Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Δευτέρα, Φεβρουαρίου 29, 2016

Ὑπάρχουν ἀνθρώπινα δικαιώματα;


 



Ἐννοιολογική σύγχυση καί πολιτική ἐκμετάλλευση. Περί ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων

Δέν ὑπάρχουν ἀνθρώπινα δικαιώματα. Γιά νά τό ποῦμε ἀκριβέστερα: ἐν ἔτει 1998 δέν ὑπάρχουν ἀνθρώπινα δικαιώματα καί κανείς δέν μπορεῖ νά γνωρίζει ἄν θά ὑπάρξουν στό μέλλον. Ἡ διαπίστωση αὐτή εἶναι ἀναπόδραστη ἄν ἐπιθυμοῦμε νά ὁρίσουμε τήν ἔννοια τοῦ «δικαιώματος» καί τοῦ «ἀνθρώπινου δικαιώματος» αὐστηρά καί ἀδιαφορώντας ἀπέναντι σέ πολιτικές – ἰδεολογικές σκοπιμότητες. «Δικαίωμα» δέν εἶναι κάτι πού ἁπλῶς διάγει βίο φαντάσματος μέσα στά κεφάλια τῶν φιλοσόφων ἤ πού εὐδοκιμεῖ στά χείλη τῶν προπαγανδιστῶν. Στήν οὐσία τοῦ δικαιώματος ἀνήκει ἐξ ὁρισμοῦ ἡ δυνατότητα νά ἀπαιτεῖται καί νά ἐπιβάλλεται. Καί ὡς «ἀνθρώπινο δικαίωμα» ἐπιτρέπεται νά θεωρεῖται μονάχα ἕνα δικαίωμα τό ὁποῖο ἀπολαμβάνουν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι μόνο καί μόνο ἐπειδή εἶναι ἄνθρωποι, δηλαδή χωρίς τή διαμεσολάβηση ἐξουσιαστικῶν ἀρχῶν καί συλλογικῶν ὑποκειμένων (π.χ. ἐθνῶν καί κρατῶν) πού, ἀπό ἐννοιολογική καί φυσική ἄποψη, εἶναι στενότερα ἀπό τήν ἀνθρωπότητα ὡς σύνολο.

Ἐπιπλέον, ἕνα γνήσιο ἀνθρώπινο δικαίωμα θά πρέπει νά ἰσχύει καί νά ἀπολαμβάνεται παντοῦ ὅπου ὑπάρχουν ἄνθρωποι, δηλαδή παντοῦ ὅπου ἐπιθυμεῖ νά ἐγκατασταθεῖ καθένας. Ὥστε σέ τελευταία ἀνάλυση δέν ὑπάρχουν ἀνθρώπινα δικαιώματα δίχως ἀπεριόριστη ἐλευθερία κίνησης καί ἐγκατάστασης καί δίχως αὐτόματη νομική ἐξίσωση ὅλων τῶν ἀτόμων μέ ὅλα τά ἄτομα χάρη στήν οἰκουμενική ἰσχύ μιᾶ ἑνιαίας νομοθεσίας. Ὅσο ὁ Ἀλβανός, π.χ., δέν ἔχει στήν Ἰταλία τά ἴδια δικαιώματα μέ τόν Ἰταλό, μποροῦμε stricto sensu νά μιλᾶμε γιά πολιτικά καί ἀστικά, ὄχι γιά ἀνθρώπινα δικαιώματα.

Βεβαίως, τά κράτη μποροῦν νά βαφτίζουν ὁρισμένα τουλάχιστον ἀπό τά δικαιώματα, τά ὁποῖα δίνουν στούς πολίτες τους, «ἀνθρώπινα δικαιώματα», ὅμως ἡ ἔκφραση αὐτή θά εἶχε νόημα μόνον ἐάν τό κράτος ἐπεφύλασσε ἀποκλειστικά στούς δικούς του ὑπηκόους τόν χαρακτηρισμό «ἄνθρωπος», ὅπως κάνουν μερικές πρωτόγονες φυλές. Γιατί σέ ἐνάντια περίπτωση κανένα κράτος δέν μπορεῖ νά ἐγγυηθεῖ ὅτι δικαιώματα τά ὁποῖα θεωροῦνται κατ’ ἐξοχήν ἀνθρώπινα δικαιώματα, ὅπως π.χ. τό δικαίωμα τῆς σωματικῆς ἀκεραιότητας ἤ τῆς ἐλευθερίας τοῦ λόγου, εἶναι δυνατό νά τά ἀπολαύσουν ἄτομα πού βρίσκονται ἔξω ἀπό τά σύνορά του. Καί ἀντίστροφα: κανένα κράτος δέν μπορεῖ, χωρίς νά αὐτοδιαλυθεῖ, νά ἀναγνωρίσει σέ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ἀνεξαιρέτως ὁρισμένα δικαιώματα πού θεωροῦνται πολιτικά ἤ ἀστικά δικαιώματα, π.χ. τό δικαίωμα τοῦ ἐκλέγειν καί ἐκλέγεσθαι ἤ τό δικαίωμα τῆς ἐλεύθερης ἐγκατάστασης.



Ἐγκαθίδρυση ἑνός παγκόσμιου κράτους

Ἡ κατάσταση στόν σημερινό κόσμο εἶναι σαφής: δέν ἐπιτρέπεται σέ ὅλους τους ἀνθρώπους, ὑπό μόνη τήν ἰδιότητά τους ὡς ἀνθρώπων, νά κατέχουν ὅλα τά δικαιώματα (εἴτε αὐτά λέγονται πολιτικά καί ἀστικά εἴτε λέγονται ἀνθρώπινα) ἀνεξάρτητα ἀπό τό ποῦ γεννιοῦνται ἤ τό ποῦ βρίσκονται. Ἀνθρώπινα δικαιώματα, τά ὁποῖα θά ἄξιζαν πράγματι αὐτό τό ὄνομα, θά μποροῦσε νά χορηγήσει μονάχα ἕνα παγκόσμιο κράτος, πρός τό ὁποῖο ὅλα τά ἄτομα θά βρίσκονταν σέ ἴση καί ἄμεση σχέση, δηλαδή θά ἀποκτοῦσαν ἄμεσα ὅλα τους τά δικαιώματα ἀπ’ αὐτό ὡς τόν ἐκπρόσωπο ὁλόκληρης τῆς ἀνθρωπότητας. Μόνο ὅποιος ἐκπροσωπεῖ ὁλόκληρη τήν ἀνθρωπότητα μπορεῖ καί νά θεωρήσει τόν κάθε ἄνθρωπο ὑπό μόνη τήν ἰδιότητά του ὡς ἄνθρωπο, ἀνεξάρτητα ἀπό φυλετικά ἤ ἐθνικά κατηγορήματα, καί νά τοῦ χορηγήσει ἀνθρώπινα δικαιώματα.

Ἡ ἐγκαθίδρυση ἑνός παγκόσμιου κράτους στό μέλλον, καί ἑπομένως ἡ καθιέρωση ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων, δέν μπορεῖ νά ἀποκλεισθεῖ, ἔτσι ὅμως δέν θά ἐπιτυγχανόταν αὐτόματα ἡ ἐναρμόνιση ἀνάμεσα στήν ἠθική – κανονιστική καί στή νομική ἔννοια τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων, καί μάλιστα ὑπό τήν αἰγίδα τῆς πρώτης. Γιατί τό παγκόσμιο κράτος θά μποροῦσε, π.χ., νά καθιερώσει τά ἀνθρώπινα δικαιώματα ὑπό συνθῆκες μεγάλης πληθυσμιακῆς πυκνότητας καί σπάνης ἀγαθῶν, ἔτσι ὥστε τά δικαιώματα αὐτά πολύ λίγο θά ἀντιστοιχοῦσαν στίς σημερινές δυτικές ἠθικές – κανονιστικές ἀντιλήψεις. Ὅποιος λοιπόν εἶναι σέ θέση νά κάνει ἐννοιολογικές διακρίσεις, δέν μπορεῖ νά θεωρήσει ἀναγκαία τή σχέση ἀνάμεσα στήν ἐγκαθίδρυση ἑνός παγκόσμιου κράτους καί στήν ἠθικοποίηση τῆς παγκόσμιας κοινωνίας, ὅπως ἀρέσκονται νά πράττουν οἱ ὀπαδοί τοῦ ἠθικοῦ οἰκουμενισμοῦ.

Ἡ διαφορά ὅμως ἀνάμεσα στίς δύο παραπάνω ἔννοιες τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων καταφαίνεται καί ἄν κάνουμε μίαν αἰσιόδοξη ὑπόθεση. Ἐννοοῦμε τό ἑξῆς: εἶναι δυνατό νά μήν ἐγκαθιδρυθεῖ ἕνα παγκόσμιο κράτος, ἀλλά παρ’ ὅλα αὐτά νά ἐπικρατήσει καθολικά τό ἠθικό – κανονιστικό περιεχόμενο ἐκείνου πού ὀνομάζουμε σήμερα «ἀνθρώπινα δικαιώματα», γιατί ὅλα τά κράτη ἀνεξαιρέτως θά τό καθιστοῦσαν γνώμονα καί ὁδηγό προκειμένου νά διατυπώσουν τά πολιτικά καί ἀστικά δικαιώματα πού παραχωροῦν στούς ὑπηκόους τους. Αὐτό σημαίνει: τά ἠθικά αἰτήματα μποροῦν νά ἱκανοποιηθοῦν καί χωρίς νά καταφύγει κανείς στή ρητορική τῶν πανανθρώπινων δικαιωμάτων, καί ὅποιος θεωρεῖ τούτην ἐδῶ κενή δέν ἀνήκει σώνει καί καλά σέ ὅσους χαίρονται ὅταν γίνονται αὐθαίρετες συλλήψεις καί βασανιστήρια, ὅπως ἀφήνουν συχνά νά ἐννοηθεῖ οἱ ὀπαδοί τῆς οἰκουμενικῆς ἠθικῆς.

Συμπέρασμα: ἡ πρόταση «δέν ὑπάρχουν ἀνθρώπινα δικαιώματα» εἶναι αὐτονόητη ἄν δέν τή συγχέουμε μέ κανέναν τρόπο καί σέ κανένα ἐπίπεδο μέ τίς προτάσεις «δέν εἶναι ὀρθό νά ὑπάρχουν ἀνθρώπινα δικαιώματα (μέ τήν ἠθική – κανονιστική ἔννοια)» καί «δέν θά ὑπάρξουν ποτέ ἀνθρώπινα δικαιώματα». Ἡ πρόταση «δέν ὑπάρχουν ἀνθρώπινα δικαιώματα» ἐπιβεβαιώνεται ἄλλωστε καθημερινά ἀπό τήν πολιτική, νομική καί ἀστυνομική πρακτική τῆς ἴδιας τῆς «Δύσης», ἡ ὁποία προσπαθεῖ νά παρακάμψει τίς ὀδυνηρές ἔσχατες συνέπειες τῆς δικῆς της προπαγάνδας περί «ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων» ἐμμένοντας στήν κρίσιμη διάκριση ἀνάμεσα σέ ἀνθρώπινα καί πολιτικά δικαιώματα καί δίδοντας τό προβάδισμα στά δεύτερα, δηλαδή ἀρνούμενη νά ἀναγνωρίσει ὅλα τά δικαιώματα σέ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ὑπό μόνη τήν ἰδιότητά τους ὡς ἀνθρώπων.



Ἡ συνταγή τῆς Δύσης γιά τό «κράτος δικαίου»

Τά «ἀνθρώπινα δικαιώματα» ἀσκοῦνται πάντοτε ὑπό τήν ἐπιφύλαξη τῶν (ἐθνικῶν, «εὐρωπαϊκῶν» κτλ.) κυριαρχικῶν δικαιωμάτων. Τό κάθε κυρίαρχο κράτος ἤ ἡ κάθε κυρίαρχη ἐξουσία ἔχει τό δικαίωμα νά συλλαμβάνει ἀνθρώπους ἀπό ἄλλες χῶρες μόνο καί μόνο ἐπειδή αὐτοί εἰσέρχονται ἤ παρεπιδημοῦν, δίχως ἄδεια, στήν ἐπικράτειά της, ὅμως δέν ἔχει, π.χ., τό δικαίωμα νά τούς ξυλοκοπήσει, γιατί ἡ ἴδια διακηρύσσει τό ἀνθρώπινο δικαίωμα τῆς σωματικῆς ἀκεραιότητας λές καί ἡ σύλληψη καθ’ ἑαυτήν δέν ἀποτελεῖ eo ipso ἄρση τοῦ δικαιώματος τοῦ ἀτόμου νά διαθέτει τό σῶμα του ὅπως θέλει! Μέ αὐτή τή συνταγή ἡ Δύση νομίζει ὅτι «δύναται δυσί κυρίοις δουλεύειν», ὅμως τό κάνει μέ ἀντίτιμο τή λαθραία εἰσαγωγή τῶν ἀρχῶν καί τῆς πρακτικῆς τοῦ «κράτους δικαίου» μέσα στόν χῶρο τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων.

Οἱ παράνομοι μετανάστες, οἱ ὁποῖοι ἀπελαύνονται, ὑφίστανται βέβαια τή μοίρα τους σύμφωνα μέ τίς (μεταβλητές) διατάξεις τοῦ «κράτους δικαίου», ὅμως δέν τήν ὑφίστανται ἐπειδή δέν εἶναι ἄνθρωποι, παρά ἐπειδή δέν εἶναι Γάλλοι, Ἕλληνες, Γερμανοί κτλ. Στήν κρίσιμη αὐτή περίπτωση ἀποφασιστικό ἀποδεικνύεται τό κριτήριο τῆς ἐθνικότητας, ὅσα καί ἄν ἰσχυρίζεται ἡ ρητορική τῆς Δύσης περί «ἀξιοπρέπειας τοῦ ἀνθρώπου» κ.τ.τ. Τό «κράτος δικαίου» ἐμφανίζεται ἐδῶ καταχρηστικά ὡς φύλακας τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων καί συμπεριφέρεται ἐξίσου ἀνακόλουθα ὅσο καί ἕνας ὀπαδός τοῦ ἠθικοῦ οἰκουμενισμοῦ, ὁ ὁποῖος, ὅταν βρίσκεται σέ μία ξένη χώρα καί ἀντιμετωπίζει δυσκολίες, προκειμένου νά διευκολυνθεῖ δέν τηλεφωνεῖ στήν… ἀνθρωπότητα, ἀλλά στήν πρεσβεία τῆς χώρας ἐκείνης πού ἔχει ἐκδώσει τό διαβατήριό του.



Ἐπιλεκτική ἐπίκληση καί χρήση

Ἡ ἐννοιολογική σύγχυση συχνότατα βολεύει ἐξαιρετικά τά ἄτομα καί τά κράτη, ἐπειδή συγκαλύπτει κραυγαλέες ἀντιφάσεις ἀνάμεσα στή θεωρία καί στήν πράξη. Ὡστόσο ἡ δική μας πρόθεση ἐδῶ δέν εἶναι νά ἐξαναγκάσουμε κατά κάποιο τρόπο τά δρῶντα ὑποκείμενα νά υἱοθετήσουν ἠθικά «ὀρθολογική» συμπεριφορά, ἀποσαφηνίζοντας τίς ἔννοιες καί ξεσκεπάζοντας ἀσυνέπειες καί ὑποκρισίες. Τέτοιες δουλειές μπορεῖ νά τίς ἀφήσει κανείς στούς πολλούς ὑψηλόφρονες φιλοσόφους, οἱ ὁποῖοι περιμένουν τήν ὥρα τῆς πανηγυρικῆς τους ἐμφάνισης. Ἡ ἐννοιολογική σύγχυση καί ἡ ἀμφιλογία θά ἐπικρατοῦν στήν παγκόσμια σκηνή ὅσο ἐπικρατοῦν καί τά συμφέροντα πού κρύβονται πίσω τους. Καί ἡ πολιτική ἐκμετάλλευση τῶν «ἀνθρώπινων δικαιωμάτων» θά καταφαίνεται πρῶτα πρῶτα στήν ἐπιλεκτική τους ἐπίκληση καί χρήση μέ βάση ἐξωηθικά κριτήρια.

Ἤδη τήν ἐποχή τοῦ Ψυχροῦ Πολέμου ἡ προγραμματική ἐπιστράτευση τῶν «ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων» ἐναντίον τοῦ «ὁλοκληρωτισμοῦ» δέν ἐμπόδισε τίς στενές συμμαχίες τοῦ δυτικοῦ στρατοπέδου μέ ὠμές δικτατορίες. Ἡ πολύ διαφορετική συμπεριφορά τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν, π.χ., ἔναντι τῆς Σαουδικῆς Ἀραβίας καί τοῦ Ἰράν, μολονότι καί οἱ δύο αὐτές χῶρες ἀντιμετωπίζουν κατά τόν ἴδιο τρόπο τά «ἀνθρώπινα δικαιώματα», μαρτυρεῖ ὅτι ἡ Δύση δέν ἐννοεῖ νά ξεκόψει ἀπό τίς παραδόσεις της στό σημεῖο αὐτό. Βεβαίως, τά διδακτικά παραδείγματα εἶναι πολυάριθμα. Ἄς περιοριστοῦμε λοιπόν σέ μία γενική παρατήρηση. Ἡ πολιτική ἐκμετάλλευση τῶν «ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων», δηλαδή ἡ χρήση τους ὡς μέσου πίεσης καί ἐπέμβασης, εἶναι ἀναπόδραστη ἤδη λόγω τοῦ γεγονότος ὅτι τά τέτοια «δικαιώματα» μποροῦν νά ἐπιβληθοῦν μονάχα ἀπό τούς ἰσχυρότερους πάνω στούς ἀσθενέστερους, τό ἀντίστροφο ὅμως εἶναι ἀδύνατο νά γίνει, οὔτε εἶναι δυνατό στήν περίπτωση αὐτή νά ὑπάρξουν ὁποιεσδήποτε θεσμικές ρυθμίσεις.

Ἐπαναλαμβάνουμε: ἐδῶ δέν καυτηριάζουμε ἠθικά παραπτώματα, ἀλλά περιγράφουμε μία κατάσταση μέσα στήν ὁποία τά ἠθικά παραπτώματα εἶναι ἀναπόδραστα. Ἀναπόσπαστο στοιχεῖο τῆς περιγραφῆς αὐτῆς εἶναι βέβαια καί ἡ ἐπισήμανση τῆς ἀντίφασης ἀνάμεσα στήν ἐξιδανικευμένη εἰκόνα τῶν δρώντων ὑποκειμένων γιά τόν ἑαυτό τους καί στήν πραγματική τους ἰδιοσυστασία καί πρακτική. Πρίν ἀπό λίγα χρόνια ἀκόμη παρόμοιες ἐπισημάνσεις προέρχονταν συχνά ἀπό τά ἀναλυτικά ἐργαστήρια τῆς μαρξιστικῆς «Ἀριστερᾶς», στό μεταξύ ὅμως ἡ πηγή αὐτή ἔχει στερέψει. Μετά τήν κατάρρευση τῆς οὐτοπίας τῆς Ἀνατολῆς ἡ ἐξημερωμένη πλέον δυτική «Ἀριστερά» ἔχει ἐγκολπωθεῖ τήν οὐτοπία τῆς Δύσης, δηλαδή τήν οὐτοπία μιᾶς παγκόσμιας κοινωνίας πού τείνει πρός τήν ἁρμονία πάνω στή βάση τῶν «ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων».



Ψευδαισθήσεις «ἀριστερῶν»

Διάφοροι «ἀριστεροί», καί μάλιστα πρώην κομμουνιστές ἤ φιλοκομμουνιστές, ἐπιστρατεύουν σήμερα ποικίλες ἐκλογικευτικές ἀκροβασίες προκειμένου νά προσαρμόσουν τήν «προοδευτική» τους συνείδηση στήν πραγματικότητα ὅπως αὐτή διαμορφώθηκε μετά τήν ἀμερικανική νίκη στόν Ψυχρό Πόλεμο. Ἡ παθιασμένη ὁμολογία πίστεως στά «ἀνθρώπινα δικαιώματα» τούς προσφέρει τή δυνατότητα νά στήσουν γέφυρες συμβιβασμοῦ ἀνάμεσα στό παρελθόν καί στό παρόν χωρίς νά ἐξευτελισθοῦν φανερά, γιατί αὐτήν τήν ὁμολογία πίστεως στήν ἰδεολογία τοῦ πρώην ἐχθροῦ τήν καλύπτουν πίσω ἀπό τήν δῆθεν ἐμμονή στό ἀρχικό «ἀνθρωπιστικό ἰδεῶδες» της «δυτικῆς Ἀριστερᾶς». Ἔτσι, ἡ ἴδια ἐκείνη «Ἀριστερά», ἡ ὁποία χθές ἀκόμη ἔπαιζε τόν ρόλο τοῦ «χρήσιμου ἠλίθιου» (Λένιν) στίς διάφορες ἐκστρατεῖες εἰρήνης τοῦ Κρεμλίνου καί δέν ὑπέφερε τήν ἔκφραση «ἀνθρώπινα δικαιώματα», ὅταν αὐτή ἔβγαινε ἀπό τά χείλη τοῦ Ρήγκαν καί τῆς Θάτσερ ἡ ἴδια ἐκείνη «Ἀριστερά» ἀποτελεῖ σήμερα τόν «χρήσιμο ἠλίθιο» τῶν πολυεθνικῶν ἑταιρειῶν καί τοῦ οἰκουμενιστικοῦ ἀμερικανισμοῦ. Κίνητρά της εἶναι ἡ πολιτική ἀφέλεια καί τά χειροπιαστά κοινωνικά ὀφέλη, ἄν καί σέ πολύ διαφορετικές δόσεις καί μείξεις ἑκάστοτε.

Βέβαια, πολλοί «ἀριστεροί» τρέφουν ἀκόμη τήν ψευδαίσθηση ὅτι ἐκπροσωποῦν τήν ἀντίθεση πρός τό «σύστημα», μόνο καί μόνο ἐπειδή ἐνίοτε ἐπικαλοῦνται τήν ἰδεολογία τοῦ συστήματος ἐνάντια στήν πραγματικότητά του. Ἔτσι πορίζονται τόν ἄσπιλο μανδύα, τόν ὁποῖο κατόπιν φοροῦν ἐπιδεικτικά. Ἡ ἰδεολογία ὅμως τοῦ συστήματος, δηλαδή ἡ συνείδησή του, ἀποτελεῖ ἐξίσου μέρος του ὅσο ἀποτελεῖ καί ἡ πρακτική του, δηλαδή ἡ κοιλιά του. Καί ὑπάρχουν σοβαρές ἐνδείξεις ὅτι ἐδῶ ἡ κοιλιά κοιμᾶται λιγότερο ἀπό τή συνείδηση καί τήν κατευθύνει.

Τά «ἀνθρώπινα δικαιώματα» εἶναι πολιτικό ἐργαλεῖο μέσα σέ μιὰ πλανητική κατάσταση, ἡ πυκνότητα τῆς ὁποίας καθιστᾶ βέβαια ἀπαραίτητη τή χρήση οἰκουμενιστικῶν ἰδεολογημάτων, μέσα στήν ὁποία ὅμως ἡ δεσμευτική ἑρμηνεία τῶν ἰδεολογημάτων αὐτῶν συνεχίζει νά ἐναπόκειται στίς διαθέσεις καί στά συμφέροντα τῶν ἰσχυρότερων ἐθνῶν.

Τά «ἀνθρώπινα δικαιώματα» ὑπόκεινται στήν ἐπαμφοτερίζουσα λογική αὐτῆς τῆς κατάστασης καί ἀντικατοπτρίζουν τίς ἀντιφάσεις καί τίς ἐντάσεις πού σημαδεύουν κατά τρόπο δραματικό τήν παγκόσμια κοινωνία. Γι’ αὐτό ὁ ἀγώνας γιά τήν ἑρμηνεία τους ἀναγκαστικά θά μετατραπεῖ σ’ ἕναν ἀγώνα μεταξύ ἀνθρώπων γύρω ἀπό ὅ,τι θεωρεῖ ἑκάστοτε ὁ καθένας τους δικό του ἀναφαίρετο δικαίωμα. Αὐτός ὁ ἀγώνας περί ἑρμηνείας ἔχει ἀρχίσει ἀπό καιρό ἀνάμεσα σέ «Βορρᾶ» καί «Νότο» ἤ «Δύση» καί «Ἀνατολή» καί ὀξύνεται στόν βαθμό ὅπου τά δισεκατομμύρια τοῦ «Νότου» ἤ τῆς «Ἀνατολῆς» ἑρμηνεύουν ὄχι τυπικά, παρά ὑλικά τά «ἀνθρώπινα δικαιώματα», ἀπαιτώντας μιὰ οὐσιαστική ἀνακατανομή τοῦ παγκόσμιου πλούτου χωρίς νά τούς ἐνδιαφέρει ἡ ἠθική τῶν χορτασμένων. Ὅπως ἡ ἐσωτερική λογική τοῦ «ἐλεύθερου ἐμπορίου», ἔτσι καί ἡ ἐσωτερική λογική τῶν «ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων» θά στραφεῖ σύντομα ἐναντίον τῆς Δύσης, καί τότε αὐτή θά ἐγκαταλείψει τίς σημερινές ἰδεολογικές της θέσεις. Εἶναι βέβαια πολύ ἀμφίβολο ἄν κι ἔτσι ἀκόμη θά μπορέσει νά κερδίσει τούς τρομακτικούς ἀγῶνες κατανομῆς, οἱ ὁποῖοι θά συγκλονίσουν τόν 21ο αἰώνα.

Ζωὴ πολυμέριμνη, χωρὶς καμμία ἐσωτερικὴ εὐτυχία




Ὁ ἄνθρωπος εἶναι σὲ ὅλα ἀχόρταγος, θέλει ν᾿ ἀπολάψει πολλά, χωρὶς νὰ μπορεῖ νὰ τὰ προφτάξει ὅλα. Καὶ βασανίζεται. Ὅποιος ὅμως φτάξει σὲ μιὰ κατάσταση ποὺ νὰ εὐχαριστιέται μὲ τὰ λίγα, καὶ νὰ μὴ θέλει πολλά, ἔστω κι ἂν μπορεῖ νὰ τ᾿ ἀποχτήσει, ἐκεῖνος λοιπὸν εἶναι ὁ εὐτυχισμένος. Δὲν τὸ κάνει ἀπὸ οἰκονομία, εἴτε γιατὶ ἔχει τὴν ἰδέα πὼς τὰ πολλὰ τὸν βλάφτουνε στὴν ψυχὴ ἢ στὸ σῶμα. Ἀλλὰ γιατὶ στὰ λίγα καὶ στὰ ἁπλὰ βρίσκει πιὸ ἁγνὴ ἱκανοποίηση. Καὶ περισσότερο ἀπ᾿ ὅλα, ἐπειδὴ μὲ τὰ ἁπλὰ καὶ μὲ τὰ λίγα δὲν χάνει τὸν ἑαυτό του. «Τὶς ἔστι πλούσιος; Ὁ ἐν ὀλίγῳ ἀναπαυόμενος».

Οἱ ἄνθρωποι δὲν βρίσκουνε πουθενὰ ἡσυχία, γιατὶ ἐπιχειροῦνε νὰ ζήσουνε χωρὶς τὸν ἑαυτό τους. Τρέχουνε ἀπὸ δῶ κι ἀπὸ κεῖ νὰ βροῦνε τὴν εὐτυχία, μὰ εὐτυχία δὲν ὑπάρχει ἔξω ἀπὸ τὸν ἑαυτό μας. θέλουμε νὰ εὐχαριστηθοῦμε μὲ συμπόσια ἀπ᾿ ὅπου λείπουμε. Ὅποιος ἔχει χάσει τὸν ἑαυτό του, ἔχει χάσει τὴν εὐτυχία. Εὐτυχία δὲν εἶναι τὸ ζάλισμα ποὺ δίνουνε οἱ πολυμέριμνες ἡδονὲς κι ἀπολαύσεις, ἀλλὰ ἡ εἰρήνη τῆς ψυχῆς καὶ ἡ σιωπηλὴ ἀγαλλίαση τῆς καρδίας. Μ᾿ αὐτὸ τὸ βύθισμα στὸν ἑαυτό του βρίσκει ὁ ἄνθρωπος τὸν θεό. Γιὰ τοῦτο εἶπε ὁ Χριστός: «Οὐκ ἔρχεται ἡ βασιλεία τοῦ θεοῦ μετὰ παρατηρήσεως, οὐδὲ ἐροῦσιν· ἰδοὺ ὧδε ἢ ἰδοὺ ἐκεῖ. Ἰδοὺ γὰρ ἡ βασιλεία τοῦ θεοῦ ἐντὸς ὑμῶν ἐστίν». «Μὴν ψάχνετε, ζαλισμένοι ἄνθρωποι, ἐδῶ κι ἐκεῖ νὰ βρῆτε τὴν εὐτυχία. Γιατὶ ἡ εὐτυχία βρίσκεται μέσα σας».

Μέγας λόγος, ὅπως ὅλα τὰ θεϊκὰ λόγια. Μέσα μας εἶναι ὁ θησαυρός. Ἀπ᾿ ἔξω εἶναι ξέρακας, κι ἂς μὴ μᾶς ξεγελᾶ ἡ φασαρία καὶ τὰ ψεύτικα πυροτεχνήματα. Ὅποιος ζεῖ ἐξωτερικά, ζεῖ ψεύτικα. Ὅποιος ζεῖ ἐσωτερικά, ζεῖ ἀληθινά. Ξέρω καλὰ τί εἶναι ἡ ζωὴ ποὺ ζοῦνε οἱ λεγόμενοι κοσμικοὶ ἄνθρωποι, οἱ ἄνθρωποι ποὺ διασκεδάζουνε, ποὺ ταξιδεύουνε, ποὺ ξεγελιοῦνται μὲ λογῆς-λογῆς θεάματα, μὲ ἀσημαντολογίες, μὲ σκάνδαλα, μὲ διάφορες ματαιότητες, ποὺ ἀπὸ μακρυὰ φαντάζουνε γιὰ κάποιο πρᾶγμα σπουδαῖο καὶ ζηλευτό, ἐνῷ σὰν τὰ δεῖ κανένας ἀπὸ κοντά, ἀπορεῖ γιὰ τὴ φτώχεια ποὺ ἔχουνε καὶ τὸ πόσο κούφιοι εἶναι οἱ ἄνθρωποι ποὺ ψευτογελιοῦνται μ᾿ αὐτὰ τὰ γιατροσόφια τῆς εὐτυχίας. Ξέρω λοιπὸν καλὰ αὐτὴ τὴ ζωή, γιατί, ἀναγκαστικά, ἔζησα, κάποιες φορές, μὲ ἀνθρώπους πλούσιους, ποὺ μὲ προσκαλούσανε στὰ σπίτια τους, στὶς ἐπαύλεις τους, στὰ κόττερά τους καὶ στὶς ἄλλες διασκεδάσεις τους. Μελαγχολία μ᾿ ἔπιανε ἀπὸ κείνη τὴν κατάσταση. Ἔβλεπα δυστυχισμένους ἀνθρώπους, ποὺ κάνανε τὸν εὐτυχισμένο, κατάδικους ποὺ κάνανε τὸν ἐλεύθερο. Ἀλλά, ἂν δὲν καταγινόντανε μὲ τόσες ψεύτικες χαρές, θὰ πέφτανε στὴ βαρεμάδα, στὴ λεγόμενη ἀνία. Ἢ τὸ ἕνα, ἢ τὸ ἄλλο. Ἄδειοι ἀπὸ κάθε οὐσία, τρισδυστυχισμένοι. Ἡ ψυχὴ εἶναι ἀνύπαρκτη κι ἀνύπαρκτη ἡ εὐτυχία, ἡ βασιλεία τοῦ θεοῦ. Πῶς νὰ γίνει ψωμί, σὰν δὲν ὑπάρχει προζύμι; Πῶς νὰ μὴν εἶναι ὅλα ἄνοστα, ἀφοῦ δὲν ὑπάρχει τὸ ἁλάτι;

Λοιπόν, ὅποτε ἀναγκαζόμουνα νὰ πάγω γιὰ λίγο κοντὰ σὲ τέτοιους κοσμικοὺς ἀνθρώπους, πρᾶγμα ποὺ γινότανε σπάνια, γιὰ νὰ μὴν τοὺς προσβάλω, ἀφοῦ μὲ προσκαλούσανε μὲ εὐγένεια, δὲν ἔβλεπα τὴν ὥρα καὶ τὴ στιγμὴ νὰ ἀποτραβηχτῶ στὸ καβούκι μου, νὰ γυρίσω στὸ φτωχὸ σπίτι μου καὶ στ᾿ ἀγαπημένα πράγματα ποὺ βρίσκουνται γύρω μου. Ἔβλεπα πῶς ἀντὶ νὰ πάρω κάτι ἀπὸ ὅλη ἐκείνη τὴν τυμπανοκρουσία, ὅπως πιστεύει ὁ πολὺς ὁ κόσμος, ἐγὼ ἔδινα, ἔδινα ξύπνημα στοὺς κοιμισμένους, ξεμούδιασμα στοὺς μουδιασμένους, ζωὴ στὴ μονοτονία τους.

Γι᾿ αὐτὸ καὶ τώρα ποὺ γράφω, μ᾿ ὅλο ποὺ εἶμαι προσκαλεσμένος σὲ πολλὰ μέρη ἀπὸ κάποιους εὐγενεῖς ἀνθρώπους, ὄχι μονάχα στὴν Ἑλλάδα, ἀλλὰ καὶ σὲ μακρυνὰ μέρη, κάθουμαι στὸ μικρὸ περιβολάκι μας μὲ τὰ λίγα δεντράκια καὶ μὲ τὰ ταπεινὰ λουλούδια. Ξεκουράζουμαι κι εἰρηνεύει ἡ ψυχή μου. Τοῦτο τὸ μικρὸ κηπάριο εἶναι γιὰ μένα ὁ Κῆπος τῆς Ἐδέμ. Ὁ ἀγέρας μοσχοβολᾶ, κι ὁ νοῦς μου ταξιδεύει. Ταξιδεύει ἐδῶ κι ἐκεῖ, μὰ περισσότερο βυθίζεται μέσα μου, ἐκεῖ ποὺ ἀναβρύζει τὸ μυστικὸ νερό, ἐκεῖ ποὺ βρίσκουνται τὰ ριζώματα» τοῦ κόσμου.

Εὐχαριστῶ τὸν θεὸ ποὺ βρέθηκε αὐτὸ τὸ καταφύγιο. Νοιώθω μεγάλη εὐτυχία ποὺ εἶμαι μοναχιασμένος, πού, ἐδῶ ποὺ κάθομαι, δὲν μὲ ξέρει κανένας, δὲν μὲ θυμᾶται κανένας. Σὰν νὰ εἶμαι καραβοτσακισμένος ποὺ γλύτωσε ἀπὸ τὴ φουρτούνα, κι ἀκούγει τὸ μούγκρισμα τῆς θάλασσας ἀπὸ τὸ σίγουρο καταφύγιό του. Σὰν νὰ γλύτωσε ἀπὸ λῃστές. Ἀνατριχιάζω συλλογισμένος τὴν ἀνεμοζάλη ποὺ τὴ λένε ζωὴ οἱ ὅμοιοί μου, κοινωνικὴ ζωή, ζούγκλα γεμάτη σκορπιούς, φίδια καὶ λύκους. Ἀναπαύουμαι μοναχὰ μὲ δυὸ - τρεῖς ἀνθρώπους ἁπλοὺς καὶ καλοκάγαθους, ποὺ ἔχουνε ἀγάπη μέσα τους καὶ εἰρήνη στὴν καρδιά τους. Δὲν θέλω μήτε θαυμασμούς, μηδὲ δόξες, μήτε ἄλλες τέτοιες συμφορές, θέλω νὰ εἶμαι ξεχασμένος κι ἀσήμαντος. Ὢ λησμονιά, τί μπάλσαμο εἶσαι γιὰ ὅσους ποθοῦνε τὴν εἰρήνη! Κατάρα εἶναι ἡ δίψα ποὺ ἔχουνε οἱ ἄνθρωποι νὰ κατασταθοῦνε ξακουσμένοι, νὰ τοὺς δοξάζει ὁ κόσμος καὶ νὰ βασανίζουνται μέσα στὴ ματαιότητα κι ἐκεῖνοι ποὺ θαυμάζουνται κι ἐκεῖνοι ποὺ θαυμάζουνε.

Ἐδῶ ποὺ κάθουμαι, νοιώθω πῶς εἶμαι μακρυὰ ἀπ᾿ ὅλους αὐτοὺς τοὺς βραχνάδες ποὺ τοὺς ἔχουνε γιὰ εὐτυχία οἱ δυστυχισμένοι ἄνθρωποι.

Φυσᾶ στὸ πρόσωπό μου τὸ δροσερὸ ἀγεράκι, μπαίνει ἁπαλὰ στ᾿ αὐτιά μου, σὰν νὰ μὲ χαιρετᾶ. Σιγοσαλεύουνε τὰ κλαδιὰ κι οἱ κορφὲς τῶν δέντρων. Μαμούνια περπατοῦνε στὸ μοσχοβολημένο χῶμα, τὸ κάθε ἕνα τραβὰ τὸν δρόμο του κι ἔχει τὸν σκοπό του. Ποῦ πηγαίνουνε; Μυστήριο. Πεταλούδια καὶ μυγάκια λογὴς - λογής, ἄλλα μακρουλά, ἄλλα στρογγυλά, πετᾶνε καὶ μαζεύονται γύρω ἀπὸ τὸ φῶς ποὺ εἶναι ἀναμμένο ἀπὸ πάνω μου. Ὅλα εἶναι σπουδαία, ὅλα ἀξιαγάπητα. Κι ἐγὼ εἶμαι ἕνα ἀπ᾿ αὐτά.

Δὲν ἀκούγεται τίποτα, παρεκτὸς ἀπὸ τὶς σταλαγματιὲς τὸ νερὸ ποὺ πέφτουνε ἀπὸ τὴ βρύση, κάνοντας τὴ σιωπὴ ἀκόμα πιὸ βαθειά. Σὰ νὰ γίνεται γύρω μου κάποια μυσταγωγία. Τὸ μυστήριο τοῦ κόσμου τὸ νοιώθω καὶ μέσα μου κι ἀπέξω. Μυστικὲς θύρες ἀνοίγουνε ἀπὸ παντοῦ. Τὸ κάθε δέντρο, τὸ κάθε χορτάρι, τὸ κάθε λουλούδι, σὰν νὰ μὲ βλέπει μὲ τὰ μυστηριώδη μάτια του.

Εἶμαι μακάριος στὸ μικρὸ τοῦτο περιβολάκι μας. Τύφλα νἄχουνε μπροστά του οἱ μεγάλοι κῆποι καὶ τὰ πολυέξοδα παλάτια, τὰ φανταχτερὰ κόττερα. Ὅσα εἶναι γύρω μου εἶναι ἀγαπημένα, γιατὶ δὲν εἶναι ἀγορασμένα μὲ λεφτὰ πολλά, ὅπως εἶναι ὅσα ἔχουνε οἱ πλούσιοι. Ἀγορασμένα πράγματα μποροῦνε νὰ δώσουνε εὐτυχία στὸν ἄνθρωπο;

Ὤ, ἐσεῖς ποὺ ἔχετε τὰ πλούτη καὶ ποὺ μόνο τί λογῆς εἶναι ἡ ἀληθινὴ χαρὰ δὲν ξέρετε. Ἄνθρωποι βασανισμένοι, σαστισμένοι ἀπὸ τὶς ἔγνοιες κι ἀπὸ τὶς σκουτοῦρες, σκλάβοι στὴ φιλοδοξία καὶ στ᾿ ἄλλα πάθη, ὢ ἄσωτοι γυιοί, ποὺ φάγατε τὰ ξυλοκέρατα καὶ δὲν χορτάσατε, γυρίστε πίσω στὸ σπίτι τοῦ πατέρα σας τοῦ πονετικοῦ, ποὺ δὲν εἶναι ἄλλο παρὰ ἡ καρδιὰ ἡ δική σας, καὶ μπεῖτε μέσα νὰ ξαποστάσετε, νὰ εὐφρανθῆτε καὶ νὰ νοιώσετε τὴν ἀληθινὴ χαρά!

Κόλλυβα Τρόπος παρασκευ'ής

Κόλλυβα



Υλικά-400 γρ. σιτάρι
-Αλάτι
-1 χούφτα γλυκάνισο σποράκια
-50 γρ στραγάλι σκληρό
-ρόδι
-Μαϊντανό (μόνο τα φυλλαράκια, στεγνά)
-½ φλιτζάνι σταφίδες ξανθές πλυμένες και στεγνές
-½ φλιτζάνι σταφίδες μαύρες πλυμένες και στεγνές
-1 φλιτζάνι του καφέ σουσάμι καβουρντισμένο και κοπανισμένο
-60 γρ. (1 φλιτζάνι του καφέ) φουντούκι καβουρντισμένο και κοπανισμένο-
-1 φλιτζάνι καρύδια ψιλοκομμένα στο χέρι
-2 φλιτζάνια του καφέ αμύγδαλα ψιλοκομμένα και καβουρντισμένα
-1/2 φλιτζάνι κουκουνάρι ολόκληρο καβουρντισμένο
-1 φλιτζάνι του καφέ φιστίκι Αιγίνης ψιλοκομμένο στο χέρι ή ολόκληρο
-1 κουτ. γλυκού κανέλα
-1 κουτ. γλυκού γαρίφαλο τριμμένο
-καρύδα ινδική
-αλεύρι (σιταρένιο)
-200 γρ. ζάχαρη άχνη
-150 γρ. μπισκοτάκια πτι μπερ, ή Μιράντα, ή φρυγανιά
-κουφετάκια μνημόσυνου
Eκτέλεση
Καθαρίζουμε το σιτάρι από τα ξένα σώματα και το πλένουμε τρεις φορές καλά. Κάθε φορά που το κάνουμε απαγγέλλουμε το «Πιστεύω». Μουλιάζουμε το σιτάρι σε χλιαρό νερό για ένα βράδυ. Αν δεν το βάλουμε στο νερό τότε το σιτάρι πρέπει να βράσει για 2-2 1/2 ώρες. Σήμερα υπάρχει στο εμπόριο σιτάρι αποφλοιωμένο που βράζει σε 45 λεπτά.
Στη συνέχεια το βάζουμε σε μια κατσαρόλα με μπόλικο νερό και το βράζουμε. Μετά από τις πρώτες βράσεις προσθέτουμε αλάτι. Όταν μαλακώσει καλά το βγάζουμε από τη φωτιά. Το ξεπλένουμε με ζεστό νερό να φύγει η αλμύρα. Πασπαλίζουμε με το γλυκάνισο για να κολλήσει πάνω στο ζεστό στάρι και ανακατεύουμε καλά.
Το στραγγίζουμε και το απλώνουμε ανάμεσα σε δύο βαμβακερές πετσέτες τοποθετημένες πάνω σε δίσκο με μια πετσέτα μπάνιου από κάτω.
Σε ένα τηγάνι και σε χαμηλή φωτιά καβουρντίζουμε το αλεύρι μέχρι να ροδίσει ελαφρά και να μυρίσει.
Σε ένα μεγάλο μπολ ανακατεύουμε το στεγνό σιτάρι με τους ξηρούς καρπούς, τις σταφίδες, το σουσάμι, το ρόδι, τα μπισκότα τριμμένα ή την φρυγανιά, τον μαϊντανό, την κανέλα, λίγη άχνη και λίγο αλεύρι. Στρώνουμε το μείγμα σε πιατέλα και σκεπάζουμε με μια παχιά στρώση αλεύρι. Με την βοήθεια ενός κουταλιού (από την ανάποδη) απλώνουμε το αλεύρι καλά για να σφίξει. Πασπαλίζουμε με ινδική καρύδα και σκεπάζουμε με μπόλικη άχνη ζάχαρη. Στρώνουμε καλά με το κουτάλι και διακοσμούμε με τα κουφετάκια.
Σημ.: Το ζουμί από το σιτάρι το κρατάμε στην άκρη για να φτιάξουμε κολυβόζουμο.

ΑΓΙΟΣ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΠΡΟΤΕΡΙΟΣ. ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΟ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ

 Του θεολόγου κ. Ανδρέα Κυριακού

Στις 29 Φεβρουαρίου η Εκκλησία τιμά και γεραίρει τη μνήμη ενός άξιου τέκνου της, του ιερομάρτυρα Προτερίου, Πάπα και Πατριάρχη Αλεξανδρείας.
Ο Άγιος καταγόταν από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου κι έζησε κατά την ταραγμένη περίοδο του ε΄αιώνος, όταν οι φοβερές αιρέσεις του Νεστοριανισμού και κατόπιν του Μονοφυσιτισμού αναστάτωσαν την Εκκλησία. Ήταν πρεσβύτερος και συνόδευσε τον κακόφρονα πατριάρχη Αλεξανδρείας Διόσκορο στη Δ΄Οικουμενική  Συνοδο της Χαλκηδόνος στα 451 μ.Χ.. Διέπρεψε στη Σύνοδο ομολογήσας την ορθόδοξη πίστη και μετά την καθαίρεση του αιρετικού Διοσκόρου εξελέγη Πατριάρχης Αλεξανδρείας στα 452, αφού αναθεμάτισε και τον Ευτυχή και το Διόσκορο. 



Μετά την επιστροφή του στην Αλεξάνδρεια οι αιρετικοί Μονοφυσίτες τον πολεμούσαν ασταμάτητα. Ο πανούργος αιρετικός Τιμόθεος ο Αίλουρος ξεσήκωσε στάση  των Μονοφυσιτών εναντίον του στα 457 και ο Άγιος αναγκάστηκε να φύγει από την πόλη. Επιστρέφοντας στην πόλη κρύφτηκε σε μια εκκλησία. Οι αιρετικοί Μονοφυσίτες τον εντόπισαν και τον κατέσφαξαν, μαζί με έξι άλλους ορθόδοξους, χρησιμοποιώντας μυτερά καλάμια! 
Στη συνέχεια έβγαλαν τα σπλάχνα του Ιερομάρτυρος και τα έφαγαν!!! 
Ακολούθως έσυραν το ιερό λείψανο του Ομολογητού Πατριάρχου στους δρόμους και ένα μέρος του σώματος του έδωσαν σε σκύλους και το υπόλοιπο το κατέκαυσαν. 




Αυτή ήταν η ενδεδειγμένη στάση των επισκόπων του Χριστού. Πιστοί άχρι θανάτου. Δεν πουλούσαν την πίστη, δεν νόθευαν τα δόγματα, δεν έδιναν «τα άγια τοις κυσί».Ο συγκρητισμός, ο συναγελασμός, ο συγχρωτισμός κι η συμπόρευση με τους αιρετικούς ήταν γι’ αυτούς κάτι το αδιανόητο. Σήμερα που το οικουμενιστικό φρόνημα έχει αλώσει πολλούς των επισκόπων  και των λοιπών κληρικών, όσοι επίσκοποι, λοιποί κληρικοί, αλλά και μοναχοί και λαϊκοί αγωνίζονται για την καθαρότητα της πίστεως, για την «άπαξ παραδοθείσαν τοις αγίοις πίστιν»,ας έχουν παράδειγμα τον Άγιο ιερομάρτυρα Προτέριο, που σφάχτηκε σαν πασχαλινό αρνί για την αγάπη του Χριστού.

Ὁ Ὅσιος Κασσιανὸς ὁ Ρωμαῖος


Ὁ Ὅσιος Κασσιανὸς γεννήθηκε στὴν Ρώμη ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς καὶ ἐπιφανεῖς, οἱ ὁποῖοι φρόντισαν νὰ τὸν ἀναθρέψουν μὲ παιδεία καὶ νουθεσία Κυρίου. Ἡ γνωριμία καὶ ἡ συναναστροφή του, ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία, μὲ Ἁγίους ἀνθρώπους ἐπέδρασε εὐεργετικὰ στὴ διαμόρφωση τῆς προσωπικότητας καὶ τοῦ ὅλου τρόπου ζωῆς του. Σπούδασε τὴν ἐπιστήμη τῆς φιλοσοφίας καὶ τῆς ἀστρονομίας καὶ μελέτησε ἰδιαίτερα τὰ συγγράμματα τῶν Πατέρων καὶ τὴν Ἁγία Γραφή.

Ὁ Ὅσιος ἀκολούθησε τὸ μοναχικὸ βίο, γενόμενος μοναχὸς σὲ μία σκήτη καὶ ἐπισκέφθηκε τὰ μοναστήρια τῆς Αἰγύπτου καὶ τῆς Θηβαΐδας, τῆς Νιτρίας, τῆς Ἀσίας καὶ τῆς Καππαδοκίας. Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης γράφει χαρακτηριστικά: «ὁ Ἅγιος μετέβη εἰς διαφόρους τόπους καὶ συνήντησε ἁγίους καὶ γνωστικωτάτους Ὁσίους καὶ τὰς ἀρετὰς ὅλων συναθροίζει εἰς τὸν ἑαυτόν του, ὡς ἄλλη φιλόπονος μέλισσα, ὥστε καὶ αὐτὸς ἔγινε εἰς τοὺς ἄλλους τύπος καὶ παράδειγμα παντὸς εἴδους ἀρετῆς. Ὅθεν ἀνώτερος τῶν παθῶν γενόμενος καὶ τὸν νοῦν καθαρίσας, ἐγνώρισε τὴν τελείαν κατὰ τῶν παθῶν νίκην».

Στὸν πρῶτο τόμο τῆς Φιλοκαλίας, περιλαμβάνονται δύο λόγοι τοῦ Ὁσίου Κασσιανοῦ, «Πρὸς Κάστορα Ἐπίσκοπον, περὶ τῶν ὀκτὼ τῆς κακίας λογισμῶν, γαστριμαργίας, πορνείας, φιλαργυρίας, ὀργῆς, λύπης, ἀκηδίας, κενοδοξίας καὶ ὑπερηφανείας» καὶ «Πρὸς Λεόντιον ἡγούμενον, περὶ τῶν κατὰ τὴν Σκήτην ἁγίων Πατέρων καὶ λόγος περὶ διακρίσεως», ποὺ δείχνουν τὴν καθαρότητα τῆς ζωῆς του καὶ τὸ ὀρθόδοξο φρόνημά του καὶ προξενοῦν μεγάλη ὠφέλεια. Ὁ δὲ Ὅσιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος πλέκει δίκαιο ἐγκώμιο στὸν Ὅσιο Κασσιανὸ στὸν περὶ ὑπακοῆς Λόγο του.
Ὁ Ὅσιος Κασσιανὸς κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Ἀπολυτίκιον. 
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον
Τῆς σοφίας τὸν λόγον Πάτερ τοῖς ἔργοις σου, ἀσκητικῶς γεωργήσας ὡς οἰκονόμος πιστός, ἀρετῶν μυσταγωγεῖς τὰ κατορθώματα· σὺ γὰρ πράξας εὐσεβῶς, ἐκδιδάσκεις ἀκριβῶς, Κασσιανὲ θεοφόρε, καὶ τῷ Σωτήρι πρεσβεύεις, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Κοντάκιον. 
Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικός.
Οἱ λόγοι σου σοφέ, οὐρανίου κασσίας, ὀσμὴν πνευματικήν, διαπνέουσι κόσμῳ· φιάλαι γὰρ ὤφθησαν, ἀρωμάτων ὡς γέγραπται, σιαγόνες σου, αἱ ἀναπτύσσουσαι πᾶσι, τὰς ἐν Πνεύματι, πνευματικὰς ἀναβάσεις, Κασσιανὲ Ὅσιε.

Μεγαλυνάριον.
Γνώσεως τῆς θύραθεν μετασχών, ὤφθης κεκρυμμένης, ἐπιστήμης μυσταγωγός, ἧς τὰς ἐπιδόσεις, λόγοις ἡμᾶς παιδεύεις, Κασσιανὲ θεόφρον, Πνεύματος σκήνωμα.


 

Ο παπάς της σφαγής του Διστόμου στέλνει ένα μήνυμα στους σύγχρονους Έλληνες

Τις τελευταίες μέρες, εκδηλώνεται μια φοβία από ορισμένους συμπολίτες μας απέναντι στην προοπτική εγκλωβισμού ενός αριθμού προσφύγων στον τόπο μας. Ας δούμε τι έχει να μας πει σχετικά η μαρτυρία του επικεφαλής του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού Σουηδού Στούρε Λίννερ κατά την περίοδο της Κατοχής, για μια συγκλονιστική εμπειρία που είχε από το μαρτυρικό Δίστομο (από το αυτοβιογραφικό του έργο: “Η Οδύσσειά μου”).
…Παντρευτήκαμε στις 14 Ιουνίου. Ο Emil Sandstrom, πρόεδρος της Ελληνικής Επιτροπής, διοργάνωσε μία δεξίωση για την περίσταση. Αργά το βράδυ με πλησίασε και με τράβηξε στην άκρη σε μια γωνία, μακριά από τα γέλια και φωνές, να μιλήσουμε ιδιαιτέρως.
Μου έδειξε ένα τηλεγράφημα που μόλις είχε λάβει: Οι Γερμανοί έσφαζαν επί τρεις μέρες τους κατοίκους του Δίστομου, κοντά στους Δελφούς, και στη συνέχεια έκαψαν το χωριό. Αν υπήρχαν επιζώντες, θα έχουν ανάγκη από άμεση βοήθεια. Το Δίστομο ήταν εντός της περιοχής ευθύνης μου για την προμήθεια τροφίμων και φαρμάκων. Πέρασα στο τηλεγράφημα στην Κλειώ [τη σύζυγό του] να το διαβάσει. Εκείνη έκλεισε τα μάτια και αμέσως αναχώρησε διακριτικά από τη γιορτή.
Περίπου μία ώρα αργότερα ήμασταν στο δρόμο μας μέσα στο σκοτάδι της νύχτας. Χρειάστηκαν αρκετές αγωνιώδεις ώρες για να ταξιδέψουμε ανάμεσα στους λεηλατημένους δρόμους και να περάσουμε αρκετά οδοφράγματα. Ήταν ξημερώματα όταν φτάσαμε τελικά στον κεντρικό δρόμο που οδηγούσε στο Δίστομο.
Όρνια ανέβαιναν αργά και διστακτικά σε χαμηλό ύψος από τις πλευρές του δρόμου, όταν άκουσαν να ερχόμαστε. Κατά μήκος του δρόμου ανθρώπινα σώματα κρέμονταν από κάθε δέντρο, τρυπημένα με τις ξιφολόγχες – μερικοί ήταν ακόμα ζωντανοί. Αυτοί ήταν οι χωρικοί, που τιμωρήθηκαν με αυτό τον τρόπο επειδή ήταν ύποπτοι για την παροχή βοήθειας στους αντάρτες της περιοχής, οι οποίοι είχαν στήσει ενέδρα σε μια μονάδα SS. Η μυρωδιά ήταν ανυπόφορη.
papasdist1
Στο χωριό τα τελευταία απομεινάρια των σπιτιών ακόμα καίγονταν. Εκατοντάδες νεκρά σώματα ανθρώπων όλων των ηλικιών, από ηλικιωμένους μέχρι νεογέννητα, ήταν σκορπισμένα γύρω στο χώμα. Αρκετές γυναίκες θανατώθηκαν με ξιφολόγχες, με τις μήτρες τους στο χώμα και τα στήθη τους κομμένα. Άλλοι ήταν στραγγαλισμένοι με τα έντερά τους  τυλιγμένα γύρω από το λαιμό τους. Φαινόταν σαν να κανείς να μην είχε επιζήσει …
Όμως εκεί! Ένας γέρος στο τέλος του χωριού! Είχε ως εκ θαύματος επιζήσει της σφαγής. Ήταν σοκαρισμένος από τον τρόμο γύρω του, με ένα άδειο βλέμμα, και μια έκφραση απορίας. Κατεβήκαμε στη μέση της καταστροφής και φωνάξαμε στα ελληνικά: «Ερυθρός Σταυρός! Ερυθρός Σταυρός! Ήρθαμε για να βοηθήσουμε! “
Από κάποια απόσταση μια ακόμη γυναίκα πλησίασε με δισταγμό. Μας είπε ότι μόνο μια χούφτα χωρικοί κατάφεραν να διαφύγουν πριν αρχίσει η επίθεση. Μαζί της αρχίσαμε την αναζήτησή τους. Είχαμε προχωρήσει αρκετά στο ψάξιμο, όταν η ίδια συνειδητοποίησε ότι είχε πυροβοληθεί στο χέρι. Αμέσως η Κλειώ έπεσε πάνω της και τη χειρούργησε. Κατά τ’άλλα, ήταν το ταξίδι του μέλιτός μας!
Όχι πολύ καιρό μετά από αυτή την τρομακτική σφαγή, η σύνδεσή μας με το Δίστομο, θα ολοκληρωθεί με αυτόν τον αξιοσημείωτο επίλογο.
Όταν οι γερμανικές δυνάμεις κατοχής αναγκάστηκαν να φύγουν από την Ελλάδα, τα πράγματα δεν πήγαν όπως τα περίμεναν. Μια γερμανική μονάδα αιχμαλωτίστηκε από αντάρτες ακριβώς στην ίδια περιοχή, στο Δίστομο. Σκέφτηκα ότι αυτό θα μπορούσε να ληφθεί από τους Έλληνες ως ευκαιρία για μια αιματηρή εκδίκηση, ιδιαίτερα εάν ληφθεί υπόψη ότι για ένα αρκετά μεγάλο διάστημα η περιοχή είχε αποκοπεί από κάθε προμήθειες τροφίμων.
Φορτώσαμε με τα απαραίτητα τρόφιμα μερικά φορτηγά, ειδοποιήσαμε στο Δίστομο για την προγραμματισμένη μας άφιξη, και βρεθήκαμε στον ίδιο δρόμο, για άλλη μια φορά, η Κλειώ κι εγώ.
Όταν φτάσαμε στα περίχωρα του χωριού, μας συνάντησε μια επιτροπή με επικεφαλής τον ηλικιωμένο ιερέα. Ήταν μια μορφή πατριάρχη του παλιού καιρού, με μακριά, κυματιστή, λευκή γενειάδα. Δίπλα του ο καπετάνιος ανταρτών, πλήρως οπλισμένος. Ο ιερέας μίλησε πρώτος και μας ευχαρίστησε για λογαριασμό καθενός για τις προμήθειες τροφίμων. Στη συνέχεια πρόσθεσε: “Πεθαίνουμε όλοι από την πείνα εδώ, και εμείς και οι Γερμανοί κρατούμενοι. Τώρα, αν είμαστε εμείς πεινασμένοι, είμαστε τουλάχιστον στον τόπο μας. Οι Γερμανοί δεν έχουν χάσει μόνο τον πόλεμο, είναι επίσης μακριά από τη χώρα τους. Δώστε τους σ’αυτούς το φαγητό που έχετε μαζί σας, έχουν πολύ δρόμο μπροστά τους“.
Στο άκουσμα αυτής της φράσης. η Κλειώ γύρισε τα μάτια της σε μένα. Υποπτευόμουν τι ήθελε να μου πει με αυτό το βλέμμα, αλλά δεν μπορούσα να δω καθαρά πια. Στεκόμουν απλά βουρκωμένος ….
Πηγή: Sture Linner, Min Odysse, Stockholm: Norstedt, 1982
Το είδαμε εδώ

Έχουν συνειδητοποιήσει οι αντι-Οικουμενιστές ότι ουσιαστικά κοινωνούν με Πανθρησκειαστές!




Στὸ φύλλο 517 τοῦ «Ὀρθόδοξου Τύπου» (1982), «ο μακαριστός π. Μάρκος Μανώλης δημοσίευσε …στην πρώτη σελίδα, την φωτογραφία της Αποδείξεως Πληρωμής των εισφορών του Πατριάρχου Αθηναγόρου(με το κοσμικό του όνομα Αριστοκλής Σπύρου) για την λήψη του 30ου Μασωνικού βαθμού, στις 25-5-1940, όταν, δηλαδή, ήταν ήδη Αρχιεπίσκοπος Βορείου και Νοτίου Αμερικής!
Το 1948 έγινε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, αφού είχε εν τω μεταξύ λάβει και τον 33ο Μασωνικό βαθμό! Η απόδειξη Πληρωμής είναι αναλυτική: Εισφοραί μέχρι 1940: 60 οστρ. (οστρ.= άγνωστη χρηματική αξία, συνθηματική των Μασώνων), Δικαίωμα μυήσεως από τον 28οστον 30ο βαθμό οστρ. 500, Δίπλωμα 30ουβαθμού οστρ. 200, Τυπικά 30ου βαθμού οστρ. 70. Σύνολον: 830 οστρ.!
Εάν αυτά, λοιπόν, εγίνοντο το 1940 και το 1948, πολύ περισσότερο συμβαίνουν και σήμερα που το κακό έχει υπερκορυφωθεί και, μάλιστα, σε ανθρώπους που εκθειάζουν τον Αθηναγόρα και διαδηλώνουν urbi et orbi ότι ακολουθούν πιστά τα βήματά του, ωσάν η φράση αυτή να ήταν –όπως και είναι– το πιο αξιόπιστο διαπιστευτήριο μασωνικής υπακοής και αφοσιώσεως!


Τάδε «γράφει ὁ ἀντι-Οἰκουμενιστὴς ἱερέας π. Βασίλειος Βολουδάκης!

Νά, καὶ ἡ ἀπόδειξη:

paterikiparadosi.

ΣΧΟΛΙΟ: Φυσικά σάν αντιοικουμενιστές εννοούνται οι αποτειχισμένοι οι ίδιοι, οι οποίοι φεύγοντας από τήν εκκλησία όπως καί οι οικουμενιστές, έπεσαν αναπόφευκτα  στήν  αγκαλιά τής αρχαίας ειδωλολατρίας. Διότι δέν έπαψαν απλώς νά μνημονεύουν τόν επίσκοπο όπως νομίζουν αλλά είναι καί αγιομάχοι. Καί ιδού η κατάληξή τους. 

ΟΜΟΛΟΓΙΑ: Οι κεκοιμημενοι μας κυβερνουν. Και τα πνευματα των υπεριπτανται υπερανω υμων και περιχαρη μας ενθυμουνται και πρεσβευουν για μαςαπο τον θρονον του Θεου. 

Στήν καλύτερη περίπτωση αυτή ειναι η κινέζικη θρησκεία τής λατρείας τών νεκρών προγόνων.  Στήν χειρότερη, όπως εδώ, είναι δαίμονες, οι οποίοι κοροιδεύουν τούς ολιγόπιστους καί τούς μεγαλομανείς πού ονειρεύονται τήν δική τους εκκλησία.

Αμέθυστος


Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ – ΦΩΤΗ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ


Φώτης Κόντογλου - σκίτσο Σταύρου Παλάντζα

Eίπαμε πως, εδώ στην Eλλάδα, όχι μοναχά δεν διαβάζουμε, αλλά καν δεν ξέρουμε αν υπάρχουνε οι μυστικοί Πατέρες που φωτίσανε την Oρθοδοξία. Για τους θεολόγους η Oρθοδοξία κατάντησε μια κούφια λέξη, αφού η μυστική ουσία της τους είναι άγνωστη, όπως κι' η παράδοσή τους. Oι δικοί μας θεολόγοι παίρνουνε τα φώτα από τη Δύση, γιατί εκεί η θεολογία έχει γίνει επιστήμη, κ' η ματαιοδοξία τους κολακεύεται απ' αυτό το πράγμα. H πίστη, γι' αυτούς, δεν έχει καμμιά σημασία. Θα μου πήτε, "θεολογία χωρίς πίστη, γίνεται;" Mα κ' εγώ σας ρωτώ, με την ίδια απορία, "γίνεται θεολογία χωρίς πίστη;"

Ωστόσο, στις Δυτικές χώρες και στην Aμερική, πολύς κόσμος έχει στραφεί προς την Oρθοδοξία, από τη δίψα της αληθείας. Στην Eλλάδα, μοναχά λιγοστοί άνθρωποι και κάποιοι παλιοημερολογίτες διαβάζουνε τα βιβλία των Πατέρων, εκτός του Bασιλείου και του Xρυσοστόμου, που τους παίρνουνε οι θεολόγοι για ρήτορας και για φιλολόγους της αρχαίας ελληνικής γλώσσας. Tα βιβλία των μυστικών Πατέρων δεν ξανατυπώνουνται πια και καταντήσανε σπάνια. H επίσημη Eκκλησία τυπώνει προχειρολογήματα διάφορων νεωτεριστών θεολόγων, χωρίς καμμιά ουσία, που φανερώνουνε μοναχά την απίστευτη γύμνια εκείνων που τα γράφουνε. Mοναχά τώρα τελευταία άρχισε να τυπώνει η Aποστολική Διακονία την Πατρολογία του Migne. Mα κι' αυτή η έκδοση είναι για τους θεολόγους, κι' όχι για τους πιστούς, αφού είναι τυπωμένη στην αρχαία γλώσσα. Eκτός απ' αυτό, η έκδοση της Πατρολογίας δεν έχει καμμιά βαθύτερη δικαίωση, με το δυτικό χαρακτήρα που έχει η γενική μόρφωση των θεολόγων μας, που δεν έχουνε καμμιά βαθύτερη γνώση της ουσίας της Oρθοδοξίας, ούτε και της παράδοσής μας. Έτσι κι' αυτή η έκδοση καταντά ένα γεγονός χωρίς βαθύτερη σημασία, αφού δεν υπάρχει το κατάλληλο ορθόδοξο χώμα για να ριζοβολήσει.

Στο να στραφούνε οι Δυτικοί κι' οι Προτεστάντες στους Πατέρες της Oρθοδοξίας, συντελέσανε πολύ οι Λευκορώσοι θεολόγοι, που σκορπίσανε στις διάφορες χώρες και φωτίσανε τις ψυχές με τα σοφά κηρύγματά τους, με την αρετή της ζωής τους, και με την τυπική ευσέβειά τους. Eνώ οι κληρικοί που στέλνουμε εμείς στις διάφορες παροικίες, είναι οι πιο ανίδεοι στο τι θα πει Oρθοδοξία, κι' οι εκκλησίες μας στο εξωτερικό δεν έχουνε κανέναν θρησκευτικό προορισμό, αλλά έχουνε καταντήσει κέντρα κοινωνικής συγκεντρώσεως των ομογενών κάθε Kυριακή.

Έτσι, η Oρθοδοξία, δηλαδή η πρώτη κι' απαραμόρφωτη μορφή της Eκκλησίας, έγινε πάλι το στήριγμα όλων των ανθρώπων που ζητάνε λιμάνι σωτηρίας κι' ο κανόνας της χριστιανικής πίστης.

Στην Eυρώπη και στην Aμερική έχουνε μεταφρασθεί, έως τώρα, σε διάφορες γλώσσες η Φιλοκαλία, το μέγα και θαυμαστό αυτό βιβλίο, που στην Aθήνα το βρίσκει κανένας μοναχά στις συλλογές των βιβλιοφίλων να κάθεται στο ράφι άχρηστο, σαν κανένα αρχαιολογικό αντικείμενο, ο Eυεργετινός, οι επιστολές του αγίου Bασιλείου και κάποιων άλλων Πατέρων, οι λόγοι Συμεών του Nέου Θεολόγου, μερικά από τα έργα του μαθητού του Nικήτα Στηθάτου, και κάποια άλλα. Eμείς, αλλοίμονο, τυρβάζομεν περί του πώς θα φανούμε επιστημονικοί και ευρωπαϊκότεροι από τους Eυρωπαίους. Mοναχά κανένας "θρησκόληπτος", καθυστερημένος κατά τους νεωτεριστάς αυτούς παπαγάλους, διαβάζει τέτοια βιβλία.
Oι λόγοι του αγίου Συμεών του Nέου Θεολόγου είναι μεταφρασμένοι στα Γαλλικά, στα Γερμανικά, στα Eγγλέζικα, εκτός από τα Pωσικά, που έχουνε μεταφρασθεί από τον καιρό που πρωτοτυπωθήκανε στα Eλληνικά από τ' αρχαία χειρόγραφα. Στην απλή ελληνική γλώσσα υπάρχει μια θαυμάσια μετάφραση καμωμένη με ευλάβεια "παρά του πανοσιολογιωτάτου Διονυσίου Zαγοραίου, του ενασκήσαντος εν τη ερημονήσω τη καλουμένη Πιπέρι, απέναντι του αγίου Όρους", τυπωμένη στη Σύρα στά 1886. Πού να καταδεχτούμε, εμείς, να διαβάσουμε τέτοια πράγματα, μεταφρασμένα μάλιστα από έναν αγράμματο καλόγερο, που καθότανε κ' έγραφε απάνω σε κάποιον βράχο, στο ρημονήσι Πιπέρι, μαζί με τους γλάρους; Eμείς διαβάζουμε τους σοφούς και αξιοπρεπείς καθηγητάδες που γράφουνε καθισμένοι στις πολυθρόνες, στα Παρίσια και στα Bερολίνα! Δεν ακούμε τι λέγει ο Θεός με το στόμα του Προφήτη "Eπί τίνα επιβλέψω, αλλ' επί τον ταπεινόν και ησύχιον και τρέμοντά μου τους λόγους;" Πού να υποπτευθούμε το μυστικό πλούτο που κρύβεται μέσα σε τέτοιες αγίες ψυχές.


Λοιπόν, αυτή η μετάφραση δεν ξανατυπώθηκε από τότε στην Eλλάδα, που τυπώνεται κάθε λογής ανοησία, πράγμα που φανερώνει σε τι πνευματικό σκοτάδι βρισκόμαστε, κληρικοί και λαϊκοί. Aπό την προκοπή που έχουμε, βάλαμε "τον λύχνον υπό τον μόδιον", κι' απάνω στο λυχνοστάτη βάζουμε τις τυπωμένες βαθυστόχαστες ανοησίες που ανάφερα, και περιμένουμε να μας φωτίσουνε. Tους βαθύτερους μυσταγωγούς, που φανήκανε στον κόσμο, τους έχουμε άξιους να τους διαβάζει μοναχά κανένας αγράμματος παλιοημερολογίτης. Hμείς, οι έξυπνοι κι' οι συγχρονισμένοι, βάλαμε την εξυπνάδα μας και μέσα στα μυστήρια της θρησκείας, κι' αγαπάμε τα μεγάλα λόγια και τα επιστημονικά, τι λέγει ο τάδε άθεος για τον Xριστό και για τη θρησκεία του, ή κανένας καμουφλαρισμένος θεομπαίχτης, επειδή αυτά δίνουνε τροφή στον εγωισμό μας. Kαι βουλώνουμε τ' αυτιά μας για να μην ακούσουμε τον απόστολο Παύλο που φωνάζει "Oυχί εμώρανεν ο Θεός την σοφίαν του κόσμου τούτου;"

Aλλά, κοντά στους χαλασμένους αυτούς που λέγω, υπάρχουνε και πλήθος άνθρωποι που νοιώθουνε βαθειά την ουσία της θρησκείας μας, τη μεγάλη σημασία της λατρείας και της ιερής παράδοσής μας. Για όσους απ' αυτούς δεν έχουνε πατερικά βιβλία, σαν αυτά που είπαμε παραπάνω, κ' είναι σχεδόν όλοι οι Έλληνες, γιατί η αδιαφορία εκείνων που είναι βαλμένοι γι' αυτή τη δουλειά, στέρησε τόν κόσμο από τέτοια άφθαρτη κι' άγια θροφή, θα προσπαθήσω με τις μικρές δυνάμεις μου να τους μεταδώσω ό,τι μπορέσω από τους περιφρονημένους αυτούς προγονικούς μας θησαυρούς. Aφού οι θεολόγοι γινήκανε φιλόσοφοι κ' επιστήμονες, ας γίνουμε θεολόγοι ημείς, δίχως άλλο εφόδιο, παρά μοναχά την πίστη μας, κατά τα βαθυστόχαστα λόγια του αγίου Nείλου, που λέγει"Eι αληθώς προσεύχη, θεολόγος εί". "Aν προσεύχεσαι αληθινά, είσαι θεολόγος".


ΠΗΓΗ : ΓΙΓΑΝΤΕΣ ΤΑΠΕΙΝΟΙ, εκδ, ΑΚΡΙΤΑΣ, 2000
το είδαμε εδώ

Μάθε να προσεύχεσαι

Μάθε να προσεύχεσαι

Anthony Bloom
«Κύριε Ιησού Χριστέ, σώσε με, βοήθησέ με, βοήθησέ με, σώσε με. Ω Θεέ μου, βοήθησέ με, προστάτεψέ με»
Αν η απελπισία μας πηγάζει από πολύ βαθιά μέσα μας, αν αυτό που ζητάμε, αυτό για το οποίο κραυγάζουμε, είναι τόσο ουσιαστικό ώστε να καλύπτει όλες τις ανάγκες της ζωής μας, τότε βρίσκουμε κατάλληλα λόγια να προσευχηθούμε και μπορούμε να φτάσουμε στην κορυφαία στιγμή της προσευχής μας, τη συνάντηση με το Θεό.
Θα ήθελα να πω κάτι για την «κραυγή» της προσευχής. Φώναζε δυνατά ο τυφλός Βαρτίμαιος. Τι λέει όμως το Ευαγγέλιο για τους ανθρώπους γύρω του; Προσπαθούσαν, λέει, να τον κάνουν να σιωπήσει. Μπορούμε να φανταστούμε όλους εκείνους τους ευσεβείς ανθρώπους με την καλή όραση, τα γερά πόδια, την καλή υγεία που περικύκλωναν το Χριστό και μιλούσαν για υψηλά θέματα, για τη Βασιλεία του Θεού που έρχεται, για τα μυστήρια των Γραφών, να γυρίζουν προς το Βαρτίμαιο και να του λένε: «επί τέλους, δεν μπορείς να ησυχάσεις; Τα μάτια σου, τα μάτια σου, και τι σημασία έχουν αυτά ενώ μιλούμε για το Θεό;»
Ο Βαρτίμαιος φαινόταν σαν κάτι ξένο που ξαφνικά έμπαινε στη μέση και, αδιαφορώντας τελείως για τα συμβαίνοντα, ζητούσε από το Θεό κάτι που απελπιστικά το είχε ανάγκη. Καί όλα αυτά τα έκανε παρά το γεγονός ότι με τις φωνές του κατέστρεψε την αρμονία των εθιμοτυπικών συζητήσεων γύρω του. Οι ενοχλημένοι θα μπορούσαν να τον απομακρύνουν και να τον κάνουν να σιωπήσει. Το Ευαγγέλιο όμως λέει πως, ενώ όλοι αυτοί οι άνθρωποι ήθελαν να τον ησυχάσουν, αυτός επέμενε, γιατί αυτό που ζητούσε είχε πολύ μεγάλη σημασία για τον ίδιο. Όσο περισσότερο προσπαθούσαν να του κλείσουν το στόμα, τόσο πιο πολύ εκείνος φώναζε.
Εδώ βρίσκεται το μήνυμά μου. Υπάρχει στην Ελλάδα ένας άγιος, ονομάζεται Μάξιμος. Ήταν νέος όταν μία μέρα πήγε στην Εκκλησία και άκουσε το ανάγνωσμα του Αποστόλου που λέει ότι πρέπει να προσευχόμαστε «αδιαλείπτως». Αυτό έκανε τόση εντύπωση στο Μάξιμο ώστε σκέφτηκε πως δεν θα μπορούσε να κάνει τίποτα άλλο παρά να προσπαθήσει να τηρήσει αυτή την εντολή.
Όταν βγήκε από το ναό σκέφτηκε να πάει στο κοντινότερο βουνό και εκεί ήσυχος να αρχίσει να προσεύχεται όπως άκουσε στο Ευαγγέλιο. Σαν Έλληνας χωρικός του τετάρτου αιώνα, ήξερε το «Πάτερ ημών» και μερικές άλλες προσευχές. Έτσι, όπως μας λέει ο ίδιος, άρχισε να τις λέει τη μία ύστερα από την άλλη, και πάλι από την αρχή, ασταμάτητα. Αισθάνθηκε, πραγματικά, πολύ όμορφα. Προσευχόταν, ήταν συντροφιά με το Θεό, ήταν χαρούμενος. Το καθετί του φαινόταν τόσο τέλειο! Μόνο που σιγά- σιγά ο ήλιος άρχισε να πέφτει, άρχισε να κάνει κρύο και να σκοτεινιάζει.
Η νύχτα είχε πέσει για τα καλά όταν άρχισε ν’ ακούει γύρω του θορύβους, πολλούς και παράξενους θορύβους. Άκουγε το σπάσιμο των κλαδιών κάτω από τα πόδια των ζώων, έβλεπε τα λαμπερά μάτια των άγριων θηρίων, άκουγε τις κραυγές των μικρών ζώων που τα έτρωγαν τα μεγαλύτερα. Άκουγε όλων των ειδών τους γνωστούς νυχτερινούς θορύβους του δάσους.
Τότε αισθάνθηκε πως ήταν μόνος. Πραγματικά μόνος, ένα μικρό απροστάτευτο πλάσμα μέσα στον κόσμο του κινδύνου, του θανάτου, του σπαραγμού. Ένιωσε ότι δεν είχε καμιά άλλη βοήθεια αν ο Θεός δεν του έδινε τη δική Του. Δεν συνέχισε πιά να λέει το «Πάτερ ημών» και το «Πιστεύω». Έκανε ο,τι έκανε και ο Βαρτίμαιος. Άρχισε να φωνάζει δυνατά: «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με». Το φώναζε αυτό όλη τη νύχτα γιατί τα ζωντανά του δάσους και τα λαμπερά τους μάτια δεν του έδιναν ευκαιρία για ύπνο.
Τέλος ξημέρωσε. Σκέφτηκε, λοιπόν, αφού όλα τα ζώα έχουν φύγει πιά και πήγαν να κοιμηθούν «τώρα μπορώ και εγώ να προσευχηθώ». Αλλά τότε ένιωσε ότι πεινούσε. Σκέφτηκε ότι θα μπορούσε να μαζέψει μερικά βατόμουρα, για να φάει. Πλησίασε ένα θάμνο, αλλά ξαφνικά του ήρθε η σκέψη ότι όλα τα αστραφτερά μάτια και άγρια νύχια θα πρέπει να είναι κρυμμένα κάπου εκεί στους θάμνους.
Έτσι άρχισε να προχωρεί πολύ προσεκτικά και σε κάθε του βήμα έλεγε: «Κύριε Ιησού Χριστέ, σώσε με, βοήθησέ με, βοήθησέ με, σώσε με. Ω Θεέ μου, βοήθησέ με, προστάτεψέ με». Γιά κάθε βατόμουρο που μάζεψε, σίγουρα, είχε προσευχηθεί πολλές φορές.
Πέρασε ο καιρός και ύστερα από πολλά χρόνια συνάντησε ένα γέροντα και έμπειρο ασκητή, ο οποίος τον ρώτησε πως είχε μάθει να προσεύχεται αδιάλειπτα. Ο Μάξιμος είπε: «Νομίζω πως ο διάβολος με δίδαξε να προσεύχομαι αδιάλειπτα». Ο γέροντας απάντησε: «Καταλαβαίνω τι θέλεις να πείς. Αλλά θα ήθελα να είμαι βέβαιος ότι σε καταλαβαίνω σωστά». Ο Μάξιμος τότε του εξήγησε πως είχε σιγά- σιγά συνηθίσει όλους τους θορύβους και τους κινδύνους της μέρας και της νύχτας. Ύστερα όμως του ήρθαν πειρασμοί σαρκικοί, πειρασμοί του νού, των αισθημάτων και αργότερα πιο ισχυρές επιθέσεις του διαβόλου. Ύστερα απ’ όλα αυτά δεν υπήρχε στιγμή της μέρας και της νύχτας που να μην κραυγάζει στο Θεό: «Ελέησον, ελέησον, βοήθησε, βοήθησε, βοήθησε».
Μιά μέρα, ύστερα από δεκατέσσερα χρόνια αδιάλειπτης προσευχής ο Κύριος του αποκαλύφτηκε. Από τη στιγμή εκείνη ησυχία, ειρήνη και γαλήνη τον πλημμύρισαν. Δεν υπήρχε πιά φόβος -φόβος από το σκοτάδι, από τους θάμνους, ούτε από το διάβολο- ο Κύριος είχε επικρατήσει. «Τότε», είπε ο Μάξιμος, «έμαθα ότι αν δεν έλθει ο Κύριος, είμαι απελπιστικά αβοήθητος. Έτσι, και όταν ακόμα ήμουνα γαλήνιος, ειρηνικός και ευτυχισμένος, συνέχισα να προσεύχομαι λέγοντας: «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με, γιατί μόνο στο θείο έλεος υπάρχει η ειρήνη της καρδιάς και του νού, η γαλήνη του σώματος και η δύναμη της θέλησης».

Έτσι δεν μπορούμε να πούμε πως ο Μάξιμος έμαθε να προσεύχεται παρά την ταραχή που τον κατείχε, αλλά ακριβώς εξ αιτίας της ταραχής. Γιατί η ταραχή του ήταν ένας πραγματικός κίνδυνος. Αν μπορούσαμε να αντιληφθούμε ότι και μείς βρισκόμαστε σε πολύ μεγάλη ταράχη, σε κίνδυνο, ότι ο διάβολος παραφυλάει προσπαθώντας να μας πιάσει και να μας καταστρέψει, τότε θα προσευχόμαστε συνέχεια, ασταμάτητα.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...