Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τετάρτη, Νοεμβρίου 09, 2011

Ο Άγιος της Αίγινας...ο Πενταπόλεως Νεκτάριος!


AgiosNekt-(1).gif

Στο απόμακρο για κείνο τον καιρό νοσοκομείο της Αθήνας, το Αρεταίειο, η γραμματεία έπαιρνε απ' έξω εντολή και έδινε μέσα εντολή να κρατήσουν κάποιο κρεββάτι στον μικρό παθολογικό θάλαμο για έναν γέροντα καλόγερο, από την Αίγινα. 
Τον έφεραν κάποιο μεσημέρι δυο καλόγρηες κι ένας μέτριος στο ανάστημα σαραντάρης που από την πρώτη στιγμή που μπήκαν ανησυχούσε και κρυφόκλαιγε. Έκαναν τις διατυπώσεις της εισόδου και παραμονής του στο θεραπευτήριο και η μια από τις δυο καλόγρηες, έφυγε. 
Στον θάλαμο που τον τοποθέτησαν ήταν άλλα τέσσερα κρεββάτια ωστόσο μόνο τα δύο ήταν πιασμένα. Στο διπλανό του γέροντα της Αίγινας αναπαυόταν ένας άντρας περίπου σαραντάρης που έπασχε από παράλυση των κάτω άκρων. Ήταν επαρχιώτης οικογενειάρχης, είχε πέσει σ' ένα γκρεμό από το ζώο του, χτύπησε κι από τότε τον έσερναν με τα φορεία. Στο παρακάτω, έμενε κάποιος γέροντας συνταξιούχος δάσκαλος, με ουρολογική κι αυτός πάθηση. 
"Τι νομίζεις γερόντισσα Ευφημία, έκανε κάπου στον προθάλαμο σιγανασαίνοντας και σκουπίζοντας τα δάκρυά του ο άντρας, θα κάνει την εγχείρηση, θ' αντέξει στο μαχαίρι;" 
Εκείνη απόμεινε συλλογισμένη. 
"Τι θ' απογίνουμε δίχως την ευλογημένη του καθοδήγηση, πώς θα ζήσουμε χωρίς την προσευχή του;" συνέχισε ο άντρας. 
"Ελπίζω, κύριε Σακκόπουλε, αποκρίθηκε τέλος η καλόγρηα, μισοταραγμένη. Ο καλός θεός θα λυπηθεί την αδελφότητα, δεν θα επιτρέψει ν' απομείνουμε είκοσι οκτώ ψυχές ορφανές."
"Ω αδελφή Ευφημία, σ' αυτόν οφείλω τα πάντα. Και κυρίως τον θησαυρό της ψυχής μου. Αυτός με εισήγαγε εις το εύρος, το ύψος και το κάλλος που έχει ο Κύριος. Από νωρίς έχασα την μητέρα μου και το ξεπέρασα, πρόπερσι αναπαύθηκε κι ο πατέρας μου, άνθρωπος όλο αυταπάρνηση κι ευγένεια και το κατάπια. Αν μας εγκαταλείψει κι ο άγιος γέροντας, ο πνευματικός πατέρας και οδηγός και μεσίτης εις τον Θεόν, θα καταντήσω δυστυχής, θα παραμείνω δεντρί στην έρημο..." 
Η καλόγρηα τον ανακύτταξε με κάποια στοργή και κούνησε το κεφάλι. 
Πέρασε ο πρώτος μήνας, πέρασε κι ο δεύτερος. 
Δεν πρόλαβε να κάνει εγχείρηση, δεν πρόλαβε να περάσει από μαχαίρι. 
Η Αθήνα συγκλονιζόταν από ιαχές και αλλαλαγμούς για την εκλογική ήττα του Βενιζέλου, για τις αλλαγές στην Κυβέρνηση, για την επαναφορά του εξόριστου Βασιληά Κωνσταντίνου, οι εκκλησιαστικοί κύκλοι συζητούσαν, σχολίαζαν την έκπτωση του Μελετίου και την επανανθρόνιση του Θεοκλήτου, όταν ο χλωμός ασκητικός εκείνος γέροντας, ο καλόγερος της Αίγινας, έβλεπε ξαφνικά καταμπροστά του ανοιγμένους τους ουρανούς και τους αγγέλους κατά χιλιάδες να τον υποδέχονται. 
Στάθηκε λίγο προτού ξεψυχίσει κι αφουγκράστηκε. Από ψηλά κάποια γνώριμη φωνή, κάποια ολόγλυκια φωνή σε ξένη χώρα, τον καλούσε. 
"Είσελθε τέκνον, είσελθε εις την χαράν του Κυρίου σου. Σε αναμένει ο της δικαιοσύνης στέφανος." 
" Εις εμέ, εις εμέ το λέγεις Κύριε;" πρόλαβαν να ψιθυρίσουν για στερνή φορά τα χείλη του. 
Κι ανοίγοντας το στόμα να πάρει ανασεμιά, είδε πως μεταφέρεται. Παρέδωσε την άγια του υπομονετική ψυχή στον αγαπημένο του Αφέντη. Στον Αφέντη των ουρανίων, των επιγείων και καταχθονίων. 
Η γερόντισσα Ευφημία αναστατώθηκε. 
"Σεβασμιώτατε, σεβασμιώτατε, ανάκραξε με λυγμούς. Κύριε Σακκόπουλε, πού είναι ο κύριος Σακκόπουλος;... Το τηλέφωνο παρακαλώ, το τηλέφωνο... 
Ήρθε μια σαβανώτρα από το προσωπικό του νοσοκομείου να βοηθήσει τη γερόντισσα. Το νεκρό σώμα, μοσκομύριζε... Θεέ και Κύριε ! ... Κάτι πήγε να πει η γερόντισσα δεν το μπόρεσε. Για μια στιγμή έβγαλαν τη μάλλινη φανέλλα και την πέταξαν πρόχειρα στο διπλανό κρεββάτι. Κι ώσπου να προχωρήσουν να τελειώσουν με τα σάβανα, ο διπλανός άρρωστος, ο άνθρωπος που έπασχε από παράλυση των κάτω άκρων κινήθηκε, ξεπετάχθηκε όρθιος, αμφιταλαντεύθηκε, στάθηκε στα πόδια του κι έκανε το σταυρό του. 
"Σηκώθηκα, περπατάω! ανάκραξε δυνατά, Θεέ μου, έγινα καλά! Τι έχει αυτή η φανέλλα;" 
Για δες, ήταν στ' αλήθεια όρθιος, περπατούσε ! 
Δεν καλοκατάλαβαν, απόμειναν να χάσκουν. Το νεκρό σώμα μοσκομύριζε... Η γερόντισσα πήρε τη φανέλλα την έβαλε ένα κουβάρι στο ράσο της. Τα χέρια της έτρεμαν. 
Απόρησαν oι γιατροί, απόρησε και το προσωπικό του νοσοκομείου όταν έμαθαν πως ο φτωχός ρασοφόρος από την Aίγινα, ήταν άλλοτε γενικός διευθυντής στη Ριζάρειο και ήταν λέει... δεσπότης! 
Μια νύχτα θρήνου πέρασε η γερόντισσα Ευφημία. 
Αργά το πρωί έφθασε ένας φίλος Αρχιμανδρίτης, ιεροκήρυκας, ο Παντελεήμων Φωστίνης και λίγο πιο έπειτα ο πρωτοπρεσβύτερος Άγγελος Νησιώτης, διαλεκτός μαθητής του στη Ριζάρειο και δημιουργός αργότερα κατηχητικών σχολείιων. Έφθασε σωστό ανθρώπινο ράκος κι ο Κωστής Σακκόπουλος. Παράγγειλαν το φέρετρο παράγγειλαν τη νεκροφόρα και λίγo αργότερα ξεκίνησαν για τον Πειραιά. 
Το βαποράκι της γραμμής η "Πτερωτή", θα σήκωνε άγκυρα για την Αίγινα ακριβώς στις δυο το μεσημέρι. Η νεκροφόρα με λογίς - λογίς διατυπώσεις που έπρεπε να γίνουν, έφθασε εμπρός στον καθεδρικό ναό της Αγίας Τριάδος στον Πειραιά, λίγo μετά τις δώδεκα. Ο ναός βρέθηκε κλειστός, όλοι oι αρμόδιοι κι ο νεωκόρος, έλειπαν για μεσημεριάτικη διακοπή. 
Αυθόρμητα μαζεύτηκε ολόγυρα στο πεζοδρόμι κόσμος. Από λαλιά σε λαλιά, ακούστηκε, μαθεύτηκε στην εργατική πόλη, η κοίμηση του γέροντα της Ριζαρείου. Κι ένας λαός περικύκλωσε το φέρετρο. 
Καθώς το έφεραν σιμά στα σκαλοπάτια του ναού για να πάρουν τουλάχιστον μια φωτογραφία στην πόλη και στο χώρο που τόσο είχε κηρύξει κι αγαπήσει κι άνοιξαν το καπάκι, μούδιασαν, τάχασαν... Παρατήρησαν κάτι το ασυνήθιστο, το καταπληκτικό. Από την ήρεμη και γαλήνια μορφή έσταζε κάτι σαν ιδρώτας που μοσκομύριζε... Θεέ και Κύριε ! 
Ο Κώστας ο Σακκόπουλος σαστισμένος έτρεξε κι αγόρασε από το περίπτερο ένα πακέτο μπαμπάκι και σκούπισε σιγά - σιγά και απαλά από το πρόσωπο τον μοσκομύριστο ιδρώτα. Μερικοί τότε έπεσαν επάνω του, του άρπαξαν τις τούφφες το μπαμπάκι, τόφερναν ευλαβικά στο μέτωπό τους, άλλοι τόκρυβαν στις τσέπες τους, άλλοι το παράχωναν στο στήθος. 
"Δεν έχει βάρος, δεν έχει βάρος, είναι λαφρύς σαν πούπουλο", φώναξαν και oι άνδρες που σήκωναν το φέρετρο, έτοιμοι να το ξαναφέρουν στη νεκροφόρα. 
Το βαποράκι της γραμμής η "Πτερωτή" έφθασε στις τέσσερις παρά κάτι, απόγευμα στην Αίγινα με τη σημαία "μετζάστρα" στο πλωριό κατάρτι. 
Προτού αράξει στο μώλο, ο καπετάνιος σφύριξε τρεις φορές πένθιμα και συνθηματικά. 
Στα γαλανά νερά του Σαρωνικού ταξίδευε το ιερό λείψανο ενός ανθρώπου του Θεού. Ενός κληρικού που δεν καυχήθηκε ποτέ για κάτι δικό του. Ενός ιερομόναχου που ευαρέστησε τον άγιο Θρόνο με την υπακοή, το ταπεινό φρόνημα, την υπομονή, την πίστη, την αγάπη. 
Αμέτρητος λαός πλημμύρισε κάτω την παραλία. Όλος σχεδόν ο κλήρος, όλοι oι ιερομόναχοι, όλες oι καλόγρηες από τα ντόπια μοναστήρια. 
Οι γυναίκες έκλαιγαν σιωπηλά, μερικές στέναζαν, μερικές μοιρολογούσαν. 
"Παππούλη μας, προστάτη της φτωχολογιάς, τι θ' απογίνουμε τώρα που μας άφισες ορφανές και μόνες;" 
Διακόσιοι τόσοι άντρες τσακώθηκαν ποιος θα σηκώσει το φέρετρο. Ήταν oι φίλοι του, oι ψαράδες του γυαλού, οι σφουγγαράδες που ταξίδευαν και βουτούσαν πέρα στην Τζιμπεράλτα και στο Τούνεζι κι έφερναν σφουγγάρια της ευλογίας με χαραγμένο στη μέση τον τίμιο σταυρό, εργάτες που δούλεψαν στη μονή κι έφαγαν ψωμί από τα χέρια του, oικοδόμοι, αγρότες αμπελουργοί, επαγγελματίες και πλανόδιοι. 
Ο δήμαρχος με τον αστυνόμο για να τους φέρουν σε λογαριασμό, τους χώρισαν σε τετράδες και υπολόγισαν το δρόμο κάπου δυο ώρες και κάτι, ώσαμε το μοναστήρι. 
Σε λίγο τα πάντα τακτοποιήθηκαν και η πομπή ξεκίνησε. 
Ήταν κάτι το ριγηλό και συγκινητικό. Ποτέ η Αίγινα δε θυμόταν ένα τέτοιο ξόδι. 
Αυθόρμητα η λαϊκή ψυχή αγκάλιασε το λείψανο - θησαυρό του διαλεκτού παιδιού της και τόφερνε με σφιχτή ανασεμιά στη θέση Ξάντος. 
Πένθιμη διακόσμηση γυρόφερνε την πόλη και την παραλία. Οι καμπάνες στους ναούς σιγοχτυπούσαν όπως τη μεγάλη Παρασκευή. Θυμίαμα καιγόταν σ' όλες τις πόρτες και δροσερά λουλούδια έπεφταν από γρηές και νιες και δροσερές παρθένες. Ένα πλήθος νέοι ρασοφόροι Ριζαρείτες ακολουθούσαν σιωπηλοί. 
"Δεν έχει βάρος, δεν έχει βάρος, είναι λαφρύς σαν πούπουλο", φώναζαν κατάπληκτοι κάθε τόσο οι άνδρες από τα σταυροδρόμια και τις λαγκαδιές, καθώς σήκωναν το φέρετρο κι ετοιμάζονταν ν' αλλάξουν βάρδια. 
Το μοναστήρι γέμισε κόσμο. Ατελείωτη μυρμηγκιά, κάθε λογίς άνθρωποι, γνωστοί, άγνωστοι, καταλαχάρηδες του βουνού, του λόγγου, της ακρογυαλιάς. Όλοι τους είχαν διάθεση να παρασταθούν, να προσευχηθούν, να ξενυκτίσουν, να κλάψουν. 
Σ' όλο τούτο το πλήθος και στις καλόγρηες της αδελφότητας που έκλαιγαν σαν μικρές νεαρές κοπέλλες, ξεχώριζε η φυσιογνωμία της ηγουμένης, της οσίας Ξένης, της τυφλής. 
Στάθηκε κάποια στιγμή καταμπροστά στο φέρετρο, πάνω στη γαλήνια κι ευγενική μορφή, που θαρρούσες ότι λαφροκοιμόταν, τη μορφή του πνευματικού πατέρα και οδηγού, του ευεργέτη και προστάτη της και μη μπορώντας με τα τυφλά μάτια να δει, να προσέξει τον ιδρώτα - μύρο που κυλούσε από το μέτωπο, τόνοιωσε σαν όσφρηση, σαν ευωδιά και μένοντας ακίνητη και κάνοντας τρεις φορές το σημείο του σταυρού, είπε: 
"Ο πατέρας μας δεν πέθανε. Ζει, μας βλέπει και προσεύχεται απόψε για μας. Το μοναστήρι μας θα προκόψει δεν θα το αφίσει ο Κύριος. Όταν ζούσε και τον απολαμβάναμε δίπλα μας, κοντά μας, φάρο και οδηγό, αυτό πάντα μας έλεγε. Αυτή την προφητεία: Από δω, μας έλεγε, κόρες μου, απ' αυτές τις ερημιές, σε μερικά χρόνια θα διαβαίνουν άμαξες, θα περνά πλήθος ο κόσμος με αφιερώματα, χρυσάφια και λαμπάδες. Kαι μεις οι άπραγες στεκόμασταν δίβουλες, ξαφνιασμένες. Μήπως τάχα παραλογίζεται ο σεβασμιώτατος, αναρωτιόμασταν με ανησυχία. Αδελφές μου, μη κλαίτε, αδέλφια μου μη θρηνείτε. Η Αίγινα και η Ελλάδα απόκτησε έναν όσιο, ένα σημερινό ικέτη εμπρός εις τον Εσταυρωμένο". 
Τα λόγια της σκέπαζαν τους κρυφούς λυγμούς της από μια θεϊκή δύναμη και χάρη. Τα λόγια της έπεσαν στο πλήθος με τέτοια αρμονία που γλύκαναν ευθύς όλες τις καρδιές και για κάμποσο χρονικό διάστημα της νύχτας απόδιωξαν τις μελαγχολικές σκέψεις του θανάτου. 
Τρεις μέρες και τρεις νύχτες κράτησε το λαϊκό τούτο προσκύνημα. Και το λείψανο αδιάκοπα έσταζε ιδρώτα μύρο και σκορπούσε ολοτρόγυρα ευωδία! 
Mια από τις τρόφιμες της αδελφότητας ανησύχησε. 
"Θα πρέπει να επισπεύσουμε τον ενταφιασμό, πέταξε με σπουδή στην οσία Ξένη. Δεν μπορεί, γερόντισσά μου, σώμα είναι, θα βρωμίσει". 
Το βράδυ που κοιμήθηκε, είδε ολοζώντανο σιμά της τον γέροντα ντυμένο στα αρχιερατικά του άμφια. 
" Σεβασμιώτατε", ανάκραξε. Kαι γονάτισε να του ασπασθεί το χέρι. 
"Βρωμά παιδί μου, το χέρι μου;" τη ρώτησε επιτιμητικά. 
" Μοσκομυρίζει σεβασμιώτατε", ψιθύρισε. 
"Τι μυρίζει;" 
"Λιβάνι και αλόη." 
"Τότε μη φοβείσαι και διά το λείψανον." 
Ξύπνησε καταφοβισμένη. Έτρεξε στο φέρετρο, ασπάσθηκε τρεις φορές τα κρινοδάχτυλα των χεριών. Kαι ξαναπρόσεξε που έτρεχε συνέχεια στη μορφή ιδρώτας - μύρο. 
Φυσικά φρόντισαν και για τον ενταφιασμό. Θα τον τοποθετούσαν εκεί πλάγια στο ναό, χαμηλά στο πεύκο. Στο καταπράσινο και φουντωτό βελονόφυλλο δεντρί που τόσο αυτός καμάρωνε κι αγαπούσε. Εκεί, που κάποτε η πρώτη εκείνη γερόντισσα κάτοικος, σαν έσκαβε για να το φυτέψει, τοσοδούλι και μικράκι,άκουσε την παράδοξη φωνή : "άφισε τόπο για ένα τάφο". Ναι, τώρα όλα ξεκαθάριζαν. Ο καλός Θεός είχε προδιαλέξει τόπο για το σκήνωμα του διαλεκτού παιδιού του. 
Προτού σκεπάσουν το φέρετρο για τον ενταφιασμό, όλες σχεδόν oι μαθήτριες και υποτακτικές έφεραν κι έρριξαν λεμονανθούς από τις λεμονίτσες που είχε φυτέψει ο ίδιος ο γέροντας με το χέρι του, σε διάφορες πρασιές ολόγυρα από το ναό και παράπλευρα έξω.

(Από το βιβλίο του Σώτου Χονδρόπουλου: Ο άγιος του αιώνα μας 
-Ο όσιος Νεκτάριος Κεφαλάς- Αφηγηματική Βιογραφία. Έκδοσις Ιεράς Κοινοβιακής Μονής Αγίας Τριάδος Αιγίνης.)

Άγιος Νεκτάριος -Η διακονία στη Ριζάρειο

Απόσπασμα από το βιβλίο: Ο Άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως- Η πρώτη αγία Μορφή των καιρών μας, του Σοφοκλή Γ. Δημητρακόπουλου, Αθήνα 1998, σελ. 188- 198)

Η διακονία στη Ριζάρειο
Καθήκοντα στη Ριζάρειο ανέλαβε στις 10 Μαρτίου 1894, αφού προηγουμένως έδωσε "την νόμιμο διαβεβαίωση ενώπιον του νομάρχου Αττικής και Βοιωτίας". Γράφει η εφημερίδα "Ακρόπολις" της ιδίας ημέρας: "Σήμερον αναλαμβάνει τα καθήκοντα αυτού ο νεωστί διορισθείς διευθυντής της Ριζαρείου Σχολής πρώην μητροπολίτης Πενταπόλεως. Ο νέος διευθυντής της Σχολής είναι εις εκ των μάλλον μορφωμένων κληρικών μας και διετέλει μέχρι τούδε ιεροκήρυξ του νομού Φθιώτιδος". Επίσης η "Νέα Εφημερίς" έγραψε την επομένη: " Αφίκετο και ανέλαβε τα καθήκοντα αυτού ο νέος διευθυντής της Ριζαρείου Σχολής σεβ. Μητροπολίτης Πενταπόλεως, γνωστός και διά τον χαρακτήρα και διά τα φώτα αυτού, απολαμβάνων υπολήψεως και τιμής εν τω ημετέρω κλήρω". Η επίσημη εγκατάστασή του έγινε την Κυριακή, 13 Μαρτίου 1894. Έγραψε η "Εστία" της εσπέρας της ίδιας ημέρας: "Σήμερον περί την 10 1/2 ώραν παρουσία του Υπουργού Παιδείας, του Σ. Μητροπολίτου και της ολομελείας του διοικητικού Συμβουλίου της Ριζαρείου Σχολής εγένετο η εγκατάστασις του νέου διευθυντού της σχολής Σ. Μητροπολίτου Πενταπόλεως κ. Νεκταρίου Κεφαλά". Στις 14 Μαρτίου η "Εφημερίς", έγραψε: "Πανηγυρικώς εγένετο χθες η εγκατάστασις του νέου διευθυντού της Ριζαρείου Σχολής, πρώην Μητροπολίτου Πενταπόλεως Σ. Νεκταρίου Κεφαλά. Κατά ταύτην παρήσαν το Διοικητικό Συμβούλιον αυτής, ο Σύλλογος των καθηγητών και πολλοί άλλοι. Ο Σεβασμιώτατος κ. Νεκτάριος Κεφαλάς, μετά την λειτουργίαν, τελεσθείσα εν τη εκκλησία της Σχολής, εδέχθη εν τη Μεγάλη Αιθούση τα συγχαρητήρια των ανωτέρω και εξεφώνησε σύντομο λόγο, δι' ου ηυχαρίστησε το Συμβούλιο (…) Αποτεινόμενος εις τους μαθητάς της Σχολής, παραινετικούς απήυθυνε λόγους και υπέδειξεν οποία καθήκοντα επιβάλλονται εις αυτούς (…) Ο δε εκ των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου κ. Δ. Χασιώτης αντεφώνησε, εκφράσας την πεποίθησιν, ότι η Σχολή διά του νέου Διευθυντού της θα επανακτήση την πρώτην αυτής λαμπρότητα και ότι διά της ομονοίας και της ειρήνης θα εισέλθη η Σχολή εις την κανονικήν τροχιάν της, αγλαούς αποφέρουσα καρπούς".
Το θρησκευτικό περιοδικό της εποχής εκείνης "Σωτήρ", γνωστό για τις προσπάθειές του για την αναγέννηση των εκκλησιαστικών πραγμάτων, σχολιάζοντας την προσωπικότητα του νέου διευθυντή της Ριζαρείου έγραφε: " Χρηστότης ηθών, διοικητική ικανότης, επιστημονική μόρφωσις, αγαθότης και ευγένεια τρόπων, ιδού εν ολίγοις αι αρεταί, αίτινες κοσμούσι τον Σεβ. Ιεράρχην".
Όταν ανελάμβανε τη διεύθυνση της Ριζαρείου Σχολής, ο Πενταπόλεως Νεκτάριος βρισκόταν στην ώριμη ηλικία των 48 ετών και η πνευματική του ακτινοβολία ήταν ήδη έντονη και φυσικά με το πέρασμα του χρόνου γινόταν ακόμη μεγαλύτερη. Να πως φυσιογνωμικά τον περιέγραψε το 1948 -πριν ακόμη ανακηρυχθεί επίσημα άγιος- ένας παλαιός, της περιόδου 1902-1907, μαθητή του:
Ανάστημα κανονικόν (…) Πρόσωπον εις το οποίον ημιλλάτο η αρμονική αναλογία των μερών με την γλυκύτητα της εκφράσεως. Από τους γαλανούς οφθαλμούς του διεχύνετο μία ακτινοβολία, όμοια με το ανοιξιάτικο γλυκοχάραμα. Και το ακτινοβολούν εκείνο πρόσωπο εστεφανούτο από χιονόλευκη συμμετρικήν γενειάδα. Ήτο ωραία Βιβλική μορφή.
Ο Άγιος Νεκτάριος παρά τις ποικίλες αντιξοότητες, που προερχόταν τόσο από την φύση του παιδαγωγικού έργου και την ποικιλία προέλευσης των μαθητών (στη Σχολή φοιτούσαν και παιδιά πολλών ευπόρων αθηναϊκών οικογενειών κλπ., που δεν ενδιαφέρονταν για να ιερωθούν, αλλά μαθήτευαν σε αυτή επειδή το ποιοτικό της επίπεδο ήταν πολύ υψηλό), όσο και από την απιστία των καιρών, αλλά και από επεμβάσεις του Συμβουλίου της Σχολής, διηύθυνε- το σημαντικότερο μετά τη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών- εκκλησιαστικό αυτό εκπαιδευτήριο για δεκατέσσερα συνεχή χρόνια, χωρίς ποτέ ν' απουσιάζει από τη θέση του, με αισθήματα ανθρωπιστικά, όπως αυτά τα γνώριζε από τη δαψιλή μελέτη των αρχαίων συγγραφέων, με αγάπη Χριστού, με πατρική στοργή, πολλή φρόνηση και ενδιαφέρον ανύστακτο, με προσευχή διαρκή, προκειμένου να επιτύχει την αποστολή του. Αναφέρεται πως όταν ένας μαθητής έκανε κάποιο σοβαρό παράπτωμα, ο Άγιος θεωρούσε τον εαυτό του υπεύθυνο, προσευχόταν εκτενώς και υποβαλλόταν σε αυστηρή νηστεία. Το μέτρο αυτό είχε επίδραση στους ευαίσθητους μαθητές, οι οποίοι συνήθως μεταμελούνταν και απέφευγαν να επαναλάβουν τις αταξίες τους. Αλλά και όταν, σπάνια, ήταν αναγκασμένος, να επιβάλει κάποια ποινή, στεναχωρούνταν πολύ, ιδίως μάλιστα όταν έβλεπε πολλοί σημαίνοντες να παρεμβαίνουν υπέρ αυτών. Έγραφε στις μοναχές της Αίγινας: "Πλην της στενοχωρίας ταύτης (έλλειψη χρημάτων να στείλει στο μοναστήρι) είχον και ετέρα πολύ σπουδαίαν, ήτις και αύτη σήμερον έπαυσε. Εδίωξα εκ της Σχολής τέσσερας μαθητάς, δύο της τετάρτης τάξεως και δύο της πέμπτης, οίτινες μετά ένα μήνα ακριβώς θα ελάμβανον το δίπλωμά των. Οι υπέρ αυτών ενδιαφερόμενοι ήσαν ισχυροί, αλλ' επί τέλους σήμερον απεβλήθησαν, αλλ' άνευ πράξεως αποβολής", η οποία αποβολή, ας σημειωθεί, θα τους στιγμάτιζε και θα τους ακολουθούσε στη σταδιοδρομία τους. Ο Πενταπόλεως δεν υπήρξε ποτέ εκδικητικός ούτε ήθελε την εξόντωση εκείνων που παρεκτρέπονταν, παράλληλα όμως ήταν και ανυποχώρητος στην διαφύλαξη της ηθικής και του κύρους της Ριζαρείου, ως Εκκλησιαστικής Σχολής.
Λίγα χρόνια μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, το Πολυμελές Συμβούλιο του Ιδρύματος, σύμφωνα με τα Πρακτικά του, επισημαίνει "τον προς την Σχολήν ζήλον του Σεβασμιωτάτου Διευθυντού, την αφοσίωσιν αυτού προς αυτήν και την ευδόκιμον υπηρεσίαν του, προς δε και ότι άνευ ιδίας αμοιβής διδάσκει μαθήματα εν τη Σχολή". Αργότερα, ένας από τους εκτελεστές της διαθήκης του Γ. Ριζάρη, ο Νικόλαος Ράδος, έγραψε πως "ο Σεβασμ. Μητροπολίτης Πενταπόλεως κ. Νεκτάριος Κεφαλάς (…) διευθύνει μέχρι του νυν ως άριστα τα της Σχολής". Επίσης, ο διάδοχός του στη Ριζάρειο, Χρυσόστομος Παπαδόπουλος έγραψε για το έργο του:
Ευτυχώς (…) η Ριζάρειος Σχολή, διά του διευθυντού Μητροπολίτου Πενταπόλεως Νεκταρίου, ένεκα του κύρους αυτού ως Ιεράρχου, επανεύρε την εσωτερικήν αυτής γαλήνη και διά του εκλεκτού αυτής διδακτικού προσωπικού εχώρησε προς τα πρόσω, μετά της συνήθους αυτή μεγάλης πνευματικής επιδόσεως. Ο διευθυντής αποκατέστησε τελείως τον εκκλησιαστικόν χαρακτήρα της εσωτερικής ζωής της Σχολής.
Ο αρχιμ. Ιωακείμ Σπετσιέρης, που είχε φοιτήσει στη Ριζάρειο και πρίν την ανάληψη της διεύθυνσης από τον Άγιο Νεκτάριο, γράφει:
Και είναι αληθές ότι προ του διορισμού του Πενταπόλεωs ωs διευθυντού, η Ριζάρειος Σχολή ευρίσκετο πάντοτε εν ταραχή. Μόλις ομωs ανέλαβε την διεύθυνσιν ούτοs, ειρήνευσεν αύτη κα, έλαβε την κανονικήν της κατεύθυνσιν.
Ο Δανιήλ ο Κατουνακιώτης (1844-1829), αναφερόμενος το 1918 στην εκκλησιαστική εκπαίδευση, αναφέρει ότι ένας από εκείνους που με πολύ ορθόδοξο πνεύμα και χριστιανική μαρτυρία επιτέλεσαν το έργο τους ήταν και ο Πενταπόλεως Νεκτάριος.
Αλλά και ο παλαιός τρόφιμος της Σχολής και κατόπιν Υφηγητής του Πανεπιστημίου Σοφοκλής Λώλης έγραψε:
Επί Νεκταρίου εθραύσθησαν αι αντιδικίαι μεταξύ Υπουργείου και Συμβουλίου της Σχολήs και έπαυσαν αι συχναί, μέχρι λεπτομερειών, επεμβάσεις του Συμβουλίου εις τα καθήκοντα του Διευθυντού και των καθηγητών.
Ειδικότερα:
Θεωρώντας ο Άγιος Νεκτάριος ως κύριο έργο του την καλλιέργεια στους ιεροσπουδαστές ζέουσας πίστης και την εμφύτευση ιερού ζήλου για την ιεροσύνη, ήδη, από τις 16 Ιουνίου 1894, κατά την πρώτη, μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, επίσημη ομιλία του, ενώπιον του μητροπολίτη Αθηνών, αρχιερέων, εκπροσώπου του Υπουργείου Εκκλησιαστικών και των εφόρων της Σχολής, αναφέρθηκε στην αξία του Έλληνα ιερέα και υποδείκνυε πως η Σχολή δεν ήταν δυνατόν να επιτελέσει αποτελεσματικά το ειδικό έργo της, αν δεν λαμβάνονταν μέτρα, ανάμεσα στα οποία και η επαγγελματική αποκατάσταση των αποφοίτων της ως τον χρόνο της χειροτονίας τους.
Χαρακτηριστικά είναι και τα όσα έλεγε τον Ιούνιο του 1905 στην προσφώνησή του "προς τους αποφοιτώντας εξ αυτής μαθητάs":
Προς υμάς ήδη τουs αποφοιτώντας της Σχολήs στρέφω τον λόγov, προς υμάς τους επ' ευλογίαις απερχομένους του ιερού τούτου καθιδρύματοs, όπερ επί πενταετίαν όλην ως τέκνα φιλόστοργα διέθρεψε, διεπαιδαγώγησε και εξεπαίδευσε. Προς υμάs στρέφω τον λόγον, διότι υμείς εστέ ο καρπός πολυετούs πολυμόχθου φροντίδος κα, αδιαλείπτου μερίμνης του τε Σ. Συμβουλίου, των κυρίων καθηγητών και εμού. Υμείς εστέ το τέλος και ο σκοπός τηs ιεράς ταύτης Εκκλησιαστικής Σχολής, της ιδρυθείσης υπό των αειμνήστων Ριζαρών Μάνθου και Γεωργίου, όπως χορηγή τη Εκκλησία αξίους λειτουργούς και ιερείς του Θεού του Υψίστου. Η Σχολή εξεπλήρωσε το οποίον ανέλαβεν έργον ως προς υμάς μετά πάσης ακριβείας και αγαθής συνειδήσεως. Ήδη απόκειται υμίν να επιστέψητε το έργον της αποστολής της εκθρεψάσης υμάς Σχολής, της υμετέραs ιεράς τροφού, και πληρώσητε ταs προσδοκίας πάντων των υπέρ υμών εργασθέντων, οίτινες ουδέν έτερον παρ' υμών ζητούσιν, ή την πλήρωσιν του έργου, ειs o εκλήθητε, και τηv τήρησιν των υμετέρων υποσχέσεων. Οι υπέρ υμών πονήσαντες ουδέν έτερον εύχονται, ή να ίδωσιν υμάς ημέραν τινά αγαθούς και εναρέτους ιερείs, κοσμούντας τας τάξεις του κλήρου, εργαζομένους υπέρ της Εκκλησίας του Χριστού και πονούνταs υπέρ της εξαπλώσεως του έργου αυτού.
'Οθεν οφείλετε να αναδειχθήτε εν τω βίω της δράσεως άξιοι μεν της Σχολής τρόφιμοι, άξιοι λειτουργοί της Εκκλησίας και των δικαίων τηs Εκκλησίας και της Πατρίδος ικανοί υπέρμαχοι. Εξερχόμενοι της Σχολής ταύτης εισέρχεσθε εν τω σταδίω του ηθικού αγώνος, εν ω οφείλετε να αγωνισθήτε και να νικήσητε. Ο αγών ήδη απέβη κρατερός, διότι προs πολλούs και ισχυρούς πολεμίους της πίστεως και της πατρίδος έχετε να ανταγωνισθήτε, διότι φορά μεν και κατακλυσμός ετεροδόξων προσηλυτιστών κατέχει ήδη σύμπαν το ελληνικόν, ο δε των καθ' ημάς χρόνων υλισμός πανταχού εν τω βίω αγωνίζεται να καθαιρέση τας ιδέας του αληθούς και του δικαίου, του αγαθού και του θεοφιλούς, μεθ' ων αρρήκτως τα του ανθρώπου ιδεώδη και ο πνευματικός βίος συνάπτονται και η αληθής αυτού ευδαιμονία συνδέεται, πλήθος δε παντοίων απαιτητών και διεκδικητών αλλοτρίων της κληρωθείσης ημίν από αιώνων χώραs, εν η έζησε και έδρασεν υπέρ του πολιτισμού της ανθρωπότητος ελληνισμός. Οι εχθροί ούτοι εισίν σήμερον ουχί οι ασυνετώτεροι, ώσπερ πρότερον, αλλά οι κακονούστεροι και εν ταις ενεργείαις αυτών συνετώτεροι. Το πλήθος των πολεμίων και το μέγεθος τηs αξίας των κτημάτων της πίστεως και της πατρίδοs, ων ουδέν τιμιώτερον τω ανθρώπω, επιβάλλει υμίν την υποχρέωσιν τηs αμύνης μετά σθένουs και αυταπαρνήσεως προς διάσωσιν αυτών κινδυνευόντων και παράδοσιν τούτων τοις επιγόνοις σώων και ασφαλών. Προς τοιούτον αγώνα η ιερά αύτη Ακρόπολις, εν η επί πενταετίαν εξεπαιδεύθητε και εγυμνάσθητε, παρεσκεύασεν ικανώς και καθώπλισεν υμάς δι' όλων των αναγκαίων ηθικών και πνευματικών όπλων, όπως επιτυχώς αγωνισθήτε υπέρ του έργου της Εκκλησίας ημών.
Εκ της διδασκαλίας του μαθήματος της Ποιμαντικής έγνωτε την ιερότητα του ιερατικού αξιώματος, τηv περιωπήν της τιμής, τηv μεγάλην αξίαν και το δυσθέατον ύψος αυτού, έγνωτε την θείαν χάριν, ην έχει και μεταδίδωσι, και την υπερφυσικήν αυτού δύναμιν, έγνωτε ότι οι ιερείς εισίν οι του Χριστού στρατιώται, οι το έργον της σωτηρίας απεργαζόμενοι. Έγνωτε ότι οι ιερείς εξ ανθρώπων λαμβανόμενοι υπέρ ανθρώπων καθίστανται τα προς τον Θεόν.
Μη λοιπόν πλανηθήτε εκ τηs ρεούσηs δόξηs του κόσμου, μη απηυδήσητε εν τω έργω της υπομονής και της θλίψεως, ίνα μη στερηθήτε της τιμής της κληρωθείσης υμίν.
Ενδεικτική του αγωνιώδους ενδιαφέροντος του Αγίου για την πληρέστερη κατάρτιση των μαθητών του και την προσέλευσή τους στις τάξεις του ιερού κλήρου, είναι και η επιστολή που είχε απευθύνει στις 4 Ιουνίου 1894 στον πρωθυπουργό Χαρίλαο Τρικούπη, στον οποίο έθετε το πρόβλημα και πρότεινε συγκεκριμένες λύσεις, όπως είναι η αναπροσαρμογή της ύλης του σχολικού προγράμματος, η απασχόληση των αποφοίτων ως δασκάλων μέχρι το τριακοστό έτος της ηλικίας τους που θεωρείται ως ο κατάλληλος χρόνος χειροτονίας τους, η ικανοποιητική ρύθμιση των αποδοχών τους ως μορφωμένων ιερέων κ.λπ. Επίσης πρότεινε στη Σχολή την εισαγωγή του μαθήματος των Γεωπονικών, ώστε οι απόφοιτοι να είναι και ευρύτερα ωφέλιμοι στην κοινωνία, αλλά και να μπορούν με τις γνώσεις που θα αποκτούσαν για την καλλιέργεια της γης να βοηθούνται βιοποριστικά, αφού, όπως είναι γνωστό, τότε οι ιερείς δεν μισθοδοτούνταν από το κράτος. Και όλα αυτά ταυτόχρονα με την άοκνη φροντίδα του για τη βελτίωση της διατροφής και την άθληση των ιεροσπουδαστών.
Παράλληλα, δεν έπαυε σε κάθε ευκαιρία να τονώνει περισσότερο και το εθνικό συναίσθημα των ιεροσπουδαστών, αφού πίστευε ειλικρινά, όπως και παραπάνω είδαμε, στην ιδιαίτερη αποστολή του Έλληνα και μάλιστα του Έλληνα ιερέα, χωρίς να παραλείπει να προβαίνει και σε συγκεκριμένες άλλες ενέργειες. Αναφέρουμε χαρακτηριστικά δύο από αυτές. Η πρώτη: Όταν στις 18 Οκτωβρίου του 1904 έγινε γνωστός ο θάνατος του μακεδονομάχου Παύλου Μελά (13 Οκτωβρίου 1904), έγιναν, εκτός των άλλων, όπως διαπιστώνει κανείς από την ανάγνωση των εφημερίδων της εποχής, και παλλαϊκά μνημόσυνα. Σ' αυτό, που τελέστηκε στις 22 Οκτωβρίου στη μητρόπολη των Αθηνών, παρέστησαν και οι Ριζαρείτες, ενώ, στη συνέχεια, έρανος μεταξύ των καθηγητών και μαθητών της Σχολής υπέρ της Μακεδονίας απέφερε το ποσόν των 155 δρχ. Τέλος, στις 21 Μαίου του 1905 στην εκκλησία της Ριζαρείου έγινε και άλλο μνημόσυνο "υπέρ των εν Μακεδονία πεσόντων". Και η δεύτερη: Με ενέργειές του πέτυχε τη χορήγηση κάθε χρόνο τεσσάρων υποτροφιών σε μαθητές προερχομένους από τη Μ. Ασία, ενώ είχε στενή συνεργασία με τον καθηγητή της Φιλοσοφικής Σχολής και πρόεδρο του Μικρασιατικού Συλλόγου "Η Ανατολή" Μαργαρίτη Ευαγγελίδη.
Γενικά, για το πως αντιλαμβανόταν ο Άγιος τον ρόλο του Έλληνα μας πληροφορεί η ομιλία του με θέμα Περί κλήσεως και αποστολής του 'Ελληνος, που έγινε πάλι στη Ριζάρειο, κατά την απονομή των διπλωμάτων των απολυθέντων ιεροσπουδαστών το 1906, εποχή που ο Μακεδονικός Αγώνας βρισκόταν σε έξαρση. Νομίζει κανείς πως ο Άγιος Διευθυντής της μιλάει για τη σημερινή εποχή. Τόνιζε ανάμεσα στα άλλα:
Εν τοις έθνεσιν επεκράτησεν εθνικός τις εγωισμός ζητών να επικρατήση αυτός μεταξύ πάντων, δεν εσεβάσθη ούτε θεία ούτε ανθρώπινα δίκαια και εκήρυξε πόλεμον κατά τε των θείων και ανθρωπίνων δικαίων, ανακηρύξας ως δίκαιον το εαυτού συμφέρον και ωs δικαιοσύνην την εαυτού ισχύν (...) Ο Σταυρός ην και έσται εσαεί τω Έλληνι το σύμβολον των ηθικών και θρησκευτικών αρχών αυτού, υπέρ ων ηγωνίσθη και ας τω αίματι αυτού υπεστήριξεν. Διά του Σταυρού το ελληνικόν έθνος περιεγένετο τον κατακλυσμόν, του κατακλύσαντος τα αρχαία έθνη (...) Το ελληνικόν άρα έθνος οφείλει εν συναισθήσει γενόμενον της κλήσεως και της αποστολήs αυτού να εργασθή πρώτον, όπως τελειωθή αυτό εν σοφία και αρετή, εν τη επιγνώσει των θείων και ανθρωπίνων πραγμάτων, και δεύτερον, όπως εργασθή υπέρ των αδελφών και των πλησίων αυτού, συνεχίζων ούτω το έργον των ευκλεών αυτού προγόνων, των ανεγνωρισμένων ευεργετών της ανθρωπότητος (...) Η πατρίς και η εκκλησία έχει σήμερον υπέρ ποτέ ανάγκην ανδρών αφοσιωμένων εις τας αρχάς του Σταυρού, ανδρών ακαταπονήτων, ανδρών ζώντων ουχί δι' εαυτούς, αλλά διά το γέvos και τηv εκκλησίαν. Εις υμάς, αγαπητοί μαθηταί, προσβλέπει η σχολή και το έθνος και η εκκλησία ημών αναμένει την φιλοπάτριδα εργασίαν και την λόγω και έργω υποστήριξιν των αρχών της αληθείας, των αρχών του δικαίου και των δικαίων της πατρίδος και της εκκλησίας.
Πέρα από όλα αυτά, στην καθημερινή αναστροφή του στη σχολή, απλός και ταπεινός ο Διευθυντής της δεν δίσταζε, δίνοντας το καλό παράδειγμα, ν' ασχοληθεί και ο ίδιος προσωπικά με διάφορες χειρωνακτικές εργασίες, ακόμα και με την καθαριότητα κοινοχρήστων χώρων, πράγμα που άλλοι ούτε θα διανοούνταν να κάνουν, και αδιαφορώντας αν καμιά φορά μερικοί εκμεταλλεύονταν την καλοσύνη του ή του ζητούσαν ν' ασκήσει τα καθήκοντά του με μεγάλη αυστηρότητα. Η διαμόρφωση του κήπου της σχολής είναι δικό του δημιούργημα. Γράφει ο Χρυσόστομος Παπαδόπουλος: "Κατέστη δυνατόν, δι' ατρύτων αληθώς μόχθων του Διευθυντού, να καλλιεργηθή και διακοσμηθή ο κήποs τηs Σχολήs". Ένας μαθητής της περιόδου 1892-1897 έγραφε αργότερα ότι πολλές φορές ιεροσπουδαστές μελετούσαν "εν τω αγροκηπίω της Σχολής παρά τηv κρήνην του τέως διευθυντού αγίου Πενταπόλεως κ. Νεκταρίου παρά τας αειθαλείς μυρσίνας".
Βασικότατο στοιχείο της σχολικής παιδαγωγικής πράξης o Άγιος θεωρούσε την ύπαρξη έντονης λατρευτικής ζωής. Η Ριζάρειος, που τότε οι διδακτηριακές της εγκαταστάσεις βρίσκονταν, όπως αναφέραμε, στήν οδό Βασιλίσσης Σοφίας (τότε οδός Κηφισίας), είχε γίνει επί των ημερών του σπουδαίο λατρευτικό κέντρο, αφού πολλοί ήταν εκείνοι, που συναγωνίζονταν να προμηθευτούν μια άδεια εισόδου και να παρακολουθήσουν στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου τη Θεία Λειτουργία και τις άλλες ιερές ακολουθίες.
Ενδεικτικά αναφέρουμε τα όσα έγραφε η εφημερίδα των Αθηνών "Πρωία" για τον εορτασμό της εκκλησίας και την τέλεση του καθιερωμένου μνημοσύνου υπέρ των Ιδρυτών το 1896:
Εν τω ναώ της Ριζαρείου Σχολής ετελέσθη χθες μετά μεγάλης ευλαβείας και τάξεως το ετήσιον μνημόσυνον των αοιδίμων ιδρυτών αυτής. Το κατάστημα ην μυρτοστόλιστον, αι εικόνες δε του αειμνήστου Γεωργίου Ριζάρη εστεμμέναι δι' ανθέων. Εν τω ναώ παρίστατο το τε διοικητικόν και πολυμελές συμβούλιον της σχολής, οι καθηγηταί, οι μαθηταί και πολλο, άλλοι χριστιανοί. Η ακολουθία εψάλη μετά πολλής της κατανύξεως και μουσικής αρμονίας χοροστατούντος του σεβ. ιεράρχου και ευδοκίμου διευθυντού της σχολής κ. Νεκταρίου και βοηθούντος του διακεκριμένου μουσικού κ. Σακελλαρίδου διά του πολυτίμου ταλάντου του εξαίροντος τας ψυχάς των εκκλησιαζομένων μέχρι τον θείου ύψους. Πάντες οι μαθηταί ευγνωμονούντες ήνουν τον Θεόν και τους μεγάλους ιδρυτάs υπέρ των ψυχών των οποίων πάντες απερχόμενοι του Ναού και της Σχολής διαπύρως ηύχοντο.
Σ' αυτά ας προστεθούν και οι κατά καιρούς διαλέξεις, που γίνονταν σ' αυτή από σπουδαίους επιστήμονες και οι οποίες ανέβαζαν σημαντικά το κύρος της και την έκαναν ακτινοβόλο πνευματικό ίδρυμα. Επίσης μεγάλη υπήρξε η φροντίδα του Αγίου και για τον εμπλουτισμό της βιβλιοθήκης της Σχολής. Σώζεται, π.χ., έγγραφο του Σχολάρχη, με το οποίο ευχαριστεί τον υποπρόξενο της Αμερικής και έφορο της Ριζαρείου σχολής Λ. Νικολαίδη για τη δωρεά 479 βιβλίων, ενώ ταυτόχρονα του στέλνει κι αυτός ως αντίδωρο, για να τα διαθέσει κατά βούλησιν από πέντε αντίτυπα των βιβλίων του Ιερά Κατήχησις, Ποιμαντική και Επικαί και ελεγειακαί γνώμαι.
Επιπλέον ο ίδιος, πέρα από τη διαρκή και γνήσια συμμετοχή του στις εκκλησιαστικές συνάξεις, προσευχόταν αέναα για τους νεαρούς βλαστούς της Ριζαρείου. Έγραψε παλαιός μαθητής:
Τας δε νυκτερινάς ώρας, ότε η Σχολή ησύχαζε τελείως και οι πάντες εκοιμώντο, ελέγετο ότι ο Νεκτάριος κατήρχετο εκ του δωματίου του και εξήρχετο της Σχολής και εκεί έξω χαμηλά εις την νοτίαν έξοδον της Σχολής, κατά τον κήπον, υπό παντοίας καιρικάς συνθήκας γονυπετής προσηύχετο επί μακρόν πλησίον του φυλασσομένου διά σιδηρού κιγκληδώματος μικρού χώρου, όπου ήτο φυτευμένος φοίνιξ. Εις τον χώρον τούτον ήτο άλλοτε μικρόν παρεκκλήσιον.
Την όλη αγαθή επιρροή του Αγίου επάνω στους μαθητές επιμαρτυρούν και οι τρόφιμοι της Σχολήs , πολλοί από τους οποίους διακρίθηκαν ως επίσκοποι, πρεσβύτεροι, καθηγητές Πανεπιστημίου, καθηγητές μέσης εκπαίδευσηs, δάσκαλοι, δημόσιοι υπάλληλοι, επιχειρηματίες, κλπ. Ενδεικτικά μνημονεύουμε, σημειώνοντας και τον χρόνον που φοίτησαν στη Ριζάρειο, τους επισκόπους Κίτρους Παρθένιον Βάρδακα (1894-1895), Κισάμου και Σελίνου Άνθιμο Λελεδάκη (1894-1895), Πάφου Ιάκωβο Αντζουλάτο (1894-1897), Τρίκκης και Σταγών Πολύκαρπο Θωμά (1894-1897), Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεωs Γερμάνο Χατζηανέστη (1895-1899), Αρδαμερίου Καλλίνικο Κρεατσούλη(1896-1901), Βερατίου και κατόπιν αρχιεπίσκοπον Αλβανίας Χριστόφορο Κίσση (1897-1898), Δρυινουπόλεως Χριστόφορο Χατζή (1900-1907), Φωκίδος Αθανάσιο Παρίση (1903-1908), Αργολίδοs Ιωάννη Παπασαράντου (1904-1908), Περιστεράς Ευστάθιο Σκάρπα (1904-1908), Καρυστίας, και Σκύρου Ανανία Μάνο (1907-1908) και Πέτρο Τζοβάνη επίσκοπο στην Αλβανία, που μετά την εγκατάσταση του κομμουνιστικού καθεστώτος του Χότζα εκτελέστηκε, τους αρχιμανδρίτες Ιωακείμ Σπετσιέρη (1894-1897) και Γερβάσιο Παραασκευόπουλο (1905- 1907), τους πρεσβυτέρους Κωνσταντίνο Ρωμανό (1895-1898), Νικόλαο Μυλωνά (1896-1901), Μάρκο Τσακτάνη (1902-1908), Άγγελο Νησιώτη (1904-1908), Ηλία Μπερτόλη (1904-1908) και Θεμιστοκλή Παπακωνσταντίνου (1904-1908), τους θεολόγους πανεπιστημιακούς καθηγητές και ακαδημαϊκούς Γεώργιο Σωτηρίου (1895-1899), Νικόλαο Λούβαρη (1900-1903) και Παναγιώτη Παπαϊωάννου - Μπρατσιώτη (1902 -1907), τον καθηγητή της φιλοσοφίας Χαράλαμπο Γιερό (1903-1907) κ. ά.

Ο ΑΓΙΟΣ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ Ο ΑΓΙΟΣ ΤΗΣ ΣΤΟΡΓΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΣΥΓΝΩΜΗΣ


(Από τον φοιτητή Θεολογίας κ. Σοφό Μιχάλη)
Δεν θα παύση η Αγία του Χριστού Ορθόδοξος Εκκλησία, να αναδεικνύη αγίους έως της συντελείας του αιώνος. Χαίρει η Εκκλησία διά τους νεοφανείς αγίους, εξαιρέτως δε, διά το νέκταρ το γλυκύτατον της εναρέτου ζωής, το πολύτιμον σκεύος των δωρεών του Παναγίου Πνεύματος, τον Θεοφόρον Ιεράρχη, τον Άγιον Νεκτάριον επίσκοπον, Πενταπόλεως.
Ο Άγιος του Θεού, γεννήθηκε την 1 Οκτωβρίου του 1846 στην Σηλυβρία της Ανατολικής Θράκης κι έλαβε το όνομα Αναστάσιος. Οι γονείς του ήταν ο Δημοσθένης Κεφάλας κι η Μαρία Κεφαλά. Η μητέρα του ήταν πολύ ευσεβής και όταν ο Άγιος ήταν πέντε ετών του δίδαξε τον ν' ψαλμό του Δαβίδ. Όταν ο Αναστάσιος έφθανε στον στίχο " διδάξω ανόμους τας οδούς σου" τον επαναλάμβανε πολλές φορές, σαν να ήξερε πόσο καθοριστικός θα ήταν ο ρόλος του αργότερα.
Για λόγους οικονομικούς αφού τελείωσε το Δημοτικό και το Σχολαρχείο στην πατρίδα του, έφυγε σε ηλικία δεκατεσσάρων χρονών για την Κωνσταντινούπολη, και προσελήφθη ως υπάλληλος σε συγγενικό κατάστημα με μόνη αμοιβή στέγη και τροφή. Παρά τις δύσκολες συνθήκες βρίσκει καταφύγιο στη μελέτη, τη μόνιμη στη ζωή του συντροφιά και, μάλιστα, όσα από τα ρητά τα θεωρούσε ωφέλιμα για τους αγοραστές του, τα σημείωνε στα περιτυλίγματα του καπνού. Αργότερα εργάστηκε ως παιδονόμος στο Αγιοταφικό Μετόχι της Πόλης, όπου διευθυντής ήταν ο θείος του. Αγαπούσε και συμμετείχε σχεδόν κάθε ημέρα στις εκκλησιαστικές ακολουθίες. Ο πόθος διά την Μοναχική Πολιτεία ήταν διακαής.
Το 1868 σε ηλικία είκοσι ετών φεύγει από την Πόλη και μεταβαίνει στην Χίο και υπηρετεί ως γραμματοδιδάσκαλος στο Λιθί, έως το 1873, όπου προσέρχεται στην Νέα Μονή και μετά από τριετή δοκιμασία λαμβάνει στις 7 Νοεμβρίου 1876 το αγγελικό σχήμα με το όνομα Λάζαρος. Στις 15 Ιανουαρίου (ημέρα της βαπτίσεώς του) το 1877 χειροτονείται διάκονος από τον μητροπολίτη Χίου, Γρηγόριο και μετονομάζεται σε Νεκτάριο. Στην Χίο φοιτά στο Γυμνάσιο, αλλά ο σεισμός του 1881 τον αναγκάζει να έρθει στην Αθήνα, όπου στο Βαρβάκειο δίνει τις απολυτήριες εξετάσεις, ως κατ' οίκον διδαχθείς και παίρνει το απολυτήριο
Το 1881 ταξιδεύει στην Αλεξάνδεια, όπου συναντά τον πατριάρχη Σωφρόνιο, ο οποίος τον παροτρύνει να σπουδάσει στο πανεπιστήμιο, κάτι που γίνεται εφικτό με την οικονομική υποστήριξη των αδελφών Χωρέμη. Το 1882 πήρε την υποτροφία του κληροδοτήματος Α.Γ. Παπαδάκη. Πήρε το πτυχίο του τον Οκτώβριο του 1885 με βαθμό "καλώς".
Στις 23 Μαρτίου του 1886 χειροτονείται πρεσβύτερος από τον Αλεξανδρείας Σωφρόνιο. Στις 6 Αυγούστου του ιδίου έτους χειροθετείται Μέγας Αρχιμανδρίτης και Πνευματικός και τοποθετείται στην Πατριαρχική Αντιπροσωπεία Καΐρου. Εργάζεται συνεχώς με ζήλο και αυταπάρνηση. Η Εκκλησία της Αλεξανδρείας τον αμείβει με το ύπατο αξίωμα. Στις 15 Ιανουαρίου του 1889 χειροτονείται μητροπολίτης Πενταπόλεως, στον Άγιο Νικόλαο Καΐρου (ο οποίος ανακαινίστηκε ριζικώς υπό του Αγίου), από τον Πατριάρχη Σωφρόνιο, τον πρώην Κερκύρας Αντώνιο και τον Σιναίου Πορφύριο. Ως μητροπολίτης συνέχισε να ασκεί τα ίδια καθήκοντα, χωρίς μάλιστα να πληρώνεται, λόγω της δεινής οικονομικής κατάστασης του Πατριαρχείου. Έλαβε ενεργό μέρος για τις εκδηλώσεις της 50ετηρίδος της αρχιερατείας του ευεργέτη και προστάτη του Πατριάρχη, που έμελλε να γίνει διώκτης του. Με μεγάλη ταπείνωση δέχτηκε το αξίωμα της αρχιερωσύνης και είναι αξιοσημείωτο να αναφέρωμεν τι έλεγε προς τον Κύριο: "Κύριε διατί με ανύψωσες εις τοσούτον μέγα αξίωμα; Εγώ σου εζήτησα να γίνω μόνον Θεολόγος κι όχι Μητροπολίτης. Εκ νεαράς ηλικίας Σου εζήτησα να γίνω ένας απλός εργάτης του Θείου Λόγου Σου, και Συ, Κύριε, τώρα με δοκιμάζεις με τόσα πράγματα. Αλλ' υποτάσσομαι, Κύριε, εις το θέλημα Σου, και δέομαι: καλλιέργησε εντός μου την ταπεινοφροσύνην και τον σπόρον των λοιπών αγίων αρετών, δι' ων τρόπων γνωρίζεις, και αξίωσόν με να ζήσω πάσας τας επί γης ημέρας μου συμφώνως προς τους λόγους του μακαρίου Παύλου, όστις λέγει: "Ζω Δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός". Και ο Κύριος εισάκουσε τη δέηση του ταπεινού Ιεράρχου. Οι αρετές του Αγίου διεδόθηκαν παντού και όλοι μιλούσαν με θαυμασμό για το θησαυρό που τους χάρισε ο Θεός. Όμως ο δημιουργός της κακίας, ο διάβολος, δεν άργησε να κάνει την εμφάνισή του. Πράγματι κάποιοι φιλόδοξοι κληρικοί που είχαν εισχωρήσει στο περιβάλλον του ενενηντάχρονου Πατριάρχη διέβαλαν τον Άγιο ότι δήθεν ξεσηκώνει το λαό και επιδιώκει να αναλάβει τον Θρόνο της Αλεξανδρείας. Μάλιστα υπαινίχθησαν και ηθικές παρεκτροπές του δικαίου Νεκταρίου. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την παύση του Αγίου από τη Διεύθυνση του Πατριαρχικού Γραφείου και … του επέτρεπαν να λαμβάνει μέρος τροφής εν τη κοινή τραπέζη μετά των ιερέων και να διαμένει στο οίκημα της Πατριαρχικής Επιτροπείας. Μετ' ολίγον αποπέμπεται από την Αίγυπτο με την αιτιολογία " μη δυνειθείς να εξοικειωθή προς το κλίμα της Αιγύπτου". Μάταια ζήτησε να συναντήσει τον Πατριάρχη. Οι πιστοί εθλίβησαν που στερήθησαν τον " συμπαθέστατον των Αρχιερέων και τον αγαθώτατον και δραστηριώτατον των κληρικών".
Εδέχθη ο θείος πατήρ την αδικίαν ταύτην και πικρή δοκιμασία εν πολλή ευχαριστία προς τον Κύριον και ανεχώρησε από την Αίγυπτο κι ήλθε στην Αθήνα το 1889, χωρίς χρήματα και απογοητευμένος αναζητώντας εργασία, αδυνατώντας να πληρώσει ακόμη και τα ενοίκια στην Νεάπολη (Εξάρχεια). Μετά από αγώνες καταφέρνει να πάρει μία θέση ιεροκήρυκος στην Εύβοια. Τον Ιούλιο του 1893 μετατίθεται στην νομό Φθιωτοφωκίδος όπου εργάζεται ακάματα για μόλις έξι μήνες, αφήνοντας άριστες εντυπώσεις. Τον Μάρτιο του 1894 αναλαμβάνει τη διεύθυνση της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής. Εργάζεται με ζήλο Θεού για την εμφύτευση του ιερού ζήλου της ιεροσύνης στους ιεροσπουδαστές του, αλλά και την επαγγελματική τους αποκατάσταση, την αναμόρφωση του αναλυτικού προγράμματος της σχολής, ακόμη και για την καλυτέρευση του φαγητού και την άθληση. Κατάφερε να χορηγούνται τέσσερις υποτροφίες κάθε χρόνο για μαθητές προερχόμενους από τη Μικρά Ασία. Το κυριότερο είναι ότι αποτελεί για αυτούς ένα ζωντανό παράδειγμα. Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στη λατρευτική ζωή και ανέδειξε ως λατρευτικό κέντρο το ναό του Αγίου Γεωργίου της Ριζαρείου και τη σχολή πνευματικό ίδρυμα προσκαλώντας επιστήμονες να δίνουν διαλέξεις. Η προσευχή του ήταν το σημαντικότερο λίπασμα για την άνθηση της σχολής. Παράλληλα ασκούσε και λειτουργικό, κηρυκτικό, εξομολογητικό και φιλανθρωπικό έργο. Σχετίζεται με τον παπα-Πλανά και παίρνει μέρος στις αγρυπνίες στο εκκλησάκι του Αγίου Ελισαίου όπου έψαλαν οι Παπαδιαμάντης και Μωραϊτίδης. Τον Ιούλιο του 1898 επισκέπτεται για πρώτη φορά το Άγιο Όρος. Διέμεινε για ένα μήνα και επισκέφτηκε τα κυριότερα μοναστήρια και σκήτες. Συνδέθηκε ιδιαίτερα με τον Γέροντα Δανιήλ με τον οποίο διατήρησε μία πολύχρονη φιλία. Επίσης συνεδέθη με τον π. Ιερώνυμο Σιμωνοπετρίτη ο οποίος αργότερα διαδέχθηκε τον Άγιο Σάββα της Καλύμνου στην πνευματική καθοδήγηση της μονής στην Αίγινα. Το επόμενο καλοκαίρι (Αύγουστος 1898) ταξίδεψε στην Κωνσταντινούπολη και την γενέτειρά του Σηλυβρία. Είχε την ευκαιρία να προσκυνήσει την εικόνα της Παναγίας της Σηλυβριανής και τους τάφους των γονέων του. Το 1904 έγινε πραγματικότητα η επιθυμία του για ίδρυση γυναικείας μοναστικής αδελφότητος, αρχικά αποτελουμένης από τέσσερις αδελφές. Ο Άγιος δεν έπαυε να τις κατευθύνει πνευματικά, να τις στηρίζει ηθικά και οικονομικά. Στις 7 Φεβρουαρίου του 1908 υπέβαλε την παραίτησή του από τη διεύθυνση της Ριζαρείου λόγω ασθενείας.
Αφοσιώνεται στην καθοδήγηση των μοναχών, στην ανοικοδόμηση της μονής, στη συγγραφή και στην πνευματική και οικονομική στήριξη των αδυνάτων κατοίκων του. Οι δοκιμασίες όμως δεν σταμάτησαν. Για ποικίλους λόγους η επίσημη αναγνώριση της μονής δεν ήλθε παρά μόνο όταν ο Άγιος είχε κοιμηθεί. Επιπλέον, κατηγορήθηκε για ανηθικότητα από τη μητέρα μίας κοπέλας που κατέφυγε στη μονή να μονάσει. Όλες αυτές τις δοκιμασίες τις βίωνε με απόλυτη εμπιστοσύνη στο Θεό και είναι χαρακτηριστικό πως μία από τις προσφιλείς ασχολίες του ήταν η φιλοτέχνηση σταυρών στους οποίους έγραφε " Σταυρός μερίς του βίου μου".
Η υγεία του Αγίου ήταν πάντα εύθραυστη. Από τις αρχές του 1919 η πάθηση του προστάτη άρχισε να επιδεινώνεται. Μετά από παράκληση των μοναχών εισάγεται στις 20 Σεπτεμβρίου στο Αρεταίειο νοσοκομείο των Αθηνών, όπου νοσηλεύτηκε για πενήντα ημέρες. Την Κυριακή 8 Νοεμβρίου του 1920, προς το μεσονύκτιο παρέδωσε πλήρης ουρανίου γαλήνης την μακαρία ψυχή του εις χείρας Θεού ζώντος, τον οποίο αγάπησε εκ νεότητος και δι' όλου του βίου εδόξασεν, σε ηλικία 74 ετών. Το τίμιο λείψανο του Αγίου ευωδίαζε και ευώδες μύρον έκβλυζε από το πρόσωπό του. Αυθημερόν μεταφέρθηκε στην Αίγινα, στο Μοναστηράκι του κι εψάλη η εξόδιος ακολουθία και ετάφη εν συρροή κλήρου και λαού.
Ο τάφος του ανοίχτηκε επανειλημμένα κατά τα επόμενα χρόνια και για είκοσι και πλέον έτη το σώμα του ήταν σώον και αδιάφθορον, εκχέον την άρρητον ευωδίαν της αγιότητος ως μυροθήκη του Αγίου Πνεύματος. Αλλ' ύστερον διελύθη, κρίμασιν οις οίδεν ο Θεός, ως διελύθησαν πολλά αδιάφθορα λείψανα αγίων. Στις 2 Σεπτεμβρίου του 1953 έγινε η ανακομιδή των χαριτόβρυτων λειψάνων του, υπό του Μητροπολίτη Ύδρας Προκοπίου, παρισταμένων και άλλων κληρικών, μοναχών και πλήθους λαού. Μια άρρητη ευωδία πλημμύρισε την περιοχή. Το 1961 έγινε η επίσημος αναγνώρισις του Αγίου από το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
"Μέγας ο Κύριος ημών και της μεγαλοσύνης Αυτού ουκ έσται πέρας, ο δοξάζων τους δοξάσαντας αυτού" ως αψευδώς επηγγήλατο. Όντως ο Άγιος Νεκτάριος είναι ο Άγιος του αιώνος μας, ο γλυκύς, ο πράος, ο ανεξίκακος, ο ταπεινός και διά τούτο έλαβε και λαμβάνει τόση χάρη από τον Κύριος της Δόξης. Ο συμπαθής Άγιος να παρέχει ενί εκάστω, εν παντί και πάντοτε την πατρική και σωστική αντίληψίν του και βοήθειαν. Αμήν.

Άγιος Νεκτάριος Μητροπολίτης Πενταπόλεως Αιγύπτου








Βιογραφία
Γεννήθηκε στις 1 Οκτωβρίου του 1846 μ.Χ. στη Σηλυβρία της Θράκης από τον Δήμο και τη Βασιλική Κεφάλα και ήταν το πέμπτο από τα έξι παιδιά τους. Το κοσμικό του όνομα ήταν Αναστάσιος.

Μικρός, 14 ετών, πήγε στην Κωνσταντινούπολη, όπου εργάστηκε ως υπάλληλος και κατόπιν ως παιδονόμος στο σχολείο του Μετοχίου του Παναγίου Τάφου. Κατόπιν πήγε στη Χίο, όπου, από το 1866 μ.Χ. μέχρι το 1876 μ.Χ. χρημάτισε δημοδιδάσκαλος στο χωριό Λίθειο.

Το 1876 μ.Χ. εκάρη μοναχός στη Νέα Μονή Χίου με το όνομα Λάζαρος και στις 15 Ιανουαρίου 1877 μ.Χ. χειροτονήθηκε διάκονος, ονομασθείς Νεκτάριος, από τον Μητροπολίτη Χίου Γρηγόριο (1860 - 1877 μ.Χ.), και ανέλαβε τη Γραμματεία της Μητροπόλεως.

Το 1881 μ.Χ. ήλθε στην Αθήνα, όπου με έξοδα του Πατριάρχη Αλεξανδρείας Σωφρονίου Δ' (1870 - 1899 μ.Χ.), σπούδασε Θεολογία και πήρε το πτυχίο του το 1885 μ.Χ. Έπειτα, ο ίδιος προαναφερόμενος Πατριάρχης, τον χειροτόνησε το 1886 μ.Χ. πρεσβύτερο και του έδωσε τα καθήκοντα του γραμματέα και Ιεροκήρυκα του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας. Διετέλεσε επίσης πατριαρχικός επίτροπος στο Κάιρο.

Στις 15 Ιανουαρίου 1889 μ.Χ., χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Πενταπόλεως. Η δράση του ως Μητροπολίτου ήταν καταπληκτική και ένεκα αυτού ήταν βασικός υποψήφιος του πατριαρχικού θρόνου Αλεξανδρείας. Λόγω όμως φθονερών εισηγήσεων (αισχρών συκοφαντιών), προς τον Πατριάρχη Σωφρόνιο, ο ταπεινόφρων Νεκτάριος, για να μη λυπήσει τον γέροντα Πατριάρχη, επέστρεψε στην Ελλάδα (1889 μ.Χ.).

Διετέλεσε Ιεροκήρυκας (Ευβοίας) (1891 - 1893 μ.Χ.), Φθιώτιδος και Φωκίδας (1893 - 1894 μ.Χ.) και διευθυντής της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής στην Αθήνα (1894 - 1904 μ.Χ.).

Μετά τον θάνατο του Πατριάρχη Αλεξανδρείας Σωφρονίου (1899 μ.Χ.), ο Νεκτάριος εκλήθη να τον διαδεχθεί, αλλά ο Άγιος αρνήθηκε.

Στα κηρύγματα του, πλήθος λαού μαζευόταν, για να «ρουφήξει» το νέκταρ των Ιερών λόγων του.

Το 1904 μ.Χ. ίδρυσε γυναικεία Μονή στην Αίγινα, της οποίας ανέλαβε προσωπικά τη διοίκηση, αφού εγκαταβίωσε εκεί το 1908 μ.Χ., μετά την παραίτηση του από τη Ριζάρειο Σχολή.

Έγραψε αρκετά συγγράμματα, κυρίως βοηθητικά του θείου κηρύγματος. Η ταπεινοφροσύνη του και η φιλανθρωπία του υπήρξαν παροιμιώδεις.

Πέθανε το απόγευμα της 8ης Νοεμβρίου 1920 μ.Χ. Τόση δε ήταν η αγιότητά του, ώστε επετέλεσε πολλά θαύματα, πριν αλλά και μετά τον θάνατο του. Ενταφιάστηκε στην Ιερά Μονή Αγίας Τριάδος στην Αίγινα.

Η ανακομιδή των Ιερών λειψάνων του έγινε στις 3 Σεπτεμβρίου του 1953 μ.Χ. και στις 20 Απριλίου του 1961 μ.Χ. με Πράξη του Οικουμενικού Πατριαρχείου, διακηρύχτηκε Άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.Ὁσίως ἐβίωσας, ὡς Ἱεράρχης σοφός, δοξάσας τὸν Κύριον, δι' ἐναρέτου ζωῆς, Νεκτάριε Ὅσιε. Ὅθεν του Παρακλήτου, δοξασθεὶς τῇ δυνάμει, δαίμονας ἀπελαύνεις, καὶ νοσοῦντας ἰᾶσαι, τους πιστῶς προσιόντας, τοῖς θείοις λειψάνοις σου.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον  (Κατέβασμα)
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.Σηλυβρίας τὸν γόνον καὶ Αἰγίνης τὸν ἔφορον, τὸν ἐσχάτοις χρόνοις φανέντα ἀρετῆς φίλον γνήσιον, Νεκτάριον τιμήσωμεν πιστοί, ὡς ἔνθεον θεράποντα Χριστοῦ, ἀναβλύζει γὰρ ἰάσεις παντοδαπὰς τοῖς εὐλαβῶς κραυγάζουσι. Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ θαυματώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ πᾶσιν ἰάματα.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Τῇ Ὑπερμάχῳ.Ὀρθοδοξίας τὸν ἀστέρα τὸν νεόφωτον, καὶ Ἐκκλησίας τὸ νεόδμητον προτείχισμα Ἀνυμνήσωμεν καρδίας ἐν εὐφροσύνῃ. Δοξασθεὶς γὰρ ἐνεργείᾳ τῇ τοῦ Πνεύματος. Ἰαμάτων ἀναβλύζει χάριν ἄφθονον τοῖς κραυγάζουσι· χαίροις Πάτερ Νεκτάριε.

Κάθισμα
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.Ἀρετῆς διανύσας τὸν δρόμον Ὅσιε, θεοπρεπῶς μετετέθης πρὸς τὴν ἀγήρω ζωήν, καὶ ἁγίων κοινωνὸς ὤφθης Νεκτάριε, μεθ' ὧν πρέσβευε ἀεί, τῷ Παντάνακτι Χριστῷ, δοθῆναι πταισμάτων λύσιν, καὶ ψυχικὴν σωτηρίαν, τοῖς ἑορτάζουσι τὴν μνήμην σου.

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ’. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.Ὀρθοδόξων δογμάτων ἑρμηνευτής, διδαχῶν θεοφθόγγων ὑφηγητής, δεικνύμενος Ὅσιε, Ἱεράρχης ὡς ἔνθεος, τῶν εὐσεβῶν ῥυθμίζεις, ἐνθέως τὸ φρόνημα, πρὸς θεϊκὴν ἀγάπην, καὶ τρίβον σωτήριον. Ὅθεν ἐν Αἰγίνῃ, θεοφρόνως ἐγείρεις, Μονὴν σεπτὴν Ὅσιε, εἰς ψυχῶν περιποίησιν, Θεοφόρε Νεκτάριε· ἐν ᾗ Μοναζουσῶν ἡ πληθύς, τὰ σεπτά σου προσκυνοῦσα λείψανα, εὐλαβῶς ἑορτάζει, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.Τὴν καθαρότητα, τῆς πολιτείας σου, καὶ τὴν εὐθύτητα, Πάτερ τῶν τρόπων σου, ὡς προσφορὰν πνευματικήν, δεξάμενος ὁ Δεσπότης, ἰαμάτων κρήνην σε, ἐν Αἰγίνῃ ἀνέδειξε, τοῖς πιστῶς προστρέχουσι, τοῖς ἁγίοις λειψάνοις σου, τοῖς νέμουσιν ὀσμὴν οὐρανίαν, πᾶσι καὶ θείαν εὐωδίαν.

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος α’. Τὸν ταφον σου Σωτὴρ.Ὡς ἥλιος λαμπρός, ἐν ἐσχάτοις τοῖς χρόνοις, ἀνέτειλας ἡμῖν, τῇ ὁσίᾳ ζωῇ σου, Νεκτάριε Ὅσιε, καὶ πρὸς δόξαν καὶ αἴνεσιν, πάντας ἤγειρας, Χριστοῦ τοῦ πάντων Δεσπότου, τοῦ σὲ δείξαντος, δεδοξασμένον σε Πάτερ, θαυμάτων δυνάμεσι.

Ὁ Οἶκος
Ἄνθρωπος οὐρανόφρων, ἀνεδείχθης ἐν κόσμῳ, Νεκτάριε Χριστοῦ Ἱεράρχα· ζωὴν γὰρ ὁσίαν διελθών, ἀκέραιος ὅσιος καὶ θεόληπτος, ἐν πᾶσιν ἐχρημάτισας· ἐντεῦθεν παρ' ἡμῶν ἀκούεις.

Χαῖρε δι' οὗ οἱ πιστοὶ ὑψοῦνται,
χαῖρε δι' οὗ ἐχθροὶ θαμβοῦνται.
Χαῖρε τῶν Ὁσίων Πατέρων ἐφάμιλλος,
χαῖρε Ὀρθοδόξων ὁ θεῖος διδάσκαλος.
Χαῖρε οἶκος ἁγιώτατος ἐνεργείας θεϊκῆς,
χαῖρε βίβλος θεοτύπωτος πολιτείας τῆς καινῆς.
Χαῖρε ὅτι ἀρτίως ἡμιλλήθης Ἁγίοις,
χαῖρε ὅτι ἐμφρόνως ἐχωρίσθης τῆς ὕλης.
Χαῖρε λαμπρὸν τῆς Πίστεως τρόπαιον,
χαῖρε σεπτὸν τῆς χάριτος ὄργανον.
Χαῖρε δι' οὗ Ἐκκλησία χορεύει,
χαῖρε δι' οὗ νῆσος Αἴγινα χαίρει.
Χαίροις Πάτερ Νεκτάριε.

Τρίτη, Νοεμβρίου 08, 2011

Ἡ ἀλληγορία τοῦ πλοίου τῆς πολιτείας

Πλάτων



(Ἀφοῦ δόθηκε ὁ ὁρισμὸς τοῦ φιλοσόφου καὶ καθορίστηκε ἡ ἰδιοσυστασία τῆς ψυχῆς ποὺ ἔχει κλίση στὴ φιλοσοφία, ὁ Σωκράτης ἐπέμεινε στὴν ἄποψή του ὅτι ἡ διοίκηση τῆς πολιτείας θὰ ἔπρεπε νὰ παραδοθεῖ στοὺς φιλοσόφους (βλ. σχετικὰ καὶ ΠΛ Πολ 473b–474c). Τότε ὁ Ἀδείμαντος διατύπωσε τὴν ἔνσταση ὅτι ὅσοι ἀσχολοῦνται γιὰ καιρὸ μὲ τὴ φιλοσοφία καταλήγουν ἀλλόκοτοι καὶ ἄχρηστοι γιὰ τὴν πόλη τους.)



Ἀπόδοση στά Νέα Ἑλληνικά



ΠΛ Πολ 487e–489d

Πῶς λοιπὸν εἶναι σωστὸ νὰ ὑποστηρίζης, πώς δὲ θ' ἀπαλλαχτοῦν πρὶν ἀπὸ τὴν κακὴ κατάντια τους οἱ πολιτεῖες, παρ’ ἀφοῦ πάρουν στὰ χέρια τους τὴν ἐξουσία οἱ φιλόσοφοι, ποὺ παραδεχόμαστε πὼς εἶναι ὁλότελα ἄχρηστοι γι’ αὐτές;

Μοῦ κάνεις μία ἐρώτηση, ποὺ ἔχει ἀνάγκη νὰ σοῦ ἀπαντήσω μὲ μιὰ παραβολή.

Μὰ ἐσύ, νομίζω, δὲ συνηθίζεις νὰ μιλᾶς μὲ παραβολές.

Πολὺ καλά· μὲ κοροϊδεύεις, βλέπω, τώρα, ἀφοῦ μ' ἔρριξες μὲς σ' ἕνα τόσο δυσκολοαπόδεικτο ζήτημα· ἄκουσε ὁπωσδήποτε τὴν παρομοίωσή μου, γιὰ νὰ δὴς ἀκόμα καλύτερα πόσο λίγο ἐπιδέξιος εἶμαι σ' αὐτὸ τὸ εἶδος. Αὐτό, λέγω. ποὺ παθαίνουν οἱ ξεχωριστοὶ ἐκεῖνοι ἄνθρωποι ἀπὸ τὶς πόλεις των εἶναι τόσο βαρύ, ποὺ δὲν ὑπάρχει κανένα ἄλλο πάθημα νὰ τὸ συγκρίνῃς καὶ γιὰ νὰ δώση τὴν εἰκόνα του ἕνας ποὺ θὰ ἀναλάβη καὶ τὴν ἀπολογία τους, πρέπει νὰ τὴν συνθέση ἀπὸ πολλὰ πράγματα, ὅπως κάνουν οἱ ζωγράφοι ποὺ ζωγραφίζουν τοὺς τραγελάφους καὶ τὰ παρόμοια.

Φαντάσου λοιπὸν τὸ ἴδιο νὰ γίνεται μὲ ἕνα ἤ μὲ περισσότερα πλοῖα: ὁ καραβοκύρης πρῶτα νὰ εἶναι πιὸ σωματώδης καὶ πιὸ δυνατὸς ἀπ' ὅλους ποὺ εἶναι μὲς στὸ καράβι, μὰ νὰ εἶναι μαζὶ καὶ κάπως κουφός, νὰ μὴ βλέπῃ καὶ πολὺ καλὰ καὶ νὰ μὴ καταλαβαίνῃ καὶ πάρα πολλὰ πράματα ἀπὸ τὴ ναυτικὴ τέχνη· οἱ ναῦτες νὰ μαλώνουν μεταξύ τους γιὰ τὴν κυβέρνηση τοῦ πλοίου καὶ νὰ ἔχῃ ὁ καθένας τὴν ἀξίωση νὰ τὴν πάρη αὐτὸς ἀπάνω του, χωρὶς ποτὲ του νὰ ἔχη μάθει τὴν τέχνη, κι οὔτε νὰ μπορῆ νὰ πῆ μήτε μὲ ποιὸ δάσκαλο μήτε ποιὸν καιρὸ τὴν ἔμαθε, ἀλλὰ μάλιστα καὶ νὰ ὑποστηρίζῃ πὼς αὐτὸ δὲν εἶναι πρᾶγμα ποὺ διδάσκεται, κι ἂν κανεὶς λέη τὸ ἐναντίον, νὰ εἶναι ἕτοιμοι νὰ τὸν κομματιάσουν· φαντάσου τους ἀκόμα νὰ κρέμουνται ὅλοι τους ἀπάνω στὸν καραβοκύρη καὶ νὰ τὸν παρακαλοῦν καὶ νὰ κάνουν τὸ πᾶν γιὰ νὰ τοὺς δώση στὸ χέρι τὸ τιμόνι, κι ἂν δὲν τὸ ἐπιτύχουν καὶ προτιμηθοῦν ἄλλοι, νὰ τοὺς σκοτώνουν καὶ νὰ τοὺς ρίχτουν στὴ θάλασσα, ἔπειτα νὰ μεθύσουν τὸν καλό μας τὸν καραβοκύρη ἤ νὰ τὸν ποτίσουν μὲ κανένα ναρκωτικό, ἤ νὰ τὸν ξεφορτωθοῦν μὲ ὅποιον ἄλλο τρόπο, καὶ τότε πιὰ νὰ γίνουν αὐτοὶ κύριοί τοῦ καραβιοῦ, νὰ ριχτοῦν στὶς προμήθειές του καὶ νὰ τὸ στρώσουν στὸ φαγοπότι καὶ στὸ γλέντι, ἐνῷ τὸ καράβι θὰ πηγαίνη ὅπως φαντάζεται πιὰ κανεὶς πὼς θὰ πηγαίνη· κ' ἐκτὸς ἀπ' αὐτά, νὰ ἐπαινοῦν καὶ νὰ ὀνομάζουν ἄξιο ναυτικὸ καὶ κυβερνήτη καὶ ἔμπειρο σ' ὅλα τὰ ζητήματα τῆς τέχνης ἐκεῖνον ποὺ τὰ καταφέρνει μιὰ χαρὰ νὰ τοὺς βοηθήση νὰ πάρουν μὲ τὸ καλὸ ἤ μὲ τὸ κακὸ τὴ διοίκηση ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ καραβοκύρη, ἐνῶ κάθε ἄλλον ποὺ δὲν εἶναι τέτοιος, τὸν κατηγοροῦν γι' ἄχρηστο, χωρὶς νὰ εἶναι σὲ θέση νὰ καταλάβουν πὼς ὁ ἀληθινὸς κυβερνήτης πρέπει νὰ τὸ 'χη δουλειά του νὰ ξέρῃ τὰ γυρίσματα τῆς χρονιᾶς, τὶς ὧρες καὶ τὶς ἐποχές, τὸν οὐρανό, τ' ἄστρα, τοὺς ἀνέμους καὶ ὅ,τι ἄλλο σχετίζεται μὲ τὴν τέχνη, ἂν πρόκειται νὰ εἶναι στ' ἀλήθεια κυβερνήτης τοῦ καραβιοῦ· πὼς ὅμως θὰ τὸ κυβερνήση, εἴτε θέλουν εἴτε δὲν θέλουν μερικοὶ ἀπὸ τὸ πλήρωμα, αὐτὸ νομίζουν πὼς δὲν χρειάζεται καμιὰ ἰδιαίτερη μάθηση ἡ τέχνη ποὺ νὰ μπορῆ νὰ τὴν ἀποκτήση κανεὶς ἐκτὸς ἀπὸ τὴν καθαυτὸ κυβερνητική· σ' ἕνα λοιπὸν καράβι ποὺ συμβαίνουν ὅλ' αὐτά, καὶ βρίσκονται σ' αὐτὴ τὴν κατάσταση τὰ πληρώματα, ποιὰν ἰδέα νομίζεις πὼς θὰ εἶχαν οἱ ναῦτες γιὰ ἕναν ἀληθινὸ κυβερνήτη; δὲ θὰ τὸν ὠνόμαζαν πραγματικὰ μωρολόγο ἄνθρωπο καὶ μετεωροσκόπο καὶ ἄχρηστο γι' αὐτούς;

Βεβαιότατα, εἶπε ὁ Ἀδείμαντος.

Δὲν πιστεύω λοιπὸν πὼς εἶναι ἀνάγκη νὰ ἐπιμείνω περισσότερο στὴν παρομοίωσή μου, γιὰ νὰ δῆς πὼς μοιάζει ἀπαράλλαχτα μὲ τὴ διάθεση ποὺ ἔχουν οἱ πόλεις ἀπέναντι στοὺς ἀληθινοὺς φιλοσόφους, γιατί καὶ μόνος σου καταλαβαίνεις βέβαια αὐτὸ ποὺ θέλω νὰ πῶ.

Καὶ πολὺ μάλιστα.

Ἐξήγησε λοιπὸν πρῶτα αὐτὴ τὴν παρομοίωση σὲ κεῖνον ποὺ παραξενεύεται γιατί δὲν ἔχουν καμιὰ ὑπόληψη οἱ φιλόσοφοι μέσα στὶς πολιτεῖες καὶ προσπάθησε νὰ τὸν πείσης, πὼς θὰ ἦταν πολὺ πιὸ παράξενο ἂν τοὺς εἶχαν σὲ τιμή.

Μάλιστα, θὰ τὸ κάμω.

Καὶ πὼς ἔχει λοιπὸν δίκιο νὰ λέη, πὼς εἶναι ἄχρηστοι γιὰ τοὺς πολλοὺς αὐτοὶ ποὺ πραγματικὰ ξεχωρίζουν ἀνάμεσα στοὺς φιλοσόφους· μπάσε τους ὅμως καὶ μὲς στὸ κεφάλι τους πὼς ὑπεύθυνοι γιὰ τὴν ἀχρηστία τους δὲν εἶναι οἱ ξεχωριστοὶ αὐτοὶ φιλόσοφοι, ἀλλὰ ἐκεῖνοι ποὺ δὲν τοὺς χρησιμοποιοῦν. Γιατί δὲν εἶναι πρᾶγμα φυσικὸ νὰ παρακαλῆ ὁ κυβερνήτης τοὺς ναῦτες νὰ τὸν κάμουν ἀρχηγό τους, οὔτε οἱ σοφοὶ νὰ πηγαίνουν στὶς πόρτες τῶν πλουσίων νὰ τοὺς παρακαλοῦν· εἶναι γελασμένος ἐκεῖνος ποὺ τὸ εἶπε αὐτὸ τὸ ἀστεῖο, ἐνῶ ἡ ἀλήθεια εἶναι, εἴτε πλούσιος εἴτε φτωχὸς ἀρρωστήση, αὐτὸς νὰ πηγαίνη στοὺς γιατρούς, καὶ ὅσοι ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ ἕναν ἄλλο γιὰ νὰ κυβερνηθοῦν, νὰ πηγαίνουν στοὺς ἱκανοὺς νὰ κυβερνήσουν καὶ ὄχι ὁ ἄρχοντας, ποὺ ἀληθινὰ ἀξίζει αὐτὸ τὸ ὄνομα, νὰ παρακαλῆ τοὺς ἄλλους νὰ δεχτοῦν νὰ τοὺς διοικήση.

Ὅπως ὅμως εἶναι τώρα τὰ πράματα, δὲ θὰ γελαστῆς ἂν παρομοιάσης τοὺς σημερινοὺς πολιτικοὺς ἄρχοντες μὲ τοὺς ναῦτες ποὺ λέγαμε κι αὐτοὺς ποὺ τοὺς ἔλεγαν φλύαρους, μετεωροσκόπους καὶ ἄχρηστους, μὲ ἀληθινοὺς κυβερνῆτες.

Πολὺ σωστά.

Μέσα λοιπὸν σὲ μιὰ τέτοια κατάσταση καὶ μέσα σὲ τέτοιους ἀνθρώπους καθόλου εὔκολο δὲν εἶναι νὰ ἔχη καμιὰ πέραση τὸ καλύτερο ἐπάγγελμα ἀπὸ μέρους ἐκείνων ποὺ ἀκολουθοῦν ὅλως διόλου ἀντίθετο δρόμο· κι οἱ μεγαλύτερες καὶ χειρότερες συκοφαντίες ποὺ ἀκούει ἡ φιλοσοφία, τὶς χρωστᾶ σὲ κείνους ποὺ λένε πὼς ἔχουν τάχα ἐπάγγελμά τους τὴ φιλοσοφία καὶ ποὺ δίνουν ἀφορμὴ σὲ κεῖνον τὸν κατήγορό της νὰ λέη πὼς οἱ περισσότεροι ποὺ καταγίνονται μ' αὐτὴν εἶναι πανάθλιοι, καὶ οἱ καλύτεροι μεταξύ τους ἄχρηστοι, πρᾶγμα ποὺ κ' ἐγὼ συμφώνησα μαζί σου νὰ τὸ παραδεχτῶ. Ἤ ὄχι;

Μάλιστα.

Δὲν ἀναπτύξαμε λοιπὸν τὴν αἰτία τῆς ἀχρηστίας τῶν ἀληθινῶν φιλοσόφων;

Καὶ πολὺ ἀρκετά.



Πρωτότυπο Κείμενο


[487e] Πῶς οὖν, ἔφη, εὖ ἔχει λέγειν ὅτι οὐ πρότερον κακῶν παύσονται αἱ πόλεις, πρὶν ἂν ἐν αὐταῖς οἱ φιλόσοφοι ἄρξωσιν, οὓς ἀχρήστους ὁμολογοῦμεν αὐταῖς εἶναι;

Ἐρωτᾷς, ἦν δ’ ἐγώ, ἐρώτημα δεόμενον ἀποκρίσεως δι’ εἰκόνος λεγομένης.

Σὺ δέ γε, ἔφη, οἶμαι οὐκ εἴωθας δι’ εἰκόνων λέγειν.

Εἶεν, εἶπον· σκώπτεις ἐμβεβληκώς με εἰς λόγον οὕτω [488a] δυσαπόδεικτον; ἄκουε δ’ οὖν τῆς εἰκόνος, ἵν’ ἔτι μᾶλλον ἴδῃς ὡς γλίσχρως εἰκάζω. οὕτω γὰρ χαλεπὸν τὸ πάθος τῶν ἐπιεικεστάτων, ὃ πρὸς τὰς πόλεις πεπόνθασιν, ὥστε οὐδ’ ἔστιν ἓν οὐδὲν ἄλλο τοιοῦτον πεπονθός, ἀλλὰ δεῖ ἐκ πολλῶν αὐτὸ συναγαγεῖν εἰκάζοντα καὶ ἀπολογούμενον ὑπὲρ αὐτῶν, οἷον οἱ γραφῆς τραγελάφους καὶ τὰ τοιαῦτα μειγνύντες γράφουσιν. νόησον γὰρ τοιουτονὶ γενόμενον εἴτε πολλῶν νεῶν πέρι εἴτε μιᾶς· ναύκληρον μεγέθει μὲν καὶ [488b] ῥώμῃ ὑπὲρ τοὺς ἐν τῇ νηὶ πάντας, ὑπόκωφον δὲ καὶ ὁρῶντα ὡσαύτως βραχύ τι καὶ γιγνώσκοντα περὶ ναυτικῶν ἕτερα τοιαῦτα, τοὺς δὲ ναύτας στασιάζοντας πρὸς ἀλλήλους περὶ τῆς κυβερνήσεως, ἕκαστον οἰόμενον δεῖν κυβερνᾶν, μήτε μαθόντα πώποτε τὴν τέχνην μήτε ἔχοντα ἀποδεῖξαι διδάσκαλον ἑαυτοῦ μηδὲ χρόνον ἐν ᾧ ἐμάνθανεν, πρὸς δὲ τούτοις φάσκοντας μηδὲ διδακτὸν εἶναι, ἀλλὰ καὶ τὸν λέγοντα ὡς διδακτὸν ἑτοίμους κατατέμνειν, αὐτοὺς δὲ αὐτῷ ἀεὶ τῷ [488c] ναυκλήρῳ περικεχύσθαι δεομένους καὶ πάντα ποιοῦντας ὅπως ἂν σφίσι τὸ πηδάλιον ἐπιτρέψῃ, ἐνίοτε δ’ ἂν μὴ πείθωσιν ἀλλὰ ἄλλοι μᾶλλον, τοὺς μὲν ἄλλους ἢ ἀποκτεινύντας ἢ ἐκβάλλοντας ἐκ τῆς νεώς, τὸν δὲ γενναῖον ναύκληρον μανδραγόρᾳ ἢ μέθῃ ἤ τινι ἄλλῳ συμποδίσαντας τῆς νεὼς ἄρχειν χρωμένους τοῖς ἐνοῦσι, καὶ πίνοντάς τε καὶ εὐωχουμένους πλεῖν ὡς τὸ εἰκὸς τοὺς τοιούτους, πρὸς δὲ τούτοις ἐπαι[488d] νοῦντας ναυτικὸν μὲν καλοῦντας καὶ κυβερνητικὸν καὶ ἐπιστάμενον τὰ κατὰ ναῦν, ὃς ἂν συλλαμβάνειν δεινὸς ᾖ ὅπως ἄρξουσιν ἢ πείθοντες ἢ βιαζόμενοι τὸν ναύκληρον, τὸν δὲ μὴ τοιοῦτον ψέγοντας ὡς ἄχρηστον, τοῦ δὲ ἀληθινοῦ κυβερνήτου πέρι μηδ’ ἐπαΐοντες, ὅτι ἀνάγκη αὐτῷ τὴν ἐπιμέλειαν ποιεῖσθαι ἐνιαυτοῦ καὶ ὡρῶν καὶ οὐρανοῦ καὶ ἄστρων καὶ πνευμάτων καὶ πάντων τῶν τῇ τέχνῃ προσηκόντων, εἰ μέλλει τῷ ὄντι νεὼς ἀρχικὸς ἔσεσθαι, ὅπως δὲ κυβερνήσει
[488e] ἐάντε τινες βούλωνται ἐάντε μή, μήτε τέχνην τούτου μήτε μελέτην οἰόμενοι δυνατὸν εἶναι λαβεῖν ἅμα καὶ τὴν κυβερνητικήν. τοιούτων δὴ περὶ τὰς ναῦς γιγνομένων τὸν ὡς ἀληθῶς κυβερνητικὸν οὐχ ἡγῇ ἂν τῷ ὄντι μετεωροσκόπον [489a] τε καὶ ἀδολέσχην καὶ ἄχρηστόν σφισι καλεῖσθαι ὑπὸ τῶν ἐν ταῖς οὕτω κατεσκευασμέναις ναυσὶ πλωτήρων;

Καὶ μάλα, ἔφη ὁ Ἀδείμαντος.

Οὐ δή, ἦν δ’ ἐγώ, οἶμαι δεῖσθαί σε ἐξεταζομένην τὴν εἰκόνα ἰδεῖν, ὅτι ταῖς πόλεσι πρὸς τοὺς ἀληθινοὺς φιλοσόφους τὴν διάθεσιν ἔοικεν, ἀλλὰ μανθάνειν ὃ λέγω.

Καὶ μάλ’, ἔφη.

Πρῶτον μὲν τοίνυν ἐκεῖνον τὸν θαυμάζοντα ὅτι οἱ φιλόσοφοι οὐ τιμῶνται ἐν ταῖς πόλεσι δίδασκέ τε τὴν εἰκόνα καὶ πειρῶ πείθειν ὅτι πολὺ ἂν θαυμαστότερον ἦν [489b] εἰ ἐτιμῶντο.

Ἀλλὰ διδάξω, ἔφη.

Καὶ ὅτι τοίνυν τἀληθῆ λέγεις, ὡς ἄχρηστοι τοῖς πολλοῖς οἱ ἐπιεικέστατοι τῶν ἐν φιλοσοφίᾳ· τῆς μέντοι ἀχρηστίας τοὺς μὴ χρωμένους κέλευε αἰτιᾶσθαι, ἀλλὰ μὴ τοὺς ἐπιεικεῖς.οὐ γὰρ ἔχει φύσιν κυβερνήτην ναυτῶν δεῖσθαι ἄρχεσθαι ὑφ’ αὑτοῦ οὐδὲ τοὺς σοφοὺς ἐπὶ τὰς τῶν πλουσίων θύρας ἰέναι, ἀλλ’ ὁ τοῦτο κομψευσάμενος ἐψεύσατο, τὸ δὲ ἀληθὲς πέφυκεν, ἐάντε πλούσιος ἐάντε πένης κάμνῃ, ἀναγκαῖον [489c] εἶναι ἐπὶ ἰατρῶν θύρας ἰέναι καὶ πάντα τὸν ἄρχεσθαι δεόμενον ἐπὶ τὰς τοῦ ἄρχειν δυναμένου, οὐ τὸν ἄρχοντα δεῖσθαι τῶν ἀρχομένων ἄρχεσθαι, οὗ ἂν τῇ ἀληθείᾳ τι ὄφελος ᾖ. ἀλλὰ τοὺς νῦν πολιτικοὺς ἄρχοντας ἀπεικάζων οἷς ἄρτι ἐλέγομεν ναύταις οὐχ ἁμαρτήσῃ, καὶ τοὺς ὑπὸ τούτων ἀχρήστους λεγομένους καὶ μετεωρολέσχας τοῖς ὡς ἀληθῶς κυβερνήταις.

Ὀρθότατα, ἔφη.

Ἔκ τε τοίνυν τούτων καὶ ἐν τούτοις οὐ ῥᾴδιον εὐδοκιμεῖν τὸ βέλτιστον ἐπιτήδευμα ὑπὸ τῶν τἀναντία ἐπιτηδευόντων· [489d] πολὺ δὲ μεγίστη καὶ ἰσχυροτάτη διαβολὴ γίγνεται φιλοσοφίᾳ διὰ τοὺς τὰ τοιαῦτα φάσκοντας ἐπιτηδεύειν, οὓς δὴ σὺ φῂς τὸν ἐγκαλοῦντα τῇ φιλοσοφίᾳ λέγειν ὡς παμπόνηροι οἱ πλεῖστοι τῶν ἰόντων ἐπ’ αὐτήν, οἱ δὲ ἐπιεικέστατοι ἄχρηστοι, καὶ ἐγὼ συνεχώρησα ἀληθῆ σε λέγειν. ἦ γάρ;

Ναί.

Οὐκοῦν τῆς μὲν τῶν ἐπιεικῶν ἀχρηστίας τὴν αἰτίαν διεληλύθαμεν;

Καὶ μάλα

Η πίστη είναι σχέση



Σπύρος Σκουτής
LOCKHEART WORLD
Η πίστη είναι σχέση, που μια μορφή εκδήλωσής της είναι και αυτή της λατρείας μέσω των μυστηρίων και άλλων ενεργειών, μέσα στην εκκλησία αλλά και εκτός αυτής. Αυτή την υπέρτατη σχέση καλούμαστε να επαναπροσδιορίσουμε και να της θέσουμε νέα θεμέλια για την ωφέλεια της ψυχης μέσω της καρποφορίας του πνευματικού αγώνα. Αλήθεια όμως ποια είναι η σχέση που έχουμε με τον ίδιο το βασιλιά της δόξης;
Κάθε σχέση που αναπτύσσουν οι άνθρωποι έμμεσα η άμεσα παίρνει κάποιον χαρακτήρα. Η σχέση δυστυχώς με τον Χριστό αποκτά χαρακτήρα συναλλαγής και φαρισαϊσμού, ενώ θα έπρεπε να είναι σχέση προσφοράς και απρουπόθετης δοτικότητας, αγάπης και λατρείας προς τον ίδιο τον δημιουργό. Η ώρα της προσευχής γίνεται ώρα συναλλαγής: τι θα κάνω για να μου δώσεις, και αν μου πάρεις σε απορρίπτω. Με λίγα λόγια, εκείνη την ώρα γινόμαστε ειδωλολάτρες, δεν μιλάμε στον Χριστό αλλά σε κάποιον αόρατο, δημιούργημα της φαντασίας μας, που απλά το πλάθουμε στα δικά μας μέτρα για να μην ταράξουμε τον εγωισμό μας.
Αυτόν τον Θεό απορρίπτουν οι άθεοι. Ένας Θεός που δεν μου κάνει τα χατίρια του εγωισμού μου παύει να υπάρχει για μένα, άρα το γυρνάω στην αθεΐα. Οι άθεοι αγνοούν το Θεό όπως πραγματικά είναι, απορρίπτουν κάποιον Θεό του μυαλού τους. Αν γνώριζαν πραγματικά το Χριστό, τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά. Όταν αναζητάς κάτι και βγάζεις ένα αποτέλεσμα όντας τοποθετημένος μέσα σου και ερευνώντας με εγωιστικά κριτήρια, είναι λογικό να καταλήξεις σε αδιέξοδο, να απορρίψεις τον Θεό και να οδηγηθείς στην αθεΐα. "Δεν θέλω τον Χριστό", στις μέρες μας μεταφράζεται “δεν τον γνωρίζω”. Ζούμε στην ουσία προ-χριστιανικά χρόνια και η μάθηση κατήχησης είναι περισσότερο αναγκαία απο πότε. Στην επιλογή του αθεϊσμού σαν φίλαυτο [=εγωιστικό] αποτέλεσμα αποκαλύπτεται η αποκορύφωση της υπέρτατης προσωπικής πλάνης με εγωιστικά μέσα και σταθμά. Με την ίδια λογική απορρίπτω τον πατέρα, που με έφερε στον κόσμο διότι δεν μου κάνει ό,τι θέλω. Εκεί σπάνε και τα θερμόμετρα της έπαρσης και της φιλαυτίας. Αν ξέραμε τι είναι ωφέλιμο για την ψυχής μας τότε δεν χρειαζόταν ο Θεός. Εμείς όμως ελέγχουμε την ζωή μας μόνο στο πλαίσιο της ελευθερίας επιλογών και όχι της βαθύτερης πνευματικής γνώσης προς ωφέλεια. Τι είναι ωφέλιμο για εμάς το γνωρίζει ο Θεός, τώρα αν θα το επιλέξουμε αυτό έγκειται στην ελευθερία επιλογής που μας έχει δώσει ως δώρο.

Η αληθινή σχέση με τον Χριστό είναι ένα μεγαλείο. Τον λατρεύεις όχι για την αποκλειστικότητα της σωτηρίας αλλά γιατί είναι Πατέρας, δημιουργός, φως, αλήθεια και ζωή, αυτή που σου δίνει ακόμα και η αναπνοή σου περνάει από εκείνον. Αν θυμηθούμε τα λόγια του Πατέρα Παΐσιου όταν προσευχόταν σε ηλικία 15 χρόνων και έλεγε “ακόμα και άνθρωπος να είσαι, Χριστέ μου, αξίζει να σε αγαπήσω και να αφιερώσω την ζωή μου για σένα”, η πρόταση αυτή ξεχειλίζει με αγάπη και ρευστοποίηση του εαυτού να δοθεί σε κάτι απόλυτα χωρίς συμφωνίες και προκαταλήψεις. Είναι εκείνος που σε έφερε στον κόσμο, Εκείνος που θα σε πάρει και Εκείνος που σταυρώθηκε για σένα ώστε να σε οδηγήσει στον Αγιασμό και την Θέωση. Ο Χριστός δεν σώζει για αυτά που κάνει αλλά για αυτό που είναι. Η σχέση λοιπόν μαζί του και ο δίαυλος επικοινωνίας περνάει πρώτα από την ταπείνωση και την μετάνοια ώστε να αρχίσει η ακτινοβολία της σχέσης αυτής. Το πρώτο βήμα είναι να αφεθούμε στην σχέση ώστε να μπορέσουμε να αντικρίσουμε τις αποκαλύψεις Του στην ζωή μας και να τις χρησιμοποιήσουμε για ωφέλεια. Αφήνομαι σημαίνει δε βάζω προϋποθέσεις, λέω: “Κύριε εαν θέλεις δυνασαι με καθαρίσαι, γενηθήτω το θέλημά σου εν εμοί”. Το δεύτερο σκέλος μπορεί να έχει και δυσάρεστες συνέπειες, αλλά αυτές είναι στο πλαίσιο της σωτηρίας και της ωφέλειας μας να προσπελάσουμε το στάδιο της κάθαρσης και φώτισης ώστε να αγγίξουμε την θέωση.
“Γενηθήτω το θέλημα σου εν εμοί” μπορεί να έχει πολλές διαστάσεις, για παράδειγμα καρκίνου, αναπηρίας, θανάτου αγαπημένου προσώπου, σταυρού, προβλημάτων στην ζωή μας, κλπ, διαστάσεις που δίνει ο Θεός όχι προς τιμωρία αλλά προς αγιασμό στον άνθρωπο και έρχεται σε σύγκρουση με την ανθρώπινη ανάξια πνεύματος λογική, αλλά προχωρεί με δόξα στην ψυχική σωτηρία του ανθρώπου.
Ο δρόμος δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα αλλά το σίγουρο είναι ότι τα ροδοπέταλα και οι δόξες είναι στο τέλος της διαδρομής, όταν προσπεράσεις σαν πραγματικός αγωνιστής τις δυσκολίες, και τότε ο Κύριος θα σε στεφανώσει με την δόξα του.
Ανοίγουμε την καρδιά μας να μπεί ο Χριστός μέσα μας και εμείς σε εκείνον. Τότε η σχέση δομείται και έχει ωφέλιμα χαρακτηριστικά. Αυτό συμβαίνει στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, παίρνουμε Χριστό μέσα μας ώστε να μας φωτίσει και να αγιάσει τον αγώνα μας. Η Θεία κοινωνία είναι αυτή που καλούμαστε να μετέχουμε και να γίνουμε κοινωνοί της θείας χάριτος. Και μπαίνω σε μια σχέση σημαίνει αφήνω κάτι πίσω μου, αυτό που θα αφήσουμε θα είναι θα είναι ο παλιός μας εαυτός και τα πάθη που τυφλώνουν την ψυχή μας. Εδω έρχεται και το μυστήριο της εξομολόγησης, αφήνουμε και πετάμε τον παλιό μας εαυτό ώστε η σχέση μας με το Χριστό να γίνεται όλο ένα περισσότερο αποκαλυπτική. Σε όλη αυτή την προσπάθεια ο Χριστός θα είναι πανταχού παρών και τα πάντα πληρών, ώστε όντας φως ο ίδιος να διαλύσει τα σκοτάδια μας.
Ας αφεθούμε λοιπόν σε αυτή την υπέρτατη σχέση μεταμόρφωσης και σωτηρίας. Ο θάνατος μπορεί να είναι κοντά και, εάν είναι και αιφνίδιος, αλίμονό μας, διότι περιθώρια για μετάνοια δεν θα μπορέσουν να υπάρξουν. Όταν κάποτε ένας μοναχός είδε μετά από μεταθανάτια εμπειρία τι θα περάσει η ψυχή του ανθρώπου μετά τον θάνατο κλείστηκε στο κελί του 12 χρόνια κλαίγοντας. Μήπως ήρθε η ώρα να ανοίξουμε την ψυχή μας στην υπέρτατη αυτή σχέση

Αρχιμ. Ιωήλ Κωνστάνταρος, Περί ποίας υπακοής; (Β΄)

ΠΕΡΙ ΠΟΙΑΣ ΥΠΑΚΟΗΣ;

(B΄ ΜΕΡΟΣ)
Γράφει ο Άρχ. Ιωήλ Κωνστάνταρος
Ιεροκήρυξ Ι. Μ. Δρ. Πωγ. & Κονίτσης
Κόνιτσα -  e-mail: p.ioil@freemail.gr
Στο περασμένο μας άρθρο είδαμε ότι ο θεσμός της εξουσίας είναι εκ του Θεού και άρα δεν πρέπει να είμαστε αντιεξουσιαστές, αλλά να αποδεχόμαστε τις αρχές και τις εξουσίες. Προτιμούμε μάλιστα έστω και αυστηρή εξουσία να υφίσταται, παρά το μεγαλύτερο κακό το οποίο είναι η αναρχία (ουδέν γαρ αναρχίας χαλεπότερον).
Επίσης είδαμε, και κυρίως μας ενδιαφέρει να δούμε ότι ενώ ο θεσμός είναι εκ του Θεού, η κατάχρηση της εξουσίας είναι εντελώς απαράδεκτη κατάσταση (είναι σατανική) και όπως ετόνισε ο Απόστολος Πέτρος στο Ιουδαϊκό συνέδριο, σε περίπτωση που καταστρατηγούνται οι εντολές του Θεού, δεν οφείλουμε υπακοή. Προβαίνουμε αναλόγως ή σε παθητική ή σε ενεργητική αντίσταση στα παράλογα διατάγματα, τα οποία έρχονται σε άμεση αντίθεση με το παντοκρατορικό θέλημα του Θεού...

Αλλά ας δούμε το θέμα μας βαθύτερα.
Ο λόγος του Κυρίου Ιησού Χριστού «Απόδοτε τα του Καίσαρος Καίσαρι και τα του Θεού τω Θεώ» (Ματθ. ΚΒ΄ 21) και που αποτελεί πλέον τον κανόνα της χριστιανικής τακτικής επί του θέματος, δεν υποδεικνύει μόνο τις υποχρεώσεις μας έναντι του κράτους και της εξουσίας, αλλά αποτελεί και μια τροχοπέδη για τον ίδιο τον Καίσαρα (την εξουσία). Τι δηλαδή σημαίνει αυτό; Το ότι ο Καίσαρας, σε αρκετές περιπτώσεις, ζητά από τους πολίτες και κυρίως τους πιστούς, πολύ περισσότερα απ΄όσα θα πρέπει να λάβει. Ε, λοιπόν στις περιπτώσεις αυτές ο πιστός θα αποδώσει όχι όλα όσα ζητήσει η εξουσία, αλλά τόσα, όσα θα πρέπει να λάβει. Ίσως ακούγεται ως υπερβολική η άποψις αυτή. Ένα όμως χαρακτηριστικό παράδειγμα, θα μας βοηθήσει ώστε να κατανοήσουμε περισσότερο και αυτή την πραγματικότητα. Δυστυχώς, ως χώρα, επί της ουσίας έχουμε πτωχεύσει. Άλλο εάν δεν θέλουμε αυτό να το παραδεχθούμε επισήμως. Αν τώρα ο Καίσαρας, δηλαδή η εξουσία, ζητήσει στανικώ τω τρόπω να καταργήσει και την ελάχιστη περιουσία που έχει απομείνει στην Εκκλησία, αν δηλαδή θελήσει να αρπάξει τα πάντα για την ανόρθωση δήθεν της οικονομίας, άραγε οι πιστοί θα πρέπει να επιδείξουν υπακοή; Και μπορεί τα άνομα σχέδια για την απογύμνωση της Εκκλησίας να καλύπτονται μέσα στο πλαίσιο της υπακοής, της υψηλής αυτής καταστάσεως της Ορθοδόξου πνευματικότητας; Μόνο αφελείς χριστιανοί θα μπορούσαν να δεχθούν τέτοιες ερμηνείες. Το ότι βεβαίως η Εκκλησία μας δύναται να προσφέρει από μόνη της ό,τι νομίζει στο Έθνος (πράγμα που έχει συμβεί σε πάρα πολλές περιπτώσεις έως σήμερα, όπως γνωρίζουμε), τούτο είναι δικαίωμά της αναφαίρετο και ουδείς μπορεί να της ζητήσει λόγο για το πότε και για το είδος της προσφοράς.
Άλλο όμως αυτό, και εντελώς διαφορετικό το να ληστεύεται αυτή η περιουσία της Εκκλησίας μας, με το πρόσχημα της υπακοής στον θεσμό της εξουσίας.
Έτερον παράδειγμα: Από ετών έχει ψηφιστεί από την δήθεν ελεύθερη Βουλή των Ελλήνων ο νόμος περί των αμβλώσεων. Πιο απλά, το «δικαίωμα» οποιαδήποτε γυναίκα, εν ψυχρώ και μάλιστα ανέξοδα, να φονεύει το παιδί της. Τα δε νοσοκομεία- σφαγεία και οι ιατροί- δήμιοι (που θα τους ζήλευαν και αυτά τα SS στην εποχή της δόξας τους) ήδη πληρώνονται από τους φόρους που έχει επιβάλει το κράτος και στους Χριστιανούς πολίτες. Και τίθεται στο σημείο αυτό αμείλικτο το ερώτημα. Δεν έχει δικαίωμα ένας πιστός, για καθαρώς λόγους συνειδήσεως, να προσφύγει στο Ευρωπαϊκό ή τέλος πάντων σε οποιοδήποτε άλλο δικαστήριο ή σε οποιαδήποτε άλλη αρχή ώστε να προσβάλει αυτή την εξωφρενική νομοθεσία με την κατηγορία της καταχρήσεως της εξουσίας, όσον αφορά τους φόρους που επιβάλλονται για την γενοκτονία του Έθνους; Οπωσδήποτε έχει το δικαίωμα και μάλιστα είναι ανάγκη να γίνει άμεσα, στην περίπτωση αυτή. Και πώς όχι φίλοι μου; Εδώ κρίνεται εν πολλοίς νόμιμο το δικαίωμα, του να αρνείται κανείς να πληρώνει στα διόδια, και θα κριθεί παράνομη η διαμαρτυρία και η προσφυγή στα δικαστήρια αλλά και αυτή η ανυπακοή στο να πληρώνουν οι πιστοί Ορθόδοξοι Έλληνες Χριστιανοί τα σύγχρονα «Νταχάου» της Ελλάδος;
Βεβαίως, για να λέμε ολόκληρη την αλήθεια και να μη κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλό μας, κατά το δη λεγόμενον, εάν υπήρχε ζωντανή Εκκλησία (δηλαδή ικανή διοίκησις), αυτά τα θέματα, μάλλον τα αναθέματα και οι εθνικές κατάρες, θα είχαν λήξει εν τη γενέσει τους, όμως δυστυχώς, και με μεγάλη θλίψη το υπογραμμίζουμε, δεν υπάρχει σήμερα ελευθέρα και ζωντανή Εκκλησία. «Οι ποιμένες ενύσταξαν» (Ναούμ Γ΄18) και όπως τελικώς η τήρηση του Συντάγματος επαφίεται εις την φιλοπατρία των Ελλήνων, σύμφωνα με την ακροτελεύτια διάταξη του άρθρου 120, έτσι και πάλι δυστυχώς η τήρηση των εντολών του Θεού επαφίεται κατά το μάλλον ή ήττον στην ελεύθερη και αγωνιστική διάθεση του κάθε συνειδητού Ορθοδόξου Χριστιανού (άλλο τεράστιο θέμα αυτό που θα πρέπει να μας απασχολήσει).
Αλλά ας δούμε το θέμα της υπακοής στις εξουσίες και μέσα από την Ιστορία. Υπάρχουν δυστυχώς και οι μελανές σελίδες στο κεφάλαιο αυτό, τόσο στον πολιτικό, όσο και σ’αυτόν τον θρησκευτικό τομέα. Σελίδες που καταρρακώνουν όχι μόνο τα ίδια τα έθνη, όταν μέσα στα σπλάχνα τους εκτρέφονται τέτοιου είδους νοοτροπίες περί απολύτου υπακοής και νομιμοφροσύνης, αλλά και που γίνονται αιτίες πολεμικών συρράξεων, μα και παγκοσμίων εγκλημάτων.
Χαρακτηριστικό τραγικό παράδειγμα είναι η φασιστική Ιταλία του Μουσολίνι και η ναζιστική Γερμανία του Χίτλερ με το Γ΄Ράιχ. Η νοοτροπία της απολύτου πειθαρχίας άνευ ουδεμίας αντιλογίας που αποδέχθηκε το σύνολο των λαών αυτών, οδήγησε τόσο στην δική τους καταστροφή, όσο και στο αιματοκύλισμα του κόσμου. (βεβαίως το Δ΄Ράιχ σήμερα έχει εκσυγχρονιστεί και επιβάλλει τους οικονομικούς του αποκλεισμούς και την πτώχευση της πατρίδας μας...).
Αλλά και από πνευματικής απόψεως, ακριβώς λόγω της παράλογης αυτής νοοτροπίας, της αδιακρίτου και απολύτου υπακοής, έχουμε μπροστά μας το έγκλημα των εγκλημάτων. Την Χριστοκτονία δηλαδή από το ίδιο το θεοκρατικό κράτος του Ισραήλ. Όταν ένας λαός φτάνει στο ανομολόγητο κατάντημα, δήθεν στο όνομα του Θεού και με την εντολή μάλιστα των πνευματικών του ταγών, να κραυγάζει το «άρον-άρον...» (Ιωάννου ΙΘ΄ 15) και σταυρώνει τον ίδιο τον Θεάνθρωπο, τότε κατανοεί κανείς πού πράγματι μπορεί να φτάσει η απόλυτη και τυφλή υπακοή στις πολιτικοθρησκευτικές εξουσίες.
Δεν μας επιτρέπει η στενότητα του χώρου να κάνουμε ειδική αναφορά στο ισλάμ. Άλλωστε ο καθένας από μόνος του βλέπει ξεκάθαρα το ψυχολογικό επίπεδο του φανατισμού και της τυφλής υπακοής σε ότι πιστεύουν οι οπαδοί του ως δήθεν ιερό...
Ας μας επιτραπεί όμως να θέσουμε ένα ερώτημα προς όλους αυτούς που αυτόκλητα και ευκαίρως- ακαίρως μας παραδίδουν μαθήματα υπακοής και μας τονίζουν ότι η θέση των πιστών είναι μόνο στο να υπακούουν έστω και αν είναι λανθασμένη η εντολή που λαμβάνουν. (Θέση καθαρώς αντορθόδοξη και ανθελληνική. Θέση ανόητη).
Και τους ερωτούμε: ο εβραϊκός λαός, όταν στην κυριολεξία είχε δαιμονιστεί και εκραύγαζε και εσταύρωνε τον Θεάνθρωπο Κύριο Ιησού, ευρίσκετο ή όχι στην υπακοή των πνευματικών του ταγών; Έκαναν ή δεν έκαναν απόλυτη μάλιστα υπακοή στο μεγάλο συνέδριο των Ιουδαίων; (δηλαδή στην Ιερά Σύνοδο των Εβραίων). Αναμφιβόλως ναι. Τότε κύριοι με ποιο δικαίωμα στην υμνολογία της Μεγάλης Εβδομάδος τους ψάλλετε τα αναθέματα όπως «λαός δυσεβής και παράνομος» και τόσα άλλα που βεβαίως είναι απολύτως πραγματικά και σωστά;
Γιατί αρνείστε τον εαυτόν σας; Διαλέξτε ένα εκ των δυο. Ή η υπακοή στους πολιτικοπνευματικούς ταγούς είναι απόλυτη και άρα δεν υφίστανται αμαρτίες το εβραϊκό έθνος, αφού εγκλημάτησε ευρισκόμενο στο πλαίσιο της υπακοής ή θα πρέπει η υπακοή να εφαρμόζεται μετά διακρίσεως και να στηρίζεται στην αλήθεια, στο ήθος και στην ελευθερία, πράγμα βέβαια που καταξιώνει τον ελεύθερο άνθρωπο και που ο καθένας μπορεί να δεχθεί τις συνέπειες της επιλογής του και να αναλάβει τις ευθύνες του.
Είναι φίλοι μου τόσο παράλογα, αθεολόγητα, αντιεκκλησιαστικά, και ανθελληνικά τα όσα ακούγονται και υποστηρίζονται στις ημέρες μας, που θα πρέπει κανείς να έχει χάσει στην κυριολεξία την λογική του για να τα παραδεχθεί και να τα εφαρμόσει.
Φυσικά μόνο αυτό δεν θα συμβεί. Ως Έλληνες Ορθόδοξοι πιστοί, γνωρίζουμε περισσότερο όλων την αξία της ορθής και ευλογημένης υπακοής, τόσο στα εκκλησιαστικά, όσο και στα εθνικοπολιτικά και όντως την διαφυλάττουμε την αρετή αυτή ως κόρην οφθαλμού. Αρνούμαστε όμως να ξεπεράσουμε τα λογικά και ψυχολογικά όρια και να καταντήσουμε πειθήνια όργανα των ποικίλων ηγετών και των ποικίλων στοών, με αποτέλεσμα η παράλογη υπακοή και προσαρμογή να καταντήσει και αυτή μια ακόμα αθεράπευτη εθνική πληγή.
Και ας μην λησμονούμε ποτέ ότι η ρήσις «σφάξε με αγά μου να αγιάσω» δεν ευδοκίμησε ποτέ στην καθ’ ημάς ανατολή.
...Και οι νοούντες («ηγέτες»), νοείτωσαν...

Ο ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΠΕΝΤΑΠΟΛΕΩΣ Ο ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ Ο ΕΝ ΑΙΓΙΝΗ (9 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ)

«Ο άγιος γεννήθηκε στη Συλυβρία της Ανατολικής Θράκης την 1η Οκτωβρίου 1846. Το όνομα που του δόθηκε στη βάπτισή του ήταν Αναστάσιος. Τελείωσε το Δημοτικό και τις τρεις πρώτες τάξεις του Γυμνασίου (ελληνικό σχολείο) στη γενέτειρά του. Δεκατεσσάρων ετών πηγαίνει στην Κωνσταντινούπολη, όπου εργάζεται σε καπνοπωλείο, ενώ παράλληλα παρακολουθεί μαθήματα στη Μεγάλη του Γένους Σχολή. Διορίζεται λίγο αργότερα δάσκαλος και παιδονόμος στο σχολείο του Μετοχίου του Παναγίου Τάφου. Το 1866 μεταβαίνει στη Χίο, όπου μετά δεκαετία κείρεται μοναχός στην Ιερά Νέα Μονή, με το όνομα Λάζαρος, αφού χρημάτισε για αρκετά χρόνια δάσκαλος στο χωριό Λιθί. Το 1877 χειροτονείται διάκονος παίρνοντας το όνομα Νεκτάριος. Έρχεται στην Αθήνα, για να συμπληρώσει τις γυμνασιακές του σπουδές, ενώ με την ευλογία του πατριάρχου Αλεξανδρείας Σωφρονίου, εγγράφεται στη συνέχεια στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1885 παίρνει το πτυχίο του και μετά λίγους μήνες χειροτονείται πρεσβύτερος. Ο Πατριάρχης, εκτιμώντας τα προσόντα του, τον χειροτονεί το 1889 επίσκοπο – μητροπολίτη Πενταπόλεως, θέση που αξιοποίησε για να επιτελέσει ένα τεράστιο πνευματικό και κοινωνικό έργο. Ο φθόνος όμως που προκαλεί το έργο του φέρνει ως αποτέλεσμα την απομάκρυνσή του (1890). Έρχεται στην Ελλάδα, όπου αναλαμβάνει τη θέση ιεροκήρυκα στην Εύβοια πρώτα (1891) και στη Φθιώτιδα έπειτα (1893). Το 1894 αναλαμβάνει τη διεύθυνση της Ριζαρείου Σχολής, θέση που θα κρατήσει μέχρι το 1908, οπότε και θα παραιτηθεί για λόγους υγείας. Στο μεταξύ, από το 1904 ήδη έχει ιδρύσει το μοναστήρι της Αγίας Τριάδος στην Αίγινα. Εκεί εγκαταβιώνει μετά τη Ριζάρειο και εκεί αναδεικνύεται ιδιαιτέρως η οσιακή του προσωπικότητα. Αρρωσταίνει μετά από ορισμένα χρόνια βαριά, οπότε και αποβιώνει στο Αρεταίειο νοσοκομείο την 8η Νοεμβρίου 1920, μετά από δίμηνη εκεί νοσηλεία. Τον Απρίλιο του 1921 άνοιξαν τον τάφο του με σκοπό την οικοδόμηση μαρμάρινου μνημείου. Το σκήνωμά του βρέθηκε ανέπαφο, ενώ η ευωδία που σκορπούσε ήταν υπέροχη. Το ίδιο επανελήφθη και μετά τρία χρόνια, καθώς και το 1927. Και τις δύο αυτές φορές το σκήνωμα ήταν ανέπαφο και η ευωδία η ίδια. Το 1953 έγινε και πάλι ανακομιδή. Τη φορά αυτή, για λόγους που γνωρίζει ο Θεός, το σκήνωμά του βρέθηκε διαλυμένο. Με πατριαρχική πράξη της 20ής Απριλίου του 1961 η Εκκλησία μας διεκήρυξε επίσημα την αγιότητά του. Το συγγραφικό του έργο είναι πολύ μεγάλο και αξιόλογο, ενώ τα θαύματά του είναι αμέτρητα».
Ο άγιος Νεκτάριος θεωρείται από όλους τους πιστούς της Ορθόδοξης Εκκλησίας ως ένας από τους πιο αγαπητούς αγίους της. Όχι μόνον διότι ο Θεός επιτελεί μέσω αυτού καθημερινώς πάμπολλα θαύματα – «αναβλύζει γαρ ιάσεις παντοδαπάς» και «ιάσεις δαψιλείς καθ’  εκάστην ημέραν πηγάζει θαυμαστώς θεϊκή χορηγία» (πλούσιες ιάσεις καθημερινά πηγάζει (η κάρα του) θαυμαστώς με τη χάρη του Θεού), κατά τον γνωστό μακαριστό γέροντα υμνογράφο Γεράσιμο Μικραγιαννανίτη – αλλά και διότι είναι ένας άγιος της εποχής μας, «ο άγιος του εικοστού αιώνα», και μάλιστα  όχι μικρότερος από τους άλλους μεγάλους αγίους ιεράρχες της Εκκλησίας, που έζησαν τα παλαιότερα χρόνια. Κι αυτό σημαίνει ότι με τον άγιο Νεκτάριο αφενός νιώθουμε πλούσια τη χάρη του Θεού, μέσω κυρίως των αγίων λειψάνων του, που κατανοούνται ως «ιαμάτων κρήνη» και «νέμοντα οσμήν ουρανίαν πάσι και θείαν εωδίαν», αφετέρου παίρνουμε απάντηση  στο εύλογο ερώτημα που τίθεται «γιατί δεν έχουμε μεγάλους αγίους σήμερα;» Ο γέρων υμνογράφος λοιπόν επισημαίνει αυτό το ισοστάσιο του αγίου Νεκταρίου με τους προγενέστερους μεγάλους αγίους, δίνοντας μάλιστα και την εξήγηση: ο Νεκτάριος προσπάθησε να ακολουθήσει τα ίχνη των παλαιών αγίων, με την καθαρότητα της ζωής του, δηλαδή στην πραγματικότητα να ζήσει σύμφωνα με το ευαγγέλιο του Χριστού. «Φωτί των έργων σου, ευαγγελίου το φως εκφαίνεις, πάτερ, θαυμαστώς πάσι τοις πέρασι». «Κατ’  ίχνος, Νεκτάριε, ακολουθήσας, ζωής καθαρότητι, τοις πάλαι όσιε, αρχιερεύσι Χριστού, ίσος ευκλείας της αυτών, ώφθης και μέτοχος» (Ακολούθησες, Νεκτάριε, τα ίχνη των παλαιών αρχιερέων του Χριστού, με την καθαρότητα της ζωής σου, και φάνηκες ίσος με αυτούς και μέτοχος της δόξας τους).
Ο εμπνευσμένος υμνογράφος πέρα από την γενική αναφορά που κάνει για την ακολουθία των παλαιών Πατέρων από τον άγιο Νεκτάριο, εστιάζει την προσοχή μας στον άγιο Διονύσιο. Κυρίως αυτόν ακολούθησε με άμεμπτο τρόπο ο σήμερα εορταζόμενος άγιος, διότι και εκείνος την Αίγινα είχε ως τόπο των πνευματικών του αγώνων, αφού υπήρξεν ο επίσκοπός της. Γι’  αυτό και μετέχουν, σημειώνει, και οι δύο άγιοι, ο παλαιότερος και ο νεώτερος, στην ίδια δόξα του Θεού, ικετεύοντας ασφαλώς για όλους, κατεξοχήν όμως για τη νήσο τους. «Ηκολούθησας αμέμπτως, τοις χρηστοίς, Πάτερ, τρόποις σου, τω Διονυσίω, τω Αιγίνης θείω ποιμάντορι, μεθ’ ου της άνω μετέχων δόξης, άγιε, ταύτην σώζεσθαι αεί την νήσον ικέτευε». (Ακολούθησες καθαρά με τους ενάρετους τρόπους σου, άγιε, τον Διονύσιο, τον θείο ποιμένα της Αίγινας, μαζί με τον οποίο μετέχοντας στη δόξα του Θεού, άγιε, ικέτευε να σώζεται η νήσος πάντοτε). Μπορεί η νήσος Ζάκυνθος να καυχάται, διότι κατέχει το άγιο σκήνωμα του θείου Διονυσίου, αλλά και η νήσος Αίγινα δέχεται πάντοτε τις ευεργετικές ακτίνες των πρεσβειών του στον Θεό, που πολλαπλασιάζονται και με τις πρεσβείες του αγίου Νεκταρίου.
Όλοι μας προστρέχουμε συχνά-πυκνά στον άγιο Νεκτάριο, ιδίως ανήμερα της εορτής του, διότι η καρδιά του πλατυμένη από την αγάπη του Θεού, είναι γεμάτη από αγάπη και προς εμάς. Και ιδίως προστρέχουμε όσοι ταλαιπωρούμαστε από κάποιο πρόβλημα, ψυχικό ή σωματικό. Είναι τόσες πολλές οι θαυμαστές επεμβάσεις του, ώστε δεν υπάρχει, θα έλεγε κανείς, άνθρωπος που με πίστη τον επικαλείται, και δεν εισπράττει το θετικό αποτέλεσμα. Είναι χαρακτηριστικά, επ’ αυτού, και τα λόγια του γέροντος π. Ανανία Κουστένη, ο οποίος θέλοντας να τονίσει ακριβώς τη θαυματουργία του αγίου Νεκταρίου, σημειώνει με χαριτωμένο τρόπο, ότι μετά και τη φανέρωση από τον Χριστό του άλλου μεγάλου θαυματουργού αγίου της εποχής μας, ακόμη πιο σύγχρονου και από τον άγιο Νεκτάριο, του αγίου Λουκά του ιατρού, του Ρώσου, ο άγιος Νεκτάριος έχει κάποιον να τον ξεκουράσει. «Στέλνει ο άγιος Νεκτάριος τον άγιο Λουκά στη θέση του πολλές φορές,  γιατί έχει κουραστεί ο ίδιος  να επεμβαίνει στις τόσες επικλήσεις των κουρασμένων και ασθενών χριστιανών μας».
Εκείνο όμως που πράγματι ευχαριστεί τον άγιο Νεκτάριο είναι όχι μόνον η επίκλησή του για τις ιάσεις που ο Θεός του δίνει, αλλά κυρίως η επίκλησή του να πρεσβεύει υπέρ ημών, προκειμένου να ακολουθούμε τον τρόπο της ζωής του. Διότι αυτό συνιστά πάντοτε την σωστή εορτή ενός αγίου: να τον μιμούμαστε. Όπως το λέει ο ιερός Χρυσόστομος: «τιμή μάρτυρος, μίμησις μάρτυρος», συνεπώς «τιμή αγίου, μίμησις αγίου». Κι ένας ύμνος έρχεται να μας υπενθυμίσει ποιο ήταν το «μυστικό» της αγιότητας του αγίου Νεκταρίου. «Πατέρων ισότιμος των πάλαι εχρημάτισας, τούτων μιμησάμενος τον τρόπον, τον θείον ζήλον και τας λοιπάς αρετάς, ταπεινοφροσύνη αληθεί και απλάστοις ήθεσι, διαπρέψας Νεκτάριε». (Έγινες ισότιμος των παλαιών Πατέρων, διότι μιμήθηκες τον τρόπο της ζωής τους, τον θεϊκό ζήλο τους και τις υπόλοιπες αρετές τους, Νεκτάριε, και διέπρεψες στην αληθινή ταπεινοφροσύνη και στα απλά και απονήρευτα ήθη). Αν ο άγιος Νεκτάριος έφτασε σε τόσο μεγάλο ύψος αγιότητας, ήταν όχι διότι υπήρξε σπουδαίος ιεροκήρυκας, σπουδαίος δάσκαλος, σοφός συγγραφέας, αλλά διότι υπήρξε ταπεινός. Η οδός της ταπεινοφροσύνης ήταν γι’ αυτόν η οδός που τον έφτασε πολύ γρήγορα στη δόξα του Ουρανού, η οδός της ταπεινοφροσύνης είναι πάντοτε αυτή, μαζί με την απονήρευτη διάθεση, που ανοίγει τις πύλες του Ουρανού και για κάθε χριστιανό.

ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΗΣ ΠΛΑΝΗΣ



Η ορθόδοξη πίστη δεν είναι μία ανθρώπινη φιλοσοφική θεωρία η ιδεολογία που έχει σχετική αξία και σημασία και μπορεί κανείς να την αμφισβητήσει. Αλλά είναι η φανερωμένη Αλήθεια στον κόσμο από τον Θεάνθρωπο Ιησού Χριστό. Γι’ αυτό και η σημασία της είναι απόλυτη.
Η Αλήθεια αυτή αποτελεί το περιεχόμενο της χριστιανικής πίστης, αλλά εκφράζεται και επαληθεύεται ως τρόπος ζωής από τον πιστό, σε σχέση με τον αληθινό Θεό, το συνάνθρωπο, τον εαυτό μας και τη φύση.
Η χριστιανική πίστη απαιτεί συνέπεια και ευθύνη, διότι συνδέεται άμεσα με την αιώνια ζωή κοντά στο Θεό ή τον αιώνιο θάνατο του ανθρώπου, δηλ. χωρισμό του από τον ζωντανό Θεό. Το τίμημα της πλάνης είναι φοβερό. Όποιος παρασυρθεί, αποκοπεί από την Εκκλησία και χάσει την πίστη του Χριστού, καταστρέφεται αιώνια , εάν δεν μετανοήσει. Δεν βλέπει όπως λέμε Θεού πρόσωπο, κολάζεται.
Ο Χριστός είναι ο μόνος σωστός δρόμος, η ΑΙΏΝΙΑ Ζωή για τον άνθρωπο και μόνο όποιος Τον ακολουθεί πιστά σώζεται. Και το Χριστό Τον βρίσκουμε μόνο μέσα στην Εκκλησία μας, που ο ίδιος ίδρυσε και μένει μέσα σ’ αυτήν, μέχρι το τέλος αυτού του κόσμου και αιώνια, όπως ο ίδιος μας διαβεβαίωσε ( Μτθ. 28, 20).

Είμαι θύμα σκευωρίας καταγγέλλει ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων και πάσης Παλαιστίνης Ειρηναίος - ΑΠΟ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ

Με «έφαγαν» με στημένη έρευνα που έγινε μέσα σε 24 ώρες. Πού είναι το ιερό χρήμα που διαχειρίστηκα δι' ίδιον όφελος; Δεν υπάρχει καμία υπογραφή μου στις πωλήσεις ακινήτων. Εάν αποχωρήσω θα είμαι προδότης. Δεν θα γίνω επίορκος, διαμηνύει προς κάθε κατεύθυνση ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων. «Κρατείται απομονωμένος από τον υπόλοιπο κόσμο, κλειδωμένος απ' έξω σαν φυλακισμένος, χωρίς κανένα λόγο, παράνομα και ειδικά ενάντια στα ανθρώπινα δικαιώματα που διασφαλίζονται από πολλές διεθνείς συμβάσεις και πράξεις». Πρόκειται για απόσπασμα έκθεσης του πρώην δικαστή του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κ. Λουκή Λουκαΐδη για τις συνθήκες στις οποίες «ζει» στο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων ο Πατριάρχης Ειρηναίος, συνθήκες μαρτυρίας! Και κανένας δεν φωνάζει.


Κανένας δεν συγκινείται. «Είμαι θύμα σκευωρίας», δηλώνει ευθέως ο Ειρηναίος σε συνέντευξή του στο «ΠΑΡΟΝ» και κατηγορεί στελέχη του υπουργείου Εξωτερικών που σήμερα σιωπούν, ικανοποιημένοι γιατί έφεραν σε πέρας την αποστολή τους...
// Μακαριώτατε, γίνεται λόγος πως η σημερινή διοίκηση του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων δεν σας επιτρέπει καμία επαφή με τον έξω κόσμο. Είναι αλήθεια;
– Από τον Φεβρουάριο του 2008 με τη συνεργασία και την ανοχή του υπουργείου Εξωτερικών της Ελλάδος που γνωρίζει σε τι απάνθρωπες, εξευτελιστικές και καταπιεστικές συνθήκες υποβάλλομαι από μια ομάδα φατριαστών εντός του Πατριαρχείου, απαγορεύεται η είσοδος σε όλους εκείνους που θέλουν να με επισκεφθούν. Διαδίδουν μάλιστα πως αν εξέλθω, δεν θα μου επιτρέψουν να γυρίσω. Πού παρακαλώ; Στην Εκκλησία και την Αδελφότητα την οποία υπηρετώ πλέον των 50 ετών με πίστη και αφοσίωση. Τώρα με όσα υφίσταμαι είμαι βέβαιος. Η «δόξα» του Πατριάρχου όπως τη φαντάζονται οι άνθρωποι είναι στην πραγματικότητα Σταυρός και άθλημα αρετής.


// Η ισραηλινή Αστυνομία δεν επεμβαίνει; Την έχετε καλέσει;
– Ήρθε, είδε και αποσύρθηκε. Είπαν πως η κατάσταση αυτή αποτελεί εσωτερικό ζήτημα.


// Είστε ενοχλημένος από το Ισραήλ;
– Το Ισραήλ είχε ανέκαθεν το αναφαίρετο δικαίωμα ως προς τον έλεγχο της νομιμότητας για το εκκλησιαστικό πραξικόπημα που εκδηλώθηκε στην επικράτειά του. Φρονώ ότι οι ιθύνοντες έχουν σταθμίσει τα γεγονότα, αλλά όπως και οι ίδιοι ισχυρίζονται η όχληση από το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών για να δώσουν κάλυψη σε σωρεία παρανομιών και αντικανονικών πράξεων ήταν κατ' εξακολούθησιν και σε υπέρμετρο βαθμό.


// Η κρίση στο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων έφτασε στο αποκορύφωμά της με τη μομφή ότι συμμετείχατε προσωπικά στις μακροχρόνιες ενοικιάσεις των δύο επίμαχων ξενοδοχείων «Petra» και «Imperial». Ποια είναι η θέση σας;
– Είμαι θύμα σκευωρίας και κακοήθειας ανθρώπων μέσα από τη Διεύθυνση Εκκλησιών του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών και πολιτικών προσώπων οι οποίοι έχουν συμβάλει στην υπονόμευση και τον διασυρμό μου με παρασκηνιακές μεθοδεύσεις και τη λογική των διαπλεκομένων συμφερόντων. Δεν είναι επιλήψιμο ότι «καταδικαστήκαμε» μετά από μια ανεξέλικτη «έρευνα» διάρκειας ούτε 24 ωρών από εμπειρογνώμονες του ελληνικού ΥΠΕΞ άνευ αποδείξεων, άνευ απολογίας, παρά μόνον από συκοφαντίες και ανακρίβειες των κατηγόρων μου; Τέσσερα χρόνια τώρα ακούσατε μήπως εσείς πού είναι το ιερό χρήμα που έχω κατασπαταλήσει και που διαχειρίστηκα προς ίδιον όφελος σε προσωπικούς λογαριασμούς; Ειλικρινά λυπάμαι γιατί εκείνη την εποχή η πλειοψηφία των ΜΜΕ διά της μεθόδου της αναπαραγωγής και ανακύκλωσης αυτά παρουσίαζαν. Κλέφτης, απατεώνας, προδότης. Ο αρμόδιος πρώην υφυπουργός επί των εκκλησιαστικών ζητημάτων Παναγιώτης Σκανδαλάκης είναι καθοριστικό πρόσωπο. Αντί να αποδώσει δικαιοσύνη, επιβοηθούσε για την απομάκρυνσή μου από τον Πατριαρχικό θρόνο με την επικουρία ολιγάριθμων Ελληνοαμερικανών, παραγοντίσκων της ομογένειας, που επιστρατεύτηκαν εναντίον μου στο όνομα των προσωπικών τους συμφερόντων. Επειδή όμως παρακολουθώ όσα λέγονται και γράφονται, η υπουργός Εξωτερικών κ. Θεοδώρα Μπακογιάννη, σε συνέντευξη που παραχώρησε εφ' όλης της ύλης στην εφημερίδα «Απογευματινή» (10 Ιουλίου 2007), μιλώντας για τη διαφθορά, τόνισε πως δεν θέλει να κατηγορεί κανέναν πριν αποφανθεί η Δικαιοσύνη. Στη δική μας περίπτωση ποιο δικαστήριο και ποια αδιάσειστα στοιχεία μάς έκριναν ένοχο; Ας αναμοχλεύσουν οι υπόλοιπες πολιτικές παρατάξεις οι οποίες ελέγχουν την κυβέρνηση, την προχειρότητα, τη βιασύνη και τη μεροληψία που ακολούθησε κατά την τεχνητή εσωτερική κρίση στο Πατριαρχείο και θα εξακριβώσουν το μέγεθος του εγκλήματος και της πλεκτάνης. Το πόρισμα της επίσημης Επιτροπής Έρευνας της Παλαιστινιακής Αρχής είναι κόλαφος και οδηγός μαζί για την αποκάλυψη του σκανδάλου.


// Η έγκριτη εφημερίδα «The Independent» σε μεταγενέστερο χρόνο από τα περιστατικά που οδήγησαν στην απομάκρυνσή σας, κάνει λόγο για «ανολοκλήρωτες» συμφωνίες εκμίσθωσης ιδιοκτησιών του Πατριαρχείου.
– Οποιαδήποτε συναλλαγή πώλησης ή μακροχρόνιας μίσθωσης περιουσιακών στοιχείων του Πατριαρχείου, για να είναι έγκυρη, χρειάζεται την έγκριση της Ιεράς Συνόδου και την υπογραφή του ιδίου του Πατριάρχη. Οι δήθεν γενόμενες εκχωρήσεις δεν έχουν τη δική μας υπογραφή ούτε επικυρώθηκαν από τη Σύνοδο. Σημειωτέον, το πληρεξούσιο ένεκα του οποίου δημιουργήθηκε ο θόρυβος ήταν δηλωμένο στο βιβλίο πρωτοκόλλου της Αρχιγραμματείας ως ανανέωση συμβολαίου ενός καταστήματος στην Παλιά Πόλη. Επιβεβαιώνεται με το απόσπασμα του δημοσιεύματος που κάνατε χρήση ότι ο πρώην υπάλληλος του Πατριαρχείου Νικόλαος Παπαδήμας δεν είχε την εξουσία και την άδεια να διενεργήσει τις συναλλαγές και να μισθώσει τα περιουσιακά στοιχεία.
//Στην Πανορθόδοξο Συνδιάσκεψη (24 Μαΐου 2005) ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως κ. Βαρθολομαίος σας υπέδειξε την παραίτηση για το καλό της Αγιοταφιτικής Αδελφότητας. Πώς το σχολιάζετε;

– Επαναλαμβάνω την τότε δήλωσή μου ότι «εμείς εφθάσαμεν εις την Πόλιν φέροντες κλάδον ελαίας και αυτό δυστυχώς δεν εξετιμήθη». Δεν καταλογίζουμε τίποτα σε κανέναν Προκαθήμενο και Αντιπρόσωπο των Αγιοτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών γιατί υπερίσχυσαν πολιτικές σκοπιμότητες.


// Σας έχουν προταθεί ανταλλάγματα για να εγκαταλείψετε τους Αγίους Τόπους;
– Ποιος και με ποια ιδιότητα; Με ποιο δικαίωμα; Αν εννοείτε τους κοσμικούς άρχοντες, αυτοί δεν έχουν το δικαίωμα να επεμβαίνουν στα εσωτερικά της Εκκλησίας. Εμείς δίδουμε υποσχέσεις, διαβεβαιώσεις, όρκο όταν γίνεται η κουρά μας ως μοναχοί, να μην εγκαταλείψουμε τη μονή της μετάνοιάς μας. Πώς θα φύγω; Εάν αποχωρούσα, θα ήμουν προδότης. Όχι, δεν θα γίνω επίορκος για να ικανοποιήσω όσους βυσσοδομούσαν για την απομάκρυνσή μου. Να ξέρετε, βάσει του οθωμανικού νόμου και του ιορδανικού και του νόμου του εσωτερικού Κανονισμού του Πατριαρχείου, ο Πατριάρχης είναι ισόβιος, «δεν παύεται ει μη μόνον εν περιπτώσει αιρέσεως και επειδή ούτε η Σύνοδος ή η Αδελφότης μετ' αυτής ή άλλο σωματείον έχει δικαίωμα παύσεως αυτού».


// Ο πρώην διάκονος του Μακαριστού Πατριάρχου Αλεξανδρείας κυρού Πέτρου έχει μιλήσει μεταξύ άλλων σε συνέντευξή του «για μίζες ύψους 6 εκατ. δολαρίων που έβαλαν στην τσέπη πολιτικοί, διπλωμάτες και κληρικοί για να κάνουν το χατίρι μιας χώρας και ενός διεθνούς λόμπι».
– Είναι μια καταγγελία που, αν αληθεύει, ερμηνεύει τη στάση σκοτεινών κέντρων για να καλύψουν την πραγματική διάσταση της υπόθεσής μας, που είναι διάσταση σκανδάλου. Όπως συνέβη με όλα τα προηγούμενα στην Ελλάδα για τα οποία ο κόσμος διερωτάται τι έγινε και γιατί δεν προχώρησε η διερεύνησή τους. Και λυπούμαι που αμυνόμενος σήμερα θα ρωτήσω τι απέγινε το περιβόητο πόρισμα για την πτώση του Σινούκ; Διανύουμε τη δεύτερη θητεία Καραμανλή –επί των ημερών του δημιουργήθηκαν τραγωδίες σε δύο πρεσβυγενή Πατριαρχεία– και προς το παρόν το μόνο απολύτως ορατό είναι η κυβερνητική προσπάθεια για πάση θυσία συγκάλυψη και στις δύο περιπτώσεις.


// Πώς είναι οι σχέσεις σας με την Αγιοταφιτική Αδελφότητα;
– Είναι ιδιαίτερα σημαντικό το γεγονός πως πατέρες οι οποίοι είχαν εμπλακεί στην Αποκήρυξή μας τώρα έχουν καταλάβει το λάθος τους και συναισθάνονται απόλυτα το αδιέξοδο στο οποίο έχει περιέλθει το Πατριαρχείο. Καθ' όσον με αφορά δύναμαι να αναμένω τη μετάνοιά τους με διάθεση συγγνώμης και με ιώβεια υπομονή.


// Πόσο βάσιμες είναι οι εικασίες περί αραβοποίησης του Πατριαρχείου;
– Θεωρούμε ότι είναι μόνο σενάρια και θα θέλαμε να τονίσουμε πως οι σχέσεις του αραβοφώνου ποιμνίου μας με τους πατέρες της Αγιοταφιτικής Αδελφότητας ήταν ανέκαθεν άριστες. Όσες φορές κάποιοι εξωτερικοί παράγοντες προσπάθησαν να διαταράξουν αυτήν την αρμονική σχέση απέτυχαν. Το ίδιο πιστεύουμε ότι θα συμβεί και τώρα, αλλά και στο μέλλον, παρά τη δύσκολη στιγμή που περνά η Σιωνίτιδα Εκκλησία εξαιτίας της διασαλεύσεως της κανονικής τάξεως στο Πατριαρχείο μας.

// Θα μπορούσε το Πατριαρχείο να διαδραματίσει κατευναστικό ρόλο στις πολιτικές και πολεμικές συγκρούσεις της περιοχής;
– Από ανεπίσημους συνεργάτες υπήρχε η σκέψη στα πλαίσια της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης το 2006 στην Πάτρα, μέσω μιας μεγάλης έκθεσης κειμηλίων –όπως η πρώτη και μοναδική ως τότε έξοδος θησαυρών του Αγίου Όρους στη Θεσσαλονίκη το 1997– και σε συνεννόηση με την ελληνική κυβέρνηση, να προσκαλέσουμε στα εγκαίνια τους ηγέτες του Ισραήλ, της Παλαιστινιακής Αρχής και της Ιορδανίας, προκειμένου ουσιαστικά το αμέσως επόμενο διάστημα να συναντηθούν και με τον μεταξύ τους διάλογο να παραγάγουν ιδέες και προτάσεις που θα εξομάλυναν τις σχέσεις τους. Με όσα συνέβησαν το 2005 η ευκαιρία χάθηκε, κυρίως για την κυβέρνηση, που τα τελευταία χρόνια απώλεσε σταδιακά τον ρόλο του προνομιακού συνομιλητή με τον αραβικό κόσμο, ενώ η Τουρκία βλέπουμε αποκτά για πρώτη φορά μετά την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας βαρύνουσα παρουσία στους συσχετισμούς της Ευρύτερης Μέσης Ανατολής.

ΤΟ ΠΑΡΟΝ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...