Σήμερα η ’Εκκλησία εορτάζει και τιμά την ιερή μνήμη του αγίου αποστόλου Σίμωνος του Ζηλωτή. Στα ιερά Ευαγγέλια Σίμων ο Ζηλωτής είν’ ένας από τους δώδεκα Αποστόλους. Το όνομά του αναφέρεται και στους τρεις καταλόγους των δώδεκα Αποστόλων, δηλαδή στα ιερά Ευαγγέλια του Ματθαίου, του Μάρκου και του Λουκά. Στους καταλόγους του Ματθαίου και του Μάρκου είναι ενδέκατος στη σειρά, και στον κατάλογο του Λουκά είναι ένατος. Ο Σίμων ο Ζηλωτής ονομάζεται και Σίμων ο Κανανίτης, είτε γιατί ήταν από την Κανά της Γαλιλαίας, όπου ο Ιησούς Χριστός έκαμε το πρώτο θαύμα και μετέβαλε το νερό σε κρασί, είτε γιατί η εβραϊκή λέξη «κανανά» στα ελληνικά θα πει ζηλωτής.
Ζηλωτές στην εποχή του Ιησού Χριστού ήσαν οι πατριώτες Εβραίοι, οι άνθρωποι της εθνικής αντίστασης κατά των Ρωμαίων κατακτητών. Με μια άλλη έκφραση στη θεία Γραφή ο ζηλωτής λέγεται «ανήρ επιθυμιών», άνθρωπος δηλαδή που αισθάνεται μέσα του να τον καίει ο πόθος για την αλήθεια, τη δικαιοσύνη και την ελευθερία και γενικά για το νόμο του Θεού. Ζηλωτές και άνδρες επιθυμιών είναι όλοι οι άγιοι του Θεού, που καλλιεργούν μέσα τους θείο έρωτα και ενθουσιασμό. Στην προς Ρωμαίους επιστολή ο Απόστολος Παύλος θέλει τους χριστιανούς να είναι «τω πνεύματι ζέοντες», να έχουν δηλαδή θερμό και ζωντανό φρόνημα. Και ο Ιησούς Χριστός για τον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο είπε· «ο λύχνος ο καιόμενος και φαίνων», η λαμπάδα δηλαδή, που καιότανε και φώτιζε.
Μέσα στους δώδεκα Αποστόλους ο Σίμων ο Ζηλωτής ίσως είναι ο Ναθαναήλ, που αναφέρεται στο «κατά Ιωάννην» Ευαγγέλιο. Άλλοι όμως δέχονται πως ο Ναθαναήλ είναι ο Βαρθολομαίος. Αν ο Ναθαναήλ είναι ο Σίμων ο Ζηλωτής, πολύ ταιριάζουν λοιπόν στα λόγια που είπε ο Ιησούς Χριστός, όταν τον είδε· «Να ένας αληθινός Ισραηλίτης, που δεν υπάρχει μέσα του δόλος». Αλλ’ έχουν επίσης πολλή σημασία τα λόγια του Ναθαναήλ για τον Ιησού Χριστό· «Διδάσκαλε, συ είσαι ο υιός του Θεού, συ είσαι ο βασιλιάς του Ισραήλ». Αυτή είναι μια ομολογία, ως εκείνη σχεδόν του Πέτρου, που ο Ιησούς Χριστός είπε πως είναι αποκάλυψη Θεού· «Συ είσαι ο Χριστός, ο υιός του αληθινού Θεού».
Ο Σίμων λοιπόν ο Ζηλωτής ή Ναθαναήλ ήταν ένας άνθρωπος άγιος και άδολος, καθώς τον χαρακτήρισε ο Ιησούς Χριστός και καθώς ο ίδιος, χωρίς δισταγμό και επιφύλαξη, ομολόγησε για τον Ιησού Χριστό. Πραγματικά ζηλωτής, άνθρωπος με θέρμη μέσα του και φόβο Θεού. Γνήσιος Εβραίος κι αφοσιωμένος στις παραδόσεις της φυλής του, καθώς ο Απόστολος Παύλος γράφει για τον εαυτό του στην προς Γαλάτας επιστολή· «… περισσοτέρως ζηλωτής υπάρχων των πατρικών μου παραδόσεων». Ο μεγάλος Απόστολος, πριν ο Χριστός να τον καλέσει στο αποστολικό αξίωμα με το όραμα της Δαμασκού, ξεχώριζε ανάμεσα σε πολλούς για τον υπερβολικό του ζήλο προς τις εβραϊκές παραδόσεις.
Στις Πράξεις των Αποστόλων, μετά την Ανάληψη του Ιησού Χριστού, μαζί με τους ένδεκα Αποστόλους και την υπεραγία Θεοτόκο, είναι κι ο Σίμων ο Ζηλωτής. Έλαβε μέρος στην εκλογή του Ματθία, για να συμπληρωθεί ο αριθμός των δώδεκα και ήταν μαζί με τους άλλους Αποστόλους, όταν την ημέρα της Πεντηκοστής ήλθε το Άγιο Πνεύμα. Υπήρξε λοιπόν και ο Σίμων ο Ζηλωτής ένας από τους αυτόπτες και υπηρέτες του Λόγου, από εκείνους δηλαδή που έζησαν μαζί με τον Ιησού Χριστό όλη την τριετία. Όταν ήλθε το Άγιο Πνεύμα και έλαβαν οι δώδεκα «δύναμιν εξ ύψους», βγήκε κι αυτός, καθώς κι οι άλλοι Απόστολοι, στον κόσμο κι έγινε μάρτυς του Ιησού Χριστού και της αναστάσεως.
Πολύ λίγα ξέρομε για την ιεραποστολική δράση του αγίου αποστόλου Σίμωνα του Ζηλωτή. Είναι κι αυτός ένας από εκείνους, για τους οποίους γράφει ο μεγάλος Απόστολος στη δεύτερη προς Κορινθίους επιστολή· «ως αγνοούμενοι και επιγινωσκόμενοι», έμειναν δηλαδή ως άγνωστοι στους ανθρώπους, αλλά είναι πολύ γνωστοί στο Θεό. Κατά την παράδοση, ο Σίμων ο Ζηλωτής μετά την Πεντηκοστή κήρυξε το Ευαγγέλιο στην Αίγυπτο και στην Αφρική κι αργότερα, μαζί με τον Ιούδα του Ιακώβου ή Θαδδαίο στη Μεσοποταμία και Περσία, όπου και είχε μαρτυρική τελείωση. Μακάρι να μπορούσε να λεχθεί για τον καθένα μας εκείνο που είπε ο Ιησούς Χριστός για τον Σίμωνα το Ζηλωτή· «Να ένας άνθρωπος, που δεν υπάρχει μέσα του δόλος». Αμήν.
(Μητροπ. Διονυσίου Δ. Ψαριανού (+), Εικόνες Έμψυχοι, Αποστ. Διακονία, σ.381-383)