Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Νοεμβρίου 05, 2011

Λόγος αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου εις την ανάστασιν της θυγατρός του Ιαείρου



πηγή: Η Άλλη Όψις
Λόγος του Αγίου Ιωάννου Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως του Χρυσοστόμου, εις την ανάστασιν της θυγατρός του Ιαείρου και εις την αιμορροούσαν
Το έργον επρόφθασε τους λόγους, και οι Φαρισαίοι απεστομώθησαν ακόμη περισσότερο. Διότι ήταν αρχισυνάγωγος αυτός που ήλθε, και το πένθος βαρύ. Το παιδί μονογενές και στο άνθος της ηλικίας του, μόλις δώδεκα ετών. Και το ανέστησε δια μιάς. Εάν δε ο Λουκάς λέγει ότι ήλθαν και είπαν «μη σκύλλε, μη ταλαιπωρείς τον διδάσκαλον’ τέθνηκε γαρ», θα απαντήσωμε τούτο, ότι το «άρτι ετελεύτησε» το είπεν εκείνος στοχαζόμενος τον χρόνο της οδοιπορίας ή για να επαυξήσει την συμφορά. Συνηθίζουν, όσοι παρακαλούν, να μεγαλοποιούν με τα λόγια την συμφορά τους, και να προσθέτουν κάτι επιπλέον ώστε να προσελκύσουν περισσότερο τους ικετευομένους. Κοίτα όμως την απλοϊκότητά του. Δύο πράγματα απαιτεί από τον Χριστόν, και να έλθει ο ίδιος, και να βάλει το χέρι του επάνω. Πράγμα που σημαίνει ότι η μικρή ανέπνεε ακόμη όταν την άφησε...
Το ίδιο απαιτούσε και εκείνος ο Σύρος Νεεμάν από τον Προφήτην. Ζητούσε, λέγει, και να εξέλθει, και το χέρι να βάλει επάνω. Πράγματι, όσοι είναι πιο παχείς στον νου, χρειάζονται και την όραση και τα αισθητά πράγματα.

Ενώ λοιπόν ο Μάρκος λέγει ότι έλαβε τους τρεις μαθητάς, καθώς και ο Λουκάς, ο Ματθαίος λέγει απλώς τους μαθητάς. Για ποίον λόγον όμως δεν παρέλαβε τον Ματθαίον, αν και είχε μόλις προσέλθει; Για να του δημιουργήσει μεγαλυτέραν επιθυμία, και επειδή ήταν ακόμη ατελέστερος. Γι’ αυτό τιμά τους τρεις μαθητάς, ώστε να γίνουν και οι άλλοι όπως εκείνοι. Ήταν γι’ αυτόν αρκετό το ότι είδε την αιμορροούσα, και ότι ετιμήθη με το να γίνει ομοτράπεζος του Δεσπότου και να φάγει μαζί του.

Και όταν εσηκώθη να φύγει, τον ηκολούθησαν πολλοί, σαν να περίμεναν κάποιο μεγάλο θαύμα, αλλά και εξ αιτίας του προσώπου που είχε έλθει. Επίσης, επειδή οι περισσότεροι ήσαν παχύτεροι στον νου, εζητούσαν όχι τόσο την επιμέλεια της ψυχής όσο την θεραπεία του σώματος, και συνέρρεαν ωθούμενοι άλλοι από τα παθήματά τους και άλλοι σπεύδοντας να γίνουν θεαταί της διορθώσεως ξένων παθημάτων. Αυτοί όμως που τον επλησίαζαν κυρίως για τους λόγους και την διδασκαλία του ως τότε, ήσαν λίγοι. Πράγματι, γι’ αυτό δεν άφησε να εισέλθουν στην οικία παρά μόνον οι μαθηταί, και πάλιν όχι όλοι, σε κάθε περίπτωση διδάσκοντάς μας να αποφεύγωμε την δόξα των πολλών. «Και ιδού», λέγει, «γυνή εν ρύσει αίματος δώδεκα έτη έχουσα, προσήλθεν όπισθεν, και ήψατο του κρασπέδου του ιματίου αυτού. Έλεγε γάρ εν εαυτή. Εάν μόνον άψωμαι του ιματίου αυτού, σωθήσομαι». Για ποίον λόγο δεν τον επλησίασε με παρρησίαν; Εντρέπετο για την αρρώστια, επειδή ενόμιζε ότι είναι ακάθαρτος. Διότι αν η γυναίκα που είναι στα έμμηνά της δεν εθεωρείτο καθαρά, πολύ περισσότερο θα θεωρούσε τον εαυτόν της ακάθαρτον εκείνη που πάσχει από τοιούτου είδους ασθένεια. Πράγματι, σύμφωνα με τον νόμο, αυτή η ασθένεια εθεωρείτο πολύ ακάθαρτος. Γι’ αυτό προσπαθεί να μη γίνει αντιληπτή και κρύπτεται. Δεν είχε ούτε αυτή ακόμη σωστήν και διαμορφωμένην γνώμη περί του Κυρίου. Αλλιώς δεν θα επίστευε πως θα περνούσε απαρατήρητη. Και είναι αυτή η πρώτη γυναίκα που προσέρχεται δημοσίως. Είχε ακούσει ότι θεραπεύει και γυναίκες, και ότι τώρα πορεύεται προς την μικρή κόρη που μόλις απέθανε. Δεν τον εκάλεσε όμως στον οίκο της, μολονότι ήταν πλουσία, ούτε προσήλθε φανερά, αλλά μόνον ήγγισε με πίστη κρυφά τα ενδύματά του. Ούτε καν αμφέβαλλεν ούτε είπε μέσα της: θα απαλλαγώ άραγε από την ασθένειά μου; Ή μήπως δεν θα απαλλαγώ; Αλλά επλησίασε γεμάτη ελπίδες για την αποκατάσταση της υγείας της. «Έλεγε γάρ», διηγείται ο Ευαγγελιστής, «εν εαυτή. Εάν μόνον άψωμαι του ιματίου του, σωθήσομαι». Είδε από ποίαν οικία είχεν εξέλθει, των τελωνών, και ποίοι τον ακολουθούσαν, αμαρτωλοί και τελώνες. Όλα αυτά την έκαμαν αισιόδοξη. Και ο Χριστός δεν την άφησε να διαφύγει απαρατήρητη, αλλά την παρουσιάζει στο μέσον. (Ο άγιος φαίνεται συμπεραίνει ότι η γυναίκα αυτή, η μετέπειτα αγία Βερονίκη, ήταν πλουσία, από τον χάλκινο ανδριάντα που, όπως διέσωσε η παράδοση, έστησε αργότερα στην αυλή του σπιτιού της.) Και την φανερώνει, για πολλούς λόγους. Αν και μερικοί αναίσθητοι λέγουν ότι αυτό το έκαμε από φιλοδοξία. Γιατί, λέγει, δεν την άφησε να περάσει απαρατήρητη; Τι λέγεις, μιαρέ και παμμίαρε; Αυτός που προστάσσει να σιωπούμε, που αφήνει μύρια θαύματα να περάσουν απαρατήρητα, αυτός αγαπά την δόξαν;

Γιατί λοιπόν την παρουσιάζει στο μέσον; Πρώτον διαλύει τον φόβο της γυναικός, για να μη την ελέγχει η συνείδησις, και ζει με αγωνία σαν να την έχει κλέψει την δωρεά. Δεύτερον, την διορθώνει, επειδή είχε φαντασθεί ότι δεν θα υποπέσει στην αντίληψή Του. Τρίτον, επιδεικνύει σε όλους την πίστη της, ώστε να ποθήσουν και οι άλλοι να την μιμηθούν. Άλλωστε το ότι έδειξε πως τα γνωρίζει όλα πολύ καλά, αποτελεί σημείον όχι μικρότερον από την παύση της ροής του αίματος. Έπειτα, με την στάση της γυναικός κερδίζει τον αρχισυνάγωγον, ο οποίος ήταν έτοιμος να κλονισθεί στην πίστη, και με αυτόν τον τρόπο να χάσει το παν. Επειδή εκείνοι που ήλθαν έλεγαν «μη σκύλλε τον διδάσκαλον, ότι τέθνηκε το κοράσιον», και οι οικιακοί τον περιγελούσαν όταν είπε ότι κοιμάται, ήταν φυσικό κάτι παρόμοιο να πάθει και ο πατέρας.

Γι’ αυτό, προλαβαίνοντας αυτήν την αδυναμία, φέρνει στο μέσον την γυναίκα. Το ότι εκείνος ήταν πολύ παχύς στον νουν, άκου το από τα λόγια που του απευθύνει: «μη φοβού, συ μόνον πίστευε, και σωθήσεται». Και πράγματι, επίτηδες περίμενε να επέλθει ο θάνατος, και τότε να παρουσιασθεί, ώστε να γίνει σαφής η απόδειξις της αναστάσεως. Γι’ αυτό και βαδίζει κάπως αργά, και παρατείνει την συνομιλία του με την γυναίκα, για να αποθάνει εν τω μεταξύ η μικρή, και να έλθουν οι απεσταλμένοι να το αναγγείλουν και να ειπούν: «Μη σκύλλε τον διδάσκαλον». Αυτό υπονοεί και ο Ευαγγελιστής και το επισημαίνει λέγοντας ότι «έτι λαλούντος αυτού, ήλθαν οι από της οικίας λέγοντες, τέθνηκεν η θυγάτηρ σου, μη σκύλλε τον διδάσκαλον». Ήθελε να διαπιστωθεί ο θάνατος, για να μη δημιουργηθούν υποψίες για την ανάσταση. Αυτό κάνει παντού. Έτσι έκαμε και στην περίπτωση του Λαζάρου, περίμενε και μία και δύο και τρεις ημέρες. Για όλους αυτούς τους λόγους την παρουσιάζει στο μέσον και της λέγει: «Θάρσει, θύγατερ». Όπως ακριβώς είχεν ειπεί και στον παράλυτο: «Θάρσει τέκνον». Επειδή η γυναίκα ήταν φοβισμένη. Γι’ αυτό λέγει «Θάρσει», και την αποκαλεί θυγατέρα. Η πίστις την έκαμε θυγατέρα. Και ακολουθεί το εγκώμιον «η πίστις σου σέσωκέ σε». Ο Λουκάς μάλιστα μας αναφέρει περισσότερα για την γυναίκα. Αφού προσήλθε, λέγει, και έλαβε την υγεία, δεν την εκάλεσεν ο Χριστός αμέσως, αλλά πρώτα ερώτησε: «τις ο αψάμενός μου;». Έπειτα, όταν ο Πέτρος και οι άλλοι του είπαν: «Επιστάτα, οι όχλοι συνέχουσί σε και αποθλίβουσι, και λέγεις τις ο αψάμενός μου;» (αυτό μάλιστα είναι πολύ μεγάλη απόδειξις του ότι είχε ενδυθεί σάρκα αληθινήν, και ότι είχε καταπατήσει εντελώς την υπερηφάνεια. Διότι δεν τον ακολουθούσαν από μακρυά, αλλά τον είχαν περικυκλώσει από παντού)’ αυτός, λέγει, επέμενε: «ήψατό μου τις. Εγώ γαρ έγνων δύναμιν εξ εμού εξελθούσαν», αποκρινόμενος με απλοϊκότερο τρόπο, σύμφωνα με το πνευματικόν επίπεδο των παρευρισκομένων. Αυτά τα έλεγε για να πείσει και εκείνην να το ομολογήσει μόνη της. Γι’ αυτό και δεν την ήλεγξεν αμέσως, ώστε αφού αποδείξει ότι τα γνωρίζει όλα σαφώς, να την πείσει να τα ομολογήσει όλα αυθορμήτως. Αυτό θα τον βοηθούσε να διακηρύξει την πίστη της γυναικός, χωρίς να προξενήσει αμφιβολίες.

Είδες ότι η γυναίκα ήταν καλλιτέρα από τον αρχισυνάγωγον; Δεν τον εσταμάτησε, δεν τον εκράτησε. Μόνον με τα άκρα των δακτύλων της τον ήγγισε, και μολονότι ήλθε αργότερα, έφυγε πριν από αυτόν θεραπευμένη. Και εκείνος μεν οδήγησε τον ιατρόν στην οικία του, ενώ σ’ αυτήν ήρκεσε μόνον η αφή.

Αν και ήταν δεμένη με τα δεσμά του πάθους της, της είχε όμως αναπτερώσει το ηθικόν η πίστις. Και πρόσεξε πώς την παρηγορεί με τα λόγια: «η πίστις σου σέσωκέ σε». Εάν την είχε φέρει στο μέσον για να επιδειχθεί, βεβαίως δεν θα το προσέθετε αυτό. Αλλά το είπε για να ενισχύσει την πίστη του αρχισυναγώγου, και συγχρόνως να διακηρύξει την αρετήν της γυναικός, ώστε να της προξενήσει με αυτά τα λόγια ευχαρίστηση και οφέλειαν όχι μικροτέραν από την σωματικήν υγείαν. Από τούτο γίνεται φανερόν ότι με αυτό που έκαμε ήθελε να δοξάσει εκείνην, και συγχρόνως να διορθώσει τους άλλους, αλλά όχι να προβάλει τον εαυτόν του. Διότι ο ίδιος έμελλε να είναι εξ ίσου θαυμαστός και χωρίς να γίνει αυτό (αφθονότερα από χιονονιφάδες εξεχύνοντο γύρω του τα θαύματα, και πολύ μεγαλύτερα από αυτό και έκαμε και επρόκειτο να κάμει). Ενώ η γυναίκα αυτή, εάν δεν συνέβαινε αυτό, θα είχεν απέλθει απαρατήρητη, απεστερημένη των μεγάλων αυτών επαίνων. Γι’ αυτό την έφερε στο μέσον και την παρουσίασε ενώπιον όλων, και την απήλλαξε από τον φόβο (διότι, λέγει, επλησίασε τρέμοντας) και την έκαμε να λάβει θάρρος. Και μαζί με την υγεία του σώματος της έδωσε και άλλα εφόδια λέγοντας: «πορεύου εν ειρήνη».

Όταν ήλθε στην οικία του άρχοντος και είδε τους αυλητάς και τον όχλον θορυβημένον, τους είπε: «Αποχωρείτε, ου γαρ απέθανε το κοράσιον, αλλά καθεύδει (κοιμάται δηλαδή). Και κατεγέλων αυτού». Ωραία τα τεκμήρια των αρχισυναγώγων. Αυλοί και κύμβαλα στον θάνατο, για να προκαλέσουν θρήνους. Και ο Χριστός; Εξέβαλε όλους τους άλλους, και έβαλε μέσα τους γονείς, ώστε να μην ημπορούν να ειπούν ότι εθεράπευσε με κάποιον άλλον τρόπο. Ανέστησε λοιπόν με τον λόγο του και πριν από την ανάσταση, λέγοντας: «ου τέθνηκε το κοράσιον, αλλά καθεύδει». Πολλές φορές το κάνει αυτό. Όπως ακριβώς και τότε στην θάλασσαν επετίμησε πρώτα τους μαθητάς, έτσι και εδώ αποβάλλει την ανησυχίαν από τις ψυχές των παρόντων, δεικνύοντας συγχρόνως ότι του είναι εύκολο να εγείρει τους νεκρούς. Το ίδιο έκαμε και στην περίπτωση του Λαζάρου, όταν είπε: «Λάζαρος ο φίλος ημών κεκοίμηται». Και συγχρόνως μας μαθαίνει να μη φοβούμεθα τον θάνατο, διότι δεν είναι πλέον θάνατος, αλλά ήδη έχει γίνει ύπνος. Επειδή και ο ίδιος επρόκειτο να αποθάνει, προπαρασκευάζει τους μαθητάς με τα σώματα των άλλων, ώστε να λάβουν θάρρος, και να υπομένουν τον θάνατο με ηρεμία. Πράγματι, από τότε που ήλθεν Αυτός, ο θάνατος είναι πλέον ύπνος. Ωστόσο τον περιγελούσαν. Αυτός όμως δεν ηγανάκτησε που δεν τον επίστευαν για το θαύμα που θα επιτελούσε έπειτα από λίγο, ούτε τους επετίμησε που γελούσαν, ώστε και ο γέλως και οι αυλοί και τα κύμβαλα και όλα τα άλλα να γίνουν απόδειξις του θανάτου.

Επειδή πολλές φορές μετά από τα θαύματα οι άνθρωποι δυσπιστούν, τους προλαμβάνει με τις ίδιες τις αποκρίσεις των. Όπως έγινε και με τον Λάζαρο και με τον Μωυσή. Στον Μωυσήν είπε: «Τι τούτο το εν τη χειρί σου», ώστε όταν το ιδεί να μετατρέπεται σε όφη, να μη λησμονήσει ότι ήταν ράβδος προηγουμένως, αλλά ενθυμούμενος τα ίδια του τα λόγια, να εκπλαγεί για το γεγονός. Και στην περίπτωση του Λαζάρου ερωτά: «Πού τεθείκατε αυτόν»; Ώστε εκείνοι που απήντησαν «έρχου και ίδε» και ότι «όζει, τεταρταίος γάρ εστί», να μην ημπορούν πλέον να απιστήσουν για την ανάσταση του νεκρού. Όταν λοιπόν είδε τα κύμβαλα και τον κόσμο, τους οδήγησε όλους έξω, και θαυματουργεί παρόντων των γονέων, εισάγοντας στο σώμα όχι άλλην ψυχήν, αλλά επαναφέροντας αυτήν την ιδία που εξήλθε, και έτσι εξύπνησε την μικρή σαν από ύπνο. Την πιάνει δε από το χέρι, για να πληροφορήσει αυτούς που παρακολουθούσαν, ώστε με όσα έβλεπαν να τους ανοίξει τον δρόμο για την πίστη της αναστάσεως. Διότι ενώ ο πατέρας έλεγε: «επίθες την χείρα», Αυτός κάνει κάτι περισσότερο. Όχι μόνον θέτει επάνω της το χέρι του, αλλά την πιάνει και την εγείρει, δεικνύοντας ότι τα έχει όλα έτοιμα. Και όχι μόνο την εγείρει, αλλά προστάσσει να της δώσουν και τροφή, για να μη φανεί το γεγονός φανταστικό. Και δεν της δίδει ο ίδιος, αλλά ανέθεσε σ’ εκείνους, όπως έκαμε και με τον Λάζαρο, όταν είπε: «Λύσατε αυτόν, και άφετε υπάγειν», και μετά τον έκαμε ομοτράπεζόν του. Πράγματι, φροντίζει πάντοτε και για τα δύο, για να αποδείξει πλήρως και τον θάνατο και την ανάσταση.

Συ όμως πρόσεξε παρακαλώ όχι μόνον την ανάσταση, αλλά και ότι παρήγγειλε να μη το ειπούν σε κανέναν. Και περισσότερο κοίτα να διδαχθείς από όλα αυτά την ταπεινοφροσύνη και την αποφυγή της ματαιοδοξίας. Μάθε επίσης και τούτο. Ότι εξέβαλε από την οικίαν εκείνους που θρηνούσαν, και τους έκρινε αναξίους γι’ αυτήν την θαυμαστήν θεωρία. Εσύ, μην εξέλθεις με τους αυλητάς, αλλά μείνε μαζί με τον Πέτρον και τον Ιάκωβον και τον Ιωάννην. Εάν τους αυλητάς εξεδίωξε τότε, πολύ περισσότερο τώρα. Διότι τότε δεν ήταν ακόμη φανερόν ότι ο θάνατος έγινεν ύπνος. Τώρα όμως αυτό είναι και από τον ήλιον φανερώτερον. Αλλά δεν σου ανέστησε τώρα την μικρή σου θυγατέρα; Θα σου την αναστήσει όμως οπωσδήποτε, και με πιο μεγάλην δόξα. Επειδή εκείνη μετά την ανάστασή της απέθανε πάλι. Ενώ η δική σου όταν αναστηθεί, θα μείνει στο εξής αθάνατος. Κανείς λοιπόν να μη χτυπιέται πλέον από την θλίψιν, ούτε να θρηνεί, ούτε να διαβάλλει το κατόρθωμα του Χριστού. Επειδή όντως ενίκησε τον θάνατο. Τί θρηνείς λοιπόν αδίκως; Αφού το πράγμα έγινε ύπνος, οδύρεσαι και κλαίεις; Αυτό και εθνικοί αν το έκαμαν, θα έπρεπε να τους περιγελούμε. Όταν όμως κάνει ο πιστός αυτές τις ασχημίες, ποία δικαιολογία, ποία συγγνώμη θα υπάρξει, εάν κάνει παρόμοιες ανοησίες, και μάλιστα μετά από τόσον χρόνον και σαφή απόδειξη της αναστάσεως; Συ όμως σαν να προσπαθείς να επαυξήσεις το παράπτωμα, μας φέρνεις και γυναίκες εθνικές για θρηνωδούς, με σκοπό να εξάψεις το πάθος και να ρίξεις λάδι στην φωτιά. Και δεν ακούς τον Παύλο που λέγει: «Τις συμφώνησις Χριστώ προς Βελίαρ; ή τις μερίς πιστώ μετά απίστου;». Και οι μεν ειδωλολάτρες, οι οποίοι δεν γνωρίζουν τίποτε για την ανάστασιν, ευρίσκουν όμως λόγους παρηγορίας και λέγουν: Υπόμεινε με γενναιότητα, δεν ημπορείς να ματαιώσεις αυτό που έγινε, ούτε να το διορθώσεις με τους θρήνους. Ενώ εσύ που ακούς πνευματικοτέρους και υψηλοτέρους λόγους από αυτούς, δεν εντρέπεσαι να κάμεις μεγαλύτερες ασχημίες από εκείνους; Διότι εμείς δεν έχουμε μόνον αυτό να ειπούμε: υπόμεινε γενναίως επειδή δεν ημπορείς να ματαιώσεις αυτό που έγινε, αλλά, υπόμεινε γενναίως, επειδή οπωσδήποτε θα αναστηθεί. Το παιδί κοιμάται, δεν απέθανε, ησυχάζει, δεν εχάθη, το περιμένει ανάστασις και ζωή αιώνιος, και αθανασία και κατάστασις αγγελική. Δεν ακούς τον ψαλμό που λέγει «Επίστρεψον ψυχή μου εις την ανάπαυσίν σου, ότι Κύριος ευηργέτησέ σε»; Ο Θεός ονομάζει το πράγμα ευεργεσίαν, και συ θρηνείς; Και τί περισσότερο θα έκαμες εάν ήσουν εχθρός του νεκρού; Εάν κάποιος πρέπει να θρηνεί, αυτός είναι ο διάβολος. Εκείνος ας κτυπά την κεφαλή του, εκείνος ας οδύρεται για το ότι οδεύουμε προς μεγαλύτερα αγαθά. Στην ιδικήν του πονηρίαν αρμόζουν αυτές οι γοερές κραυγές, όχι σ’ εσέ, που μέλλεις να στεφανωθείς και να εύρεις ανάπαυση. Ένα γαλήνιο λιμάνι είναι ο θάνατος. Παρατήρησε από πόσα κακά είναι γεμάτη η ζωή αυτή, σκέψου πόσες φορές την έχεις καταρασθεί. Και τα πράγματα προχωρούν προς το χειρότερο. Αλλά και απ’ αρχής δεν εκληρονόμησες μικρήν καταδίκη: «Εν λύπαις τέξη τέκνα», λέγει, και «εν ιδρώτι του προσώπου σου φαγεί τον άρτον σου», και «εν τω κόσμω θλίψιν έξετε». Για τα εκεί όμως τίποτε παρόμοιον δεν έχει λεχθεί, αλλά το εντελώς αντίθετον, ότι «απέδρα οδύνη, λύπη και στεναγμός», και ότι «από ανατολών και δυσμών ήξουσι και ανακλιθήσονται εις τους κόλπους του Αβραάμ», του Ισαάκ και του Ιακώβ. Και ότι τα εκεί είναι νυμφών πνευματικός και χαρμόσυνες λαμπάδες και ταξίδι στον ουρανό.

Γιατί λοιπόν εντροπιάζεις αυτόν που απήλθε; Γιατί προδιαθέτεις τους άλλους να φοβούνται και να τρέμουν τον θάνατο; Γιατί κάνεις πολλούς να κατηγορούν τον Χριστόν ότι είναι αίτιος μεγάλων δεινών; Ή μάλλον γιατί μετά από αυτά προσκαλείς τους πτωχούς και παρακαλείς τους ιερείς να προσεύχονται; Για να εύρει ανάπαυσιν ο νεκρός, λέγεις, για να τον αντιμετωπίσει ο Δικαστής με ευσπλαχνία. Γι’ αυτά λοιπόν θρηνείς και μοιρολογείς; Άρα τον εαυτόν σου μάχεσαι και πολεμείς, προκαλώντας για σένα καταιγίδαν, ενώ εκείνος έχει προσαράξει σε λιμάνι. Και πώς να αντιδράσω, λέγει, έτσι είναι η φύσις. Δεν ευθύνεται όμως η φύσις ούτε αυτό είναι αναπόφευκτον, αλλά εμείς είμεθα που κάνουμε τα άνω κάτω, εκφυλιζόμεθα και προδίδουμε την ευγένεια των χριστιανών, και τους απίστους τους κάνουμε χειροτέρους. Πώς θα ομιλήσωμε στον άλλον περί αθανασίας; Πώς θα πείσωμε τον εθνικόν, όταν φοβούμεθα και φρίττωμε τον θάνατο περισσότερο από εκείνον; Και μάλιστα πολλοί από τους ειδωλολάτρες, όταν απέθαναν τα παιδιά τους, εφόρεσαν στεφάνι και λευκά ενδύματα, αν και δεν εγνώριζαν τίποτε περί αθανασίας, για να κερδίσουν την παρούσαν δόξα. Και συ ούτε για την μέλλουσα δεν παύεις να κτυπάς το στήθος σου σαν τις γυναίκες. Αλλά τώρα δεν έχεις κληρονόμους της περιουσίας σου, δεν έχεις διάδοχο; Και τί θα προτιμούσες γι’ αυτόν, να κληρονομήσει την περιουσία σου ή τους ουρανούς; Τί θα επιθυμούσες, να κληρονομήσει πράγματα που αφανίζονται, τα οποία μετά από λίγο θα τα άφηνε, ή τα μόνιμα και ακίνητα; Δεν τον έκαμες κληρονόμο σου, αλλά τον έκαμε ο Θεός ιδικόν του. Δεν έγινε συγκληρονόμος των αδελφών του, αλλά του Χριστού. Και σε ποίον θα αφήσωμε τα ενδύματα, σε ποίον τα οικήματα, σε ποίον τους δούλους και τους αγρούς; Πάλι σ’ αυτόν, και μάλιστα με περισσοτέραν ασφάλειαν από ό,τι αν ζούσε. Τίποτε δεν σε εμποδίζει. Εάν οι βάρβαροι μαζί με τους νεκρούς καίουν και τα υπάρχοντά τους, πολύ περισσότερον είναι δίκαιο να στείλεις και συ μαζί με τον νεκρόν αυτά που του ανήκουν. Όχι για να γίνουν στάκτη όπως εκείνα, αλλά για να τον περιβάλεις με μεγαλυτέραν δόξα. Και αν μεν απήλθε αμαρτωλός, για να του συγχωρηθούν οι αμαρτίες. Εάν δίκαιος, για να αυξηθεί ο μισθός και η ανταμοιβή του. Επιθυμείς όμως να τον ιδείς; Ζήσε την ιδίαν ζωή μ’ εκείνον, και γρήγορα θα απολαύσεις το ιερόν του πρόσωπο. Και μαζί με αυτά συλλογίσου και τούτο, ότι και αν δεν ακούσεις εμένα, θα σε πιάσει οπωσδήποτε ο χρόνος. Αλλά τότε δεν θα έχεις κανένα μισθόν, αφού η παρηγορία θα προέλθει από τον χρόνο που θα έχει παρέλθει. Εάν όμως θέλεις τώρα να φιλοσοφήσεις, θα κερδίσεις δύο, τα μεγαλύτερα: και τον εαυτόν σου θα απαλλάξεις από αυτά τα δεινά, και με το πιο λαμπρό στεφάνι θα σε στεφανώσει ο Κύριος. Διότι και από την ελεημοσύνη και από τα άλλα, πολύ ανώτερον είναι το να υπομείνεις την συμφορά με πραότητα. Αναλογίσου ότι και ο Υιός του Θεού απέθανε. Εκείνος για σένα, και συ για τον εαυτόν σου. Και μολονότι είπε «ει δυνατόν παρελθέτω απ’ εμού το ποτήριον», και ελυπήθη, δεν απέφυγε όμως τον θάνατον, αλλά τον εβίωσε σε όλη του την τραγικότητα. Και δεν υπέμεινε έναν κοινόν θάνατον, αλλά τον χειρότερο. Και πριν τον θάνατο μαστιγώσεις, και πριν τις μαστιγώσεις ονειδισμούς και ειρωνείες και ύβρεις, για να σε μάθει να τα υπομένεις όλα γενναίως. Αφού όμως απέθανε και απέθεσε το σώμα, το έλαβε πάλι πιο ένδοξο, προσφέροντας έτσι σε σένα τις καλλίτερες ελπίδες. Εάν αυτά δεν είναι μύθος, τότε μη θρηνείς. Εάν τα θεωρείς αυτά αξιόπιστα, μη δακρύζεις. Εάν όμως δακρύζεις, πώς θα ημπορέσεις να πείσεις τον εθνικόν ότι πιστεύεις;

Αλλά και έτσι ακόμη σου φαίνεται ανυπόφορο το συμβάν; Γι’ αυτό ακριβώς δεν αξίζει να τον θρηνείς, επειδή εκείνος απηλλάγη από πολλές παρόμοιες συμφορές. Μη τον φθονείς λοιπόν, μη θέλεις το κακό του. Διότι το να αποζητά κανείς τον θάνατον επειδή κάποιος απέθανε πρόωρα, και να τον πενθεί που δεν έζησε για να υποφέρει και άλλα πολλά παρόμοια, σημαίνει ότι τον φθονεί, και θέλει το κακό του. Και μη σκέπτεσαι ότι δεν θα επιστρέψει πλέον στην οικογενειακήν εστίαν, αλλά ότι και συ ο ίδιος σε λίγο θα πας κοντά του. Μη συλλογίζεσαι ότι πλέον δεν θα επανέλθει εδώ, αλλά ότι και όλα αυτά που βλέπουμε γύρω μας δεν θα παραμείνουν όπως είναι τώρα, αλλά θα μετασχηματισθούν. Διότι και ο ουρανός και η γη και η θάλασσα και τα πάντα θα αναμορφωθούν και τότε θα λάβεις το παιδί σου πίσω λαμπρότερο. Και αν μεν απήλθε αμαρτωλός, ο θάνατος εσήμανε την παύση των έργων της κακίας. Διότι εάν ο Θεός εγνώριζε ότι θα παρουσίαζε μεταβολή, δεν θα τον έπαιρνε πριν μετανοήσει. Εάν όμως έφυγε δίκαιος από την ζωή, κατέχει τώρα τα αγαθά με ασφάλεια. Άρα είναι φανερόν ότι τα δάκρυά σου δεν μαρτυρούν φιλοστοργίαν, αλλά πάθος αλόγιστον. Επειδή αν αγαπούσες αυτόν που έφυγε, έπρεπε να χαίρεις και να ευφραίνεσαι που απηλλάγη από αυτήν την τρικυμία. Τί περισσότερον υπάρχει εδώ; Ειπέ μου, τι το νέο και ασύνηθες; Τα ίδια δεν βλέπουμε συνεχώς να επαναλαμβάνονται; Ημέρα και νύκτα, νύκτα και ημέρα. Χειμών και θέρος, θέρος και χειμών, και τίποτε περισσότερο. Και αυτά μεν είναι πάντοτε τα ίδια. Τα κακά όμως πάντοτε παράδοξα και ανανεωμένα. Με αυτά λοιπόν ήθελες να ταλαιπωρείται καθημερινώς μένοντας εδώ, να αρρωσταίνει, να πενθεί, να φοβείται, να τρέμει και, άλλα μεν από τα δεινά να τα υποφέρει, άλλα δε να φοβείται μήπως τα υποστεί; Ούτε βεβαίως ημπορείς να ισχυρισθείς ότι ταξιδεύοντας στο μέγα τούτο πέλαγος, ήταν δυνατόν να απαλλαγεί από την λύπη και τις μέριμνες και τα άλλα παρόμοια. Και εκτός αυτού συλλογίσου και το άλλο, ότι δεν τον εγέννησες αθάνατον. Και ότι αν δεν απέθαινε τώρα, θα το υφίστατο αυτό λίγο αργότερα. Αλλά δεν τον εχόρτασες; Θα τον απολαύσεις όμως εκεί οπωσδήποτε. Αλλά επιθυμείς να τον βλέπεις και εδώ; Και τι σε εμποδίζει; Έχεις και τώρα αυτήν την δυνατότητα, εάν νήφεις, διότι η ελπίς των μελλόντων είναι πιο φανερά από την όραση. Και αν ζούσε μέσα στα ανάκτορα, συ η ιδία η μητέρα του δεν θα ζητούσες να τον ιδείς, ακούγοντας ότι ευδοκιμεί. Τώρα όμως που τον βλέπεις να έχει αποδημήσει προς τα πολύ ανώτερα, μικροψυχείς για τον σύντομον αυτόν καιρό, και μάλιστα ενώ έχεις αντί εκείνου τον σύζυγό σου; Αλλά δεν έχεις άνδρα; Έχεις όμως παρηγορία τον «Πατέρα των ορφανών και κριτήν των χηρών». Άκου ότι και ο Παύλος αυτήν την χηρεία την μακαρίζει, λέγοντας: «Η δε όντως χήρα και μεμονωμένη ήλπισεν επί Κύριον». Πράγματι αυτή θα ευαρεστήσει περισσότερο τον Θεόν, δεδομένου ότι επέδειξε περισσοτέραν υπομονή. Μη θρηνείς λοιπόν γι’ αυτό το γεγονός, το οποίο θα γίνει αφορμή να στεφανωθείς, για το οποίο θα απαιτήσεις μισθόν. Απλώς επέστρεψες την παρακαταθήκην, εάν παρέδωσες αυτό που ο Θεός σου είχε εμπιστευθεί. Μη μεριμνάς πλέον, αφού εφύλαξες τον θησαυρό σε ασύλητο θησαυροφυλάκιο. Και, αν συνειδητοποιήσεις τι είναι η παρούσα και τι η μέλλουσα ζωή, και ότι αυτή μεν είναι ιστός αράχνης και σκιά, τα δε εκεί όλα αμετάβλητα και αθάνατα, δεν θα χρειασθείς πλέον άλλους λόγους. Τώρα το παιδί έχει απαλλαγεί από κάθε είδους μεταβολήν. Εάν όμως ήταν εδώ, ίσως παρέμενεν ενάρετος, αλλά ίσως και όχι. Ή δεν βλέπεις πόσοι αποκηρύττουν τα παιδιά τους; Πόσοι αναγκάζονται να τα κρατούν κοντά τους αν και είναι χειρότερα από τα αποκηρυγμένα; Ας συλλογιζόμεθα όλα αυτά, και ας φιλοσοφούμε. Με τον τρόπον αυτόν, και τον νεκρό θα ευχαριστήσωμε, και από τους ανθρώπους θα απολαύσωμε πολλούς επαίνους, και από τον Θεόν θα λάβωμε τον μεγάλο μισθό της υπομονής, και θα γίνωμε μέτοχοι των αιωνίων αγαθών. Τα οποία είθε να επιτύχωμε με την χάρη και την φιλανθρωπία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, «ω η δόξα και το κράτος εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν».

(4ος - 5ος αιών, Migne, PG τομ. 57, στ. 369 - Από το βιβλίο "Πατερικόν Κυριακοδρόμιον", σελίς 353 και εξής. Επιμέλεια κειμένου: Δημήτρης Δημουλάς)

Η θεραπεία της αιμορροούσας γυναίκας και η ανάσταση της κόρης του αρχισυνάγωγου Ιάειρου

Κυριακή Ζ΄Λουκά - Η θεραπεία της αιμορροούσας γυναίκας και η ανάσταση της κόρης του αρχισυνάγωγου Ιάειρου




Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Λουκά 8, 41-56
Η θεραπεία της αιμορροούσας γυναίκας και η ανάσταση της κόρης του αρχισυνάγωγου Ιάειρου
Ο Ιησούς Χριστός επιστρέφει στην Καπερναούμ, αφού προηγουμένως βρισκόταν στα Γάδαρα, όπου θεράπευσε το δαιμονιζόμενο νέο. Οι κάτοικοι των Γαδάρων μετά το θαύμα τον παρακάλεσαν να απομακρυνθεί από την περιοχή τους. Σε αντίθεση με αυτούς οι κάτοικοι της Καπερναούμ συγκεντρώθηκαν μαζικά και τον ανέμεναν με ενθουσιασμό. Σ΄ αυτήν λοιπόν την περιοχή πραγματοποιήθηκαν τα δύο θαύματα που μνημονεύονται στο παρόν ευαγγελικό ανάγνωσμα και τα οποία συναντούμε και στους τρεις Συνοπτικούς Ευαγγελιστές. Τα δυο θαύματα επιτελούνται διαδοχικά, αφού η θεραπεία της αιμορροούσας γυναίκας πραγματοποιείται κατά την πορεία του Ιησού Χριστού προς το σπίτι του αρχισυνάγωγου Ιάειρου, ο οποίος του ζήτησε να θεραπεύσει την μοναχοκόρη του, η οποία πέθαινε.

Ο άρχοντας της Συναγωγής Ιάειρος, μόλις αντικρίζει τον Ιησού Χριστό πίπτει μπροστά του, αναγνωρίζοντας προφανώς της θεϊκή του ιδιότητα, και τον παρακαλεί να έλθει στο σπίτι του και να θεραπεύσει την ετοιμοθάνατη μοναχοκόρη του. Ο Ιάειρος δεν είχε τη θέρμη της πίστης του εκατόνταρχου, που σε άλλη παρόμοια περίπτωση παρακάλεσε τον Ιησού Χριστό να θεραπεύσει τον δούλο του με ένα μόνο λόγο του και χωρίς να εισέλθει στο σπίτι του, γιατί θεωρούσε, ότι δεν είναι άξιος μιας τέτοιας τιμής. Τότε ο Ιησούς Χριστός εγκωμίασε τη μεγάλη πίστη του εκατόνταρχου, αλλά και τώρα στην παρούσα περίπτωση δεν απορρίπτει και την ασθενέστερη πίστη του αρχισυνάγωγου. Ο Ευαγγελιστής Λουκάς τονίζει το γεγονός ότι πρόκειται για μοναχοκόρη: «ότι θυγάτηρ μονογενής ην αυτώ». Παρόμοιες περιπτώσεις συναντούμε αρκετές στα θαύματα του Ιησού Χριστού, όπως ο μονογενής υιός της χήρας της Ναΐν, ο δαιμονιζόμενος νέος κ.α. Το γεγονός αυτό προκαλεί περισσότερο την ευσπλαχνία του Ιησού Χριστού και ταυτόχρονα καταδεικνύει τη συντριβή του Ιάειρου εξαιτίας αυτής της συμφοράς.
Ο Ιησούς Χριστός λοιπόν πορεύεται προς το σπίτι του Ιάειρου και το συγκεντρωμένο πλήθος τον ακολουθεί και τον σπρώχνει, όπως μας αφήνει να κατανοήσουμε ο Ευαγγελιστής Λουκάς, είτε για να τον δει από κοντά, είτε το πιο πιθανόν να τον ακουμπήσει και να λάβει την ευλογία του, ή την θεραπεία κάποιας ασθένειας. Μεταξύ του πλήθους ήταν και η αιμορροούσα γυναίκα, η οποία για δώδεκα χρόνια υπέφερε από αιμορραγία και δεν μπορούσε να θεραπευθεί, παρά το γεγονός ότι ξόδεψε όλη της την περιουσία στους γιατρούς. Ωστόσο η φήμη της θεραπευτικής και θαυματουργικής ικανότητας του Ιησού Χριστού είχε διαδοθεί παντού, παρά τις περί του αντιθέτου προτροπές του προς τους θεραπευμένους να μιλούν για τις θεραπείες τους. Η αιμορροούσα λοιπόν γυναίκα «ακούσασα περί του Ιησού», όπως μας πληροφορεί ο Ευαγγελιστής Μάρκος στο παράλληλο κείμενό του, αναπτέρωσε τις ελπίδες της και είχε την βεβαιότητα, ότι μόνο ο Ιησούς Χριστός θα την απάλλασσε από την ασθένειά της. Η ασθένεια αυτή της αιμορραγίας, εκτός από τη σωματική ταλαιπωρία, στην εποχή εκείνη λάμβανε και κοινωνική – θρησκευτική διάσταση. Σύμφωνα με τις Ιουδαϊκές αντιλήψεις περί του αίματος, η αιμορραγία καθιστούσε τη γυναίκα «μολυσμένη» και είχε σαν αποτέλεσμα την κοινωνική και θρησκευτική της ταπείνωση και περιθωριοποίηση. Έτσι η ταλαίπωρη γυναίκα: «έλεγε γαρ εν εαυτή ότι εάν άψωμαι καν των ιματίων αυτού, σωθήσομαι» (Μαρκ. 5, 28). Μονολογούσε δηλαδή και σκεφτόταν ότι αρκεί μόνο να αγγίξει πάνω στα ρούχα του Ιησού Χριστού και τότε θα θεραπευθεί. Έτσι «προσελθούσα όπισθεν ήψατο του κρασπέδου του ιματίου αυτού, και παραχρήμα έστη η ρύσις του αίματος αυτής».
Τότε ο Ιησούς Χριστός σταματά την πορεία του και ρωτά με επιμονή: «τις ο αψάμενός μου;». Η επιμονή του μάλιστα προκαλεί την αντίδραση των μαθητών και συγκεκριμένα ο Πέτρος αποκρίνεται: «επιστάτα, οι όχλοι συνέχουσί σε και αποθλίβουσι, και λέγεις τις ο αψάμενός μου;». Η επιμονή του Ιησού Χριστού δεν είναι τυχαία: «ήψατό μου τις• εγώ γαρ έγνων δύναμιν εξελθούσαν απ΄ εμού». Σαν Θεός γνώριζε τι είχε συμβεί και ακόμα τι επικρατούσε στον εσωτερικό ψυχικό κόσμο της γυναίκας, αλλά με την επιμονή του αυτή θέλει να τοποθετήσει το θαύμα στη σωστή του διάσταση, τόσον όσον αφορά στην ίδια τη γυναίκα, αλλά και σε όλους τους υπόλοιπους.
Μετά από αυτή την επιμονή του Ιησού Χριστού, η γυναίκα: «ιδούσα δε ότι ουκ έλαθε», αφού διαπίστωσε ότι δεν διέφυγε της προσοχής του, φοβισμένη και τρομαγμένη παρουσιάστηκε μπροστά του και ενώπιον όλων αποκάλυψε τα κίνητρα της ενέργειάς της και ότι θεραπεύθηκε αμέσως. Η γυναίκα, όπως και όλος ο συγκεντρωμένος κόσμος, είχε ακούσει για τον Ιησού Χριστό και για τις θαυματουργικές ικανότητές του, αλλά και για τις υπερβάσεις του έναντι των κοινωνικών και θρησκευτικών κατεστημένων. Ωστόσο διατηρούσε και τις επιφυλάξεις της, πώς θα μπορούσε να κάνει μια τέτοια πράξη; Να πάει να ακουμπήσει το Διδάσκαλο, ο οποίος στα μάτια των πολλών ανθρώπων είχε την υποχρέωση, να διατηρήσει και να διαφυλάξει όλες τις θρησκευτικές διατάξεις; Η πράξη της ερχόταν σε αντίθεση με τις διατάξεις του νόμου, οι οποίες απαγόρευαν σε «μιασμένα» άτομα να έρχονται σε επαφή με άλλους ανθρώπους και πολύ περισσότερο με το Διδάσκαλο. Γι΄ αυτό η γυναίκα διακατεχόταν από φόβο και τρόμο για την πράξη της. Οι αντιλήψεις των Ιουδαίων σχετικά με το αίμα καθιστούσαν τις γυναίκες μολυσμένες, όταν είχαν έμμηνες ρήσεις. Έτσι η αιμορροούσα γυναίκα, για δώδεκα χρόνια ήταν στιγματισμένη ως «μολυσμένη» και κοινωνικά και οικογενειακά απορριπτέα. Ο αρχικός όμως δισταγμός και η ατολμία της, δίνει στη συνέχεια τη θέση του στην παρρησία του λόγου και στην ομολογία τη πράξης της. Η βαθιά της πίστη απομακρύνει κάθε δισταγμό και ντροπή.
Η αντίδραση του Ιησού Χριστού δεν ήταν αναμενόμενη από την καθεστηκυία τάξη των Ιουδαίων, οι οποίοι θα ήθελαν να επιπλήξει τη γυναίκα για την παράβαση των διατάξεων του νόμου. Ο Ιησούς Χριστός όμως δεν επιθυμεί να ταπεινώσει τη γυναίκα, αλλά να την εξυψώσει, όπως έκανε και σε άλλες παρόμοιες περιπτώσεις με τελώνες, πόρνες, λεπρούς κ.λ.π. Κατά τον τρόπο αυτό ο Ιησούς Χριστός προχωρεί σε μια υπέρβαση όλων εκείνων των προκαταλήψεων, που αφορούσαν είτε στις έμμηνες ρήσεις, είτε σε αιμορραγία, είτε σε λέπρα, είτε και σε οποιαδήποτε άλλη σωματική πάθηση. Όλα αυτά δεν μολύνουν τον άνθρωπο, αλλά τον καθιστούν άξιο της συμπαράστασης και βοήθειας των υπολοίπων συνανθρώπων του. Γι΄ αυτό ο Ιησούς Χριστός ακουμπά όλους τους ασθενείς χωρίς κανένα δισταγμό, για να αποβάλει όλες τις προκαταλήψεις από τις συνειδήσεις των ανθρώπων. Σε αντίθετη περίπτωση και αν ο Ιησούς Χριστός κρατούσε μια αποστασιοποιημένη στάση έναντι των ασθενών, τότε πιθανόν να είχαμε αρνητικές επιπτώσεις στα θέματα της περίθαλψης των αρρώστων.
Η απάντηση του Ιησού Χριστού προς την αιμορροούσα γυναίκα: «θάρσει, θύγατερ, η πίστις σου σέσωκέ σε• πορεύου εις ειρήνην» καταστέλλει τον τρόμο της. Είναι σαν να της λεει, μη φοβάσαι ούτε εμένα, ούτε και τις διατάξεις του νόμου, πήγαινε με ψυχική ηρεμία να συνεχίσεις ειρηνικά τη ζωή σου, απαλλαγμένη από κάθε μέριμνα που σου προκαλούσε η ασθένεια. Η πράξη της γυναίκας δεν είναι ξένη προς την πίστη της. Το απλό άγγιγμα του ενδύματος του Χριστού θα παρέμενε ανενεργό και αναποτελεσματικό αν δεν συνοδευόταν από την ισχυρή πίστη της, ότι εκείνος είναι ο μόνος που μπορούσε να την θεραπεύσει. Άλλωστε τα πλείστα θαύματα του Κυρίου αποτελούν κατά κάποιο τρόπο την επιβράβευση της πίστης του ασθενούς ανθρώπου. Η πίστη είναι εκείνη που προκαλεί τον Κύριο να επιτελέσει ένα θαύμα. Στην προκειμένη περίπτωση η ήδη υπάρχουσα πίστη της γυναίκας αυξήθηκε περισσότερο μετά το θαύμα. Σύμφωνα με το απόκρυφο ευαγγέλιο του Νικοδήμου, αλλά και την πεποίθηση της Εκκλησίας μας, η αιμορροούσα γυναίκα είναι η Αγία Βερονίκη, η μνήμη της οποίας τιμάται στις 12 Ιουλίου. Η Αγία Βερονίκη μετά το θαύμα της θεραπείας της αιμορραγίας της εντάχθηκε στον ευρύτερο κύκλο των μαθητών του Χριστού. Στην πορεία του Ιησού Χριστού προς τον Γολγοθά η Αγία Βερονίκη έτρεξε και σκούπισε με ένα μαντήλι το ματωμένο πρόσωπό του. Πάνω στο μαντήλι αυτό αποτυπώθηκε η μορφή του Χριστού και έτσι δημιουργήθηκε η παράδοση περί του Αγίου Μανδηλίου.
Μετά την παρένθεση αυτή του θαύματος της αιμορροούσας η διήγηση της περικοπής επανέρχεται κάπως απότομα στο αρχικό της θέμα, δηλαδή την ασθένεια της μοναχοκόρης του αρχισυνάγωγου Ιάειρου. «Έτι αυτού λαλούντος έρχεταί τις παρά του αρχισυναγώγου λέγων αυτώ ότι τέθνηκεν η θυγάτηρ σου• μη σκύλλε τόν διδάσκαλον». Το διάλογο του Χριστού με τη γυναίκα διακόπτει η θλιβερή είδηση του θανάτου της κόρης του Ιάειρου. Πλέον δεν συντρέχει λόγος παρενόχλησης του Διδασκάλου, κατά την κρίση των απεσταλμένων από το σπίτι του Ιάειρου. Στο σημείο αυτό ο Ευαγγελιστής Λουκάς δεν μας διευκρινίζει αν ο Ιάειρος είχε προσωπική εμπειρία της διδασκαλίας και θεϊκής εξουσίας του Ιησού Χριστού, ή απλά είχε ακούσει γι΄ αυτόν. Φαίνεται όμως ότι οι απεσταλμένοι από το σπίτι του Ιάειρου είχαν την εντύπωση, ότι η δύναμη του Χριστού περιοριζόταν μέχρι τη θεραπεία των ασθενειών. Για τη δική τους αντίληψη ο θάνατος παρέμενε ακατανίκητος.
Ο Ιησούς Χριστός άκουσε την θλιβερή είδηση και χωρίς να αφήσει τον Ιάειρο να αντιδράσει, θετικά ή αρνητικά του είπε: «μη φοβού• μόνον πίστευε και σωθήσεται». Ο θάνατος, που παραμένει ακατανίκητος για τα ανθρώπινα δεδομένα, καταλύεται από τη θεϊκή δύναμη και εξουσία του Ιησού Χριστού. Την ίδια στιγμή όμως καλεί και τον Ιάειρο να πιστέψει, ώστε να σωθεί η νεκρή πλέον κόρη του. Το ίδιο σκηνικό συναντούμε και στην Ανάσταση του Λαζάρου. Εκεί ο Χριστός διαβεβαιώνει την απαρηγόρητη αδελφή του Λαζάρου Μάρθα, ότι «αναστήσεται ο αδελφός σου» (Ιω. 11,23). Στην προκειμένη περίπτωση ο Ιησούς Χριστός χαρακτηρίζει τον θάνατο σαν ύπνο: «ουκ απέθανεν, αλλά καθεύδει». Βεβαίως ο λόγος αυτός του Ιησού Χριστού και στις δυο περιπτώσεις προκάλεσε την ειρωνεία, ή την δυσπιστία των πολλών. Γι΄ αυτό ο Κύριος όταν εισήλθε στο σπίτι του Ιάειρου δεν είχε αφήσει κανένα άλλο να εισέλθει εκτός από τους τρεις μαθητές του, Πέτρο, Ιάκωβο και Ιωάννη, καθώς και τον πατέρα και την μητέρα της κόρης. Τότε ο Ιησούς Χριστός έπιασε το χέρι της κόρης και την κάλεσε, «η παις εγείρου» και έτσι με τη θεϊκή του δύναμη, ανέτρεψε το θάνατο και ανάστησε τη νεκρή.
Ο θάνατος, βέβαια, παραμένει το πιο τρομακτικό ίσως γεγονός στη ζωή μας, καθώς καθημερινά σχεδόν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με αυτόν. Βλέποντας ο άνθρωπος ότι ο θάνατος βάζει ένα τέλος σε όλα τα σχέδια, τα όνειρα και τις προσδοκίες της ζωής του, καταλαμβάνεται από τον φόβο, τον τρόμο και την αγωνία. Σε κάποιους δυστυχώς υπάρχει η βεβαιότητα ότι ο θάνατος είναι ο τερματισμός των πάντων και είναι εντελώς παράδοξο γι΄ αυτούς, εάν κανείς υποστηρίζει, ότι υπάρχει κάτι μετά θάνατον. Αυτή τη θεωρία συναντούμε και στο σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα, καθώς οι συγγενείς και φίλοι του Ιάειρου «κατεγέλων», όταν ο Ιησούς Χριστός τους διαβεβαίωνε, ότι η κόρη του «ουκ απέθανε αλλά καθεύει». Πολλοί άνθρωποι ακόμη και σήμερα καταγελούν και περιφρονούν την πίστη της Εκκλησίας μας για την μετά θάνατο ζωή και την ανάσταση των νεκρών. Μπροστά όμως σε όλες αυτές τις μηδενιστικές θεωρίες προβάλλει η προσταγή του Αρχηγού της ζωής και του θανάτου: «η παις εγείρου». Την φθορά και τον θάνατο, τα επακόλουθα της πτώσης έρχεται να επανορθώσει ο Υιός του Θεού, ο οποίος διώχνει την ασθένεια, τον πόνο, την φθορά και τον θάνατο και οδηγεί και πάλιν τον άνθρωπο στο «αρχαίον κάλλος», στην αφθαρσία και αθανασία, στην αιώνια μακαριότητα της Βασιλείας του Θεού.
Μητρόπολη Κωνσταντίας

Στέργιος Σάκκος, Η ανάσταση της κόρης του Ιαείρου και η θεραπεία της αιμορροούσης γυναικός



Λκ 8,40-56
῾Η ἀνάσταση τῆς κόρης τοῦ ᾿Ιαείρου καί ἡ θεραπεία τῆς αἱμορροούσης γυναικός
῾Η ἀνάσταση τῆς κόρης τοῦ ᾿Ιαείρου καί ἡ θεραπεία τῆς αἱμορροούσης, τό δίδυμο αὐτό θαῦμα, περιγράφεται καί ἀπό τούς ἄλλους δύο συνοπτικούς εὐαγγελιστές (βλ. Μθ 9,18-26· Μρ 5,22-43).
8,40. ᾿Εγένετο δὲ ἐν τῷ ὑποστρέψαι τὸν ᾿Ιησοῦν ἀπεδέξατο αὐτὸν ὁ ὄχλος· ἦσαν γὰρ πάντες προσδοκῶντες αὐτόν.
῾Ο ᾿Ιησοῦς ἐγκαταλείποντας τήν περιοχή τῶν Γαδαρηνῶν, ὅπου ἡ παρουσία του ἦταν ἀνεπιθύμητη, ἐπιστρέφει στήν Καπερναούμ. ᾿Εκεῖ ὁ ὄχλος ἀπεδέξατο αὐτόν, τόν ὑποδέχτηκε μέ χαρά· ἦσαν πάντες προσδοκῶντες αὐτόν, τόν περίμεναν ὅλοι μέ λαχτάρα.

8.41. Καὶ ἰδοὺ ἦλθεν ἀνὴρ ᾧ ὄνομα ᾿Ιάειρος, καὶ αὐτὸς ἄρχων τῆς συναγωγῆς ὑπῆρχε· καὶ πεσὼν παρὰ τοὺς πόδας τοῦ ᾿Ιησοῦ παρεκάλει αὐτὸν εἰσελθεῖν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ.
Ξαφνικά παρουσιάστηκε μπροστά στόν ᾿Ιησοῦ κάποιος πού ὀνομαζόταν ᾿Ιάειρος. Τό ὄνομα αὐτό εἶναι ὁ ἐξελληνισμένος τύπος τοῦ ἑβραϊκοῦ ᾿Ιαΐρ (πρβλ. ᾿Αρ 32,41· Δε 3,14· Κρ 10,3· ᾿Εσθήρ 2,5), πού στά ἑλληνικά μεταφράζεται «Φωτεινός» ἤ «Φώτιος». ῾Ο ᾿Ιάειρος ἦταν ἄρχων, δηλαδή προϊστάμενος, τῆς συναγωγῆς, ὑπεύθυνος γιά τήν τήρηση τῆς τάξεως, αὐτός πού ὅριζε τούς ἀναγνῶστες τῶν ἁγιογραφικῶν περικοπῶν καί ἔδινε τόν λόγο σέ ἐκείνους πού ἤθελαν νά μιλήσουν. Γιά τήν ἐποπτεία κάθε συναγωγῆς ὑπῆρχαν τρεῖς ἤ τέσσερις ἀρχισυνάγωγοι.
῾Ο ἀρχισυνάγωγος ᾿Ιάειρος γονάτισε μπροστά στόν ᾿Ιησοῦ καί τόν παρακαλοῦσε νά ἔλθει στό σπίτι του. ῾Η στάση του -πεσὼν παρὰ τοὺς πόδας τοῦ ᾿Ιησοῦ (βλ. σχόλια στό 5,12)- δηλώνει ὅτι ὁ θρησκευτικός αὐτός ἀξιωματοῦχος ἀναγνωρίζει τόν ᾿Ιησοῦ ὡς ἀνώτερό του καί ἐλπίζει στήν βοήθειά του.
8,42. ὅτι θυγάτηρ μονογενὴς ἦν αὐτῷ ὡς ἐτῶν δώδεκα, καὶ αὕτη ἀπέθνησκεν. ᾿Εν δὲ τῷ ὑπάγειν αὐτὸν οἱ ὄχλοι συνέπνιγον αὐτόν.
῾Ο ᾿Ιάειρος εἶχε ἕνα μονάκριβο κορίτσι περίπου δώδεκα ἐτῶν, τό ὁποῖο κινδύνευε νά πεθάνει. ῾Ο πόνος τοῦ πατέρα πού χάνει τό μονάκριβο παιδί του, ἀλλά καί ὁ φόβος τοῦ ἰουδαίου, πού θεωροῦσε τήν ἀτεκνία δεῖγμα μεγάλης τιμωρίας τοῦ Θεοῦ, κάνουν τόν ᾿Ιάειρο νά ζητᾶ γονατιστός τήν βοήθεια τοῦ ᾿Ιησοῦ. ῾Ο ᾿Ιησοῦς, συμπονώντας τόν δυστυχισμένο πατέρα, ἀνταποκρίνεται στό αἴτημά του.
῾Η πίστη τοῦ ᾿Ιαείρου δέν ἦταν, βέβαια, τόσο μεγάλη ὅσο τοῦ ἑκατοντάρχου τῆς Καπερναούμ. ᾿Εκεῖνος ζήτησε ἀπό τόν ᾿Ιησοῦ νά θεραπεύσει τόν δοῦλο του ἀπό μακριά μέ ἕνα μόνο λόγο του (βλ. Μθ 8,8· Λκ 7,7). ῾Ο ᾿Ιάειρος τόν παρακάλεσε νά τόν ἐπισκεφθεῖ καί νά βάλει τό χέρι του πάνω στό ἑτοιμοθάνατο κορίτσι (βλ. Μθ 9,18). Εἶχε ἴσως πληροφορηθεῖ τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο ἐπιτελέσθηκαν κάποια ἄλλα σημεῖα (βλ. Μθ 8,3.15· Μρ 1,31.41· Λκ 4,40· 5,13). ῾Ο Κύριος, ὡστόσο, πού θαύμασε τήν πίστη τοῦ ἐθνικοῦ (Μθ 8,10· Λκ 7,9), δέν ἀπορρίπτει καί τήν ἀσθενέστερη πίστη τοῦ ἰσραηλίτη ᾿Ιαείρου.
Στόν δρόμο πρός τό σπίτι τοῦ ἀρχισυναγώγου οἱ ὄχλοι συνέπνιγον αὐτόν. Τά πλήθη συνωθοῦνταν γύρω ἀπό τόν Διδάσκαλο, πού δέν κρατοῦσε ἀποστάσεις, ἀλλά σκορποῦσε σέ ὅλους ἁπλόχερα τίς εὐεργεσίες του καί δέν καταφρονοῦσε κανέναν.
8,43-44. Καὶ γυνὴ οὖσα ἐν ῥύσει αἵματος ἀπὸ ἐτῶν δώδεκα, ἥτις ἰατροῖς προσαναλώσασα ὅλον τὸν βίον οὐκ ἴσχυσεν ὑπ᾿ οὐδενὸς θεραπευθῆναι, προσελθοῦσα ὄπισθεν ἥψατο τοῦ κρασπέδου τοῦ ἱματίου αὐτοῦ, καὶ παραχρῆμα ἔστη ἡ ῥύσις τοῦ αἵματος αὐτῆς.
Μέσα στό πλῆθος πού περιέβαλλε τόν ᾿Ιησοῦ εἰσχώρησε καί μία γυναίκα, ἡ ὁποία ἔπασχε ἀπό συνεχῆ ἐξαντλητική αἱμορραγία. ῾Υπέφερε δώδεκα χρόνια. ῎Εκανε κάθε δυνατή ἀνθρώπινη προσπάθεια γιά τήν θεραπεία της. Ξόδεψε ὅλη τήν περιουσία της στούς γιατρούς. ῾Η κατάστασή της ὅμως ὄχι μόνο δέν βελτιώθηκε, ἀλλά χειροτέρευσε (βλ. Μρ 5,26).
῾Ο μωσαϊκός νόμος θεωροῦσε ἀκάθαρτη τήν γυναίκα πού εἶχε αἱμορραγία. ῞Οποιος ἀκουμποῦσε τήν ἴδια ἤ ἀντικείμενα πού ἐκείνη εἶχε ἀγγίξει, γινόταν ἐπίσης ἀκάθαρτος καί ἔπρεπε νά κάνει μία σειρά καθαρμῶν, γιά νά καθαρισθεῖ καί νά συμμετέχει στήν κοινωνία τῶν ῾Εβραίων (βλ. Λε 15,25-27). ῾Η αἱμορροοῦσα, λοιπόν, ζοῦσε στό περιθώριο τῆς κοινωνικῆς καί θρησκευτικῆς ζωῆς. Οὔτε στόν ναό ἐπιτρεπόταν νά πάει ἀλλά οὔτε καί νά συναναστραφεῖ ἄλλους. Γι᾿ αὐτό πλησίασε τόν ᾿Ιησοῦ κρυφά προσελθοῦσα ὄπισθεν, ἀπό πίσω, ὥστε νά μήν τήν ἀντιληφθεῖ κανείς. Θά ἔχανε τότε τήν εὐκαιρία τῆς θεραπείας καί θά τῆς ἔμενε ἡ ντροπή γιά τήν ἀσθένεια πού κουβαλοῦσε. ῾Υπῆρχε ἄλλωστε κίνδυνος νά τήν κακοποιήσουν ἀκόμη καί νά τήν λιθοβολήσουν. Φοβισμένα καί ταπεινά ἥψατο τοῦ κρασπέδου τοῦ ἱματίου αὐτοῦ, ἄγγιξε τήν ἄκρη τοῦ ἱματίου του, μέ τήν πεποίθηση ὅτι μπορεῖ ὁ ᾿Ιησοῦς νά τῆς χαρίσει ἀκόμη καί ἔτσι τήν θεραπεία· «ἔλεγε γὰρ ἐν ἑαυτῇ, ἐὰν μόνον ἅψωμαι τοῦ ἱματίου αὐτοῦ, σωθήσομαι» (Μθ 9,21· πρβλ. Μρ 5,28).
Πράγματι, μόλις ἡ γυναίκα ἄγγιξε τόν ᾿Ιησοῦ, ἀμέσως σταμάτησε ἡ αἱμορραγία καί ἀποκαταστάθηκε ἡ ὑγεία της. ῾Ο Λουκᾶς ὡς γιατρός σημειώνει τήν ἄμεση θεραπεία χρησιμοποιώντας ἰατρική ὁρολογία· καὶ παραχρῆμα ἔστη ἡ ῥύσις τοῦ αἵματος αὐτῆς. «῞Οπως ἄν κάποιος φέρει τό μάτι του κοντά σέ φῶς πού λάμπει ἤ φρύγανο κοντά σέ φωτιά, ἀμέσως θά λάβουν ἐνέργεια, ἔτσι μόλις ἡ αἱμορροοῦσα πρόσφερε πίστη σέ ἐκεῖνον πού μποροῦσε νά τήν θεραπεύσει, ἀμέσως ἔλαβε τήν θεραπεία», γράφει ὁ ἅγιος Θεοφύλακτος24.
8,45. Καὶ εἶπεν ὁ ᾿Ιησοῦς· τίς ὁ ἁψάμενός μου; ᾿Αρνουμένων δὲ πάντων εἶπεν ὁ Πέτρος καὶ οἱ σὺν αὐτῷ· ἐπιστάτα, οἱ ὄχλοι συνέχουσί σε καὶ ἀποθλίβουσι, καὶ λέγεις τίς ὁ ἁψάμενός μου;
῾Ο ᾿Ιησοῦς ρωτᾶ· τίς ὁ ἁψάμενός μου; ῾Ο ἴδιος, βέβαια, ὡς παντογνώστης γνώριζε πολύ καλά ποιός καί γιατί τόν ἄγγιξε. Κάνει, ὡστόσο, τήν ἐρώτηση αὐτή, ἐπειδή θέλει νά διαλύσει τόν φόβο τῆς γυναίκας ὅτι ἔκλεψε τήν θεραπεία της· νά διορθώσει τήν ἐσφαλμένη της ἀντίληψη, ὅτι θά μποροῦσε νά διαφύγει ἀπό τήν προσοχή τοῦ ᾿Ιησοῦ ἡ ἐνέργειά της· νά ἀποκαλύψει, τέλος, καί στούς ἄλλους τήν πίστη τῆς ἄρρωστης γυναίκας, καθώς καί τήν δική του δύναμη καί παγγνωσία.
῾Ο Πέτρος, ὡς ὁ πιό αὐθόρμητος, ἐκφράζει τήν σκέψη καί τῶν ἄλλων ἀποστόλων· ἐπιστάτα, οἱ ὄχλοι συνέχουσί σε καὶ ἀποθλίβουσι, καὶ λέγεις τίς ὁ ἁψάμενός μου; ῾Ο ὁρμητικός του χαρακτήρας δέν τόν ἀφήνει νά σκεφθεῖ ὅτι ὁ Κύριος θά εἶχε κάποιο λόγο γιά νά κάνει μιά τέτοια ἐρώτηση.
8,46. ῾Ο δὲ ᾿Ιησοῦς εἶπεν· ἥψατό μού τις· ἐγὼ γὰρ ἔγνων δύναμιν ἐξελθοῦσαν ἀπ᾿ ἐμοῦ.
῾Ο ᾿Ιησοῦς ἐξηγεῖ ὅτι δέν ἀναφέρεται σέ ἕνα τυχαῖο ἄγγιγμα, ἀλλά σέ μία ἐπαφή πού εἵλκυσε ἀπό μέσα του θεραπευτική δύναμη. Συγκαταβαίνοντας στήν ἀδυναμία τῶν ἀκροατῶν του, μιλάει ὅπως ἐκεῖνοι θά μποροῦσαν νά τόν καταλάβουν, «πρὸς τὴν ὑπόνοιαν τῶν ἀκουόντων», κατά τόν ἅγιο Χρυσόστομο25. Διευκρινίζει· ἔγνων δύναμιν ἐξελθοῦσαν ἀπ’ ἐμοῦ. ᾿Από τήν φράση αὐτή γίνεται φανερό ὅτι ἡ δύναμη μέ τήν ὁποία ἐπιτελοῦσε ὁ ᾿Ιησοῦς τά σημεῖα βρισκόταν μέσα του, χωρίς ποτέ νά ἐξαντλεῖται οὔτε νά μειώνεται, διότι αὐτός ἦταν ἡ πηγή τῆς δυνάμεως καί κάθε ἀγαθοῦ (βλ. σχόλια στό 6,19).
῾Ο εὐαγγελιστής Μᾶρκος συμπληρώνει ὅτι ὁ Κύριος, στήν συνέχεια, ἔρριξε γύρω του ἕνα ἐρευνητικό βλέμμα· «καὶ περιεβλέπετο ἰδεῖν τὴν τοῦτο ποιήσασαν» (5,32). Δέν κάλεσε ἀμέσως τήν γυναίκα, ἀλλά τῆς ἔδωσε ἕνα χρονικό περιθώριο, ὥστε μόνη της νά ὁμολογήσει τήν πράξη της.
8,47. ᾿Ιδοῦσα δὲ ἡ γυνὴ ὅτι οὐκ ἔλαθε, τρέμουσα ἦλθε καὶ προσπεσοῦσα αὐτῷ δι᾿ ἣν αἰτίαν ἥψατο αὐτοῦ ἀπήγγειλεν αὐτῷ ἐνώπιον παντὸς τοῦ λαοῦ, καὶ ὡς ἰάθη παραχρῆμα.
῞Οταν ἡ γυναίκα διαπίστωσε ὅτι δέν ξέφυγε τήν προσοχή τοῦ ᾿Ιησοῦ, ὅπως αὐτή νόμιζε, ἦρθε τρέμοντας ἀπό τόν φόβο μήπως τιμωρηθεῖ γιά τήν τολμηρή της ἐνέργεια. ῎Επεσε γονατιστή μπροστά του καί ὁμολόγησε σέ ἐκεῖνον πού ὅλα τά γνώριζε καί ἐνώπιον τοῦ λαοῦ τόν λόγο γιά τόν ὁποῖο τόν ἄγγιξε. Πίστευε ὅτι ἀγγίζοντας τό ἱμάτιό του θά θεραπευθεῖ. Πραγματικά, ὅπως ἡ ἴδια βεβαιώνει, θεραπεύθηκε ἀμέσως.
8,48. ῾Ο δὲ εἶπεν αὐτῇ· θάρσει, θύγατερ, ἡ πίστις σου σέσωκέ σε· πορεύου εἰς εἰρήνην.
῾Ο Κύριος προσφωνεῖ στοργικά τήν φοβισμένη γυναίκα καί τήν ἐνθαρρύνει λέγοντας· θάρσει, θύγατερ, ἡ πίστις σου σέσωκέ σε· πορεύου εἰς εἰρήνην. Τονίζει ὅτι δέν πρέπει νά αἰσθάνεται ἐνοχές πού τόν πλησίασε· οὔτε τόν νόμο πρόσβαλε οὔτε τούς ἀνθρώπους μίανε οὔτε τόν ἴδιο ἔθιξε. ᾿Αντίθετα, ἔκανε μία σπουδαία πράξη πίστεως, πού τήν κατέστησε μέτοχο τῆς δυνάμεώς του καί τῆς ἐξασφάλισε τήν σωτηρία. ῾Επομένως, ὄχι μόνο δέν πρέπει νά θεωρεῖται ἀξιοκατάκριτη, ἀλλά ἀξίζει νά προβάλλεται ὡς πρότυπο πρός μίμηση. Τέλος, τήν βεβαιώνει ὅτι μπορεῖ νά νιώθει ἀπόλυτα εἰρηνική. Αὐτός πού τήν ἐλευθέρωσε ἀπό τήν ἀρρώστια, πού μάστιζε τό σῶμα της, φροντίζει νά εὐεργετήσει καί τήν ψυχή της χαρίζοντάς της τήν εἰρήνη· γι᾿ αὐτό τήν ἀποκαλεῖ θύγατερ, προσφώνηση πού δέν ἀπηύθυνε σέ ἄλλη γυναίκα.
8,49- 50. ῎Ετι αὐτοῦ λαλοῦντος ἔρχεταί τις παρὰ τοῦ ἀρχισυναγώγου λέγων αὐτῷ ὅτι τέθνηκεν ἡ θυγάτηρ σου· μὴ σκύλλε τὸν διδάσκαλον. ῾Ο δὲ ᾿Ιησοῦς ἀκούσας ἀπεκρίθη αὐτῷ λέγων· μὴ φοβοῦ· μόνον πίστευε, καὶ σωθήσεται.
᾿Ενῶ ἀκόμη ὁ Κύριος μιλοῦσε στήν γυναίκα, ἔρχεται κάποιος παρὰ τοῦ ἀρχισυναγώγου, ἀπό τό σπίτι τοῦ ᾿Ιαείρου, γιά νά τοῦ φέρει τό δυσάρεστο μήνυμα· ἡ κόρη του πέθανε. ῏Ηταν πλέον περιττή καί ἀνώφελη ἡ ἐπίσκεψη τοῦ ᾿Ιησοῦ. Γι᾿ αὐτό, προσθέτει· μὴ σκύλλε τὸν διδάσκαλον. Γιά τήν σημασία τοῦ ρήματος «σκύλλω» βλ. σχόλια στό 7,6.
῾Η εἴδηση θά προκάλεσε ὁπωσδήποτε μεγάλο πόνο στόν πατέρα. Μέχρι τήν ὥρα ἐκείνη διατηροῦσε μέσα του κάποια ἐλπίδα. Εἶχε δεχθεῖ τόσο πρόθυμα ὁ ᾿Ιησοῦς νά τόν ἀκολουθήσει καί μόλις εἶχε δώσει ἕνα ἀκόμη δεῖγμα τῆς δυνάμεώς του θεραπεύοντας τήν αἱμορροοῦσα. Πίστευε ὁ ᾿Ιάειρος ὅτι ὁ θαυμαστός αὐτός διδάσκαλος μποροῦσε νά θεραπεύσει ἀκόμη καί τά βαρύτερα νοσήματα. ῾Η πίστη του ὅμως δέν ἦταν τόση, ὥστε νά ἐλπίζει σέ μιά νεκρανάσταση.
῾Ωστόσο, πρίν προλάβει ὁ ᾿Ιάειρος νά ἐκφράσει τό παράπονό του, ὅτι ἄν δέν καθυστεροῦσαν στόν δρόμο, ἡ κόρη του θά ἀπέφευγε ἴσως τόν θάνατο (πρβλ. ᾿Ιω 11,32), ἀκούει τήν φωνή τοῦ ᾿Ιησοῦ· μὴ φοβοῦ· μόνον πίστευε, καὶ σωθήσεται. Δέν διέφυγε τήν προσοχή τοῦ Κυρίου τό μήνυμα πού ἔφθασε στόν ἀρχισυνάγωγο οὔτε ἡ ὀδύνη τοῦ δύστυχου πατέρα, πού ἔβλεπε νά σωριάζονται ὅλες του οἱ ἐλπίδες. Μέ ἀγάπη καί καλωσύνη στρέφεται πρός αὐτόν καί τόν ἐνθαρρύνει. Κανείς ἄλλος, βέβαια, δέν θά τολμοῦσε νά τόν παρηγορήσει μέ τά ἴδια λόγια· μόνον αὐτός πού, ὅπως πρόκειται νά ἀποδείξει, εἶναι ὁ ἐξουσιαστής τοῦ θανάτου καί χορηγός τῆς ζωῆς. Δέν διστάζει, λοιπόν, νά παροτρύνει τόν ᾿Ιάειρο, πού εἶχε νικήσει τούς πρώτους δισταγμούς καί ὥς ἐκείνη τήν στιγμή προσδοκοῦσε τό θαῦμα, νά μή χάσει τήν πίστη του τήν ὥρα τῆς σκληρῆς δοκιμασίας. Τοῦ εἶχε δώσει, ἐξάλλου, ἕνα συγκλονιστικό παράδειγμα γιά τήν δύναμη τῆς πίστεως θεραπεύοντας τήν αἱμορροοῦσα. ῾Ο Κύριος, πρίν κάνει ἕνα σημεῖο, ζητᾶ πάντοτε ἀπό τούς ἀνθρώπους πίστη, διότι ἀποβλέπει στήν οὐσιαστική τους ὠφέλεια. ῾Ο ἴδιος, ἀναμφίβολα, δέν ἀδυνατεῖ νά ἐπιτελέσει τό σημεῖο ἀκόμη καί σέ ἀπίστους, ἀλλά δέν προσφέρει ποτέ τίς εὐεργεσίες του σέ ἐκείνους πού δέν ἔχουν τίς προϋποθέσεις νά τίς ἀξιοποιήσουν.
8,51. ᾿Ελθὼν δὲ εἰς τὴν οἰκίαν οὐκ ἀφῆκεν εἰσελθεῖν οὐδένα εἰ μὴ Πέτρον καὶ ᾿Ιωάννην καὶ ᾿Ιάκωβον καὶ τὸν πατέρα τῆς παιδὸς καὶ τὴν μητέρα.
῾Ο Κύριος, ὅταν ἔφτασε στό σπίτι τοῦ ἀρχισυναγώγου, δέν ἄφησε κανέναν νά μπεῖ στό δωμάτιο τῆς νεκρῆς κόρης παρά μόνον τούς πιό οἰκείους της, τούς γονεῖς της, καί τούς πιό οἰκείους του, τρεῖς μαθητές του, τόν Πέτρο, τόν ᾿Ιάκωβο καί τόν ᾿Ιωάννη. ᾿Αθόρυβα καί ἥσυχα ἤθελε νά κάνει τό μεγάλο θαῦμα. «Οὐ γὰρ δὴ ὁ ταπεινὸς ᾿Ιησοῦς θέλει πρὸς ἐπίδειξίν τι ποιεῖν», σχολιάζει ὁ ἅγιος Θεοφύλακτος26. ᾿Από τούς μαθητές διάλεξε τρεῖς, διότι ἦταν ἀρκετοί ὡς μάρτυρες (βλ. Δε 19,15)· καί διάλεξε αὐτούς τούς τρεῖς, διότι αὐτοί ἦταν ἱκανοί νά μεταφέρουν καί νά βεβαιώσουν τό σημεῖο καί στούς ὑπόλοιπους. Αὐτούς τούς ἴδιους πῆρε, ἐπίσης, μαζί του ὁ Κύριος στήν Μεταμόρφωση (βλ. Μθ 17,1· Μρ 9,2· Λκ 9,28) καί στόν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ (βλ. Μθ 26,37· Μρ 14,33).
8,52-53. ῎Εκλαιον δὲ πάντες καὶ ἐκόπτοντο αὐτήν. ῾Ο δὲ εἶπε· μὴ κλαίετε· οὐκ ἀπέθανεν, ἀλλὰ καθεύδει. Καὶ κατεγέλων αὐτοῦ, εἰδότες ὅτι ἀπέθανεν.
Στό σπίτι τοῦ ᾿Ιαείρου ἔκλαιον δὲ πάντες καὶ ἐκόπτοντο αὐτήν, ὅλοι ἔκλαιγαν καί θρηνοῦσαν χτυπώντας τά στήθη τους γιά τόν θάνατο τοῦ κοριτσιοῦ. ῾Ο εὐαγγελιστής Ματθαῖος μᾶς πληροφορεῖ ὅτι εἶχαν καταφθάσει ἤδη καί οἱ «αὐληταί» (βλ. 9,23), οἱ ὁποῖοι σύμφωνα μέ τίς συνήθειες τῆς ᾿Ανατολῆς τόνιζαν μέ τούς αὐλούς τους πένθιμα ἄσματα. ῾Υπῆρχε συνήθεια καί ὁ πιό φτωχός ᾿Ισραηλίτης ἀκόμη, στήν κηδεία ἀγαπητοῦ του προσώπου νά μισθώνει αὐλητές καί μοιρολογῆτρες.
῎Αν καί ἦταν ἤδη βεβαιωμένο γεγονός ὁ θάνατος τοῦ κοριτσιοῦ, ὁ ᾿Ιησοῦς λέγει στούς παρευρισκομένους· μὴ κλαίετε· οὐκ ἀπέθανεν, ἀλλὰ καθεύδει (πρβλ. ᾿Ιω 11,11). Θέλει νά κατευνάσει τήν ταραχή τῶν ἀνθρώπων καί νά τούς προετοιμάσει γιά τό θαῦμα πού θά ἀκολουθήσει. Δέν θά ἔχει διάρκεια ὁ θάνατος αὐτός, γι᾿ αὐτό τόν χαρακτηρίζει ὡς ὕπνο. «῞Οπως τότε πού γαλήνευσε τήν θάλασσα, πρῶτα εἶχε ἐπιτιμήσει τούς μαθητές γιά τήν δειλία καί τήν ὀλιγοπιστία τους, ἔτσι καί τώρα φροντίζει πρῶτα νά καταπραΰνει τήν ταραχή τῶν παρευρισκομένων, δείχνοντας ταυτόχρονα ὅτι δέν τοῦ εἶναι δύσκολο νά ἀνασταίνει νεκρούς», ἑρμηνεύει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος27.
Δέν ἦταν, βέβαια, εὔκολο νά ἀντιληφθοῦν τήν σημασία τῶν λόγων του ὅσοι βρίσκονταν τήν ὥρα ἐκείνη στό σπίτι τοῦ ᾿Ιαείρου. ᾿Απόλυτα βεβαιωμένοι γιά τόν θάνατο τοῦ κοριτσιοῦ κατεγέλων αὐτοῦ, εἰρωνεύονταν τόν ᾿Ιησοῦ, γελοῦσαν εἰς βάρος του, ἐπειδή εἶπε ὅτι τό κορίτσι κοιμᾶται. ῾Η στάση τους ἀποδεικνύει περίτρανα τήν ἀλήθεια τοῦ σημείου· ᾿Εφόσον ὁ θάνατος ἦταν βέβαιος, ἡ συνέχεια τῆς διηγήσεως ἀποτελεῖ ἀδιάψευστη μαρτυρία γιά τήν θεϊκή δύναμη τοῦ ᾿Ιησοῦ.
8,54. Αὐτὸς δὲ ἐκβαλὼν ἔξω πάντας καὶ κρατήσας τῆς χειρὸς αὐτῆς ἐφώνησε λέγων· ἡ παῖς, ἐγείρου.
῾Ο ᾿Ιησοῦς, ἀφοῦ ἔβγαλε ἔξω ὅλους ἐκείνους πού θορυβοῦσαν, ἔπιασε τό χέρι τῆς νεκρῆς κόρης καί τῆς μίλησε σάν νά ἐπρόκειτο νά τήν ξυπνήσει ἀπό τόν συνηθισμένο ὕπνο· ἡ παῖς ἐγείρου, ξύπνα κορίτσι μου! ῾Ο εὐαγγελιστής Μᾶρκος διασώζει τήν ἀραμαϊκή προσφώνηση· «ταλιθά, κοῦμι· ὅ ἐστι μεθερμηνευόμενον, τὸ κοράσιον, σοὶ λέγω ἔγειρε» (5,41). Μέ παρόμοια κίνηση καί λόγο ὁ Κύριος εἶχε ἀναστήσει καί τόν νεκρό γιό τῆς χήρας στή Ναΐν (βλ. σχόλια στό 7,14).
8,55-56. Καὶ ἐπέστρεψε τὸ πνεῦμα αὐτῆς, καὶ ἀνέστη παραχρῆμα, καὶ διέταξεν αὐτῇ δοθῆναι φαγεῖν. Καὶ ἐξέστησαν οἱ γονεῖς αὐτῆς. ῾Ο δὲ παρήγγειλεν αὐτοῖς μηδενὶ εἰπεῖν τὸ γεγονός.
Στήν ἁγία Γραφή συχνά ἡ ψυχή ὀνομάζεται «πνεῦμα», ἐπειδή δημιουργήθηκε μέ τήν θεία πνοή (βλ. Γέ 2,7) καί ἔχει ὑπόσταση πνευματική. ῾Η ἔκφραση ἐπέστρεψε τὸ πνεῦμα αὐτῆς προϋποθέτει ὅτι θάνατος εἶναι ἡ ἔξοδος τῆς ψυχῆς ἀπό τό σῶμα.
῾Η δυνατότητα πού εἶχε ἀμέσως τό ἀναστημένο κορίτσι νά φάει καί νά περπατήσει (βλ. Μρ 5,42) φανερώνει ὅτι ἐπανῆλθε πράγματι στήν ζωή -δέν ἦταν φάντασμα (πρβλ. Λκ 24,39-41)- καί ὅτι, ἐπιπλέον, ἡ ὑγεία της ἀποκαταστάθηκε ἀπόλυτα.
Στούς ἔκπληκτους γονεῖς ὁ ᾿Ιησοῦς παραγγέλλει, ἐπίμονα κατά τόν εὐαγγελιστή Μᾶρκο (5,43), νά κρατήσουν μυστικό τό σημεῖο (βλ. σχόλια στό 5,14).
-(Ἀπό τό βιβλίο τοῦ ὁμοτίμου καθηγητοῦ κ. Στεργίου Ν. Σάκκου, Ἑρμηνεία στό κατά Λουκᾶν Εὐαγγέλιο, τόμ. Α΄, κεφ. 1-8, Θεσσαλονίκη 2008)
πηγη ακτινες

Εκοιμήθη ο π. Πολύκαρπος Τύμπας




Εκοιμήθη ο πατέρας Πολύκαρπος Τύμπας
Ένας από τους πλέον δραστήριους ιερείς, που άφησε τη σφραγίδα του στην Ιερά Μητρόπολη Τρίκκης και Σταγών έφυγε από τη ζωή το πρωί του Σαββάτου.
Ο λόγος για τον π. Πολύκαρπο Τύμπα, 79 ετών, προϊστάμενο για 40 και πλέον χρόνια του Μητροπολιτικού Ναού του Αγίου Νικολάου, λογιότατου και πολυγραφότατου, γνωστού σε όλη την Τρικαλινή κοινωνία για τα «πύρινα» κηρύγματά του. Από νεαρά ηλικία είχε αφιερώσει τη ζωή στον Θεό και τον δρόμο αυτό ακολούθησαν και τα πέντε παιδιά του. Οι δυο γιοί του έγιναν κληρικοί και ο ένας μάλιστα είναι Αρχιμανδρίτης, δυο κόρες του ακολούθησαν τον μοναχικό βίο, ενώ η Πέμπτη του κόρη είναι παντρεμένη με κληρικό.
Ο π. Πολύκαρπος Τύμπας, έδωσε γενναία μάχη τους τελευταίους μήνες και έφυγε ήσυχος τα ξημερώματα. Η κηδεία του θα γίνει στη 1.30 μ.μ. της Κυριακής από τον Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Νικολάου.

Αυτό ίσως είναι το μεγαλύτερο μυστικό της “ελληνικής κρίσης”

  XRIMANEWS.GRΠαρά το γεγονός πως στην Ελλάδα επικρατεί ακόμη πολιτικό χάος η κατεύθυνση προς την οποία θα κινηθούν τα πράγματα όσον αφορά στο οικονομικό μέλλον της χώρας φαίνεται πως έχει καθοριστεί: Κυβέρνηση και αντιπολίτευση θα στηρίξουν την υπογραφή της νέας συμφωνίας της 27ης Οκτωβρίου 'ως έχει', ώστε να αποφευχθεί η πτώχευση και η έξοδος της χώρας από το ευρώ, καθώς τα ταμειακά της διαθέσιμα τελειώνουν περί τα μέσα Δεκεμβρίου.

Σύμφωνα με ρεπορτάζ της γερμανικής τηλεόρασης ARD, ωστόσο, το οποίο προβλήθηκε στις 27 Οκτωβρίου αλλά και σύμφωνα με ρεπορτάζ της Wall Street Journal το οποίο δημοσιεύτηκε το πρωί της 4ης Νοεμβρίου, προκειμένου οι τράπεζες να αποδεχτούν το κούρεμα των ελληνικών ομολόγων που κατέχουν κατά 50%, η Ελλάδα συμφώνησε στη μετατροπή του δικαίου που διέπει τα ομόλογα αυτά από το ελληνικό στο αγγλικό.
Με βάση την ισχύουσα μέχρι στιγμής νομοθεσία και όσο το δίκαιο των ελληνικών ομολόγων παραμένει το ελληνικό, αν η Ελλάδα δεν αποφύγει την πτώχευση μπορεί να αποπληρώσει το χρέος που βρίσκεται στα χέρια ιδιωτών και όχι θεσμικών δανειστών (ΔΝΤ – ΕΕ) σε δραχμές, χωρίς να έχει καμία νομική κύρωση. Οι δανειστές σε αυτήν την περίπτωση υποχρεούνται να αποδεχτούν την αποπληρωμή στο ελληνικό νόμισμα. Έτσι η Ελλάδα μπορεί πολύ απλά να τυπώσει τόσες δραχμές όσο είναι το χρέος της στους ιδιώτες και να το ξεπληρώσει.
Αντίθετα, αν το δίκαιο αλλάξει στο αγγλικό όπως προβλέπεται στη συμφωνία της 27ης Οκτωβρίου με βάση τα δύο προαναφερθέντα ρεπορτάζ, σε περίπτωση πτώχευσης η Ελλάδα θα πρέπει να αποπληρώσει το σύνολο του χρέους της σε ευρώ, παρά το γεγονός ότι η ισοτιμία δραχμής – ευρώ θα κυλήσει πιθανόν κάτω από το 700/1. Κάτι τέτοιο θα σημαίνει την οριστική παράδοση της χώρας στους δανειστές της, οι οποίοι θα μπορούν να διεκδικήσουν και να επιβάλλουν νομικά στην Ελλάδα είτε την αποπληρωμή του χρέους στο ακέραιο μέσω της επιβολής επαχθών φόρων στους πολίτες είτε την κατάσχεση δημόσιας περιουσίας είτε και τα δύο ταυτόχρονα.
Η ιστορία με το δίκαιο των ελληνικών ομολόγων είναι, ίσως, το μεγαλύτερο μυστικό της ελληνικής κρίσης. Μελέτη των νομικών τμημάτων των πανεπιστημίων της Νέας Υόρκης, του Σικάγου και του Duke που καταρτίστηκε το Φεβρουάριο του 2011 αναφέρει σχετικά τα εξής: “Αν επρόκειτο για μία σειρά πτωχεύσεων κρατών της Λατινικής Αμερικής, όπως για παράδειγμα της Αργεντινής, τότε το χρέος θα ήταν σχεδόν εξ ολοκλήρου σε ξένο νόμισμα και διεπόμενο από ξένο δίκαιο, κατά κανόνα της Νέας Υόρκης ή Αγγλικό. Αλλά στην περίπτωση της Ελλάδας η συντριπτική πλειοψηφία των ομολόγων διέπεται από το ελληνικό δίκαιο και έτσι η Ελλάδα είχε ένα πραγματικό πλεονέκτημα καθώς μπορούσε να αλλάξει το δίκαιο με αποτέλεσμα να τροποποιηθούν οι όροι των συμβολαίων των ομολόγων και έτσι να προωθήσει τις όποιες αλλαγές την εξυπηρετούσαν.”
Σήμερα περίπου 220 με 280 δις ευρώ ελληνικού χρέους διέπονται από το ελληνικό δίκαιο (αναλόγως του δικαίου που διέπει τα ομόλογα που αγόρασε η ΕΚΤ). Όπως και να έχει το ύψος του διεπόμενου από ελληνικό δίκαιο χρέους είναι εξαιρετικά μεγάλο.

Η Ελλάδα μπορεί να αλλάξει το δίκαιο έτσι ώστε αν το 51% των κατόχων χρέους συμφωνεί να είναι υποχρεωτική για όλους μία αναδιάρθρωση κατά 50%, 60%, 70% ή και περισσότερο (όσο λιγότερο τόσο πιο πιθανή η αναδιάρθρωση να αντέξει νομικά σε οποιαδήποτε δικαστική αμφισβήτηση της). Αφήνοντας εκτός τα ομόλογα και το χρέος που κατέχονται από θεσμικούς δανειστές και τα οποία κατά πάσα πιθανότητα θα αποπληρωθούν σε ευρώ, απομένουν περίπου 220 δις ευρώ.

Από αυτά, ωστόσο, περισσότερα από 100 δις κατέχονται από ελληνικές και κυπριακές τράπεζες και φορείς που σημαίνει πως η Ελλάδα μπορεί να προχωρήσει μόνη της σε συμφωνία για αναδιάρθρωση με το 51% των ιδιωτών κατόχων ελληνικών ομολόγων, δηλαδή σε ένα PSI, απλά και μόνο με τη συμμετοχή ελληνικών και κυπριακών τραπεζών και φορέων. Το PSI αυτό θα είναι υποχρεωτικό για όλες τις τράπεζες και το κέρδος για την Ελλάδα θα είναι ανάλογο του μεγέθους της αναδιάρθρωσης. Αν αυτό είχε συμβεί εξ αρχής, τότε η Ελλάδα θα μπορούσε να μειώσει το χρέος της κατά 147 δις ευρώ στις αρχές του 2010, μειώνοντας το χρέος της ως ποσοστό του ΑΕΠ στο 72% μέσα σε λίγους μήνες.
Αν αυτό γίνει σήμερα τότε το ελληνικό χρέος θα μειωθεί από 110 μέχρι 154 δις ευρώ ανάλογα με το ποσοστό κουρέματος που θα επιλεγεί, δηλαδή από 50% μέχρι 70%. Στο σενάριο της μείωσης κατά 70% το ελληνικό χρέος θα μειωθεί στο 87% του ΑΕΠ άμεσα.
Όλα τα παραπάνω που αφορούν αποκλειστικά και μόνο στην Ελλάδα αποτελούν ένα μικρό τμήμα του μεγαλύτερου, ίσως, μυστικού της ευρωπαϊκής κρίσης.
Αυτό, γιατί με βάση την έκθεση των τριών πανεπιστημίων που προανέφερα, το ίδιο νομικό πλεονέκτημα με αυτό της Ελλάδας έχουν, σε διαφορετικό βαθμό και η Ιρλανδία, η Πορτογαλία και η Ισπανία. Οι λεγόμενες δηλαδή PIGS, υποτιμητικά από τις αγορές (γουρούνια από τα αρχικά Portugal, Ireland, Greece, Spain), κρατούν στα χέρια τους από το ξέσπασμα της κρίσης το παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα και όχι μόνο καθώς μπορούν να προχωρήσουν σε αναδιάρθρωση του χρέους τους αυτόνομα προκαλώντας τεράστιες ζημιές στους κατόχους χρέους ενώ μία τέτοια κίνηση τους θα ενεργοποιήσει την πληρωμή των ασφαλίστρων των ομολόγων τους τινάζοντας στον αέρα τράπεζες όπως οι Goldman Sachs, JP Morgan κλπ αλλά και θα προκαλέσει, πιθανόν, την κατάρρευση της ευρωζώνης, τουλάχιστον όπως τη γνωρίζουμε σήμερα,
Ειδικά στην περίπτωση της Ελλάδας που υπάρχει τόσο μεγάλη κατοχή ελληνικού χρέους από ελληνικές και κυπριακές τράπεζες και φορείς, η προώθηση ενός PSI γρήγορα είναι ιδιαίτερα εύκολη νομικά.
Αλλά ας υποθέσουμε πως η Ελλάδα δε θέλει να κινηθεί εκτός συστήματος ούτε να εκμεταλλευτεί το τεράστιο πλεονέκτημα που έχει στα χέρια της. Ας θεωρήσουμε ως δεδομένο ότι προκειμένου να μην απειληθεί το διεθνές και ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα και το κυριότερο το ευρώ η Ελλάδα θα συνεχίζει να προσπαθεί να υπομείνει όσες θυσίες της ζητηθούν προκειμένου να εξασφαλίσει το κοινό καλό και να μην επιδιώξει μία γρήγορη, σχετικά, διέξοδο από τη δραματική θέση στην οποία έχει βρεθεί. Γιατί θα πρέπει, επιπλέον, να απολέσει το δικαίωμα να σκεφτεί και το δικό της συμφέρον αν για τον οποιοδήποτε λόγο αποδειχτεί πως οι εταίροι της είτε έκαναν λάθος στο πρόγραμμα που της επέβαλλαν και έτσι τελικά οδηγηθεί στην πτώχευση είτε τελικά αφού οι ίδιοι έχουν εξασφαλιστεί την εγκαταλείψουν στη μοίρα της;
Για ποιο λόγο η Ελλάδα αποδέχτηκε στη συμφωνία της 27ης Οκτωβρίου να παραδώσει το μεγαλύτερο διαπραγματευτικό της χαρτί για το μέλλον της και αυτό, ίσως, που ανάγκασε τους Ευρωπαίους να τη 'στηρίξουν' μέχρι στιγμής; Και γιατί οι υπόλοιπες χώρες δεν έχουν δεχτεί παρόμοια συμφωνία και συνεχίζουν να έχουν αυτό το πλεονέκτημα στα χέρια τους;
Μόλις πριν λίγες ημέρες ο γνωστός οικονομολόγος Ρουμπινί παρέδωσε στην οικία του ένα μίνι σεμινάριο σε πελάτες του όπου μίλησε για τρία θέματα, με το ένα από αυτά να είναι η κρίση στην Ευρωζώνη (το θέμα δημοσιεύτηκε στην Ελλάδα από το XrimaNews.gr). Στην παρουσίαση του είπε πως το σχέδιο του ΔΝΤ και της Γερμανίας για την Ελλάδα είναι να στηριχθεί για τόσο χρονικό διάστημα όσο να είναι έτοιμος ένας μηχανισμός διάσωσης της Ιταλίας και της Ισπανίας και μέχρι τότε, όταν πια θα είναι προφανές πως τα μέτρα λιτότητας δεν πετυχαίνουν, η Ελλάδα να αφεθεί να πτωχεύσει. Ο Ρουμπινί προσδιόρισε τη χρονική στιγμή σε ένα χρόνο περίπου από σήμερα. Υποστήριξε πως η ελπίδα του ΔΝΤ και της Γερμανίας είναι πως μέχρι την πτώχευση της Ελλάδας, η Ιταλία και η Ισπανία θα αντέξουν και δε θα καταρρεύσουν υπό το βάρος των δικών τους προβλημάτων.

Ας ξεκινήσουμε από το δεδομένο πως δε δεχόμαστε την παραπάνω άποψη του Ρουμπινί ως σωστή αλλά αποδεχόμαστε την πιθανότητα να μην είναι λάθος. Λαμβάνοντας επιπλέον υπόψη μας πως μέχρι σήμερα η Τρόικα απέτυχε δραματικά σε όλες τις προβλέψεις της για την Ελλάδα ενώ καμία από τις προβλέψεις της κυβέρνησης για την πορεία της οικονομίας δεν έχει επιβεβαιωθεί γεννιέται το ερώτημα τί θα συμβεί αν Τρόικα και κυβέρνηση κάνουν και τώρα λάθος και η συμφωνία της 27ης Οκτωβρίου δε σώσει τελικά την Ελλάδα και δεν αποτρέψει την πτώχευση της.
Για τη προστασία της Ελλάδας, δεν είναι σωστότερο αν προχωρήσουμε σε αυτήν, αφού αυτό κρίνεται ως αναπόφευκτο από κυβέρνηση και αντιπολίτευση, να κρατήσουμε τουλάχιστον ακέραιο αυτό το εξαιρετικής σημασίας για την επιβίωση της χώρας νομικό μας πλεονέκτημα;
Το καλοκαίρι του 2010 στο άρθρο 'Το κρυφό διαπραγματευτικό χαρτί της Ελλάδας΄ (περιλαμβάνεται στο βιβλίο “Υπόθεση Ελληνική Κρίση – Περίεργες Συμπτώσεις” Εκδόσεις Λιβάνη) παρέθεσα μεταφρασμένο ένα σημαντικό τμήμα της μελέτης του πανεπιστημίου Duke σχετικά με το ελληνικό χρέος και το πώς αυτό μπορεί να αναδιαρθρωθεί από την Ελλάδα αλλά και τη μετάφραση ενός τμήματος μελέτης του πανεπιστημίου Harvard για το πώς πρέπει να γίνει με τον πιο ανώδυνο δυνατό τρόπο μία αναδιάρθρωση χρέους.
Στον απόηχο της συνάντησης των ηγετών της ΕΕ στις 27 Οκτωβρίου και μόλις η γερμανική τηλεόραση δημοσίευσε την πληροφορία πως η Μέρκελ έπεισε τις τράπεζες να αποδεχτούν το κούρεμα με αντάλλαγμα τη μετατροπή του δικαίου των ελληνικών ομολόγων από ελληνικό σε αγγλικό, δημοσίευσα το άρθρο με τίτλο “Ελληνικό το δώρο της Μέρκελ στις τράπεζες για το κούρεμα” όπου παρέθεσα τα στοιχεία όπως αναφέρονται στη μελέτη των τριών πανεπιστημίων που προανέφερα.
Σήμερα, γράφω αυτό το κείμενο αφού πρώτα προώθησα τις μελέτες και το άρθρο της WSJ που αναφέρονται σε αυτό σε Έλληνες δημοσιογράφους, ζητώντας την παρέμβαση τους ώστε το θέμα να φτάσει ως ερώτημα στην Ελληνική Βουλή. Έγινε, πράγματι, συμφωνία μετατροπής του δικαίου που διέπει τα ελληνικά ομόλογα από ελληνικό σε αγγλικό, όπως ανέφερε το γερμανικό κανάλι ARD στις 27 Οκτωβρίου και όπως αναφέρει δημοσίευμα της WSJ σήμερα, 04 Νοεμβρίου και αν ναι γιατί;

Ελπίζω και τα δύο παραπάνω ρεπορτάζ να είναι ανακριβή ή λανθασμένα αλλά φοβάμαι για το τί σημαίνει για τη χώρα αν ισχύει το αντίθετο.

Πάνος Παναγιώτου
Επικεφαλής χρηματιστηριακός τεχνικός αναλυτής
XrimaNews.gr, GSTA Ltd, WTAEC Ltd

Ανοικτή επιστολή προς τους συνέλληνες: ΚΑΤΗΓΟΡΩ!

 
http://img.protothema.gr/82B083D5FBDF6C701188944B174EA302.jpg

δρ. Κωνσταντίνα Παλαμιώτου
Μια Χριστιανή Ορθόδοξη, Ελληνίδα, μητέρα, επιστήμων
Υπό την παρούσα πολιτική κρίση, κάθε Ελληνας και κάθε Ελληνίδα δικαιολογημένως ανησυχεί για το μέλλον της πατρίδας μας.
Αυτό που προβληματίζει όλους όμως, είναι, ότι ακόμη και σε τόσο κρίσιμες στιγμές, το πολιτικό σύστημα της χώρας δεν είναι σε θέση να συνεννοηθεί και να συναινέσει.
Όλοι ξεκινούν από την αντίληψη πως για την κατάσταση φταίνε όλοι οι άλλοι εκτός από τους ίδιους.Έτσι περισσεύει η εύκολη κριτική ενώ αφήνονται οι ξένοι "κυρίαρχοι του παιχνιδιού", να μειώνουν τη αξιοπρέπεια της Ελλάδος και μάλιστα έχουν το θράσσος ανερυθρίαστα να μας καθορίζουν, αν θα κάνουμε ή όχι δημοψήφισμα για την επικύρωση της συμφωνίας της 27ης Οκτωβρίου, αν το θέμα θα είναι ακριβώς αυτή η συμφωνία ή κάτι άλλο (μάλιστα μας υπέδειξαν και τον "ανοιχτό" δρόμο της εξόδου από το ευρωνόμισμα), τέλος και το πότε θα γίνει το όποιο δημοψήφισμα, δηλαδή την 4η Δεκεμβρίου!


Ωστόσο επειδή οι περισσότεροι των Ελλήνων πολιτικών είναι απασχολημένοι για την εξεύρεση μιας λύσης σε αυτόν τον Γόρδιο δεσμό, (αλλά και με αλληλοκατηγορίες για το ποιος φταίει περισσότερο, λες και η στιγμή αυτή είναι η προσήκουσα),σκέφτηκα να εκφράσω δημόσια κάποιους προβληματισμούς, που είναι πιστεύω "κοινός τόπος" στη σκέψη όλων των Ελλήνων,που δεν ασχολούνται με την "κομματική πειθαρχία" ή με την "πολιτική ως επάγγελμα", αλλά αισθάνονται ότι κάποιος τους κοροϊδεύει έντονα και απερίφραστα, αυτές τις κρίσιμες ώρες:

Κατηγορώ λοιπόν, [εκτός από τους δικούς μας λάθος χειρισμούς, που όλοι πια τους "εμπεδώσαμε", αφού μας τους έχουν πει εκετομμύρια φορές και σε όλους τους τόνους οι Ευρωπαίου "εταίροι" μας (και που σε τελική ανάλυση είναι εσωτερικό μας θέμα και εμάς πρώτιστα πλήττει)] τους κυρίους και τις κυρίες διαχειριστές-πολιτικούς της πλούσιας Εσπερίας για τα κάτωθι:
  • Κατηγορώ τις χώρες τις ευροζώνης, που επιδίωξαν και αποδέχτηκαν την είσοδο της Ελλάδος στην Ευροζώνη, αν όπως ισχυρίζονται δεν ήταν έτοιμη γι αυτό!
  • Κατηγορώ τις "αγορές", που δάνειζαν την Ελλάδα, αν όπως μας λένε τώρα γνώριζαν, ότι δεν υπήρχε περίπτωση αποπληρωμής τους!
  • Κατηγορώ όσους "επένδυσαν" σε ασφάλιστρα κινδύνου, ενώ παράλληλα μας έδειναν "συμβουλές", πώς να αποφύγουμε την χρεοκοπία!
  • Κατηγορώ τον ξένο παράγοντα για την εσκεμμένη και σταδιακή απογύμνωση της χώρας από την Κτηνοτροφία και τη Γεωργία της με το δόλωμα των ευρωπαϊκών επιδοτήσεων!
  • Κατηγορώ τον ξένο παράγοντα για τα κερδοσκοπικά παιχνίδια σε βάρος των ελληνικών επιχειρήσεων, που τις οδήγησαν στην πλήρη εξαφάνιση!
  • Κατηγορώ τον ξένο παράγοντα για την μακροχρόνια αποσιώπηση της ύπαρξης πλουτοπαραγωγικών πηγών στη χώρα μας!
  • Κατηγορώ όσους ζητούν να επιστρέψουμε όσα τους χρωστούμε ενώ οι ίδιοι δεν επιστρέφουν όσα μας χρεωστούν!
  • Κατηγορώ όσους μας αφήνουν να αποτελούμε τον "κυματοθραύστη" του λαθρομεταναστευτικού "τσουνάμι", που προκάλεσε η δική τους εν γένει παγκόσμια πολιτική, ενώ δεν μας δίνουν καμιά βοήθεια για τη διαχείριση αυτού του ογκώδους ποικιλόμορφου ανθρώπινου πλήθους, υπό ανθρώπινες συνθήκες!
  • Κατηγορώ τους Ευρωπαϊκούς θεσμούς, που δεν προασπίζονται τα "σύνορα της Ευρώπης",αφήνοντας στην Ελλάδα μια επιπλέον ευθύνη (πέραν αυτής της εδαφικής της ακεραιότητος), την ευθύνη της θωράκισης της Πολιτιστικής και Οικονομικής φυσιογνωμίας ολόκληρης της Ευρώπης!
  • Κατηγορώ όσους "νίπτουν τας χείρας των" για το διεθνές παιχνίδι του "άυλου" χρήματος, των ομολόγων και του υπερδανεισμού!
  • Κατηγορώ, όσους θεωρούν ως κοινοτική αλληλεγγύη, την απροκάλυπτη δημιουργία ενός Δ Ραϊχ, επειδή κατάφεραν, αν και αιματοκύλισαν την Ευρώπη δύο φορές, και αφού, ειδικά στην Ελλάδα, άφησαν μόνο αποκαϊδια, τάφους και ιερές μνήμες, να είναι σήμερα... απλά πλούσιοι !
Αυτοί μας δείχνουν την πόρτα, εμείς πρέπει να σκεφτούμε και να αποφασίσουμε, ότι δεν μας διωχνουν ... "από το σπίτι" τους, γιατί "θέλουν δεν θέλουν" αυτή τη στιγμή είμαστε ισότιμοι εταίροι, θα αποφασίζουμε με όποιες διαδικασίες εμείς θέλουμε για τα εσωτερικά μας.
Μόνη μας υποχρέωση απέναντί τους είναι η οικονομική (στο μέγεθος, που τους χρωστάμε και όσα μπορούμε να διακανονίσουμε). Δεν είναι εθνική, δεν είναι ιδεολογική, δεν είναι πολιτική,δεν είναι (βεβαίως) θρησκευτική.
Αυτές τις έννοιες εμείς από τους πρόγονούς μας, τις γνωρίζουμε καλύτερα από αυτούς: και την Εθνική Συνείδηση και την Ελευθερία και Δημοκρατία.

Μια άλλη φορά θα σκεφτούμε τι μας χωρίζει συνέλληνες.
Μια άλλη ημέρα. Έναν άλλο μήνα.
Σήμερα, τώρα τους έχουμε απέναντι,
όπως πάντα αδίστακτους, σκληρούς αλλά και θρασύδειλους.
Θα σκεφτούμε λοιπόν τι μας ενώνει.

ΣΗΜΕΡΑ ΑΣ ΕΙΜΑΣΤΕ ΣΤΟ ΕΜΕΙΣ. ΑΥΤΟΙ ΚΑΡΑΔΟΚΟΥΝ.

ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ΄ ΛΟΥΚΑ (Λουκ. Η΄ 41-56)-Αρχιμ. Ιωήλ Κωνστάνταρος



undefined
ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ΄ ΛΟΥΚΑ (Λουκ. Η΄ 41-56)
«Θεραπεία της αιμορροούσης και ανάστασις της θυγατρός του Ιαείρου»
Αρχιμ. Ιωήλ Κωνστάνταρος,
Ιεροκήρυξ της Ιεράς Μητροπόλεως Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης

Είναι γεγονός ότι όσο θα ζούμε στον κόσμο αυτό, συνεχώς θα υποφέρουμε. Θα υποφέρουμε είτε από δικά μας προσωπικά προβλήματα, είτε από προβλήματα δικών μας ανθρώπων, συγγενών αλλά και φίλων που αγαπούμε.
Αυτό, το ότι θα υποφέρουμε ποικιλοτρόπως είναι το μόνο βέβαιον. Άλλωστε και οι πρόγονοί μας Έλληνες δια του Πλάτωνος εξέφρασαν αυτήν ακριβώς την αλήθεια: «τέρας εστί όστις δια βίου ευτύχησεν».
Αλλοίμονο όμως στον άνθρωπο που πέφτει μέσα στο πέλαγος των θλίψεων χωρίς την πίστη και την ευλάβεια. Πόσο μας τονίζει την αλήθεια αυτή το Ιερό Ευαγγέλιο που θα αναγνωστεί αύριο στις Εκκλησίες!....
Και οι δύο περιπτώσεις που αναφέρονται στην ευαγγελική περικοπή, είναι πολύ χαρακτηριστικές. Τόσο η πρώτη περίπτωση, ο τραγικός πατέρας, ο «άρχων της Συναγωγής», ο Ιάειρος, όσο και η δεύτερη, η ανώνυμη γυναίκα, η αιμορροούσα, η οποία από 12 έτη, παρά τα χρήματα που δαπάνησε στους ιατρούς «ουκ ίσχυσεν υπ’ ουδενός θεραπευθήναι».
Αυτή ακριβώς η ακλόνητη πίστις και των δύο, του Ιαείρου για την θεραπεία της θυγατέρας του, και της γυναικός για τον εαυτόν της, τους κάνουν να πλησιάζουν τον Ιησού με συγκινητική πίστη και καταπληκτική ευλάβεια. Και τελικώς, όπως άλλωστε ήταν επόμενο, λαμβάνουν και οι δυο τους το ποθούμενο. Η μεν ταλαίπωρη μέχρι τότε γυναίκα, όχι μόνο θεραπεύεται, αλλά και επαινείται μαζί με το θάρρος που λαμβάνει από τον ίδιο τον Κύριο «θάρσει θύγατερ, η πίστις σου σέσωκέ σε, πορεύου εις ειρήνην». Ο δε αρχισυνάγωγος στη συνέχεια, με την σύζυγό του, λαμβάνουν από τα χέρια του ίδιου του Ιησού, την κόρη τους αναστημένη «και εξέστησαν».

Αν αδελφοί μου θελήσουμε να εμβαθύνουμε τον στοχασμό μας σε κάποιο από τα τόσα καταπληκτικά σημεία του Ιερού κειμένου, θα μπορούσαμε να σταθούμε μετά από το κεφάλαιο της πίστεως, στην περισσή ευλάβεια την οποία ξεδιπλώνουν οι πονεμένες υπάρξεις που μας παρουσιάζει ο Ιατρός Ευαγγελιστής Λουκάς.

Πράγματι, η ευλάβεια είναι το γνώρισμα της ώριμης πίστεως.

Είναι η πνευματική τροφοδοσία των αγίων ψυχών και ταυτοχρόνως το απαύγασμα
ολόκληρου του περιεχομένου της πίστεως.
Δεν μπορεί κανείς παρά να συγκλονίζεται όταν βλέπει τον τραγικό πατέρα να γονατίζει μπροστά στον Ιησού , και δεν μπορούμε παρά να ταπεινώνουμε την άκαμπτη και ψυχρή σκέψη μας, μαθαίνοντας ότι η αιμορροούσα ούτε καν τολμούσε να ζητήσει φανερά αυτό που έτη ολόκληρα προσδοκούσε.
Ας τοποθετήσουμε τώρα την ύπαρξή μας μπροστά σ’ αυτά τα γεγονότα.
Πόσες φορές κι εμείς πλησιάσαμε, όχι απλώς για να αγγίξουμε την άκρη του ενδύματος, αλλά για να λάβουμε τον Ίδιο τον Ιησού μέσα μας!
Πόσες φορές σε ιερά προσκυνήματα φθάνουμε κατάκοποι για να λάβουμε την ιδιαίτερη ευλογία, τόσο για εμάς, όσο και για τα πρόσωπα που αγαπούμε και μας αγαπούνε!
Συνειδητοποιούμε όμως, αν όχι στον βαθμό που θα έπρεπε, έστω και ελάχιστα κάποια πράγματα από την μεγάλη αυτή προσέγγιση και επικοινωνία; Μας συγκλονίζει το γεγονός ότι αρκετές φορές στη ζωή μας βρισκόμαστε κατά τρόπο, πνευματικό μεν, πραγματικό δε, πρόσωπο προς πρόσωπο με τον Ίδιο τον Ιησού;
Η συναίσθησις αυτής ακριβώς της πραγματικότητας, μας κάνει να γονατίζουμε ως άλλος Ιάειρος ενώπιόν Του ή μας πληρώνει την συνείδηση με τον άγιο και σωστικό φόβο, ως άλλη αιμορροούσα; Αν ναι, τότε θα ακούμε το «θάρσει, η πίστις σου σέσωκέ σε». Τότε μόνο θα αρχίσουμε να βιώνουμε την συγκλονιστική φράση που ακούμε, αλλά δεν εννοούμε, «μετά φόβου Θεού πίστεως και αγάπης προσέλθετε».
Μόνο αν υπάρχουν τέτοιες ευλογημένες στιγμές στη χριστιανική μας πορεία, θα «πορευόμεθα εν ειρήνη» «τον υπόλοιπον χρόνον της ζωής ημών».
Είθε η υγιής ρίζα της πίστεως να τροφοδοτεί τα ευωδιαστά άνθη της ευλαβείας. Αμήν.

ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ’ ΛΟΥΚΑ (Λουκά η' 41-56) - Αρχιμανδρίτου Θεοφίλου Λεμοντζή

 



undefined
ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ’ ΛΟΥΚΑ (Λουκά η' 41-56)
Θείες Ευεργεσίες
Αρχιμανδρίτου Θεοφίλου Λεμοντζή
Αρχιερατικού Επιτρόπου Καμπανίας

Δύο μεγάλα θαύματα διηγείται η σημερινή ευαγγελική περικοπή, ευλογημένοι μου Χριστιανοί. Την ανάσταση της θυγατρός του Ιαείρου και τη θεραπεία της αιμορροούσης γυναικός. Δυό θαύματα λοιπόν, το ένα είναι θεραπεία, το άλλο είναι ανάστασις. Πολλοί οι άρρωστοι, οι αγιάτρευτοι, που αδυνατούν οι γιατροί να τους θεραπεύσουν, όπως την αιμορροούσα γυναίκα. Ελπίδα τους κάποιο φάρμακο. Ελπίδα τους κάποιος περίφημος γιατρός. Ελπίδα τους κάποιο θαύμα, σαν το θαύμα του Χριστού στη γυναίκα, που δώδεκα χρόνια βασανιζόταν.
Αλλά αν η ελπίδα της θεραπείας του σώματος χαθεί και ο άνθρωπος πεθάνει, τότε απομένει η άλλη ελπίδα, η μεγάλη και βεβαία ελπίδα. Είναι η Ανάστασις. Δεν πρόκειται για σάπια ελπίδα, για όνειρο απατηλό. Είναι μία πραγματική μελλοντική βεβαιότητα. Απόδειξη και η ανάστασις του δωδεκάχρονου κοριτσιού. Ειδοποίησαν τον πατέρα, τον αρχισυνάγωγο Ιάειρο: «Τέθνηκεν η θυγάτηρ σου». Πάει, πέθανε! Έσβησαν οι ελπίδες. Ο Ιάειρος ήταν έτοιμος να βάλει το κεφάλι κάτω και να αρχίσει τον θρήνο. Μα να, η καινούργια ελπίδα, ο Ιησούς Χριστός. Επεμβαίνει ο Χριστός: «Μη φοβού, μόνον πίστευε και σωθήσεται».
«Πίστευε»! Πίστη στην ανάσταση, αυτό απαιτούσε ο Χριστός εκείνη την ώρα. Πίστη σε δύο πράγματα: στο ότι το σώμα του κοριτσιού κοιμάται και στο ότι το πνεύμα έφυγε για λίγο και θα επιστρέψει. Και δεν άργησε να συμβεί το μεγάλο, το συγκλονιστικό, γεγονός. Το διαζύγιο σώματος και πνεύματος κράτησε για λίγο. Ο Χριστός, που ήλθε να ενώσει τα πάντα, ξαναένωσε το πνεύμα του κοριτσιού με το σώμα. Μπροστά στα μάτια του πατέρα και της μάνας δίνει το αναστάσιμο σύνθημα, το εγερτήριο σάλπισμα: «Παιδί μου, σήκω». Αμέσως το πνεύμα ξαναγύρισε. «Και επέστρεψε η ψυχή της, και αναστήθηκε αμέσως».
Το θαύμα αυτό θα επαναληφθεί πιά για όλους τους νεκρούς. Κοιμάται ο νεκρός, δεν πέθανε. Ο θάνατος δεν είναι πλέον...θάνατος, είναι ύπνος και κοίμησις. Μετά τη Δευτέρα Παρουσία το σώμα, μεταμορφωμένο, μαζί με το πνεύμα θα δοξάζωνται στη βασιλεία των ουρανών, ανάλογα βέβαια με τα έργα που πράττουμε. Την πραγματικότητα αυτή λιτά αναφέρουν τα λόγια του Χριστού: «Και εκπορεύσονται οι τα αγαθά ποιήσαντες εις ανάστασιν ζωής, οι δε τα φαύλα πράξαντες εις ανάστασιν κρίσεως».(Ιωάν.5,29)
Την ώρα του θανάτου μας όλοι θα κοιμηθούμε, για να περιμένουμε την «εκ νεκρών ανάστασιν». Για να έχουμε το ποθούμενο αποτέλεσμα της σωτηρίας μας, είναι απόλυτα απαραίτητο να πλησιάσουμε τον Ιησού Χριστό, όσο έχουμε καιρό. Όπως τον πλησίασε η αιμορροούσα γυναίκα.
Με την καρδιά μας, με βαθειά πίστη, να πλησιάσουμε το μυστήριο της εν Χριστώ Ιησού σωτηρίας. Πώς;
Με το σώμα μας να συμμετέχουμε στα παθήματα του Χριστού. Να υπομένουμε τις θλίψεις με την ελπίδα, ότι αυτές μας εξασφαλίζουν την μεγάλη χαρά.
Με τα χέρια μας να αγγίζουμε καθημερινώς το βιβλίο του Θεού, την Αγία Γραφή και ιδιαίτερα την Καινή Διαθήκη που είναι η αλήθεια της πίστεως μας.
Με τα πόδια μας να βρισκόμαστε κοντά στους πονεμένους αδελφούς μας.
Με το στόμα μας να πλησιάζουμε με φόβο και τρόμο, αλλά και πίστη και χαρά το άγιο Ποτήριο.
Να ζούμε ενωμένοι με τον Ιησού Χριστό, απαλλαγμένοι από «παντός μολυσμού σαρκός και πνεύματος».
Έτσι το πνεύμα μας, όταν αναχωρήσει από το φθαρτό σώμα, την ώρα του θανάτου, θα χαίρεται στον ουρανό. Και το σώμα μας, όταν στην κοινή ανάσταση ξυπνήσει, θ'ακούσει: «Έλα ! Ο Κύριος σε περιμένει».
Πνεύμα και σώμα, ενωμένα και πάλι θα ζουν την ατέλειωτη χαρά στη βασιλεία των Ουρανών. Αμήν



Από το εξαιρετικό βιβλίο "ΕΓΩ ΔΕ ΛΕΓΩ ΥΜΙΝ" ΚΥΡΙΑΚΟΔΡΟΜΙΟ-ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΟ-ΟΜΙΛΙΕΣ
Αρχιμ. Θεοφίλου Λεμοντζή

ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ ΛΟΥΚΑ-Οι βαθμίδες της πίστεως



'H πίστη δεν είναι κάτι το στατικό, αλλά βλασταίνει σιωπηλά και έχει όλα τα περιθώρια ν' αύξηθή και να ωρίμαση, μέχρις ότου εξελίχθη από απλή τυπική κατάσταση, σε ουσιαστική σχέση αγάπης και αύτοπροσφοράς.

Σέ τούτη την ευαγγελική περικοπή μπορούμε να δούμε στα πρόσωπα των πρωταγωνιστών των γεγονότων τις βαθμίδες της πίστεως.
Ό 'Αρχισυνάγωγος πλησιάζει το Χριστό και του ζητάει να έπισκεφθή το σπίτι του, για να θεραπεύση την ετοιμοθάνατη κόρη του.
Δεν έχει τον βαθμό της πίστεως του έκατοντάρχου, ό όποιος απλώς του ζητεί να πή λόγο, με τη βεβαιότητα ότι θα ίαθή και από μακρυά ό παις του. Ωστόσο, ενώ ό Κύριος εγκωμιάζει την ισχυρή και μεγάλη πίστη, εν τούτοις και τη μικρή και ασθενική δεν την απορρίπτει. Την ενισχύει μάλιστα, όταν μεγαλύτερες θλίψεις και δυσκολίες έρχονται να την απειλήσουν με αφανισμό. «Μη φοβού μόνον πίστευε και σωθήσεται».
Ή αίμορροούσα διαθέτει άλλη, μεγάλη πίστη! Πιστεύει ότι και ένα σιωπηλό άγγιγμα των ιματίων αρκεί για το θαύμα: «Ήψατό μου τις», λέγει ό Χριστή, απευθυνόμενος σ' ένα αμέτρητο πλήθος πού όχι απλά τον άγγιζε, αλλά κυριολεκτικά τον συνέθλιβε.
Ό Χριστός επιβραβεύει μια τέτοια πίστη, ή οποία πηγάζει από μία καρδιά καιομένη, πού ξέρει ν' αγγίζει όχι με καταφρόνηση, περιέργεια ή αδιαφορία, άλλα με αγάπη.
Ριζικά διαφορετικοί, άπιστοι, στέκονται οί πενθηφορούντες στο σπίτι του Ίαείρου, πλάϊ στο άψυχο σώμα του μικρού κοριτσιού.
Δεν περιμένουν από το Χριστό τίποτε!
Μάλιστα τον χλευάζουν, όταν τους λέγει ότι «ούκ απέθανε, αλλά καθεύδει». «Κατέχων αυτού», στηριγμένοι στη νοητική βεβαιότητα. «Είδότες»! «Γνωρίζοντες»! Ή «άντικειμενική γνώση», πού ενισχύει το αίσθημα της αυτάρκειας και κάνει σταθερότερη την επικράτεια του θανάτου από την ανάσταση και τη ζωή!
Ή αναστάσιμη όσο και συγκλονιστική απάντηση του Χριστού θυμίζει ότι ό Θεός της Εκκλησίας γνωρίζεται με το δρόμο της πίστης.
Είναι άφυπνιστικό το μήνυμα για όλους εμάς, οί όποιοι, έχοντας διαταραγμένη τη σχέση μας με το Θεό, προσπαθούμε να υποκαταστήσουμε την πραγματικότητα της ζωής με τα επιχειρήματα της σκέψης!

Αρχιμ.Χρυσοστόμου Τριανταφύλλου

ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ ΛΟΥΚΑ- Ιερά Μητρόπολις Πάφου

«Πεσών παρά τους πόδας του Ιησού παρεκάλει αυτόν εισελθείν εις τον οίκον αυτού»(Λουκ.8,41)
Δυο θλιβερά και οδυνηρά γεγονότα, μας εξιστορεί το σημερινό Ευαγγέλιο, αγαπητοί μου αδελφοί. Ένας πατέρας απελπισμένος και μια γυναίκα ταλαιπωρημένη, είναι τα κύρια πρόσωπα της σημερινής ευαγγελικής περικοπής. Ο πατέρας είναι ο αρχισυνάγωγος Ιάειρος, που έχει μονογενή κόρη δώδεκα χρονών, που είναι βαριά άρρωστη, ετοιμοθάνατη. Η γυναίκα πάσχει εδώ και δώδεκα χρόνια από συνεχή αιμορραγία και παρ' όλο ότι είχε ξοδέψει όλη την περιουσία της στους γιατρούς δεν είχε καμιά θεραπεία. Και οι δυο τους δυστυχισμένοι, άνθρωποι ταλαιπωρημένοι και φορτωμένοι τα δεινά και τις θλίψεις της ζωής. Απελπισμένοι και οι δυο από την κοινωνία, καταφεύγουν με πίστη και ελπίδα στον Ιησού Χριστό. Ο πατέρας με παρρησία, χωρίς να φοβηθεί για τη θέση του, προσκυνά και ικετεύει τον Κύριο. Η γυναίκα κρυφά, αλλά με ευλάβεια, ζητά την ίαση της. Σαν αποτέλεσμα, ο αρχισυνάγωγος λαμβάνει την κόρη του αναστημένη και ζωντανή και η γυναίκα την ψυχική και σωματική της θεραπεία. Τα δυο αυτά γεγονότα, μας δίνουν σήμερα την ευκαιρία, ν' ασχοληθούμε για τα δεινά και τις θλίψεις, που συμβαίνουν στη ζωή μας.
Πρέπει, αδελφοί μου, να ομολογήσουμε ότι πολύ συχνά, μέσα στη ζάλη και τις φροντίδες της ζωής, οι περισσότεροι από μας λησμονούμε τον Θεό. Μεθούμε από τα ωραία του κόσμου τούτου πράγματα και απομακρυνόμαστε από τον Ουράνιο Πατέρα και Δημιουργό αυτού του κόσμου. Σαν αποτέλεσμα, η απομάκρυνση αυτή και η περιπλάνηση μας μακριά από το Θεό, οδηγεί την ψυχή μας στην παγίδα του πνευματικού θανάτου. Κι επειδή οι περισσότεροι δεν το καταλαβαίνουμε, έρχεται ο Θεός που μας αγαπά και επιτρέπει τη δοκιμασία. Κι' αυτό για να μας ξυπνήσει και να μας συνεφέρει, να μας ανοίξει τα μάτια και να μας επαναφέρει κοντά του. Πάρα πολλοί είναι εκείνοι οι καλοπροαίρετοι άνθρωποι, που ενώ είχαν λησμονήσει τον Θεό και είχαν ψυχρανθεί μαζί του, τον θυμήθηκαν και πάλιν, ευρισκόμενοι στο κρεβάτι του πόνου ή κατά την διάρκεια μιας άλλης δοκιμασίας.
Αλλά επιτρέπει ακόμα ο Θεός τα δεινά και τις θλίψεις, για να μας απελευθερώσει από τον εγωισμό και την αυτοπεποίθηση, που τόσο εύκολα μας κυριεύει. Είναι αλήθεια ότι μετά από κάποιες μικροεπιτυχίες που είχαμε στη ζωή, αρχίζουμε να θαυμάζουμε τους εαυτούς μας. Κατά τη λαϊκή ρήση «παίρνει ο νους μας αέρα». Κι εκεί που φθάνουμε στο ζενίθ της αρρωστημένης επιτυχίας μας, έρχεται μια ευλογημένη θλίψη και δοκιμασία και μας προσγειώνει στην σκληρή πραγματικότητα. Σκορπίζει τους καπνούς της αλαζονείας, που μας είχαν πνίξει και μας υπενθυμίζει πόσο μικροί και ευτελείς είμαστε. Κι έτσι ο Θεός μας βοηθά να γνωρίσουμε καλύτερα τους εαυτούς μας και να γίνουμε ταπεινοί και μετριόφρονες. Να γίνουμε καλοί, επιεικείς και συμπαθείς προς τους συνανθρώπους μας, με τους οποίους ζούμε και συνεργαζόμαστε. Κλασική περίπτωση, ο άσωτος υιός της παραβολής, που με τόση αλαζονεία ξεκίνησε κι έφυγε μακριά από τον πατέρα του. Κι έπειτα η πείνα, η εγκατάλειψη, η απομάκρυνση των φίλων, το συνέφερε. Είδε την αθλιότητα του, αναγνώρισε το μεγάλο αμάρτημα του και επέστρεψε ταπεινός και χωρίς καμιά απαίτηση πίσω στον πατέρα του.
Πολλές φορές όμως ο Θεός. στέλλει θλίψεις και για να μας βοηθήσει να αυξήσουμε την πίστη και την αρετή μας. Για να μας καλλιεργήσει περισσότερον εις βάθος. Και επιτρέπει ο Θεός να έλθει μια δοκιμασία, που αν πραγματικά είμαστε πιστοί, τότε ξυπνούν οι πνευματικές μας δυνάμεις. Κι αρχίζουμε τότε να προσευχόμαστε θερμότερα και εντατικότερα. Η πίστη μας ζωντανεύει και η ελπίδα μας στρέφεται με δύναμη στο Παντοδύναμο Θεό. Αποστρέφουμε τα μάτια μας από την ματαιότητα του κόσμου και η αμαρτία δεν μας ελκύει όπως άλλοτε. Αποκτούμε καρτερία και υπομονή και με μια λέξη γινόμαστε καλύτεροι εξ αιτίας της παιδαγωγίας αυτής. Γιατί τον πόνο της ψυχής μας, δυστυχώς, δεν μπορούμε να τον εκχύνουμε με μεγαλύτερη εμπιστοσύνη σε κανένα άλλο από τον Θεό. Τα διάφορα ανθρώπινα μέσα, οι φιλίες, τα αξιώματα, τα πλούτη και τα υλικά αγαθά, αδυνατούν να μας παρηγορήσουν στις κακοπάθειές μας. Πολλές φορές οι άνθρωποι που ζουν μακριά από το Θεό, αντί να μας βοηθήσουν, μας απελπίζουν και μας θλίβουν περισσότερο και γίνονται παρηγορητές, που προσφέρουν κακές παρηγοριές, με τις πολυλογίες και απερισκεψίες τους. Και ο κόσμος μας θα ήταν σκοτεινός, μαύρος και άχαρις, για μας τους αδύνατους, τους ασθενείς και ένοχους, αν δεν μπορούσαμε στις θλιβερές μέρες της ζωής μας, να προσφεύγουμε στο θρόνο της χάριτος του Κυρίου μας. Τότε η ζωή μας θα ήταν κοιλάδα δακρύων και αναστεναγμών, χωρίς καμιά ελπίδα σωτηρίας.
Γι' αυτό και δεν πρέπει να γογγύζουμε στον καιρό των θλίψεων μας. Αφού ο αγαθοδότης Θεός επιδιώκει την ωφέλεια μας θα πρέπει με ευγνωμοσύνη να δεχόμαστε την παιδαγωγία του. Εξ' άλλου, μαζί με τις θλίψεις που επιτρέπει ο Θεός μας δίνει και τη δύναμη να τις υπομένουμε. Και δεν μας δοκιμάζει παρά μόνο όσο αντέχουμε. Χρειάζεται επομένως καλοπροαίρετη καρδιά και αγαθή διάθεση. Χρειάζεται ακόμα δίψα πνευματική, πνεύμα μαθητείας και ταπείνωση. Πρέπει τέλος τα νοήματα των λόγων που ακούομε να τα συγκρατούμε κι έπειτα με αγώνα και υπομονή αυτά που ακούομε να τα εφαρμόζουμε.
Αδελφοί μου! Οι θλίψεις, τα δεινά και οι κακουχίες στη ζωή μας αποδεικνύονται ωφέλιμες αν τις δεχόμαστε με υπομονή, με ταπείνωση, με καρτερία και ευγνώμονα διάθεση. Για να επιτύχουμε αυτό ας στρέφουμε πάντα τα βλέμματα μας στον Εσταυρωμένο Ιησού. Ας παίρνουμε μαθήματα από Εκείνο που ενώ ήταν αναμάρτητος, τόσον επόνεσεν και τόσα υπέφερε για μας. Από τον Εσταυρωμένο Κύριο θα αντλούμε δύναμη και βοήθεια και ο σταυρός των θλίψεων μας θα γίνεται ελαφρότερος και ο πόνος μας απαλότερος. Γι' αυτό στις δύσκολες στιγμές της ζωής μας ας υψώνουμε το νου και την καρδιά μας προς τον Κύριο και ας εκζητούμε τη βοήθεια και την προστασία Του. Τότε θα ειρηνεύουμε και θα γινόμαστε δυνατοί και νικητές στις θλίψεις μας. Στη θάλασσα της ζωής είναι πολλές οι τρικυμίες. Πολλά τα βάσανα, τα δεινά και οι θλίψεις. Σαν καλοί χριστιανοί ας σταθούμε στο ύψος μας. Με θάρρος και ελπίδα, με πίστη και με προσευχή ας αντιμετωπίσουμε τις θλίψεις της ζωής. Έτσι θα νικήσουμε και θα καταστήσουμε τον Παντοδύναμο Θεό, προστάτη και βοηθό μας και θα νικήσουμε όλα τα δεινά, όλα τα κακά και όλες τις δοκιμασίες της ζωής μας.
† Ηγούμενος Χρυσορροϊατίσσης κ. Διονύσιος

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...