Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Πέμπτη, Απριλίου 07, 2016

Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως :Ο χαρακτήρας του μη κατ' επίγνωσιν ζηλωτού

Ο χαρακτήρας του μη κατ' επίγνωσιν ζηλωτού   Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως


Ο μη κατ' επίγνωσιν ζηλωτής κέκτηται μεν ζήλον αλλ' ου κατ' επίγνωσιν, πλανάται εν ταις σκέψεσι και ενεργείας αυτού και εργαζόμενος δήθεν υπέρ της δόξης του Θεού παραβαίνει τον νόμον της προς τον πλησίον αγάπης.
Ο μη κατ' επίγνωσιν ζηλωτής εν τη ζέσει του ζήλου αυτού πράττει τα ενάντια, προς τάς διατάξεις του Θειου νόμου και προς το Θείον θέλημα.
Ο μη κατ' επίγνωσιν ζηλωτής διαπράττει το κακόν, όπως επέλθη το υπ' αυτού νοούμενον αγαθόν.
Ο ζήλος του μη κατ' επίγνωσιν ζηλωτού είναι πυρ διαφθείρον, πυρ καταναλίσκον· η καταστροφή προπορεύεται αυτού και η ερήμωσις έπεται αυτώ.
Ο μη κατ' επίγνωσιν ζηλωτής εύχεται τω Θεώ να ρίψη πυρ εξ ουρανού και να κατακαύση πάντας τους μη δεχόμενους τας αρχάς και πεποιθήσεις αυτού. 
Τον μη κατ' επίγνωσιν ζηλωτήν χαρακτηρίζει μίσος προς τους ετεροθρήσκους ή ετεροδόξους, ο φθόνος και ο επίμονος θυμός, η εμπαθής αντίσταση προς το αληθές πνεύμα του Θείου νόμου, η παράλογος επιμονή εν τη υπερασπίσει των ιδίων φρονημάτων, ο παράφορος ζήλος προς κατίσχυσιν εν πάσιν, η φιλοδοξία, η φιλονικία, η έρις, και το φιλοτάραχον.
Ο μη κατ' επίγνωσιν ζηλωτής είναι, άνθρωπος ολέθριος.

Νεκταρίου Μητροπολίτου Πενταπόλεως ,
Το Γνώθι σ αυτόν, σ. 179
Πηγή

Γιατί ο Άγιος Κυπριανός θεωρείται ο Άγιος που λύνει τα μάγια;

AgiosKyprianos.jpgΣύμφωνα με την θρησκευτική παράδοση ο Άγιος Κυπριανός είναι ο Άγιος στον οποίο προσεύχονται οι πιστοί που θεωρούν ότι έχουν «χτυπηθεί» από τη μαγεία.
Ποια όμως είναι η ιστορία πίσω από τον Άγιο Κυπριανό και γιατί αυτός ειδικά θεωρείται ως ο κατεξοχήν Άγιος κατά της μαγείας;
Σύμφωνα με την επικρατούσα άποψη, ο Άγιος Κυπριανός ο οποίος έζησε τον 3ο αιωνα δεν ήταν καν Χριστιανός. Αντίθετα, ήταν ένας από τους πιο ονομαστούς μάγους της εποχής του. Λέγεται πως εξαιτίας της πολύ καλής οικονομικής κατάστασης της οικογένειας του, είχε ταξιδέψει σε αρκετές χώρες και είχε διδαχθεί αποκρυφιστικες πρακτικές.

Σε κάποιες από τις βιογραφίες του καταγράφεται ότι ήταν τόσο ισχυρός μάγος που επικοινωνούσε απευθείας με τον ίδιο τον Σατανά!
Κομβικό γεγονός στην ζωή του ήταν η προσπάθεια του να «μαγέψει» μια νεαρή γυναίκα, την Ιούστα, για λογαριασμό ενός ευγενή. Εκείνος ήθελε να την παντρευτεί αλλά εκείνη είχε αφιερωθεί στο Θεό, έτσι ο ευγενής πήγε στον πιο φημισμένο μάγο για να της κάνει μάγια.
Οι βιογράφοι του Αγίου Κυπριανού υποστηρίζουν πως ήταν τέτοια η δύναμη της πίστης της Ιούστας που ακόμη και τα πιο ισχυρά μάγια του δεν έπιαναν πάνω της. Λέγεται δε, πως ο ίδιος ο Σατανάς αποκάλυψε στον Κυπριανό πως δεν μπορεί να γίνει τίποτα.
Εξαιτίας αυτού του γεγονότος, ο Κυπριανός, όχι μόνο σταμάτησε να ασκεί τη μαγεία, αλλά βαπτίστηκε Χριστιανός. Έφτασε να γίνει μέχρι και Επίσκοπος.
Ο ίδιος χειροτόνησε την Ιούστα, διακόνισσα και της έδωσε το όνομα Ιουστίνη.
Ο Κυπριανός και η Ιουστίνη αφιέρωσαν τη ζωή τους στην διάδοση του Χριστιανισμού, μέχρι τη στιγμή που συνελήφθησαν από τους ειδωλολάτρες.
Το τέλος τους ήταν μαρτυρικό. Με εντολή του αυτοκράτορα Διοκλητιανού, αποκεφαλίστηκαν .
Με το πέρασμα των χρόνων οι πιστοί εξαιτίας της παλαιάς ενασχόλησης του Κυπριανού με την μαγεία τον συνδύασαν με τους εξορκισμούς. Μάλιστα υπάρχει μια ευχή κατά της μαγείας η οποία αποδίδεται στον Άγιο Κυπριανό.
Πηγή 

Νηστεία σημαίνει πείνα για τον Θεό...


Νηστεία σημαίνει πείνα για τον Θεό...


π. Αλέξανδρος Σμέμαν

«Νηστεία σημαίνει πείνα για το Θεό». «Μόνο αυτός που ευχαριστεί ζει αληθινά».
Όταν διψάσεις, θα ανακαλύψεις τη γεύση του νερού, που αγνοούσες λόγω της συνήθειας. Βάλε το στόμα σου στο τρεχούμενο νερό και γεύσου τις σταγόνες που σου έκαναν τη χάρη να μείνουν για να σε δροσίσουν.
Όταν πεινάσεις, θα ανακαλύψεις τη γεύση του ψωμιού, που αγνοούσες λόγω της συνήθειας. 
Φάε το ψωμί σου αργά και ταπεινά. Δέξου το με ευγνωμοσύνη ως δώρο και θα σου είναι πιο γλυκό κι από το μέλι.
Με τη νηστεία που μας διατηρεί σε κατάσταση πείνας, ασκούμαστε να λαμβάνουμε την τροφή και τη ζωή ευχαριστιακά. Να τη λαμβάνουμε ως δώρο από τα χέρια του Θεού. Η νηστεία -ως πείνα και δίψα- ανοίγει άλλες προοπτικές, άγνωστες παντελώς στον κορεσμένο άνθρωπο.

Το ψωμί, τα φρούτα, το νερό γίνονται ξαφνικά τόσο όμορφα…εμπνέουν τόσο σεβασμό που θέλεις να τα φιλήσεις… Τα απλά ακτινοβολούν μια αγνή ομορφιά που τα κάνει πιο ποθητά από τα πολυποίκιλα και επιτηδευμένα…
Η νηστεία, ως πείνα και δίψα, δίνει στην τροφή και τη ζωή τη γεύση της ευλογίας και της ευχαριστίας. Βλέποντας το ψωμί και το νερό ως δώρο του Θεού, ανακαλύπτεις τελικά παντού γύρω σου τα κρυμμένα Του δώρα…
Έχει δίκιο ο π. Αλέξανδρος. “Μόνο αυτός που ευχαριστεί ζει αληθινά”!
Η πείνα και η δίψα της νηστείας είναι στο βάθος της πείνα και δίψα για τον Θεό.Αυτό το ζεις πραγματικά στην εσπερινή λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων, όταν όλη μέρα πεινάς και διψάς τον Άρτο και τον Οίνο της Ευχαριστίας...

Πηγή:   orthodoxia-ellhnismos.gr

Νά πῶς ἔγινα μοναχός!

Παΐσιος Καρεώτης (Μοναχὸς)



«Δι’ εὐχῶν τῶν Ἁγίων πατέρων ἡμῶν... ἐλέησον ἡμᾶς», εἶπε ὁ ἱερεὺς καὶ τελείωσε ἡ Κυριακάτικη Θεία Λειτουργία. Προσκυνήσαμε τὶς εἰκόνες, πήραμε ἀντίδωρο καὶ βγήκαμε στὴν αὐλὴ τῆς Μονῆς, περιμένοντας νὰ κτυπήσει ἡ καμπάνα γιὰ τὴν Τράπεζα.

Ἤμασταν ἀρκετοὶ ἐπισκέπτες στὴ Μονὴ παρ' ὅλο ποὺ ἦταν ἀρχὴ ἀνοίξεως. Ὁ καιρὸς εἶχε μιά ἐλαφριὰ ψυχρὰ καὶ ἕναν πλούσιο ἥλιο. Μοῦ ἄρεσε νὰ βλέπω μέσα στὴν πρωινὴ δροσιὰ τὴ θάλασσα στὰ πόδια μου καὶ πάνω ἀπὸ τὸ κεφάλι μου, τὸν γηραιὸ Ἄθωνα, ποὺ μὲ τὶς βαθειὲς καὶ ἀπάτητες χαράδρες του κατέβαινε μέχρι τὸ μοναστήρι, γιὰ νὰ λειτουργηθῆ κι αὐτός.

Κοίταξα γύρω μου καὶ προτίμησα μιά θέση δίπλα σ' ἕνα γηραιὸ μοναχό, ποὺ καθόταν κάτω ἀπὸ τὸν ἀνοιξιάτικο ἥλιο περιμένοντας τὴν ὥρα τῆς Τραπέζης. Ὅλα ἐδῶ ἔχουν τὸν δικό τους χρόνο.

Κάθησα σιωπηλός, προσεκτικά, γιὰ νὰ μὴν ταράξω τὴν ἡσυχία τοῦ παπποῦ, ποὺ μὲ κλειστὰ τὰ μάτια κάτι σιγανομουρμούριζε. Βυθίστηκα καὶ ἐγὼ στὶς σκέψεις μου, γιὰ τὰ ὡραῖα πού μᾶς χαρίζει ἡ κυρία Θεοτόκος μέσα στὸ Περιβόλι της. Μοῦ ἦταν ὅμως πρόκληση τὸ παρατεινόμενο ψαλμομουρμουρητὸ τοῦ παπποῦ. Ἔστησα αὐτὶ λοιπὸν καὶ σιγά-σιγὰ μπῆκα καὶ ἐγὼ στὸν ἐπαναλαμβανόμενο ρυθμό του. «Ἁγίω Πνεύματι, πᾶσα ἡ κτίσις καινουργεῖται, παλινδρομοῦσα εἰς τὸ πρῶτον...». Ἦταν ὁ πρῶτος ἦχος καὶ ἡ «βελόνα» εἶχε «κολήσει» στοὺς Ἀναβαθμούς. Ὡραῖο «κόλημα», σκέφθηκα.

Τὸ σιγόψαλλα καὶ ἐγὼ μερικὲς φορές. Γύρισε τότε ὁ παπποὺς καὶ μὲ κύταξε. Χαμογέλασε καὶ μὲ ρώτησε: - Ἀπὸ ποῦ εἶσαι ἐσύ;

- Ἀπὸ τὶς Καρυές, Γέροντα.

- Πάτερ μου, εἶναι τιμὴ γιὰ μᾶς πού μᾶς ἔφερε ἡ Κυρὰ ἡ Παναγιὰ στὸ Περιβόλι της, καὶ μᾶς τὰ χαρίζει ὅλα ἁπλόχερα. Νὰ προσέχουμε νὰ μὴ τὴν στενοχωροῦμε, καὶ ἐσεῖς οἱ μικρότεροι μὲ τὶς ἀταξίες σας, καὶ ἐμεῖς οἱ γεροντότεροι μὲ τὴν ξεροκεφαλιά μας. Ἔχεις χρόνια μοναχός;

- Τί νὰ σᾶς πῶ Γέροντα, δὲν τὰ μετράω, ἄκουσα, καλὴ ὥρα, ἕναν ἄλλον παλαιὸ μοναχό, ὅτι ὁ Θεὸς δὲν τὰ μετράει τὰ χρόνια τοῦ μοναχοῦ, παρὰ μόνον τὰ ζυγίζει, καὶ ἔτσι ἔκοψα τὸ μέτρημα καὶ φροντίζω νὰ παίρνω βάρος.

Χαμογέλασε ὁ Γέροντας.
- Σοφὸς ὁ λόγος ποὺ ἄκουσες. Θέλεις ν' ἀκούσης καὶ ἀπὸ ἐμένα κάτι γιὰ τὴν σοφία τῆς Παναγίας μας; Πῶς μὲ ἔφερε ἐδῶ στὸ Περιβόλί της;

- Ἂν θέλω λέει. Διψάω γιὰ ν' ἀκούσω, ἀπάντησα, αὐξάνοντας τὴν προσοχή μου.

- Ἡ καταγωγή μου εἶναι ἀπὸ τὸ Ἄργος Ὀρεστικὸν -ἄρχισε ὁ παππούς- καὶ ἔγινα μοναχὸς στὰ 22 μου χρόνια. Ὑπηρετοῦσα τότε, παιδί μου, στὴν Μ.Ο.Μ.Α., ἂν τὴν ξέρης; Ἦταν μιά τεχνικὴ ὑπηρεσία τοῦ στρατοῦ, στὴν ὁποία δούλευαν καὶ πολίτες. Ἐγὼ ἤμουν ὁδηγός. Βέβαια, ἡ ζωή μου δὲν εἶχε καμμία σχέση μὲ τὴν Ἐκκλησία. Καταλαβαίνεις, μιά ζωὴ κοσμική, καφενεῖα, σφαιριστήρια, γλέντια καὶ ὅλα τὰ συνακόλουθα.

Μία μέρα, λοιπόν, ὁδηγώντας τὸ φορτηγὸ μὲ γεμάτο φορτίο, κατέβαινα ἀπὸ τὸ Ἄργος Ὀρεστικὸν καὶ εἶχα στὸ δεξί μου χέρι τὸν γκρεμό. Ἤμουν μόνος, χωρὶς συνοδηγό. Καθὼς ἦταν κατηφόρα μὲ στροφές, θέλησα νὰ μειώσω τὴν ταχύτητα γιὰ νὰ ἐλέγχω τὸ ὄχημα. Πατώντας τὰ φρένα, βλέπω ὅτι δὲν λειτουργοῦσαν. Μὲ ἔπιασε πανικός. Προσπαθοῦσα, ἀλλὰ τίποτε. Προχώρησα μερικὲς στροφὲς τοῦ βουνοῦ, προσπαθώντας νὰ μειώσω τὴν ταχύτητα, ἀλλὰ εἰς μάτην. Ἡ ταχύτητα αὐξανόταν. Ὁ δρόμος ἦταν χωματένιος, εἶχε λακκοῦβες, πέτρες ἀπ' τὸ βουνό. Σὲ μιά μεγάλη λακκούβα, ποὺ δὲν μπόρεσα νὰ ἀποφύγω, ἔγινε αὐτὸ ποὺ φοβόμουν. Χάνω τὸν ἔλεγχο τοῦ τιμονιοῦ καὶ στρέφεται τὸ φορτηγὸ πρὸς τὸν γκρεμό. Μὲ τὸ ποὺ βλέπω τὶς μπροστινὲς ρόδες στὸν ἀέρα, κλείνω μὲ τὰ χέρια τὰ μάτια μου, γιὰ νὰ μὴ δῶ τὸν θάνατό μου καὶ μὲ κραυγὴ ἀπελπισίας, φωνάζω: «Παναγία μου». Ἐκεῖ ποὺ εἶχα τὰ μάτια μου σφαλισμένα μὲ τὰ χέρια, πάτερ μου, πῶς συνέβη δὲν ξέρω, αἰσθάνομαι ἕνα τράνταγμα. Κατεβάζω τὰ χέρια μου καὶ τί λὲς ὅτι βλέπω; Βλέπω τὸ φορτηγὸ σταματημένο στὴν ἄλλη πλευρὰ τοῦ δρόμου μὲ κατεύθυνση πρὸς τὰ πάνω.

Ἔτρεμα ὁλόκληρος. Δὲν μπόρεσα νὰ τὸ συνειδητοποιήσω. Ἔκατσα λίγη ὥρα νὰ συνέλθω. Μὲ τὰ πολλά, ἔλεγξα τὸ φορτηγὸ καὶ ὅλα λειτουργοῦσαν μιά χαρά. Εἶπα τὸ γεγονὸς σὲ μερικοὺς συναδέλφους, ἄλλοι μοῦ εἶπαν «φοβερὸ πρᾶγμα», ἄλλοι μισοκορόϊδευαν. Δὲν τὸ καλλιέργησα ὅμως μέσα μου περισσότερο, τὸ προσπέρασα.

Τὸ ἀπόγευμα συνάντησα ἕναν φίλο μου, ποὺ ἦταν πολὺ τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ δὲν τὸν ἔκανα συχνὰ παρέα, γιατί τὸν περνοῦσα γιὰ ψιλοχαζό. Δὲν πήγαινε σὲ καφενεῖα, οὔτε σὲ ἄλλα μέρη, ὅπως ὅλοι οἱ φίλοι μας. Τοῦ εἶπα τὸ γεγονός. Μεγάλη καὶ συγκινητική, μοῦ λέει, ἡ ἱστορία σου. Ν' ἀνάψης ἕνα κερί, νὰ προσευχηθῆς καὶ νὰ εὐχαριστήσης τὸν Θεό. Μοῦ πρότεινε, πρὶν πᾶμε μαζὶ στὴν ἐκκλησία νὰ ἐπισκεφθοῦμε μία οἰκογένεια ποὺ εἶχε ἕνα αὐτιστικό, ἕνα καθυστερημένο παιδάκι, γιὰ νὰ δώσουμε μιά παρηγοριά. Δέχθηκα καὶ πήγαμε. Φθάσαμε καὶ κτυπήσαμε τὴν πόρτα. Τὴν εἶχα ἀκουστὰ αὐτὴ τὴν φουκαριάρα τὴ μάνα μὲ τὸ παιδί. Ἔλα, ὅμως, ποὺ τὸ παιδάκι δὲν ἦταν καθυστερημένο. Μὲ τὸ ποὺ μπήκαμε στὸ σπίτι, πρῶτος ὁ φίλος καὶ ἐγὼ πίσω του, μόλις μὲ βλέπει τὸ παιδί, σηκώνεται καὶ ἄρχισε νὰ φωνάζη μὲ μιά φωνὴ καθόλου παιδική, ἀλλὰ ἄγρια, βραχνή, μὲ βρυχηθμό.

- Φύγε ἐσύ. Ἐσὺ ἐκεῖ, φύγε ἀπὸ ἐδῶ. Ἐξαφανίσου. Φύγε ἐσὺ ποὺ κάνεις παρέα μὲ τὴν μαυροφόρα.

Ἐγὼ τάχασα. Δὲν καταλάβαινα τίποτε. Δὲν μποροῦσα νὰ καταλάβω, γιὰ ποιὸ λόγο ξαφνικὰ οἱ φωνές, καὶ γιὰ ποιὰ μαυροφόρα λέει. Στεκόμουν μὲ ἀπορία. Γιατί φωνάζει αὐτὸ τὸ μικρὸ ἔξαλλο;

Ἄρχισε τότε ὁ μικρὸς νὰ μοῦ πετάη ἀντικείμενα. Ὅ,τι ἔβρισκε μπροστά του. Μπῆκε στὴ μέση ὁ φίλος μου καὶ φύγαμε βιαστικά. Ἐγὼ ἤμουν ἀμήχανος.

- Τί ἤρθαμε ἐδῶ, τοῦ λέω, καὶ μὲ βρίζει αὐτὸ τὸ μικρό; Ποῦ μὲ ξέρει καὶ γιὰ ποιὰ μαυροφόρα λέει;
Φύγαμε, λοιπόν, καὶ πήγαμε στὴν ἐκκλησία.

Ἄναψα τὸ κερί μου, εἶπα ὅτι θυμόμουν ἀπὸ προσευχή, χαιρέτησα τὸν παπὰ καὶ κίνησα γιὰ τὸ σπίτι μου, γιατί εἶχε βραδυάσει. Μέσα μου, ὅμως ἀναλογιζόμουν: - Τί εἶναι ὅλα αὐτά; Γιὰ ποιὰ μαυροφόρα λέει; Ἔτσι προβληματισμένος καθὼς πλησίαζα σπίτι μου, ἀπὸ τὴν πλάγια μεριὰ ποὺ ἦταν ὅλο τοῖχος, ἐνῶ ἦταν νύχτα προχωρημένη -ὑπ' ὄψη ὅτι αὐτὰ ἔγιναν πρὶν τὴν κατοχή, ποὺ δὲν ὑπῆρχαν οὔτε τηλεοράσεις, οὔτε στὰ χωριὰ κινηματογράφοι- πάνω σ' αὐτὸν τὸν τοῖχο, λοιπὸν ἀνοίγει ἕνα φῶς δυνατὸ καὶ βλέπω. Τί λὲς νὰ βλέπω; Βλέπω σὰν σὲ κινηματογράφο ἕνα φορτηγὸ νὰ κατεβαίνη ἀπὸ τὸ βουνό, τὸν ἑαυτό μου νὰ ὁδηγῆ, νὰ προσπαθῆ νὰ ἐλέγξη τὸ ὄχημα, αὐτὸ νὰ τρέχη, νὰ πέφτη στὴ λακκούβα, νὰ χάνω τὸν ἔλεγχο, νὰ στρέφεται τὸ φορτηγὸ πρὸς τὸν γκρεμό, νὰ κλείνω τὰ μάτια μου, φωνάζοντας «Παναγία μου»... καὶ ξαφνικά, στὸν οὐρανὸ ψηλά, πάνω ἀπὸ τὸν γκρεμό, βλέπω μιά πανύψηλη γυναίκα, μὲ μαῦρα ροῦχα, νὰ πιάνη τὸ φορτηγὸ στὸν ἀέρα, ὅπως πιάνουμε ἐμεῖς ἕνα σπιρτόκουτο, νὰ τὸ γυρνάη καὶ νὰ τὸ βάζη στὴν ἀντίθετη κατεύθυνση τοῦ δρόμου. Ἦταν, ἀδελφέ μου, ἡ Κυρά μας ἡ Παναγία. Τότε ἀναγνώρισα τὸ περιστατικὸ πού μοῦ συνέβη μὲ τὸ φορτηγό. Ἔπεσα κάτω ἀμέσως, συγκλονισμένος καὶ ἄρχισα νὰ κλαίω μὲ λυγμούς. Τότε κατάλαβα τὸ φοβερὸ πού μοῦ συνέβη.

Σηκώνομαι μετὰ ἀπὸ ὥρα, μὲ δάκρυα καὶ τρέχω καὶ τὸ λέω τοῦ παπᾶ. Τοῦ εἶπα τὰ πάντα, καὶ εἰδικὰ τὸ τελευταῖο, ποὺ τὰ εἶδα ὅλα σὲ ταινία, καὶ εἰδικὰ γιὰ τὴν ψηλὴ καὶ ὄμορφη μαυροφόρα, ποὺ σταμάτησε τὸ φορτηγὸ στὸν ἀέρα καὶ ἤμουν ἐγὼ μέσα. Συγκλονίσθηκε ὁ παπὰς ὅταν τ' ἄκουσε ὅλα. Μεγάλο θαῦμα, παιδί μου, νὰ εὐχαριστήσουμε καὶ νὰ δοξάσουμε τὸν Θεὸ καὶ τὴν Παναγία μας.

Τότε, πάτερ μου, συνειδητοποίησα μέσα μου, μοῦ ἦρθε κάτι σὰν φωτισμός, ὅτι δὲν εἶμαι γιὰ τὸν κόσμον αὐτόν. Τέτοιο θαῦμα μοῦ ἔκανε ἡ Παναγία μας καὶ ἐγὼ κάθομαι στὸν κόσμο; Ποῦ νὰ πάω, ὅμως; Μοῦ λέει, καλὴ ὥρα ὁ παπάς, ἂν θὲς νὰ εὐχαρίστησης τὸν Θεὸ καὶ νὰ σώσης τὴν ψυχή σου, νὰ πᾶς στὸ Περιβόλι τῆς Παναγίας, σ' αὐτὴ ποὺ σὲ ἔσωσε. Ἔτσι, ἀδελφέ μου, ἦρθα στὸ Ἅγιον Ὅρος καὶ δοξάζω τὸν Θεὸ γιὰ τὴν πανάγαθη Πρόνοιά Του. Θὰ μποροῦσα νὰ πῶ κι ἐγώ, μαζὶ μὲ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο, «οὐκ ἐγενόμην ἀπειθής τῆ οὐρανίῳ ὀπτασίᾳ» (Πράξ. 26, 19).

Μὲ συγκίνηση ἄκουσα τὴν ἱστορία τοῦ παπποῦ καὶ τὰ θαυμάσια τῆς Κυρᾶς μας τῆς Παναγίας. Θέλησα νὰ τὸν ρωτήσω γιὰ κάποιες ἀπορίες μου, ἀλλὰ ἀκούσθηκε ἡ καμπάνα τῆς Τραπέζης. Σηκωθήκαμε καὶ μαζὶ μὲ ὅλους τούς πατέρες μπήκαμε στὴν Τράπεζα. Τὸν ἀναγνώστη δὲν τὸν πολυπρόσεχα, γιατί ἔφερνα στὸ νοῦ μου ὅλο τὸ γεγονὸς ποὺ ἄκουσα καὶ μὲ εἶχε συγκλονίσει. Κρυφὰ λοξοκύταγα τὴν γαλήνια μορφὴ τοῦ παπποῦ. Περίμενα νὰ γίνη προσευχή, νὰ βγοῦμε καὶ νὰ ξανασυναντήσω τὸν Γέροντα. Τουλάχιστον νὰ μάθω τὸ ὄνομά του. Μιλάγαμε τόση ὥρα καὶ δὲν ἤξερα πῶς τὸν λένε. Κτύπησε τὸ κουδούνι ὁ ἡγούμενος, κάναμε προσευχὴ καὶ ἀρχίσαμε νὰ βγαίνουμε. Ὁ παπποὺς βγῆκε ἀπὸ τοὺς πρώτους. Μέχρι νὰ βγῶ εἶχε ἐξαφανισθεῖ. Χρόνο δὲν εἶχα νὰ τὸν ψάξω, γιατί τὸ καραβάκι ἔφευγε. Ἔτσι, πῆρα τὸν ντορβά μου καὶ κίνησα γιὰ τὴν παραλία, εὐχαριστώντας μέσα μου τὸν κτίτορα, τὸ Βασιλόπουλο ἐκεῖνο ποὺ ἁγίασε, γιὰ τὴν παρηγοριὰ πού μοῦ ἔδωσε.

Αὐτό, ἦταν ἁγίου κέρασμα.

Καρυές, Σεπτέμβριος 2008 

Πῶς νὰ ἀντιδροῦμε στὶς ἀμφιβολίες γιὰ τὴν πίστη --Ἅγιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος


Ἀμφιβολίες γύρω ἀπό τό Θεό καί τήν πίστη ἔχουν κάποτε-κάποτε σχεδόν ὅλοι. Μποροῦν, ὡστόσο, νά τίς διώξουν εὔκολα μέ σκέψεις ἀντιρρητικές, πού ἐπιβεβαιώνουν τήν ἀλήθεια τῆς θείας ἀποκαλύψεως γιά τόν κόσμο καί τόν ἄνθρωπο: ἡ τάξη καί ἁρμονία τοῦ σύμπαντος, τό θαῦμα τῆς ζωῆς, ὅλα τά ἄλλα ὑπερφυσικά καί ἐξαίσια θαύματα τοῦ Κυρίου καί τῶν ἁγίων Του, πάνω ἀπ’ ὅλα ὅμως ἡ μαρτυρία τῆς συνειδήσεως τῶν καλοπροαίρετων καί ἁγνῶν ψυχῶν.

Τά ἔργα τοῦ Θεοῦ, πού μαρτυροῦν γιά τήν ὕπαρξη καί τήν πρόνοιά Του, ἔχουν πολλές πλευρές. Μία πλευρά εἶναι κατάφωτη καί γι’ αὐτό καταφανῆς. Μία ἄλλη εἶναι ἁπλά φωτεινή καί διακριτή. Ἄλλη εἶναι ἀμυδρόφωτη καί δυσδιάκριτη. Ἄλλη πάλι εἶναι σκοτεινή καί γι’ αὐτό ἀόρατη. Τήν τελευταία τούτη πλευρά ἀφοροῦν οἱ ἀμφιβολίες. Ἔτσι, ὅμως, οἰκονόμησε τά πράγματα ὁ Κύριος, γιά νά δοκιμάζεται ἡ εἰλικρίνεια τῆς ἀναζητήσεώς Του ἀπό τίς ψυχές μας, καθώς καί ἡ ταπείνωσή μας. Βλέπετε, ὁ Θεός καί τά ἔργα Του προσεγγίζονται καί γνωρίζονται μόνο μέ τήν ταπείνωση.

Πιστεύετε πώς ὅπου εἶναι ὁ Θεός καί ἡ ἀλήθειά Του, δηλαδή παντοῦ, ὅλα θά πρέπει νά πλημμυρίζουν μέ φῶς, νά γίνονται ἀντιληπτά μέ τίς αἰσθήσεις, νά ἐμπνέουν δυνατά τίς ψυχές, νά κραυγάζουν γιά τή θειότητά τους! Δέν ἀντιλαμβάνεστε ὅτι, μέ τό νά σκέπτεστε ἔτσι, θέλετε νά καθορίζετε ἐσεῖς τό πῶς πρέπει νά ἐνεργεῖ ὁ Θεός; Καί τοῦτο, ὅπως ἀναμφίβολα θά συμφωνήσετε, εἶναι ἀδιανόητο, γιατί, ἄν συνέβαινε, θά διασάλευε τή φυσική τάξη τῶν πραγμάτων.

Τά ἔργα τοῦ Θεοῦ αὐτά καθαυτά εἶναι ἀκριβῶς θεῖα, ἡ θειότητά τους ὅμως εἶναι καλυμμένη μ’ ἕνα ἀόρατο παραπέτασμα. Γιατί; Ἔτσι θέλησε ὁ Θεός -τοῦτο μόνο ἔχω νά πῶ. Οἱ βουλές τῆς θείας Σοφίας καί Ἀγάπης εἶναι ἀνεξιχνίαστες. Δέν ὑπάρχει ἀμφιβολία, πάντως, πώς ἀνέκφραστη ὀμορφιά καί ἄπλετο φῶς κρύβονται πίσω ἀπό τό παραπέτασμα, πού δέν ἀφήνει τούς ἄπιστους ἀνθρώπους νά δοῦν τήν ἀλήθεια. Λέει ὁ ἀπόστολος• « μολονότι εἶναι ἀόρατες καί ἡ αἰώνια δύναμη τοῦ Θεοῦ καί ἡ θεϊκή Του ἰδιότητα, οἱ ἄνθρωποι μποροῦν νά τίς δοῦν καί νά τίς ἐννοήσουν, ἀπό τότε πού ἔγινε ὁ κόσμος, μέσω τῶν δημιουργημάτων Του» (Ρωμ.1,20). Ποιοί ἄνθρωποι, ὅμως; Μόνο οἱ πιστοί καί καλοπροαίρετοι. Καί ὄχι, βέβαια, οἱ τυπικά πιστοί, ἀλλά ἐκεῖνοι πού ζοῦν θεάρεστα.

Πρέπει νά σπάσεις τό καρύδι, γιά νά βρεῖς καί νά γευθεῖς τή ψίχα του, τή νόστιμη καί θρεπτική. Ὁ Κύριος δέν ἀποκαλύπτει τά μυστήριά Του σέ ὅλους καί δέν πετάει τά μαργαριτάρια στούς χοίρους. Γι’ αὐτό καί στό λαό μιλοῦσε γιά τή βασιλεία Του μέ παραβολές. Ὅσοι εἶχαν τίς πνευματικές προϋποθέσεις, τίς κατανοοῦσαν καί φωτίζονταν ἀπό τήν ἀλήθεια.

Οἱ σπόροι, πού πέφτουν στή γόνιμη γῆ, θαρρεῖς πώς σαπίζουν καί χάνονται. Ὅμως, μέ τή δύναμη πού ἔχει βάλει μέσα τούς ὁ Θεός, βλαστάνουν καί αὐξάνονται καί δίνουν καρπό πολύ. Ἔτσι γίνεται καί μέ τούς σπόρους τοῦ θείου λόγου. Σπέρνονται σ’ ὅλων τῶν ἀνθρώπων τίς καρδιές, βλαστάνουν ὅμως μόνο στίς γόνιμες.

Ἡ πίστη δέν μειώνεται σέ τίποτε ἀπό τό γεγονός ὅτι δέν πιστεύουν ὅλοι. Μή κοιτᾶτε τούς ἀπίστους. Κοιτάξτε τούς ἀληθινά πιστούς καί διαπιστῶστε τί ἀπολαμβάνουν μέσω τῆς πίστεως. Ἡ χριστιανική πίστη δέν εἶναι ἕνα φιλοσοφικό σύστημα, ἀλλά τρόπος ἀνορθώσεως τοῦ πεσμένου ἀνθρώπου ἀπό τόν Θεάνθρωπο Χριστό μέ τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Παρατηρῆστε, λοιπόν, ὁποιονδήποτε ἀκολουθεῖ τ’ ἀχνάρια τοῦ Κυρίου. Καί θά δεῖτε πῶς αὐξάνεται σιγά-σιγά, πῶς ὡριμάζει πνευματικά καί γίνεται μέγας, ὅσο κι ἄν εἶναι ἀσήμαντος γιά τόν κόσμο.

Νά, λ.χ., ὁ στάρετς Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ ἦταν ἄνθρωπος ἁπλοϊκός, ἀγράμματος. Καί ποῦ ἔφτασε; Μ’ ἕνα του λόγο ἔκλεινε τό στόμα τῶν πολυδιαβασμένων ἀπίστων. «ὅσους ὁ κόσμος θεωρεῖ μωρούς, ἐκείνους διάλεξε ὁ Θεός γιά νά ντροπιάσει τελικά τοὺς κατά κόσμον ἰσχυρούς• καί ὅσους ὁ κόσμος θεωρεῖ παρακατιανούς καί περιφρονημένους, ἐκείνους διάλεξε ὁ Θεός, τά μηδενικά, γιά νά καταργήσει ὅσους θαρροῦν πώς εἶναι κάτι.» (Α’ Κορ. 1:27-28). Ἔτσι μεταμορφώνει ἡ θεία χάρη ὅλους ὅσοι τῆς παραδίνονται.

Ὁ Κύριος, λοιπόν, σᾶς καλεῖ στή πίστη. Θέλει τή σωτηρία σας. Καί θά σωθεῖτε, ἄν ἀκούσετε τή φωνή Του καί Τόν ἀκολουθήσετε σταθερά, ἀταλάντευτα. Γιά χάρη Ἐκείνου, πού τόσο σᾶς ἀγαπᾶ, ποδοπατῆστε κάθε ἀμφιβολία. Ἔτσι θά Τοῦ προσφέρετε τή μεγαλύτερη θυσία, γιά τήν ὁποία θά σᾶς ἀνταποδώσει πολλά. Οἱ ἀμφιβολίες εἶναι ζιζάνια, πού σπέρνει ὁ ἐχθρός στό χωράφι τῆς ψυχῆς σας, ἀνάμεσα στά στάχυα τοῦ σιταριοῦ. Γιατί τόν ἀφήνετε νά ἀπεργάζεται τήν καταστροφή σας; Διῶξτε τον καί πλησιάστε τό Σωτήρα μας, πού σᾶς ἁπλώνει φιλόστοργα τό χέρι Του. Νά ταπεινωθεῖτε, γιατί, ὅπως σᾶς εἶπα, μόνο στούς ταπεινούς ἀποκαλύπτεται ὁ Θεός. Νά προσεύχεστε, γιατί ἡ προσευχή σᾶς περιτειχίζει καί σᾶς προφυλάσσει ἀπό τίς ἐπιθέσεις τοῦ πονηροῦ. Καί νά πάρετε στερεή ἀπόφαση: Ποτέ νά μή δέχεστε λογισμό ἀμφιβολίας. Μέ τήν πρώτη ἐμφάνισή του, νά τόν πετᾶτε ἔξω ἀπό τή διάνοιά σας δίχως συζήτηση, ὅσο εὔλογος κι ἄν φαίνεται. Ἔτσι θά βάλετε τέρμα σέ ὅλες τίς πλεκτάνες τοῦ ἐχθροῦ.

Τετάρτη, Απριλίου 06, 2016

ΤΑ ΕΜΠΟΔΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ ΚΑΙ Η ΚΑΤΑΝΙΚΗΣΗ ΤΟΥΣ

Τα εμπόδια της Προσευχής και η κατανίκησή τους




Το να προσεύχεται κανείς και να αφοσιώνεται στο έργο της προσευχής είναι αγώνισμα.
Πρόκειται για έναν κοπιώδη αγώνα. Όπως αναφέρει και ο γέροντας Σωφρόνιος…
…“ενίοτε η προσευχή ρέει μέσα μας σαν ισχυρός ποταμός και άλλοτε ή καρδιά μας αποβαίνει αποξηραμένη”. Ό αγωνιζόμενος στο άθλημα της προσευχής χριστιανός έχει να αντιμετωπίσει ένα πλήθος εμποδίων, τα όποια ορθώνονται εμπρός του εξαιτίας του αόρατου πολέμου του διαβόλου, αλλά κι εξαιτίας της αμαρτωλότητάς του. Τα εμπόδια αυτά θα μπορούσαμε να τα αναφέρουμε ως εξής:
Η φυσική οκνηρία:
Πρόκειται για την κούραση και τον κόπο της καθημερινής μας ζωής. Συντετριμμένος ο άνθρωπος από την καθημερινή βιοπάλη, αδυνατεί να αφιερώσει χρόνο προς συγκέντρωση και προσευχή, γιατί, λέγει στον εαυτό του, η κούραση δεν του επιτρέπει την συγκέντρωση του νοός στο ταμείον του. Ο όσιος Παλάμων, ο γέροντας του οσίου Παχωμίου, όταν έβλεπε πώς ο νεαρός υποτακτικός του νύσταζε τη νύκτα πού προσευχόταν, τον έπαιρνε κι ανέβαιναν πάνω στο γειτονικό αμμόλοφο. Κρατούσε ο καθένας τους ένα ζεμπίλι και κουβαλούσαν άμμο από το ένα μέρος στο άλλο. Τον συνήθιζε έτσι ν’ αντιστέκεται στον ύπνο και να γίνεται πιο πρόθυμος στην προσευχή.
Η έλλειψη συγκέντρωσης:
Ο νους περισπάται κατά την ώρα της προσευχής σε βιοτικές μέριμνες, σε συμβάντα της ημέρας πού πέρασε ή ταξιδεύει στο μέλλον σχεδιάζοντάς το. Έτσι, ή ώρα της προσευχής είναι μία τυπική επανάληψη κάποιων αναγνωσμάτων, χωρίς νόημα και αξία. Το πρόβλημα στην περίπτωση αυτή είναι πώς το τέλος της προσευχής συνοδεύεται με αισθήματα κενού.
Η προσευχή ως τυπική συνήθεια:
Πολλοί προσεύχονται για να προσεύχονται, ίσα ίσα για να “βγουν από τη σειρά”, δίχως συνείδηση, δίχως περίσκεψη, δίχως να αντιλαμβάνονται το γιατί και πώς προσεύχονται.
Η εγωιστική προσευχή που περιορίζεται στο “εγώ”:
Πολλοί συνηθίζουν να προσεύχονται εντελώς ατομικιστικά, ζητώντας από το Θεό να τούς προφυλάσσει από κάθε κακό, υπονοώντας ότι το κακό ας βρει τούς άλλους. Άλλοι πάλι ζητούν από το Θεό χρήματα, περιουσίες, επαγγελματική καταξίωση, έχοντας την εντύπωση πως ο Θεός δεν γνωρίζει το τι είναι καλό για την ψυχή τους, ή αντιλαμβανόμενοι την προσευχή σαν μία ανταποδοτική σχέση: “εγώ Θεέ μου σού δίνω τον χρόνο μου, εσύ να μου δώσεις όλα τα αγαθά που σου ζητάω, γιατί εγώ είμαι οπαδός σου. Κι αν μου τα δώσεις εγώ θα (συνεχίσω να σε προσκυνάω. Αν όχι πρόσεξε Θεέ μου, μπορεί και να μη … σου δίδω σημασία”). Ας θυμηθούμε την προσευχή τού Κολοκοτρώνη ή του Μακρυγιάννη πού είχε ως περιεχόμενο την ελευθερία του Γένους. Αγνοώντας τον εαυτό τους οι αγωνιστές προσεύχονταν για το καλό ολάκερης της πατρίδας. Αν ο Θεός έκρινε καλό ας έχαναν εκείνοι τη ζωή τους.
Η αντίληψη της προσευχής ως υποχρέωση:
Σε καμία περίπτωση δε θα πρέπει να θεωρούμε την προσευχή υποχρέωση. Αντιθέτως, πρόκειται για δώρο του Θεού προς τον άνθρωπο και συνεπώς είναι δικαίωμα του ανθρώπου. Αν κανείς θέλει το αποδέχεται το δικαίωμα αυτό, αν πάλι δεν το επιθυμεί ποιός είναι ο λόγος να προσευχόμαστε έχοντας μία στρεβλή αντίληψη για την προσευχή; Βέβαια, δε θα πρέπει να αποτρέπεται ο άνθρωπος από το να προσεύχεται, όπως αυτός νομίζει. Η παραπάνω περίπτωση αφορά σε όσους ενσυνείδητα θεωρούν την προσευχή υποχρέωση. Είναι ένα θέμα προς συζήτηση με τον πνευματικό τους.
Η οίηση και η υπερηφάνεια κατά την προσευχή:
Πρόκειται για τον φαρισαϊκό τρόπο προσευχής με μεγαλαυχίες και ηχηρές κουβέντες προς εντυπωσιασμό και ημών των ιδίων αλλά και όλων των άλλων που μας ακούν και μας βλέπουν. Αλήθεια, την θέλει μια τέτοιου είδους προσευχή ο Θεός;
Οι άσεμνες σκέψεις κατά την προσευχή και οι λογισμοί:
Εδώ πρόκειται καθαρά για μεθοδεύσεις και διαβολικούς μηχανισμούς. Την ώρα της προσευχής στο μυαλό μας περνούν υβρεολόγια, ακάθαρτοι λογισμοί για εμάς, το συνάνθρωπο, τούς Αγίους μας, την Παναγία, το Θεό. Είναι ο αόρατος πόλεμος. Εδώ χρειάζεται προσοχή. Μόλις η μολυσμένη σκέψη γίνει αντιληπτή από τη συνείδηση μας, εκεί χρειάζεται να μη δοθεί έδαφος για να αναπτυχτεί. Ο τρόπος είναι η απόλυτη συγκέντρωση στην προσευχή, η επίκληση του ονόματος του Χριστού. Εκεί θα δοθεί η μάχη. Βέβαια, για όλα τούτα οι πνευματικοί μας πατέρες και ο πνευματικός του καθενός μπορούν να μεθοδεύσουν τον αγώνα του προσευχομένου χριστιανού σε προσωπικό επίπεδο. “Εκείνος που έχει συμμαζεμένο το νου του, όταν προσεύχεται και προσέχει σ’ αυτά πού λέγει, απομακρύνει με τη φλόγα της προσευχής του τους δαίμονες”, λέγει ο Όσιος Εφραίμ ο Σύρος. Εκείνος όμως που μετεωρίζεται, που σκορπίζει το νου σε ανώφελες σκέψεις, περιπαίζεται από αυτούς”. Όλα τα παραπάνω εμπόδια μπορούν να ξεπεραστούν.
Με μία μόνο λέξη. ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ. Αυτό είναι το κλειδί της προσευχής. Ο γέρων Σωφρόνιος του Έσσεξ το λέγει ξεκάθαρα: “Προσευχή σημαίνει πολλές φορές να ομολογούμε στο Θεό την άθλια μας κατάσταση: αδυναμία, φόβο, ακηδία, αμφιβολία, φόβο, απόγνωση, με ένα λόγο οτιδήποτε συνδέεται με την ύπαρξή μας. Να τα ομολογούμε όλα τούτα, δίχως να επιζητούμε καλλιεπείς εκφράσεις, ούτε ακόμη κι ένα λογικό ειρμό…”.
Επιλογικά: Η προσευχή στις προκλήσεις του σύγχρονου κόσμου.
Ο σύγχρονος κόσμος μας έχει ανάγκη την προσευχή όσο τίποτε άλλο. Δε χρειάζονται διασκέψεις ηγετών για να λυθούν τα προβλήματα του κόσμου, δε χρειάζονται διεθνείς οργανισμοί για να παγιωθεί η ειρήνη, δε χρειάζονται ακόμη και κυβερνήσεις για να λυθούν τα κρατικά προβλήματα. Αυτό πού χρειάζεται πάνω από όλα είναι προσευχή προς το Θεό κι όλα τα άλλα ο Θεός θα βρει τρόπο να τα οικονομήσει προς συμφέρον της ανθρώπινης ψυχής, του δημιουργήματός του που τόσο αγαπάει. Κι όσο κι αν απογοητευόμαστε από τις προκλήσεις των καιρών, όσο κι αν η πείνα θερίζει τον τρίτο κόσμο, όσο κι αν πεθαίνουν συνάνθρωποι μας από ασθένειες, όσο κι αν αθώοι άνθρωποι σκοτώνονται από τρομοκρατικά χτυπήματα, όσο κι αν νέες εστίες πολέμου αναφύονται καθημερινά, μία αλήθεια δεν πρέπει να ξεχνάμε: ο Θεός μπορεί να λύσει όλα τα προβλήματα, αρκεί να του το ζητήσουμε από βάθους καρδίας και δίχως ίχνη ιδιοτέλειας.
Στα παλαιότερα χρόνια, όταν οι αγρότες αντιμετώπιζαν προβλήματα ξηρασίας έπεφταν στα γόνατα και μέχρι να τελειώσει η προσευχή τους άνοιγαν οι ουρανοί. Ο Θεός άκουγε άμεσα την προσευχή τους. Σήμερα όμως οι «πολιτισμένοι» άνθρωποι του κόσμου τούτου δε στρέφουν το βλέμμα τους προς τον ουρανό, για να ζητήσουν με ειλικρίνεια βοήθεια. Αντίθετα, πέφτουν στην παγίδα και νομίζουν πώς μόνοι τους μπορούν να λύσουν τα προβλήματα. Το αποτέλεσμα; οι πόλεμοι συνεχίζονται, η αδικία διευρύνεται, η δυστυχία κυριαρχεί, η αλαζονεία θριαμβεύει και ο κόσμος μας ζει την παραζάλη της ασυναρτησίας, όσες αποφάσεις κι αν λαμβάνονται από τούς ισχυρούς. Για όλους τούτους τούς λόγους οι χριστιανοί πρέπει να προσεύχονται με πνεύμα αγάπης. Και η προσευχή τους να αναπληρώνει την προσευχή των συνανθρώπων μας που ξεχασμένοι στην ευτέλεια της καθημερινότητας παραμέρισαν από τη ζωή τους το Θεό.
Η προσευχή η δική μας πρέπει να είναι διπλή, τριπλή, δεκαπλή, προσευχή καρδιάς, αγάπης προς το συνάνθρωπο. Πρέπει τελικώς να είναι προσευχή αδιάλειπτη, όπως αυτή του Δαβίδ, που το πρωί βασίλευε και πολεμούσε και όλο το βράδυ το αφιέρωνε στο Θεό. Στην καρδιακή αδιάλειπτη προσευχή πρέπει να ασκηθούμε ώστε αυτή να ασκήσουμε. Και όλη ή ζωή μας θα αλλάξει για έναν και μόνο λόγο.
Ο Θεός θα δει τον αγώνα μας, θα μας αγκαλιάσει και το Πανάγιο Πνεύμα θα μας συντροφεύει. Μπορούμε και στον κόσμο να γίνουμε σκεύη χάριτος, αγιασμένες προσωπικότητες που θα δίνουμε με το παράδειγμά μας το μαρτύριο της χριστιανικής ορθοπραξίας. Κι όλα τούτα επιτυγχάνονται με τη δύναμη της προσευχής.
Έλεγε κάποιος γέροντας: “τούτα τα τέσσερα έχει ανάγκη πιότερο η ψυχή του ανθρώπου, να φοβάται την κρίση του Θεού, να μισεί την αμαρτία, να αγαπά την αρετή και να προσεύχεται αδιαλείπτως”. Άλλωστε, ο χριστιανός που θυμάται να συνομιλήσει με το Θεό μόνο όταν φτάσει μια καθορισμένη ώρα της προσευχής δεν έχει ακόμη μάθει να προσεύχεται.
το είδαμε εδώ

ΤΟ ΠΕΝΘΟΣ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ


Αυτές τις ημέρες οι πιστοί χριστιανοί διανύουν την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Κάνουν τον ευλογημένο αγώνα τους, ο καθένας όσο μπορεί καλυτέρα για να ζήσουμε και φέτος όσο γίνεται πνευματικά και με χαρά Χριστού αυτή την ευλογημένη και κατανυκτική λειτουργική περίοδο, η όποια πολλές φορές ακούμε ότι την ονομάζουμε ή την χαρακτηρίζουμε ως πένθιμη περίοδος.
Είναι πένθιμη η περίοδος της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και οι Άγιοι πατέρες που όλα τα όρισαν καλώς με φωτισμό του αγίου πνεύματος, τα έχουν τοποθετήσει όλα τόσο σωστά μέσα στη ζωή της εκκλησιάς έχουν εναρμονίσει στην περίοδο αυτή και έναν πένθιμο χαρακτήρα. Όταν παρευρισκόμαστε στις ακολουθίες αυτής της λειτουργικής περιόδου προηγιασμένες θείες λειτουργίες, χαιρετισμούς της Παναγίας και Μεγάλα απόδειπνα βλέπουμε και ακούμε μέσα στην εκκλησία αναγνώσματα, μελωδίες και τροπάρια κατανυκτικά. Ακόμη τα άμφια, τα καλύμματα τα ιερά των αγίων τραπεζών είναι  λιτά και σε πένθιμους χρωματισμούς για να  εξυπηρετούν αυτό το πένθιμο χαρακτήρα.
Για ποιο πένθος ομιλούμαι όμως; Είναι η κατά Θεόν λύπη, όπως αναφέρει ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος «Το κατά Θεόν πένθος είναι η σκυθρωπότητα της ψυχής, η διάθεση της πονεμένης καρδιάς, η οποία δεν παύει να ζητή με πάθος εκείνο για το οποίο είναι διψασμένη. Και όσο δεν το κατορθώνει, τόσο περισσότερο κοπιάζει και το κυνηγά και τρέχει πίσω του με οδυνηρό κλάμα. Αυτό το όποιο διψά η ψυχή είναι το έλεος του θεού». Το κατά Θεόν πένθος το γεννά η μετάνοια. Η μετάνοια έπεται όπως γνωρίζουμε της αμαρτίας και η αμαρτία γεννάει την λύπη.  Έτσι  η μετάνοια έρχεται να υπογραμμίσει στον άνθρωπο ότι δεν γίνεται πρέπει να περάσει κάνεις μέσα από αυτή τη λύπη για να διαλυθεί η αμαρτία. Η αμαρτία κρύβει ηδονή, η λύπη της μετανοίας είναι ωδίνη  την οποία πρέπει να περάσει ο άνθρωπος για να απαλλαγεί από τα πάθη. Το κατά Θεόν πένθος δεν ταυτίζεται με το κοσμικό πένθος που νιώθουν οι άνθρωποι όταν χάσουν ένα αγαπημένο τους πρόσωπο αλλά είναι αποτέλεσμα της συνειδητοποιήσεως της αμαρτίας και της δημιουργίας μετανοίας και επιστροφής στον κύριο.
Πως βιώνομαι όμως εμείς αυτή την κατά Θεόν λύπη; Με διαφόρους τρόπους ανάλογα με τις πνευματικές προϋποθέσεις του καθενός. Αρχικά είναι η λύπη που νιώθουμε όταν συνειδητοποιήσουμε τις αμαρτίες και τα σφάλματα μας. Ο καθένας μας το έχει νιώσει αυτό σε κάθε ηλικία το τρύπημα από το αγκάθι της συνείδησης δεν μας αφήνει να ησυχάσουμε. Έτσι το κατά Θεόν πένθος έρχεται να διαλύσει αυτή την πικρία που νιώθουμε. Ο καθένας μας κάπως μπορεί να πενθήσει τα μικρά παιδιά θα κλάψουν μπροστά από το σκήνωμα της μητέρας ή τους πατερά τους και σαν παιδιά που είναι θα ξεχαστούν κάποια στιγμή. Οι μεγάλοι όμως δεν μπορούν εύκολα να ξεχαστούν. Αυτό συμβαίνει και με το κατά Θεόν πένθος ανάλογα με την ηλικία του ο καθένας πενθεί για τις αμαρτίες και τα πάθη του.
Ο Θεός μας όμως δεν μας θέλει καταθλιπτικούς μας θέλει χαρούμενους. Φυσικά θα περάσουμε απαραιτήτως από την κάθε Θεόν λύπη, την λύπη της μετάνοιας και από εκεί θα αναβλύσει η χάρις του Θεού. Δεν γίνεται να είμαστε όλο χάρες και ποτέ λυπημένοι. Η χαρά του Θεού είναι δώρο σε αυτούς που λυπούνται επειδή λύπησαν το Θεό. Έτσι ο Θεός τους λέει επειδή λυπήθηκες που με λύπησες έχε τη χαρά τη δική μου.

ΤΡΕΙΣ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΔΡΟΜΟΙ!

1CJJcDq0WUAAyANt 
Γράφει ο Νίκος Χειλαδάκης


Είναι εύκολο να κάνεις κριτική, να καταδικάζεις και να απορρίπτεις αλλά δύσκολο είναι να μπορείς να γράφεις λύσεις και να προτείνεις. Σήμερα σε αυτή την χώρα έχουμε γεμίσει κριτικούς αλλά μας λείπουν οι άνθρωποι που θα προτείνουν διέξοδο στα αδιέξοδα, με συνέπεια να συνεχίζεται ο «χορός του τρόμου» και της εξόντωσης της ελληνικής κοινωνίας. Οι στιγμές είναι ως συνήθως κρίσιμες όπως ήταν και είναι τα τελευταία χρόνια, αλλά κάπου το πηγάδι έχει πια στερέψει και μετά από τον πάτο δεν υπάρχει τίποτα.
Στην κατάσταση που έχει περιέλθει σήμερα η χώρα και οι ατέλειωτες διαπραγματεύσεις με τους δανειστές της που έχουν το μαχαίρι και το πεπόνι και δεν φαίνεται να έχουν διάθεση να τα παραδώσουν, τρεις είναι οι λύσεις που μπορούμε να επιλέξουμε.
Η πρώτη λύση είναι να υπάρξει συμβιβασμός για άλλη μια φορά με τους δανειστές, φυσικά σε βάρος της χώρας και του λαού. Δηλαδή αποδεχτούμε την εθνική μας αυτοκτονία για να… «επιβιώσουμε». Δηλαδή να γίνουμε και επίσημα μια χώρα αποικία να τεθούμε και φανερά υπό διεθνή κατοχή και να αφήσουμε τα πάντα στους άλλους καταργώντας τους εαυτούς μας. Το πιο θλιβερό είναι πως υπάρχουν πολιτικές δυνάμεις που φλερτάρουν με αυτή την λύση γιατί ιδιοτελώς το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι να διασφαλίσουν τα ατομικά τους συμφέροντα.
EU_Eurozone_Eurokrise_Merkel_Schaeuble_GREXIT_Finanzkrise_Austerity_Sparpakete_Kapitalismus_Raubtierkapitalismus_Kritisches_Netzwerk_ESM_Troika_Institutionen_DiktaturΗ δεύτερη λύση είναι να αποδεχτούν και να αποδεχτούμε αναγκαστικά ότι παραμένουμε στο Ευρώ αλλά σταματά η οικονομική επιτήρηση και βάζουμε μόνοι μας οικονομικό πρόγραμμα για να επέλθει ανάπτυξη. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε επιτέλους να ανταποκριθούμε στις δανειακές μας υποχρεώσεις χωρίς νέα δάνεια γιατί με τα συνεχιζόμενα προγράμματα τους δεν θα πάρουν ποτέ πίσω τα χρήματα τους. Σε αυτή την λύση θα σταματήσουμε για ένα μεγάλο διάστημα να πληρώνουμε δόσεις και χρεολυσία αλλά θα αποδεχτούμε να εφαρμόσουμε τις διαθρωτικές μεταρρυθμίσεις τους, αρκεί να μην πλήττονται τα εθνικά δίκαια.
Τέλος είναι και η τρίτη λύση που μάλλον θα έπρεπε να την εφαρμόσουμε από την αρχή. Αναγκαστική έξοδος από το Ευρώ και εφαρμογή εθνικού νομίσματος. Όσο και αν αυτό ακούγεται παράδοξο, είναι η λύση που φοβούνται περισσότερο αυτοί εκεί στο Βερολίνο, Παρίσι, Λονδίνο και αλλού. Μια δεδομένη επιτυχία αυτής της λύσης και μια εντυπωσιακή οικονομική ανάπτυξη που θα ακολουθήσει, θα είναι η αναπόφευκτη αρχή του τέλους για το ίδιο το Ευρώ, καθώς οι άλλες χώρες θα συνωστίζονται να την ακολουθήσουν.


Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει μέλλον και θα καταρρεύσει ούτως ή άλλως καθώς εκεί τη οδήγησαν σκόπιμα ή μη, οι άφρονες πολιτικοί της. Είναι εγκληματικό αλλά και προδοτικό κάποιες αδιόρθωτες πολιτικές δυνάμεις να θέλουν να είμαστε κολλημένοι πάση θυσία σε ένα πλοίο που βουλιάζει.
Η θα γίνει αρχή από την Ελλάδα, ή από την Μεγάλη Βρετανία η από αλλού. Εμείς έχουμε το στρατηγικό πλεονέκτημα και αυτό θα πρέπει να το χειριστούμε σαν το μεγαλύτερο όπλο μας με αποφασιστικότητα και σύνεση. Έχουμε και το πνευματικό πλεονέκτημα που πολλοί το λοιδορούν, αλλά αν το συνειδητοποιήσουμε η αξία του είναι τεράστια. Η ιστορία μας το έχει δείξει πολλές φορές στο παρελθόν.
Το αμείλικτο ερώτημα για όλους μας είναι, θέλουμε ή όχι να επιβιώσουμε σαν έθνος, σαν λαός, σαν κοινωνία και σαν ελληνορθόδοξη ταυτότητα όπως επιβιώσαμε επί τόσους αιώνες ???
ΝΙΚΟΣ ΧΕΙΛΑΔΑΚΗΣ
Δημοσιογράφος-Συγγραφέας-Τουρκολόγος
www.nikosxeiladakis.gr
το ςίδαμε εδώ

Η ΣΥΝΕΧΗΣ ΘΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Η συνεχής Θεία Κοινωνία

Μέσα σ’ αυτή την προσπάθεια έρχεται και ένας άλλος γλυκύς και ειρηνικός τρόπος κάθαρσης του νού κι αυτός είναι η συνεχής Θεία Κοινωνία. Είναι αυτό που λέγει έναν τροπάριο της ακολουθίας της Θείας Μεταλήψεως.
«Θεού το Σώμα και θεοί με και τρέφει, Θεοί το πνεύμα τον δε νούν τρέφει ξένως»
Αυτός ο λόγος, «τρέφει ξένως», σημαίνει πως το Σώμα και το Αίμα του Χριστού που κοινωνούμε είναι η τροφή που καθαρίζει τους ακάθαρτους λογισμούς και αλλοιώνει αγαθώς τα φρονήματα προς ευσέβειαν. Ο λόγος αυτός μας λέγει ότι η μετοχή στα Άγια Μυστήρια φέρει κατά μυστικό τρόπο την υγεία της ψυχής και του σώματος.
Η συνεχής παρουσία της Θείας Κοινωνίας προσδίδει μυστικά δύο ευλογίες για την αντιμετώπιση των λογισμών, το ένα είναι η δύναμη της αντίστασης και το άλλο είναι ο θείος έρωτας.
Η παρουσία του Χριστού μέσα μας με την συνεχή Θεία Κοινωνία ντύνει τον πιστό με μια αγγελική πανοπλία για να μπορεί να αντέχει στα δόλια βέλη του πονηρού. Όλα αυτά συμβαίνουν μέσα στην ύπαρξη του χριστιανού κατά μυστικό τρόπο , όπως το λέγει η προσευχή αυτή της Θείας Μεταλήψεως: «Είναι το Σώμα του Θεού που τον θεώνει και τον τρέφει, τους θεώνει το πνεύμα και τρέφει το νού με θεϊκό τρόπο». Ο νούς και η καρδιά του αγιάζονται και δυναμώνουν και αποκτούν την δύναμη να αντιστέκονται. Και λέγει ο Ιερός Χρυστόστομος:
«Η Θεία Κοινωνία είναι ένας ποταμός πιο δυνατός και πιο σφοδρός απ’ τη φωτιά, που όμως δεν κατακαίει, αλλά περιλούει και πυρπολεί αφλέκτως αυτόν που παίρνει αυτή την τροφή των αγγέλων μέσα του. Να! όπως παίρνεις το χρυσό και καθώς λειώνει στη φωτιά, αν ήταν δυνατόν να γίνει και να βουτούσες μέσα στο χέρι σου ή τη γλώσσα σου σ’ αυτόν ,τότε αμέσως θα γινόταν χρυσή , έτσι κι εδώ κι ακόμη πιο πολύ χρυσώνει την ψυχή σου το αίμα του Χριστού».
Με τη συνεχή θεία κοινωνία δυναμώνει η θέληση του πιστού και στηρίζεται από τον Χριστό με «πνεύμα ηγεμονικό» μπροστά στην ολισθηρότητα των λογισμών. Αντιστέκεται στον πειρασμό με μια δύναμη που ξεπηδά μόνη της από την καρδιά του. Μάλλον πρέπει να πούμε καλύτερα πως ο Χριστός είναι Αυτός που πολεμά και κάνει τον αγώνα και σώζεται ο πιστός εφ’ όσον είναι εντός του. Αφήνει σ’ αυτόν να πολέμα και να υπερασπίζεται. Στην πνευματική πρακτική διαπιστώνει κανείς ότι πολλές περιπτώσεις ανθρώπων μέσα από την συνεχή Θεία Κοινωνία έχουν θεραπευθεί από διάφορα ψυχικά νοσήματα.
Πολύ όμορφα και πάλι ο ίδιος ο Ιερός Πατήρ μιλά για το αίμα του αμνού που άλειψαν το Πάσχα οι Εβραίοι στις πόρτες τους και σώθηκαν από τον ολοθρευτή άγγελο και το αντιπαραβάλλει με το Αίμα του Χριστού, που κοινωνούμε στην Θεία Ευχαριστία
«Βλέπεις πως το αίμα εκείνο το αναίσθητο, το άψυχο, έσωσε τους ανθρώπους που έχουν ψυχές όχι επειδή ήταν αίμα, αλλά επειδή συμβόλιζε και προφήτευε την θυσία και το αίμα του Χριστού και όταν είδε ο ολοθρευτής το αίμα επιχρισμένο τις πόρτες, δεν τόλμησε να μπει μέσα. Έτσι λοιπόν και τώρα, όταν βλέπει ο διάβολος όχι πια το αίμα εκείνο το συμβολικό χρισμένο στις πόρτες, αλλά το αληθινό Αίμα του Χριστού χρισμένο στο στόμα των πιστών , στην πόρτα του χριστοφόρου ναού, δεν θα διστάσει πολύ περισσότερο; Διότι , αν άγγελος είδε τον συμβολικό αυτόν τύπο και ντράπηκε, πολύ περισσότερο ο διάβολος δεν θα φύγει βλέποντας αυτό το Σώμα και το Αίμα του Χριστού;».
Ο διάβολος φοβάται την Θεία Κοινωνία. Είναι αυτό που τον πονά και τον διαλύει και αδυνατεί και υποχωρεί, όταν βρίσκεται μπροστά στους συνεχώς κοινωνούντας των Αγίων Μυστηρίων. Είναι όντως το μυστικό φάρμακο που θεραπεύει τον ποικίλο λογισμό που κολλάει σαν πειρασμός μέσα στην σκέψη και καταναγκαστικά τον εμπαίζει.
Πολύ πρακτικά μας μιλάει για το θέμα αυτό ο άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων:
«Αν το δηλητήριο του εγωισμού σε κάνει να υποφέρεις τρομερά όπως πάντα, λάβε το μυστήριο και ο ταπεινός άρτος θα σου δώσει τη γαλήνη. Αν η ζήλια μαραίνει με τον καυτερό της άνεμο την καρδιά σου , λάβε τον άρτο των αγγέλων και η πραγματική αγάπη θα φουντώσει μέσα σου. Αν η τεμπελιά σ’ έχει κυριεύσει και νοιώθεις πως δεν έχεις κέφι για προσευχή και γα άσκηση της αγάπης στο διπλανό σου, δυναμώσου με το Σώμα και το Αίμα του Χριστού.
Ασφαλώς η καρδιά σου θα γεμίσει από αγάπη. Επιτέλους αν νιώθεις να σε πιέζει ο πειρασμός για να κάνεις μια ανήθικη πράξη, ω! τότε, προπαντός τότε! λάβε το μεγαλύτερο από τα μυστήρια, και το πανάγιο σώμα του Χριστού θα σε κάνει κ’ εσένα αγνό και ολόλευκο σαν κρίνο».
Με τη συνεχή παρουσία Του κυρίου μαραίνει τον πειρασμό και ειρηνεύει την καρδιά του ανθρώπου. Είναι προτιμότερο πάνω στον πειρασμό , αντί να ξεριζώνει κάποιος με τα χέρια του το δένδρο αυτό και να πονά χωρίς αποτέλεσμα, καλύτερα να τον μαραίνει με την αγάπη στον Χριστό και την διαρκή παρουσία Του.
«Η αγάπη του Χριστού νικά την αγάπη του κόσμου, «έρως έρωτι νικάται». Χριστιανός είναι αυτός που την ζωή του την συμπλέκει σε έναν μεγάλο έρωτα με τον Θεό και όχι σε έναν φόβο και άγχος για την αμαρτία και την ενοχικότητα. Δεν παλεύει τόσο με τους πειρασμούς και τον διάβολο, γιατί τους περιφρονεί και αδιαφορεί για τον πόλεμο τους, αλλά παλεύει με έναν σκοπό, να αγαπήσει πιο πολύ τον Χριστό.
Αυτός ο θείος έρωτας έρχεται κατά κύριο λόγο με τη συνεχή Θεία Κοινωνία του τιμίου Σώματος και Αίματος του Κυρίου. Αυτός ο Χριστός , εντός ημών, έχει μόνο την δύναμη να μαράνει εξ ολοκλήρου τους πειρασμούς.
Οι Εβραίοι , κάθε φορά που ατένιζαν το πρόσωπο του Μωϋσή όταν κατέβαινε απ’ το Σινά, θαμπώνονταν και δεν μπορούσαν να τον αντικρύσουν , διότι έλαμπε σαν ήλιος. Έτσι ακριβώς , λέει ο Ι. Χρυσόστομος, «και οι δαίμονες εκθαμβούνται , τρέμουν και αποφεύγουν να βλέπου το πρόσωπο ενός που μεταλαμβάνει, διότι εκείνη την ώρα μία θεϊκή φωτιά ξεπετάγεται από το στόμα , θέμα θαυμαστό στους αγγέλους , φοβερό στον διάβολο».
Η συνεχής Θεία Κοινωνία με τα χρόνια που περνούν γίνεται το ουράνιο φάρμακο της ψυχικής ηρεμίας και της αγγελικής αλλαγής του ανθρώπου. Εγκαθίσταται μέσα στην καρδιά του ο θείος έρωτας. Το Σώμα και το Αίμα του Χριστού γίνεται το εμβόλιο της ψυχής του.
Και όπως ένα άγριο δένδρο δεν μπορεί να αλλάξει όσο και να το σκαλίζουμε, όσο και να το ποτίζουμε, παρά μονάχα εάν το εμβολιάσουμε, έτσι και ο άνθρωπος, άγριο δένδρο με πάθη και αδυναμίες,, εμβολιάζεται και μεταμορφώνεται με το ουράνιο μπόλι, το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Γίνεται από «αγριαέλαιος» «καλιέλαιος».
Η καλλιέργεια τα ψυχής και η ειρήνευσή της από τους πειρασμούς του νου και της καρδίας γίνεται με μυστικό τρόπο και μέσα στον χρόνο από τον γεωργό Χριστό. Έλεγε: «Αυτομάτη γάρ η γη καρποφορεί». Η συνεχής Θείας Κοινωνία φέρει τον αληθινό αγιασμό και την απάθεια στους πειρασμούς. Εξάλλου , χριστιανός είναι μόνο εκείνος που ζει συνεχώς εν μετανοία και εγκεντρισμένος στο σώμα του Χριστού με την συνεχή Θεία Κοινωνία.
Όμως η συνεχής Θεία Κοινωνία δεν μπορεί να εφαρμοστεί με ωφελιμιστικό τρόπο , ούτε και με καταναγκαστικό, διότι δεν πρόκειται ποτέ να ωφελήσει.
Η Θεία Κοινωνία δεν είναι ένα αντικαταθλιπτικό φάρμακο, που το παίρνει κανείς δι’ επιβολής και εξ ανάγκης στην δυσκολία, περιμένοντας μαγικά το θαύμα, αλλά είναι η εξ όλης καρδίας ένωση μας με τον ίδιο τον Θεό, που ζει μέσα μας και εμείς εγκεντρισμένοι στο Σώμα Του.
 Ο πιστός που ζει στην Εκκλησία με την συνεχή Θεία είναι Θεοφόρος και Χριστοφόρος,όμαιμος και σύναιμος του Χριστού, κι αυτό μέσα στον χρόνο φέρει τον καρπό του, την κάθαρση του νου και της καρδιάς.
Όπου κατοικεί ο Χριστός βασιλεύει η πηγαία χαρά και ειρήνη. Η συμμετοχή στο Ιερό Μυστήριο με την προετοιμασία των ευχών της Θείας Μεταλήψεως οδηγούν σε μία συναίσθηση των αμαρτιών και σε έναν θείο έρωτα και εκζήτηση του ελέους του Θεού. Ο φόβος Θεού και ο πόθος Θεού είναι ο άριστος της καρδιάς τρόπος προετοιμασίας για την Κοινωνία του Θεού.
Και εδώ όταν λέμε φόβο Θεού δεν σημαίνει τον τρόμο του ανθρώπου σαν να βρίσκεται ενώπιον ενός αδυσώπητου άρχοντος που πρόκειται να τον τιμωρήσει και να τον κατακόψει και ως καταναγκασμένος δούλος τον φοβάται, αλλά σημαίνει την εν μετανοία και μετά δακρύων συναίσθηση των αμαρτιών του, καθώς και την γλυκεία αγάπη και συγχώρηση του Θεού.
Όταν ο άνθρωπος μέσα στην καρδιά του διεργάζεται το μυστήριο της μετανοίας καθώς και το μυστήριο του θείου πόθου και έρωτος, τότε τα άχραντα Μυστήριο και ο Άρτος της Ζωής είναι καθαρτικός του νου τρόπος.

Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΤΟΥ π. ANDREW HARMON

Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ
ΤΟΥ π. ANDREW HARMON
ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ TOY ASBURY ΚΑΙ ΟΙ ΟΡΘΟΔΟΞΕΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΕΣ

    Όταν σαν ένας θεολογικά συντηρητικός λαϊκός στην «Ενω­μένη Μεθοδιστική Εκκλησία» άρχισα για πρώτη φορά να νοιώθω την κλήση τού Θεού για την ιερωσύνη, το Σεμινά­ριο Asbury στο Wilmore του Κεντάκυ ήταν το μόνο σχο­λείο που υπολόγισα σοβαρά. Το Asbury είναι ένα μη ομο­λογιακό και συντηρητικό σχολείο των οπαδών τού Wesley, το οποίο τραβά μεγάλους αριθμούς πιο παραδοσιακών και Ευαγγελι­κών Ενωμένων Μεθοδιστών υποψηφίων για την Ιερωσύνη. Τα περισ­σότερα Σεμινάρια των Ενωμένων Μεθοδιστών, από την άλλη, είναι γνω­στά σαν εστίες της ετεροδοξίας.
Επομένως ξεκίνησα για το Asbury και το Κεντάκυ γι’ αυτό που τώ­ρα αναπολώ σαν τρία καλά χρόνια σχολείου με πολλά πολύτιμα μαθή­ματα Το Asbury έδινε μεγάλη έμφαση στην εμμονή στα παραδοσια­κά πιστεύω τού Χριστιανισμού. Αυτή η έμφαση ήταν διπλά σημαντική, αφού οι περισσότεροι από μας προορίζονταν για την ιερωσύνη σε μια ομολογία όπου το να είσαι παραδοσιακός σήμαινε σχεδόν αποκοπή.
Το Asbury προσπαθούσε να διατηρήσει τη διδασκαλία του John Wes­ley, του Ιδρυτή των Μεθοδιστών στην Αγγλία τον δέκατο όγδοο αιώ­να. Στην έρευνά μου άρχισα να ανακαλύπτω ότι ο Wesley πίστευε πολ­λά πράγματα, που οι σύγχρονοι οπαδοί του, είτε δυσπιστούν ή προ­σπαθούν να αγνοούν - όπως την αληθινή παρουσία του Χριστού στη θεία Ευχαριστία, την αναγέννηση του βαπτίσματος, και ακόμα το αει­πάρθενο της Παναγίας. Επίσης ανακάλυψα ότι ο Wesley μελέτησε σο­βαρά τα συγγράμματα των Ελλήνων Πατέρων της Εκκλησίας.
ΑΝΑΚΑΛΥΠΤΟΝΤΑΣ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ
Αυτή η ανακάλυψη με οδήγησε στο να εμβαθύνω ο ίδιος στους Πα­τέρες της Εκκλησίας και ιδιαίτερα στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Η φοι­τητική μου εργασία στη ρωσική ιστορία με είχε ήδη κάμει ενήμερο για την Ορθόδοξη Χριστιανοσύνη. Όμως για διάφορους λόγους, ποτέ δεν το είχα υπολογίσει σοβαρά για τον εαυτό μου. Τώρα, προσέγγισα το θέ­μα πολύ πιο σοβαρά.
Αναμφίβολα η Ορθόδοξη Εκκλησία είχε αντέξει στη δοκιμασία του χρόνου- σχεδόν δυο χιλιάδες χρόνια, για την ακρίβεια. Ο Προτεσταν­τισμός από την άλλη, είχε κομματιαστεί σε θεολογική αναρχία και εκ­κλησιαστικό χάος μετά από μόνο λίγους αιώνες. Ακόμη και το Ευαγ­γελικό κίνημα συμβιβάστηκε σε πολλά που είχε πρωτοστατήσει, κάτω από την πίεση της αυξανόμενης κοσμικής κουλτούρας. Και οι σύγχρο­νοι οπαδοί του Wesley φαινόντουσαν να θέλουν να αγνοήσουν μεγά­λους παράγοντες στον παραδοσιακό Χριστιανισμό (όπως τα μυστή­ρια) που υπήρξαν υψίστης σημασίας στον ίδιο τον Wesley.
Έτσι πήρα μερικά μαθήματα στην εκκλησιαστική ιστορία και τους πρώτους Πατέρες και έκαμα επίσης λίγη ανεξάρτητη μελέτη. Πείσθηκα όλο και περισσότερο ότι οι αρχαίες παραδόσεις της Εκκλησίας περιεί­χαν πολλά, που ο σύγχρονος Προτεσταντισμός παραθεώρησε. Κι όμως δεν ήμουν εντελώς πεπεισμένος. Η μετάβαση θα ήταν αργή και σταδι­ακή διαδικασία. Με την αποφοίτησή μου από το Asbury δεν ήμουν ακό­μη στο σημείο να μεταπηδήσω στην Ορθόδοξη Εκκλησία
Ειλικρινά, ο στόχος μου τότε ήταν να εργαστώ μέσα στον Προτεσταντικό κόσμο, για να τον φέρω στην γραμμή των διδασκαλιών και συνη­θειών τού αρχαίου Χριστιανισμού. Όπως πολλοί άλλοι στο Asbury, σκε­πτόμουν και έλπιζα ότι ο Μεθοδισμός θα ξαναζωντάνευε από τις δυνά­μεις τού εκμοντερνισμού. Έτσι η γυναίκα μου, το πρώτο μου παιδί και εγώ προχωρήσαμε στην ενοριακή ιερωσύνη γεμάτοι ζήλο, έτοιμοι να κάμουμε μάχη με τους ετερόδοξους και να σώσουμε ψυχές για το Χρι­στό. Και εγώ, λόγω της νεώτερής μου αγάπης για τους Πατέρες και την Ορθοδοξία, έλπιζα να οδηγήσω τα πράγματα σε μια πιο παραδοσιακή, πατερική κατεύθυνση.
Το Σεμινάριο ξεκίνησε θετικά στο δρόμο της Ορθοδοξίας. Από την άλλη, η ομολογία μου θα έδινε την τελική ώθηση.
Η ΜΕΘΟΔΙΣΤΙΚΗ ΙΕΡΩΣΥΝΗ
Τα τρία μου χρόνια σαν Μεθοδιστής πάστορας ήσαν συναρπαστικά, πληρέστατα και ξεκάθαρα διασκεδαστικά. Ήταν σπουδαία εργασία. Ό­μως υπηρετώντας μια ενορία σε μια κυρίως Προτεσταντική ομολογία μπορεί επίσης να είναι μια τρομακτικά απογοητευτική εμπειρία. Η δο­μή της εξουσίας ασκούσε συνεχή πίεση σε μας για να συμμορφωθούμε με τις οποιεσδήποτε επαναστατικές τάσεις που υπήρχαν στην ομολο­γία. Η εκπαίδευση στο Asbury εθεωρείτο καλή εν όσωσυνεισέφερε στην εκκλησιαστική ανάπτυξη και επιτυχία - όχι όμως αν έθετε σε προ­βληματισμό ή αντιστεκόταν σε πλανεμένες διδασκαλίες μέσα στην ομο­λογία. 
Δυο παράγοντες ιδιαιτέρως με έπεισαν σύντομα ότι τα όνειρα που έκανα στο Asbury για αλλαγή και αναζωογόνηση του Μεθοδισμού ή­σαν μόνο ψευδαισθήσεις. Πρώτον, έγινα ενήμερος για το πόσοι απόφοιτοι τού Asbury είχαν υποκύψει σε πιέσεις και συμβιβάστηκαν στα πιστεύω τους. Πολλοί απ’ αυτούς ήσαν σε διάφορα στάδια μεταπηδήσεως σε δογματική αποστασία. Αυτό με φόβισε. Πως μπορούσα να ξέ­ρω ότι τελικά δεν θα έκανα το ίδιο; 
Θυμούμαι μια επίσκεψη στο σπίτι μου από ένα φίλο και απόφοιτο επίσης τού Σεμιναρίου, ο οποίος, όπως κι εγώ, είχε περίπου δυο χρόνια σαν πάστορας. Δεν είχαμε ειδωθεί από τον καιρό τού Σεμιναρίου κι έτσι μοιραζόμασταν τις εμπειρίες μας σαν πάστορες. Ο φίλος μου υπήρξε πολύ πειθαρχημένος και θεολογικά έξυπνος φοιτητής στο Σεμινάριο - κάποιος που ήξερε τι πίστευε και δεν είχε καθόλου προθέσεις να υπο­ταχθεί σε πιέσεις, να αλλάξει τις πεποιθήσεις του.
Δυο χρόνια σαν πάστορας, τον είχαν αλλάξει αποφασιστικά. Τώρα νόμιζε ότι εκείνοι που είχαν έγκαταλείψει την πίστη τη βασισμένη στη Βίβλο ήσαν εντάξει. Δεν συμφωνούσε σ’ όλα, αλλά μπορούσε εύκο­λα να συνεργασθεί μαζί τους και τους θεωρούσε καλούς Χριστιανούς. Αυτό για μένα ήταν ένας πραγματικός κλονισμός. Θυμούμαι ότι σκέφτηκα: «αυτός ίσως να είναι ο τρόπος με τον οποίο θα μιλώ κι εγώ!» Τέ­λος πάντων, ποιος ήμουν εγώ που θα ήμουν αρκετά δυνατός για να μεί­νω σταθερός στα πιστεύω μου, αν άλλοι αμφιταλαντεύονταν; Αυτό με βοήθησε ώστε να πεισθώ ότι χρειαζόταν να κάμω μια αποφασιστική αλ­λαγή. 
Ένας δεύτερος παράγοντας βοήθησε να πεισθώ ότι τα όνειρα που έκανα στο Asbury ήσαν πράγματι ψευδαισθήσεις. Ένα από τα μεγά­λα πλεονεκτήματα για τους Ευαγγελικούς που μένουν και υπηρετούν σε φιλελεύθερες ομολογίες είναι η ελπίδα ότι τέτοιο πρόσωπο μπορεί πάντοτε να δώσει μια μαρτυρία για το Χριστό, και να οδηγήσει άτομα στη σωστή κατεύθυνση σε μια τοπική ενορία κι αν ακόμη η ομολογία είναι γεμάτη από αιρετικά στοιχεία.
Παρόλο που αυτό το επιχείρημα περιέχει δόση αληθείας, μια μεγά­λη τρύπα έγινε σύντομα φανερή στον ιδιαίτερό μου τόπο. Ήμουν πά­στορας σε μια ενορία σε μια ακμάζουσα πόλη ανθρακωρύχων στο δυ­τικό τμήμα της Βόρειας Ντακότας. Η φύση της περισσότερης δουλει­άς εκεί (κατασκευή εργοστασίου ηλεκτρικού ρεύματος) γινόταν για ένα πολύ παροδικό πληθυσμό, αφού οι άνθρωποι μετακινούνταν προς και α­πό την πόλη για νέες εργασίες.
Ο Θεός ευλόγησε το έργο μας, αφού μπορέσαμε να οδηγήσουμε με­ρικά άτομα στο Χριστό για πρώτη φορά και βοηθήσαμε άλλους να εν­δυναμώσουν τις χριστιανικές τους υποχρεώσεις. Με αγάπη και ορθό­δοξη αγιογραφική διδασκαλία αυτοί οι άνθρωποι άρχισαν να αυξά­νουν στην πνευματική τους ζωή. Δυστυχώς, λόγω της παροδικής φύ­σης της πόλης, πολλοί απ’ αυτούς θα έφευγαν σύντομα για κάπου αλ­λού. Εκείνοι που ερχόντουσαν προς το Χριστό στη Μεθοδιστική εκ­κλησία φυσικά θα παρευρίσκονταν στην Μεθοδιστική εκκλησία στην νέα τους περιοχή. Ποιο είδος Θεολογίας θα τους δίδασκε αυτή η νέα εκκλησία; Μεγάλη ποσότητα καλής εργασίας μπορούσε να χαλάσει πο­λύ γρήγορα και αυτά τα νέα πρόβατα να χαθούν για πάντα.
Έτσι, παρατήρησα τον εαυτό μου να προειδοποιεί άτομα που θα με­τακινούνταν να είναι πολύ επιφυλακτικά για την Μεθοδιστική εκκλη­σία στη νέα τους πόλη. Μερικές φορές, έφθασα να τούς πιέσω να ψάξουν για άλλες ομολογιακές Εκκλησίες. 
Αυτό σύντομα μου φάνηκε σαν μια παράλογη κατάσταση. Πόση α­ναζωογόνηση της ομολογίας θα πετύχαινα με το να οδηγώ νέους προ­σήλυτους μακριά από τις δικές μας εκκλησίες; Όμως, τι άλλο μπορούσα να κάνω για να προστατέψω αυτά τα πνευματικά νεογέννητα παιδιά; Έγινε φανερό ότι αν δεν μπορούσα ούτε να συστήσω σε κάποιον να παρευρίσκεται σε μια άλλη ενορία στην ομολογία μου, το πρόβλημα ήταν και για μένα. Είχε έρθει η ώρα να αναθεωρήσω την όλη πορεία της ιερωσύνης μου.
Η επαναφορά του κυρίου σώματος του Προτεσταντισμού από τη σύγχρονη απιστία φαινόταν χωρίς ελπίδα. Η προώθηση Προτεσταντων προς πιο ορθόδοξα πιστεύω φαινόταν ακόμη περισσότερο απελπιστική. Τέλος πάντων, πόση επιτυχία θα μπορούσα να προσδοκώ, προ­σπαθώντας να πείσω κάποιον για την κοινωνία των αγίων, όταν οι μισοί πάστορες δεν πίστευαν καν στην Ανάσταση τού Χριστού; 
Κατά τα χρόνια της ιερατείας μου σαν Μεθοδιστής η γυναίκα μου και εγώ μελετούσαμε περισσότερο για τον Ορθόδοξο Χριστιανισμό και πεισθήκαμε όλο και περισσότερο ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία ήταν αυτό που μας χρειαζόταν.Αφού τα όνειρα που έκανα στο Asbury έμειναν ολοένα και πιο ανεκπλήρωτα, η πραγματικότητα της Ορθοδοξίας γινόταν όλο και πιο ελκυστική.
ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΚΙΝΗΣΗ
Το 1982, αφήσαμε την «Ενωμένη Μεθοδιστική Εκκλησία» για να γίνουμε μέλη της «Ευαγγελικής Ορθόδοξης Εκκλησίας», μιας ομάδας ανθρώπων με παρελθόν όμοιο με το δικό μας, οι οποίοι είχαν επίσης ελκυσθεί από την Ορθόδοξη πίστη. Το 1987, η «Ευαγγελική Ορθόδο­ξη Εκκλησία» έγινε δεκτή στην Ορθόδοξη Αρχιεπισκοπή της Αντιό­χειας (Βορείου Αμερικής) και χειροτονήθηκα ιερέας.
Τα χρόνια μετά από το 1982 και μετά είχαν οπωσδήποτε το μερίδιο των δυσκολιών - επανατοποθέτηση, ψάξιμο για εργασία - αλλά το ά­ξιζαν με το παραπάνω. Η βοήθεια και η αγάπη που δεχτήκαμε όταν εισήλθαμε στην Εκκλησία ήταν εξαιρετική. Ιδιαίτερα υποβοηθητικοί ήταν ο πάτερ Ιωσήφ Olas και ο υπέροχος λαός της εκκλησίας τού Α­γίου Γεωργίου στην Ινδιανάπολη. Ο πάτερ Ιωσήφ με πήρε κάτω από την προστασία του και με δίδαξε με καταδεκτικότητα πως να είμαι Ορθό­δοξος Ιερέας - διότι τέλος πάντων πόση εκπαίδευση στη Λειτουργική παίρνεις από ένα Μεθοδιστικό Σεμινάριο;
Μετά από μια προσωρινή αποστολή ενός χρόνου, όπου βοηθούσα στην οργάνωση της Ιεραποστολής των Αγίων Πάντων στο Blooming­ton, στην Ινδιάνα, διορίστηκα εφημέριος της Ιεραποστολής τού Αγίου Ματθαίου στα προάστεια τού Cleveland. Ο Θεός ευλόγησε πλούσια την εργασία στον Άγιο Ματθαίο. Είχαμε καλή ανάπτυξη, τώρα έχουμε δικό μας κτίριο, και πριν περάσει πολύς καιρός ελπίζουμε να αυξηθούμε από την κατάσταση «Ιεραποστολής» σε μια πλήρη ενορία. Είναι θαυμάσιο να είμαι ξανά με πλήρες ωράριο Ιερατικής διακονίας μετά από αρκετά χρό­νια κοσμικής εργασίας. Και τι υπέροχη ομάδα πιστών ατόμων είναι το εκκλησίασμα τού Αγίου Ματθαίου!
Κι αν ακόμη τα πράγματα δεν εξελίσσονταν τόσο καλά, όσον αφο­ρά την ιερωσύνη - κι αν ακόμη δεν θα μπορούσα να χειροτονηθώ ιε­ρέας - ακόμη και τότε θα γινόμουν ξανά Ορθόδοξος. Η Ορθόδοξη Χριστιανική Εκκλησία είναι ο «πολύτιμος μαργαρίτης» και είναι πολύ πιο καλά να είσαι σ’ αυτήν ανεξαρτήτως περιστάσεων παρά να είσαι υπό θαυμάσιες συνθήκες οπουδήποτε άλλου. Όπως λέει ο Ψαλμός πγ' 11, «εξελεξάμην παραρριπτείσθαι εν τω οίκω του θεού μου μάλλον η οικείν με εν σκηνώμασι αμαρτωλών». Η πραγματικότητα της Ορθοδοξίας εί­ναι πολύ καλύτερη από τις αυταπάτες της ζωής εκτός Ορθοδοξίας.
Ευχαριστούμε το Θεό που μας έφερε από τα απλά όνειρα στην πραγ­ματικότητα!

Μετάφραση: π. Θ. ΣΤΑΥΡΟΒΟΥΝΙΩΤΗΣ
Ιεροδιάκονος

Από το περιοδικό  «ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ» 
Έκδοση του Παγκύπριου Συλλόγου Ορθοδόξου Παραδόσεως "Οι Φίλοι του Αγίου Όρους"  (Τεύχος 49 – 1996)

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...