Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Δευτέρα, Φεβρουαρίου 01, 2016

ΣΤΗΝ ΥΠΑΠΑΝΤΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΜΑΣ ΚΑΙ ΣΩΤΗΡΑ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ,ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΘΕΟΔΟΧΟ ΣΥΜΕΩΝΑ Ἁγίου Κυρίλλου Ἱεροσολύμων

Ἁγίου Κυρίλλου Ἱεροσολύμων
«Νοιῶσε μεγάλη χαρά, θυγατέρα Σιών, διαλάλησε τὴ χαρά σου, θυγατέρα Ἱερουσαλὴμ». Χόρευε, λαὲ τῆς πόλεως τοῦ Θεοῦ. Σκιρτᾶτε οἱ πύλες καὶ τὰ τείχη τῆς Σιών καὶ ὁλόκληρη ἡ γῆ. Φωνάξτε σεῖς τὰ ὄρη καὶ τὰ βουνὰ σκιρτήσατε πολύ. Τὰ ποτάμια, χειροκροτεῖστε καὶ τὰ πλήθη περικυκλῶστε τήν Σιών, βλέποντας τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ μέσα σ’ αὐτήν. Ἂς ὁμονοήσουν σήμερα τὰ οὐράνια μὲ τὰ ἐπίγεια καὶ ἂς ἀναπέμπει ὕμνους ἡ ἄνω μαζὶ μὲ τὴν κάτω Ἱερουσαλήμ, γιὰ τὸν Χριστὸ πού βρίσκεται σʼ αὐτήν, τὸν οὐράνιο καὶ τὸν ἐπίγειο. Γύρω ἀπὸ τὸν οὐράνιο χορέψτε οἱ νοερὲς δυνάμεις, καὶ τὸν ἐπίγειο ἀνυμνεῖστε τον οἱ ἄνθρωποι μαζὶ μὲ τοὺς ἀγγέλους.
Διότι σήμερα ἐμφανίστηκε ὁ Θεὸς τῶν θεῶν στὴ Σιών. Σήμερα εἰπώθηκαν λόγια δόξης γιὰ σένα, πόλη τοῦ Θεοῦ Ἱερουσαλήμ, πόλη τοῦ μεγάλου βασιλιᾶ. Ἄνοιξε τὶς πύλες πρὸς τιμὴν αὐτοῦ πού ἄνοιξε σὲ ὅλους τὶς πύλες τοῦ παραδείσου, καὶ ἐπίσης ἄνοιξε τὶς πύλες τῶν τάφων πάνω ἀπὸ τὸν Σταυρό, συνέτριψε τὶς πύλες τοῦ ἅδη πού ἦταν γιὰ αἰῶνες κλειστές, καὶ ἔκλεισε κατὰ τρόπο παράδοξο τὶς πύλες τῆς παρθενίας. Σὴμερα, ἐκεῖνος πού τὰ παλιὰ χρόνια μίλησε μὲ τὸν Μωυςῆ πάνω στὺ ὄρος Σινᾶ κατὰ τρόπον θεοπρεπῆ, ἐκπληρώνει τὸν νόμο, ὑποτασσόμενος στὸν νόμο σὰν δοῦλος. Σήμερα ἔρχεται ὁ Θεὸς ἀπὸ τὴ θαιμάν στὴ Σιών. Σήμερα ὁ οὐράνιος Νυμφίος, μαζὶ μὲ τὴ Θεομήτορα παστάδα, ἔρχεται στὸν ναό. Θυγατέρες τῆς Ἱερουσαλήμ, βγεῖτε πρὸς προϋπάντησή του. Ἀνᾶψτε γεμάτες χαρὰ τὶς λαμπάδες στὸ ἀληθινὸ φῶς. Περιποιηθεῖτε τοὺς χιτῶνες τῶν ψυχῶν σας γιὰ χάρη τοῦ Νυμφίου Χριστοῦ.
Μαζὶ μὲ τὴ Σιών καὶ οἱ λαοὶ τῶν ἐθνῶν, κρατώντας λαμπάδες, ἂς τὸν προϋπαντήσουμε. Ἂς μποῦμε στὸν ναὸ μαζὶ μὲ τὸν ναὸ καὶ Θεὸ καὶ Χριστό. Μαζὶ μὲ τοὺς ἀγγέλους ἂς ψάλουμε δυνατὰ τὸν ὕμνο τῶν ἀγγέλων, «Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος ὁ Κύριος Σαβαώθ ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ εἶναι γεμάτα ἀπὸ τὴ δόξα του». Εἶναι γεμάτα τὰ πέρατα τοῦ κόσμου ἀπὸ τὴν καλωσύνη του. Εἶναι γεμάτη ὅλη ἡ κτίση ἀπὸ τὴ δοξολογία του. Εἶναι γεμάτη ἡ ἀνθρωπότητα ἀπὸ τὴ συγκατάβασή του. Τὰ οὐράνια, τὰ ἐπίγεια καὶ τὰ καταχθόνια εἶναι γεμάτα ἀπὸ τὴν εὐσπλαγχνία του, γεμάτα ἀπὸ τὰ ἐλέη του, γεμάτα ἀπὸ τὶς δωρεές του, γεμάτα ἀπὸ τὶς εὐεργεσίες του.
«Ὅλα λοιπὸν τὰ ἔθνη χειροκροτεῖστε»· ὅλα τὰ πέρατα τῆς γῆς, «ἐλᾶτε καὶ δέστε τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ»· κάθε τί πού ἀναπνέει ἂς αἰνέσει τὸν Κύριο»· «ὅλη ἡ γῆ ἂς προσκυνήσει»· κάθε γλώσσα ἂς τραγουδήσει· κάθε γλώσσα ἂς ψάλλει· κάθε γλώσσα ἂς δοξολογήσει παιδὶ-Θεόν, σαράντα ἡμερῶν καὶ προαιώνιο· παιδὶ μικρὸ καὶ ἡλικιωμένο· παιδὶ πού θηλάζει, καὶ δημιουργὸ τῶν ὅλων. Βλέπω βρέφος, καὶ ἀναγνωρίζω τὸν Θεό μου· βρέφος πού θηλάζει καὶ διατρέφει τὸν κόσμο· βρέφος πού κλαίει, καὶ χαρίζει στὸν κόσμο ζωὴ καὶ χαρὰ· βρέφος πού σπαργανώνεται, καὶ μὲ λυτρώνει ἀπὸ τὰ σπάργανα τῆς ἁμαρτίας· βρέφος στὴν ἀγκαλιά τῆς μητέρας, μὲ σάρκα πραγματικὰ μέ συνεχή παρουσία πάνω στὴ γῆ, καὶ ταυτόχρονα ὁ ἴδιος καὶ στοὺς κόλπους τοῦ Πατέρα, πραγματικὰ καὶ συνεχῶς στοὺς οὐρανούς.
Βλέπω βρέφος πού ἀπὸ τὴ Βηθλεὲμ μπαίνει στὴν Ἱερουσαλήμ, χωρὶς ὅμως νʼ ἀποχωρίζεται καθόλου ἀπὸ τὴν ἄνω Ἱερουσαλήμ. Βλέπω βρέφος πού προσφέρει σύμφωνα μὲ τὸν νόμο στὸ ναὸ θυσία πάνω στὴ γῆ, ἀλλά καὶ τὸ ἴδιο νὰ δέχεται τὶς εὐσεβεῖς θυσίες ὅλων στοὺς οὐρανούς. Τὸν Ἴδιο νὰ κρατιέται στὶς ἀγκάλες τοῦ γέροντα κατ’ οἰκονομίαν, καὶ τὸν Ἴδιο νὰ κάθεται σὲ θρόνους χερουβικούς, ὅπως ταιριάζει σὲ Θεό. Τὸν Ἴδιο νὰ προσφέρεται καὶ νὰ ἐξαγνίζεται, καὶ τὸν Ἴδιο νὰ ἐξαγνίζει καὶ νὰ καθαρίζει τὰ πάντα. Νὰ εἶναι ὁ ἴδιος τὸ δῶρο, καὶ ὁ ἴδιος ὁ ναός. Ὁ Ἴδιος ἀρχιερεύς, καὶ ὁ ἴδιος τὸ θυσιατήριο, ὁ ἴδιος τὸ ἱλαστήριο. Ὁ ἴδιος νὰ εἶναι αὐτὸς πού προσφέρει θυσὶα, καὶ ὁ ἴδιος νὰ προσφέρεται θυσία ὑπὲρ τοῦ κόσμου, καὶ ὁ ἴδιος νὰ προσκομίζει τὰ ξύλα τῆς ζωῆς καὶ τῆς γνώσεως. Νὰ εἶναι ὁ ἴδιος τὸ ἀρνί, καὶ ὁ Ἴδιος ἡ φωτιά. Ὁ ἴδιος νὰ εἶναι τὸ ὁλοκαύτωμα, καὶ ὁ ἴδιος ἡ μάχαιρα τοῦ Πνεύματος. Ὁ ἴδιος ὁ ποιμένας, καὶ ὁ ἴδιος τὸ ἀρνί. Ὁ ἴδιος νὰ εἶναι ὁ θύτης, καὶ ὁ ἴδιος τὸ θῦμα. Αὐτός Ἐκεῖνος πού προσφέρεται, καὶ ὁ Ἴδιος Ἐκεῖνος πού δέχεται τὴ θυσία. Αὐτός νὰ εἶναι ὁ νόμος καὶ ὁ Ἴδιος τώρα νὰ ὑποτάσσεται στὸν νόμο.
Ἐμπρὸς ὅμως τώρα νὰ ἀκούσουμε τὶς σχετικὲς μὲ τὴν ἡμέρα διηγήσεις τῶν ἱερῶν Εὐαγγελίων. Λέγει λοιπὸν γιὰ τὸν Χριστὸ ὁ θαυμάσιος Λουκᾶς, ὅτι, «Ὅταν συμπληρώθηκαν οἱ ἡμέρες τοῦ καθαρισμοῦ τους σύμφωνα μὲ τὸν Μωσαϊκὸ νόμο, ἔφεραν τὸν Ἰησοῦ στὴν Ἱερουσαλήμ, γιὰ νὰ τὸν παρουσιάσουν στὸν Κύριο, ὅπως εἶναι γραμμένο στὸν νόμο τοῦ Κυρίου ὅτι κάθε ἀρσενικὸ πού ἀνοίγει μήτρα, πρέπει νὰ θεωρεῖται ὡς ἀφιερωμένο στὸν Κύριο». Ὁ Σαμουὴλ λοιπὸν καὶ ὁ Ἰσαὰκ καὶ μαζὶ μ’ αὐτούς καὶ ὁ Ἰακὼβ καὶ ὁ Ἰωσὴφ καὶ ὅλοι ὅσοι γεννήθηκαν ἀπὸ στείρα μητέρα, χωρὶς ἐλπίδα, καὶ ἄνοιξαν τὶς ἄκαρπες μῆτρες τῶν μητέρων τους, ὀνομάστηκαν ἅγιοι (ἀφιερωμένοι) τοῦ Κυρίου. Ἐνῶ ὁ Χριστός, ὁ μόνος πού γεννήθηκε ἀπὸ μοναδικὴ παρθένο (τοῦ μόνου Θεοῦ Υἱὸς Μονογενής), καὶ δὲν ἄνοιξε τὶς παρθενικὲς πύλες, δὲν εἶναι ἁπλῶς ἅγιος (ἀφιερωμένος) τοῦ Κυρίου, ἀλλ’ εἶναι Ἅγιος τῶν ἁγίων, καὶ Κύριος τῶν κυρίων, καὶ Θεὸς τῶν θεῶν, καὶ πρωτότοκος τῶν πρωτοτόκων, καὶ ἄρχοντας τῶν ἀρχόντων, καὶ βασιλιὰς τῶν βασιλέων, καὶ ὡς τέτοιος θὰ ὀνομάζεται καὶ θὰ πιστεύεται καὶ θὰ προσκυνεῖται, καὶ τώρα στὸν ναὸ θὰ ἀνακηρυχθεῖ ἀπὸ τὸν Συμεών.
«Ὑπῆρχε», λέγει, «ἕνας ἄνθρωπος στὴν Ἱερουσαλήμ, πού ὀνομαζόταν Συμεών, καὶ ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἦταν δίκαιος καὶ ὑπῆρχε ἅγιο Πνεῦμα ἐπάνω του. Καὶ τοῦ εἶχε ἀποκαλυφθεῖ ἀπὸ τὸ ἅγιο Πνεῦμα, ὅτι δὲν θὰ πεθάνει προτοῦ νὰ δεῖ τὸν Χριστὸ τοῦ Κυρίου. Πῆγε λοιπὸν μὲ ἔμπνευση τοῦ Πνεύματος στὸ ἱερό, καὶ καθὼς οἱ γονεῖς του ἔφερναν τὸ παιδὶ Ἰησοῦ, γιὰ νὰ ἐκπληρώσουν γι’ αὐτό τὰ ἔθιμα τοῦ νόμου, αὐτός τότε τὸ δέχθηκε στὴν ἀγκαλιά του, εὐλόγησε τὸν Θεὸ καὶ εἶπε: Τώρα ἀπόλυσε, Δέσποτα, τὸν δοῦλο σου μὲ εἰρήνη, σύμφωνα μὲ τὸν λόγο σου, διότι εἶδα μὲ τὰ μάτια μου τὴ σωτηρία σου πού ἑτοίμασες γιὰ ὅλους τούς λαούς, ἕνα φῶς πού θὰ εἶναι ἀποκάλυψη γιὰ τοὺς ἐθνικοὺς καὶ δόξα γιὰ τὸν λαό σου τὸν Ἰσραὴλ».«Ποιὸς θὰ μπορέσει νὰ ἐξυμνήσει τὰ ἔργα τῆς δύναμης τοῦ Κυρίου καὶ νὰ κάνει ἀκουστοὺς ὅλους τούς ὕμνους σ’ αὐτόν;». Αὐτός πού κρατάει ὅλη τὴ γῆ στὴ χούφτα του, χωράει στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ γέροντα, καὶ βαστάζεται, «αὐτός πού κρατεῖ τὰ πάντα μὲ τὸν παντοδύναμο λόγο του».
Ἂς ἀγάλλεται ὁ Ἀδάμ, λέγοντας μέσω τοῦ Συμεὼν στὸν Χριστὸ: «Τώρα ἀπόλυσε τὸν δοῦλο σου, Δέσποτα, ὅπως εἶπες, εἰρηνικά». Τώρα ἀπάλλαξέ με ἀπὸ τὰ αἰώνια δεσμὰ· τώρα γλύτωσέ με ἀπὸ τὴ φθορὰ· τώρα λύτρωσέ με ἀπὸ τὸ θάνατο· τώρα ἀπάλλαξέ με ἀπὸ τὴ λύπη, σὺ ὁ Υἱὸς καὶ Θεός μου, τὸν ὁποῖον στὸν ναὸ ὁ Συμεὼν ἀγκαλιάζοντάς τον καὶ κηρύττοντας τὸ μεγάλο μυστήριο τῆς θείας οἰκονομίας σʼ ὅλους τούς ἐθνικοὺς καὶ Ἰουδαίους, σκιρτᾶ καὶ ἀγάλλεται καὶ μὲ λαμπρὴ καὶ διαπεραστικὴ φωνὴ κραύγαζε γι’ αὐτόν λέγοντας· Αὐτός εἶναι ἐκεῖνος πού ὑπάρχει, καὶ προϋπῆρχε, καὶ εἶναι διαρκῶς παρὼν στὸν Πατέρα, ὁμοούσιος, ὁμόδοξος, ὁμοδύναμος, ἰσοδύναμος, παντοδύναμος, ἄναρχος, ἄκτιστος, ἀναλλοὶωτος, ἀπερίγραπτος, ἀόρατος, ἀκατανόμαστος, ἀκατάληπτος, ἀψηλάφητος, ἀκατανόητος, ἄδηλος.
Αὐτὸς εἶναι τὸ ἀπαύγασμα τῆς δόξας τοῦ Πατέρα. Αὐτὸς εἶναι ἡ σφραγίδα τῆς συστάσεως τῶν πάντων. Αὐτός εἶναι τὸ φῶς τῶν φώτων, πού ἀνατέλλει ἀπὸ τοὺς κόλπους τοῦ Πατέρα. Αὐτός εἶναι ὁ Θεὸς τῶν θεῶν, καὶ Θεός πού ἀναγνωρίζεται ἀπὸ τὸν Θεό. Αὐτός εἶναι ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς, πού προέρχεται ἀπὸ τὴν πηγὴ τῆς ζωῆς τοῦ Θεοῦ. Αὐτός εἶναι ὁ ποταμὸς τοῦ Θεοῦ, πού πηγάζει ἀπὸ τὴ θεία ἄβυσσο, ἀλλὰ δὲν ἀποχωρίζεται ἀπ’ αὐτήν. Αὐτός εἶναι ὁ θησαυρὸς τῆς ἀγαθότητας τοῦ Πατέρα καὶ τῆς αἰώνιας μακαριότητας. Αὐτός εἶναι, τὸ νερὸ τῆς ζωής, πού χαρίζει στὸν κόσμο ζωή. Αὐτός εἶναι ἡ ἄκτιστη ἀκτίνα, πού γεννήθηκε ἀπὸ τὸν ἥλιο, πού ὑπῆρχε πρὶν ἀπὸ τὸ φῶς, ἀλλά δὲν ἀποκόπτεται ἀπὸ αὐτόν. Αὐτός εἶναι ὁ Θεὸς−Λόγος, ὁ Ὁποῖος ἔφερε τὰ πάντα στὴν ὕπαρξη ἀπὸ τὴν ἀνυπαρξία μόνο μὲ τὸν λόγο του. Αὐτός εἶναι ὁ Ἑωσφόρος, πού πρὶν ἀπὸ τὸν ἑωσφόρο ὀργάνωσε τὶς δυνάμεις τῶν οὐρανίων, ἀσώματων, ἀόρατων στρατευμάτων καὶ ταγμάτων. Αὐτός εἶναι πού μόνος ἅπλωσε τὸν οὐρανό, καὶ περπατᾶ πάνω στὴ θάλασσα, σὰν νὰ εἶναι ἔδαφος. Αὐτός εἶναι πού τύλιξε τὴν ἄβυσσο μὲ ὁμίχλη. Αὐτός εἶναι πού στερέωσε τὴ γῆ πάνω στὰ νερά. Αὐτός εἶναι ἐκεῖνος πού περιτείχισε τὴ θάλασσα μὲ ἄμμο. Αὐτός εἶναι ἐκεῖνος πού διαχώρισε τὸ φῶς ἀπὸ τὸ σκοτάδι. Αὐτός εἶναι πού καθόρισε τὴν κυκλικὴ διάταξη τῶν ἄστρων. Αὐτός εἶναι πού δημιούργησε μὲ σοφία ὅλο τὸν ὁρατὸ καὶ νοητὸ κόσμο. Αὐτός εἶναι πού μὲ χέρια ἀχειροποίητα ἔπλασε καὶ διαμόρφωσε τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ πηλό. Αὐτός εἶναι ἐκεῖνος πού μᾶς δημιούργησε ‘κατ εἰκόνα’ Θεοῦ, καὶ πού τώρα ὁ Ἴδιος ἔγινε ἄνθρωπος σύμφωνα μὲ τὴ δική μας εἰκόνα. Ἄνθρωπος, ἀλλά καὶ Θεὸς ὁ Ἴδιος. Ἔγινε ἄνθρωπος ὡς πρὸς αὐτό πού βλέπεται, ὁλόκληρος ὅπως καὶ ἐγὼ ὁ ἴδιος μαζὶ μὲ τοὺς ὁμοίους μου, γιὰ νὰ μὲ καθαρίσει καὶ νὰ μέ σώσει. Εἶναι Θεός, μὲ ὅλη τὴ σημασία τῆς λέξεως, τέλειος, ἔχοντας τὴν οὐσία τοῦ τέλειου Πατέρα. Αὐτός, ἐνῶ ἔχει δεσποτικὴ μορφὴ Θεοῦ, τώρα ἔλαβε τὴ δική μου μορφὴ τοῦ δούλου, χωρὶς νὰ μειώσει τὴ θεϊκή του ὑπόσταση, ἀλλά ἁγιάζοντας τὴν ποιότητα τῆς δικῆς μου φύσεως. Εὑρίσκεται ὁλόκληρος ἐπάνω, ἀλλʼ ἐπίσης ὁ ἴδιος ὁλόκληρος καὶ κάτω. Στὸν οὐρανὸ γεννήθηκε προαιώνια, καὶ στὴ γῆ ἀσπόρως. Εἶναι δημιουργὸς ἐκείνων πού ὑπάρχουν στὸν οὐρανὸ ὡς Θεός, καὶ στὴ γῆ κάτω εἶναι δημιούργημα ὡς ἄνθρωπος.
«Ἀκοῦστε τα αὐτὰ ὅλα τὰ ἔθνη». Ἄκουσε, Ἰσραηλιτικὲ λαὲ. Αὐτός, τὸν Ὁποῖο ἐγὼ ὁ δικός σου ἱερέας Συμεὼν κρατῶ στὴν ἀγκαλιά μου, Αὐτός, διακηρύττω μὲ δυνατὴ φωνὴ καὶ ὁμολογῶ στὸν λαὸ μέσα στὸν ναό, εἶναι ὁ Κύριος καὶ Θεός σου. «Γι’ αὐτό πρόσεχε, λαέ μου, τὰ λόγιά μου· ἀνοῖξτε τὰ αὐτιά σας στὰ λόγια πού βγαίνουν ἀπὸ τὸ στόμα μου». Αὐτό τὸ παιδὶ εἶναι ἐκεῖνο γιὰ τὸ ὁποῖο ὁ Ἠσαΐας προφήτεψε λέγοντας: «θὰ γεννηθεῖ παιδὶ γιά μᾶς καὶ θὰ μᾶς δοθεῖ υἱός, πού θὰ ὀνομάζεται ἀγγελιοφόρος τῆς μεγάλης ἀποφάσεως (τοῦ Πατέρα), θαυμαστὸς σύμβουλος, Θεὸς ἰσχυρός, ἐξουσιστής (Ἰσραηλιτικὲ λαέ), ἀρχηγός τῆς εἰρήνης, πατέρας τοῦ μέλλοντος αἰῶνος». Ἐφόσον λοιπὸν τὸ παιδὶ αὐτό εἶναι Θεὸς ἰσχυρός, τότε γι’ αὐτόν εἶπε ὁ Δαβίδ, «θὰ φανερωθεῖ ὁ Θεὸς τῶν θεῶν στὴ Σιών». Γιὰ τὸ παιδὶ αὐτό φωνάζει ὁ Ἱερεμίας, ὅτι «ὁ Θεὸς φανερώθηκε στὴ γῆ καὶ συναναστράφηκε τοὺς ἀν- θρώπους».
Αὐτὸ τὸ παιδὶ εἶναι ἐκεῖνο πού τὰ παλιὰ χρόνια καὶ ἒσυσε τὴ θάλασσα γιὰ χάρη τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ, καὶ βύθισε τὸν Φαραώ, καὶ ἔδωσε τὸν νόμο στοὺς Ἰσραηλίτες, καὶ ἔρριξε σὰν βροχὴ τὸ μάννα, καὶ ὁδήγησε τὸ ἑβραϊκὸ γένος μὲ φωτεινὴ στήλη, καὶ ἔσκισε τὸν βράχο, καὶ διαφύλαξε ἄφλεκτη τὴ βάτο ἀπὸ τὴ φλόγα πού ἡ φωτιὰ της ἦταν δροσερή. Αὐτὸ τὸ παιδὶ τὸν Μωυσῆ, ὅταν ἦταν σαράντα ἐτῶν, τὸν ἔκανε φονιὰ τοῦ αἰγυπτιακοῦ λαοῦ, καὶ γιὰ σαράντα χρόνια τὸν ἔκανε βοσκὸ προβάτων, καὶ ἐπὶ σαράντα ἔτη τὸν ἔκανε ὁδηγὸ τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ, καὶ τὸν ἐνίσχυσε, ὥστε νὰ νηστέψει ἐπὶ σαράντα ἡμέρες, ὅπως καὶ αὐτό τὸ παιδὶ μετὰ τὴ βάπτισή του νήστεψε σαράντα μέρες, καὶ σαράντα μέρες, μετὰ τὴν ἀναστασή του ἀπό τούς νεκρούς, ἀναλήφθηκε στὴν ἄνω Ἱερουσαλήμ, καὶ μετὰ σαράντα μέρες ἀπὸ τὴ γέννησή του ἀπὸ τὴν Παρθένο, εἰσῆλθε τώρα στὴν ἐπίγεια Ἱερουσαλήμ.
Γιὰ τὸ παιδὶ αὐτό ὁ Ἀββακούμ προφήτεψε λέγοντας: Θὰ ἔρθει ὁ Θεὸς ἀπὸ τὴ θαιμᾶν», δηλαδὴ ἀπὸ τὸν νότο. Διότι ἀπὸ τὰ νότια της Ἱερουσαλήμ, δηλαδὴ ἀπὸ τὴ Βηθλεέμ, μπῆκε τώρα στὴν Σιών. Γιὰ αὐτό τὸ παιδὶ ὁ Μωυσῆς μᾶς διαβεβαίωσε λέγοντας, «ὅτι ὁ Κύριος καὶ Θεὸς θὰ ἀναδείξει πρὸς χάριν σας προφήτη ἀπό τούς ἀδελφούς σας, καὶ ὅποιος δὲν τὸν ἀκούει, θὰ ἐξολοθρεύεται ἡ ψυχὴ του». Γι’ αὐτό τὸ παιδὶ καὶ ὁ προφήτης Δαβὶδ προσευχόταν λέγοντας· «Ἐμφανίσου, σὺ πού κάθεσαι πάνω στὰ Χερουβίμ. Θέσε σὲ ἐνέργεια τὴ δύναμή σου καὶ ἔλα νὰ μᾶς σώσεις»· καὶ πάλι: «Κάνε νὰ μᾶς προφθάσουν χωρὶς ἀργοπορία οἱ οἰκτιρμοί σου, Κύριε»· καὶ πάλι: «Κύριε, χαμήλωσε τοὺς οὐρανοὺς καὶ κατέβα». Καὶ ἀλλιῶς: «Σὺ Κύριε, Θεὲ τῶν δυνάμεων, σπεῦσε νὰ ἐπισκεφθεῖς ὅλα τὰ ἔθνη». Γι’ αὐτό: «Μάθετέ το αὐτό ὅλα τὰ ἔθνη καὶ ταπεινωθεῖτε».
Δέστε λοιπόν, Ἰουδαῖοι, καὶ πεισθεῖτε, ὅτι αὐτό τὸ παιδὶ ὑμνοῦν οἱ ἄγγελοι· αὐτό προσκυνοῦν οἱ ἀρχάγγελο· αὐτό τρέμουν οἱ ἐξουσίες· αὐτό δοξάζουν οἱ οὐράνιες δυνάμεις· αὐτό ὑπηρετοῦν τὰ Χερουβίμ· αὐτό θεολογοῦν τὰ Σεραφίφ. Αὐτό ὑπηρέτει ὁ ἥλιος· αὐτό ὑπηρετεῖ λειτουργικὰ ἡ σελήνη· σ’ αὐτό ὑπακούουν τὰ στοιχεῖα τῆς φύσεως· σ’ αὐτό ὑποτάσσονται οἱ πηγές. Αὐτό τὸ παιδὶ μόλις τὸ εἶδαν οἱ πύλες τοῦ ἅδη συντρίφτηκαν, ἐνῶ οἱ πύλες οἱ οὐράνιες ἄνοιξαν, καὶ ὁ ἅδης βλέποντάς το τρόμαξε. Αὐτό τὸ παιδὶ κατάργησε τὸν θάνατο, τὸν διάβολο τὸν καταντρόπιασε· τὴν κατάρα τὴν κατάργησε, τὴ λύπη τὴν ἔπαυσε, τὸ φίδι τὸ συνέτριψε· τὸ μεσότοιχο τὸ γκρέμισε, τὸ πονηρὸ χειρόγραφο τῶν ἁμαρτιῶν τὸ ἔσχισε, τὴν ἁμαρτία τὴν πάτησε, τὴν πλάνη τὴν κατάργησε, τὴν κτίση τὴν ἀνάστησε. Αὐτό τὸ παιδὶ ἔσωσε τὸν Ἀδάμ, ἀνέπλασε τὴν Εὕα, προσκάλεσε τὰ ἔθνη, φώτισε τὸν κόσμο.
Γιʼ αὐτό ἐλᾶτε καὶ σεῖς, φιλόχριστοι καὶ φιλόθεοι, νὰ προϋπαντήσουμε ὅλοι καθαροὶ καὶ χαρούμενοι τὸν ἐρχομό τοῦ Κυρίου καὶ Δεσπότη μας. Νὰ τὸν προϋπαντήσουμε ὄχι νομικά, ἀλλά πνευματικὰ· ὄχι νοιώθοντας ἀπόλαυση στὴν κοιλιά, ἀλλά σκιρτώντας μὲ τὸν πνεῦμα· ὄχι μεθώντας μὲ κρασί, ἀλλά ὄντας θερμοὶ στὸ πνεῦμα. Ἔτσι σήμερα ἂς στολίσουμε χαρούμενοι μὲ τρόπο λαμπρὸ τὶς λαμπάδες. Ἔτσι, ὡς υἱοί τοῦ φωτός, ἂς προσφέρουμε τὰ κεριά μας στὸ ἀληθινὸ φῶς, τὸν Χριστὸ· διότι φανερώθηκε στὸν κόσμο «ἕνα φῶς, πού θὰ εἶναι ἀποκάλυψη γιὰ τὰ ἔθνη». Γι’ αὐτό, ὡς φῶτα ἐκ φωτός, ἂς λάμψουμε περισσότερο καὶ ἀπὸ τὸ χιόνι, ἂς γίνουμε τυρὶ πιὸ ἄσπρο ἀπὸ τὰ γάλα, ἂς γίνουμε φωτινοὶ περισσότερο καὶ ἀπὸ τὸ πολύτιμο λιθάρι, τὸ ζαφείρι, καὶ πετώντας στὸν οὐρανὸ ἄσπιλοι περισσότερο καὶ ἀπὸ τὰ περιστέρια, ἂς βγοῦμε σὲ προϋπάντηση τοῦ Θεοῦ στὰ σύννεφα.
Ὅλοι σήμερα, ἀλλά καὶ πάντοτε, ἂς διακηρύξουμε τὰ γεγονότα τῆς γιορτῆς. Ἂς χορέψουμε μαζὶ μὲ τοὺς ἀγγέλους, ἂς λάμψουν τὰ πρόσωπά μας μαζὶ μὲ τοὺς ποιμένες, ἂς προσκυνήσουμε μαζὶ μὲ τοὺς μάγους, ἂς γιορτάσουμε μαζὶ μὲ τὴ Βηθλεέμ, ἂς προϋπαντήσουμε μαζὶ μὲ τὴ Σιών, ἂς ἁγιασθοῦμε μαζὶ μὲ τὸν ναό, ἂς γεμίσουμε ἀγαλλίαση δοξάζοντας μαζὶ μὲ τὴν Παρθένο, ἂς προσφέρουμε μαζὶ μὲ τὸν Ἰωσήφ, σὰν δύο τρυγόνια, τὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα μας· ἂς ἀγκαλιάσουμε μαζὶ μὲ τὸν Συμεὼν τὸν Χριστό, καὶ μαζὶ μὲ τὴν Ἄννα ἂς τὸν δοξάζουμε, γιὰ νὰ βρεθοῦμε μέσα στὰ αἰώνια ἀγαθά, μὲ τὴ χάρη καὶ τὴν εὐσπαγχνία καὶ τὴ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτήρα μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, στὸν Ὁποῖον ἀνήκει ἡ δόξα καὶ ἡ δύναμη, μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

ΛΟΓΟΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΥΠΑΠΑΝΤΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ


Ρήματα ζωής αιωνίου καλούμαστε να ακούσουμε σε κάθε ευαγγελική περικοπή που αναγιγνώσκονται στους ιερούς ναούς. Ρήματα σωτηρίας, πνευματικής καθάρσεως και χαράς. Κάθε μια λέξη είναι και μια πρόσκληση για τη μίμηση των λόγων του Κυρίου μας, μέσω του παραδείγματός Του. Δεν μας εγκατέλειψε ούτε λεπτό, αλλά αντιθέτως με το παράδειγμά Του στάθηκε φωτεινός οδοδείκτης. Έτσι, λοιπόν, και στο σημερινό ευαγγέλιο της Υπαπαντής του Κυρίου μας, μας έδωσε το παράδειγμα πηγαίνοντας να καθαριστεί ο άσπιλος και τέλειος Θεός.
Μετά τη γέννηση του Ιησού και την συμπλήρωση των προκαθορισμένων ημερών οδήγησαν οι γονείς Του τον Κύριο στο ναό για την τήρηση του νόμου. Ο νόμος αυτός έλεγε ότι κάθε πρωτότοκο παιδί έπρεπε να αφιερωθεί στο Θεό. Προσέφεραν θυσία ένα ζευγάρι τρυγόνια ή δύο μικρά περιστέρια. Στα Ιεροσόλυμα υπήρχε και ένας άνθρωπος ονόματι Συμεών, που ήταν πλήρης Πνεύματος Αγίου και περίμενε καρτερικά να δει τον Μεσσία πριν πεθάνει σύμφωνα με την υπόσχεση που του έδωσε ο Θεός. Μόλις οδήγησαν τον Ιησού οι γονείς Του στο ναό, τον παίρνει στα χέρια του ο Συμεών και αναφωνεί το γνωστό σε όλους μας «Νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλόν σου, δέσποτα, κατὰ τὸ ῤῆμά σου ἐν εἰρήνῃ…» (Λουκ. β’, 29–32). Ακούγοντας όλα αυτά ο Ιωσήφ με τη Μαρία θαύμασαν για τα λόγια που ειπώθηκαν από το Άγιον Πνεύμα δια μέσου του Συμεών. Τότε ευλόγησε τους γονείς και τους λέει ότι ο Υιός τους θα γίνει αιτία να σωθούν ή να καταστραφούν πολλοί άνθρωποι, αλλά είπε και στην Θεοτόκο ότι θα περάσει την ψυχή της ρομφαία. Στα Ιεροσόλυμα υπήρχε και μια γυναίκα που την έλεγαν Άννα και ήταν πολύ προχωρημένης ηλικίας. Είχε παντρευτεί αλλά μετά από επτά έτη έμεινε χήρα και την υπόλοιπη ζωή της την αφιέρωσε στην προσευχή και τη δοξολογία στο Θεό, χωρίς να φεύγει καθόλου από το ναό. Αντικρίζοντας και αυτή τον Ιησού δόξαζε το Θεό και έλεγε για το παιδί, ότι έφτασε η λύτρωση. Εκπληρώνοντας τις προσταγές του νόμου επέστρεψαν ο Ιησούς με τους γονείς Του στη Ναζαρέτ, όπου μεγάλωνε και δυνάμωνε πνευματικά με τη χάρη του Θεού.
Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός σαρκώθηκε και ήρθε στη γη κάνοντας το θέλημα του Πατρός Του, για να ανακαινίσει τη φθαρείσα φύση. Είναι για μας το παράδειγμα υπακοής και ταπεινώσεως. Έκανε υπακοή στον Πατέρα και ταπεινώθηκε από τα ίδια τα δημιουργήματά Του. Φόρεσε την χωμάτινη σαρκική στολή και υπέμεινε τους εμπτυσμούς και τα ραπίσματα. Θέλοντας και μη πέφτουμε σε σύγκριση. Μας έδωσε τα πάντα. Εμείς τί κάναμε; Δεν θα πρέπει να μας χαρακτηρίζει η αγνωμοσύνη προς τις δωρεές του Κυρίου μας, γιατί δε μας ζητά τίποτε άσκοπα, ότι γίνεται είναι για τη σωτηρίας μας.
Μας έδειξε το δρόμο λέγοντάς μας «ἐγώ εἰμί ἡ ὁδός…»(Ιω. ιδ, 6). Υποτάχθηκε στον Πατέρα και μας άνοιξε το δρόμο που πρέπει να ακολουθήσουμε για να πετύχουμε τη θέωση. Αυτό γίνεται με την τήρηση των ευαγγελικών νόμων, όπως μας το επιβεβαίωσε ο ίδιος ο Σωτήρας μας κάνοντας πράξη τους νόμους τους οποίους ο ίδιος έθεσε. Οι νόμοι είναι απλοί και ξεκινούν από την Παλαιά Διαθήκη με τις δέκα εντολές, για να καταλήξουν στην τελειοποίησή τους στην Καινή Διαθήκη. Η σωτηρία μας δεν είναι κάτι δύσκολο και άφθαστο, το μόνο που χρειάζεται είναι να είμαστε καλοί άνθρωποι και να τελούμε τα θρησκευτικά μας καθήκοντα, όπως είχε πει και ο μακαριστός γέροντας Ιωσήφ ο Βατοπαιδινός. Μόνο που υπάρχει μια προϋπόθεση για να είναι εύκολη η σωτηρία μας και ονομάζεται αγάπη, που ξεκινάει από μια λέξη και καταλήγει σε έναν τρόπο ζωής, όπως μας το δήλωσε και ο Ιησούς λέγοντας «ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους, καθὼς ἠγάπησα ὑμᾶς ἵνα καὶ ὑμεῖς ἀγαπᾶτε ἀλλήλους» (Ιωάννη ιγ’, 34). Η αγάπη είναι η κορυφή και η τελείωση κάθε ανθρώπου. Χωρίς αγάπη κανένας δε μπορεί να φτάσει στο τέρμα της πνευματικής του πορείας, όπως είπε και ο Απόστολος Παύλος στον περίφημο «Ύμνο της Αγάπης», «Εὰν ταῖς γλώσσαις τῶν ἀνθρὠπων λαλῶ καὶ τῶν ἀγγέλων, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, γέγονα χαλκός ἠχῶν ἤ κύμβαλον ἀλαλάζον. Καὶ ἐὰν ἔχω προφητείαν καὶ εἰδῶ τὰ μυστήρια πάντα καὶ πᾶσαν τὴν γνῶσιν, καὶ ἐὰν ἔχω πᾶσαν τὴν πίστιν, ὥστε ὄρη μεθιστάνειν, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, οὐδέν εἰμί» (Α΄ Κορ. ιγ’).
Προσπαθώντας αγαπητοί μου αδελφοί να φέρουμε εις πέρας τις ευαγγελικές εντολές αγάπης του Κυρίου μας βρίσκουμε πολλούς πειρασμούς και εμπόδια. Να μην πτοηθούμε, διότι «ἐν παντὶ θλιβόμενοι ἀλλ̉ οὐ στενοχωρούμενοι, ἀπορούμενοι ἀλλ̉ οὐκ ἐξαπορούμενοι, διωκόμενοι ἀλλ̉ οὐκ ἐγκαταλειπόμενοι, καταβαλλόμενοι ἀλλ̉ οὐκ ἀπολλύμενοι» (Β΄ Κορ. δ’, 8-9), «ὅτι ἰσχυροί ἐστε καὶ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἐν ὑμῖν μένει καὶ νενικήκατε τὸν πονηρόν» (Α’ Ιω. β’, 14).

Ἡ Ὑπαπαντή τοῦ Κυρίου


Ἀφοῦ μιλήσαμε τήν προηγούμενη φορά γιά τήν περιτομή τοῦ Κυρίου καί βγάλαμε τά ἀπαραίτητα διδάγματα, ἐρχόμαστε τώρα νά πᾶμε στό ἑπόμενο θέμα, σέ μιά ἄλλη Δεσποτική ἑορτή, τήν Ὑπαπαντή τοῦ Χριστοῦ. Ὑπαπαντή σημαίνει ὑποδοχή. Ὁ Συμεών ὑποδέχθηκε τόν Χριστό καί τόν πῆρε στήν ἀγκαλιά του, ὅπως θά δοῦμε στή συνέχεια. Εἶναι μία σπουδαία ἑορτή μέ πλούσιο περιεχόμενο καί μεγάλη ἱστορία καί προϊστορία.
Ἡ βάση της  φτάνει στά χρόνια τοῦ Μωϋσῆ καί τῶν Φαραώ τῆς Αἰγύπτου. Οἱ Ἑβραῖοι κακοπερνοῦν, δουλεύουν σκληρά γιά τούς Αἰγυπτίους, ὑποφέρουν, ὑφίστανται τά πάνδεινα, γιά νά μή σηκώνουν κεφάλι. Ἀποδεκατίζονται, μειώνεται ὁ πληθυσμός τους, γιά νά μή κινδυνεύσουν ἀπό αὐτούς οἱ Αἰγύπτιοι.
Ὁ Θεός ἔβλεπε τά βάσανά τους, ἄκουε τούς στεναγμούς τους καί τούς λυπόταν. Ἔστειλε τόν Μωϋσῆ νά τούς ἐλευθερώσει, νά τούς βγάλει ἀπό τήν δουλεία τοῦ Φαραώ καί νά τούς ὁδηγήσει πίσω στήν πατρίδα τους, στή γῆ τῆς ἐπαγγελίας. Ἐκεῖνος σκληρός καί ὑπερήφανος δέν θέλησε νά ὑπακούσει. Ἔκανε τήν ζωή τους ἀκόμη πιό δύσκολη καί μαρτυρική. Ἀναγκάσθηκε ὅμως νά γονατίσει καί νά δεχτεῖ νά τούς ἀφήσει νά φύγουν μετά τίς δέκα πληγές, πού τοῦ ἔστειλε ὁ Θεός καί κυρίως μέ τήν τελευταία, κατά τήν ὁποία ἄγγελος Κυρίου ἐφόνευσε τά πρωτότοκα ἀγόρια τῶν Αἰγυπτίων, ὅπως καί τόν πρωτότοκο γυιό τοῦ Φαραώ.
Ἀπό τό θανατικό αὐτό γλύτωσαν τά πρωτότοκα τῶν Ἑβραίων. Ἔτσι, θά λέγαμε, ἦταν χρεωμένοι, τά χρωστοῦσαν στό Θεό. Κάθε ἕνας πού ἔφερνε τό πρῶτο παιδί στόν κόσμο, ἔπρεπε νά τό ἀφιερώσει στήν ὑπηρεσία τοῦ Θεοῦ.  Ἀργότερα, ὅταν ἔγιναν οἱ Λευΐτες καί ὑπηρετοῦσαν ἐκεῖνοι στό Ναό, ἔπαιρναν τά παιδιά τους πίσω, ἀφοῦ κατέβαλαν κάποιο ἀντίτιμο, πέντε σίκλους δηλαδή δέκα πέντε χρυσές δραχμές καί θυσίαζαν ἕνα χρονιάρικο ἀρνί. Ἄν ἦταν φτωχοί μποροῦσαν νά προσφέρουν ἕνα ζευγάρι περιστέρια ἤ δύο τρυγόνια, ἤ ἀκόμη νά μή δώσουν τίποτε, ἄν ἦταν πολύ φτωχοί.
Αὐτό τό προηγούμενο ἀναφερόταν ἀκόμη καί στά πρωτότοκα ἀρσενικά τῶν ζώων. Ἔπρεπε νά ξεχωρίζωνται καί νά προσφέρωνται στό Θεό. Αὐτή ἡ ἀφιέρωση ἦταν σημεῖο ἀναγνωρίσεως τῆς εὐεργεσίας τοῦ Θεοῦ καί ἀπόδειξις, ὅτι ἀνήκουν σ᾿ Αὐτόν. Εἶπε ὁ Θεός στόν Μωϋσῆ: Ἐν γάρ χειρί κραταιᾷ ἐξήγαγέ σε Κύριος ὁ Θεός ἐξ Αἰγύπτου.
Ὅταν τό ἀγόρι γινόταν σαράντα ἡμερῶν καί τό κορίτσι ὀγδόντα ἡμερῶν τό πήγαιναν στό Ναό, γιά τόν καθαρισμό τοῦ παιδιοῦ καί τῆς μητέρας του. Ἔτσι λοιπόν, ὅταν ὁ Χριστός ἔγινε σαράντα ἡμερῶν, τόν πῆραν ἡ Παναγία καί ὁ Ἰωσήφ καί ἀπό τήν Βηθλεέμ, πού ἦταν ἀκόμη, πῆγαν στά Ἱεροσόλυμα, στό Ναό τοῦ Σολομῶντος, γιά νά κάνουν ὅ,τι ὅριζε ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ.
Ἀσφαλῶς μποροῦσαν νά μή πᾶνε, δέν ἦταν ὑποχρεωμένοι νά τό κάνουν, γιατί δέν ἦταν μία ἁπλῆ γέννησις ἑνός κοινοῦ ἀνθρώπου. Ἐδῶ ἔχουμε ὑπερφυσική γέννηση, τήν σάρκωση τοῦ Θεοῦ. Ὅμως ἐφαρμόζουν τόν Νόμο τοῦ Θεοῦ, ὅλες τίς διατάξεις, γιά νά μή τούς κατηγορήσει κανείς σάν παραβάτες, ἀλλά καί νά δώσουν σέ μᾶς καλό παράδειγμα, ὅτι πρέπει νά σεβώμαστε τόν Νόμο τοῦ Θεοῦ καί νά ἐφαρμώζουμε στήν πληρότητά του τό θεῖο θέλημα. Ἐμεῖς πολλές φορές σκεφτόμαστε ἐλαφρᾷ τῇ καρδίᾳ, ὅτι θά μπορούσαμε νά μή κάνουμε τό ἕνα ἤ νά ἀποφύγουμε τό ἄλλο, κάτι πού εἶναι μεγάλο λάθος.
Ὁ Χριστός πού ἔδωσε τόν νόμο στόν Μωϋσῆ, ὅταν προσέλαβε τήν ἀνθρώπινη σάρκα, ἔπρεπε νά τόν ἐφαρμώσει. Λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς: Τό ἔκανε χάριν ὑπακοῆς στό νόμο, πού ὁ ἴδιος ἔδωσε. Ἡ ἀνυπακοή τοῦ πρώτου Ἀδάμ εἶχε συνέπεια τήν πτώση καί τήν φθορά. Ἡ ὑπακοή τοῦ νέου Ἀδάμ, τοῦ Χριστοῦ, ἐπανέφερε τήν ἀνθρώπινη φύση  στόν Θεό καί θεράπευσε  τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν εὐθύνη τῆς παρακοῆς.
Ἐκεῖ στό Ναό βρίσκεται ἕνας γέροντας, πολύ μεγάλος στήν ἡλικία, ὁ πρεσβύτης Συμεών. Πῆγε τήν ἴδια ὥρα μέ τήν Παναγία καί τόν Ἰωσήφ, ἐμπνεόμενος καί καθοδηγούμενος ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ἀξίζει νά δοῦμε ποιός εἶναι αὐτός ὁ σεβάσμιος Γέροντας.
Ἡ ἱστορία αὐτοῦ ἀρχίζει γύρω στό 280 π.Χ. ὅταν στήν Αἴγυπτο ἐβασίλευε ὁ Πτολεμαῖος ὁ Β΄ ὁ Φιλάδελφος. Φιλάδελφος κατ᾿ ἐφημισμό. Ἀγαποῦσε τόσο πολύ τόν ἀδελφό του, ὥστε τόν σκότωσε, φοβούμενος μήπως τοῦ πάρει τόν θρόνο.
Τήν ἐποχή ἐκείνη ἡ ἑλληνική γλῶσσα ἦταν διαδεδομένη σέ ὅλον τόν τότε γνωστό κόσμο. Ἀκόμη καί τό σύνολο τῶν Ἑβραίων, πού εὑρίσκοντο σκορπισμένοι σέ ὅλο τόν κόσμο, μιλοῦσαν ἑλληνικά καί ὄχι ἑβραϊκά. Δέν μποροῦσαν νά διαβάσουν τήν Παλαιά Διαθήκη στή γλῶσσα τους. Γι᾿ αὐτό ἔβαλαν στόν Πτολεμαῖο τήν ἰδέα τῆς μεταφράσεως στά ἑλληνικά.
Αὐτό εἶναι καλό δίδαγμα γιά μᾶς. Ὅτι δηλαδή πρέπει νά μελετοῦμε τήν Ἁγία Γραφή. Ἡ Καινή Διαθήκη γράφτηκε κατ᾿ εὐθείαν στήν ἐλληνική γλῶσσα καί ἡ πρώτη μετάφραση τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης πού ἔγινε ἀπό τά ἑβραϊκά ἦταν στά ἑλληνικά. Αὐτό εἶναι μεγάλη τιμή γιά μᾶς τούς Ἕλληνες, ἀλλά καί μεγάλη εὐθύνη.
 Ἔχουμε τήν ἐντολή ἀπό τόν Θεό νά μελετοῦμε τήν Ἁγία Γραφή ἡμέρας καί νυκτός. Νά μή τήν ἀφήνουμε ἀπό τά χέρια μας. Θά μάθουμε πολλά, θά λάβουμε ἀπαντήσεις σέ πολλά προβλήματα πού μᾶς ἀπασχολοῦν. Καί ὅμως στήν μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς ἀφιερώνουμε τόν λιγότερο χρόνο, ὅπως τό ἴδιο συμβαίνει καί μέ τήν προσευχή.  Μέ τά μαλλιά μας καί τά νύχια μας ἀσχολούμεθα πολύ περισσότερο. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ δέν ἔχει ἀξία οὔτε σάν κι᾿ αὐτά.
Ἐπανερχόμαστε στόν Πτολεμαῖο. Ἐκεῖνος κάλεσε ἑβδομῆντα δύο μορφωμένους, πού ἤξεραν καλά τά ἑλληνικά καί τά ἑβραϊκά, γιά νά κάνουν τήν μετάφραση στόν φάρο τῆς Ἀλεξανδρείας, ὁποία χάριν συντομίας ὀνομάσθηκε μετάφρασις τῶν ἑβδομήκοντα. Ἕνας ἀπό αὐτούς ἦταν καί ὁ Συμεών. Ἔδωσαν σέ ὅλους νά μεταφράσουν ἀπό ἕνα βιβλίο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Ὁ Συμεών ἔτυχε νά πάρει τό βιβλίο τοῦ προφήτη Ἡσαΐα καί ἡ μετάφραση συνεχιζόταν...
Κάποια φορά ἔφτασε στό σημεῖο πού λέει ὁ προφήτης, ἰδού ἡ Παρθένος ἐν γαστρί ἔξει...Κάποια παρθένος θά γεννήσει. Δέν μποροῦσε νά τό πιστέψει, πῶς εἶναι δυνατόν νά εἶναι παρθένος καί νά γεννήσει. Δέν τό χωροῦσε ὁ νοῦς του. Ἔφτασε στό σημεῖο νά σκεφτεῖ, ὅτι ἔκανε λάθος ὁ προφήτης, μᾶλλον θά ἤθελε νά γράψει, ὅτι κάποια γυναίκα θά γεννοῦσε. Ἔκανε μάλιστα νά βγάλει ἕνα μικρό μαχαιράκι, γιά νά ξύσει, νά σβύσει τήν λέξη. Ἐκείνη τήν στιγμή ἄγγελος Κυρίου τοῦ ἔπιασε τό χέρι καί τόν σταμάτησε. Νά μεταφράσεις ὅ,τι βλέπεις, ὅ,τι εἶναι γραμμένο, τοῦ εἶπε, γιατί δέν εἶναι λάθος. Ὄντως ἡ Παρθένος θά γεννήσει υἱόν κι᾿ ἐσύ δέν θά πεθάνεις πρίν γίνουν αὐτά. Θά ἀξιωθεῖς νά τόν δεῖς καί νά τόν γνωρίσεις.
Τό θέμα αὐτό τόν ἀπασχολοῦσε σοβαρά καί συνέχεια. Δέν ἔφευγε ἀπό τό μυαλό του. Κάποια μέρα πού ἔκανε βαρκάδα στό Νεῖλο ποταμό ἤ κατ᾿ ἄλλους στή θάλασσα, πέταξε μέσα στό νερό τό δαχτυλίδι, πού φοροῦσε,  καί εἶπε, ὅσο ἐγώ θά μπορέσω νά βρῶ τό δαχτυλίδι αὐτό, ἄλλο τόσο καί ἡ παρθένος θά γεννήσει παιδί. Μετά ἀπό μέρες ἀγόρασε ψάρια καί τά ἔδωσε νά τά μαγειρέψουν. Στό πρῶτο ψάρι πού ἄνοιξε, γιά νά φάει, βρῆκε μέσα τό δαχτυλίδι! Τότε πείσθηκε ὅτι, ὅσο παράξενο καί ἄν εἶναι, μπορεῖ νά γίνει.
Τελείωσαν οἱ ἐργασίες τῆς μετάφρασης καί οἱ ἑρμηνευταί πῆγαν στά σπίτια τους. Ἔφυγε καί ὁ Συμεών γιά τήν πατρίδα του, τά Ἱεροσόλυμα. Τά χρόνια περνοῦσαν, ἕνας-ἕνας ὅλοι οἱ δικοί του, οἱ συγγενεῖς, οἱ γνωστοί  του πέθαιναν, ἀλλά αὐτός ἐξακολουθοῦσε νά ζεῖ. Ἔφτασε καί ξεπέρασε τά 270 χρόνια.
Κάποια φορά, πού καθόταν στό σπίτι του, δέχθηκε μία ἐσωτερική παρόρμηση. Σάν νά κάποιος τόν ἔσπρωξε καί τοῦ εἶπε νά πάει στό ναό τοῦ Σολομῶντος. Σηκώθηκε μέ τρεμάμενα πόδια καί σιγά-σιγά πῆγε στό ναό. Ἐκείνη τήν ὥρα ἔφτασαν καί ἡ Παναγία μέ τόν Ἰωσήφ καί τόν Χριστό στήν ἀγκαλιά. Τό Ἅγιο Πνεῦμα τοῦ ἀπεκάλυψε, ὅτι αὐτή εἶναι ἡ Παρθένος, γιά τήν ὁποία ἔγραψε ὁ προφήτης Ἡσαΐας καί αὐτό εἶναι τό παιδί, πού γέννησε. Αὐτός εἶναι ὁ Μεσσίας, πού περίμενε τόσα χρόνια καί ὁ ἴδιος του, ἀλλά καί ὁ κόσμος ὅλος.
Εἶναι συγκινητική ἡ στιγμή πού ὁ Χριστός προσφέρεται ὡς νήπιο στό Ναό. Ὁ προαιώνιος Θεός, πού διακρατεῖ καί διευθύνει τόν κόσμον ὅλον, τά πάντα, παρουσιάζεται ὡς βρέφος στό Ναό, εὑρισκόμενος στήν ἀγκαλιά τῆς μητέρας του. Εἶναι νήπιο καί ταυτόχρονα προαιώνιος Θεός.
Μέ τήν νηπιότητα αὐτή ἐθεράπευσε τό νηπιῶδες φρόνημα τοῦ Ἀδάμ. Εἶχε βέβαια φωτισμό τοῦ μυαλοῦ του, ἀλλά ἔπρεπε  νά δοκιμασθεῖ καί νά φτάσει στή θέωση. Ἐπειδή ἦταν ἄπλαστος καί νήπιο πνευματικά, ἐπειδή εἶχε νηπιῶδες φρόνημα, γι
᾿ αὐτό εὔκολα ἀπατήθηκε ἀπό τόν πονηρό διάβολο, πού γέρασε στήν ἁμαρτία καί στήν πονηρία. Ὁ Χριστός παίρνοντας τήν σωματική νηπιακή ἡλικία ἐθεράπευσε τό νηπιῶδες φρόνημα τοῦ Ἀδάμ, ἀλλά γενικά τήν ἀνθρώπινη φύση. Δέν μποροῦσε ὁ διάβολος νά πλανήσει τήν ἐν Χριστῷ ἀνθρώπινη φύση, ὅπως τό ἔκανε μέ εὐχέρεια στόν πρῶτο Ἀδάμ.
Ὁ ἅγιος Συμεών πῆρε τόν Χριστό στά τρεμάμενα χέρια του καί συγκινημένος εὐλόγησε τόν Θεό. Δέν ἦταν ἱερεύς, ὅπως λένε κάποιοι, ἀλλά ἀνώτερος τοῦ ἱερέως. Ἦταν πνευματοκίνητος. Τό Ἅγιο Πνεῦμα δέν ἀποκαλύπτει τά θεῖα μυστήρια σέ ἀνθρώπους, πού εἶναι ἀκάθαρτοι. Ἐκεῖνο τόν καθοδηγοῦσε καί τόν ἐνίσχυε. Λέει ὁ προφήτης Ἡσαΐας: Ἰσχύσατε χεῖρες ἀνειμέναι καί γόνατα παραλελυμένα... Ἰσχύσατε, μή φοβῆσθε. Τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐνίσχυσε τά πόδια του , γιά νά πορευθοῦν στό Ἱερό, ἀλλά ἐνίσχυσε καί τά χέρια του, γιά νά κρατήσουν τόν Χριστό. Γι᾿ αὐτόν λέει καί ὁ Μέγας Ἀθανάσιος: Ὡς πρός τήν φύση ἄνθρωπος, ἀλλ᾿ ὡς πρός τήν ἀρετήν ἄγγελος.
Ἐκεῖ στό ναό βρισκόταν κάποια Ἄννα προφήτις, πού ἀναγνώρισε τόν Θεό καί διεκήρυξε, ὅτι Αὐτός εἶναι ὁ λυτρωτής τοῦ κόσμου. Μέρα-νύχτα βρισκόταν μέσα στό ναό καί ποτέ δέν ἀπομακρυνόταν ἀπό αὐτόν. Λάτρευε τόν Θεό μέ ἀδιάλειπτη προσευχή καί συνεχῆ νηστεία.
Κάποιος ἑρμηνευτής τῶν θείων Γραφῶν νά πῶς ἑρμηνεύει τό χωρίο αὐτό τοῦ Εὐαγγελίου. Πήγαινε τό πρωΐ στό ναό γιά τήν πρωϊνή ἀκολουθία καί δέν ἔφευγε. Συμμετεῖχε στήν λατρεία τοῦ Θεοῦ καί στήν προσευχή, ἀλλά δέν ἔφευγε οὔτε κἄν ἀπομακρυνόταν ἀπό τόν ναό, παρά μόνο ἀφοῦ τελείωνε καί ἡ τελευταία βραδυνή ἀκολουθία. Καί αὐτό γινόταν κάθε μέρα. Εἶχε συνδέσει ὅλη της τήν ζωή μέ τόν ναό καί τήν λατρεία τοῦ Θεοῦ.
Πόσο πολύ πρέπει νά μᾶς διδάξει τό παράδειγμα αὐτό καί ἡ διαγωγή τῆς Ἁγίας Ἄννης τῆς προφήτιδος ὅλους μας καί πολύ περισσότερο ἐκείνους, πού ποτέ δέν πατοῦν στήν Ἐκκλησία ἤ πηγαίνουν στή θεία Λειτουργία κατά τά τελευταῖα λεπτά, σάν νά ἦταν κάποιο πάρεργο, κάτι χωρίς ἀξία. Καί ὅμως στό θέατρο ἤ στόν κινηματογράφο ἤ στό ποδόσφαιρο πηγαίνουν ἀπό πολύ ἐνωρίς πρίν ἀρχίσει ἡ παράσταση ἤ ὁ ἀγώνας. Ἡ θεία Λειτουργία, τό μυστήριο τῶν μυστηρίων οὔτε τόσο δέν ἀξίζει; καί μετά θέλουμε νά λεγώμαστε καλοί χριστιανοί...
Ὁ πρεσβύτης Συμεών ὁδηγήθηκε στό ναό ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ἡ Ἁγία  Ἄννα ἔμενε ἐκεῖ συνεχῶς. Ἔτσι καί οἱ δύο ἀξιώθηκαν νά δοῦν τόν Χριστό. Ἡ ἕνωση μέ τόν Χριστό προϋποθέτει καί ἀνάλογο βίο. Ὁ Συμεών ἦταν δίκαιος, δηλαδή ἐνάρετος. Ἡ Ἄννα ζοῦσε ἐν χηρείᾳ βίο καθαρό καί ἄμωμο.
Μετά ἀπό αὐτά λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, πόσο μεγάλο κακό κάνει ἡ πορνεία, ἡ ἀκάθαρτη ζωή. Ὁ ἄνθρωπος αὐτός δέν μπορεῖ νά ἔχει σχέση μέ τόν Χριστό. Κρατώντας τόν Χριστό στήν ἀγκαλιά του ἐδόξασε καί  εὐχαρίστησε τόν Θεό, πού τόν ἀξίωσε νά δεῖ τόν σωτήρα τοῦ κόσμου. Τώρα, Κύριε, ἀφοῦ τά εἶδα ὅλα, μπορεῖς νά μέ πάρεις ἀπό αὐτόν τόν μάταιο κόσμο.Νῦν ἀπολύεις τόν δοῦλόν σου, Δέσποτα... Εἶναι συγκλονιστική ἡ σκηνή αὐτή. Ἀσφαλῶς δέν θά μποροῦσε νά γίνει αὐτό, ἄν τά χέρια του δέν ἐνισχυόταν ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα, ὅπως προείπαμε.
Ζητάει τήν λύση τῆς ψυχῆς ἀπό τό σῶμα. Λέει ὁ ἱερός Θεοφύλακτος, εἶναι δεσμός τό σῶμα γιά τήν ψυχή, εἶναι φυλακή, γι᾿ αὐτό οἱ ἅγιοι, οἱ ἐνάρετοι δέν φοβοῦνται τόν θάνατο. Ὁ θάνατος θά τούς φέρει κοντά στόν Θεό, πού ἀγαποῦν καί ποθοῦν. Αὐτή ἡ λύση εἶναι εἰρήνη, εἶναι εὐλογία. Ζητάει τήν ἔξοδο τῆς ψυχῆς ἀπό τό σῶμα καί τό θεωρεῖ ἀνάπαυση.  Ἐμεῖς γιατί τρέμουμε αὐτή τήν λύση; Μήπως φταίει ἡ ζωή μας καί ἡ κατάστασή μας; Δέν θέλουμε αὐτήν τήν λύση, γιατί ξέρουμε τήν μᾶς περιμένει μετά ταῦτα, ξέρουμε τί θά συναντήσουμε, τί κρύβεται πίσω ἀπό τόν θάνατό μας. Δέν μᾶς συμφέρει, μά καί δέν λέμε νά μετανοήσουμε, νά διορθωθοῦμε.

Ἤθελε λοιπόν νά πορευθεῖ στόν Ἄδη καί γιά ἕναν ἀκόμη λόγο, νά ἀναγγείλει τήν χαρμόσυνη εἴδηση, ὅτι ἦρθε ὁ Μεσσίας, ὁ λυτρωτής τοῦ κόσμου. Λέει ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος, βιαζόταν νά πάει στόν Ἄδη, γιά νά μή προλάβουν νά ἀναγγείλουν τό γεγονός τά νήπια, πού ἐπρόκειτο νά σφαγοῦν ἀπό τόν Ἡρώδη. Τά νήπια εἶνα γοργά καί εὐκίνητα, ἐνῷ αὐτός γέρων καί βραδυκίνητος. Ἑπομένωςὁ Συμεών εἶναι ὁ πρῶτος κῆρυξ τοῦ Ἄδη.
Ἀλλά δέν εἶπε μόνο αὐτά. Φωτισμένος ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶπε καί ἄλλα  προφητικά λόγια.Οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καί ἀνάστασιν πολλῶν ἐν τῷ Ἰσραήλ καί εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον.  Ἄλλοι θά τόν δεχτοῦν καί ἄλλοι θά τόν ἀπορρίψουν. Πολλές συζητήσεις θά γίνωνται γύρω ἀπό τό πρόσωπό του. Κάποιοι θά τόν πιστέψουν καί κάποιοι ἄλλοι θά τόν ἀρνηθοῦν. Αὐτό γινόταν καί τότε στήν ἐποχή του, γινόταν μέσα στό διάβα τῶν αἰώνων, γίνεται ἀκόμη καί σήμερα. Ὅσοι τόν πιστεύουν, σώζονται. Ὅσοι τόν πιστεύουν ζοῦν ζωή ἀναστημένη, ἁγία καί πνευματική ζωή. Ὅσοι τόν ἀρνοῦνται πέφτουν καί τσακίζονται. Τρῶνε τά μοῦτρα τους, χάνονται, καταστρέφονται. Ἡ ζωή τους εἶναι κόλαση καί ἐδῶ καί ἐκεῖ. Παράδειγμα ὁ Γολγοθᾶς. Ἕνας ληστής πιστεύει καί σώζεται, ἐνῷ ὁ ἄλλος ἀμφισβητεῖ, ἀπιστεῖ καί καταδικάζεται.
Ὁ Χριστός εἶναι σημεῖο ἀντιλεγόμενο. Ταλαντεύονται οἱ ἄνθρωποι γιά τό τί εἶναι ὁ Χριστός, Θεός ἤ ἄνθρωπος; Ἐμεῖς εἴμαστε βέβαιοι, ὅτι εἶναι τέλειος Θεός καί τέλειος ἄνθρωπος. Πεινᾶ, διψᾶ, δέχεται τό μαρτύριο, σταυρώνεται, πάσχει, κλαίει στόν τάφο τοῦ φίλου του Λαζάρου. Ἀλλά καί κάνει θαύματα, ἐκδιώκει δαιμόνια, ἀνασταίνει νεκρούς, ἀνοίγει μάτια τυφλῶν, θεραπεύει λεπρούς κ.ἄ.
 Αὐτό ἀναφέρεται καί στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας, πού εἶναι τό πραγματικό σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ἄλλοι σώζονται, ἀφοῦ παραμείνουν στήν Ἐκκλησία καί ἄλλοι καταδικάζονται ἀρνούμενοι τό σωτηριῶδες ἔργο του. Θά εἶναι εἰς πτῶσιν καί ἀνάστασιν πολλῶν καί στήν ἄλλη ζωή. Ὅλοι θά τόν δοῦν, ἀλλά γιά ἄλλους θά εἶναι κόλασις, γιά ἄλλους παράδεισος.
Λέει ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, ὅτι ὁ Σταυρός καί τό Πάθος θά ἀποκαλύψει τίς ἐσωτερικές διαθέσεις τῶν ἀνθρώπων. Ὁ Πέτρος τόν ἀρνεῖται. Οἱ Μαθηταί τόν ἐγκαταλείπουν. Ὁ Ἰούδας τόν προδίδει καί πνίγεται. Ὁ Πιλᾶτος ἀποφεύγει (νομίζει) τίς εὐθύνες μέ τό πλύσιμο τῶν χεριῶν του. Ὁ Ἰωσήφ καί ὁ Νικόδημος ἀποκαλύπτονται καί τόν κηδεύουν. Οἱ Ἰουδαῖοι θά δώσουν ἀργύρια στούς στρατιῶτες, γιά νά ἀποκρύψουν τήν Ἀνάσταση.
Ἡ δεύτερη προφητεία: Καί σοῦ δέ αὐτῆς τήν ψυχήν διελεύσεται ρομφαία. Ἀλλά καί τήν δική σου καρδιά, Παναγία μου, θά τήν διαπεράσει δίκοπο μαχαίρι. Κι᾿ ἐσύ ἔχεις νά πιεῖς πικρό ποτήρι, θά πονέσεις καί θά πικραθεῖς. Αὐτό συνέβει πολλές φορές στήν Παναγία. Ὅταν ἔφυγαν μέ ἀγωνία στήν Αἴγυπτο, γιά νά ἀποφύγουν τά μαχαίρια τοῦ Ἡρώδη, ὅταν τόν κατηγοροῦσαν συνέχεια οἱ φαρισαῖοι. Ὅμως κυρίως καί πρό πάντων πόνεσε ἡ Παναγία, ὅταν εἶδε τόν Χριστό ἐπάνω στό σταυρό. Τότε ἦταν πού σχίσθηκε ἡ καρδιά της καί ἔγινε κομμάτια.
Ἡ Παναγία εἶναι ἡ πονεμένη μητέρα. Ὅταν ἐμεῖς συναντοῦμε  προβλήματα καί θλίψεις στή ζωή μας μή παραπονούμεθα, μή γογγύζουμε καί δυσανασχετοῦμε. Πιό πολύ καί ἐντελῶς ἄδικα πόνεσε καί πικράθηκε ἡ Παναγία. Ἐμεῖς, ἄν δυσκολευώμαστε, γίνεται ἐξ αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν μας. Ἡ ἁμαρτία, πού διαπράττουμε, ἔχει μέσα της τό δηλητηριῶδες κεντρί τοῦ πόνου.
Τέλος ὁ σαραντισμός, πού γίνεται σήμερα, ἔχει ἀρχή καί βάση τήν ὑπαπαντή τοῦ Κυρίου. Εἶναι καθαρισμός τῆς γυναίκας καί εὐχαριστία πρός τόν Θεό. Σαράντα ἡμέρες μετά πού θά γεννήσει ἡ μητέρα καί ἀφοῦ καθαρίσει ἀπό τά κατάλοιπα τῆς γέννας, καθαρή καί λουσμένη παίρνει τό παιδί καί τό πηγαίνει στήν Ἐκκλησία, γιά νά τό προσφέρει στό Θεό. Ἐμεῖς τό προσφέρουμε στό Θεό, ἀλλά ὁ Ἱερεύς μᾶς τό δίνει πάλι πίσω, γιά νά τό μεγαλώσουμε ὅπως θέλει ὁ Θεός. Ὅποιος δέν τό κάνει, θά εἶναι ὑπεύθυνος καί ὑπόλογος στό θεό. Λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὅτι αὐτούς τούς γονεῖς σάν ἐγκληματίες θά τούς καταδικάσει ὁ Θεός. Μή λησμονοῦμε, ὅτι εἴμαστε συνεργοί Θεοῦ, ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Συνεργοί καί στήν γέννηση νέων ἀνθρώπων, ἀλλά συνεργοί καί στήν καλή διαπαιδαγώγηση.
Ἀφοῦ ἐτέλεσαν ὅλα ὅσα προέβλεπε ὁ Νόμος, ἡ Παναγία μέ τόν Χριστό καί τόν Ἰωσήφ γύρισαν πίσω στήν πατρίδα τους. Ἐκεῖ μεγάλωνε καί προέκοπτε σέ ἡλικία καί σοφία καί σιγά-σιγά, ἀνάλογα μέ τήν ἡλικία, φαινόταν ἡ σοφία πού ὁ Χριστός εἶχε. Ἔτσι πρέπει κι᾿ ἐμεῖς νά ζοῦμε, πάντοτε σύμφωνα μέ τό θεῖο θέλημα. Νά προκόπτουμε πνευματικά, νά φτάσουμε στό μέτρο ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ. Μή συγκρίνουμε τούς ἑαυτούς μας μέ ἄλλους ἀνθρώπους. Δέν εἶναι τό μέτρο μας αὐτοί.
Ἔλεγε ὁ μακαριστός π. Παΐσιος, ἐάν συγκρίνω τόν ἑαυτό μου μέ τούς ἄλλους ἀνθρώπους, νομίζω πώς κάτι εἶμαι καί αὐτό μέ ἀναπαύει. Ἄν ὅμως συγκρίνω τόν ἑαυτό μου μέ τούς ἁγίους ἤ μέ τόν Χριστό, τότε διαπιστώνω, ὅτι εἶμαι τενεκές.
Νά κοιτάξουμε λοιπόν νά προοδεύσουμε κατά Θεόν, γιά νά ἐπιστρέψουμε στήν ἀληθινή πατρίδα μας, πού εἶναι ὁ οὐρανός. Ἀμήν.-

Λόγος Μεγ.Αθανασίου εις την Υπαπαντή του Κυρίου


Με το να είπή δέ ή Παναγία Παρθένος• «Ιδού ή δούλη Κυρίου, ας γίνη εις έμέ όπως είπες», έφανέ-ρωσε τούτο. Είμαι πίναξ, λέγει, επάνω εις τον όποιον γράφεται ό,τι θέλει ό Κύριος του παντός. Άφού δε ό άγγελος ελαβε την διαβεβαίωσιν της πίστεως της Παρθένου άνεχώρησεν άπ' αυτής.

«Δοξάζει ή ψυχή μου τον Κύριον».,.
«Διότι είδε με εύμένειαν την ταπεινην δούλην του.Διότι από τώρα θα με μακαρίζουν όλαι αι γενεαί», 'Αλλά πόσο μεγάλο κατόρθωμα είναι ή παρθενία; Όταν κανείς θέλη να άσκηση τάς αλλάς άρετάς καθοδηγείται από τον νόμον, ή παρθενία όμως, επειδή είναι ανωτέρα του νόμου και έχει ως ύψηλότερον σκοπόν την διαμόρφωσιν της προσωπικής ζωής,είναι άφ' ενός μεν γνώρισμα του μέλλοντος αιώνος, άφ' έτερου δε είκών της καθαρότητας των αγγέλων."Οταν δηλαδή ό Δεσπότης του παντός ό Θεός Λόγος,επειδή ήθελεν ό Πατήρ να άνεγείρη και να ανακαίνιση τα πάντα, επέλεξε, δια να γίνη μήτηρ του σώματος το όποιον έπρόκειται να φορέση, την Παρθένον, ή οποία και έγινε, και με αυτόν τον τρόπον ήλθε μεταξύ μας ως άνθρωπος ό Κύριος,έκαμε την επιλογήν αυτήν,ώστε,όπως τα πάντα έγιναν δι' αΰτού,έτσι και ή παρθενία να προέλθη εξ αύτού,και να δοθή πάλιν δι'αυτού το χάρισμα τούτο εις τους ανθρώπους και να πολλαπλασιάζεται. Πόσο μεγάλο θα έλεγε κανείς το καύχημα της αγίας Παρθένου και θεοειδούς Μαρίας,επειδή υπήρξε και είναι μήτηρ του Λόγου ως προς την γέννηοιν του Σώματος; Διότι το θείον αυτό γέννημα στρατιά μεν αγγέλων έδοξολόγηοε, κάποια γυναίκα δε ύψωσε την φωνήν και έλεγε: «Μακαριά ή κοιλία που σε έβάστασε και οι μαστοί που έθήλασες».Και ή ιδία ή Μαρία πού έγέννησε τον Κύριον και ή οποία έμεινεν άειπάρθενος, επειδή αντελήφθη αυτό πού συνέβη εις τον εαυτόν της, έλεγεν «Από τώρα θα με μακαρίζουν όλαι αί γε-νειαί». Αυτό πού συνέβη εις την Μαρίαν είναι καύχημα δι' όλας τάς παρθένους. "Ολαι δηλαδή αύται κρέμονται ωσάν παρθενικά παρακλάδια άπ' αυτήν, ή οποία είναι ωσάν ρίζα δι' αυτάς.
«Και όταν συνεπληρώθησαν αί ήμέραι του καθαρισμού, σύμφωνα προς τον Μωσαϊκόν νόμον, έφεραν αυτόν εις τα Ιεροσόλυμα, δια να τον παρουσιάσουν εις τον Κύριον, όπως είναι γραμμένον εις τον νόμον του Κυρίου,ότι κάθε άρσενικόν που ανοίγει μήτραν,πρέπει να θεωρηθή ως άφιερωμένον εις τον Κύριον, και δια να προσφέρουν θυσίαν,σύμφωνα με αυτό πού λέγει ό νόμος του Κυρίου εν ζεύγος τρυγόνια ή δύο μικρά περιστέρια». Ούτος περιείίλήθη την σάρκα, Οχι δια να ύπάρχη και να ζή όπως οι άλλοι άνθρωποι, αλλ' έγινεν άνθρωπος δια να άγιάζη την σάρκα. Εάν δε νομίση κανείς ότι ή φράσις «δια να παρουσιάσουν εις τον Κύριον» αναφέρεται εις τον ίδιον τον Κύριον, έχει λάθος εις αυτήν την σκέψιν. Διότι πότε άπεκρύβη ό Κύριος από τα μάτια του Πατρός διά να μη ήμπορή ό Πατήρ να τον βλέπη; "Η ποίος τόπος ευρίσκεται έξω από την έξουσίαν του Κυρίου, ώστε να ευρίσκεται εκεί και να μη ευρίσκεται μαζί με τον Πατέρα, εάν δεν ανήρχετο εις Ιεροσόλυμα και δεν έπαρουσιάζετο εις τον ναόν; Και πώς προσέφερε τάς τυπικάς θυσίας, άφού ό ίδιος είναι ή αλήθεια; Μήπως αυτά δεν εγράφησαν δι' εκείνον, αλλά δι' ημάς; "Οπως δηλαδή, ενώ είναι Θεός,γίνεται κατά φυσικόν τρόπον άνθρωπος χωρίς να ύποστή μεταβολήν,και υφίσταται την περιτομήν και βαπτίζεται και τα άλλα σχετικά, όχι δια τον εαυτόν του,αλλά δι' ημάς,δια να γίνωμεν ημείς δια της χάριτος θεοί, ενώ είμεθα άνθρωποι, και δια να ύποστώμεν πνευματικήν περιτομήν και όχι νομικήν,και δια να καθαρισθώμεν από τον ρύπον της αμαρτίας δια του βαπτίσματος και δια να σταυρωθώμεν δια τον κόσμον και άναστηθώμεν δια τον Θεόν- ή ακακία και ή σωφροσύνη[...]


Μεγάλου Αθανασίου, Ερμηνεία εις το Κατά Λουκάν. "Εργα, 12, σελ. 317-321.

ΣΤΗΝ ΥΠΑΠΑΝΤΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΚΑΙ ΣΩΤΗΡΑ ΜΑΣ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ Ἁγίου ‘Ἠσυχίου Ἱεροσολύμων



Ἁγίου ‘Ἠσυχίου Ἱεροσολύμων
Ἡ γιορτὴ λέγεται γιορτὴ τοῦ καθαρισμοῦ, ἀλλά δὲν θὰ κάνει λάθος κανείς, ἂν τὴν ὀνομάσει ἑορτή τῶν ἑορτῶν, Σάββατο τῶν Σαββάτων, ἅγια τῶν ἁγίων. Γιατί περιλαμβάνει ὅλο τὸ μυστήριο τῆς σάρκωσης τοῦ Χριστοῦ, περιγράφει ὅλο τὸ μυστήριο τοῦ Μονογενοῦς Κυρίου. Στὴ γιορτὴ αὐτὴ ὁ Χριστὸς κρατήθηκε ὡς βρέφος καὶ ὁμολογήθηκε ὅτι εἶναι Θεός, καὶ προσφέρθηκε στὴν ἀγκαλιά, καθισμένος σὰν σὲ θρόνο, ὁ Δημιουργός τῆς δικῆς μας φύσεως, καὶ πρόσφερε ἕνα ζευγάρι τρυγόνια λογικὰ στὸν Συμεὼν καὶ τὴν Ἄννα. Ἀλλά, ἂν συμφωνεῖτε, ἂς παρεμβάλουμε τὰ ἴδια τὰ εὐαγγελικὰ λόγια, γιατί ἐκεῖ θὰ δοῦμε τὴν παρεμβολὴ τοῦ Θεοῦ. Νὰ λοιπὸν πῶς διηγεῖται τὴν ἱστορία τῆς γιορτῆς ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς: «Καὶ ὅταν συμπληρώθηκαν οἱ ἡμέρες τοῦ καθαρισμοῦ, σύμφωνα μὲ τὸν μωσαϊκὸ νόμο, τὸν πῆγαν στὰ Ἱεροσόλυμα, γιὰ νὰ τὸν παρουσιάσουν στὸν Κύριο, ὅπως εἶναι γραμμένο στὸν νόμο τοῦ Κυρίου, ὅτι κάθε ἀρσενικὸ πού ἀνοίγει μήτρα, πρέπει νὰ θεωρεῖται ἀφιερωμένο στὸν Κύριο, καὶ νὰ προσφέρουν θυσία, σύμφωνα μ’ ἐκεῖνο πού λέγει ὁ νόμος τοῦ Κυρίου, ἕνα ζευγάρι τρυγόνια, ἡ δύο μικρὰ περιστέρια». Ἔπρεπε Ἐκεῖνος, πού γιὰ χάρη μας ἔγινε δοῦλος, νὰ προσφέρει γιὰ μᾶς καθάρσια δῶρα· Ἐκεῖνος πού δὲν λυπήθηκε τὸ αἷμα του, νὰ μὴ λυπηθεῖ ἕνα ζευγάρι τρυγόνια. Νὰ λοιπὸν πού, σύμφωνα μὲ τὸν νόμο, ἐργάζεται ὑπὲρ τοῦ νόμου σὰν νομοθέτης. Καὶ μολονότι αὐτός δίνει τὴν ἐλευθερία τοῦ Πνεύματος, ὡστόσο δὲν ἀποφεύγει τὴ δουλεία (τὴν πιστὴ τήρηση) τοῦ γράμματος. Δὲν παραβαίνει τὸν νόμο τοῦ Μωυσῆ, γιὰ νὰ γίνει στὸν κατάλληλο καιρὸ μάρτυρας ἀξιόπιστος.
«Καὶ ὅταν συμπληρώθηκαν οἱ ἡμέρες τοῦ καθαρισμοῦ αὐτῶν, σύμφωνα μὲ τὸν νόμο τοῦ Μωυσῆ». Αὐτῶν. Ποιῶν; Γιατί ὁ Ἰωσὴφ οὔτε πατέρας ἦταν, οὔτε ὑποχρεωμένος γιὰ καθαρισμό, ἀλλ’ οὔτε καὶ ἡ Μαρία οὔτε καὶ τὸ βρέφος εἶχαν ἀνάγκη καθαρισμοῦ. Γιατί λέγεται τὸ ἑξῆς: «Μιὰ γυναίκα, ἐὰν μείνει ἔγκυος καὶ γεννήσει ἀρσενικό, θὰ εἶναι ἑπτά ἡμέρες ἀκάθαρτη». ‘Ἀλλὰ ἡ Μαρία δὲν δέχθηκε σπέρμα, ἑπομένως δὲν χρειαζόταν καθαρισμό. «Μιὰ γυναίκα ἐὰν δεχθεῖ σπέρμα καὶ γεννήσει ἀρσενικὸ παιδί, θὰ εἶναι ἑπτά ἡμέρες ἀκάθαρτη». Γιατί; Ἐπειδὴ ἔφερε στὸν κόσμο δεύτερο Ἀδάμ. «Ἐὰν ὅμως γεννήσει θηλυκό, θὰ εἶναι ἀκάθαρτη δεκατέσσερις ἡμέρες».
 Γιατί ὅμως ἐδῶ ὅρισε διπλάσιες ἡμέρες; Ἐπειδὴ ἄλλη Εὔα γεννιέται ἀπὸ τὴν Εὔα, τὸ σάπιο σκεῦος, τὸ ἀδύνατο ἀγγεῖο, τὸ σπασμένο σταμνί, αὐτὴ πού ὁδηγεῖ στὴν παρακοή, ἡ σύμβουλος τοῦ δράκοντα. Ὅπως ὅμως ἄκουσες τὰ ἐγκλήματα τῆς γυναίκας, ἔλα τώρα νὰ μάθεις καὶ τὸ κατόρθωμά της. Ἡ γυναίκα εἰσήγαγε τὴν παρθενία στὴ ζωή, χώρεσε στὴν κοιλιὰ της τὸν Θεό, τὸν Ὁποῖο δὲν μπορεῖ νὰ χωρέσει ὁλόκληρη ἡ κτίση. Γέννησε μὲ σάρκα Ἐκεῖνον πού ἀνέπλασε τὸ γένος μας, ὑποδέχθηκε πρώτη τὸν Ἰησοῦ ἀπό τούς νεκρούς, πρώτη ἄρχισε τὸ κήρυγμα τῆς ἀναστάσεως, πρώτη ἔφερε τὸ μήνυμα τῆς χαρᾶς στοὺς μαθητές. «Γυναίκα», λέγει, «πού θὰ δεχθεῖ σπέρμα». Ἡ Θεοτόκος βέβαια ἦταν γυναίκα, ἀλλά δὲν ἔπαθε αὐτὰ πού παθαίνουν οἱ γυναῖκες. Γιατί ἡ κοιλιά της δὲν δέχθηκε σπέρμα ἀνδρός, τὸ χωράφι τῆς Μαρίας δὲν εἶδε ἀλέτρι, τὸ παρθενικὸ ἀμπέλι δὲν δοκίμασε ἀξίνα, ὥστε ἡ προσφορὰ δὲν ἦταν γι’ αὐτήν, ἀλλ’ ἔγινε γιὰ ὅλον τὸν κόσμο. Γιατί γιὰ μᾶς ὁ Χριστὸς περιτέμνεται, γιά μᾶς καὶ βαπτίζεται, γιὰ μᾶς τελοῦνται τὰ καθάρσια τοῦ νόμου. Ὅταν δακρύζει, ξεπλένει τὴ φύση. Ὅταν ραπίζεται, ἐλευθερώνει τὴ δική μας αἰχμαλωσία. Ὅταν σηκώνει τὸν σταυρό, ἐμᾶς ἐλαφρύνει ἀπὸ τὸν ζυγὸ τῆς ἁμαρτίας. Ὅταν φτύνεται, ἀπαλλάσσει τὸν Ἀδὰμ ἀπὸ τὴν κατάρα τοῦ φτυσίματος.
«Ὅταν συμπληρώθηκαν οἱ ἥμερες τοῦ καθαρισμοῦ τους, τὸν ἔφεραν στὰ Ἱεροσόλυμα, ὅπως εἶναι γραμμένο στὸ νόμο, ὅτι κάθε ἀρσενικὸ παιδὶ πού ἀνοίγει μήτρα, θὰ θεωρεῖται ἀφιερωμένο στὸν Κύριο». Αὐτά λέγει ὁ νόμος. Ὅμως ὁ Χριστός, ὅπως εἴπαμε, σὰν νομοθέτης, ἐκπλήρωσε τὸν νόμο πάνω ἀπὸ τὸν νόμο. Γιατί δὲν ἄνοιξε, ἀλλ’ ἄφησε κλεισμένη τὴν πύλη τῆς Παρθένου. Δὲν ἐσύλησε τὴ σφραγίδα τῆς φύσεως, δὲν ἔβλαψε ἐκείνη πού τὸν γέννησε, καθόσον ἄφησε ἀκέραιο τὸ σχῆμα τῆς παρθενίας σʼαὐτήν. Ἐὰν ὅμως δὲν πιστεύεις, μάθε ἀπὸ τὸν Ἰεζεκιήλ: «Καὶ μὲ ἔστρεψε πρὸς τὸ δρόμο τῆς ἐξωτερικῆς πύλης τῶν ἁγίων, πού ἔβλεπε πρὸς ἀνατολάς καὶ ἦταν κλεισμένη, καὶ μοῦ εἶπε ὁ Κύριος: Ἡ πύλη αὔτη θὰ μείνει κλεισμένη, δὲν θὰ ἀνοιχθεῖ, καὶ κανένας δὲν θὰ περάσει ἀπὸ αὐτὴν γιατί ὁ Κύριος καὶ Θεὸς τοῦ Ἰσραὴλ θὰ μπεῖ καὶ θὰ βγεῖ, καὶ θὰ μείνει κλεισμένη». «Κάθε ἀρσενικὸ παιδὶ πού ἀνοίγει μήτρα, θὰ θεωρεῖται ἀφιερωμένο στὸν Κύριο». Ἐνῶ αὐτὸς δὲν εἶναι μόνον ἅγιος. Ὅσο λοιπὸν ὑπερέχει ὡς πρὸς τόν ἁγιασμό, τόσο περισσότερο πλεονεκτεῖ καὶ στὴ γέννηση, καὶ ξεπερνᾶ τὴν ἐντολὴ τοῦ νόμου. Μήπως ὅμως ὁ Λουκᾶς, λέγοντας, «Νὰ προσφέρουν θυσία, ὅπως ὁρίζει ὁ νόμος τοῦ Κυρίου, ἕνα ζευγάρι τρυγονιῶν, ἡ δύο μικρὰ περιστέρια», περιόριζε τὸν νόμο; Δὲν τὸ κάνει αὐτὸ κατεχόμενος ἀπὸ ἄγνοια, ἀλλ’ ὁδηγούμενος ἀπὸ σοφία. Γιατί ὁ νόμος ὅριζε νὰ προσφέρουν ἀρνὶ καὶ μικρὸ περιστέρι, κι ὅταν ἐκεῖνος πού ἔκαμνε τὴν προσφορὰ ἦταν ἄπορος, ὅριζε νὰ προσφέρει ἕνα ζευγάρι τρυγόνια ἡ δύο μικρὰ περιστέρια καὶ σεμιγδάλι. Ὁ Λουκᾶς ὅμως ἄφησε τὴν προσφορὰ τοῦ πλουσίου, καὶ ἀνέφερε τὴν προσφορὰ τοῦ φτωχοῦ, ἐκείνου πού ἔγινε γιὰ χάρη μας φτωχὸς μὲ τὴ θέλησή του. Δὲν ὑπῆρχε, λέγει, κατάλυμα γι’ αὐτόν· ἀπὸ ποῦ νὰ εἶχε ἀρνί γιά νά προσφέρει θυσία στόν Θεό; Ἀφοῦ σπαργανώθηκε στὴ φάτνη, ἀπὸ ποῦ θὰ εὕρισκε ἀρνί; Μᾶλλον δὲν εἶχε ἀνάγκη ἀπὸ ἀρνί, ἀφοῦ ἦταν ὁ ἴδιος ὁ Ἀμνός τοῦ Θεοῦ, τὸ ἀληθινὸ πρόβατο. Θυσίαζε ὁ ἴδιος τὸν ἑαυτό του γιὰ χάρη τοῦ κόσμου. Γι’ αὐτὸ ἀνέφερε ἐκεῖνο πού πρόσταζε ὁ νόμος, καὶ δήλωσε τί ἔκανε ὁ Χριστός.
Στὴ συνέχεια λέγει: «Ὑπῆρχε στὰ Ἱεροσόλυμα κάποιος ἄνθρωπος πού ὀνομαζόταν Συμεών, καὶ ὁ ἄνθρωπος αὐτός ἦταν δίκαιος καὶ εὐλαβὴς καὶ περίμενε τὴν παρηγοριὰ τοῦ Ἰσραήλ· ὑπῆρχε ἐπάνω του Πνεῦμα ἅγιο, καὶ τοῦ εἶχε προφητευθεῖ ἀπὸ τὸ ἅγιο Πνεῦμα, ὅτι δὲν θὰ πεθάνει προτοῦ νὰ δεῖ τὸν Χριστὸ τοῦ Κυρίου». Ὁ πλοῦτος τοῦ Συμεὼν ἦταν πολὺς καὶ ποικίλα τὰ ὅπλα τοῦ στρατηγοῦ. Τὸ φυτὸ εἶναι γεμάτο καρπούς, τὸ ἀμπέλι εἶναι γεμάτο σταφύλια. Καὶ δὲν ἦταν μόνο ἄνθρωπος, ἀλλά ὀνομαζόταν καὶ Συμεών, καὶ ἐπὶ πλέον δίκαιος, ἀλλά καὶ εὐσεβής, καὶ ἀκόμα ζητοῦσε παρηγοριὰ γιὰ τὸν Ἰσραήλ, καὶ ὑπῆρχε καὶ Πνεῦμα ἅγιο ἐπάνω του, ἀλλά καὶ «τοῦ εἶχε προφητευθεῖ, ὅτι δὲν θὰ πεθάνει, προτοῦ νὰ δεῖ τὸν Χριστὸ τοῦ Κυρίου. «Ὑπῆρχε ἄνθρωπος». Ποῦ; Στὴν Ἱερουσαλήμ. Ἡ λέξη περιέχει ἔκπληξη, ὁ λόγος εἶναι γεμάτος ἀπὸ θαυμασμό. Ὑπῆρχε ἄνθρωπος στὴν Ἱερουσαλήμ, γιὰ τὴν ὁποία ὁ προφήτης Σοφονίας παρουσιάζει τὸν Θεὸ νὰ λέγει: «Θὰ ψάξω τὴν Ἱερουσαλὴμ μὲ λυχνάρι, καὶ δὲν θὰ τὴ βρῶ». Χρειάζεται καὶ λυχνάρι τὸ φῶς; Ὄχι, λέγει· ἀλλά λυχνάρι ὀνομάζει τὸν νόμο. «Καὶ νά, ὑπῆρχε ἄνθρωπος στὴν Ἱερουσαλήμ, πού ὀνομαζόταν Συμεών». Καὶ τί σημαίνει τὸ ὄνομα αὐτό; «Ἀκοὴ Θεοῦ». Ὥστε εἶχε ὄνομα τέτοιο πού ταίριαζε στὴ ζωή του, κατὰ πρόβλεψη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γιατί, ὅπου ὑπάρχει ἀκοή τοῦ Θεοῦ, ἐκεῖ ὁπωσδήποτε ὑπάρχει καὶ ὑπακοὴ νόμου καὶ τήρηση ἐντολῶν, δρόμος ἀγαθοῦ βίου, σκοπὸς σωτηρίας, πού φθάνει στὸ τέλος· μὲ αὐτὰ χαρακτηρίζεται ὁ ἀληθινὸς ἄνθρωπος, γιὰ τὸν ὁποῖο πρόσθεσε ὅλα αὐτά.
«Καὶ ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἦταν δίκαιος καὶ εὐλαβής, καὶ περίμενε τὴν παρηγοριὰ τοῦ Ἰσραήλ».Αὐτὸ εἶναι δίκαιος σκοπός, τὸ νὰ μὴ ζητᾶ κανεὶς τὸ δικό του, ἀλλὰ τὸ τοῦ ἄλλου καὶ τῶν πολλῶν. Νὰ «ἀποβλέπει στὴν κοινὴ σωτηρία καὶ ὄχι στὴ δική του ἀπόλαυση. «Καὶ Πνεῦμα ἅγιο», λέγει, «ὑπῆρχε σʼ αὐτόν». Ὁ Συμεὼν ἦταν ὄχημα τοῦ Κυρίου, θρόνος τοῦ Θεοῦ, καὶ γι’ αὐτὸ δέχθηκε μὲ τὰ χέρια του τὸν βασιλιὰ τῶν αἰώνων. «Καὶ ὑπῆρχε γι’ αὐτὸν προφητεία, ὅτι δὲν θὰ πεθάνει προτοῦ νὰ δεῖ τὸν Χριστὸ τοῦ Κυρίου». Ἡ προφητεία λοιπὸν μεταβιβάζεται ἀπὸ ζωὴ σὲ ζωή, ἀπὸ τὸ φῶς πηγαίνει στὸ φῶς, ἀπὸ τὴν ἡμέρα μεταπηδᾶ στὴν ἡμέρα. Δὲν παλιώνει, ἀλλὰ ἀνακαινίζεται, τὸν καιρὸ τῆς συντέλειας τοῦ κόσμου δέχεται τὴν ἀνανέωση. «Αὐτὸς πῆγε μὲ ἔμπνευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὸ ἱερό». Ἡ πηγὴ ὁδήγησε τὸν διψασμένο στὴν πηγή. «Καὶ καθὼς ὁδηγοῦσαν οἱ γονεῖς τὸ παιδὶ Ἰησοῦν μέσα στὸ ἱερὸ γιὰ νὰ ἐκτελέσουν γι’ αὐτὸν τὰ ἔθιμα τοῦ νόμου, ὁ Συμεὼν τὸ δέχθηκε στὴν ἀγκαλιά του». Πῆρε στὰ χέρια του Αὐτὸν πού κρατᾶ στὸ χέρι του τὴν κατοικημένη γῆ καὶ τὴν ἀκατοίκητη, αὐτὸν πού μέτρησε μὲ τὸ χέρι του τὸ νερό, καὶ τὸν οὐρανὸ μὲ τὴ σπιθαμή του, καὶ ὅλη τὴ γῆ μὲ τὴ χούφτα του. Καὶ πῶς ὁ Συμεὼν πρόσφερε θυσία πού δὲν ἀνῆκε σʼ αὐτόν; Καθόσον δὲν ἦταν ἱερέας. Δὲν ἀναφέρεται αὐτό· αὐτὸς οὔτε Λευίτης ἦταν, οὔτε νεωκόρος -γιατί μόνο στὴ φυλὴ τοῦ Λευὶ εἶχε ἀνατεθεῖ μὲ κλῆρο τὸ λειτουργικὸ ἔργο. Δὲν ἦταν ἱερέας, ἀλλ’ ἦταν δίκαιος. Καὶ ἡ δικαιοσύνη ἔχει κάτω ἀπὸ τὰ πόδια της τὴν Ἱερωσύνη. Δὲν ἦταν Λευίτης, ἀλλ’ ἦταν εὐλαβής, καὶ ὁ εὐλαβὴς ἔχει ἀπὸ μόνος του τὸ χρίσμα.
«Καὶ κρατώντας τὸ βρέφος εἶπε· Τώρα ἀπόλυσε τὸν δοῦλό σου, Κύριε, εἰρηνικὰ σύμφωνα μὲ τὸν λόγο σου». Τώρα ἀπόλυσέ τον γιατί ἦρθε ὁ καιρὸς τῆς συγχωρήσεως, ἦρθε ἡ λύτρωση τῶν αἰχμαλώτων, ἡ διαγραφὴ τῶν χρεῶν. Γεννήθηκε βασιλιάς, ὁ Ὁποῖος ἐλευθερώνει τούς φυλακισμένους, ἀπαλλάσσει τούς δεμένους ἀπὸ τὰ δεσμά τους, ἀνακαλεῖ τοὺς νεκροὺς στὴ ζωή, ἐλαφρύνει τὸ φόρο τῆς γῆς. «Τώρα ἀπόλυσε τὸν δοῦλο σου, Κύριε». Πῶς ξέρεις ὅτι εἶναι ὁ Κύριος; Βλέπω τὸν Κύριο, λέγει, ντυμένον τὴ μορφὴ δούλου. Δὲν θὰ φοροῦσε τὴ μορφὴ δούλου, ὄντας Κύριος, ἂν δὲν εἶχε σκεφθεῖ νὰ ντύσει τὸν δοῦλο μὲ τὴ μορφὴ τοῦ Κυρίου. Δὲν θὰ ἄλλαζε τὴ θέση του, οὔτε θὰ ταπεινωνόταν, ὄντας ψηλός, ἂν δὲν ἤθελε νὰ ἀνεβάσει τὸ ταπεινὸ ψηλά. Ἀλλὰ πῶς τὸν ἀπολύεις; «Σύμφωνα μὲ τὸν λόγο σου, εἰρηνικά». Ἄφοῦ δηλαδὴ μὲ τὸν λόγο σου δημιούργησες τὴν κτίση, ὁπωσδήποτε μὲ τὸν λόγο σου ἐλευθερώνεις τὸν ἄρχοντα τῆς κτίσεως. «Μὲ εἰρήνη». Μὲ ποιὰ εἰρήνη; Τὴν εἰρήνη τοῦ σταυροῦ. Γιατί ἐκεῖνο τὸ μαχαίρι τοῦ τυράννου ἔκοψε τὸ κεφάλι, καὶ ἔδωσε εἰρήνη σʼ ἐκείνους πού στρατεύθηκαν μαζὶ μὲ τὸν Χριστό. «Γιατί εἶδαν τὰ μάτια μου τὴ σωτηρία σου πού ἑτοίμασες». Εἶδαν αὐτό πού πολλοὶ ἐπιθύμησαν νὰ δοῦν καὶ δὲν τὸ εἶδαν, Θεὸ μὲ σάρκα, ἥλιο πού φωτίζει μὲ συννεφιά. «Εἶδαν τὰ μάτια μου τὴ σωτηρία σου»· δηλαδή, εἶδαν τὴ σάρκωσή σου, μὲ τὴν ὁποία πραγματοποίησες τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Γιατί δὲν εἶδα γυμνὴ θεότητα, ἐπειδὴ τὸν Θεό, ὅπως εἶναι στὴν οὐσία, κανεὶς ἀπό τούς ἀνθρώπους δὲν μπορεῖ νὰ τὸν δεῖ. «Γιατί εἶδαν τὰ μάτια μου τὴ σωτηρία σου, πού ἑτοίμασες γιὰ ὅλους τούς λαούς, ἕνα φῶς πού θὰ εἶναι ἀποκάλυψη γιὰ τούς ἐθνικούς, καὶ δόξα γιὰ τὸν λαό σου τὸν Ἰσραηλιτικὸ». Εἶναι κοινὰ καὶ ἀχώριστα τὰ ἀγαθά στοὺς Ἰουδαίους καὶ τούς ἐθνικούς. Ἂς μὴ ζηλεύει λοιπὸν ὁ Ἰουδαῖος, οὔτε νὰ στενοχωρεῖται ὁ Φαρισαῖος, οὔτε νὰ μπαίνει σὲ πειρασμὸ ὁ Γραμματέας. Νὰ μὴ φοβᾶται γιὰ τὴ βασιλεία του ὁ Ἡρώδης. Νὰ μὴ φοβᾶται γιὰ τὴν ἱερωσύνη του ὁ Ἄννας καὶ ὁ Καϊάφας. αὐτός πού ἦρθε δίνει σὲ ὅλους, καὶ ἀπὸ κανέναν δὲν παίρνει. Σκορπάει μὲ ἀφθονία, χαρίζει χωρὶς μέτρο.
«Ἀλλὰ ὁ Ἰωσὴφ καὶ ἡ μητέρα του, ἀκούοντας αὐτά πού εἶπε ὁ Συμεών, ἀπόρησαν» πῶς ὁ Χριστὸς ἀνέχεται νὰ γίνει υἱός ἀνθρώπου. Ἀπόρησε ἡ Μαρία, πῶς μιὰ κοιλιὰ γυναίκας χώρεσε τὸν Θεό. Πῶς ἡ δούλη γέννησε Ἐκεῖνον πού ἐλευθερώνει τὴν κτίση. «Καὶ εἶπε στὴ μητέρα του ὁ Συμεὼν αὐτός εἶναι προορισμένος γιὰ τὴν πτώση καὶ ἀνύψωση πολλῶν μεταξὺ τοῦ Ἰσραήλ, καὶ ὡς σημεῖο γιὰ τὸ ὁποῖο θὰ ὑπάρχει ἀντιλογία». Γιὰ τὴν πτώση ἐκείνων πού ἐπιμένουν στὴν ἀπιστία, καὶ γιὰ τὴν ἀνύψωση ἐκείνων πού ἀπὸ τὴν ἀπιστία θὰ ἔρθουν στὴν πίστη. Ὁ Χριστὸς ἦταν πέτρα προορισμένη γιὰ οἰκοδομή, ἀλλά σκόνταφταν ἐπάνω της ἐκεῖνοι πού περιπλανιόνταν, ἔχοντας τυφλὰ τὰ μάτια τους. Δὲν πρέπει λοιπὸν νὰ καταλογίζεται σʼ αὐτόν ἡ πτώση τῶν ἁμαρτωλῶν, ἀλλά ἡ ἀνάσταση. Γιατί, ἂν μόνο ἔπεφταν καὶ δὲν σηκώνονταν, δίκαια θὰ μποροῦσες νὰ ὑποπτευθεῖς τὸν αἴτιο τῆς πίστεως. Ἐφόσον ὅμως ὅσοι ἀπὸ αὐτοὺς πέφτουν ἀπὸ ὀλιγωρία, σηκώνονται, ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ γίνεται ἡ πτώση ἐκείνων πού εἶναι κυριευμένοι ἀπὸ ραθυμία. Δὲν ἔπεσαν ὁ Ἰούδας μαζὶ καὶ ὁ Πέτρος; Ὁ πρῶτος ἐπειδὴ εἶπε, «Τί θέλετε νὰ μοῦ δώσετε, γιὰ νὰ σᾶς τὸν παραδώσω;» ἐνῶ ὁ ἄλλος λέγοντας, «θὰ θυσιάσω τὴ ζωή μου γιὰ σένα». Ἔπρεπε δηλαδὴ αὐτὸς νὰ ξέρει, ὅτι ἕνας θνητὸς δὲν θυσιάζει τὴ ζωή του γιὰ τὴν ἀθανασία. Καὶ ἀλλοῦ πάλι: «Ἐὰν χρειασθεῖ νὰ πεθάνω μαζί σου, δὲν θὰ σὲ ἀπαρνηθῶ». Ἔπρεπε νὰ πεῖ: Ἐὰν μὲ ἐνισχύσεις, δὲν θὰ σὲ ἀπαρνηθῶ. Ἐὰν μὲ ἀσφαλίσεις, ἐγώ ὁ ἀδύναμος δὲν θὰ φοβηθῶ τὸ ναυάγιο. Ἐὰν πάρεις μέρος στὸν πόλεμο, δὲν φοβᾶμαι τὸν θάνατο. Ἀλλὰ τὸ ἕνα ἦταν ἁμάρτημα τῆς γλώσσας, ἐνῶ τὸ ἄλλο τῆς καρδιᾶς. Γι’ αὐτὸ ὁ Πέτρος πού ἔπεσε σηκώθηκε, καὶ ἔγινε ὁδηγὸς πολλῶν ἄλλων πού ἔπεσαν. Ἐνῶ ὁ ἄλλος, ἀφοῦ ὁδηγήθηκε ἀπὸ τὸ βάθος στὸ βόθρο, ἔρριξε τὰ ἀργύρια, καὶ παίρνοντας σχοινί, κρεμάσθηκε.
Ὁ σταυρὸς εἶναι σημεῖο ἀντιλεγόμενο. Πράγματι ὅταν οἱ Ἰουδαῖοι τὸν σταύρωναν ὁ ἥλιος κρυβόταν, ἡ συναγωγὴ συκοφαντοῦσε, καὶ ἡ γῆ σαλευόταν. Ὁ λαὸς φώναζε, «Σταύρωσέ τον», ἀλλά οἱ πέτρες, μὴ ὑποφέροντας τὸ μέγεθος τῆς βλασφημίας, σχίζονταν. Οἱ πρεσβύτεροι καὶ οἱ γραμματεῖς ἔλεγαν, «Θυμηθήκαμε, ὅτι ἐκεῖνος ὁ πλάνος ὅταν ζοῦσε εἶπε: Μετὰ ἀπὸ τρεῖς μέρες ἀνασταίνομαι», ἐνῶ ὁ ἑκατόνταρχος φώναζε: «Πραγματικὰ ἦταν Υἱὸς τοῦ Θεοῦ αὐτός». Ἀλλὰ καὶ μέχρι τώρα τὸ κήρυγμα τοῦ σταυροῦ εἶναι γιὰ τοὺς Ἰουδαίους σκάνδαλο, καὶ γιὰ τοὺς ἐθνικούς μωρία, ἐνῶ γιὰ μᾶς τοὺς καλεσμένους τοῦ Χριστοῦ, εἶναι δύναμη τοῦ Θεοῦ καὶ σοφία τοῦ Θεοῦ. «Καὶ τὴ δική σου τὴν ψυχὴ θὰ τὴν διαπεράσει ρομφαία, γιὰ νὰ ἀποκαλυφθοῦν οἱ διαλογισμοὶ πολλῶν». Ρομφαία ὀνομάζεται ἡ διχόνοια, ἐπειδή, ὅπως ἡ ρομφαία σχίζα καὶ κομματιάζει τὰ σώματα, ἔτσι καὶ ἡ διχόνοια τὶς ψυχὲς μὲ τὴν ἀμφιβολία. Γιατί, ἂν καὶ ἦταν παρθένος, ὅμως ἦταν γυναίκα. Ἂν καὶ ἦταν Θεοτόκος, ἦταν ὅμως ἀπὸ τὸ δικό μας φύραμα. Ρομφαία λοιπὸν διατρυποῦσε τὴν ψυχή της, γιὰ νὰ ἀποκαλυφθοῦν οἱ σκέψεις πολλῶν καρδιῶν, οἱ διαφορές γιὰ τὸν Χριστὸ κατὰ τὸν καιρὸ τοῦ πάθους, πού δὲν δέχονταν αὐτόν ἄλλοτε ὡς προφήτη καὶ ἄλλοτε ὡς λυτρωτὴ τοῦ Ἰσραήλ, δοκιμάζοντας μεγάλη ἀμφιβολία γι’ αὐτά, ἐξαιτίας τοῦ σάλου ἀπὸ τὸ πάθος, ὥστε οἱ γύρω ἀπὸ τὸν Κλεώπα μαθητὲς νὰ λένε ἀκόμα καὶ στὸν ἴδιο τὸν Χριστό: «Σὺ ὁ ἴδιος κατοικεῖς στὴν Ἱερουσαλήμ, καὶ δὲν ξέρεις αὐτὰ πού ἔγιναν τὶς μέρες αὐτές;». Καὶ ὅταν ρωτήθηκαν, ποιά; Ἀπάντησαν: «Τὰ σχετικὰ μὲ τὸν Ἰησοῦ τὸν Ναζωραῖο, ὁ Ὁποῖος ἦταν προφήτης» καὶ τὰ λοιπά. Τὸν θεωροῦσαν λοιπὸν ὡς προφήτη καὶ λυτρωτὴ τοῦ Ἰσραήλ, ἀλλ’ ἐξαιτίας τοῦ πάθους κινδύνευαν νὰ ἀμφισβητήσουν καὶ αὐτὴν ἀκόμα τὴν ἀντίληψη, ὅτι εἶναι λυτρωτὴς τοῦ Ἰσραήλ. Καὶ αὐτό δὲν γινόταν ἄδικα, ἀλλά γιὰ νὰ δείξει, ὅτι «τὸ μωρὸ τοῦ Θεοῦ εἶναι πιὸ σοφὸ ἀπὸ τὴ σοφία τῶν ἀνθρώπων». Γιατί μὲ τὸ πάθος τοῦ σταυροῦ ὅλοι κοσκινίσθηκαν καὶ συνταράχθηκαν, ὄχι μόνο οἱ ἁπλοί μαθητές του, ἀλλ’ ἀκόμη καὶ οἱ ἐκλεκτοί, καὶ ἡ μητέρα του. Αὐτό στήριξε ὅλη τὴν οἰκουμένη, μὲ τὴ δύναμη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Κυρίου μας, μέσω τοῦ Ὁποίου καὶ μαζὶ μὲ τὸν Ὁποῖο ἡ δόξα ἀνήκει στὸν Πατέρα, μαζὶ μὲ τὸ ἅγιο Πνεῦμα, τώρα καὶ πάντοτε καὶ σ ὅλους τούς αἰῶνες τῶν αἰώνων.

Ἀπὸ τὶς ἐκδόσεις “Γρηγόριος Παλαμᾶς”

Λόγος του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου στην Υπαπαντή του Ιησού Χριστού

Λόγος του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου στην Υπαπαντή του Ιησού Χριστού
TOY EN ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
Λόγος εις την Υπαπαντήν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και εις την Θεοτόκον και εις τον Συμεών
Δεν φορεί μόνο σάρκα ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός, αλλά και περιτέμνεται σύμφωνα με τον Μωσαϊκό νόμο, για να μην έχη πρόφασι η απιστία των Ιουδαίων. Γιατί έρχεται προς τον νόμο για χάρι του ίδιου του νόμου, για να ελευθερώση τους μαθητές του μέσω της πίστεως που βασιζόταν στον νόμο. Και παίρνει σάρκα και περιτέμνεται κι αυτός μαζί με τους Ιουδαίους. Πήρε το ίδιο με αυτούς σώμα, πήρε και την ίδια περιτομή. Έκανε α­ναντίρρητη την συγγένειά Του με αυτούς, ώστε να μη τον αρνη­θούν, Αυτόν, ο οποίος ήταν ο Χριστός που έρχεται από την γενιά του Δαυίδ, και που αυτοί προσδοκούσαν. Έδειξε το γνώρισμα της συγγενείας Του με αυτούς. Γιατί, αν ακόμη και μετά την περιτομή Του έλεγαν «δεν ξέρουμε από πού είναι»[1], εάν δεν είχε περιτμηθή κατά σάρκα, η άρνησίς τους θα είχε κάποια εύλογη πρόφασι.
«Όταν συμπληρώθηκαν οι οκτώ ημέρες»: Γιατί ο νόμος ορίζει την ογδόη ημέρα να γίνεται η περιτομή, και όταν φθάση η ογδόη, έρχεται μέσα ο γιατρός και πιάνει το μαχαιράκι και κάνει τα της τέχνης του. Δεν ισχύει δε τότε η αργία του Σαββάτου λόγω της περιτομής.
Ας ρωτήσουμε λοιπόν τους Ιουδαίους: Ανάπαυσις το Σάββατο· τέλεια αργία αυτή την ημέρα... Για ποια λοιπόν αιτία η ογδόη εκτοπίζει την εβδόμη; Γιατί η ο­γδόη γίνεται ανώτερη από την εβδόμη; Όμως οι Ιουδαίοι δεν γνωρίζουν τα των Ιουδαίων. Ενώ η Εκκλησία του Χριστού και τον Χριστό γνωρίζει και τις Ιου­δαϊκές διδασκαλίες. Περιτέμνεται λοιπόν το παιδί την ογδόη ημέρα, επειδή κατά την ογδόη η Ανάστασις, δηλαδή η Κυριακή, έμελλε να αποβή η περιτομή[2] όλου του κόσμου. Γιατί άλλωστε δεν διέταξε ο Μωυσής να γίνεται η περιτομή την έκτη ημέρα; Γιατί όχι την εννάτη ή την δεκάτη; Είναι λοιπόν προφανής η σημασία της ο­γδόης ημέρας, κατά την οποία γίνεται η Ανάστασις του Κυρίου. Όποιος λοιπόν δεν πιστεύει στην Ανάστασι είναι απερίτμητος στην καρδιά, αφού με την απιστία του αποξενώνεται από τον Θεό. Ενώ η περιτομή της πίστεως είναι αληθινή γνώσις και αίσθησις. Γι' αυτό, αγαπητέ μου, η περιτομή δίδεται θεωρητικά στους πι­στούς υπό την έννοια του αγίου βαπτίσματος. Το δε άγιο βάπτισμα είναι τύπος της Αναστάσεως του Χριστού. Να περάσης λοιπόν από την σάρκα στο πνεύμα και από τα σωματικά στο μεγαλείο του πνεύματος και θα βρης εκεί μεν περιτομή σαρκική, εδώ δε περιτομή πνευματική και κάθαρσι από τις αμαρτίες. Ογδόη ημέρα είναι η περιτομή· η δε ογδόη ημέρα είναι και η ανάστασις· της δε αναστάσεως τύπος είναι το βάπτισμα. Δέστε πώς από τα μικρά προοδεύουμε στα μεγαλύτερα, από τα σω­ματικά στα πνευματικώτερα. Να έλθουν λοιπόν οι Ιουδαίοι κι αυτοί και να προοδεύσουν. Γιατί πρέπει να προοδεύσουν από τα σαρκικά και να μην αρκεστούν σ' αυτά.
Λοιπόν ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, ο οποίος δεν ήλθε να καταλύση τον νόμο, αλλά να τον εκπληρώση, περιετμήθη κι αυτός μαζί με τους Ιουδαίους. Λέγει λοιπόν ο Ευαγγελιστής: «Συμπληρώθηκαν οκτώ ημέρες για την περιτομή του και του δόθηκε το όνομα Ιησούς, όπως ωνομάστηκε από τον άγγελο προτού να συλληφθή στην κοιλιά της μητέρας του». Εμείς δηλαδή παίρνουμε το όνομα μετά την γέννησί μας, ενώ ο Ιησούς παίρνει το όνομά του προτού να γεννηθή. Γιατί υπήρχε και προτού να συλληφθή. Ωνομάστηκε δε Ιησούς, επειδή το έργο του ήταν έργο Σωτήρος.
«Και όταν συμπληρώθηκαν, λέει, οι ημέρες του καθαρισμού τους σύμφωνα με τον νόμο του Μωυσέως». Τίνος καθαρισμού; Της Μαρίας και του Ιωσήφ. Διέταζε δηλαδή ο νόμος, η γυναίκα που μόλις είχε γεννήσει να καθαρίζεται και να φυλάγη τις ημέρες και να μην βγαίνη εξω.
«Όταν λοιπόν συμπληρώθηκαν οι ημέρες του καθαρισμού σύμφωνα με τον νό­μο του Μωυσέως» — καίτοι δεν υφίστατο τέτοια ανάγκη για την Παρθένο, αλλ' όμως εκπληρωνόταν ετσι ο νόμος —  «τον ανέβασαν στα Ιεροσόλυμα, για να τον προσφέρουν στον Κύριο, όπως έχει γραφή στον νόμο του Κυρίου». Όπου ο λόγος είναι για σωματικό καθαρισμό, λέει «σύμφωνα με τον νόμο του Μωυσέως»· όπου για προσφορά του Αγίου, «όπως έχει γραφτή, λέει, στον νόμο του Κυρίου». Όχι ότι ο νόμος του Μωυσέως δεν ήταν νόμος του Κυρίου· διότι, όσα λέει ένας προφή­της κινούμενος από το Άγιο Πνεύμα, δεν τα λέει μόνος, αλλά ο Κύριος του τα υπαγορεύει. Επειδή όμως και ο καθαρισμός είχε χαρακτήρα σωματικό, γι’ αυτό λέει «νόμο του Μωυσέως». Όταν όμως προσφερόταν το πρωτότοκο, λέει «κατά τον νόμο του Κυρίου» τιμώντας έτσι το νεογέννητο.
«Όπως είναι γραμμένο στον νόμο του Κυρίου: κάθε αρσενικό που διανοίγει μήτρα να ονομασθή άγιο και αφιερωμένο στον Κύριο». Αυτή λοιπόν η φράσις και η διάταξις ολόκληρη και η αφορμή της διατάξεως βάλθηκε γι' αυτόν που επρόκειτο να διανοίξη μήτρα. Γιατί όλα τα πρωτότοκα των ζώων και των ανθρώπων ουδέ­ποτε διήνοιξαν μήτρα, αλλά ήταν απλώς και μόνο πρωτότοκα. Εκείνος όμως που γεννήθηκε από μητέρα παρθένο, αυτός μόνο διήνοιξε μήτρα. Κάνε μου λοιπόν την χάρι και πρόσεξε ότι η διατύπωσις όλου αυτού του νόμου έγινε για εκείνον μόνο που επρόκειτο να γεννηθή από μητέρα παρθένο. Πώς όμως να την κατανοούσαν οι Ιουδαίοι; Γιατί σαν σαρκικοί που είναι απέχουν πολύ από του να καταλάβουν τα νοήματα της πνευματικής διδασκαλίας.
Έπειτα ανεβαίνουν «για να προσφέρουν θυσία, σύμφωνα με αυτό που λέει ο νόμος του Κυρίου, ένα ζευγάρι από τρυγόνια ή δύο νεοσσούς από περιστέρια»[3]. Έγιναν δε και αυτά τυπικά, κατά τον νόμο, ώστε να μην υπάρχη καμμιά έλλειψις στην πιστή εκτέλεσι του νόμου. Αυτά είναι συγκεκαλυμμένα νοήματα του Μωσαϊ­κού νόμου. Ας έλθουμε όμως στην εξήγησι του Ευαγγελίου.
«Και να, υπήρχε ένας άνθρωπος στην Ιερουσαλήμ που ωνομαζόταν Συμεών. Και ο άνθρωπος αυτός ήταν δίκαιος και ευλαβής και το Πνεύμα του Θεού ήταν ­επάνω του. Αυτός είχε λάβει αποκάλυψι από το Άγιο Πνεύμα ότι δεν θα τελείωνε την ζωή του προτού δη τον Χριστό τον Κυρίου». Γέροντας ήταν ο Συμεών και πε­ρίμενε την εκπλήρωσι της υποσχέσεως. Έμενε στον ναό μέσα και μονολογούσε: Όπου και να γεννηθή, οπωσδήποτε εδώ θα παρουσιασθή.
«Αυτός ήλθε κατ' έμπνευσιν του Πνεύματος στον ναό» εκείνη την ώρα που οι γονείς έφερναν εκεί το παιδί. Διότι βέβαια πολλές φορές ερχόταν, αλλά με δική του πρόθεσι. Τότε όμως οδηγημένος από το Άγιο Πνεύμα στην κατάλληλη στιγμή, έρχεται, για να λάβη την εκπλήρωσι της υποσχέσεως.
«Αυτός δέχτηκε στην αγκαλιά του τον Ιησού και ευλόγησε τον Θεό και είπε: Σήμερα αφήνεις ελεύθερο τον δούλο σου, Δέσποτα, να πεθάνη κατά τον λόγο σου με ειρήνη». Από πού τον αφήνεις ελεύθερο; Από τον στίβο της ζωής. Γιατί είναι γεμάτα λύπη τα βιοτικά πράγματα. Η ζωή είναι φυλακή. Εκείνος λοιπόν ήθελε να ελευθερωθή. Εάν όμως κάποιος την αναχώρησι από την εδώ ζωή την θεωρή ζημία αυτός δεν είναι ακόμη τέλειος στην πίστι.
Εκείνος όμως έλεγε: «Σήμερα αφήνεις ελεύθερο τον δούλο σου, Δέσποτα, να πεθάνη κατά τον λόγο σου με ειρήνη». Διότι αυτός που πρόκειται να κάμη ειρήνη με τον κόσμο έφθασε· ο ειρηνοποιός έχει έλθει- εκείνος που συνδέει τον ουρανό με την γη και μετατρέπει την γη σε ουρανό με την ευαγγελική διδασκαλία έχει κατα­φθάσει.
Ο Συμεών φωνάζει: «Σήμερα αφήνεις ελεύθερο τον δούλο σου, Δέσποτα, να πεθάνη κατά τον λόγο σου με ειρήνη, γιατί είδαν τα μάτια μου την σωτηρία σου», λέει. Τι είναι αυτό που λέει; Προηγουμένως δηλαδή πίστευα με την διάνοιά μου και γνώριζα με τον λογισμό μου. Τώρα όμως είδαν και τα μάτια μου. Και εκείνο που προσδοκούσα με την καρδιά μου, να που το είδαν τα μάτια μου εκπληρωμένο. Και ποιο είναι αυτό; «Είδα, λέει, την σωτηρία σου». Ποια σωτηρία; «Αυτήν που ετοίμασες ενώπιον όλων των λαών». Όχι του λαού του ενός ούτε του λαού του Ισ­ραήλ μόνο, αλλά «ενώπιον όλων των λαών». Γιατί αυτός που γεννήθηκε είναι δι­δάσκαλος όλων των ανθρώπων.
«Φως που θα είναι αποκάλυψις για τους εθνικούς και δόξα για τον λαό σου τον Ισραήλ». Γιατί φως; Επειδή ακριβώς οι εθνικοί βρίσκονταν στο σκοτάδι. Ε­πειδή τα σκοτισμένα ειδωλολατρικά έθνη φωτίζονταν.
«Φως που θα είναι αποκάλυψις για τους εθνικούς και δόξα για τον λαό σου τον Ισραήλ». Εδώ η δόξα και εκεί η αποκάλυψις. Εκεί η αρχή της διδασκαλίας, εδώ η πρόοδος της μαθήσεως.
«Δόξα για τον λαό σου τον Ισραήλ». Αλλά εδώ σίγουρα θα ρωτήση κάποιος: Και πού είναι οι Ισραηλίτες; Έχεις τον Πέτρο, έχεις τον Παύλο, έχεις τον Ιωάν­νη, έχεις τις τρεις χιλιάδες, έχεις τις πέντε χιλιάδες, έχεις την Εκκλησία της Ιε­ρουσαλήμ, έχεις αυτούς που πίστεψαν από τις τάξεις των Ιουδαίων. Γιατί μέσα στους πιστούς βρισκόταν το έθνος. «Εάν ο Κύριος των Δυνάμεων δεν άφηνε για σπόρο μια μικρή μερίδα πιστού λαού ανάμεσά μας, θα είχαμε γίνει σαν τα Σόδομα και θα είχαμε όμοια τύχη με τα Γόμορρα»[4]. Διότι λέει επίσης ο Θεός: «Κράτησα για τον εαυτό μου επτά χιλιάδες άνδρες, οι οποίοι δεν γονάτισαν να προσκυνήσουν τον Βάαλ»[5]. Έτσι μέσα στον λαό φυλαγόταν το σπέρμα της πίστεως και δεν χάθη­κε ο λαός — μη γένοιτο — ούτε εξαχρειώθηκαν όλοι οι Ιουδαίοι. Αφού και τώρα, σ' αυτή την μακάρια κατάστασι και κλήσι των Χριστιανών πολλοί είναι οι καλεσμέ­νοι, λίγοι όμως οι εκλεκτοί. Ο Χριστός δηλαδή κάλεσε όλη την οικουμένη και ετοί­μασε το άγιο τραπέζι του Ευαγγελίου. Αλλά όταν έλθη στη Δευτέρα Παρουσία, μπαίνει μέσα και κάνει ξεδιάλεγμα και εξετάζει με προσοχή τους συνδαιτυμόνες. Κι αν βρη κανένα να μη έχη ένδυμα κατάλληλο για γάμο του λέει: «Φίλε, πώς μπήκες εδώ μέσα χωρίς γαμήλιο ένδυμα;»[6] Και θα τον βγάλη έξω καθώς ακού­σαμε στα Ευαγγέλια. Ώστε, όπως και εκεί έγινε εκλογή, έτσι και εδώ θα γίνη ε­κλογή. Μήπως δηλαδή, επειδή έχουμε κληθή, πρέπει στο εξής να αλαζονευώμαστε, σαν να έχουμε, αλήθεια, εξασφαλίσει την τελειότητα; Λοιπόν, η πτώσις εκείνων ας γίνη δική μας ασφάλεια. Έτσι, αγαπητέ, ούτε ο λαός χάθηκε ολόκληρος, ούτε όλος εξαχρειώθηκε, ούτε όλος απίστησε, ούτε όλος κατεδίωξε τους Αποστόλους, αλλά με το κήρυγμα των Αποστόλων πίστευσαν αμέσως τρεις χιλιάδες, χωρίς τις γυ­ναίκες και τα παιδιά. Και έγινε στην Ιερουσαλήμ Εκκλησία αναρίθμητη, ενώ α­κόμη δεν είχε καταστραφή ο Ναός, ενώ ακόμη δεν είχαν εκδιωχθή oι Ιουδαίοι, ενώ ακόμη δεν είχε γκρεμισθή η Ιερουσαλήμ. Οικοδομήθηκε Εκκλησία και τα λό­για του Ιωάννη έγιναν ξεκάθαρη αλήθεια: «Εκείνος πρέπει να μεγαλώνη, εγώ δε να μικραίνω»[7].
Ο Συμεών λοιπόν που είναι προφήτης λέγει: «Δόξα για τον λαό σου τον Ισ­ραήλ». Γιατί ήταν δόξα γι' αυτούς που προσδοκούσαν η συνάντησις εκείνου τον οποίο προσδοκούσαν.
Και αναλογίζονταν ο Ιωσήφ και η Μαρία αυτά που άκουγαν: Ο άγγελος έφερε την ευχάριστη είδησι, οι μάγοι τον εγνώρισαν, οι ποιμένες τον έμαθαν, οι στρατιές των αγγέλων χόρευαν, το αστέρι από πάνω τον ανήγγειλε, ο Συμεών προφητεύει, η Άννα η κόρη του Φανουήλ προφητεύει, η γη αγαλλόταν, ο ουρανός μίλησε με το αστέρι, οι μάγοι αρνήθηκαν τον τύραννο, οι ποιμένες προσκύνησαν τον αρχιποιμένα, όλα τον εγνώρισαν, η μητέρα ήξερε, ο Ιωσήφ πληροφορήθηκε, έτρεμαν για όσα έγιναν, όμως κατάλαβαν την έκβασι των γεγονότων.
«Και ο Συμεών τους ευλόγησε και είπε στην Μαριάμ την μητέρα του: Αυτός πρόκειται να γίνη πτώσις και έγερσις για πολλούς μέσα στον Ισραήλ και σημείο αντιλεγόμενο». Πτώσις για ποιους; Σαφώς γι' αυτούς που απιστούν, αυτούς που αντιλέγουν, αυτούς που τον σταυρώνουν. Και έγερσις για ποιους; Αυτούς που τον αναγνωρίζουν και τον ομολογούν με ευγνωμοσύνη.
«Και σημείο αντιλεγόμενο». Ποιο σημείο αντιλεγόμενο; Το σημείο του Σταυ­ρού, που η Εκκλησία το θεωρεί σωτηρία του κόσμου, που οι Ιουδαίοι το εχθρεύονται και που πολλές φορές και ο ουρανός το διεκήρυξε. Αμφισβητείται το σημείο, για να νικήση η αλήθεια. Γιατί χωρίς αντίλογο δεν μπορεί να γίνη ολοκληρωμένη νίκη. Έπρεπε λοιπόν να εμφανισθή η αντιλογία, για να εκδώση την απόφασί του ο δικαστής, αφού μακροθυμήση μέχρι το τέλος των αιώνων. Γι' αυτό λέει «και ση­μείο αντιλεγόμενο». Αντιλέγουν δε εκείνοι που απιστούν.
Και συ, λέει, θεωρείσαι μητέρα. Άραγε λοιπόν εσύ θα μείνης εκτός πειρασμού, επειδή συμφώνησες να γίνης μητέρα, επειδή τον εγέννησες, επειδή έκρινες καλό να του δανείσης την μήτρα σου; (Διότι η κοιλιά σου έγινε δοχείο της ενεργείας του Αγίου Πνεύματος). Άραγε λοιπόν θα μείνης εκτός πειρασμού, επειδή έγινες Θεο­τόκος, επειδή συνέλαβες χωρίς πείρα γάμου, επειδή καταστάθηκες Μητέρα του Δημιουργού σου; Άραγε εσύ θα μείνης εκτός πειρασμού; Ούτε κι εσύ θα μείνης εκτός πειρασμού, αλλά «κι εσένα την ίδια μια ρομφαία θα σου διαπεράση την ψυ­χή». Γιατί, Κύριε μου; Σε τι αμάρτησα; Σε τίποτε δεν αμάρτησες βέβαια. Όταν όμως Τον δης κρεμασμένο στον Σταυρό, όταν Τον δης να υποφέρη για όλο τον κό­σμο, όταν δης στον Σταυρό τα χέρια Του τρυπημένα και καρφωμένα στο ξύλο, τότε θα αρχίσης να αμφιβάλλης και να λες: Αυτός είναι εκείνος για τον οποίο μου μί­λησε ο άγγελος; Αυτός είναι εκείνος στον οποίο έγινε το θαύμα της συλλήψεως; Παρθένος ήμουν και γέννησα και έμεινα πάλι παρθένος. Γιατί λοιπόν αυτός σταυρώνεται;
«Κι εσένα την ιδια μια ρομφαία θα σου διαπεράση την ψυχή». Ώστε, σύμφωνα με την προφητεία του δικαίου Συμεών, κανένας δεν έμεινε εκτός πειρασμού. Ο Πέτρος, ο κορυφαίος από τους μαθητές, τον αρνήθηκε τρεις φορές. Οι άλλοι μα­θητές τον εγκατέλειψαν και έφυγαν. Ούτε είχε άλλωστε ο τσομπάνος ανάγκη από τα πρόβατα για να τον προστατεύσουν, ενόσω αυτός έδιωχνε τους λύκους, ούτε ο αγωνιστής είχε ανάγκη από βοηθούς, αλλά όλοι τους έφυγαν. Και ο Χριστός έμει­νε μόνος κρεμασμένος στον Σταυρό σαν κριάρι έτοιμο για θυσία. Λοιπόν και αυ­τής την ψυχή την διεπέρασε η ρομφαία: ο πειρασμός δηλαδή και η αμφιβολία.
«Κι εσένα την ίδια μια ρομφαία θα σου διαπεράση την ψυχή, ώστε να αποκα­λυφθούν από πολλές καρδιές οι λογισμοί». Πάσχει λοιπόν ο Ιησούς, για να ελέγξη την απιστία και για να γεμίση από ευγνωμοσύνη τις καρδιές αυτών που Τον πιστεύουν. Αντιλέγεται το σημείο, για να ελεγχθούν αυτοί που αντιλέγουν από κακία. Γιατί, αν η αλήθεια ήταν από κάθε άποψι αναντίρρητη για τους ανθρώ­πους, τότε η ευσέβεια θα έμενε αδοκίμαστη. Όμως με το να γίνεται παραχώρησις στην αντιλογία, δοκιμάζεται η ελεύθερη εκλογή της αλήθειας. Αντιλέγεται το ση­μείο. Γιατί πώς αλλιώς θα δοκιμάζονταν οι μάρτυρες στους διωγμούς; Πώς θα α­γωνίζονταν και θα αναδεικνύονταν νικητές με την καρτερία τους; Δες πόσο ωφέ­λησε η αντιλογία, αφού έφτιαξε όχι πιστούς απλώς, όπως θάλεγε κανείς, αλλά και μάρτυρες που έφθασαν μέχρι τα βασανιστήρια και τον θάνατο και παρουσίασαν μια απόδειξι της χάριτος του Χριστού με την καρτερία τους.
Όταν λοιπόν ο Συμεών λέει «ούτος κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών εν τω Ισραήλ και εις σημείον αντιλεγόμενον», εννοείται ότι ούτε την πτώσι την προξενεί αυτός, ούτε την ανάστασι την προσφέρει με την βία, αλλά «κείται εις πτώσιν» αυτών που σκοντάφτουν στον λίθο του προσκόμματος και «εις ανάστα­σιν» εκείνων που πιστεύουν με την αγαθή τους προαίρεσι. Διότι λέει «κείται». Σαν να έλεγε κανείς: Το φως ανατέλλει για να βλέπουν οι υγιείς, ενώ αυτοί που τους πονούν τα μάτια να απομακρυνθούν ακόμη περισσότερο από την λάμψι του φωτός. Γιατί πώς αλλιώς θα ήταν δυνατόν οι πρώτοι να πέσουν και να είναι αξιοκατάκριτοι, ενώ οι δεύτεροι να σηκωθούν με χρηστές ελπίδες που προέρχονται από την καλή τους προαίρεσι, αν δεν υπήρχε το «αντιλεγόμενο σημείο»; Γιατί λέει ο Συ­μεών «και εις σημείον αντιλεγόμενον»; Για να μη προξενήση η αντιλογία απορία στους πιστούς. Το να αμφισβητείται δε και η αλήθεια του Θεού, είναι φανερό ότι αυτό γίνεται, επειδή το επιτρέπει ο Θεός. Κανένας δηλαδή δεν μπορεί να προβάλη καμμιά αντίρρησι, αν δεν το επιτρέψη αυτό ο Θεός. Είναι όντως αναγκαία η παραχώρησι αυτή εκ μέρους του Θεού, για να φανερωθούν οι άξιοι.
Θα έλθη όμως εποχή που δεν θα υπάρχη πια καμμιά αντίρρησις. Όταν δηλαδή το σημείο του Σταύρου θα λάμψη σαν προάγγελος του Κυρίου από τον ουρανό, «τότε θα κλίνη κάθε γόνυ στα επουράνια και στα επίγεια και στα καταχθόνια και κάθε γλώσσα θα ομολογήση ότι ο Χριστός είναι Κύριος προς δόξαν του Θεού Πατρός»[8]. Όσο δηλαδή το σημείο αυτό φαίνεται μόνο του και είναι απλό σημείο και δεν φαίνεται πουθενά ο σημαινόμενος, το σημείο θα αντιλέγεται. Όταν όμως ο ίδιος ο σημαινόμενος αποκαλύψη τον εαυτό του κατά την Δευτέρα Παρουσία, τότε πια κανείς δεν θα τολμά να αντιλογήση στο σημείο, γιατί ο σημαινόμενος θα έχη καταφθάσει με ολοφάνερη την θεότητά του εναντίον εκείνων που Τον αρνούν­ται. Τότε εκείνοι που προηγουμένως είχαν δεχθή το σημείο θα δοξασθούν από αυ­τόν που εκείνο υποδήλωνε, ενώ εκείνοι που αμφισβήτησαν το σημείο θα καταδικα­σθούν από τον υποδηλωθέντα. Και αυτό θα είναι τότε το τέλος της αντιλογίας, το τέλος της πλάνης, το τέλος της αμφιβολίας, το τέλος της απιστίας, η αρχή δε των βραβείων και των στεφάνων. Αυτά μακάρι όλοι μας να τα επιτύχουμε με την χάρι του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δόξα και το κράτος στους ατελεύτητους αιώνες. Αμήν.

[1]  πρβλ. Ιωάν. ζ' 41-43
[2]  Η ανάστασις των νεκρών κατά την δευτέρα παρουσία θα αποτελέση την «περιτομή» δηλ. την ο­ριστική απομάκρυνσι του κακού και της αμαρτίας από ολόκληρη την κτίσι.
[3]  Λευϊτ. ε’ 11, ιβ’ 8
[4]  Ησ. α’ 9
[5]  Ρωμ. ια’ 4· πρβλ. Γ’ Βασ. ιθ’ 18
[6]  Ματθ.  κβ’ 12
[7]  Ιωάν. γ’ 30
[8]  Φιλιπ. β’ 10-11

Από τον βίο του Αγίου Τρύφωνος


  ΑΠΟ ΤΟΝ ΒΙΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΥΦΩΝΟΣ
 1. Σήμερα, ἀδελφοί μου χριστιανοί, εἶναι ἡ πρώτη τοῦ μηνός Φεβρουαρίου. Καλό μήνα νά ἔχουμε! Σήμερα ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία ἑορτάζει τόν μεγαλομάρτυρα ἅγιο Τρύφωνα. Σήμερα ἑορτάζει ἡ Βυτίνα μας, ἡ ὡραία κωμόπολή μας, γιατί ἁπό τούς πατέρες μας κληρονομήσαμε τήν εὐλάβεια καί τήν τιμή στόν ἅγιο Τρύφωνα, πού τόν ἕχουμε πολιοῦχο καί προστάτη στήν ἐπαρχία μας. Ἄς εἶναι εὐλογημένοι οἱ ἁγιασμένοι παποῦδες μας γι’ αὐτήν τήν ἱερή παράδοση πού μᾶς ἄφησαν, τήν ἑορτή τοῦ ἁγίου Τρύφωνα, ἀλλά καί ἐμεῖς συνεχίζουμε τήν παράδοσή τους αὐτή καί θά τήν δώσουμε ὡς προίκα καί στά δικά μας παιδιά καί ἐγγόνια. Στό κήρυγμά μου σήμερα, ἀδελφοί μου χριστιανοί, θέλω νά σᾶς πῶ ὀλίγα λόγια ἀπό τήν ζωή τοῦ ἁγίου Τρύφωνα, γιά νά παραδειγματισθοῦμε ἀπ’ αὐτήν, γιατί «ἑορτή ἁγίου μίμησις ἁγίου» λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος.
  2. Ὁ ἅγιος Τρύφωνας καταγόταν ἀπό τήν Λάμψακο τῆς Φρυγίας, ἀπό ἀγροτική καί πτωχική οἰκογένεια. Οἱ πτωχοί ὅμως καί ταπεινοί γονεῖς του ἦταν πιστοί στόν Θεό, στόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, καί εὐλαβεῖς ἄνθρωποι. Καί δίδαξαν λοιπόν στό μικρό τους παιδί, τόν Τρύφωνα, τήν πίστη καί τήν εὐλάβεια στόν Θεό. Ἔτσι βγαίνουν οἱ ἅγιοι χριστιανοί μου: Ἀπό πιστούς στόν Θεό καί ἐναρέτους γονεῖς. Γονεῖς! Δῶστε στά παιδιά τήν πίστη στόν Χριστό, τήν ἀγάπη στήν Παναγία, διδάξτε τά παιδιά σας νά τηροῦν τόν ἅγιο Νόμο τοῦ Θεοῦ καί ἔτσι θά δώσετε καλούς ἀνθρώπους στήν κοινωνία. Ἀλλά καί ἔτσι θά ἔχουμε καί ἁγίους ἀπό σύγχρονες οἱκογένειες. Οἱ καλοί γονεῖς τοῦ Τρύφωνα τόν ἔμαθαν ἀπό μικρό νά ἐργάζεται.
 Ἡ ἐργασία του ἦταν νά βοσκάει χῆνες. Ἔγινε χηνοβοσκός. Ἡ ζωή λοιπόν τοῦ μικροῦ Τρύφωνα ἦταν στήν ἐξοχή μέ τά ζῶα. Τί ὡραία, πραγματικά, τί ὡραία πού εἶναι αὐτή ἡ ζωή. Ὁ νεαρός Τρύφωνας κάθε μέρα στήν φύση θαύμαζε τό μεγαλεῖο της, τήν ὀμορφιά της καί βλέποντάς την τήν ἀπολάμβανε καί δόξαζε τόν Θεό. Χριστιανοί μου! Ἡ γύρω μας φύση, πού εἶναι πολύ ὡραία γι΄αὐτό τήν λέμε «κόσμο», δηλαδή, κόσμημα, ὀμορφιά, ἡ φύση, λέγω, εἶναι ἕνα βιβλίο μέ ἀκαταμέτρητες σελίδες· βιβλίο πού μιλάει γιά τήν δόξα καί τήν σοφία τοῦ δημιουργοῦ Θεοῦ. Βλέποντας τά ὡραῖα τῆς φύσης, ἐκεῖ μόνος του μέ τά ζῶα ὁ Τρύφωνας, θά ἔλεγε τόν ὕμνο τοῦ Δαβίδ: «Ὡς ἐμεγαλύνθη τά ἔργα Σου, Κύριε, πάντα, ἐν σοφία ἐποίησας»!



3. Ὅλο προσευχόταν ὁ Τρύφωνας στήν ἐξοχή πού βρισκόταν μόνος μέ τά ζωάκια του. Καί γιά τήν ἁγνή ζωή πού ζοῦσε καί τήν πολύ προσευχή πού ἔκανε, ἔλαβε πλούσια τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἔλαβε καί τό χάρισμα νά κάνει θαύματα, νά θεραπεύει ἀνθρώπους καί ζῶα, λέει τό Συναξάριό του. Ἐμένα, χριστιανοί μου, μοῦ ἀρέσει πολύ τό ὄτι ὁ ἅγιος Τρύφωνας θεράπευε καί ζῶα καί ὄχι μόνο ἀνθρώπους. Τά ζωάκια τά καϋμένα!... Πού δέν ἔχουν λαλιά νά μιλήσουν καί νά ποῦν τί τά βασανίσει καί δέν ἔχουν καί κλινικές γιά νά πᾶνε νά βροῦνε τήν γιατριά τους... Καί αὐτά τά καϋμένα πονοῦν καί αὐτά ἔχουν ψυχή. Ὀχι βέβαια ψυχή μέ τήν ἔννοια «κατ΄εἰκόνα Θεοῦ», ὅπως ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, ἀλλά ἔχουν αἰσθήματα καί νοιώθουν καί αὐτά πόνο, λύπη καί χαρά. Ὁ ἅγιος Τρύφωνας λοιπόν ἀγαποῦσε καί τά ζῶα καί ἦταν κοντά στήν κακοπάθειά τους καί τήν ἀρρώστια τους καί τά θεράπευε, ὅπως θεράπευε καί τούς ἀνθρώπους. Ἡ ἅγια του ζωή μᾶς διδάσκει νά ἀγαπᾶμε τήν φύση, νά ἀγαπᾶμε καί τά ζῶα.
 4. Ἀπό τίς θεραπεῖες τοῦ ἁγίου Τρύφωνα σέ ἀνθρώπους θά σᾶς διηγηθῶ, ἀγαπητοί μου, μόνο μία.
 Ὁ αὐτοκράτορας τῆς Ρώμης Γορδιανός – μιλᾶμε γιά τά μέσα του 3ου αἰῶνα – εἶχε μία κόρη, πού τήν κυρίευσε μία περίεργη ἀρρώστια. Ἦταν ἀρρώστια ἀπό σατανικό δαιμόνιο. Μεγάλοι γιατροί καί μάγοι, στούς ὁποίους κατέφευγε ὁ αὐτοκράτορας καί ἔδινε χρήματα πολλά, δέν μποροῦσαν νά θεραπεύσουν τήν δυστυχισμένη θυγατέρα τοῦ αὐτοκράτορα. Ἀλλά μιά μέρα ὁ ἴδιος ὁ δαίμονας, πού ταλαιπωροῦσε τήν θυγατέρα, φώναξε καί εἶπε: «Μόνο ὁ Τρύφωνας μπορεῖ νά μέ διώξει»!
 Τότε, χριστιανοί μου, ὁ αὐτοκράτορας ἔστειλε ἀξιωματούχους σ᾽ ὅλη τήν αὐτοκρατορία του γιά νά βροῦνε τόν Τρύφωνα. Τόν βρῆκαν: Νεαρό παλληκάρι 15 χρονῶν, πού ἔβοσκε ἤρεμα τίς χῆνες του. Τόν πῆραν καί τόν πῆγαν στή Ρώμη, τόν ὁδήγησαν στόν αὐτοκράτορα καί ἐκεῖ ὁ Τρύφωνας ἔκανε θερμά τήν προσευχή του καί θεράπευσε τήν βασανιζόμενη ἀπό τό δαιμόνιο πριγκίπισσα. Τό ἔβγαλε ἀπό μέσα της καί αὐτό σάν ἕνα μαῦρο ἀποκρουστικό σκυλί ἔφυγε μακρυά καί χάθηκε. Εὐγνώμονας ὁ αὐτοκράτορας στόν νεαρό ἅγιο Τρύφωνα γιά τό μεγάλο καλό πού τοῦ ἔκανε, τό νά κάνει καλά τήν ἀγαπημένη του θυγατέρα, τοῦ ἔδωσε πολλά καί πολύτιμα δῶρα, πού τά ἔβαλε σέ ἅμαξα γιά νά ἐπιστρέψει πάλι στήν πατρίδα του. Ἀλλά ὁ ἅγιος ὅλα αὐτά τά δῶρα τά μοίρασε στούς πτωχούς καί σέ ἀνθρώπους πού ἔχουν ἀνάγκη. Ἄλλη αὐτή μεγάλη ἀρετή τοῦ ἁγίου Τρύφωνα, ἡ φιλανθρωπία του καί ἡ ἀγάπη του στούς πτωχούς.
 Ναί! Ἡ ἐλεημοσύνη, ἀδελφοί μου, εἶναι πολύ μεγάλη ἀρετή καί μᾶς φέρνει πολύ κοντά στόν Θεό, γιατί ὁ Θεός στήν Ἁγία Γραφή καλεῖται «ἐλεήμονας»! Ἐλεημοσύνη, χριστιανοί, ἐλεημοσύνη δῶστε! Ἐνῶ ἡ ἀσπλαγχνία εἶναι σατανική. «Τόν ἄσπλαγχνο μέ τούς ἀθέους θά καταδικάσει ὁ Θεός», ἔλεγε ἕνα ποίημα πού μαθαίναμε παλαιά στά Σχολειά μας. Ὁ ἅγιος Τρύφωνας ἐπέστρεψε στήν πατρίδα του, στήν ἀγαπημένη του ἐξοχή καί μέ τά ἀγαπημένα του ζῶα, τίς χῆνες.
 5. Πέρασαν τά χρόνια καί ἦλθε ἄλλος αὐτοκράτορας ὁ Δέκιος, ὁ ὁποίος κήρυξε διωγμό ἐναντίον τῶν χριστιανῶν. Τότε κατήγγειλαν καί τόν Τρύφωνα ὡς χριστιανό. Τόν συνέλαβαν καί τόν ὁδήγησαν στόν ἔπαρχο τῆς Ἀνατολῆς Ἀκυλίνο ὡς χριστιανό καί ὡς δυνατό ὐπέρμαχο τοῦ χριστιανισμοῦ. Ὁ ἅγιος, χριστιανοί μου, μέ πολλή παρρησία ὁμολόγησε τήν πίστη του στόν Χριστό. Δέν τόν ἔκαμψαν οὔτε οἱ κολακεῖες, οὔτε οἱ ἀπειλές οὔτε τά φόβητρα, γιά νά τόν κάνουν νά προσκυνήσει τήν εἰκόνα τοῦ αὐτοκράτορα καί νά θυσιάσει στά εἴδωλα. Τόν ὑπέβαλαν σέ φρικτά βασανιστήρια. Ἀλλά οὔτε τά ξυλοκοπήματα, οὔτε τά καρφιά, πού τοῦ ἔμπηξαν στά πόδια, οὔτε οἱ ἀναμμένοι δαυλοί, μέ τούς ὁποίους τοῦ ἔκαιγαν τό σῶμα, οὔτε ἡ κρεμάλα μπόρεσαν νά τόν λυγίσουν καί νά ἀρνηθεῖ τήν πίστη του στόν Χριστό. 

Ἐδῶ ὅμως γεννᾶται μιά ἀπορία, ἀπορία ἀπό ὅλα τά βασανιστήρια τῶν μαρτύρων τῆς πίστης μας: Πῶς ἄντεξε, χριστιανοί μου, ὁ ἅγιος Τρύφωνας καί ὅλοι οἱ μάρτυρες, πῶς ἄντεξαν τά τόσο φρικτά βασανιστήριά τους; Δέν πονοῦσαν; Βεβαίως πονοῦσαν, ἀγαπητοί μου. Ἀλλά θέλω νά σᾶς πῶ ἐδῶ μία θεολογική ἀλήθεια:
 Οἱ ἅγιοι, ἐπειδή ἦταν ἅγιοι, εἶχαν πλούσια τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ μέσα τους. Καί ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι ἅκτιστη καί ὑπερφυσική, τούς ἕδινε τήν δύναμη νά νικοῦν τά φυσικά καί τά κτιστά καί νά μήν ἀρνοῦνται λοιπόν τήν πίστη τους, ὅταν βασανίζονταν ἀπό εἰδολολάτρες. Ἔτσι τό ἴδιο βλέπουμε καί στούς ἀσκητές. Ἐπειδή καί αὐτοί ἦταν θεοφόροι καί χριστοφόροι καί πνευματοφόροι, ἔκαναν μεγάλους ἀσκητικούς ἀγῶνες καί γίνονταν καί στυλίτες. Καί ἔμεναν ἐκεῖ ψηλά στό στῦλο μῆνες καί χρόνια, στά κρύα τοῦ χειμώνα καί στά λιοπύρια τοῦ καλοκαιριοῦ, χωρίς νά ἔχουν τίς ἀνάγκες τοῦ σώματος, τοῦ φαγητοῦ καί τοῦ ὕπνου. Εἶναι αὐτό πού σᾶς εἶπα: 
Ὅτι ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ, πού εἶχαν πλούσια στήν ψυχή τους, τούς ἔδινε τήν δύναμη νά ὑπερβαίνουν τά φυσικά, τόν πόνο καί τήν πείνα καί ὅλα τά σωματικά. Καί τώρα μία σκέψη καί τελειώνω. Ἄν, χριστιανοί μου, στά χρόνια μας μᾶς συμβεῖ μαρτύριο γιά τήν πίστη μας, σάν κι’ αὐτό τοῦ ἁγίου Τρύφωνα, θά τό ἀντέξουμε ἤ θά προδώσουμε τήν πίστη μας; 
Πολύ φοβᾶμαι ὅτι πολλοί ἀπό μᾶς θά γίνουμε ἀρνητές, ἐπειδή δέν ζοῦμε καθαρό καί ἅγιο βίο, ὥστε νά ἔχουμε τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ στήν καρδιά μας καί νά ὑπομείνουμε τό μαρτύριο. Λοιπόν, τί; Θά γίνουμε ἀρνητές τῆς πίστης μας; Ἀλλά τί νά τήν κάνουμε τήν ζωή μας, ἄν ἔχουμε ἀρνηθεῖ τόν Χριστό; Ἐδῶ, χριστιανοί μου, ἐγώ ὁ ἁμαρτωλός ἐπίσκοπος σας, σᾶς ἐξομολογοῦμαι καί σᾶς λέω τήν καθημερινή μου προσευχή, πού παρακαλῶ νά τήν λέτε καί ἐσεῖς:
 « Παναγία μου – λέω – μή μοῦ τύχει μαρτύριο, γιατί νοιώθω ἀκάθαρτος καί δέν ἔχω τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ νά τό ὑπομείνω. Ἀλλά, ἄν Παναγία μου, μοῦ λάχει μαρτύριο, Σέ παρακαλῶ δυνάμωσέ με Ἐσύ ἔκτακτα ἐκείνη τήν ὥρα νά τό ὑπομείνω, γιατί τί νά τήν κάνω τήν ζωή μου, ἄν ἔχω ἀρνηθεῖ τόν Χριστό;».
Χρόνια σας πολλά, ἀδελφοί μου χριστιανοί. Ἄς παρακαλέσουμε τόν ἅγιο Τρύφωνα νά πρεσβεύει γιά μᾶς στόν Χριστό καί νά θεραπεύει καί ἐμᾶς καί τά ζῶα.
Μέ πολλές εὐχές,
† Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...