Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 01, 2012

Άγιος Αναστάσιος ο Νεομάρτυρας εκ Ναυπλίου


Aναστάσιος συγκοπείς σαρκός μέλη,
Άρτιος έσται εσχάτη Aναστάσει.
Βιογραφία
Ο Άγιος Αναστάσιος ήταν γέννημα και θρέμμα της πόλης του Ναυπλίου και έκανε το επάγγελμα του ζωγράφου. Αρραβωνιάστηκε την κόρη ενός χριστιανού, αλλά επειδή αυτή δεν είχε καλή ζωή, ο Αναστάσιος διέλυσε τον αρραβώνα. Οι συγγενείς όμως της κοπέλας έκαναν διάφορα σατανικά μάγια στον Αναστάσιο, για να τον εκδικηθούν με αποτέλεσμα ο Αναστάσιος να χάσει τα λογικά του. Εκμεταλλευόμενοι αυτή του την κατάσταση οι Τούρκοι, τον εξισλάμισαν. Αλλά όταν ο Θεός ευλόγησε και συνήλθε στα λογικά του, με θάρρος αποκήρυξε τον Ισλαμισμό και με γενναιότητα ομολόγησε τη χριστιανική του πίστη. Οι Τούρκοι, με διάφορες κολακείες και υποσχέσεις προσπάθησαν να τον μεταπείσουν, αλλά ο Αναστάσιος παρέμεινε ακλόνητος στη χριστιανική ομολογία του. Τότε στις 1 Φεβρουαρίου 1655, υπέμεινε μαρτυρικό θάνατο από τους Τούρκους, με διαμελισμό. Δηλαδή τον κατέσφαξαν με μαχαίρια. Το Ναύπλιο τον έκανε πολιούχο του και ωραίος ναός στολίζει την πόλη αυτή προς τιμήν του νεομάρτυρα αυτού.


Αγιογραφίες / Φωτογραφίες
Άγιος Αναστάσιος ο Νεομάρτυρας εκ Ναυπλίου
Άγιος Αναστάσιος ο Νεομάρτυρας εκ Ναυπλίου

Ὁ Ἅγιος Τρύφων ὁ Μάρτυρας ( 1 Φεβρουαρίου )




  Ὁ Ἅγιος Τρύφων καταγόταν ἀπὸ τὴ Λάμψακο τῆς ἐπαρχίας Φρυγίας καὶ ἔζησε στὰ χρόνια τῶν αὐτοκρατόρων Γορδιανοῦ Γ’ (238 – 244 μ.Χ.), Φιλίππου (244 – 249 μ.Χ.) καὶ Δεκίου (249 – 251 μ.Χ.). Προερχόταν ἀπὸ πτωχὴ οἰκογένεια καὶ στὴν παιδική του ἡλικία, ἔβοσκε χῆνες γιὰ νὰ ζήσει. Συγχρόνως ὅμως μελετοῦσε μὲ ζῆλο τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ ἦταν πολὺ φιλακόλουθος. Ἔτσι, σιγὰ – σιγὰ ὁ Ἅγιος, μὲ τὴν εὐσεβὴ φιλομάθειά του, κατόρθωσε ὄχι μόνο νὰ διδαχθεῖ ὁ ἴδιος, ἀλλὰ καὶ νὰ διδάσκει τὶς αἰώνιες ἀλήθειες τῆς πίστεώς μας. Γρήγορα ἡ εὐσεβὴς ψυχή του δέχθηκε τὴν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ ὁ Θεὸς τὸν ἀξίωσε νὰ θαυματουργεῖ. Ὅμως ὁ Ἅγιος θεράπευε ὄχι μόνο κάθε ἀσθένεια ἀλλὰ καὶ ἐλευθέρωνε τὶς μολυσμένες ἀπὸ τὰ δαιμόνια ψυχές.
  Ὅταν ὁ αὐτοκράτορας Γορδιανὸς πληροφορήθηκε γιὰ τὶς θαυματουργικὲς ἱκανότητες τοῦ Τρύφωνος, τὸν ἀναζήτησε γιὰ νὰ θεραπεύσει τὴν ἄρρωστη θυγατέρα του ποὺ ἔπασχε ἀπὸ δαιμόνιο. Οἱ στρατιῶτες τὸν βρῆκαν στὴν κωμόπολη τῆς Σαμψάκου νὰ φροντίζει τὶς χῆνες στὴν παρακείμενη λίμνη καὶ ἀμέσως τὸν πῆραν μαζί τους. Τὸ μαρτύριο τοῦ Ἁγίου ἀναφέρει ὅτι μόλις ὁ Ἅγιος πλησίαζε στὴν Ρώμη τὸ δαιμόνιο ποὺ εἶχε ἡ θυγατέρα τοῦ Γορδιανοῦ, κραύγαζε ὅτι δὲν μπορεῖ πιὰ νὰ κατοικεῖ μέσα της. Οἱ ἔπαρχοι Πομπιανὸς καὶ Πρετεξτάτος τὸν ὁδήγησαν ἐνώπιον τοῦ αὐτοκράτορα καὶ ἐκεῖνος παρακάλεσε τὸν Ἅγιο γιὰ τὴ θεραπεία τῆς θυγατέρας του. Καὶ πράγματι, μὲ τὴν προσευχὴ τοῦ Ἁγίου, ἡ θυγατέρα τοῦ ἡγεμόνος ἀπηλλάγη ἀπὸ τὸ δαιμόνιο. Ὁ Ἅγιος μετὰ ἀπὸ ἕξι ἡμέρες προσευχῆς ἀποκάλυψε τὰ κακὰ ἔργα τοῦ διαβόλου καὶ πολλοὶ ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες ποὺ ἤσαν παρόντες δόξασαν τὸν Θεὸ καὶ πίστεψαν σὲ Αὐτόν.
  Ὁ αὐτοκράτορας προσπάθησε νὰ ἐκφράσει τὴν εὐγνωμοσύνη του, προσφέροντας στὸν Ἅγιο ἀξιώματα καὶ χρήματα, τὰ ὁποῖα ὅμως ὁ Τρύφων εὐγενικὰ ἀρνήθηκε.Ὅταν αὐτοκράτορας ἔγινε ὁ Δέκιος, ἐξαπέλυσε ἄγριο διωγμὸ κατὰ τῶν Χριστιανῶν. Ὁ Ἅγιος, ἐπειδὴ δὲν λάτρευε τοὺς θεοὺς τῆς εἰδωλολατρικῆς θρησκείας καὶ ἦταν Χριστιανός, συνελήφθη ἀπὸ κάποιον στρατιωτικὸ ποὺ ὀνομαζόταν Φρόντων (ἢ Φόρτων) καὶ ὁδηγήθηκε ἐνώπιον τῶν ἐπάρχων τῆς Ἀνατολῆς, Τιβέριου Γράγχου καὶ Κλαυδίου Ἀκυλίνου στὴ Νίκαια τῆς Βιθυνίας. Ὁ μάντης Πομπηϊανὸς τὸν παρουσίασε στοὺς ἡγεμόνες. Ὁ Ἅγιος Τρύφων ὁμολόγησε μὲ θάρρος τὴν πίστη του. Τότε ὑποβλήθηκε σὲ φρικτὰ βασανιστήρια. Τοῦ κατατρύπησαν μὲ σπαθιὰ ὅλο του τὸ σῶμα, ἔπειτα τὸν ἔδεσαν ἀπὸ τὰ πόδια σὲ ἄλογα καὶ τὸν ἔσυραν, σὲ ὧρες φοβεροῦ ψύχους, σὲ δύσβατες καὶ πετρώδεις τοποθεσίες. Ἐκεῖνος προσευχόταν καὶ ἔλεγε: «Κύριε, μὴν τοὺς καταλογίσεις αὐτὴ τὴν ἁμαρτία». Μετὰ τὸ φρικτὸ μαρτύριο τὸν ρώτησαν ἂν σωφρονίσθηκε καὶ ἤθελε νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα.
  Ὁ Μάρτυρας τοῦ Χριστοῦ ἀπάντησε τότε στὸν ἔπαρχο Ἀκυλίνο: «Ἀνόσιε καὶ κακῶν ἀρχηγέ, εἶναι δυνατὸν νὰ εἶσαι σωφρονισμένος, ὅταν εἶσαι μεθυσμένος ἀπὸ τὸν διάβολο; Ἐγὼ πάντοτε περνάω τὸν βίο μου μὲ σωφροσύνη, γιατί ἔχω τὸν Χριστὸ βοηθὸ τῆς ἐλπίδας μου». Ὕστερα ἀπὸ αὐτὸ τὸν ἔκλεισαν στὸ δεσμωτήριο μὲ σκοπὸ νὰ τοῦ δώσουν διορία, γιὰ νὰ ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ τὴν «ἄνοια» αὐτοῦ καὶ νὰ ἀρνηθεῖ τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Λίγες ἡμέρες μετὰ ὁ ἔπαρχος κάλεσε τὸν Ἅγιο καὶ τὸν ρώτησε ἐὰν τὸ διάστημα τοῦ χρόνου καὶ τὰ βασανιστήρια τὸν ἔπεισαν νὰ θυσιάσει στοὺς θεούς. Ὁ Ἅγιος καὶ πάλι ὁμολόγησε μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία τὸ Ὄνομα τοῦ Θεοῦ. Τὸν ἔσυραν τότε γυμνὸ πάνω σὲ σιδερένια καρφιά, κατόπιν τὸν μαστίγωσαν καὶ στὴ συνέχεια τοῦ ἔκαψαν μὲ λαμπάδες τὰ πλευρά. Στὸ τέλος, μόλις ὁ Μάρτυρας παρέδωσε τὴν ψυχή του στὸν Θεὸ λέγοντας τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, δέξαι τὸ πνεῦμα μου», ἀπέκοψαν τὴν τίμια κεφαλὴ αὐτοῦ.
  Οἱ Χριστιανοὶ παρέλαβαν τὸ τίμιο λείψανο τοῦ Μάρτυρος καὶ ἀφοῦ τὸ ἔχρισαν μὲ πολύτιμα μύρα καὶ τὸ τύλιξαν σὲ σινδόνα, τὸ κατέθεσαν σὲ λάρνακα καὶ τὸ ἀπέστειλαν στὴν πόλη τῆς Σαμψάκου κατὰ τὴν ἐπιθυμία του.
Ἡ Σύναξη τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Τρύφωνος ἐτελεῖτο στὸ Μαρτύριό του, τὸ ὁποῖο βρισκόταν μέσα στὸ σεπτὸ Ἀποστολεῖο τοῦ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, πλησίον τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας.
  Ναὸ ἀφιερωμένο στὸν Ἅγιο Τρύφωνα ἔκτισε ὁ μέγας Ἰουστινιανὸς (527 – 565 μ.Χ.) στὴν τοποθεσία τοῦ Πελαργοῦ Κωνσταντινουπόλεως. Μονὴ τοῦ Ἁγίου Τρύφωνος ἀναφέρεται καὶ μετὰ τὰ μέσα τοῦ 9ου αἰῶνος μ.Χ., παρακείμενη στὴ Μητρόπολη Χαλκηδόνος, στὴν ὁποία ἐκάρη μοναχὸς ὁ μετέπειτα Πατριάρχης Νικόλαος ὁ Μυστικὸς (901 – 907, 912 – 925 μ.Χ.).

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.


Τρυφὴν τὴν ἀκήρατον, ἰχνηλατῶν ἐκ παιδός, βασάνους ὑπήνεγκας, ὑπὲρ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, καὶ ἤθλησας ἄριστα· ὅθεν τὴν τῶν θαυμάτων, κομισάμενος χάριν, λύτρωσαι πάσης βλάβης, καὶ παντοίας ἀνάγκης, Τρύφων Μεγαλομάρτυς, τοὺς σὲ μακαρίζοντας.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’.
Ὁ Μάρτυς σου Κύριε ἐν τῇ ἀθλήσει αὐτοῦ, τὸ στέφος ἐκομίσατο τῆς ἀφθαρσίας, ἐκ σοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν, ἔχων γὰρ τὴν ἰσχύν σου, τοὺς τυράννους καθεῖλεν, ἔθραυσε καὶ δαιμόνων, τὰ ἀνίσχυρα θράση. Αὐτοῦ ταῖς ἰκεσίαις Χριστὲ ὁ Θεός, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.


Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχὰς τῆς φύσεως.
Τριαδικῇ στερρότητι, πολυθεΐαν ἔλυσας, ἐκ τῶν περάτων ἀοίδιμε τίμιος, ἐν Κυρίῳ γενόμενος· καὶ νικήσας τυράννους ἐν Χριστῷ, τῷ Σωτήρι, τὸ στέφος εἴληφας τῆς μαρτυρίας σου, καὶ χαρίσματα θείων ἰάσεων, ὡς ἀήττητος.


Μεγαλυνάριον.
Ἴχνεσι ἑπόμενος ἀκλινῶς, Τρύφων Ἀθλοφόρε, τοῦ γνωσθέντος ἐπὶ τῆς γῆς, τῶν αὐτοῦ χαρίτων, δοχεῖον ἀνεδείχθης, καὶ ἱεροῖς ἀγῶσι Μάρτυς διέπρεψας.


Συναξαριστής 1 Φεβρουαρίου



Ὁ Ἅγιος Τρύφων

 


Ὁ Ἅγιος αὐτὸς ἦταν ἀπὸ τὴν Λάμψακο τῆς Φρυγίας καὶ ἔζησε στὰ χρόνια τῶν βασιλέων Γορδιανοῦ (238-244), Φιλίππου καὶ Δεκίου. Φτωχότατος στὴν παιδική του ἡλικία, ἀναγκάσθηκε γιὰ κάποιο καιρὸ νὰ βόσκει χῆνες, γιὰ νὰ μπορεῖ νὰ ζήσει. Ἐνῷ ἐξασκοῦσε τὴν ταπεινή του δουλειά, συγχρόνως μελετοῦσε καὶ τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ μὲ πολὺ ζῆλο ἐκτελοῦσε τὰ θρησκευτικά του καθήκοντα.

Ἡ Ἁγία Γραφή, ποὺ διάβαζε ὁ Τρύφων, μεταξὺ ἄλλων λέει: «Ὁ Θεὸς ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δὲ δίδωσι χάριν». Ποὺ σημαίνει, ὁ Θεὸς τίθεται ἀντιμέτωπος στοὺς ὑπερήφανους, στοὺς ταπεινούς ὅμως δίνει χάρη. Πράγματι, ὁ ταπεινὸς Τρύφων μὲ τὴν εὐσεβῆ φιλομάθειά του ἔγινε σιγὰ-σιγὰ ἱκανὸς ὄχι μόνο νὰ ξέρει πολλὰ ὁ ἴδιος, ἀλλὰ καὶ νὰ τὰ διδάσκει. Τόσο δὲ εὐνοήθηκε ἀπὸ τὴν θεία χάρη, ὥστε καὶ ἀσθένειες θεράπευε θαυματουργικά.

Μάλιστα, ὁ βασιλιὰς Γορδιανός, ὅταν ἔμαθε αὐτὰ γιὰ τὸν Τρύφωνα, ἔστειλε καὶ τὸν ἔφεραν νὰ θεραπεύσει τὴν ἄῤῥωστη κόρη του. Πράγματι, τὴν θεράπευσε καί, ἀφοῦ ἀρνήθηκε τὶς τιμὲς καὶ τὰ ἀξιώματα ποὺ τοῦ πρόσφερε ὁ Γορδιανός, ἔφυγε εὐγενικά.

Στὴν ἐποχή, ὅμως, τοῦ Δεκίου (249-251), ὁ Τρύφων συλλαμβάνεται. Ὁμολογεῖ θαῤῥαλέα τὸ Χριστό, καὶ χωρὶς νὰ φοβηθεῖ, ἐκφράζεται φλογερὰ κατὰ τῆς εἰδωλολατρείας. Τότε ὁ ἔπαρχος τῆς Ἀνατολῆς Ἀκυλῖνος, στὴ Νίκαια, διατάζει καὶ τὸν δέρνουν σκληρά. Κατόπιν τὸν δένουν σ᾿ ἄλογο καὶ σὲ καιρὸ χειμῶνα, τὸν σύρουν κατὰ γῆς σὲ δύσβατα καὶ τραχέα μέρη. Ἔπειτα τὸν σύρουν γυμνὸ ἐπάνω σὲ σιδερένια καρφιά, καῖνε τὶς πλευρές του μὲ ἀναμμένες λαμπάδες καὶ τέλος τὸν καταδικάζουν σὲ ἀποκεφαλισμό. Ἀλλὰ πρὶν ἀποκεφαλιστεῖ, παραδίδει στὸν Θεὸ τὴν μακάρια ψυχή του.

 


Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τρυφὴν τὴν ἀκήρατον, ἰχνηλατῶν ἐκ παιδός, βασάνους ὑπήνεγκας, ὑπὲρ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, καὶ ἤθλησας ἄριστα ὅθεν τὴν τῶν θαυμάτων, κομισάμενος χάριν, λύτρωσαι πάσης βλάβης, καὶ παντοίας ἀνάγκης, Τρύφων Μεγαλομάρτυς, τοὺς σὲ μακαρίζοντας.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος δ’.
Ὁ Μάρτυς σου Κύριε ἐν τὴ ἀθλήσει αὐτοῦ, τὸ στέφος ἐκομίσατο τῆς ἀφθαρσίας, ἐκ σοῦ τοῦ Θεοῦ ἠμῶν, ἔχων γὰρ τὴν ἰσχύν σου, τοὺς τυράννους καθεῖλεν, ἔθραυσε καὶ δαιμόνων, τὰ ἀνίσχυρα θράση. Αὐτοῦ ταὶς ἰκεσίαις Χριστὲ ὁ Θεός, σῶσον τᾶς ψυχᾶς ἠμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχᾶς
Τριαδικὴ στερρότητι, πολυθεΐαν ἔλυσας ἐκ τῷ περάτων Ἀοίδιμε, τίμιος ἐν Κυρίῳ γενόμενος, καὶ νικήσας τυράννους ἐν Χριστῷ, τῷ Σωτήρι τὸ στέφος εἴληφας τῆς μαρτυρίας σου, καὶ χαρίσματα θείων ἰάσεων, ὡς ἀήττητος.

 
 Προεόρτια τῆς Ὑπαπαντῆς


Ἀπολυτίκιον.
Ἦχος α’.
Χαῖρε Κεχαριτωμένη Θεοτόκε Παρθένε· ἐκ σοῦ γὰρ ἀνέτειλεν ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν, φωτίζων τοὺς ἐν σκότει. Εὐφραίνου καὶ σὺ Πρεσβῦτα δίκαιε, δεξάμενος ἐν ἀγκάλαις τὸν ἐλευθερωτὴν τῶν ψυχῶν ἡμῶν, χαριζόμενον ἡμῖν καὶ τὴν Ἀνάστασιν.

Κοντάκιον. 
Ἦχος α’.
Ὁ μήτραν παρθενικὴν ἁγιάσας τῷ τόκῳ σου, καὶ χεῖρας τοῦ Συμεὼν εὐλογήσας ὡς ἔπρεπε, προφθάσας καὶ νῦν ἔσωσας ἡμᾶς, Χριστὲ ὁ Θεός. Ἀλλ’ εἰρήνευσον ἐν πολέμοις τὸ πολίτευμα, καὶ κραταίωσον βασιλεῖς οὓς ἠγάπησας, ὁ μόνος φιλάνθρωπος.

Μεγαλυνάριον.
Σήμερον ἡ Πάναγνος Μαριάμ, τῷ Ναῷ προσάγει, ὥσπερ βρέφος τὸν Ποιητήν, ὃν ἐν ταῖς ἀγκάλαις, ὁ Πρέσβυς δεδεγμένος, Θεὸν αὐτὸν κηρύττει, κἂν σάρκα εἴληφε.

 
Ὁ Ὅσιος Πέτρος ὁ ἐν Γαλατίᾳ

Ὁ Ὅσιος Πέτρος ἀπὸ τὴν Γαλατία, ἦταν ἀπὸ τοὺς μεγάλους ἐκείνους ἀσκητές, ποὺ γνώριζαν νὰ ἐπιδροῦν εὐεργετικὰ καὶ στὴν κοινωνικὴ ζωή. Τελευταία καὶ ὁριστικὴ διαμονή του, ἀφοῦ ἐπισκέφθηκε τὴν Παλαιστίνη, ὑπῆρξε ἡ Ἀντιόχεια.

Ὁ Ὅσιος Πέτρος εἶχε τὸ χάρισμα νὰ θεραπεύει θαυματουργικὰ ἀσθένειες, καθὼς ἐπίσης καὶ τὴν δύναμη νὰ μετακινεῖ τὶς καρδιὲς πρὸς τὶς πνευματικὲς ἐπιθυμίες καὶ νὰ ἀπαλλάσσει τὴν φαντασία ἀπὸ τὶς ματαιότητες τῆς ἐπίδειξης καὶ τῆς πολυτέλειας.

Ὁ Κύρου Θεοδώρητος διηγεῖται, ὅτι οἱ συμβουλὲς τοῦ ὁσίου αὐτοῦ ἔπεισαν τὴν μητέρα του σὲ νεαρὴ ἀκόμα ἡλικία νὰ προτιμήσει τὴν σεμνὴ καὶ ἁπλὴ ἐνδυμασία, ἀφοῦ παράτησε τὶς προηγούμενες κοσμικὲς συνήθειές της. Μ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο ὁ Ὅσιος ἔκοβε τὴν φιλαρέσκεια, ἀπὸ τὴν ὁποία τόσες πτώσεις προέρχονται καὶ σκανδαλισμοί, καὶ ἔτσι ἔκανε μεγάλο καλὸ σὲ πολλὲς ψυχὲς καὶ σὲ πολλὲς οἰκογένειες.

 
Ὁ Ὅσιος Βενδιμιανός (ἢ Βενδεδιανός)

Γεννήθηκε στὰ μέσα τοῦ Ε´ αἰῶνα, ἀπὸ γονεῖς εὐγενεῖς καὶ πλούσιους, στὴ Μεγάλη Μυσία (ἀρχαία χώρα τῆς Βορειοδυτικῆς Μικρᾶς Ἀσίας).

Μόναζε στὸ ὄρος τὸ ὀνομαζόμενο τῆς Ὄξειας καὶ μαθήτευε κοντὰ στὸν ὅσιο Αὐξέντιο (τοῦ ἐν τῷ Βουνῷ). Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ διδασκάλου του αὐτοῦ, ὁ Βενδιμιανὸς μπῆκε στὴ σχισμὴ μίας μεγάλης πέτρας, ὅπου ἔκτισε μικρὸ κελὶ καὶ ἔμεινε ἐκεῖ 42 ὁλόκληρα χρόνια μὲ αὐστηρότατη ἄσκηση.

Αὐτὸ εἶχε σὰν ἀποτέλεσμα νὰ ἐπιτύχει μεγάλες νῖκες κατὰ τῶν δαιμόνων. Ὅταν κατάλαβε νὰ πλησιάζει τὸ τέλος τῆς ζωῆς του, διηγήθηκε σ᾿ αὐτὸν ποὺ ἔγραψε τὸν βίο τοῦ ὁσίου Αὐξεντίου τὰ τῆς ζωῆς του, καὶ ἀφοῦ γονάτισε παρέδωσε τὴν Ὁσία ψυχή του.

 
Ὁ Ὅσιος Βασίλειος ὁ Ὁμολογητής

Ὁ Ὄσιος Βασίλειος ὁ Ὁμολογητής καταγόταν ἀπό τήν Ἀθήνα. Ἦταν ἀρχικά Ἐπισκοπος Κρήτης καί μετετέθη στόν ἀρχιεπισκοπικό θρόνο τῆς Θεσσαλονίκης. Ὄπως μαρτυρεῖται ἀπό τόν Νικήτα Παφλαγόνα ὀ «Βασίλειος οὖτος ὁ προτερον μέν Κρήτης ἐπισκοπος γενόμενος, διᾶ τήν τῶν Ἀγαρηνῶν ἔξοδον εἰς Θεσσαλονίκην μετατεθεῖς». Ἡ χειροτονία τοῦ Ὀσίου Βασιλείου πρέπει νᾶ συνέβη κατά τήν πρώτη πατριαρχία τοῦ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Ἰγνατίου (846-858 μ.Χ.) καί ἡ μεταθεσή του στό θρόνο τῆς Θεσσαλονίκης πολύ συντομα. Τό πιθανότερο εἶναι νά μήν προλαβε νά ἐγκατασταθεῖ καθόλου στήν Κρήτη καί νά μετατέθηκε σχεδόν ἀμέσως στήν Θεσσαλονίκη.

Πρός τόν Ὅσιος Βασίλειο Α', Ἀρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης ἀπευθύνεται ἡ βούλα τῆς 25ης Σεπτεμβρίου 860 μ.Χ. τοῦ Πάπα Νικολάου Α' (858-867 μ.Χ.), μέ τήν ὁποία ἐπικυρώνεται ὁ διορισμός του ὦς βικαρίου τῆς Ρώμης στό ἀνατολικό Ἰλλυρικό.

Τό ἔτος 862 μ.Χ. ὁ Ὄσιος Βασίλειος ἀναντιώθηκε κατά τοῦ δυσεβούς αὐτοκράτορα Μιχαήλ Γ' (842-867 μ.Χ.). Οἰ κακοποιήσεις καί οἰ διώξεις πού ἐπακολούθησαν, τοῦ χάρισαν τό στέφανο τοῦ Ὁμολογητοῦ τῆς πίστεως.

 
Ὁ Ὅσιος Τιμόθεος ὁ Ὁμολογητής

Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

 
Ὁ Ἅγιος Θείων καὶ Δύο Παιδιά

Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.

 
Ὁ Ἅγιος Καρίων

Μαρτύρησε ἀφοῦ τοῦ ἔκοψαν τὴν γλῶσσα.

 
Ἡ Ἁγία Περπετούα καὶ οἱ σὺν αὐτῇ Σάτυρος, Ῥευκᾶτος, Σατορνῖλος, Σεκούνδος καὶ Φηλικιτάτη

Ἦταν ἀπὸ τὴν Καρχηδόνα (Θουβριτανῶν τῆς Ἀφρικῆς), ἔγγαμη καὶ μητέρα ἑνὸς μικροῦ παιδιοῦ. Διακρινόταν ὄχι μόνο γιὰ τὴν εὐσέβειά της, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ἐργασία της ὑπὲρ τῆς πίστεως, ἂν καὶ ἦταν μόλις 22 χρονῶν. Καταγγέλθηκε τὸ 203 στὸν χιλίαρχο τῆς πατρίδας της, καὶ συνελήφθη μαζὶ μὲ πέντε κατηχούμενους, δυὸ ἄνδρες καὶ τρεῖς γυναῖκες, ποὺ ἡ Περπέτουα εἶχε ἀνοίξει τὰ μάτια τους στὸ φῶς τοῦ Χριστιανισμοῦ. Καὶ τοὺς μὲν ἄνδρες καὶ δυὸ ἀπὸ τὶς γυναῖκες, σκότωσε μὲ μαχαίρια ὁ εἰδωλολατρικὸς ὄχλος. Τὴ δὲ ἁγία Περπετούα, μὲ τὴν Φιλιτσιτάτη, ἀφοῦ τὶς ἔβαλαν ἀπέναντι μίας ἀγρίας δαμάλεως, διεσχίσθησαν ἀπὸ αὐτή.

Ὁ δὲ Σ. Εὐστρατιάδης ἀναφέρει ὅτι μαζὶ μὲ τὴν Περπετούα μαρτύρησαν τέσσερις ἄνδρες καὶ μία γυναῖκα, ποὺ τὰ ὀνόματα τοὺς ἦταν: Σάτυρος, Ῥευκᾶτος, Σατορνῖλος, Σεκοῦνδος καὶ Φηλικιτάτη.

 
Ἐγκαίνια (Ναοῦ) Σωτῆρος Χριστοῦ ἐν Ἀρμουλάδῃ (ἢ Ἀρμολάδη)

Ἡ μνήμη κατὰ τὸν Παρισινὸ Κώδικα 1590.

 
Ὁ Ἅγιος Ἀναστάσιος ἐκ Ναυπλίου

Ἦταν γέννημα καὶ θρέμμα τῆς πόλης τοῦ Ναυπλίου καὶ ἔκανε τὸ ἐπάγγελμα τοῦ ζωγράφου. Ἀῤῥαβωνιάστηκε τὴν κόρη ἑνὸς χριστιανοῦ, ἀλλὰ ἐπειδὴ αὐτὴ δὲν εἶχε καλὴ ζωή, ὁ Ἀναστάσιος διέλυσε τὸν ἀῤῥαβῶνα. Οἱ συγγενεῖς ὅμως τῆς κοπέλας ἔκαναν διάφορα σατανικὰ μάγια στὸν Ἀναστάσιο, γιὰ νὰ τὸν ἐκδικηθοῦν, μὲ ἀποτέλεσμα ὁ Ἀναστάσιος νὰ χάσει τὰ λογικά του.

Ἐκμεταλλευόμενοι αὐτήν του τὴν κατάσταση, οἱ Τοῦρκοι τὸν ἐξισλάμισαν. Ἀλλ᾿ ὅταν ὁ Θεὸς εὐλόγησε καὶ ἦλθε στὰ λογικά του, μὲ θάῤῥος ἀποκήρυξε τὸν Ἰσλαμισμὸ καὶ μὲ γενναιότητα ὁμολόγησε τὴν χριστιανική του πίστη.

Οἱ Τοῦρκοι, μὲ διάφορες κολακεῖες καὶ ὑποσχέσεις προσπάθησαν νὰ τὸν μεταπείσουν, ἀλλὰ ὁ Ἀναστάσιος παρέμεινε ἀκλόνητος στὴ χριστιανικὴ ὁμολογία του. Τότε, στὶς 1 Φεβρουαρίου 1655, ὑπέμεινε μαρτυρικὸ θάνατο ἀπὸ τοὺς Τούρκους, μὲ διαμελισμό. Δηλαδὴ τὸν κατέσφαξαν μὲ μαχαίρια.

Τὸ Ναύπλιο τὸν ἔκανε πολιοῦχο του καὶ ὡραῖος ναὸς στολίζει τὴν πόλη αὐτὴ πρὸς τιμὴν τοῦ νεομάρτυρα αὐτοῦ.

 
Ἡ Ἁγία Bridgit (Βρεταννίδα)

 


Ἡ Ἁγία Bridgit γεννήθηκε τό 459 μ.Χ. καί πέθανε τό 524 μ.Χ. Τό ὄνομά της ἀναφέρεται στήν ἱστορία τοῦ Ἁγίου Βεδέα καί σέ ὄλα τά μαρτυρολόγια τῆς ἐποχῆς. Ἡ Ἁγία ἀκολούθησε τήν ὀδό τῆς μοναχικῆς πολιτείας, ἴδρυσε μονῆ καί ἀφιέρωσε τήν ζωή της στή διακονία τῶν πτωχῶν. Ἡ Ἁγία Bridgit εἶναι Προστάτιδα τῆς Ἰρλανδίας.

Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτῆς τῆς ἁγίας τῆς ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν Νήσων» τοῦ Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.

 
Οἱ Ἅγιοι Τρεῖς Ἀδελφοί: Γεώργιος Ἀρχιεπίσκοπος Μυτιλήνης, Συμεὼν ὁ Νέος Στυλίτης καὶ Δαβὶδ ὁ Μοναχός

Στὶς ἀρχὲς τοῦ ὀγδόου αἰῶνος ζοῦσε στὴ Μυτιλήνη ὁ Ἀδριανὸς καὶ ἡ Κωνσταντῶ, ποὺ ἀπέκτησαν ἑπτὰ παιδιά, ἀπὸ τὰ ὅποια τὰ πέντε ἔγιναν μοναχοί. Τρία ἀπὸ αὐτὰ ἦταν ὁ Δαβίδ, ὁ Συμεὼν καὶ ὁ Γεώργιος. Πρωτότοκος ἦταν ὁ Δαβίδ, ποὺ γεννήθηκε τὸ ἔτος 717 ἢ 718. Ἔμαθε λίγα γράμματα καὶ σὲ ἡλικία 16 ἐτῶν, ἐνῷ ἔβοσκε τὰ πρόβατα τοῦ πατέρα του, σὲ ὥρα μεγάλης καταιγίδας, εἶδε σὲ ὅραμα τὸν ἅγιο Ἀντώνιο νὰ τὸν καλεῖ στὸ μοναχικὸ βίο καὶ συγκεκριμένα νὰ τοῦ δίνει ἐντολὴ νὰ μεταβεῖ στὴ Μ. Ἀσία στὸ ὄρος Ἴδη, ποὺ εἶναι ἀντίκρυ στὴ Λέσβο καὶ λίγο βορειότερα, γιὰ νὰ μονάσει ἐκεῖ.

Ὁ Δαβὶδ μὲ μεγάλη προθυμία καὶ χαρὰ δέχτηκε τὴν συμβουλὴ τοῦ Μ. Ἀντωνίου, ἦλθε στὴ Μ. Ἀσία, ὅπου ἔζησε στὸ ὄρος Ἴδη μέσα σὲ μία σπηλιὰ μὲ μεγάλη ἄσκηση, τρώγοντας ἄγρια χόρτα. Ἐκεῖ ἔζησε τριάντα χρόνια. Πάλι μὲ ὅραμα πῆρε τὴν ἐντολὴ νὰ ἔλθει στὸν ἐπίσκοπο Γάργαρων γιὰ νὰ χειροτονηθεῖ ἀπὸ αὐτὸν διάκονος καὶ ἀργότερα πρεσβύτερος. Ἐπέστρεψε καὶ πάλι στὸ ὄρος Ἴδη, ὅπου μὲ ὑπόδειξη ἑνὸς ἀγγέλου, ποὺ εἶδε σὲ ὅραμα, χτίζει ναὸ τῶν ἁγίων Κηρύκου καὶ Ἰουλίττης καὶ μοναστήρι στὸ ὁποῖο πολὺ σύντομα μαζεύτηκαν πολλοὶ μοναχοί. Ἔπειτα ἀπὸ δέκα χρόνια καὶ ἀφοῦ πέθανε ὁ πατέρας του, ἦρθε ἡ μητέρα του νὰ τὸν ἰδεῖ ἔχοντας μαζί της τὸ μικρότερο ἀπὸ τὰ παιδιά της, τὸν Συμεών, ποὺ ἦταν τότε ὀκτὼ χρονῶν. Εἶχε γεννηθεῖ τὸ 765 ἢ 766. Ὁ Συμεὼν ἔμεινε κοντὰ στὸν ἀδελφό του, ἡ μητέρα του δέ, ἔπειτα ἀπὸ λίγες ἡμέρες, ἐπέστρεψε στὴ Μυτιλήνη καὶ σὲ λίγο ἀπέθανε.

Ὁ Συμεὼν ἔμαθε γράμματα παραμένοντας στὸ μοναστήρι τοῦ ἀδελφοῦ του, ὅπου σὲ ἡλικία εἴκοσι δυὸ ἐτῶν ἔγινε μοναχὸς καὶ σὲ ἡλικία 28 ἐτῶν χειροτονήθηκε ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο Γάργαρων Ἱερεύς. Δυὸ χρόνια ἀργότερα πέθανε ὁ Δαβὶδ σὲ ἡλικία ἑξήντα ἓξ ἐτῶν, ἀφοῦ προεῖδε τὸ θάνατό του καὶ συνέστησε στὸν ἀδελφό του Συμεὼν νὰ ἐπιστρέψει στὴ Μυτιλήνη. Ὁ Συμεὼν συμμορφώθηκε μὲ τὴν ἐντολὴ τοῦ ἀδελφοῦ του καὶ ἐπέστρεψε στὴ Μυτιλήνη τῆς Παναγίας, ποὺ ἦταν στὸ νότιο λιμάνι τῆς πόλεως, στὸ «Μόλο». Ἐκεῖ, γιὰ νὰ μιμηθεῖ τὴν ἄθληση τοῦ παλαιοῦ ἁγίου Συμεὼν τοῦ Στυλίτη, ἀνέβηκε σὲ στῦλο καὶ ἔζησε μὲ φοβερὴ ἄσκηση, νηστεία, σκληραγωγία καὶ προσευχή. Στὴ συνέχεια, πῆρε κοντά του καὶ τὸν ἀδελφό του Γεώργιο, μοναχὸ καὶ αὐτόν, ποὺ γεννήθηκε τὸ ἔτος 763. Χειροτονήθηκε καὶ αὐτὸς Ἱερεὺς καί, μαζὶ μὲ τὸν ἀδελφό τους καὶ τὴν ἀδελφή τους, μοναχὴ καὶ αὐτή, Ἰλαρία καὶ ἄλλους μοναχοὺς, ἔχτισαν μοναστήρι στὸ ὁποῖο κατέφθαναν πλήθη χριστιανῶν ποὺ διψοῦσαν νὰ ἀκούσουν λόγο Θεοῦ καὶ νὰ ζητήσουν τὴν εὐλογία τῶν ἁγίων μοναχῶν.

Ὅμως τὴν ἡσυχία τοῦ μοναστηριοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας, γενικότερα, τάραξε καὶ πάλι ἡ μανία τῶν εἰκονομάχων. Ὁ Αὐτοκράτωρ Λέων Ε´ ὁ Ἀρμένιος (813-820) κήρυξε πάλι διωγμοὺς κατὰ τῶν χριστιανῶν. Ὁ ἐπίσκοπος τῆς Μυτιλήνης Γεώργιος ἐξορίζεται καὶ τοποθετεῖται ἐπίσκοπος Μυτιλήνης κάποιος Λέων εἰκονομάχος, ὁ ὁποῖος ἀμέσως στράφηκε κατὰ τοῦ Συμεὼν καὶ τῶν μοναχῶν τοῦ Μοναστηριοῦ του. Μὲ τὶς ἐνέργειες τοῦ εἰκονομάχου αὐτοῦ ἐπισκόπου καταδικάζεται σὲ θάνατο διὰ πυρὸς ὁ Συμεών, ἀλλὰ μὲ θαῦμα διασῴζεται καὶ παραμένει γιὰ ἕνα διάστημα ἀνενόχλητος πάνω στὸ στῦλο του, μέχρι ποὺ ἀναγκάζεται πάλι ἀπὸ τὸν εἰκονομάχο ἐπίσκοπο νὰ ἐγκαταλείψει τὴν Μυτιλήνη καὶ νὰ ἀποσυρθεῖ, μαζὶ μὲ τοὺς μοναχούς, στὸ μικρὸ νησάκι, τὸ γνωστό με τὸ ὄνομα Ἅγιος Ἰσίδωρος, ποὺ βρίσκεται στὸν κόλπο Γέρας πρὸς τὸ μέρος τῆς Κουντουρουδιᾶς, τῶν Λουτρῶν. Ἀργότερα, ὁ εἰκονομάχος ἐπίσκοπος κατόρθωσε νὰ ἀποσπάσει ἀπὸ τὸν Αὐτοκράτορα Μιχαὴλ Β´ τὸν Τραυλὸ (820-829) διαταγή, μὲ τὴν ὁποία ἐξορίζεται ὁ Συμεὼν στὴ «Λαγοῦσα», νησὶ ἀκατοίκητο ἀπέναντι ἀπὸ τὰ μέρη τῆς Τροίας. Ἐκεῖ πῆγε ὁ Συμεὼν μὲ τὴν συνοδεία ἑπτὰ μαθητῶν του καὶ παρέμεινε καὶ ἐκεῖ πάνω σὲ στῦλο 10 μέτρων, ἐνῷ ὁ ἀδελφός του Γεώργιος παρέμεινε στὴ Μυτιλήνη, φροντίζοντας τὸ μοναστήρι. Ἀργότερα ἔφυγε ὁ ἅγιος Συμεὼν στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου κατάλαβε ὅτι θὰ προσέφερε ἀπαραίτητες στὴν Ἐκκλησία ὑπηρεσίες καὶ ἐγκαταστάθηκε στὸ μοναστήρι τοῦ Νικήτου τοῦ Μηδικίου. Μὲ κέντρο τὸ μοναστήρι αὐτὸ περιώδευε ἀπὸ τὸν Ἑλλήσποντο μέχρι τὰ νησιὰ τοῦ Αἰγαίου καὶ μέχρι τὴν Μαύρη Θάλασσα, στηρίζοντας μὲ τὸ λόγο του τοὺς χριστιανοὺς καὶ παρηγορῶντας τοὺς διωκόμενους πατέρες, ποὺ βρισκότανε ἐξόριστοι σὲ διάφορα μέρη ἀπὸ τοὺς εἰκονομάχους. Στὶς περιοδεῖες του αὐτὲς ἐργαζόταν σὰν ψαράς, ὅπου στάθμευε, γιὰ νὰ ἐξοικονομεῖ ὅ,τι χρειαζότανε ὄχι τόσο γιὰ τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ γιὰ νὰ βοηθᾷ ὅσους εἴχανε ἀνάγκη βοηθείας. Περιοδεύοντας δὲν δίδασκε μόνο, ἀλλὰ μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ θεράπευε ἀῤῥώστους καὶ ἵδρυσε καὶ γυναικεῖο μοναστήρι, στὸ ὁποῖο μαζεύτηκαν πολλὲς μοναχές.

Μετὰ τὸ θάνατο τοῦ Μιχαὴλ τοῦ Τραυλοῦ, ὁ εἰκονομάχος διάδοχός του Θεόφιλος κήρυξε πάλι ἄγριο κατὰ τῆς Ἐκκλησίας διωγμό, κατὰ τὸν ὁποῖο συνέλαβε τὸν Συμεὼν καὶ τὴν συνοδεία του μὲ σκοπὸ νὰ τοὺς κλείσει σὲ φυλακὴ καὶ νὰ τοὺς ἐξαφανίσει. Σώθηκε καὶ ἀπὸ αὐτὸν τὸν κίνδυνο μὲ τὴν ἐπέμβαση τῆς Αὐτοκράτειρας Θεοδώρας, ἀλλὰ δὲν ἀπέφυγε τὴν τιμωρία ἑκατὸν πενήντα ῥαβδισμῶν ποὺ διέταξε ὁ Αὐτοκράτωρ, ἀλλὰ καὶ τὴν ἐξορία στὴν Ἀφουσία νῆσο τῆς Προποντίδος, ὅπου πῆγε μαζὶ μὲ ἄλλους διακεκριμένους κήρυκες τῆς Ὀρθοδοξίας, ὅπως ἦταν ὁ Θεοφάνης καὶ Θεόδωρος, οἱ λεγόμενοι Γραπτοί, καὶ ἄλλοι πατέρες. Καὶ σ᾿ αὐτὸν τὸν τόπο τῆς ἐξορίας, ὁ Συμεὼν ἔχτισε ναὸ τῆς Παναγίας καὶ μοναστήρι μαζεύοντας σ᾿ αὐτὸ ὅλους τοὺς καταδιωγμένους ἀπὸ τοὺς εἰκονομάχους πατέρες.

Ὁ Γεώργιος ποὺ παρέμεινε στὴ Μυτιλήνη εἶχε καὶ αὐτὸς ἀρκετὲς ταλαιπωρίες. Ὁ εἰκονομάχος ἐπίσκοπος Λέων τὸν καταπίεζε μὲ διάφορους τρόπους καὶ τελικὰ τὸν ἔδιωξε ἀπὸ τὴν Μυτιλήνη, ἀφοῦ κατέλαβε παρανόμως καὶ πούλησε τὸ μοναστήρι καὶ ὅ,τι ἀνῆκε σ᾿ αὐτό. Ὁ Γεώργιος ἀναγκάζεται νὰ φύγει μὲ τοὺς μοναχούς του μοναστηριοῦ σὲ ἕνα «εὐτελὲς καὶ βραχύτατον χωρίον» ποὺ τὸ ἔλεγαν «Μυρσίνα». Ἀλλὰ καὶ ἐκεῖ ἐρχότανε καὶ τοὺς εὕρισκαν χριστιανοί, κι ἐκεῖ δίδασκε ὁ Γεώργιος καὶ ἔκαμε πολλὰ θαύματα.

Ὅταν πέθανε ὁ εἰκονομάχος αὐτοκράτωρ Θεόφιλος (842) ἡ Βασίλισσα Θεοδώρα ἀνακάλεσε ἀπὸ τὴν ἐξορία ὅλους τοὺς ἐξόριστους πατέρες, ὅπως καὶ τοὺς Συμεὼν καὶ Γεώργιο. Οἱ δυὸ αὐτοὶ μαζὶ μὲ τὸν μετέπειτα Πατριάρχη Μεθόδιο τὸν ὁμολογητή, ἔγιναν οἱ πιὸ ἔμπιστοι σύμβουλοι τῆς Θεοδώρας. Ὅταν, κατὰ τὸ ἔτος 843, μὲ τὴν ὑπόδειξη τοῦ Συμεὼν ἔγινε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ὁ Μεθόδιος, ὁ Συμεὼν μαζὶ μὲ τοὺς μαθητάς του ἐγκαταστάθηκε στὸ μοναστήρι τῶν ἁγίων Σεργίου καὶ Βάκχου.

Ὁ Γεώργιος προτείνεται ἀπὸ τὴν Βασίλισσα νὰ γίνει ἐπίσκοπος Ἐφέσου, θέση ὅμως ποὺ δὲν δέχτηκε ὁ Γεώργιος, μὲ πρόφαση τὴν ἡλικία του. Ἦταν τότε ὀγδόντα χρόνων. Τέλος, ἔπειτα ἀπὸ πολλὲς πιέσεις, δέχτηκε νὰ χειροτονηθεῖ ἐπίσκοπος γιὰ τὴν Μητρόπολη Μυτιλήνης. Σύντομα χειροτονήθηκε καί, ἀφοῦ πῆρε ἀπὸ τὴν Βασίλισσα καὶ ἀπὸ τὸν Πέτρωνα καὶ Βάρδα πολλὰ δῶρα γιὰ τοὺς φτωχούς του νησιοῦ, ἔρχεται μὲ βασιλικὸ καράβι -δρόμωνα- στὴ Μυτιλήνη συνοδευόμενος ἀπὸ στρατηγοὺς καὶ αὐλικούς της Θεοδώρας.

Ἡ Μυτιλήνη τὸν ὑποδέχτηκε μὲ ἐνθουσιασμὸ καὶ χαρὰ μεγάλη. Ξαναπήρανε τότε στὰ χέρια τοὺς τὸ μοναστήρι τους οἱ ἅγιοι καὶ γιόρτασαν σ᾿ αὐτό, ὑστέρα ἀπὸ τόσα χρόνια διωγμῶν, τὴν γιορτὴ τῆς Γεννήσεως τῆς Θεοτόκου (8 Σεπτεμβρίου 843) καὶ ἔπειτα ἀπὸ λίγες μέρες ἔγινε ἡ ἐνθρόνιση τοῦ Γεωργίου στὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Θεοδώρας, ποὺ ἦταν ὁ Μητροπολιτικὸς ναός, τὴν 14η Σεπτεμβρίου, ἑορτὴ τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ.

Ἕνα χρόνο ἀργότερα (844) πέθανε ὁ Συμεὼν καὶ τὸν ἔθαψαν στὸ μοναστήρι τῆς Παναγίας. Τὸν χειμῶνα, τὸν ἴδιο χρόνο, ὁ Γεώργιος ταξίδευσε στὴ Γοτθογραικία γιὰ νὰ ἐπισκεφθεῖ ἄῤῥωστο φίλο του, τὸν ὅποιον μὲ τὴν δύναμη τοῦ Θεοῦ θεράπευσε, προφητεύοντας ὅτι θὰ ἀποθάνει ἔπειτα ἀπὸ ἑπτὰ χρόνια, ὅπως καὶ ἔγινε. Ἐπέστρεψε στὴ Μυτιλήνη καὶ συνέχισε μὲ ἐλεημοσύνες, διδασκαλίες, θαύματα τὸ ἔργο τοῦ καλοῦ ποιμένος.

Ἀποφασίζει, καὶ μάλιστα χειμῶνα καιρό, ἕνα ταξίδι γιὰ τὴν Σμύρνη, ὅπου ἤθελε νὰ ἰδεῖ πνευματικά του παιδιὰ καὶ μοναστήρια, ποὺ ἐκεῖνος ἵδρυσε σὲ οἰκόπεδα ποὺ τοῦ εἶχαν χαρίσει μαθητές του. Στὴ Σμύρνη ὅμως παρέμεινε λίγες ἡμέρες, γιατί ἐμφανίζεται Ἄγγελος Θεοῦ μπροστά του καὶ προλέγει τὸ θάνατό του. Ἐπιστρέφει σύντομα στὴ Μυτιλήνη, ὅπου περνᾷ ὅλη τὴν Μεγάλη Τεσσαρακοστή, κάνοντας καὶ τὴν λειτουργία τῆς Μ. Πέμπτης. Καταλαβαίνει ὅτι ἦρθε τὸ τέλος του. Δίνει μὲ συγκίνηση τὶς τελευταῖες συμβουλὲς καὶ εὐχὲς στὰ πνευματικά του παιδιὰ καὶ παραδίνει τὸ πνεῦμα του στὸν Κύριο τὸ βράδυ τοῦ Μ. Σαββάτου τοῦ ἔτους 845 ἢ 846. Τὸν ἐνταφίασαν μὲ μεγάλες τιμὲς στὸν τάφο τοῦ ἀδελφοῦ του Συμεών.

Ἀπολυτίκιον Ηχος α'. Της ερήμου πολίτης.
Γριάς ή των Όσιων, τα της Λέσβου βλαστήματα Δαβίδ ο θεοφόρος, Συμεών και Γεώργιος, οι ζήσαντες ισάγγελον ζωήν, και δόξης μετάσχοντες θεϊκής, πασι δοτέ αιτημάτων τάς δωρεάς τοις πίστει άνακρόζουσί' Δόξα τω ένισχύσαντι υμάς, δόξα τω θαυμαστώσαντι, δόξα τω ένεργοϋντι δι' υμών πασιν ίάματα. 

ΠΡΟΕΟΡΤΙΑ ΤΗΣ ΥΠΑΠΑΝΤΗΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΚΑΙ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΣΩΤΗΡΟΣ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ, ΚΑΙ ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΑΡΤΥΡΟΣ ΤΡΥΦΩΝΟΣ



Τῌ Α' ΤΟΥ ΜΗΝΟΣ
ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ


Τὰ προεόρτια τῆς Ὑπαπαντῆς τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν
 Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ μνήμη τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Τρύφωνος.

Τῇ Α' τοῦ αὐτοῦ μηνός, Μνήμη τοῦ Ἁγίου Τρύφωνος.

Σὺ δὲ Τρύφων τὶ; τὸ ξίφος θνῄσκω φθάσας.
Καιρὸς δὲ τίς σου τοῦ τέλους; Νουμηνία.
Ἐν Φεβρουαρίοιο Τρύφων πρὸ τομῆς θάνε πρώτῃ.

Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, Μνήμη τοῦ ὁσίου Πατρὸς ἡμῶν 
Πέτρου τοῦ ἐν Γαλατίᾳ.

Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, Μνήμη τοῦ ὁσίου Πατρὸς ἡμῶν
 Βενδιμιανοῦ.

Βενδιμιανὸς δένδρον ἀρετῆς μέγα,
Φυτευθὲν εἰς γῆν, καὶ μεταχθὲν εἰς πόλον.

Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, Μνήμη τοῦ ὁσίου Πατρὸς ἡμῶν καὶ ὁμολογητοῦ
 Βασιλείου, Ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης ὁρμωμένου ἐξ Ἀθηνῶν.

Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ὁ Ὅσιος Τιμόθεος ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται.

Τιμόθεος μετέσχε τιμῆς τῆς ἄνω,
Μὴ τι προκρίνας τῆς Θεοῦ τιμῆς κάτω.

Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ὁ Ἅγιος Μάρτυς Θεΐων, μετὰ δύο παίδων,
 ξίφει τελειοῦται.

Θνῄσκουσι παισὶν εὐπροθύμως ἐκ ξίφους.
Ὅλη Θείων εἵπετο προθυμίᾳ.

Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ὁ Ἅγιος Μάρτυς Καρίων, τὴν 
γλῶτταν ἐκτμηθείς, τελειοῦται.

Φωνῆς στερήσει γλωττότμητος Καρίων,
Γλωσσῶν πλάνων ἔπαυσεν ὑθλοφωνίαν.

Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, Μνήμη τῆς Ἁγίας Μάρτυρος Περπετούας
, καὶ τῶν σὺν αὐτῇ Σαύρου, Ῥευκάτου, Σατορλίνου,
 Σεκούνδου καὶ Φηλικιτάτης.

Τὴν τῶν σφαγέντων Περπετούα πεντάδα,
Ἤμειψε, συσφαγεῖσα πρὸς τὴν ἑξάδα.

Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Ἀναστάσιος ὁ ἐκ Ναυπλίου, καὶ ἐν Ναυπλίῳ
 μαρτυρήσας κατὰ τὸ 1654, εἰς λεπτὰ τμηθεὶς τελειοῦται.

Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεὸς ἐλέησον ἡμᾶς.
 Ἀμήν.

Για μια αγιότατη παρθένο.


        
     Επισκεφτήκαμε τον αββά Ιωάννη τον αναχωρητή, το λεγόμενο Πυρρό, και μας διηγήθηκε τα εξής: «Άκουσα τον αββά  Ιωάννη το Μωαβίτη να λέει ότι ήταν κάποια μονάστρια στην αγία πόλη πολύ ευλαβής και προκομμένη κατά Θεό. Επειδή λοιπόν φθόνησε ο διάβολος την παρθένα, βάζει σε κάποιο νέο σατανικό έρωτα προς αυτήν. Η θαυμαστή όμως εκείνη παρθένα, βλέποντας τη σκευωρία του δαίμονα και τον κίνδυνο να χαθεί ο νέος, παίρνει σ’ ένα μαντήλι λίγα βρεγμένα όσπρια κι έρχεται στην έρημο προξενώντας και στο νέο την απαλλαγή από την ενόχληση και τη σωτηρία με την αναχώρηση και στον εαυτό της την ασφάλεια της ερημιάς. Μετά πολύ λοιπόν καιρό κατ’ οικονομία Θεού, για να μη μείνει άγνωστη η ενάρετή της ζωή, τη βλέπει κάποιος αναχωρητής στην έρημο του Ιορδάνη και της λέει: «Αμμά, τί κάνεις σ’ αυτή την έρημο;» Αυτή, θέλοντας να κρυφτεί από τον αναχωρητή, του λέει: «Συμπάθα με, γιατί έχασα το δρόμο· αλλά, κάνε αγάπη, πάτερ, για τον Κύριο, και δείξε μου τον». Αυτός, επειδή ήξερε από Θεού την υπόθεσή της, της λέει: «Σε διαβεβαιώνω, αμμά, ότι ούτε έχασες το δρόμο, ούτε δρόμο αναζητάς, αλλά μια και ξέρεις ότι το ψέμα είναι από το διάβολο, πες μου αληθινά την αίτια για την οποία ήρθες εδώ». Τότε λέει η παρθένα: «Συμπάθα με, αββά, κάποιος νέος σκανδαλίστηκε με μένα και γι’ αυτό ήρθα σ’ αυτήν την έρημο, προτιμώντας μάλλον να πεθάνω εδώ παρά να γίνω πρόσκομμα σε κάποιον, κατά το λόγο του  Αποστόλου».Της λέει ο γέροντας: «Και πόσο καιρό έχεις εδώ;». Αυτή του λέει: «Έχω, με τη χάρη του Χριστού, δεκαεφτά χρόνια». Της ξαναλέει ο αναχωρητής: «Και από πού τρως;» Αυτή βγάζει το μαντήλι με τα βρεγμένα όσπρια και λέει στον αναχωρητή: «Να, τούτο το πανί που βλέπεις βγήκε μαζί μου από τήν πόλη μ’ αυτά τα λίγα βρεγμένα όσπρια και τέτοια οικονομία έκανε ο Θεός σε μένα την ταπεινή, ώστε τόσο καιρό τρώω απ’ αυτά και δεν ελαττώθηκαν. Κι αυτό να ξέρεις, πάτερ, ότι τόσο με σκέπασε η αγαθότητά Του. ώστε αυτά τα δεκαεφτά χρόνια δεν με είδε άνθρωπος, έκτος από σένα μόνο σήμερα· εγώ όμως τους έβλεπα όλους». Και μαθαίνοντας αυτά ο αναχωρητής δόξασε το Θεό».

(Ιωαν, Μόσχου «Λειμωνάριον», εκδ. Ι.Μ. Σταυρονικήτα, Αγ. Όρος)

Πώς πρέπει να προσεύχεσαι;



     «Ζητάς να διδαχθείς, πώς πρέπει να προσεύχεσαι. Κι αυτό το δίδαξε ο ίδιος ο Κύριος με τήν απαγγελία του «Πάτερ ημών» (Ματθ. 6,9). και με το να μη ζητούμε τίποτε το πρόσκαιρο, αλλά τη βασιλεία Του και την αιώνια δικαιοσύνη (Ματθ. 6,33).
Ωστόσο απ’ τους Πατέρες έχει οριστεί πρώτα η ευχαριστία στον Θεό, έπειτα η εξομολόγηση σ’ Αυτόν των αμαρτημάτων, κι έτσι ακολουθεί η αίτηση της άφεσης των αμαρτιών και η κατόρθωση των άλλων σωτηριωδών μέσων.
Όταν λοιπόν πρόκειται να προσευχηθείς…
Ευχαρίστησε τον Κύριο και Δεσπότη, γιατί σε έφερε στην ύπαρξη απ’ το μηδέν (Β΄ Μακ. 7, 28), γιατί σε γλύτωσε από κάθε πλάνη ειδωλολατρική κι αιρετική, καλώντάς σε να γίνεις μέτοχος της επιγνώσεώς Του. Έπειτα ευχαρίστησέ Τον γιατί σε προετοίμασε να βρεθείς μέσα στη μοναχική και ισάγγελη ζωή, μετά από την απόλαυση της κοινωνικής ζωής. Αυτών η σκέψη είναι ικανή να προετοιμάσει την ψυχή σου για κατάνυξη και ροή δακρύων, από τα οποία προκαλείται φωτισμός της καρδιάς, γλυκύτητα του πνεύματος, επιθυμία του Θεού. Κι όταν υπάρχει αυτή στην καρδιά, γίνεται απομάκρυνση κάθε κακίας.
     Αφού αναπέμψεις με τέτοιο τρόπο ευχαριστίες στον Θεό, εξομολογήσου σ’ αυτόν λέγοντας: «Εσύ, Δέσποτα, γνωρίζεις πόσο αμάρτησα σε Σένα και πόσο αμαρτάνω κάθε ώρα», αναλογιζόμενη αυτή την αμαρτία κι αυτό το πλημμέλημα κι όλα όσα γνωρίζεις σκι αγνοείς. Όμως να μην εξιστορείς έτσι στην τύχη όσα προκαλούν βλάβη στην ψυχή απ’ τη ζωντανή περιγραφή τους. Κι απ’ αυτά θα ανατείλει μέσα σου η χάρη της ταπεινοφροσύνης, με συντριβή της καρδιάς και φόβο ανταποδόσεως του Θεού.
Μετά απ’ αυτό ζήτησε, στέναξε, ικέτευσε τον Κύριο σου για τη συγχώρησή τους και την ενδυνάμωσή σου στο μέλλον, για να Τον ευχαριστείς λέγοντας «Ποτέ πια, Κύριε μου, Κύριε, δεν θα Σε εξοργίσω, ποτέ δεν θα αγαπήσω τίποτ’ άλλο, εκτός από Σένα τον μόνο αγαπητό. Κι αν σ’ εξοργίσω πάλι, προσπίπτω στην ευσπλαχνία Σου, να μου δοθεί δύναμη για να συνηθίσω να σου είμαι αρεστή».
Ακόμη ζήτησε με θέρμη ό,τι άλλο καλό σου έρχεται στο νου που πρέπει να επιτύχεις.
Και μετά απ’ αυτά επικαλέσου την άγια Θεοτόκο να σε ελεήσει, τους Αγίους Αγγέλους και τον Άγγελο που έχεις φύλακα της ζωής σου για να σε φρουρεί και να σε καλύπτει, τον Πρόδρομο, τους Αποστόλους, όλους τους Αγίους, κι εκείνους που συνηθίζεις να επικαλείσαι κατ’ εξαίρεση, και τον Άγιο που μνημονεύεται την ήμερα εκείνη.
     Αυτά λοιπόν νομίζω ότι έχουν τη δύναμη της προσευχής, έστω κι αν κάποιος άλλος προσεύχεται με άλλα λόγια κι όχι οπωσδήποτε με τα ίδια, γιατί ούτε ο ίδιος προσευχόμενος μέσα του λέγει τα ίδια πάντοτε. Όμως πιστεύω ότι η δύναμη είναι οπωσδήποτε ίδια σε όλους.
Είθε λοιπόν να συνεχίσεις να προσεύχεσαι αυτά που πρέπει και να βελτιώνεσαι κάθε φορά, παρουσιάζοντας όλο τον εαυτό σου, με την ακριβή και προσεκτική ζωή σου, αρεστό στον Κύριο».

(Αγ. Θεοδώρου του Στουδίτη. Επιστολή  ΜΒ΄)

ΠΕΡΙΕΡΓΗ «ΔΙΑΚΙΝΗΣΗ» ΧΡΗΜΑΤΩΝ, ΟΠΛΩΝ ΚΑΙ, ΚΥΡΙΩΣ, ΚΑΚΟΔΟΞΩΝ ΙΔΕΩΝ


ΑΠΟ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥΣ


ΕΝΟΧΗ ΣΙΩΠΗ ΤΗΣ Ι. ΣΥΝΟΔΟΥ
 















Δεν κατανοεί η Ι. Σύνοδος, ότι η σιωπή αποβαίνει όπλο, εν καιρώ, στα χέρια των εχθρών της Εκκλησίας;


Κατά τον Κυνουρίας κ. Αλέξανδρο:
* «Οδηγός μας προσκυνητός» και «Αρχηγός» της Εκκλησίας είναι ο Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος!
(Μέχρι τώρα γνωρίζαμε Σεβασμιώτατε, πως ο Χριστός είναι ο αρχηγός μας).
* Προϋπόθεση για να ανήκουμε στην Μία Εκκλησία είναι να... βρισκόμαστε στην «αγκαλιά» του Πατριαρχείου της Κων/πόλεως! 
* Ο Πατριάρχης «μας οδηγεί σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου εις πάσαν την αλήθειαν»!
(Και οι συμπροσευχές του πατριάρχη, Σεβασμιώτατε, και η αποδοχή του Βατικανού ως Εκκλησίας απὀ τον κ. Βρθολομαίο, είναι Εντολές του Κυρίου;



Αναπάντητα παραμένουν τα ερωτήματα που τέθηκαν στην Ι. Σύνοδο και τον μητροπολίτη Μαντινείας και Κυνουρίας κ. Αλέξανδρο, στο αυτοκίνητο του οποίου (κατά την είδηση της 19/1/2012) βρέθηκαν εκατομμύρια χρημάτων, αλλά και όπλα. Ρωτάμε, λοιπόν, αμφοτέρους:

(1) Αληθεύει η πληροφορία που δημοσιεύθηκε στο ιστολόγιο “Ρομφαία” ότι η αστυνομία προέβη σε «σύλληψη ιεράρχη με όπλα και 35(!) εκατομμύρια ευρώ στις αποσκευές του»;

http://www.romfea.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=10667:mitropolitis-mploko-lefta&catid=13.

(2) Αληθεύει αυτό που γράφτηκε, πως «η Σύνοδος απαίτησε από τον κ. Πολυγένη του Εκκλησιαστικού Πρακτορείου Ειδήσεων “Ρομφαία” να απαλείψει ...τη μάρκα και τον αριθμό του αυτοκινήτου που βρέθηκαν τα χρήματα και τα όπλα; Οπερ και εγένετο. Ο κ. Πολυγένης απάλειψε την αναφορά»
(panayiotistelevantos.blogspot.com/2012/01/blog-post_4602.html).

Αν δεν αληθεύουν αυτά, γιατί η Ι. Σύνοδος σιωπά;


Γιατί ο Μητροπολίτης Μαντινείας δεν διαψεύσει την είδηση; Γιατί δεν κατέθεσε αγωγή σε όποιον ή σε όποιους διασπείρουν ειδήσεις, αν αυτές είναι συκοφαντικές; Γιατί αφήνει τους πιστούς να σκανδαλίζονται και τους εχθρούς της Εκκλησίας να τρίβουν τα χέρια τους; Γιατί αφήνει να πλανάται η υποψία, ότι τα σκάνδαλα περί παρανόμου διακινήσεως χρημάτων και όπλων, που έχουν καταγγελθεί στο χώρο του Βατικανού, τώρα αγγίζουν και τη δική μας Εκκλησία και μάλιστα ατιμώρητα;


Γιατί, το και κυριότερο, η Ι. Σύνοδος δεν ενεργεί με τρόπο τέτοιο, ώστε να μην δώσει «όπλα», σ’ όσους αύριο θελήσουν με αυτά τα στοιχεία να χτυπήσουν την Εκκλησία ή να την εκθέσουν στα μάτια του λαού και να παίξουν τα παιχνίδια τους;


Διαβάζοντας τις θλιβερές ειδήσεις του τελευταίου καιρού για μητροπολίτες, θυμηθήκαμε τις αθεολόγητες φράσεις (που θέσαμε στην αρχή του κειμένου αυτού) τις οποίες είπε ο μητροπολίτης Κυνουρίας, όταν επισκέφθηκε τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο. Τότε, κανείς σχεδόν δεν ασχολήθηκε μ’ αυτές, η δε Ι. Σύνοδος δεν τις διόρθωσε, αδιαφόρησε, όπως μας έχει συνηθίσει με όσα άλλα πολύ χειρότερα και βλάσφημα ή αιρετικά λέγονται τελευταία από επισκόπους.

Είπε τότε ο Μητροπολίτης Μαντινείας και Κυνουρίας Αλέξανδρος:


“…Το στήριγμά μας, και το φως και η χαρά μας, είστε εσείς, Παναγιώτατε. Είμεθα βέβαια χριστιανοί της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Ελλάδος, η οποία απεκόπη από δυνάμεις ξένες, για πονηρούς σκοπούς. Και θα ηταν ορθό και πρέπον εμείς να παραμέναμε μέσα στην αγκαλιά της Μίας Αγίας Ορθοδόξου Εκκλησίας για να έχει η Ορθοδοξία την δύναμή της και τη δόξα της. Όμως τα πράγματα έτσι οδηγήθηκαν και έτσι έγιναν. Εμείς όμως νιώθουμε ...τον Οικουμενικό Πατριάρχη μας ως τον πατέρα μας, τον οδηγό μας και εκείνον που μας οδηγεί σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου εις πάσαν την αλήθειαν... Και γι' αυτό σήμερα ήρθα εδώ (στο Φανάρι) να ζητήσω και να προσκαλέσω ...να έρθει στην Τρίπολη ο Πατριάρχης· να προσκυνήσουμε τον αρχηγό της Εκκλησίας μας και να λάβουμε την ευλογία του, ώστε να ανανεώσουμε τις δυνάμεις μας και να προχωρήσουμε στην πορεία μας με δύναμη και με στόχους υψηλούς και σωτηριώδεις για το γένος και για την πίστη”».



Συμφωνούν οι λοιποί Επίσκοποι, οι πνευματικοί, οι μοναχοί, οι εκκλ. οργανώσεις ότι ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος μας οδηγεί «εις πάσαν την αλήθειαν»; Η σιωπή τους δείχνει, είτε ότι συμφωνούν, είτε ότι δειλιούν να διαφωνήσουν. 


Λεόντιος Διονυσίου

Μία ταπεινή απάντηση στους διορθωτές του Θεού


Την ιστορία αυτήν, μου την διηγήθηκε πριν αρκετά χρόνια, ένας πολύ καλός μου θείος, ο οποίος συγχωρέθηκε πρόωρα. Όταν μου την διηγήθηκε, την κατάλαβα μεν και με άγγιξε συναισθηματικά, δεν περίμενα όμως ότι θα είχε τόση μεγάλη πνευματική αξία. 
Θα ήθελα να αφιερώσω αυτή την ιστορία, στη σημερινή εποχή, στη σημερινή αγχωτική κοινωνία, σε όλους όσους με ανησυχία βλέπουν το μέλλον, αυτούς που σκύβουν το κεφάλι και υποτάσσονται στο θέλημα της νέας εποχής, του οικουμενισμού και της παγκόσμιας διακυβέρνησης. 
Θα γράψω αυτή την ιστορία, όπως την θυμάμαι, επειδή την γνωρίζω μόνο από εκείνη την φορά που μου την διηγήθηκε ο θείος μου. 
Κάποτε είπε ο Θεός σε έναν Άγγελό Του. 
- Πήγαινε κάτω στη Γη. Στο τάδε μέρος στο τάδε σπίτι, εκεί θα βρεις έναν ετοιμοθάνατο. Βρες τον και φέρε μου την ψυχή του! 
Ξεκίνησε ο Άγγελος και πήγε στο μέρος που του είπε ο Θεός. Ήταν ένα φτωχικό λιτό δωμάτιο, χωρίς πολλά έπιπλα, υγρό, κρύο και μουντό. Εκεί βρισκόταν ο ετοιμοθάνατος, ένας άντρας στο κρεβάτι και δίπλα του ήταν ένα παιδί που έκλαιγε με λυγμούς κρατώντας το χέρι του άντρα. Προφανώς ήταν ο γιος του ετοιμοθάνατου. Το θέαμα τραγικό. Δεν άντεξε ο Άγγελος και γύρισε στον Θεό με άδεια χέρια. 
- Που είναι η ψυχή που σου ζήτησα; Τον ρώτησε ο Θεός; 
- Δεν άντεξα να πάρω την ψυχή αυτού του ανθρώπου, απάντησε ο Άγγελος. Αυτός ο ετοιμοθάνατος, έχει έναν γιο και είναι ο μοναδικός άνθρωπος που έχει δίπλα του. Αν του πάρω τον πατέρα, τότε τί θα απογίνει ο μικρός; Ποιός θα τον φροντίζει; 
- Πολύ καλά λοιπόν. Πήγαινε στον ωκεανό, στο πιο βαθύ σημείο του. Εκεί θα δεις μία πέτρα. Σήκωσέ την και από κάτω θα βρεις ένα μικρό σκουλήκι. Πάρτο και φέρτο μου. 
Ξεκινάει ο Άγγελος και πηγαίνει στον βυθό του ωκεανού. Βρίσκει την πέτρα, βρίσκει το μικρό σκουλήκι, το παίρνει και το πηγαίνει στον Θεό. 
Το παίρνει ο Θεός και του λέει δείχνοντάς του το. 
- Ποιός νομίζεις ότι φροντίζει γιαυτή την μικρή ύπαρξη στο βυθό του ωκεανού;! Πήγαινε τώρα να μου φέρεις την ψυχή που σου ζήτησα. 
Αυτή η ιστορία, θίγει βασικά ζητήματα. Πίστη, ελπίδα, αγάπη, υπακοή, εμπιστοσύνη, αμφιβολία. 
Ο Θεός είναι πανταχού παρών και τα πάντα πληρών. Δεν είναι μόνο εδώ ή εκεί. Ο Θεός φροντίζει για τα πάντα. Για όλη την πλάση, για όλον τον μακρόκοσμο και όλον τον μικρόκοσμο. Η βαθιά και χωρίς αμφιβολία πίστη στον Θεό είναι ζωτικής σημασίας για τον άνθρωπο. Η Ορθή πίστη είναι η βάση της σωτηρίας. Όχι η χλιαρή πίστη, όχι η θεωρία, ή η ιδεολογία, όχι η προσωπική ερμηνεία. Τα πράγματα είναι ξεκάθαρα, το θέλημα του Θεού δεν μπορεί να αμφισβητηθεί, ούτε να κριθεί, ούτε να διορθωθεί, δεν μπορεί να συζητηθεί, ούτε μπορεί να μην εκπληρωθεί. 
Ο Άγγελος, στην ιστορία αυτήν, δεν υπακούει στο θέλημα του Θεού, βασιζόμενος στην προσωπική του κρίση. Αναλύει ο ίδιος την κατάσταση που αντικρύζει και αποφασίζει να παρακούσει το θέλημα Του, και στη συνέχεια επιδιώκει να διορθώσει την απόφαση Του, προφασιζόμενος το τραγικό της κατάστασης, προβάλλοντας την ανησυχία του για το μέλλον του παιδιού. 
Αυτή θα μπορούσε να ήταν η πλοκή μίας χολυγουντιανής ταινίας, ή μίας ιστορίας ανυπέρβλητου συναισθηματισμού της δυτικής κουλτούρας της νέας εποχής, μιας και η νέα εποχή, αρέσκεται στο να διορθώνει συνεχώς τον Θεό και να τον πλάθει στα μέτρα της. 
Σε μία τέτοια ιστορία δυτικού σεναρίου και συναισθηματικού ξεχειλίσματος, ο κεντρικός πρωταγωνιστής είναι ο Άγγελος, ο οποίος στο τέλος δικαιώνεται, αφού καταφέρνει να λυγίσει το (λανθασμένο) σκληρό θέλημα του απόλυτου Θεού, και να σώσει το κακόμοιρο παιδί (από την μοναξιά και την έλλειψη φροντίδας) καθώς και την ψυχή του ετοιμοθάνατου (από ποιον;). Στο τέλος μαζεύονται όλοι, κοιτάζουν ευτυχισμένοι και αγκαλιασμένοι στην κάμερα με πλατύ χαμόγελο και μεγάλη συγκίνηση και μας χαιρετάνε. Απαλή μουσική υπόκρουση από αρμόνιο συνοδεύει τους τίτλους τέλους, η κάμερα κάνει zoom-out σιγά σιγά και ζήσαν αυτοί καλά και μεις καλλίτερα. 
Θα μπορούσαμε επίσης να παραλληλίσουμε αυτή την ανησυχία του Αγγέλου για το μέλλον του παιδιού, με την δική μας ανησυχία για το μέλλον μας, για τις βιωτικές μας ανάγκες, σε σχέση με τις επιταγές της νέας εποχής και της διάθεσής (ή αδιαθεσίας) μας να αντισταθούμε  (βλ. ΑΜΚΑ). Κάνοντας τον παραλληλισμό αυτόν, μπορούμε να δούμε κατά κάποιον τρόπο, πόσο κοντά μας νιώθουμε την παρουσία του Θεού, πόσο βαθιά πιστεύουμε και κατά πόσο αυτή η πίστη μας είναι ορθή. Μπορούμε να μετρήσουμε την εμπιστοσύνη, που έχουμε στο Θεό, η οποία είναι αποτέλεσμα της πίστης μας. Άραγε γνωρίζουμε πραγματικά το θέλημά Του, και πόσο διατεθιμένοι είμαστε να το υπακούσουμε; 
Η ιστορία αυτή είναι μία πολύ καλή απάντηση στην οικουμενιστική διάθεση της εποχής, θίγοντας το θέμα της αληθινής εν Θεώ αγάπης. Ο Θεός είναι η αγάπη και η δικαιοσύνη. Στο τέλος τους δικαιώνει όλους. Από την μία τον ετοιμοθάνατο, αφού παίρνει την ψυχή του κοντά Του και από την άλλη τον γιο αφού αναλαμβάνει την κηδεμονία του. Ο Άγγελος ορμώμενος ίσως από τον αυθορμητισμό του και τον συναισθηματισμό του, δεν κάνει τίποτε άλλο από το να δικαιώνει τον εαυτό του. Είναι μία επιπόλαια κίνηση, αφού ο Άγγελος ούτε σωτήρας είναι, ούτε κηδεμόνας μπορεί να γίνει, αλλά ούτε και τα μέλλοντα γνωρίζει. Ουσιαστικά δεν κινείται με αυθεντικά κριτήρια αγάπης, αλλά με εγωιστική διάθεση, με προσωπική κρίση αφού ερμηνεύει αυθαίρετα μία κατάσταση και πάει να επέμβει στο θέλημα του Θεού δείχνοντας να μην γνωρίζει πως ο παντοδύναμος Θεός είναι αυτός που θα αναλάβει πλέον την φροντίδα του παιδιού που θα μείνει ορφανό. 
Κάπως έτσι λειτουργούν και οι οικουμενιστές. Κάνουν στην άκρη τον Θεό (απορρίπτοντας σχεδόν όλη την Ιερά Παράδοση, μεταφράζοντας τα αρχαία λειτουργικά κείμενα στα νέα ελληνικά κτλ), ερμηνεύουν όπως θέλουν την κατάσταση (με αγαπολογίες και συναισθηματισμούς, με ποιηματάκια και χαμογελάκια.) και αντικαθιστούν διακριτικά και υποχθόνια το θέλημά Του με το δικό τους θέλημα (όλοι μας είμαστε μέρος μίας παγκόσμιας αλήθειας.)
Αναδημοσίευση απο το ιστολόγιο-ΑΓΑΠΗ-ΠΙΣΤΗ-ΕΛΠΙΔΑ

Ο άγιος Τρύφων και τα αμπέλια - η τιμή του σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας






Ο Άγιος Τρύφωνας έχει καθιερωθεί ως ο Άγιος προστάτης των αμπελουργών, παρουσιάζεται μάλιστα στις νεώτερες αγιογραφίες να κρατά κλαδευτήρι. Οι αμπελουργοί της Bόρειας Ελλάδας τιμούν τον Άγιο με πλήθος εθιμικών πρακτικών και γιορτών, τις οποίες επιθυμούν να καταγράψουν οι Δρόμοι του Κρασιού. 
Ο ΑΓΙΟΣ ΤΡΥΦΩΝΑΣ ΓΙΟΡΤΑΖΕΙ ΣΤΟ ΒΟΡΕΙΟΕΛΛΑΔΙΤΙΚΟ ΑΜΠΕΛΩΝΑ

Ο Άγιος ΤρύφωναςΤην πρώτη Φεβρουαρίου τιμά η Εκκλησία μας τη μνήμη του Αγίου Τρύφωνα, που έχει καθιερωθεί στην εθιμική λατρεία ως ο προστάτης των αμπελουργών. Ο Άγιος παρουσιάζεται μάλιστα στις νεώτερες λαϊκές αγιογραφίες ως “νέος, αγένειος, σγουρομάλλης, κρατών κλαδευτήρι”, εργαλείο δηλαδή με το οποίο γίνεται η κύρια αμπελουργική εργασία της χρονικής αυτής περιόδου. Πουθενά στο Συναξάριό του δεν αναφέρονται επεισόδια από το βίο ή τα θαύματά του, που να συνδέουν τον Άγιο με το αμπέλι και το κρασί. Πώς συσχετίσθηκε λοιπόν ο Μεγαλομάρτυρας Τρύφωνας με την άμπελο και το μεθυστικό της προϊόν ;

Ο Άγιος Τρύφωνας γεννήθηκε στη Λάμψακο, παραλιακή πόλη της Φρυγίας, και μαρτύρησε το 249 μ.Χ., όταν αυτοκράτορας του Ρωμαϊκού κράτους ήταν ο Δέκιος, στη Νίκαια της φρυγικής Βιθυνίας. Η περιοχή ήταν ξακουστή για τους αμπελώνες της όπως και όλα τα παράλια της Προποντίδας. Εκεί βρίσκονταν πόλεις που φημίζονταν για την αφθονία των κρασιών τους: η Ραιδεστός, η Κύζικος και η περιοχή της Βιθυνίας με τα κρασιά της Τρίγλειας, της Κίου, της Νίκαιας. Ο Άγιος πολιούχος της Νίκαιας συνδέεται λοιπόν καταρχήν με την άμπελο και τον οίνο λόγω ...προέλευσης από περιοχή παραγωγής οίνων ποιότητος, αφού λίγες ήταν οι βυζαντινές επαρχίες, που μπορούσαν να καυχηθούν για τον οίνο τους τόσο όσο οι περιοχές της Προποντίδας.

Η θέση της γιορτής του στον ετήσιο κύκλο πρέπει να έπαιξε επίσης ρόλο στην καθιέρωση του Αγίου ως προστάτη των αμπελουργών. Παρόλο που το αμπέλι “κοιμάται”, γυμνό από τσαμπιά, άνθη, φύλλα και χλωρούς βλαστούς, ο Φεβρουάριος αποτελεί κρίσιμη καμπή στο βλαστικό του κύκλο. Είναι η χρονική περίοδος κατά την οποία αρχίζει παραδοσιακά η σημαντικότερη ίσως αμπελουργική φροντίδα, το κλάδεμα. Το κλάδεμα είναι τεχνική εργασία για την οποία οι αμπελουργοί δηλώνουν ότι χρειάζεται πείρα, μαστοριά και γνώση του συγκεκριμένου αμπελώνα. Κλαδεύοντας, ο αμπελουργός επεμβαίνει δυναμικά στο αμπέλι του και ρυθμίζει την ποσότητα άρα και την ποιότητα της παραγωγής του, ενώ καθορίζει αναπόφευκτα τη διάρκεια της ζωής αλλά και την υγιεινή κατάσταση των κλημάτων.

Πανάρχαιες αντιλήψεις για τη βλάστηση και τη γονιμότητα βρήκαν πιθανότατα στέγη στον εορτασμό του Μεγαλομάρτυρα Τρύφωνα, την πρώτη του Φεβρουαρίου. Οι γεωργοί και ειδικά οι αμπελουργοί προσπαθούσαν να εξασφαλίσουν την προστασία των θεϊκών δυνάμεων πριν αρχίσουν το κλάδεμα. Όταν επεκράτησε ο Χριστιανισμός και τα παλιά λατρευτικά στοιχεία απαγορεύτηκαν, εκείνα επιβίωσαν ...κουκουλωμένα κάτω από το μανδύα της νέας θρησκείας. Ο Άγιος, εξειδικευόμενος, επωμίσθηκε το ρόλο του προστάτη των αμπελουργών κατά κύριο λόγο. Δέχεται όλες τις ευχές, τις επικλήσεις και τις ιδιαίτερες φροντίδες με τις οποίες προσπαθούν να εξασφαλίσουν την ευετηρία, την καλή χρονιά, και να προστατέψουν το αμπέλι από τις λογής καταστροφές, που μπορεί να φέρει μια όψιμη παγωνιά, το χαλάζι, ο άνεμος, η δυνατή ή άκαιρη βροχή, κάποια ασθένεια.
Δε φαίνεται πάντως τυχαίο το γεγονός ότι και ο βασικός Γάλλος ομόλογος του Αγίου, ο saint Vincent, εορτάζεται στους γαλλικούς αμπελότοπους την ίδια χρονική περίοδο, στις 22 Ιανουαρίου.

Μυστήριο καλύπτει τις ακριβείς μετακινήσεις του Αγίου Τρύφωνα από τη Λάμψακο στην Ανατολική Θράκη και την Ανατολική Ρωμυλία. Το 1924 πάντως, όταν οι ιστορικές συνθήκες ανάγκασαν τους ελληνικούς πληθυσμούς της Ανατολικής Ρωμυλίας να αφήσουν κατάφυτες από αμπέλια περιοχές και να εγκατασταθούν στις καινούργιες πατρίδες τους, φέρνοντας μαζί τους αμπελοοινικές τεχνικές αλλά και τρόπους λατρείας, ο Άγιος Τρύφωνας ήταν ήδη καθιερωμένος ως Άγιος προστάτης των αμπελουργών στους χριστιανικούς πληθυσμούς της βαλκανικής χερσονήσου. Στις αμπελουργικές περιοχές της Μακεδονίας μάλιστα ήταν ιδιαίτερα γνωστός και σεβαστός, όπως μαρτυρά η προφορική παράδοση των ντόπιων κατοίκων της Γουμένισσας, της Νάουσας, του Αμυνταίου, οι τοιχογραφίες του Αγίου σε ιερούς ναούς που χτίστηκαν τον δέκατο ένατο αιώνα αλλά και το αρκετά συνηθισμένο ανδρικό βαφτιστικό όνομα Τρύφων. Η ένταση της λατρείας του Αγίου επηρεάζεται από την ύπαρξη αμπελώνων καθώς και τη σπουδαιότητά τους για την οικονομία της περιοχής. Συγκέντρωση λατρευτικών παραδόσεων και τήρηση των εθιμικών πρακτικών παρατηρείται στο βορειοελλαδικό χώρο και μάλιστα στις προσφυγικές κοινότητες με τόπο καταγωγής την Ανατολική Ρωμυλία.


Η λατρεία του Αγίου Τρύφωνα
Ο Άγιος Τρύφωνας λοιπόν, από τη Λάμψακο της Φρυγίας, καθιερώθηκε ως Άγιος προστάτης των αμπελουργών, κρατά κλαδευτήρι και έχει σημαντικές αποτρεπτικές δυνάμεις κατά των ποικίλων εχθρών που ενεργούν βλαπτικά στα αμπέλια, στα δενδροκηπευτικά και τους αγρούς : αντίξοες καιρικές συνθήκες, ασθένειες, έντομα, κάμπιες αλλά και ποντικοί υποχωρούν μπροστά του, εφόσον βέβαια του αποδοθούν οι προσήκουσες τιμές. Ονομαστικά αναφέρονται στον Εξορκισμό του Αγίου Μάρτυρος Τρύφωνος μεταξύ των ...“κακούργων θηρίων των αδικούντων την άμπελον, την χώραν τε και τον κήπον : Κάμπη, Σκώληξ, Σκωληκοκάμπη, Σκάνθαρος, Βρούχος, Ακρίς, Επίμαλος, Καλιγάρις, Μακρόπους, Μύρμηξ, Φθειρ, Ρυγίτης, Ψυλλίτης, Καυσοκόπος, Ερυσίβη, Κοχλοί, Ψαλίτης και ει τι άλλο προσφυσούν και μαραίνον τον καρπόν της σταφυλής και των λοιπών ειδών και λαχάνων”.

Η λαϊκή παράδοση συνδέει τον Άγιο με τα αμπέλια και τους αμπελουργούς μέσω ευρύτατα διαδεδομένης στο βαλκανικό χώρο αφήγησης. Σύμφωνα με μια παραλλαγή ο Άγιος Τρύφωνας κλάδευε το αμπέλι του αδιαφορώντας για τις αντίθετες υποδείξεις της Παναγίας και έκοψε τη μύτη του. Η φράση - κλειδί “κλαδεύω έτσι κι όχι έτσι, είπε κι έκοψε τη μύτη του” συνοδεύεται από χειρονομία χαρακτηριστική της τεχνικής του κλαδέματος, χωρίς την οποία ο ακροατής αδυνατεί να αντιληφθεί πώς ακριβώς ακρωτηριάσθηκε ο Άγιος. Με αυτήν την “τεχνολογική αφήγηση” εξηγείται η λατρευτική αποχή από την εργασία στ’ αμπέλια που τηρούν όλοι οι αμπελουργικοί πληθυσμοί. Την απαγόρευση εκφράζουν ρητά οι Στενημαχίτες : “Ας έρθ’ τ’ Αϊ Τρύφου η μέρα πρώτα, κι απέει πιάν’ς του σβανά στου χέρι σ’”. Η πρώτη του Φεβρουαρίου αποτελεί στη λαΪκή συνείδηση το θεσμοθετημένο χρονικό ορόσημο που σηματοδοτεί την αρχή του κλαδέματος και το οποίο ακολουθούν διαδοχικές αμπελουργικές φροντίδες. Είναι λοιπόν φυσικό να προσπαθούν οι αμπελουργοί να προστατέψουν με κάθε τρόπο το ευαίσθητο αμπέλι τους κατά την τόσο κρίσιμη αυτή χρονική στιγμή.

Κατεξοχήν αγροτική η γιορτή του Αγίου Τρύφωνα, χαράσσει κύκλο εορταστικό στο μακεδονικό αμπελώνα, στον οποίο συναντώνται διάφορες κατά τόπους λατρευτικές συνήθειες. Οπως προστάζουν τα έθιμά τους τιμούν τον Άγιο οι γηγενείς, οι ντόπιοι κάτοικοι στις αμπελουργικές περιοχές της Νάουσας, της Γουμένισσας, του Αμυνταίου καθώς και οι προσφυγικοί πληθυσμοί από την Ανατολική Ρωμυλία στη Γέφυρα (Σωζοπολίτες), στη Νέα Αγχίαλο (Αγχιαλίτες) στη Νέα Μεσήμβρια (από τη Μεσημβρία). Στην εκκλησία κάνουν αγιασμό και αρτοκλασία με κόλλυβο για το μνημόσυνο του Αγίου Τρύφωνα. Στο κόλλυβο μάλιστα που παρέθεταν οι Αγχιαλίτες “ζωγράφιζαν” παλαιότερα τον Άγιο και σταφύλια. Συνηθίζουν επίσης να διατηρούν από τον τρύγο σταφύλια, κρεμασμένα στα υπόγεια κελλάρια οινοποίησης ή στην κληματαριά. Το’ χουν σε καλό να αντέξουν τα σταφύλια αυτά ως την πρώτη Φεβρουαρίου, οπότε και τα πηγαίνουν στην εκκλησία για να διαβαστούν και να μοιραστούν στους πιστούς. Ολοι παίρνουν ρώγες που τις τρώνε “για υγεία” αφού φυλάξουν μερικές στο εικονοστάσι. Με τον αγιασμό αυτόν δεν ραντίζουν το σπίτι αλλά τους μπαχτσέδες, τις οπωρώνες και κυρίως τ’ αμπέλια τους. Επισκέπτονται λοιπόν τους αμπελώνες την πρώτη Φεβρουαρίου για να τους ραντίσουν με αγιασμό αλλά και για να προβούν, την ημέρα αυτή της λατρευτικής αποχής από την εργασία, σε τελετουργικό κλάδεμα τεσσάρων κλημάτων. Τα κλήματα αυτά τα διαλέγουν να’ναι ιδιαίτερα γερά, είτε βρίσκονται στις γωνίες του αμπελώνα είτε σχηματίζουν σταυρό στο αμπέλι. Πάνω σ’ αυτά θα ρίξουν κρασί ή αγιασμό, προσβλέποντας στην ευφορία, στην καλή παραγωγή, στην καλοχρονιά. Με την ευκαιρία, σε κάποιες περιοχές θα θάψουν κάτω απ τα κλήματα το κουλούρι του καλικάτζαρου αλλά και το κόκκινο αυγό της Μεγάλης Πέμπτης. Κάποτε πραγματοποιείται και ένα είδος στοιχειώδους μιμικού δρώμενου, που συνδέει τον Άγιο με την προσδοκώμενη αφθονία, τη γονιμότητα, την “ευκολία”, όπως λένε οι ίδιοι.
Για τους υπόλοιπους αμπελουργούς η μέρα θα τελειώσει πιθανότατα με μια γερή κρασοκατάνυξη, οικογενειακή ή μεταξύ συναδέλφων. Οι πρόσφυγες από τους αμπελότοπους της Στενημάχου στην Ανατολική Ρωμυλία όμως θα πραγματοποιήσουν την εντυπωσιακή τελετουργία του κουρμπανιού, αιματηρής θυσίας προς τιμήν του Αγίου Τρύφωνα, που έφεραν με τις λιγοστές αποσκευές τους και τη μεταφύτεψαν στις νέες πατρίδες τους.

Πράγματι, η αμπελουργική Στενήμαχος είναι η μόνη περιοχή στην οποία αναφέρονται αιματηρές προσφορές για τον άγιο Τρύφωνα. Η τέλεση αιματηρής θυσίας στο πλαίσιο του εορτασμού του αγροτικού Αγίου και με επιδιωκόμενο αντάλλαγμα μια καλή χρονιά για τα αμπέλια εξηγείται από τη θρακική προέλευση του εθίμου και των φορέων του. Τα κουρμπάνια ήταν συνηθισμένες τελετουργίες στο θρακικό χώρο και προσφέρονταν στο θείο από ιδιώτες και κοινότητες σε διάφορες περιστάσεις και με ποικίλες επιδιώξεις. Στη Στενήμαχο λοιπόν, ανθηρή ελληνική πόλη πριν το 1924, χτισμένη 20 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της Φιλιππούπολης στους πρόποδες της Ροδόπης, οι αμπελουργοί κάτοικοι γιόρταζαν κάθε χρόνο τη μνήμη του Αγίου προστάτη τους κάνοντας κουρμπάνι, δημοτελή θυσία μόσχου. Την παραμονή της γιορτής, μετά την εορταστική περιφορά του στεφανωμένου με κληματίδες ζώου, το θυσίαζαν στο προαύλιο του παρεκκλησιού. Ανήμερα του Αγίου το διαβασμένο από τον παπά κρέας έβραζε με το ζωμό του σε καζάνια κι αφού το ευλογούσε και πάλι ο παπάς γινόταν η διανομή και κοινό γεύμα. Ακολουθούσε αγώνας πάλης με συμμετοχές Ελλήνων, Τούρκων και Βουλγάρων παλαιστών καθώς και γλέντι με οινοποσία. Στην εκδήλωση συμμετείχαν όλοι οι έλληνες αμπελουργοί από τη Στενήμαχο αλλά και τις γειτονικές κωμοπόλεις Ανω Βοδενά και Κούκλαινα. Το κουρμπάνι αποτελεί μάλιστα μια από τις εντονότερες αναμνήσεις των γερόντων πληροφορητών που ζουν σήμερα σε κοινότητες του μακεδονικού αμπελώνα, “κρατούν το έθιμο” και δεν ξεχνούν τη χαμένη πια πατρίδα.
Εγκατεστημένοι στη Γουμένισσα του νομού Κιλκίς (από το Άνω Βοδενό), στη Στενήμαχο Ημαθίας (από τη Στενήμαχο) και στον Τρίλοφο Ημαθίας (από την Κούκλαινα) συνεχίζουν να καλλιεργούν αμπέλια, να φτιάχνουν κρασί, να τιμούν τον άγιο Τρύφωνα με το ετήσιο κουρμπάνι του, να θυμούνται αυτά που άφησαν και καμιά φορά να τραγουδούν “Κάθε στιγμή που φεύγει δε θα γυρίσει πια και τα καλά του κόσμου βρίσκονται ς τα βουτσιά”, στους κάδους δηλαδή της οινοποίησης...

Γουμένισσα
Στη γραφική κωμόπολη ζουν σήμερα 4500 κάτοικοι, ντόπιοι, γύφτοι που είναι κατά παράδοση λαϊκοί οργανοπαίκτες, πρόσφυγες από τον Πόντο και πρόσφυγες από το Άνω Βοδενό της Στενημάχου.
Η μνήμη του Αγίου Τρύφωνα γιορτάζεται με εξαιρετική λαμπρότητα. Παράλληλα με τις διάφορες άλλες εθιμικές πρακτικές (αγιασμοί και τελετουργικά κλαδέματα αμπελώνων, διατήρηση σταφυλιών από τον τρύγο και διανομή τους), ο Σύλλογος των προσφύγων από το Άνω Βοδενό της Στενημάχου διοργανώνει το κουρμπάνι προς τιμήν του Αγίου. Νωρίς το πρωί της πρώτης Φεβρουαρίου το ζώο, μοσχάρι, πάντα αρσενικό, αγορασμένο με έρανο, οδηγείται με πομπή και συνοδεία οργάνων στο παρεκκλήσι του Αγίου Τρύφωνα όπου θυσιάζεται και βράζεται σε μεγάλα χάλκινα καζάνια. Εν τω μεταξύ γίνεται λειτουργία και αγιασμός. Ο παπάς διαβάζει το βρασμένο κρέας, που διανέμεται “για το καλό” σε πιστούς και περίεργους μαζί με ζωμό. Τα χορευτικά συγκροτήματα της περιοχής και οι συμμετέχοντες γλεντούν με τοπική μουσική και άφθονο κόκκινο κρασί και τσίπουρο. Στην κάποτε κλειστή γιορτή των προσφύγων από την Ανατολική Ρωμυλία συμμετέχουν σήμερα όλοι οι κάτοικοι της Γουμένισσας και της περιοχής της. Ο καθαρά αμπελουργικός χαρακτήρας του τόπου, η έντονη δραστηριοποίηση του Συλλόγου που διατρανώνει κάθε χρόνο την ιδιαιτερότητά του αλλά και την ενότητά του με τους υπόλοιπους κατοίκους, δίνουν στο κουρμπάνι του Αγίου Τρύφωνα τον τόσο γενικευμένο, καθολικά αποδεκτό χαρακτήρα του. Η γιορτή του Αγίου Τρύφωνα στη Γουμένισσα διατηρεί ζωντανά πολλά παραδοσιακά στοιχεία. Όσοι αντέξουν να ακολουθήσουν μετά το γλέντι κάποιον γέρο αμπελουργό, θα τον δουν να ραντίζει με αγιασμό το αμπέλι του, να κλαδεύει τελετουργικά τέσσερα κλήματα και να παραχώνει στη γη τα κόκκαλα και άλλα υπολείμματα του κουρμπανιού. Η γιορτή σημαίνει για κείνον μια ετήσια ανανεούμενη συμφωνία με τον προστάτη των αμπελιών άγιο Τρύφωνα.


Στενήμαχος Ημαθίας
Οι περισσότεροι από 1000 κατοίκους κατάγονται από τη Στενήμαχο της Ανατολικής Ρωμυλίας και εγκαταστάθηκαν στο παλιό Χωροπάνι με την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1925. Οι υπόλοιποι είναι Σαρακατσάνοι καθώς και και ελάχιστοι Βλάχοι. Σε γραφικό λόφο λίγο έξω από την αμπελουργική κοινότητα γιορτάζεται η μνήμη του Αγίου Τρύφωνα με τρόπο που μεταφέρθηκε από τη Στενήμαχο. Το μοσχαρίσιο κρέας που έχει αγοραστεί και βράσει την προηγουμένη καθώς και σταφύλια διατηρημένα από τον τρύγο διαβάζονται από τον παπά μετά τη λειτουργία.. Το ευλογημένο κρέας, κρύο, καθώς και σταφύλια, προσφέρονται στους εκκλησιαζόμενους, οι οποίοι παίρνουν επίσης αγιασμό για να ραντίσουν τ’ αμπέλια και τα οπωροκηπευτικά (μήλα, ροδάκινα, κεράσια). Στον περίβολο της εκκλησίας δημοπρατούνται από την εκκλησιαστική επιτροπή ψητά κοτόπουλα και ζωντανά αμνοερίφια. Διανέμονται “γιαπράκια”, ντολμάδες τυλιγμένοι με λάχανο τουρσί, και Στενημαχιώτικα λουκάνικα που ψήνονται επί τόπου. Χορεύει το τοπικό συγκρότημα και το γλέντι γενικεύεται, καθώς προσφέρεται άφθονο κόκκινο κρασί για να ζεστάνει τους τολμηρούς που αψηφούν τη χειμωνιάτικη παγωνιά.


Τρίλοφος Ημαθίας
Ο Τρίλοφος, Διαβόρνιτσα παλιά και Νέα Κούκλαινα αργότερα, γεωργικό χωριό της αμπελουργικής ζώνης της Νάουσας, έχει 800 κατοίκους. Είναι ντόπιοι και λίγοι Βλάχοι, η μεγάλη όμως πλειοψηφία κατάγεται από την Κούκλαινα της Ανατολικής Ρωμυλίας, κωμόπολη που βρίσκεται κι αυτή κοντά στη Στενήμαχο και το Άνω Βοδενό.
Οι Ανατολικορωμυλιώτες κρατούν το έθιμο και κάνουν κάθε χρόνο κουρμπάνι στο παρεκκλήσι του Αγίου Τρύφωνα, που βρίσκεται σε λόφο τριγυρισμένο με αμπέλια. Την παραμονή το βράδυ οι πρωτεργάτες του εθίμου συγκεντρώνονται, σφάζουν πρόβατα και κριάρια και τα προετοιμάζουν. Την επομένη, ανήμερα του Αγίου, όλα είναι έτοιμα από νωρίς : ξημερώματα ανάβουν οι φωτιές κάτω απ’ τα καζάνια. Έτσι, μετά τη λειτουργία που πραγματοποιείται στην κεντρική εκκλησία του χωριού, τον Αϊ Δημήτρη, όλοι οι κάτοικοι αλλά κι οι ξένοι παρευρισκόμενοι ανηφορίζουν στο παρεκκλήσι για τον αγιασμό και το κουρμπάνι. Μερικοί φέρνουν σταφύλια να διαβαστούν και να μοιραστούν Για το καλό παίρνουν λίγο ψαχνό από το ευλογημένο κρέας. Όσοι θέλουν μπορούν να πάρουν και ζωμό για τους παππούδες που περιμένουν στο σπίτι. Εν τω μεταξύ, τα μπούτια από τ’ αρνιά και τα γίδια, κοτόπουλα και κοκορέτσια, ψήνονται σε υπαίθριες ψησταριές γεμίζοντας γαργαλιστικές μυρωδιές το χειμωνιάτικο τοπίο και δημοπρατούνται στη συνέχεια υπέρ της εκκλησίας. Η γιορτή κορυφώνεται με μουσική, χορό και βέβαια άφθονο μπρούσκο Ναουσαίικο κρασί.

Γέφυρα νομού Θεσσαλονίκης
Το Τοψίν έχει 2500 κατοίκους, 500 γηγενείς και 2000 πρόσφυγες από τις Μέτρες της Ανατολικής Θράκης και τη Σωζόπολη της Ανατολικής Ρωμυλίας. Από αυτούς, αμπελουργοί ήταν οι Σωζουπολίτες, οι οποίοι είχαν ήδη ιδρύσει το 1856 Σωματείο που διοργάνωνε τη γιορτή του Αγίου Τρύφωνα. Η γιορτή του Αγίου στη Σωζόπολη είχε κυρίως θρησκευτικό χαρακτήρα. Οι αμπελουργικές οικογένειες πήγαιναν στην εκκλησία σταφύλια διατηρημένα από τον τρύγο σε άμμο και αλεύρι. Τα σταφύλια αυτά καθώς και κόλλυβο διαβάζονταν κατά τη λειτουργία. Μετά την απόλυση πήγαιναν όλοι στην αίθουσα του Σωματείου όπου γινόταν διανομή των ευλογημένων σταφυλιών και του κόλλυβου και προσεφέρετο κρασί. Ετσι άρχιζε γλέντι τρικούβερτο που κρατούσε ως το πρωί και ο “αη Τρύφους” έδειχνε και τ’ άλλο, το... Διονυσιακό του πρόσωπο.
Μόλις εγκαταστάθηκαν στη Γέφυρα, το 1926, οι Σωζουπολίτες ίδρυσαν τον Αμπελουργικό Πιστωτικό Συνεταιρισμό Γέφυρας “Η Σωζούπολη”. Παρόλο που δεν είχαν ακόμη καλά καλά φυτέψει τα αμπέλια τους, άρχισαν να γιορτάζουν τον άγιο Τρύφωνα. Μετά τη λειτουργία συγκεντρώνονταν σε ένα κέντρο και γλεντούσαν. Ούτε λόγος βέβαια για δουλειά στ’ αμπέλια τη μέρα εκείνη. Σήμερα, παρόλο που η Γέφυρα έχει ελάχιστα αμπέλια, η μνήμη του Αγίου Τρύφωνα συνεχίζει να τιμάται με πίστη στην παράδοση. Την παραμονή τελούνται τα “προεόρτια”: κομπανία με παραδοσιακά όργανα γυρίζει το χωριό, διατίθεται κρασί και δημιουργείται αυθόρμητο γλέντι. Ανήμερα του Αγίου γίνεται λειτουργία στην Παναγία τη Ρευματοκρατούσα και διαβάζεται κόλλυβο και σταφύλια, τα οποία διανέμονται πριν γίνει περιφορά της εικόνας του Αγίου. Στη συνέχεια μοιράζεται αγορασμένο βραστό μοσχαρίσιο κρέας. Το γλέντι με κρασί και χορό στην πλατεία της Άνω Γέφυρας κρατά έως αργά.


Νέα Αγχίαλος νομού Θεσσαλονίκης
Η Νέα Αγχίαλος, το παλιό Ιγκλις, έχει 850 κατοίκους, που κατάγονται όλοι από την Ανατολική Ρωμυλία και συγκεκριμένα από την αμπελουργική Αγχίαλο στα παράλια του Εύξεινου Πόντου. Ελάχιστοι κατάγονται από τον Πύργο και τη Σωζόπολη. Ήταν παραδοσιακά αμπελουργοί και συνεχίζουν να καλλιεργούν αμπέλια και να φτιάχνουν κρασί και τσίπουρο. Αναμενόμενο επομένως είναι να τιμάται η μνήμη του Αγίου Τρύφωνα, την πρώτη Φεβρουαρίου. Άγιος Τρύφωνας εξάλλου ήταν το πρώτο εκκλησάκι που έχτισαν μόλις εγκαταστάθηκαν στο χωριό το 1924-25. Παραδοσιακά οι γυναίκες ετοιμάζουν από το προηγούμενο βράδυ κόλλυβο. Ανήμερα του Αγίου μαζεύονται στο παρεκκλήσι, γίνεται Μεγάλος Αγιασμός και διαβάζεται το κόλλυβο. Ύστερα, μαζεύονται σε ειδικά διαμορφωμένη αίθουσα δίπλα στην εκκλησία, τους κερνάει η Επιτροπή και γίνεται αυθόρμητο γλέντι με κρασί -βέβαια- και μεζεδάκια. Παλιά συνήθιζαν να προσφέρουν για το γλέντι αυτό κάτι φαγώσιμο. Σήμερα η συνήθεια αυτή έχει μάλλον ατονίσει, αφού η Επιτροπή αναλαμβάνει να προμηθεύσει τα χρειαζούμενα. Την ίδια μέρα, οι αμπελουργοί θα ρίξουν αγιασμό στ’ αμπέλια τους, “για το καλό, για να’ χουν καλή σοδειά, για να τα προστατεύει ο Άγιος”.


Νέα Μεσήμβρια νομού Θεσσαλονίκης
Η Νέα Μεσήμβρια, το παλιό Μπουλγκαρίεβο, έχει 2500??? κατοίκους που κατάγονται οι περισσότεροι από τη Μεσημβρία της Ανατολικής Ρωμυλίας (61%). Οι υπόλοιποι είναι ντόπιοι, Πόντιοι και Θρακιώτες. Όταν εγκαταστάθηκαν στην Αγχίαλο πήραν αμπελουργικό κλήρο και φύτεψαν πολλά στρέμματα αμπέλια. Γιορτάζουν λοιπόν τον προστάτη των αμπελουργών αφενός για να κρατήσουν το έθιμο που έφεραν από τ’ αμπέλια της “ελληνικής Μεσημβρίας”, από όπου μάλιστα εξαγόταν πολύ καλό κρασί, και αφετέρου για να εξασφαλίσουν εκ νέου τη συνδρομή του Αγίου στη σοδειά. Φτιάχνουν κόλλυβο που ευλογείται όπως και ο αγιασμός. Στη συνέχεια γίνεται κανονικό μνημόσυνο για τον Άγιο στο Πολιτιστικό Κέντρο με κονιάκ, καραμέλες και μπισκότα. Ο Αγροτικός Συνεταιρισμός δεξιώνεται κατόπιν την αμπελουργική κοινότητα σε ταβέρνα του χωριού με γλέντι και κρασί. Όσοι έχουν κι άλλες δυνάμεις μπορούν να συμμετέχουν σε χορό το βράδυ.
 

Το κείμενο έγραψε η κα Ζέτα Παπαγεωργοπούλου, η οποία ασχολήθηκε με το θέμα για λογαριασμό του Ιδρύματος Φανή Μπουτάρη.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...