Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Πέμπτη, Φεβρουαρίου 02, 2017

Το καρναβάλι

Το καρναβάλι
Αρχιμ. Κυρίλλου Κωστοπούλου, Ιεροκήρυκος Πατρών
ΤΟ ΚΑΡΝΑΒΑΛΙ*
(μία Θεολογική θεώρηση)
ΤΙ ΛΕΕΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ
Είναι συνέχεια ειδωλολατρικών εορτών
Η Αγία μας Εκκλησία, όπως γνωρίζουμε, είναι ο θεματοφύλακας της θείας αποκεκαλυμμένης αληθείας. Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο πρέπει να προσφεύγουμε σ' αυτή, για να διδασκώμαστε την αλήθεια πάνω σε όλα τα υπαρξιακά, οικογενειακά και κοινωνικά μας προβλήματα. Και αυτό γιατί η Εκκλησία, κατά τον Χομιακόφ «είναι η ζωή του Θεού μέσ' στους ανθρώπους»1. Οι άνθρωποι δέχονται την Εκκλησία -όπως και είναι- σαν «κιβωτό σωτηρίας». Η σωτηρία του ανθρώπου πραγματοποιείται με την ένωσή του με το σώμα του Χριστού, τον εγκεντρισμό και ενοφθαλμισμό του δηλαδή στον δεύτερο ή νέο Παράδεισο, το Κυριακόν σώμα. Τότε γίνεται ο άνθρωπος «σύμφυτος τω Χριστώ (Ρωμ. 6, 5)» «και κοινωνεί στην ζωή και χάρη του Χριστού που χορηγούνται μέσα στην ζωή της Εκκλησίας»2. Έτσι με την χάρη της, τον φωτισμό της και την διδασκαλία της, οι πιστοί όλων των γενεών νικούν ό,τι σκοτεινό, φθαρτό και αμαρτωλό υπάρχει στον κόσμο και γεμίζουν από αγιασμό και χαρά αναστάσιμη.
Γι' αυτό και στο θέμα που διαπραγματευόμαστε, η αγία μας Εκκλησία θα ρίξη άπλετο φως για να ξεχωρίση το γερό από το σάπιο, την αλήθεια από το ψέμα. Και η αλήθεια για τις καρναβαλικές εκδηλώσεις εμπεριέχεται σ' αυτά που μας λέει στις Κατηχήσεις του ο ιερός Χρυσόστομος: «Αποτάσσομαί σοι, Σατανά και τη πομπή σου και τη λατρεία σου και τοις έργοις σου. Είδετε οία των συνθηκών τα γραμματεία; Μετά γαρ την αποταγήν του πονηρού και πάντων των τω πονηρώ διαφερόντων πραγμάτων πάλιν λέγειν παρασκευάζει. Και συντάσσομαί σοι Χριστέ»3. Είναι φοβερές και καθοριστικές για την σωτηρία του οι υποσχέσεις που δίνει ο πιστός κατά την ώρα της βαπτίσεώς του. Υπόσχεται σαν μέλος πλέον της Εκκλησίας να απέχη από την λατρεία, την πομπή και τα έργα του Σατανά. Είναι υποχρεωμένος ο στρατιώτης του Χριστού, ο βαπτισμένος στο όνομα του Τριαδικού Θεού, να φυλάξη τις υποσχέσεις αυτές μέχρι της αναχωρήσεώς του από την πρόσκαιρη αυτή ζωή....
Οι καρναβαλικές εκδηλώσεις είναι συνέχεια των αρχαίων ειδωλολατρικών εκδηλώσεων. Επομένως μπορούμε ανεπιφύλακτα να πούμε ότι είναι πομπές και έργα σατανικά. Είναι με ένα λόγο λατρεία του Σατανά. Λατρεύω σημαίνει τιμώ τον Θεό, υπεραγαπώ, φροντίζω κ.ο.κ.4. Τί άλλο είναι οι πολυήμερες προετοιμασίες, τα υπέρογκα ποσά που δαπανώνται και η γιορταστική ατμόσφαιρα που υπάρχει τις ημέρες των εκδηλώσεων αυτών, με αποκορύφωμα την παρέλαση των αρμάτων, προπορευομένου του άρματος -ένας άνδρας να κρατά ένα ποτήρι κρασιού- που συμβολίζει τον θεό Διόνυσο; Δεν είναι όλα αυτά πομπή και λατρεία του Σατανά; Δεν είναι παράβαση των όσων έχουμε υποσχεθεί κατά την ώρα του βαπτίσματός μας; Τουλάχιστον η Αγία μας Εκκλησία έτσι το βλέπει και γι' αυτό το 1957 σε εγκύκλιο της Ιεράς Συνόδου το στηλιτεύει και παρακαλεί τα τέκνα της να απέχουν απ' αυτές τις εκδηλώσεις....
Οι Ορθόδοξοι Ιεράρχες καλούν τον λαό των Πατρών, αλλά και όλο τον ορθόδοξο ελληνικό λαό να «εγκαταλείψουν αυτά τα σκοτεινά και οργιώδη βακχικά σκιρτήματα...», γιατί κάθε ορθόδοξος χριστιανός ενεδύθη τον Χριστό στο Άγιο Βάπτισμα, «όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε Χριστόν ενεδύσασθε...», και έτσι οφείλει να ζη και να συμπεριφέρεται σαν εικόνα του Χριστού.
Ο αείμνηστος άγιος Γέροντας πατήρ Γερβάσιος Παρασκευόπουλος, ο μεγαλύτερος αγωνιστής κατά των ειδωλολατρικών αυτών εκδηλώσεων, γράφει σ' ένα του βιβλίο: «Και ερωτώ: ο μετέχων των εορτών των απόκρεω τηρεί ό,τι η Αγία Γραφή μετ' εκκλήσεως ικετεύει και ζητεί από ένα έκαστον εξ ημών, λέγουσα: «Παρακαλώ ουν υμάς, αδελφοί, δια των οικτιρμών του Θεού... μη συσχηματίζεσθαι τω αιώνι τούτω, αλλά μεταμορφούσθε τη ανακαινώσει του νοός ημών, εις το δοκιμάζειν υμάς τί το θέλημα του Θεού το αγαθόν, και ευάρεστον και τέλειον»; Και πάλιν ε­ρωτώ: πληροί τους όρους τούτους ο καρναβαλιστής; ή κατηργήθη η διάταξις, η θεία διάταξις η παραγγέλλουσα «μηδέ ονομαζέσθω εν υμίν, καθώς πρέπει αγίοις, και αισχρότης και μωρολογία ή ευτραπελία τα ουκ ανήκοντα»5;
Ο λόγος του Θεού είναι βεβαίως ακατανόητος για τους εκτός της Εκκλησίας ανθρώπους και «τομώτερος υπέρ πάσαν μάχαιραν δίστομον» (Εβρ. 4, 12). Χώρισε όχι μόνον τους τότε ακροατές Του, αλλά και πολλούς άλλους μέσα στους αιώνες. Και αυτό θα γίνεται συνεχώς. Θα τους χωρίζη πάντοτε και συνέχεια. Η Εκκλησία μας δεν είναι μόνο τελετές. Είναι ζωή. Είναι η ζωή μας. Είναι η δύναμη που διαμορφώνει το «είναι» μας. Μόνο η θεανθρώπινη δύναμη της αγίας μας Εκκλησίας μπορεί να μας σώσει από τον σύγχρονο κατακλυσμό. Για να γίνη, όμως, αυτό χρειάζεται να υπακούει ο άνθρωπος στα κελεύσματά της, στον νόμο της, στην διδασκαλία της.
Το ιερό στόμα της αγίας μας Εκκλησίας που εκφράζει το «θέλω» της είναι οι θεοφόροι Πατέρες. Οι «εν Αγίω Πνεύματι» συνάξεις τους για την τακτοποίηση δογματικών θεμάτων της Εκκλησίας είχαν σαν αποτέλεσμα την θέσπιση Κανονικών διατάξεων, που συνιστούν την βούληση της Εκκλησίας και την απλανή οδόν σωτηρίας.
Ο καθηγητής του Κανονικού Δικαίου της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών Παναγιώτης Μπούμης γράφει σχετικώς: «Ως είναι γνωστόν, κανών κατ' αρχάς σημαίνει την ξυλίνην ράβδον (χάρακα), την οποίαν μεταχειρίζεταί τις δια να σύρη ευθείαν γραμμήν ή δια να ελέγξη την ευθύτητα γραμμής τινος. Μεταφορικώς δε κανών λέγεται και παν, ό,τι χρησιμεύει ως πρότυπον δια την ορθήν εκτέλεσιν πράξεώς τινος, ως οδηγός ή ως κριτήριον αυτής. Και οι κανόνες, λοιπόν, ούτοι των Οικουμενικών Συνόδων ως παρέχοντες το ορθόν, την αλήθειαν, προσφέρουν εις έκαστον πιστόν το πρότυπον, βάσει του οποίου οφείλει ούτος να πολιτεύεται, ή βάσει του οποίου δύναται ούτος να ελέγχη την ορθότητα των πράξεών του. Οι Κανόνες αποτελούν εν μέτρον, εν κριτήριον αλάθητον. Βάσει αυτών κρίνονται οι πράξεις των πιστών, των ποιμένων, και των ποιμενομένων. Οι Κανόνες συνιστούν ένα γνώμονα τελειότητος, και όστις βαδίζει, ενεργεί και πολιτεύεται περισσότερον συμφώνως προς αυτούς, ούτος δέον να θεωρείται τελειότερος, αγιώτερος, και δικαιότερος. Όστις, αντιθέτως, απομακρύνεται απ' αυτών, απομακρύνεται από το ορθόν, από το τέλειον, από το δίκαιον και το άγιον»6. Στις Κανονικές αυτές διατάξεις, δηλαδή στους ιερούς Κανόνες, υπάρχει συμπεπυκνωμένη η ποιμαντική πείρα και η θεολογία της Εκκλησίας μας. Ο πατήρ Γεώργιος Καψάνης, Ηγούμενος της ιερ. Μονής Γρηγορίου του Αγίου Όρους, γράφει σχετικώς: «Οι ιεροί Κανόνες εκφράζουν την εμπειρίαν της Καθολικής Ορθοδόξου του Χριστού Εκκλησίας, συνοδικώς και αγιοπατερικώς βεβαιουμένην».
Έτσι για το θέμα που διαπραγματευόμαστε, παραθέτουμε την ερμηνεία του οσίου Νικόδημου εις τον ΞΒ' Κανόνα της ΣΤ' Οικουμεν. Συνόδου: «Καλάνδαι ονομάζονται αι πρώται ημέραι του κάθε μηνός, εις τας οποίας οι Έλληνες εσυνείθιζον να εορτάζουν, δια να απερνούν τάχα όλον τον μήνα με ευθυμίαν και τα βοτά δε και βρουμάλια, Ελληνικαί ήτον εορταί, τα μεν βοτά ήτοι βοσκήματα και πρόβατα, εις τιμήν του θεού του Πανός, ος τις ενομίζετο από τους Έλληνας ότι είναι έφορος των προβάτων και των λοιπών ζώων τα δε βρουμάλια εις τιμήν του Διονύσου... Προστάζει λοιπόν ο παρών Κανών, ότι τα τοιαύτα Ελληνικά, αλλά δη και η κατά την πρώτην Μαρτίου τελουμένη πανήγυρις, δια την ευκρασίαν τάχα του έαρος, να ασηκωθούν ολοτελώς από την πολιτείαν των χριστιανών. Μήτε χοροί απλώς δημόσιοι γυναικών, να γίνωνται, ούτε εορταί, και χοροί από άνδρας και γυναίκας εις όνομα των Ελλήνων ψευδοθεών. Ορίζει δε προς τού­τοις, ότι μήτε άνδρας να φορή γυναικεία ούτε γυναίκα ρούχα ανδρίκια. αλλά μήτε να μουρόνωνται με μουτσούνας και προσωπίδας κωμικάς, ήτοι παρακινούσας εις γέλωτας, ή τραγικάς, ήτοι παρακινούσας εις θρήνους και δάκρυα, ή σατυρικάς ήτοι ιδίας των Σατύρων και βάκχων, οίτινες εις τιμήν του Διονύσου, ως εκστατικοί και δαιμονισμένοι εχόρευον, και ότι τινάς να μην επικαλήται το όνομα του συγχαμερού Διονύσου (ος τις ενομίζετο πώς ήτο δοτήρ του οίνου και έφορος), όταν πατώνται τα σταφύλια εις τους ληνούς, μήτε να γελά και να καγχάζει, όταν βάλλεται ο νέος οίνος εις τα πιθάρια. Λοιπόν όποιος από του νυν και εις το εξής, αφ' ου έμαθε περί τούτων, εν γνώσει επιχειρήσοι να κάμη κανένα από τα προρρηθέντα τούτα δαιμονιώδη και ελληνικά, ει μεν είναι κληρικός, ας καθαίρεται, ει δε λαϊκός ας αφορίζεται»7.
Εδώ βλέπουμε καθαρά να ασχολείται η ΣΤ' Οικ. Σύνοδος με τους ανεπίτρεπτους χορούς, με τις μάσκες τις σατυρικές, τις κωμικές και τις τραγικές, με τις βακχικές γιορτές, τις ειδωλολατρικές γιορτές της πρώτης Μαρτίου (σήμερα πρώτης Μαΐου), με την ανδρική ενδυμασία των γυναικών και την γυναικεία των ανδρών και γενικά με όλα εκείνα που συμβαίνουν κατά τις ημέρες των απόκρεω, τα οποία κατακρίνει και υποβάλλει τους μεν κληρικούς σε καθαίρεση, τους δε λαϊκούς σε αφορισμό, αν συμμετάσχουν σ' αυτά τα αντιορθόδοξα και αντιεκκλησιαστικά έκτροπα.
Αυτός ο Κανών πρέπει να μας προβληματίση. Ομιλεί το Πανάγιο Πνεύμα μέσω των Αγίων Πατέρων της Συνόδου. «Ως έδοξε τω Αγίω Πνεύματι και ημίν», ομολογούν οι ίδιοι οι Πατέρες και επομένως είμαστε υποχρεωμένοι να υπακούσουμε. Δεν είναι δυνατόν να υπερασπίζουμε τους ιερούς Κανόνες, όταν πρόκειται για προσωπικά συμφέροντα και να τους απορρίπτουμε, όταν μας ελέγχουν για τις αντιεκκλησιαστικές και αντιορθόδοξες πράξεις μας. Πρέπει η καρδιά του κάθε πιστού μέλους της Εκκλησίας να πονά και να ματώνη, όταν διαπιστώνη «κανονική» παράβαση. Ο Μέγας Βασίλειος μιλώντας γι' αυτή την παρακοή λέει: «Πάνυ με λυπεί, ότι επιλελοίπασι λοιπόν οι των Πατέρων Κανόνες και πάσα ακρίβεια των Εκκλησιαστικών απελήλαται. και φοβούμαι μη κατά μικρόν της αδιαφορίας ταύτης οδώ προϊούσης, εις παντελή σύγχυσιν έλθη τα της Εκκλησίας πράγματα...»8. Εκείνοι που στρέφονται εναντίον των Κανόνων είναι οι προτεσταντίζοντες θεολόγοι, κληρικοί και λαϊκοί. Αυτοί δεν γνωρίζουν, ούτε έχουν ακούσει ποτέ την φωνή του Κυρίου μας που λέει: «εάν αγαπάτε με, τας εντολάς τας εμάς τηρήσετε» (Ιωάν. 14, 15). Αυτό πρέπει να τονισθή ιδιαιτέρως στον λαό του Θεού από τους Ποιμένες του. Το «εν γνώσει τούτων καθισταμένους τούτους» της ΣΤ' Οικ. Συνόδου σημαίνει ότι Επίσκοποι, Πρεσβύτεροι και λαϊκοί θεολόγοι οφείλουν εγκαίρως να προειδοποιούν το ποίμνιο της αγίας μας Εκκλησίας, για να μην υπάρχει άγνοια κατά τις ημέρες των καρναβαλικών εκδηλώσεων.
Ζωντανό παράδειγμα προς μίμηση και υποκίνηση για έναν ουσιαστικό αγώνα κατά των ειδωλολατρικών αυτών εκδηλώσεων, είναι το μαρτυρικό τέλος που έλαβε ο Απόστολος και μαθητής του Αποστόλου των Εθνών Παύλου Τιμόθεος, Επίσκοπος Εφέσου. Το παραθέτουμε, όπως ακριβώς το αναφέρει ο όσιος Νικόδημος ο Αγιορείτης: «Μίαν φοράν βλέπων τους Έλληνας ότι εις μίαν πάτριον εορτήν Καταγώγιον ο­νομαζομένην έκαμνον αταξίας, είδωλα βαστάζοντες εις τας χείρας, προσωπίδας βάλλοντες εις τα πρόσωπα, τραγωδούντες, ορμώντες ληστρικώς επάνω εις άνδρας και γυναίκας και φονεύοντες ο εις τον άλλον, ταύτα λέγω, βλέπων εθερμάνθη από το πυρ του θεϊκού ζήλου και δεν υπέφερε τα τοιαύτα άτοπα, αλλ' εδίδασκεν αυτούς και παρεκίνει να παύσωσι τας αταξίας ταύτας. Οι δε απάνθρωποι εκείνοι και θηριώδεις κινηθέντες από κακίαν και θυμόν μεγάλον εφόνευσαν τον του Κυρίου Απόστολον με τα ξύλα, τα οποία είχαν εις τας χείρας των. Και ούτω ο μακάριος τελειωθείς, ενεταφιάσθη από τους χριστιανούς...»9. Ο Επίσκοπος Εφέσου Τιμόθεος έδωσε την ζωή του για την κατάργηση των απαράδεκτων αυτών γιορτών. Εμείς κληρικοί και λαϊκοί, τί λόγο θα δώσουμε στον δίκαιο Κριτή τον Θεό μας, για την αμέλεια που δείχνουμε ως προς το θέμα αυτό, η οποία πολλές φορές φθάνει μέχρι αποδοχής αυτών των εκδηλώσεων, σαν ένα STATUS QUO, με το οποίο δεν μπορούμε πλέον να έλθουμε σε αντίθεση και να το καταπολεμήσουμε; Φοβούμαι ότι θα ακούσουμε τα λόγια του Προφήτου Ιερεμίου: «επικατάρατος ο οποιών τα έργα του Κυρίου αμελώς...» (Ιερ. 31, 10).
Από όλα όσα ελέχθησαν σ' αυτή την παράγραφο πιστεύουμε ότι έγινε αντιληπτό πως οι καρναβαλικές εκδηλώσεις είναι η συνέχεια των ειδωλολατρικών εκδηλώσεων προς τιμήν του θεού Διονύσου και η αγία μας Εκκλησία είναι τελείως αντίθετη προς αυτές...
Για το Καρναβάλι στην πόλη των Πατρών
Ο φωτισμένος, ζηλωτής και άγιος Γέροντας των Πατρών Γερβάσιος Παρασκευόπουλος έλεγε: «Το πατρινό καρναβάλι παρουσιάζεται ως μέσον αναζωογονήσεως, αλλά είναι πράγματι ένα από τα βαθύτερα συμπτώματα του πνευματικού μαρασμού της πόλεως»10.
Ίσως θα μπορούσε κάτι να κατορθώσει αυτή η προφητική φωνή, εάν δεν αντιδρούσαν, παίρνοντας το μέρος των καρναβαλιστών, μερικοί θεολόγοι, κληρικοί και λαϊκοί. Γι' αυτό ο «όντως» ποιμήν πατήρ Γερβάσιος χρησιμοποιεί την χρυσοστόμιο γλώσσα για να στηλιτεύση τους αντιδραστικούς: «Αφορμή μας δί­νουν για να μιλήσουμε καθηγηταί τινες της Θεολογίας -ταλαίπωρος Θεολογία- διακηρήξαντες ότι επιτρέπεται και ο χορός και αι «αποκριάτικες» ευτραπελίαι. Επίσης και τα «επίσημα» Εκκλησιαστικά περιοδικά τα ομιλούντα περί «Αποκριάτικης χαράς»... Εάν πρόκειται περί θείων εντολών και απαγορεύσεων, τίνες είναι αυτοί οι αυτοτιτλοφορούμενοι «μεγάλοι» καθηγηταί της Θεολογίας, οι οποίοι τολμώσιν, ως καθηγηταί τάχα, να διακηρύττουν όσα αναφέρθησαν; Αλλά εάν υπήρχε ζώσα Εκκλησία και κράτος γνησίων ορθοδόξων Κυβερνητών, θα έπρεπε την επο­μένην αυτοί οι κύριοι ή να ανεκάλουν ή να διωρίζοντο διδάσκαλοι παρά τα βουλγαρικά σύνορα»11. Απευθυνόμενος ο άγιος Γέροντας προς τους Εκκλησιαστικούς και πολιτικούς άρχοντες λέει: «Άρχοντες της Εκκλησίας και του λαού έκαστος υμών γινωσκέτω, ότι δεν δύνασθε να σιωπάτε. Έχετε υποχρέωσιν και καθήκον να διαφωτίσητε το ποίμνιον, ο δια του ιδίου Αίματος εκαθάρισεν ο Αρχηγός της σωτηρίας ημών. Σιωπώντες αφίνετε τον λαόν του Θεού εν τω σκότει και τη πλάνη, την δε λαϊκήν δημοσιογραφίαν να αναλαμβάνη έργα διαφωτιστού και διδασκάλου του χριστεπωνύμου πληρώματος, επί μεγίστη βλάβη αλλά και ψυχική απωλεία αυτού... Καθ' ημάς, Ιεροκήρυξ αποφεύγων να επιληφθή του υπό του ως άνω ιερού Κανόνος θιγομένου θέματος δια να μη δυσαρεστήση, Θεού δούλος και Θεού διάκονος ουκ έστιν»12 ....
Ψυχαγωγία - Διασκέδαση
Διατείνονται, όμως, μερικοί ότι η όλη αυτή γιορ­ταστική περίοδος είναι μία ευκαιρία απομακρύνσεως του ανθρώπου από τα καθημερινά βασανιστικά του προβλήματα. Είναι μία ευκαιρία χαράς, διασκεδάσεως, ψυχαγωγίας.
Αλλά αυτό δεν είναι αλήθεια. Νομίζουμε ότι οι χριστιανοί, κληρικοί και λαϊκοί, δεν πρέπει να είμαστε πρόχειροι σε συμπεράσματα ανεύθυνα. Πρέπει με πολλή ευθύνη και σοβαρότητα να εξετάζουμε τα θέματα αυτά και μάλιστα όταν η αγία μας Εκκλησία λαμβάνει αρνητική στάση.
Τί σημαίνει διασκέδαση; Πολλοί ταυτίζουν την έννοια της διασκεδάσεως με την έννοια της ψυχαγωγίας. Αυτό είναι λάθος. Διασκεδάζω σημαίνει διασκορπίζω τον νου μου (Διασκεδάννυμι = διασκορπί­ζω μακράν)13. Ο νους, όμως, είναι ο οφθαλμός της ψυχής. Με την διασκόρπιση του νου η ψυχή δεν γνωρίζει που βρίσκεται, τί πράττει, προς τα που πηγαίνει. Ο άνθρωπος κομματιάζεται σαν πρόσωπο, χάνει την αρμονία της φύσεώς του και γίνεται ένα τμήμα της. Αυτή η μερικότητα τον οδηγεί σ' ένα κλείσιμο, σ' έναν εγωκεντρικό χώρο και τον κάνει φίλαυτο και επιθετικό προς τους άλλους. Γι' αυτό έχουμε, πολλές φορές, σοβαρά επεισόδια που φθάνουν μέχρι και τον φόνο σε κοσμικές διασκεδάσεις. Αυτή η φιλαυτία και η επιθετικότητα κάμνει τον άνθρωπο να μην σέβεται τον συνάνθρωπο σαν πρόσωπο, να έχη την τάση να τον υποτιμά και να τον υποτάσση στις δικές του ορέξεις. Συμβαίνει, όμως, και κάτι άλλο. Για να στηρίξη τον εαυτό του που κλονίζεται σοβαρά μέσα σ' αύτη την διάσπαση, την αβεβαιότητα και την ανασφάλεια, αδικεί, μισεί και αισθάνεται τον συνάνθρωπο σαν την κόλασή του. «Η κόλαση είναι οι άλλοι»14 έλεγε ο διεσπασμένος άθεος υπαρξιστής Σαρτρ. Με την διασκέδαση ο άνθρωπος βιώνει, θα λέγαμε, εντονώτερα τον καθημερινό θάνατό του.
Για να δούμε, όμως, όταν λέμε ψυχαγωγούμαι, τί σημαίνει αυτό. Ψυχαγωγέω - ω σημαίνει «οδηγώ τας ψυχάς»15. Ψυχαγωγία = οδήγηση της ψυχής σε αναψυχή, σε τέρψη, σε κάτι ανώτερο πνευματικώς.
Η αρχική σημασία του «ψυχαγωγώ» ήταν η οδήγηση των ψυχών των νεκρών στον κάτω κόσμο. Κατόπιν πήρε μιαν άλλη σημασία, που είναι η έλκυση των ψυχών προς κάτι καλύτερο από τον χώρο του Ά­δη, με θυσίες και προσευχές. Έτσι ψυχαγωγία τελικά σημαίνει την οδήγηση της ψυχής από τα χειρότερα στα καλύτερα. Σημαίνει την πνευματική τέρψη, χαρά και ευτυχία. Γι' αυτό και ο ιερός Χρυσόστομος ερμηνεύοντας την παράκληση του πιστού προς τον Ουράνιο Πατέρα «πλήρωσον χαράς και ευφροσύνης τας καρδίας ημών» μας λέει: «Ποίας άρα χαράς λέγει; μη της βιοτικής; Μη γένοιτο. ου γαρ αν, ει ταύτην ήθελον, ορών κορυφάς κατελάμβανον και ερημίας, και σάκκον περιεβάλλοντο. Αλλ' εκείνην λέγουσι την χαράν την ουδέν κοινόν έχουσαν προς τον παρόντα βίον, την των Αγγέλων, την άνω. Και ουχ απλώς αυ­τήν αιτούσιν, αλλά μετά πολλής της υπερβολής. ου γαρ λέγουσι, δος, αλλά «πλήρωσον». και ου λέγουσιν ημάς, αλλά «τας καρδίας ημών». Αυτή γαρ μάλιστα καρδίας χαρά»16.
Ο άνθρωπος με την ψυχαγωγία ανανεώνεται και ανακουφίζεται ψυχοσωματικώς. Η ψυχαγωγία και όχι η διασκέδαση αποτελεί ουσιώδες συστατικό της ευαγγελικής διδασκαλίας. «Και είπεν αυτοίς ο Άγγελος. μη φοβήσθε. ιδού γαρ ευαγγελίζομαι υμίν χαράν μεγά­λην, ήτις έσται παντί τω λαώ» (Λουκ. Β', 10). Αλλά και ο Κύριός μας αυτό επιζητεί για τους μαθητές Του: «...και ταύτα λαλώ εν τω κόσμω, ίνα έχωσιν την χα­ράν την εμήν πεπληρωμένην εν εαυτοίς» (Ιω. ΙΖ', 13). Μετά δε την Ανάληψή Του οι Μαθητές «υπέστρεψαν εις Ιερουσαλήμ μετά χαράς μεγάλης...» (Λουκ. ΚΔ', 53). Έτσι βλέπουμε ότι η Γέννηση, η Ανάσταση και η Ανάληψη του Θεανθρώπου Κυρίου μας αποτελούν πηγές ανεκλαλήτου χαράς και ευφροσύνης για τους ανθρώπους. Γι' αυτό η ψυχαγωγία με την πραγματική της έννοια δέσποζε πάντοτε στην ζωή των χριστιανών. «...Αεί χαίροντες» ήσαν οι πιστοί. Ο δε Απόστολος των Εθνών Παύλος παραγγέλει: «Χαίρετε εν Κυρίω πάντοτε. πάλιν ερώ χαίρετε» (Φιλιπ. Δ', 4 και Α' Θεσσ. Ε', 16).
Αυτήν την χαρά της ψυχαγωγίας έζησε και ο Κύριός μας μαζί με την Παναγία Μητέρα Του και τους μαθητές Του στον γάμο της Κανά. Επίσης στην ωραία εκείνη παραβολή του Ασώτου υιού ο Ίδιος ο Κύριός μας προτρέπει σ' αυτή την ψυχαγωγία: «ενέγκαντες τον μόσχον τον σιτευτόν θύσατε και φαγόντες ευφρανθώμεν» (Λουκ. ΙΒ', 29). Και άρχισαν όχι απλώς να ευφραίνωνται, αλλά ο Ευαγγελιστής Λουκάς μας διασώζει και το πώς ευφραίνονταν: «μετά συμφωνίας και χορών» (Λουκ. ΙΕ', 26). Σε μια άλλη παραβολή πάλι ο Κύριος μας παρουσιάζει έναν άνθρωπο βασιλέα, που επιθυμεί να κάμη και τους άλλους μετόχους της δικής του χαράς για τους γάμους του γιου του: «εποίησε δείπνον μέγα και εκάλεσε πολλούς» (Λουκ. ιδ', 16).
Από όλα αυτά τα χωρία που παραθέσαμε βγαίνει αβίαστα το συμπέρασμα ότι η ψυχαγωγία και η εξ αυτής χαρά όχι μόνο δεν απαγορεύεται από την ευαγγελική διδασκαλία, αλλά πολλές φορές συνιστάται. Ο ίδιος ο Αναστάς Κύριος προτρέπει τους ανθρώπους να χαίρωνται: «χαίρετε» (Ματθ. ΚΖ', 9) είπε, όταν εμ­φανίσθηκε στους μαθητές του μετά την εκ νεκρών έγερσή Του.
Όμως στην ψυχαγωγία αυτή πρέπει να λαμβάνουν μέρος η ψυχή και το σώμα. Το σώμα επιζητεί τα δικά του. Σαν ύλη που είναι επιθυμεί τα υλικά. Η ψυχή σαν πνεύμα επιζητεί τα πνευματικά. Εάν προσφέρης μόνον στο σώμα τα δικά του, θα υποδουλώσης την ψυχή σ' αυτό που θέλεις μέσω της ψυχαγωγίας. Έτσι γίνεσαι ένας σαρκικός άνθρωπος....
Η περίοδος του Τριωδίου
Στο παρόν πονημάτιο πρέπει να αναφερθούμε και στην περίοδο του κατανυκτικού Τριωδίου, κατά την οποία λαμβάνουν χώρα οι καρναβαλικές εκδηλώσεις.
Η περίοδος αυτή αρχίζει από τον εσπερινό της Κυριακής του Τελώνου και Φαρισαίου και τελειώνει το Μεγάλο Σάββατο με τον εσπερινό του Πάσχα. Ονομάζεται κατανυκτικό Τριώδιο επειδή η περίοδος αυτή οδηγεί τις πονεμένες, κατατρεγμένες και αμαρτωλές ψυχές στον χώρο της χαρμολύπης και κατανύξεως. Οι γλυκύτατοι ύμνοι, οι κατανυκτικές ακολουθίες, η κατά τους ιερούς Κανόνες νηστεία της περιόδου αυτής οδηγούν την πέτρινη καρδιά μας στην συντριβή, στους αλαλήτους στεναγμούς, στα κατανυκτικά δάκρυα της μετανοίας και της αναστασίμου χαράς.
Η περίοδος αυτή, όπως όλοι μας καταλαβαίνουμε, δεν προσφέρεται για άλλου είδους εκδηλώσεις και μάλιστα για ειδωλολατρικές, καρναβαλικές εκδηλώσεις. Δεν είναι δυνατόν η αγία μας Εκκλησία να ανοίγη τις πύλες της μετανοίας -«της μετανοίας άνοιξόν μοι πύλας Ζωοδότα» ψάλλουμε κατά την περίοδο αυτή- και οι άρχοντες με τον λαό που τους ακολουθεί να ανοίγουν τις πύλες της κραιπάλης και μέθης και ασωτίας....
Όλα τα γεγονότα των Κυριακών του Τριωδίου είναι έτσι τοποθετημένα από τους αγίους Πατέρες της Εκκλησίας μας, ώστε ο πιστός, συμμετέχοντας σ' αυτά, να πορεύεται κλιμακωτά και να φθάνη στο τελευταίο σκαλί που είναι τα άχραντα Πάθη και Μυστήρια του Θεανθρώπου Κυρίου, βιώνοντας αυτά και παθαίνοντας την «καλήν αλλοίωσιν», ευφραινόμενος από το άρρητο και πνευματικό φως και κάλλος της Αναστάσεως.
Έτσι βλέπουμε την περίοδο αυτή να μας καλή να αγωνισθούμε τον καλόν αγώνα της εγκρατείας, της μετανοίας, της ταπεινώσεως και της μυστηριακής ζωής....
Ο άνθρωπος βρίσκεται σε μια διαρκή πορεία, μια πορεία προς συνάντηση με τον Αναστημένο Χριστό. Αυτή η κατανυκτική περίοδος του Τριωδίου αυτό ακριβώς κάμνει, βοηθάει τον πιστό αγωνιστή να πορευθή μέσα από την σωστή, εκκλησιαστική άσκηση και να φθάση στην κατά χάρη ένωσή του με τον Χριστό.
Ο καθένας μας είναι μία εικόνα του Θεανθρώπου Κυρίου. Μία εικόνα που, όμως, την έχουμε κακομεταχειρισθεί ή την έχουμε επιζωγραφήσει και είναι αγνώριστη. Μπορούμε, λοιπόν, με την βοήθεια του πνευματικού μας πατρός και της ορθοδόξου εκκλησιαστικής ασκήσεως να απαλλάξουμε την εικόνα μας αυτή από τις προσθήκες και να βρούμε τον εαυτό μας «εν Χριστώ» και τον Χριστό μέσα μας. Αλλά για να γίνη αυτό χρειάζεται αλλαγή πορείας ζωής, χρειάζεται αληθινή μετάνοια. Αυτή η πορεία μετανοίας, βεβαίως, είναι οδυνηρή. «Δος αίμα και λάβε πνεύμα», μας παραγγέλλουν οι νηπτικοί Πατέρες της Εκκλησίας μας. Για μια τέτοια πορεία δεν προσφέρονται οι καρναβαλικές εκδηλώσεις και μάλιστα κατά την περίοδο αυτή. Πώς είναι δυνατόν να ακούουμε την αγία μας Εκκλησία να ψάλλη: «Έφθασε καιρός, η των πνευματικών αγώνων αρχή, η κατά των δαιμόνων νίκη, η πάνοπλος εγκράτεια, η των Αγγέλων ευπρέπεια, η προς Θεόν παρρησία.....», και εμείς να πορευόμαστε πίσω από τα ειδωλολατρικά άρματα του καρναβάλου και να συμμετέχουμε στην ακολασία αυτών των ημερών; Ο Απόστολος των Εθνών Παύλος μας παραγγέλλει:
«Μη γίνεσθε ετεροζυγούντες απίστοις. τις γαρ μετοχή δικαιοσύνη και ανομία; τις δε κοινωνία φωτί προς σκότος; τις δε συμφώνησις Χριστώ προς Βελίαλ; ή τις μερίς πιστώ μετά απίστου; τις δε συγκατάθεσις ναώ Θεού μετά ειδώλων; ημείς γαρ ναός Θεού εσμέν ζώντος, καθώς είπεν ο Θεός ότι ενοικήσω εν αυτοίς και εμπεριπατήσω, και έσομαι αυτών Θεός, και αυτοί έσονταί μοι λαός. Διό εξέλθετε εκ μέσου αυτών και αφορίσθητε, λέγει Κύριος, και ακαθάρτου μη άπτεσθε» (Β' Κορ. 6, 14-18)....
Οι καρναβαλικές ειδωλολατρικές εκδηλώσεις κατά την περίοδο του κατανυκτικού Τριωδίου είναι απαράδεκτες. Είναι παρακοή στο θέλημα του Θεού, ασέβεια στην κατανυκτική αυτή περίοδο και απόδειξη εσχάτης πνευματικής καταπτώσεως. Καρνάβαλος και Τριώδιο δεν μπορούν να συνυπάρξουν.
* Από το βιβλίο ΤΟ ΚΑΡΝΑΒΑΛΙ του Ιεροκήρυκος π. Κυ­ρίλλου Κωστοπούλου, Αθήναι 1986, αναδημοσιεύουμε μερικά αποσπάσματα για ενημέρωση και προστασία των καλοπροαιρέτων χριστιανών.
1. Π. Ευδοκίμωφ, «Ορθοδοξία», σελ. 215.
2. Γ. Μεταλληνού, «Η Εκκλησία», σελ. 29.
3. Β.τ.Ε., Άπαντ. Αγ. Πατέρ., Ιω. Χρυσ., τόμ. 7, σελ. 20.
4. Παπασταματίου, «Σύγχ. Λεξ. Ελλην. Γλώσσης», σελ. 1310.
5. Γερβ. Παρασκευοπούλου, «Επίκαιρα προβλήματα», σελ. 146.
6. Π. Μπούμη, «Το κύρος και η ισχύς των Ιερ. Κανόνων», Α­θήναι 1985, σελ. 17.
7. Οσ. Νικοδ. «Ιερ. Πηδάλ.», έκδ. Αστέρος, σελ. 275.
8. Ε.Π.Ε., Μ. Βασιλ. τόμ. 2, σελ. 180.
9. Οσ. Νικοδ., «Συν. των δώδεκα μηνών του ενιαυτού», τόμ. Γ', σελ. 121.
10. Γερβ. Παρασκευοπούλου, «Επίκ. προβλ.», σελ. 145.
11. Γερβ. Παρασκευοπούλου, «Επίκ. προβλ.», σελ. 145.
12. Γερβ. Παρασκευοπούλου, «Επίκ. προβλ.», σελ. 145.
13. Η. LIDDELL - R. SCOTT, «Λεξ. Ελλ. Γλώσ.» τομ. Α', σελ. 605.
14. Π. Σαρτρ, «Θεός και Διάβολος», σελ. 10.
15. Η. LIDDELL - R. SCOTT, «Λεξ. Ελλ. Γλώσ.», σελ. 688.
16. Ε.Π.Ε. Ιω. Χρυσ. τόμ. 11, σελ. 232.
"ΔΙΑΦΩΤΙΣΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΟ ΚΑΡΝΑΒΑΛΙ"
Προσφορά στο λαό του Θεού από τις
Εκδόσεις «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2010 

O π. Σάββας Λαυριώτης, για την ανακοίνωση «ΠΡΟΣ ΤΟ ΛΑΟ» της Εκκλησίας της Ελλάδος

O Αγιορείτης Γέρων Σάββας Λαυριώτης σε εκπομπή της τηλεόρασης Κόσμος TV, για την ανακοίνωση «ΠΡΟΣ ΤΟ ΛΑΟ» της Εκκλησίας της Ελλάδος .

Ἡ ζωή ὡς προσμονή


Μετὰ ἀπὸ ἕνα χρόνο συνεχοῦς ἀπώλειας δυνάμεων, μὲ σειρὲς χημειοθεραπειῶν ποὺ τοῦ προκαλοῦσαν ναυτία καὶ τὸν ἐξασθένιζαν ὅλο καὶ περισσότερο, ὁ π. Ἀλέξανδρος Σμέμαν ἔγραψε ἕνα κείμενο γιὰ τὸ ραδιόφωνο στὰ μέσα Νοεμβρίου 1983 γιὰ νὰ μεταδοθεῖ τὴν ἡμέρα τῆς Ὑπαπαντῆς τοῦ Κυρίου, στὶς 2 Φεβρουαρίου. Κοιμήθηκε εἰρηνικὰ στὶς 13 Δεκεμβρίου 1983.

«Τί ἐντυπωσιακὴ καὶ ὄμορφη εἰκόνα, ὁ ἡλικιωμένος ἄντρας νὰ κρατᾶ στὰ χέρια του τὸ παιδί, καὶ πόσο παράξενα εἶναι τὰ λόγια του: «ὅτι εἶδον ὁ ὀφθαλμοί μου τὸ σωτήριόν Σου…» Ἀναλογιζόμενοι αὐτὰ τὰ λόγια ἀρχίζουμε νὰ ἐκτιμοῦμε τὸ βάθος αὐτοῦ τοῦ περιστατικοῦ καὶ τὴ σχέση του μέ μᾶς, μὲ μένα, μὲ τὴν πίστη μας. 

Ὑπάρχει τίποτα πιὸ χαρμόσυνο ἀπὸ ἕνα ἀντάμωμα, μία «ὑπαπαντὴ» μὲ κάποιον ποὺ ἀγαπᾶς; Εἰλικρινὰ τὸ νὰ ζεῖς σημαίνει νὰ προσμένεις, νὰ προσβλέπεις στὴ συνάντηση. Ἡ ὑπερβατικὴ καὶ ὄμορφη προσμονὴ τοῦ Συμεὼν αὐτὸ δὲ συμβολίζει; Ἄραγε δὲ συμβολίζει τὴν προσδοκία ἡ μακρόχρονη ζωή του, αὐτὸς ὁ προβεβηκὼς σὲ ἡλικία ἄντρας, ὁ ὁποῖος περνᾶ ὅλη του τὴ ζωὴ περιμένοντας τὸ φῶς ποὺ φωτίζει ὅλους καὶ τὴ χαρὰ ποὺ τὰ πάντα πληροῖ; Καὶ πόσο ἀπρόσμενα, πόσο ὑπερβολικὰ καλὰ ἔρχονται τὸ ἀπὸ καιρὸ ἀναμενόμενο φῶς καὶ ἡ χαρὰ στὸν ὑπέργηρο Συμεὼν μέσω ἑνὸς παιδιοῦ! 

Φανταστεῖτε τὸν γέροντα τὴν ὥρα ποὺ μὲ τρεμάμενα χέρια παίρνει τρυφερὰ καὶ προσεχτικὰ στὴν ἀγκαλιὰ του τὸ σαράντα ἡμερῶν βρέφος καὶ μὲ τὸ βλέμμα του προσηλωμένο στὴ μικρὴ ὕπαρξη ἀναφωνεῖ: «Τώρα μπορεῖς νὰ μὲ ἀπολύσεις ἐν εἰρήνῃ, γιατί εἶδα, κράτησα στὰ χέρια μου, ἀγκάλιασα αὐτὸ τὸ ἴδιο τὸ νόημα τῆς ζωῆς». Ὁ Συμεὼν περίμενε. Περίμενε σὲ ὅλη του τὴ ζωή, καὶ σίγουρα αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἀναλογιζόταν, προσευχόταν, ἐμβάθυνε ὅσο περίμενε, ἔτσι ὥστε ὅλη του ἡ ζωὴ νὰ εἶναι μία διαρκῆς «παραμονή», ἡ προηγούμενη ἑνὸς χαρμόσυνου συναπαντήματος.

Δὲν εἶναι καιρὸς νὰ ἀναρωτηθεῖ ὁ καθένας μας, ἐγὼ τί περιμένω; Τί μοῦ ὑπενθυμίζει ὅλο καὶ πιὸ ἐπίμονα ἡ καρδιά μου; Μεταμορφώνεται βαθμιαία σὲ προσμονὴ ἡ δική μου ζωή, καθὼς προσβλέπω στὴ συνάντηση μὲ τὸ οὐσιῶδες; Αὐτὰ τὰ ἐρωτήματα θέτει ἡ Ὑπαπαντή. Ἐδῶ, σ’ αὐτὴ τὴ γιορτή, ἡ ἀνθρώπινη ζωὴ φανερώνεται ὡς ἡ ἀσύγκριτη ὀμορφιὰ μιᾶς ψυχῆς ποὺ ὡριμάζει, ποὺ ἀπελευθερώνεται ὅλο καὶ περισσότερο, ποὺ βαθαίνει καὶ καθαρίζεται ἀπ’ ὅ,τι εἶναι δευτερεῦον, ἀνούσιο καὶ τυχαῖο. 

Ἀκόμη καὶ τὰ γεράματα καὶ ὁ θάνατος, ὁ ἐπίγειος προορισμὸς στὸν ὁποῖο ἔχουμε ὅλοι μερίδιο, τόσο ἁπλὰ καὶ πειστικὰ φανερώνονται ἐδῶ ὡς πλησίασμα ἐκείνης τῆς μίας στιγμῆς, κατὰ τὴν ὁποία μὲ ὅλη μου τὴν καρδιά, γεμάτος ἀπὸ εὐγνωμοσύνη, λέω: «ἐπίτρεψέ μου τώρα νὰ ἀποχωρήσω». Ἔχω δεῖ τὸ φῶς ποὺ διαπερνᾶ τὸν κόσμο. Ἔχω δεῖ τὸ παιδίον, ποὺ δίνει στὸν κόσμο τόση θεία ἀγάπη καὶ πού μοῦ προσφέρει τὸν ἑαυτό του. Δὲν ὑπάρχει τίποτα ποὺ νὰ φοβίζει, τίποτα ἄγνωστο, τὰ πάντα τώρα εἶναι εἰρήνη, εὐχαριστία καὶ ἀγάπη. Αὐτὸ εἶναι ποὺ φέρνει ἡ Ὑπαπαντὴ τοῦ Κυρίου. Γιορτάζει τὴ συνάντηση τῆς ψυχῆς μὲ τὴν Ἀγάπη, τὴ συνάντηση μὲ τὸν Ἕναν πού μοῦ ἔδωσε τὴ ζωὴ καὶ μοῦ ἔδωσε τὴ δύναμη νὰ τὴ μεταμορφώσω σὲ προ

Τα επόμενα 24 ώρα κλιμακώνει η Τουρκία, θα τα ρίξει όλα πάνω μας

ceb1ceb3ceb9cebfcf83-cf80ceb1cf8acf83ceb9cebfcf83

Γράφει ο Δρ. Κωνσταντίνος Βαρδάκας

ΘΑ τα ρίξουν όλα πάνω στην ΕΛΛΑΔΑ.

Για να μην κοροϊδευόμαστε με τους γείτονες γνώριζαν πολύ καλά ότι ποτέ δεν θα έπαιρναν του 8 αξιωματικούς.

Με βάσει αυτό το γεγονός οι τούρκοι είχαν στρωμένο ένα σχέδιο διαχείρισης για να εκμεταλλευθούν στο έπακρο την απόφαση της Ελληνικής Δικαιοσύνης που σεβάστηκε τους βασικούς κανόνες των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Όποιος γνωρίζει από τουρκικό παζάρι και οθωμανική μισαλλοδοξία δύναται να κατανοήσει τις πονηριές τους.

«Η Τουρκία δεν θέλει να είναι αυτή που θα κλιμακώσει την ένταση με την Ελλάδα, αλλά επίσης «δεν θα δεχθεί κανένα τετελεσμένο γεγονός», δήλωσε ο Τούρκος Άμυνας στην Hurriyet Daily News Fikri Isik μετά την πτήση Καμμένου πάνω από τα Ιμια σήμερα το πρωί.

πάντα με το δημοσίευμα της Hurriyet Daily News, είπε:

Η Ελλάδα πρόσφατα έχει αυξήσει τη συχνότητα των παραβιάσεων των συνόρων. Από καιρού εις καιρό, αυτό οφείλεται στην ελληνική εσωτερική πολιτική. Αλλά αυτό δεν είναι κάτι καλό.» iefimerida.gr/ 1 Φεβρουαρίου 2017

ΤΙ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΑΥΤΕΣ ΤΙΣ ΩΡΕΣ;

«ο Τούρκος Υπουργός Δικαιοσύνης Μπεκίρ Μποζντάγ είπε για την μη έκδοση των οκτώ ότι «πραγματικά είναι ένα βήμα που θα προκαλέσει μεγάλη ζημιά στις σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας», προσθέτοντας ότι αυτό το βλέπουν οι αρμόδιοι και των δύο χωρών.

«Αυτό που απαιτεί η αρχή της αμοιβαιότητας, θα το εφαρμόσουμε. Όπως μας συμπεριφέρονται, θα τους συμπεριφερόμαστε και εμείς με τον ίδιο τρόπο από εδώ και πέρα», δήλωσε ο Τούρκος Υπουργός Δικαιοσύνης, σχολιάζοντας τη μη έκδοση φερόμενων εμπλεκόμενων στο πραξικόπημα όχι μόνον από την Ελλάδα, αλλά και τις ΗΠΑ, τη Γαλλία και τη Γερμανία. του Γιάννη Πετρίδη pronews.gr/portal 1 Φεβρουαρίου 2017

ΗΔΗ ΕΠΕΣΕ ΛΑΔΙ ΣΤΗΝ ΦΩΤΙΑ

«Σημαντικές πληροφορίες και πακέτο επιθετικών σχεδίων των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων κατά της Ελλάδας σε στικάκια μετέφεραν κάποιοι από τους οκτώ Τούρκους αξιωματικούς και υπαξιωματικούς, οι οποίοι δραπέτευσαν μετά την αποτυχία του πραξικοπήματος στην χώρα μας και στους οποίους δόθηκε τελικά πολιτικό άσυλο με απόφαση του Αρείου Πάγου!

Αυτή ήταν η «προίκα» τους όταν ήρθαν στην Ελλάδα κάτι που συνεκτιμήθηκε από τις ελληνικές αρχές σίγουρα, αν και δεν έπαιξε ρόλο στην μη έκδοσή τους.

Ομως τα στοιχεία που έδωσαν από μόνοι τους ήταν ιδιαίτερα κρίσιμα, ειδικά για την Ζώνη Ευθύνης του 1ης Στρατιάς στην περιοχή της Θράκης» του Γιάννη Πετρίδη pronews.gr/portal 1 Φεβρουαρίου 2017.

Μετά την επίσκεψη της κ. Μέρκελ στην Άγκυρα οι τούρκοι είναι αποφασισμένοι να δρομολογήσουν και τις άλλες πτυχές του σχεδίου που εκπόνησαν το προηγούμενο διάστημα, ώστε να επωφεληθούν τα μέγιστα εξ αιτίας της μη έκδοσης των 8.

Το μενού των προκλήσεων θα έχει από όλα, βραχονησίδες, υπερπτήσεις, γκρίζες ζώνες, υφαλοκρηπίδα, ενεργειακά, αύξηση προσφυγικών ροών κα.

ΑΣ ΕΙΜΑΣΤΕ ΨΥΧΡΑΙΜΟΙ

Αυτά πρέπει να τα περάσουμε διότι παράλληλα με το σχέδιο των τούρκων υφίσταται και το ΣΧΕΔΙΟ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ του ΑΓΙΟΥ ΘΕΟΥ.

Άλλωστε πως προγνώριζε ο ΑΓΙΟΣ ΠΑΙΣΙΟΣ το γεγονός με τους 8 τούρκους αξιωματικούς που αποβιβάστηκαν στην Αλεξανδρούπολη της ΘΡΑΚΗΣ;

ΓΕΓΟΝΟΣ αυτό το αναδείξαμε από το καλοκαίρι συνδυάζοντας το με την εξέλιξη που βασίστηκε σε μαρτυρία του ΟΣΙΟΥ ΠΑΙΣΙΟΥ που διαφύλαξε και ανήρτησε γνωστό ιστολόγιο ( hggiken) το 2012.

«Το πρόβλημα θα αρχίσει από την Θράκη».

« Θα είναι ένα διπλωματικό επεισόδιο το οποίο δεν θα μπορεί να λυθεί.»

«Τότε όμως οι δήθεν «φίλοι» μας θα βοηθήσουν την Ελλάδα μας αλλά στην ουσία αυτοί θα έχουν το μυαλό τους στα Δαρδανέλια και στην Ευρωπαϊκή Τουρκία.»

«Από εκεί θα αρχίσει, από την Θράκη!».

Τον ρωτάω ( τον Γέροντα) «εμείς θα λάβουμε μέρος σε ό,τι γίνει;»

«Όχι!», μου λέει. «Εμείς θα φτάσουμε μέχρι το σημείο της γενικής επιστράτευσης. Χάρην των μικρών των παιδιών, των μοναχών και άλλων που προσεύχονται ο Θεός θα μας λυπηθεί και δεν θα μας αφήσει να λάβουμε μέρος στον πόλεμο που θα γίνει. Θα την πατήσουν αυτοί οι δήθεν «φίλοι» μας και οι άλλοι…» higgiken

Με πίστη και ελπίδα

Δρ. Κωνσταντίνος Βαρδάκας


Ἡ Ὑπαπαντὴ τοῦ Κυρίου (Λουκ. β΄, 22-38)


 

Ἡ Θεοτόκος μετὰ τὴν γέννησιν τοῦ Χριστοῦ ὡς Ἑβραία ἔπρεπε διὰ δύο λόγους νὰ μεταβῇ εἰς τὸν ναόν: Πρῶτον διὰ τὸν ἑαυτόν της καὶ δεύτερον διὰ τὸν πρωτότοκον υἱόν της.

Ὑποχρέωσις πρὸς τὸν ἑαυτόν της ἦτο ὁ νομικὸς καθαρισμός της, ὁ σαραντισμός της, ὅπως θὰ ἐλέγομεν σήμερον. Κατὰ τὸν νόμον δηλαδὴ (1) πᾶσα Ἑβραία λεχὼ τὴν τεσσαρακοστὴν ἡμέραν ἀπὸ τῆς γεννήσεως τοῦ ἄρρενος τέκνου της ἔπρεπε νὰ ἐμφανισθῇ εἰς τὸν ναόν, ἵνα καθαρισθῇ. Κατὰ τὸν καθαρισμὸν τοῦτον ἦτο ὑποχρεωμένη αὐτὴ, ἐὰν ἦτο πτωχὴ «τοῦ δοῦναι θυσίαν κατὰ τὸ εἰρημένον (2) ζεῦγος τρυγόνων ἢ δύο νεοσσοὺς περιστερῶν». Ὁ καθαρισμὸς οὗτος δὲν ἦτο σωματικός τις καθαρισμὸς διὰ λόγους ὑγιεινούς, ἀλλὰ νομικός. Διὰ τούτου δηλαδὴ ὑπεμιμνήσκετο γενικῶς μὲν ἡ ἁμαρτωλότης τοῦ ἀνθρώπου, εἰδικῶς δὲ ἡ διὰ τῆς γεννήσεως μετάδοσις τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος. Τοῦτο φαίνεται ἐκ τοῦ ὅτι, εἰς περίπτωσιν καθ’ ἣν ἡ Ἑβραία λεχὼ ἐγέννα κόρην, ἦτο ἀκάθαρτη οὐχὶ ἐπὶ τεσσαράκοντα ἡμέρας ἀλλὰ ἐπὶ ὀγδοήκοντα εἰς ἀνάμνησιν, ὅτι ἡ Εὒα ἦτο πρωτουργὸς τῆς πτώσεως τῶν πρωτοπλάστων. Ἡ θυσία τῶν προσφερομένων τρυγόνων καὶ περιστερῶν, τὰ ὁποῖα δὲν ἐκαθάριζον ἀλλὰ ὑπενθυμίζον μόνον τὴν ἀκαθαρσίαν, ὑπεδήλωνον τὴν ἀνάγκην τῆς ἐλεύσεως λυτρωτοῦ, τοῦ Χριστοῦ.

Ὑποχρέωσις πρὸς τὸν πρωτότοκον υἱόν της ἦτο ἡ ἑξῆς. Κατὰ τὸν Ἑβραϊκὸν νόμον τὰ πρωτότοκα τῶν Ἰσραηλιτῶν εἶχον διαφύγει τὴν δεκάτην πληγὴν τοῦ Θεοῦ κατὰ τοῦ Φαραὼ ἐν Αἰγύπτῳ καὶ διὰ τοῦτο εἶχε διατάξει ὁ Θεός, ὅπως ταῦτα ἀφιερώνονται εἰς τὸν ναὸν πρὸς ὑπηρεσίαν του (1). Κατόπιν ὅμως ἀντικατεστάθησαν ταῦτα ὑπὸ τῆς φυλῆς τοῦ Λευΐ. Ἦσαν ὅμως ὑποχρεωμένοι οἱ γονεῖς τῶν πρωτοτόκων νὰ φέρωσι ταῦτα εἰς τὸν ναὸν «παραστῆσαι τῷ Κυρίῳ» νὰ τοποθετῶσι δηλαδὴ αὐτὰ πλησίον τοῦ θυσιαστηρίου τοῦ Κυρίου. Τοῦτο ἀναφέρεται ρητῶς «ἐν νόμῳ Κυρίου πᾶν ἄρσεν διανοῖγον μήτραν» πᾶν ἀρσενικὸν δηλαδὴ πρωτότοκον «κληθήσεται» θὰ θεωρῆται «ἅγιον τῷ Κυρίῳ» ἀφιερωμένον δηλαδὴ εἰς τὸν Κύριον. Κατόπιν ἐξηγοράζετο τὸ πρωτότοκον τοῦτο ἀντὶ πέντε σίκλων (14,25 γαλλικῶν φράγκων) καὶ ἐλαμβάνετο πάλιν ὑπὸ τῶν γονέων του.

Ἀμφοτέρας τὰς ὑποχρεώσεις ταύτας ἐξετέλεσεν ἡ Θεοτόκος ὡς Ἑβραία κατὰ τὸν Εὐαγγελιστὴν Λουκᾶν ὅτε ἐπλήσθησαν αἱ ἡμέραι τοῦ καθαρισμοῦ αὐτῶν κατὰ τὸν νόμον Μωυσέως» κατὰ τὴν τεσσαρακοστὴν δηλαδὴ ἡμέραν ἀπὸ τῆς γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ. Ὡς εἶναι εὐνόητον ταῦτα ἔγιναν ὄχι διότι ἡ γέννησις τοῦ Χριστοῦ ἦτο μέτοχος τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος, ἀλλὰ διότι ὁ Χριστὸς ἐγένετο ὑπὸ νόμον, ὡς λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος (2).

Ἐν Ἱερουσαλὴμ ὅμως ἦτο ἄνθρωπος «ᾧ ὄνομα Συμεὼν» ὁ ὁποῖος ὠνομάζετο Συμεὼν. Ὁ ἄνθρωπος οὗτος ἦτο «δίκαιος» ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων καὶ «εὐλαβὴς» ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Οὗτος διὰ τῆς μελέτης τῶν Γραφῶν «ἦν προσδεχόμενος παράκλησιν τοῦ Ἰσραὴλ» ἀνέμενε δηλαδὴ τὸν Χριστόν, ὁ ὁποῖος ἦτο ἡ παρηγοριὰ τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ. «Ἐπ’ αὐτὸν» τὸν Συμεῶνα «ἦν Πνεῦμα Ἅγιον». Οὗτος ἦτο προφήτης. «Ὑπὸ τοῦ Πνεύματος τοῦ Ἁγίου ἦν αὐτῷ κεχρηματισμένον» εἶχεν οὗτος λάβει τὴν ἀποκάλυψιν ἐκ τοῦ Θεοῦ «μὴ ἰδεῖν θάνατον πρὶν ἢ ἂν ἴδῃ τὸν Χριστὸν Κυρίου» δὲν θὰ ἀποθάνῃ δηλαδὴ ἂν προηγουμένως δὲν ἴδῃ τὸν Χριστόν. Ὁ εὐλαβὴς λοιπὸν οὗτος γέρων ὀλίγας ὥρας πρὸ τῆς ἀφίξεως τῆς Ἁγίας οἰκογενείας κινούμενος «ἐν τῷ Πνεύματι» ὑπὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἦλθεν «εἰς τὸ ἱερὸν» ἦλθεν δηλαδὴ εἰς τὸ μέρος ἐκεῖνο τοῦ ἱεροῦ ναοῦ, ὅπου ἐπετρέπετο νὰ εἰσέλθωσιν αἱ γυναῖκες καὶ περιέμενε.

Μετ’ ὀλίγον χρονικὸν διάστημα ἡ ἁγία οἰκογένεια ἔρχεται.
«Ἐν τῷ εἰσαγαγεῖν τοὺς γονεῖς τὸ παιδίον Ἰησοῦν τοῦ ποιῆσαι αὐτοῖς κατὰ τὸ εἰθισμένον τοῦ νόμου περὶ αὐτοῦ» ὅταν δηλαδὴ εἰσήγαγον οἱ γονεῖς τὸν Χριστὸν καὶ ἐπρόκειτο νὰ ἐφαρμόσωσι τὸν νόμον τῶν πρωτοτόκων, ὅπως εἴπομεν ἀνωτέρω, ὁ Συμεὼν «ἐδέξατο αὐτὸ εἰς τὰς ἀγκάλας» ἔλαβεν αὐτὸ εἰς τὴν ἀγκάλην του καὶ «εὐλόγησε τὸν Θεὸν» ἐδόξασε τὸν Θεὸν καὶ εἶπε˙ «νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλον σου Δέσποτα κατὰ τὸ ρῆμα σου ἐν εἰρήνῃ» Τώρα ζητῶ νὰ ἀπολυθῶ τῆς παρούσης ζωῆς, λέγει ὁ γέρων Συμεών, εἰς τὴν ὁποίαν εἶχε δεθῇ μὲ τὴν ὑπόσχεσιν, ὅτι δὲν θὰ ἀποθάνῃ, ἂν δὲν ἴδῃ τὸν Χριστόν. Θὰ ἀπολυθῶ, θὰ ἀποθάνω προσθέτει χαρακτηριστικῶς ὁ γέρων Συμεὼν ἐν «εἰρήνῃ» ἤτοι εὐχαρίστως, διότι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τὸν Χριστόν, ὁ ὁποῖος εἶναι τὸ «σωτήριόν σου, ὃ ἡτοίμασας κατὰ πρόσωπον πάντων τῶν λαῶν» ἡ σωτηρία δηλαδὴ ὁλοκλήρου τοῦ κόσμου Ἐθνικοῦ καὶ Ἰουδαϊκοῦ. Καὶ συγκεκριμένως τὸ σωτήριόν σου τοῦτο εἶναι «φῶς εἰς ἀποκάλυψιν ἐθνῶν» ἤτοι φῶς πρὸς φωτισμὸν τῶν εἰδωλολατρικῶν λαῶν, τῶν ἀπίστων καὶ «δόξαν λαοῦ σου Ἰσραὴλ» πρὸς δόξαν δηλαδὴ τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ, διότι ἐξ αὐτοῦ τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ ἐγεννήθη τὸ σωτήριόν σου τοῦτο, ὁ Χριστός. «Καὶ ἦν ὁ πατὴρ καὶ ἡ μήτηρ θαυμάζοντες ἐπὶ τοῖς λαλουμένοις περὶ αὐτοῦ». Ὁ θαυμασμὸς οὗτος τῆς ἁγίας οἰκογενείας δὲν ἦτο κυρίως ἐκ τῶν λεγομένων ὑπὸ τοῦ Συμεῶνος — τοιαῦτα θαυμαστὰ εἶχον ἀκούσει καὶ ὑπὸ τῶν ποιμένων — ἀλλὰ διότι ταῦτα ἐλέγοντο ὑπὸ ἀγνώστου εἰς αὐτοὺς ἀνθρώπου, τοῦ γέροντος Συμεῶνος.

Ὁ Συμεὼν στρέφεται κατόπιν πρὸς τοὺς γονεῖς τοῦ παιδίου τοὺς ὁποίους «εὐλόγησεν» ἐμακάρισεν. Κατόπιν ὁ αὐτὸς εὐλαβὴς γέρων στρέφεται εἰδικῶς «πρὸς Μαριὰμ τὴν μητέρα αὐτοῦ καὶ εἶπε» περὶ τοῦ παιδίου. «Ἰδοὺ οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν ἐν τῷ Ἰσραὴλ» ἤτοι οὗτος προώρισται νὰ γίνῃ εἰς ἄλλους μὲν ἀφορμὴ πτώσεως εἰς ἄλλους δὲ αἰτία «ἀναστάσεως» σωτηρίας κατ’ ἀρχὰς ἐν τῷ Ἰσραηλιτικῷ λαῷ καὶ κατόπιν εἰς ὁλόκληρον τὸν κόσμον. Ὁ γέρων Συμεὼν συνεχίζει. Οὗτος θὰ εἶναι «εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον» θαυμαστὸν δηλαδὴ φαινόμενον ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος θὰ ἔχῃ φανατικοὺς ὀπαδοὺς καὶ ἀρνητάς. Μετὰ ταῦτα προφητεύεται ὑπὸ τοῦ αὐτοῦ γέροντος ὁ μεγάλος πόνος, τὸν ὁποῖον θὰ αἰσθανθῇ ἡ Μαριὰμ ἐξ αὐτοῦ ὡς ἑξῆς: «Καὶ σοῦ δὲ αὐτῆς τὴν ψυχὴν διελεύσεται ρομφαία». Ἡ ρομφαία εἶναι ὁ σταυρικὸς θάνατος τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος θὰ λυπήσῃ κατάκαρδα τὴν Θεοτόκον. Ἀποτέλεσμα δὲ τῆς σταυρικῆς θυσίας τοῦ Χριστοῦ εἶναι, «ὅπως ἀποκαλυφθῶσιν ἐκ πολλῶν καρδιῶν διαλογισμοί», θὰ φανερωθῶσι δηλαδὴ αἱ διαφορετικαὶ πεποιθήσεις τῶν ἀνθρώπων ἐπὶ τῆς προσωπικότητος τοῦ Χριστοῦ.

Ἐν Ἱερουσαλὴμ εὑρίσκετο γυνή τις ὀνομαζομένη Ἄννα, ἡ ὁποία ἦτο «προφῆτις θυγάτηρ Φανουὴλ ἐκ φυλῆς Ἀσήρ. Αὕτη προβεβηκυῖα ἐν ἡμέραις πολλαῖς» ἦτο προχωρημένη δηλαδὴ πολὺ εἰς τὴν ἡλικίαν. Ἡ γυνὴ αὕτη «ζήσασα μετ’ ἀνδρὸς ἔτη 7 ἀπὸ τῆς παρθενίας αὐτῆς» ἤτοι ζήσασα μετὰ τοῦ ἀνδρός της ἀπὸ τὸν γάμον της ἑπτὰ ἔτη, περέμεινεν κατόπιν «χήρα ἕως ἐτῶν ὀγδοήκοντα τεσσάρων». Ἡ ἐν λόγῳ αὕτη γυνὴ ἦτο τόσον εὐλαβής, ὥστε «οὐκ ἀφίστατο τοῦ ἱεροῦ νηστείαις καὶ δεήσεσι λατρεύουσα νύκτα καὶ ἡμέραν». Συχνάκις δηλαδὴ διημέρευε καὶ διενυκτέρευεν εἰς τὸν ἱερὸν χῶρον τοῦ ναοῦ νηστεύουσα καὶ προσευχομένη. Αὕτη λοιπὸν «αὐτῇ τῇ ὥρᾳ» κατ’ αὐτὴν δηλαδὴ τὴν ὥραν, κατὰ τὴν ὁποίαν ἦλθεν ἡ ἁγία οἰκογένεια εἰς τὸν ναόν, «ἐπιστᾶσα» ἐλθοῦσα καὶ ἰδοῦσα τὸν Ἰησοῦν, «ἀνθωμολογεῖτο τῷ Θεῷ» ηὐχαρίστει τὸν Θεόν. Μετὰ δὲ τὸ πέρας τῶν θυσιῶν τῆς Ἁγίας οἰκογενείας εἰς τὸν ναὸν ἡ Ἄννα «ἐλάλει περὶ αὐτοῦ πᾶσι τοῖς προσδεχομένοις λύτρωσιν Ἱερουσαλὴμ» ὡμίλει δηλαδὴ ἡ Ἄννα πρὸς πάντας ἐκείνους τοὺς Ἰσραηλίτας ἐν Ἱερουσαλήμ, οἱ ὁποῖοι ἀνέμεναν τὸν Μεσσίαν ὡς Λυτρωτήν, ὅτι οὗτος ἦλθε καὶ εἶναι ὁ Χριστός.
«Καὶ ὡς ἐτέλεσαν πάντα τὰ κατὰ τὸν νόμον Κυρίου, ἐπέστρεψαν εἰς τὴν Γαλιλαίαν, εἰς τὴν πόλιν ἑαυτῶν Ναζαρέτ».

Ἡ Ἁγία δηλαδὴ οἰκογένεια μετὰ τὸν σαραντισμὸν ἐπέστρεψεν εἰς τὴν πατρίδα των τὴν Ναζαρέτ. Ἡ ἐπιστροφὴ αὕτη εἰς τὴν Ναζαρὲτ δὲν εἶχεν σκοπόν, ἵνα ἡ Ἁγία οἰκογένεια κατοικήσῃ ἐκεῖ. Τοῦτο, ἡ μόνιμος δηλαδὴ κατοίκησις εἰς Ναζαρὲτ ἔγινε βραδύτερον, ὅτε ἐπέστρεψαν ἐκ τῆς Αἰγύπτου, ὅπως ἀναφέρει ρητῶς ὁ Ματθαῖος. Τώρα ἐπιστρέφουν εἰς Ναζαρέτ, ἵνα πιθανὸν κανονίσωσιν οἰκογενειακάς των τινὰς ὑποθέσεις καὶ κατόπιν μεταβῶσιν εἰς Βηθλεέμ, ὅπου ἐσκόπευον, ὡς θὰ φανῇ κατωτέρω, νὰ ἐγκατασταθῶσι μονίμως, ἐπειδὴ ἐκεῖ ἐγεννήθη ὁ Χριστός. Διέρχονται λοιπὸν ἐκ Ναζαρὲτ καὶ μεταβαίνουσι καὶ πάλιν εἰς Βηθλεέμ, ὅπου ἔγινεν ἡ προσκύνησις τῶν Μάγων, φυγὴ εἰς Αἴγυπτον καὶ ἐπάνοδος εἰς Ναζαρέτ.

Ἐκ τῆς ὅλης διηγήσεως τῆς Ὑπαπαντῆς τοῦ Κυρίου διὰ τρία πρόσωπα γίνεται περισσότερος λόγος καὶ τὰ ὁποῖα ἠσθάνθησαν περισσότερον τὴν ἑορτὴν ταύτην: Ἡ Θεοτόκος, ὁ Συμεὼν καὶ ἡ Ἄννα. Τὰ πρόσωπα ταῦτα ἔδειξαν τὴν μεγαλυτέραν αὐταπάρνηση ἕκαστον κατὰ ἰδιαίτερον τρόπον. Ἂς ἴδωμεν τὸν ἰδιαίτερον τρόπον τῆς αὐταπαρνήσεως ἑνὸς ἑκάστου προσώπου καὶ τὴν ὠφέλειάν μας ἐκ τῆς αὐταπαρνήσεως ταύτης.
 

Θέμα: α) Ἡ Θεοτόκος : Ἐπιφάνεια — Βάθος
Αον. Ἡ Θεοτόκος. Γνωρίζομεν, ὅτι εἰς πᾶσαν γυναικείαν ψυχὴν δύο πράγματα εἶναι ριζωμένα βαθύτατα: Ἡ ἐντροπὴ καὶ ὁ πόνος. Ἡ ἐντροπή, τὴν ὁποίαν αἰσθάνεται ὡς γυνή, ὡς κόρη καὶ ὁ πόνος, τὸν ὁποῖον αἰσθάνεται ὡς μητέρα. Ἡ Θεοτόκος εἶναι κόρη καὶ μητέρα. Αἰσθάνεται βαθύτατα καὶ τοὺς δύο πόνους. Καὶ ἰδοὺ πῶς. Αὕτη ἦτο παρθένος, ὁ δὲ Χριστὸς ὁ υἱός της, ἦτο ξένος τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος. Παρ’ ὅλην ὅμως τὴν ἰδικήν της καθαρότητα καὶ τοῦ υἱοῦ της τὴν Θεότητα μεταβαίνει εἰς τὸν ναὸν πρὸς καθαρισμὸν καὶ ἐμφανίζεται ὡς συνήθης γυνή, ὡς λεχώ. Ἔχει βάθος ἅγιον. Ἐπιφάνειαν ὅμως ἔχει γυναικὸς μολυσμένης. Διὰ μίαν γυναῖκα εἶναι μεγάλος πειρασμὸς ὁ πειρασμὸς τῆς ἐντροπῆς, ὥστε ἐνῶ εἶναι ἁγία νὰ φαίνεται μολυσμένη. Ἰδοὺ ὁ πειρασμὸς τῆς ἐντροπῆς τῆς Θεοτόκου ὡς κόρης. Βάθος ἅγιον, ἐπιφάνεια μολυσμένη.

Ἡ Θεοτόκος αἰσθάνεται καὶ τὸν δεύτερον πειρασμὸν ὡς μητέρα. Καὶ ἰδοὺ πῶς. Ὁ Συμεὼν προλέγων τὸ πάθος τοῦ υἱοῦ της παριστᾷ αὐτὸ μὲ ρομφαίαν, ἡ ὁποία θὰ διέλθῃ τὴν ψυχήν της. Ὁ πόνος τῆς Θεοτόκου ὡς μητρὸς εἶναι μεγάλος διὰ τοὺς ἑξῆς λόγους. Ὁ Συμεὼν δὲν λέγει εἰς τὴν Θεοτόκον ποῖον θὰ εἶναι τὸ εἶδος τῆς μαχαίρας ἐκ τῶν παθημάτων τοῦ υἱοῦ της, ἡ ὁποία μάχαιρα θὰ περάσῃ τὴν καρδίαν της. Ἑπομένως ὁ νοῦς τῆς Θεοτόκου ἠδύνατο νὰ ὑποπτεύεται πλεῖστα εἴδη βασάνων. Ὑπέφερε μὲ τὴν ἐνθύμησιν αὐτῶν ὡς μητέρα. Ἡ ἐνθύμησις τῶν βασάνων αὐτῶν ἤρχισεν ἀπὸ τῆς ἡλικίας τῶν 40 ἡμερῶν τοῦ υἱοῦ της μέχρι τῆς ἡμέρας τῆς σταυρώσεώς του. Τὸ ἀκαθόριστον τοῦ εἴδους τῶν βασάνων καὶ ἡ ἐπὶ 30 ἔτη ἐνθύμησις τῶν βασάνων τούτων ἦτο μεγάλος πειρασμὸς διὰ τὴν Θεοτόκον ὡς μητέρα. Πλὴν αὐτοῦ ἡ Θεοτόκος πρώτην φορὰν ἀκούει ἀπὸ τὸν Συμεῶνα τὴν μάχαιραν τῆς καρδίας της ἐκ τῶν βασάνων τοῦ υἱοῦ της. Μέχρι τώρα ἤκουεν ἀπὸ τὸν ἀρχάγγελον Γαβριὴλ ἀπὸ ποιμένας εὐχαρίστους ἀγγελίας διὰ τὸν υἱόν της. Ἠδύνατο λοιπὸν νὰ ὑποπέσῃ εἰς τὸν πειρασμὸν τοῦ μὴ συνδυασμοῦ τῶν εὐχαρίστων ἀγγελιῶν πρὸς τὴν δυσάρεστον ἀγγελίαν τοῦ Συμεῶνος καὶ νὰ εἴπῃ τοῦτο: Πῶς ὁ τόσον σπουδαῖος υἱός μου πρόκειται νὰ στενοχωρηθῇ καὶ νὰ μὲ στενοχωρήσῃ τόσον πολύ; Ὡς ἀδύνατος δὲ γυνὴ καὶ ἀκόμη ὡς μητέρα ἦτο εὔκολον νὰ γίνῃ θῦμα τοῦ πειρασμοῦ τῶν σκέψεων αὐτῶν. Καὶ ὅμως! Ὡς μητέρα ὑπέμεινε μὲ σιωπὴν τὴν δυσάρεστον ταύτην ἀγγελίαν ἔχουσα εἰς τὸ βάθος της πόνον καὶ εἰς τὴν ὄψιν της ἡρεμίαν. Ἔναντι τῶν λογισμῶν τούτων εἶχεν ἐσωτερικῶς μὲν σκέψιν, «συνετήρει πάντα τὰ ρήματα ταῦτα ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτῆς», ὡς λέγει ρητῶς ὁ Λουκᾶς, ἐξωτερικῶς δὲ εἶχε σιωπήν.

Ἑπομένως ἡ αὐταπάρνησις τῆς Θεοτόκου εἶχε τὰς τρεῖς αὐτὰς μορφάς: 1) Ὡς κόρη εἶχε βάθος ἅγιον καὶ ἐπιφάνειαν μολυσμένην. 2) Ὡς μητέρα εἶχεν εἰς τὸ βάθος της πόνον, ἐπιφάνειαν ὅμως ἤρεμον. Καὶ 3) Ὡς γυναῖκα καὶ μητέρα εἶχεν ἐσωτερικῶς μὲν ἀντιθέτους πληροφορίας περὶ τοῦ υἱοῦ της, εὐχαρίστους δηλαδὴ καὶ δυσαρέστους, ἐξωτερικῶς ὅμως σιωπήν. Ἡ διαγωγὴ αὕτη τῆς Θεοτόκου εἶναι δεῖγμα μεγάλης αὐταπαρνήσεώς της!

Βον.  Ἡ μ ε ῖ ς  ὅμως; Ἡ Θεοτόκος ἦτο ἁγία καὶ ἐφαίνετο μολυσμένη. Ἡμεῖς ὅμως ἐνῶ εἴμεθα βρωμεροί, θέλομεν νὰ φαινώμεθα ἅγιοι. Ἐνῶ εἴμεθα ἄσημοι, θέλομεν νὰ φαινώμεθα σπουδαῖοι. Ἡ Θεοτόκος μεταβαίνει εἰς ναόν, ἵνα ἐκκλησιασθῇ, ἂν καὶ ἡ ἴδια ἦτο ναὸς ἔμψυχος, διότι ἔφερεν εἰς τὰ σπλάγχνα της τὸν ἴδιον τὸν Θεόν. Ἡμεῖς ἀμελοῦμεν τὸν ἐκκλησιασμὸν θεωροῦντες αὐτὸν περιττόν. Ἡ Θεοτόκος ἔχει τόσην αὐταπάρνησιν, ὥστε ἂν καὶ φέρῃ μέσα της τὴν οὐσίαν τοῦ ναοῦ, τὸν Θεόν, ὑποτάσσεται εἰς τὸν πρόσκαιρον τύπον τοῦ Μωσαϊκοῦ νόμου, τὸν τυπικὸν καθαρισμόν. Ἡμεῖς ἐντρεπόμεθα νὰ ὑποταχθῶμεν εἰς τὸν αἰώνιον εὐαγγελικὸν νόμον. Ἐκείνη εἶχε τὴν αὐταπάρνησιν νὰ βαδίσῃ ἀπὸ τὴν Βηθλεὲμ μέχρι τῆς Ἱερουσαλὴμ μίαν περίπου ἡμέραν, ἵνα ἐκκλησιασθῇ τυπικῶς. Ἡμεῖς ὅμως εἴμεθα τόσον ἀμελεῖς, ὥστε ἀμελοῦμεν τὸν ἐκκλησιασμόν μας, ἂν καὶ ἡ ἐκκλησία εὑρίσκεται πλησίον μας.

Ἡ Θεοτόκος εἶχεν εἰς τὸ βάθος της πόνον καὶ εἰς τὴν ὄψιν της ἠρεμίαν. Τοῦτο, φαίνεται καθαρά, ὅταν εἶδε τὴν μάχαιραν τῆς καρδίας της, τὸν υἱόν της ἐπὶ τοῦ σταυροῦ. Κατὰ τὴν τραγικὴν ἐκείνην στιγμὴν ἡ Θεοτόκος ἦτο ὄρθια ἐνώπιον τοῦ σταυροῦ. Αὐτὸ μᾶς τὸ λέγει ρητῶς ὁ εὐαγγελιστὴς σημειώνων διὰ τὴν Θεοτόκον, ὅτι «εἱστήκει παρὰ τῷ σταυρῷ». Ἔχεις καὶ σὺ τὸν πόνον εἰς τὸ βάθος σου καὶ τὴν ἠρεμίαν εἰς τὴν ὄψιν σου; Καὶ συγκεκριμένως. Ἴσως νὰ ἴδῃς τὸν υἱόν σου ὡς μητέρα ἐξηπλωμένον νεκρὸν ἐπὶ τοῦ φερέτρου ἢ κρεμάμενον ὑπὸ τῶν ἀντιχρίστων ἐπὶ τοῦ σταυροῦ. Δὲν λέγω, ὅτι πρέπει νὰ μείνῃς ἀναίσθητος εἰς τὸν πόνον, ἀλλὰ ἔχεις τὴν δύναμιν τῆς ὑπομονῆς; Ἡ Θεοτόκος βλέπει τὸν υἱόν της ἐπὶ τοῦ σταυροῦ καὶ δὲν λιποθυμεῖ, ὥστε νὰ πέσῃ κατὰ γῆς. Ὁ υἱός της εἶναι μονογενὴς καὶ ἀναμάρτητος. Κρέμαται ὅμως ἐπὶ τοῦ σταυροῦ. Καὶ σὺ μητέρα, ἡ ὁποία ἔχεις καὶ ἄλλα παιδιά, ὅταν ἴδῃς ἕνα ἀπὸ αὐτὰ κρεμασμένον ἢ νεκρὸν εἰς τὸ φέρετρον, θυμήσου τὴν Θεοτόκον, ἡ ὁποία ἦτο ὄρθια, ἤρεμος καὶ μὴ ἀρχίζῃς τὰ ξεφωνητά, λιποθυμίας, ξεμαλλιάσματα καὶ λοιπὰς ἀνοήτους ἐκδηλώσεις. Ὁ πόνος σου μεγαλώνει, διότι τὸ νεκρὸν ἢ κρεμασμένον παιδί σου ἦτο πολὺ καλόν. Ἡ καλωσύνη του τώρα πού εἶναι εἰς τὸ φέρετρον ἢ εἰς τὸν σταυρόν, σὲ κάνει νὰ πονῇς. Ὁσονδήποτε ὅμως καλὸ καὶ ἂν ἦτο τὸ παιδί σου, ποτὲ δὲν φθάνει τὴν καλωσύνην τοῦ Χριστοῦ. Ἡ Θεοτόκος ἂν καὶ εἶχε τόσον καλὸ παιδὶ ἐπὶ τοῦ σταυροῦ, ὑπέμεινεν.

Ὁ πόνος σου διὰ τὸ κρεμασμένο ἢ νεκρὸ παιδί σου εἶναι ἀκόμη μεγάλος, ὅταν τὸ καλό σου αὐτὸ παιδὶ εἶναι καὶ ἀγόρι. Καὶ ὁ Χριστὸς ἦτο ὄχι μόνον ἁγιώτατος ἀλλὰ καὶ ἀγόρι διὰ τὴν Θεοτόκον. Ὁ Χριστὸς ἦτο ἁγιώτατος καὶ ἀγόρι καὶ μονάκριβος διὰ τὴν Θεοτόκον. Ἡ Θεοτόκος ὑπέμεινεν, ἂν καὶ ἔβλεπεν ἐνώπιόν της ἐσταυρωμένον τὸν μονάκριβον υἱόν της, τὸν ἀναμάρτητον. Δὲν ὑπάρχει θέαμα συγκινητικώτερον ἀπὸ τὸ θέαμα, ὁποὺ συνδυάζονται τρία πράγματα. Πόνος, ἀρετὴ καὶ ὑπομονή! Ἂν πονῇ τις καὶ ὑποφέρῃ, διότι εἶναι ἄξιος τῶν παθημάτων του, δὲν ἔχει ἀξίαν μεγάλην ἡ ὑπομονή του. Ὅταν εἶναι ἐνάρετος καὶ ὑφίσταται δοκιμασίας, ἀλλὰ δὲν ὑπομένει αὐτάς, δὲν ἔχει ἀξίαν ἡ ἀρετή του. Ὅταν ἐπίσης ἔχῃ ἀρετὴν χωρὶς ὅμως πόνον καὶ ὑπομονήν, ἡ ἀρετή του οὐδεμίαν ἀξίαν ἔχει. Ἑπομένως συγκινητικὸν εἶναι ὁ συνδυασμὸς πόνου, ἀρετῆς καὶ ὑπομονῆς, νὰ εἴμεθα δηλαδὴ ἐν δικαίῳ, νὰ ἀδικούμεθα καὶ νὰ ὑπομένωμεν. Ἡ Θεοτόκος ὑπέμεινεν ὅλους τοὺς πειρασμοὺς τῶν λογισμῶν ἐκ τῶν ἀντιθέτων πληροφοριῶν καὶ σὺ πρέπει νὰ σιωπᾷς καὶ νὰ ἀφίνῃς εἰς τὸν Θεὸν τὰς ἀντιξοότητας τῆς ζωῆς σου, τὰς ὁποίας δὲν δύνασαι νὰ ἐξηγήσῃς.

Σὲ κάποιο θέατρον ἕνας ἠθοποιός, ἐνῶ ἔπαιζε τὸν ρόλον του εἰς κάποιο δρᾶμα, ἔκαμεν αἱμόπτυσιν. Ἔξυπνος προσεπάθησε καὶ ἐνέταξε τὴν αἱμόπτυσιν εἰς τὸ δρᾶμα. Ἔκαμε καὶ δευτέραν αἱμόπτυσιν, τὴν ὁποίαν καὶ πάλιν λίαν εὐφυῶς ἐνέταξε εἰς τὸ ἔργον του. Σὲ λίγον ὅμως κάμνει ἐμετὸν αἵματος. Τώρα ἀδυνατεῖ νὰ ἐντάξῃ αὐτὴν εἰς τὸ ἔργον του καὶ γενόμενος ἀντιληπτὸς ἀποσύρεται τῆς σκηνῆς. Ὁσονδήποτε λοιπὸν καὶ ἂν προσπαθήσωμεν καὶ ἡμεῖς νὰ ἀποκρύψωμεν τὸ βουρκωμένον βάθος μας, ἐκεῖνο θὰ φανῇ. Ἂς φροντίσωμεν νὰ διορθώσωμεν ὄχι τὴν ἐπιφάνειαν ἀλλὰ τὸ βάθος, ὥστε ὄχι νὰ φαινώμεθα, ἀλλὰ νὰ εἴμεθα καλοί.

Ἰδοὺ ἡ τριπλῆ μορφὴ τῆς αὐταπαρνήσεως τῆς Θεοτόκου καὶ τῆς ἰδικῆς μας τοιαύτης. Πόνος, ἀρετή, ὑπομονή!


Θέμα: β) Ὁ Συμεών. Ὁ Χριστὸς ἰατρὸς ζωῆς καὶ θανάτου

Αον.  Ὁ πρεσβύτης Συμεών. Ὁ Συμεών, ὅταν εἶδε τὸν Χριστὸν καὶ προεφήτευσε τὸν σταυρικόν του θάνατον, ἐξεδήλωσε τὴν ἐπιθυμίαν νὰ ἀποθάνῃ, διότι οὔτε ἡ ζωὴ τὸν ἐγοήτευε πλέον, οὔτε ὁ θάνατος τὸν ἐτρόμαζε. Πῶς συνέβη αὐτό; Ἂς ἴδωμεν τὸ μυστικὸν τοῦ πράγματος τούτου.

Δύο πράγματα εἶναι τρομερά: Ἡ ἁμαρτία ὅταν ζῶμεν καὶ ὁ θάνατος, ὅταν ἀποθνήσκωμεν. Ἡ ἁμαρτία εἶναι θάνατος, χώρισμα δηλαδὴ τῆς ψυχῆς ἀπὸ τοῦ Θεοῦ. Ὁ δὲ θάνατος ὁ σωματικὸς εἶναι χώρισμα ψυχῆς ἀπὸ τοῦ σώματος. Ἡ ἁμαρτία εἶναι χειροτέρα τοῦ θανάτου, διότι αὐτὴ ἔφερε τὸν θάνατον καὶ αὐτὴ χωρίζει τὸν ἄνθρωπον ἀπὸ τὸν Θεόν. Ἐνῶ ἡ ἁμαρτία εἶναι χειροτέρα τοῦ θανάτου, εἶναι εὔκολος νὰ ἀποφευχθῇ. Ὁ θάνατος δὲν εἶναι τόσον κακός, ὅσον εἶναι ἡ ἁμαρτία, διότι οὗτος χωρίζει τὴν ψυχὴν ἀπὸ τὸ σῶμα μόνον. Πλὴν αὐτοῦ εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἁμαρτίας καὶ ἀναπόφευκτος, θὰ ἔπρεπε λοιπὸν ὁ ἄνθρωπος νὰ φροντίζῃ νὰ ἀποφεύγῃ περισσότερον τὴν ἁμαρτίαν, διότι αὐτὴ εἶναι τὸ χειρότερον κακὸν ἀφ’ ἑνὸς ἀλλὰ καὶ ἀφ’ ἑτέρου δυνάμεθα νὰ τὴν ἀποφύγωμεν. Νὰ φοβώμεθα δὲ ὀλιγώτερον τὸν θάνατον, διότι οὗτος εἶναι μικρότερον κακὸν ἔναντι τῆς ἁμαρτίας ἀφ’ ἑνὸς καὶ εἶναι ἀναπόφευκτος ἀφ’ ἑτέρου. Καὶ ὅμως!

Φρίκη μᾶς καταλαμβάνει ἐνώπιον τοῦ θανάτου καὶ ἀδιαφορία ἐνώπιον τῆς ἁμαρτίας. Καὶ καλλίτερον ἀκόμη: Ἀγκαλιάζομεν τὴν ἁμαρτίαν ἐν τῇ ζωῇ καὶ ἀποφεύγομεν μετὰ φρίκης καὶ τὴν μνήμην ἀκόμη τοῦ θανάτου. Πόση μεγάλη εἶναι ἡ νόσος αὐτή! Ἀλλὰ ἦλθε καὶ ἡ ἀνάλογος ποινή. Ἡ ἁμαρτία εἶναι ἀγαπητὴ εἰς ἡμᾶς, διότι τὴν θέλομεν. Ὁ θάνατος εἶναι τρομερός, διότι ἦλθε παρὰ τὴν θέλησίν μας. Ἐπειδὴ λοιπὸν ἐξελέξαμεν μὲ τὴν θέλησίν μας τὴν ἁμαρτίαν ὡς βασίλισσαν, ἦλθε παρὰ τὴν θέλησίν μας ὁ θάνατος, ὡς τύραννος. Τρομερὰ εἶναι ἡ τιμωρία αὕτη ἀλλὰ δικαία. Ἰδοὺ ἡ νόσος μας καὶ ἡ ποινή.

Ὁ Χριστὸς ἦλθεν ὡς ἰατρὸς τῆς νόσου ταύτης διὰ τοῦ σταυρικοῦ του θανάτου. Πῶς; Ἰδού. Ὁ Χριστὸς ἀγκαλιάζει τὸν θάνατον καὶ μισεῖ τὴν ἁμαρτίαν. Ὅσην λατρείαν ἔχομεν ἡμεῖς διὰ τὴν ἁμαρτίαν, τόσην φρίκην ἠσθάνθη ὁ Χριστὸς δι’ αὐτήν. Ὅσην φρίκην ἔχομεν ἡμεῖς πρὸς τὸν θάνατον, τόσην λαχτάραν εἶχεν Ἐκεῖνος νὰ ἀποθάνῃ χάριν ἡμῶν. Ἡ λαχτάρα διὰ τὸν θάνατον φαίνεται ἐκ τῆς ἠρεμίας, μετὰ τῆς ὁποίας ἀποθνήσκει καὶ ἐκ τῆς ἐπιπλήξεως, τὴν ὁποίαν ἀπηύθυνε πρὸς τὸν ἀπόστολον Πέτρον ὀνομάσας αὐτὸν Σατανᾶν, διότι ὁ ἀπόστολος Πέτρος συνέστησε εἰς Αὐτὸν νὰ μὴ σταυρωθῇ. Ὁ μεγάλος πόθος τοῦ Κυρίου νὰ ἀποθάνῃ φαίνεται ἀκόμη ἐκ τοῦ ὅτι ὀνομάζει τὸν σταυρικόν του θάνατον δόξαν του. Πόσον δὲ μῖσος εἶχε πρὸς τὴν ἁμαρτίαν, φαίνεται ἐκ τοῦ ὅτι ἦτο ἀναμάρτητος.

Διὰ τοῦ τρόπου λοιπὸν τούτου, τοῦ μίσους δηλαδὴ τοῦ Κυρίου πρὸς τὴν ἁμαρτίαν, ἀφῃρέθη ἡ γλυκύτης τῆς ἁμαρτίας. Διὰ δὲ τῆς λαχτάρας του πρὸς τὸν θάνατον ἀφῃρέθη ἐκ τοῦ θανάτου ὁ τρόμος καὶ ἡ φρίκη αὐτοῦ. Μὲ δύο λόγια ὁ Χριστὸς διὰ τοῦ θανάτου του ἀφαιρεῖ τὴν ἁμαρτωλὸν γλυκύτητα τῆς ζωῆς καὶ τὴν ἀπαισίαν μορφὴν τοῦ θανάτου. Πλὴν αὐτοῦ ὁ Χριστὸς διὰ τοῦ θανάτου του μετέβη εἰς τὴν ἄλλην ζωὴν καὶ εὑρίσκεται εἰς ἐκείνην ἀναμένων ἡμᾶς. Ὁ Συμεὼν ἐπιθυμεῖ νὰ ἀποθάνῃ ἀφοῦ εἶδε τὸν Χριστόν, διότι δὲν τὸν γοητεύει ἡ γλυκύτης τῆς ζωῆς οὐδὲ τὸν τρομάζει ἡ φρίκη τοῦ θανάτου ἀλλὰ τὸν ἑλκύει ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος διὰ τοῦ σταυρικοῦ του θανάτου εὑρίσκεται εἰς τὴν πέραν τοῦ τάφου ζωήν. Ἰδοὺ τὸ μυστικὸν τῆς νόσου καὶ τῆς θεραπείας ταύτης.


Boν.  Ἡ μ ε ῖ ς;  Πρέπει καὶ δι’ ἡμᾶς τὸ ἴδιον νὰ συμβαίνῃ. Ὅταν γνωρίσωμεν τὸν Χριστόν, δὲν πρέπει νὰ μᾶς γοητεύῃ ἡ ἁμαρτία τῆς παρούσης ζωῆς οὐδὲ ὁ θάνατος νὰ μᾶς τρομάζῃ. Δὲν πρέπει νὰ μᾶς ἑλκύῃ ἡ ἁμαρτία, διότι τὴν ἐμίσησεν ὁ ἀρχηγός μας καὶ μᾶς χωρίζει ἀπὸ Αὐτόν. Δὲν πρέπει νὰ ἀδιαφορῶμεν διὰ τὴν ἁμαρτίαν, διότι εἶναι τὸ χειρότερον κακὸν ἀλλὰ καὶ δυνάμεθα νὰ τὴν ἀποφεύγωμεν. Πόσον ὑπεύθυνοι εἴμεθα ἀπέναντι τοῦ Θεοῦ, διότι ἀδιαφορῶμεν πρὸς ἕνα τόσον μεγάλον κακὸν τὴν ἁμαρτίαν, τὸ ὁποῖον δυνάμεθα νὰ ἀποφύγωμεν! Δὲν πρέπει νὰ τρομάζωμεν τὸν θάνατον, διότι δὲν εἶναι τόσον μεγάλον κακόν, ὅσον εἶναι ἡ ἁμαρτία. Πλὴν αὐτοῦ ὁ θάνατος εἶναι καὶ ἀναπόφευκτος. Τρίτος δὲ λόγος σπουδαιότατος, ὁ ὁποῖος μᾶς λέγει, ὅτι δὲν πρέπει νὰ τρομάζωμεν τὸν θάνατον, εἶναι, ὅτι τὸν θάνατον ἀγκάλιασεν ὁ Χριστός. Ἑπομένως τὸ ἀναπόφευκτον τοῦ θανάτου τὸ ἀγκάλιασμά του ὑπὸ τοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ μικρότης τοῦ κακοῦ του ἔναντι τῆς ἁμαρτίας πρέπει νὰ μᾶς κάνῃ νὰ βλέπωμεν αὐτὸν μετὰ ἠρεμίας. Ὁ θάνατος δὲν εἶναι πλέον δι’ ἡμᾶς τοὺς πιστούς, ἀφ’ ὅτου τὸν ἀγκάλιασεν ὁ Χριστός, τέλος ἀλλὰ ἀρχὴ νέας ζωῆς. Εἶναι γέφυρα, ἡ ὁποία μᾶς μεταφέρει ἐκ τῶν προσκαίρων εἰς τὰ αἰώνια. Εἶναι τὸ σταυροδρόμι παρούσης ζωῆς καὶ μελλούσης αἰωνιότητος. Ὁ θάνατος εἶναι κορυφὴ ἑνὸς βουνοῦ, ἀπὸ ὅπου βλέπομεν τὸ τέλος τῆς παρούσης ζωῆς καὶ τὴν ἀρχὴν τῆς αἰωνιότητος.

Δὲν πρέπει νὰ μᾶς γοητεύῃ ὄχι μόνον ἡ ἁμαρτία τῆς παρούσης ζωῆς, διότι ἐμίσησε τὴν ἁμαρτίαν ταύτην ὁ Χριστός μας, ἀλλὰ δὲν πρέπει νὰ μᾶς γοητεύῃ καὶ αὐτὴ ἡ παροῦσα ζωή, διότι ὅσον ὡραία καὶ ἂν εἶναι, εἶναι ὅμως πρόσκαιρος. Δὲν εἶναι καθόλου λογικὸν νὰ γοητεύεται καὶ νὰ προσκολλᾶται ὁ ἄνθρωπος εἰς κάτι τὸ πρόσκαιρον, εἰς κάτι τὸ ὁποῖον φεύγει ἀπὸ τὰ χέρια του, νὰ πατᾷ σὲ σάπια σανίδα.

Ποῖος λοιπὸν τώρα γνωρίζων τὸν Χριστὸν δὲν θὰ θελήσῃ νὰ μισήσῃ τὴν ἁμαρτίαν; Ποῖος γνωρίζων τὸν Χριστὸν θὰ τρομάζῃ καὶ θὰ φρικιᾷ πρὸ τοῦ θανάτου; Ποῖος γνωρίζων τὸν Χριστὸν δὲν θὰ θελήσῃ νὰ πετάξῃ ἀπὸ τὰ πρόσκαιρα εἰς τὰ αἰώνια, ἵνα μεταβῇ πλησίον τοῦ Χριστοῦ; Ἀφοῦ ὁ Συμεὼν ἄφινε τὸν Χριστὸν ἐδῶ εἰς τὴν γῆν καὶ ἤθελε νὰ μεταβῇ εἰς τὸν οὐρανόν, ὅπου θὰ μετέβαινεν ἀργότερα ὁ Χριστός, πολὺ περισσότερον πρέπει ἡμεῖς σήμερον νὰ ποθῶμεν νὰ μεταβῶμεν εἰς τὸν Χριστόν, ὁ ὁποῖος εὑρίσκεται εἰς τὸν οὐρανόν. Ποῖος θὰ θελήσῃ νὰ σύρεται ἐδῶ εἰς τὰ πρόσκαιρα καὶ δὲν θὰ ἐπιθυμήσῃ νὰ πετάξῃ ἐκεῖ εἰς τὰ αἰώνια;

Ἴσως εἴπῃ τις. Καὶ ὁ κόσμος οὗτος εἶναι ἔργον τοῦ Θεοῦ, εἶναι οἶκος τοῦ Θεοῦ. Οὐδεμία ἀντίρρησις. Ἀλλ’ ἐρωτῶ: Ποῖος θὰ ἤθελε νὰ βλέπῃ τὸ ἀνάκτορον ἑνὸς βασιλέως, νὰ μένῃ εἰς αὐτὸ ἀλλὰ νὰ μὴ βλέπῃ προσωπικῶς τὸν βασιλέα; Ὁ κόσμος εἶναι ἀνάκτορον τοῦ Θεοῦ. Ὁ οὐρανὸς εἶναι τὸ μέρος, ὅπου μένει ὁ Θεός, ὁ βασιλεύς. Ἑπόμενον εἶναι νὰ ποθῶμεν νὰ μεταβῶμεν ἐκεῖ, ὅπου εὑρίσκεται ὁ βασιλεύς.
Ἰδοὺ ὁ Συμεὼν καὶ ἡμεῖς. Ἰδοὺ ἡ φρίκη, τὴν ὁποίαν πρέπει νὰ ἔχωμεν διὰ τὴν ἁμαρτίαν καὶ ἡ ἀδιαφορία διὰ τὸν θάνατον. Ἕνας εὐσεβὴς ὁ Ἰγνάτιος Λαϊόλα εἶχε μάθει, ὅτι ἕνας ἁμαρτωλὸς σύχναζεν εἰς ἕνα ἁμαρτωλὸν μέρος. Ἀπεφάσισε νὰ τὸν σώσῃ. Πῆγε στὸ δρόμο ἀπ’ ὅπου ἐπρόκειτο νὰ περάσῃ ὁ ἁμαρτωλὸς καὶ στὸν ὁποῖον ἦτο ἕνα ποτάμι. Ἔβγαλεν ἐκεῖ τὰ ροῦχα του ὁ Ἰγνάτιος καὶ ὅταν εἶδε νὰ περνᾷ ὁ ἁμαρτωλός, ρίχτηκε στὸ ποτάμι ἕως τὸ λαιμό. Ἦτο χειμών. Ὁ ἁμαρτωλός, ὅταν τὸν εἶδε, φώναξε. Τί κάνεις; Θὰ παγώσῃς. Ὁ Ἰγνάτιος ἀπαντᾷ. Δὲν βγαίνω, ἂν δὲν μετανοήσῃς. Ὁ ἁμαρτωλὸς λυπήθηκε τὸν εὐσεβῆ αὐτὸν ἱερέα καὶ συναισθανθεὶς τὴν βαρύτητα τῆς ἁμαρτίας του μετενόησε. Τὸ παράδειγμα αὐτὸ συνδυάζει τὴν φρίκην τῆς ἁμαρτίας καὶ τὴν ἀδιαφορίαν πρὸς τὸν θάνατον. Τοιοῦτοι ἦσαν ὅλοι οἱ ἅγιοι. Ἂς φροντίσωμεν μαζὶ μὲ τὸν Συμεῶνα νὰ μισήσωμεν τὴν ἁμαρτίαν ἐν τῇ ζωῇ, νὰ μὴ μᾶς τρομάζῃ ὁ θάνατος. Ἂς ποθήσωμεν δὲ νὰ πετάξωμεν ἐκ τῆς ἁμαρτωλοῦ καὶ προσκαίρου ζωῆς μέσῳ τοῦ θανάτου εἰς τὴν αἰωνιότητα, ὅπου εὑρίσκεται ὁ Χριστός, ὁ Συμεών, ἡ Θεοτόκος, ἡ Ἄννα καὶ τόσοι ἄλλοι. Ἀμήν.


Θέμα: γ) Ἡ Ἄννα. Ἑκούσιοι περιορισμοὶ

Ἡ Θεοτόκος ἔδειξε τὴν αὐταπάρνησίν της, διότι, ὡς εἴδομεν, ὑπετάχθη εἰς τὸν νόμον τοῦ καθαρισμοῦ καὶ εἰς τὴν ἀνάγκην τῆς ρομφαίας, τοῦ σταυρικοῦ δηλαδὴ θανάτου τοῦ υἱοῦ της. Ὁ Συμεὼν ἔδειξε τὴν αὐταπάρνησίν του, διότι ἰδὼν τὸν Χριστὸν δὲν γοητεύεται πλέον ὑπὸ τῆς ζωῆς, δὲν τρομοκρατεῖται ἐκ τοῦ θανάτου. Ἀλλὰ καὶ ἡ Ἄννα ἠξιώθη νὰ ἴδῃ τὸν Χριστόν, ὅτε ὑπεβάλλετο εἰς ἄλλο εἶδος αὐταπαρνήσεως, νηστείας δηλ. καὶ προσευχάς, ὅπως λέγει ρητῶς ὁ Λουκᾶς «οὐκ ἀφίστατο τοῦ Ἱεροῦ νηστείαις καὶ δεήσεσι λατρεύουσα νύκτα καὶ ἡμέραν». Εἶχε δηλ. τοὺς ἑκουσίους περιορισμούς. Ἰδοὺ τὸ τρίτον εἶδος τῆς αὐταπαρνήσεως.

Αον Οἱ ἑκούσιοι περιορισμοί. Ὁ ἄνθρωπος ὁμοιάζει πρὸς ποταμόν. Ὁ ποταμός, τὸ πολυτιμότερον τὸ ὁποῖον ἔχει εἶναι τὸ ὕδωρ του. Καὶ ὁ ἄνθρωπος τὸ πολυτιμότερον τὸ ὁποῖον ἔχει, εἶναι ἡ ἐλευθερία του. Ὅπως ὁ ποταμὸς ἔχει τὸ ρεῦμά τοῦ ὕδατός του, οὕτω καὶ ὁ ἄνθρωπος ἔχει τὴν ὁρμήν, τὴν ἐλευθερίαν του. Ὁ ποταμὸς ἔχει τὰς ὄχθας του, αἱ ὁποῖαι συγκρατοῦν τὴν ὁρμὴν τοῦ ρεύματος. Καὶ ὁ ἄνθρωπος ἔχει τοὺς νομικοὺς ἀκουσίους καὶ προσωπικοὺς ἑκουσίους περιορισμούς του, οἱ ὁποῖοι συγκρατοῦν τὴν ὁρμὴν τῆς θελήσεώς του. Ἐκτὸς τῶν ποταμῶν ὑπάρχουσι χωράφια, τὰ ὁποῖα καταστρέφονται μὲ τὴν πλημμύραν τοῦ ποταμοῦ, ἐὰν δὲν ὑπάρχωσι ὄχθαι πρὸς συγκράτησιν. Ποτίζονται ὅμως ὑπὸ τοῦ ποταμοῦ, ὅταν τὸ ὕδωρ τοῦ ποταμοῦ συγκρατῆται ὑπὸ τῶν ὀχθῶν καὶ καταλλήλως διοχετεύεται δι’ ἀρδευτικῶν μέσων. Κατὰ παρόμοιον τρόπον καὶ ἡ ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου, ὅταν μὲν δὲν συγκρατῆται ὑπὸ περιορισμῶν νομικῶν καὶ προσωπικῶν καταστρέφει μὲ τὴν πλημμύραν της τὸ περιβάλλον, εἰς τὸ ὁποῖον εὑρίσκεται καὶ τὸ ὁποῖον περιβάλλον δὲν εἶναι δένδρα καὶ φυτὰ ὅπως εἰς τὴν πλημμύραν τοῦ ποταμοῦ, ἀλλὰ ἄνθρωποι. Ὅταν τοὐναντίον ἡ ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου, ὡς ἄλλο ρεῦμα τοῦ ποταμοῦ, συγκρατῆται ὑπό τινων περιορισμῶν καὶ διοχετεύεται ἐκεῖ ποὺ πρέπει, ἡ καρποφορία εἶναι μεγαλυτέρα τῆς καρποφορίας τῶν χωραφιῶν, τὰ ὁποῖα ποτίζονται διὰ τοῦ ὕδατος τοῦ ποταμοῦ, διότι τὰ ἔργα τοῦ ἀνθρώπου τότε εἶναι πρὸς ὠφέλειαν ὄχι μόνον δένδρων καὶ φυτῶν ἀλλὰ καὶ ἀνθρώπων. Ὁ ἄνθρωπος ἄνευ περιορισμῶν εἶναι θηρίον, ἡ δὲ χώρα εἰς τὴν ὁποίαν μένει γίνεται ζούγκλα.
Ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶναι μόνον μέλος μίας κοινωνίας, ὥστε νὰ ὑποβάλλεται εἰς περιορισμοὺς κοινωνικοὺς καὶ νομικούς. Εἶναι ἰδιαιτέρα προσωπικότης. Ἔχει ἑπομένως ἀνάγκην καὶ ἰδιαιτέρων προσωπικῶν περιορισμῶν, τοὺς ὁποίους πρέπει νὰ ἐπιβάλλῃ ὁ ἴδιος πρὸς τὸν ἑαυτόν του, διότι οἱ νόμοι καὶ οἱ λοιποὶ κοινωνικοὶ περιορισμοὶ εἶναι πολλάκις ἐπιφανειακοὶ καὶ δὲν ἐγγίζουν τὸ βάθος τῆς προσωπικότητάς μας. Διὰ τοῦτο οἱ μεγάλοι ἄνθρωποι δὲν ἠρκοῦντο νὰ εἶναι μόνον κοινωνικοὶ καὶ νομοταγεῖς, ἀλλὰ πρὸς περισσότερον καταρτισμόν των ἐπέβαλλον εἰς τὸν ἑαυτόν τους καὶ ἰδιαιτέρους προσωπικοὺς περιορισμούς. Παραδείγματα ἔχομεν τοὺς Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὴν προφήτιδα Ἄνναν. Πρέπει καὶ ἡμεῖς νὰ ἔχωμεν τοὺς προσωπικούς μας περιορισμούς.
Βον Οἱ προσωπικοί μας περιορισμοί. Εἷς ἕκαστος ἐξ ἡμῶν ἔχει ἰδιαιτέρους περιορισμούς, τοὺς ὁποίους ἐπιβάλλει εἰς τὸν ἑαυτόν του ἀναλόγως τῶν προσωπικῶν του ἀναγκῶν. Ὑπάρχουσιν ὅμως καὶ ἀσκήσεις τινές, αἱ ὁποῖαι ἔχουσι γενικὸν μὲν χαρακτῆρα καὶ χωρὶς νὰ εἶναι νομικοὶ ἢ κοινωνικοὶ περιορισμοί, ἔχουσι προσωπικήν τινα ἀξίαν. Ἂς εἴπωμεν μερικοὺς ἀπ’ αὐτούς. Ἐπιστρέφεις ἀπὸ μίαν ἐκδρομὴν εἰς τὸ σπίτι σου διψασμένος. Δύνασαι νὰ πίῃς ὕδωρ μετὰ ἓν τέταρτον; Ὅταν τὸ φαγητὸν εἶναι ὀλίγον καμένον δύνασαι ἔστω καὶ μίαν φορὰν νὰ τὸ φάγῃς χωρὶς νὰ προφέρῃς λέξιν; Διέρχεσαι ἔμπροσθεν μίας προθήκης ἑνὸς Ζαχαροπλαστείου μὲ χρήματα ἀρκετὰ εἰς τὸ πορτοφόλιόν σου. Δύνασαι μερικὲς φορὲς νὰ εἴπῃς τὸ ὄχι; Δένεις τὰ ὑποδήματά σου καὶ κόπτεται τὸ γορδόνιον τῶν ὑποδημάτων σου. Δύνασαι νὰ μὴ θυμώσῃς; Εἰς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι σὲ ἐλύπησαν, δύνασαι νὰ εἶσαι ἀνοικτόκαρδος, μειλίχιος ἢ τουλάχιστον μεγαλόκαρδος; Δύνασαι τὸ πρωί, ὅταν εἶναι πλέον καιρὸς νὰ σηκωθῇς, νὰ πεταχθῇς ἀμέσως ἀπὸ τὸ κρεββάτι σου καὶ νὰ μὴ στρέφεσαι εἰς αὐτὸ ἀγκομαχῶν, ὅπως ἀγκομαχεῖ ἡ στρεφομένη πόρτα εἰς τοὺς σκουριασμένους στροφάλους της; Ψάχνεις νὰ εὕρῃς πρᾶγμα τι, τὸ ὁποῖον ἔχασες. Ἐὰν δὲν τὸ εὕρῃς, δύνασαι νὰ μὴ ἐκνευρισθῇς; Ὅταν σὲ ἐμπαίζουν, δύνασαι νὰ μὴ ἀπάντησῃς δι’ ἐμπαιγμῶν; Ὅταν ἀνοίξῃ ἡ πόρτα, δύνασαι νὰ πολεμήσῃς τὴν περιέργειάν σου, νὰ μὴ κοιτάξῃς εἰς τὸ ξένο σπίτι; Ὅταν φέρῃ ὁ πατήρ σου διπλωμένον δέμα, δύνασαι νὰ πολεμήσῃς καὶ ἐκεῖ τὴν περιέργειάν σου; κ.λπ. Οἱ περιορισμοὶ οὗτοι δὲν ὑπάγονται εἰς οὐδένα περιορισμὸν κοινωνικὸν ἢ νομικόν. Εἶναι ἀσκήσεις προσωπικαὶ ἑνὸς ἑκάστου ἐξ ἡμῶν.

Μαντεύω ἀπορίαν τινά. Θὰ εἴπῃ τις αὐταὶ εἶναι λεπτομέρειαι ἀφορῶσαι πράγματα μικρᾶς βαρύτητος κακοῦ, εἶναι πράγματα ἐπιτρεπόμενα καὶ ἑπομένως δὲν ὑπάρχει λόγος περιορισμῶν εἰς αὐτὰ ἐκ μέρους μας. Ἀπαντῶ: Οἱ περιορισμοὶ τῆς θελήσεώς μας εἰς ἁμαρτήματα μικρᾶς βαρύτητος ἢ καὶ ἐπιτρεπόμενα, κατὰ περίεργον τρόπον ἐνισχύουν τὴν θέλησίν μας. Οἱ περιορισμοὶ οὗτοι εἶναι γυμναστικὴ τῆς θελήσεώς μας. Οἱ συμβιβασμοὶ τοὐναντίον μὲ τὸν ἑαυτόν μας χαλαρώνουν πολὺ τὴν θέλησίν μας. Πλὴν αὐτοῦ αἱ λεπτομέρειαι εἶναι ἐκεῖναι, αἱ ὁποῖαι συνιστοῦν τὰ μεγαλεῖα. Λ. χ. Ποῖοι εἶναι μεγάλοι καλλιτέχναι μουσικοί; Ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι προσέχουν εἰς τὰς ἐλαχίστας παραφωνίας. Ποῖοι εἶναι λεπτοὶ εἰς τοὺς τρόπους; Ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι προσέχουν εἰς τὰς λεπτομερείας τῆς ζωῆς των. Ποῖοι εἶναι ἠθικαὶ προσωπικότητες; Ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι ὑποβάλλονται εἰς θυσίας, τὰ ὁποίας οὐδεὶς νόμος διατάσσει. Τὰ μικρὰ ἄνθη τοῦ Ἀπριλίου ἀπαρτίζουν τὸν ὡραῖον τάπητα τῆς γῆς. Οἱ οὐρανοξύσται τῆς Ἀμερικῆς ἀπαρτίζονται ἀπὸ μικρὰ τοῦβλα.

Ἕνας βασιλεὺς διὰ νὰ ἐκδικηθῇ κάποιον ἀντίπαλόν του διατάσσει νὰ κλεισθῇ ὁ ἐχθρός του οὗτος εἰς ἕναν ὑψηλὸν πύργον. Ἡ φυγή του ἀπὸ ἐκεῖ ἦτο ἀδύνατος. Οἱ φίλοι του ἤρχοντο ἀλλὰ ἀπήρχοντο ἀπηλπισμένοι. Ἐπέρασαν χρόνια. Τὰ μαλλιά του ἐμεγάλωσαν. Τότε ἐσκέφθηκε καὶ ἔκαμε τὸ ἑξῆς. Βγάζει μερικὰ μαλλιά του. Δένει μία τρίχα μὲ τὴν ἄλλην καὶ κάμνει ἕνα λεπτότατο σχοινί. Τὸ κρεμᾷ ἀπὸ τὴν κορυφὴν τοῦ πύργου πρὸς τὰ κάτω. Ἕνας ἔξυπνος φίλος του δένει μία μεταξωτὴ κλωστή, τὴν ὁποίαν σύρει πρὸς τὰ ἄνω ὁ κατάδικος. Κατόπιν ρίπτει ταύτην πρὸς τὰ κάτω καὶ ὁ φίλος του δένει χονδρὸν σπάγγον καὶ τὴν τρίτην φορὰν ἕνα χονδρὸ σχοινί. Μὲ αὐτὸ κατεβαίνει, ἀφοῦ ἐστερέωσε τὴν μίαν ἄκρη του εἰς τὸν Πύργον. Ἔτσι καὶ ἡμεῖς πρέπει νὰ διορθώνωμεν τὸν χαρακτῆρα μας ἀρχόμενοι ἀπὸ τῶν ἐλαχίστων. Αἱ λεπτομέρειαι λοιπὸν καὶ οἱ προσωπικοὶ περιορισμοὶ ἀπαρτίζουν τὸ μεγαλεῖον τοῦ ἀνθρώπου.
Ἰδοὺ τὸ τρίτον εἶδος αὐταπαρνήσεως τῆς προφήτιδος Ἄννης καὶ ἡμῶν οἱ προσωπικοὶ περιορισμοί.

(1) Ἔξοδ. 13, 2.
(2) Γαλάτ. 4, 5.

Ἡ Ὑπαπαντὴ - Περιγραφή τῆς εἰκόνας



Παλαιὸς Μητροπολιτικὸς Ναὸς Ἁγίου Μηνᾶ.
Ἡ Ὑπαπαντὴ (Ἐργο Γεωργίου Καστροφυλάκου 1746) 

Ὁ ἁγιογράφος τῆς εἰκόνας τῆς Ὑπαπαντῆς τοποθετεῖ τή σκηνή στό ναό, μπροστά στό Ἅγιο Βῆμα χριστιανικῆς ἐκκλησίας. Διακρίνονται τό βημόθυρο, ἡ Ἁγία Τράπεζα, τό θολωτό κιβώριο, ποῦ τό στηρίζουν τέσσερις κολόνες. Ὅπως παρατηρήθηκε, «οἱ κολόνες φαίνονται ἐπάνω ἀπό τούς φωτοστεφάνους μέ τρόπον ὥστε νά ἐπισημαίνονται οἱ μορφές καί σύγχρονα νά συνεχίζονται οἱ ὄρθιες τάσεις στή σύνθεση». Ἡ Θεοτόκος «λυγερόσωμος ὡς νεαρά κυπάρισσος» ἁπλώνει τά χέρια της γιά νά παραλάβει τό Βρέφος ἀπό τό Συμεών. Ἐκεῖνος μέ τά δύο του χέρια σκεπασμένα κρατεῖ τό Βρέφος ποῦ μέ ἁπλωμένο τό δεξί του χέρι καί κοιτάζοντας τήν Παναγία λαχταράει νά πέσει στήν ἀγκαλιά της. Ἡ σεβάσμια καί ἅγια μορφή τοῦ Συμεών ἐντυπωσιάζει. «Ἡ κεφαλή του εἶναι μακρόμαλλη καί ἀναμαλλιασμένη, μέ τούς πλοκάμους συνεστραμμένους ὡς ὀφίδια, τό γένειόν του ἀναταραγμένον, τό πρόσωπόν του σεβάσμιον κατά πολλά καί πατριαρχικόν, οἱ πόδες του λυγισμένοι, πατοῦν ἐπάνω εἰς τό ὑποπόδιον κλονιζόμενοι. Τά ὄμματα του εἶναι ὡσάν δακρυσμένα, καί φαίνεται ὡς νά λέγη' «Νῦν ἀπολύεις τόν δοῦλόν σου, Δέσποτα» (Φ. Κόντογλου).

Ἀξίζει νά παρατηρηθεῖ πώς ἐνῶ ἡ εἰκόνα παρουσιάζει τή σκηνή σαράντα μέρες μετά τή Γέννηση τοῦ Ἰησοῦ, τό νήπιο δέν παρουσιάζεται σπαργανωμένο. Ἔχει φωτοστέφανο, κρατάει στό χέρι εἰλητό, ἔχει βασιλική καί θεϊκή ἐμφάνιση. Αὐτό δέ γίνεται χωρίς λόγο. Τό Παιδί εἶναι ὁ Ἐμμανουήλ, «μεθ' ἡμῶν ὁ Θεός», ὁ Θεάνθρωπος. Εἶναι «ὁ ἄναρχος Λόγος τοῦ Πατρός, ἀρχήν λαβών χρονικήν, μή ἐκστάς τῆς αὐτοῦ Θεότητος», «ὁ ὀχούμενος ἐν ἅρμασι Χερουβίμ καί ὑμνούμενος ἐν ᾄσμασι Σεραφίμ», ὅπως λένε τά τροπάρια τοῦ ἑσπερινοῦ τῆς ἑορτῆς.
 
 

 

Πίσω ἀπό τή Θεοτόκο στέκει ἡ προφῆτις Ἄννα. Ἡ στάση της προδίδει τό προφητικό της χάρισμα. Τό ἕνα της χέρι εἶναι ὑψωμένο σέ σχῆμα ὁμιλίας καί τό ἄλλο, τό ἀριστερό, κρατάει ἀνοιχτό εἰλητάριο πού γράφει σέ μικρά μαῦρα κεφαλαῖα' «Τοῦτο τό Βρέφος οὐρανόν καί γῆν ἐστερέωσεν». Τό κεφάλι της μέ μελετημένη κλίση εἶναι γυρισμένο πρός τόν Ἰωσήφ «πού ἔρχεται πίσω της, σάν ν’ ἀπευθύνει σ’ αὐτόν τόν προφητικό λόγο, ἐνῶ κοιτάζει τό θεατή».

 
Ὑπαπαντὴ (1700-1750), Ἁγιογράφος Ἰωάννης

Στήν ἄκρη ἀριστερά ὁ Ἰωσήφ προχωρεῖ κρατώντας πάνω στήν πτυχή τοῦ ἐνδύματός του (σ’ ἄλλες εἰκόνες μέσα σέ κλουβί) τά δύο τρυγόνια ἤ τά δύο περιστεράκια. Τά πουλιά αὐτά, ὅπως λέει τό παρακάτω ἀπόσπασμα ἀπό ὕμνο τοῦ ἑσπερινοῦ της ἑορτῆς, συμβόλιζαν τούς ἀπό τούς Ἰουδαίους καί ἐθνικούς χριστιανούς, καθώς καί τίς δύο διαθῆκες, τήν Παλαιά καί τήν Καινή, τῶν ὁποίων ἀρχηγός εἶναι ὁ Χριστός. «Ὁ τοῖς Χερουβίμ ἐποχούμενος καί ὑμνούμενος ὑπό τῶν Σεραφίμ, σήμερον τῷ θείῳ ἱερῷ κατά νόμον προσφερόμενος, πρεσβυτικαῖς ἐνθρονίζεται ἀγκάλαις' καί ὑπό Ἰωσήφ εἰσδέχεται δῶρα θεοπρεπῶς, ὡς ζεῦγος τρυγόνων τήν ἀμίαντον Ἐκκλησίαν καί τῶν ἐθνῶν τόν νεόλεκτον (= νεοσύλεκτο) λαόν' περιστερῶν δέ δύο νεοσσούς, ὡς ἀρχηγός Παλαιᾶς τέ καί Καινῆς...» (Δοξαστικό στιχηρῶν). Παρόμοια λένε καί οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας γιά τό συμβολισμό τῶν πουλιῶν αὐτῶν.

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 01, 2017

Φεβρουάριος – Έθιμα του Τριωδίου


ethima_feb_titlos copy
Ο μήνας Φεβρουάριος είναι ο τελευταίος μήνας του χειμώνα. Σηματοδοτεί το τέλος της χειμερινής περιόδου και ταυτόχρονα παίρνει το ρόλο του αγγελιοφόρου», που μας ανακοινώνει ότι σε λίγο θα έρθει η άνοιξη. Λέγεται από τον λαό μας και Φλεβάρης, γιατί τα υπόγεια νερά («φλέβες της γης»), αναβλύζουν εκείνη την περίοδο λόγω των πολλών βροχών.
Όμως, ο Φεβρουάριος είναι και ο μήνας που αρχίζει η περίοδος του Τριωδίου, των τριών αυτών εβδομάδων κατά τις οποίες οι χριστιανοί προετοιμάζονται για τη νηστεία της μεγάλης Τεσσαρακοστής. Κατά την έναρξη του Τριωδίου, θα ακούσουμε στην εκκλησία την παραβολή του Τελώνη και του Φαρισαίου και θα θυμηθούμε μέσω του Ευαγγελίου την αξία της ταπείνωσης και τις συνέπειες της έπαρσης. Αυτή η εβδομάδα, που τελειώνει με την Κυριακή του Ασώτου, της γνωστής αυτής παραβολής, λέγεται και Προφωνή ή Προφωνέσιμη, διότι παλιά «προφωνούσαν», δηλαδή διαλαλούσαν εκείνη την περίοδο ότι αρχίζουν οι Απόκριες.
0_tsiknopemptiΗ δεύτερη εβδομάδα ονομάζεται Κρεατινή ή της Κρεοφάγου, διότι αποτελεί την τελευταία εβδομάδα πριν τη Τεσσαρακοστή, κατά την οποία επιτρέπεται το κρέας. Σ΄ αυτήν τη βδομάδα λοιπόν, ανήκει και η Τσικνοπέμπτη, η οποία πήρε το όνομά της από τη λέξη «τσίκνα», δηλαδή τη μυρωδιά του ψημένου κρέατος και από την ημέρα Πέμπτη. Σε κάποιες περιοχές ονομάζουν τη 0_xoirosfagiaβδομάδα πριν την Τσικνοπέμπτη «σφαγαριά», γιατί λίγες μέρες πριν αρχίζει η διαδικασία σφαγής των γουρουνιών, τα λεγόμενα «χοιροσφάγια». Κάθε οικογένεια έτρεφε για έναν χρόνο ένα γουρούνι, το οποίο θα αποτελούσε το φαγητό της Τσικνοπέμπτης. Στις Σέρρες, το γλέντι μετά το φαγητό συνεχίζεται, καθώς οι πιο τολμηροί νέοι πηδάνε ανάμεσα από τις φλόγες που είχε ψηθεί το κρέας.
Στην Πάτρα, υπάρχει το έθιμο της «κουλούρας». Η παράδοση λέει ότι μια κοπέλα, η Γιαννούλα η Κουλουρού, είχε διαδώσει ότι ένας ναύαρχος ονόματι Ουίλσον, ήταν πολύ ερωτευμένος μαζί της και θα πήγαινε η ίδια στο λιμάνι ντυμένη νύφη να τον υποδεχτεί. Εκείνη τη μέρα, γίνεται αναπαράσταση αυτής της ιστορίας, καθώς η «νύφη» κατεβαίνει στο λιμάνι, συνοδευόμενη από φίλους και γείτονες, οι οποίοι χορεύουν και διασκεδάζουν. Στην παλιά πόλη της Κέρκυρας, πραγματοποιείται το έθιμο των «Κουτσομπολιών», ή «Πετεγολέτσα», το βράδυ της Τσικνοπέμπτης. Στην Πιάτσα της πόλης, στήνεται ένα μικρό θεατρικό, όπου οι ντόπιοι υποδύονται τους κουτσομπόληδες και ψιθυρίζουν ο ένας στο αυτί του άλλου, διάφορες ιστορίες.
0_tyriniΗ τρίτη εβδομάδα ονομάζεται Τυρινή ή της Τυροφάγου, επειδή απαγορεύεται το κρέας και καταναλώνονται μόνο γαλακτοκομικά προϊόντα. Τα πιο παλιά χρόνια υπήρχε η παράδοση, την Κυριακή της τελευταίας αυτής βδομάδας να μαζεύονται όλες οι οικογένειες σε κάποιο συγγενικό σπίτι, συνήθως των πιο ηλικιωμένων, για να φάνε όλοι μαζί και να διασκεδάσουν και να χορέψουν ως το ξημέρωμα. Το κατεξοχήν φαγητό εκείνης της ημέρας ήταν τα μακαρόνια, τα οποία τα έφτιαχναν οι νοικοκυρές με μεγάλη προσοχή και επιδεξιότητα. Το βράδυ οι ανύπαντρες κοπέλες έπαιρναν ένα μακαρόνι και το έβαζαν κάτω από το μαξιλάρι τους για να δουν αυτόν που θα παντρευτούν.
Το τραπέζι εκείνης της μέρας ήταν κάποτε πολύ σημαντικό για την οικογένεια. Οι πιο 0_syxgorisiηλικιωμένοι σήκωναν το φαγητό ψηλά και έλεγαν: «άξια η τάβλα μας (το τραπέζι μας), άξια και τιμημένη!». Το τραπέζι δεν έπρεπε να συμμαζευτεί παρά μόνο το επόμενο πρωί αλλιώς θεωρούνταν γρουσουζιά. Όμως η πιο σημαντική λεπτομέρεια αυτής της παράδοσης ήταν ότι πριν αρχίσει το φαγητό, οι συγγενείς ζητούσαν συγχώρεση από τους πιο ηλικιωμένους κι αλληλοσυγχωρούνταν, ώστε να αρχίσουν τη Σαρακοστή με καθαρή καρδιά και ήσυχη συνείδηση. Η διαδικασία αυτή έδινε δύναμη στους χριστιανούς για την περίοδο της νηστείας που θα ακολουθούσε.
0_Katanyxi_proseyxiΓενικότερα, το Τριώδιο αποτελεί περίοδο προετοιμασίας για τη Τεσσαρακοστή. Μέσα από τις κοινές τους συνήθειες, τα έθιμα, αλλά και την κοινή τους πίστη, οι χριστιανοί παίρνουν κουράγιο και δύναμη, έρχονται πιο κοντά ο ένας με τον άλλον, ανακουφίζονται ψυχικά από τον λόγο του Ευαγγελίου και περιμένουν πιο γαλήνιοι και πιο «καθαροί» την Ανάσταση του Κυρίου.
Παρακάτω, μπορείς να ακούσεις μια παραδοσιακή μελωδία που έχει τις ρίζες της στο χωριό Μέλανες της Νάξου. Παίζεται τη Δευτέρα της εβδομάδας της Τυρινής, γι΄ αυτό και οι κάτοικοι του χωριού ονόμασαν το κομμάτι αυτό «Τυρινή Δευτέρα».

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...