Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Νοεμβρίου 05, 2011

Μίκης Θεοδωράκης, "Ο Γιώργος Παπανδρέου έχει καταστεί επικίνδυνος για την ίδια την επιβίωση της χώρας και του λαού"


undefinedΜεταφέρουμε Δήλωση του Μίκη Θεοδωράκη σχετική με τις τρέχουσες πολιτικές εξελίξεις:
Δύο τινά μπορεί να συμβαίνουν:
* Είτε ο Γιώργος Παπανδρέου τα έχει εντελώς χαμένα προκειμένου να κρατηθεί στην καρέκλα του Πρωθυπουργού και φέρεται σαν ταύρος εν υαλοπωλείω προκαλώντας διεθνή κρίση με κύριο θύμα την ίδια την χώρα του.
* Είτε περιβάλλεται από άγνωστους σε μας διεθνείς συμβούλους, που αποβλέπουν στην κρίση των χρηματιστηρίων προκειμένου να αποκομίσουν τεράστια οικονομικά οφέλη αποδιοργανώνοντας το πολιτικό μας σύστημα και μηδενίζοντας το όποιο διεθνές κύρος είχε απομείνει για τη χώρα μας...


Με δύο μόνο λέξεις κατάντησε την Ελλάδα περίγελω και ηθικό ράκος σε όλο τον κόσμο.

Από την άποψη αυτή έχει καταστεί επικίνδυνος για την ίδια την επιβίωση της χώρας και του λαού.

Είναι απίστευτο το ότι ο σημερινός πρωθυπουργός με τη συμπεριφορά του όχι μόνο εμφανίζει την Ελλάδα αναξιόπιστη και αφερέγγυα διεθνώς αλλά και δίνει την δυνατότητα στην κ. Μέρκελ και στον κ. Σαρκοζί να μας υποδεικνύουν τι ερώτημα θα έχει το δημοψήφισμα στο οποίο προσπαθεί να μας σύρει η κυβέρνησή μας.

Όμως τα πραγματικά προβλήματα που αντιμετωπίζουμε σήμερα δεν λύνονται με εκβιαστικά διλήμματα αλλά μόνο με ελεύθερες εκλογές, μέσα από τις οποίες θα αναδειχθεί η πραγματική θέληση του ελληνικού λαού.

Αθήνα, 3.11.2011

ΚΡΗΤΙΚΗ ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ: ΠΩΣ ΝΑ ΠΕΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΑΥΤΟΝΟΗΤΟ;

Αείμνηστε αρχηγέ Πετρονικόλα, απερχόμενος του κόσμου τούτου σήμερον με το μύχιον και πικρόν παράπονον ότι δεν επέζησες να ιδείς πλήρες τετελεσμένον το έργον το οποίον ήτο το μόνον σου όνειρον και υπέρ του οποίου τοσούτον ηγωνίσθης καθ όλην σου την ζωήν, ήτοι την Ενωσιν της πατρίδος σου μετά της μητρός Ελλάδος, απερχόμενος γενναίε πρόμαχε των δικαίων και της ελευθερίας της Πατρίδος σου, ανήγγειλον εις τας ιεράς σκιάς των συναγωνιστών σου ότι το ευγενές και ποθητόν όνειρόν των δεν συνετελέσθη εισέτι, και ότι πιστοί και αφοσιωμένοι ημείς οι απόγονοί των εις το υπέρ της Ενώσεως πρόγραμμά των, θεωρούμεν ιερόν και απαράβατον καθήκον και έχομεν στερεάν και αμετάτρεπτον απόφασιν να υποστηρίξομεν και επιδιώξομεν παντί σθένει την πραγματοποίησιν του ονείρου των, ήτοι την Ενωσιν της Κρήτης μετά της μητρός Ελλάδος.
Αυτά τα λόγια περιέχονται στον επικήδειο που αποχαιρέτησε τη σωρό του Ασηγωνιώτη καπετάνιου Νικολάου Πετράκη το 1905. Ο ομιλητής Μάρκος Δεληγιαννάκης, νεότερός του αγωνιστής και αργότερα Ηπειρομάχος, απέδωσε έτσι με τον πιο γλαφυρό τρόπο τα συναισθήματα των Κρητών κατά το διάστημα της «ημιελευθερίας», όπως σε άλλη αποστροφή του ίδιου αποχαιρετισμού αποκαλούσε την περίοδο της αυτονομίας.
Σήμερα, οι σημαίες της επικυριαρχίας του Σουλτάνου υψώνονται στους ιστούς αυτών που λησμονούν, αυτών που δεν ξέρουν, που δε θυμούνται, που προτάσσουν το ατομικό βραχυπρόθεσμο μικροσυμφέρον απέναντι στο κοινό μεσοπρόθεσμο συλλογικό. Προς αυτές αλληθωρίζουν κι άλλοι, ακάτεχοι και συνάμα απελπισμένοι σε μια πατρίδα που έχει χάσει από καιρό το όραμα και την προωθητική ενοποιητική της δύναμη. Και τις εξελίξεις παρακολουθούν κι όσο μπορούν διαμορφώνουν ξένα συμφέροντα και δυνάμεις, κοντινές και μακρινές, με παρελθούσα ή/και επιθυμητή νέα παρουσία στο νησί.
Η Κρήτη είναι ελληνική
Από μόνη της η κατάφαση αυτή συνιστά ήττα. Αυτό που δεν έχει ξεκαθαρίσει είναι αν πρόκειται για ήττα σε μάχη ή σε πόλεμο. Όπως ήττα συνιστά η συγγραφή αυτού του κειμένου. Γιατί τα αυτονόητα δεν τα δηλώνεις. Ξεκινάς από αυτά και πας παραπέρα. Έτσι πήγαμε στη Μακεδονία, έτσι προσφέραμε έναν ηγέτη στην πατρίδα, καθιστάμενοι η αιχμή του ελληνικού δόρατος στην τελευταία φυγή προς τα μπρος που θάφτηκε τελικά στις στάχτες της Σμύρνης.
Σήμερα τα αυτονόητα είναι ζητούμενα σ΄ αυτό τον τόπο σε όλους τους τομείς. Έτσι, είναι και στο θέμα της Κρήτης. Θα αναγκαστούμε λοιπόν να κάνομε μια σύντομη αναφορά στο πώς εκδηλώθηκε η ελληνική ψυχή της Κρήτης ανά τους αιώνες, από τη στιγμή που αποκόπηκε από τον εθνικό κορμό του Βυζαντίου το 1204 μέχρι την επανένωσή της με την κρατική υπόσταση του νέου ελληνισμού το 1913.
Με την παράδοση της Κρήτης στους Ενετούς το 1204, οι κάτοικοι του νησιού ξεκίνησαν αντίσταση ενάντια στους Ενετούς. Κι επειδή η Πόλη ήταν φραγκεμένη στράφηκαν στη διάδοχη κρατική υπόσταση του Ελληνισμού, την αυτοκρατορία της Νίκαιας. Ο αυτοκράτορας Ιωάννης Βατάτζης έστειλε πλοία και πολεμοφόδια που δε στάθηκαν αρκετά να αντιμετωπίσουν τη θαλασσοκράτειρα Βενετία, κατεγράφη όμως ποιοι ήταν με ποιους και ποιο σημείο αναφοράς είχαν οι Κρητικοί, ποιους θεωρούσαν αδέρφια τους. Η αυτοκρατορία της Νίκαιας αποτελούσε σημείο αναφοράς για όλο τον υπόδουλο ελληνισμό αφού και οι υπόδουλοι της Μικράς Ασίας σ’ αυτήν προσέβλεπαν, όπως μαρτυρούν χρονολογήσεις εικονογραφιών στην Καππαδοκία με βάση τον βασιλεύοντα στη Νίκαια και όχι το Σελτζούκο σουλτάνο που κατείχε την περιοχή.
Με την απελευθέρωση της Πόλης, ο Μιχαήλ Παλαιολόγος υποκίνησε επανάσταση στην Κρήτη και έκτοτε όλες οι επαναστάσεις κατά των Ενετών ήταν υποστηριζόμενες και σε συνεννόηση με την ανασυσταθείσα Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Όλες καταπνίγονται, ενώ οι Τούρκοι πλησιάζουν και οι Κρητικοί αποτυπώνουν στα τραγούδια τους τη μυθική διάσταση που έχει γιαυτούς το Βυζάντιο:
Όντεν εθεμελιώνασιν οι άγγελοι την Πόλη, απ’ τ’ Άγιον Όρος το νερό κι από τη Χιό το χώμα
κι απού την Avτριανoύπολη φέρνουν τα κεραμίδια…
Παρακολουθούν με αγωνία την τουρκική προέλαση και πρώτοι αυτοί απ’ όλους τους Έλληνες θρηνούν το κούρσος της Αντριανούπολης:
Τα χελιδόνια τση Βλαχιάς και τα πουλιά τση Δύσης
Κλαίσιν αργά κλαίσιν ταχιά κλαίσιν το μεσημέρι
Κλαίσιν την Αντριανούπολη τη βαροκουρσεμένη.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στο χρόνο κατά τον οποίο γράφονται αυτά, η Κρήτη ανήκει σε άλλο κράτος, όμως θεωρεί εαυτήν μέρος του ελληνικού λαού, όπου και αν αυτός βρίσκεται και μαζί του θρηνεί την πτώση της Ρόδου, αγωνιά για την έκβαση της συνόδου Φερράρας Φλωρεντίας («όντεν εδικονίζεντο ο Κωνσταντής στα ξένα»), αφηγείται τον γάμο του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου («κάλεσμα κάνει ο Κωνσταντής το γάμο του να κάμει»).
Είναι επίσης άξιο αναφοράς ότι κατά την Ενετοκρατία, οι Κρητικοί διεκδικούν προνόμια από τους Ενετούς στη βάση της βυζαντινής προέλευσής τους, ως Αρχοντορωμαίοι, με χαρακτηριστική την αναγωγή της καταγωγής τους στα 12 αρχοντόπουλα του Βυζαντίου που κατά την παράδοση έστειλε ο Αλέξιος Κομνηνός στο νησί.
Ακολούθως, με την πτώση της Κωνσταντινούπολης, πολλοί οραματίστηκαν την αναβίωση του Βυζαντίου με κέντρο την Κρήτη αλλά οι απόπειρες εξέγερσης κατανικήθηκαν από τους Ενετούς, μέχρι τελικά η Κρήτη να ενωθεί με το υπόλοιπο γένος κάτω από την Οθωμανική κυριαρχία.
Η ενότητα του υπόδουλου ελληνισμού φάνηκε στα Ορλωφικά, όταν η συντονισμένη εξέγερση εγκαταλείφθηκε από τους Ρώσους αλλά πιστοποίησε την αίσθηση του ανήκειν στην ίδια συλλογικότητα, από τις Παραδουνάβιες ηγεμονίες μέχρι τα Σφακιά. «Ο Μπέης από τη Βλαχιά κι ο Μπέης απ’ τη Μάνη κρυφοκουβέντες είχασι με το Δασκαλογιάννη». Η ίδια αίσθηση οδήγησε τους Κρητικούς στη Φιλική Εταιρεία και στην προετοιμασία και συμμετοχή στην Επανάσταση του 21, η οποία δεν αφορά μόνο το Μωριά και τη Ρούμελη αλλά και τη Θράκη, τη Μακεδονία, τη Θεσσαλία, την Κρήτη, τα νησιά. Συμμετέχουν στις εθνοσυνελεύσεις που έδωσαν τα Συντάγματα της επανάστασης και εθελοντές πηγαινοέρχονται στις επαναστατημένες περιοχές, τόσο κρητικοί στην ηπειρωτική Ελλάδα όσο και μη κρητικοί στην Κρήτη.
Όταν το ελλαδικό κρατίδιο δημιουργείται, ζητούν με πείσμα να συμπεριληφθεί σ’ αυτό η Κρήτη και αποτυγχάνουν. Από τότε, ο 19ος αιώνας είναι αιώνας επαναστάσεων με μόνιμο αίτημα το «Ένωση ή θάνατος», κοινό αίτημα του υπόδουλου ελληνισμού από τη Βόρειο Ήπειρο μέχρι την Κύπρο. Κι όταν το 1897 αποτινάσσεται ουσιαστικά ο τουρκικός ζυγός, αυτοί επιμένουν για την Ένωση και μόνο όταν την επιτυγχάνουν το 1913 θεωρούν ότι ολοκλήρωσαν τον αγώνα.
Στη διάρκεια της ζωής της Κρητικής Πολιτείας συμβαίνουν πολλά: Οι κρητικοί πηγαίνουν να πολεμήσουν εκεί που η πατρίδα τους χρειάζεται και ενώνουν τη Μακεδονία με την Ελλάδα πριν την Κρήτη. Η εξέγερση του Θερίσου επισφραγίζει τον πόθο της Ένωσης και αναδεικνύει ένα εθνάρχη. Οι βουλευτές της Κρητικής πολιτείας εισβάλλουν στο ελλαδικό κοινοβούλιο για να συνεδριάσουν με τους Παλαιοελλαδίτες βουλευτές σε μια συμβολική επίδειξη της ενότητας των πληθυσμών. Οι κρητικοί κληρωτοί σε κάθε περίσταση δίδουν τον όρκο του Έλληνα στρατιώτη. Όλα τα δημοτικά συμβούλια των τότε δήμων με ψηφίσματά τους κήρυτταν την Ένωση και καλούσαν τον Αρμοστή να ασκεί τα καθήκοντά του εν ονόματι του βασιλέως της Ελλάδος. Ο πόθος για την Ένωση είναι πανταχού παρών.
Αντίστροφα, στο Ελλαδικό κρατίδιο, οι προβληματισμένοι για την παρακμή και σήψη του στην Κρήτη προσβλέπουν για να ανανεώσει το ελληνικό όραμα και να εμφυσήσει νέα ορμή και πίστη στα δίκαια του έθνους. Καλούν το Βενιζέλο και η Κρήτη βρίσκεται στην πρωτοπορία στην περιπέτεια που αρχίζει με τους Βαλκανικούς και τελειώνει το 22, σε μια περίοδο όπου κάποια χρόνια δεν ανήκε καν στην Ελλάδα! Η Κρήτη, εκτός από εθνάρχη, χαρίζει στην Ελλάδα και μπαρουτοκαπνισμένους πολεμιστές με κορυφαίο το στρατάρχη Μανουσογιαννάκη.
Μετά την Ένωση, η κατοχή έδωσε την ευκαιρία στην Κρήτη να διεξαγάγει τον αντιστασιακό αγώνα εξ ονόματος όλου του ελληνισμού και να αντισταθεί στις αγγλικές προτροπές περί αυτονομίας τις οποίες οι σύμμαχοί μας έκαναν τη στιγμή του κοινού αγώνα και που είχαν την κατάληξη να συλληφθεί ο Γουντχάουζ, βιογράφος του Καραμανλή αργότερα, από τους αντάρτες.
Στα χρόνια που ακολούθησαν υπήρξε έμπρακτη στήριξη από τους κρητικούς του ενωτικού αγώνα του λαού μας στην Κύπρο, ενώ γράφτηκαν και σχετικά ριζίτικα τραγούδια. Ο Παύλος Γύπαρης, μεγάλος πια, επέστρεψε στην Αγγλία τα παράσημα που του είχαν απονεμηθεί για τη δράση του στο β’ παγκόσμιο πόλεμο και κάλεσε το Χάρντινγκ σε μονομαχία…

Τα παραπάνω έχουν μιαν αντίφαση: λέγονται για να αποδείξομε ότι δε χρειαζόταν να λεχθούν. Ότι το αυτονόητο δε χρειάζεται να διατυπώνεται. Όμως από τότε πέρασε πολύς καιρός και πολλές καταστάσεις. Το πρώτο που ήρθε, ήταν η διάθεση να καταστρέψομε το χώρο μας, τα χωριά μας, για να χτίσομε δωμάτια και να σερβίρομε τους τουρίστες, αυτούς που μέχρι χτες πολεμούσαμε. Κι ακολούθησε η ηθική εξαχρείωση ενός ολόκληρου λαού, που στην Κρήτη ήρθε με την παροχή της δυνατότητας σε πληθυσμούς με περιορισμένα μέσα να προσποριστούν εύκολα έσοδα όχι με την εργατικότητα, βασική αξία του λαού μας, αλλά με τις επιδοτήσεις βάσει ψευδών στοιχείων που δεν κατευθύνθηκαν στο σκοπό για τον οποίο προορίζονταν. Προς τούτο συνηγόρησε ένα ολόκληρο κύκλωμα με πρώτο το κράτος, έτσι που όποιος έμενε πιστός στις αξίες τις παλιές στερούνταν και θεωρούνταν και αφελής.
Η καλοπέραση αυτή οδήγησε στην τάση για πάση θυσία διατήρησή της, κι εκεί η παλιά ανδρεία μετεξελίχθηκε σε τραμπουκισμό, προστασία, χρήση κάθε μέσου και καταφυγή στις παραβατικές δραστηριότητες. Η λεβεντογέννα Κρήτη που όλοι θαύμαζαν, γινόταν πια ένα μαύρο πουκάμισο αδειανό. Οι προτεραιότητες είχαν αλλάξει, με την κατανάλωση να αποτελεί πια τη νέα μεγάλη ιδέα. Παράλληλα, τα θερμοκήπια, τα ξενοδοχεία, η οικονομική δραστηριότητα και ανάπτυξη δημιούργησαν τοπικές οικονομικές ελίτ, ενώ η χασισοκαλλιέργεια και το λαθρεμπόριο όπλων ανέδειξαν πληθυσμούς που ζούσαν και βολεύονταν από την παραβατικότητα.
Παράλληλα με την υποχώρηση των αξιών και του φρονήματος του λαού μας πανελλαδικά, ερχόταν και η υποχώρηση σε όλα τα μέτωπα, ένα εκ των οποίων είναι και της εξωτερικής πολιτικής. Η Τουρκία επελαύνει στο Αιγαίο, στο οποίο έχομε αναγνωρίσει ζωτικά συμφέροντά της. Κι η Κρήτη είναι ένας πολύ δυνατός κρίκος στην ελληνική άμυνα, με πληθυσμό ντόπιο εξισλαμισμένο που έχει εγκατασταθεί στην άλλη όχθη του Αιγαίου.
Το επόμενο στοιχείο που μας ενδιαφέρει είναι η άνοδος της παγκοσμιοποίησης και το ιδεολογικό στίγμα που τη νομιμοποιεί: Στα πλαίσια της κυριαρχίας της αγοράς, οι συλλογικές ταυτότητες πρέπει να υποσταλούν και να αντικατασταθούν από την εξατομίκευση και το πρότυπο του ατόμου-καταναλωτή, απρόσωπου και ακαθορίστων λοιπών στοιχείων. Η σύνδεση που υπάρχει ανάμεσα στα μέλη ενός λαού πρέπει να καταργηθεί. Δε νοείται ούτε η σύνδεση των λαών μεταξύ τους ως συλλογικοτήτων, οι Έλληνες και οι Σέρβοι, οι Ισπανοί με τους Πορτογάλους δε νοούνται να συνδιαλέγονται. Μόνο άτομα συνδιαλέγονται, καμιά άλλη ταυτότητα δεν αναγνωρίζεται (αυτό το βλέπει κανείς ακριβώς έτσι αποτυπωμένο στις διακηρύξεις φιλελεύθερων παρατάξεων). Δεν υπάρχει σύνδεση με την πατρίδα, με κάθε πατρίδα: Είμαστε όλοι παιδιά της γης που πατούμε αυτή τη στιγμή και έχομε τα ίδια δικαιώματα σ’ αυτήν (αυτό το ιδεολόγημα, που κατά κόρον χρησιμοποιείται από προοδευτικούς έως πάρα πολύ προοδευτικούς, εμπεριέχει μέσα του και τη νομιμοποίηση της προσφυγοποίησης εκατομμυρίων ανθρώπων από τη Νέα Τάξη: αφού δεν υπάρχουν πατρίδες, δε δημιουργούνται και πρόσφυγες, ενώ οι κολασμένοι της παγκοσμιοποίησης που καταφθάνουν εδώ ως λαθρομετανάστες, δεν προσδοκούν φιλοξενία σε έναν ξένο τόπο, θεμελιώνουν δικαίωμα εγκατάστασης αφού πατρίδα είναι όπου πατάμε).

Η παγκοσμιοποίηση όμως δεν είναι μονόδρομος ούτε είναι δεδομένη η επικράτησή της. Πρέπει να εμπεδωθεί και γιαυτό πρέπει να διαλυθούν οι εθνικές ταυτότητες. Κάποιες όμως είναι πολύ ισχυρές, όπως η Ελληνική, διαμορφωμένη δια πυρός και σιδήρου μέσα από μια παράδοση αντίστασης ενάντια και στην Ανατολή και προς τη Δύση, της οποίας μάλιστα αρχέτυπο και συμπύκνωση αποτελεί η Κρήτη. Πρέπει λοιπόν να πολεμηθεί το συνεκτικό στοιχείο της αίσθησης ότι ανήκομε στην ίδια συλλογικότητα, στο ίδιο έθνος. Πρέπει να σπάσει, να κατακερματιστούμε σε μικρά κομμάτια, αδύναμα και σε ανταγωνισμό πιθανόν μεταξύ τους. Πρέπει ακόμα να υποτιμηθεί η αντιστασιακή μας παράδοση κι η ιστορία μας, έτσι ώστε να εκλείψει κάθε έννοια αντίστασης, κι αν υπάρχει, να στερείται αυτή δύναμης. Αυτό το δύσκολο έργο το έχουν αναλάβει ειδικά για τα Βαλκάνια, τα οποία έχουν μακρά παράδοση αντίστασης και περηφάνιας, αφενός οι επιδρομές του ΝΑΤΟ και οι πολιτικές των Δυτικών δυνάμεων, αφετέρου οι «προοδευτικοί» ιστορικοί και διανοούμενοι που ξαναγράφουν τα βιβλία ιστορίας. Βιβλία σαν αυτό της 6ης Δημοτικού, που ωραιοποιούν την Οθωμανική κατοχή των βαλκανικών χωρών, διδάσκονται ήδη στη Βουλγαρία και τη Σερβία. Κι επειδή εδώ υπήρξε αντίδραση μεγαλύτερη από αυτήν που περίμεναν, έχομε τώρα και το ντοκιμαντέρ του ΣΚΑΙ, που αποδομεί την κορυφαία στιγμή της νεώτερης ιστορίας μας, το 1821.
Ο κατακερματισμός της Σερβίας είναι το μοντέλο που πρέπει να επιβληθεί και στην Ελλάδα. Η Θράκη μπορεί να τραβηχτεί προς την Τουρκία, οι νομοί Πέλλας και Φλωρίνης προς τα Σκόπια, κι η Κρήτη αυτόνομη. Πρέπει όμως να σπάσει η αίσθηση της συλλογικής ταυτότητας των Ελλήνων. Κι εδώ βοηθός στέκει το ίδιο το Ελλαδικό κράτος.
Βοηθός στέκει το πριγκιπάτο των Αθηνών, που κυριαρχεί και καταδυναστεύει την υπόλοιπη Ελλάδα από πλευράς πόρων, ανθρώπινου δυναμικού, συγκέντρωσης υπηρεσιών, διοικητικών μηχανισμών. Που με μια συγκεντρωτική πολιτική αφαίρεσε από την ύπαιθρο τους ανθρώπους της, που με τη δομή του δεν επιτρέπει στις ελληνικές περιοχές να επικοινωνούν μεταξύ τους παρά μόνο μέσω της Αθήνας, που σε τελευταία ανάλυση καταστρέφει την ταυτότητα των παιδιών μας που γεννήθηκαν σ’ αυτήν και που δεν έχουν τα βιώματα και τις ζώσες αξίες του χωριού, διαμορφώνοντας καταναλωτές διασκέδασης δυτικού τύπου. Αυτό το κράτος έχει δημιουργήσει σε όλη την υπόλοιπη Ελλάδα συναισθήματα αδικίας και παραμέλησης. Μόνο που αυτή η αίσθηση δε βγαίνει ως αντιπαλότητα στην Αθήνα. Σε μιαν Ελλάδα που την οικειοποιείται η Αθήνα, βγαίνει ως αντιπαλότητα στην Ελλάδα. Και στην Κρήτη αυτό βγαίνει με τον ίδιο τρόπο: «Εμείς πολεμήσαμε για όλους και για μας δεν πολέμησε κανείς», ακούς στα χωριά μας, κι ακόμα, «Η Ελλάδα μας παραμελεί, μας εκμεταλλεύεται». Καταλαβαίνει κανείς πόσο πρόβλημα μπορεί να δημιουργήσει μια τέτοια νοοτροπία, αφού εντοπίζει λάθος πρόβλημα, και άρα προτείνει και λάθος λύσεις. Κι είναι ακόμα πιο επικίνδυνο το ότι κι άλλες παραμελημένες περιφέρειες, τον ίδιο υπαίτιο αναγνωρίζουν: την Ελλάδα. Κι ενώ θα μπορούσαν να συνεννοηθούν μεταξύ τους, να πυκνώσουν τις συνεννοήσεις και τις ανταλλαγές τους παρακάμπτοντας την παρασιτική Αθήνα και διαμορφώνοντας εκείνες μια κοινή ελληνική πολιτική, αναπτύσσουν φυγόκεντρες τάσεις σε μια περίοδο που αυτό είναι της Νέας Τάξης επιδίωξη και ζητούμενο προσφέροντάς της το στο πιάτο.
Ακόμα χειρότερα, ο Καλλικράτης ήρθε και καθιέρωσε αυτό τον κατακερματισμό σε περιφέρειες, προσθέτοντας την αυτονόμησή τους από τον εθνικό κεντρικό σχεδιασμό. Σημείο αναφοράς είναι πια οι Βρυξέλλες και στόχος η ευρωπαϊκή χρηματοδότηση, που γίνεται πια σε επίπεδο περιφέρειας. Έτσι, όχι μόνο καταργείται η κοινή στρατηγική, αλλά και αναπτύσσεται ανταγωνισμός μεταξύ των ελληνικών περιφερειών που διαγκωνίζονται για τα ευρωπαϊκά προγράμματα, συντελώντας στην αποξένωση και την απομάκρυνσή τους. Μια ακόμα παράμετρος του Καλλικράτη είναι ο ναρκισσισμός που καλλιεργεί στους τοπικούς άρχοντες, οι οποίοι βλέπουν στους εαυτούς τους όχι πια το Δήμαρχο ή τον περιφερειάρχη, αλλά το μικρό Πρωθυπουργό. Από κει και πέρα, η φιλοδοξία να γίνουνε κι αυτοί κάτι σαν το Μακάριο δεν είναι μακριά.

Τέλος, οι εξελίξεις στην πατρίδα μας με το Μνημόνιο και την κατάρρευση της αξιοπιστίας του πολιτικού κόσμου, δημιούργησαν νέα απογοήτευση και απελπισία στο λαό μας. Η διέξοδος σε αυτό και οι τρόποι αντιμετώπισής της είναι θέμα του λαού μας συνολικά, όμως κάποιοι, μέσα στον πανικό τους και προκειμένου να απαλλαχθούν από αυτούς που τους έφεραν σ’ αυτή την κατάσταση, αποδίδουν τη διαφθορά του πολιτικού κόσμου στην ίδια την Ελλάδα και ζητούν αυτονομία για να γλυτώσουν!
Σ’ αυτές τις συνθήκες, έχει από καιρό αναπτυχθεί μια φιλολογία περί απόσχισης της Κρήτης από τον εθνικό κορμό με μια σειρά επιχειρημάτων. Παράλληλα, παρακολουθούμε μια κλιμάκωση επιχειρημάτων και θεωριών που συνοδεύονται κι από έξωθεν προβοκάτσιες που παρουσιάζονται σα λάθη και καθόλου αθώες δεν είναι.
Η κεντρική και εμβληματική έκφραση της τάσης αυτής είναι η χρήση της σημαίας της κρητικής πολιτείας ως συμβόλου της Κρήτης και της αυτόνομης πορείας της. Εδώ πρέπει να πούμε ότι η διείσδυση της ιδέας της αυτονομίας έχει επενδύσει πολύ στην παθολογική αγάπη των Κρητικών για την ιδιαίτερη πατρίδα τους και την περηφάνια που νοιώθουν γιαυτή. Η ιδέα αυτή όμως ήταν πάντα συνυφασμένη με την ιδέα της Κρήτης ως γης ελληνικής και την ξεχωριστή θέση που αυτή κατά τους Κρητικούς και άλλους Έλληνες έχει στην ιστορία και στη συλλογική μας παράδοση. Σιγά σιγά καλλιεργήθηκε η ιδέα για μια Κρήτη τόσο ιδιαίτερη, που αποτελεί χωριστή ταυτότητα πολιτιστική κι όχι συνιστώσα στις ελληνικές παραδόσεις. Κι η σημαία της αυτονομίας ήταν η μόνη που μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως σύμβολο, αφού όλες οι κρητικές σημαίες ήταν οι ελληνικές των χαίνηδων με το «Ένωσις ή Θάνατος», η σημαία του Καγιαλέ η Ελληνική, που αυτήν αναρτούσαν σε κάθε ευκαιρία επί Κρητικής Πολιτείας αποκαθηλώνοντας την άλλη με το τουρκάστερο. Η τελευταία λοιπόν, κατάντησε να θεωρείται σύμβολο της Κρήτης από τους σύγχρονούς μας Κρητικούς, ακόμα κι αν αυτοί δεν τάσσονται υπέρ της ιδέας της αυτονομίας. Από την άλλη, η μετάπτωση και μέσω της σημαίας σε θέσεις στήριξης της αυτονομίας, αρχικά μέσα από το χαβαλέ και στην πορεία συνειδητά, συντέλεσε στην αύξηση του κύματος αυτού σε πρώτη φάση.
Προς ενίσχυση και ουσιαστική επιβολή του θέματος, επινοήθηκε η απάτη με το δημοψήφισμα που δήθεν θα λάβει χώρα το 2012 με βάση τη διεθνή συνθήκη που αναγνώρισε αυτό που de facto είχαν επιβάλει οι Κρητικοί: την Ένωση με την Ελλάδα. Το δημοψήφισμα ήταν μια πολύ έξυπνη τακτική που είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία συζήτησης επί του ανύπαρκτου θέματος. Μας ανάγκασε λοιπόν να συζητούμε επ’ αυτού, να παίρνομε θέση, να το αναγνωρίζομε ως υπαρκτό. Το επέβαλε πιέζοντάς μας να τοποθετηθούμε εν όψει του 2012.
Παράλληλα, οι προβοκάτσιες στους αγώνες των μεσογειακών νησιών με την ανάρτηση της σημαίας της κρητικής πολιτείας για την Κρήτη αντί για την ελληνική, η αναφορά της Κρήτης ως ξεχωριστού κράτους σε ιστοσελίδες δυτικών οργανισμών, η ανάρτηση πανώ σε ποδοσφαιρικό αγώνα στο Ηράκλειο για την αυτονομία, οι αναφορές στο ανύπαρκτο δημοψήφισμα του 2012, η ανάρτηση της σημαίας σε ιστούς δήμων, δημιούργησαν μια δυναμική αλληλοτροφοδοτούμενη με το θέμα να συζητιέται κανονικά ανάμεσά μας.
Τους δυο αυτούς άξονες προπαγάνδας, το δημοψήφισμα και τη σημαία, θα πρέπει να μην τους υποτιμούμε ως γελοίους, γιατί ο στόχος δεν ήταν να πείσουν, αλλά να ανοίξουν το θέμα. Κι αυτό το κατάφεραν, μ’ εμάς να είμαστε σε θέση άμυνας, μη ξέροντας τι να κάνομε, αφού θέλαμε να μη δίδουμε διαστάσεις σ’ ένα θέμα που δεν υπάρχει. Η απουσία μας όμως συντέλεσε στην απρόσκοπτη ανάπτυξη του προβλήματος.
Σε δεύτερη φάση, ήρθε η αντίδραση και η ενημέρωση του κόσμου. Το έμβλημα που είχαν επιλέξει ήταν εύκολος στόχος, αφού μας έδινε τη δυνατότητα να αναφερθούμε στην ιστορία και τους συμβολισμούς της επικυριαρχίας του Σουλτάνου, το δημοψήφισμα μπορούσαμε να το αναιρέσομε με μιαν απλή ανάγνωση της Συνθήκης. Όμως η άλλη πλευρά σιγά σιγά έχει ήδη εγκαταλείψει το εργαλείο του δημοψηφίσματος, αφού δεν της είναι πια χρήσιμο, και είναι εύκολο να βρει εναλλακτικό σύμβολο τώρα που υπάρχει η κρίσιμη μάζα εκείνη που θα το υιοθετήσει εκ του μηδενός.
Η εξέλιξη των επιχειρημάτων των αυτονομιστών παρουσιάζει ενδιαφέρον, καθώς μετατοπίζεται πλέον σε πιο συναινετική και τεχνοκρατική φρασεολογία. Έτσι, προβάλλεται αφενός η αυτάρκεια της Κρήτης σε πλουτοπαραγωγικούς πόρους και ως οικονομία, η οποία μπορεί να συντηρήσει το νησί δίχως τη βοήθεια της Ελλάδας. Από την άλλη, τα ιδεολογήματα περί χωριστής ταυτότητας των Κρητών έχουν σιωπήσει. Στη θέση τους προβάλλεται από τη μια το κοινό ελληνοτουρκικό παρελθόν και ο πληθυσμός των κάποτε αδελφών μας Τουρκοκρητικών κι από την άλλη, η τραγική κατάσταση της Ελλάδας που τρώει τα παιδιά της και το αίτημα της αυτοδιοίκησης ως διέξοδος στην κακοδιοίκηση της κεντρικής εξουσίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι πια το αίτημα για ανεξαρτησία υποστέλλεται, έμφαση δίδεται στο ότι η Κρήτη είναι τελικά κομμάτι της Ελλάδας, απλά είναι καλό για όλους μας να έχομε ένα νοικοκύρεμα βρε αδερφέ, μια διοικητική ή οικονομική αυτονομία, τίποτα άλλο.
Το αίτημα αυτό, όπως εμφανίζεται στη σημερινή του μορφή, είναι εξαιρετικά επικίνδυνο, αφού παρουσιάζεται αθώο και μάλιστα έχει αναφορές στην αυτοδιοικητική μας παράδοση. Αυτό που αποκρύπτεται όμως είναι το ότι οι σημερινές αυτοδιοικητικές δομές του Καλλικράτη δεν έχουν καμιά σχέση με την κοινοτική μας αμεσοδημοκρατική παράδοση. Δημιουργούν απλά τις προυποθέσεις αναπαραγωγής της κομματικής κυριαρχίας σε όλα τα επίπεδα, γιγαντώνοντας τη μικρότερη βαθμίδα αυτοδιοίκησης από την κοινότητα γνωστών μεταξύ τους προσώπων στον απρόσωπο Καλλικρατικό δήμο, στραγγαλίζοντας την προοπτική κάθε ανεξάρτητης συλλογικής προσπάθειας παρέμβασης. Επιπλέον, άλλο η αυτοδιοίκηση εντός ενός «κοινού Ελλήνων», κι άλλο η αυτοδιοίκηση στη βάση της ετερότητας των Κρητών σε σχέση με τους (άλλους) Έλληνες.
Έτσι, ο μύθος της αυτάρκειας καταρρέει από την ίδια τη διατύπωσή του: Αστείρευτους υδάτινους πόρους ανακαλύπτει σε μια Κρήτη που με την αλλαγή του κλίματος απειλείται με ερήμωση, ενώ η δυνατότητα παραγωγής αγροτικών προϊόντων δε συνεπάγεται και αυτάρκεια στην ενέργεια και στις κατασκευές, ούτε πολύ περισσότερο στην άμυνα.

Όμως, δεν είναι ενωμένες οι ελληνικές περιοχές επειδή στερούνται αυτάρκειας καθεμιά ξεχωριστά. Ούτε σημαίνει αυτό ότι αν είναι αυτάρκεις φεύγουν, δεν είναι η ανάγκη που τις κρατάει ενωμένες αλλά η κοινή συνείδηση, η αίσθηση του ανήκειν στην ίδια συλλογικότητα, στον ίδιο λαό. Γιαυτό άλλωστε στο παρελθόν αγωνίστηκαν για την Ένωση, όχι μόνο οι Κρητικοί, αλλά όλοι οι Έλληνες που βρέθηκαν εκτός ελλαδικού κράτους στα 1830: Σαμιώτες, Δωδεκανήσιοι, Κύπριοι, Επτανήσιοι, Μικρασιάτες, Μακεδόνες, Θρακιώτες, Βορειοηπειρώτες.
Είναι ακόμα χαρακτηριστικό ότι το ζήτημα της άμυνας υποβαθμίζεται συστηματικά από τους υποστηρικτές της αυτονομίας. Η γεωπολιτική απουσιάζει από την ανάλυσή τους, κι αυτό όχι απαραίτητα από άγνοια. Κάποιοι όντως παραγνωρίζουν την απειλή της Τουρκίας, και αφελώς παρουσιάζουν ως παράδειγμα προς μίμηση την Κύπρο, το μεγαλύτερο ελληνικό νησί που κατέληξε ανεξάρτητο μετά από έναν αγώνα για την Ένωση που γελοιοποίησε τη μεγαλύτερη αποικιοκρατική δύναμη του κόσμου, τη Βρετανία, και που σήμερα βιώνει ακριβώς τις συνέπειες της μη ολοκλήρωσης του στόχου της Ένωσης. Επικαλούνται το οικονομικό θαύμα της Κύπρου, αλλά αυτό μόνο ως παράδειγμα του τι θα μπορούσε να κάμει ο Ελληνισμός ενωμένος μπορεί να χρησιμεύσει, δηλαδή με τα θετικά μιας παραγωγικής ανάπτυξης, συνδυασμένης όμως με αποτρεπτική ισχύ και όραμα, όχι ως κίνητρο για απόσχιση.
Κάποιοι άλλοι όμως αποσιωπούν το θέμα της άμυνας συνειδητά. Είναι αυτοί που αναφέρονται με νοσταλγία στην τουρκική παρουσία στο νησί, που στις εφημερίδες και τις επιχειρήσεις τους βάζουν το μπλέ και το κόκκινο σε αναλογία τρία προς ένα, παραπέμποντας ευθέως και ρητά στην παρουσία της τουρκοκρητικής μειονότητας στο νησί. Δεν έχει θέση εδώ η ανάλυση της προέλευσης των τουρκοκρητικών από εξισλαμισμένους δικούς μας πληθυσμούς, ούτε η επισήμανση ότι όσοι φτάσαμε να αποκαλούμαστε Έλληνες σήμερα είμαστε οι απόγονοι αυτών που δεν εξισλαμίστηκαν τότε. Αλλά πρέπει να μας θορυβήσει το γεγονός ότι οι αυτονομιστές εμμέσως πλην σαφώς έχουν και μια προοπτική τουρκικής εμπλοκής στην Κρήτη, την οποία διεκδικούν με την προβολή μιας κοινής ταυτότητας που ενώνει χριστιανούς και μουσουλμάνους του νησιού και η οποία βεβαίως δεν είναι ελληνική: είναι μόνο κρητική και αυτήν προβάλλουν, αντίθετα με το παρελθόν μας και την ιστορία μας, αποσιωπώντας ότι οι αγώνες μας ήταν ενάντια σ’ αυτούς με τους οποίους γίνεται σήμερα επίκληση κοινής ταυτότητας.
Το θέμα βέβαια ενδιαφέρει την Τουρκία πάρα πολύ. Η διεκδίκησή της εμφανίζεται από πλευράς της μέσα από διάφορες ατραπούς, από τις αεροφωτογραφίσεις των περιοχών μας μέχρι την έρευνα στα υποθηκοφυλακεία για τις περιουσίες των Τουρκοκρητικών και την ανάρτηση νοσταλγικών βίντεο στο γιουτιούμπ με καρτ-ποστάλ του καιρού της τουρκικής κατοχής με υπόκρουση κρητικής μουσικής και λεζάντες στα τουρκικά και στα αγγλικά για την κοινή πατρίδα όλων μας, χριστιανών και μουσουλμάνων.
Επιπλέον, η αποδοχή της τουρκικής υπηκοότητας των ιεραρχών της Κρητικής Εκκλησίας, αποτελεί ήττα στο συμβολικό επίπεδο και τεράστια απειλή την οποία έχομε υποβαθμίσει: Ο όρκος πίστης στο τουρκικό σύνταγμα δεν έρχεται μόνο σε ευθεία αντίθεση με την αντιστασιακή παράδοση της εκκλησίας μας, αυτής που χρηματοδότησε τον αγώνα του λαού μας στην Κρήτη και πρόσφερε σειρά μαρτύρων και ηγετών. Δημιουργεί μιαν ομάδα πίεσης υπέρ των τουρκικών θέσεων στο έδαφός μας, κρατώντας σε ομηρία τους ιεράρχες μας και αναγκάζοντάς τους να ταυτίσουν τις φιλοδοξίες τους με την τουρκική εξωτερική πολιτική. Αποδέχεται την παραβίαση της συνθήκης της Λωζάννης που διαπράττουν οι Τούρκοι χαρακτηρίζοντας το οικουμενικό Πατριαρχείο τουρκικό ίδρυμα στο οποίο προσβλέπουν να ηγηθούν, κι όλο αυτό παρουσιάζεται ως κίνηση μεγαλοψυχίας της Άγκυρας και εποικοδομητική στάση που απαιτεί ως αντάλλαγμα την αναγνώριση των ψευδομουφτήδων (προφανώς γιατί μέχρι κι οι Τούρκοι καταλαβαίνουν ότι η Ελλάδα είναι ενιαία από την Θράκη ως τη Γαύδο).
Τις αυτονομιστικές θέσεις εκφράζουν σε γενικές γραμμές τα εξής συμφέροντα: των οικονομικά ισχυρών του νησιού μας, οι οποίοι δε θέλουν να μοιράζονται τον πλούτο που παράγουν με τους υπόλοιπους Έλληνες μέσω της φορολογίας και θεωρούν ότι πρέπει να διαχειρίζονται οι ίδιοι την παραγόμενη υπεραξία. Των παραβατικών, που επιζητούν μια τοπική κυβέρνηση που δε θα μπορεί να αντιπαρατεθεί μαζί τους, και που μπορεί να ελέγχουν κιόλας. Επιπλέον, σε μια μικρής κλίμακας κρατική οργάνωση, θα ελέγχουν και την οικονομική ζωή μέσω της «προστασίας» σε βάρος των οικονομικά ισχυρών, οι οποίοι δε θα είναι τόσο ισχυροί ώστε να τους ελέγξουν αλλά αρκετά εύποροι ώστε να τους συντηρούν μ’ αυτό τον τρόπο. Των εκκολαπτόμενων πολιτικών του Καλλικράτη, που προσδοκούν αξιώματα και τιμές αρχηγού κράτους και κυβερνητικών αξιωματούχων. Και νεφελωδώς των απόκληρων του σημερινού συστήματος που απλά ταυτίζουν την κρίση με την Ελλάδα και αφελώς θεωρούν ότι θα τους σώσει από το Μνημόνιο η αυτονομία.
Το ετερόκλητο μέτωπο των αυτονομιστών έχει αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα, τα οποία η κάθε διακριτή ομάδα εντός του δεν αντιλαμβάνεται ότι ακυρώνουν τις δικές της επιδιώξεις. Έτσι, οι οικονομικοί παράγοντες δεν αντιλαμβάνονται ότι τυχόν αυτονομία θα σημάνει τον έλεγχο του νησιού από τις δυνάμεις της παραβατικότητας, των ναρκωτικών και της προστασίας. Καμιά τοπική κυβέρνηση δε θα είναι σε θέση να αντιπαρατεθεί μαζί τους, εκτός του ότι μάλλον θα ελέγχεται από αυτές εκούσα άκουσα. Αντίστοιχα, οι δυνάμεις της παρανομίας, παραγνωρίζουν ότι αργά ή γρήγορα η Κρήτη θα περάσει υπό Τουρκικό έλεγχο, ο οποίος δε θα ανεχτεί τέτοιες δραστηριότητες που θα εμπνέουν ανασφάλεια στα συμφέροντά του που θα αναπτυχθούν στο νησί. Θα στραφεί εναντίον τους, είτε για να τις υποκαταστήσει με δικές του δυνάμεις είτε για να εξαλείψει τις δραστηριότητες αυτές. Και στις δυο ομάδες αυτές βέβαια, υπάρχει και η προοπτική της τουρκοποίησής τους για να διατηρήσουν τη θέση τους στην τοπική κοινωνία, δηλαδή θα δούμε να επαναλαμβάνεται το φαινόμενο του γενιτσαρισμού με νέο τρόπο.
Μπορεί να αντιλέξει κάποιος ότι αυτά δε γίνονται εντός της Ευρωπαικής Ένωσης. Όμως, αυτά μπορούν να γίνουν δίχως στρατιωτική επέμβαση, με κατάλληλους χειρισμούς και θέση της τοπικής κυβέρνησης σε ομηρία. Τα παραδείγματα της Κύπρου, της Ελλάδας πια, που δεν τολμάει να ανακηρύξει ΑΟΖ, είναι εδώ για να μας αφαιρέσουν κάθε αμφιβολία. Και αν η Ελλάδα δεν κηρύσσει ΑΟΖ, η Κρήτη μόνη της πώς θα τολμήσει να εκμεταλλευτεί τα περιβόητα κοιτάσματα που θα την καταστήσουν ενεργειακά αυτάρκη;
Την αυτόνομη Κρήτη θέλει διακαώς και το δυτικό μπλόκ, ώστε να την εντάξει στη σειρά των αβύθιστων αεροπλανοφόρων της Μεσογείου, που ξεκινούν από το Γιβραλτάρ και κορυφώνονται στην Κύπρο, στις βρετανικές βάσεις, που αποτελούν επικράτεια της Βρετανίας, όχι παραχωρημένο χώρο από την Κυπριακή Δημοκρατία, όπως η Σούδα. Θυμίζω ότι ο Ελληνισμός δεν θεωρείται από τους θεωρητικούς της Νέας Τάξης ως μέρος του Δυτικού κόσμου. Θα προσθέσω ότι συμφωνώ με αυτή την ανάλυση, πλην όμως η δυτική προσέγγιση γίνεται στη βάση της σύγκρουσης των πολιτισμών κατατάσσοντάς μας σε αντίπαλο στρατόπεδο, ενώ μια προσέγγιση οικουμενικότητας θα έβλεπε σ΄ αυτή τη διαφορετικότητα την ευκαιρία για διάλογο μεταξύ των διακριτών ταυτοτήτων σε βάση αμοιβαίου σεβασμού. Ακόμα περισσότερο, το ελληνικό πολιτισμικό πρότυπο θα μπορούσε να αποτελέσει διέξοδο στην κρίση του Δυτικού πολιτισμού, αλλά αυτό δεν το έχομε ούτε εμείς οι ίδιοι ακόμα καταλάβει, μιμούμενοι αυτούς με το κόμπλεξ του επαρχιώτη, υποτιμώντας τη δική μας παράδοση.
Έτσι λοιπόν, ντόπια και ξένα συμφέροντα, το καθένα για τους δικούς του λόγους, πολλές φορές αντίθετους μεταξύ τους, επιζητούν την απόσχιση της Κρήτης από την Ελλάδα. Το θέμα είναι να προλάβομε αυτές τις εξελίξεις, κι όχι να περιμένομε να δικαιωθούμε από το τι θα συμβεί αφού γίνουν αυτά.
Απαραίτητο στοιχείο γιαυτό είναι να δουλέψομε σε δύο επίπεδα, τοπικά και πανελλαδικά. Τοπικά, η ενημέρωση του κόσμου πρέπει να είναι συνεχής και αποφασιστική. Δε μιλούμε όμως για ενημέρωση ιστορικών στοιχείων μόνο. Γιατί αυτά είναι κοινός τόπος σε τελευταία ανάλυση. Κι επιπλέον δεν είναι και δεσμευτικά για το σήμερα και το αύριο. Αυτό που μας λείπει σήμερα, και γιαυτό καταντήσαμε εδώ που είμαστε τώρα, είναι η κρίση αξιών της πατρίδας μας συνολικά, η απουσία οράματος, η βούληση να συνεχίσομε όλοι μαζί. Πρέπει λοιπόν η απάντησή μας να απαντά και στις προκλήσεις του σήμερα μαζί με τα ιστορικά μας στοιχεία. Γιατί αλλιώς θα γίνει αυτό που είδαμε στα Ίμια, όπου ο πρωθυπουργός μας μιλούσε για αήττητα νομικά όπλα της Ελλάδας και η Τουρκία επέβαλε την καθιέρωσή τους ως γκρίζας ζώνης.
Πανελλαδικά, πρέπει να έρθουν σε επαφή όλες οι ελληνικές περιφέρειες μεταξύ τους, παρακάμπτοντας την Αθήνα, να γνωρίσουν η μια τα προβλήματα και ιδιαιτερότητες της άλλης και να συνειδητοποιήσουν ότι είναι η μια πιο παραμελημένη από την άλλη, ότι τα θέματα είναι κοινά, ότι μόνο με κοινή δράση μπορούνε πράγματι να λυθούνε. Οι περιφέρειες μαζί, οφείλουν να ξαναδούν την κρίση από τη σκοπιά της έλλειψης οράματος και να δουλέψουν για να δημιουργήσουν μια νέα προοπτική, μια νέα ιδεολογία του ελληνισμού, με εργαλεία που μας έρχονται από την αντιστασιακή μας παράδοση.
Αυτό σημαίνει κι ότι οι σύλλογοί μας θα πρέπει να γίνουν πιο ιδεολογικοί. Να σκύψουν όχι μόνο πάνω από τα έθιμα, αλλά και από τα ήθη. Και πρέπει ο καθένας μας να απαντά αποφασιστικά μόλις εγείρεται το θέμα. Με επιχειρήματα και δίχως να αφήνει περιθώριο για αμφιβολίες.
Ο αγώνας δεν είναι εύκολος γιατί το όραμα δεν υπάρχει. Το όραμα εμείς μόνο θα το ξαναφτιάξομε, ο καθα-γεις από μας, και όλοι μαζί. Κι αν δεν τα καταφέρομε θα δούμε πράματα πολύ χειρότερα από όσα έχουν ήδη εμφανιστεί.

ΠΛΑΤΕΙΕΣ


Η πλατεία ήταν γεμάτη με το νόημα που’ χει κάτι απ’ τις φωτιές, τραγουδούσε πριν πολλά χρόνια
ο τροβαδούρος της αμφισβήτησης, που χωνεύτηκε μετά απ’ το σύστημα. Όπως όλη σχεδόν
η γενιά του, η γενιά της μεταπολίτευσης και των ονείρων, σε μιαν Ελλάδα που βρήκε
την πολιτική νομιμότητα πάνω στα ερείπια της Κύπρου.
Η πλατεία είναι γεμάτη και πάλι. Μετά από χρόνια ιδιώτευσης, οι Έλληνες ξαναγυρίζουν και διεκδικούν
το δημόσιο χώρο. Είναι πολλά τα χρόνια κατά τα οποία ο λαός μας παρέμενε στον καναπέ.
Τον στρίμωξαν εκεί το κομματικό κράτος και οι επαγγελματίες της ανατροπής του συστήματος,
δυο αλληλοσυμπληρούμενοι πόλοι που τροφοδοτούν ο ένας τον άλλο σε βάρος μας. Το
είδαμε τη μέρα εκείνη στο Σύνταγμα, όπου ο λαός ματαίωσε την ψήφιση του μεσοπρόθεσμου,
έριξε την κυβέρνηση για λίγο κι έστειλε αλλού τον υπουργό του μνημονίου. Παρά
τα δρακόντεια μέτρα καταστολής. Δίχως βία, με την ήρεμη δύναμη ενός αποφασισμένου
πλήθους, ενός παθιασμένου ξανά για ζωή λαού, που δε χειραγωγείται πια από τα κανάλια.
Και παρά την προσπάθεια των αυτόκλητων πρωτοποριών για επεισόδια, που θα μπορούσε
να στείλει σπίτι του ξανά τον κόσμο, απαλλάσσοντας την κυβέρνηση του Μνημονίου από
έναν ακόμα πονοκέφαλο.

Ο κόσμος στις πλατείες κερδίζει ξανά το δημόσιο χώρο. Κερδίζει ξανά την αξιοπρέπεια του,
το δικαίωμα στην ελπίδα. Δείχνει την αποστροφή του στο καταρρέον πολιτικό σύστημα,
δεν επιτρέπει την εμφάνιση κομματικών ταμπελών, γιατί σε κανένα δεν έχει εμπιστοσύνη.
Το μόνο διακριτικό που έχει γίνει δεκτό στις πλατείες είναι ο κοινός μας παρονομαστής,
το σύμβολο της εξέγερσης απέναντι στους ντόπιους και ξένους δυνάστες, η ελληνική
σημαία!

Η ιδία σημαία που σήκωναν οι αντάρτες της εθνικής αντίστασης απέναντι στους Γερμανούς,
οι φοιτητές του Πολυτεχνείου απέναντι στη χούντα και τους Αμερικανούς. Η σημαία
του λαού μας, που βγήκε από τη ναφθαλίνη της περιφρόνησης από νεοφιλελευθέρους,
παγκοσμιοποιημένους διανοούμενους και δημοσιογράφους, αντιεξουσιαστές που δεν έχουν
διαβάσει τους κλασικούς του αναρχισμού και τις θέσεις τους για την πατρίδα, κουκουλοφόρους
που αγνοούν τις προκηρύξεις της 17 Νοέμβρη για τα ελληνοτουρκικά και την Κύπρο!
Γι’ αυτό και οι πλατείες δημιουργούν αμηχανία και στους μεν και στους δε. Είναι εκτός
του έλεγχου τους, ακυρώνουν την πολιτική τους, και τους υποχρεώνουν να τους λάβουν
υπόψη. Αποτελούν απειλή για την ύπαρξη τους.

Οι πλατείες αυτοοργανώνονται, δεν έχουν απαντήσεις αλλά τις διαμορφώνουν. Λειτουργούν αμεσοδημοκρατικά,
σταδιακά η άρνηση που ενώνει τον κόσμο, το να φύγουν αυτοί που έφεραν τη χώρα εδώ,
γίνεται προβληματισμός για το τι πρέπει να ακολουθήσει. Δεν υπάρχουν θέσεις ακόμα,
ο προβληματισμός όμως τις κυοφορεί. Τι να κάνουμε με το ευρώ, με τη στάση πληρωμών,
με την αναδιάρθρωση; Θα κηρύξουμε ΑΟΖ; Δε φταίμε εμείς που δεν έχουμε επεξεργασμένες
θέσεις, ένας λαός δέσμιος της κομματικής εξάρτησης, της πλύσης εγκέφαλου από τα
ΜΜΕ και της ηθικής εξαχρείωσης την οποία ενέπνεε το σύστημα για να βρει συνενόχους.
Από κει πρέπει και ν’ αρχίσομε μάλλον. Να ξαναβρούμε το ήθος που χάσαμε, τις αξίες
που μας στέρησαν, την αλληλεγγύη, το σεβασμό, τον κοινοτισμό, την περηφάνια και
την αξιοπρέπεια. Μόνο τότε θα ανατρέψομε και τις καταστάσεις που μας καταδυναστεύουν,
αλλιώς θα καταντήσομε, ακόμα κι αν κερδίσομε, να τις αναπαράγομε.

ΠΗΓΗ

Το θαυμαστό τέλος του μοναχού Δομέτιου του Κωφού




Μοναχός Δομέτιος ο κουφός, Μοναστήρι Νεάμτς (+ 1905)

Έτσι ήτο γνωστός στο μοναστήρι του αυτός ο μοναχός. Είναι αλήθεια ότι δεν άκουε, αλλά ζούσε μέσα στην καρδιά του την αγάπη και την χαρά του Χριστού. Είχε έλθει στο μοναστήρι από μικρός, από το 1850. Τότε δεν είχε καταστραφή η ακοή του.

Το μοναδικό του διακόνημα [=υπηρεσία] επί 60 περίπου χρόνια ήτο η φροντίδα του για τα ζώα της Μονής. Καθημερινά μετέφερε τα περισσεύματα των τροφών και τα έδινε στα ζώα του, τα οποία υπεραγαπούσε. Έλεγε αδιάκοπα την προσευχή με τελεία σιωπή και πνευματική ευφροσύνη. Στο κελί του δεν είχε τίποτε άλλο παρά ένα ράσο, ένα Ωρολόγιο της Εκκλησίας, μία εικόνα της Θεοτόκου και το βιβλίο των Ψαλμών. Δεν είχε κρεβάτι, ούτε στρωσίδια, ούτε τραπέζι, ούτε σκαμνί, ούτε παξιμάδι, ούτε λουκέτο για την πόρτα.

Στα γεράματά του έχασε την ακοή του και οι πατέρες τον ονόμαζαν «Δομέτιος ο κουφός». Είχε θαυμαστό τέλος.

Ας ακούσουμε τον αείμνηστο ηγούμενο της Συχαστρίας π. Ιωαννίκιο Μορόι να μας διηγηθεί κάτι σχετικά με το τέλος του, εφ' όσον παλαιά αυτός ήτο αδελφός της μονής Νεάμτς:

-Πατέρες, ενίοτε πηγαίνω με την σκέψη μου στην μονή Νεάμτς, όπου προ ολίγων ετών έζησε ένας αξιομνημόνευτος μοναχός, ο Δομέτιος ο κουφός. Τον βλέπαμε συχνά με τα ξυλοπέδιλα κρεμασμένα στην πλάτη του για να μη τα φθείρη γρήγορα. Πήγαινε τροφή στα μοσχαράκια. Ήτο πάντοτε ειρηνικός και χαρούμενος. Αλλά οι Πατέρες της Μονής δεν τον εκτιμούσαν, αφού αυτός ζούσε πάντοτε με τα ζώα του και συχνά κοιμόταν κοντά τους! Πολλοί από τούς μοναχούς δεν τον γνώριζαν καθόλου, ούτε ήξεραν το όνομά του, αφού τότε αριθμούντο περί τούς 400.

Κάποια ήμερα του φθινοπώρου του 1905, όταν πήγαινα στην εκκλησία, διότι ήμουν τυπικάρης, άκουσα τον ιερομόναχο π. Γεννάδιο, τον εκκλησιαστικό μας, να λέγει:

-Πατέρες, ο Δομέτιος ο κουφός από τον στάβλο πέθανε. Τον βρήκαν το πρωί κάτω στο δάπεδο του κελιού του πεθαμένο. Δεν είχε τίποτε κοντά του, παρά μόνο ένα παλαιό Ωρολόγιο, ένα Ψαλτήριο και μία εικόνα της Παναγίας.

Κατόπιν ο εκκλησιαστικός, κατά την μοναχική μας τάξη, φόρεσε τον μανδύα του, πήγε και ενέδυσε το νεκρό σώμα του και το μετέφερε στον εξωνάρθηκα της κεντρικής εκκλησίας για τρεις ήμερες και μετά να γίνει η ακολουθία της κηδείας του.

Ο π. Γεννάδιος ερώτησε ποιος θ' αρχίσει να διαβάζει το Ψαλτήριο δίπλα στο σκήνωμά του, αλλά κανείς δεν προθυμοποιείτο. Έλεγαν: «Τί ευλογία θα πάρουμε από ένα τέτοιο μοναχό που κάθε ήμερα ήταν παρέα με τα ζώα και τις ακαθαρσίες τους;». Τότε ρώτησε εμένα και δέχθηκα να διαβάσω. Φόρεσα τον μανδύα μου, το κουκούλι μου, επήρα το βιβλίο και άρχισα να διαβάζω με δυνατή φωνή δίπλα στο φέρετρο του. Ήμουν μόνος μου και παντού υπήρχε πλήρης ησυχία. Όλοι εκοιμούντο.

Όταν διάβαζα, ώρα 10 την νύκτα, είδα ένα συγκλονιστικό φαινόμενο. Ο π. Δομέτιος σήκωσε ψηλά έξω από το φέρετρο το δεξιό του πόδι. Εγώ εξεπλάγην. Σκέφθηκα. Τί να σημαίνει άραγε αυτό; Είπα μέσα μου ότι ο Δομέτιος απέθανε, αλλά όχι και τα καλά του έργα. Πάλι σκέφθηκα ότι βγήκε το πόδι του έξω, διότι μέσα ήτο πολύ πιεσμένο. Ήμουν κατάπληκτος και από την ακτινοβόλο μορφή του προσώπου του. Ο π. Δομέτιος πέθανε, αλλά εγώ τον έβλεπα να κοιμάται. Έκαμα το σημείο του σταυρού, σκέπασα το πρόσωπο του νεκρού με το ράσο του και κατέβασα και πάλι το πόδι του μέσα στο φέρετρο.

Συνέχισα πάλι να διαβάζω το Ψαλτήρι. Μετά από λίγη ώρα ό Γέρο-Δομέτιος, ο «βουρδουνάρης» [=γελαδάρης] της μονής Νεάμτς, σήκωσε και έβγαλε έξω το αριστερό του πόδι. Τότε πραγματικά έφριξα μ' αυτό το τερατούργημα.

Πράγματι, ο π. Δομέτιος είναι ζωντανός, είπα μέσα μου. Πλησίασα στο στόμα του να διαπιστώσω εάν αναπνέει. Τίποτε. Έπιασα τον σφυγμό του. Ο Γέροντας δεν ανέπνεε και το σώμα του ήτο κρύο!

Καθώς τον κοίταζα έκπληκτος, αμέσως βλέπω να ανοίγει το στόμα του και μέσα απ' αυτό να εξέρχεται μία ωραία ευωδία, την οποία ουδέποτε είχα αισθανθεί στην ζωή μου. Αμέσως η ευωδία αυτή σκορπίσθηκε μέσα σ' όλη την εκκλησία. γέμισε και η μεγάλη αυλή της Μονής. Τότε είπα με δάκρυα χαράς: «Ό π. Δομέτιος είναι ένας μοναχός άγιος».

Στις 11 το βράδυ, όταν κτύπησε η καμπάνα για τον Όρθρο των Πατέρων στην εκκλησία, όλοι ρωτούσαν: «Από πού έρχεται αυτή η ευωδία;». Όταν τούς είπα τί συμβαίνει, τότε μαζεύτηκαν όλοι γύρω από το φέρετρό του. Λογομαχούσαν ποιος θα διάβαση τώρα το Ψαλτήρι για να πάρει ευλογία. Με δάκρυα προσηύχοντο όλοι τώρα μπροστά του και έλεγαν: «Όσιε πάτερ Δομέτιε, πρέσβευε υπέρ ημών των αμαρτωλών». Περίπου 300 μοναχοί είχαν κατακλύσει τον χώρο και όλη την εκκλησία τριγύρω και με δάκρυα παρακαλούσαν τον Γέρο-Δομέτιο τον κουφό να προσεύχεται για την σωτηρία τους. Κανείς τώρα δεν τολμούσε να σκεφτεί ότι ο Γέρο-Δομέτιος ήταν ελεεινός και ακάθαρτος, διότι περνούσε την ζωή του μαζί με τα βόδια και τα γουρούνια της Μονής τους.

Και παρέμεινε η ευωδία του αγίου λειψάνου του επί τρεις ήμερες και νύκτες, όσες έμεινε το σκήνωμα του εκεί. Μετά την τρίτη ήμερα έδωσε εντολή ο ηγούμενος της Μονής, ο επίσκοπος Νάρκισσος, να ενδυθούν όλοι οι ιερείς και διάκονοι της αδελφότητος, περί τους 80, για την κηδεία του Οσίου. Ανάμεσά τους έστάθη και ο ίδιος.

Όταν μεταφέραμε το λείψανό του προς τον τάφο, η ευωδία ξεχύθηκε και στην ατμόσφαιρα παντού. Τότε ο επίσκοπος Γέροντας μας, συγκινημένος από την μοναδική αυτή μυσταγωγία που όλοι μας ζούσαμε, είπε τα εξής αξέχαστα λόγια για τον ταπεινό αγωνιστή της αρετής, τον όσιο Δομέτιο:

-Βλέπετε, οσιότατοι Πατέρες, ποιον δόξασε ό Παντοδύναμος Θεός μας; Όχι τούς πλουσίους, όχι τούς μορφωμένους, όχι τούς ένδοξους της γης. Δόξασε αυτόν τον ταπεινό, τον πτωχό, τον υποτακτικό μέχρι θανάτου. Αυτόν που προσευχόταν ακατάπαυστα, που υπέμενε τα πάντα, που δεν ζητούσε μισθό και τιμές από τούς ανθρώπους, αλλά μόνο από τον Χριστό. Ιδού το θαύμα το οποίο σήμερα έχουμε όλοι μπροστά στα μάτια μας! Ιδού τι πνευματική ευωδία εξήλθε από το στόμα του πατρός μας οσίου Δομετίου! Βλέπετε τώρα ποιος εισήλθε πρώτος στον παράδεισο. Ο π. Δομέτιος που υπηρέτησε σε όλη του την ζωή τα ζώα της Μονής μας, βλέπετε τώρα ότι είναι με τούς Αγίους στον παράδεισο. Ο πτωχός Δομέτιος τώρα είναι πλούσιος.

Αυτοί που μέχρι προ ολίγου τον περιφρονούσαν και τον κακολογούσαν, τώρα αυτοί τον τιμούν και του ασπάζονται το χέρι. Ενώ ο Όσιος αυτός προσεύχεται στον Θεό για όλους εμάς. Αυτό το ασκητικό του σώμα ανέπνεε σε όλη την ζωή του την μπόχα από τούς στάβλους των ζώων και τώρα είναι μέσα στα ευώδη περιβόλια του Παραδείσου με τούς Αγγέλους του Θεού. Τα πόδια του, που αγωνίσθηκαν να βαδίσουν την οδό της υπακοής, τώρα παραμένουν, και μετά θάνατο, ζωντανά, διότι δοξάσθηκαν από τον Θεό, ο Οποίος δοξάζει τούς υπάκουους μοναχούς...

Μετά από πολλά χρόνια, ο τάφος του οσίου Δομετίου ξεχάσθηκε. Τα λείψανα του ίσως να ευρίσκωνται στο οστεοφυλάκιο της Μονής. Όμως αυτός δεν ξεχνά ποτέ να προσεύχεται άδιακόπως στον Θεό για την Μονή μας και για όλο τον κόσμο.

Πηγή: ΟΣΙΑΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ ΡΟΥΜΑΝΙΚΟΥ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΥ, εκδόσεις "ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ"

Γερόντισσα Θεονύμφη.Από τις μεγάλες πίστες στον μοναχισμό.

Ένα μικρό αφιέρωμα.



«Έχετε πολύ ωραία μάτια!», της λέω μπροστά από το μοναστήρι που δημιούργησε η ίδια πριν από 15 περίπου χρόνια. Με κοιτάει από το ιερό, χαμηλώνει ξανά το βλέμμα της και μου απαντάει μονολεκτικά: «Είχα!». Η ζωή της Γερόντισσας Θεονύμφης χωρίζεται σε δύο περιόδους: Σε εκείνη που τραγουδούσε μέχρι τα 42 της χρόνια στις πίστες μαζί με τους stars της εποχής- τότε που λεγόταν Μαίρη Αλεξοπούλου- και σε αυτήν που ζει σήμερα ανάμεσα στους πιστούς της σε μοναστήρι, λίγο έξω από την Αθήνα. Ως δούλη πια του Κυρίου- αυτόν που επέλεξε να υπηρετήσει για πάντα.
«Μεγάλωσα στο Περιστέρι. Ήμασταν 6 παιδιά στην οικογένεια, εγώ ήμουνα η μεγαλύτερη. Η μητέρα μου προερχόταν από καλλιτεχνική οικογένεια πολύ μεγάλων μουσικών, όλοι είχαν πολύ ωραίες φωνές, εκείνη έπαιζε μαντολίνο και, όπως καταλαβαίνετε, είχα ποτιστεί από μικρή με το τραγούδι. Ο πατέρας μου ήταν άνθρωπος του Θεού, κάθε Κυριακή ήταν απαραίτητο να πηγαίνουμε στην εκκλησία για να προσευχηθούμε. Εκείνος ήταν επίτροπος στην Μητρόπολη Περιστερίου, έκανε κήρυγμα στο σπίτι μας μία φορά την εβδομάδα, εμείς πηγαίναμε στο κατηχητικό. Δεν γινόταν διαφορετικά. Ο πατέρας μου είχε τέτοια πίστη που, όταν μας μιλούσε για το Θεό, τα δάκρυά του έτρεχαν ποτάμι. Αυτά τα δάκρυά του, φυτεύτηκαν από τότε στην καρδιά μου, είναι το ωραιότερο λουλούδι του κόσμου. Δεν ήμουνα κοινωνικό παιδί, ήμουνα περισσότερο μοναχική. Έρχονταν οι συγγενείς μας και μου έλεγε η μαμά μου “έλα να χαιρετήσεις τη θεία σου” και της απαντούσα “άσε με μόνη μου, καλέ μαμά”, δεν ήθελα. Τους αγαπούσα πάρα πολύ, αλλά επιθυμούσα να είμαι μόνη, είχα μία φυσική συστολή. Παιχνίδια έπαιζα μαζί με τα αδέλφια μου, κυρίως αγορίστικα. Ήμουνα καλή μαθήτρια στο σχολείο, άριστη στα θρησκευτικά. Όταν ήμουν 10 χρόνων ήθελα να γίνω χορεύτρια, μου άρεσε πολύ ο χορός, είχα φυσικές κινήσεις. Από όλα χόρευα, πιο πολύ όμως μου άρεσε το κλασσικό μπαλέτο. Θυμάμαι που έβαζα και άκουγα γλυκές μελωδίες και εγώ φανταζόμουν τον εαυτό μου στον ουρανό να χορεύω πλάι στο Θεό, με λευκά ρούχα. Όραμα ήταν. Μέσα μου είχα πάντα ένα παιδάκι και ελπίζω αυτό ακόμη να ζει».
Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΤΡΑΓΟΥΔΙΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΙΣΤΑΣ
«Ο μπαμπάς μου δεν ήθελε με τίποτα να ασχοληθώ με το χορό. Ούτε με το τραγούδι. Τον έπεισαν τελικά κάτι φίλοι του παππού μου, κάτι μουσικοί. Του έλεγαν “γιατί την αδικείτε τη Μαίρη; Έχει τόσο ωραία φωνή, αφήστε την να εξελιχθεί με το τραγούδι”. Τελικά κάποιος από αυτούς, ο οποίος έπαιζε σε μία ορχήστρα στην “Χωριάτικη Ταβέρνα” στην Εκάλη, του υποσχέθηκε ότι θα με παίρνει αυτός εκεί να τραγουδάω και θα με φέρνει πίσω στο σπίτι το βράδυ. Ο πατέρας μου του είχε εμπιστοσύνη και κάπως έτσι ξεκίνησα. Όλες οι κυρίες εκεί μου έδειχναν πολύ μεγάλη αγάπη, ήμουνα “το μικρό” τους, μου είχαν φτιάξει μάλιστα ένα ωραίο φουστάνι με ταφτά, με φιόγκο και τριαντάφυλλο. Αυτό ήταν το πρώτο ρούχο που είχα βάλει ως τραγουδίστρια, το θυμάμαι μέχρι σήμερα. Ήμουνα ωραίο κοριτσάκι, πολύ αθώα, δεν είχα βγει ακόμη στη ζωή. Μετά ξεκίνησα να τραγουδάω στην “Νεράιδα της Αθήνας” στην Κυψέλη. Τότε έλεγα τραγούδια της Βουγιουκλάκη και, σιγά σιγά, εξελίχθηκα. Όταν πήγα στη Θεσσαλονίκη, σε κάποια εμφάνιση μου εκεί, γνωρίστηκα με τον Κλάβα τον μαέστρο. Από εκεί ξεκίνησε η συνεργασία μας, εκείνος έγραψε τον πρώτο μου δίσκο το 1966. Ο πατέρας μου εντωμεταξύ είχε πειστεί, το πήρε απόφαση ότι εγώ θα γίνω τραγουδίστρια. Μετά τον πρώτο μου δίσκο, πήγα και τραγούδησα στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, είπα ένα τραγούδι του Μαυρομουστάκη μαζί με την Κλειώ Λενάρδου, το “πανηγύρι”. Εκεί βραβεύτηκα, πήρα το πρώτο βραβείο. Μετά πήγα στην Ισπανία, σε ένα ευρωπαϊκό φεστιβάλ, διακρίθηκα ξανά και αργότερα ξαναπήρα πρώτο βραβείο σε ένα φεστιβάλ που είχε γίνει εδώ στην Αθήνα με τον Οικονομίδη. Εντωμεταξύ συνέχιζα να τραγουδώ στα νυχτερινά μαγαζιά και να βγάζω δίσκους. Δούλεψα στην Παλιά Αθήνα, στο Κάστρο, στο Βράχο, στα Δειλινά, στα Αστέρια, με τον Πουλόπουλο, τον Βογιατζή, τον Φίλιππο Νικολάου, το Ρόμπερτ Ουίλιαμς, τη Μπέσυ Αργυράκη, τον Μεταξόπουλο, πολλούς, δεν μπορώ να τους θυμηθώ όλους. Τα έχω και λίγο αποβάλει από τη μνήμη μου. Εγώ έκανα τη δουλειά μου, έφευγα από το μαγαζί, μου άρεσε η ησυχία, δεν κάπνιζα, δεν έπινα , δεν έπαιζα χαρτιά. Πήγαινα από τις 10 το βράδυ και κοιμόμουνα το πρωί. Ξεκίνησα μάλιστα να βγάζω και καλό νυχτοκάματο. Τότε δεν είχα καθόλου χρόνο να πηγαίνω στην εκκλησία, παρόλο που εγώ αλλιώς τα είχα μάθει από την οικογένειά μου. Μέσα μου όμως υπήρχε ένας μεγάλος καημός. Τότε είχα κάνει επιτυχία και ένα τραγούδι του Κατσαρού στο φεστιβάλ της Μάλτας, με το οποίο πήραμε ξανά το πρώτο βραβείο, ήταν μία περίοδος που ακούγονταν πολύ τα τραγούδια που έλεγα, που με ήξεραν όλοι οι άνθρωποι του χώρου. Παρόλα αυτά εγώ, όλα τα ερωτικά μου τραγούδια που έλεγα στην πίστα, τα αφιέρωνα στο Θεό, προσπαθούσα μέσα από τον προβολέα να πάω στον ουρανό. Τόσο πολύ Τον αγαπούσα».
Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΟΡΗΣ ΤΗΣ
«Στο μεταξύ παντρεύτηκα, έκανα και δύο παιδιά, δύο κοριτσάκια, την Κωνσταντίνα και την Ελευθερία μου. Ο άντρας μου δεν ήθελε πλέον να εργάζομαι στα νυχτερινά μαγαζιά και με σταμάτησε. Ήταν η εποχή που είχα τραγουδήσει την “μπάμπολα”, το οποίο τραγουδούσε όλος ο κόσμος και ακουγόταν συνέχεια στο ραδιόφωνο. Ύστερα από τέσσερα χρόνια, κάτι δεν είχε πάει καλά με τις δουλειές του συζύγου μου και έπρεπε να ξαναβγώ στη δουλειά. Ήταν οδυνηρό αυτό για μένα, είχα χάσει τη ροή. Παράλληλα, με τα χρήματα που είχα βγάλει από το τραγούδι, είχα ξεκινήσει να φτιάχνω μαγαζιά με υγιεινές τροφές, ήθελα να φτιάξω μία μεγάλη αλυσίδα. Το 1984 η Κωνσταντίνα μου ήταν 18 χρόνων, λίγο πριν φύγει για να σπουδάσει πολιτικές επιστήμες στο εξωτερικό. Πηγαίναμε παρέα στα μαγαζιά, δούλευε μαζί μου, ήταν πολύ εργατική όπως ήμουνα κι εγώ. Ένα πρωί, πήρε το αυτοκίνητό της από το σπίτι μας για να πάει στο μαγαζί της Κηφισιάς. Στη στροφή της Αγίας Μαρίνας στο Κορωπί, έγινε μετωπική με κάποιο φορτηγό. Ήταν ακαριαίο. Το είχαν μάθει όλοι, αλλά σ εμένα δεν έλεγαν τίποτα. Τότε πήρε ένας γνωστός μας τηλέφωνο και μου είπε “δεν έχει έρθει η κόρη σας να ανοίξει το μαγαζί. Συμβαίνει κάτι;”. Το αίμα μου πάγωσε. Πήρα τηλέφωνο την αστυνομία, “σας παρακαλώ”, τους είχα πει, “τι έχει συμβεί με αυτό το όνομα;”. Και γυρίζει και μου λέει η κοπέλα στο τηλέφωνο “η κόρη σας κυρία μου, είναι νεκρή”. Έτσι ψυχρά. Εκείνη την ώρα δεν έβλεπα μπροστά μου, ανέβηκα στον καναπέ και πήδαγα μέχρι το ταβάνι. Τότε βγήκα στη βεράντα μας και, από ένα σύννεφο, ξεκίνησαν να πέφτουν σταγόνες. Χοντρές, δεν μπορείτε να φανταστείτε. Και εκείνη την ώρα γυρνάω στο Θεό και του λέω “Θεέ μου, κλαις κι εσύ μαζί μου;”. Σχεδόν αμέσως ξεκίνησαν να έρχονται στο σπίτι μας δημοσιογράφοι, εμένα μου έδωσαν χάπια για να ηρεμήσω, έκρυψαν όλες τις εφημερίδες για να μην βλέπω το πρόσωπο του παιδιού. Τότε κατάλαβα ότι όλα είναι μάταια. Τίποτα δεν είμαστε. Μόνο χώμα».
ΟΤΑΝ Η ΜΑΙΡΗ ΕΓΙΝΕ ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΘΕΟΝΥΜΦΗ
«Ο Θεός με βοήθησε σιγά σιγά να αναρρώσω. Πήγαμε με τον άντρα μου στο εξωτερικό για να ηρεμήσω. Στο σώμα μου είχε μείνει μόνο η πέτσα και το κόκαλο. Θυμάμαι που, τον πρώτο καιρό, έμπαινα στο δωμάτιο της δεύτερης μου κόρης και την έβλεπα συνέχεια κλαμένη, εκείνη δεν το άντεχε. Αλλά εγώ μπροστά της, ήμουνα βράχος, δυνατή. Η ψυχή μου το ήξερε πώς ήμουνα όταν έμενα μόνη μου. Προσπάθησα να ξαναβγώ και να τραγουδήσω, διότι έπρεπε να δουλέψω, είχα πάει στα Αστέρια, αλλά εκεί κατάλαβα ότι έπρεπε να βάλω ένα τέλος σ αυτό. Το συζήτησα και με τον άντρα μου, του είπα ότι δεν μπορώ άλλο, ότι θέλω να είμαι μόνη μου και χωρίσαμε. Με κατάλαβε. Καλός άνθρωπος, ωραίος άνθρωπος. Δεν έχουμε επαφές σήμερα, αλλά συνεχίζω να τον αγαπάω σαν αδελφό μου. Έμεινα με την κόρη μου. Δεν ήθελα να βλέπω τίποτα, δεν ήθελα να ακούω τίποτα, δεν με ενδιέφερε τίποτα. Πήγαινα συνέχεια στην εκκλησία, σε αγρυπνίες, εκεί αισθανόμουνα ανακούφιση, ένιωθα ότι αγαλλίαζε η ψυχή μου. Το 1986 αποφάσισα να πάω σε έναν γέροντα και να γίνω μοναχή. Κανένας δεν με επηρέασε, μόνη μου πήρα την απόφαση.Συγχωρέστε με, αλλά δεν μπορώ να σας πω πως ακριβώς συνέβη. Αυτό είναι μεταξύ εμένα και του Θεού. Στην αρχή έγινα ρασοφόρα, ύστερα από τρία χρόνια έγινα μεγαλόσχημη και μετά έγινε η ηγουμενική μου ενθρόνιση με μήνυμα που είχε έρθει από το Άγιον Όρος, δεν γνωρίζω τις λεπτομέρειες, δεν θέλησα ποτέ να μάθω. Το 1992 δημιούργησα το ησυχαστήριο μου. Εδώ έρχεται κόσμος από όλο τον κόσμο, Έλληνες από το εξωτερικό και την Κύπρο, γίνονται θαύματα με παιδάκια που έχουν προβλήματα, η Παναγία η Θεονύμφη βρίσκεται παντού και τα φυλάει. Δεν θα ήθελα να γράψετε που βρίσκεται ακριβώς το μοναστήρι, γιατί δεν ανοίγω πλέον σε κανένα, μόνο τις Κυριακές. Αυτός που θα θελήσει μέσα από την ψυχή του να με συναντήσει και να έρθει εδώ να προσκυνήσει, να είσαι βέβαιος παιδί μου ότι θα με βρει. Εδώ μένουν και όσες μοναχές- δόκιμες ή όχι- το θελήσουν, το μισό μοναστήρι είναι άβατο.
Ξυπνάω κάθε μέρα στις 4:30, μόλις χαράξει βγαίνω έξω, κάνω προσευχή, μιλώ με το Θεό, γράφω άσματα, προσευχές, εργάζομαι στο μοναστήρι όλη τη μέρα. Το βράδυ κοιμάμαι τρεις ώρες, αλλά μου είναι αρκετές. Δεν βγαίνω από δω, εκτός αν πρέπει να πάω σε κάποια προσκυνήματα, δεν βλέπω τηλεόραση, με ενημερώνουν οι πιστοί που έρχονται εδώ τις Κυριακές για να προσκυνήσουν. Καμιά φορά ξεχνάω να φάω, αλλά δεν με πειράζει καθόλου. Τώρα είμαι πολύ ευτυχισμένη, η ψυχή μου είναι ήρεμη. Παλιά φοβόμουνα πολύ το θάνατο, τώρα δεν τον φοβάμαι, παρακαλάω μόνο το Θεό να είμαι έτοιμη όταν θα με πάρει. Εδώ, μέσα στο μοναστήρι, έχω φτιάξει και το μνήμα μου. Στο μοναστήρι έχουμε απ όλα, τίποτα δεν μας λείπει, ο Θεός έχει φροντίσει για μας. Ο κόσμος με αγαπάει πάρα πολύ, καμιά φορά- στα καλά καθούμενα- έχω πειρασμούς, αλλά προσπαθώ να τους αποβάλλω. Κάτι που θα σκεφτώ, για παράδειγμα, ή μία φήμη που δεν υφίσταται. Όταν έχασα την κόρη μου στενοχωριόμουνα, αλλά τώρα λέω “αφού το επέτρεψε ο Θεός …;”, ξέρω ότι είναι πολύ καλά εκεί που βρίσκεται. Έχω και δύο εγγόνια από την άλλη μου κόρη, τον Παναγιώτη- Νικόλα και τη Μαριτίνα- τα αγαπώ πολύ αυτά τα παιδιά. Δεν έχω μετανιώσει για τίποτα από όσα έχω κάνει στη ζωή μου, αλλά ο Θεός με προόριζε για αυτό. Μακάρι να γινόμουνα μοναχή πιο νωρίς, αλλά τότε το θέλησε ο Κύριος να συμβεί. Παλιά έλεγαν για τα χέρια μου ότι είναι κρινοδάχτυλα, τώρα από τη δουλειά έχουν γίνει σαν πέτρα. Δεν με πειράζει, αφού τα ποτίζει ο Θεός με αγάπη. Κι άλλη ζωή να είχα, πάλι μοναχή θα γινόμουνα».
Μαίρη Αλεξοπούλου: Η τραγουδίστρια που έγινε μοναχή

Η ιστορία της Μαίρης Αλεξοπούλου, επιτυχημένης τραγουδίστριας στην δεκαετία του ’60 που σήμερα ζει ως γερόντισσα Θεονύμφη, χωρίζεται σε δύο περιόδους: Σε εκείνη που τραγουδούσε μέχρι τα 43 της χρόνια στις πίστες και σε αυτήν που ζει σήμερα ανάμεσα στους πιστούς της σε μοναστήρι λίγο έξω από την Αθήνα. Ως δούλη πια του Κυρίου – Αυτόν που επέλεξε να υπηρετήσει για πάντα.
ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΤΡΑΓΟΥΔΙΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΙΣΤΑΣ
«Ο μπαμπάς μου δεν ήθελε με τίποτα να ασχοληθώ με το χορό. Ούτε με το τραγούδι. Τον έπεισαν τελικά κάτι φίλοι του παππού μου, κάτι μουσικοί. Του έλεγαν “Γιατί την αδικείτε τη Μαίρη; Έχει τόσο ωραία φωνή! Αφήστε την να εξελιχθεί με το τραγούδι”. Τελικά κάποιος από αυτούς, ο οποίος έπαιζε σε μία ορχήστρα στη Χωριάτικη Ταβέρνα στην Εκάλη, του υποσχέθηκε ότι θα με παίρνει αυτός εκεί να τραγουδάω και θα με φέρνει πίσω στο σπίτι το βράδυ. Ο πατέρας μου του είχε εμπιστοσύνη και κάπως έτσι ξεκίνησα. Μετά τον πρώτο μου δίσκο, πήγα και τραγούδησα στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, είπα ένα τραγούδι του Μαυρομουστάκη μαζί με την Κλειώ Δενάρδου, το “Πανηγύρι”. Εκεί βραβεύτηκα, πήρα το πρώτο βραβείο. Ξεκίνησα μάλιστα να βγάζω και καλό νυχτοκάματο. Τότε δεν είχα καθόλου χρόνο να πηγαίνω στην εκκλησία, παρόλο που εγώ αλλιώς τα είχα μάθει από την οικογένειά μου. Μέσα μου, όμως, υπήρχε ένας μεγάλος καημός. Τότε είχα κάνει επιτυχία και ένα τραγούδι του Κατσαρού στο φεστιβάλ της Μάλτας, με το οποίο πήραμε ξανά το πρώτο βραβείο, ήταν μία περίοδος που ακούγονταν πολύ τα τραγούδια που έλεγα, που με ήξεραν όλοι οι άνθρωποι του χώρου. Παρ’ όλα αυτά, όλα τα ερωτικά μου τραγούδια που έλεγα στην πίστα τα αφιέρωνα στον Θεό, προσπαθούσα μέσα από τον προβολέα να πάω στον ουρανό. Τόσο πολύ Τον αγαπούσα».
ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΟΡΗΣ ΤΗΣ
«Στο μεταξύ παντρεύτηκα, έκανα και δύο παιδιά, δύο κοριτσάκια, την Κωνσταντίνα και την Ελευθερία μου. Ο άντρας μου δεν ήθελε πλέον να εργάζομαι στα νυχτερινά μαγαζιά και με σταμάτησε. Ήταν η εποχή που είχα τραγουδήσει την “Μπάμπολα”, το οποίο τραγουδούσε όλος ο κόσμος και ακουγόταν συνέχεια στο ραδιόφωνο. Ύστερα από τέσσερα χρόνια, κάτι δεν είχε πάει καλά με τις δουλειές του συζύγου μου και έπρεπε να ξαναβγώ στη δουλειά. Ήταν οδυνηρό αυτό για μένα, είχα χάσει τη ροή. Παράλληλα, με τα χρήματα που είχα βγάλει από το τραγούδι, είχα ξεκινήσει να φτιάχνω μαγαζιά με υγιεινές τροφές, ήθελα να φτιάξω μια μεγάλη αλυσίδα. Το 1984 η Κωνσταντίνα μου ήταν 18 χρόνων, λίγο πριν φύγει για να σπουδάσει Πολιτικές Επιστήμες στο εξωτερικό. Ένα πρωί, πήρε το αυτοκίνητό της από το σπίτι μας για να πάει στο μαγαζί της Κηφισιάς. Στη στροφή της Αγίας Μαρίνας στο Κορωπί έγινε μετωπική με κάποιο φορτηγό. Ήταν ακαριαίο. Τότε κατάλαβα ότι όλα είναι μάταια. Τίποτα δεν είμαστε.Μόνο χώμα».

ΟΤΑΝ Η ΜΑΙΡΗ ΕΓΙΝΕ ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΘΕΟΝΥΜΦΗ
«Το 1992 δημιούργησα το ησυχαστήριό μου. Εδώ έρχεται κόσμος από όλο τον κόσμο, Έλληνες από το εξωτερικό και την Κύπρο, γίνονται θαύματα με παιδάκια που έχουν προβλήματα, η Παναγία η Θεονύμφη βρίσκεται παντού και τα φυλάει. Δεν θα ήθελα να γράψετε πού βρίσκεται ακριβώς το μοναστήρι, γιατί δεν ανοίγω πλέον σε κανένα, μόνο τις Κυριακές. Αυτός που θα θελήσει μέσα από την ψυχή του να με συναντήσει και να έρθει εδώ να προσκυνήσει να είσαι βέβαιος, παιδί μου, ότι θα με βρει. Εδώ μένουν και όσες μοναχές -δόκιμες ή όχι- το θελήσουν, το μισό μοναστήρι είναι άβατο»
ΠΗΓΗ.ΑΓΙΟ ΟΡΟΣ.Το Περιβόλι της Παναγίας
Μερικές παλιές στιγμές

Αγάπη και πέρα από τον θάνατο.

Πηγαίνω σ’ ένα ανώτερο Πνευματικό Ίδρυμα να χαιρετίσω το φίλο μουΧ…Είναι ένας χαρωπός ασπρομάλλης, κι’ αξιοσέβαστος κύριος που φθάνει πιά στα 70 χρόνια.
-«Καλά που ήλθες μου λέγει γιατί το απόγευμα φεύγω γιατην νήσο Κ… πάω να κάμω το ετήσιο μνημόσυνο της γυναίκας μου».

Ο εκλεκτός άνθρωπος μου είχε μιλήσει άλλη φορά για την εξαίρετη σύντροφο της ζωής του που, αφ’ ότου την πήρε, ήταν σχεδόν άρρωστη πάντα και τουπέθανε ενωρίς και χωρίς να του αφήση παιδιά. Πάνε πολλά χρόνια από τότε.Κι’ όμως μένει πιστός στη μνήμη και την αγάπη της. Μερικές μέρες από τιςδιακοπές του τις περνά στο Κολλέγιο που πέρασε μαθήτρια η γυναίκα του καικάθε χρόνο στο μήνα που πέθανε παίρνει άδεια από την υπηρεσία του καιταξιδεύει μακρυά για να πάη να κάμη μνημόσυνο και να σκορπίση λουλούδιαστον τάφο της.
Σ’ ένα Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο που βρισκόμουνα κάποτε,πήγαινασυχνά τα βράδυα να συντροφεύσω ένα ηλικιωμένο καθηγητή.Καθόταν στο σπουδαστήριό του και πάνω στο τραπέζι του γραφείου του, ανάμεσα σε όγκους βιβλίων, ξεχώριζε η φωτογραφία της πεθαμένης του γυναίκας. Ζούσε μοναχικός, δεν είχε ούτε παιδιά ούτε άλλους συγγενείς κι’ ετοίμαζε σχεδόν μονάχος το φαγητό του…
-«Δεν είμαι μονάχος, εδώ που κάθομαι και μελετώ. Δίπλα μου στέκει καιη γυναίκα μου, η αγαπημένη κι αγνή ψυχή της» μούλεγε συχνά πάνω στησυζήτησή μας, και αναλυόταν σε δάκρυα.Ο σοφός Σολομών είπε πως
«η αληθινή αγάπη είναι δυνατή σαν τοθάνατο». Μα ο Σολομών έζησε πριν από το Χριστό και δεν ήξερε πως οΧριστός κατήργησε το θάνατο και μας έδωσε το δικαίωμα να ζούμε και να αγαπούμε και πέρα από τον θάνατο ακόμη. Έτσι βλέπει κανείς αυτό το σχεδόν απίστευτο μα και υπέροχο φαινόμενον’ αγαπούμε κείνους π’ αγαπήσαμε αληθινά στη ζωή και πέρα από το θάνατο τους.
Όμορφες και δυνατές καρδιές δίνουν συχνά τον όρκο της αληθινήςαγάπης που δεν τον σβύνει ούτε ο θάνατος ακόμη. Κι’ είναι στ’ αλήθεια να θαυμάζη κανείς αυτό τον ηρωϊσμό κι’ αυτή τηνευγένεια της ανθρώπινης καρδιάς.Εδώ μια κοπέλλα τάζει την καρδιά της σ’ έναν νέο που τον παίρνει ξαφνικά ο θάνατος, μα κείνη μένει πιστή στον όρκο της και δεν ζητά άλλοδεσμό στη ζωή της.Εκεί μια νιόπαντρη γυναίκα χηρεύει από νωρίς, ντύνει τη νιότη της σταμαύρα ρούχα και μένει πιστή και αφοσιωμένηστη μνήμη εκείνου πουαγάπησε και στα παιδιά του.Κι’ αλλού ένας σοφός κι’ ανώτερος απόαδυναμίες και αισθηματικότητες άνδρας μαγειρεύει, μελετά και γράφει με μόνησυντροφιά τη φωτογραφία της πεθαμένης αγαπημένης του γυναίκας.
Μα κι’ αν αυτά δεν είναι γενικός κανόνας, είναι όμως μια εξαίρεση ήπολλές μαζί εξαιρέσεις, που τιμούν τον άνθρωπο και τον υψώνουν μέσα στον υλικό κόσμο που ζη, μέσα στην ίδια τη συνείδησή του. Και είναι ακόμη μια εξαίρεση που μας κάνει να ελπίζωμε και ναπεριμένωμε πολλά από τονάνθρωπο.Και θέλω να πω ακόμη πως αυτές τις ηρωϊκές και ιδανικές μορφές τηςπιστής αγάπης μπορούμε να τις δώσωμε γι’ απάντηση σε κείνες τις άλλες, τις αχαμνές και προδομένες αγάπες τωνμικρών και τιποτένιων καρδιών. Κι’ακόμη μπορούμε να τις μαζέψωμε αυτές τις όμορφες και ανώτερες αγάπες της ανθρώπινης καρδιάς, να τις περάσωμε στα βιβλία μας, στα θέατρα και στα τραγούδια μας γιανα τις δώσωμε μνημείο και έξοχο μαρτύριο στις καρδιέςτων εκλεκτών και των ηρωϊκών εφήβωνκάθε γενεάς στηνανθρωπότητα. Αγάπη ως την άκρη της ζωής κι’ αγάπη πέρα από τη ζωή και πέρα απότον θάνατο.
Αγάπη μέσα στην ευτυχία της ζωής και μέσα στην δυστυχία της.
Αγάπη των λησμονημένων, αγάπη των ξενητεμένων κι’ αγάπη των νεκρών. Αγάπη που δεν μιλείς σε ζωντανούς και δεν φανερώνεις την ύπαρξή σουσε ξένα κι’ αδιάντροπα βλέμματα, αγάπη που μένεις κρυμμένη βαθειά στηστάχτη της καρδιάς που άναψες μια φορά και της δίνεις ακόμη τη θέρμη και τοφως να ζη και μέσα στην ερημιά της έντιμης χηρείας και της μοναξιάς.
Ο πρ. Κισάμου και Σελίνου
Ειρηναίος
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Τεύχος Αυγούστου-ΣεπτεμβρίουΑριθμ. Τεύχους 110-111

Ο απολυμένος και η βοήθεια της Παναγίας της Τήνου

Ευλογημένο μουΤο θαύμα, ως αποκάλυψη του Φωτός του Θεού, στη μυστική και προσωπική ζωή εκάστου ανθρώπου, συμβαίνει συνεχώς και αδιάλειπτα.Ακόμα και η ελαφριά -στον αέρα κίνηση- μιας άδειας, γαλάζιας, νάϋλον σακκούλας
( θυμάσαι την ταινία με τον Κέβιν Μπέϊκον) μπορεί στα μάτια της ευαίσθητης ψυχής, να φανερώσει την παρουσία της Χάριτος και να δημιουργήσει συγκίνηση, αγάπη και ελπίδα.
Ο καθένας, βιώνει στον μυστικό του βίο, μικρά και μεγάλα, φανερά και αόρατα θαύματα.
Μπορεί κάποιος τρίτος, ακούγοντάς τα, αδιάφορα, με ψύχρα ψυχής , να προσπεράσει.
Ο ίδιος, όμως, ο αποδέκτης του δώρου, εσωτερικά αλλοιώνεται με την καλή την αλλοίωση και προχωράει στον προσωπικό του ανήφορο(γολγοθά κάποιες δύσκολες ώρες)με ουράνιο κουράγιο.
Και απορούνε οι άπιστοι ή ολιγόπιστοι άλλοι, και μουρμουράνε ενοχλημένοι: “σύμπτωση!”
-” Το μυαλό τους και μια λίρα το πουλάνε στη Βαλύρα” που θα μου πούνε εμένα ότι είναι “σύμπτωση”!
-Ψυχραιμία!
Επειδή, λοιπόν, στενοχωρήθηκες για τον ξάδερφο που απολύθηκε, θα σου αφηγηθώ ένα μικρό αληθινότατον σκηνικό που άκουσα τις προάλλες, επειδή νομίζω, ότι εσύ ειδικά, το μήνυμα θα το νιώσεις, και θα δυναμώσεις την ελπίδα της προσευχής σου.
Στο ξαναλέω με την καρδιά μου:
-Ναι, είναι χάλια χαλίων η κατάσταση αυτή τη στιγμή, όχι μονάχα στη χώρα μας αλλά και παγκόσμια, όμως:
ρνούμαι, να διαβάζω και να ακούω συνέχεια, σπαστικά, τα ανάποδα.
-Υπάρχει και Θεός, τελεία και παύλα!
Υπάρχει Θεός που ακούει και παρεμβαίνει με μυστήριους και απίστευτους τρόπους, αρκεί ο άνθρωπος δια Πίστεως, να Του εμπιστεύεται με την αθωότητα μικρού παιδιού, το χεράκι του.


-Αμάν μωρή Σαλογραία, έλεοςςς! Άρχισες πάλι τα κηρύγματα;
Δε με παρατάς, λέω εγώ, στη ζαλάδα μου!
Έχω καταπικραθεί τούτες τις μέρες, άσε με.
Ούτε γαλακτομπούρικο δε θέλω να φάω!
-Ούτε γαλακτομπούρικο;
Ε τότε, πράγματι, ζόρισε η κατάσταση!
Ένας λόγος παραπάνω, λοιπόν, για να σου γίνω τσιμπούρι.
Δεν επιτρέπεται να σε παρατήσω.
Nαι, ναι!
Μου αρέσει να γίνομαι τσιμπούρι ιλαρό, άγγελέ μου.
( Όλα κι όλα! δεν θα σου γίνονται τσιμπούρια μόνο οι υποβολιμαίες εκ του Εξαποδού σκέψεις απελπισίας, που σε παρακινούν ενδόμυχα, να πας και να κρεμαστείς, όπως έλεγες -χαρούμενα δήθεν- τις προάλλες.Θα σου γίνονται, θες δε θες, τσιμπούρια και οι λογισμοί της ελπίδας, αστέρι μου…)
Επιμένω και θέλω να το πιστέψεις:
Τα πράγματα, δεν είναι μόνο μαύρα-άσπρα- για Όνομα!
Ενυπάρχουν εντός τους, ακαταμέτρητες αποχρώσεις χρωμάτων.
Υπάρχει Θεός, η Παναγία είναι ολοζώντανη, και ο ελπίζων στη δύναμή Τους, ου καταισχυνθήσεται στον αιώνα, μας τονίζει το Πνεύμα το Άγιο, το Πνεύμα της Αληθείας.
Ας μπω, όμως, στο θέμα, να μη σε καθυστερώ, δεν είναι και μεγάλη η ιστορία, αξίζει να την ακούσεις, στις μικρές λεπτομέρειες, έτσι, ως αντίδοτο στη μαύρη μουρμούρα του διαβόλου, που λυσσάει, επιθυμώντας, την κάθε ψυχή να την τρομάξει, να την απελπίσει, να την βυθίσει στην απόγνωση, μέχρι τον τέλειο αφανισμό της.
Τα γεγονότα τα έμαθα απ’ τον εντιμότατο φίλο Αντώνη Κ. -πρωτοετή φοιτητή Φυσικό, τώρα στα Γιάννενα
Αφορούσαν, έναν κολλητό του Αντώνη, τον εικοσιεπτάχρονο Αλέξανδρο.
Ο Αλέξανδρος, λεβέντης, φιλότιμος και εργατικός.
Παρόλα αυτά μια ωραία πρωία, όπως γίνεται όλο και πιο συχνά τελευταία, ο εργοδότης, τού έδωσε τα παπούτσια στο χέριιι!
Ο Αλέξανδρος με τα παπούτσια στο χέρι, παρότι από κάτι κάλους ανακουφίστηκε σφόδρα
(ουδέν κακόν αμιγές καλού, πάντα θα ισχύει)
μίσησε τόσο την κοινωνία την άδικη, που του προέκυψε αυτοκαταστροφική διάθεση
(είναι τόσο εύκολο) κάπου σκουντούφλησε και, από τη μεγάλη σκασίλα, πέφτοντας, έσπασε το ένα του πόδιιι!
-Φτού να πάρει!
Δεν του έφτανε το ένα κακό-της απόλυσης- τον βρήκε και δεύτερο-αυτό του κατάγματος.
Άντε αγχωμένες τρεχάλες στα κατεπείγοντα.
Νοσοκομεία, γιατροί, νοσοκόμες, ακινησία, πόνος!
Τον γυψώσανε.
Πήρε και πατερίτσες.
Δεν του έφτανε του Αλέξανδρου η απόλυση, δεν του έφτανε το κάταγμα- τα χάλασε και με την κοπελιά με την οποία πλέκαν μαζί, για κάμποσο διάστημα, το πράσινο πουλόβερ μιας σχέσης.
Ένιωθε άξιος μόνο για μούτζες και τύφλες.
Η ζωή, ξαφνικά, φαινόταν μια σκύλα κατάμαυρη που τον γάβγιζε κακιασμένα, ασταμάτητα.
Το μέλλον τοίχος σκληρός, αδιαπέραστος, δίχως ευλογίας αχτίδα.
Ο Αλέξανδρος, έχασε δουλειά, κορίτσι πλέον δεν είχε, το πόδι του ρηγματώθηκε, πλην όμως, διέθετε φίλο πιστότατο.
“Πιστεύω τω φίλω. Τον πιστόν φίλον εν κινδύνοις γιγνώσκεις”.
-Θυμάσαι, περιστεράκι μου, τα έγραφε ο μακαρίτης ο Ζούκης.
-Τα νεύρα μου! Προχώρα, μανδάμ, πού τον ξεθάψαμε πάλι το φιλόλογο Ζούκη; στο παρασύνθημα! βιάζομαι!
-Μη μου αγριεύεις εμένααα! Θα σηκωθώ και θα φύγωωω!
Αν ξαναμουρμουρίσεις, ανυπόμονα, σύξυλο θα σ’αφήσω και θα τρέξω να μαζέψω λαψάνες.
(Όχι. Δεν θα σου πω τι είναι οι λαψάνες. Να μάθεις. Θα σου χρειαστούνε – μέρες που έρχονται!)
Τέλος πάντων, ψυχραιμίααα! ας ξαναπιάσω το νήμα μας.
-Ας πιώ και μια γουλιά τσάι, χι χι … it’s time for five o’ clock tea, darling!
Χρειάζεται σασπένς η αφήγηση, ας είναι και λίγη.
Έλεγα, λοιπόν, ότι πράγματι μεγάαααλος θησαυρός ο πιστός φίλος
( παρακαλώ όποιος απέκτησε έστω και έναν πιστό φίλο, έστω και ηλεκτρονικό, να μηννν τον θεωρεί αυτονόητο ή δεδομένο και να ευχαριστεί για κείνον, τον Κύριο, στουμπώντας το κεφάλι του, σε στρωτές, εδαφιαίες μετάνοιες- μέρα και νύχτα!).
Αν χαθεί ένας πιστός φίλος, δύσκολα, πολύ δύσκολα ξαναβρίσκεται, νεαντερταλονικολάκη μου.
………………………………………………………………………….
Τον εμψύχωνε, λοιπόν και εν Κυρίω, ο καλός ο Αντώνης.
Τον παρότρυνε:
-Ρε συ Αλέξανδρε, δεν έχεις που δεν έχεις δουλειά- μην κάθεσαι κι αναστενάζεις ζωγραφίζοντας ραγισμένες καρδούλες πάνω στο γύψο…
-Moove! Κουνήσου!
Ξεκίνα, να ζητήσεις βοήθεια, είναι τόσο σημαντικό να ζητάμε βοήθεια, το συμβούλεψε και ο Χριστούλης, λέγοντας:
“Αιτειτε και δοθήσεται, κρούετε και ανοιγήσεται, ο ζητών ευρίσκει ο αιτών λαμβάνει και τω κρούοντι ανοιγήσεται”
ξεκίνα- να μια ιδέα τώρα- ξεκίνα να πας στην Παναγία της Τήνου, να της ανάψεις ένα κεράκι, να την παρακαλέσεις για μια λύση στο πρόβλημα.
-Η Παναγία ακούει!
Τόσο εκατομμύρια πιστούς ανά τούς αιώνες έχει βοηθήσει…
Μάνα είναι η Παναγιά- αδέρφια οι άγιοι.
Αυτούς έχουμε οικογένεια.
Μας προτρέπουν, επιθυμούν διακαώς, να τους ζητάμε βοήθεια.
Ζητώντας βοήθεια, λαβαίνοντας χάρη,
θερμαίνεται μεταξύ μας ο σύνδεσμος της αγάπης.


Όταν “αγκαλιάζουμε” με την προσευχητική σκέψη τους άγιους, “κολλάμε” και μεις κάποια αγιωσύνη, σωζόμαστε στον αιώνα.
Καταλαβαίνει η Παναγία κι από άνεργα παιδιά, ρε φίλε, καταλαβαίνει!
(Δεν έκανε και καμιά γιάπικη καριέρα εξάλλου ο λατρεμένος Της γιος.
Απλός ξυλουργός ήταν που τα παράτησε κιόλας – και για ένσημα του ΙΚΑ ούτε που νοιάστηκε τι θα απογίνει).
-Ζήτα, λοιπόν, δική Της επέμβαση!
(Συνελόντ’ειπείν, “του έφαγε τα τζιέρια” στο “μπούρου μπούρου” ο φίλος, τον παρακίνησε , με κάθε λογικό και τρελό επιχείρημα- το “λάδι” του έβγαλε!).
-Να πάω στην Τήνο; παραδόθηκε ξεπνοημένα ο
Αλέξανδρος .
Με σπασμένο το πόδι; με γύψο; και πατερίτσα και μόνος μου;
Μα πόσο ήρωας θέλεις να γίνω;
Ξέρεις τι απόσταση είναι από την Πάτρα, η Τήνος, ρέ Άντονυ;
Και από μακριά η Μεγάλη Δέσποινα, δεν μας ακούει;
Είναι ανάγκη να πάω να βασανιστώ- ο καραβοτσακισμένος- μέσα και σ’άλλα καράβια;
-Μάλιστα. Είναι ανάγκη!
Η Παναγία θα σε βοηθήσει, αν προσφέρεις και συ μια θυσία, επέμεινε σπαστικά ο Αντώνης, που δεν έκανε πίσω με τίποτα, γιατί είχε μάθει να παλεύει δουλεύοντας στις οικοδομές – με τα ζόρια στα σίδερα- από τα δώδεκα χρόνια του.
Επέμενε τόσο, που ο Αλέξανδρος το πήρε απόφαση
(γι αυτό σου λέω:καμιά φορά, ευλογημένα και τα “τσιμπούρια”…)
Ξεκίνησε για Πειραιά, έβγαλε εισιτήριο με το καράβι για Τήνο.
Ταξίδευε “σέρνοντας την πληγωμένη περηφάνεια του σαν ματωμένο άλογο”, που γράφει και ο Νικηφόρος Βρεττάκος, σέρνοντας το γυψωμένο το πόδι, με πατερίτσες, μονάχος.
Ήταν καλοκαιράκι.
Βρήκε κάπου μια θέση.
Άπλωσε το χτυπημένο του πόδι, κάπως να χαλαρώσει.
Το καράβι ανοίχτηκε στο Αιγαίο.
Γαλάζιος ουρανός, γαλάζια θάλασσα και μια ελπίδα αδιόρατη -μικρή σαν αποπροσανατολισμένη και χαμένη μαρίδα- ίσα που φαίνονταν κάτω απ’ το βουβό, σχεδόν απεγνωσμένο κύμα της συνείδησης, το πελαγίσιο.
Ο Αλέξανδρος σκεφτόταν και πάλευε να γιατρέψει, την τυφλή, κωφάλαλη απιστία του.
Κάπου ανάμεσα στις μπερδεμένες του σκέψεις, φώναζε νοερά και κάποιο:
“Παναγία μου βόηθα με”.
Τον άκουγε η Κυρά η Μεγάλη; Δεν τον άκουγε; πολύ θα επιθυμούσε να ξέρει…
Την ώρα αυτή της βαρύθυμης ενατένισης των πραγμάτων, βλέπει κάποια στιγμή, έναν άνθρωπο με κοστούμι, που ερχότανε προς το μέρος του.
Κρατούσε σκουρόχρωμο χαρτοφύλακα στο ένα του χέρι.
Στο άλλο χέρι βάσταγε έναν καφέ, σε πλαστικό ποτηράκι.
Καθώς πλησίασε τον Αλέξανδρο- δεν ξέρω πώς και τι ακριβώς – ο άνθρωπος παραπάτησε, σκόνταψε και ο καφές του, περίλουσε τού Αλέξανδρου το ταξιδιωτικό παντελόνι.
-Ω ! χίλια συγνώμη, αναφώνησε κοκκινίζοντας ο κουστουμάτος.
Σας λέρωσα!
-Δεν πειράζει δεν πειράζει, απάντησε εξουθενωμένα ο νέος.
(Τι χειρότερο θα μπορούσε να πάθει; ούτε να θυμώσει δεν είχε κουράγιο, εξάλλου και με την αγριάδα τι θα βγαινε; θα γινόταν ο άλλος προσεκτικότερος; δεν υπήρχε περίπτωση. )
Εντάξει. Χαμογέλασε βεβιασμένα.
Ο άνθρωπος με τον καφέ, αμήχανος για την αδεξιότητα, και αφού ξαναζήτησε “χίλια συγνώμη”, κάπου μέσα στο πλήθος του καταστρώματος χάθηκε.
Μετά από ώρες ταξίδι , το καράβι έδεσε στου ευλογημένου νησιού, το λιμάνι.
Ο Αλέξανδρος με τις πατερίτσες, αγκομαχώντας, σέρνοντας το μπανταρισμένο το πόδι του, έφτασε με κόπο και αγώνα μέχρι την θαυματουργή εικόνα της Παναγίας της Τήνου, άναψε με συγκίνηση ένα κερί, ασπάστηκε την Άγια μορφή της, Της κατάθεσε για λίγο, και επισήμως, τον πόνο του.
Αν γινόταν ας τον βοηθούσε.Τόσους και τόσους στο διάβα των αιώνων είχε βοηθήσει.
Γιατί όχι και κείνον, Κυρία μου;
Αφού άναψε το κερί, ξανακατέβηκε, πήρε το καράβι για Πειραιά…
Πάνω στο πλοίο της επιστροφής-τι σύμπτωση- βρισκόταν και ο ίδιος άνθρωπος που τον λέρωσε με τον καφέ του, την προηγούμενη μέρα.
Ε! καθώς διασταυρώθηκαν οι ματιές , χαμογέλασαν, χαιρετήθηκαν, και μια και η ζημιά με τον καφέ είχε γίνει αφορμή γνωριμίας, κάθισαν δίπλα και σιγά σιγά άρχισαν τη συζήτηση.
Κουβέντα στην κουβέντα, ο Αλέξανδρος τον πόνο του, τον ξεδίπλωσε
.
-Δουλεύεις νεαρέ; ρώτησε το κοστούμι.
-Όχι. Απολύθηκα. Ψάχνω.
-Τι ξέρεις να κάνεις;
-Αυτό και κείνο και το άλλο και το παράλλο.
-Α ωραία! αναφώνησε το κοστούμι.
-Λοιπόν,νεαρέ, εγώ δούλευα στην τάδε επιχείρηση.
Τώρα όμως φεύγω και πηγαίνω σε ένα άλλο πόστο καλύτερο.
Σε συμπάθησα. Δεν ξέρω γιατί, αλλά σε συμπάθησα.
-Θες να σε συστήσω να έρθεις στη θέση μου;
-Αν θέλωωω! χαρά μεγάλη άστραψε στην καρδιά του Αλέξανδρου.
Την ευκαιρία της δουλειάς, στον αέρα την άρπαξε.
Δε στάθηκε να την κοιτάξει όπως μερικοί κοιτάγαν το γαιδούρι στα δόντια.
Ξεκίνησε και ας είχε πονεμένο ακόμη το πόδι.
Το πόδι γιατρεύτηκε.
Και για να μη στα πολυλογώ, περιστεράκι μου, ο Αλέξανδρος βρήκε όχι μόνο δουλειά, αλλά στο παραδίπλα γραφείο, βρήκε και μια άξια γυναίκα.
Μεταξύ μας:ξέρεις πώς γίνονται αυτά:
Ο έρωτας -λέει- ξεκινάει ή από θαυμασμό ή από οίκτο.
Ε! τον είδε η άλλη με την πατερίτσα, τής ξύπνησε μέσα της η αδερφή του ελέους….
( ήταν και πιστή στο Θεό, κοπέλα φιλάνθρωπη εξάλλου)….
-Εντάξει!!! Εντάξει!!!!μη βαράςςςς!!! τής αφυπνίστηκε θέλω να πω το συναίσθημα ενός ενδιαφέροντος και μιας φροντίδας που έφτασε μέχρι σε γάμου απόφαση!(πήγα να το χαλάσω ψυχαναλυτικά, χαχα, αλλά εγκαίρως το μπάλωσα.
Άντε και στα δικά σου, ξεφτέρι μου!)
Και πολύ σύντομα παντρεύτηκαν(“Το γοργόν και χάριν έχει”)
Και έγινε ο Αντώνης κουμπάρος.
Και τώρα τα νιογάμπρια αναμένουν και τέκνο.
Και έζησαν αυτοί καλά -και ελπίζω και μεις, χάριτι θεία, να ζήσουμε καλύτεραααα!
(Μη γελάς! Θα ζήσουμε!)
Αυτό είναι το μικρό αληθινό σκηνικό, αγαπημένο μου.
Θα έσκαγα αν δε σου το έλεγα.
Ξέρω ξέρω, θα μου αρχίσεις τα διάφορα τα δικηγορίστικα, τα εξυπνακίστικα, τα πεσιμίστικα, έως τα τεμπελίστικα.
Δεν χαμπαριάζω μία!
Ζήτα βοήθεια από την Παναγία και η πόρτα θα ανοίξει όπως άνοιγε εκείνη η αόρατη σπηλιά όταν ο Αλή Μπαμπάς φώναζε μπροστά της :
- Ανοιξε ” σουσάμι” !
-Μανδάμ, η κρίση στο “Δόξα Πατρί” σε έχει βαρέσει…τι να πω! μένω άλαλος…
-Σκέψου για μένα ό,τι θες, δε με νοιάζει.
Όμως…
Κράτα γερά, ό,τι και να γίνει την ελπίδα, την πίστη και την αγάπη και την προσευχή σου ολοζώντανη.
Η Παναγία ακούει!
Η Παναγία ευλογεί!
Η Παναγία προστατεύει!


Η Παναγία, μάς δίνει όλες τις Χάρες, όλα τα αληθινά αγαθά- πάντα να το θυμάσαι.
Και οι κουτσοί- μέσα ακόμα στου κυκλώνα το “μάτι”- βρίσκουν δουλειά
-και όχι μόνον-
άμα το θέλει η Παναγιά!
Σαλογραία
Απο το ιστολόγιο της Σαλογραίας

Η παράκληση του ανθρώπου. (Κυριακή Ζ΄Λουκά)




«Θάρσει, θύγατερ, η πίστις σου σέσωκέ σε»
Ο Χριστός ήταν και είναι ή μόνη και διαρκής παράκληση κάθε ανθρώπου. Φυγαδεύει κάθε θλίψη και μεταμορφώνει κάθε ανθρώπινο πόνο. Κανένας δεν αγάπησε τόσο πολύ τον άνθρωπο και δεν τον απάλλαξε από τον φόβο των οριακών του καταστάσεων όσο ο Χριστός.
Καθ’ όδόν προς την οικία του Ιαείρου, όπως αναφέρει το ευαγγελικό ανάγνωσμα την Κυριακή Ζ΄ Λουκά, έγινε το θαύμα της θεραπείας της αιμορροούσης γυναικός. Δώδεκα χρόνια έπασχε από διαρκή αιμορραγία. Λόγω της ασθενείας της αποκλειόταν από την κοινωνική και θρησκευτική ζωή σαν ακάθαρτη. Μέσα στην απελπισία της πλησίασε τον Χριστό, ακούμπησε την άκρη του ιματίου Του και αμέσως έγινε καλά.
Η συνάντησή μας με τον Χριστό
Πολλά πράγματα πρέπει να υπογραμμίσουμε εδώ. Κατ’ αρχήν πρέπει να εκτιμήσουμε την ελπίδα και την τόλμη της γυναίκας. Υπερνίκησε όλους τους κοινωνικούς και θρησκευτικούς κανόνες συμπεριφοράς και έπιασε το ιμάτιο του Χριστού. Τον καιρό που της απαγορευόταν να εισέλθει στη συναγωγή, αυτή πλησίασε την πραγματική Ζωή, τον Χριστό, και εκεί βρήκε τη θεραπεία της. Και ο Κύριος δέχεται αυτή την τόλμη, γιατί βλέπει πέρα απ’ τα
φαινόμενα. βλέπει το βάθος της καρδιάς του ανθρώπου. ξέρει το πνεύμα του Νόμου και σπάζει το φράγμα της τυπολατρίας. Έτσι μας έδειξε ότι για τη συνάντηση του ανθρώπου με τον Χριστό απαιτείται τόλμη και θάρρος. Αυτό το βλέπουμε στη ζωή των αγίων. Όταν αναπαυόμαστε στη στείρα και στεγνή επιτέλεση ορισμένων θρησκευτικών καθηκόντων και αισθανόμαστε αυτάρκεια, δεν μπορούμε να απολαύσουμε τη νηφάλια μέθη της κοινωνίας με τον Θεό.
Η προτεραιότητα της ειλικρίνειας
Η πίστη είναι ένα γεγονός που συγκλονίζει την ανθρώπινη ύπαρξη και δεν περιορίζεται μόνο στην ανακάλυψη και αποδοχή του Θεού, αλλά κυρίως οικοδομείται στον λυτρωτικό διάλογο του ανθρώπου με το θεμέλιο της υπάρξεως μας, που είναι ο Θεός. Ο περιορισμός της πίστεως σε ορισμένες τυπικές διατάξεις και η παραγνώριση του αληθινού θρησκευτικού βιώματος ήταν το πνευματικό φαινόμενο που έντονα κυριαρχούσε στους ισραηλίτες την εποχή του Χριστού. Ο Κύριος σήμερα σπάζει την πνευματική αυτή εκτροπή της τυπικής και επιφανειακής θρησκευτικότητας και τονίζει με τη συμπεριφορά του την προτεραιότητα της ειλικρίνειας της πίστεως και του αληθινού βιώματος.
Η ουσία του ευαγγελικού μηνύματος
Στη χριστιανική πίστη το κέντρο βάρους της πνευματικής ζωής τοποθετείται στην ουσία του ευαγγελικού μηνύματος. Όταν όμως αγνοείται η ουσία της πίστεως και διατηρείται μόνον ο τύπος, απονοηματίζεται η πίστη και οδηγούμεθα στην τυπολατρία, που καταλήγει μοιραία στην ειδωλολατρία, αφού δίνει, προτεραιότητα και κύρος σε δευτερεύοντα στοιχεία και παραγνωρίζει τις ουσιαστικές επιταγές της πίστεως.
Πολλές φορές οι άνθρωποι ρέπουν σ’ αυτού του είδους την επιφανειακή θρησκευτικότητα, ικανοποιούνται στην εκτέλεση μόνον εξωτερικών και τυπικών πράξεων κι έτσι παραμένουν αμέτοχοι από το βίωμα της χριστιανικής ζωής. Βέβαια, όταν διατηρείται γνήσια και ακέραια η ουσία της πίστεως, τότε ο τύπος βοηθεί στη διατήρηση της ουσίας και δεν απορρίπτεται.
Με λίγα λόγια, ο χριστιανός οφείλει να είναι πηγαίος και ειλικρινής στην πίστη του, και διακριτικός στην έκφραση τού εσωτερικού βιώματος. Όσο ο άνθρωπος μυεί­ται στην πνευματική ζωή. τόσο είναι ικανός να αξιολογεί και να δίνει προτεραιότητα στην ουσία και την αρχή της πίστεως.
(Αγαθαγγέλου Επισκόπου Φαναρίου, «Η ζύμη του Ευαγγελίου», εκδ. Αποστ. Διακονία)

ΑΙΣΧΟΣ! Ο Χατζημαρκάκης αναγνώρισε “ Ακούστε τιείπε ο άθλιος ελληνικής καταγωγής Γερμανός Ευρωβουλευτής σήμερα στα Σκόπια!



Ακούστε τι είπε ο άθλιος ελληνικής καταγωγής Γερμανός Ευρωβουλευτής σήμερα στα Σκόπια!!! “είμαι χαρούμενος που είμαι εδώ και που μπορώ να πω λίγα λόγια στα Μακεδονικά”. Δείτε την ιστορία και το βίντεο…Ο Γερμανός ευρωβουλευτής Γιώργος Χατζημαρκάκης, ο οποίος συμπροεδρεύει στην Μεικτή Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που επισκέφθηκε σήμερα τα Σκόπια, δήλωσε ότι η παράλειψη του επιθέτου «μακεδονικός» από την έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την πρόοδο της χώρας είναι λάθος και πρότεινε να συντάξουν μια πρόταση με τους Σκοπιανούς βουλευτές που θα απαιτούν στο μέλλον από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να μην αφήνει απ’ έξω το επίθετο αυτό.
Το συμπέρασμα αυτό βγήκε από την ένατη συνεδρίαση της Μεικτής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής –Σκοπίων και Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην οποία εκτός από τον Χατζημαρκάκη ήταν ο Ρίτσαρντ Χόβιτ, η Τέουτα Αρίφι- αναπληρωτής πρωθυπουργός, ο υπουργός Εξωτερικών Νίκολα Ποπόφσκι και πολλοί βουλευτές της πλειοψηφίας του κοινοβουλίου. Ο Χατζημαρκάκης δήλωσε ότι …τα Σκόπια είναι μια χώρα που η Ευρωπαϊκή Ένωση εκτιμά περισσότερο από ορισμένες άλλες χώρες, και στην οποία οι πολίτες έχουν κατηγορηματική θέση στην ένταξη της χώρας στην ευρωπαϊκή οικογένεια.

«Η απουσία του επιθέτου «μακεδονικός» στην έκθεση είναι απαράδεκτη. Η Μεικτή Επιτροπή θα εξετάσει το θέμα και να συζητήσουμε πως μπορούμε να βρούμε μια καλή λύση για αυτό, επειδή προκάλεσε αντιδράσεις εδώ στη χώρα και δεν θέλουμε να διαταραχθεί η εικόνα της στην ΕΕ», δήλωσε ο Χατζημαρκάκης.

Αναφορικά με το πρόσφατο περιστατικό των Βρυξελλών με μια ομάδα σκοπιανών δημοσιογράφων, ο Χατζημαρκάκης δήλωσε ότι το θέμα αυτό θα συζητηθεί απόψε.

Επεσήμανε ακόμη ότι η έκθεση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή τονίζει τις προόδους που έγιναν σε όλους τους τομείς και εξέφρασε την ικανοποίησή του για τα σχέδια των μελλοντικών μεταρρυθμίσεων στη χώρα όπως αυτά ανακοινώθηκαν από τον πρωθυπουργό στη σημερινή συνεδρίαση.

Ο βουλευτής του SDSM Αντρέι Πέτροφ δήλωσε ότι μεταξύ των βουλευτών των Σκοπίων υπάρχει συναίνεση σχετικά με την έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σημειώνοντας ότι η παράλειψη του επιθέτου ‘μακεδονικός’ τους ενόχλησε όλους. Τόνισε ακόμη ότι τα ζητήματα που αναφέρονται στην έκθεση για την ένταξη της χώρας στην ΕΕ θα καταλήξουν σε συναίνεση με το κυβερνών κόμμα.

MEP Chatzimarkakis addresses press conference in Macedonian
undefined
Skopje, 4 November 2011 (MIA) – I am glad to be here and that I am able to say a few words in Macedonian. Lately, there have been signals from Brussels that point to difficulties and I condemn this, because I still believe in the swift accession of your country in the EU. I have only one goal, and that is to help your country join the EU as soon as possible, Member of European Parliament (MEP) Jorgo Chatzimarkakis addressed Friday’s press conference in Macedonian language.
“There are many people in Greece who speak Macedonian and there are no problems with the language, which is named Macedonian. One of the former foreign ministers proposed it is called Macedonian”

Σημαντική σημείωση: Ο Χατζημαρκάκης λέει ΜΑΚΕΝΤΟΝΣΚΙ, το οποίο οι Σκοπιανοί μεταφράζουν “Macedonian” (στο ΜΙΑ) και δεν το αφήνουν “makedonski”. Αυτό έχει μεγάλο παρασκήνιο το οποίο θα αναλύσουμε τις επόμενες ημέρες.

Πρωτοπρ. Διονύσιος Τάτσης, Η αληθινή ζωή (Κυριακή Ζ΄ Λουκά)


πηγή: Ορθόδοξος Τύπος, 28/10/2011
Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΖΩΗ
Γράφει ο ΠρωτοπρεσβύτεροςΔιονύσιος  Τάτσης
Στὴν ἐποχὴ τῶν Ἀποστόλων ὑπῆρχαν καὶ ἰουδαΐζοντες χριστιανοί, οἱ ὁποῖοι ὑποστήριζαν ὅτι ἔπρεπε νὰ τηρεῖται ὁ Νόμος τοῦ Μωυσῆ προκειμένου νὰ δικαιωθεῖ ὁ ἄνθρωπος. Αὐτοὺς τοὺς χριστιανοὺς οἱ Ἀπόστολοι καὶ ἰδιαίτερα ὁ Παῦλος ἔλεγχαν αὐστηρὰ καὶ τόνιζαν ὅτι οἱ διατάξεις τοῦ Νόμου δὲν πρέπει νὰ τηροῦνται, γιατὶ ἡ σωτηρία προῆλθε μὲ τὴν ἐνσάρκωση τοῦ Χριστοῦ, τὸ πάθος του καὶ τὴν ἀνάστασή του.
Ἕνας ἐπίσκοπος σημειώνει σχετικά: “Ὁ Χριστὸς μᾶς χάρισε τὴν ἀληθινὴ ζωή. Κανένα καλὸ ἔργο καὶ καμμιὰ διάταξη τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου δὲν μπορεῖ νὰ ζωοποιήσει τὸν ἄνθρωπο. Μόνον ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ τὸν κάνει ζωντανὸ μέλος τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ. Μὲ τὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας ὁ Κύριος μᾶς προσφέρει τὴ θεία δικαιοσύνη καὶ τὴ θεία ζωή του”...

Σκοπὸς τῆς παρούσης ζωῆς εἶναι ἡ ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἔχει ἀγαθὴ προαίρεση καὶ τὸν καθοδηγεῖ ἡ πίστη στὸν Χριστό, ἀγωνίζεται μὲ ὅλες του τὶς δυνάμεις γιὰ τὸν ἐξαγιασμό του. Εὑρισκόμενος πάντα μέσα στὴν Ἐκκλησία, προσπαθεῖ νὰ ζεῖ μὲ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητάς του καὶ μὲ ταπείνωση, ζητώντας τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ἐξασφαλίζει τὶς ἀναγκαῖες προϋποθέσεις, γιὰ νὰ ἔχει ἡ κατὰ Θεὸν πορεία του πνευματικὰ ἀποτελέσματα. Παράλληλα, μὲ ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον, μελετᾶ τὴν Ἁγία Γραφή, τοὺς Πατέρες καὶ τοὺς βίους τῶν Ἁγίων, γιὰ νὰ ἀντλεῖ χρήσιμα διδάγματα, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ μπορεῖ εὐκολότερα νὰ ἀντιμετωπίζει τὶς ἐπιθέσεις τοῦ διαβόλου. Στὰ ἱερὰ αὐτὰ κείμενα βρίσκει φωτεινὰ παραδείγματα ἁγίων ἀνθρώπων, ἀλλὰ καὶ πλούσια πνευματικὴ ἐμπειρία. Μελετώντας ἀνοίγονται μπροστά του νέοι ὁρίζοντες καὶ παρακινεῖται γιὰ ἐντονότερο ἀγώνα.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...