Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Πέμπτη, Απριλίου 17, 2014

Ο Μεγάλος «Ξένος»(Δός μοι τούτον τον Ξένον...)


Τον ήλιον κρύψαντα τας ιδίας ακτίνας


και το καταπέτασμα του ναού διαρραγέν
τω του Σωτήρος θανάτω, ο Ιωσήφ θεασάμενος
προσήλθε των Πιλάτω και καθικετεύει λέγων:
"Δός μοι τούτον τον ξένον,
Τον εκ βρέφους ως ξένον ξενωθέντα εν κόσω.
Δος μοι τούτον τον ξένον,
ον ομόφυλοι, μισούντες θανατούσιν ως ξένον.
Δος μοι τούτον τον ξένον,
ον ξενίζομαι βλέπειν του θανάτου τον ξένον.
Δος μοι τούτον τον ξένον,
όστις οίδε ξενίζειν τους πτωχούς και τους ξένους.
Δος μοι τούτον τον ξένον,
Ον Εβραίοι τω φθόνω απεξένωσαν κόσμω.
Δος μοι τούτον τον ξένον,
ίνα κρύψω εν τάφω, ος ως ξένος ουκ έχει την κεφαλήν πού κλίνη.
Δος μοι τούτον τον ξένον,
ον η μήτηρ ορώσα νεκρωθέντα εβόα:
Ω Υιέ και Θεέ μου, ει και τα σπλάχνα τριτρώσκομαι
και καρδίαν σπαράττομαι νεκρόν σε καθορώσα
αλλά τη ση αναστάσει θαρρούσα μεγαλύνω".
Και τούτοις τοις λόγοις δυσωπών τον Πιλάτον
ο ευσχήμων λαμβάνει του Σωτήρος το σώμα,
ο και φόβω εν σινδόνι ενειλήσας και σμύρνη,
κατέθετο εν τάφω τον παρέχοντα πάσι
ζωήν αιώνοιν και το μέγα έλεος.

*****
Είμαστε περαστικοί, είμαστε εν κινήσει, σε ξένο τόπο ένεκα της αφροσύνης μας. Εδώ, στον τόπο της εξορίας μας και της οδύνης μας, χρώμενος άκραν συγκατάβασιν, μας επεσκέφθη ο Υιός και Λόγος του Θεού, ο Σωτήρ του κόσμου, ο Χριστός! Ήλθεν ως ο Μεγάλος Ευεργέτης και ο κόσμος Τον εσταύρωσε! Η εποχή Του δεν τον δέχθηκε! Έμεινε λοιπόν ο Μεγάλος «Ξένος»! «Εν τω κόσμω ην ...και ο κόσμος αυτόν ουκ έγνω. Εις τα ίδια ήλθε, και οι ίδιοι αυτόν ου παρέλαβον» αναφωνεί με πικρό παράπονο ο ευαγγελιστής Ιωάννης.

Όταν χάσαμε τον Κήπο της Εδέμ, τον Παράδεισο, μας πέταξαν στη γη, την κοιλάδα του κλαυθμώνος! Πρέπει, λοιπόν, να ζούμε σαν ξένοι και να πορευώμεθα προς την ουράνια Πατρίδα. «Ξένος τόκον ιδόντες, ξενωθώμεν του κόσμου»!

Ο Άγίος Επιφανίος, Αρχιεπίσκοπος Κύπρου (4ος - 5ος αι.),στον λόγο του στη θεόσωμη ταφή του Κυρίου, αρχίζει και επαναλαμβάνει την φράση:

«δος μοι τούτον τον ξένον»:

Φαντάζεται τον Ιωσήφ την ώρα, που προσέρχεται προς τον Πιλάτο για να ζητήση το πανακήρατο Σώμα του Ιησού προς ενταφιασμό, και βάζει στο στόμα του τα εξής υπέροχα λόγια:

«Αλλά τι; Αίτησίν τινα οικτράν, ω κριτά, και τοις πάσι μικράν αιτούμενος προς σε παραγέγονα· δος μοι νεκρόν προς ταφήν το σώμα εκείνου, του παρά σου κατακριθέντος Ιησού του Ναζωραίου, Ιησού του πτωχού, Ιησού του αοίκου, Ιησού του γυμνού, Ιησού του ευτελούς, Ιησού του τέκτονος υιού, Ιησού του δεσμίου, Ιησού του αιθρίου, Ιησού του ξένου και επί ξένοις αγνωρίστου και ευκαταφρονήτου και επί πάσι κρεμαμένου.
Δος μοι τούτον τον ξένον· τι γαρ σε λοιπόν ωφελεί το σώμα αυτού;

Δος μοι τούτον τον ξένον· εκ μακράς γαρ ήλθε της χώρας ώδε, ίνα σώση τον ξένον.

Δος μοι τούτον τον ξένον· κατήλθε γαρ εις γην σκοτεινήν ανενέγκαι τον ξένον.

Δος μοι τούτον τον ξένον· αυτός γαρ και μόνος υπάρχει ξένος. Δος μοι τούτον τον ξένον, ούτινος την χώραν αγνοούμεν οι ξένοι. Δος μοι τούτον τον ξένον, ούτινος τον Πατέρα αγνοούμεν οι ξένοι.

Δος μοι τούτον τον ξένον, ούτινος τον το-πον και τον τόκον και τον τρόπον αγνοούμεν οι ξένοι.

Δος μοι τούτον τον ξένον, τον ξένην ζωήν και βίον ζήσαντα επί ξένης.

Δος μοι τούτον τον ξένον, τον μη έχοντα ώδε που την κεφαλήν κλίνη.

Δος μοι τούτον τον ξένον, τον ως ξένον επί ξένης άοικον και επί φάτνης τεχθέντα.

Δος μοι τούτον τον ξένον, τον εξ αυτής της φάτνης ως ξένον εξ Ηρώδου φυγόντα.

Δος μοι τούτον τον ξένον, τον εξ αυτών των σπαργάνων εν Αιγύπτω ξενωθέντα.

Δος μοι τούτον τον ξένον, τον ου πόλιν, ου κώμην, ουκ οίκον, ου μονήν, ου συγγενή, επ'; αλλοδαπής δε χώρας την οίκησιν έχοντα και τα πάντα κατέχοντα».

Περισσότερο «Ξένος» από όλους μας, από όλους τους ανθρώπους όλων των εποχών και όλων των αιώνων υπήρξεν ο Χριστός μας. Το κακό είναι ότι ακόμη και σήμερα για πολλούς παραμένει ξένος και άγνωστος!
πηγή/ αντιγραφή

Ὁ Τίμιος Σταυρὸς Αρχιμανδρίτης Γεώργιος Καψάνης






Ὅλα στὴν Ἐκκλησία μας εἶναι ἀναστάσιμα, γιατί ὅλα εἶναι σταυρικά. Ἡ Ἐκκλησία μας εἶναι Ἐκκλησία τοῦ Σταυροῦ καὶ τῆς Ἀναστάσεως. Χωρὶς Σταυρὸ δὲν ὑπάρχει Ἀνάστασις. Ἀλλὰ οὔτε καὶ Σταυρὸς ὑπάρχει ποὺ νὰ μὴν ἀκολουθῆται ἀπὸ τὴν Ἀνάστασι. Γι' αὐτὸ οἱ Ὀρθόδοξοι ἑορτάζουμε καὶ τὴν Μ. Παρασκευὴ ἀναστάσιμα, ἐνῶ οἱ Δυτικοὶ καὶ τὸ Πάσχα σταυρώσιμο. «Τὸν Σταυρό Σου προσκυνοῦμεν Δεσπότα, καὶ τὴν ἁγία Σου Ἀνάστασιν δοξάζομεν».

Ἔτσι καὶ ὁ θεῖος Χρυσόστομος ἀρχίζει τὴν ὁμιλία του : «Εἰς τὸν Σταυρὸν» μὲ τοὺς ἑξῆς λόγους : « Ἑορτὴν ἄγομεν σήμερον καὶ πανήγυριν, ...ὁ γὰρ Δεσπότης ὁ ἡμέτερος ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ τυγχάνει τοῖς ἤλοις πεπαρμένος ... Σταυρὸς τὸ κεφάλαιον τῆς σωτηρίας τῆς ἡμετέρας• Σταυρὸς ἡ τῶν μυρίων ἀγαθῶν ὑπόθεσις» ( Σήμερα ἔχουμε ἑορτὴ καὶ πανήγυρι, γιατί ὁ Κύριός μας εὑρίσκεται καρφωμένος ἐπάνω στὸν Σταυρὸ ...Ὁ Σταυρὸς εἶναι ἡ βάσις τῆς σωτηρίας μας, ὁ Σταυρὸς εἶναι ἡ προϋπόθεσις τῶν μυρίων ἀγαθῶν).

Μέσα στὸν πόνο καὶ στὸν κόπο τῆς ἀσκήσεως καὶ τῆς σταυρικῆς ζωῆς κρύβεται ἡ πιὸ μυστικὴ καὶ ἀληθινὴ χαρὰ καὶ ἀνάπαυσις, ὅπως ἄλλωστε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος τὸ ὑποσχέθηκε: «Μακάριοι οἱ πενθοῦντες, ὅτι αὐτοὶ παρακληθήσονται». Τὸ πένθος τῆς μετανοίας καὶ τῆς ἀσκήσεως εἶναι, κατὰ τοὺς ἁγίους Πατέρας, «χαροποιὸν πένθος».

....Ἕνας πατέρας τῆς Δύσεως τῆς πατερικῆς ἐποχῆς, ὁ ἅγιος Αὐγουστῖνος, εἶπε: «Γνωρίζω τρεῖς σταυροὺς: Ἕνα σταυρὸ ποὺ σώζει• εἶναι ὁ σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ. Ἕνα σταυρὸ διὰ τοῦ ὁποίου σώζεται ὁ ἄνθρωπος• εἶναι ὁ σταυρὸς τοῦ καλοῦ ληστοῦ, τοῦ ἐκ δεξιῶν τοῦ Χριστοῦ σταυρωθέντος. Γνωρίζω κι ἕνα τρίτο σταυρό, ποὺ σὲ κάνει νὰ χάνεσαι γιὰ τὴν αἰωνιότητα• εἶναι ὁ σταυρὸς τοῦ ἐξ ἀριστερῶν τοῦ Χριστοῦ σταυρωθέντος ληστοῦ. Οἱ τύποι αὐτῶν τῶν δυὸ ληστῶν, ἀντιπροσωπεύουν ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα. Ὁ σταυρὸς τοῦ ληστοῦ τοῦ ἐκ δεξιῶν παίρνει ἐπάνω του τὸν σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ καὶ σώζεται. Ὁ σταυρὸς τοῦ ἀριστεροῦ ληστοῦ ἀντιπροσωπεύει τὴν μερίδα ἐκείνη τῶν ἀνθρώπων, ποὺ δὲν δέχονται τὸν σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ καὶ χάνονται. Γενικὰ ὅμως τὸν σταυρὸ δὲν μποροῦμε νὰ τὸν ἀποφύγωμε κατ' οὐδένα τρόπον...».

Ὁ σταυρός μᾶς τρομάζει. Καὶ αὐτὸ εἶναι φυσικό. Γιατί μᾶς διάλυσε ἡ ἄνεση. Ὁ πόνος εἶναι γιὰ μᾶς κάτι τὸ τρομακτικό. Ὅμως δὲν εἶναι ὁ πόνος φοβερός. Ἡ ἄνεση εἶναι φοβερή. Αὐτὴ ἔπρεπε νὰ μᾶς τρομάζει. Καὶ πράγματι, ὅλες οἱ σύγχρονες κακίες ἔχουν πηγὴ τους τὴν ἄνεση στὴν ζωή. Ὁ πόνος, τὰ πάθη, ὁ σταυρός, - εἶπε ὁ Χριστὸς - εἶναι κάτι τὸ καλό, εἶναι τὸ καλό, εἶναι ἀγαθό. Καὶ ἔτσι «τὸ φορτίο Του γίνεται ἐλαφρὸ ».

….Ἂς σταυρώνουμε στὸν Σταυρὸ Του κάθε ἐγωιστική μας ἐπιθυμία, κάθε ἁμαρτωλὸ σαρκικὸ πάθος, κάθε ἀνυπακοή μας, κάθε κακία καὶ μνησικακία μας, κάθε ἀνυπομονησία μας, κάθε ὀργὴ καὶ θυμό μας, κάθε ὀλιγοπιστία μας.

Καὶ ἐὰν ἀπὸ ἀνθρώπινη ἀδυναμία καὶ ἀμέλεια πέφτουμε καὶ ἐνεργοῦμε ἀντισταυρικά, ἂς μετανοοῦμε καὶ διὰ τῆς μετανοίας ἂς ἐπανερχόμαστε στὴν σταυρικὴ ζωή.

Ἂς ζητοῦμε γι'αὐτὸ καὶ τὴν βοήθεια τῆς Παναγίας μας, ποὺ ὄχι μόνο δὲν ἀπέτρεψε τὸν μονογενῆ της Υἱὸ ἀπὸ τὸν Σταυρό, ἀλλὰ καὶ ἡ ἴδια ἔζησε σταυρικά, καὶ διακριτικὰ βοηθοῦσε τὸν Υἱό της στὴν ἄρσι τοῦ σταυροῦ Του. Τώρα βοηθεῖ καὶ μᾶς στὴν ἄρσι τοῦ ἰδικοῦ μας σταυροῦ, σταυροῦ ποὺ ὁδηγεῖ στὴν Ἀνάστασι. Ἡ Ἐκκλησία μας μὲ σοφία μᾶς μυσταγωγεῖ στὴν σταυροαναστάσιμη ζωή. Στὴν σταυροαναστάσιμη Ἐκκλησία μας καὶ ἐμεῖς γινόμεθα σταυροαναστάσιμοι Χριστιανοί.

Ὁ χορὸς τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι χορὸς ἐσταυρωμένων καὶ συναναστημένων μὲ τὸν Χριστό, ποὺ γύρω ἀπὸ τὸ Ἐσφαγμένον Ἀρνίον μὲ κορυφαία τὴν Κυρία Θεοτόκο ψάλλουν ὠδὴν καινήν. Εἶναι τὸ αἰώνιο Πάσχα.

Σ' αὐτὸ τὸ Πάσχα καλεῖ ὅλους μας ὁ Χριστὸς διὰ τοῦ Σταυροῦ Του

Μεγάλη Πέμπτη βράδυ- Ὁ Χριστὸς ἔπαθε ὑπὲρ ἡμῶν καὶ ἀντὶ ἡμῶν


Ὁ Χριστὸς ἔπαθε ὑπὲρ ἡμῶν καὶ ἀντὶ ἡμῶν
(Ομιλία του †Επισκόπου Φλωρίνης Αυγουστίνου Καντιώτου)
Θὰ προσπαθήσω, ἀγαπητοί μου, νὰ πῶ ἕνα λόγο στὴν σταύρωσι τοῦ Χριστοῦ.
Τί εἶνε ἡ σταύρωσις; Μέγα μυστήριο. Τὴ Μεγάλη Παρασκευὴ ἀκοῦμε τὸν ἀπόστολο Παῦλο, ποὺ ἀνέβηκε μέχρι «τρίτου οὐρανοῦ» καὶ «ἤκουσεν ἄρρητα ῥήματα, ἃ οὐκ ἐξὸν ἀνθρώπῳ λαλῆσαι» (Β΄ Κορ. 12,2,4), νὰ λέῃ, ὅτι οἱ Ἕλληνες (δηλαδὴ οἱ εἰδωλολάτρες), ὅταν ἄκουγαν γιὰ σταυρὸ καὶ ἐσταυρωμένο, τὸ θεωροῦσαν «μωρίαν», ἀνοησία (Α΄ Κορ. 1,18). Δὲν μποροῦσαν νὰ ἐμβαθύνουν στὸ νόημα ποὺ περικλείει ἡ σταύρωσις τοῦ Χριστοῦ. Καὶ σήμερα, ἂν ρωτή σετε μερικοὺς διανοουμένους, θὰ σᾶς ποῦν μόνο, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε ἕνας μεγάλος ἀλτρουϊστὴς ποὺ θυσιάστηκε γιὰ τοὺς ἄλλους.


Ἐμεῖς, ἔχον τας ὁδηγὸ τὰ Εὐαγγέλια καὶ τὸν θεῖο λόγο, τολμοῦμε καὶ λέμε ὅτι ἡ φράσι αὐτή, ὅτι εἶνε ἕνας ἀλτρουϊστής, δὲν εἶνε ἐπαρκής. Οὐδεὶς ἀμφιβάλλει ὅτι ὁ Χριστὸς εἶχε ἀγάπη κι ὅτι ἀπὸ ἀγάπη ἀπέθανε «ὑπὲρ ἡμῶν» (Α΄ Πέτρ. 2,21). Ἀλ λὰ κάτι τέτοιο κάνουν καὶ οἱ ἄνθρωποι· ἡ μάνα λ.χ. πεθαίνει γιὰ τὸ παιδί της, ὁ φίλος πεθαίνει γιὰ τὸν φίλο του, ὁ ἀξιωματικὸς κι ὁ στρατιώτης στὴν πρώτη γραμμὴ τοῦ πυρὸς θυσιάζονται διότι «μητρός τε καὶ πατρὸς καὶ τῶν ἄλλων προγόνων ἁπάντων τιμιώτερόν ἐστιν ἡ πατρίς» (γνώμη Σωκρ.· Πλάτ. Κρίτ. 12). Ἡ ἀγάπη ὅμως τοῦ Χριστοῦ ἔχει πολὺ μεγαλύτερο βάθος. Ποιό βάθος· ὅτι ὁ Χριστὸς ἀπέθανε ὄχι μόνο «ὑπὲρ ἡμῶν» ἀλλὰ καὶ «ἀντὶ ἡμῶν». Τὸ πρῶτο τὸ καταλαβαίνουν καὶ τὸ δέχονται ὅλοι, γιὰ τὸ δεύτερο ὡρισμένοι δυσκολεύονται. Ἐμεῖς, ὅσοι πιστεύουμε σ᾽ αὐτόν, νὰ λέμε ὄχι μόνο «ὑπὲρ ἡμῶν » ἀλλὰ καὶ «ἀντὶ ἡ μῶν». Ὑπάρχει δὲ μεγάλη διαφορὰ μεταξὺ τοῦ «ὑπὲρ ἡμῶν» καὶ τοῦ «ἀντὶ ἡμῶν».
Τί θὰ πῇ τὸ «ἀντὶ ἡμῶν»; Ἀκοῦμε τὸν προφήτη Ἠσαΐα, ὀχτακόσα χρόνια πρὸ Χριστοῦ, νὰ λέῃ γι᾽ αὐτόν· «Οὗτος τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν φέρει καὶ περὶ ἡμῶν ὀδυνᾶται. Αὐτὸς ἐτραυματίσθη διὰ τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν…Τῷ μώλωπι αὐτοῦ ἡμεῖς ἰάθημεν»(Ἠσ. 53,4-5). Μὲ ἄλλα λόγια, ὁ Μεσσίας εἶνε ὁ ἀντικαταστάτης μας ἐπὶ τοῦ σταυροῦ. Καὶ ὁ ἱερὸς Αὐγουστῖνος στὸ Κεκραγάριό του(Μελέτ. κεφ. Ζ΄, μτφρ. Εὐγ. Βουλγ., σ. 12) λέει· «Ἐγὼ ἠνόμησα, καὶ σὺ ἐκάθησες εἰς τὸ ἑδώλιον τοῦ κατηγορουμένου ·ἐγὼ ἔκανα τὸ πονηρόν, καὶ σὺ κατεδικάσθης ·ἐγὼ ἡμάρτησα, καὶ σὺ ἐμαστιγώθης μὲ τὸ φραγγέλλιον ·ἐγὼ ὑπερηφανεύθην, καὶ σὺ ἐταπεινώθης· ἐγὼ παρήκουσα εἰς τὰς ἐντολὰς τοῦ Πλάστου, καὶ σὺ διὰ τῆ ςἰδικῆς σου τελείας ὑπακοῆς εἰς τὸ θέλημα τοῦ οὐρανίου Πατρὸς ἐξώφλησες τὸ ἁμάρτημα τῆς ἰδικῆς μου παρακοῆς » (ἡμέτ. βιβλ. Πρὸς τὸν Γολγοθᾶν, Ἀθῆναι 19894, σ. 283). Αἰτία τοῦ πάθους σου εἶμαι ἐγὼ ὁ ἁμαρτωλός! αὐτό, ἂν δὲν τὸ αἰσθανθοῦ με σήμερα καὶ δὲν θὰ κλάψουμε, δὲν θὰ προσεγγίσουμε τὸ μυστήριο τοῦ σταυροῦ.
Αὐτὰ ποὺ ἔπαθε ὁ Χριστός, ἔπρεπε νὰ τὰ πάθουμε ἐμεῖς. Ἡ δική μας κεφαλή, ποὺ φιλοξενεῖ τόσες πονηρὲς ἔννοιες καὶ τόσους ἀθλίους διαλογισμούς, ἔπρεπε νὰ φορέσῃ ἀγκάθινο στεφάνι, καὶ ὄχι ἡ δική του ἀκήρατη κεφαλή, ποὺ κυβερνᾷ μὲ σοφία καὶ ἀγαθότητα τὰ σύμπαντα. Ἡ δική μας γλῶσσα, ποὺ ψεύδεται, διαβάλλει, συκοφαντεῖ, βλασφημεῖ, «κόκκαλα δὲν ἔχει καὶ κόκκαλα τσακίζει», αὐτὴ ἔπρεπε νὰ γευθῇ τὸ ὄξος καὶ τὴ χολή, καὶ ὄχι ἡ γλῶσσα τοῦ Χριστοῦ ποὺ πάντοτε ἐλάλησε τὴν ἀλήθεια. Τὰ δικά μας χέρια, ποὺ καθημερινῶς διαπράττουν τόσες ἁμαρτωλὲς πράξεις, ἔπρεπε νὰ καρφωθοῦν στὸ ξύλο, καὶ ὄχι τὰ χέρια τοῦ Χριστοῦ, ποὺ σκόρπιζαν παν τοῦ μύρα ἀγάπης, εὐλογίες, θεραπεῖες, εὐεργεσίες.
Τὰ δικά μας πόδια, ποὺ ἀφήνουν τὴν εὐθεῖα ὁδὸ καὶ ξεμακραίνουν σὲ μονοπάτια σκοτεινὰ καὶ σκολιά, ἔπρεπε νὰ ἀκινητοποιηθοῦν πάνω στὸ σταυρό, καὶ ὄχι τὰ πόδια τοῦ Χριστοῦ, ποὺ βάδισαν χιλιόμετρα γιὰ νὰ βροῦν τὸ ἀπολωλὸς πρόβατο καὶ νὰ φέρουν τὸ μήνυμα τῆς σωτηρίας κι ὅπου πάτησαν εὐωδίασαν τὴ γῆ.
Ἐμεῖς λοιπὸν εἴμαστε οἱ ἔνοχοι, κ᾽ ἐκεῖνος ὁ ἀθῷος. Ἐμεῖς φορτώσαμε τὴ γῆ ἁμαρτίες, κ᾽ ἐκεῖνος εἶνε«ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου », ὅπως εἶπε ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος (Ἰω. 1,29). Φορτώθηκε τὰ βάρη μας καὶ μᾶς ἀπήλλαξε ὅλους, ἀπὸ Ἀδὰμ μέχρι συντελείας τοῦ αἰῶνος, ἀπὸ τὴν καταδίκη. Ἐὰν αὐτὸ δὲν τὸ συν αισθανθοῦμε, ὅτι δηλαδὴ ὁ Χριστὸς σταυρώθηκε «ἀντὶ ἡμῶν», ἀντὶ γιὰ ἐμένα τὸν ἁμαρτωλὸ καὶ ἀντὶ γιὰ σᾶς καὶ ἀντὶ γιὰ ὅλους μας, εἰς μάτην ἑορτάζουμε. Καὶ ὅμως αὐτὴ ἡ ἀλήθεια σήμερα ἀπὸ πολλοὺς θεωρεῖται μωρία, ἀνοησία. Πῶς νὰ τὸ ἐξηγήσω ἀκόμη ἁπλούστερα;
Θὰ χρησιμοποιήσω τὸ ἑξῆς παράδειγμα ποὺ εἶχα διαβάσει. Κάποιος σκότωσε καὶ τὸν κυνηγοῦσαν νὰ τὸν συλλάβουν. –Πιάστε τον πιάστετον, φώναζαν, εἶνε ἔνοχος, σκότωσε ἄνθρωπο!…
Αὐτός, μὲ τὰ ροῦχα του ματωμένα ὅπως ἦταν, ἔτρεχε ἔξαλλος νὰ ξεφύγῃ. Σὲ μιὰ στιγμὴ βλέπει μιὰ πόρτα ἀ νοιχτή, προλαβαίνει καὶ μπαίνει μέσα χωρὶς νὰ ξέρῃ ποῦ βρίσκεται. Ποιός νὰ τὸ φανταστῇ· ἦταν τὸ σπίτι τοῦ ἀδελφοῦ τοῦ θύματος! Ὁ σπιτονοικοκύρης, ὅταν τὸν εἶδε ἔτσι, κατάλαβε ὅτι αὐτὸς εἶνε ὁ φονιᾶς τοῦ ἀδελφοῦ του. Καὶ τί ἔκανε; τὸν παρέδωσε; Δὲν τὸν παρέδωσε. Ἀλλὰ τί· βγάζει τὰ ροῦχα του, ντύνει μ᾽ αὐτὰ τὸν φονιᾶ, καὶ παίρνοντας τὰ ματωμένα ροῦχα ἐκείνου τὰ φοράει ὁ ἴδιος.
Ὅταν σὲ λίγο χτύπησε τὴν πόρτα ἡ ἀστυνομία, ἔκρυψε τὸν φονιᾶ καὶ παρουσιάστηκε αὐτὸς ὡς ἔνοχος! –Ἐγὼ τὸν σκότωσα, λέει· πιάστεμε… Καὶ ἔπιασαν αὐτὸν καὶ τὸν ὡδήγησαν στὸ κρατητήριο νὰ τιμωρηθῇ. Τὸ παράδειγμα αὐτό, ἑνὸς ἀνθρώπου ποὺ ἀπὸ ὑπερβολικὴ ἀγάπη παρέστησε τὸν ἑαυτό του ὡς ἔνοχο γιὰ νὰ ἀθῳωθῇ ὁ ὄντως ἔνοχος, ζωντανεύει ἐμ - πρός μας τὰ λόγια «Οὗτος τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν φέρει καὶ περὶ ἡμῶν ὀδυνᾶται…»καὶ«Ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου ». Ποιός εἶνε ὁ αἴτιος τῆς καταδίκης τοῦ Ἰησοῦ; Ἐμεῖς. Ἂν ἐμεῖς στὴν ἀρχὴ δὲν ἁμαρτάναμε, θὰ ἤμασταν τώρα ὅλοι στὸν παράδεισο καὶ ὁ Χριστὸς δὲν θὰ σταυρωνόταν.
Ἡ ἱστορικὴ ἀλήθεια εἶνε, ὅτι οἱ Ἑβραῖοι σταύρωσαν τότε τὸν Χριστό. Ἀλλὰ ἡ πνευματικὴ ἀλήθεια, ποὺ πρέπει νὰ παραδεχθοῦμε, εἶνε κάτι ἄλλο σπουδαιότερο· ὅτι κ᾽ ἐμεῖς σήμερα τὸν σταυρώνουμε. Ποῦ; Παντοῦ. Δὲν ὑπάρχει γωνία τῆς Ἑλλάδος –γιὰ νὰ περιοριστοῦμε στὴν πατρίδα μας–, ποὺ δὲν σταυρώνεται ὁ Χριστός· στὰ σπίτια, στὰ σχολεῖα, στὸ στρατό, στὶς συγκοινωνίες, στὰ τηλέφωνα, στὰ γήπεδα, στὰ κέντρα, στοὺς σταθμούς, στὸν τύπο, στὸ κοινοβούλιο, στὰ δικαστήρια; (σπανίως θὰ βρεθῇ κάποιος νὰ πῇ· Κύριε πρόεδρε, δὲν μπορῶ νὰ παλαμίσω τὸ Εὐαγγέλιο· ὁ Κύριος εἶπε «μὴ ὀμόσαι ὅλως »(Ματθ. 5,34). Δὲν τὸν σταυρώνουμε λοιπὸν κ᾽ ἐμεῖς, ὅπως οἱ Ἰουδαῖοι, ὅταν ὁρκιζώμαστε, ὅταν περιφρονοῦμε καὶ καταπατοῦμε τὶς ἐντολές του, ὅταν βλασφημοῦμε τὰ θεῖα;
Στὸ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγέλιο ὁ Χριστὸς λέει· «Οὕτως ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν Υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ᾽ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον » (Ἰω. 3,16). Καὶ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ἀλλοῦ γράφει· « Θεὸς ἀγάπη ἐστίν» (Α΄ Ἰω.4,8). κόσμος ὁλόκληρος ζῇ καὶ ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ· καὶ καθένας ἀπὸ μᾶς μύριες ἀποδείξεις τῆς ἀγάπης του ἔχουμε. «Ἐν αὐτῷ γὰρ ζῶμεν καὶ κινούμεθα καὶ ἐσμέν» (Πράξ. 17, 28). Τί νὰ πρωτοαναφέρῃ κανείς; Ἀγάπη δὲν εἶνε ἥλιος ποὺ φωτίζει καὶ ζεσταίνει τὴ γῆ; (ὡς διαμαρτυρία τοῦ ἡλίου ἦταν ὅτι ἐπὶ τρεῖς ὧρες, «ἀπὸ ἕκτης ὥρας σκότος ἐγένετο ἐπὶπᾶσαν τὴν γῆν ἕως ὥρας ἐνάτης» Ματθ. 27,45). Δωρε ὰν ἥλιος, δωρεὰν τὸ νερὸ ποὺ μᾶς ποτίζει, δωρεὰν τὰ νέφη, δωρεὰν οἱ θάλασσες, δωρεὰν οἱ πηγές, δωρεὰν οἱ ποταμοί, δωρεὰν τὰ δέντρα, δωρεὰν τὰ πουλιὰ ποὺ κελαηδοῦν, δωρεὰν τὰ πάντα. Πῶς νὰ ὑμνήσουμε τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ; γλῶσσα εἶνε ἀδύνατη.
Ἀλλὰ ὑψίστη ἀγάπη του, τὸ ζενὶθ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, εἶνε ὅτι ἔδωσε τὸν Υἱόν του γιὰ τὴν σωτηρία μας. Δὲν ὑπῆρχε ἄλλο μέσο; Μποροῦσε νὰ χρησιμοποιήσῃ καὶ ἄλλο μέσο, ἀλλὰ ἐξέλεξε αὐτό, τὴν σταυρικὴ θυσία, γιὰ νὰ δείξῃ τὸ μέγεθος τῆς ἀγάπης του· «οὕτω γὰρ ἠγάπησεν Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν Υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν ». Δὲν ὑπάρχει ἄλλη μεγαλύτερη ἀγάπη.
Λένε, ἀγαπητοί μου, γιὰ ἕνα βασιλιᾶ τῆς Γαλλίας ὅτι ὅταν ἄκουσε πρώτη φορὰ γιὰ τὸ Χριστό, ὅτι οἱ Ἑβραῖοι τὸν σταύρωσαν, εἶπε αὐθόρμητα· Ἄχ, νὰ ἤμουν ἐκεῖ μὲ τοὺς στρατιῶτες μου! θὰ μποροῦσα νὰ τοὺς διαλύσω…
Καὶ ὅμως ὁ Χριστός, ἡ Ἀγάπη, ἐνῷ μποροῦσε, δὲν τοὺς διέλυσε. «Ὑπέμεινε σταυρὸν» γιὰ ἐμᾶς(Ἑβρ. 12,2). Αὐτὸ εἶνε ἔνδειξις τῆς ἀγάπης του. Ἐν τούτοις ἐμεῖς εἴμαστε ἀχάριστοι, μοχθηροί, βλάσφημοι, ἐπίορκοι, πόρνοι, μοιχοί, ἐλεεινοί· στὸν τόπο μας γίνονται τετρακόσες χιλιάδες ἐκτρώσεις τὸ ἔτος. Θεέ μου, πῶς μᾶς ἀνέχεσαι; «Δόξα τῇ μακροθυμίᾳ σου, Κύριε ».
Αὐτὸ λοιπὸν ποὺ ἔχουμε νὰ κάνουμε, εἶνε νὰ συναισθανθοῦμε ὅτι ἐ μεῖς εἴ μαστε οἱ ὑπεύθυνοι τῆς σταυρώσεως καὶ νὰ φωνάξουμε· Χριστὲ ἐλέησέ με, συγχώρεσέ με· «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. 23,42).


Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν 28-4-1994.

ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ ΥΠΗΡΧΑΝ ΕΠΤΑ ΕΙΔΗ ΚΑΚΟΥΡΓΩΝ.ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ.






Ό καλός Σαμαρείτης πού έσωσε την ανθρωπότητα από τις πληγές πού της είχαν προξενήσει οι ληστές, έπεσε ό ίδιος στα χέρια τους. Γύρω από τον Κύριο υπήρχαν επτά είδη κακούργων. Το πρώτο είδος αντιπροσωπεύει ό Σατανάς, το δεύτερο οι πρεσβύτεροι και οι άρχοντες του Ισραηλινού λαού, το τρίτο ό Ιούδας, το τέταρτο ό Πιλάτος, το πέμπτο ό Βαραββάς, το έκτο ό αμετανόητος ληστής πού συσταυρώθηκε μαζί Του και το έβδομο ό ληστής πού μετάνιωσε. ’Άς σταματήσουμε για λίγο κι ας ατενίσουμε τη συντροφιά αυτή των κακούργων. Ανάμεσα τους στέκεται ό Υιός του Θεού, σταυρωμένος, πληγωμένος κι αιμόφυρτος.


Το πρώτο είδος είναι ό σατανάς. Είναι εκείνος πού θέλει να κάνει το μεγαλύτερο κακό στο ανθρώπινο γένος. Είναι ό πατήρ του ψεύδους, ό κακούργος των κακούργων. 0ι πειρασμοί πού χρησιμοποιεί για να πειράξει τούς ανθρώπους και να τούς κάνει κακό είναι δύο ειδών: τούς πειράζει με τις ανέσεις και με τα βάσανα. Στην αρχή πείραξε τον Κύριο στο Όρος των Πειρασμών με την υπόσχεση ανέσεων, με δύναμη και πλούτο- τώρα, στο τέλος, τον πειράζει με τα βάσανα, με το πάθος. Όταν κατατροπώθηκε στον πρώτο πειρασμό, άφησε τον Κύριο, έφυγε μακριά Του. Δεν τον εγκατέλειψε τελείως όμως, αλλά προς καιρόν. Όπως αναφέρει το ευαγγέλιο, «ό διάβολος άπέστη απ’ αυτού άχρι καιρού» (Λουκ. δ'13).


Ό καιρός αυτός πέρασε και τώρα ξαναπαρουσιάζεται. Αυτή τη φορά δέ χρειάζεται να εμφανιστεί φανερά, ανοιχτά. Τώρα δουλεύει με ανθρώπους. Χρησιμοποιεί τούς υιούς του σκότους πού, τυφλωμένοι από την εκτυφλωτική λάμψη του Χριστού, παραδίδονται στα χέρια του Σατανά. Κι αυτός τούς χρησιμοποιεί σαν όπλο εναντίον του Κυρίου Χριστού. Είναι κοντά τους όμως, είναι δίπλα σέ κάθε γλώσσα πού βλασφημεί το Χριστό, σέ κάθε στόμα πού φτύνει το πάντιμο πρόσωπό Του, σέ κάθε χέρι πού τον μαστιγώνει και του βάζει το αγκάθινο στεφάνι, σέ κάθε καρδιά πού φλέγεται από φθόνο και μίσος εναντίον Του.


Το δεύτερο είδος είναι μια ομάδα κακούργων, είναι οι πρεσβύτεροι του Ισραήλ και οι πολιτικοί, θρησκευτικοί και πνευματικοί άρχοντες. Είναι οι γραμματείς και οι φαρισαίοι, οι Σαδδουκαίοι κι οι ιερείς, με το βασιλιά Ηρώδη επικεφαλής. Ό φθόνος κι ό φόβος τούς έσπρωξε να εγκληματήσουν στον Κύριο. Τούς κατέτρωγε ό φθόνος γιατί ό Κύριος ήταν ισχυρότερος, σοφότερος και καλλίτερος απ’ αυτούς. Είχαν φόβο για τη θέση τους, για την εξουσία, για τη δόξα και τον πλούτο, σέ περίπτωση πού οι άνθρωποι θα τάσσονταν με το Χριστό. Γι’ αυτό και κραύγαζαν, «θεωρείτε ότι ουκ ωφελείτε ουδέν; ίδε ό κόσμος όπίσω αυτού άπήλθεν» (Ιωάν. ιβ'19). Ήταν από το φόβο, την αδυναμία και το φθόνο τους.


Ποιό ήταν το χειρότερο από τα κακουργήματά τους ενάντια στον Κύριο; Το ότι τον συνέλαβαν και τον θανάτωσαν χωρίς νόμιμη δίκη και καταδίκη. Αναφέρεται στο ευαγγέλιο: «Τότε συνήχθησαν οι αρχιερείς και οι γραμματείς και οι πρεσβύτεροι του λαού εις την αύλήν του αρχιερέως του λεγομένου Καϊάφα, και συνεβουλεύσαντο ίνα τον Ιησού δόλω κρατήσωσι και άποκτείνωσιν» (Ματθ. κστ'3-4). Δέ συζητούν μεταξύ τους τί κατηγορίες να του προσάψουν και πώς θα τον σύρουν στο δικαστήριο, άλλ’ ίνα τον Ιησού δόλω κρατήσωσι και άποκτείνωσιν. Το μόνο πού τούς ένδιαφέρει είναι να τον συλλάβουν με δόλιο τρόπο και να τον θανατώσουν. Όταν ό νομοταγής Νικόδημος τούς συμβουλεύει πώς στον Κύριο πρέπει πρώτα να δοθεί ακρόαση στο δικαστήριο, για να του γνωρίσουν σέ τί τον κατηγορούν, απορρίπτουν την εισήγησή του με δυσαρέσκεια και ειρωνικά χαμόγελα (βλ. Ίωάν. ζ'50-52).


Τρίτος κακούργος ήταν ό Ιούδας, ό φαινομενικός απόστολος αλλά στην ουσία επαίσχυντος προδότης. Ό Σατανάς συμμετείχε στην άδικη αιματοχυσία του Χριστού από μίσος για το Θεό και τον άνθρωπο. Οι πρεσβύτεροι και οι άρχοντες του Ισραήλ συμμετείχαν από φθόνο και φόβο. Ό Ιούδας συνδέεται με τη συντροφιά του Σατανά και των πρεσβυτέρων του λαού από απληστία. Τ ό έγκλημά του συνίσταται στο ότι πρόδωσε το Διδάσκαλο και Ευεργέτη Τ ου για τριάντα αργύρια. Αργότερα αναγνώρισε ό ίδιος το λάθος του στους ίδιους πρεσβυτέρους, πού τον είχαν δωροδοκήσει για την πράξη της προδοσίας: «Ήμαρτον παραδούς αίμα αθώον... και ρίψας τα αργύρια εν τω ναώ άνεχώρησεν, και άπελθών άπήγξατο» (Ματθ. κζ'4-5). Ό οικτρός θάνατός του μαρτυρεί το τραγικό σφάλμα του. Όπως αναφέρεται στις Πράξεις των Αποστόλων γι’ αυτόν, «και πρηνής γενόμενος έλάκησε μέσος, και εξεχύθη πάντα τα σπλάγχνα αυτού» (Πράξ. α'18). Κι αφού κρεμάστηκε έπεσε κάτω, άνοιξε ή κοιλιά του και τα σπλάχνα του χύθηκαν έξω.

Τέταρτος κακούργος ήταν ό Πιλάτος, εκπρόσωπος του Καίσαρα στην 'Ιερουσαλήμ, πού κατά κάποιο τρόπο εκπροσωπούσε τον άθεο ειδωλολατρικό κόσμο στην καταδίκη του Υιού του Θεού. Ό Πιλάτος περιφρονεί τούς Ιουδαίους κι οι Ιουδαίοι περιφρονούν τον ίδιο. Στην αρχή δεν έχει καμιά διάθεση ν’ αναμιχτεί στην καταδίκη του Χριστού: «Λάβετε αυτόν υμείς και κατά τον νόμον υμών κρίνατε αυτόν» (Ίωάν. ιη' 31), είπε στους κατήγορους του Χριστού. Αργότερα παίρνει θέση υπέρ του Χριστού και, μετά από μια μορφή δίκης, λέει στους Ιουδαίους: «Εγώ ούδεμίαν αιτίαν ευρίσκω κατ’ αυτού» ( Ιωάν. ιη'38) Τελικά, υποχωρώντας σέ απειλές όπως, «εάν τούτον απόλυσης, ουκ ει φίλος του Καίσαρος» (ιθ'12), ό Πιλάτος «επέκρινε γενέσθαι το αίτημα αυτών» (Λουκ. κγ'24) και δίνει διαταγή να μαστιγωθεί και να σταυρωθεί ό Χριστός.


Το έγκλημα του Πιλάτου συνίσταται στο ότι μπορούσε να προστατέψει τον Δίκαιο και δεν το έκανε. Ό ίδιος είπε στον Κύριο: «Ουκ οιδας ότι εξουσίαν έχω σταυρώσαί σε και εξουσίαν έχω άπολΰσαί σε;» (Ίωάν. ιθ'10). Με τη δήλωσή του αυτή ό Πιλάτος παίρνει αιώνια πάνω του την ευθύνη για το θάνατο του Χριστού. Τί είναι εκείνο πού σπρώχνει τον Πιλάτο να κάνει το έγκλημα αυτό και τί είναι αυτό πού τον κατατάσσει κι αυτόν στη χορεία των άλλων κακούργων; Είναι ή μικρόνοια κι ό φόβος του. Ή μικρόνοια για την προστασία του δίκαιου, καθώς κι ό φόβος για τη θέση του και για την εύνοια του Καίσαρα.


Πέμπτος κακούργος είναι ό Βαραββάς. Εκείνη την εποχή ήταν στη φυλακή «διά στάσιν τινά... και φόνον» (Λουκ. κγ'19). Είχε κατηγορηθεί για ανατρεπτικές ενέργειες και για φόνο και ήταν υπόδικος στον Ιουδαϊκό και τον Ρωμαϊκό νόμο, με προβλεπόμενη ποινή το θάνατο. Προσωπικά δεν είχε αμαρτήσει με κανένα τρόπο ενάντια στο Χριστό. Εκείνοι πού αμαρτάνουν είναι οι Ιουδαίοι, αυτοί πού τον βάζουν πάνω από το Χριστό, πού τον προτιμούν αντί γι’ Αυτόν. Ό Πιλάτος σκέφτηκε να χρησιμοποιήσει το Βαραββά σαν μέσο για να σώσει το Χριστό από τη θανατική καταδίκη. Οι Ιουδαίοι όμως χρησιμοποιούν το Χριστό για να σώσουν το Βαραββά. Ό Πιλάτος έθεσε στους Ιουδαίους το δίλημμα να διαλέξουν το Χριστό ή το Βαραββά, στην ουσία δηλαδή, το Θεό ή έναν εγκληματία; Αλλά «όμοιος όμοίω αεί πελάζει». Έτσι οι κακούργοι διάλεξαν τον κακούργο.


Ό έκτος κακούργος, όπως κι ό έβδομος, είναι εκείνοι πού συσταυρώθηκαν με το Χριστό, ό ένας στ’ αριστερά κι ό άλλος στα δεξιά Του στο Γολγοθά. Ό προφήτης Ησαΐας το είχε προφητέψει αυτό: «Και μετά άνομων έλογίσθη» (Ήσ. νγ'12). Ό ένας απ’ αυτούς, αν και βρίσκεται στο κατώφλι του θανάτου, βλασφημεί, ό άλλος όμως προσεύχεται.


Έδώ έχουμε δύο ανθρώπους με την ίδια τύχη: κι οι δύο τους είναι καρφωμένοι στο σταυρό, κι οι δύο τους πρόκειται να εγκαταλείψουν αυτόν τον κόσμο και δεν περιμένουν τίποτα πια απ’ αυτόν. Υπάρχει όμως μια μεγάλη διαφορά. Έδώ είναι ή απάντηση σ’ όλους αυτούς πού λένε: Βάλε τούς ανθρώπους στις ίδιες υλικές συνθήκες, δώσε σ’ όλους την ίδια τιμή και τα ’ίδια υπάρχοντα, κι όλοι τους θα έχουν το ίδιο πνεύμα. Ό ένας εγκληματίας, πού σέ λίγο δέ θα ανασαίνει, εμπαίζει τον Υιό του Θεού: «Ει συ ει ό Χριστός, σώσον σεαυτόν και ημάς» (Λουκ. κγ'39). Ό άλλος όμως ικετεύει τον Κύριο:


«Μνήσθητί μου, Κύριε, όταν ελθης εν τη βασιλεία σου» (Λουκ. κγ'42). Ό πόνος της σταύρωσης σκοτώνει τον ένα σωματικά και ψυχικά. Του άλλου όμως σκοτώνει μόνο το σώμα, ή ψυχή του σώζεται. Ό σταυρός του Χριστού στον 'έναν είναι σκάνδαλο, στον άλλον σωτηρία.



Αυτά είναι τα επτά είδη των κακούργων γύρω από το Χριστό. Κύριε, βοήθησε μας να παρατηρήσουμε τη δική μας ζωή προτού καταδικάσουμε τούς κακούργους αυτούς πού κάρφωσαν τον Θεό της αγάπης στο σταυρό. ’Άς διερωτηθούμε: μήπως ανήκουμε κι εμείς στην ομάδα αυτή; ’Άς ήμασταν τουλάχιστο σαν τον έβδομο απ’ αυτούς, εκείνον πού μετάνιωσε πάνω στο σταυρό και μέσα στους φοβερούς πόνους του αναζήτησε και βρήκε τη σωτηρία από τις αμαρτίες του.



ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙΡΟΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ ΠΕΤΡΟΣ ΜΠΟΤΣΗΣ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...