Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 07, 2013

Κυριακή προ της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού H δύναμη του Σταυρού του Μητροπολίτη Ζιμπάμπουε Σεραφείμ


Η σημερινή ευαγγελική περικοπή μας υπενθυμίζει ένα καταπληκτικό γεγονός που συνέβη 1500 χρόνια πριν από τη Σταύρωση του Χριστού. Συγκεκριμένα στο βιβλίο της Αγίας Γραφής «Αριθμοί» στο 21ο κεφάλαιο, αναφέρεται ότι οι Ισραηλίτες, αφού απελευθερώθησαν από τους Αιγυπτίους και ενώ επέστρεφαν στην πατρίδα τους, στην έρημο όπου ευρίσκοντο, άρχισαν να παραπονούνται σφοδρά κατά του Μωϋσέως, παρ’ όλο ότι ο Θεός με θαυματουργικό τρόπο τους έτρεφε με το «μάννα». Η αγνωμοσύνη τους και η απιστία τους, όμως, τιμωρούνται αμέσως. Δηλητηριώδη φίδια εσκόρπιζαν παντού το θάνατο. Η έρημος που εβρίσκοντο οι αγνώμονες, οι αχάριστοι και άπιστοι Ισραηλίτες μετατράπηκε σε τόπο πόνου, αγωνίας και θανάτου. Τότε οι Εβραίοι τρέχουν με μετάνοια προς τον Μωϋσή και ζητούν βοήθεια. Τον παρακαλούν και τον καθικετεύουν να μεσιτεύσει να τους λυπηθεί ο Θεός. Τότε ο Θεός, όπως μας λέει η Αγία Γραφή, διέταξε τον Μωϋσή να κατασκευάσει ένα χάλκινο φίδι και να το υψώσει πάνω σ’ ένα ψηλό ξύλο στο μέσον του λαού. Στη συνέχεια οι Ισραηλίτες έλαβαν εντολή, όταν κάποιο δηλητηριώδες φίδι τους δαγκώνει, να στρέφουν το βλέμμα τους προς το χάλκινο φίδι και θα σώζονται. 
΄Ετσι και έγινε. Το βλέμμα των Ισραηλιτών προς το χάλκινο φίδι εξουδετέρωνε τη δύναμη των δηλητηριωδών φιδιών. Οι Ισραηλίτες εσώθηκαν.
Αυτή την ιστορία μας υπενθυμίζει ο Χριστός παραλληλίζοντάς την με τη δική του άνοδο επί του Σταυρού, ώστε όποιος πιστεύει σ’ Αυτόν να σώζεται. 
Μετά από το γεγονός αυτό της Παλαιάς Διαθήκης, διαγράφεται και τονίζεται η πορεία του απολυτρωτικού έργου που πρόσφερε η αγάπη του Θεού στον άνθρωπο με τον μονογενή του Υιόν, τον Κύριον ημών Ιησού Χριστόν. ΄Αλλωστε αυτός είναι και ο λόγος που αναφέρεται το γεγονός αυτό από τον Χριστό και μάλιστα την Κυριακή πριν από την ύψωση του Τιμίου Σταυρού, που η Εκκλησία μας θα εορτάσει στις 14 του μηνός, το ερχόμενο δηλαδή Σάββατο.
Μέσα από το περιστατικό αυτό, διακρίνονται κυρίως οι Εβραίοι που αντιπροσωπεύουν τον άνθρωπο, τα φίδια ταυτίζονται με την αμαρτία  και το χάλκινο φίδι που προεικονίζει το Σταυρό του Χριστού.
Είναι γνωστό από το πρώτο βιβλίο της Π.Διαθήκης, το βιβλίο της Γενέσεως, ότι ο Θεός είχε καταστήσει τον άνθρωπο βασιλέα και κυρίαρχο ολόκληρης της Δημιουργίας. Τον εκόσμησε με χαρίσματα ωραία και υψηλά. Του χάρισε τον λογικόν νουν για να σκέπτεται, να ομιλεί και να προοδεύει. Αντί, λοιπόν, ο άνθρωπος να εκδηλώσει την απέραντη ευγνωμοσύνη του προς τον σοφόν Δημιουργό του, αποστάτησε. Παραβίασε την εντολή του Θεού με άμεση συνέπεια ν’ αρχίσει να γεύεται τους πικρούς καρπούς της πτώσης του. Το προπατορικόν αμάρτημα των πρωτοπλάστων λόγω της ενότητος της ανθρώπινης φύσεως είχε καταλυτικές συνέπειες σ’ όλο το ανθρώπινο γένος με την έννοια, ότι πλέον ο κάθε απόγονος του Αδάμ και της Εύας γεννιόταν με τη ροπή και την τάση να ελκύεται από το κακό, να αρέσκεται στο κακό και να ζει στην αμαρτία.
Εμπρός από τον εξόριστον Παράδεισον απλώνεται μια απέραντη και τρικυμιώδης θάλασσα, που δημιουργεί αβεβαιότητα, αγωνία, αγώνες, ασθένειες, δυστυχίες, κόπους, ιδρώτες, πόνους και συμφορές, χωρίς να υπάρχει η δυνατότητα της λυτρώσεως, παντού ο πόνος και ο θάνατος. Από την ζωή των ανθρώπων έλειπε ο προσανατολισμός που θα τους οδηγούσε στο λιμάνι της σωτηρίας.
Βεβαίως, δεν έλειπαν οι ελάχιστοι φωτισμένοι από το περιούσιον λαόν του Θεού που αποτελούσαν το μέσον κοινωνίας Θεού και ανθρώπου. Αλλά και αυτοί δεν εισακούοντο από τα πλήθη, γιατί τα κάθε λογής φίδια, οι διάφορες αμαρτίες είχαν γίνει το περιεχόμενο της ζωής τους.
΄Οπως το δηλητήριο των φιδιών στην έρημο επέφερε το θάνατο στους Εβραίους έτσι και η αμαρτία επέφερε το θάνατο στην ανθρώπινη ψυχή, εσκότιζε και διέστρεφε το νου του ανθρώπου, αδυνάτιζε τη θέληση, διέλυε τον θεσμό της οικογένειας, πότιζε τους ανθρώπους με ποτήρια γεμάτα οδύνες και πίκρες, διέλυε κάθε ελπίδα του ανθρώπου, καθιστώντας τον αιχμάλωτο κάποιου πάθους. Σ’ αυτήν την οικτράν κατάσταση βρισκόταν αγαπητοί μου η ανθρωπότητα πριν από την έλευση του Χριστού στο κόσμο. Αλλά σ’ αυτή την προ Χριστού κατάσταση συνεχίζουν να βρίσκονται όσοι εξακολουθούν να ζουν μακρυά από το Χριστό.
΄Ολοι εκείνοι που εξακολουθούν νά είναι σκλάβοι και δέσμιοι των παθών τους, αυτοί που χωρίς πρόθεση για μετάνοια επιμένουν να ζουν μέσα στην κατάσταση της αμαρτίας. Η απέραντη αγάπη του Θεού ανέσυρε τον άνθρωπο από τη πτώση του θανάτου από το άγχος της 
ζωής, από την αμαρτία, το πόνο και τη δυστυχία. Ο Θεός πρόσφερε την απολύτρωση σ’ όλους τους ανθρώπους: «Ούτω γαρ ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον υιόν αυτού τον μονογενή έδωκεν, «ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν μη απόληται, αλλ’ έχη ζωήν αιώνιον». 
΄Οπως μας λέει λοιπόν το σημερινό Ευαγγέλιον ο Χριστός ήρθε στη γη και σταυρώθηκε, «ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν μη απόληται, αλλ’ έχη ζωήν αιώνιον.» Το γεγονός αυτό, όπως είδαμε, προτυπώθηκε στην Παλαιά Διαθήκη όταν ο Μωϋσής ύψωσε το χάλκινο φίδι και σώθηκαν οι Εβραίοι από τα δηλητηριώδη φίδια, όταν το κοίταζαν με πίστη. Έτσι, και όποιος πιστεύει και ενώνεται με το Χριστό, που υψώθηκε στο Σταυρό, σώζεται από το θάνατο. ΄Εχει ζωή αιώνιον. Ο Χριστός νίκησε τον θάνατο.
Η σύγχρονη κοινωνία αποφεύγει να μιλά για τον θάνατο. Φοβάται μήπως και δημιουργήσει συναισθήματα φοβίας και κατάθλιψης στον άνθρωπο. Η στάση αυτή όμως αποτελεί σφάλμα γιατί σε καμιά περίπτωση η φυγή δεν αποτελεί αληθινή λύση. Αντίθετα η χριστιανική αγωγή παίρνει θέση απέναντι στο θάνατο. Μιλά γι’ αυτόν και οδηγεί στη νίκη εναντίον του. Συνδέει τον άνθρωπο με τον Χριστό και τον κάνει κατά χάριν Θεού, Αθάνατο.
Τελικά το δράμα του θανάτου είναι καθαρά δράμα ανθρώπινο, που λύνεται μόνο όταν ο άνθρωπος ενωθεί με τον Θεάνθρωπο Χριστό. Τότε δεν υπάρχει θάνατος γιατί ο σωματικός θάνατος για τον εν Χριστώ άνθρωπον αποτελεί διάβαση που τον οδηγεί στην αθανασία. «Χριστός Ανέστη εκ νεκρών θανάτω θάνατον πατήσας και τοις εν τοις μνήμασιν ζωήν χαρισάμενος».
Ο θάνατος του Χριστού μας χάρισε την αιώνιο ζωή. Η σωτηρία του κόσμου πραγματοποιήθηκε πάνω στο Σταυρό του Γολγοθά. Η Θυσία του Χριστού ελύτρωσε την ανθρωπότητα. Μας πρόσφερε στην αυθεντική τους κατάσταση όλες τις αξίες που εξυψώνουν τον άνθρωπο στη σφαίρα της βασιλείας του Θεού, την αλήθεια, την αγάπη, την ελευθερία, την ειρήνη και επιπλέον έδωσε στο κάθε άνθρωπο τη δυνατότητα να φτάσει στη θέωση, να γίνει ισόθεος κατά χάριν.
Δύο χιλιάδες χρόνια πέρασαν, αγαπητοί μου, από τότε που υψώθηκε ο Σταυρός επάνω στο Γολγοθά. ΄Ομως ο άνθρωπος δεν αξιοποίησε τις δυνατότητες που του πρόσφερε ο Θεός. Περιφρόνησε τη θεϊκή αγάπη. Αρνήθηκε να εφαρμόσει την αλήθεια που έφερε στον κόσμο ο Χριστός. Οδηγήθηκε σε μια καινούργια αποστασία. Αντί να φτάσει στη θέωση, βαδίζοντας το δρόμο της χάριτος, έφτασε στη θεοποίηση των υλικών πραγμάτων ακολουθώντας το δρόμο της απολυτοποίησης του εαυτού του.
Ο άνθρωπος της εποχής μας έστησε είδωλο τον εαυτό του και υποδουλώθηκε στα πάθη του. Στο βωμό της υλικής προόδου και της οικονομικής ευημερίας έχει τη τάση να θυσιάζει τα πάντα. Κι αυτήν ακόμα τη ψυχή του. ΄Ετσι ο σημερινός άνθρωπος, παρά τα τεχνικά επιτεύγματά του και τις υλικές κατακτήσεις του, νοιώθει ανήσυχος και κουρασμένος. ΄Εχει γεμάτο το στομάχι του και άδεια την ψυχή του. Βλέπει πως έρχεται η καταστροφή και δεν κάνει καμιά προσπάθεια για να τη σταματήσει. Απογοητευμένος από όλους κι από όλα, άφησε να παραλύσει μέσα του κάθε δύναμη αντιστάσεως και πίστεψε πως τα πάντα έχουν πια γι’ αυτόν χαθεί. Τούτο είναι το τραγικότερο λάθος του σημερινού ανθρώπου: η απελπισία του και η αδιαφορία του.
Δεν πρέπει ποτέ να ξεχνούμε ότι ο Χριστός, όπως τότε που ζούσε ως άνθρωπος στη γη, έτσι και τώρα, βρίσκεται κοντά μας, για να μας οδηγήσει νικηφόρα στη δόξα της Αναστάσεως, στη βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Ο Θεός μας έδωσε τα πάντα. Τα έδωσε και τα δίνει όλα άφθονα σε καλούς και κακούς. Στέλνει τ’ αγαθά Του σε δίκαιους και άδικους. Ανατέλλει τον ήλιο Του σε πονηρούς και αγαθούς. Αγαπάει φίλους και εχθρούς. Κατά τον ίδιο τρόπο ο Θεός θέλει να δίνουμε και μεις. Θέλει να δίνουμε στους συνανθρώπους μας την καλωσύνη, την αγάπη, την δικαιοσύνη, την ταπείνωση. Θέλει να δίνουμε στους άλλους την παρηγοριά, την ελπίδα και τη χαρά. Θέλει να δίνουμε το καλό παράδειγμα της χριστιανικής ζωής. Να δίνουμε τόπο στην οργή, φως στο σκοτάδι, αλήθεια στο ψέμα, ελευθερία στη τυραννία. Θέλει να δίνουμε, όπως Αυτός, χωρίς υπολογισμούς, χωρίς ιδιοτέλεια, χωρίς βία. Κάθε τέτοια δόση είναι και μία ανάβαση, μία μεταμόρφωση, ένας προσανατολισμός, που οδηγεί στη χριστοποίηση του ανθρώπου.
Γι’ αυτό η εντολή της αγάπης μας προς τον κάθε άνθρωπο τοποθετείται μετά ακριβώς από την εντολή της αγάπης μας προς το Θεό. Παραλείποντας να δείξουμε την αγάπη μας προς τον πλησίον μας, παραλείπουμε να εκδηλώσουμε την αγάπη μας στο Χριστό.
Σε καμία περίπτωση όμως δεν πρέπει να συγχύζουμε το περιεχόμενο της αγάπης μας με την αποδοχή και τη στήριξη λανθασμένων και καταστροφικών απόψεων, αλλά αντίθετα με την αντίθεσή μας σ’ αυτές.
Το μαστίγιο που χρησιμοποίησε ο Χριστός στο ναό για να διώξει αυτούς που δεν εσέβοντο το Θεό ήταν πράξη αγάπης. 

Ιωακείμ και Άννα ονειδισμού ατεκνίας π. Αλέξιος Αλεξόπουλος

Μέσα στον εορτολογικό κύκλο της Εκκλησίας μας, μόνο τρεις εορτές γεννήσεως προσώπων εορτάζουμε. Όλες οι άλλες εορτές είναι μνήμες αγίων, δηλαδή εορτάζουμε την ημέρα της τελειώσεώς τους, την ημέρα της κοιμήσεώς τους-θανάτου τους, την ημέρα της μεταβάσεώς τους στην αιωνιότητα της παρουσίας του Θεού. Και τα πρόσωπα των οποίων το γενέθλιο εορτάζουμε είναι αυτό του Χριστού, του Ιωάννη του Προδρόμου και της Θεοτόκου που πανηγυρίζουμε σήμερα. Γιατί λοιπόν, αυτή η εορτή; Το κοντάκιο της εορτής μας δίνει την απάντηση. «Ιωακείμ και Άννα ονειδισμού ατεκνίας, και Αδάμ και Εύα εκ της φθοράς του θανά¬του, ηλευθερώθησαν Άχραντε, εν τη αγία Γεννήσει σου.» Λύνεται η ατεκνία του Ιωακείμ και της Άννας, που ήταν μεγάλη ντροπή για τους Ιουδαίους της Παλαιάς Διαθήκης, γιατί από το ζευγάρι αυτό δεν υπήρχε περίπτωση να έρθει ο Μεσσίας του κόσμου. Η στειρότητα στερεί από το ζευγάρι την ελπίδα και το προνόμιο να ανήκουν στους προπάτορες του αναμενόμενου Μεσσία. Οι άνθρωποι αποδίδουν την ατεκνία στην οργή του Θεού επάνω στο στείρο ζευγάρι. Και έρχεται το θαύμα της τεκνογονίας. Μόνο που εδώ δε γεννιέται απλώς ένα κορίτσι. Γεννιέται εκείνη που θα κυοφορήσει τον ίδιο το Θεό. Και λύεται η ακαρπία όλων των ανθρώπων, οι οποίοι αδυνατούν να γεννήσουν μέσα τους το Θεό, να τον συναντήσουν, αδυνατούν να λυτρωθούν από το κακό και την αμαρτία, αδυνατούν να ζήσουν αιώνια. Αυτό το νόημα θέλει να παρουσιάσει η σημερινή εορτή. Να μας δείξει πως όταν αδιαφορούμε για τη συνάντησή μας με το Θεό, είμαστε στείροι. Επιλέγουμε ο καθένας μας την συνάντηση με τις μέριμνές μας, με τα πρόσωπα που αγαπούμε, με τις ελπίδες και τα όνειρά μας και αρνούμαστε τη συνάντηση με εκείνο το Πρόσωπο που έγινε για μας άνθρωπος και ζητά να μας δοθεί για να γίνουμε κοινωνοί της δικής του φύσης, δηλαδή τεθεωμένοι. Αδυνατούμε να λυτρωθούμε από το κακό, γιατί δεν το βλέπουμε στην αληθινή του διάσταση. Ονομάζουμε κακό τον βιολογικό θάνατο. Την φτώχεια. Την αδικία. Την ανομία. Το να μην μπορούμε να ικανοποιήσουμε τις επιθυμίες μας και τις ανάγκες μας, χωρίς να έχουμε αποφασίσει ποιες από αυτές είναι πραγματικές και ποιες όχι. Δεν βλέπουμε ότι ο θάνατος της ύπαρξης που ζει μακριά από το Θεό, ο θάνατος που προκαλεί η αμαρτία, ο θάνατος που κρύβεται στην πνευματική φτώχεια, στην απουσία του αγώνα για αρετή, για μοίρασμα με τον άλλο των λίγων ή των πολλών, υλικών και πνευματικών αγαθών που διαθέτουμε, ο θάνατος που κρύβεται στον εγωκεντρισμό, στην απαξίωση των πάντων είναι το αληθινό κακό. Αλλά και η αδυναμία μας να κατανοήσουμε ότι ζωή χωρίς ανάσταση δεν έχει νόημα, ότι ζωή που είναι προσανατολισμένη στο εδώ και τώρα, ζωή χωρίς υπομονή, χωρίς πίστη, χωρίς ασκητική ησυχία, ζωή χωρίς προσευχή δεν μπορεί να είναι ελπιδοφόρα, ακόμη κι αν είναι μαχητική, δημιουργική και δυναμική. Γιατί ό,τι μένει εδώ, ό,τι περνά στην ιστορία χωρίς να στοχεύει στην αθανασία είναι μάταιο και στείρο. Αυτήν την στειρότητα λοιπόν λύνει η παρουσία της Θεοτόκου στον κόσμο, γιατί από αυτήν θα έρθει και ο Θεός στον κόσμο, και καλούμαστε και μεις να αναλάβουμε να φέρουμε τον Θεό, τον Χριστό, στην ύπαρξή μας.

ΤΟ ΓΕΝΕΘΛΙΟΝ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ π.ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΟΡΜΠΑΡΑΚΗΣ


Δεν προλάβαμε να σταματήσουμε τις δοξολογίες για την Υπεραγία Θεοτόκο του μηνός Αυγούστου - μήνας που  καταγαύζεται, όπως όλοι γνωρίζουμε, από την Κοίμησή της, αλλά και την κατάθεση της τιμίας ζώνης της - και ξεκινάμε νέους πανηγυρισμούς, επί τη εορτή των Γενεθλίων της. Αλλά η Εκκλησία μας δεν παύει ποτέ να εορτάζει την Μητέρα του Κυρίου, σε καθημερινή μάλιστα βάση, αφού όλοι οι ύμνοι της επιστεγάζονται από τα τροπάρια γι’  αυτήν, τα γνωστά «Θεοτοκία», όπως και όλες οι μεγάλες εορτές των αγίων μας έχουν ως σημαιοφόρο τους κανόνες γι’  αυτήν. Και ευλόγως: η Παναγία αποτελεί τύπο της Εκκλησίας, διότι όπως  Εκείνη γέννησε τον Υιό του Θεού ως άνθρωπο, έτσι και η Εκκλησία γεννά τον Χριστό στις καρδιές των ανθρώπων. Όχι μόνο λοιπόν στις Θεομητορικές εορτές, αλλά σε όλες τις εορτές και πάντα, η Παναγία έχει την πρώτη θέση. Τι συγκεκριμένα προβάλλει όμως η σημερινή εορτή, ώστε να διαφοροποιείται αυτή από τις άλλες της Παναγίας; 

1. Καταρχάς, θα πρέπει να εξηγήσουμε κάτι που φαίνεται ως αντίφαση και που έχει τονιστεί βεβαίως πολλές φορές: η χριστιανική ορθόδοξη πίστη δεν προβάλλει τα γενέθλια ενός ανθρώπου ως ημέρα εορτής, αλλά την ημέρα που εορτάζει ο άγιός του. Πώς λοιπόν εδώ έχουμε εορτή Γενεθλίων, όπως το ίδιο συμβαίνει και με τον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο; Η εξήγηση δεν είναι δύσκολη. Τα γενέθλια ενός ανθρώπου, η ημέρα του ερχομού του στον κόσμο λειτουργεί στο επίπεδο μίας οριζόντιας πορείας απλώς του ανθρώπου, η οποία στην πραγματικότητα τροφοδοτεί τον θάνατο. Ο άνθρωπος έρχεται στον κόσμο μέσα σε πλαίσια φθοράς και γνωρίζει ότι το τέλος του είναι ο θάνατος. Τι να γιορτάσει λοιπόν; Η ημέρα όμως που εορτάζει ο άγιος ενός ανθρώπου, αυτός του οποίου φέρει το όνομα, ή έστω η ημέρα της βαπτίσεώς του, ως ημέρα εντάξεώς του στο ζωντανό σώμα του Χριστού, την Εκκλησία, ως μέλος αυτού, αυτό συνιστά την ανάμνηση της χάρης εκ Θεού που δέχτηκε, συνεπώς την απαρχή της σωτηρίας του. Αν κάτι εορτάζεται στην Εκκλησία είναι γιατί έχει πάντοτε σωτηριολογικό χαρακτήρα. Από την άποψη αυτή, είναι ηλίου φαεινότερο γιατί η Εκκλησία μας εορτάζει τα Γενέθλια της Παναγίας ή του αγίου Ιωάννου του Προδρόμου: τότε έρχονται στον κόσμο εκείνοι που κατεξοχήν συνεργούν στον ερχομό του Χριστού και συνεπώς στη σωτηρία του κόσμου. «Η Γέννησίς σου, Θεοτόκε, χαράν εμήνυσε πάση τη οικουμένη. Εκ σου γαρ ανέτειλεν ο ήλιος της δικαιοσύνης, Χριστός ο Θεός ημών».

2. Κι ακριβώς το γεγονός αυτό, δηλαδή η σύνδεση της Γεννήσεως της Παναγίας με τον Ιησού Χριστό, είναι εκείνο που κατεξοχήν εξαγγέλλει η εορτή.  Δεν προβάλλεται η Παναγία μας καθεαυτήν ως άνθρωπος. Ποτέ κανείς άνθρωπος από μόνος του, όσο σπουδαίος κι αν είναι, δεν μπορεί να βοηθήσει ουσιαστικά τους ανθρώπους: όλοι ενεργούν και υπάρχουν μέσα στα πλαίσια της φθοράς, όπως είπαμε, και του θανάτου. Η Παναγία έρχεται στον κόσμο μέσα στο θείο σχέδιο σωτηρίας του κόσμου από την αμαρτία και τον θάνατο: είναι η προορισθείσα εκ πασών των γενεών να γίνει Μητέρα του Θεού, παραμένοντας Παρθένος κόρη, όπως διαλαλούν οι ύμνοι της εορτής της. Είναι εκείνη που ο ερχομός της, ως προαναγγελία του Σωτήρα του κόσμου Χριστού, είχε προφητευθεί με φωτισμό Θεού από τους προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης: είτε ως κλίμαξ του Ιακώβ είτε ως στάμνος και μάννα είτε ως ράβδος του Ααρών είτε πολύ περισσότερο ως «η κεκλεισμένη πύλη, η κατά ανατολάς βλέπουσα», την οποία έδειξε στον προφήτη Ιεζεκιήλ ο Θεός, αποκαλύπτοντάς του ότι δεν θα την διέλθει άλλος, παρά μόνον ο Ίδιος, και γι’  αυτό θα την κρατήσει έπειτα και πάλι κεκλεισμένη.
Η Γέννηση της Παναγίας λοιπόν τονίζεται και υμνολογείται τόσο εξαίσια, διότι ακριβώς παραπέμπει στον Ιησού Χριστό. Ο Χριστός είναι Εκείνος που δίνει την αξία στη Μητέρα Του, χωρίς την οποία όμως δεν θα ήταν Αυτός που είναι: εκτός από τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος. Γι’  αυτό και η μοναδικότητα του Ιησού Χριστού αποκαλύπτει και τη μοναδικότητα της Υπεραγίας Θεοτόκου. Κανείς ποτέ δεν υπήρξε ούτε πρόκειται να υπάρξει παρόμοιος με την Παναγία. Το ύψος της αγιότητάς της είναι υπέρμετρο και πάντοτε θα παραμένει, κατά την πατερική ποιητική υπερβολή ίσως, «Θεός μετά Θεόν». Κατά συνέπεια κατανοείται και το γιατί υπάρχει τόσο μεγάλη χαρά στη σύμπασα οικουμένη. Διότι με τη Γέννηση της Παναγίας ξεκινά η διαδικασία Γεννήσεως και της Χαράς του κόσμου, του Χριστού. Στον κόσμο πια θα υπάρχει η δυνατότητα υπέρβασης της αμαρτίας, κατάργησης του διαβόλου, καταπάτησης του θανάτου. Στον κόσμο θα υπάρχει η αληθινή Ζωή. Είναι δυνατόν να μη χαίρει ο κόσμος γι’  αυτό; «Σήμερον της παγκοσμίου χαράς τα προοίμια∙ σήμερον έπνευσαν αύραι, σωτηρίας προάγγελοι».

3. Ένα σημείο, στο οποίο πρέπει κανείς να σταθεί, από εκείνα που μαρτυρεί για την εορτή η Εκκλησία, είναι η συχνή επίκληση του προορισμού της για το ρόλο της στη θεία οικονομία. Η Παναγία προορίστηκε να γίνει Μητέρα του Θεού ως ανθρώπου. Το θέμα του προορισμού έχει προκαλέσει πολλές συζητήσεις, και μάλιστα στο παρελθόν. Είναι δε από εκείνα που οριοθετούν την αλήθεια από την πλάνη της αίρεσης. Υπάρχει προορισμός του ανθρώπου; Κι αν ναι, τότε πού βρίσκεται η ελευθερία του ανθρώπου, η οποία καταγράφεται στην Αγία Γραφή ως το βασικότερο στοιχείο του εικονισμού του Θεού στον άνθρωπο; Δεν θα μακρηγορήσουμε σ’ αυτό. Παρ’  όλη τη σοβαρότητα και τη δυσκολία ίσως που έχει η διαπραγμάτευσή του – μη ξεχνάμε ότι ο ιερός Αυγουστίνος, ο μεγαλύτερος θεολόγος του Δυτικού χριστιανισμού, αλλά και άγιος της δικής μας Εκκλησίας, δίδαξε τον λεγόμενο «απόλυτο προορισμό», δηλαδή τον εξαρχής χωρισμό των ανθρώπων από πλευράς του Θεού, των σωσμένων και των χαμένων, γεγονός που επηρέασε πάρα πολύ έπειτα και τους Προτεστάντες – μπορούμε να κάνουμε μερικές απλές επισημάνσεις: ο Θεός βεβαίως δημιουργεί ελεύθερο τον άνθρωπο, αλλά δεν καταργείται με αυτό η δική Του παγγνωσία και προόραση. Για τον Θεό τα πάντα είναι «γυμνά και τετραχηλισμένα» ενώπιόν Του, συνεπώς γνωρίζει εκ των προτέρων οτιδήποτε κι αν συμβεί, οτιδήποτε κι αν σκεφτεί ως λογισμό ο άνθρωπος. Άλλωστε στον Θεό χρόνος δεν υπάρχει, τα πάντα δηλαδή γι’  Αυτόν είναι παρόντα. Το γεγονός λοιπόν ότι ο Θεός προγνωρίζει τα πάντα δεν σημαίνει ότι καθορίζει και τα πάντα, σαν να είναι Αυτός ο απολύτως υπεύθυνος. Ο άνθρωπος κινείται και σκέφτεται ελεύθερα, αλλά ο Θεός μπορεί απλώς να επέμβει για να τροποποιήσει αυτό που η ελευθερία του ανθρώπου αποφάσισε και ενήργησε. Την πραγματικότητα αυτήν τη βλέπουμε και στα αρνητικά, αλλά και στα θετικά. Και στα θετικά είναι η Γέννηση και της Παναγίας: ο Θεός προγνωρίζοντας τη θετική κλίση της ψυχής της στο πανάγιο θέλημά Του, την προετοιμάζει να γίνει ό,τι και έγινε. Η Παναγία θέλησε να είναι με τον Θεό. Ο Θεός προετοίμασε να γίνει η Μητέρα Του, προβλέποντας τη στροφή της θελήσεώς της σ’  Εκείνον. Με τον τρόπο αυτό, όσο είναι δυνατόν να εκφραστεί απλά, κατανοούμε και τον προορισμό της Παναγίας, ίσως ένα είδος σχετικού προορισμού, για το οποίο μιλούν οι ύμνοι της Εκκλησίας μας.

4. Και βεβαίως η Εκκλησία μας δεν παύει, προβάλλοντας με ποιητικότατο και θεολογικότατο τρόπο την εορτή, να καλεί και εμάς τους πιστούς όλων των αιώνων στην πρακτική διάσταση αυτής: δηλαδή αφενός να κινηθούμε σε δοξολογία του Θεού μας για την ευεργεσία Του να αναδείξει την Παναγία κατοικητήριό Του, αφετέρου να κατανοήσουμε ότι «ταις πρεσβείαις της Θεοτόκου» ο Κύριος θα μας σώζει, και τρίτον, να διδαχθούμε από την Παναγία στον τρόπο της ζωής της, ακολουθώντας  αυτό που την ανέδειξε σε τόσο μεγάλη αγιότητα: το «ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά το ρήμά Σου». Η Εκκλησία αδιάκοπα μας υπενθυμίζει ότι είμαστε κλημένοι για τη θέωση, δηλαδή να γινόμαστε κι εμείς Παναγίες, σαρκώνοντας τον Χριστό μέσα μας. Κι ο λόγος για την προοπτική αυτή που ξεπερνά οποιαδήποτε φαντασία είναι η ένταξή μας στο σώμα του Χριστού διά του αγίου βαπτίσματός μας. Είμαστε μέλη Χριστού, είμαστε ενδεδυμένοι Εκείνον, συνεπώς μπορούμε να ζούμε σαν την Παναγία. Αρκεί βεβαίως να το θέλουμε και να το επιτηζούμε.

Ο Σταυρός του Χριστού αποκάλυψη της θείας αγάπης Κυριακή προ της Υψώσεως του Ιωάννη Καραβιδόπουλου


Τα λόγια του Χριστού στην περικοπή Ιωάν. 3, 13-17 αποτελούν μέρος της συζητήσεώς του με τον Νικόδημο, τον Ιουδαίο άρχοντα που ήλθε μια νύκτα κρυφά από τους ομοθρήσκους του να καταθέσει την προσωπική ομολογία του προς τον σταλμένο από τον Θεό διδάσκαλο που επιτελεί θαυμαστά έργα και σημεία, τα οποία μάρτυρούν ότι ο Θεός ενεργεί δι’ αυτού. Ο Χριστός δέχεται την κρυφή ομολογία του Νικοδήμου, βρίσκει ειλικρινείς τις προθέσεις του και του αποκαλύπτει μερικές βασικές πτυχές της διδασκαλίας του που είναι συγχρόνως και υπόμνημα στο όλο έργο του και στο σκοπό της Ενανθρωπήσεώς του.
Αφού του ομιλεί στην αρχή για την πνευματική αναγέννηση του ανθρώπου ως προϋπόθεση κατανοήσεως και βιώσεως της βασιλείας του Θεού φθάνει στο κέντρο της διδασκαλίας αλλά και της αποστολής του: Στην ύψωσή του στον σταυρό που αποτελεί αποκάλυψη της αγάπης του Θεού για τον κόσμο. Και επειδή ο συνομιλητής του είναι Ιουδαίος, του δίνει έναν τύπο, μια προεικόνιση του κοσμοσωτηρίου αυτού γεγονότος από την ιστορία της Παλαιάς Διαθήκης: «Όπως ο Μωυσής ύψωσε το χάλκινο φίδι στην έρημο, έτσι πρέπει να υψωθεί  ο Υιός του Ανθρώπου, ώστε όποιος πιστεύει σ’ αυτόν να μη χαθεί αλλά να ζήσει αιώνια». Αναφέρεται δηλ. στο γεγονός εκείνο της ισραηλιτικής ιστορίας κατά το οποίο δηλητηριώδη φίδια εμφανίσθηκαν στο στρατόπεδο των Ισραηλιτών στην έρημο και σκόρπισαν τον θάνατο στον λαό που γόγγυζε κατά του Θεού. Αλλά ο ελευθερωτής και σωτήρας Θεός δεν άφησε τον λαό του να χαθεί. Έδωσε εντολή στον Μωυσή να υψώσει ένα χάλκινο φίδι μέσα στο στρατόπεδο πάνω σ’ ένα κοντάρι, ώστε να το βλέπουν οι προσβαλλόμενοι από φίδια και να διαφεύγουν τον θάνατο (Αριθμ. 21, 4-9). Σ’ αυτό βλέπει ο ίδιος ο Χριστός, που ερμηνεύει αυθεντικά την Π. Διαθήκη, μια προτύπωση του σταυρού του.
Η αγάπη του Θεού που με ποικίλους τρόπους εκδηλώθηκε μέσα στην ιστορία των ανθρώπων αποκορυφώνεται στη θυσία του σταυρού, ο οποίος δεν είναι απλώς ένα Ιστορικό γεγονός αλλά πράξη υπέρτατης αγάπης του Θεού για την προσβλημένη από το φίδι της αμαρτίας και την καταδικασμένη σε θάνατο ανθρωπότητα. Ο σταυρός του Χριστού αποτελεί γεγονός όχι μόνον της ιστορίας της ανθρωπότητας αλλά γεγονός με ιδιαίτερο νόημα για την ύπαρξη του κάθε ανθρώπου ξεχωριστά• έχει νόημα και περιεχόμενο υπαρξιακό. Ο θάνατος του Χριστού καί εν συνεχεία η ανάστασή του δεν έχουν άλλο σκοπό παρά τη χορήγηση της ζωής στους ανθρώπους. Είναι γνωστό σ’ όλους πόσο επιθυμούμε τη ζωή, την ευτυχισμένη και όσο γίνεται πιο μακροχρόνια ζωή και πόσο ο φόβος του θανάτου μας παραλύει και μας δημιουργεί αγωνιώδη προβλήματα και ερωτήματα. Ο θάνατος του Υιού του Θεού πάνω στον σταυρό - για τον οποίο κανείς άνθρωπος δεν ευθύνεται σε τελευταία άνάλυση, ούτε Ιουδαίος ούτε Ρωμαίος, παρά μόνο η αγάπη του Θεού για τον κόσμο - ο θάνατος αυτός κατά παράδοξο τρόπο που υπερβαίνει τα μέτρα της ανθρώπινης λογικής παρέχει ζωή και μάλιστα ζωή χωρίς τέρμα, χωρίς αγωνία θανάτου, ζωή αιώνια.
Είναι σημαντικό για τον άνθρωπο της εποχής μας αλλά και κάθε εποχής να γνωρίζει - κι αυτό είναι το ουσιαστικό μήνυμα της περικοπής - ότι ο Θεός δεν είναι μόνον ο αυστηρός τιμωρός, ο δίκαιος κριτής, αλλά κατά πρώτο και κύριο λόγο ο γεμάτος αγάπη σωτήρας των ανθρώπων. Κι η αγάπη αυτή δεν είναι μια συναισθηματική τοποθέτηση• αλλά είναι ένα συγκεκριμένο ιστορικό γεγονός, ο σταυρός του Ιησού Χριστού. 
πηγή

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ "ΙΝΑ ΜΗ ΤΩ ΣΤΑΥΡΩ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΔΙΩΚΟΝΤΑΙ "π.ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ ΜΟΥΡΤΖΑΝΟΣ

Ι

Ο Σταυρός του Χριστού μας διδάσκει μια μεγάλη αλήθεια. Ότι η χριστιανική ζωή δεν είναι εύκολη. Ότι κρύβει διωγμό. Απόρριψη. Κόπο και λύπη κατά κόσμον. Ο απόστολος Παύλος, γράφοντας στους Γαλάτες, διαλύει κάθε ψευδαίσθηση ότι η πίστη στο Θεό εξασφαλίζει άνεση και ευχάριστη πορεία. «Όσοι θέλουν να αποκτήσουν καλή φήμη στους ανθρώπους, αυτοί σας υποχρεώνουν να περιτέμνεστε, με μόνο στόχο να μην καταδιώκονται από τους Ιουδαίους εξαιτίας του σταυρού του Χριστού» (Γαλ.6, 12). Όσοι ήταν χριστιανοί, καταδιώκονταν από τους Ιουδαίους εξαιτίας της πίστης στο Χριστό και στο σταυρό Του, που για τους Ιουδαίους ήταν «σκάνδαλο». Γνωρίζουμε από την Ιστορία ότι και οι ειδωλολάτρες καταδίωξαν τους χριστιανούς, εξαιτίας της πίστης τους στο Χριστό και στο Σταυρό, που για εκείνους ήταν «μωρία». Δύσκολος λοιπόν ο δρόμος της πίστης και όχι ευχάριστος κατά κόσμον.
                Γιατί όμως οι άνθρωποι δεν θέλουν το Σταυρό του Χριστού και απορρίπτουν τους χριστιανούς, που πιστεύουν σε Εκείνον;
                Διότι ο Σταυρός μας υπενθυμίζει ότι το νόημα της ζωής μας βρίσκεται στη θυσία. Και δεν είναι μόνο η προτίμηση να παραιτηθούμε από τη ζωή αν αυτή απαιτεί από εμάς να απαρνηθούμε την πίστη μας. Η θυσία έχει να κάνει και με την παραίτηση από τα δικαιώματά μας, από το θέλημά μας. Και δεν είναι εύκολο για κανέναν να αποδεχθεί μια τέτοια θυσία. Όταν μάλιστα από όλους τονίζεται ότι θα πρέπει να βρίσκουμε το δίκιο μας και να το υπερασπιζόμαστε με κάθε τρόπο, ότι η κοινωνία και ο κόσμος περιφρονούν και περιθωριοποιούν όσους προτιμούν να συγχωρούν εκείνους που τους βλάπτουν και να μην ανταποδίδουν το κακό, ακόμη κι αν βγαίνουν ζημιωμένοι ως προς το κάθε λογής συμφέρον, ο δρόμος του σταυρού φαντάζει δυσκολότερος. Όταν ο κόσμος θεωρεί πως η ικανοποίηση που τα πάθη μάς προσφέρουν είναι αυτή που δίνει ευχαρίστηση και ομορφιά στη ζωή, το να παραιτηθούμε από το ίδιον θέλημα και να ακολουθήσουμε τον Χριστό στο σταυρό αποτελεί έλεγχο για τον άνθρωπο που δεν πιστεύει. Και ο έλεγχος δεν προβληματίζει συνήθως καλώς. Αντιθέτως, επειδή οι μη πιστεύοντες στο σταυρό θέλουν να δικαιολογήσουν τον εαυτό τους για το σκοτάδι, στο οποίο επέλεξαν να ζήσουν, απορρίπτουν εκείνους που διαλέγουν την οδό που οδηγεί στο Φως της ζωής.
                Ο Σταυρός ακόμη μας υπενθυμίζει ότι υπάρχει ένα πρότυπο, στο οποίο καλούμαστε να μοιάσουμε. Κι εμείς συνήθως έχουμε πρότυπα τους εαυτούς μας ή ό,τι ενσαρκώνει το ιδανικό του παρόντος. Υλικά αγαθά, πρόσβαση στη γνώση και την πληροφορία, συνθήκες ζωής και το μεγάλο ερώτημα «γιατί ο άλλος να έχει περισσότερο από εμένα;» αποτελούν ιδανικά του κόσμου τούτου, τα οποία, ενσαρκωμένα σε πρόσωπα διάσημα, μάς κάνουν προς τα εκεί να στρεφόμαστε. Ο Σταυρός μας υπενθυμίζει ένα πρότυπο μοναδικής ταπείνωσης, τον Θεό που γίνεται άνθρωπος, «κενώσας εαυτόν», και που διάλεξε να πεθάνει για τον άνθρωπο, να έρθει δηλαδή αντίθετα στην ίδια του την φύση. Ο χορηγός της ζωής γεύθηκε την πικρίλα του θανάτου. Το σημείο του Σταυρού μας υπενθυμίζει ότι έχουμε πρότυπο αιώνιο και ανεπανάληπτο και μας καλεί να Τον ακολουθήσουμε. Όμως εμείς επαναλαμβάνουμε συνεχώς την ιστορία της πτώσης μας. Διαλέγουμε να αυτοθεωνόμαστε και να μην ακολουθούμε τον Θεό μας.
                Ο Σταυρός, τέλος, μας υπενθυμίζει ότι η ύπαρξή μας χρειάζεται να προσανατολιστεί στην αιωνιότητα. Ότι δεν σταματά η ζωή μας την ώρα του θανάτου. Αλλά για να ζήσουμε την πορεία προς την Ανάσταση και την αθανασία, χρειάζεται να θυμόμαστε τις εντολές του Θεού και να αγωνιζόμαστε να τις κάνουμε πράξη. Και αυτός ο δρόμος φαντάζει ιδιαίτερα οπισθοδρομικός. Οι άνθρωποι επιδιώκουμε την αυτο-ελευθερία. Δεν θέλουμε κανέναν πάνω από το κεφάλι μας. Θεωρούμε τις εντολές του Θεού δέσμευση, ιδίως την αγάπη. Και ό,τι δεν καταλαβαίνουμε ή ό,τι έρχεται σε αντίθεση με το φρόνημα της σαρκός μας μάς  οδηγεί στο να το μειώνουμε και να το διαγράφουμε από τη ζωή μας.
                Οι Γαλάτες παρασύρονταν από εκείνους τους χλιαρούς εξ Ιουδαίων χριστιανούς που πίστευαν ότι με το τέχνασμα της περιτομής θα γλίτωναν από την μήνι των παραδοσιακών Ιουδαίων. Ότι για  όσους οι χλιαροί θα  έπειθαν να περιτμηθούν, οι παραδοσιακοί και ζηλωτές Ιουδαίοι θα έδειχναν επιείκεια γιατί θα έκαναν και τους υπόλοιπους χριστιανούς όμοιους με τους Ιουδαίους τουλάχιστον ως προς την περιτομή. Ότι ο χριστιανισμός θα ήταν μία ιουδαϊκή αίρεση, στα όρια του ανεκτού. Ο Παύλος όμως απορρίπτει αυτή τη νοοτροπία. Η μόνη οδός είναι η καύχηση για το Σταυρό που οι φανατικοί Ιουδαίοι απέρριπταν. Δεν έχει νόημα κάποιος να κρύβει την ταυτότητά του ούτε να προσπαθεί να την ωραιοποιήσει, για να γίνει αρεστός.
                Είμαστε χριστιανοί σήμερα και σε κάθε εποχή σημαίνει ότι καλούμαστε να ακολουθήσουμε την οδό του σταυρού. Να την διακηρύξουμε έργοις και λόγοις. Χωρίς τεχνάσματα. Χωρίς δήθεν προσαρμογές στη νοοτροπία του κόσμου. Αλλά με σαφήνεια. Με προσανατολισμό στη θυσία, στην ακολούθηση του προτύπου μας που είναι ο Χριστός και στην τήρηση των εντολών του Ευαγγελίου. Αυτός είναι και ο γνήσιος εκκλησιαστικός δρόμος και τρόπος. Και σε μια εποχή κατάρρευσης των ψευδαισθήσεων, αξίζει να εντρυφήσουμε στην αυτοσυνειδησία μας και να διαλέξουμε και πάλι την Σταυρώσιμη πορεία. Γνωρίζουμε ότι την συνοδεύει η Ανάσταση. Χρειάζεται όμως τόλμη, για να μπορέσουμε να υπερνικήσουμε δισταγμούς, ψευδαισθήσεις και ωραιοποιήσεις. Και ο Κύριος θα είναι μαζί μας.

 Κέρκυρα, 8 Σεπτεμβρίου 2013

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΚΑΙ ΖΩΟΠΟΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ (ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ) π.ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΟΡΜΠΑΡΑΚΗΣ


“᾽Εμοί δέ μή γένοιτο καυχᾶσθαι, εἰ μή ἐν τῷ Σταυρῷ τοῦ Κυρίου, δι᾽οὗ ὁ κόσμος ἐμοί ἐσταύρωται, κἀγώ τῷ κόσμῳ

 Τό ἀποστολικό, (ὅπως καί τό εὐαγγελικό ἄλλωστε), ἀνάγνωσμα τῆς Κυριακῆς βρίσκεται μέσα στήν προοπτική τῆς μεγάλης ἑορτῆς τῆς ὑψώσεως τοῦ τιμίου καί ζωοποιοῦ Σταυροῦ. Παρμένο ἀπό τήν πρός Γαλάτας ἐπιστολή τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ἀναφέρεται στό τί ἀποτελεῖ καύχημα τοῦ ἀποστόλου. Καί τό καύχημα αὐτό εἶναι ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου. ᾽Αφοῦ ὁ ἀπόστολος ἐπιστήσει τήν προσοχή τῶν Γαλατῶν ἀπέναντι σ᾽ ἐκείνους πού θέλουν νά τούς χρησιμοποιοῦν ἀπό πλευρᾶς θρησκευτικῆς – τούς ἰουδαιοχριστιανούς, οἱ ὁποῖοι ἤθελαν νά τά ἔχουν καλά μέ ὅλους, ἀρκεῖ νά μή ὑφίσταντο κάποιο διωγμό γιά τήν πίστη τους – τονίζει ἀκριβῶς τόν Σταυρό τοῦ Κυρίου ὡς καύχηση τῆς ζωῆς του καί ὡς προσωπικό γεγονός σωτηρίας του. ῾῞Οσο γιά μένα, δέν θέλω ἄλλη ἀφορμή γιά καύχηση ἐκτός από τόν σταυρό τοῦ Κυρίου μας ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ, τόν σταυρό πού πάνω του ὁ κόσμος πέθανε γιά μένα κι ἐγώ γιά τόν κόσμο᾽.

 1. Ὁ ἀπόστολος δέν καυχᾶται γιά ἐπίγεια πράγματα, δηλαδή γιά χρήματα, γιά δόξα, γιά δύναμη - ὅ,τι ἐκφράζει τόν κοσμικό λεγόμενο ἄνθρωπο κάθε ἐποχῆς -, διότι μία τέτοια καύχηση γιά τά γήϊνα μόνο ἀγαθά εἶναι εὐνόητο ὅτι ἀποκαλύπτει τόν ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος ἔχει διαγράψει τόν Θεό καί τήν παρουσία Του ἀπό τή ζωή του καί ἔχει κάνει κέντρο αὐτῆς μόνον τή φιλαυτία καί τόν ἐγωϊσμό του. ῞Ενα ἐγωπαθές ἄτομο πού βιώνει ἔτσι τήν οὐσία τῆς ἁμαρτίας, ἔχει ὡς μόνη ὅραση ζωῆς ὅ,τι ἱκανοποιεῖ τίς αἰσθήσεις του καί τά πάθη του, κατά τό ῾φάγωμεν, πίωμεν, αὔριον γάρ ἀποθνῄσκομεν᾽. Πρόκειται γιά τήν καύχηση τοῦ τύπου τοῦ ἄφρονος πλουσίου τῆς γνωστῆς παραβολῆς τοῦ Κυρίου, πού τό μόνο τελικῶς πού εἰσπράττει εἶναι ἡ ἀπώλεια τῆς αἰώνιας σωτηρίας του. ῾῞Α δέ ἡτοίμασας, τίνι ἔσται; Τήν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπό σοῦ᾽.
Ὁ ἀπόστολος καυχᾶται γιά ὅ,τι θεωρεῖτο σκάνδαλο γιά τούς ἰουδαίους καί ἀνοησία γιά τούς εἰδωλολάτρες : τόν Σταυρό τοῦ Κυρίου. Γιατί; Διότι ὡς γνωστόν πάνω στόν Σταυρό ἀποκορυφώθηκε ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιά τόν ἄνθρωπο - ῾οὕτω γάρ ἠγάπησεν ὁ Θεός τόν κόσμον ὥστε τόν Υἱόν αὐτοῦ τόν μονογενῆ ἔδωκεν᾽ - ἀφοῦ διά τοῦ Σταυροῦ ἤρθη ἐν Χριστῷ ἡ ἁμαρτία τοῦ ἀνθρώπου καί σώθηκε ἔτσι αὐτός ἀπό τό κεντρί της, τόν θάνατο, καί τόν παντοτινό ὑποκινητή της, τόν πονηρό διάβολο. Μέ τόν Σταυρό ὁ ἄνθρωπος ὁδηγήθηκε στήν ἐλευθερία καί τή χαρά τῆς ἀληθινῆς ζωῆς: τή μετοχή του στό ἀποτέλεσμα τοῦ Σταυροῦ, τήν  ᾽Ανάσταση τοῦ Χριστοῦ. ῎Ετσι καύχηση γιά τόν Σταυρό σημαίνει καύχηση γιά τό μυστήριο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πού νίκησε τόν θάνατο καί τόν ἐγωϊσμό, δείχνοντας τήν αἰώνια ζωή ὡς προοπτική τοῦ ἀνθρώπου.

2. Τήν πραγματικότητα αὐτή ἐξηγεῖ ὁ ἀπόστολος στή συνέχεια: ῾μέ τόν Σταυρό ὁ κόσμος γιά μένα ἔχει σταυρωθεῖ καί ἐγώ γιά τόν κόσμο᾽. Ὁ Σταυρός ἔχει ἀνθρωπολογικές καί παγκόσμιες διαστάσεις. ῞Ο,τι ὑπέστη ὁ Κύριος ἀντανακλᾶ πιά στόν ἄνθρωπο τόν ὁποῖο προσέλαβε καί ὁ ὁποῖος μπορεῖ νά ὑπερνικήσει τίς ὅποιες ἐπιρροές τοῦ ἁμαρτωλοῦ κόσμου, προερχόμενες εἴτε ἔξω ἀπό αὐτόν εἴτε ἀπό τά ἴδια τά πάθη του. ᾽Αρκεῖ βεβαίως νά πιστέψει στόν Χριστό καί νά Τόν ἀποδεχθεῖ στή ζωή του, πού σημαίνει νά βαπτισθεῖ στό ἅγιο ὄνομά Του καί νά γίνει μέλος τοῦ ζωντανοῦ σώματός Του, τήν ᾽Εκκλησία. ᾽Ενσωματωμένος στόν Χριστό εἰσπράττει τή δύναμή Του καί ἀπελευθερώνεται ἀπό τή δύναμη τῆς ἁμαρτίας. Ὁ κόσμος, κατά τή διατύπωση τοῦ ἀποστόλου, νεκρώνεται γι᾽ αὐτόν καί ὁ ἴδιος νεκρώνεται γιά τόν κόσμο. Καί βεβαίως ἐννοεῖται ὅτι μιλώντας γιά τή νέκρωση τοῦ κόσμου ὁ ἀπόστολος δέν ἐννοεῖ τόν κόσμο ὡς δημιουργία τοῦ Θεοῦ. ᾽Εννοεῖ αὐτό πού ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ δίνει ὡς περιεχόμενο: τό ἁμαρτωλό φρόνημα τοῦ κόσμου, τή δύναμη τῆς ἁμαρτίας. Τό λέει πολύ καθαρά μεταξύ τῶν ἄλλων ὁ ἀπόστολος ᾽Ιωάννης ὁ Εὐαγγελιστής: ῾Μή ἀγαπᾶτε τόν κόσμον μηδέ τά ἐν τῷ κόσμῳ. ῞Οτι πᾶν τό ἐν τῷ κόσμῳ, ἡ ἐπιθυμία τῆς σαρκός καί ἡ ἐπιθυμία τῶν ὀφθαλμῶν καί ἡ ἀλαζονεία τοῦ βίου, ἐκ τοῦ Θεοῦ οὔκ ἐστιν᾽.
Μέ ἄλλα λόγια, καυχᾶται ὁ ἀπόστολος, ναί, γιά τόν Σταυρό τοῦ Κυρίου. ᾽Αλλά δέν βλέπει τόν Σταυρό σάν κάτι μετέωρο: ἀποκομμένο ἀπό τόν ἴδιο, σάν γεγονός δηλαδή πού σχετίζεται μέ κάποιον ἄλλον ἔστω καί τόν Θεό. Μία τέτοια θεώρηση θά συνιστοῦσε διαστροφή τῆς πίστεως. Θά σήμαινε ἀλλοίωσή της κι ἔκπτωσή της σέ μία ἰδεολογία. Τόν Σταυρό Τόν βλέπει χάριτι Θεοῦ ὡς προσωπικό ὑπαρξιακό γεγονός, ὡς βίωμα δικό του, πού τόν κάνει νά μετέχει σ᾽ Αὐτόν. Τό εἶχε πεῖ ἄλλωστε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος. ῾῞Οστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθείτω μοι᾽. ῎Ετσι ὁ χριστιανός, ἄν εἶναι ἀληθινός χριστιανός, δέν μπορεῖ νά ἀφήσει χῶρο μέσα στήν καρδιά καί τόν νοῦ του γιά τήν ἀνάπτυξη τῆς ὅποιας ἁμαρτίας. Κάθε κίνημα ἐμπαθές, εἴτε φιληδονίας είτε φιλαργυρίας εἴτε φιλοδοξίας, νεκρώνεται ἐν τῇ γενέσει του, ὅπως ἀντιστοίχως ὅπου ἐνεργεῖται ἡ ἁμαρτία τοῦ κόσμου ἐκεῖ δέν μπορεῖ νά βρεῖ παρόντα τόν χριστιανό. Γιά τόν πεσμένο στήν ἁμαρτία κόσμο ὁ χριστιανός εἶναι ἀπών, δέν ὑπάρχει. Ἡ γνωστή εἰκόνα τοῦ ἐσταυρωμένου μοναχοῦ, ὅπου στή θέση τοῦ μοναχοῦ βρίσκεται καί κάθε χριστιανός, εἶναι κατεξοχήν ἀποκαλυπτική τῆς ἀλήθειας αὐτῆς.

3. ᾽Εσταυρωμένος ἔτσι ὁ χριστιανός, μέ ἀνενέργητη τήν ἁμαρτία μέσα του, ἤ καθιστώντας την ἀνενέργητη μέ τό διαρκές βίωμα τῆς μετανοίας του κάθε φορά πού ἐπισημαίνει τή δαιμονική ἐπιρροή της στήν ὕπαρξή του, βλέπει νά μετατίθεται ἐσωτερικά σέ μία ἄλλου εἴδους κατάσταση: γίνεται ῾καινή κτίσις᾽, καινούργια δημιουργία. Ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ ἐνεργεῖ σέ αὐτόν, κάνοντάς τον νά βιώνει ἤδη ἀπό τή ζωή αὐτή τήν πνευματική ἀνάστασή του, πού ἐκδηλώνεται μέ τούς καρπούς τοῦ ἁγίου Πνεύματος: τήν ἀγάπη, τή χαρά, τήν εἰρήνη, τή μακροθυμία, τήν ἐγκράτεια. Τό ἐπισημαίνει ὁ ἀπόστολος: ῾ὅσοι τῷ κανόνι τούτῳ στοιχήσουσιν, εἰρήνη ἐπ᾽ αὐτούς καί ἔλεος καί ἐπί τόν ᾽Ισραήλ τοῦ Θεοῦ᾽. Ὅσοι ἀκολουθοῦν αὐτήν τήν ἀρχή, θά ἔχουν τήν εἰρήνη καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ μαζί τους, αὐτοί καί ὅλος ὁ λαός τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἐν Χριστῷ δηλαδή ἄνθρωπος πού μετέχει στόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ ὡς μέλος Αὐτοῦ καί ὡς τηρητής τῶν ἐντολῶν Του, μακριά συνεπῶς ἀπό τήν ἁμαρτία, ζεῖ ἐνεργά μέσα στή χάρη καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Εἶναι μέσα στόν Θεό καί ὁ Θεός μέσα σ᾽ αὐτόν. Βρίσκεται ὅσο εἶναι δυνατόν  σέ μία κατάσταση ἀδιάκοπης θείας κοινωνίας.

 Κανείς δέν εἶπε ὅτι ὁ δρόμος τοῦ χριστιανοῦ εἶναι εὔκολος. ῾Οὐδείς ἀνῆλθεν εἰς τόν οὐρανόν μετά ἀνέσεως᾽, μᾶς λένε οἱ ἅγιοί μας, στοιχώντας στή ζωή καί τόν λόγο τοῦ Κυρίου. Χρειάζεται νά σταυρώνουμε καθημερινῶς τά πάθη καί τίς ἁμαρτίες μας, διότι λάβαμε διά τοῦ ἁγίου βαπτίσματος τή δύναμη γι᾽ αυτό, προκειμένου νά διατηρεῖται ἡ χάρη τοῦ βαπτίσματος μέσα μας, δηλαδή ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι καί ὅλοι οἱ ἅγιοι τό ἔκαναν. ᾽Απομένει νά τό ἀποδεικνύουμε καί ἐμεῖς.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ (Ἰω. 3, 13-17) Πῶς προσεγγίζομε τόν Θεό +Μητροπολίτης Νικοπόλεως και Πρεβέζης Μελέτιος


(Ἰω. 3, 13-17)
Πῶς προσεγγίζομε τόν Θεό
  Τό Εὐαγγέλιο πού ἀκούσαμε σήμερα παρότι πολύ σύντομο, μᾶς μιλᾶ γιά τήν αἰώνια ζωή μέ τόν πιό ρεαλιστικό καί ὠμό τρόπο.
            Ἀλλά σάν τί τάχα νά εἶναι αὐτή ἡ αἰώνια ζωή;
            Ἡ ἀπάντηση τοῦ Χριστοῦ εἶναι: «Ἁπλῶς μιά συνέχεια τῆς ζωῆς».
            Συνέχεια ὑπάρχει καί πρός τά κάτω. Καί ὁριζόντια. Συνέχεια (πρός τά κάτω) εἶναι νά πάει κανείς σέ μιά χειρότερη κατάσταση ἀπό αὐτή πού ὑπάρχει ἐδῶ, καί λέγεται κόλαση καί ἀπώλεια. Οὔτε νά τήν θυμᾶται κανείς τέτοια κατάσταση, ὅπως δέν θέλομε νά θυμόμαστε ὅτι εἶναι δυνατόν στήν ἐπίγεια ζωή μας, νά καταντήσομε σέ μιά κατάσταση χειρότερη ἀπό αὐτή στήν ὁποία τώρα βρισκόμαστε. Γιατί εἶναι δυστυχία.
            Ὁ Χριστός μᾶς λέει: «Ἡ ἀληθινή ζωή εἶναι στό χῶρο τοῦ Θεοῦ, πού λέγεται οὐρανός. Καί προσέχετε, μήν κάνετε λάθος. Μή νομίζετε ὅτι ὅπως περπατᾶμε στά βουνά, στούς δρόμους καί στίς θάλασσες, μέ τόν δικό μας τρόπο καί μέ τήν δική μας δύναμη καί ἐξυπνάδα, καί μέ τά μέσα πού δημιουργοῦμε, ἔτσι εἶναι δυνατόν νά ἀνεβεῖ κανείς καί στό χῶρο τοῦ Θεοῦ πού λέγεται αἰώνια ζωή».
            «Οὐδείς ἀναβέβηκεν εἰς τόν οὐρανόν», λέει ὁ Χριστός, «μέ δική του δύναμη». «Εἰ μή ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὁ ὤν ἐν τῷ οὐρανῷ». Ἐκεῖνος δηλαδή πού εἶναι στόν οὐρανό καί ὁ ὁποῖος κατέβηκε ἀπό ἐκεῖ καί ἦλθε στή γῆ γιά μᾶς, γιά χάρη μας, γιά νά μᾶς πάρει μαζί του. Νά μᾶς ἀνεβάσει στόν οὐρανό.
            Μήν κάνει κανείς τό λάθος, λέγει ὁ Χριστός, νά φαντάζεται ὅτι στόν Παράδεισο, στήν αἰώνια ζωή κοντά στόν οὐράνιο Πατέρα, πηγαίνει ὁ ἄνθρωπος περπατώντας ἤ μέ τά πόδια τοῦ σώματός του ἤ μέ τά πόδια τοῦ μυαλοῦ του ἤ μέ αὐτοκίνητο, εἴτε μέ κανένα ἀεροπλάνο. Δέν γίνονται αὐτά τά πράγματα.
            Μέ κανένα τρόπο δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά φτάσει στόν θρόνο τοῦ Θεοῦ.
            Ἀλλά εὐτυχῶς, γιά τόν «χῶρο» αὐτό ὑπάρχει συγκοινωνία. Τήν συγκοινωνία, τήν ἐγκαινίασε ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, πού κατέβηκε ἀπό τόν οὐρανό καί ἦλθε στή γῆ γιά μᾶς. Καί ξαναανέβηκε στόν οὐρανό γιά νά μᾶς ἀνοίξει τήν πόρτα καί νά μᾶς πάρει μαζί του καί νά μᾶς παίρνει μαζί του εἰς τούς αἰῶνες τῶν αἰώνων.
Βάση ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ
            Μᾶς λέγει ὁ Χριστός στό εὐαγγέλιο: «Προσέξτε. Προσέξτε. Ὅταν οἱ Ἑβραῖοι εἶχαν φύγει ἀπό τήν Αἴγυπτο, πού ἦταν δοῦλοι καί βρέθηκαν στήν ἔρημο τοῦ Σινά, βγῆκαν φίδια καί τούς δάγκωναν, ἐξ  αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν τους». Ὅπως ἐξ  αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν μας, ἔρχονται μερικές φορές φίδια νοητά, πού δηλητηριάζουν τήν ψυχή μας καί μᾶς κάνουν νά φτάνουμε σέ μία κατάσταση πού ὅταν μᾶς ρωτᾶνε, τί εἶναι; Πῶς ζεῖς; Ἀπαντᾶμε:
            -Χειρότερα ἀπό θάνατο. Καλύτερα νά εἶχε ρθεῖ θάνατος παρά τέτοια πράγματα.
            Ἔτσι λοιπόν ἀφοῦ εἶχαν βγεῖ τά φίδια καί οἱ Ἑβραῖοι κατάλαβαν τί φταίει, εἶπε ὁ Θεός στό Μωυσῆ: «Στῆσε ἕνα μεγάλο στύλο. Πάνω σ’ αὐτό τό στύλο, κάρφωσε ὁριζόντια ἕνα χάλκινο φίδι. Νά γίνει σταυρός ὁ στύλος μέ τό φίδι. Ὅποιος γυρίζει τά μάτια του καί κοιτάζει αὐτό τό χάλκινο φίδι, τό φίδι τό καρφωμένο στό Σταυρό, θά γίνεται καλά».
            Καί ἦλθε ὁ Χριστός ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο καί ἔστησε καί αὐτός στό κέντρο τοῦ κόσμου, στό Γολγοθά, ἕνα στύλο. Ἐπάνω κάρφωσε τόν ἑαυτό του, ἀφοῦ ἐπῆρε μαζί του, τίς ἁμαρτίες τίς δικές μας. Τό λέει καθαρά ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «Παρακάλεσε τόν Πατέρα νά πάρει τίς ἁμαρτίες ὅλων μας καί τίς κάρφωσε στό Σταυρό».
            Ὅποιος λοιπόν τώρα γυρίζει τά μάτια του μέ πίστη στό Σταυρό,
            καί ὁμολογεῖ ὅτι οἱ ἁμαρτίες του καρφώνονται ἀπό τόν Χριστό στό Σταυρό,
            καί πιστεύει στόν Χριστό καί στό θάνατό του, ἐπάνω στό Σταυρό,
            ὅτι ἦλθε στόν κόσμο καί πέθανε γιά μᾶς, γιά τή σωτηρία μας,
            αὐτός ὁ ἄνθρωπος θά ἔχει αἰώνια ζωή.
            Γιατί ἀπό τήν στιγμή πού ἐκδηλώνει μιά τέτοια πίστη, ὁ Χριστός τόν παίρνει στήν ἀγκαλιά του.
            Πῶς γίνεται αὐτό; Ἀπαντάει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός:
            «Οὕτως ἠγάπησεν ὁ Θεός τόν κόσμον ὥστε τόν Υἱόν αὐτοῦ τόν μονογενή ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτόν μή ἀπόληται ἀλλ’ ἔχει ζωήν αἰώνιον». Δέν μποροῦσε νά σωθεῖ ὁ ἄνθρωπος μοναχός του.
            Στήν Ἁγία Τριάδα, Πατέρα, Υἱόν καί Ἅγιο Πνεῦμα, δέν ὑπάρχει ἀνταρσία. Ἐγώ, λέγει, ὁ Χριστός δέν κάνω ὅτι θέλω, ὅτι μοὔρχεται. Ἀλλά μόνο ὅτι μοῦ λέει ὁ Πατέρας μου. Μέ ὑπακοή.
            Καί ὁ Πατέρας ὁ οὐράνιος ἀγαπᾶ τόν κόσμο, ἐμᾶς, τόσο πολύ, ὥστε ἔδωκε τόν Υἱό αὐτοῦ τόν μονογενή, νά γίνει θυσία γιά μᾶς. «Οὕτως ἠγάπησεν ὁ Θεός τόν κόσμον». Ποιός θυσιάζει τό παιδί του γιά ἄλλα πράγματα, ὅτι καί νἆναι αὐτά;
            Κανείς!
            Ἀντίθετα, ὅλα τό κάνει θυσία γιά τό γυιό του.
            Γιά νά δώσει ὁ Θεός, τόν Υἱό του θυσία γιά μᾶς, σημαίνει ὅτι μᾶς ἀγαπᾶ τόσο, πού εἶναι δύσκολο νά τό ἐξηγήσομε καί νά τό ἀναλύσομε. Ἅμα λοιπόν θελήσομε νά ποῦμε ποιά εἶναι ἡ βάση ἐπάνω στήν ὁποία πατᾶμε γιά νά σωθοῦμε ἡ ἀπάντηση εἶναι:
            Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.
            Ἀφοῦ ὁ Θεός μᾶς ἀγαπάει καί τό πιστεύομε ὅτι μᾶς ἀγαπάει καί πᾶμε κοντά του, θά σωθοῦμε. Ἀρκεῖ νά τό θέλομε.
            Γιατί ἀπό τήν στιγμή πού ἕνας ἄνθρωπος γυρίζει κοντά στόν Χριστό μέ πίστη καί μέ μετάνοια, τοῦ συγχωροῦνται ὅλα του τά ἁμαρτήματα.
            Μία ἐγγύηση ὅτι ἕνας ἄνθρωπος στρέφεται σωστά καί κοιτάζει τό χάλκινο φίδι πού εἶναι καρφωμένο ἐπάνω στό στύλο, στό Σταυρό, εἶναι νά τό κάνει μέ πίστη. Ὅταν πιστεύει ὅτι ὁ Χριστός κάρφωσε στό Σταυρό τίς ἁμαρτίες του, λέει:
            «Χριστέ μου ἐγώ σέ πιστεύω. Σέ κατάλαβα, σέ πίστευσα, σέ ἀγαπάω. Θέλω νά ἑνωθῶ μαζί σου. Ἐκεῖνο πού μέ χωρίζει εἶναι: Μία, δύο, τρεῖς, πέντε ἁμαρτίες μου». Τοῦ τίς λέγω καί τόν παρακαλῶ: «Πάρτες, κάρφωσέ τες στό Σταυρό».
            Ἔπειτα τίς λέγω καί ἐνώπιον τοῦ πνευματικοῦ Πατέρα.
            Ἀπό κείνη τήν στιγμή τί γίνεται; Ὁ ἄνθρωπος ὁ βρώμικος γίνεται ὁλοκάθαρος, σάν νά ἦταν ἕνας ἄγγελος. Ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ γίνεται ὁλοκάθαρος.
            Ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων πού θυμοῦνται τίς ἁμαρτίες του, ἐξακολουθεῖ νά εἶναι βρώμικος. Ἀλλά ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ πού τίς σβύνει μέ τήν μετάνοια γίνεται ὁλοκάθαρος. Τί ἀξία ἔχει, νά μέ βρίζει ὁ κόσμος ὅλος, ὅταν μέ ἐπαινεῖ ὁ Χριστός; Καί τί ἀξία ἔχει νά μέ ἐπαινεῖ ὁ κόσμος ὅταν μέ ἀποδοκιμάζει ὁ Θεός; Καί τί ἀξία ἔχει νά μέ μακαρίζει ὁ κόσμος ὅλος καί ἐγώ νά εἶμαι ἕνας ταλαίπωρος πού πρόκειται νά κληρονομήσω τήν αἰώνια ἀπώλεια; Ἤ τί σημασία ἔχει νά μέ κακοτυχίζει ὁ κόσμος ὅλος καί ἐγώ νά εἶμαι ἄξιος νά κληρονομήσω τήν αἰώνια ζωή;
            Γιατί μακαρίζομε τούς μάρτυρες; Τόν ἅγιο Γεώργιο, τόν ἅγιο Δημήτριο, τήν ἁγία Εἰρήνη; Γιατί μακαρίζομε τούς Πατέρες μας, πού τόσο κοπίασαν ἐπάνω στή γῆ γιά τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, γιά τήν καλωσύνη καί γιά τήν ἀγάπη, γιά τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ; Γιατί; Γιατί ἔδειξαν τήν μεγαλύτερη σοφία. Τήν μεγαλύτερη ἐξυπνάδα. Ἔδειξαν στήν πράξη ὅτι κατάλαβαν ποῖο εἶναι τό νόημα τῆς ζωῆς.
Ἡ πίστη τῆς Ἐκκλησίας
            Ἕνας μεγάλος Γερμανός θεολόγος ἔλεγε:
            «Δέν μέ πειράζει ἄν στά τέλη τῆς ζωῆς μου χάσω τήν δύναμη τοῦ σώματός μου καί δέν μπορῶ νά περπατήσω.
            Δέν μέ πειράζει ἄν χάσω τά αὐτιά μου καί δέν ἀκούω. Ἄν χάσω τά μάτια μου καί δέν βλέπω. Ἄν τά χέρια μου καί τά πόδια μου εἶναι παράλυτα.
            Ἕνα μόνο παρακαλῶ τόν Χριστό: Νά ἔχω τό μυαλό μου στή θέση του, οὕτως ὥστε ὅ,τι καί νά ἀκούω, ὅ,τι  καί νά γίνεται γύρω μου, ἐγώ νά θυμᾶμαι τά λόγια τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου: «οὕτως ἠγάπησεν ὁ Θεός τόν κόσμον ὥστε τόν Υἱόν αὐτοῦ, ἔδωκε γιά μᾶς καί γιά τή σωτηρία μας».
            Αὐτά τά λόγια μοιάζουν μέ τήν μαγνητική βελόνα. Ὅπου καί νά τή βάλεις, γυρίζει καί δείχνει τόν βορρᾶ.
            Ἔτσι πρέπει νά γίνει καί ἡ σκέψη μας, μιά μαγνητική βελόνα, πού θά γυρίζει συνεχῶς στήν πίστη στόν Χριστό καί στό ὅτι ὁ Θεός μᾶς ἀγαπάει τόσο ὥστε ἔδωκε τόν Υἱόν αὐτοῦ γιά τή σωτηρία μας.
            Ἀδελφοί μου. Ἡ πίστη τῆς Ἐκκλησίας εἶναι πάνω ἀπ'  ὅλα αὐτή.
            Νά λέμε προσκυνῶ Πατέρα, Υἱόν καί Ἅγιο Πνεῦμα, Τριάδα ὁμοούσιον καί ἀχώριστον.
            Γιατί ὅταν τελειώνουμε τήν Θεία Λειτουργία, ψάλλομε θριαμβευτικά: «Εἴδομεν τό φῶς τό ἀληθινόν, ἐλάβομεν Πνεῦμα ἐπουράνιον, εὕρομεν πίστιν ἀληθή ἀδιαίρετον Τριάδα προσκυνοῦντες»;
            Τό ψάλλομε ἐπειδή ὁ Χριστός μᾶς εἶπε:
            Ἦλθα στή γῆ γιατί μέ ἔστειλε ὁ Πατέρας μου ἀπό τόν οὐρανό. Γι' αὐτό πιστεύομε τήν Ἁγία Τριάδα Πατέρα, Υἱόν καί Ἅγιο Πνεῦμα. Σέ ὁλόκληρη τήν λατρεία μας, προσευχόμαστε, παρακαλοῦμε, ἑτοιμαζόμαστε, στρεφόμαστε γύρω ἀπό τά λόγια αὐτά.
            Κέντρο τῆς λειτουργίας εἶναι τά λόγια τοῦ Χριστοῦ, πού τά ἐπαναλαμβάνει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος στήν προσευχή πού κάνομε πρίν νά εὐλογήσομε τό ψωμί νά γίνει σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί τό κρασί γιά νά γίνει αἷμα τοῦ Χριστοῦ: «Τόσο πολύ ἀγάπησε ὁ Θεός τόν κόσμο ὥστε ἔστειλε τόν Υἱό του στόν κόσμο γιά μᾶς». Αὐτός μᾶς ἔδωσε τό σῶμα του καί τό αἷμα του νά τό τρῶμε καί νά γινόμαστε ἕνα μαζί του, ὥστε νά βρίσκομε ἀνοικτό τόν δρόμο πρός τήν Βασιλεία του.
            Νά μᾶς φωτίζει ὁ Θεός, τό μυαλό πού μᾶς ἔδωσε καί μᾶς βοηθάει νά κάνομε τόσο μεγάλες ἀνακαλύψεις, νά πετᾶμε στόν οὐρανό, νά κουβεντιάζομε μέ τά τηλέφωνα ἐνῶ βρισκόμαστε πολύ μακρυά, αὐτό τό μυαλό τό τόσο πολύτιμο νά τό χρησιμοποιοῦμε γιά νά βρίσκομε τήν σχέση μας καί τήν ἐπικοινωνία μας μέ τόν Θεό.
            Ὅλες οἱ ἄλλες χρήσεις καί ἀξιοποιήσεις του εἶναι μικρές, μηδαμινές, φτωχές.
            Ὅποιος χρησιμοποιεῖ τό μυαλό του γιά νά βρεῖ τόν Θεό, τό χρησιμοποιεῖ γιά τόν ἀληθινό σκοπό. Γιατί ὁ Θεός μᾶς ἔδωσε μυαλό γιά νά ψάχνομε νά τόν βροῦμε. Εἶναι τόσο μεγάλος ὁ Θεός πού χρειάζεται σωστή σκέψη γιά νά τόν προσεγγίσομε. Σωστή σκέψη εἶναι ἐκείνη πού γίνεται μέ ἠρεμία. Μέ ταπείνωση, μέ ἀγάπη. Καί ὄχι ἡ ὑποδουλωμένη σέ πάθη καί σέ κακίες. Ἀλλά ἐλεύθερη ἀπό αὐτά. Μέ ἀγάπη, μέ ταπείνωση, μέ ὑπομονή, μέ καλωσύνη.
            Νά παρακαλοῦμε τόν Θεό, μου νά μᾶς φωτίζει καί νά μᾶς κατευθύνει σ’ αὐτό τό δύσκολο δρόμο. Εὐλογημένο καί ἅγιο δρόμο, πού ἄν τόν βροῦμε, θά ἔχομε τήν σωστή σχέση μαζί του καί τήν ἐλπίδα τῆς αἰώνιας ζωῆς. Ἀμήν.-
Μητροπολίτου Νικοπόλεως κυροῦ Μελετίου,
διασκευασμένη ὁμιλία πού ἔγινε στίς 11/9/2005 στήν Ἁγία Εἰρήνη Πρεβέζης

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...