Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Μαρτίου 30, 2014

Κλῖμαξ, Λόγος 14, περὶ Γαστριμαργίας

Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης, τῆς Κλίμακος




(Διὰ τὴν ὀνομαστὴν δέσποιναν, τὴν πονηρὰν κοιλίαν)

Προκειμένου τώρα νὰ ὁμιλήσωμε περὶ κοιλίας, ἀπεφασίσαμε πάλι, ὅπως καὶ σὲ ὅλα τὰ ἄλλα θέματα, νὰ στρέψωμε τὴν φιλοσοφία μας ἐναντίον μας. Διότι εἶναι ἀξιοθαύμαστο ἐὰν ἀπηλλάγη κανεὶς ἀπὸ αὐτήν, πρὶν κατοικήση τὸν τάφο.

2. Γαστριμαργία εἶναι ἡ ὑποκριτικὴ συμπεριφορὰ τῆς κοιλίας, ἡ ὁποία, ἐνῷ εἶναι χορτασμένη, φωνάζει πὼς εἶναι ἐνδεής· καὶ ἐνῷ εἶναι παραφορτωμένη μέχρι διαρρήξεως, ἀνακράζει ὅτι πεινᾶ. Γαστριμαργία εἶναι ἡ δημιουργὸς τῶν καρυκευμάτων, ἡ πηγὴ τῶν τέρψεων τοῦ λάρυγγος. Ἐσὺ ἔκλεισες τὴν φλέβα (τῶν ἡδονικῶν ἀπαιτήσεών της), ἀλλὰ αὐτὴ ξεπρόβαλε ἀπὸ ἄλλο μέρος. Τὴν ἔφραξες καὶ τούτη, ἀλλὰ καινούργια ἀνοίχθηκε. Γαστριμαργία εἶναι μία ἀπάτη τῶν ὀφθαλμῶν. Καθ᾿ ἣν στιγμὴν κάποιος τρώγει τὸ μέτριο σὲ ποσότητα φαγητό του, ἡ γαστριμαργία τὸν κάνει νὰ σκέπτεται, πῶς νὰ ἦταν δυνατὸ νὰ καταβροχθίση διὰ μιᾶς τὰ σύμπαντα.

3. Ὁ χορτασμὸς ἀπὸ φαγητὰ εἶναι πατὴρ τῆς πορνείας· ἡ θλίψις δὲ τῆς κοιλίας εἶναι πρόξενος τῆς ἁγνότητος. Ἐκεῖνος ποὺ ἐκολάκευσε τὸν λέοντα, πολλὲς φορὲς τὸν ἡμέρωσε. Ἐκεῖνος ὅμως ποὺ περιποιήθηκε τὴν σάρκα, περισσότερο τὴν ἐξαγρίωσε.

4. Χαίρεται ὁ Ἰουδαῖος τὸ Σάββατο ἢ τὶς ἑορτές, καὶ ὁ γαστρίμαργος μοναχὸς τὸ Σάββατο καὶ τὴν Κυριακή. Ἀπὸ καιρὸ ὑπολογίζει τὸ Πάσχα καὶ ἀπὸ πολλὲς ἡμέρες ἑτοιμάζει τὰ φαγητά. Ὁ δοῦλος τῆς κοιλίας σκέπτεται μὲ τί εἴδους φαγητὰ θὰ ἑορτάση, ὁ δὲ δοῦλος τοῦ Θεοῦ μὲ τί χαρίσματα θὰ πλουτήση. Ὁ κοιλιόδουλος, ὅταν ἔλθη κάποιος ξένος, συνέχεται ὁλόκληρος ἀπὸ τὴν ἀγάπη -ἀγάπη ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴν γαστριμαργία- καὶ θεωρεῖ ὡς ἀναψυχὴ τοῦ ἀδελφοῦ τὴν ἰδική του κατάλυσι! Ἐπὶ παρουσίᾳ ὡρισμένων ἄλλων ἀπεφάσισε τὴν κατάλυσι οἴνου, καὶ νομίζοντας πὼς κρύβει τὴν ἀρετή του, ὑποδουλώθηκε στὸ πάθος του.

5. Ἐχθρεύεται πολλὲς φορὲς ἡ κενοδοξία πρὸς τὴν γαστριμαργία καὶ ἀντιμάχονται γιὰ τὴν κατοχὴ τοῦ ἀθλίου μοναχοῦ σὰν νὰ πρόκειται γιὰ ἀγοραστὸ δοῦλο. Ἡ μὲν γαστριμαργία τὸν ὠθεῖ στὴν κατάλυσι, ἡ δὲ κενοδοξία του συνιστᾶ τὴν ἐπίδειξι τῆς ἀρετῆς του, ἀλλὰ ὁ σοφὸς μοναχὸς θὰ τὶς ἀποφύγη καὶ τὶς δυὸ διώχνοντας στὴν κατάλληλη ὥρα τὴν μία μὲ τὴν βοήθεια τῆς ἄλλης.

6. Ὅταν ἡ σάρκα σφριγᾶ, ἂς φυλάξωμε τὴν ἐγκράτεια παντοῦ καὶ πάντοτε. Ὅταν δὲ ἠρεμῆ -πράγμα ποὺ δὲν πιστεύω ὅτι κατορθώνεται πρὸ τοῦ τάφου- ἂς ἀποκρύψωμε τὴν ἐργασία μας.

7. Εἶδα ἡλικιωμένους ἱερεῖς νὰ ἐμπαίζωνται ἀπὸ τοὺς δαίμονες καὶ νὰ δίνουν εὐλογία σὲ νέους, ποὺ δὲν ἐξηρτῶντο πνευματικῶς ἀπὸ αὐτούς, νὰ καταλύσουν σὲ ἐπίσημο τραπέζι κρασὶ καὶ ὅ,τι ἄλλο. Ἐὰν μὲν οἱ ἱερεῖς αὐτοὶ ἔχουν ἐν Κυρίῳ καλὴ μαρτυρία, ἂς κάνωμε μετρία κατάλυσι. Ἐὰν ὅμως εἶναι ἀμελεῖς, ἂς μὴ λάβωμε καθόλου ὑπ᾿ ὄψιν μας τὴν εὐλογία τους, καὶ μάλιστα ἐὰν τύχη καὶ μαχώμεθα ἐναντίον σαρκικῆς πυρώσεως.

8. Ἐνόμισε ὁ θεήλατος Εὐάγριος (1) ὅτι ἔγινε σοφώτερος τῶν σοφῶν καὶ στὴν μορφὴ καὶ στὸ περιεχόμενο τῶν λόγων του. Ἀπατήθηκε ὅμως ὁ ταλαίπωρος καὶ φάνηκε ἀνοητότερος τῶν ἀνοήτων καὶ σὲ πολλὰ ἄλλα ζητήματα καὶ σ᾿ αὐτό. Ἐδίδαξε: «Ὁσάκις ἡ ψυχὴ ἐπιθυμεῖ ποικίλα φαγητά, ἂς θλίβεται μὲ ἄρτον μόνο καὶ ὕδωρ». Εἶναι δὲ ἡ προσταγή του αὐτὴ σὰν νὰ προτρέπης ἕνα παιδὶ ν᾿ ἀνεβῆ μὲ ἕνα βῆμα ὅλη τὴν σκάλα.

Ἐμεῖς ὅμως, ἀντικρούοντες τὸν ὁρισμό του, ὡς ἑξῆς ὁρίζουμε: Ὅταν ἐπιθυμοῦμε τὰ διάφορα φαγητά, ζητοῦμε κάτι ποὺ εἶναι μέσα στὴν φύσι μας. Γι᾿ αὐτὸν τὸν λόγο ἂς χρησιμοποιήσωμε ἕνα τέχνασμα πρὸς τὴν πολυμήχανη κοιλία, καὶ μάλιστα ἂν δὲν μᾶς ἀπειλῆ βαρύτατος πόλεμος ἢ δὲν ὑπάρχη πένθος ἢ κανὼν γιὰ προηγούμενες σοβαρὲς πτώσεις. Ἂς κόψωμε πρῶτα τὰ λιπαρά, ἔπειτα τὰ ἐρεθιστικὰ καὶ ἔπειτα τὰ εὔγευστα.

9. Ἂν σοῦ εἶναι εὔκολο, δίδε στὴν κοιλία σου τροφὴ χορταστικὴ καὶ εὐκολοχώνευτη, ὥστε μὲ τὸν χορτασμὸ νὰ ἱκανοποιήσουμε τὴν ἀχόρταστη ὄρεξί της, ἐνῷ μὲ τὴν σύντομη χώνευσι νὰ σωθοῦμε ἀπὸ τὴν σαρκικὴ πύρωσι σὰν ἀπὸ μάστιγα. Ἂς ἐξετάσωμε, καὶ θὰ βροῦμε πὼς τὰ περισσότερα ἀπὸ τὰ φαγητὰ ποὺ «φουσκώνουν» ἐρεθίζουν τὴν σάρκα.

10. Νὰ γελᾶς μὲ τὸν δαίμονα ποὺ σοῦ ὑποβάλλει μετὰ τὸ δεῖπνο νὰ ἀφήσης γιὰ τὴν ἑπόμενη ἡμέρα τοὺς κανόνες τῶν προσευχῶν σου, διότι θὰ ἔλθη ἡ ἐνάτη ὥρα τῆς ἑπομένης, καὶ δὲν θὰ ἔχη τηρηθῆ ἡ συμφωνία τῆς προηγουμένης.

11. Ἄλλη εἶναι ἡ ἐγκράτεια ποὺ ἁρμόζει σὲ ὅσους δὲν ἔχουν δοκιμάσει μεγάλες πτώσεις καὶ ἄλλη σὲ ὅσους ἔχουν ὑποπέσει σ᾿ αὐτές. Οἱ μὲν πρῶτοι ἔχουν ὡς γνώμονα τὴν σαρκικὴ κίνησι, οἱ δὲ δεύτεροι ἀντιμετωπίζουν τὸ θέμα μὲ σκληρότητα καὶ ἀδιαλλαξία μέχρι θανάτου. Καὶ οἱ μὲν προσπαθοῦν νὰ διαφυλάττουν πάντοτε τὴν σωφροσύνη τοῦ νοῦ, ἐνῷ οἱ δὲ ἐξευμενίζουν τὸν Θεὸν μὲ τὴν σκυθρωπότητα τῆς ψυχῆς καὶ μὲ τὴν θλίψι τῆς σαρκός.

12. Ὁ καιρὸς τῆς εὐφροσύνης καὶ τῆς «παρακλήσεως» στὸν τέλειο μοναχὸ εἶναι καιρὸς ἀμεριμνίας, στὸν ἀγωνιστὴ καιρὸς πάλης καὶ στὸν ἐμπαθῆ «ἑορτῶν ἑορτὴ καὶ πανήγυρις πανηγύρεων».

13. Ὄνειρα γύρω ἀπὸ τροφὲς καὶ φαγητὰ συναντῶνται στὴν καρδία τῶν γαστριμάργων, καὶ ὄνειρα γύρω ἀπὸ τὴν κόλασι καὶ τὴν Κρίσι συναντῶνται στὴν καρδία τῶν μετανοούντων.

14. Κυριάρχησε στὴν κοιλία σου, πρὶν κυριαρχήση αὐτὴ πάνω σου, καὶ τότε θὰ ἀναγκασθῆς νὰ νηστεύης γεμάτος καταισχύνη. Αὐτὸ ποὺ εἶπα τὸ καταλαβαίνουν ἐκεῖνοι ποὺ ἔπεσαν στὸν ἀκατανόμαστο βόθρο (2). Ὅσοι εἶναι εὐνοῦχοι – (κατὰ πνεῦμα εὐνοῦχοι – πρβλ. Ματθ. ιθ´ 12) – δὲν ἐγνώρισαν τὸ ἁμάρτημα αὐτό.

15. Ἂς περικόψωμε τὶς ἀπαιτήσεις τῆς κοιλίας μὲ τὴν σκέψι τοῦ αἰωνίου πυρός. Μερικοὶ ποὺ ὑπετάγησαν σ᾿ αὐτὴν ἔφθασαν στὴν ἀνάγκη στὸ τέλος νὰ ἀποκόψουν τὰ μέλη τοῦ σώματός τους, καὶ ἀπέθαναν ἔτσι σωματικὰ καὶ ψυχικά. Ἂς ἐρευνήσωμε, καὶ ὁπωσδήποτε θὰ διαπιστώσωμε πὼς τὰ ἠθικά μας ναυάγια προέρχονται μόνο ἀπὸ τὴν γαστριμαργία.

16. Ὁ νοῦς τοῦ νηστευτοῦ προσεύχεται καθαρὰ καὶ προσεκτικά, τοῦ δὲ ἀκρατοῦς εἶναι γεμάτος ἀπὸ ἀκάθαρτες εἰκόνες. Ὁ χορτασμὸς τῆς κοιλίας ἐξήρανε τὶς πηγὲς τῶν δακρύων. Ὅταν ὅμως αὐτὴ ἀπεξηράνθη, ἐδημιούργησε τὰ ὕδατα τῶν δακρύων.

17. Ἐκεῖνος ποὺ περιποιεῖται τὴν κοιλία του καὶ ἀγωνίζεται νὰ νικήση τὸ πνεῦμα τῆς πορνείας, ὁμοιάζει μὲ ἐκεῖνον ποὺ προσπαθεῖ νὰ σβήση μεγάλη φωτιὰ μὲ λάδι. Ὅταν θλίβεται ἡ κοιλία ταπεινοῦται ἡ καρδία. Ὅταν ὅμως δέχεται περιποιήσεις, θεριεύουν καὶ ἀλαζονεύονται οἱ λογισμοί.

18. Ἐξέταζε τὸν ἑαυτόν σου τὴν πρώτη ὥρα τῆς ἡμέρας καὶ τὸ μεσημέρι καὶ τὴν τελευταία πρὸ τοῦ φαγητοῦ, καὶ θὰ κατανοήσης ἔτσι τὴν ὠφέλεια τῆς νηστείας. Τὸ πρωὶ (ποὺ δὲν πεινᾶς) οἱ λογισμοὶ σκιρτοῦν καὶ περιπλανῶνται ἐδῶ κι ἐκεῖ, κατὰ τὴν ἕκτη ὥρα ἀτονοῦν κάπως, καὶ κατὰ τὸ ἡλιοβασίλεμα ἔχουν ἐντελῶς ταπεινωθῆ.

19. Θλίβε τὴν κοιλία καὶ ὁπωσδήποτε θὰ κλείσης καὶ τὸ στόμα· διότι ἡ γλώσσα ἰσχυροποιεῖται ἀπὸ τὰ πολλὰ φαγητά. Νὰ πυγμαχῆς συνεχῶς ἐναντίον της καὶ νὰ ἐπαγρυπνῆς συνεχῶς ἐπάνω της. Ἐὰν ἐσὺ κοπιάσης ὀλίγο, ἀμέσως καὶ ὁ Κύριος σὲ βοηθεῖ.

20. Ὅσο χρησιμοποιοῦνται καὶ μαλακώνουν οἱ ἀσκοί, τόσο αὐξάνουν στὴν χωρητικότητα. Ὅταν ὅμως μείνουν περιφρονημένοι καὶ ἀχρησιμοποίητοι, θὰ μαζέψουν καὶ δὲν θὰ χωροῦν τόσο πολύ.

21. Ἐκεῖνος ποὺ καταπιέζει τὴν κοιλία μὲ πολλὰ φαγητά, ἐπλάτυνε τὰ ἔντερα, ἐνῷ ἐκεῖνος ποὺ τῆς ἐναντιώνεται, τὰ ἐστένευσε. Καὶ ὅταν αὐτὰ ἐστένευσαν, δὲν χρειάζονται πολλὰ φαγητά, ὁπότε κατὰ φυσικὸ τρόπο μαθαίνομε νὰ νηστεύωμε.

22. Ἡ δίψα πολλὲς φορὲς ἐσταμάτησε τὴν δίψα. Εἶναι ὅμως δυσχερὲς καὶ ἀκατόρθωτο μὲ τὴν πείνα νὰ περικοπῆ ἡ πείνα. Ὅταν σὲ νικήση ἡ κοιλία, δάμαζέ την μὲ σωματικοὺς κόπους. Καὶ ἂν αὐτὸ σοῦ εἶναι ἀδύνατο διὰ λόγους ἀσθενείας, πάλαιψε ἐναντίον της μὲ τὴν ἀγρυπνία.

23. Ὅταν βαραίνουν οἱ ὀφθαλμοί, πιάσε τὸ ἐργόχειρο. Ἐὰν ὅμως ὁ ὕπνος ἔχη φύγει, μὴ τὸ πιάνης, διότι δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ προσηλώσης τὸν νοῦ σου στὸν Θεὸν καὶ στὸν μαμωνᾶ (Ματθ. στ´ 24), δηλαδὴ στὸν Θεὸ καὶ στὸ ἐργόχειρο.

24. Γνώριζε ὅτι πολλὲς φορὲς ὁ δαίμων τῆς γαστριμαργίας ἔρχεται καὶ κάθεται ἐπάνω στὸ στομάχι, καὶ κάνει ὥστε νὰ μὴ χορταίνει ὁ ἄνθρωπος, ἔστω καὶ ἂν φάγη ὁλόκληρη τὴν Αἴγυπτο καὶ πιῆ ὁλόκληρο τὸν Νεῖλο. Μετὰ τὸ φαγητὸ φεύγει ὁ ἀνόσιος καὶ μᾶς στέλνει τὸν δαίμονα τῆς πορνείας, ἀφοῦ τοῦ περιέγραψε τὸ συμβάν. «Νὰ τὸν συλλάβης, τοῦ λέγει, νὰ τὸν συλλάβης, νὰ τὸν ζαλίσης. Καθὼς ἡ κοιλία του εἶναι παραφορτωμένη, δὲν θὰ κουρασθῆς πολύ». Καὶ ἐκεῖνος μόλις ἦλθε χαμογέλασε. Καὶ ἀφοῦ μᾶς ἔδεσε «χειροπόδαρα» μὲ τὸν ὕπνο, ἔπραξε ὅλα ὅσα θέλησε καταλερώνοντας σῶμα καὶ ψυχὴ μὲ μολυσμοὺς καὶ φαντασίες καὶ ἐκκρίσεις. Θαυμαστὸ πράγμα! Νὰ βλέπης ἀσώματο νοῦ νὰ μολύνεται καὶ νὰ σκοτίζεται ἀπὸ τὸ σῶμα· καὶ πάλι διὰ μέσου του πηλίνου σώματος τὸν ἄϋλο νοῦ νὰ καθαρίζεται καὶ νὰ λεπτύνεται!

25. Ἐὰν ὑποσχέθηκες στὸν Χριστὸν νὰ βαδίζης τὴν στενὴ καὶ τεθλιμμένη ὁδό, στενοχώρησε τὴν κοιλία. Διότι ὅταν αὐτὴ δέχεται περιποιήσεις καὶ πλατύνεται, τότε ἐσὺ ἀθέτησες τὶς ὑποσχέσεις.

26. Σύνελθε! Καὶ θὰ ἀκούσης τὸν Χριστὸν νὰ λέγη: «Πλατεία καὶ εὐρύχωρος ἡ ὁδὸς τῆς κοιλίας, ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ἀπώλειαν τῆς πορνείας· καὶ πολλοὶ εἰσὶν οἱ εἰσπορευόμενοι ἐν αὐτῇ. Τὶ στενὴ ἡ πύλη καὶ τεθλιμμένη ἡ ὁδὸς τῆς νηστείας, ἡ εἰσάγουσα εἰς τὴν ζωὴν τῆς ἁγνείας· καὶ ὀλίγοι εἰσὶν οἱ εἰσερχόμενοι δι᾿ αὐτῆς» (πρβλ. Ματθ. ζ´ 13-14).

27. Ἀρχηγὸς τῶν δαιμόνων εἶναι ὁ πεσῶν Ἑωσφόρος, καὶ ἀρχηγὸς τῶν παθῶν ὁ λαιμὸς τῆς κοιλίας.

28. Ὅταν λάβης θέσι σὲ πλούσιο τραπέζι, φέρε ἐμπρός σου τὴν μνήμη τοῦ θανάτου καὶ τῆς Κρίσεως· ἴσως ἔτσι νὰ συγκρατήσης ὀλίγο τὸ πάθος. Καὶ ἐνῷ πίνεις, μὴ παύσης νὰ θυμᾶσαι τὸ ὄξεος καὶ τὴν χολὴ τοῦ Δεσπότου σου. Ἔτσι ἢ θὰ ἐγκρατευθῆς ἢ τουλάχιστον, ἂν δὲν ἐγκρατευθῆς, θὰ ταπεινωθῆς ἀναστενάζοντας (συγκρίνοντας τὴν πολυφαγία σου μὲ τὸ πάθος τοῦ Χριστοῦ).

29. Μὴ πλανᾶσαι! Οὔτε ἀπὸ τὴν δουλεία τοῦ Φαραὼ πρόκειται νὰ ἐλευθερωθῆς οὔτε τὸ ἄνω Πάσχα θὰ ἀντικρύσης, ἐὰν δὲν γευθῆς παντοτεινᾶ πικρίδες καὶ ἄζυμα. Πικρίδες εἶναι ἡ βία καὶ κακοπάθεια τῆς νηστείας, καὶ ἄζυμα τὸ χωρὶς φυσίωσι φρόνημα (3).

30. Ἂς ἑνωθῆ μὲ τὴν ἀναπνοή σου ὁ λόγος τοῦ Ψαλμῳδοῦ: «Ὅταν μὲ ἐνωχλοῦσαν οἱ δαίμονες, ἐφοροῦσα πένθιμο ἔνδυμα καὶ ἐταπείνωνα μὲ νηστεία τὴν ψυχή μου καὶ ἡ προσευχή μου εἶχε κολληθῆ στοὺς κόλπους τῆς ψυχῆς μου» (πρβλ. Ψαλμ. λδ´ 13).

31. Ἡ νηστεία εἶναι βία φύσεως καὶ περιτομὴ τῶν ἡδονῶν τοῦ λάρυγγος, ἐκτομὴ τῆς σαρκικῆς πυρώσεως, ἐκκοπὴ τῶν πονηρῶν λογισμῶν, ἀπελευθέρωσις ἀπὸ μολυσμοὺς ὀνείρων, καθαρότης προσευχῆς, φωτισμὸς τῆς ψυχῆς, διαφύλαξις τοῦ νοῦ, διάλυσις τῆς πωρώσεως, θύρα τῆς κατανύξεως, ταπεινὸς στεναγμός, χαρούμενη συντριβή, σταμάτημα τῆς πολυλογίας, ἀφορμὴ ἡσυχίας, φρουρὸς τῆς ὑπακοῆς, ἐλαφρότης τοῦ ὕπνου, ὑγεία τοῦ σώματος, πρόξενος τῆς ἀπαθείας, ἄφεσις τῶν ἁμαρτημάτων, θύρα καὶ ἀπόλαυσις τοῦ παραδείσου.

32. Ἂς συλλάβωμε καὶ ἂς ἀνακρίνωμε καὶ αὐτὸν τὸν ἐχθρὸν -προπαντὸς αὐτόν- ποὺ εὑρίσκεται ἐπικεφαλῆς ὅλων τῶν ἐπικινδύνων ἐχθρῶν μας. Αὐτὸν ποὺ εἶναι ἡ θύρα τῶν παθῶν, ἡ πτῶσις τοῦ Ἀδάμ, ἡ ἀπώλεια τοῦ Ἠσαῦ, ὁ ὄλεθρος τῶν Ἰσραηλιτῶν, ἡ ἀσχημοσύνη τοῦ Νῶε, ἡ προδοσία τῶν Γομόρρων, ἡ κατηγορία τοῦ Λώτ, ἡ ἐξολόθρευσις τῶν υἱῶν τοῦ ἱερέως Ἠλεῖ, ὁ καθοδηγητὴς πρὸς τοὺς μολυσμούς. Ἂς τὴν ἀνακρίνωμε -τὴν γαστριμαργία- ἀπὸ ποῦ γεννᾶται, ποιοὶ εἶναι οἱ ἀπόγονοί της, ποιὸς εἶναι αὐτὸς ποὺ τὴν συντρίβει καὶ ποιὸς αὐτὸς ποὺ τὴν ἐξολοθρεύει τελείως.

«Λέγε μας, ὦ τύραννε ὅλων τῶν ἀνθρώπων, σὺ ποὺ τοὺς ἐξαγοράζεις ὅλους μὲ τὸ χρυσάφι τῆς ἀπληστίας, ἀπὸ ποῦ εἰσέρχεσαι μέσα μας; Καὶ τί ἐν συνεχείᾳ συνηθίζεις νὰ γεννᾶς ἐκεῖ; Καὶ πῶς μποροῦμε νὰ ἐπιτύχωμε τὴν ἔξοδό σου καὶ ἀπομάκρυνσι ἀπὸ ἐμᾶς»;

Ἐκείνη δὲ ταλαιπωρημένη ἀπὸ τὶς ὕβρεις αὐτές, γεμάτη μανία καὶ ἀγριότητα μᾶς ἀποκρίθηκε τυραννικά:

«Γιατί μὲ ὀνειδίζετε σεῖς ποῦ εἶσθε ὑπόλογοι ἀπέναντί μου; Καὶ πῶς φροντίζετε νὰ μὲ ἀποχωρισθῆτε, ἐνῷ ἐγὼ εἶμαι ἐκ φύσεως συνδεδεμένη μαζὶ σάς; Θύρα γιὰ μένα εἶναι ἡ φύσις τῶν φαγητῶν. Αἰτίας τῆς ἀπληστίας μου εἶναι ἡ συνεχὴς χρῆσις. Ἀφορμὴ δὲ τῆς ἐπικρατήσεως τοῦ πάθους μου εἶναι ἡ προϋπάρχουσα συνήθεια, ἡ ἀναισθησία τῆς ψυχῆς καὶ ἡ λησμοσύνη τοῦ θανάτου.

» Καὶ πῶς ζητεῖτε νὰ μάθετε τὰ ὀνόματα τῶν ἀπογόνων μου; Θὰ τοὺς ἀπαριθμήσω καὶ θὰ πληθυνθοῦν περισσότερο ἀπὸ τὴν ἄμμο. Ἀκοῦστε ὅμως ποιοὶ θεωροῦνται ὡς υἱοί μου πρωτότοκοι καὶ ἀγαπητοί: Πρωτότοκός μου υἱὸς εἶναι ὁ ὑπηρέτης τῆς πορνείας. Δεύτερος ἡ σκληροκαρδία. Τρίτος ὁ ὕπνος. Ἀπὸ ἐμένα ἐπίσης γεννῶνται ἡ θάλασσα τῶν λογισμῶν, τὰ κύματα τῶν μολυσμῶν, ὁ βυθὸς τῶν κρυπτῶν καὶ ἀνεκφράστων ἀκαθαρσιῶν.

» Ἰδικές μου θυγατέρες εἶναι ἡ ὀκνηρία, ἡ πολυλογία, ἡ «παρρησία», τὰ γέλια, τὰ ἀστεῖα καὶ τὰ εὐτράπελα, ἡ ἀντιλογία, ἡ σκληροτράχηλη διαγωγὴ καὶ συμπεριφορά, ἡ ἀνυπακοή, ἡ ἀναισθησία, ἡ αἰχμαλωσία καὶ ὑποδούλωσις (στὰ πάθη), ἡ καύχησις, ἡ θρασύτης. Ἐπίσης καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ καλλωπισμοῦ, τὴν ὁποία διαδέχονται ἡ ρυπαρὰ προσευχή, ὁ ρεμβασμὸς τῶν λογισμῶν καὶ πολλὲς φορὲς συμφορὲς ἀνέλπιστες καὶ ἀπροσδόκητες, στὶς ὁποῖες μάλιστα ἀκολουθεῖ ἡ ἀπελπισία ποὺ εἶναι ἡ πιὸ φοβερὴ ἀπὸ ὅλες.

» Ἐμένα μὲ πολεμεῖ, ἀλλὰ δὲν μὲ νικᾶ, ἡ μνήμη τῶν ἁμαρτημάτων. Ὑπερβολικά μὲ ἐχθρεύεται ἡ σκέψις τοῦ θανάτου. Ἐκεῖνο δὲ ποὺ μὲ καταστρέφει τελειωτικὰ δὲν ὑπάρχει στοὺς ἀνθρώπους. Ὅποιος ἀπέκτησε μέσα του Τὸν Παράκλητο, Τὸν παρακαλεῖ ἐναντίον μου. Καὶ Ἐκεῖνος καμφθεὶς ἀπὸ τὶς ἱκεσίες δὲν μὲ ἀφίνει νὰ ἐνεργῶ μὲ ἐμπάθεια. Αὐτοὶ ποὺ δὲν ἐγεύθηκαν τὴν χάρι τοῦ Παρακλήτου, ἐπιζητοῦν ὁπωσδήποτε νὰ γλυκαίνωνται ἀπὸ τὴν ἰδική μου ἡδονή».

Πρόκειται γιὰ ἀνδρεία νίκη! Ὅποιος τὴν ἐκέρδισε, προχωρεῖ σύντομα πρὸς τὴν ἀπάθεια καὶ τὴν κορυφὴ τῆς σωφροσύνης.

----------

1. Ὁ Εὐάγριος ὁ Ποντικὸς ὑπῆρξε ἐπιφανὴς μυστικὸς Θεολόγος, ἀσκητὴς καὶ ἀσκητικὸς συγγραφεὺς τοῦ Δ´ μ.Χ. αἰῶνος. Ἐμαθήτευσε στὸν Θεολόγο Γρηγόριο καὶ σὲ μεγάλους ἀσκητὰς τῆς αἰγυπτιακῆς ἐρήμου. Ἀνεδείχθη σὲ σπουδαία φυσιογνωμία τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἐχαρακτηρίσθη ὡς «ἡ διασημοτέρα προσωπικότης τῆς Χριστιανικῆς ἐρήμου τῆς Αἰγύπτου, περὶ τὰ τέλη τοῦ τετάρτου αἰῶνος» (βλ. Ἰ. Μωϋσέσκου, Εὐάγριος ὁ Ποντικός, Ἀθῆναι 1937, σελ. 32). Ὑπέπεσε ὅμως καὶ στὶς πλάνες τοῦ Ὠριγένους καὶ κατεδικάσθη ἀπὸ τὴν Ε´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο. Παρὰ ταῦτα ὡρισμένα ἀσκητικά του συγγράμματα λόγῳ τῆς ἀξίας των ἐτιμήθησαν ἀπὸ τοὺς μεταγενεστέρους μέχρι σημείου νὰ καταχωρηθοῦν καὶ στὴν Φιλοκαλία.
Καὶ ὁ ἴδιος ὁ συγγραφεὺς τῆς Κλίμακος ἐπωφελεῖται τοῦ ἀσκητικοῦ ἔργου τοῦ Εὐαγρίου, καὶ μάλιστα στοὺς τελευταίους λόγους (ΚΖ´ - Λ´), ὅπου ἐκτίθεται ἡ ὑψηλοτέρα πνευματικὴ ζωή.

2. Ἐννοεῖ μᾶλλον τὸ κατὰ μόνας ἁμάρτημα.

3. Τὸ χωρὶς φυσίωσι φρόνημα ἀντιστοιχεῖ πρὸς τὰ ἄζυμα. Ἡ παρομοίωσις εἶναι πολὺ ἐπιτυχής, ἐφ᾿ ὅσον ὡς γνωστὸν μὲ τὴν ζύμη δημιουργεῖται «φούσκωμα» στὸ φύραμα.
 

Κυριακή Δ' Νηστειών (Ιωάννου της Κλίμακος) Το Ευαγγέλιο της Κυριακής, η απόδοσή του στην νεοελληνική. Κατά Μάρκον Ευαγγέλιο Κεφ. 9, χωρίο 17 έως 31 Θεραπεία δαιμονισμένου παιδιοῦ


Θ΄. 17 Τῷ καιρῷ  ἐκείνω  ἄνθρωπὸς τὶς προσήλθε τῷ ᾿Ιησοῦ γονυπετῷν αὐτῷ καὶ λέγων· διδάσκαλε, ἤνεγκα τὸν υἱόν μου πρός σε, ἔχοντα πνεῦμα ἄλαλον.
18 καὶ ὅπου ἂν αὐτὸν καταλάβῃ, ρήσσει αὐτόν, καὶ ἀφρίζει καὶ τρίζει τοὺς ὀδόντας αὐτοῦ, καὶ ξηραίνεται· καὶ εἶπον τοῖς μαθηταῖς σου ἵνα αὐτὸ ἐκβάλωσι, καὶ οὐκ ἴσχυσαν. 19 ὁ δὲ ἀποκριθεὶς αὐτῷ λέγει· ὦ γενεὰ ἄπιστος, ἕως πότε πρὸς ὑμᾶς ἔσομαι; ἕως πότε ἀνέξομαι ὑμῶν; φέρετε αὐτὸν πρός με. καὶ ἤνεγκαν αὐτὸν πρὸς αὐτόν. 20 καὶ ἰδὼν αὐτὸν εὐθέως τὸ πνεῦμα ἐσπάραξεν αὐτόν, καὶ πεσὼν ἐπὶ τῆς γῆς ἐκυλίετο ἀφρίζων.
21 καὶ ἐπηρώτησε τὸν πατέρα αὐτοῦ· πόσος χρόνος ἐστὶν ὡς τοῦτο γέγονεν αὐτῷ; ὁ δὲ εἶπε· παιδιόθεν. 22 καὶ πολλάκις αὐτὸν καὶ εἰς πῦρ ἔβαλε καὶ εἰς ὕδατα, ἵνα ἀπολέσῃ αὐτόν· ἀλλ᾿ εἴ τι δύνασαι, βοήθησον ἡμῖν σπλαγχνισθεὶς ἐφ᾿ ἡμᾶς. 23 ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτῷ τὸ εἰ δύνασαι πιστεῦσαι, πάντα δυνατὰ τῷ πιστεύοντι. 24 καὶ εὐθέως κράξας ὁ πατὴρ τοῦ παιδίου μετὰ δακρύων ἔλεγε· πιστεύω, κύριε· βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ.
25 ἰδὼν δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς ὅτι ἐπισυντρέχει ὄχλος, ἐπετίμησε τῷ πνεύματι τῷ ἀκαθάρτῳ λέγων αὐτῷ· τὸ πνεῦμα τὸ ἄλαλον καὶ κωφόν, ἐγώ σοι ἐπιτάσσω, ἔξελθε ἐξ αὐτοῦ καὶ μηκέτι εἰσέλθῃς εἰς αὐτόν.
26 καὶ κράξαν καὶ πολλὰ σπαράξαν αὐτὸν ἐξῆλθε, καὶ ἐγένετο ὡσεὶ νεκρός, ὥστε πολλοὺς λέγειν ὅτι ἀπέθανεν. 27 ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς κρατήσας αὐτὸν τῆς χειρὸς ἤγειρεν αὐτόν, καὶ ἀνέστη.28 Καὶ εἰσελθόντα αὐτὸν εἰς οἶκον οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἐπηρώτων αὐτὸν κατ᾿ ἰδίαν, ὅτι ἡμεῖς οὐκ ἠδυνήθημεν ἐκβαλεῖν αὐτό. 29 καὶ εἶπεν αὐτοῖς· τοῦτο τὸ γένος ἐν οὐδενὶ δύναται ἐξελθεῖν εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ.

Δεύτερη πρόρρησις τοῦ θανάτου του
30 Καὶ ἐκεῖθεν ἐξελθόντες παρεπορεύοντο διὰ τῆς Γαλιλαίας, καὶ οὐκ ἤθελεν ἵνα τις γνῷ· 31 ἐδίδασκε γὰρ τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς ὅτι ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοται εἰς χεῖρας ἀνθρώπων, καὶ ἀποκτενοῦσιν αὐτόν, καὶ ἀποκτανθεὶς τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστήσεται.
ΑΠΟΔΟΣΗ

Εκείνο τον καιρό ένας άνθρωπος πλησίασε τον Ιησού, γονάτισε μπροστά του και είπε· Διδάσκαλε, σου έφερα το γιο μου, πού έχει πνεύμα άλαλο: Και όπου τον πιάσει τον ρίχνει κάτω, και αφρίζει και τρίζει τα δόντια του και ξεραίνεται: και είπα στους μαθητές σου για να το βγάλουν και δεν μπόρεσαν. Και ο Ιησούς του αποκρίθηκε και λέγει: Ώ γενεά άπιστη, ως πότε θα είμαι μαζί σας; ως πότε θα σας βαστάξω;
Φέρτε μου εδώ το παιδί. Και του το έφεραν. Και όταν το παιδί είδε τον Ιησού, αμέσως το πονηρό πνεύμα το τράνταξε και έπεσε στη γη και κυλιόταν αφρίζοντας.  Και ο  Ιησούς ρώτησε τον πατέρα του:  Πόσος καιρός είναι από τότε πού το έπαθε; Και ο πατέρας είπε: Από τότε πού ήταν παιδί.
Και πολλές φορές και στη φωτιά τον έρριξε και στο νερό για να τον ξεκάμει,  μα αν κάτι μπορείς, λυπήσου  μας και βοήθησε μας.
Και ο Ιησούς του είπε: Αν μπορείς να πιστέψεις, όλα είναι δυνατά σ' εκείνον πού πιστεύει. Και αμέσως έβαλε φωνή ο πατέρας του παιδιού με δάκρυα και είπε: Πιστεύω Κύριε, βοήθα με στην απιστία μου. Και όταν είδε ο Ιησούς πώς μαζεύεται ο κόσμος, μίλησε αυστηρά στο ακάθαρτο πνεύμα και του λέγει: Πνεύμα άλαλο και κουφό, εγώ σε διατάζω, να βγεις από το παιδί και να μην ξαναμπείς σ' αυτό. 
Και το πνεύμα, αφού έβαλε μεγάλη φωνή και  τράνταξε   δυνατά  το   παιδί, βγήκε,  και το παιδί έγινε σαν νεκρό, ώστε πολλοί να λέγουν πώς πέθανε.   Και ο  Ιησούς τόπιασε από το χέρι και το σήκωσε και εκείνο στάθηκε ορθό.
Και όταν ο Ιησούς πήγε στο σπίτι οι μαθητές του τον πήραν κατά μέρος και τον ρωτούσαν γιατί εμείς δεν μπορέσαμε   να   βγάλουμε   το   πονηρό πνεύμα: Και τους είπε: τα πονηρά πνεύματα  με  κανέναν  τρόπο  δεν βγαίνουν παρά μόνο με προσευχή και με νηστεία.
Και αφού έφυγαν από  εκεί   διάβαιναν  κρυφά   μέσα από  τη Γαλιλαία και κανείς δεν ήθελε να το ξέρει. Γιατί δίδασκε τους μαθητές του και τους έλεγε πώς ο υιός του ανθρώπου παραδίνεται στα χέρια των ανθρώπων και θα τον σκοτώσουν και αφού πεθάνει, την τρίτη ήμερα θα αναστηθεί

Απόστολος Κυριακής Δ Νηστειών Ιωάννου της Κλίμακος: Εβρ. ς’ 13-20


Ἀδελφοί, τῷ Ἀβραὰμ ἐπαγγειλάμενος ὁ Θεός, ἐπεὶ κατ’ οὐδενὸς εἶχε μείζονος ὀμόσαι, ὤμοσε καθ’ ἑαυτοῦ, 14 λέγων· ἦ μὴν εὐλογῶν εὐλογήσω σε καὶ πληθύνων πληθυνῶ σε· 15 καὶ οὕτω μακροθυμήσας ἐπέτυχε τῆς ἐπαγγελίας. 16 ἄνθρωποι μὲν γὰρ κατὰ τοῦ μείζονος ὀμνύουσι, καὶ πάσης αὐτοῖς ἀντιλογίας πέρας εἰς βεβαίωσιν ὁ ὅρκος· 17 ἐν ᾧ περισσότερον βουλόμενος ὁ Θεὸς ἐπιδεῖξαι τοῖς κληρονόμοις τῆς ἐπαγγελίας τὸ ἀμετάθετον τῆς βουλῆς αὐτοῦ, ἐμεσίτευσεν ὅρκῳ, 18 ἵνα διὰ δύο πραγμάτων ἀμεταθέτων, ἐν οἷς ἀδύνατον ψεύσασθαι Θεόν, ἰσχυρὰν παράκλησιν ἔχομεν οἱ καταφυγόντες κρατῆσαι τῆς προκειμένης ἐλπίδος· 19 ἣν ὡς ἄγκυραν ἔχομεν τῆς ψυχῆς ἀσφαλῆ τε καὶ βεβαίαν καὶ εἰσερχομένην εἰς τὸ ἐσώτερον τοῦ καταπετάσματος, 20 ὅπου πρόδρομος ὑπὲρ ἡμῶν εἰσῆλθεν  Ἰησοῦς, κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδὲκ ἀρχιερεὺς γενόμενος εἰς τὸν αἰῶνα.

Σάββατο, Μαρτίου 29, 2014

Ο Άγιος Ιωάννης ο Σιναίτης ο συγγραφέας της Κλίμακος του ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ

Η Δ΄ Κυριακή των Νηστειών είναι αφιερωμένη σε μια μεγάλη ασκητική, πατερική  και πνευματική μορφή της Εκκλησίας μας, στον άγιο Ιωάννη το Σιναΐτη, ο οποίος μας είναι καλλίτερα γνωστός ως άγιος Ιωάννης της Κλίμακος, από το ομώνυμο περισπούδαστο σύγγραμμά του. Η προβολή και η τιμή του αγίου αυτού άνδρα κατά την Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή κρίθηκε επιβεβλημένη από τους Πατέρες. Το περίφημο σύγγραμμά του, θεωρήθηκε ως εξαιρετικό μέσο πνευματικής καθοδήγησης για τους αγωνιζόμενους πιστούς. Αλλά και η οσιακή του μορφή αποτελεί παράδειγμα αγώνα κατά των ψυχοκτόνων  παθών μας αυτή την ιερή περίοδο.   
Γεννήθηκε στην Παλαιστίνη, κατ’ άλλους στη Συρία, περί το 523 από πλούσια, ευγενή και ευσεβή οικογένεια. Οι γονείς του φρόντισαν να του δώσουν σπουδαία εκπαίδευση. Περισσότερο όμως φρόντισαν να του μεταδώσουν τη δική τους ευσέβεια και πίστη στο Θεό. Κοντά σε πνευματικούς δασκάλους σπούδασε σε βάθος τη θεολογία της Εκκλησίας μας. Του άρεσε να μελετά με πάθος τις άγιες Γραφές και τα συγγράμματα των μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας μας.  Από πολύ μικρός αγαπούσε την άσκηση και γι’ αυτό νέος όντας αποσύρθηκε στην έρημο του Σινά, κοντά στον φημισμένο ερημίτη και πνευματικό δάσκαλο Μαρτύριο και εκάρη μοναχός. 

Έζησε κοντά στον άγιο ασκητή τέσσερα χρόνια διδασκόμενος τις αρετές και τους τρόπους επίτευξης της προσωπικής κάθαρσης, σημειώνοντας τεράστια πνευματική πρόοδο. Η φήμη του δεν άργησε να διαδοθεί ώστε στο ερημητήριό του έτρεχε πλήθος μοναχών και λαϊκών να τον συμβουλευθούν. Μάλιστα είχε αποκτήσει και τη φήμη του θαυματουργού, ο οποίος με την προσευχή του έκανε πολλά θαύματα. Εκεί έζησε για δεκαεννιά χρόνια. Κατόπιν εγκαταβίωσε στη Μονή του Θωλά. Όταν κοιμήθηκε ο ηγούμενος της σεβάσμιας Μονής της Αγίας Αικατερίνης Σινά, οι μοναχοί τον ανάδειξαν ηγούμενο, όπου τους ποίμανε για λίγα χρόνια και γι’ αυτό πήρε και την ονομασία Σιναΐτης. Η νοσταλγία όμως της ερημικής ζωής τον οδήγησε να αφήσει την Μονή και να φύγει ξανά στην έρημο, όπου έμεινε ως την κοίμησή του, ασκούμενος, προσευχόμενος και συγγράφοντας τα περισπούδαστα βιβλία του «Κλίμαξ» και «Λόγος προς τον Ποιμένα». Κοιμήθηκε το 606 και η Εκκλησία τιμά τη μνήμη του στις 30 Μαρτίου, ημέρα της κοίμησής του και ιδιαιτέρως την Δ΄ Κυριακή των Νηστειών.   
Ήταν σοφός άνθρωπος και προπαντός μεγάλος ασκητής, εφάμιλλος του μεγάλου Αντωνίου, αγίου Ευθυμίου και αγίου Σάββα. Γύρω από τον μεγάλο αυτό δάσκαλο ασκητή συγκεντρώθηκαν πολλές χιλιάδες μοναχοί, παίρνοντας από αυτόν μαθήματα πνευματικού αγώνα. Για να μπορούν οι μοναχοί να έχουν καταγραμμένες τις σοφές διδαχές και παραινέσεις του, τις κατέγραψε στα προαναφερόμενα συγγράμματά του.
Η «Κλίμαξ», που σημαίνει σκάλα, είναι το πρώτο και σπουδαίο σύγγραμμά του, διότι το περιεχόμενό του, ως νοητή σκάλα, ανεβάζει κλιμακωτά τον ασκούμενο άνθρωπο στην κορυφή των αρετών. Περιέχει τριάντα λόγους σε αντίστοιχες αρετές. Αρχίζει από τις αρετές, οι οποίες εύκολα αποκτώνται και έχουν κυρίως πρακτικό χαρακτήρα, και προχωρεί στις δύσκολες και υψηλές αρετές, οι οποίες έχουν θεωρητικό χαρακτήρα. Ο άγιος Ιωάννης αποδεικνύεται βαθύτατος γνώστης της ανθρώπινης ψυχής, όταν η επιστήμη της ψυχολογίας ήταν άγνωστη και ως έννοια. Με θαυμαστό τρόπο, ανατέμνει την ανθρώπινη ψυχή και προσπαθεί να εντοπίσει τις αμαρτωλές έξεις της και τις καταβολές, ώστε να την θεραπεύσει και να τη θωρακίσει από την ψυχοκτόνο δράση της αμαρτίας και του κακού. Γνωρίζει πως στην ανθρώπινη ψυχή υπάρχουν βαθμίδες κάθαρσης από τα πάθη και επίσης βαθμίδες απόκτησης των αρετών. Γι’ αυτό και ιεραρχεί με καταπληκτικό τρόπο την κάθαρση
και την απόκτηση αρετών, ώστε να γίνεται με τον πλέον ενδεδειγμένο τρόπο. Έστω για παράδειγμα: αρχίζει με τις αρετές της μετάνοιας, της υπακοής, της μνήμης του θανάτου, για να αποκολλήσει τον άνθρωπο από την αμαρτία και προχωρεί σε υψηλές αρετές, όπως τις διακρίσεως, της ησυχίας, της απάθειας, της ταπεινοφροσύνης κλπ. Οι απόκτηση των αρετών είναι έτσι ταξινομημένες στο ιερό σύγγραμμα, ώστε η κάθε αρετή να προϋποθέτει την προηγούμενη και αυτή να είναι προϋπόθεση για την επόμενη! Μεγαλύτερη ηθική τελειότητα από αυτή δεν έχει γραφεί ακόμη ως τώρα!
Η «Κλίμαξ» είναι γραμμένη σε υπέροχη λόγια και κομψή ελληνική γλώσσα, καλοδουλεμένη και με μελωδικότητα. Έχει διαύγεια σκέψεων, γλαφυρότητα, παραστατικότητα, πλούτο εκφράσεων, επιτυχημένες παρομοιώσεις, ζωηρές εικόνες, ώστε να παρουσιάζει τον ιερό συγγραφέα της ως έναν σπάνιο χειριστή της ελληνικής γλώσσας και σκέψεως.
 Αλλά και το δεύτερο μικρό του σύγγραμμα «Λόγος  προς τον Ποιμένα», είναι μια βαθυστόχαστη πραγματεία – οδηγό για όσους έχουν επωμισθεί την ευθύνη να ποιμαίνουν ανθρώπινες ψυχές.        
Τα υπέροχα κεφάλαια του βιβλίου της «Κλίμακος» είναι ένα από τα προσφιλή και ωφέλημα αναγνώσματα των πιστών αυτή την κατανυκτική περίοδο. Ανήκει στα λεγόμενα νηπτικά κείμενα και απευθύνεται τόσο στους μοναχούς, όσο και στους κοσμικούς και συμπληρώνει τον θαυμαστό πλούτο της εκκλησιαστικής μας γραμματείας. Όσοι αισθανόμαστε την ανάγκη να αγωνιστούμε κατά των παθών μας, την κάθαρση του κακού εαυτού μας και την πνευματική μας πρόοδο, είναι ενδεδειγμένο να εντάξουμε τα συγγράμματα του αγίου Ιωάννου στα αναγνώσματά μας. Οι σοφές παραινέσεις του μεγάλου πνευματικού δασκάλου θα αποτελέσουν πολύτιμο πνευματικό οδηγό για κλιμακωτή κατάκτηση αρετών, ώστε να αξιωθούμε να υποδεχτούμε τον Αναστάντα Κύριο, καθαροί από τους ρύπους της αμαρτίας και τη φθορά του κακού.

ΚΥΡΙΑΚΗ Δ' ΝΗΣΤΕΙΩΝ - ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΚΟΣ

 
Ὅσιε Πάτερ τῆς φωνῆς τοῦ Εὐαγγελίου, τοῦ Κυρίου ἀκούσας, τὸν Κόσμον κατέλιπες, τὸν πλοῦτον καὶ τὴν δόξαν εἰς οὐδὲν λογισάμενος· ὅθεν πᾶσιν ἐβόας· Ἀγαπήσατε τὸν Θεὸν καὶ εὑρήσετε χάριν αἰώνιον, μηδὲν προτιμήσητε τῆς ἀγάπης αὐτοῦ, ἵνα ὅταν ἔλθῃ ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ εὑρήσητε ἀνάπαυσιν μετὰ πάντων τῶν Ἁγιων, ὧν ταίς ἱκεσίαις Χριστὲ φύλαξον, καὶ σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν
 Δοξαστικό του Εσπερινού της Κυριακής Δ'  Νηστειών σε ήχο πλ.α'.


Κυριακή δ΄ Νηστειών (Ιωάννου της Κλίμακος) «Φέρετε αὐτόν πρός με» π. Χρίστος Πιτυρίνης

«Φέρετε αὐτόν πρός με»
ioanis_klimakosΣτο σημερινό ιερό Ευαγγέλιο ένας δυστυχισμένος πα­τέρας φέρνει το άρρωστο παιδί του στο Χριστό και με δάκρυα παρακαλεί να τον θεραπεύσει. Με λόγια πού ρα­γίζουν κάθε ανθρώπινη καρδιά περιγράφει το δράμα του. Το παιδί του είχε «πνεῦμα ἄλαλο». 'Όσες φορές κατα­λαμβανόταν απ' αυτό έπεφτε κάτω, άφριζε, έτριζε τα δόντια του και ξεραινόταν σαν νεκρός. Ή ζωή του ήταν μαρτυρική. Από τα παιδικά του χρόνια βασανιζόταν από το δαιμόνιο. Μόνη του ελπίδα ήταν ό Χριστός. Γι' αυτό έφερε το παιδί του και ικέτευε. Κι ο Ιησούς αφού πρώ­τα δοκίμασε την πίστη του με τον παντοκρατορικό του λόγο «ἐπετίμησε τῷ πνεύματι τῷ ἀκαθάρτῳ», απάλλαξε τον νέο από το τυραννικό δαιμόνιο και τον παρέδωσε στον πατέρα του υγιή.  
Έχασα το παιδί μου Πολλοί γονείς σαν τον δυστυχισμένο πατέρα τού ση­μερινού Ευαγγελίου με το δράμα τού παιδιού τους να τους καίει στην καρδιά έρχονται στους ιερείς και πνευμα­τικούς και περιγράφουν τον πόνο τους. Ζητούν τη βοή­θεια και τη δύναμη της Εκκλησίας για τη σωτηρία του παιδιού τους. Με δάκρυα μάς εξομολογούνται το δράμα τους: «έχασα το παιδί μου, έμπλεξε με παλιοπαρέες κι άλλαξε χαρακτήρα και συμπεριφορά. Πριν ήταν καλό, μάς συμπονούσε, ήταν ευγενικό απέναντί μας, είχε φιλό­τιμο. Τώρα έχει γίνει θηρίο. Βλαστημάει, γυρίζει σπίτι τα ξημερώματα. Δεν θέλει να ακούσει για εκκλησία. Όταν ήταν παιδί πριν τα δέκα επτά του ήταν τακτικό στην εξομολόγηση, στην Θεία Κοινωνία. Τώρα τα ειρωνεύεται όλα. Έχει γίνει σωστός αντίχριστος. Δεν έχει όρεξη για δουλειά. Σπαταλά χρήματα πολλά. Έχει απαιτήσεις. Δεν μπορούμε να τον συγκρατήσουμε. Βοηθείστε μας να σώ­σουμε το παιδί μας».  
Ποτέ κατά το παρελθόν ή νεολαία δεν είχε περάσει τόσο μεγάλη κρίση. Τα επανα­στατημένα νιάτα ζητούν ένα καινούργιο τρόπο ζωής. Κα­τάλυση τού κατεστημένου, απελευθέρωση από τούς θε­σμούς και τα ταμπού. Με βίαιο τρόπο ζητούν να εγκαθι­δρύσουν ένα νέο τύπο ανθρώπου, πού δεν δέχεται φρα­γμούς, περιορισμούς και απαγορεύσεις. Μια μεγάλη μερί­δα νέων μας αρνείται την παράδοση, τη θρησκεία και ζεί χωρίς στόχους μέσα σ' ένα περιβάλλον συνεχούς αισθη­σιακής μαστιγώσεως, η οποία φυσικό είναι να θολώνει την κρίση της και να αμβλύνει τη δύναμη αντιστάσεώς της στα ένστικτα και στις κοινωνικές πιέσεις. Μέσα στην άστατη ζωή τα παιδιά δεν βρίσκουν τη χαρά, γρήγορα απογοητεύονται, βυθίζονται για να καταλήξουν στα ναρκωτικά και στην αυτο­κτονία. Και ενώ θα περίμενε κανείς τα σημερινά νιάτα, έχοντας στη διάθεσή τους όλες τις ανέσεις και τις ευκο­λίες που στερήθηκαν οι μεγαλύτεροί τους, να χαίρονται και να απολαμβάνουν τη ζωή, τα βλέπει κανείς να μαραζώνουν, να μελαγχολούν, να γερνούν πριν ασπρίσουν τα μαλλιά τους, να πέφτουν σε κατάθλιψη, με μια λέξη, να είναι πρόσωπα δυστυχισμένα. Φταίνε πολλοί και για πολλά.
Τα παιδιά μας είναι δε­μένα στο άρμα της εποχής που εμείς οι μεγαλύτεροι κι­νούμε και μορφοποιούμε. Οι δικές μας αστοχίες και πα­ραλείψεις, τα δικά μας πάθη και ελαττώματα έχουν τραγι­κές προεκτάσεις στις καθαρές και ασυμβίβαστες ψυχές τους.Η Εκκλησία και ή Πολιτεία δεν έπραξαν όσο έπρεπε το καθήκον τους απέναντι στη νεολαία. Ή Εκκλησία και δέν ενοώ τη διοίκηση της Εκκλησίας αλλά όλους μας, κλήρο και λαό πού αποτελουμε το Μυστικό Σώμα του Χριστού παράλληλα με τις ικετήριες κραυγές της προς τον Κύριο για τη σωτηρία της νεολαίας, έπρε­πε να δραστηριοποιηθεί με σύγχρονες μεθόδους για την πνευματική τροφοδοσία των νέων. Είναι βέβαια τα πε­ρισσότερα παιδιά ατίθασα, έχουν περίεργες ιδέες, θέτουν την Εκκλησία υπό κρίση και δοκιμασία.
Είναι όμως παιδιά του Θεού κι έχουν ανάγκη από στοργή και καθοδήγηση. Η Πολιτεία με το πρόσχημα της δημοκρατικής διακι­νήσεως των ιδεών άνοιξε διάπλατα τις πόρτες της σε κάθε ιδεολογία άφησε ελεύθερη την πορνογραφία δεν εμποδίζει πια την προβολή αντιθρησκευτικών ταινιών στην τηλεόραση και στους κινηματογράφους ανέχεται την κυκλοφορία ιδεών πού κλονίζουν την πίστη τού λαού στην 'Εκκλησία με αποτέλεσμα τον αποπροσανατο­λισμό της νεολαίας και την πνευματική της αποβλάκωση. Τί πρέπει να γίνει για να σωθούν τα παιδιά μας;Μια μόνο ελπίδα υπάρχει: Το φως τού Χριστού. Aς οδηγή­σουμε τα παιδιά μας στο Χριστό, όπως έπραξε ό σημερι­νός πατέρας τού Ευαγγελίου. Aς τους μιλήσουμε για το Χριστό κυρίως με το παράδειγμά μας.
Ας τα εμπνεύσου­με με το πνεύμα τού Χριστού. Aς προσευχηθούμε γι' αυ­τά περισσότερο.. Παράλληλα ας τούς δείξουμε στοργή και ανοχή. Aς μην είμαστε εγωϊστικοί απέναντί τους, ας γίνουμε ταπεινοί και συζητήσιμοι. Τα λόγια μας και οι προσευχές μας δεν θα πάνε χαμένα. Μπορεί τα παιδιά μας να παραστρατήσουν, κάποτε όμως θα θυμηθούν και θα γυρίσουν όπως ό άσωτος υιός της παραβολής. Γονείς πού αγωνιάτε για την τύχη των παιδιών σας. Πριν θρηνήσετε τον πνευματικό τους θάνατο οδηγείστε τα από την παιδική τους ηλικία στην Εκκλησία χωρίς καταναγκασμό, αλλά με πειθώ και προ παντός με τό δι­κό σας παράδειγμα. Θεμελιώστε στην ψυχή τους το Ναό του Θεού και να είστε βέβαιοι ότι καμιά καταιγίδα δεν θα μπορέσει ποτέ να τα γκρεμίσει. ΑΜΗΝ

Νηστεία αληθινή!!! Του πρωτ. Χρήστου Αιγίδη,

Η Ευαγγελική περικοπή της Δ' Κυριακής της Tεσσαρακοστής μας δίνει αφορμή να μιλήσουμε για την νηστεία. Ο Χριστός μας με το αδιάψευστο στόμα Του αναφέρει ότι το κακό  μπορεί να  νικηθεί  μόνο με προσευχή και νηστεία. Ο λόγος αυτός ειπώθηκε μετά την θεραπεία ενός δαιμονισμένου νέου που οι μαθητές του Χριστού δεν μπόρεσαν να θεραπεύσουν. Η Τεσσαρακοστή είναι η κατ' εξοχήν περίοδος που καλούμαστε για εντονότερη πνευματική εργασία, για πιο πολλή προσευχή και για ουσιαστική νηστεία.
  Δυστυχώς οι περισσότεροι από εμάς θεωρούμε ότι νηστεία είναι μόνο η αποφυγή κάποιων τροφών, δηλαδή περιορίζουμε την νηστεία στο να μην καταναλώνουμε το κρέας, το γάλα και κάποια άλλα προϊόντα. Λησμονούμε όμως ότι νηστεία είναι πρωτίστως  η αποφυγή της αμαρτίας . Λησμονούμε ότι είναι απαραίτητο να νηστέψουμε όλα εκείνα που μας χωρίζουν από την αγάπη του θεού και μας απομακρύνουν από την κοινωνία του Αγίου Πνεύματος. Νηστεύω σημαίνει ότι προσέχω τί λέω, τί βλέπω, τι ακούω, τί διαλογίζομαι. Νηστεύω σημαίνει δεν εκνευρίζομαι, δεν ειρωνεύομαι, δεν αφήνω να κυριεύσει την ψυχή και το νου μου το κακό. Η νηστεία δεν είναι αυτοσκοπός, δεν πρέπει να γίνεται μηχανικά, ούτε επίσης αναγκαστικά. Πρέπει να αγαπήσουμε την άσκηση. Να νηστέψουμε συνειδητοποιημένα, με χαρά και ζωντάνια, όχι μίζερα και καταναγκαστικά. Πολλοί νηστεύουν γιατί έτσι πρέπει και άλλοι από φόβο. Νομίζω όμως αγαπητοί μου ότι πιο ουσιαστικό είναι να κάνω τη νηστεία από αγάπη και με πλήρη ελευθερία.
Ας προσέξουμε αδελφοί μου να έχουμε ταπεινό φρόνιμα όταν νηστεύουμε και να μην κατακρίνουμε όσους δεν νηστεύουν. Η νηστεία δεν αποτελεί μέσο επίδειξης του βαθμού της πνευματικότητος μας, αλλά ένας τρόπος, ένα γύμνασμα, να καθαρίσει η ψυχή και το σώμα μας, ώστε να προετοιμαστούμε καλύτερα  για να βιώσουμε αληθινά, πνευματικά το μεγάλο γεγονός  της Αναστάσεως του Κυρίου μας.
  Η σύνεση πρέπει να μας συντροφεύει στο ταξίδι της νηστείας. Η  υπερηφάνεια και ο εγωισμός πρέπει να εκμηδενιστούν μέσω της νηστείας . Προσοχή όμως: υπάρχει ο κίνδυνος από ζήλο, χωρίς επίγνωση, να  << νηστέψουμε >> και στα συναισθήματα. Πολλοί όταν νηστεύουν γίνονται απόμακροι, αντικοινωνικοί. Αισθάνονται έτσι πιο άνετα με τον εαυτό τους. Φοβούνται ότι διαφορετικά θα αμαρτήσουν και έτσι βάζουν φραγμούς και στήνουν τοίχους στην επικοινωνία με τους αδελφούς τους. Αρρωστημένες καταστάσεις . Αντί να ωφελούν, δυσκολεύουν. Αντί να αναπαύουν, μπερδεύουν. Αντί να είναι φωτεινά παραδείγματα του Χριστού, καταλήγουν να γίνονται σκοτεινές και απόμακρες οντότητες, που καμία σχέση δεν έχουν με το ουσιαστικό νόημα του Λόγου του Κυρίου μας.
  Είναι σημαντικό να νηστεύουμε ουσιαστικά και αληθινά. Επειδή στασιμότητα στην πνευματική ζωή δεν υπάρχει και η μοναδικότητα της σχέσης αυτής είναι απεριόριστη, απύθμενη και αιώνια , θα ανακαλύπτουμε στην καθημερινότητά μας οφέλη πνευματικά και σωματικά.  Άλλωστε, εκείνα που η Εκκλησία μας και οι Θείοι Πατέρες όρισαν αιώνες πριν, έρχονται τώρα να επιβεβαιώσουν και να επικυρώσουν οι διάφοροι ειδικοί που ασχολούνται με  θέματα υγείας και διατροφής.
Καλή και ευλογημένη νηστεία με επίγνωση και αγάπη.

Μητροπολίτης Κυθήρων Σεραφείμ, Δ' Κυριακή των Νηστειών

Ἡ Δ' Κυριακή τῶν Νηστειῶν σήμερα καί ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία προβάλλει τήν ἀσκητική μορφή τοῦ Ὁσίου Πατρός ἡμῶν Ἰωάννου, συγγραφέως τῆς Κλίμακος.
Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης σέ ἡλικία  16 περίπου ἐτῶν προσέφερε τόν ἑαυτό του στόν Χριστό ὡς «θυσίαν εὐάρεστον καί δεκτήν», μέ τό νά εἰσέλθῃ στόν ζυγό τῆς Μοναχικῆς Πολιτείας στό ὄρος Σινᾶ.
Ὑποτάχθηκε καί ἐμπιστεύθηκε τήν ψυχή του σέ ἕνα ἄριστο κυβερνήτη, ἕναν ἅγιο Γέροντα ἀσκητή, καί ἔτσι ἀκίνδυνα ἐταξίδευε τό μεγάλο, ἐπικίνδυνο καί τρικυμιῶδες ταξείδι τῆς παρούσης ζωῆς μέ θαυμαστή ἄσκησι καί αὐταπάρνησι.
Ἀφοῦ λοιπόν ἔτσι πολιτεύθηκε ἐπί 19 χρόνια καί στολίσθηκε μέ τά κατορθώματα τῆς μακαρίας ὑποταγῆς, ὅταν πιά ὁ ἅγιος Γέροντας πού τόν ἐπαιδαγώγησε εἶχε φύγει ἀπό αὐτή τή ζωή, τότε ἀποδύθηκε καί ὁ ἴδιος στόν ἀγῶνα τῆς ἡσυχαστικῆς ζωῆς, κρατῶντας στά χέρια του σάν ὅπλα δυνατά τίς ἱερές εὐχές τοῦ Γέροντά του, γιά νά καταρρίψη μέ αὐτές τά ὀχυρώματα τοῦ σατανᾶ.

Σέ ἕνα ἐρημητήριο, πού ἀπεῖχε 8 χιλ. ἀπό τό Μοναστῆρι τοῦ Σινᾶ διαβίωσε 40 ὁλόκληρα χρόνια, χωρίς ὀκνηρία καί ἀμέλεια, πυρπολούμενος πάντοτε ἀπό τόν διακαῆ ἔρωτα καί τήν φλόγα τῆς θείας ἀγάπης.
Ἔτρωγε ἀπ' ὅλα ὅσα ἐπιτρέπονται στούς Μοναχούς, πολύ λίγο ὅμως. Ἔτσι ὥστε μέ μεγάλη σοφία νικοῦσε συγχρόνως τό κέρας τῆς ἀλαζονείας καί τῆς οἰήσεως. Διότι μέ τήν λίγη τροφή συνέθλιβε μέ κάθε τρόπο τήν κοιλία, τήν μανιώδη καί ἄπληστη αὐτή δέσποινα. Καί μέ τό ὅτι ἔτρωγε λίγο καί ἀπ' ὅλα τά φαγητά νικοῦσε καί ὑποδούλωνε τήν τυραννία τῆς κενοδοξίας.      Μέ ἀνδρεία ὁ ἀνδρεῖος ἀπέφυγε, μέ τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ καί μέ τήν μόνωσί του καί τήν στέρησι τῶν ἀναγκαίων γιά τή συντήρησί του, τήν προσκύνησι τῶν εἰδώλων (δηλ. τήν φιλαργυρία καί τήν προσκόλλησι στά ὑλικά) καί τίς σαρκικές ἐπιθυμίες.
Τήν ψυχή του τήν ἀνέστησε ἀπό τόν θάνατο πού τήν ἀπειλοῦσε κάθε στιγμή, δηλ. ἀπό τήν ἀκηδία καί τήν ἀδράνεια, κεντρίζοντάς την μέ τό κεντρί τῆς μνήμης τοῦ θανάτου. Ἐνωρίτερα δέ εἶχε θανατώσει μέ τό ξίφος τῆς ὑπακοῆς, τήν τυραννική ὀργή καί μέ τήν σιωπή του τήν κενοδοξία καί τήν ἀντίθεο ὑπερηφάνεια.
Ἀλλά, τί νά ποῦμε καί γιά τό μεγάλο χάρισμα τῆς πηγῆς τῶν δακρύων τοῦ Ὁσίου; Χάρισμα πού δέν βρίσκεται σέ πολλούς. Τῶν δακρύων αὐτῶν τό ἀπόκρυφο ἐργαστήριο σώζεται ἀκόμη μέχρι σήμερα καί εἶναι ἕνα πολύ μικρό σπήλαιο ... Ὁ ὕπνος πού ἔπαιρνε ἦταν τόσος, ὅσος χρειάζονταν γιά νά μή βλαφθῆ τό μυαλό του ἀπό τήν ἀγρυπνία. Ὅλη ἡ πορεία τῆς ζωῆς του ἦταν προσευχή ἀένναος καί ἔρωτας ἀνέκφραστος πρός τόν Θεόν.
Ἦταν ἀκόμη καί ἰατρός τῶν κρυφῶν παθῶν ὁ ἄνθρωπος αὐτός τοῦ Θεοῦ.
Γιά νά κόψη τήν ἀφορμή «τῶν ζητούντων ἀφορμήν», ἐσιώπησε γιά ὡρισμένο διάστημα καί σταμάτησε τό μελιστάλακτο ῥεῖθρο τοῦ διδασκαλικοῦ του λόγου. Ὅταν, ἀργότερα, ἄρχισαν νά τόν ἱκετεύουν καί νά τόν παρακαλοῦν νά συνεχίση τόν λόγο τῆς διδαχῆς του, ὑπεχώρησε ἀμέσως αὐτός πού δέν εἶχε μάθε νά ἀντιλέγη καί συνέχισε πάλι τήν προηγούμενη τακτική του.
Ἐπειδή λοιπόν τόσο  πολύ τόν ἐθαύμαζαν, διότι ὑπερτεροῦσε ὅλων σέ ὅλα, ὅλοι μαζί οἱ Μοναχοί σάν ἕνα νέο Μωϋσῆ τόν ἀνέβασαν μέ τήν βία στόν ἡγουμενικό θρόνο.
Καί ὡς ὑποτακτικός, καί ὡς ἐρημίτης, ἀλλά καί τέλος ὡς Ἡγούμενος τῆς Μονῆς τοῦ Σινᾶ ὑπῆρξε ὁ ἀφιερωμένος καί ἀφοσιωμένος στόν Κύριο ἄνθρωπος, ἕνας ἐπίγειος Ἄγγελος καί οὐράνιος ἄνθρωπος.
Νά ἔχωμε τίς θεοπειθεῖς ἅγιες εὐχές καί πρεσβεῖες του καί πρωτίστως τήν Χάρι καί τήν εὐλογία Του.Ἀμήν.-

Κυριακή Δ Νηστειών Ο Αβραάμ και οι δύο επαγγελίες Εβρ. ς’ 13-20

Οι υποσχέσεις του Θεού

Το αποστολικό Ανάγνωσμα μας μεταφέρει στη συγκλονιστική εκείνη στιγμή που ο Θεός στην Παλαιά Διαθήκη έδωσε τις μεγάλες υποσχέσεις του στον Αβραάμ και του είπε: Θα σε ευλογήσω πλούσια και θα σου δώσω πάρα πολλούς απογόνους. Και ο Αβραάμ αφού περίμενε υπομονετικά πάρα πολλά χρόνια, πέτυχε την εκπλήρωση της ευλογίας που του υποσχέθηκε ο Θεός. Απέκτησε δηλαδή παιδί από τη Σάρρα, τον Ισαάκ. Κι απ’ αυτόν πληθύνθηκαν οι απόγονοί του σε μεγάλο έθνος. Για να τον βεβαιώσει όμως ο Θεός γι’ αυτές τις επαγγελίες, έδωσε όρκο ότι θα τις πραγματοποιήσει. Κι επειδή δεν υπήρχε τίποτε μεγαλύτερο στο οποίο να ορκισθεί, ορκίσθηκε στον εαυτό του.
Ο Αβραάμ λοιπόν δέχθηκε ένορκη υπόσχεση του Θεού. Την αποδέχθηκε, την πίστεψε, αλλά πραγματοποίηση δεν έβλεπε! Πόσα χρόνια περίμενε; Πόσες φορές δοκιμάστηκε η πίστη του; Του μίλησε ο Θεός για απογόνους, κι αυτός είχε μία γυναίκα στείρα. Του είπε για μεγάλο έθνος που θα δημιουργούσε, κι αυτός γέρασε και παιδί δεν είχε από τη Σάρρα! Όλα φαίνονταν αντίξοα, αντίθετα με την υπόσχεση του Θεού! Όλα έμοιαζαν ουτοπικά και απραγματοποίητα. Ο Αβραάμ όμως δεν έχασε την πίστη του. Κι όταν χάθηκε κάθε ελπίδα, τότε ήλθε η απάντηση του Θεού.
Τι έχει να πει αυτό για μας; Έχει να πει ότι  ο Θεός δεν αναιρεί τις υποσχέσεις του. Δεν τις αλλάζει. Μας αφήνει όμως να περιμένουμε και να δοκιμαζόμαστε. Αυτή η περίοδος της προσμονής βέβαια μας φαίνεται συχνά πως είναι ένα μαρτύριο. Ζητούμε από τον Θεό να φέρει στη ζωή μας αυτό που ποθούμε, κι αντί για απάντηση κάποιες φορές τα πράγματα γίνονται χειρότερα. Γιατί άραγε; Διότι κατά την περίοδο της προσμονής εξαγιαζόμαστε, εξαγνιζόμαστε, πλουτίζουμε σε αρετές. Μαθαίνουμε να εξαρτιόμαστε από τον Θεό. Μαθαίνουμε στην πράξη τι θα πει πίστη και δοκιμασία. Κάποτε φαίνεται ότι ο Θεός αργεί πολύ, κι εμείς κουραζόμαστε. Όσο όμως περισσότερο αργεί ο Θεός, τόσο μεγαλύτερες ευλογίες μας ετοιμάζει. Αρκεί εμείς να πιστεύουμε, να ελπίζουμε, να περιμένουμε, να προσευχόμαστε.

Η ελπίδα μας

Ο θείος Παύλος στη συνέχεια μας λέει ότι οι υποσχέσεις του Θεού δεν δόθηκαν μόνο στον Αβραάμ και στους απογόνους του, τους Ισραηλίτες, αλλά και στον νέο Ισραήλ, σ’ όλους δηλαδή τους Χριστιανούς. Κληρονόμοι της υποσχέσεως του Θεού ήταν για τα επίγεια ο λαός του Ισραήλ, όμως για τα επουράνια και τα αιώνια ο νέος Ισραήλ, η Εκκλησία του Χριστού. Σ’ όλους λοιπόν τους πιστούς που θα κληρονομήσουμε τις θείες επαγγελίες ο Θεός ήθελε να δείξει καθαρά και με μεγαλύτερη βεβαιότητα ότι ήταν αμετάκλητη η απόφασή του να εκτελέσει όσα υποσχέθηκε. Έτσι ώστε όλοι οι πιστοί να έχουμε μεγάλη ενθάρρυνση για να κρατούμε την ελπίδα που βρίσκεται μπροστά μας. Αυτήν την ελπίδα ο απόστολος Παύλος την παρομοιάζει με άγκυρα της ψυχής μας. Και λέει ότι αυτή μας ασφαλίζει από τους πνευματικούς κινδύνους επειδή είναι αμετακίνητη. Κι αυτό διότι δεν αγκυροβολεί στη θάλασσα αλλά στον ουρανό, στα Άγια των Αγίων· εκεί στο θρόνο του Θεού, όπου μπήκε ο Κύριός μας πριν από μας και για χάρη μας ως πρόδρομος, για να μας ανοίξει το δρόμο και να μας ετοιμάσει τόπο. Κι έτσι αναδείχθηκε Αρχιερέας αιώνιος κατά την τάξη του Μελχισεδέκ.
Πόσο παραστατική, αλήθεια, είναι η εικόνα που μας παρουσιάζει εδώ ο απόστολος Παύλος! Παρομοιάζει την ελπίδα μας προς τον Κύριο με μία άγκυρα. Μια άγκυρα όμως που δεν βυθίζεται στον πυθμένα κάποιας θάλασσας αλλά στον ιερότερο μέρος του σύμπαντος, στον ουρανό, στα επουράνια Άγια των Αγίων, στο θρόνο του Θεού. Κι εμείς οδοιπόροι και ουρανοδρόμοι, πορευόμαστε καθημερινά με το πλοίο της ζωής μας και οραματιζόμαστε τον προορισμό μας. Οι τρικυμίες πολλές, οι ανεμοθύελλες, οι πειρασμοί. Τα κύματα ορμητικά παλεύουν να μας αφανίσουν, να μας οδηγήσουν στο ναυάγιο αυτής της ζωής και στο σκοτάδι της άλλης. Ο αιώνιος εχθρός μας καιροφυλακτεί να βουλιάξει το πλοιάριο της ζωής μας. Κι εμείς παλεύουμε, αντιστεκόμαστε, προχωρούμε. Δεν απογοητευόμαστε. Διότι μπορεί να μην έχουμε φτάσει ακόμη στον προορισμό μας, έχουμε όμως εκεί κάτι δικό μας. Έχουμε εκεί αγκυροβολημένη την ελπίδα μας. Γύρω μας όλα μας απογοητεύουν, οι άνθρωποι, οι καταστάσεις, οι πειρασμοί, οι δυσκολίες. Όλα μας απελπίζουν και θέλουν να μας κάνουν να λιγοψυχούμε. Εμείς όμως οι πιστοί, λέει ο απόστολος Παύλος, δεν πρέπει να χάνουμε την ελπίδα μας. Διότι όλη μας τη ζωή και την ελπίδα μας την έχουμε εμπιστευθεί στον Κύριό μας. Αυτός κρατά γερά στα παντοδύναμα χέρια του την άγκυρα της ελπίδας μας. Αυτός είναι η ίδια η ελπίδα μας. Η προσδοκία μας, αυτός είναι η χαρά μας και η ζωή μας. Μην το ξεχνάμε αυτό ποτέ. Αυτός μόνο μας απομένει στο ταξίδι της ζωής αμετακίνητος σύντροφος και συμπαραστάτης.

Κυριακή Δ΄τῶν Νηστειῶν «Τό ἀμετάθετον τῆς βουλῆς (τοῦ Θεοῦ)»

Στήν ταραγμένη ἐποχή μας οἱ ἄνθρωποι, ἀγαπητοί μου άδελφοί, χάνουν ὅλο καί περισσότερο τό αἴσθημα τῆς ἀσφαλείας. Γι’αὐτό θέλουν κάπου νά ἀκουμπήσουν, κάπου νά στηρίξουν τή ζωή τους γιά ν’ἀσφαλισθοῦν. Τά ἀνθρώπινα ὅμως μέτρα ἀσφαλείας ἀποδεικνύονται συνήθως ἀνίσχυρα, χωρίς καμμιά ἤ σχεδόν καμμιά ἀποτελεσματικότητα. Καί διερωτᾶται κανείς ἄν ὑπάρχη κανένας τρόπος πραγματικῆς ἀσφαλίσεως τῆς ζωῆς μας... Ὑπάρχει! ἀπαντᾶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος στή σημερινή περικοπή καί, συγχρόνως, ὑποδεικνύει δύο σταθερές ἐγγυήσεις ἐξασφαλίσεως τῆς ζωῆς. 

Ἡ πρώτη ἐγγύηση εἶναι ἡ πιστότης τοῦ Θεοῦ στήν ἐκπλήρωσι τῶν ὑποσχέσεών Του. Στόν Ἀβραάμ, λέει ὁ Ἀπόστολος, εἶχε δώσει ὁ Θεός μιά μεγάλη ὑπόσχεσι. «Θά σέ γεμίσω μέ πλούσιες εὐλογίες καί θά σοῦ χαρίσω ἀναρίθμητους ἀπογόνους». Καί μέ τόν τρόπο αὐτό ὁ Κύριος τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς «ὑπέγραψε» ἕνα συμβόλαιο, τό ὁποῖο τήρησε κατά γράμμα. Γιατί, πραγματικά, οἱ ἀπόγονοι τοῦ Ἀβραάμ πλήθυναν καί ἔγιναν ἔθνος μεγάλο. Ἔτσι ἔδειξε ὁ Θεός ὅτι οἱ ὑποσχέσεις Του δέν διαψεύδονται ποτέ! 

Ὅταν, λοιπόν, μᾶς πιέζουν οἰκονομικές δυσκολίες ۠ ὅταν ἡ ἀδικία, ἡ συκοφαντία, τό ψέμμα μᾶς ἀπειλοῦν, ἄς κτυπᾶμε τήν πόρτα τοῦ οὐράνιου Πατέρα πού μᾶς ὑποσχέθηκε: «αἰτεῖτε καί δοθήσεται ὑμῖν, ζητεῖτε καί εὑρήσετε, κρούετε καί ἀνοιγήσεται ὑμῖν» (Ματθ. ζ΄7). Δέν μπορεῖ νά μήν τηρήσει τήν ὑπόσχεσί Του ὁ Θεός. «Ἀδύνατον ψεύσασθαι Θεόν», μᾶς τονίζει σἠμερα ὁ Ἀπόστολος. Γύρω μας μπορεῖ τά πάντα νά κλονίζωνται, νά γκρεμίζωνται, νά γίνωνται στάχτη καί καπνός. Ἕνα μόνο μένει σταθερό καί ἀμετακίνητο: Ἡ ὑπόσχεση τοῦ Θεοῦ. 

Ἡ δεύτερη ἀκλόνητη ἐγγύησις ἐξασφαλίσεως τῆς ζωῆς μας εἶναι ἡ ἄγκυρα τῆς ἐλπίδος. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, λέγει στή συνέχεια τῆς περικοπῆς, ὅτι ὅσοι πιστεύουν στόν Θεό ἔχουν «τήν ἐλπίδα σάν ἄγκυρα τῆς ζωῆς, πού ἐξασφαλίζει τόν ἄνθρωπο ἀπό κάθε κίνδυνο». 

Πῶς ἀσφαλίζεται τό πλοῖο ἀπ’ τούς κλυδωνισμούς καί τήν καταστροφή πού μπορεῖ νά προκαλέσουν οἱ δυνατοί ἄνεμοι, τά πελώρια κύματα, ἡ ἄγρια τρικυμία; Ρίχνει τήν ἄγκυρα στό βυθό, πού εἶναι σταθερός καί ἀμετακίνητος. Ἐκεῖ ἡ ἄγκυρα γαντζώνεται γερά καί τό πλοῖο, πού βρίσκεται στήν τρικυμισμένη ἐπιφάνεια τῆς θάλασσας, μένει σταθερό καί ἀσάλευτο. Ὅσο καί νά τό κτυποῦν οἱ ἄνεμοι δέν πρόκειται νά τό μετακινήσουν. Καί τά κύματα πού θά πέφτουν ἐπάνω του θά συντρίβωνται καί θά μεταβάλλωνται σέ ἀφρούς... 

Ἡ ζωή τοῦ χριστιανοῦ μπορεῖ νά μοιάζει πολλές φορές μέ τήν τρικυμισμένη θάλασσα. Μπορεῖ νά τήν κτυποῦν οἱ ἄνεμοι τῶν δοκιμασιῶν καί τά κύματα ἀναρίθμητων δυσκολιῶν. Στόν οὐρανό ὅμως, ἐκεῖ πού βρίσκεται ὁ Σωτήρ καί Λυτρωτής μας, ὁ Θεός μας, ἐκεῖ ἐπικρατεῖ ἡ σταθερότητα, ἡ γαλήνη καί ἡ ἠρεμία. Ὁ χριστιανός, λοιπόν, ἔχοντας τήν ἐλπίδα του στόν Θεό ρίχνει ἄγκυρα καί γαντζώνεται στό ἀσάλευτο βασίλειο τοῦ Θεοῦ καί μέ τόν τρόπο αὐτό ἐξασφαλίζει στή ζωή του τή σταθερότητα καί τήν εἰρήνη. 

Ὅσοι ζητοῦν νά ἐξασφαλισθοῦν στόν κόσμο τοῦτο, λησμονοῦν τή ρευστότητα καί τήν ἀστάθεια πού τόν χαρακτηρίζουν. Τά δύο αὐτά στοιχεῖα ἀποκλείουν κάθε δυνατότητα γιά μόνιμη καί σταθερή ἐξασφάλισι τῆς ζωῆς. Ἑπομένως ἡ «ἀσφάλεια τῆς ζωῆς» πρέπει νά ἀναζητηθῆ σέ ἄλλο ἐπίπεδο. 

Ὄχι στό ἐπίπεδο τοῦ χρήματος, τῆς δυνάμεως, τῶν ἀνακαλύψεων τῆς ἐπιστήμης κ.λ.π., ἀλλά στό ἐπίπεδο τῆς πίστεως καί τῆς ἐλπίδος. Στήν πραγματικότητα ὁ μόνος ἀσφαλής εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού πιστεύει στήν αἰωνιότητα καί ἐλπίζει νά τήν ἀπολαύση. Γιατί ἡ αἰωνιότητα εἶναι ἡ μόνη σταθερή καί ἀμετακίνητη πραγματικότητα ζωῆς, ὅπως μᾶς τήν ἔχει περιγράψει ὁ Κύριος καί ὅπως μᾶς τήν ὑπόσχεται ὁ ἀψευδής Θεός. Καί ὅποιος ζῆ μέ τήν ἐλπίδα στήν αἰώνια αὐτή πραγματικότητα, μοιάζει μέ πλοῖο πού ἔχει ρίξει δύο ἄγκυρες. Γιατί ὁ πιστός ἔχει ἐγγυημένη ἀσφάλεια ζωῆς στόν κόσμο αὐτό καί, ἐπίσης, ἐγγυημένη τήν ζωή τῆς αἰωνιότητας, τήν ὁποία ἐλπίζει νά τοῦ χαρίσει τό ἄπειρο ἔλεος καί ἡ ἀμετάκλητη ὑπόσχεση τοῦ Θεοῦ μας. ΑΜΗΝ! 

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...