὅμως μέσα της εἶχε μία μικρή σπίθα λυτρώσεως καί σωτηρίας βαλμένη ἀπό τόν Θεό, ὅπως ἄλλωστε σέ κάθε ἄνθρωπο. Μία φορά συναντήθηκε μέ τόν Χριστό ἡ γυναίκα αὐτή καί ἡ σπίθα ἔγινε φλόγα. Ἔγινε φωτιά μεγάλη. Ἄναψε πυρκαγιά μέσα της. Ἄφησε τήν ἁμαρτία, ἔκλαψε, μετάνοιωσε, ἔγινε ἄλλος ἄνθρωπος. Ἡ συνάντησή της μέ τόν Χριστό τήν συνεκλόνησε, τήν ἀνέστησε.
Ἐμεῖς, ὑποτίθεται, πώς εἴμαστε χριστιανοί. Γνωρίσαμε τόν Χριστό ἀπό τήν βρεφική μας ἡλικία. Ἀποκτήσαμε σχέσεις μαζί Του ἐδῶ καί χρόνια. Τόν συναντήσαμε ἀμέτρητες φορές μέσα στήν Ἐκκλησία, στήν προσευχή, στή νηστεία, στήν ἐξομολόγηση, στή Θεία Κοινωνία. Ποῦ εἶναι ἡ δική μας ἀλλαγή; Ἐγκαταλείψαμε τήν ἁμαρτία; Τήν σταματήσαμε;  Διακόψαμε τίς σχέσεις μας μέ αὐτήν; Δυστυχῶς ὄχι ἀκόμη. Καλά λέει ὁ Χριστός, ὅτι οἱ ἁμαρτωλοί, οἱ τελῶνες καί οἱ πόρνες μπαίνουν στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ κι᾿ ἐμεῖς μένουμε ἀπ᾿ ἔξω.
Ἀγαπητοί μου,
Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας σκόπιμα ἔβαλαν σήμερα μπροστά μας τήν μακαρία πρώην πόρνη. Ἡ μορφή της προβάλλει σάν φωτεινός ὁδηγός στή μέση τῆς Μ. Ἑβδομάδας, στήν πορεία μας πρός τό Θεῖο Πάθος. Θέλει νά πεῖ καί νά μᾶς δείξει, ὅτι, ἄν δέν συντριβοῦμε ὅπως ἐκείνη, ἄν δέν ἐπιδείξουμε ἔμπρακτη μετάνοια, δέν μποροῦμε νά ἀκολουθήσουμε τόν Χριστό, δέν μποροῦμε νά λεγώμαστε χριστιανοί.
 Καλός χριστιανός δέν εἶναι ὁ ἐγωϊστής, αὐτός πού λέει, ὅτι εἶναι καθαρός, αὐτός πού νομίζει ὅτι ἔφτασε σέ ἐπίπεδο ἁγιότητας καί ἄρα δέν χρειάζεται πιά ἄλλο ἀγώνα. Καλός χριστιανός εἶναι ἐκεῖνος πού δέν ἔχει μεγάλη ἰδέα γιά τόν ἑαυτό του, πού κλαίει γιά τίς ἁμαρτίες του. Πού τά δάκρυά του χύνονται πάνω στό στῆθος του, στήν καρδιά του, πού πέφτουν μπροστά στά πόδια τοῦ Χριστοῦ. Αὐτός θά ἀκούσει τά λόγια τοῦ Χριστοῦ σάν τήν πρώην πόρνη, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου, πορεύου εἰς εἰρήνην. Ἀμήν.-

 π. Γεώργιος Ρ. Ζουμῆς, 

Τρίτη, Δεκεμβρίου 25, 2018

Β΄ Ἡμέρα Χριστουγέννων Ἀνεκλινεν αὐτόν ἐν τῇ φάτνῃ.

Ἀνεκλινεν αὐτόν ἐν τῇ φάτνῃ.

Ἄν ἀνοίξουμε, ἀγαπητοί μου, τό πρῶτο βιβλίο τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τήν Γένεση, θά δοῦμε ἐκεῖ πῶς ὁ Θεός μέ τίς συνεχεῖς δημιουργικές ἐπεμβάσεις του ἔκτισε, στόλισε καί διεμόρφωσε τήν γῆ. Ἀνάκτορο, βασιλικό, παλάτι τήν ἔκανε. Αὐτό τό ἀνάκτορο τό ζωγράφισε μέ πολλά καί διάφορα χρώματα. Τό πλαισίωσε μέ κήπους εὐωδιαστούς, πού εἶχαν λουλούδια πολύχρωμα, κρυστάλλινα νερά, μέ ὅλων τῶν εἰδῶν τά ζῶα καί τά πουλιά. Ἔκανε, αὐτό πού λέμε πιό ἁπλά, τόν παράδεισο.
Ὅταν εἶδε ὁ Θεός, ὅτι ὅλα αὐτά εἶναι καλά λίαν, τότε ἔπλασε καί τόν βασιλέα, τόν ἄνθρωπο καί τόν ἔβαλε νά ζεῖ, νά ἀναπαύεται καί νά χαίρεται μέσα στά βασιλικά ἀνάκτορα. Ὅλα ἔγιναν γιά χάρη του. Ὅλα διετέθησαν στήν ὑπηρεσία του, γιά νά εἶναι ἡ ζωή του ὅσο τό δυνατό πιό εὐχάριστη. Μέσα σ᾿ αὐτά τά ἀνάκτορα δέν ὑπῆρχε πόνος, λύπη, ἱδρώτας, κούραση, δάκρυα. Ζοῦσαν οἱ πρωτόπλαστοι ζωή χαρισάμενοι.
Ὅμως ὑπῆρχε κάποιος, πού ζήλεψε, φθόνησε αὐτήν τήν εὐτυχία. Ὁ προαιώνιος ἐχθρός τοῦ βασιλιᾶ, ὁ ἀνθρωποκτόνος διάβολος, μέ ὕπουλο καί σατανικό τρόπο ἔβαλε δυναμίτη στά θεμέλια καί ἀνατίναξε τά βασιλικά ἀνάκτορα. Ἔντρομοι οἱ βασιλεῖς, ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα εἶδαν τό παλάτι τους νά γκρεμίζεται καί νά ἐρειπώνεται.
Μέ ἄλλα λόγια μέ ἀπάτη καί πονηρό τρόπο ὁ διάβολος παρέσυρε τούς πρωτοπλάστους στήν πτώση, τούς ὡδήγησε στήν ἁμαρτία, στήν καταπάτηση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. Μέ τόν τρόπο αὐτό τούς ἔβγαλε ἀπό τόν παράδεισο καί ἔτσι ἔμειναν ἄστεγοι. Ἔγιναν πλέον δυστυχισμένοι. Γνώρισαν τήν ὁδύνη καί τήν δυστυχία καί ἀντί λουλούδια ὁ δρόμος τους ἦταν γεμᾶτος ἀγκάθια καί τριβόλια.
Ὁ Θεός, σάν στοργικός Πατέρας καί ἄριστος παιδαγωγός, μέσα στήν ἀπελπισία τους ἀνοίγει ἕνα παράθυρο στήν ἐλπίδα. Δέν θά εἶστε γιά πάντα σ᾿ αὐτήν τήν κατάσταση. Ἕνας ἀπόγονος αὐτῆς τῆς γυναίκας θά συντρίψει τήν κεφαλή τοῦ ὄφεως, θά καταργήσει τόν διάβολο, θά φέρει τήν λύτρωση σέ ὅλο τό ἀνθρώπινο γένος.
Αὐτό, ἀγαπητοί μου, γιορτάζουμε καί πανηγυρίζουμε αὐτές τίς ἡμέρες. Λύτρωσιν ἀπέστειλε Κύριος τῷ λαῷ αὐτοῦ. Ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ υἱός τῆς παρθένου γίνεται. Ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ σαρκώθηκε, ἔγινε ἄνθρωπος καί ἦλθε εἰς τά ἴδια, στούς δικούς του ἀνθρώπους. Τά ἀνάκτορα πού ὁ ἴδιος ἔκτισε τά βρῆκε ἀνατιναγμένα καί κατεστραμμένα, τίποτε δέν ἦταν ὄρθιο.
Πράγματι, λέγουν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ὅτι, ὅταν ἦρθε ὁ Χριστός στόν κόσμο, οἱ ἄνθρωποι βρισκόντουσαν στό ἔσχατο σημεῖο καταπτώσεως καί ἐτυραννοῦντο φοβερά ἀπό τούς δαίμονες. Γι᾿ αὐτό ἔχουμε μέσα στά Εὐαγγέλια πολλά θαύματα θεραπείας δαιμονισμένων. Ὅλα λοιπόν κατεστραμμένα εἴτε ὑλικά, εἴτε πνευματικά, κυρίως τό δεύτερο. Γι᾿ αὐτό κανένα σπίτι δέν ὑπῆρχε νά ἀνοίξει τήν πόρτα του στόν Χριστό. Μόνο ὁ σταῦλος ὑπῆρχε. Ἕνα σπήλαιο μέ ζῶα. Καί ὁ Χριστός, χωρίς δισταγμό καί ἐπιφυλάξεις, μπῆκε σ᾿ αὐτόν τόν σταῦλο τῶν ζώων. Ἐκεῖ κατέλυσε καί ἀναπαύθηκε. Αὐτόν χρησιμοποίησε σάν σκάλα, γιά νά κατεβεῖ στήν γῆ. Αὐτό τό σπήλαιο ἔκανε γέφυρα, γιά νά ἔρθει κοντά στούς ἀνθρώπους.
Οἱ ἄνθρωποι, ὅπως διαβάζουμε στήν Ἁγία Γραφή, ὡμοιώθησαν τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καί σέ πολλές περιπτώσεις ἔγιναν χειρότεροι ἀπό αὐτά. Ὁ Χριστός προτίμησε νά γεννηθεῖ ἀνάμεσα σέ ζῶα παρά σέ ἀνθρώπους. Θεός ἐν φάτνῃ ἀνακλίνεται. Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ἡ τροφή τοῦ παντός κόσμου, ὁ ἄρτος ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς ἀνακλίνεται μέσα στήν φάτνη, ὥστε τά ζῶα, οἱ ἄνθρωποι, ὅταν θά ἔσκυβαν μέσα στό παχνί, γιά νά πάρουν τήν τροφή τους, ἐκεῖ μέσα θά εὕρισκαν, θά συναντοῦσαν τόν οὐράνιο ἄρτο, τόν Χριστό.
Ἔρχεται λοιπόν ὁ Χριστός στόν κόσμο καί βρίσκει τά πάντα κατεστραμμένα καί διαλυμένα. Καί τί κάνει; Ἀναλαμβάνει τό ἔργο τῆς ἀναστηλώσεως τῶν ἀνακτόρων. Προσπαθεῖ νά τά ἀνακαινίσει. Τριάντα τρία χρόνια ὁ Χριστός αὐτό ἔργο ἔκαμνε. Ἀνέστησε τήν πεσμένη ἀνθρώπινη φύση καί τήν ἔβαλε ἐκεῖ, ὅπου ἦν τό πρότερον. Διαβάζουμε σέ μιά εὐχή τῆς Θείας Λειτουργίας, ἔκανε τά πάντα μέχρι πού μᾶς ἀνέβασε στόν οὐρανό καί μᾶς χάρισε τήν βασιλεία του τήν ἐπουράνια. Μέ τήν ἀνάπλαση καί τήν ἀναδημιουργία ὁ Χριστός μᾶς ἔκανε καλύτερους ἀπό ὅ,τι εἴμασταν, μᾶς ἀνέβασε ψηλότερα καί μᾶς ἔκανε συγκληρονόμους του.
Λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, πλέον δέν ἀκοῦμε γῆ εἶ καί εἰς γῆν ἀπελεύσει, ἀλλά παρ᾿ ὅτι εἶσαι πλασμένος ἀπό γῆ προορίζεσαι γιά τόν οὐρανό. Ὅλα αὐτά τά ὀφείλουμε στόν ἐναθρωπήσαντα Υἱόν τοῦ Θεοῦ. Ὅλα αὐτά ἐξ αἰτίας τῆς φάτνης καί τοῦ σπηλαίου. Δέν εἶναι λοιπόν ψέμα καί ὑπερβολή, ἄν ποῦμε ὅτι ἡ φτωχική φάτνη μᾶς ἐδόξασε, τό ταπεινό σπήλαιο μᾶς ἀνέβασε στούς οὐρανούς.
Ἀγαπητοί ἀδελφοί,
Ὁ Χριστός εἶναι ὁ Ὤν, ὁ ἦν καί ὁ ἐρχόμενος. Ἦρθε, ἀλλά καί πάντοτε ἔρχεται. Ἕνα τροπάριο αὐτῶν τῶν ἡμερῶν λέγει, σπήλαιον εὐτρεπίζου, ἡ παρθένος ἤκει τοῦ τεκεῖν. Ὁ Χριστός ἦρθε καί  ἔρχεται. Γεννήθηκε καί πάντοτε γεννᾶται. Χτυπάει τήν πόρτα καί τῆς δικῆς μας καρδιᾶς.  Ἐπιθυμεῖ νά μπεῖ καί στό δικό μας σπίτι. Θελει νά γεννηθεῖ καί στήν δική μας φάτνη. Θέλει νά μᾶς βγάλει ἀπό τά λιμνάζοντα νερά, νά μᾶς ξεκολλήσει ἀπό τόν βοῦρκο. Θέλει νά μᾶς βοηθήσει νά ἀναγεννηθοῦμε, νά κάνουμε μιά νέα ἀρχή.
Τά Χριστούγεννα ἔγιναν σ᾿ ἕνα κλειστό χῶρο, περιορισμένο καί ἀκάθαρτο, στόν σταῦλο τῆς Βηθλεέμ. Τά  δικά μας Χριστούγεννα νά τά γιορτάσουμε μέσα στήν Ἐκκλησία, ὄχι σέ κέντρα διακεδάσεως. Μέσα στό σπίτι μας μέ τούς δικούς μας, μέ ὅλους τούς συγγενεῖς, ὄχι μέ ἐκδρομές στήν Εὐρώπη ἤ στήν Ἀσία, ἀνάμεσα σέ ἄπιστους, ἀλλόθρησκους καί αἱρετικούς. Νά γιορτάσουμε μέ καθαρές ψυχές, γιά νά καταδεχθεῖ τό Θεῖο Βρέφος νά ἀναπαυθεῖ καί στήν δική μας φάτνη, στή δική μας καρδιά καί νά μᾶς ὁδηγεῖ στήν αἰώνια ἀνάπαυση. Ἀμήν.-

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 20, 2018

Χριστούγεννα Παράλαβε τό παιδίον καί τήν μητέρα αὐτοῦ.

Παράλαβε τό παιδίον καί τήν μητέρα αὐτοῦ.

   Ἀπό τήν σημερινή μεγάλη ἡμέρα τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ θά βγάλουμε καί θά κρατήσουμε κάποια διδάγματα, ἀπό τό ἱερό Εὐαγγέλιο καί ἀπό τήν ἱστορία. Ὅταν ὁ βασιλιάς Ἡρώδης κατάλαβε, ὅτι τόν ἐνέπαιξαν οἱ Μάγοι, ὅτι ἔφυγαν στήν πατρίδα τους ἀπό ἄλλο δρόμο, θύμωσε πάρα πολύ καί διέταξε νά σφαγοῦν ὅλα τά νήπια τῆς Βηθλεέμ καί τῆς γύρω περιοχῆς, ἀπό ἡλικίας δύο ἐτῶν καί κάτω. Ἔτσι ὑπολόγιζε, ὅτι μεταξύ αὐτῶν θά εἶναι καί ὁ Χριστός, ὁ βασιλιάς τῶν Ἰουδαίων. Ἀλλά λέμε, ἄλλαι αἱ βουλαί ἀνθρώπων, ἄλλα ὁ Θεός κελεύει. Ἄγγελος Κυρίου παρουσιάστηκε στόν Ἰωσήφ καί τοῦ εἶπε: Σήκω, πᾶρε τό παιδί καί τήν μητέρα του καί πήγαινε στήν Αἴγυπτο, γιατί πρόκειται ὁ Ἡρώδης νά τό σκοτώσει. Καί ὁ Ἰωσήφ σηκώθηκε ἀμέσως, τούς πῆρε καί ἔφυγε. Ἐδῶ τί ἔχουμε νά παρατηρήσουμε; Τί μᾶς λένε τά λόγια αὐτά;
  Ὅτι ὁ Χριστός δέν εἶναι παιδί τοῦ Ἰωσήφ, οὔτε ἡ Μαρία εἶναι γυναίκα του. Διαφορετικά θά ἔλεγε, πᾶρε τό παιδί σου καί τήν γυναίκα σου. Ὅμως οὔτε ὁ Χριστός ἦταν παιδί τοῦ Ἰωσήφ, οὔτε ἡ Παναγία γυναίκα του. Γι᾿ αὐτό λέγει τό παιδί καί τήν μητέρα του.  Στήν ἀρχή τοῦ εὐαγγελίου του γράφει ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος τό γενεαλογικό δέντρο τοῦ Μεσία: Ἀβραάμ ἐγέννησε τόν Ἰσαάκ, Ἰσαάκ δέ ἐγέννησε τόν Ἰακώβ κλπ. Ἡ ἀρχαία ἑλληνική γλώσσα γιά μέν τόν ἄνδρα χρησιμοποιεῖ τό ρῆμα γεννῶ, ἐγέννησεν, γιά δέ τήν γυναίκα τό ρῆμα τίκτω, ἔτεκεν.  Ὅταν ὅμως φτάνει στήν Παναγία, ἐνῷ θά ἔπρεπε νά γράψει ἐξ ἧς ἐτέχθη, γράφει ἐξ ἧς ἐγεννήθη Ἰησοῦς, ὁ λεγόμενος Χριστός.   Αὐτό φανερώνει, ὅτι ἡ Παναγία ἐγέννησε τόν Ἰησοῦ ἄνευ ἀνδρός. 
Ἐπίσης, ὅταν φάνηκε ἡ ἐγκυμοσύνη τῆς Παναγίας, φίδια ἔζωσαν τόν Ἰωσήφ. Τί νά εἶναι    τώρα αὐτό; τί νά συμβαίνει, ἀφοῦ τό κυοφορούμενο δέν εἶναι δικό μου παιδί;  Ἔτσι σκέφθηκε νά τήν ἀποπέμψει, νά τήν διώξει, νά τήν χωρίσει στά κρυφά. 
Ὅταν πάλι πῆγαν στή Βηθλεέμ γιά νά ἀπογραφοῦν, λέγει τό ἱερό κείμενο, ὅτι πῆγε ὁ Ἰωσήφ μέ τήν Μαριάμ, πού ἦταν μνηστή του καί ὄχι γυναίκα του. Μνηστή, πού μάλιστα ἦταν ἔγκυος. 
Ἄρα λοιπόν ὁ Ἰωσήφ δέν ὑπῆρξε σύζυγος τῆς Παναγίας, οὔτε ὁ Χριστός ἦταν γυιός του.  
Λοιπόν σηκώνεται ἀπό τόν ὕπνο, τούς παίρνει καί φεύγουν γιά τήν Αἴγυπτο. Αὐτό πάλι μᾶς λέει πολλά καί σπουδαῖα.
Δέν διαμαρτυρήθηκε, δέν παραπονέθηκε. Δέν εἶπε, ποῦ νά πάω, Κύριε; Ποῦ θά πήγαινε στό ἄγνωστο ἀνάμεσα σέ ξένους χωρίς κανένα γνωστό, συγγενῆ ἤ φίλο; Δέν εἶχε κάνει καμμιά προετοιμασία, δέν εἶχε χρήματα, συνάλλαγμα θά λέγαμε σήμερα, οὔτε φαγητό, οὔτε ροῦχα γιά τόσο μακρινό ταξίδι. Κι᾿ ἐκεῖ πού θά πάνε, πῶς θά ζήσουν; πῶς θά τά βγάλουν πέρα; πόσο καιρό θά κάνουν; δέν γνωρίζει τίποτε. Καί ὅμως κάνει ὑπακοή καί φεύγει. Ἀφοῦ τό λέει ὁ Θεός, ἔτσι πρέπει νά γίνει. Λέγει τό εὐαγγέλιο, ὅτι ὁ Ἰωσήφ ἦταν ἄνθρωπος δίκαιος, δηλαδή εὐσεβής καί ἐνάρετος. Εἶχε μεγάλη πίστη καί ἐμπιστοσύνη στό Θεό. Ἔχει ὁ Θεός, θά τά οἰκονομήσει, θά τά φέρει βολικά. Σύμφωνα μέ κάποια παράδοση τῆς Ἐκκλησίας καί τούς λόγους κάποιων Πατέρων, ἔμειναν στήν Αἴγυπτο ἑπτά χρόνια.
Αὐτό, ἀγαπητοί μου, εἶναι μεγάλο δίδαγμα γιά μᾶς. Νά ἔχουμε ἐμπιστοσύνη στό Θεό. Νά μή ἀμφιβάλουμε γιά τήν θεία Του πρόνοια. Ὅταν ἐμεῖς θελήσουμε νά ἐφαρμώσουμε τό ἅγιο θέλημά Του, Ἐκεῖνος θά μᾶς βοηθήσει νά τό ἐπιτύχουμε. Τό λάθος εἶναι, ὅταν μόνοι μας, μέ τίς δικές μας δυνάμεις προσπαθοῦμε νά τά βγάλουμε πέρα, χωρίς τόν Θεό. Τότε εἶναι πού  θά ἀποτύχουμε, θά φᾶμε τά μοῦτρα μας.
Πολλοί διερωτῶνται, τί θά κάνουμε στά δύσκολα χρόνια τοῦ ἀντιχρίστου; Ὅσοι δέν δεχτοῦν τό χάραγμά του πῶς θά ζήσουν; Ὅπως ἔζησε ὁ Ἰωσήφ μέ τήν Παναγία καί τόν διετῆ Χριστό κάτω ἀπό τήν προστασία τοῦ Θεοῦ στήν Αἴγυπτο. Ἔχει ὁ Θεός πολλούς τρόπους νά φροντίσει τούς δικούς του. Ὅταν ἔρθει ἐκεῖνος ὁ καιρός, θά μᾶς τό δείξει ὁ Θεός. Δέν θά ἀφήσει τούς δικούς του στά χέρια καί στήν τυραννία τοῦ ἀντιχρίστου.
Ἀκόμη κάτι πολύ σπουδαῖο, πού πρέπει νά προσέξουμε. Μέσα στό κρύο καί στή νύχτα ἡ Ἁγία Οἰκογένεια φεύγει γιά τήν Αἴγυπτο. Ἄν κάποιος τούς ἔβλεπε καί τούς ρωτοῦσε, γιατί φεύγετε; Τί θά ἀπαντοῦσαν; Ἀποφεύγουμε τήν ὀργή τοῦ Ἡρώδη. Δέν μποροῦσε διαφορετικά νά γλυτώσει ὁ Χριστός; Ἀσφαλῶς καί μποροῦσε, Θεός εἶναι. Χίλιους δυό τρόπους μποροῦσε νά χρησιμοποιήσει. Γιατί χρησιμοποιεῖ αὐτόν τόν συγκεκριμένο τρόπο τῆς φυγῆς; Γιά νά διδάξει ἐμᾶς. Τί νά μᾶς διδάξει; Νά δίνουμε τόπο στήν ὀργή καί νά ἀποφεύγουμε τίς ἐντάσεις. Ὅταν ἕνας Θεός δίνει τόπο στήν ὀργή, ἐμεῖς τί πρέπει νά κάνουμε; Θά ἐπιμένουμε μέ πεῖσμα στήν δική μας ἄποψη καί θά χαλᾶμε τίς καρδιές μας;
Αὐτά ἀπό τό ἱερό Εὐαγγέλιο. Ἄς μάθουμε τό τέλος τοῦ Ἡρώδη. Νά δοῦμε καί νά τρομάξουμε γιά τό τέλος τῶν ἀσεβῶν. Γιά νά σώσει τόν θρόνο του, πού οὕτως ἤ ἄλλως κάποια μέρα θά τόν ἔχανε, σκότωσε τήν γυναίκα του, τήν πεθερά του, ἀκόμη καί δύο παιδιά του. Μετά τήν γέννηση τοῦ Χριστοῦ ἔσφαξε 14.000 νήπια. Εἶναι αἱμοσταγής, παρανοϊκός καί ἀδίστακτος ἐγκληματίας.
Ἀλλά τό τέλος τῶν ἀσεβῶν εἶναι ἄθλιο καί ὀδυνηρό. Λέγει ἡ Ἁγία Γραφή, θάνατος ἁμαρτωλῶν πονηρός. Ὁ θάνατος τῶν ἁμαρτωλῶν εἶναι φοβερός, γεμάτος πόνο. Αὐτό ἔπαθε καί ὁ Ἡρώδης. Ὅλο του τό σῶμα, ἀπό τήν κορφή μέχρι τά νύχια γέμισε πληγές, σάπησε καί τόν ἔτρωγαν τά σκουλίκια. Ἔπεφταν οἱ σάρκες καί φαινόταν γυμνά τά ὀστᾶ του. Ὁ πόνος ἦταν ἀφόρητος, γι᾿ αὐτό καί πολλές φορές ἀποπειράθηκε νά αὐτοκτονήσει. Τοῦ ἔπαιρναν ὅμως τά μαχαίρι ἀπό τά χέρια καί ἔτσι τό μαρτύριό του συνεχιζόταν. Ἡ βρώμα καί ἡ δυσοσμία ἦταν ἀνυπόφορη. Κανείς δέν μποροῦσε νά τόν πλησιάσει. Μέ ἕνα μακρύ φτυάρι, σάν αὐτό πού χρησιμοποιοῦν οἱ ἀρτοποιοί, τοῦ ἔδιναν φαγητό.
Γνώριζε πολύ καλά πώς, σάν πεθάνει, ὅλοι θά χαίρωνται καί θά πανηγυρίζουν. Γι᾿ αὐτό ἔδωσε ἐντολή καί ἔκλεισαν στή φυλακή πολλούς ἀξιωματούχους, μέ τήν ἐντολή, ὅταν οἱ σάλπιγγες ἀνακοινώσουν τόν θάνατό του, οἱ στρατιῶται  νά σφάξουν τούς φυλακισμένους, γιά νά κλαῖνε κάποιοι τήν ὥρα τοῦ θανάτου του. Βέβαια ἡ διαταγή αὐτή δέν ἐκτελέσθηκε ποτέ. Τόσο πολύ δέ εἶχε πρησθεῖ, ὥστε μετά τόν θάνατό του, γιά νά τόν βγάλουν καί νά τόν κηδεύσουν χάλασαν τήν πόρτα τοῦ δωματίου του. Τέτοιο ἄσχημο τέλος θά ἔχουν οἱ ἁμαρτωλοί καί ὅλοι ἐκεῖνοι γονεῖς καί γιατροί, πού σκοτώνουν τά παιδιά, εἴτε γεννημένα, εἴτε ἀγέννητα, ἄν δέν μετανοήσουν εἰλικρινά.
Ἀγαπητοί μου,
Ἄς ἔχουμε ἐμπιστοσύνη πάντοτε στήν πρόνοια καί στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Νά ζοῦμε κατά τό ἅγιο θέλημά Του καί νά ἀποφεύγουμε τήν ἁμαρτία, τήν κάθε εἴδους ἁμαρτία. Νά παρακαλοῦμε δέν τόν δίκαιο Ἰωσήφ καί τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, νά μεσιτεύουν γιά μᾶς, ὥστε ὁ ἐν σπηλαίῳ τεχθείς Κύριος νά μᾶς συναριθμήσει μέ τούς δικούς  Του ἀνθρώπους, νά μᾶς κατατάξει στήν δική Του οἰκογένεια, στήν οἰκογένεια τοῦ οὐρανοῦ. Ἀμήν.-

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 14, 2018

Κυριακή ΙΑ Λουκᾶ (τῶν Προπατόρων)


Bρισκόμαστε, ἀγαπητοί μου, στά προπύλαια τῆς μεγάλης γιορτῆς τῶν Χριστουγέννων. Τό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα ἔχει σχέσει μέ τό μεγάλο γεγονός, πού περιμένουμε. Μᾶς μίλησε γιά ἕνα μεγάλο, πλούσιο καί ξεχωριστό δεῖπνο. Γιά νά καταλάβουμε καλύτερα τί θέλει ὁ Κύριος νά μᾶς πεῖ, θά κάνουμε μία ὑπόθεση, θά ποῦμε ἕνα παράδειγμα.
Κάποιος γνωστός, φίλος ἤ συγγενής πάντρεψε τόν παιδί του καί στό τραπέζι, πού ἔκανε, κάλεσε πάρα πολλούς, ἀλλά δέν προσκάλεσε κάποιον ἀπό ἐμᾶς. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος, τί λέτε, δέν θά στενοχωρηθεῖ; δέν θά θεωρήσει τόν ἑαυτό του περιφρονημένο καί προσβεβλημένο;
Τώρα ἄς πάρουμε τήν ἄλλη περίπτωση. Ὁ οἰκοδεσπότης κάλεσε πολλούς στό τραπέζι, μά δέν πῆγε κανένας. Δέν θά στενοχωρηθεῖ καί αὐτός; δέν θά ὀργισθεῖ; δέν θά τά βάλει μέ τούς καλεσμένους, πού ὅλοι τόν περιφρόνησαν;
Στήν πρώτη περίπτωση, κατά τήν ὁποία δέν μᾶς κάλεσε κάποιος ἄνθρωπος, εἶναι μικρό τό κακό, πολύ ἀσήμαντο, μηδαμινό. Δέν χρειάζεται στενοχώρια, οὔτε κἄν νά τό λάβουμε ὑπ᾿ ὄψη μας. Τό πρόβλημα εἶναι ἀλλοῦ, εἶναι στήν δεύτερη περίπτωση.
Μᾶς καλεῖ στό τραπέζι ὄχι ἕνας ἁπλός ἄνθρωπος, οὔτε ἕνας ἐπίσημος, κάποιος πλούσιος. Μᾶς καλεῖ ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Δέν ὑπάρχει μεγαλύτερη τιμή ἀπό αὐτό. Καί μάλιστα δέν τό κάνει μία φορά μόνο, ἀλλά προσκαλεῖ καί ξαναπροσκαλεῖ. Μᾶς κάνει ἐντύπωση ἡ ἐπιμονή τοῦ Χριστοῦ, νά μᾶς πείσει νά λάβουμε μέρος στό δεῖπνο Του, νά παρακαθήσουμε στό τραπέζι Του.
Τό βλέπουμε ὁλοκάθαρα στό εὐαγγέλιο. Ἔστειλε καί ξαναέστειλε τόν ὑπηρέτη του νά εἰδοποιήσει τούς καλεσμένους, ὅτι ὅλα εἶναι ἕτοιμα. Τό σπίτι του, ἡ αἴθουσα δεξιώσεων τοῦ Χριστοῦ εἶναι μεγάλη καί εὐρύχωρη. Χωράει πολλούς. Ἐμεῖς γιατί προκλητικά ἀρνούμεθα τήν πρόσκληση καί δέν προσερχόμαστε νά παρακαθήσουμε, ἀδελφοί μου;
      Ὁ ἕνας προφασίσθηκε τό χωράφι του. Ἤθελε νά δεῖ πόσο καλό εἶναι. Τί σημαίνει αὐτό; Ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτός ἦταν φιλάργυρος. Ὁ ἄλλος ἦταν ζωέμπορος. Ἀγόρασε πέντε ζευγάρια βόδια καί ἤθελε νά τά δοκιμάσει. Μέ ἄλλα λόγια ἔβοσκε σάν αὐτά τά ζῶα στήν ζωή τῶν πέντε αἰσθήσεων. Ἦταν φιλήδονος. Ὁ τρίτος ἦταν νιόπαντρος καί εἶπε ἀδιάντροπα, ἐγώ πάω νά γλεντήσω μέ τήν γυναίκα μου, ἄφησέ με ἥσυχο. Αὐτός πάλι ἦταν φίλαυτος. Νά λοιπόν πού ἔχουν ἀπόλυτο δίκαιο οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν λένε, ὅτι οἱ ἁμαρτίες χωρίζονται σέ τρεῖς κατηγορίες, τῆς φιλαυτίας, τῆς φιληδονίας καί τῆς φιλαργυρίας καί αὐτές εἶναι πού μᾶς ἀπομακρύνουν ἀπό τόν Θεό.
Καί σήμερα ἀκοῦμε πολλές καί διάφορες δικαιολογίες ἀπό ἐκείνους, πού δέν θέλουν νά ἐκκλησιαστοῦν. Βλέπετε, δέν εἶπα, πού δέν μποροῦν νά ἐκκλησιαστοῦν, ἀλλά πού δέν θέλουν. Ἄν ἤθελαν θά εὕρισκαν τρόπο. Ὁ χρόνος ἔχει 52 Κυριακές. Πόσες Κυριακές εἶχαν ἐμπόδιο καί δυσκολία καί δέν κατώρθωσαν νά προσέλθουν στόν Ναό; Τί εἶναι ἐκεῖνο, πού θά μᾶς κρατήσει μακρυά ἀπό τήν Ἐκκλησία; Μόνο τά βαθειά γηρατειά καί ἡ σοβαρή ἀρρώστια. Τίποτε ἄλλο. Ὅλοι οἱ ἄλλοι εἶναι ὑπόλογοι καί ὑπόδικοι μπροστά στό Θεό.
Βλέπουμε κάποιες φορές ἄδειους τούς Ναούς καί μᾶς πιάνει στενοχώρια. Αὐτό εἶναι μεγάλο λάθος. Ὁ Ναός ποτέ δέν εἶναι ἄδειος, οὔτε καί ὅταν δέν τελεῖται ἡ θεία Λειτουργία. Ἄν ἐμεῖς ἀδειάζουμε τίς Ἐκκλησίες, ἄν ἐμεῖς δέν προσερχώμαστε, δέν μᾶς ἔχει ἀνάγκη ὁ Θεός, γι᾿ αὐτό καί δέν χρειάζεται νά ἐρχώμαστε μέ τό ζόρι. Οἱ Ἐκκλησίες εἶναι πάντοτε γεμᾶτες, εἶναι γεμᾶτες ἀπό ἀγγέλους. Ἄν δέν ἐκκλησιαζώμαστε, κακό μόνο στόν ἑαυτό μας  κάνουμε. Δέν ἔχει ἀνάγκη ὁ ἥλιος ἀπό τά δέντρα. Τά δέντρα ἔχουν ἀνάγκη τόν ἥλιο. Ἔτσι κι᾿ ἐμεῖς ἔχουμε ἀνάγκη τόν Θεό καί τήν πίστη μας, γιατί αὐτά τά δύο θά μᾶς σώσουν. Ὅλα τά ἄλλα εἶναι πολύ μικρά, ἀνούσια καί μάταια.
Ἀλλά λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ποιούς νά κλάψω; αὐτούς πού ἀπουσιάζουν ἀπό τό Ναό ἤ αὐτούς πού ἐκκλησιάζονται; Ἄλλοι συνομιλοῦν μεταξύ τους, ἄλλοι ξύνονται καί χασμουριοῦνται, ἄλλοι σκέφτονται τίς ἐργασίες τους, ἄλλοι βιάζονται νά φύγουν, σάν νά τούς εἶχαν σέ καταναγκαστικά ἔργα καί ἄς ἦρθαν πρός τό τέλος τῆς θείας Λειτουργίας. Μάλιστα κάποιοι φεύγουν πρίν ἀπό τό τέλος, πρίν ἀπό τό δι᾿ εὐχῶν. Αὐτοί μοιάζουν τόν Ἰούδα, πού ἔφυγε βιαστικά, πρίν τελειώσει ὁ Μυστικός Δεῖπνος.
Μά καί ἀπό τούς τόσους πού παραμένουν μέχρι τό τέλος, ποιοί, πόσοι κοινωνοῦν τῶν Ἀχράντων Μυστυρίων; Σ᾿ ἕνα τραπέζι πηγαίνουμε γιά νά φᾶμε, ὄχι γιά νά δοῦμε ἁπλῶς τό φαγητό ἤ μόνο νά τό μυρίσουμε καί νά φύγουμε. Ἔτσι καί πάλι προσβάλλουμε αὐτόν, πού μᾶς κάλεσε. Τό εἴπαμε ἀμέτρητες φορές καί πάλι θά τό ποῦμε. Στή θεία Λειτουργία δέν ἐρχόμαστε μόνο γιά νά προσευχηθοῦμε. Ἄν καί δέν γνωρίζω πόσο γίνεται καί αὐτό τό ἐλάχιστο. Ἐρχόμαστε γιά νά κοινωνήσουμε. Ἄν δέν ἦταν νά κοινωνήσουμε, δέν θά τελούσαμε τήν θεία Λειτουργία. Θά κάμναμε μόνο τόν ὄρθρο καί θά φεύγαμε. Αὐτοί πού δέν κοινωνοῦν, φεύγουν πρίν τήν ἀπόλυση καί δέν παίρνουν οὔτε ἀντίδωρο, τότε γιά ποιό λόγο ἔρχονται στήν Ἐκκλησία;
    Στό ἱερώτερο σημεῖο, πού εἶναι ὁ καθαγιασμός τῶν Τιμίων Δώρων, ἐπαναλαμβάνουμε τά λόγια τοῦ Χριστοῦ: Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες... Καί λίγο ἀργότερα:Μετά φόβου Θεοῦ, πίστεως καί ἀγάπης προσέλθετε. Ποιοί νά προσέλθουν; Πέντε ἀπ᾿ ἐδῶ καί ἕξι ἀπό ἐκεῖ; Ὄχι, ὅλοι. Πάντες ἀπολαύσατε τοῦ συμποσίου τῆς πίστεως. Ἡ τράπεζα γέμει, τρυφήσατε πάντες.
 Ἀγαπητοί μου, Ὅποιος καταφρονεῖ κάτι, θά καταφρονηθεῖ ἀπό αὐτό. Καί ὅποιος περιφρονεῖ τόν Θεό, θά περιφρονηθεῖ ἀπό Αὐτόν. Ἄν γυρίσουμε τήν πλάτη μας στό Χριστό, ὑπογράφουμε τήν καταδίκη μας. Θά ἔρθει καιρός, πού θά χτυπᾶμε τήν θύρα τοῦ ἐλέους Του καί δέν θά μᾶς ἀνοίγει. Μᾶς τό εἶπε σήμερα ξεκάθαρα καί τό εἴδαμε νά γίνεται στήν παραβολή τῶν δέκα παρθένων. Ἄς Τόν ἀκούσουμε σ᾿ αὐτήν τήν ζωή, γιά νά ἀκούσει κι᾿ Ἐκεῖνος τήν ἱκεσία μας καί νά μᾶς δεχτεῖ στόν οὐρανό, στή Βασιλεία Του. Ἀμήν.-

Τρίτη, Δεκεμβρίου 11, 2018

Ἅγιος Σπυρίδων Καί ὄφιν εἰς χρυσοῦν μετέβαλες.

Καί ὄφιν εἰς χρυσοῦν μετέβαλες.



Τό ἀπολυτίκιο τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος τοῦ θαυματουργοῦ μᾶς παρουσιάζει μέσα σέ λίγες λέξεις σχεδόν ὁλόκληρη τήν ζωή καί πολλά ἀπό τά θαύματα τοῦ Μεγάλου αὐτοῦ Ἁγίου. Ἐμεῖς σήμερα θά ἀσχοληθοῦμε μέ ἕνα στίχο, πού ἀναφέρεται σ᾿ ἕνα θαυμαστό γεγονός, πού ὁ ἅγιος ἐπετέλεσε.
Γνωρίζουμε ἀπό τόν βίο του, ὅτι ἦταν πολύ ἐλεήμων καί φιλάνθρωπος. Μία φτωχή γυναίκα πῆγε σ᾿ ἕνα πλούσιο καί ζήτησε κάποια βοήθεια, μία ἐξυπηρέτηση. Νά τῆς δώσει λίγα χρήματα, γιά νά ξεπεράσει τό πρόβλημα, πού ἀντιμετώπιζε καί κατόπιν, ὅταν μποροῦσε, θά τοῦ ἐπέστρεφε τό ποσόν. Μέ ἄλλα λόγια δέν ζήτησε ἐλεημοσύνη, ἀλλά δανικά. Ὁ πλούσιος ὅμως ἀρνήθηκε νά προσφέρει τήν βοήθειά του καί ἡ γυναίκα ἀπευθύνθηκε στόν ἅγιο Σπυρίδωνα.
Ἐκεῖνος πάντοτε φτωχός καί πάντοτε μέ ἄδειες τίς τσέπες, λόγῳ τῆς συνεχοῦς ἐλεημοσύνης πού ἔδινε, δέν εἶχε τίποτε νά τῆς δώσει. Δέν τήν ἀπογοήτευσε ὅμως. Εἶναι πολύ κακό νά ἐλπίζει κάποιος σέ σένα, νά στηρίζει τίς ἐλπίδες του πάνω σου κι᾿ ἐσύ νά ἀδιαφορεῖς, νά μή καταλαβαίνεις, νά μή θέλεις νά βοηθήσεις.
Βγῆκε ἔξω στά χωράφια καί εἶδε ἕνα φίδι. Τό σταύρωσε κι᾿ ἐκεῖνο κοκκάλωσε. Ἔγινε ὁλόκληρο χρυσό. Τό πῆρε καί τό ἔδωσε στή γυναίκα, γιά νά κάνει τήν δουλειά της. Ὅταν ἐκείνη τακτοποίησε τίς ὑποθέσεις της, ἔφερε τό φίδι πίσω στόν Ἅγιο. Τό πῆρε ὁ ἅγιος, τό πῆγε πίσω πάλι στά χωράφια, ἀπό ἐκεῖ πού τό πῆρε.  Τό ἄφησε κάτω κι᾿ ἐκεῖνο ζωντάνεψε. Ἄντε τώρα νά πᾶς στό σπιτάκι σου καί στά παιδιά σου.
Μᾶς κάνει ἐντύπωση, γιατί πῆρε φίδι καί ὄχι κάτι ἄλλο, ἕνα κομμάτι ξύλο π.χ. πού ἦταν καί πιό εὔκολο νά βρεῖ. Θέλησε μέ τήν κίνηση αὐτή νά μᾶς δείξει, ὅτι ἡ φιλαργυρία εἶναι φίδι, πού πρέπει πολύ νά προσέχουμε. Καί ὅπως ἀπομακρυνόμαστε ἀπό ἕνα φίδι, ἔτσι νά ἀποφεύγουμε καί τήν πλεοναξία.
Ὁ Χριστός μέσα στό ἱερό Εὐαγγέλιο μᾶς λέει: Ὁρᾶτε καί φυλάσσεσθε ἀπό πάσης πλεονεξίας. Μή νομίζουμε, ὅτι ὅσο μεγαλώνει ἡ περιουσία μας, θά μεγαλώνει καί ἡ ζωή μας.  Τά πολλά ἀγαθά δέν φέρνουν μακροζωΐα. Ἄς θυμηθοῦμε τόν ἄφρωνα πλούσιο τῆς γνωστῆς παραβολῆς τοῦ Εὐαγγελίου. Εἶχε πάρα πολλά ἀγαθά, ὥστε δέν ἤξερε ποῦ νά τά ἀποθηκεύσει, ἀλλά ζωή δέν εἶχε οὔτε μία μέρα, ἀφοῦ τήν ἴδια νύχτα οἱ δαίμονες ἔπαιρναν τήν ψυχή του.
Οὔτε πάλι πάντοτε τά χρήματα καλυτερεύουν τήν ζωή μας. Πολύ σωστά εἶπε κάποιος σοφός: Μέ τά χρήματα ἀγοράζεις τό ἀκριβότερο κρεββάτι, ὄχι ὅμως καί ὕπνο. Ἀγοράζεις τά καλύτερα φάρμακα, ὄχι ὅμως πάντοτε τήν ὑγεία σου. Ἐξαγοράζεις συνειδήσεις, κλείνεις πολλά στόματα, ἀλλά τήν φωνή τῆς δικῆς σου συνειδήσεως δέν μπορεῖς νά σταματήσεις.
Ἡ πλεονεξία, σύμφωνα μέ τόν ἀπόστολο Παῦλο εἶναι εἰδωλολατρεία. Γιατί; Γιατί λατρεύουμε τόν χρυσό καί τόν ἄργυρο σάν τά εἴδωλα. Προσκυνοῦμε τήν ὕλη. Γιατί  αὐτά πού ἔπρεπε νά προσφέρουμε στόν Θεό, τά προσφέρουμε στά γήϊνα. Ἀντί νά ἀγαπᾶμε τόν Θεό ἐξ ὅλης τῆς καρδίας καί ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς καί ἐξ ὅλης τῆς διανοίας, ἀγαπᾶμε τά χρήματα. Βγάζουμε τόν Θεό ἀπό τήν καρδιά μας καί βάζουμε τά ὑλικά. Ἀντί νά δουλεύουμε στόν Κύριο, δουλεύουμε στόν μαμωνᾶ. Ὅταν ἡ ἀγάπη μας γιά τά πλούτη εἶναι μεγαλύτερη καί περισσότερη ἀπό τήν ἀγάπη πρός τούς συνανθρώπους μας, καίτί λέω παραπάνω ἀπό τόν Θεό, δέν εἶναι εἰδωλολατρεία;
Ἐλάβαμε τήν ἐντολή νά μή εἴμαστε προσκολημένοι στά ὑλικά πράγματα. Ἐξ αἰτίας των κάνουμε πολλά ἀπό τά ἀπαγορευμένα. Εἶπε ὁ Κύριος, ὅπου εἶναι ὁ θησαυρός μας ἐκεῖ θά εἶναι καί ἡ καρδιά μας. Σ᾿ ἐκεῖνο μέ τό ὁποῖο δένεται  ἡ καρδιά μας, καί ἐκεῖνο πού τόσο πολύ ἐπιθυμοῦμε, μᾶς τραβάει πολύ, ἐκεῖνο καί γίνεται ὁ Θεός μας, ὁ Κύριος τῆς καρδιᾶς μας. Ἡ σκέψη μας καί τά βλέμματά μας δέν εἶναι στραμμένα στόν οὐρανό, στό Θεό, ἀλλά στή γῆ καί στά βιωτικά, στά ὑλικά.
Ρίζα πάντων τῶν κακῶν ἡ φιλαργυρία, λέει πάλι ὁ ἀπόστολος Παῦλος.  Δέν ἀφήνει ἥσυχους καί ἀνενόχλητους οὔτε ζωντανούς, οὔτε πεθαμένους. Ἡ λύσσα τῆς φιλαργυρίας κάνει κάποιους νά ἀνοίγουν τούς τάφους καί νά γδύνουν ἀκόμη καί νεκρά λείψανα. Ἡ φιλαργυρία ξεσηκώνει τά παιδιά ἐνάντιο στούς γονεῖς, ἀδέλφια ἐνεντίον ἀδελφῶν. Ἡ φιλαργυρία κάνει τούς ἀνθρώπους νά κλέβουν ἀκόμη καί τά πράγματα τοῦ Θεοῦ, δηλ. τά ἀφιερωμένα στό Θεό, τούς κάνει ἱερόσυλους. Ἀπό φιλαργυρία κινούμενος καί ὁ Ἰούδας πρόδωσε τόν Χριστό.
Βγάλε τήν πλεονεξία ἀπό τούς ἀνθρώπους καί τότε δέν θά γίνει οὔτε πόλεμος,οὔτε ἔχθρα, οὔτε πορνεία. Γιά τά ἀργύρια γίνονται οἱ πόλεμοι τῶν βασιλέων, οἱ ἔχθρες ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους. Ἡ πόρνη γιά νά πάρει τά χρήματα ρίχνεται στήν πορνεία. Βόθρος διαβολικός ἡ πλεονεξία, λέει ἕνας ἑρμηνευτής τῶν Θείων Γραφῶν, ὁ Κυπριανός.
Ἡ πλεονεξία σπρώχνει τόν ἄνθρωπο νά ἀποκτᾶ ὅλο καί περισσότερα. Ὅταν ὅμως τά ἀποκτήσει δέν χαίρεται, ἀρχίζει ἀμέσως νά ψάχνει τό ἑπόμενο.
Λέει ὁ Μέγας Βασίλειος: Θά πεῖς ὅτι εἶναι δικά σου καί τά κάνεις ὅ,τι θέλεις. Καί ἀπαντᾶ πάλι ὁ ἴδιος ὁ ἅγιος. Πῶς εἶναι δικά σου; Ὅταν ἦρθες στόν κόσμο, ἦρθες γυμνός.  Γυμνός πάλι θά ἐπιστρέψεις στή γῆ. Δέν θά πάρεις τίποτε μαζί σου. Γι᾿ αὐτό τά σάβανα δέν ἔχουν τσέπες. Ἄν ἦταν δικά σου, κάτι θά ἔπαιρνες. Γιά νά μή παίρνεις, σημαίνει ὅτι δέν εἶναι δικά σου.  Δέν ἤσουν κάτοχος κανενός πράγματος, παρά μόνον ἤσουν διαχειριστής. Καί συνεχίζει. Αὐτός πού γδύνει τόν ντυμένο λέγεται λωποδύτης καί εἶναι κατακριτέος. Αὐτός πού δέν ντύνει τόν γυμνό καί γυμνό τόν ἀφήνει τί διαφορά ἔχει; πόσο καλύτερος εἶναι; Αὐτόν πῶς θά τόν ὀνομάσουμε; Ὁ πλοῦτος εἶναι εὐλογία, μόνο ὅταν γινώμαστε εὐεργετικοί στούς ἄλλους καίτούς ἐξυπηρετοῦμε μέ αὐτόν, ὄχι ὅταν τόν κρατοῦμε μόνο γιά τόν ἑαυτό μας.
Τό ψωμί πού ἀποθηκεύεις, ἐφόσον δέν σοῦ χρειάζεται, εἶναι τοῦ πεινασμένου. Μουχλιάζει καί τό πετᾶς. Τά ροῦχα πού μαζεύεις καί σαπίζουν μέσα στά ντουλάπια σου εἶναι τοῦ γυμνοῦ, τοῦ φτωχοῦ, πού δέν ἔχει. Εἶναι τόσοι καί τόσοι πού θά μποροῦσες νά βοηθήσεις, μά δέν τό κάνεις. Τότε εἶσαι ἔνοχος καί δέν θά ξεφύγεις τήν τιμωρία τοῦ Θεοῦ. 
Ἀκοῦς τό κλάμα τῶν φτωχῶν καί κάνεις πώς δέν ἀκοῦς. Βλέπεις τήν δυστυχία τους καί κάνεις, ὅτι δέν βλέπεις. Οἱ πονεμένοι δέν ἔχουν θέση στή ζωή καί στήν καρδιά τῶν πλουσίων καί αὐτό εἶναι πολύ κακό.
Λέει ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης: Κάθεσαι νά φᾶς. Σοῦ φτάνουν ἑκατό γραμμάρια ψωμί. Ἐσύ τρῶς διακόσια. Εἶναι λάθος καί ἁμαρτία. Τό πολύ φαγητό κάνει κακό καί στό σῶμα καί στήν ψυχή. Γι᾿ αὐτό τό ἐπί πλέον θά δώσεις λόγο στό Θεό. Ὁ Παγκόσμιος Ὀργανισμός Ὑγείας ἔκανε μία στατιστική. Μέσα σ᾿ ἕνα χρόνο πεθαίνουν 57 ἑκατομμύρια ἄνθρωποι. Τό 63%, δηλ. τά 36 ἑκατομμύρια πεθαίνουν ἀπό τό πολύ φαγητό, πού εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς πλεονεξίας.
Γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στόν μαθητή του Τιμόθεο: Ἔχοντες τροφάς καί σκεπάσματα τούτοις ἀρκεσθησόμεθα. Φαγητό ὅσο μᾶς ἀρκεῖ, γιά νά τραφεῖ τό σῶμα. Ὄχι γιά ἀπόλαυση καί ξεφάντωμα. Ἐνδύματα πάλι πρέπει νά ἔχουμε ὅσα ἀρκοῦν, γιά νά σκεπάζουν τό σῶμα, ὄχι γιά νά στολίζουν ἐξεζητημένα καί νά προκαλοῦν ἤ νά σκανδαλίζουν.
Ὁ Μέγας Βασίλειος λέει, ἔχουμε τά ἐνδύματα, γιά νά φυλάξουν τό σῶμα τόν χειμώνα ἀπό τό κρύο καί τό καλοκαίρι νά προστατεύσουν ἀπό τό καῦμα τοῦ ἥλιου. Δέν ἔχουμε κανένα περιττό, ἀλλά μόνο τά ἀναγκαῖα καί αὐτά ὄχι πονηρά καί προκλητικά.
Ὁ σοφός Σολομών προσευχόταν στό Θεό καί ζητοῦσε νά μή τοῦ δώσει πλοῦτο ἤ φτώχεια, ἀλλά μόνο τά ἀπαραίτητα. Καί ὁ σοφός Σειράχ στήν Παλαιά Διαθήκη λέει, ὅτι τά ἀπαραίτητα τῆς ζωῆς εἶναι τό νερό, τό ψωμί, τό φόρεμα καί τό σπίτι.  Ἄν ἔχεις περισσότερα ἀπό ὅσα χρειάζεσαι, ἀπό ὅσα πραγματικά ἔχεις ἀνάγκη, εἶναι πλεονεξία.
Ἀγαπητοί μου,
Σήμερα μιλᾶμε ὅλοι γιά οἰκονομική κρίση καί τρέμουν τί θά κάνουν, πῶς θά ζήσουν μέ λιγότερα χρήματα. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι τό παρακάναμε, κακομάθαμε. Γίναμε φιλάργυροι καί πλεονέκτες καί πολύ σπάταλοι στήν ζωή μας. Καί αὐτό γιατί ἡ κρίσις εἶναι πνευματική. Πολύ πιό πρίν ἀπό τήν οἰκονομική κρίση ἄρχισε ἡ κρίσις τῶν ἀρχῶν καί τῶν ἀξιῶν. Ἐκείνη μᾶς ἔφερε σ᾿ αὐτό τό ἀποτέλεσμα. Ἔχουμε ἀναγάγει τήν ἀπληστία καί τήν πλεονεξία σέ ἀρετή. Τιμοῦμε τό χρῆμα πολύ περισσότερο ἀπό ὅ,τι ἀξίζει. Καταπατοῦμε τό δίκαιο τοῦ ἄλλου γιά τήν ἱκανοποίηση τῶν προσωπικῶν μας ἐπιθυμιῶν.
Εἶναι καιρός νά καταλάβουμε, ὅτι πήραμε λάθος δρόμο. Εἶναι καιρός νά συνέλθουμε, νά αἰσθανθοῦμε  τό λάθος μας καί νά γυρίσουμε πίσω. Ποῦ πίσω; Στόν Θεό καί στούς ἁγίους μας. Ὁ ἅγιος Σπυρίδων νά μᾶς φωτίσει. Νά βοηθήσει νά καταλάβουμε, τί χρειάζεται νά κάνουμε. Νά νιαστοῦμε γιά τά πνευματικά, πού τά ξεχάσαμε ἐντελῶς. Νά ἐνδιαφερθοῦμε γιά τήν σωτηρία τῆς ψυχῆς μας. Ἀμήν.-

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 05, 2018

Ἅγιος Νικόλαος Ἐγκρατείας διδάσκαλος.

Ἐγκρατείας διδάσκαλος.
Ὁ ἅγιος Νικόλαος εἶναι ἀπό τούς μεγαλύτερους καί πιό γνωστούς ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας μας. Μετά τήν Παναγία καί τόν ἅγιο Γεώργιο εἶναι ὁ περισσότερο γνωστός σέ ὅλο τόν ὀρθόδοξο κόσμο. Πολλοί χριστιανοί φέρουν τό ὄνομά του καί πολλοί τόν ἔχουν συνέχεια στό στόμα τους, ἐπικαλούμενοι τίς πρεσβεῖες του καί τήν βοήθειά του.
Ὅλη του ἡ ζωή ἦταν γεμάτη ἀπό ἀγάπη καί φιλανθρωπίες.  Γι᾿ αὐτό καί Νικόλαος σημαίνει, ὅτι νίκησε τόν λαό, κατέκτησε τίς καρδιές τοῦ κόσμου, ἀλλά καί ὁ λαός νικᾶ ἔχοντας τήν βοήθειά του.
Τό φωτεινό παράδειγμά του καί τήν ἁγία ζωή του καλούμεθα ὅλοι νά ἀκολουθήσουμε. Λίγα λόγια θά ποῦμε ἀπό τή θαυμαστή ζωή του, γιά νά γνωρίσουμε πῶς πρέπει νά εἶναι καί ἡ δική μας ζωή.
Γεννήθηκε μέσα στούς διωγμούς ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ γονεῖς του ἦταν ἄνθρωποι εὐσεβεῖς καί ἐνάρετοι. Πιστοί καί ἀφοσιωμένοι στό Θεό. Ἦσαν ἀρκετά εὔποροι, γι᾿ αὐτό καί φρόντισαν γιά τήν ἱκανοποιητική μόρφωσή του. Ὅμως πρίν ἀπό τήν κοσμική μόρφωση νιάστηκαν νά τοῦ διδάξουν τήν πίστη τοῦ Χριστοῦ.
Ἀπό ἐνωρίς ὁ Νικόλαος ἔδειχνε τί θά γίνει, ὅταν μεγαλώσει. Ἀπό μικρός ἔδειξε τήν ἀγάπη του στό Θεό. Περνοῦσε τίς ἡμέρες του μέ προσευχή καί νηστεία. Νήστευε κάθε Τετάρτη καί Παρασκευή, χωρίς νά πάθει κάτι κακό ἀπό τήν νηστεία. Τό λέω αὐτό, διότι πολλοί γονεῖς δέν ἐπιτρέπουν στά παιδιά τους νά νηστεύσουν, ἀπό φόβο μήπως ἀρρωστήσουν, μήπως πάθουν κάτι.
Τό θέμα εἶναι ὅτι σήμερα δημιουργοῦνται προβλήματα ὑγείας σέ μικρούς καί μεγάλους ἀπό τήν πολυφαγία καί ὄχι ἀπό τήν νηστεία. Πρέπει ἀπό μικρά στήν ἡλικία νά τά διδάξουμε νά βάζουν τό κεφάλι κάτω ἀπό τόν ἐλαφρύ ζυγό τοῦ Κυρίου. Ἄν δέν μάθουν ἀπό τώρα, οὔτε καί ὅταν μεγαλώσουν θά θέλουν νά ἀκολουθοῦν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας.
Δυστυχῶς ἐκεῖνοι πού κακομαθαίνουν τούς νέους, γιά νά μή πῶ καί τούς διαφθείρουν, τούς ὁδηγοῦν στό κακό εἶναι οἱ μεγαλύτεροι καί κυρίως οἱ γονεῖς. Αὐτούς τούς γονεῖς, λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, σάν ἐγκληματίες θά τούς καταδικάσει ὁ Θεός.
Ὁ ἅγιος Νικόλαος Τετάρτη καί Παρασκευή ὄχι μόνο νήστευε, ἀλλά καί βρέφος πού ἦταν τίς ἡμέρες τῆς νηστείας δέν θήλαζε ἀπό τήν μητέρα του. Γι᾿ αὐτό καί τό ἀπολυτίκιό του τόν ἀποκαλεῖ ἐγκρατείας διδάσκαλον.
Ὅταν ἔφτασε σέ νεανική ἡλικία πέθαναν καί οἱ δύο γονεῖς του.  Γιά νά σκεφθοῦμε τώρα, ἕνας νέος μέ χρήματα, χωρίς τήν ἐπίβλεψη καί τόν ἔλεγχο τῶν γονέων του τί θά ἔκαμνε; Θά ζοῦσε ἀχαλίνωτα μέσα στίς διασκεδάσεις, στά ξενύχτια, στήν ἀσωτεία. Οὔτε Θεό θά ὑπολόγιζε, οὔτε ἀνθρώπους θά ντρεπόταν. Ὁ ἅγιος Νικόλαος ὅμως εἶχε στερεές βάσεις, γερά θεμέλια, καλές χριστιανικές ἀρχές ἀπό μικρό παιδί. Οὔτε καί τότε ἔκανε κάτι κακό. Μοίρασε τήν περιουσία του στούς φτωχούς ἐνῷ ὁ ἴδιος συνέχιζε νά ζεῖ περιορισμένα, μέ πολλή ἐγκράτεια καί λιτότητα.
 Ὅταν ζοῦμε μέ λιτότητα καί ἐγκράτεια μποροῦμε νά δίνουμε ἐλεημοσύνη, ὅπως ἔκανε καί ὁ ἅγιος. Ἄν εἴμαστε σπάταλοι καί ξοδεύουμε ἀσυλλόγιστα, τότε ἀσφαλῶς δέν μποροῦμε νά κάνουμε κανένα καλό. Καί ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλά θά ἔρθει καιρός πού καί ἐμεῖς μέ τά πολλά κάποτε θά πεινάσουμε.
 Θυμηθεῖτε τόν ἄσωτο υἱό τῆς παραβολῆς, πού εἶπε ὁ Κύριος. Ἔφτασε στό οἰκτρό κατάντημα τό ἀρχοντόπουλο ἐκεῖνο, νά μή ἔχει νά φάει καί νά προσπαθεῖ νά γεμίσει τό στομάχι του μέ τά ξυλοκέρατα πού ἔτρωγαν οἱ χοῖροι.
Ἀλλά, ἀγαπητοί μου, ὅταν λέμε ἐγκράτεια, δέν ἐννοοῦμε μόνο τήν νηστεία, τήν ἀποφυγή τοῦ φαγητοῦ. Ἡ ἐγκράτεια μέσα στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία περιλαμβάνει μεγάλο χῶρο καί πολλή ἔκταση. Ἐπεκτείνεται καί σέ ἄλλες πλευρές, σέ ἄλλους τομεῖς τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς.
Σέ μία του ὁμιλία ὁ Μέγας Βασίλειος ἀναφέρει ἐγκράτεια γλώσσης, θυμοῦ ἀποχή, ψεύδους, καταλαλιᾶς καί ἐπιορκίας. Μέ ἄλλα λόγια νά ἔχουμε ἐγκράτεια στήν γλώσσα μας, νά βάζουμε χαλινάρι στή γλώσσα μας. Ὅταν εἶναι ἀχαλίνωτη κάνει μεγάλη ζημιά. Ὅπως λέει ἡ παροιμία, κόκκαλα δέν ἔχει καί κόκκαλα τσακίζει. Πολύ εὔκολα γλυστράει ἡ γλώσσα καί μᾶς παρασύρει σέ πολλά κακά. Πολλοί πού δέν προσέχουν τώρα τήν γλώσσα τους καί δέν δίνουν σημασία στά λόγια τους, θά ἔρθει καιρός, πού θά παρακαλοῦσαν νά ἦταν ἄλαλοι καί μουγγοί, νά μή εἶχαν στόμα καί νά μή μιλοῦσαν καθόλου.
Λέγει καί ὁ Χριστός μέσα στό Εὐαγγέλιο, ἀπό τό στόμα σου θά σέ καταδικάσω, δοῦλε πονηρέ.
Ὁ Θεός μᾶς ἔδωσε τό στόμα, γιά νά ἐπικοινωνοῦμε μέ τούς ἀνθρώπους, ἀλλά καί μαζί του. Δηλαδή νά ψάλλουμε καί νά προσευχώμαστε. Κι᾿ ἐμεῖς μέ αὐτό δαγκώνουμε τούς συνανθρώπους μας καί βλασφημοῦμε τόν Θεό, ρίχνουμε ἄφθονο δηλητήριο.
Ὅμως, γιά νά τελειώσουμε, ἀφήνουμε ἄλλους τομεῖς τῆς ἐγκρατείας, γιά νά ποῦμε δύο λόγια γιά τήν ἐγκράτεια τῶν ὀφθαλμῶν. Προσοχή στά μάτια μας. Νά τά ἐλέγχουμε, νά μή τά ρίχνουμε σέ ἄπρεπα θεάματα. Οἱ ὀφθαλμοί σου ὀρθά βλεπέτωσαν, διαβάζουμε στήν Ἁγία Γραφή. Ἄν δέν τό κάνουμε αὐτό, δέν θά ἀποφύγουμε πολλές καί βαριές ἁμαρτίες. Ἔτσι ὁ βασιλιάς Δαβίδ ὁδηγήθηκε στό διπλό ἁμάρτημα τῆς μοιχείας καί τοῦ φόνου καί ἔπειτα ἔκλαιγε μετανοημένος μιά ὁλόκληρη ζωή. Μετά τό πάθημά του παρακαλοῦσε τόν Θεό, ἀπόστρεψον τούς ὀφθαλμούς μου τοῦ μή ἰδεῖν ματαιότητα. 
Θά μᾶς πεῖ πάλι ὁ Μέγας Βασίλειος κάθε κάλλος ξένο, πού δέν μᾶς ἀνήκει, εἶναι μάταιον καί ἐμεῖς δέν πρέπει νά ρίχνουμε πάνω του τά μάτια μας.
Ἐγκράτεια πρέπει νά ἔχουμε ἀπό ἀκάθαρτους λογισμούς. Νά σταματήσουμε τήν ἁμαρτία, νά ἀποξενωθοῦμε ἀπό τά πάθη, τίς πονηρές ἐπιθυμίες. Ἡ πολύπλευρη ἐγκράτεια εἶναι ἡ ἀρχή τῆς πνευματικῆς ζωῆς, αὐτῆς πού γίνεται πρόξενος αἰωνίων ἀγαθῶν.
Ἀγαπητοί μου,
Ὁ Ἅγιος Νικόλαος εἶναι ἐγκρατείας διδάσκαλος. Ἐμεῖς νά κοιτάξουμε νά γίνουμε μαθηταί του. Νά διδαχθοῦμε ἀπό αὐτόν τήν ἐγκράτεια. Νά προσπαθήσουμε νά προοδεύσουμε σ᾿ αὐτήν, γιά νά πάρουμε καλό βαθμό. Ὁ βαθμός μας θά εἶναι ἡ σωτηρία μας, ἡ κατάκτηση τοῦ οὐρανοῦ. Ἀμήν.-

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 03, 2018

Ἁγία Βαρβάρα


Ὁ π. Ἰουστίνος Πόποβιτς, ἕνας Σέρβος ἅγιος τῶν ἡμερῶν μας, λέει ὅτι οἱ βίοι τῶν Ἁγίων φανερώνουν σαφῶς καί ἀποδεικνύουν, ὅτι κάθε ἅγιος εἶναι ὁ Χριστός ἐπαναλαμβανόμενος. Στό πρόσωπο κάθε ἁγίου βλέπουμε τόν Χριστό. Στήν πραγματικότητα αὐτό εἶναι καί κάθε χριστιανός, κατά τό μέτρο βέβαια τῆς πίστεώς του. Ὅσο περισσότερο πιστεύει, τόσο περισσότερο ἅγιος εἶναι, τόσο περισσότερο ἁγιοποιεῖται.
Τό πρῶτο μας ἐπάγγελμα δέν εἶναι τό βιοποριστικό, αὐτό πού κάνει ὁ καθένας μας, γιά νά βγάλει τό ψωμί του, τό ψωμί τῶν παιδιῶν του, τῆς οἰκογένειάς του. Τό πρῶτο μας ἐπάγγελμα εἶναι ἡ χριστιανική μας ἰδιότητα. Δηλαδή ὅπου βρεθοῦμε καί ὅπου σταθοῦμε, μέ τήν παρουσία μας, μέ τά λόγια μας, μέ ὅλη μας τήν ζωή νά ἀναγγέλουμε, νά κηρύττουμε, νά φανερώνουμε στόν κόσμο τόν Ἰησοῦ Χριστό.
Ἡ Ἐκκλησία μας μέ τίς ἀκολουθίες της, τά κηρύγματά της, μέ ὅλες τίς ἐκδηλώσεις της δέν κάνει τίποτε ἄλλο, ἀπό τό νά μᾶς προσκαλεῖ σ᾿ αὐτό. Νά μιμούμεθα καί νά ἐπαναλαμβάνουμε τήν ζωή τοῦ Χριστοῦ μαζί μέ τόν ἅγιο, πού γιορτάζουμε.
Αὐτό πού σᾶς λέω τώρα ἔχει σχέση μέ τήν ἁγία Βαρβάρα, πού γιορτάζουμε σήμερα. Ὅπως λέει τό συναξάρι της, ὁ βίος της, ἦταν ὡραιότατη καί στό σῶμα καί στήν ψυχή, γι᾿ αὐτό καί πολλοί μνηστῆρες τήν ζητοῦσαν σέ γάμο. Ὁ πατέρας της, γιά νά τήν προστατεύσει, ἔχτισε ἕναν πύργο καί τήν ἔβαλε μέσα.
Κάποια μέρα χτύπησε ἡ πόρτα τοῦ ἀρχοντικοῦ της. Κατέβηκε νά ἀνοίξει ἡ ἴδια ἡ Βαρβάρα, πού ἀκόμη δέν εἶχε γίνει χριστιανή, καί βλέπει μπροστά της μία νέα, ἄγνωστη, πού πουλοῦσε κεντήματα. Τήν ἀνέβασε πάνω στό σπίτι της καί ἔβλεπε τά κεντήματα τῆς κοπέλας.
Τά μάτια τῆς Βαρβάρας ἔπεσαν σέ ἕνα κέντημα, πού εἶχε ἕνα πρόβατο. Τί εἶναι αὐτό; ρώτησε. Ἄ, αὐτό εἶναι ὁ Θεός μου, ἀπάντησε ἡ ξένη. Πῶς εἶναι δυνατόν, ἕνα πρόβατο νά εἶναι Θεός; ρώτησε πάλι μέ ἀπορία. Ἡ ἄγνωστη κοπέλα τότε βρῆκε εὐκαιρία καί τῆς μίλησε γιά τόν Χριστό, πού εἶναι ὁ ἀμνός τοῦ Θεοῦ, ὁ αἵρων τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου. Ἔτσι ξεκίνησε ἡ κατήχηση τῆς Βαρβάρας. Κατόπιν τήν ὁδήγησε σ᾿ ἕναν πνευματικό, ὁ ὁποῖος τήν ἐδίδαξε συστηματικότερα τίς ἀλήθειες τοῦ Εὐαγγελίου καί τήν βάπτισε χριστιανή.
Τό περιστατικό αὐτό ἐξηγεῖ καί ἑρμηνεύει ἐκεῖνο, πού σᾶς εἶπα πιό μπροστά, ὅτι ὅλοι μας παντοῦ καί πάντοτε, ὅπου βρεθοῦμε καί ὅπου σταθοῦμε, μποροῦμε καί πρέπει νά κηρύττουμε τόν Ἰησοῦ Χριστό.
Οἱ διάφοροι αἱρετικοί, πού πηγαίνουν ἀπό πόρτα σέ πόρτα καί διαδίδουν τά ψεύδη καί τίς πλάνες τους, εἴτε προτεστάνται λέγονται, εἴτε χιλιασταί λέγονται, εἴτε ὁ,τιδήποτε ἄλλο, δέν εἶναι οἱ παπάδες καί οἱ δεσποτάδες τους. Ἁπλοί ἄνθρωποι εἶναι. Ἔχουν ὅμως ζῆλο γιά τήν πλάνη τους καί προσπαθοῦν νά τήν διαδώσουν καί νά παρασύρουν καί ἄλλους ἀνθρώπους μαζί τους στήν καταστροφή. Ἄν δεῖτε τήν Ἁγία Γραφή, πού κρατοῦν στά χέρια τους, τήν ἔχουν φάει κυριολεκτικά. Τήν ἔλειωσαν μέ τά δάχτυλά τους ἀπό τήν συνεχῆ ἀνάγνωση. Οἱ δικές μας, ἄν ἔχουμε,  εἶναι ὁλοκαίνουργιες, ἄθικτες, γιατί δέν τίς ἀνοίγουμε ποτέ νά μελετήσουμε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Δυστυχῶς, ὅπως εἶπε καί ὁ Κύριος, οἱ υἱοί τοῦ σκότους εἶναι φρονιμότεροι, εἶναι καλύτεροι καί πιό δραστήριοι ἀπό ἐμᾶς, τοὐλάχιστον σ᾿ αὐτό τό σημεῖο.
Ἀπό τό πιό πάνω περιστατικό, πού ἀναφέραμε, βλέπουμε τήν ἀξία, πού ἔχουν οἱ εἰκόνες. Λένε, μιά εἰκόνα, χίλιες λέξεις. Στήν Ὀρθόδοξη πίστη μας οἱ ἅγιες εἰκόνες ἔχουν τήν ἴδια ἀξία μέ τά ἱερά Εὐαγγέλια. Μή μᾶς φαίνεται ὑπερβολικό. Βέβαια οἱ διάφοροι αἱρετικοί μᾶς κατηγοροῦν, ὅτι τάχα εἴμαστε εἰδωλολάτρες, γιατί ἀσπαζόμαστε καί τιμοῦμε τίς ἅγιες εἰκόνες. Ἄς δοῦμε ὅμως εἶναι ἔτσι;
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης ὀνομάζει τίς εἰκόνες γλωττοφόρον βιβλίον. Ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής ἔγραψε τό Εὐαγγέλιο, τό ὁποῖο δέχονται καί οἱ αἱρετικοί καί μάλιστα κόπτονται δῆθεν γι᾿ αὐτό. Τί ἔγραψε στό Εὐαγγέλιο; Ὅλη τήν ἔνσαρκη οἰκονομία τοῦ Χριστοῦ. Ἔ, καί ὁ ζωγράφος τό ἴδιο ἀκριβῶς ἔκανε. Ὁ ἕνας στό χαρτί, ὁ ἄλλος πάνω στό σανίδι. Καί οἱ δυό τό ἴδιο μᾶς διδάσκουν. Γιατί ψευδομάρτυρες τοῦ Ἱεχωβᾶ καί λοιποί αἱρετικοί προσκυνεῖτε δῆθεν τήν Βίβλο, ἀλλά καταπατεῖτε καί βδελύσσεσθε τήν εἰκόνα; Σέ τί διαφέρει τό χαρτί ἀπό τό σανίδι ἤ τόν ἀσβέστη; Σέ τί διαφέρει τό μελάνι ἀπό τά χρώματα; Ὅλα εἶναι ὕλη  καί προσφέρουν τήν ἴδια ἐργασία. Δέν τιμοῦμε τό σανίδι ἤ τά χρώματα, ἀλλά τό πρόσωπο, πού εἰκονίζει. Πολύ σωστά γράφει ὁ Μέγας Βασίλειος: Ἡ τῆς εἰκόνος τιμή ἐπί τό πρωτότυπον διαβαίνει. Δέν λατρεύουμε τήν εἰκόνα, ἀλλά τόν ἐν αὐτῇ εἰκονιζόμενο Χριστό.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, πού γιορτάζει σήμερα μέ τήν Ἁγία Βαρβάρα λέει. Ἐάν κάποιος ἀπό τούς ἀπίστους ἤ τούς εἰδωλολάτρες σοῦ πεῖ, δεῖξε μου τήν πίστη σου, γιά νά πιστεύσω κι᾿ ἐγώ, τόν φέρνεις στήν Ἐκκλησία καί τοῦ δείχνεις ὅλον τόν διάκοσμο τῶν ἱερῶν εἰκόνων, τίς μορφές τῶν Ἁγίων. Ρωτάει ὁ ἄπιστος, ποιός εἶναι αὐτός ὁ ἐσταυρωμένος; Ποιός εἶναι αὐτός, πού καταπατεῖ τήν κεφαλήν τοῦ γηραιοῦ τούτου; (τοῦ ἅδη δηλαδή). Τότε ἀπό τήν εἰκόνα λαμβάνεις ἀφορμή καί τοῦ διδάσκεις ὅλα γύρω ἀπό τόν Χριστό καί τό σωτηριῶδες ἔργο, πού ἐπετέλεσε. Δηλαδή ὅ,τι ἀκριβῶς ἔκανε ἐκείνη ἡ ἄγνωστη κοπέλα στήν ἁγία Βαρβάρα, πού πῆρε ἀφορμή ἀπό ἕνα κέντημα μέ τό πρόβατο καί τῆς μίλησε γιά τόν Ἰησοῦ Χριστό.

Ἀλλά, ἀγαπητοί μου, γιά νά τελειώσουμε, εἰκόνα τοῦ Θεοῦ εἶναι καί ὁ ἄνθρωπος. Ὁ Θεός μᾶς ἐδημιούργησε κατ᾿ εἰκόνα δική Του. Αὐτό σημαίνει, ὅτι δέν μποροῦμε νά περιφρονοῦμε, δέν ἐπιτρέπεται νά ὑποτιμοῦμε τόν ἄνθρωπο. Δέν εἶναι σωστό νά προσβάλουμε, νά φτύνουμε, νά μουτζώνουμε κανένα ἄνθρωπο. Ὅλοι ἔχουν τήν ἴδια ἀξία εἴτε εἶναι πλούσιοι εἴτε φτωχοί, εἴτε εἶναι πτυχιοῦχοι ἤ ἀγράμματοι.
 Ὅταν ἔχουμε κάποιον στή δούλεψή μας, τοῦ δίνουμε τό κανονικό μεροκάματο; Ἐμεῖς ζητοῦμε ὁλόκληρο τόν μισθό μας. Γιατί μειώνουμε τόν μισθό τοῦ ἄλλου; Δέν ἐκμεταλευόμαστε τούς ξένους, τούς ἀλλοδαπούς. Καί αὐτοί παιδιά τοῦ ἴδιου Θεοῦ εἶναι, ἄσχετα ἄν δέν τόν γνωρίζουν. Κι᾿ ἐμεῖς πού τόν γνωρίζουμε, πόσο καλύτεροι καί ἀνώτεροι εἴμαστε; Μέ τό νά τούς ἐκμεταλλευώμαστε, προσβάλλουμε τόν ἴδιο τόν Θεό.
Ἀκόμη δέν ἀλλοιώνουμε τό πρόσωπό μας μέ τά ὑπερβολικά βαψίματα. Ἔτσι χαλοῦμε τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ καί βάζουμε προσωπεῖο. Φοροῦμε δηλαδή μάσκα, εἰκόνα τοῦ διαβόλου. Δείχνουμε ἐκεῖνο, πού πραγματικά εἴμαστε, ἀλλά τό κρύβουμε καί τό ἀποκαλύπτουμε τίς ἀποκριές. Ὅτι δηλαδή εἴμαστε μασκαράδες.
Ἐπίσης δέν καταστρέφουμε τό σῶμα μας μέ τίς ἁμαρτίες καί ἀπροσεξίες μας. Δέν τό ξεγυμνώνουμε, δέν τό περιφέρουμε προκλητικά γυμνό ἐδῶ κι᾿ ἐκεῖ,  ἀλλά τό σεβόμαστε, τό τιμοῦμε, τό διατηροῦμε ἁγνό καί καθαρό, γιατί δέν εἶναι κάποια κιλά κρέατος, εἶναι ναός τοῦ ἐν ἡμῖν ἁγίου Πνεύματος, ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀοράτου.
Ἕνα ἀπό τά βασανιστήρια τῆς ἁγίας Βαρβάρας ἦταν νά τήν ξεγυγνώσουν καί γυμνή νά τήν περιφέρουν στούς δρόμους, γιά νά τήν διαπομπεύσουν καί νά τήν ρεζιλέψουν. Ὅμως ὁ Θεός δέν ἐπέτρεψε κάτι τέτοιο. Τήν διεφύλαξε μέ θαυμαστό τρόπο. Τήν στιγμή, πού προσπαθοῦσαν νά τήν ξεγυμνώσουν, τήν ἴδια στιγμή ὁ Θεός τήν ἔντυνε μέ ἄλλα ἐνδύματα καλύτερα καί λαμπρότερα. Ἕνα σύννεφο κατέβηκε ἀπό τόν οὐρανό καί τήν σκέπασε, τύλιξε τό ἁγνό σῶμα της, μή ἐπιτρέποντας σέ κανένα νά τό δεῖ. Ὅταν λοιπόν ὁ Θεός θέλει ντυμένο τό σῶμα μας καί σκεπασμένο μέ σεμνή ἐνδυμασία, ἐμεῖς δέν ἐπιτρέπεται  νά τό ξεγυμνώνουμε καί νά τό προσβάλουμε.
Νά τιμοῦμε τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ μέ τόν καλύτερο τρόπο, γιά νά τιμήσει κι᾿ ἐμᾶς ὁ Θεός. Ἡ καλύτερη τιμή εἶναι νά μᾶς κάνει παιδιά του, νά μᾶς βάλει στόν Παράδεισο, νά μᾶς χαρίσει τήν Βασιλεία Του. Ἀμήν.-

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...