Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τετάρτη, Μαρτίου 09, 2016

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗ.






Από τη Δευτέρα μετά την Κυριακή της Τυρινής αρχίζει η Μεγάλη Τεσσαρακοστή και τελειώνει την Παρασκευή πριν από το Σάββατο του Λαζάρου (σύνολο 40 ημέρες). Είναι περίοδος αυστηρής νηστείας, εκτενών ιερών ακολουθιών και γενικώς πνευματικής περισυλλογής και μετάνοιας. Ακολουθούν το Σάββατο του Λαζάρου και η Κυριακή των Βαΐων (συνδετικές ήμερες της Μεγάλης Τεσσαρακοστής με τη Μεγ. Εβδομάδα). Στο τέλος του Τριωδίου βρίσκεται η Μεγάλη και Αγία Εβδομάδα, όπου η Σταύρωση και η Ανάσταση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, αποτελούν το κέντρο της ζωής μας και της ορθόδοξης πίστης μας.Στην Α' Οικουμενική Σύνοδο οι Άγιοι Πατέρες θέσπισαν την 40ήμερη αυτή νηστεία, κατά μίμηση της 40ήμερης νηστείας του Κυρίου στην έρημο, ώστε προετοιμασμένοι με προσευχές και ελεημοσύνες, με νηστείες και αγρυπνίες, με δάκρυα και εξομολόγηση και καθαρή συνείδηση, να εορτάσουμε τις άγιες ήμερες των Παθών και της Αναστάσεως του Κυρίου μας.Νηστεύουμε για τα ιδικά μας αμαρτήματα, λέει ο Άγιος Χρυσόστομος και όχι για το Πάσχα ή τη Σταύρωση του Κυρίου μας.
Λέγεται η Τεσσαρακοστή αυτή «Μεγάλη», γιατί:
α. Είναι μεγάλα τα γεγονότα στα όποια οδηγούμαστε (Πάθη - Ανάσταση).β. Η νηστεία την περίοδο αυτή είναι αυστηρή και διαφέρει από τη νηστεία της Τεσσαρακοστής των Χριστουγέννων. Δηλ. είναι αλάδωτη (δεν τρώμε λάδι), πλην Σαββάτου και Κυριακής. Όλες τις άλλες ημέρες τρώμε ξηροφαγία ή αλάδωτα φαγητά. Εννοείται ότι αυτή τη νηστεία την εφαρμόζουν οι υγιείς. Όσοι έχουν προβλήματα υγείας, παίρνουν ευλογία από τον Εξομολόγο, τον Πνευματικό τους και ρυθμίζουν το ζήτημα. Η νηστεία είναι παθοκτόνος και όχι σωματοκτόνος.Η πρώτη ήμερα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής λέγεται «Καθαρά Δευτέρα», καθώς και όλη η πρώτη εβδομάδα «Καθαρά Εβδομάς», επειδή οι πιστοί «καθαίρονται δια της νηστείας». Ήδη «Το Στάδιον των αρετών ηνέωκται οί βουλόμενοι αθλήσαι...» μπορούν να εισέλθουν στον πνευματικό αγώνα, για να λάβουν αμάραντο «στέφανον παρά του Παμβασιλέως Χριστού...».Η «Καθαρά Δευτέρα» είναι για πολλούς αργία και ως πρώτη ημέρα της Τεσσαρακοστής επιβάλλεται να την αρχίσουμε σωστά με τον πρωινό εκκλησιασμό. Το απόγευμα τελείται το πρώτο Μέγα Απόδειπνο.Η σημασία της Νηστείας στον πνευματικό αγώναΔυστυχώς σήμερα η νηστεία έχει πολύ παραμεριστεί. Ελάχιστοι μάλιστα δίδουν σημασία στην κανονική νηστεία. Η αξία της όμως, όπως την τονίζει ο Μέγας Βασίλειος, είναι πολύ μεγάλη:«Η νηστεία έχει ηλικία ίση με την ανθρωπότητα, διότι νομοθετήθηκε στον Παράδεισο. Από τον καρπόν του δένδρου... δεν θα φάγετε είπε ο Θεός στους Πρωτοπλάστους. Και επειδή δεν τηρήθηκε ή νηστεία αυτή, εκδιωχθήκαμε από τον Παράδεισο... Ο Μωυσής μετά από νηστεία έλαβε τις πλάκες του Νόμου στο Σινά. Ο Ησαύ για λίγο φαγητό επώλησε τα πρωτοτόκια στον Ιακώβ. Η νηστεία έκανε ακατανίκητο τον Σαμψών.Η νηστεία γεννά Προφήτες, κάμνει ισχυρότερους τους ισχυρούς, κάμνει σοφούς τους νομοθέτες. Η νηστεία αγιάζει τον αφιερωμένο στον Θεό και καθιστά τον Ιερέα ικανό να προσφέρει θυσίαν. Η νηστεία έσβησε τη δύναμη του πυρός, έφραξε στόματα λεόντων, αναβιβάζει την προσευχή στον ουρανό. Η νηστεία είναι πρόοδος των οίκων, μητέρα της υγείας, παιδαγωγός των νέων, στολισμός των πρεσβυτέρων...Του νηστεύοντος οι οφθαλμοί είναι ήρεμοι, το βάδισμα σεμνό, το πρόσωπο σοβαρό, οι λόγοι του μετρημένοι, η καρδία του καθαρά... Αν θέλεις να κάνεις ισχυρό το πνεύμα σου, χαλιναγώγησε με νηστεία την σάρκα σου... Μην νομίσεις ότι η νηστεία περιορίζεται στις τροφές. Πραγματική νηστεία είναι η νηστεία των πέντε αισθήσεων. Τι το όφελος να νηστεύεις από τροφές και να ευρίσκεσαι σε φιλονικίες ή διαμάχες με τους δικούς σου, να κατατρώγεις τον αδελφόν σου με την γλώσσα σου, να βλέπεις άσεμνα θεάματα, να ακούεις μουσική ή πράγματα που σε βλάπτουν και να μεθά ή ψυχή σου όχι με οίνο, αλλά με θυμόν!...».Το Τυπικό κατά την Μεγάλη Τεσσαρακοστή.Στην περίοδο αυτή πραγματοποιούνται πολλές και σημαντικές αλλαγές. Δηλ. στις πέντε νηστίσιμες ημέρες της εβδομάδας, (Δευτέρα έως Παρασκευή), δεν εφαρμόζεται το καθιερωμένο τυπικό: Το πρωί ακολουθία του Μεσονυκτικού και Όρθρου με ή χωρίς Θεία Λειτουργία και το απόγευμα ή ακολουθία του Εσπερινού.Αιτία των αλλαγών είναι οι νέες ακολουθίες που προστίθενται στην περίοδο αυτή: Η Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων, που συνήθως τελείται Τετάρτη και Παρασκευή, οι Χαιρετισμοί και το Μέγα Απόδειπνο. Έτσι παρουσιάζονται οι ακόλουθες περιπτώσεις:α. Το πρωί της Δευτέρας, Τρίτης και Πέμπτης τελούνται: 1) Μεσονυκτικό και Όρθρος, 2) Οι Ώρες (Α', Γ', ΣΤ' και Θ'), 3) Ο Εσπερινός του απογεύματος (στον οποίο, φυσικά, τιμάται ο Άγιος της επόμενης ημέρας).β. Το πρωί της Τετάρτης και Παρασκευής τελούνται όλα τ' ανωτέρω και στον Εσπερινό επισυνάπτεται και η Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία.γ. Εάν η Προηγιασμένη πρόκειται να τελεσθεί το απόγευμα, τότε η πρωινή ακολουθία αρχίζει κανονικά, σταματά όμως στην ΣΤ' Ώρα και γίνεται απόλυση.δ. Η Προηγιασμένη το απόγευμα αρχίζει με την Θ' Ώρα, (κατά τη διάρκεια της οποίας ο Λειτουργός «παίρνει καιρό», με διαφορετικό τυπικό και ενδύεται πλήρη στολή) και μετά την απόλυση (της Θ' Ώρας), συνεχίζει με το «Ευλογημένη η Βασιλεία...» οπότε αρχίζει ο Εσπερινός με την Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία.ε. Το απόγευμα των τεσσάρων πρώτων ημερών (Δεύτερα έως Πέμπτη), στη θέση του Εσπερινού τελείται το Μέγα Απόδειπνο.στ. Εάν το απόγευμα της Τετάρτης τελεσθεί η Προηγιασμένη, το Μέγα Απόδειπνο τελείται συνήθως μετά τη Θεία Λειτουργία (των Προηγιασμένων Δώρων).ζ. Το εσπέρας της Παρασκευής των πέντε πρώτων εβδομάδων, τελείται στους Ναούς ακόμη μία νέα Ακολουθία: η προσφιλής στο λαό μας ακολουθία, των Χαιρετισμών της Παναγίας στο μέσο του Μικρού Αποδείπνου, κάθε φορά με μία «Στάση», και την πέμπτη εβδομάδα όλες οι Στάσεις μαζί - ολόκληρος ο Ακάθιστος Ύμνος.Το πλήθος αυτό των Ακολουθιών εναρμονίζεται με το Ορθόδοξο λατρευτικό πνεύμα που θέλει τον πιστό επτάκις της ημέρας να αινεί τον Θεό (Ψαλμ. ριη', 164), αλλά έρχεται στην καθημερινή πράξη και ζωή σ' αντίθεση με το σύγχρονο πνεύμα του κόσμου, σύμφωνα με το όποιο ο άνθρωπος όχι μόνο δεν έχει ελεύθερο χρόνο, άλλ' ούτε και την ανάλογη διάθεση...Η Εκκλησία πάντως την περίοδο αυτή, γνωρίζοντας την κατάσταση του ανθρώπου, τον βοηθά να βρει το δρόμο του προσφέροντας του τη λύση της συχνότερης συμμετοχής του στη λατρευτική ζωή. Όποτε ευκαιρεί και μπορεί να εξοικονομεί κάποιο χρόνο, να τον διαθέτει στον Θεό και να παρακολουθεί κάποια από τις πολλές Ακολουθίες.Η ακολουθία του Μεγάλου ΑποδείπνουΚάθε απόγευμα των ημερών Δευτέρας, Τρίτης, Τετάρτης και Πέμπτης, ολόκληρης της Τεσσαρακοστής μέχρι και την Μεγάλη Τρίτη, τελείται στους Ιερούς Ναούς (ή στο σπίτι μας, εάν δε μεταβούμε στο Ναό), η Ακολουθία του Μεγάλου Αποδείπνου.Τις άλλες ήμερες της εβδομάδας τελείται το Μικρό Απόδειπνο (και ολόκληρο το χρόνο, πλην της Διακαινήσιμης εβδομάδας): Την Παρασκευή, τελείται μαζί με τους Χαιρετισμούς της Παναγίας, ενώ Σάββατο και Κυριακή το διαβάζουμε σπίτι μόνοι μας.Λέγεται Απόδειπνο, διότι είναι ακολουθία που γίνεται (κανονικά) μετά το δείπνο, δηλ. είναι ή βραδινή προσευχή του Χριστιανού και Μέγα, λόγω της εκτάσεως του και για να διακρίνεται από το Μικρό Απόδειπνο.Περιέχει 1) Ψαλμούς που διαβάζονται, 2) ωραιότατα και ποικίλα μικρά τροπάρια που ψάλλονται και 3) ευχές που αναγινώσκει ο Ιερέας.Είναι μία ωραιότατη Ακολουθία που περιέχει και το γνωστότατο τροπάριο: «Κύριε των Δυνάμεων μεθ' ημών γενού άλλον γαρ εκτός σου βοηθόν εν θλίψεσιν ουκ έχομεν, Κύριε των Δυνάμεων, έλέησον ημάς». Προ του τέλους αναγιγνώσκεται η ευχή του Αγίου Έφραίμ «Κύριε και Δέσποτα της ζωής μου...».Η Θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων ΔώρωνΤην καθαρά Τετάρτη και συνήθως κάθε Τετάρτη και Παρασκευή, μόνο στη Μεγάλη Τεσσαρακοστή, τελείται στους Ιερούς Ναούς η Θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων για τον εξής λόγο:Η Εκκλησία μας έχει σε χρήση τρεις Θείες Λειτουργίες κατά τις οποίες γίνεται θυσία. Τη Λειτουργία του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, του Αγίου Βασιλείου και του Αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου. Η τρίτη γίνεται μία φορά το χρόνο, την ήμερα της εορτής του Αγίου, την 23η Οκτωβρίου. Του Αγ. Βασιλείου γίνεται δέκα φορές: Την ήμερα της εορτής του (1η Ιανουαρίου), τις παραμονές Χριστουγέννων, Φώτων και Πάσχα, τις πέντε πρώτες Κυριακές της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και τη Μεγάλη Πέμπτη. Τις άλλες ήμερες του έτους τελείται η Θεία Λειτουργία του Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου.Όλες όμως αυτές οι Λειτουργίες έχουν πανηγυρικό και χαρμόσυνο χαρακτήρα. Επειδή η Μεγάλη Τεσσαρακοστή είναι πένθιμη περίοδος, η Εκκλησία μας όρισε οι Λειτουργίες αυτές να τελούνται μόνο τα Σάββατα και τις Κυριακές της Μ. Σαρακοστής. Τις άλλες ήμερες της εβδομάδας δε γίνεται Θεία Λειτουργία.Οι Χριστιανοί όμως τους πρώτους αιώνες είχαν τη συνήθεια να μεταλαμβάνουν τέσσερις και πέντε φορές την εβδομάδα, διότι εγνώριζαν ότι δεν ήταν δυνατόν να ζουν «εν Χριστώ» άνευ των Άχραντων Μυστηρίων, άνευ του Χρίστου, πού ο Ίδιος είπε ότι είναι «βρώσις και πόσις». «Ό τρώγων μου την σάρκα και πίνων μου το αίμα έχει ζωήν αιώνιον» (Ίω. στ', 54). Τότε, βέβαια, τα δισκοπότηρα μπορεί να ήταν «ξύλινα», αλλά οι Χριστιανοί ήταν «χρυσοί», με αγία ζωή.Σήμερα, παρότι, πολλές φορές, συμβαίνει το αντίθετο, οι Χριστιανοί μπορούν και πρέπει να κοινωνούν τακτικότερα, πάντοτε με άδεια του Πνευματικού τους, προσέχοντας πολύ τη ζωή τους. Για να λυθεί λοιπόν το πρόβλημα της συχνής Θείας Κοινωνίας, η Εκκλησία καθόρισε να τελείται μόνο τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή η κατανυκτική Θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων.Σ' αυτή δε γίνεται πλήρης Θεία Λειτουργία, διότι ο Άρτος που θα χρησιμοποιηθεί καθαγιάζεται την προηγούμενη Κυριακή, εμποτίζεται στο Άγιο Αίμα του Κυρίου μας, φυλάσσεται στο Άγιο Αρτοφόριο της Αγίας Τραπέζης και προσφέρεται για Κοινωνία την ημέρα πού τελείται η Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία.Η Λειτουργία αυτή είναι, κανονικά, εσπερινή, γι' αυτό είναι συνυφασμένη με Εσπερινό και οι Χριστιανοί, μέχρις ότου κοινωνήσουν, μένουν άσιτοι, δηλ. νηστικοί (ούτε νερό, ούτε τσιγάρο), από τα μεσάνυκτα μέχρι την ώρα της Θείας Κοινωνίας. Όσοι δεν μπορούν να κρατήσουν, πηγαίνουν στους Ναούς, που τελούν την Προηγιασμένη Λειτουργία πρωί, προς διευκόλυνση των πιστών, ή κοινωνούν Σάββατο ή Κυριακή.Χαρακτηριστικά της Προηγιασμένης Λειτουργίαςα. Προηγείται της Προηγιασμένης, η ακολουθία της Θ' Ώρας.β. Με το «Ευλογημένη η Βασιλεία του Πατρός...» αρχίζει ή Θεία Λειτουργία, στην αρχή της οποίας επισυνάπτεται ο Εσπερινός της επόμενης ημέρας.γ. Όταν αναγιγνώσκονται τα «Προς Κύριον...» (Ψαλτήρι σε τρεις Στάσεις), συνήθως στο τέλος ακούγονται από το Ιερό ήχοι θυμιατού, (η Ωραία Πύλη είναι κλειστή). Αυτή τη στιγμή ο Ιερέας μεταφέρει το Σώμα και Αίμα του Κυρίου από την Άγία Τράπεζα, όπου φυλάχτηκε από την Κυριακή, στην Ιερά Πρόθεση και γι' αυτό οι πιστοί πρέπει να σηκώνονται και να παρακολουθούν νοερά και λογικά τα τελούμενα.δ. Στη Μεγάλη Είσοδο (που γίνεται από το συντομότερο δρόμο), επειδή ο Ιερέας μεταφέρει το προηγιασμένο Σώμα και Αίμα του Χριστού μας - τον ίδιο τον Χριστό - οι Χριστιανοί γονατίζουν λατρευτικώς (πέφτουν μπρούμυτα), επαναλαμβάνοντας μυστικώς το: «Δι' ευχών των Αγίων Πατέρων ημών...».ε. Στο τέλος, αναγιγνώσκονται οι δύο Ψαλμοί: «Ευλογήσω τον Κύριον...» (ο 33ος) και «Υψώσω σε ο Θεός μου...» (ο 144ος), κατά τη διάρκεια των οποίων ο Ιερέας μοιράζει το αντίδωρο και μετά τελειώνει η Λειτουργία, με το «Δι' ευχών...».στ. Το αντίδωρο αυτό είναι το πρόσφορο από το οποίο ο Ιερεύς την Κυριακή έβγαλε τον Αμνό. Πολλοί αυτό το λένε «Παναγία» (επειδή από τα σπλάγχνα της βγήκε ο Χριστός). Γι' αυτό το αντίδωρο στις Προηγιασμένες είναι συνήθως μικρό τεμάχιο, (εκτός εάν ευλογηθούν από την Κυριακή περισσότερα πρόσφορα).ζ. Στις Προηγιασμένες Θειες Λειτουργίες δε μνημονεύονται ονόματα ζώντων και τεθνεώτων, ούτε στην Ιερά Πρόθεση, ούτε στη Θεία Λειτουργία.η. Στη Λειτουργία αυτή επίσης δεν τελούνται μνημόσυνα. Μπορούν να γίνουν μετά το «Δι' ευχών...» Τρισάγια.Μ' αυτό τον ωραίο και σοφό τρόπο και διατηρώντας τον κατανυκτικό χαρακτήρα της περιόδου, έλυσε η Εκκλησία μας το πρόβλημα της συχνής Θείας Κοινωνίας και ήδη οι πιστοί εκτιμώντας και «εκμεταλλευόμενοι» αυτή την πνευματική ευκαιρία, κατακλύζουν τους Ναούς, Τετάρτη και Παρασκευή, μεταλαμβάνοντας των Προηγιασμένων αυτών Θείων Δώρων.Κατανυκτικοί ΕσπερινοίOι κατανυκτικοί Εσπερινοί τελούνται κάθε Κυριακή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.Το απόγευμα της Κυριακής της Τυροφάγου τελείται ο κατανυκτικός Εσπερινός της Συγνώμης. Κατανυκτικός λέγεται, διότι ψάλλονται κατανυκτικά τροπάρια από το Τριώδιο, που το περιεχόμενο τους διαποτίζεται από βαθιά συναίσθηση της αμαρτωλότητας, πένθος, συντριβή, μετάνοια και θερμή ικεσία για άφεση αμαρτιών.Εσπερινός Συγνώμης λέγεται, αυτός μόνον, από τους κατανυκτικούς, διότι στο τέλος της ακολουθίας ο λαός ασπάζεται το Ευαγγέλιο ζητώντας από τον Ιερέα συγγνώμη και στη συνέχεια και μεταξύ τους, ώστε συχωρεμένοι να αρχίσουν τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Πρόκειται για μια ωραία συνήθεια, που καλό θα ήταν να αναβιώσει.Ένα άλλο χαρακτηριστικό των Εσπερινών αυτών είναι ότι μετά την Είσοδο και το «Εσπέρας Προκείμενον», αλλάζει ο διάκοσμος της Αγίας Τραπέζης και η στολή του Ιερέως. Από πασχαλινή, λόγω της Κυριακής, μεταπίπτει σε πένθιμη, λόγω της Τεσσαρακοστής (αλλάζουν τα λευκά με πορφυρά - έφ' όσον τον Χριστό δεν Τον πενθούμε ως άνθρωπο, άλλ' ως Βασιλέα Θεό). Όπου χρησιμοποιούνται μώβ ή μαύρα, είναι συνήθεια μεταφερθείσα από τη Δύση.Στο τέλος του Εσπερινού ψάλλονται τα τροπάρια «Θεοτόκε Παρθένε...», «Βαπτιστά του Χριστού...» κ.λπ. και κατακλείονται με την ευχή του Αγίου Έφραίμ του Σύρου: «Κύριε καί Δέσποτα της ζωής μου, πνεύμα αργίας, περιεργίας, φιλαρχίας και άργολογίας μη μοι δως. Πνεύμα δε σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, υπομονής και αγάπης χάρισαί μοι τω σω δούλω. Ναι, Κύριε, Βασιλεύ, δώρησαί μοι του όράν τα έμά πταίσματα και μη κατακρίνειν τον άδελφόν μου ότι εύλογητός ει εις τους αίώνας των αιώνων. Αμήν». Λέγοντας την, κάνουμε και τρεις μεγάλες μετάνοιες. Ακολουθούν δώδεκα μικρές, ενώ λέμε μυστικώς το: «Ο Θεός ίλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ» και στο τέλος επαναλαμβάνεται το: «Ναί Κύριε, Βασιλεύ...» κάνοντας και τετάρτη μεγάλη μετάνοια.

Ἡ ἀδυναμία μας καὶ ἡ παντοδυναμία Του


Ἡ ἀδυναμία μας καὶ ἡ παντοδυναμία Του
   Φαίνεται κάποτε ὁ ἄνθρωπος δυνατός. Ἐπιχειρεῖ ἐγ­χειρήματα μεγάλα καὶ πετυχαίνει. Σχεδιάζει ἔργα θαυμαστὰ καὶ τὰ πραγματοποιεῖ. Προσπαθεῖ νὰ δαμάζει τὶς δυνάμεις τῆς φύσεως, νὰ ἀλλάζει τὶς συνθῆκες τῆς ζωῆς, νὰ ἐπινοεῖ νέους τρόπους ἐκμεταλλεύσεως τοῦ πλούτου τῆς γῆς, καὶ τὸ κατορθώνει. Δυνατὸς ὁ ἄνθρωπος!
    Πολὺ συχνὰ ὅμως ἀποδεικνύεται τελείως ἀδύνατος. Ὅταν ἕνα ἀδιόρατο μικρόβιο τὸν ἐξαντλεῖ τελείως. Ὅταν μία ἀποτυχία στὰ σχέδιά του τὸν ἀπογοητεύει πλήρως. Ὅταν ἡ κακία τῶν συν­ανθρώπων του τὸν σημαδεύει καὶ τὸν ἐξουθενώνει. Ὅ­ταν δὲν μπορεῖ νὰ διαχειρισθεῖ τὶς ψυχικές του καταστάσεις καὶ νὰ ξεπεράσει τὸν ἑαυτό του. Ὅταν ἕνας σεισμὸς σωριάζει σὲ ἐρείπια τὰ ἔργα του. Ὅταν ὁ θάνατος κόβει ἀναπάν­τεχα τὸ νῆμα τῆς ζωῆς του.
    Ναί! Εἶναι πλῆθος οἱ περιστάσεις ποὺ ἀποδεικνύουν ὅτι οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε μικροὶ καὶ ἀδύναμοι, ἀνήμποροι νὰ ἀντιμετωπίσουμε καὶ τὶς μικρὲς δυσκολίες τῆς σύντομης καὶ πρόσκαιρης ζωῆς μας.
    Ἕνας εἶναι ὁ Δυνατός, ποὺ ἔχει ἄπειρη δύναμη, ποὺ εἶναι πηγὴ κάθε δυνάμεως. Αὐτὸς εἶναι ὁ μόνος Κύριος, ὁ Κυβερνήτης τοῦ κόσμου, ὁ παντοδύναμος Δημιουργός. Αὐτὸς ἔδωσε ἐντολὴ καὶ ἦλθαν ὅλα ἀπὸ τὴν ἀνυπαρξία στὴν ὕπαρξη. «Αὐτὸς εἶπε καὶ ἐγενήθησαν, αὐτὸς ἐνετείλατο καὶ ἐκτίσθησαν» (Ψαλ. λβ΄ [32] 9). Εἶπε. Ἕνα λόγο εἶπε. Ἐκεῖνο τὸ παντοδύναμο «γενηθήτω». Καὶ ἀπὸ τὸ μηδὲν δημιουργήθηκε ὁ ὑπέροχος κόσμος μέσα στὸν ὁποῖο ζοῦμε καὶ τὸν ὁποῖο ἀπολαμβάνουμε. «Τῷ λόγῳ τοῦ Κυρίου οἱ οὐρανοὶ ἐστερεώθησαν» (Ψαλ. λβ΄ [32] 6). Τὸ στερέωμα, οἱ θαυμαστοὶ καὶ ἀχανεῖς κόσμοι τοῦ οὐρανοῦ, τὰ ἀναρίθμητα ἀστέρια καὶ οἱ γαλαξίες στερεώθηκαν ἀμετακίνητα στὶς πολύπλοκες τροχιές τους μὲ ἕνα μόνο λόγο, μὲ τὸ ἐπιβλητικὸ πρόσταγμα τοῦ παντοδύναμου Δημιουργοῦ. Ποιὸς ἄλλος ἐκτὸς ἀπὸ Αὐτὸν «ἐμέτρησε τῇ χειρὶ τὸ ὕδωρ καὶ τὸν οὐρανὸν σπιθαμῇ καὶ πᾶσαν τὴν γῆν δρακί»; (Ἡσ. μ΄ [40] 12). Τὰ ποτάμια, τὶς λίμνες, τὶς θάλασσες καὶ τοὺς ὠκεανοὺς τὰ ὁρίζει ὁ Ἴδιος καὶ μετρᾶ τὶς τεράστιες ποσότητες τοῦ νεροῦ. Τὸν οὐρανὸ τὸν μετρᾶ μὲ τὴν πιθαμή του, τὴ γῆ τὴν κρατεῖ στὴ χούφτα του. Αὐτὸς «καλεῖ τὰ μὴ ὄντα ὡς ὄντα» (Ρωμ. δ΄ 17). Ὅπως γιὰ μᾶς εἶναι εὔκολο νὰ δώσουμε ὄνομα σ’ αὐτὰ ποὺ ὑπάρχουν, ἔτσι γιὰ Ἐ­κεῖνον εἶναι εὔκολο νὰ δώσει τὴν ὕπαρξη σ’ αὐτὰ ποὺ δὲν ὑπάρχουν.
    Τόση εἶναι ἡ δύναμή Του, ὥστε μόνο νὰ σκεφθεῖ κάτι καὶ νὰ τὸ θελήσει, αὐτὸ ἀμέσως πρα­γματοποιεῖται.«Μόνον αὐτοῦ τὸ βούλημα (ἐγένετο) κοσμοποιΐα». «Ψιλῷ τῷ βούλεσθαι δημιουργεῖ καὶ τῷ μόνον ἐθελῆσαι αὐτὸν ἕπεται τὸ γεγενῆσθαι». Μὲ μόνη τὴ θέλησή Του δημιουργεῖ, καὶ μόνο νὰ θελήσει, ἀκολουθεῖ ἀμέσως ἡ πραγματοποίηση ἐκείνου ποὺ θέλησε.
    Καὶ δὲν δημιουργεῖ μόνο, ἀλλὰ καὶ συγκρατεῖ τὰ ­πάντα μὲ τὴν ἀπεριόριστη δύναμή Του καὶ τὰ κυβερνᾶ καὶ τὰ κατευθύνει στὸ σκοπὸ ποὺ Ἐκεῖνος ἔχει θέσει. Τὸ ὄνομα «Θεὸς» κατὰ μία ἑρμηνεία παράγεται ἀπὸ τὸ ρῆμα «τίθημι» ἢ ἀπὸ τὸ «θέω». Λέγεται Θεὸς «διὰ τὸ τεθεικέναι τὰ πάντα ἐπὶ τῇ αὐτοῦ ἀσφαλείᾳ καὶ διὰ τὸ θέειν· τὸ δὲ θέειν ἐστὶ τὸ τρέχειν καὶ κινεῖν καὶ ἐνεργεῖν καὶ τρέφειν καὶ προνοεῖν καὶ κυβερνᾶν καὶ ζωοποιεῖν τὰ πάντα». Ἐπειδὴ δὲ Αὐτὸς «τὰ πάντα κρατεῖ καὶ ἐμπεριέχει», καλεῖται καὶ παντοκράτωρ.
    Ὅλα τὰ μπορεῖ ὁ παντοδύναμος Θεός. Ὅλα, ἐκτὸς ἀπὸ ἕνα. Ὁ Θεὸς δὲν μπορεῖ νὰ κάνει τὸ κακό. Δὲν μπο­ρεῖ νὰ πεῖ ψέματα, δὲν μπορεῖ νὰ φερθεῖ στὸν ἄν­θρωπο μὲ κακία, δὲν μπορεῖ νὰ ἀδικήσει, δὲν μπορεῖ μὲ ­κανέναν τρόπο νὰ ἁμαρτήσει. Αὐτὸ ὅμως δὲν φανερώνει ἀδυναμία. Αὐτὸ προβάλλει περισσότερο τὴν παν­τοδυναμία Του. Διότι ἁμαρτία εἶναι ἀδυναμία, εἶναι ἀ­τέλεια τῆς φύσεως τοῦ ἁμαρτάνοντος, καὶ ὁ Θεὸς εἶ­ναι παντέλειος, δὲν μπορεῖ νὰ ἁμαρτήσει. «Ὁ Θεὸς ἡμῶν ἐν τῷ οὐρανῷ καὶ ἐν τῇ γῇ πάντα, ὅσα ἠθέλησεν, ἐποίησε», τονίζει ὁ θεοκίνητος Ψαλμωδός (Ψαλ. ριγ΄ [113] 11). Ὁ Θεὸς ὅλα ὅσα θέλει τὰ μπορεῖ, ἀλλὰ δὲν θέλει ὅλα ὅσα μπορεῖ. Δὲν θέλει τὸ κακό. Νικᾶ τὸ κακό, νικᾶ τὴν πηγὴ τοῦ κακοῦ, τὸν μισόκαλο διάβολο, ἀφοῦ εἶναι παντοδύναμος.
    Ἂς καταφεύγουμε λοιπὸν στὸν παν­τοδύναμο Θεό, ὥστε καὶ ἐμεῖς, μὲ τὴ δική Του χάρη, νὰ νικοῦμε τὸ κακὸ μέσα μας καὶ γύρω μας. Ἂς καταφεύγουμε σ’ Αὐτὸν κάθε φορὰ ποὺ οἱ δοκιμασίες τῆς ζωῆς λυγίζουν τὴν ψυχή μας, διώχνουν τὸ θάρρος καὶ τὴν ἐλπίδα καὶ φανερώνουν τὴ μεγάλη ἀδυναμία μας. Νὰ προστρέχουμε τότε οἱ ἀδύνατοι ἄνθρωποι στὸ μόνο Δυνατό, στὸν παν­τοδύναμο Θεό. Καὶ Αὐτός, ποὺ δὲν εἶναι μόνο παν­τοδύναμος, ἀλλὰ εἶναι καὶ πανάγαθος Πατέρας, μᾶς καταλαβαίνει καὶ μᾶς ἀγαπᾶ, θὰ μᾶς δίνει δύναμη, θὰ μᾶς δίνει θάρρος· γιὰ νὰ ἀγωνιζόμαστε περισσότερο καὶ νὰ Τὸν ἀκολουθοῦμε πιστὰ στὸ δρόμο ποὺ ὁδηγεῖ στὴ μεγαλύτερη νίκη, στὴν αἰώνια δόξα καὶ χαρά.

ΕΚ ΤΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ… ΚΑΙ ΜΗ ΧΕΙΡΟΤΕΡΑ…

ΕΚ ΤΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ… ΚΑΙ ΜΗ ΧΕΙΡΟΤΕΡΑ…

1. Πολιτικὴ ὀνοματοδοσία εἶναι νὰ πάει κάποιος νὰ δηλώσει τὸ παιδί του μὲ ὄνομα στὸ Ληξιαρχεῖο πρὶν ἀπὸ τὴ Βάπτιση. Βέβαια ὅλοι σχεδὸν ξέρουμε ὅτι τὸ ὄνομα τὸ δίνει ὁ πατέρας στὸ παιδὶ τὴν ὀγδόη ἡμέρα ἀπὸ τῆς γεννήσεώς του καὶ ὅτι μὲ τὴ Βάπτιση τὸ κάνουμε χριστιανό. Στὸ βάπτισμα ἁπλὰ ἐκφωνεῖται τὸ δοθὲν ὑπὸ τῶν γονέων ὄνομα. Πάει λοιπὸν μία νέα μητέρα στὸ Ληξιαρχεῖο, δηλώνει τὸ παιδί της μὲ ὄνομα καὶ ρωτάει τὸν ὑπάλληλο: -Τώρα μπορῶ νὰ τὸ κοινωνῶ στὴν Ἐκκλησία; Γιὰ νὰ πάρει τὴν ἀπάντηση τοῦ Φωτεινοῦ Παντογνώστη: -Ἀσφαλῶς, κυρία μου!

(ΣΧΟΛΙΟ: Κανένας ποτὲ ἀβάπτιστος δὲν μπορεῖ νὰ κοινωνήσει. Δὲν εἶναι μέλος τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας)

2. Ὁ κεκοιμημένος ἔχει ἀφήσει ρητὴ ἐντολὴ γιὰ νὰ ἀποτεφρωθεῖ. Θέλει νὰ χαθοῦν τὰ ἴχνη του, νὰ μὴ τὸν κλάψει κανένας καὶ ἰδίως ἡ γυναίκα του στὸ μνῆμα, καὶ νὰ μὴ τὸν βρεῖ οὔτε ὁ Θεός. Νομίζει ὅτι ἔτσι θὰ ἐκμηδενισθεῖ καὶ δὲν θὰ περάσει τὸ γεφύρι γιὰ τὴν ἀντίπερα ὄχθη. Πιθανὸν ὅμως νὰ θέλει ἢ νὰ θέλουν οἱ δικοί του καὶ νεκρώσιμη ἀκολουθία. Ὅταν ρωτάει ὁ ἱερέας ποὺ θὰ ταφεῖ ὁ νεκρὸς λένε ὅλοι ἐν χορῶ ὅτι θὰ τὸν πᾶμε στὸ χωριό, στὴν Ἄνω Πλατανιὰ Κιλκὶς (λέμε τώρα). Ὑποψιασμένος ὁ παπὰς ἀπὸ τὸ ἐνδεχόμενο τῶν ἀποτεφρωτήρων τῆς Βουλγαρίας, παίρνει τηλέφωνο τὸν ἱερέα στὴν Ἄνω Πλατανιὰ καὶ ἐκεῖ διαπιστώνει ὅτι δὲν περιμένουν κανένα νεκρό.

(ΣΧΟΛΙΟ: Ἂν μᾶς κάψουν ὅπως τοὺς Ἁγίους Τεσσαράκοντα, δὲν ὑφίσταται θέμα. Ἂν ὅμως ἐμεῖς ἐπιλέξουμε τὴν καύση καὶ υἱοθετήσουμε μετὰ μανίας τὸ πῦρ καὶ ὄχι τὴν ταφή, ὅπως λέγει ἡ Ἁγία Γραφὴ καὶ ὅπως συνέβη μὲ τὸν Χριστό μας, τὴν Παναγία μας, τότε δὲν χρειάζομαι τὶς εὐχὲς μίας Ἐκκλησίας ποὺ ἀλλοιῶς πρεσβεύει γιὰ τὸν θάνατο καὶ θάπτει τοὺς κεκοιμημένους της).

  1. Στὰ περὶ γάμου καὶ οἰκογενείας ἐκεῖ γίνεται ὁ κακὸς χαμός… Ὁ ὑποψήφιος κουμπάρος ἢ ἀνάδοχος ἔχει κάνει πολιτικὸ γάμο καὶ θέλει νὰ στεφανώσει στὴν Ἐκκλησία τοὺς κολλητούς του, πράγμα ποὺ αὐτὸς δὲν τὸ ἀκολούθησε. Θέλει νὰ ἀναλάβει ἐγγυητὴς τῆς πίστεως καὶ κατηχητὴς τοῦ νεοφωτίστου, νὰ διδάξει δηλαδὴ αὔριο στὸ νήπιο, στὸ παιδὶ τὴν Ὀρθοδοξία καὶ τὰ Μυστήρια, ἕνα τῶν ὁποίων περιφρόνησε καὶ ἴσως ἀκόμη συνεχίζει καὶ περιφρονεῖ συμβιώνοντας παράνομα ἀστεφάνωτος, χωρὶς τὸ Μέγα Μυστήριο τοῦ Γάμου. (ΣΧΟΛΙΟ: Τὰ εὐκόλως ἐννοούμενα παραλείπονται)

  2. Λέχτηκε κι αὐτό: – Εἶμαι κι ἐγὼ Χριστιανός, πηγαίνω στὸ Ἅγιο Ὅρος, προσεύχομαι καὶ κοινωνῶ… Ἐγκρίνω ὅμως καὶ ψηφίζω τὴν Ὁμοφυλοφιλία, δὲν συμφωνῶ μὲ τὴν Ἐκκλησία καὶ τοὺς κανόνες, ἄνθρωποι τὰ ἐφτίαξαν, ζητῶ συγγνώμη ποὺ ἀργήσαμε νὰ ψηφίσουμε τὸ ἐπάρατο σύμφωνο συμβίωσης, ἀλλὰ δὲν τὸ θέλω ἀσφαλῶς γιὰ τὰ παιδιά μου…Τὸ Εὐαγγέλιο ἦταν γιὰ τὸν καιρὸ ἐκεῖνο, σήμερα ἄλλαξαν τὰ πράγματα καὶ ἡ Ἐκκλησία πρέπει νὰ ἐκσυγχρονισθεῖ…(ΣΧΟΛΙΟ: Δὲν εἶμαι Χριστιανὸς χωρὶς τὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὴν Ἱερὴ Παράδοση. Μπορεῖ μερικὰ νὰ μὴ τὰ πολυκαταλαβαίνω τώρα, ἀλλὰ ἀλλοίμονο ἂν κάνω τὴν ἰδιοτροπία μου ἰδεολογία καὶ τὴν ἰδεολογία μου δῆθεν ὀρθόδοξη θεολογία)

  3. Λέχτηκε καὶ τοῦτο…Θὰ ἀποτελεῖ ποινικὸ ἀδίκημα νὰ βαπτίσει κάποιος ὀρθόδοξο τὸ παιδὶ τοῦ πρὶν τὸ ρωτήσει καὶ ἐνηλικιωθεῖ… Ἡ περιτομὴ τῶν παιδιῶν τῆς ἑβραϊκῆς κοινότητος καὶ τῆς μουσουλμανικῆς μειονότητος, καὶ αὐτὴ θὰ ἀποτελεῖ ποινικὸ ἀδίκημα; Τὸ ράντισμα τῶν Παπικῶν στὰ νησιά μας καὶ ἡ Θεία Μετάληψη στὰ 12 χρόνια τῶν καθολικῶν παιδιῶν, ὁ ὁδηγισμὸς καὶ ὁ προσκοπισμός; Ἡ ἀναγκαστικὴ φοίτηση στὴν ὑποχρεωτικὴ ἐκπαίδευση τῶν μαθητῶν, ὁ ἐμβολιασμός, αὐτὴ ἡ γέννησή τους; Ὅλα αὐτὰ θὰ ποινικοποιηθοῦν; Μήπως καὶ ἡ δήλωση τοῦ φύλου; – Ἦρθα νὰ δηλώσω τὸ παιδί μου, ἡ γυναίκα μου γέννησε ἀγόρι…λέγει ὁ νέος πατέρας. Καὶ ἀκούει ἐμβρόντητος ἀπὸ τὸν ὑπάλληλο τῆς Νέας Τάξης Πραγμάτων: – Ἡ γυναίκα σου γέννησε ἕνα μὼβ πιγκουΐνο. Τὸ φύλο θὰ τὸ διαλέξει τὸ παιδὶ ὅταν μεγαλώσει.

ΗΘΙΚΟΝ ΔΙΔΑΓΜΑ: Χρειαζόμαστε ἐπειγόντως διάβασμα. Ξανὰ καὶ ξανὰ τὸ Εὐαγγέλιο. Ἐδῶ στὴν Ἑλλάδα. Ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι. Οἱ αἱρετικοί τῆς Εὐρώπης τὸ βλέπουμε ἐγκρίνουν τὴ μία κατόπιν τῆς ἄλλης τὶς διαστροφές… Ἐδῶ χρειάζεται κατήχηση καὶ ἐπανευαγγελισμός, πράγμα τὸ ὁποῖο δὲν θέλει τὸ ἀναδομημένο Ὑπουργεῖο Παιδείας, γιὰ νὰ εἶναι χειραγωγήσιμα καὶ διαχειρίσιμα τὰ ἑλληνόπουλα, πιόνια στὰ κελεύσματα τῆς Νέας Ἐποχῆς καὶ ὄχι ζωντανὰ καὶ φωτισμένα μέλη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας…

Ἡ ὑπέρτατη αὐθεντία καὶ ἡ τελικὴ ἀλήθεια τῆς Μεγάλης Συνόδου

Ἡ ὑπέρτατη αὐθεντία καὶ ἡ τελικὴ ἀλήθεια τῆς Μεγάλης Συνόδου
Ἡ ὑπέρτατη αὐθεντία καὶ ἡ τελικὴ ἀλήθεια τῆς Μεγάλης Συνόδου
Ἀπὸ τὸ 1961 προετοιμαζόταν καρκινοβατώντας καὶ ἤδη καθορίστηκε νὰ πραγματοποιηθεῖ ἀπὸ 18 ἕως 27 Ἰουνίου 2016 στὶς ἐγκαταστάσεις τῆς Ὀρθόδοξου Ἀκαδημίας Κρήτης στὸ Κολυμπάρι τῶν Χανίων ἡ Μεγάλη Πανορθόδοξη Σύνοδος.
Ἡ ὅλη κίνηση θεωρήθηκε ὅτι ἔχει «κοσμοϊστορικὴ σημασία», ἀφοῦ «γιὰ πρώτη φορὰ ὕστερα ἀπὸ μία χιλιετία καὶ πλέον ἐκπρόσωποι ὅλων τῶν κατὰ τόπους Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν θὰ συνέλθουν νὰ συζητήσουν καὶ νὰ λάβουν ἀπὸ κοινοῦ ἀποφάσεις γιὰ σημαντικότατα θέματα» (Καθηγητὴς Ἰωάννης Μαρτζέλος).
Ἡ σύγκληση Πανορθόδοξης Συνόδου μετὰ ἀπὸ αἰῶνες εἶναι ἀναμφιβόλως σημαντικότατο γεγονός. Ἡ Σύνοδος μπορεῖ πράγματι νὰ ἀποκτήσει καὶ κοσμοϊστορικὴ σημασία, ἄν, συλλαμβάνοντας τὰ σημεῖα τῶν καιρῶν, φανερώσει μέσα στὴ σύγχυση καὶ τὸ πυκνὸ σκοτάδι τοῦ κόσμου τὴ μοναδικὴ ἀλήθεια, τὸν μόνο δρόμο, τὸ ἀληθινὸ φῶς, τὸν Χριστό. Ἐπιθυμοῦμε ὁλόψυχα νὰ τὸ κάνει, καὶ αὐτὸ ἀποτελεῖ εὐχὴ καὶ προσευχὴ ὅλων μας, ὅλων τῶν μελῶν τῆς Ἁγίας Ἐκκλησίας μας.
Ὅμως δὲν μποροῦμε καὶ νὰ ζοῦμε μὲ ψευδαισθήσεις. Ὑπάρχουν κάποια στοιχεῖα, παλαιότερα καὶ νεότερα, ποὺ μᾶς ὑποχρεώνουν νὰ εἴμαστε συγκρατημένοι, εἰδικὰ ὡς πρὸς τὴν τυχὸν κοσμοϊστορικὴ σημασία τῆς Μεγάλης Συνόδου. Ἀφοῦ τὰ πρὸς συζήτηση θέματά της εἶναι:
«α) Ἀποστολὴ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐν τῷ συγχρόνῳ κόσμῳ β) Ἡ Ὀρθόδοξος Διασπορά γ) Τὸ Αὐτόνομον ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ καὶ ὁ τρόπος ἀνακηρύξεως αὐτοῦ δ) Τὸ μυστήριον τοῦ Γάμου καὶ τὰ κωλύματα αὐτοῦ ε) Ἡ σπουδαιότης τῆς νηστείας καὶ ἡ τήρησις αὐτῆς σήμερον καὶ ς) Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν λοιπὸν χριστιανικὸν κόσμον».
Ὅπως διαπιστώνουμε, τὸ θεματολόγιο τῆς Συνόδου ἐξαντλεῖται σὲ δευτερεύοντα θέματα. Δὲν συμπεριλαμβάνει τὰ μεγάλα, τὰ καίρια, τὶς φοβερὲς προκλήσεις τοῦ ἀποστατημένου κόσμου, καὶ μάλιστα τὴν εὐθύνη τῆς Συνόδου νὰ θέσει φραγμὸ στὴν ὑβριστικὴ ἀποστασία τοῦ δυτικοῦ Χριστιανισμοῦ, τὸν Παπισμὸ καὶ τὸν Προτεσταντισμό.
Ἡ παρούσα ἀναφορά μας στὰ τῆς Συνόδου ἴσως θεωρηθεῖ ἀπὸ κάποιους ὅτι ἔχει ἀρνητικὸ χαρακτήρα. Ὅμως σκοπός μας δὲν εἶναι ἡ ἄρνηση. Ἐπιδίωξή μας εἶναι νὰ ἀποφευχθοῦν δυσάρεστες ἐξελίξεις ποὺ μπορεῖ νὰ θέσουν σὲ κρίση συνειδήσεως τὸν δοκιμαζόμενο ἀπὸ τὴ σαρωτικὴ ἐπέλαση τῆς ἀποστασίας εὐλογημένο λαὸ τοῦ Θεοῦ. Γι᾿ αὐτὸ καὶ μὲ συνοχὴ ψυχῆς καταθέτουμε τὶς παρακάτω παρατηρήσεις μας.
Ἤδη δόθηκαν στὴ δημοσιότητα τὰ ἐγκριθέντα ἀπὸ Προσυνοδικὲς Διασκέψεις σχετικὰ κείμενα, ἀπὸ τὰ ὁποῖα ἰδιαιτέρως θὰ μᾶς ἀπασχολήσουν τὸ ἀπὸ τὴν Ε΄ Προσυνοδικὴ Διάσκεψη (Σαμπεζὺ 10-17 Ὀκτ. 2015) ἐγκριθὲν κείμενο γιὰ «τὶς σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν λοιπὸν χριστιανικὸν κόσμον», καθὼς καὶ ὁ «Κανονισμὸς ὀργανώσεως καὶ λειτουργίας τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου».
Α. «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν λοιπὸν χριστιανικὸν κόσμον»
Τὸ σπουδαιότερο ἀπὸ τὰ πρὸς συζήτηση θέματα τῆς Συνόδου εἶναι ἀναμφιβόλως αὐτὸ τῶν σχέσεων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν ὑπόλοιπο χριστιανικὸ κόσμο, τοῦ ὁποίου τὸ ἐγκριθὲν σχέδιο κειμένου ἐκθέτει τὶς βασικὲς θέσεις σὲ 24 ἄρθρα.
Ἔχει ἤδη διεξαχθεῖ ἱκανὸς δημόσιος Διάλογος γιὰ κάποια ἀπὸ τὰ 24 αὐτὰ σημεῖα. Ἀπὸ τὴν πλευρά μας θὰ περιορίσουμε τὶς παρατηρήσεις μας στὰ παρακάτω 3 σημεῖα:
1. Τὸ κείμενο στὸ πρῶτο του ἄρθρο διατυπώνει ξεκάθαρα τὴν ἀλήθεια ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία. Ὅμως τὸ ἴδιο κείμενο στὸ τέλος πελαγοδρομεῖ, καθὼς προσπαθεῖ νὰ συμβιβάσει τὴ βασικὴ αὐτὴ ἀλήθεια μὲ τὴν ἐπιδιωκόμενη μέσῳ τῶν ἤδη ἀποτυχημένων Διαλόγων ἑνότητα καὶ μὲ τὴ σύγχυση ποὺ ἐπιφέρει ἡ συμμετοχή μας στὸ Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν.
2. Θὰ ἐπιμείνουμε περισσότερο στὸ ἄρθρο 11, ποὺ πραγματεύεται τὴ μεθοδολογία διεξαγωγῆς τῶν θεολογικῶν Διαλόγων. Λέει: «Ἐν περιπτώσει ἀδυναμίας ὑπερβάσεως συγκεκριμένης τινὸς θεολογικῆς διαφορᾶς ὁ θεολογικὸς Διάλογος δύναται νὰ συνεχίζηται, καταγραφομένης τῆς διαπιστωθείσης ἐπὶ τοῦ συγκεκριμένου θέματος θεολογικῆς διαφωνίας καὶ ἀνακοινουμένης ταύτης πρὸς πάσας τὰς κατὰ τόπους Ὀρθοδόξους Ἐκκλησίας διὰ τὰ ἐφεξῆς δέοντα γενέσθαι».
Τὸ ἄρθρο εἶναι παντελῶς ἀπαράδεκτο. Προτείνει ὕποπτη καὶ παραπλανητικὴ τακτική. Ἂν δὲν ἐπιτυγχάνεται συμφωνία σὲ καίρια δογματικὰ ζητήματα, ὁ Διάλογος θὰ πρέπει νὰ διακόπτεται ἀμέσως. Ἡ συνέχισή του κρύβει δόλο. Γιὰ ὅλους ὅσοι ἔχουν παρακολουθήσει τὰ περὶ τὸν Διάλογο μὲ τὸν Παπισμό, τὸ πράγμα εἶναι ὁλοφάνερο. Ἐκεῖ ἡ συζήτηση γιὰ τὸ πρωτεῖο τοῦ Πάπα κατέληξε σὲ παταγώδη ἀποτυχία. Μὲ τὸ σημεῖο τοῦτο λοιπὸν ἐπιχειρεῖται νὰ παρακαμφθεῖ τὸ ἀδιέξοδο τῆς ἀποτυχίας καὶ τῆς ἐπιβαλλόμενης ματαιώσεως τοῦ Διαλόγου. Γι᾿ αὐτὸ λένε: Συνεχίζουμε τὸν Διάλογο γιὰ ἄλλα θέματα.
Γιατί ὅμως σχεδιάζουν νὰ συνεχιστεῖ ὁ Διάλογος μὲ ἑπόμενα θέματα; Ἡ ἀπάντηση εἶναι ἁπλή: μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ ὑπάρχει οἰκουμενιστικὴ ἐπικοινωνία· ἔτσι ὥστε στοὺς πολλοὺς νὰ καλλιεργεῖται ἡ ἐντύπωση ὅτι βαδίζουμε πρὸς συμφωνία καὶ ἕνωση, καὶ νὰ «νομιμοποιεῖται» ἡ συμμετοχὴ ἐπισκόπων καὶ ἄλλων κληρικῶν σὲ κοινὲς μὲ τοὺς αἱρετικοὺς φιέστες καὶ ποικίλες τελετὲς καὶ ἐκδηλώσεις. Ἐνέργειες ποὺ τελικὰ θὰ δημιουργήσουν ἀνεπαίσθητα ἕνωση στὴν πράξη, χωρὶς νὰ ἔχει ἐπιτευχθεῖ συμφωνία στὴν πίστη – αὐτὸ ἀκριβῶς ποὺ εἶχε πρόγραμμά του ὁ Πατριάρχης Ἀθηναγόρας. Κανένας σήμερα δὲν πιστεύει ὅτι θὰ ἐπιτευχθεῖ συμφωνία μὲ τὸν Θεολογικὸ Διάλογο.
Ὁ Πάπας Φραγκίσκος σ᾿ αὐτὸ τὸ σημεῖο ὑπῆρξε εἰλικρινής. Δήλωσε στὶς 30 Νοεμβρίου 2014 στὸν δημοσιογράφο Andrea Tornielli κατὰ τὴ διάρκεια τῆς πτήσεως τῆς ἐπιστροφῆς του στὴ Ρώμη ἀπὸ τὴν ἐπίσκεψή του στὴν Κωνσταντινούπολη: «Πιστεύω ὅτι κινούμαστε πρὸς τὰ ἐμπρὸς στὶς σχέσεις μας μὲ τὴν Ὀρθοδοξία, αὐτοὶ ἔχουν τὰ μυστήρια καὶ τὴν ἀποστολικὴ διαδοχή, κινούμαστε πρὸς τὰ ἐμπρός. Ἐὰν περιμένουμε ἀπὸ τοὺς θεολόγους νὰ καταλήξουν σὲ συμφωνία, αὐτὴ ἡ μέρα δὲν θὰ ἔρθει ποτέ!». Ὑπενθύμισε μάλιστα τὰ λόγια τοῦ Πατριάρχη Ἀθηναγόρα: «Ὁ Ἀθηναγόρας, δήλωσε: “Ἂς βάλουμε τοὺς θεολόγους σὲ ἕνα νησὶ γιὰ νὰ συζητοῦν μεταξύ τους, καὶ ἐμεῖς νὰ προχωρήσουμε μαζὶ μπροστά”. Ἡ ἑνότητα εἶναι ἕνα ταξίδι ποὺ πρέπει νὰ συνεχίσουμε μαζί, εἶναι πνευματικὸς οἰκουμενισμός, νὰ προσευχόμαστε μαζί, νὰ ἐργαζόμαστε ἀπὸ κοινοῦ».
Τὸ ζήτημα λοιπὸν εἶναι κάτι παραπάνω ἀπὸ σαφές: Ὁ Θεολογικὸς Διάλογος γίνεται γιὰ τὰ μάτια τῶν πολλῶν, ἐνῶ ταυτόχρονα μέσῳ τῶν ἑορταστικῶν καὶ ἄλλων ἐκδηλώσεων προωθεῖται ἡ ἕνωση στὴν πράξη. Αὐτὴ εἶναι ἡ ὠμὴ ἀλήθεια. Τὴν ἕνωση τὴ θέλουμε ὁλόψυχα ὅλοι οἱ πιστοί. Ἀλλὰ νὰ εἶναι ἕνωση ἀληθινή. Ἕνωση στὴν πίστη, ὅπως διαπύρως εὐχόμαστε σὲ κάθε λατρευτική μας σύναξη. Ὄχι διπλωματικὸς ἑλιγμός. Εἶναι συνεπῶς ἀπολύτως ἀπαράδεκτο τὸ ἄρθρο 11. Ὅταν δὲν ὑπάρχει συμφωνία, ἢ ἐπιμένουμε νὰ βρεθεῖ λύση ἢ σταματοῦμε τὸν Διάλογο. Δὲν ἐμπαίζουμε τὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ.
3. Ἐξίσου ἀπαράδεκτο ὅμως εἶναι καὶ τὸ ὑποστηριζόμενο στὸ ἄρθρο 22, ὅτι δηλαδὴ τὸ συνοδικὸ σύστημα ἀποτελεῖ «τὸν ἁρμόδιον καὶ ἔσχατον κριτὴν περὶ τῶν θεμάτων τῆς πίστεως». Ναί, εἶναι σωστὸ ὅτι τὰ θέματα τῆς πίστεως πρέπει νὰ ἐπιλύονται συνοδικῶς. Ὅμως ὁ ἔσχατος κριτὴς δὲν εἶναι ἡ ἴδια ἡ Σύνοδος ἀλλὰ ἡ «Συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας». Τί ὅμως εἶναι ἡ «Συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας»; Εἶναι ἡ ὑπὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐμπνεόμενη στὶς καρδιὲς τῶν ζώντων μελῶν τῆς Ἐκκλησίας ἀποδοχὴ ἢ ἀπόρριψη τῶν ἀποφάσεων τῶν Συνόδων.
Ὅπως ἀκριβέστατα τὸ διετύπωσε ὁ ἀείμνηστος καθηγητὴς Παναγιώτης Τρεμπέλας, «ὅταν μία Σύνοδος προκαλέσῃ τὴν δυσπιστίαν καὶ τὸν σκανδαλισμὸν τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ πληρώματος, μορφοῦται συνείδησις ἐκκλησιαστικὴ τοῦ φρουροῦ τῆς Ὀρθοδοξίας, δυνατὴ καὶ τὸ κῦρος συνόδων ὡς Οἰκουμενικῶν συγκαλουμένων νὰ ἐκμηδενίσῃ» («Ὁ Παναγιώτης Ν. Τρεμπέλας ἐπὶ τῆς Οἰκουμενικῆς Κινήσεως καὶ τῶν Θεολογικῶν Διαλόγων», ἔκδ. «Ὁ Σωτήρ», Ἀθῆναι 2007, σελ. 88-89).
Ἀντίστοιχα ὁ καθηγητὴς Ἀμίλκας Ἀλιβιζάτος στὸ πόνημά του «Ἡ συνείδησις τῆς Ἐκκλησίας» (σελ. 32) σημειώνει: «Τῆς ἐπακριβοῦς διαγνώσεως τῆς ἐκκλησιαστικῆς Συνειδήσεως ἕπεται τώρα ὁ τρόπος τῆς ἐπικυρωτικῆς ἢ ἀνατρεπτικῆς αὐτῆς ἐπιβολῆς. Ἡ πάνδημος τότε ἐπικυρωτικὴ ἢ ἀνατρεπτικὴ αὐτὴ ἐκδήλωσις ἐπὶ ὡρισμένων ἐκκλησιαστικῶν ἀποφάσεων φέρει χαρακτῆρα ὀργανικῆς ἐνεργείας, ἀκριβῶς διότι εἶναι ὁριστικῶς ἐπικυρωτικὴ ἢ ἀνατρεπτικὴ σπουδαιοτάτων καὶ ἐπισημοτάτων ἀκόμη ἐκκλησιαστικῶν ἀποφάσεων.
Εἰς τὴν περίπτωσιν ταύτην ὁμιλοῦμεν περὶ τῆς ἀποφάνσεως τῆς ἐκκλησιαστικῆς Συνειδήσεως, ἥτις τυπικῶς μηδὲν ὀργανικὸν ἢ διοικητικὸν γνώρισμα ἔχουσα, οὐδὲ συνεπῶς καὶ οἱονεὶ ὡς ἀνωτέρα ἀρχὴ ὑφισταμένη ἐν ὡρισμένῳ τόπῳ καὶ χρόνῳ καὶ ἐνεργοῦσα, ἔχει ἐν τούτοις τὴν πραγματικὴν δύναμιν ἐγκρίσεως καὶ ἐπικυρώσεως καὶ δογματικῶν ἀκόμη ἀποφάσεων Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Συνήθως ὁμιλοῦμεν περὶ τῆς Οἰκουμενικῆς Συνόδου ὡς περὶ τῆς ὑψίστης ἐκκλησιαστικῆς ἀρχῆς καὶ αὐθεντίας, ἥτις ἀποφαίνεται πλὴν ἄλλων καὶ ἀλαθήτως ἀκόμη ἐπὶ τῆς δογματικῆς διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας. Ὡς ὅμως ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία καταδεικνύει, τοῦτο λέγεται μόνον θεωρητικῶς καὶ ὑπὸ τὴν αἵρεσιν τῆς ἐγκρίσεως τῶν ἀποφάσεων τούτων ὑπὸ τῆς Συνειδήσεως τῆς Ἐκκλησίας».
Σημαντικότατες ἐπισημάνσεις ποὺ φανερώνουν ποιὸς εἶναι ὁ τελικὸς κριτὴς τῶν συνοδικῶν ἀποφάσεων. Γι᾿ αὐτὸ τὸν λόγο τὸ ἄρθρο 22, ἔτσι ὅπως εἶναι διατυπωμένο, εἶναι παντελῶς ἀπόβλητο.
Β. Ὁ κανονισμὸς τῆς Συνόδου
Μέγιστο πρόβλημα ἀποτελεῖ καὶ ὁ λεγόμενος «Κανονισμὸς Ὀργανώσεως καὶ Λειτουργίας τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου» καὶ εἰδικότερα τὸ ἄρθρο 12 ποὺ ἐπιγράφεται «ψηφοφορία καὶ ἔγκρισις τῶν κειμένων».
Σύμφωνα μὲ αὐτὸ ἡ ψηφοφορία γιὰ τὰ συζητούμενα θέματα γίνεται ἀπὸ τὴν κάθε αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία καὶ ὄχι ἀπὸ τὸν κάθε ἐπίσκοπο χωριστά. Ὁ ἐπίσκοπος κατὰ τὸν κανονισμὸ ἔχει τὸ δικαίωμα νὰ διαφωνεῖ, καὶ ἡ διαφωνία του καταγράφεται στὰ Πρακτικά. Δὲν ἔχει ὅμως δικαίωμα πραγματικῆς καὶ ἰσόκυρης ψήφου. (Ἡ διαφωνία του ἀποτελεῖ ἐσωτερικὸ ζήτημα τῆς Ἐκκλησίας, στὴν ὁποία ἀνήκει. Ἂν διατυπώσει αἱρετικὴ διδασκαλία, ἡ Μεγάλη Σύνοδος δὲν θὰ τὸν καταδικάσει, θὰ τὸν ἀφήσει στὴν κρίση τῆς τοπικῆς του Ἐκκλησίας. Ἂν μὲ θεϊκὸ φωτισμὸ ὁμολογήσει μὲ κρυστάλλινη ἀκρίβεια τὴν ἀλήθεια τῆς πίστεως, ἡ Μεγάλη Σύνοδος θὰ τὸν ἀγνοήσει).
Ἡ διάταξη συνεπῶς αὐτὴ ὑποτιμᾶ κατὰ τρόπο ἀπαράδεκτο τοὺς ἐπισκόπους καὶ συνιστᾶ πρωτοφανὴ στραγγαλισμὸ ὄχι μόνο τῆς ἀνθρώπινης ἐλευθερίας ἀλλὰ καὶ τῆς ἐκδηλώσεως τῆς πνοῆς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γιὰ πρώτη φορὰ στὴν Ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας ἐπιβάλλεται τέτοια δικτατορικῆς νοοτροπίας διάταξη. Ἀποτελεῖ οὐσιαστικὰ βόμβα στὰ θεμέλια τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησιολογίας. Οὔτε στὸ ὁλοκληρωτικὸ σύστημα τοῦ παπισμοῦ δὲν ἐφαρμόστηκε τέτοια ἀπαράδεκτη τακτική. Συνῆλθε τὸ 1962 ἡ Δεύτερη Σύνοδος τοῦ Βατικανοῦ μὲ συμμετοχὴ περισσότερων ἀπὸ 2.000 ἐπισκόπων καὶ κατὰ τὴ λήξη τῆς πρώτης περιόδου, στὶς 8 Δεκεμβρίου τοῦ 1962, ὁ πάπας Ἰωάννης ΚΓ΄ συμπέρανε ὅτι «οἱ ἀντίθετες ἀπόψεις ποὺ διατυπώθηκαν ἔδειξαν ὅτι στὴν Ἐκκλησία ὑπάρχει κόσμος ἐλευθερίας».
Κόσμος ἐλευθερίας στὸ δικτατορικὸ Βατικανὸ καὶ στραγγαλισμός της στὴν Ὀρθοδοξία; Θὰ εἶναι πραγματικὰ θλιβερὸ νὰ συμβεῖ κάτι τέτοιο.
Γ. Τὰ μεγάλα θέματα
Χωρὶς νὰ ὑποτιμοῦμε κάποια ἀπὸ τὰ ἐγκριθέντα θέματα τῆς Μεγάλης Συνόδου, ἐπιθυμοῦμε νὰ τονίσουμε, ὅπως ἤδη ἀναφέραμε, ὅτι ἔχουν δευτερεύοντα χαρακτήρα καὶ δὲν ἀποτελοῦν ἐπαρκὴ καὶ ἀναγκαῖο λόγο γιὰ τὴ σύγκλησή της. Οὐσιαστικὸ θέμα θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι αὐτὸ τῶν σχέσεων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν ὑπόλοιπο χριστιανικὸ κόσμο, ἂν εἶχε τεθεῖ σὲ σωστὴ βάση καὶ ὄχι ἔτσι ὅπως περιγράφεται στὸ κείμενο, μὲ τὸν εὔκολα διαφαινόμενο σκοπὸ νὰ ἐγκριθεῖ πανορθοδόξως ἡ οἰκουμενιστικὴ ἐκτροπὴ τῶν τελευταίων δεκαετιῶν.
Κι ἐνῶ τὰ θέματα τῆς Συνόδου κρίνονται ἀπὸ πολλοὺς καὶ ἀπὸ μᾶς δευτερεύουσας σημασίας, παραθεωροῦνται πραγματικὰ μεγάλα καὶ ἐπείγοντα ζητήματα ὅπως εἶναι τὰ ἀκόλουθα:
1. Ἡ διακήρυξη ὄχι μόνο ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, ἀλλὰ καὶ ὅτι ὅλες οἱ ἄλλες ὁποιασδήποτε μορφῆς χριστιανικὲς κοινότητες ὀφείλουν νὰ συνέλθουν ἀπὸ τὴν ἀχαλίνωτη ἐκτροπὴ καὶ ἀποστασία τους καὶ νὰ ἐπιστρέψουν σ᾿ αὐτήν. Καὶ ὅτι ἔτσι ἐννοεῖ ἡ Ὀρθοδοξία τὴν ἐπιδιωκόμενη διὰ τῶν Διαλόγων ἑνότητα.
2. Ἡ ἐξίσου ξεκάθαρη διακήρυξη ὅτι ὁ σεβασμὸς πρὸς τὶς ἄλλες θρησκεῖες τοῦ κόσμου δὲν πρέπει νὰ ὁδηγεῖ σὲ ὁποιαδήποτε μορφὴ Πανθρησκείας μὲ σχετικοποίηση τῆς ἀλήθειας περὶ τοῦ προσώπου τοῦ Χριστοῦ. Ἡ Σύνοδος θὰ πρέπει νὰ διακηρύξει ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ μόνος ἀληθινὸς Θεὸς καὶ ὁ μόνος Σωτήρας τοῦ κόσμου· ὅτι, ὅπως διεσάλπισε ὁ ἀπόστολος Πέτρος, «οὐκ ἔστιν ἐν ἄλλῳ οὐδενὶ ἡ σωτηρία» (Πράξ. δ΄ 12), καὶ ἔτσι νὰ καταδικαστοῦν ὅλες οἱ μορφὲς συγκρητισμοῦ καὶ οἱ ἐνεργούμενες συγχωνεύσεις θρησκευτικῶν δοξασιῶν.
3. Ἡ ἀντιμετώπιση ἐπίσης τῆς ραγδαίας ἐκκοσμικεύσεως ποὺ ὁδηγεῖ σὲ παράλογες ἀντιλήψεις, ὅπως αὐτὴ περὶ δῆθεν φυσιολογικῆς μορφῆς τῶν ὁμοφυλοφιλικῶν σχέσεων, ἀντιλήψεις ποὺ ἀποτελοῦν σημεῖα τῶν ἐσχάτων καιρῶν καὶ σοβαρὲς ἐνδείξεις ὅτι βρισκόμαστε κατὰ κυριολεξίαν στοὺς καιροὺς τῆς Ἀποκαλύψεως, καὶ ἄρα θὰ ἔπρεπε μιὰ τέτοια Μεγάλη Σύνοδος νὰ προετοιμάσει τοὺς πιστοὺς γιὰ τὰ ἀναμενόμενα νὰ συμβοῦν, ἀντὶ νὰ ἐξαντλεῖται σὲ μιὰ ἀνούσια ἀγαπολογία πρὸς τοὺς ἀμετανόητους αἱρετικοὺς τῆς Δύσεως, τὸν ἑωσφορίζοντα Παπισμὸ καὶ τὸν σὲ πλήρη ἀποστασία καταντήσαντα Προτεσταντισμό.
Σταματοῦμε ἐδῶ, διατυπώνοντας ταυτόχρονα τὴν εὐχὴ νὰ ἀποφευχθεῖ κάθε κίνδυνος ἐκτροπῆς ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη πίστη καὶ νὰ προστεθεῖ ἡ Μεγάλη Σύνοδος στὴν ἀδαμάντινη ἁλυσίδα τῶν Ἁγίων Συνόδων τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ κράτυναν τὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου καὶ φωτίζουν τὴν πορεία τῶν πιστῶν μέσα στὸ πυκνὸ σκοτάδι τοῦ διεφθαρμένου κόσμου.
«Ἔπειτα παρ᾽ ἡμῖν οὔτε Πατριάρχαι οὔτε Σύνοδοι ἐδυνήθησάν ποτε εἰσαγαγεῖν νέα, διότι ὁ ὑπερασπιστὴς τῆς θρησκείας ἐστὶν αὐτὸ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ἤτοι αὐτὸς ὁ λαός, ὅστις ἐθέλει τὸ θρήσκευμα αὐτοῦ αἰωνίως ἀμετάβλητον καὶ ὁμοειδὲς τῷ τῶν Πατέρων αὑτοῦ»
Ἀπάντησις τῶν Ὀρθοδόξων πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς πρὸς τὸν πάπαν Πῖον Θ´ (1848)

ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ καὶ ΚΑΚΕΚΤΥΠΑ ΙΔΕΟΛΟΓΗΜΑΤΑ ΑΓΑΠΗΣ (Γέρ. Θαδδαῖος)

Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ βιβλίο
τοῦ Γέροντος Θαδδαίου τῆς Βιτόβνιτσα
«Οἱ λογισμοὶ καθορίζουν τὴν ζωή μας»,
ἐκδ. «Ἐν πλῷ», 2012, σελ. 13-14


ΕΙΣ. ΣΧ. »: Πρὸς ὑποβοήθησιν ὅσων ἔχουν ὑποσκελισθεῖ ἀπὸ τὸ κακέκτυπο καὶ χρησιμοθηρικὸ ἰδεολόγημα τῆς ὑποκριτικῆς ἀγάπης ἐν σχέσει πρὸς τὸ προσφυγικό!

.             «Πρέπει νὰ ὑπερασπιζόμαστε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον, γιατί εἴμαστε ἀδέλφια –ἰδιαίτερα ὅσοι ἔχουμε τὴν ἴδια πίστη. Ὑπάρχει ἕνα τέτοιο παράδειγμα στὴν ἱστορία. Ὅταν κάποτε πῆγε μία ἐπίσημη ἀντιπροσωπεία ἀξιωματούχων ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη στοὺς Σαρακηνοὺς γιὰ νὰ διαπραγματευτοῦν τὴν εἰρήνη, οἱ Σαρακηνοὶ ἰσχυρίστηκαν ὅτι οἱ Χριστιανοὶ δὲν ὑπακούουν στὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ. Εἶπαν: «Γιατί ἐσεῖς οἱ χριστιανοὶ παρακοῦτε τὴν ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ, νὰ ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθρούς σας καὶ ἀντ᾽ αὐτοῦ μᾶς διώκετε καὶ μᾶς σκοτώνετε;»
.           Μέλος ἐκείνης τῆς ἀντιπροσωπείας ἦταν καὶ κάποιος Κύριλλος. Αὐτὸς ἀπάντησε στοὺς Σαρακηνούς: «Ἃν σὲ ἕνα συγκεκριμένο νόμο ὑπάρχουν δύο ἐντολές, ποὺ πρέπει νὰ ἐκπληρωθοῦν, ποιός ἄνθρωπος εἶναι πιὸ δίκαιος, αὐτὸς ποὺ ἐκπληρώνει καὶ τὶς δύο ἢ ἐκεῖνος ποὺ ἐκπληρώνει μονάχα τὴν μία;» Οἱ Σαρακηνοὶ ἀπάντησαν: «Αὐτὸς ποὺ ἐκπληρώνει καὶ τὶς δύο, φυσικά». Τότε ὁ Κύριλλος εἶπε: «Ὡς μεμονωμένα ἄτομα συγχωροῦμε τοὺς ἐχθρούς μας ἀλλὰ ὡς κοινότητα θυσιάζουμε τὴν ζωή μας ὁ ἕνας γιὰ τὸν ἄλλο, διότι ὁ Κύριος εἶπε ὅτι δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερη ἀγάπη ἀπὸ τὸ νὰ θυσιάζει κάνεις τὴν ζωή του γιὰ τὸν πλησίον. Ὡς κοινότητα προστατεύουμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο καὶ θυσιάζουμε τὴν ζωή μας ὁ ἕνας γιὰ τὸν ἄλλο. Ἐσεῖς ὄχι μόνο ἔχετε ὡς στόχο νὰ μᾶς ὑποδουλώσετε, ἀλλὰ ἐποφθαλμιᾶτε καὶ τὴν πνευματική μας ἐλευθερία. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος ποὺ ὑπερασπιζόμαστε τὸν ἑαυτό μας. Αὐτὸ συνιστᾶ δίκαιο ἀγώνα. Κι ἔπειτα ὑπάρχει ἐπίσης καὶ τὸ παράδειγμα τοῦ Ἁγίου Ἰωαννικίου τοῦ Μεγάλου […]»

Ὁμιλία στοὺς Ἁγίους Σαράντα Μάρτυρες



(Τὸ θαυμάσιο τοῦτο κείμενο δὲ ξέρουμε ποιὸ χρόνο γράφηκε. Ἐκφωνήθηκε ὅμως στὴ μνήμη τῶν 40 Μαρτύρων, ποὺ τὸ 320 θανατώθηκαν κατὰ τὸ διωγμὸ τοῦ Λικινίου. Τοὺς ἱεροὺς αὐτοὺς ἀθλητές, ἐπειδὴ γενναίως ὁμολόγησαν πίστη στὸν Χριστό, τοὺς σύναξαν καὶ τοὺς ἔστησαν στὴν παγωμένη λίμνη στὸ κέντρο τῆς Σεβάστειας. Ὁ Μέγας Βασίλειος, χάρη στὶς ἄριστες ἰατρικές του γνώσεις, περιγράφει μὲ τρόπο ἐκπληκτικὸ τὶς διεργασίες ποὺ συντελοῦνται στὸν ἀνθρώπινο ὀργανισμὸ ἀπὸ τὸ ψύχος καὶ τὸ πάγωμα καὶ πῶς ἐπέρχεται ὁ θάνατος. Πέραν ὅμως τούτου ἔχουμε στὰ μάτια μας ἕνα πολὺ ἀρρενωπὸ κείμενο, ἔξοχα δομημένο, ποὺ δίνει ἀνάγλυφη τὴ θεολογία τοῦ μαρτυρίου, τὴ σημασία ποὺ αὐτὸ ἔχει γιὰ τὸν ἴδιο τὸ μάρτυρα, γιὰ τοὺς λοιποὺς πιστοὺς καὶ γιὰ τὴν Ἐκκλησία γενικά.)



Ποῖος κορεσμὸς θὰ ἠμποροῦσε νὰ ὑπάρξῃ ἀπὸ τὴν μνήμην τῶν μαρτύρων, δι᾿ αὐτὸν ὁ ὁποῖος ἀγαπᾷ τοὺς μάρτυρας; Διότι ἡ τιμὴ πρὸς τοὺς ἀνδρείους ἀπὸ μέρους τῶν συνδούλων των, ἀποδεικνύει τὴν εὔνοιαν πρὸς τὸν κοινὸν Κύριον. Εἶναι ἄλλωστε ὁλοφάνερον ὅτι αὐτὸς ὁ ὁποῖος παραδέχεται τοὺς γενναίους ἄνδρας, δὲν θὰ ὑστερήσῃ κατὰ τὴν μίμησιν, ὅταν εὑρεθῇ εἰς παρομοίας περιστάσεις. Νὰ μακαρίσῃς ἀληθινὰ αὐτὸν ποὺ ἐμαρτύρησε, διὰ νὰ γίνῃς μάρτυς κατὰ τὴν διάθεσιν, καὶ θὰ καταλήξῃς νὰ ἀξιωθῆς τοὺς ἰδίους μισθοὺς μὲ ἐκείνους, χωρὶς νὰ διωχθῆς, χωρὶς νὰ καῆς εἰς τὴν φωτιάν, χωρὶς νὰ μαστιγωθῆς. Ἠμεῖς δὲ δὲν πρόκειται νὰ θαυμάσωμεν ἕνα, οὔτε μόνον δύο, οὔτε ὁ ἀριθμὸς τῶν μακαριζομένων φθάνει μέχρι τοῦ ἀριθμοῦ τῶν δέκα. Ἀλλὰ σαράντα ἄνδρες, ποὺ ὡσὰν νὰ εἶχαν μίαν ψυχὴν εἰς ξεχωριστὰ σώματα, μὲ μίαν σύμπνοιαν καὶ ὁμόνοιαν τῆς πίστεως, μίαν ἐπέδειξαν καὶ τὴν καρτερίαν εἰς τὰ βάσανα καὶ τὴν ἀντίστασιν, χάριν τῆς ἀληθείας. Ὅλοι ὑπῆρξαν ἕνας καὶ ἕνας· ἴσοι εἰς τὴν διάθεσιν καὶ ἴσοι εἰς τὸν ἀγῶνα. Διὰ τοῦτο καὶ μὲ τὴν ἰδίαν τιμὴν κατηξιώθησαν νὰ λάβουν τὰ στεφάνια τῆς δόξης. Ποιὸς λόγος θὰ ἠμποροῦσε νὰ περιγράψῃ τὴν ἀξίαν των; Δὲν θὰ ἐπαρκοῦσαν οὔτε σαράντα γλῶσσαι νὰ ἐξυμνήσουν τὴν ἀρετὴν τόσων μεγάλων ἀνδρῶν. Καὶ ὅμως, καὶ ἂν ἀκόμη ἦταν ἕνας ὁ τιμώμενος, θὰ ἑξαρκοῦσε νὰ νικήσῃ τὴν δύναμιν τῶν λόγων μου, πολὺ δὲ περισσότερον τώρα ποὺ εἶναι τόσον μεγάλο πλῆθος, στρατιωτικὴ φάλαγγα, παράταξις δυσκολοκαταγώνιστος, ἐξ ἴσου ἀνίκητος εἰς τοὺς πολέμους καὶ ἄφθαστος εἰς τοὺς ἐπαίνους.

Ἐμπρὸς λοιπὸν τώρα, ἀφοῦ τοὺς φέρομεν ἐνώπιόν μας διὰ τῆς ἐνθυμήσεως, ἂς καταστήσωμεν κοινὴν τὴν ὠφέλειαν εἰς αὐτοὺς ποὺ εἶναι παρόντες, ἀφοῦ δείξωμεν πρῶτα εἰς ὅλους ὡσὰν εἰς ζωγραφιάν, τὰ κατορθώματα τῶν ἀνδρῶν. Ἄλλωστε καὶ τὰ πολεμικὰ ἀνδραγαθήματα, πολλᾶς φορὰς καὶ οἱ λογογράφοι καὶ οἱ ζωγράφοι ἐξιστοροῦν. οἱ μὲν μὲ τὸ νὰ τὰ ἐγκωμιάζουν μὲ τὸν λόγον, οἱ δὲ μὲ τὸ νὰ τὰ ζωγραφίζουν εἰς τοὺς πίνακας, διεγείρουν πολλοὺς πρὸς τὴν ἀνδραγαθίαν, καὶ οἱ μὲν καὶ οἱ δέ. Διότι αὐτὰ τὰ ὁποῖα ἡ ἱστοριογραφία παρουσιάζει διὰ τῆς ἀκοῆς, αὐτὰ τὰ ἴδια ἡ ζωγραφικὴ σιωπηλῶς τὰ παριστάνει διὰ τῆς μιμήσεως. Ἔτσι τώρα καὶ ἠμεῖς θὰ ὑπενθυμήσωμεν εἰς τοὺς παρόντας τὴν ἀρετὴν τῶν ἀνδρῶν. καὶ ἀφοῦ κατὰ κάποιον τρόπον φέρωμεν κάτω ἀπὸ τὰ μάτια σας τὰς πράξεις των, θὰ παρακινήσωμεν πρὸς μίμησιν, αὐτοὺς ποὺ εἶναι γενναιότεροι καὶ οἰκειότεροι κατὰ τὴν διάθεσιν πρὸς αὐτούς. Διότι «ἐγκωμιασμὸς μαρτύρων» σημαίνει προτροπὴ πρὸς ἀρετήν, αὐτῶν ποὺ εἶναι συγκεντρωμένοι. Οἱ λόγοι διὰ τοὺς ἁγίους δὲν καταδέχονται νὰ ὑποτάσσωνται εἰς τοὺς κανόνας τῶν ἐγκωμίων. Διότι οἱ ἐγκωμιασταὶ παίρνουν τὰς ἀρχὰς τῶν εὐφημιῶν, ἀπὸ τὰς ἀφορμᾶς τοῦ κόσμου. Δι᾿ αὐτοὺς ὅμως, οἱ ὁποῖοι ἔχουν σταυρώσει τὸν κόσμον, πῶς ἠμπορεῖ, κάτι ποὺ προέρχεται ἀπὸ αὐτόν, νὰ δώσῃ ἀφορμὴν δι᾿ ὑπερηφάνειαν; Οἱ ἅγιοι δὲν εἶχαν μίαν πατρίδα. Διότι ὁ καθένας κατήγετο ἀπὸ διαφορετικὴν πατρίδα. Τί λοιπόν; θὰ τοὺς εἴπωμεν ἀπάτριδας, ἢ οἰκουμενικοὺς πολίτας; Διότι ὅπως εἰς τὰς συνεισφορὰς ἀπὸ τοὺς ἐράνους, αὐτὰ ποὺ ἔχουν προσφερθῆ ἀπὸ τὸν καθένα, γίνονται κοινὰ εἰς αὐτοὺς ποὺ τὰ προσέφεραν, ἔτσι καὶ εἰς τὴν περίπτωσιν τῶν μακαρίων τούτων ἀνδρῶν, τοῦ καθενὸς ἡ πατρίδα εἶναι κοινὴ δι᾿ ὅλους. καὶ ὅλοι προερχόμενοι ἀπὸ παντοῦ, ἀνταποδίδουν ὁ ἕνας εἰς τὸν ἄλλον τὴν πατρίδα ποὺ τοὺς προσέφερεν. Ἄλλωστε διατί πρέπει νὰ ἀναζητοῦμεν τὰς εὐρισκομένας εἰς τὴν ὕλην πατρίδας, ἐνῷ εἶναι δυνατὸν νὰ γνωρίζωμεν ποία εἶναι ἡ τωρινὴ πατρίδα τους; Πόλις λοιπὸν μαρτύρων εἶναι ἡ πόλις τοῦ Θεοῦ τῆς ὁποίας ὁ Θεὸς εἶναι ὁ τεχνίτης καὶ ὁ δημιουργός. Εἶναι ἡ ἄνω Ἱερουσαλήμ, ἡ ἐλευθέρα, ἡ μητέρα τοῦ Παύλου καὶ ὅλων ἐκείνων ποὺ εἶναι ὅμοιοι μὲ αὐτόν. Τὸ ἔθνος, αὐτὸ μὲν ποὺ εἶναι ἀνθρώπινον, εἶναι διάφορον διὰ τὸν καθένα, τὸ πνευματικὸν ὅμως ἔθνος εἶναι ἕνα δι᾿ ὅλους. Διότι ὁ Θεὸς εἶναι κοινὸς πατέρας αὐτῶν, καὶ ὅλοι εἶναι ἀδελφοί, ἂν καὶ δὲν ἔχουν γεννηθῆ ἀπὸ ἕνα πατέρα καὶ μίαν μάνναν, ἀλλ᾿ ἔχουν συναρμοσθῆ ὁ ἕνας μὲ τὸν ἄλλον εἰς τὴν ὁμόνοιαν διὰ τῆς ἀγάπης μὲ τὴν υἱοθεσίαν τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Ἕτοιμος χορός! Μεγάλη συνδρομὴ αὐτῶν ποὺ ἀνὰ τοὺς αἰῶνας δοξάζουν τὸν Κύριον! Δὲν ἔχουν μαζευθῆ ἕνας-ἕνας, ἀλλὰ ὅλοι μαζὶ ἔχουν μετατεθῆ εἰς τὴν ἄλλην ζωήν. Ποιὸς ὅμως εἶναι ὁ τρόπος αὐτῆς τῆς μεταθέσεως; Αὐτοὶ ἐπειδὴ ὑπερεῖχαν καὶ κατὰ τὸ μέγεθος τοῦ σώματος καὶ κατὰ τὴν ἀκμὴν τῆς ἡλικίας, καὶ κατὰ τὴν δύναμιν ἀπὸ ὅλους τοὺς συνομήλικάς των, ἐτάχθησαν νὰ ὑπηρετοῦν εἰς τὰς στρατιωτικᾶς τάξεις. Λόγω δὲ τῆς πολεμικῆς πείρας καὶ τῆς ψυχικῆς γενναιότητος, εἶχαν λάβει κιόλας τὰς πρώτας τιμὰς ἐκ μέρους τοῦ αὐτοκράτορος, καὶ ἦταν ξακουστοὶ εἰς ὅλους διὰ τὴν ἀνδρείαν των.

Ὅταν δὲ ἐξηγγέλθη ἐκεῖνο τὸ ἄθεον καὶ ἀσεβὲς διάταγμα, νὰ μὴ ὁμολογοῦν πίστιν εἰς τὸν Χριστόν, ἢ διαφορετικὰ νὰ τιμωροῦνται, ἠπειλεῖτο δὲ κάθε εἶδος τιμωρίας καὶ εἶχε ξεσηκωθῆ πολὺς καὶ ἄγριος ὁ θυμὸς ἀπὸ μέρους τῶν ἀδίκων δικαστῶν ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν, ἐμηχανορραφοῦντο δὲ ἐπιβουλαὶ καὶ δολοπλοκίαι ἐναντίον των, καὶ ἐπενοοῦντο ποικίλα εἴδη βασανισμοῦ, -καὶ οἱ βασανισταὶ ἦταν ἀπολύτως ἀναγκαῖοι-, ἡ φωτιὰ ἦταν ἑτοιμασμένη, τὸ ξίφος ἀκονισμένον, ὁ σταυρὸς εἶχε στηθῆ, ὁ λάκκος, ὁ τροχός, τὰ μαστίγια ἔτοιμα· καὶ ἄλλοι μὲν ἔφευγαν εἰς τὴν ἐρημίαν, ἄλλοι δὲ ὑπέκυπταν καὶ ἐπροσκυνοῦσαν τὰ εἴδωλα, ἄλλοι δὲ ἐκλονίζοντο, μερικοὶ δὲ κατετρόμαζαν καὶ μὲ μόνην τὴν δοκιμασίαν τῆς ἀπειλῆς, ἄλλοι δὲ ἀφοῦ ἤρχοντο κοντὰ εἰς τὰ δεινὰ ἐτρελλαίνοντο, ἄλλοι δὲ μόλις ἔμβαιναν εἰς τὸν ἀγῶνα, ἔπειτα ἀδυνατοῦσαν νὰ ὑπομείνουν ὡς τὸ τέλος τὰ βασανιστήρια, διότι ἐλύγιζαν εἰς τὸ μέσον περίπου τῆς ἀθλήσεως, ὅπως αὐτοὶ ποὺ κλυδωνίζονται εἰς τὴν θάλασσαν καὶ καταποντίζουν ἀκόμη καὶ αὐτὰ τὰ ἐμπορεύματα τοῦ μόχθου των. Τότε λοιπὸν οἱ ἀνίκητοι καὶ γενναῖοι στρατιῶται τοῦ Χριστοῦ, παρουσιασθέντες εἰς τὸ μέσον, ἐνῷ ὁ ἄρχων τοὺς ἐπεδείκνυε τὸ διάταγμα τοῦ βασιλέως καὶ ἀπαιτοῦσε τὴν ὑπακοήν, μὲ θαρρετὴν τὴν φωνήν, μὲ θάρρος καὶ γενναιότητα, χωρὶς νὰ φοβηθοῦν τίποτε ἀπὸ αὐτὰ ποὺ ἔβλεπαν, χωρὶς νὰ τρομάξουν ἀπὸ τὰς ἀπειλάς, ὡμολόγησαν ὅτι εἶναι Χριστιανοί. Ὦ μακάριοι γλῶσσαι, ποὺ ἀφήκατε ἐκείνην τὴν ἱερὰν ὁμολογίαν, τὴν ὁποίαν ὁ ἀέρας μὲν ποὺ τὴν ἐδέχθη ἠγιάσθη, οἱ Ἄγγελοι δὲ ποὺ τὴν ἤκουσαν τὴν ἐπεκρότησαν, ὁ διάβολος μαζὶ μὲ τὰ δαιμόνια ἐπληγώθη, ὁ δὲ Κύριος τὴν κατέγραψεν εἰς τοὺς οὐρανούς!

Ὁ καθένας λοιπὸν παρουσιασθεὶς εἰς τὸ μέσον εἶπεν «εἶμαι Χριστιανός». Καὶ ὅπως εἰς τὰ στάδια αὐτοὶ ποὺ προσέρχονται εἰς τὴν ἄθλησιν, λέγουν συγχρόνως καὶ τὰ ὀνόματά τους, καὶ μεταβαίνουν εἰς τὸν τόπον τοῦ ἀγωνίσματος, ἔτσι λοιπὸν καὶ αὐτοὶ τότε, ἀφοῦ περιεφρόνησαν τὰ ὀνόματα μὲ τὰ ὁποῖα τοὺς εἶχαν ὀνομάσει ἀπὸ τὴν γέννησίν των, ὁ καθένας ὠνόμαζε τὸν ἑαυτόν του ἀπὸ τὸ κοινὸν ὄνομα τοῦ Σωτῆρος. καὶ ὅλοι ἔκαμναν τὸ ἴδιον μὲ τὸ νὰ συνδέῃ ὁ ἑπόμενος τὸν ἑαυτόν του μὲ τὸν προηγούμενον. Ὥστε ὅλοι εἶχαν ἕνα ὄνομα, διότι δὲν ἦταν πιὰ ὁ δεῖνα ἢ ὁ τάδε, ἀλλ᾿ ὅλοι ὠνομάζοντο Χριστιανοί. Τί λοιπὸν ἔπραττεν ὁ τότε κυρίαρχος; Διότι ἦταν φοβερὸς καὶ πολυμήχανος εἰς τὸ νὰ μεταχειρίζεται τὰς κολακείας, καὶ νὰ μεταπείθῃ μὲ τὰς ἀπειλάς. Κατ᾿ ἀρχὴν τοὺς ἐδελέαζε μὲ τὰς κολακείας, προσπαθώντας νὰ παραλύσῃ τὸν τόνον τῆς πίστεως. Μὴ χαραμίζετε τὰ νειάτα σας καὶ ἀνταλλάσσετε τὴν γλυκεῖαν αὐτὴν ζωὴν μὲ τὸν ἄγωρον θάνατον. Διότι εἶναι πρᾶγμα ἀνάρμοστον, αὐτοὶ ποὺ ἔχουν συνηθίσει νὰ ἀριστεύουν εἰς τοὺς πολέμους, νὰ πεθαίνουν τὸν θάνατον τῶν κακούργων. Κοντὰ εἰς αὐτὰ ὑπέσχετο καὶ χρήματα. Ἄλλα δὲ προσέφερε, δηλαδὴ τὰς βασιλικὰς τιμὰς καὶ τὰς ἀπονομὰς τῶν ἀξιωμάτων καὶ μὲ μυρίας ἐπινοήσεις τοὺς ἐδελέαζεν. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν ἐκάμτττοντο μὲ τὴν δοκιμασίαν αὐτήν, ἐχρησιμοποίει τὸ ἄλλο εἶδος τῶν τεχνασμάτων. Τοὺς ἀπειλοῦσε μὲ πληγὰς καὶ θανάτους, καὶ μὲ δοκιμασίαν ἀθεραπεύτων κακῶν. Καὶ αὐτὰ μὲν ἔπραττεν αὐτός. Ποῖα ὅμως ἦταν τὰ ἔργα τῶν μαρτύρων; Διατί, λέγουν, μᾶς δελεάζεις, ὦ θεομάχε, νὰ ἀποστατήσωμεν ἀπὸ τὸν ζῶντα Θεόν, καὶ νὰ δουλεύωμεν εἰς τοὺς καταστρεπτικοὺς δαίμονας, μὲ τὸ νὰ μᾶς προτείνῃς τὰ ἀγαθά σου; Τί προσφέρεις τόσα πολλά, ὅσα φροντίζεις νὰ ἀφαιρέσῃς; Μισῶ τὴν δωρεὰν ποὺ προξενεῖ ζημίαν. Δὲν δέχομαι τὴν τιμὴν ποὺ εἶναι μητέρα τῆς ἀτιμίας. Προσφέρεις χρήματα ποὺ παραμένουν ἐδῶ, καὶ δόξαν ποὺ μαραίνεται. Μὲ κάμνεις γνωστὸν εἰς τὸν βασιλέα, ἀλλὰ μὲ ἀποξενώνεις ἀπὸ τὸν ἀληθινὸν Βασιλέα. Διατὶ μὲ τσιγκουνιὰν προτείνεις ὀλίγα ἀπὸ τὰ ἀγαθὰ τοῦ κόσμου; Ἠμεῖς ὁλόκληρον τὸν κόσμον περιεφρονήσαμεν. Αὐτὰ ποὺ βλέπομεν δὲν εἶναι ἀντάξια τῆς ποθητῆς ἐλπίδος μας. Βλέπεις τὸν οὐρανὸν αὐτόν, πόσον καλὸς εἶναι εἰς τὸ νὰ τὸν βλέπῃς, καὶ πόσον μεγάλος; Καὶ τὴν γῆν πόσον μεγάλη εἶναι; Καὶ τὰ ἀξιοθαύμαστα ἐπάνω εἰς αὐτήν; Τίποτε ἀπὸ ὅλα αὐτὰ δὲν ἐξισώνεται μὲ τὴν μακαριότητα τῶν δικαίων. Διότι ὅλα αὐτὰ παρέρχονται. Τὰ ἰδικά μας ὅμως παραμένουν αἰώνια. Μίαν χάριν ποθῶ, τὸ στεφάνι τῆς δικαιοσύνης. Μίαν δόξαν λαχταρῶ, αὐτὴν τῆς οὐρανίου βασιλείας. Εἶμαι φιλόδοξος διὰ τὴν οὐρανίαν τιμήν. Μίαν δὲ τιμωρίαν φοβοῦμαι, αὐτὴν τῆς κολάσεως. Ἐκεῖνο τὸ πῦρ εἶναι δι᾿ ἐμὲ φοβερόν, αὐτὸ δὲ ποὺ ἀπειλεῖται ἀπὸ σᾶς εἶναι ὁμόδουλον. Γνωρίζει νὰ σέβεται αὐτοὺς ποὺ περιφρονοῦν τὰ εἴδωλα. Τὰ κτυπήματά σας τὰ λογαριάζω σὰν παιδικὰ βέλη. Διότι κτυπᾷς τὸ σῶμα, ποὺ ἐὰν ἀνθέξῃ περισσότερον, στεφανώνεται λαμπρότερα. Ἐὰν δὲ γρηγορώτερα ὑποκύψη, φεύγει ἀπαλλαγμένον ἀπὸ δικαστᾶς τόσον σκληρούς, οἱ ὁποῖοι ἐνῷ ἔχετε ἀναλάβει τὴν ὑπηρεσίαν τῶν σωμάτων, φιλοδοξεῖτε νὰ κυριαρχήσετε καὶ ἐπάνω εἰς τὰς ψυχάς. Σεῖς οἱ ὁποῖοι βεβαίως, ἐὰν δὲν τιμηθῆτε περισσότερον καὶ ἀπὸ τὸν Θεόν μας, μὲ τὴν ἰδέαν ὅτι ὑβρίζεσθε ἀπὸ ἡμᾶς εἰς τὸ ἔπακρον, δυσανασχετεῖτε, καὶ ἀπειλεῖτε τὰς φοβερὰς αὐτὰς τιμωρίας, μὲ τὸ νὰ κατηγορῆτε τὴν πίστιν μας ὡς ἔγκλημα. Ἀλλ᾿ ὅμως δὲν θὰ εὕρετε δειλούς, οὔτε φιλοτομαριστάς, οὔτε εὐκολοτρομάκτους, λόγω τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν Θεόν. Νά, ἠμεῖς εἴμεθα ἕτοιμοι καὶ νὰ τροχισθοῦμεν καὶ νὰ στρεβλωθοῦμεν καὶ νὰ κατακαοῦμεν καὶ νὰ καταδεχθοῦμεν κάθε εἶδος ἀπὸ τὰ βασανιστήρια.

Ὅταν δὲ ἐκεῖνος ὁ ἀλαζὼν καὶ βάρβαρος ἤκουσεν αὐτά, μὴ δυνάμενος νὰ ὑποφέρῃ τὸ θάρρος τῶν ἀνδρῶν καὶ βράζων ἀπὸ τὸν θυμόν του, ἐσκέπτετο, τί τρόπον θὰ ἠμποροῦσε νὰ ἐξεύρῃ, ὥστε νὰ κάμῃ δι᾿ αὐτοὺς καὶ διαρκῆ καὶ πικρὸν τὸν θάνατον. Εὑρῆκε λοιπὸν τὸν τρόπον. Καὶ κυττάξετε πόσον εἶναι φοβερός· Ἀφοῦ δηλαδὴ παρετήρησε προσεκτικὰ τὸ κλῆμα τῆς χώρας, ὅτι ἦταν ψυχρόν, καὶ ὅτι ἡ ἐποχὴ τοῦ ἔτους ἦταν χειμῶνας, καὶ παρεφύλαξε νὰ εἶναι νύκτα κατὰ τὴν ὁποίαν τὸ ψῦχος ἐπιτείνεται πολύ, ἄλλωστε δὲ τότε κατ᾿ αὐτὴν ἐφυσοῦσε καὶ βοριᾶς, τοὺς διέταξεν ὅλους, ἀφοῦ ξεγυμνωθοῦν εἰς τὸ ὕπαιθρον, νὰ πεθάνουν εἰς τὸ μέσον τῆς πόλεως ἀπὸ τὴν παγωνιάν. Ἐξάπαντος δὲ γνωρίζετε, ὅσοι ἔχετε πεῖραν ἀπὸ τὸν χειμῶνα, πόσον ἀνυπόφορον εἶναι τὸ βασανιστικὸν αὐτὸ εἶδος. Διότι εἰς τοὺς ἄλλους δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ δειχθῇ, παρὰ εἰς αὐτοὺς ποὺ ἔχουν τὰ παραδείγματα αὐτῶν ποὺ λέγομεν ἐκ τῶν προτέρων ἀποκείμενα μέσα τῶν ἀπὸ τὴν ἴδιαν τὴν πεῖραν. Διότι, τὸ σῶμα ποὺ θὰ ἐκτεθῇ εἰς τὸ ψῦχος, κατ᾿ ἀρχὴν μέν, ἐνῷ τὸ αἷμα πήζει, γίνεται ὁλόκληρον μαυροκίτρινον, ἔπειτα δὲ χοροπηδᾷ καὶ ἀνατινάσσεται πρὸς τὰ ἐπάνω, ἐνῷ τὰ δόντια κτυποῦν, αἱ ἶνες συσπῶνται καὶ ὅλον τὸ σῶμα χωρὶς νὰ θέλῃ συσπᾶται. Κάποιος δὲ τσουχτερὸς πόνος, καὶ πόνος ἀνείπωτος, ποὺ φθάνει ὡς τὸν μυελὸ τῶν ὀστῶν, κάμνει δυσκολοβάστακτον τὸ αἴσθημα εἰς αὐτοὺς ποὺ παγώνουν. Ἔπειτα ἀκρωτηριάζεται, ἐνῷ τὰ ἄκρα καίονται, ὡσὰν ἀπὸ φωτιάν. Διότι μὲ τὸ νὰ ἀπομακρύνεται ἡ θερμότης ἀπὸ τὰ ἄκρα τοῦ σώματος, καὶ νὰ φεύγῃ συγχρόνως εἰς τὸ βάθος, ἀφήνει νεκρὰ μὲν τὰ μέρη ἀπ᾿ ὅπου ἀπεμακρύνθη, παραδίδει δὲ εἰς δυνατοὺς πόνους αὐτὰ πρὸς τὰ ὁποῖα ὑποχωρεῖ, ἐνῷ ὁ θάνατος πλησιάζει ὀλίγον κατ᾿ ὀλίγον μὲ τὸ πάγωμα. Τότε λοιπὸν κατεδικάσθησαν νὰ διανυκτερεύουν ὑπαίθριοι, ὅταν ἡ μὲν λίμνη, γύρω ἀπὸ τὴν ὁποίαν ἡ πόλις εἶναι κτισμένη, καὶ μέσα εἰς τὴν ὁποίαν οἱ ἅγιοι ἠγωνίζοντο τὰ ἀγωνίσματα αὐτά, ἦταν ἱπποδρόμιον εἰς τὸ ὁποῖον τὴν εἶχε μεταβάλλει ἡ παγωνιά, καὶ ποὺ ἀπὸ τὸ κρύον εἶχε μεταβληθῆ εἰς ξηράν, μὲ ἀσφάλειαν προσεφέρετο εἰς τοὺς περιοίκους νὰ περιπατοῦν εἰς τὴν ἐπιφάνειάν της. Τὰ δὲ ποτάμια ποὺ συνεχῶς ἔρρεαν, ἀφοῦ ἐπάγωσαν, ἐσταμάτησαν τὴν ροήν των, καὶ ἡ ἁπαλὴ φύσις τοῦ νεροῦ μετεβλήθη εἰς τὴν σκληρότητα τῶν λίθων. Σφοδρὰ δὲ φυσήματα τοῦ βοριᾶ ἔσπρωχναν κάθε τι τὸ ἔμψυχον εἰς τὸν θάνατον.

Τότε λοιπὸν ἀφοῦ ἤκουσαν τὴν προσταγὴν (καὶ νὰ παρατηρήσῃς ἐδῶ, παρακαλῶ, τὸ ἀνίκητον φρόνημα τῶν ἀνδρῶν), εὐχαρίστως ὁ καθένας ἔβγαλεν ἀπὸ ἐπάνω του καὶ τὸν τελευταῖον χιτῶνα, καὶ ἐβάδιζαν διὰ νὰ πεθάνουν τὸν θάνατον τοῦ ψύχους, προτρέποντας ὁ ἕνας τὸν ἄλλον ὡσὰν εἰς διαρπαγὴν λαφύρων. Ἂς μὴ βγάλωμεν, ἔλεγαν, τὸ ἔνδυμα, ἀλλὰ νὰ ἀποβάλλωμεν τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον, αὐτὸν ποὺ φθείρεται σύμφωνα μὲ τὰς ἐπιθυμίας τῆς ἀπάτης . Σὲ εὐχαριστοῦμεν, Κύριε, διότι μαζὶ μὲ τὸ ἱμάτιον τοῦτο ἀποβάλλομεν καὶ τὴν ἁμαρτίαν. Ἀφοῦ ἐξ αἰτίας τοῦ φιδιοῦ τὸ ἐφορέσαμεν, ἂς τὸ βγάλωμεν διὰ τὸν Χριστόν. Ἂς μὴ κρατήσωμεν τὰ ἱμάτια, πρὸς χάριν τοῦ παραδείσου ποὺ ἐχάσαμεν. Τί θὰ ἀνταποδώσωμεν εἰς τὸν Κύριον; Καὶ ὁ Κύριός μας ἐξεγυμνώθη. Τί εἶναι πιὸ μεγάλη τιμὴ διὰ τὸν δοῦλον, ἀπὸ τὸ νὰ πάθῃ αὐτὰ ποὺ ἔπαθεν ὁ Κύριος του; καὶ μάλιστα ἠμεῖς εἴμεθα ἐκεῖνοι, ποὺ ἐξεγυμνώσαμεν καὶ τὸν ἴδιον τὸν Κύριον. Διότι τὸ ἐγχείρημα ἐκεῖνο ἦταν ἔργον τῶν στρατιωτῶν. Ἐκεῖνοι ἐξεγύμνωσαν τὸν Κύριον καὶ ἐμοίρασαν τὰ ἱμάτιά του. θὰ ἑξαλείψωμεν λοιπὸν ἀπὸ μόνοι μας τὴν κατηγορίαν ποὺ ἔχει καταγραφῆ εἰς βάρος μας. Ὁ χειμὼν εἶναι δριμύς, ἀλλὰ γλυκὺς ὁ παράδεισος. Τὸ πάγωμα ὀδυνηρόν, ἀλλὰ γλυκεῖα ἡ ἀνάπαυσις. Ἂς Ἀναμείνωμεν λιγάκι, καὶ ὁ κόλπος τοῦ πατριάρχου θὰ μᾶς περιθάλψη· θὰ ἀνταλλάξωμεν μίαν νύκτα μὲ ὁλόκληρον τὴν αἰωνιότητα. Ἂς κατακαοῦν τὰ πόδια, διὰ νὰ χορεύουν διαρκῶς μαζὶ μὲ τοὺς ἀγγέλους. Ἂς ἀποκοποῦν τὰ χέρια, διὰ νὰ ἔχουν παρρησίαν νὰ ὑψώνωνται πρὸς τὸν Δεσπότην. Πόσοι ἀπὸ τοὺς στρατιώτας μας δὲν ἔπεσαν εἰς τὴν μάχην, μὲ τὸ νὰ τηροῦν τὴν πίστιν εἰς τὸν φθαρτὸν βασιλέα; Ἠμεῖς δὲ διὰ τὴν πίστιν εἰς τὸν ἀληθινὸν Βασιλέα, δὲν θὰ χαρίσωμεν τὴν ζωὴν αὐτήν; Πόσοι ἀπὸ τοὺς κακούργους ἐθανατώθησαν, ἀφοῦ συνελήφθησαν δι᾿ ἀδικήματα; Ἠμεῖς δὲ δὲν θὰ ὑποφέρωμεν τὸν θάνατον χάριν τῆς δικαιοσύνης; Ἂς μὴ ξεστρατήσωμεν, ὦ στρατιῶται, ἂς μὴ δώσωμεν τὰ νῶτα μας εἰς τὸν διάβολον. Σάρκες εἶναι, ἂς μὴ λυπηθοῦμεν. Ἐπειδὴ πρέπει ἐξάπαντος νὰ πεθάνωμεν, ἂς πεθάνωμεν διὰ νὰ ζήσωμεν. «Ἂς γίνῃ, Κύριε, ἡ θυσία μᾶς ἐνώπιόν σου». Καὶ μακάρι νὰ γίνωμεν δεκτοὶ «ὡς ζωντανὴ θυσία» ἡ, εὐάρεστος εἰς σέ, μὲ τὸ νὰ γίνωμεν ὁλοκαυτώματα διὰ μέσου του ψύχους τούτου, καλὴ προσφορά, καινούργια θυσία, ποὺ προσφέρεται ὄχι ἐπάνω εἰς τὴν φωτιὰν ἀλλὰ μὲ τὸ ψῦχος. Αὐτὰ τὰ παρακλητικὰ λόγια μεταδίδοντες ὁ ἕνας εἰς τὸν ἄλλον καὶ προτρέποντες ὁ ἕνας τὸν ἄλλον, ὡσὰν νὰ ἐκτελοῦν κάποιαν προφυλακὴν εἰς τὸν πόλεμον, περιεφρονοῦσαν τὴν νύκτα. Ὑπέμεναν τὰ παρόντα μὲ γενναιότητα, ἔχαιραν διὰ τὰ ἐλπιζόμενα ἀγαθὰ καὶ περιεφρονοῦσαν τοὺς ἐχθρούς. Ὅλων δὲ μία ἦταν ἡ εὐχή. Σαράντα ἐμβήκαμεν εἰς τὸ στάδιον, μακάρι, Δέσποτα, σαράντα νὰ στεφανωθοῦμεν. Ἂς μὴ λείψῃ οὔτε ἕνας ἀπὸ τὸν ἀριθμόν. Εἶναι τίμιος αὐτός, τὸν ὁποῖον ἐτίμησες μὲ τὴν νηστείαν τῶν σαράντα ἡμερῶν, διὰ τοῦ Ὁποίου ἡ νομοθεσία εἰσῆλθεν εἰς τὸν κόσμον. Μὲ νηστείαν ἐπὶ σαράντα ἡμέρας ὁ Ἠλίας ἀφοῦ παρεκάλεσε τὸν Κύριον, ἐπέτυχε νὰ τὸν ἴδῃ. Καὶ τέτοια μὲν ἦταν ἡ εὐχὴ ἐκείνων. Ἕνας δὲ ἀπὸ τὸν ἀριθμὸν ἀφοῦ ἐλύγισεν εἰς τὰ δεινά, ἔφυγεν ὡς λιποτάκτης, καὶ ἄφησεν ἀπαρηγόρητον πένθος εἰς τοὺς ἁγίους. ὁ Κύριος ὅμως δὲν ἐπέτρεψε νὰ γίνουν ἀτελεσφόρητοι αἱ παρακλήσεις των. Διότι ἐκεῖνος ποὺ εἶχεν ἀναλάβει τὴν φρούρησιν τῶν μαρτύρων, θερμαινόμενος πλησίον εἰς κάποιο φυλάκιον, παρετήρει αὐτὸ ποὺ ἔμελλε νὰ γίνῃ, ἕτοιμος διὰ νὰ δεχθῇ αὐτοὺς ἀπὸ τοὺς στρατιώτας ποὺ θὰ κατέφευγαν. Πράγματι καὶ τοῦτο πάλιν ἐπενοήθη, νὰ εἶναι δηλαδὴ κοντὰ ἐκεῖ λουτρόν, διὰ νὰ ὑπόσχεται ταχεῖαν τὴν βοήθειαν εἰς αὐτοὺς ποὺ θὰ μετανοοῦσαν. Αὐτὸ ὅμως κατὰ τρόπον κακοῦργον ἐπενοήθη ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς. Νὰ ἐξεύρουν δηλαδὴ τέτοιον τόπον κοντὰ εἰς τὸ μαρτύριον, εἰς τὸ ὁποῖον ἡ ἕτοιμος περιποίησις ἔμελλε νὰ ἐξουδετερώνῃ τὴν ἀντίστασιν τῶν ἀγωνιζομένων. Αὐτὸ ἀνεδείκνυε λαμπροτέραν τὴν ὑπομονὴν τῶν μαρτύρων. Διότι ὑπομονητικὸς δὲν εἶναι αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει τὰ ἀναγκαῖα, ἀλλὰ αὐτὸς ποὺ ἔχει ἄφθονα τὰ ἀγαθά, καὶ ὑπομένει τὰ δεινά!

Καθ᾿ ὃν χρόνον δὲ οἱ μὲν ἠγωνίζοντο, αὐτὸς δὲ παρετηροῦσε τὴν ἔκβασιν, εἶδε παράδοξον θέαμα· Δυνάμεις νὰ κατεβαίνουν ἀπὸ τὸν οὐρανόν, καὶ τρόπον τινὰ νὰ διανέμουν εἰς τοὺς στρατιώτας μεγάλα δῶρα ἀπὸ τὸν Βασιλέα. Αὗται εἰς ὅλους μὲν τοὺς ἄλλους ἐμοίραζαν τὰ δῶρα, ἕνα δὲ μονάχα ἄφησαν ἀβράβευτον, διότι τὸν ἔκριναν ἀνάξιον διὰ τὰς οὐρανίους τιμάς. Αὐτὸς ἀμέσως ἀφοῦ ἐλύγισεν εἰς τὰ βασανιστήρια, ἐλιποτάκτησε πρὸς τοὺς ἀντιπάλους. Ἦταν ἐλεεινὸν θέαμα διὰ τοὺς δικαίους. Ὁ στρατιώτης νὰ γίνῃ φυγάς, ὁ ὑποψήφιος διὰ τὸ βραβεῖον νὰ γίνῃ αἰχμάλωτος, τὸ πρόβατον τοῦ Χριστοῦ νὰ ἁρπαγῇ ἀπὸ τὰ θηρία. Καὶ τὸ πιὸ θλιβερὸν βέβαια ἦταν ὅτι καὶ ἠστόχησεν εἰς τὴν αἰώνιον ζωήν, καὶ δὲν ἀπήλαυσε τὴν παροῦσαν, διότι ἀμέσως ἡ σάρκα μὲ τὴν ἐπαφὴν τοῦ θερμοῦ διελύθη. Καὶ αὐτὸς μὲν ποὺ ἠγάπησε τὴν ζωήν, ἔπεσεν, ἠμάρτησε χωρὶς κανένα κέρδος· ὁ δήμιος ὅμως, μόλις τὸν εἶδε νὰ ξεπέφτῃ ἀπὸ τὴν θέσιν του καὶ νὰ τρέχῃ πρὸς τὸ λουτρόν, ἔλαβεν ὁ ἴδιος τὴν θέσιν τοῦ λιποτάκτου, καὶ ἀφοῦ ἀπέβαλε τὰ ροῦχα του, ἀνεμίχθη μὲ τοὺς γυμνούς, κραυγάζοντας τὴν ἰδίαν φωνὴν μὲ τοὺς Ἁγίους «εἶμαι Χριστιανός». Καὶ μὲ τὴν ἀπότομον μεταβολὴν ἐξέπληξε αὐτοὺς ποὺ παρίσταντο, καὶ ἀνεπλήρωσε τὸν ἀριθμὸν καὶ μὲ τὴν πρόσθεσιν τοῦ ἑαυτοῦ του, ἐπαρηγόρησε τὴν λύπην των δι᾿ ἐκεῖνον ποὺ ἀπὸ ἀδυναμίαν ἐκάμφθη. Ἔτσι ἐμιμήθη τοὺς στρατιώτας ποὺ ἀγωνίζονται εἰς τὴν στρατιωτικὴν παράταξιν, καὶ οἱ ὁποῖοι ἀμέσως συμπληρώνουν τὴν θέσιν αὐτοῦ ποὺ ἔπεσεν εἰς τὴν πρώτην γραμμήν, ὥστε νὰ μὴ διαρραγῇ ὁ συνασπισμός τους μὲ αὐτὸν ποὺ ἔλειψε. Τέτοιαν λοιπὸν πρᾶξιν ἔκαμε καὶ αὐτός! Εἶδε τὰ οὐράνια θαύματα, ἐγνώρισε τὴν ἀλήθειαν, προσέφυγεν εἰς τὸν Δεσπότην καὶ συνηριθμήθη μὲ τοὺς μάρτυρας. Ἐπανέλαβε τὴν πρᾶξιν τῶν μαθητῶν. Ἀπεχώρησεν ὁ Ἰούδας, καὶ εἰς τὴν θέσιν του ἦλθεν ὁ Ματθίας. Ἔγινε μιμητὴς τοῦ Παύλου. Αὐτὸς ποὺ χθὲς ἦταν διώκτης, σήμερα γίνεται κῆρυξ τοῦ Εὐαγγελίου. Καὶ αὐτὸς εἶχεν ἀπὸ τὸν οὐρανὸν τὴν κλῆσιν καὶ «ὄχι ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, οὔτε διὰ μέσου ἀνθρώπου». Ἐπιστευσεν εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου μᾶς Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἐβαπτίσθη εἰς αὐτόν, ὄχι ἀπὸ ἄλλον, ἀλλὰ μὲ τὴν πίστιν του. Ὄχι εἰς τὸ νερόν, ἀλλὰ εἰς τὸ αἷμα του.

Καὶ ἔτσι ὅταν ἐξημέρωσε, ἐνῷ ἐζοῦσαν ἀκόμη, ἐρρίφθησαν εἰς τὴν φωτιάν, καὶ τὰ λείψανα ἀπὸ τὴν φωτιάν, τὰ ἔρριψαν εἰς τὸ ποτάμι, ὥστε ἡ ἄθλησις τῶν μακαρίων ἐπέρασεν ἀπὸ ὁλόκληρον τὴν κτίσιν. Ἠγωνίσθησαν εἰς τὴν γῆν, ὑπέμειναν εἰς τὸν ἀέρα, ἐρρίφθησαν εἰς τὴν φωτιάν, καὶ τέλος, τοὺς ἐδέχθη τὸ νερόν. Ἰδικός των εἶναι ὁ λόγος· «ἐπεράσαμεν ἀπὸ τὴν φωτιὰν καὶ τὸ νερόν, καὶ μᾶς ἔβγαλεν εἰς ἀνάπαυσιν». Αὐτοὶ εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ περιέβαλαν τὴν χώραν μας, ὡσὰν κάποιοι συνεχεῖς πύργοι, προσφέροντες ἀσφάλειαν ἀπὸ τὴν ἐπιδρομὴν τῶν ἐχθρῶν. Δὲν περιώρισαν τοὺς ἑαυτούς των εἰς ἕνα τόπον, ἀλλ᾿ ἔχουν γίνει κιόλας φίλοι εἰς πολλὰς περιοχὰς καὶ κοσμοῦν πολλὰς πατρίδας. Καὶ τὸ παράδοξον εἶναι ὅτι δὲν ἐπισκέπτονται ὁ καθένας χωριστὰ αὐτοὺς ποὺ τοὺς δέχονται, ἀλλ᾿ ὅλοι μαζὶ ὡς χορός, ἡνωμένοι μεταξύ των. Ὢ τί θαῦμα! Οὔτε εἶναι ἐλλιπεῖς εἰς τὸν ἀριθμόν, οὔτε ἐπιδέχονται προσθήκην. Ἐὰν τοὺς διαιρέσῃς εἰς ἑκατόν, δὲν βγαίνουν ἔξω ἀπὸ τὸν ἀριθμόν τους· ἐὰν εἰς ἕνα τοὺς μαζεύσῃς, καὶ ἔτσι σαράντα παραμένουν, ὅπως συμβαίνει καὶ μὲ τὴν φύσιν τοῦ πυρός. Διότι καὶ ἐκείνη προχωρεῖ πρὸς αὐτὸν ποὺ τὸ ἀνάπτει, καὶ ὅλον μένει εἰς αὐτὸν ποὺ τὸ ἔχει. Καὶ οἱ σαράντα μάρτυρες καὶ ὅλοι μαζὶ εἶναι, καὶ εὑρίσκονται ὅλοι εἰς τὸν καθένα. Αὐτοὶ εἶναι ἡ πλούσια εὐεργεσία, ἡ χάρις ποὺ δὲν ἐξοδεύεται, εἶναι ἑτοίμη βοήθεια τῶν Χριστιανῶν, ἐκκλησία μαρτύρων, στρατὸς τροπαιοφόρων, χορὸς ἀπὸ δοξολογοῦντες. Τί δὲν θὰ ἔπραττες διὰ νὰ εὕρῃς ἕνα ποὺ νὰ παρακαλῇ διὰ σὲ τὸν Κύριον; Σαράντα εἶναι, ποὺ ἀναπέμπουν σύμφωνον προσευχήν. «Ὅπου εἶναι μαζευμένοι δύο ἢ τρεῖς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου, ἐκεῖ ὑπάρχει ὁ Κύριος ἀνάμεσα εἰς αὐτούς». Ὅπου ὅμως εἶναι σαράντα, ποιὸς ἀμφιβάλλει διὰ τὴν παρουσίαν τοῦ Θεοῦ; Αὐτὸς ποὺ θλίβεται καταφεύγει εἰς τοὺς σαράντα, αὐτὸς ποὺ εὐφραίνεται πρὸς αὐτοὺς σπεύδει· ὁ ἕνας μὲν διὰ νὰ εὕρῃ λύσιν εἰς τὰς δυσκολίας, ὁ ἄλλος δὲ διὰ νὰ διαφυλάξῃ εἰς τὸν ἑαυτόν του, ἀπὸ τὰ πιὸ καλά, τὰ ἀγαθά. Ἐδῶ ἡ εὐσεβὴς γυναῖκα συναντᾶται νὰ προσεύχεται διὰ τὰ τέκνα της, νὰ ζητῇ τὴν ἐπιστροφὴν τοῦ ἀνδρός της ἀπὸ τὴν ξενητείαν, τὴν ὑγείαν διὰ τὸν ἄρρωστον. Τὰ αἰτήματά σας ἂς γίνουν μαζὶ μὲ τοὺς μάρτυρας· οἱ νεαροὶ ἂς μιμηθοῦν τοὺς συνομήλικάς των, οἱ πατέρες ἂς εὐχηθοῦν νὰ εἶναι πατέρες τέτοιων παιδιῶν. Αἱ μητέρες ἂς διδαχθοῦν τὸ παράδειγμα τῆς καλῆς μητρός. ἡ μητέρα κάποιου ἀπὸ τοὺς μακαρίους ἐκείνους, ὅταν ἀντικρυσε τοὺς ἄλλους νὰ ἔχουν κιόλας πεθάνει ἀπὸ τὸ ψῦχος, τὸ παιδί της δὲ ἀκόμη νὰ ἀναπνέῃ λόγω καὶ τῆς ρωμαλεότητος καὶ τῆς καρτερίας εἰς τὰ δεινά, καὶ ἐνῷ οἱ δήμιοι τὸ ἄφηναν μὲ τὴν ἰδέαν ὅτι θὰ ἠμποροῦσε νὰ ἀλλάξῃ γνώμην, αὐτὴ ἀφοῦ τὸ ἐσήκωσε μὲ τὰ χέρια της, τὸ ἔβαλεν ἐπάνω εἰς τὸ ἁμάξι, εἰς τὸ ὁποῖον εὐρισκόμενοι καὶ οἱ ὑπόλοιποι, ὡδηγοῦντο εἰς τὴν φωτιάν, γνησία πράγματι μητέρα μάρτυρος. Δὲν ἄφησε δάκρυα ἀπρεπῆ, δὲν ἐξεστόμισε κάτι τί τὸ ταπεινὸν καὶ ἀνάξιον πρὸς τὴν περίστασιν. Ἀλλ᾿ εἶπε «βάδιζε, παιδί μου, τὸν καλὸν δρόμον, μαζὶ μὲ τοὺς συνομηλίκους σου, μαζὶ μὲ τοὺς ὁμοσκήνους. Μὴ ἀπουσιάσῃς ἀπὸ τὴν χορείαν, μὴ ἐμφανισθῇς δεύτερος ἀπὸ τοὺς ἄλλους εἰς τὸν Κύριον». Πράγματι ὑπῆρξε βλαστάρι καλόν, ἀπὸ καλὴν ρίζαν. Ἔδειξεν ἡ γενναία μητέρα ὅτι τὸν εἶχεν ἀναθρέψει μὲ τὰ δόγματα τῆς πίστεως μᾶλλον, παρὰ μὲ τὸ γάλα της. καὶ αὐτὸς μὲν ἔτσι ἀφοῦ ἀνετράφη, ἔτσι κατευωδώθη ἀπὸ τὴν εὐσεβῆ μητέρα του, ὁ δὲ διάβολος ἔφυγεν ἐντροπιασμένος. Διότι ἀφοῦ ἐξεσήκωσεν ἐναντίον αὐτῶν ὁλόκληρον τὴν κτίσιν, ὅλα τὰ εὑρῆκε νὰ νικώνται ἀπὸ τὴν ἀρετὴν τῶν ἀνδρῶν δηλαδὴ τὴν ἀνεμοτάρακτον νύκτα, τὴν πατρίδα μὲ τὸν βαρὺν χειμῶνα, τὴν ἐποχὴν τοῦ ἔτους, τὴν γύμνιαν τῶν σωμάτων. Ὢ τί ἅγιος χορός! Ὢ τί σύνταγμα ἱερόν! Ὢ τί ἀδιάσπαστος συνασπισμός! Ὢ τί κοινοὶ φρουροὶ τοῦ ἀνθρωπίνου γένους! Ἀγαθοὶ συμμέτοχοι εἰς τὰς φροντίδας, συνεργοὶ εἰς τὴν προσευχήν, πρεσβευταὶ δυνατώτατοι, ἄστρα τῆς οἰκουμένης, ἄνθη τῶν Ἐκκλησιῶν. Δὲν σᾶς ἐκάλυψε τὸ χῶμα, ἀλλὰ ὁ οὐρανὸς σᾶς ὑπεδέχθη. ἀνοίχθησαν εἰς σᾶς αἱ πύλαι τοῦ παραδείσου. Ἄξιον θέαμα εἰς τὴν Ἀγγελικὴν στρατιάν, ἀντάξιον τῶν πατριαρχῶν, τῶν προφητῶν, τῶν δικαίων. Ἄνδρες ἐπάνω εἰς τὸ ἄνθος τῆς νεότητος ποὺ κατεφρόνησαν τὴν ζωήν, ποὺ περισσότερον ἀπὸ τοὺς γονεῖς καὶ ἀπὸ τὰ τέκνα τοὺς ἠγάπησαν τὸν Κύριον. Ἐνῷ διῆγον αὐτὸ τὸ ἄνθος τῆς ἡλικίας, περιεφρόνησαν τὴν πρόσκαιρον ζωὴν διὰ νὰ δοξάσουν μὲ τὰ μέλη των τὸν Θεόν, «μὲ τὸ νὰ γίνουν θέαμα εἰς τὸν κόσμον καὶ τοὺς ἀγγέλους καὶ τοὺς ἀνθρώπους», ἐσήκωσαν αὐτοὺς ποὺ εἶχαν πέσει, ἐστερέωσαν τοὺς ἀμφιβόλους, ἐδιπλασίασαν τὸν πόθον εἰς τοὺς εὐσεβεῖς. Ὅλοι, ἀφοῦ ὕψωσαν ἕνα τρόπαιον ὑπὲρ τῆς πίστεως, μὲ ἕνα καὶ τὸ αὐτὸ στεφάνι τῆς δικαιοσύνης ἐστεφανώθησαν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, ποὺ εἶναι ὁ Κύριός μας, εἰς τὸν ὁποῖον πρέπει ἡ δόξα καὶ ἡ δύναμις, εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.


Εορτή των Αγίων Σαράντα Μαρτύρων που μαρτύρησαν στη Σεβάστεια

Εορτή των Αγίων Σαράντα Μαρτύρων που μαρτύρησαν στη Σεβάστεια
Τη μνήμη των Αγίων Σαράντα Μαρτύρων που μαρτύρησαν στη Σεβάστεια τιμά σήμερα, 9 Μαρτίου, η Εκκλησία μας.
Και οι σαράντα αυτοί Άγιοι ήταν στρατιώτες στο πιο επίλεκτο τάγμα του στρατού του Λικινίου. Όταν αυτός εξαπέλυσε διωγμό κατά των χριστιανών, οι Άγιοι σαράντα συλλαμβάνονται αμέσως από τον έπαρχο Αγρικόλα (στη Σεβάστεια).
Στην αρχή τους επαινεί και τους υπόσχεται αμοιβές και αξιώματα, για να αρνηθούν την πίστη τουςΤότε ένας από τους σαράντα, ο Κάνδιδος, απαντά: «Ευχαριστούμε για τους επαίνους της ανδρείας μας. Άλλ' ο Χριστός, στον όποιο πιστεύουμε, μας διδάσκει ότι στον καθένα άρχοντα πρέπει να του προσφέρουμε ό,τι του ανήκει.Και γι' αυτό στο βασιλέα προσφέρουμε τη στρατιωτική υπακοή
Αν, όμως, ενώ ακολουθούμε το Ευαγγέλιο, δεν ζημιώνουμε το κράτος, αλλά μάλλον το ωφελούμε με την υπηρεσία μας, γιατί μας ανακρίνεις για την πίστη πού μορφώνει τέτοιους χαρακτήρες και οδηγεί σε τέτοια έργα;» Ο Αγρικόλας κατάλαβε ότι δεν μπορούσε να τους επιβληθεί με ήρεμο τρόπο και διέταξε να τους βασανίσουν.
Οπότε, μια παγωμένη χειμωνιάτικη νύχτα, τους ρίχνουν στα κρύα νερά μιας λίμνης. Το μαρτύριο ήταν φρικτό. Τα σώματα άρχισαν να μελανιάζουν. Αλλα αυτοί ενθάρρυναν ο ένας τον άλλο, λέγοντας: «Δριμύς ο χειμών, αλλά γλυκύς ο παράδεισος. Λίγο ας υπομείνουμε και σε μια νύχτα θα κερδίσουμε ολόκληρη την αιωνιότητα».
Ενώ προχωρούσε το μαρτύριο, ένας μόνο λιποψύχησε και βγήκε από τη λίμνη. Τον αντικατέστησε όμως ο φρουρός (Αγλάϊος), που είδε τα στεφάνια πάνω από τα κεφάλια τους. Ομολόγησε το Χριστό, μπήκε στη λίμνη και μαζί με τους 39 παίρνει και αυτός το στεφάνι του μαρτυρίου, αφού μισοπεθαμένους τους έβγαλαν το πρωί από τη λίμνη και τους συνέτριψαν τα σκέλη. Τα μαρτυρικά λείψανα ευρέθησαν από τους Χριστιανούς σε κάποιο γκρεμό, όπου είχαν συναχθεί κατά θεία οικονομία και ενταφιάσθηκαν με ευλάβεια.
Στον Ευεργετινό αναφέρεται ότι ενώ οι Άγιοι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες βρίσκονταν στο στάδιο της αθλήσεως έχοντας παραμείνει όλη τη νύχτα μέσα στην παγωμένη λίμνη και καθώς τους έσερναν στον αιγιαλό για να τους συντρίψουν τα σκέλη, η μητέρα ενός Μάρτυρος παρέμενε εκεί πάσχουσα με αυτούς, βλέποντας το παιδί της που ήταν νεότερο στην ηλικία από όλους, μήπως και λόγω του νεαρού της ηλικίας και της αγάπης προς την ζωή, δειλιάσει και βρεθεί ανάξιο της τιμής και της τάξεως των στρατιωτών του Χριστού. Στεκόταν λοιπόν, εκεί και άπλωνε τα χέρια της προς το παιδί της λέγοντας:
«Παιδί μου γλυκύτατο, υπόμεινε για λίγο και θα καταστείς τέκνο του Ουράνιου Πατέρα. Μην φοβηθείς τις βασάνους. Ιδού, παρίσταται ως βοηθός σου ο Χριστός. Τίποτε δεν θα είναι από εδώ και πέρα πικρό, τίποτα το επίπονο δεν θα απαντήσεις. Όλα εκείνα παρήλθαν, διότι όλα αυτά τα νίκησες με τη γενναιότητά σου. Χαρά μετά από αυτά, άνεση, ευφροσύνη. Όλα αυτά θα τα γεύεσαι, διότι θα είσαι κοντά στον Χριστό και θα πρεσβεύεις εις Αυτόν και για μένα που σε γέννησα».
Τα λείψανα των Αγίων βρήκε με θεία οπτασία, το έτος 438 μ.Χ., η αυτοκράτειρα Πουλχερία κρυμμένα στο ναό του Αγίου Θύρσου, πίσω από τον άμβωνα, στον τάφο της διακόνισσας Ευσέβειας σε δύο αργυρές θήκες, οι οποίες κατά την διαθήκη της Ευσέβειας, είχαν εναποτεθεί στον τάφο της στο μέρος της κεφαλής της. Στην συνέχεια η Πουλχερία οικοδόμησε ναό έξω από τα τείχη των Τρωαδησίων.
Σπουδαία από ιστορικής απόψεως θεωρείται από νεότερους ερευνητές η Διαθήκη των Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, η οποία αποσκοπεί στο να παρεμποδίσει τον διασκορπισμό των ιερών λειψάνων τους μεταξύ των Χριστιανών, πράγμα συνηθισμένο στην Ανατολή κατά τους χρόνους εκείνους.
Κατά τους Παρισινούς Κώδικες 1575 και 1476 τα ονόματα τους ήταν: Κυρίων, Κάνδιδος (ή Κλαύδιος), Δόμνας, Ευτύχιος (ή Ευτυχής), Σεβηριανός, Κύριλλος, Θεόδουλος, Βιβιανός, Αγγίας, Ησύχιος, Ευνοϊκός, Μελίτων, Ηλιάδης (ή Ηλίας), Αλέξανδρος, Σακεδών (ή Σακερδών), Ουάλης, Πρίσκος, Χουδίων, Ηράκλειος, Εκδίκιος, (ή Ευδίκιος), Ιωάννης, Φιλοκτήμων, Φλάβιος, Ξάνθιος, (ή Ξανθιάς), Ουαλέριος, Νικόλαος, Αθανάσιος, Θεόφιλος, Λυσίμαχος, Γάϊος, Κλαύδιος, Σμάραγδος, Σισίνιος, Λεόντιος, Αέτιος, Ακάκιος, Δομετιανός (ή Δομέτιος), δυο Γοργόνιοι, Ιουλιανός, (ή Ελιανός ή Ηλιανός), και Αγλάϊος ο καπικλάριος. (Ορισμένοι Κώδικες αναφέρουν και επιπλέον των σαράντα ονόματα, όπως αυτά των Αγίων Αειθάλα, άλλου Γοργονίου κ.λ.π.).
Απολυτίκιο:
Ήχος γ'. Θείας πίστεως.Θείω Πνεύματι, συγκροτηθέντες, δήμος ώφθητε, τροπαιοφόρος, Αθλοφόροι Χριστού Τεσσαράκοντα, διά πυρός γαρ και ύδατος ένδοξοι, δοκιμασθέντες λαμπρώς εδοξάσθητε. Αλλ' αιτήσασθε, Τριάδα την υπερούσιον, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.

Τι πρέπει να λέμε στη Προσευχή μας;


Όταν δεν έχεις χρόνο να ασκηθείς στην προσευχή, τότε όσο το δυνατόν περισσότερο, κατά τη διάρκεια οποιασδήποτε ασχολίας, απέκτησε ένα θεοσεβές πνεύμα, δηλαδή έχε τον Θεό στην ενθύμηση σου και ασκήσου με κάθε τρόπο, με τα πνευματικά σου μάτια, να τον δεις ενώπιον σου με σεβασμό και αγάπη.
Και αισθανόμενος τον Θεόν σαν να ήταν πραγματικά ενώπιον σου, με υπάκουη ευλάβεια σε όλες τις πράξεις σου, δεσμεύσου στην Παντοδυναμία Του, Πανταχού Παρουσία Του και Παντογνωσία Του, με τέτοιο τρόπο, που σε κάθε σου πράξη, λέξη και σκέψη, να θυμάσαι τον Θεό και το Άγιο θέλημα Του.
Αυτό εν ολίγοις, είναι τι πρέπει να περιλαμβάνει ένα πνεύμα προσευχής.
Για έναν που αγαπά την προσευχή πρέπει, όσο το δυνατόν περισσότερο, με σταθερή βαθειά προσοχή, να τοποθετήσει την δική του αντίληψη κάτω από την αντίληψη του Θεού, και ταπεινά και με ευλάβεια να υποτάξει τον εαυτό του στον Θεό.
Γέρων Αγάπιος ο τυφλός
 ΠΗΓΗ

-ΓΕΡΟΝΤΑ που βρισκόμαστε; -Σε ΕΘΝΙΚΗ ΑΓΡΥΠΝΙΑ, τελείωσε ο Εσπερινός και μπήκαμε στην ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ.

Εχθές το βράδυ την ώρα που παιζόταν το θρίλερ για το προσφυγικό εις τας Ευρώπας, ένας καλός φίλος  από αυτούς που αγωνιούν εν Χριστώ για τα τεκταινόμενα μου μετέφερε τηλεφωνικά  τον λόγο πασίγνωστου  Γέροντα που και αν κατάκοιτος με την ευχή του και το πλατύ παιδικό  του  χαμόγελο σκεπάζει  ετούτες τις κρίσιμες στιγμές την Ελλάδα από το ιερό του μετερίζι , την πτωχή  αλλά  και πλούσια καλύβα του.

-ΓΕΡΟΝΤΑ που βρισκόμαστε;

-Σε ΕΘΝΙΚΗ ΑΓΡΥΠΝΙΑ, τελείωσε ο Εσπερινός και μπήκαμε στον Όρθρο  και την  ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ.

Ο Πνευματοφόρος Λόγος  πρέπει να διαδίδεται και να μεταδίδεται ως βάλσαμο στις καθημαγμένες ψυχές μας και μάλιστα  αυτές τις  στιγμές που σήκωσαν τα χέρια τους  ψηλά όλοι οι γεωπολιτικοί αναλυτές και οι ψυχίατροι με αυτά που βιώνουμε από  ώρα σε ώρα.

ΜΈΣΑ στον φετινό χειμώνα – καλοκαίρι  με τις υψηλές θερμοκρασίες για την εποχή   που άνθισαν ξαφνικά όλα τα λουλούδια  και τα δένδρα.. και συμβαίνουν αποκαλυπτικά και ιστορικά γεγονότα ικανά να σημαδέψουν  τις  ζωές μας.

Έρχεται ο παραπάνω λόγος του ΓΕΡΟΝΤΑ να μας τονίσει την ΕΘΝΙΚΗ ΑΓΡΥΠΝΙΑ δηλ. την επαγρύπνηση  και ότι ποτέ δεν έπαυσε η  λειτουργική καθημερινότητα μας  να είναι  μια  ΛΑΤΡΕΥΤΙΚΗ  Πανήγυρης  που δένει το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον  με τον ΟΥΡΑΝΟ και την ιστορική πορεία της Ελλάδος  που θα ανθοφορήσει ακόμη και μέσα στον “πυρηνικό - πνευματικό  χειμώνα” που ετοιμάζουν κάποιοι για τον εαυτό τους.

Όμως η “ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ  των γεωπολιτικών εξελίξεων” που υπονοεί ο Γέροντας  θα τελειώσει με την Μετάληψη  και την  Κατάλυση των ΑΧΡΑΝΤΩΝ ΜΥΣΤΗΡΙΩΝ μέσα στη ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ.


Δρ. Κωνσταντίνος  Βαρδάκας

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...