Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 02, 2017

Ἡ Παραβολὴ τοῦ ἀμπελῶνος (Ματθ. 21,33-42) Anthony Bloom



Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς, καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο, μετὰ ἀπὸ μιὰ σειρὰ ἀπὸ εὐχάριστα ἀναγνώσματα, εἶναι, νὰ τὸ πῶ ἔτσι, τρομαχτικό: εἶναι ἡ ἱστορία τῶν ἐργατῶν τοῦ ἀμπελῶνος ποὺ γίνονται προδότες. Καὶ πράγματι τούτη ἡ παραβολὴ ἀντικατοπτρίζει ὅλη τὴν ἱστορία τοῦ ἀνθρώπινου γένους, ἀλλὰ στὸ πλαίσιο ὅλων τῶν κειμένων ποὺ προηγήθηκαν, μᾶς μιλάει ἐπίσης γιὰ τὴν τρομερὴ, μὲ ὅλη τὴ σημασία τοῦ ὅρου, ἀγνωμοσύνη τῆς ἀνθρωπότητας πρὸς τὸν Θεό. Ἀπέναντι στὴν ἀγάπη Του, τὰ θαύματα Του, σὲ ὅλα ὅσα ἔκανε γιὰ ἐμᾶς, παραμένουμε ἀσυγκίνητοι καὶ ἐγωκεντρικοί· σκεφτόμαστε τὸν ἑαυτό μας, δὲν σκεφτόμαστε τὸν πλησίον μας, ἀκόμα λιγότερο σκεφτόμαστε τὸν Θεό· ἀχαριστία, ἀγάπη πρὸς τὸν ἑαυτό μας, ἐγωκεντρισμός, συγκέντρωση σὲ αὐτὸ ποὺ θέλουμε, ποὺ μᾶς γοητεύει, σ’ ὅ,τι μᾶς φαίνεται ἀπαραίτητο.

Τὸ σημερινὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα μᾶς λέει ὅτι ὁ Θεὸς δημιούργησε ἕναν ὄμορφο, ὑπέροχο κόσμο, τὸν περιέβαλλε μὲ τὴν δύναμη καὶ τὴν πρόνοια Του, προετοίμασε τὰ πάντα ὥστε νὰ γίνουν τόπος τῆς Βασιλείας Του, τοῦ Βασιλείου τῆς ἀμοιβαίας ἀγάπης, τῆς χαρᾶς. Ἀλλὰ γνωρίζουμε τὶ κάναμε σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο· φτιάξαμε ἕναν κόσμο ὅπου οἱ ἄνθρωποι φοβοῦνται νὰ ζήσουν, ὅπου ὑπάρχει αἱματοχυσία, ὅπου διαπράττονται ἀπάνθρωπες, σκληρὲς πράξεις ὄχι μόνο σὲ σὲ παγκόσμια κλίμακα, ἀλλὰ σὲ ἐπίπεδο οἰκογενειακό, ἐνοριακό, καὶ μεταξὺ τῶν πιὸ κοντινῶν φίλων. 

Ἀπὸ γενιὰ σὲ γενιὰ ὁ Κύριος ἔστελνε τοὺς ἀπεσταλμένους Του: πατριάρχες, προφῆτες, ἀγγέλους, κήρυκες, τὸν Πρόδρομο καὶ στὸ τέλος ἦλθε ὁ ἴδιος νὰ μᾶς θυμίσει ὅτι ὁ κόσμος πλάστηκε γιὰ τὴν ἀγάπη. Καὶ ὅπως στὴν παραβολὴ ὁδήγησαν τὸν υἱὸ ἕξω ἀπὸ τὸν ἀμπελώνα καὶ τὸν σκότωσαν, ἔτσι τὸ ἀνθρώπινο γένος φέρθηκε στὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὅταν μιλῶ γιὰ «ἀνθρωπότητα», δὲν ἀναφέρομαι στοὺς ἄλλους, ἀλλὰ σ’ ἐμᾶς, ἐπειδὴ ὁ Κύριος μᾶς ἐμπιστεύτηκε τὴν ζωὴ γιὰ νὰ τὴν κάνουμε θρίαμβο τῆς ἀγάπης, τῆς ἀδελφοσύνης, τῆς ἁρμονίας, τῆς πίστης καὶ τῆς χαρᾶς, καὶ δὲν τὸ κάνουμε ἐπειδὴ σκεφτόμαστε τοὺς ἑαυτοὺς μας. Σὲ ἀνταπόδοση ὅσων ἔκανε γιὰ μᾶς, ποὺ μᾶς δημιούργησε, ποὺ μᾶς ἀποκάλυψε τὸν ἑαυτό Του, ποὺ μᾶς πρόσφερε ὅλη Του τὴν ἀγάπη καὶ στὸ τέλος τὴν ζωὴ καὶ τὸν θάνατο τοῦ Υἱοῦ Του, μόλις καὶ μετὰ βίας προφέρουμε ἕνα «Εὐχαριστῶ» καὶ τὴν ἴδια στιγμὴ ξεχνᾶμε. 

Στραφῆτε πίσω σὲ ὅ,τι ἀκούσατε στὴ διάρκεια τῆς Τεσσαρακοστῆς, σὲ ὅ,τι εἴδατε τὸ βράδυ τῆς Ἀνάστασης, σὲ ὅ,τι εἰπώθηκε ἀπὸ τοὺς ἁγίους τὶς μετέπειτα ἑβδομάδες, τοὺς ἁγίους τῆς Ρωσίας, τοὺς ἁγίους αὐτῶν τῶν νησιῶν, ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ἀνθρωπιᾶς. Μελετῆστε τα ὅλα αὐτὰ καὶ ἀναρωτηθῆτε: «Εἶμαι ἐργάτης τοῦ ἀμπελῶνος, καὶ εἶμαι ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ἀπωθεῖ μακρυὰ τὸν Χριστὸ κάθε φορὰ ποὺ ἔρχεται στὴν ζωή μου; Δὲν Τοῦ λέω: Βγὲς ἀπὸ τὸν δρόμο μου, βγὲς ἀπὸ τὴν ζωή μου – θέλω νὰ εἶμαι ὁ Θεὸς, ὁ ἀφέντης, θέλω νὰ διαχειρίζομαι τὰ πάντα.» Ἔτσι μιλάει ὁ καθένας μας, ἴσως ὄχι μὲ τέτοια ἀγένεια, τόσο βλάσφημα, ἀλλὰ μὲ τὰ ἔργα μας, μὲ κούφιες λέξεις. 

Πρέπει νὰ συνέλθουμε. Ἔχω πεῖ τόσες φορὲς ὅτι σωζόμαστε ἐπειδὴ μᾶς ἀγαπάει ὁ Θεός, ἀλλὰ ὄχι μόνο ἀπὸ τὴν ἀγάπη Του, ἀλλὰ ὰπὸ τὴν ἀνταπόκριση μας σ’ αὐτὴν. Ἄν ἐπιθυμία μας εἶναι ἁπλῶς νὰ καρπωθοῦμε τοὺς καρποὺς τοῦ Σταυροῦ, τῆς σταύρωσης, τῶν ἡμερῶν τοῦ πάθους, καὶ νὰ μὴν ἐπιστρέψουμε κάτι στὸν Θεό, καὶ νὰ μὴν προσφέρουμε κάτι στὸν πλησίον μας γιὰ τὸν ὁποῖο πέθανε ὁ Θεός, παρὰ μόνο μιὰ στιγμιαία σκέψη, εἴμαστε ἐχθρικοὶ πρὸς κάθε τι ποὺ ἔκανε γιὰ μᾶς.

Ἄς πάρουμε θέση ἐνώπιον αὐτῆς τῆς προειδοποίησης, τῆς ὑπενθύμισης τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου καὶ ἄς σκεφτοῦμε: «ποῦ εἶναι ἡ εὐγνωμοσύνη μου, εὐγνωμοσύνη ὄχι μόνο στὰ λόγια, ἀλλὰ στὴν πράξη;» Ἄς κρίνουμε τοὺς ἑαυτοὺς μας καὶ ἄς ξεκινήσουμε μιὰ νέα ζωή. Εὐγνωμοσύνη πρὸς τὸν Θεὸ σημαίνει νὰ εἴμαστε ἡ χαρά Του, καὶ στήριγμα, σωτηρία καὶ χαρὰ πρὸς τὸν πλησίον μας. Ἄς ξεκινήσουμε σήμερα νὰ φέρουμε καρποὺς ἀπ’ ὅ,τι μόλις μάθαμε ἀπὸ τὸν Θεὸ μέσα ὰπὸ τὴν ζωή τοῦ Χριστοῦ. 
Ἀμήν. 

Παραβολὴ ἐργατῶν τοῦ ἀμπελῶνος(Ματθ.21,33-46)

Παραβολὴ τῶν κακῶν ἐργατῶν τοῦ ἀμπελῶνος καὶ τῶν κακῶν οἰκοδόμων.

Ματθ. 21, 33-46. Μάρκ. 12, 1 -12. Λουκ. 20, 9—19.



Εἰς τὴν προηγουμένην παραβολὴν τῶν δύο υἱῶν ὁ Κύριος ἐτόνισε τὴν ἀδιαφορίαν τῶν Ἰουδαϊκῶν ἀρχόντων διὰ τὴν ἐκτέλεσιν τοῦ θείου θελήματος. Εἰς τὰς παραβολάς ὅμως ταύτας τῶν κακῶν ἐργατῶν τοῦ ἀμπελῶνος καὶ τῶν κακῶν οἰκοδόμων ὁ Κύριος ζωγραφίζει τὰς μεγάλας εὐεργεσίας τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸ Ἰουδαϊκὸν ἔθνος, τὴν μεγάλην ἀχαριστίαν τούτου, ἡ ὁποία ἔφθασε μέχρι χριστοκτονίας καὶ τὴν παραδειγματικὴν τιμωρίαν του ὡς καὶ τὴν κλῆσιν τῶν ἐθνῶν. Ἂς ἴδωμεν.

Πρῶτον. Αἱ θεῖαι εὐεργεσίαι. «Ἤρξατο δὲ πρὸς τὸν λαὸν λέγων τὴν παραβολὴν ταύτην. Ἄνθρωπός τις ἦν οἰκοδεσπότης, ὅστις ἐφύτευσεν ἀμπελῶνα» καὶ πρὸς προφύλαξίν του ἀπὸ ἀνθρώπους καὶ ζῷα «φραγμὸν αὐτῷ περιέθηκε» κατεσκεύασε γύρω τοῖχον ἤ φράκτην. Πλὴν τοῦ φραγμοῦ τούτου «ὤρυξε ἐν αὐτῷ ληνὸν» ἔσκαψε καὶ ἄνοιξε ἐντός τῆς ἀμπέλου ληνὸν διὰ τὴν ἔκθλιψιν τῶν σταφυλῶν. Ἐπίσης πρὸς προφύλαξιν τοῦ ἀμπελῶνος «ᾠκοδόμηοε» ἔκτισε «πύργον» ὅθεν οἱ φύλακες τοῦ ἀμπελῶνος τούτου ἐφύλασσον τὸν ἀμπελῶνα. Τὸν ἀμπελῶνα τοῦτον «ἐξέδοτο γεωργοῖς» τὸν ἐνοικίασεν εἰς γεωργοὺς «καὶ ἀπεδήμηοε χρόνους ἱκανοὺς» καὶ ἀπεμακρύνθη διὰ πολὺ χρονικὸν διάστημα.

Ἐδῶ οἰκοδεσπότης εἶναι ὁ Θεός. Ἀμπελών κατὰ τὸν Ἡσαΐαν 5, 1 εἶναι ὁ Ἰουδαϊκὸς λαός. Φραγμὸς τοῦ ἀμπελῶνος εἶναι ὁ Ἑβραϊκὸς Νόμος, ὁ ὁποῖος προφυλάσσει τοὺς Ἰουδαίους ἀπὸ τοὺς Ἐθνικοὺς εἰδωλολάτρας. Ληνὸς εἶναι τὸ θυσιαστήριον τοῦ ναοῦ, ὅπου ἐθυσιάζοντο οἱ καρποὶ τῆς ἀμπέλου τοῦ Ἰουδαϊκοῦ λαοῦ, φόβος Θεοῦ, μετάνοια καὶ ἄλλαι ἀρεταί ὡς θυσία εὐώδης ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Πύργος δὲ ἦτο ὁ Ναὸς ὑψούμενος ὑπεράνω τῆς Ἱερουσαλὴμ εἰς τὸν λόφον Μωριά. Γεωργοί, εἰς τοὺς ὁποίους ἐνοικίασε τὸ ἀμπέλι Του ὁ Θεὸς ἐπὶ ἀποδόσει λογαριασμοῦ, εἶναι οἱ ἄρχοντες τῶν Ἑβραίων, οἱ ὁποῖοι ἔπρεπε νὰ καλλιεργήσωσι τὸν λαὸν θρησκευτικῶς. Ἀποδημία τοῦ οἰκοδεσπότου εἶναι ἡ μακροθυμία τοῦ Θεοῦ εἰς τὸ νὰ καρποφορήσωσιν οἱ Ἰσραηλῖται, ὅταν ὁ Θεὸς ἔκαμε τὸ πᾶν δὶ’ αὐτούς. Ὁ Θεὸς δηλαδὴ μετὰ τὴν χορήγησιν τοῦ Νόμου διὰ τοῦ Μωϋσέως ἀφῆκε νὰ ἐπιδράσῃ ἡ δωρεὰ αὕτη εἰς τοὺς Ἰσραηλίτας. Ἰδοὺ αἱ εὐεργεσίαι τοῦ Θεοῦ πρὸς τοὺς Ἰουδαίους.

Δεύτερον. Ἡ Ἰουδαϊκὴ ἀχαριστία. «Ὅτε δὲ ἤγγισεν ὁ καιρὸς τῶν καρπῶν» ὅταν ἐπλησίασεν ἡ ἐποχὴ τῆς συγκομιδῆς «ἀπέστειλε τοὺς δούλους αὐτοῦ πρὸς τοὺς γεωργοὺς λαβεῖν» ἵνα λάβωσι «τοὺς καρποὺς αὐτοῦ. Καὶ λαβόντες» συλλαβόντες «οἱ γεωργοί τούς δούλους αὐτοῦ, ὅν μὲν ἔδειραν» ἄλλον μὲν ἔδειραν «ὅν δὲ ἀπέκτειναν» ἄλλον ἐφόνευσαν «ὅν δὲ ἐλιθοβόλησαν» ἄλλον δὲ ἐφόνευσαν διὰ λιθοβολισμοῦ. Ὁ οἰκοδεσπότης «καὶ πάλιν ἀπέστειλεν ἄλλους δούλους πλείονας τῶν πρώτων» περισσοτέρους τῶν πρώτων «καὶ ἐποίησαν αὐτοῖς ὡσαύτως» ἔκαμον καὶ εἰς αὐτοὺς τὰ ἴδια. Ὁ Λουκᾶς λέγει : «Προσέθετο αὐτοῖς πέμψαι ἕτερον δοῦλον. Οἱ δὲ κἀκεῖνον δείραντες καὶ ἀτιμάσαντες ἑξαπέστειλον κενόν. Καὶ προσέθετο πέμψαι τρίτον οἱ δὲ καὶ τοῦτον τραυματίσαντες ἐξέβαλον». Δάρσιμον, ὕβριν, ἐπιστροφὴν μὲ ἄδεια τὰ χέρια καὶ τέλος τραυματισμόν, ἰδοὺ τί ἔδωκαν εἰς αὐτούς. Ἡ ἀποστολὴ τῶν δούλων πρὸς συγκομιδὴν τῶν καρπῶν εἶναι ἡ ἀποστολὴ τῶν προφητῶν, ἵνα συλλέξωσι συγκομιδὴν ἀπὸ τὸν Ἰουδαϊκὸν λαὸν ἀρετῶν. Ἀλλὰ οἱ Ἰουδαῖοι ἄλλους μὲν προφήτας ἐφόνευσαν διὰ λιθοβολισμοῦ, ἄλλους ἔδειραν, ἄλλους ἐφόνευσαν δὶ’ ἄλλου τρόπου.

Ὁ οἰκοδεσπότης «ὕστερον ἀπέστειλε πρὸς αὐτοὺς τὸν υἱὸν αὐτοῦ λέγων ἐντραπήσονται τὸν υἱόν μου. Οἱ δὲ γεωργοὶ ἰδόντες τὸν υἱὸν» ἐρχόμενον «εἶπον ἐν ἑαυτοῖς» εἶπον μεταξὺ των : «Οὗτός ἐστιν» αὐτὸς εἶναι «ὁ κληρονόμος˙ δεῦτε ἀποκτείνωμεν αὐτὸν» ἐλᾶτε νὰ τὸν φονεύσωμεν «καὶ κατάσχωμεν τὴν κληρονομίαν αὐτοῦ. Καὶ λαβόντες αὐτὸν» συλλαβόντες αὐτὸν «ἐξέβαλον ἔξω τοῦ ἀμπελῶνος καὶ ἀπέκτειναν» ἐφόνευσαν αὐτόν. Ὁ υἱὸς οὗτος εἶναι ὁ Χριστός, τὸν ὁποῖον ἐφόνευσαν «οἱ γεωργοὶ» οἱ Ἑβραῖοι ἀρχηγοί. Ὁ Χριστὸς ὀνομάζεται κληρονόμος, διότι εἶναι ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ. Κατάσχεσις τῆς κληρονομίας ὑπὸ τῶν γεωργῶν εἶναι ἡ ἄρνησις τῆς μεσσιανικότητος τοῦ Χριστοῦ ὑπὸ τῶν Ἑβραίων καὶ ἡ ἰδιοποίησις τῆς κυριότητος ἐπὶ τῶν τοῦ ναοῦ ὑπὸ τῶν ἀρχόντων αὐτῶν. Ὁ φόνος ἔξω τοῦ ἀμπελῶνος εἶναι ἡ σταύρωσις τοῦ Χριστοῦ ἔξω τῆς Ἱερουσαλήμ. Ἰδοὺ ἡ ἀχαριστία τοῦ Ἰουδαϊκοῦ ἔθνους πρὸς τὸν Θεόν. Ἔρχεται καὶ ἡ τιμωρία.

Τρίτον. Ἡ Τιμωρία. Αὕτη εἶναι διπλῆ. Ἀπόρριψις Ἰουδαίων καὶ κλῆσις ἐθνῶν. Ἀπόρριψις Ἰουδαίων. Ὁ Κύριος ἐρωτᾷ τοὺς ἀκροατάς. «Ὅταν οὖν ἔλθῃ ὁ κύριος τοῦ ἀμπελῶνος, τί ποιήσει τοῖς γεωργοῖς ἐκείνοις;» τί θὰ κάμῃ εἰς τοὺς γεωργοὺς ἐκείνους; «λέγουσιν αὐτῷ˙ κακοὺς κακῶς ἀπολέσει αὐτοὺς» ἐπειδὴ ἦσαν κακοὶ διὰ σκληροῦ τρόπου θὰ καταστρέψῃ αὐτούς˙ «καὶ τὸν ἀμπελῶνα ἐκδώσεται ἄλλοις γεωργοῖς» καὶ τὸ ἀμπέλι θὰ ἐνοικιάσῃ εἰς ἄλλους γεωργοὺς «οἵτινες ἀποδώσουσιν αὐτῷ τοὺς καρποὺς ἐν τοῖς καιροῖς αὐτῶν». Ἔλευσις τοῦ Κυρίου εἶναι ἡ κατὰ τὸ 70 μ.Χ. καταστροφὴ τῆς Ἱερουσαλήμ. Ἐνοικίασις τοῦ ἀμπελῶνος εἰς ἄλλους γεωργοὺς εἶναι ἡ κλῆσις τῶν ἐθνῶν εἰς τὴν πίστιν. Ἀπόδοσις τῶν καρπῶν ἐν τοῖς καιροῖς αὐτῶν σημαίνει, ὅτι οἱ χριστιανοὶ ἐξ ἐθνῶν θὰ καρποφορήσωσι τὰς ἀρετάς. Ὁ Κύριος ἐγκρίνει τὴν γνώμην τῶν ἀκροατῶν Του καὶ λέγει: «Ἐλεύσεται καὶ ἀπολέσει τοὺς γεωργούς τούτους» ναί, θὰ ἔλθῃ καὶ θὰ τιμωρήσῃ τοὺς γεωργοὺς αὐτοὺς «καὶ δώσει τὸν ἀμπελῶνα ἄλλοις» καὶ θὰ ἐνοικίασῃ τὸ ἀμπέλι του εἰς ἄλλους. Οἱ ἀκροαταὶ ἀπὸ τὸ βλέμμα τοῦ Κυρίου καὶ τὸν τόνον τῆς φωνῆς Του ἀντελήφθησαν, ὅτι ὁμιλεῖ περὶ καταδίκης των καὶ εἶπαν «μὴ γένοιτο!»

Ὁ Κύριος «ἐμβλέψας αὐτοῖς» παρατηρήσας αὐτοὺς καὶ ἐπιβεβαιῶν τὴν καταδίκην, τὴν ὁποίαν δὲν ἐπεθύμουν οἱ Ἰουδαῖοι, οἱ κακοὶ γεωργοί, ἀναφέρει τὴν παραβολὴν τῶν κακῶν οἰκοδόμων, ὅπου ἀναφέρεται ἡ κλῆσις τῶν ἐθνῶν. «Οὐδέποτε ἀνέγνωτε ἐν ταῖς γραφαῖς» ψαλμ. ριζ «λίθον, ὅν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες, οὗτος ἐγεννήθη εἰς κεφαλὴν γωνίας;». Κατὰ τὴν προφητείαν ταύτην οἱ οἰκοδόμοι μιᾶς οἰκίας, οἱ ἄρχοντες δηλαδὴ τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ, ἀπέρριψαν λίθον τινὰ ὡς ἄχρηστον, τὸν Ἰησοῦν. Ὁ λίθος, ὁ Χριστός, ὅμως οὗτος ἔγινε «κεφαλὴ γωνίας» θεμέλιος λίθος καὶ ἀγκωνάρι συνδέον δύο τοίχους ἤτοι Ἰσραηλίτας καὶ Ἐθνικοὺς εἰς ἕν οἰκοδόμημα, τὴν ἐκκλησίαν Του. «Παρὰ Κυρίου ἐγένετο αὕτη καὶ ἔστι θαυμαστὴ ἐν ὀφθαλμοῖς ἡμῶν;» Ἡ τοποθέτησις τοῦ λίθου τούτου τοῦ Χριστοῦ ὡς κεφαλόπετρας, ἐπὶ τῆς ὁποίας ᾠκοδομήθη ἡ ἐκκλησία, ἦτο θέλημα Θεοῦ καὶ προὐξένησε ἡ ἵδρυσίς της τὸν θαυμασμὸν τοῦ κόσμου!

Συνδέων ὁ Κύριος τὰς δύο αὐτάς παραβολάς τῶν κακῶν γεωργῶν καὶ κακῶν οἰκοδόμων λέγει ῥητῶς : «Διὰ τοῦτο λέγω ὑμῖν, ὅτι ἀρθήσεται ἀφ’ ὑμῶν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ» θὰ ἀφαιρεθῇ ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἀπό σᾶς, θὰ παύσετε νὰ εἶσθε περιούσιος λαὸς τοῦ Θεοῦ σεῖς «καὶ δοθήσεται ἔθνει ποιοῦντι τοὺς καρποὺς αὐτῆς». Ἔθνος εἰς τὸ ὁποῖον θὰ δοθῇ ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, εἶναι τὰ Ἔθνη, οἱ εἰδωλολάτραι, οἱ ὁποῖοι θὰ πιστεύσουν καὶ θὰ γίνουν χριστιανοί. Τέλος ὁ Κύριος ἀναφερόμενος εἰς τὴν δύναμιν τοῦ ἀκρογωνιαίου λίθου τούτου, εἰς τὸν ἑαυτόν Του, λέγει: «πᾶς ὁ πεσών ἐπὶ τὸν λίθον τοῦτον συνθλασθήσεται». Έκεῖνος ὁ ὁποῖος θά θελήσῃ νά συγκρουσθῇ μετά τοῦ Ίησοῦ, θά συντριβῇ. «Ἐφ’ ὅν δ’ ἂν πέσῃ, λικμήσει αὐτόν». Ἐκεῖνον ὅμως, ἐναντίον τοῦ ὁποίου θὰ ἐπιτεθῇ ὁ Χριστὸς «λικμήσει αὐτόν», θὰ τὸν συντρίψῃ τόσον πολύ, ὥστε θὰ τὸν λιχνίσῃ εἰς τὸν ἄνεμον. Ὁ Χριστὸς ἀμυνόμενος, ὅταν πολεμῆται, ἐπιτιθέμενος, ὅταν πρόκειται νὰ τιμωρήσῃ, θὰ εἶναι πάντοτε θριαμβευτής!

Ἑπομένως ἡ καταστροφὴ τῆς Χριστοκτόνου Ἱερουσαλὴμ θὰ εἶναι τρομερά, διότι «λικμήσει» αὐτήν, θὰ τὴν λιχνίσῃ. « Ἀκούσαντες δὲ οἱ Ἀρχιερεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι τὰς παραβολὰς αὐτοῦ ἔγνωσαν» ἐνόησαν «ὅτι περὶ αὐτῶν λέγει. Καὶ ἐζήτουν αὐτὸν κρατῆσαι ἐν αὐτῇ τῇ ὥρᾳ» ἤθελον νὰ Τὸν συλλάβωσιν ἀμέσως, διότι τὸ μῖσος των ἐκορυφώθη, ἀλλὰ «ἐφοβήθησαν τοὺς ὄχλους, ἐπειδὴ ὡς προφήτην Αὐτὸν εἶχον. Καὶ ἀφέντες Αὐτὸν ἀπῆλθον». Ἰδοὺ ἡ προφητεία τῆς τιμωρίας.


Θέμα: Ἀδικία—Δικαιοσύνη.

Πολλάκις εὑρέθημεν εἰς τὴν θέσιν νὰ ἐξάρωμεν τὰ ἀθάνατα λόγια τοῦ Κυρίου. Ἐδῶ ὅμως τὰ λόγια Του εἶναι ὄχι μόνον θαυμαστά, ἀλλὰ καὶ τρομακτικά, διότι προφητεύουν τὴν τύχην τῶν Ἑβραίων, οἱ ὁποῖοι ἀδικοῦνται, διότι ἠδίκησαν. Τὴν τιμωρίαν ταύτην μαρτυρεῖ ἡ δισχιλιετὴς ἱστορία των.

Ἂς ἴδωμεν λοιπὸν ταύτην καὶ τὰ ἐκ ταύτης ὠφέλιμα.

Α. Ἡ δισχιλιετὴς τραγικὴ ἱστορία τῶν Ἰουδαίων. Ὅταν ὁ Κάϊν ἐφόνευσε τὸν Ἄβελ διαπράξας τὸν πρῶτον φόνον κατὰ τοῦ πρώτου κατὰ χρονολογικὴν σειρὰν δικαίου, τοῦ Ἄβελ, ὁ Θεὸς ἐτιμώρησε τὸν φονέα μὲ δύο πράγματα : νὰ ζήσῃ ἐπ’ ἀρκετὸν καιρὸν καὶ «στένων καὶ τρέμων» νὰ εἶναι ἐπὶ τῆς γῆς. Ἂν τὸ ἀποδώσωμεν εἰς τὴν σημερινήν μας γλῶσσαν, αὐτὸ σημαίνει «νὰ ζῇ καὶ νὰ τίζεται». Κἄτι παρόμοιον κατηράσθη ὁ Θεὸς καὶ τοὺς Ἰουδαίους, οἵτινες ἐφόνευσαν τὸν πρῶτον κατ’ἀξίαν Δίκαιον Ἰησοῦν, διότι ὁ μὲν Κύριος λέγει, ὅπως εἴδομεν, «κακοὺς κακῶς ἀπολέσῃ» τοὺς Χριστοκτόνους Ἑβραίους, καὶ «λικμήσει», θὰ λιχνίσῃ αὐτούς, εἰς ὅλον τὸν κόσμον θὰ διασπείρῃ, ὁ δὲ Ἀπόστολος Παῦλος προφητεύει τὴν ὕπαρξιν των μέχρις ὅτου ὡς ἔθνος, ὁμαδικῶς ἐπιστρέψουν εἰς Χριστὸν «καὶ πᾶς Ἰσραὴλ σωθήσεται». Ρωμ. 11, 26. Ἡ Ἱστορία μαρτυρεῖ ταῦτα περιτράνως.

Καὶ 1) Ὅταν ὁ Χριστὸς ὀλίγας ἡμέρας πρὸ τοῦ πάθους Του ἐκάθητο μετὰ τῶν μαθητῶν Του εἰς τὸ ὄρος τῶν ἐλαιῶν καὶ εἶχεν ἔναντι τὸν λαμπρὸν Ναὸν τοῦ Σολομῶντος, οἱ θαυμάζοντες μαθηταὶ λέγουσι τῷ Ἰησοῦ : «ποταποὶ λίθοι καὶ ποταπαὶ οἰκοδομαί». Ὁ δὲ Κύριος ἀπαντᾷ.˙ «Οὐ μὴ μείνῃ λίθος ἐπὶ λίθον». Ὅταν ὁ Πιλᾶτος ἔνιψε τὰ χέρια του ἐνώπιον τοῦ πλήθους καὶ ἔλεγε «τὸ αἷμα Αὐτοῦ ἐφ’ ὑμᾶς», οἱ Ἰουδαῖοι ἐφώναζον: «Τὸ αἷμα Αὐτοῦ ἐφ’ ἡμᾶς καὶ τὰ τέκνα ἡμῶν». Μετὰ 40 περίπου χρόνια ἡ Ἱερουσαλὴμ ἐπολιορκεῖτο ὑπὸ τῶν Ρωμαίων. 1.200.000 ἦσαν οἱ ἐντός τῆς πόλεως. Πάντες οὗτοι πλὴν 100.000 περίπου οἱ ὁποῖοι ἐξηνδραποδίσθησαν, οἱ λοιποὶ ἀπέθανον ἐκ πείνης, μαχαίρας ἐχθρικῆς καὶ φιλίας. Μία μάλιστα Ἑβραία, Μαριὰμ ὀνόματι, κατὰ τὸν καιρὸν τῆς πολιορκίας λόγῳ πείνης ἔψησε τὸν ὑπομάστιον υἱόν της καὶ τὸ ἥμισυ προσφέρει εἰς τοὺς Ρωμαίους στρατιώτας, οἱ ὁποῖοι εἰσέβαλον εἰς τὴν πόλιν, λέγουσα: «Μὴ γίνεσθε μαλθακώτεροι μητρός˙ δεῦτε ἀριστήσωμεν». Ὁ Κύριος δὲν εἶπε «οὐαὶ ταῖς θηλαζούσαις ταῖς ἡμέραις ἐκείναις»;

2) Μετὰ 300 περίπου χρόνια μ.Χ. ὁ Αὐτοκράτωρ Ἰουλιανὸς ἠθέλησε νὰ διαψεύσῃ τὴν προφητείαν τοῦ Κυρίου περὶ καταστροφῆς τοῦ ναοῦ τῶν Ἑβραίων καὶ δημοσίᾳ δαπάνῃ ἐπιχειρεῖ ν’ ἀνοικοδόμησῃ τὸν Ναὸν τοῦτον. Ἀλλὰ διὰ νυκτὸς σεισμὸς γενόμενος «ἀνέβρασε τοὺς λίθους τῶν παλαιῶν θεμελίων του Ναοῦ καὶ πάντας διέσπειρε. Πῦρ δὲ ἐξ οὐρανοῦ κατασκῆψαν τὰ τῶν οἰκοδόμων ἐργαλεῖα διέφθειρε, πριόνας κ.λ.π.».

3) Μετὰ ταῦτα ὑφίστανται οἱ Ἑβραῖοι πολλοὺς διωγμούς. Κατὰ τὸν IB αἰώνα ἔγινε τόση σφαγὴ τῶν Ἑβραίων, ὥστε τὸ αἷμα των ἔρρευσεν ἀφθόνως ἀπὸ τῆς Ἱσπανίας μέχρι τῆς Γερμανίας. Τὰ βασανιστήριά των διαρκοῦν καὶ σήμερον. Τὸ Γκέττο τῆς Βαρσοβίας, ἔνθα εὑρίσκονται οἱ περισσότεροι Ἑβραῖοι, κατεστράφη ὑπὸ γερμανικῶν ἀεροπλάνων καθέτου ἐφορμήσεως Stukas. Ὅταν τὸ 1940 ἔγινεν ἡ προσάρτησις τῆς Αὐστρίας εἰς τὴν Γερμανίαν, οἱ ἐκεῖ Ἰουδαῖοι ἐξεδιώχθησαν, εἰσήχθησαν ἐντὸς πλοίου καὶ ἀφέθησαν εἰς τὸν ποταμὸν τὸν Δούναβιν νὰ φύγουν ἐκ τῆς Αὐστρίας. Ἔπλευσαν τὸν ποταμὸν καὶ φθάνουν εἰς τὸ Βιδίνιον, πόλιν κειμένην ἐν τοῖς παραμεθορίοις Βουλγαρίας, Ρουμανίας, Σερβίας. Οἱ ἐν τῷ πλοίῳ Ἑβραῖοι ἀπετάθησαν εἰς ἕν ἕκαστον ἐξ αὐτῶν τῶν κρατῶν, ἵνα ἐπιτρέψῃ εἰς αὐτοὺς καὶ ἐξέλθωσιν. Οὐδεμία χώρα ἐπέτρεψε, διότι ἐφοβοῦντο τὸν Χίτλερ. Ἠγκυροβόλησαν καὶ ἔμειναν ἐκεῖ ἐπ’ ἀρκετὸν χρόνον. Ἐθεώρησαν τὸ πλοῖον ὡς νησίδα !

Ἀλλὰ καὶ κἄτι τὸ ὁποῖον διαρκεῖ ἐπὶ αἰῶνας. Οἱ ἐν Ἱερουσαλὴμ Ἑβραῖοι μεταβαίνουσιν ἑκάστην Παρασκευὴν εἰς ἕν τῶν νομιζομένων ὑπολειμμάτων τειχῶν τοῦ Σολομῶντος καὶ κτυπῶντες τὰς κεφαλάς των μέχρι αἵματος λέγουν : «Καὶ οἰκοδομηθήτω τὰ τείχη Ἱερουσαλήμ». Τὸ ἀξιοσημείωτον δὲ εἶναι κἄτι ἄλλο. Θέλουν νὰ ἐπιστρέψουν εἰς Παλαιστίνην, νὰ ἱδρύσουν κράτος, ἔχουν τὴν μεγαλυτέραν οἰκονομικὴν ἰσχὺν τοῦ κόσμου, ὑπεστηρίχθησαν πρὸς τοῦτο ὑφ’ ὅλων, ἰδίως ὑπὸ τῆς Ἀγγλίας (καὶ ἡ Ἑλλὰς ὑπέγραψε) καὶ ὑπὸ τῆς κοινωνίας τῶν Ἐθνῶν, ἀλλὰ δὲν δύνανται. Ἐκ τῶν ἀνὰ τὸν κόσμον 15.000.000 Ἰουδαίων μόνον 200.000 κατώρθωσαν νὰ ἐγκατασταθοῦν, διότι 700.000 Ἄραβες ἀντέστησαν. Τὸ ἔθνος τοῦτο τῶν Ἑβραίων οὔτε ἀφομοιοῦται μετὰ τῶν ἄλλων Ἐθνῶν, οὔτε ἐξαφανίζεται, οὔτε κράτος δύναται νὰ ἱδρύσῃ, παρ’ ὅλον τὸν πόθον του καὶ τὴν οἰκονομικὴν ἀντοχὴν καὶ τὴν ὑποστήριξιν, τὴν ὁποίαν ἔλαβε. Τί σημαίνουν αὐτά; Κατάρα! Νὰ ζῇ καὶ νὰ τίζεται, διότι ἠδίκησεν. Ὥστε δυνάμεθα νὰ εἴπωμεν, ὅτι καὶ σήμερον ἀδικεῖται, διότι ἠδίκησε !

Β. Πόσα διδάγματα: Ἀδικοῦμεν ; θὰ ἀδικηθῶμεν. Ὅταν ἁμαρτήσῃς καὶ τιμωρηθῇς δὶ’ ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον ἠμάρτησες, ἐξοφλεῖς ἕνα χρέος σου. Ὁσονδήποτε βαρεῖα καὶ ἂν εἶναι ἡ τιμωρία διὰ τὴν ἁμαρτίαν σου ἐλαφρώνεται τὸ βάρος τῆς τιμωρίας, ὅταν συναισθάνεσαι, ὅτι δικαίως πάσχεις. Ἠμάρτησες σαρκικῶς, ἐπῆρες ἀρρώστεια καὶ ὑποφέρεις. Τὸ βάρος τῆς νόσου ἐλαφρώνεται μὲ τὴν συναίσθησιν, ὅτι πταίεις καὶ δικαίως πάσχεις. Ὅταν ὅμως ἀδικῆσαι, τιμωρῆσαι δηλαδὴ χωρὶς νὰ πταίῃς, ὅσον ἐλαχίστη καὶ ἂν εἶναι ἡ ἄδικος τιμωρία σου, γίνεσαι ἀνάστατος ἀπὸ τὸν πόνον τῆς ἀδικίας.

Ὁ Θεὸς λοιπὸν θέλων νὰ τιμωρήσῃ μερικοὺς ἀνθρώπους πολύ, διότι ἠδίκησαν, δὲν τοὺς τιμωρεῖ ἐκεῖ ὅπου πταίουν καὶ ὅταν πταίουν, ἀλλὰ ἐκεῖ ὅπου δὲν πταίουν, διότι τότε θὰ πονέσουν. Τοῦτο δὲν εἶναι ἀδικία ἀλλὰ δικαιοσύνη, διότι ὁ ἀδικῶν θὰ τιμωρηθῇ δικαίως, ὅταν καὶ αὐτὸς ἀδικηθῇ. Τότε θὰ πονέσῃ, ὅσον ἐπόνεσε καὶ ὁ ἄλλος, τὸν ὁποῖον ἠδίκησε. Ἠδίκησας κἄποιον εἰς τὴν κρίσιν σου κατακρίνων καὶ συκοφαντῶν αὐτόν.Θὰ ἀδικηθῇς καὶ σὺ ἀπὸ κἄποιον ἄλλον ἀδικοσυκοφαντούμενος. Ἠδίκησας τὸ κορίτσι ἑνὸς ἄλλου καταστρέφων αὐτὸ σωματικῶς ἤ ἠθικῶς. Θὰ ἀδικηθῇς καὶ σὺ εὑρίσκων τὸ ἴδιον κακὸν εἰς τὸ σπίτι σου. Ἔκλεψες κάποιον. Κάποιος ἄλλος θὰ σὲ κλέψῃ. Πικρὸν εἶναι νὰ ἀδικῆταί τις. Πόσον δίκαιον ὅμως εἶναι τοῦτο, ὅταν ἀδικῆται, διότι ἠδίκησε!

Ἑπομένως ὅταν ἀδικούμεθα, καλὸν εἶναι νὰ σκεπτώμεθα, μήπως καὶ ἡμεῖς ἠδικήσαμεν. Ὅταν συλλάβωμεν τὸν ἑαυτὸν μας ἀδικήσαντα κἄποιον ἄλλον, ἂς σκεφθῶμεν, ὅτι ὅπως πονοῦμεν ἡμεῖς, ὅταν ἀδικούμεθα, ἔτσι ἐπόνεσε καὶ αὐτός, ὅταν ἀπὸ ἡμᾶς ἠδικήθη. Ἐπειδὴ ἐκάμαμε νὰ πονέσῃ αὐτός, πονοῦμεν καὶ ἡμεῖς. Ἔτσι μόνον θὰ ἀνακουφίσῃς τὸν πόνον σου, ὅταν ἀδικῆσαι, ἐὰν σκεφθῇς καὶ σὺ τὰς ἀδικίας σου. Ἐὰν ὅμως εὕρῃς ὅτι οὐδένα ἠδίκησες—πρᾶγμα σπανιώτατον—δέν πρέπει νὰ στενοχωρῆσαι, διότι ἀδικῆσαι, ἀλλὰ νὰ δοξάζῃς τὸν Θεόν, διότι «πάσχεις ἀδίκως». Ὅταν πρόκειται νὰ ἀδικήσῃς διὰ τῶν λόγων σου καὶ τῶν ἔργων σου τοὺς ἄλλους, σκέψου, ὅτι θὰ ἀδικηθῇς. Ὁ ἐνθουσιασμός σου τὸν ὁποῖον ἔχεις, ὅταν ἀδικῇς, θὰ μεταβληθῇ εἰς πίκραν σου, ὅταν θὰ ἀδικῆσαι. Ἂς προσέχωμεν νὰ μὴ ἀδικῶμεν, ἵνα μὴ ἀδικηθῶμεν!

Συναξαριστής της 2ας Σεπετεμβρίου

Ὁ Ἅγιος Μάμας

 


Γεννήθηκε στὴ Γάγγρα τῆς Παφλαγονίας τὸ 260 μ.Χ., ἀπὸ γονεῖς χριστιανούς, τὸ Θεόδοτο καὶ τὴν Ρουφίνα, ὅταν αὐτοὶ ἦταν μέσα στὴ φυλακή, ὅπου πέθαναν προσευχόμενοι. Ὁ Μάμας, βρέφος ἀκόμα, ἔμεινε ὀρφανός. Ὅμως, μία πλούσια χριστιανὴ γυναῖκα, ἡ Ἀμμία, τὸν υἱοθέτησε καὶ τὸν ἀνέθρεψε μὲ στοργὴ μητρικὴ καὶ σύμφωνα μὲ τὸ πνεῦμα τοῦ Εὐαγγελίου. Ἐπειδὴ δὲ ὀνόμαζε τὴν θετή του μητέρα συνεχῶς μάμα, δηλ. μαμά, ὀνομάστηκε Μάμας.

Ὅταν ἔγινε 15 χρονῶν, πιάστηκε ἀπὸ εἰδωλολάτρες, διότι χωρὶς φόβο, δημόσια, ὁμολογοῦσε τὸ Χριστό. Τότε τὸν χτύπησαν ἀλύπητα. Κρέμασαν στὸ λαιμό του μολυβένιο βαρίδιο καὶ τὸν ἔριξαν στὴ θάλασσα. Ὅμως μὲ τὴν δύναμη τοῦ Θεοῦ σώθηκε. Ἔπειτα τὸν ξανασυνέλαβαν καὶ τὸν ἔριξαν σὲ ἀναμμένο καμίνι καὶ μετὰ τροφὴ στὰ θηρία. Ἀλλὰ ἐπειδὴ καὶ ἀπ᾿ αὐτὰ σώθηκε θαυματουργικά, διαπέρασαν τὴν κοιλιά του μὲ τρίαινα. Καὶ ἔτσι μαρτυρικὰ καὶ ἔνδοξα ἀναχώρησε ἀπ᾿ αὐτὴ τὴν ζωή.

Μᾶς θυμίζει δὲ τὰ λόγια του Κυρίου, ποὺ εἶπε: «ὅστις οὖν ταπεινώσει ἑαυτὸν ὡς τὸ παιδίον τοῦτο, οὗτος ἐστὶν ὁ μείζων ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν». Ὅποιος, δηλαδή, ταπεινώσει τὸν ἑαυτό του σὰν τὸ παιδάκι αὐτό, αὐτὸς εἶναι ὁ μεγαλύτερος στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.

 

 
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Νηστευτής, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως

 


Ἀπὸ παιδὶ διακρίθηκε γιὰ τὴν σπάνια ἐγκράτειά του καὶ γιὰ τὸν ἀπὸ φυσικοῦ ἔρωτα πρὸς τὴν νηστεία, πρᾶγμα ποὺ τοῦ ἔδωσε καὶ τὴν προσωνυμία τοῦ Νηστευτῆ. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης γεννήθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ὅταν ἔγινε ἔφηβος ἔκανε τὸ ἐπάγγελμα τοῦ χαράκτη.

Ἡ καρδιά του ὅμως, ἦταν δοσμένη στὰ θεῖα καὶ κάθε μέρα διάβαζε τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ ἄλλα θρησκευτικὰ βιβλία, πλουτίζοντας ἔτσι τὶς γνώσεις του. Τὰ πλεονεκτήματά του αὐτά, ἐκτίμησε ὁ Πατριάρχης Ἰωάννης ὁ Γ´ καὶ τὸν χειροτόνησε διάκονο. Ἀπὸ τὴν θέση αὐτὴ ἀνέπτυξε ἰδιαίτερα τὴν ἐλεημοσύνη, βοηθώντας πλῆθος φτωχῶν καὶ ἄλλων ἀπόρων. Ἀργότερα ἔγινε πρσβύτερος, καὶ μετὰ τὸ θάνατο τοῦ Πατριάρχη Εὐτυχίου, μὲ κοινὴ ὑπόδειξη ἀρχόντων καὶ λαοῦ, ἐκλέχτηκε διάδοχός του ὁ Ἰωάννης ὁ Νηστευτὴς σὰν Ἰωάννης Δ´ (12-4-582 ἐπὶ βασιλέως Μαυρικίου).

Τὸ πόσο ἔλαμψε καὶ σὰν Πατριάρχης ὁ Ἰωάννης, ἔχουμε πολὺ εὔγλωττες μαρτυρίες: ὁ ἐπίσκοπος Σενιλλίας Ἰσίδωρος τὸν παριστάνει σὰν ἅγιο καὶ ὁ Πατριάρχης Ἱεροσολύμων Σωφρόνιος τὸν ἀποκάλεσε «σκήνωμα πάσης ἀρετῆς». Στὸν Ἰωάννη ἐπίσης, Σύνοδος τῶν Πατριαρχῶν ποὺ συνῆλθε στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 587, τοῦ ἀπένειμε τὸν τίτλο «οἰκουμενικός». Σχετικά με τὶς ἐκκλησιαστικὲς ποινὲς ὁ Ἰωάννης θέσπισε σοφὸ κανονικό, ποὺ βρίσκεται στὸ Πηδάλιο. Πέθανε 2 Σεπτεμβρίου τοῦ 595 καὶ τὸ λείψανό του τάφηκε στὸ ναὸ τῶν Ἅγιων Ἀποστόλων.

 

 
Ὁ Ἅγιος Διομήδης

Μαρτύρησε, ἀφοῦ θανατώθηκε σπαθιζόμενος.

 

 
Ὁ Ἅγιος Ἰουλιανός

Θανατώθηκε ἀφοῦ τὸν χτύπησαν μὲ ξύλο στὸ κεφάλι καὶ ἔτσι ἔνδοξα μαρτύρησε.

 

 
Ὁ Ἅγιος Φίλιππος (ἢ Θεόδοτος ἢ Θεόδωρος)

Μαρτύρησε διὰ ξίφους.

 

 
Ὁ Ἅγιος Εὐτυχιανὸς

Μαρτύρησε, ἀφοῦ τὸν ἔψησαν ζωντανὸ πάνω σὲ σχάρα.

 

 
Ὁ Ἅγιος Ἡσύχιος

Μαρτύρησε διὰ ἀπαγχονισμοῦ.

 

 
Ὁ Ἅγιος Λεωνίδης

Μαρτύρησε διὰ πυρός.

 

 
Ὁ Ἅγιος Εὐτύχιος

Μαρτύρησε διὰ σταυρικοῦ θανάτου.

 
Ὁ Ἅγιος Φιλάδελφος

Οἱ Συναξαριστὲς γιὰ τὸν τρόπο τοῦ μαρτυρίου του ἀναφέρουν: «λίθῳ τὸν τράχηλον βαρυνθεὶς τελειοῦται».

 

 
Ὁ Ἅγιος Μελάνιππος

Μαρτύρησε διὰ πυρός.

 

 
Ἡ Ἁγία Παρθαγάπη

Μαρτύρησε διὰ πνιγμοῦ μέσα στὴ θάλασσα.

 

 
Οἱ Δίκαιοι ἱερεῖς Ἐλεάζαρ καὶ Φινεές

Ἦταν ἱερεῖς τῶν Ἑβραίων. Ὁ μὲν Ἐλεάζαρ ἦταν τρίτος γιὸς τοῦ Ἀαρών, ὁ δὲ Φινεὲς ἦταν γιὸς μὲν τοῦ Ἐλεάζαρ, ἐγγονὸς δὲ τοῦ Ἀαρών. Καὶ ὁ μὲν Ἐλεάζαρ ἦταν ἐπιτηρητὴς τῆς Σκηνῆς (τοῦ Μαρτυρίου) (Ἀριθμ. δ´, 16).

Ὁ δὲ Φινεές, γιὰ τὸ ζῆλο ποὺ ἔδειξε θανατώνοντας τὸν Ζαμβρὶ καὶ τὴν Χασβὶ τὴν Μαδιανίτιδα, διότι ἀναίσχυντα ἐκπορνεύονταν προσβάλλοντας τὸν Μωϋσῆ καὶ τὴν συναγωγὴ τῶν υἱῶν Ἰσραήλ, ἔλαβε τὴν διαθήκη αἰωνίου Ἱεροσύνης (Ἀριθμ. κε´, 11-13).

 

 
Οἱ Ἅγιοι Ἀειθαλᾶς καὶ Ἀμμών (ἢ Ἀμμοῦν)

Ἦταν ἀπὸ τὴν Ἀδριανούπολη τῆς Θρᾴκης καὶ ἐργάζονταν μὲ θερμότατο ζῆλο γιὰ τὴν ἐξάπλωση τῆς πίστης τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Παροιμιώδης δὲ ἦταν καὶ ἡ φιλανθρωπία τους, μὲ τὴν ὁποία εὐεργετοῦσαν καὶ χριστιανοὺς καὶ εἰδωλολάτρες. Τὸ τελευταῖο ὅμως αὐτό, συντελοῦσε πολὺ στὴ μεταβολὴ τῶν εἰδωλολατρῶν πρὸς τὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου.

Ὁ ἔπαρχος Βάβδος, ὅταν πληροφορήθηκε τὴν δράση αὐτὴ τοῦ Ἀειθαλᾶ καὶ τοῦ Ἀμμών, διέταξε τὴν σύλληψή τους. Καί, ἐπειδὴ ἀρνήθηκαν νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα, τοὺς θανάτωσαν μὲ χτυπήματα σκληρότατα, μὲ μαστίγια ἀπὸ νεῦρα βοδιῶν.
 

Μην ξεχνάς ότι τη ζωή δεν την καθορίζεις εσύ κι εγώ, αλλά μόνον ο Θεός!




Μην ξεχνάς ότι τη ζωή δεν την καθορίζεις εσύ κι εγώ, αλλά μόνον ο Θεός! Εμείς δεν μπορούμε να προσθέσουμε χρόνια σε κάποιον, ούτε να τον αναγκάσουμε να φύγει πιο γρήγορα για τους ουρανούς, όσο κι αν πάσχει από υγεία ψυχική και σωματική. Είναι 
φοβερά τραγικό να "σταυρώνεται" κανείς στο κρεββάτι του πόνου, αλλά αυτό δεν είναι δική μας υπόθεση, ούτε στα δικά μας χέρια,...αλλά σ' Εκείνου! Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι προσευχή, ..."Κύριε, γεννηθήτω ως Συ θέλεις, γεννηθήτω το θέλημα Σου".

ΠΑΤΗΡ ΙΓΝΑΤΙΟΣ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΤΩΝ ΠΟΙΜΕΝΩΝ 

πηγή 

Θέλω να γίνω Χριστιανός (πραγματική ιστορία)



Τσο Σονγκ Αμ – Σεούλ Κορέας
Ξεκινήσαμε σχετικώς πρωί για τις φυλακές. Σε τρεις ώρες περίπου θα φτάναμε.
Σ’ όλη τη διαδρομή ήμουν ανήσυχος. Ήταν η πρώτη φορά που επισκεπτόμουν κορεατικές φυλακές και δεν ήξερα τι θα συναντούσαμε.

Σκεφτόμουν διάφορα. Ο κ. Κιμ, ο Κορεάτης οδηγός, δεν φαινόταν κι αυτός να ‘χε όρεξη για πολλές κουβέντες. Σιωπηλοί και σκεπτικοί διανύαμε τα χιλιόμετρα που μας έφερναν όλο και πιο κοντά στις φυλακές.
– Τι μπορεί, στ’ αλήθεια, να πάθει κανείς; Διέκοψε κάποια στιγμή την σιωπή. Να βρεθεί στα καλά καθούμενα στην φυλακή!
– Πώς έγινε; τον ρώτησα. Δεν ξέρω πολλές λεπτομέρειες. Ξέρω μόνον ότι ο καημένος ο Γιοχάν είναι αθώος.
– Ο Γιοχάν δεν είναι η μοναδική περίπτωση. Ξέρετε, πάτερ, πόσοι άνθρωποι βρίσκονται άδικα στη φυλακή μετά την τελευταία οικονομική κρίση που έπληξε την Κορέα1; Ένας από αυτούς είναι κι ο δικός μας Κατηχούμενος. Ήταν συνέταιρος, συνέχισε να μου εξηγεί ο κ. Κιμ, με κάποιον σε μία επιχείρηση.
Τελευταία οι δουλειές δεν πήγαιναν καλά. Η επιχείρηση φαινόταν πως οδηγούνταν στην διάλυση. Ο Γιοχάν έδειξε εμπιστοσύνη στον συνέταιρό του και την πάτησε. Εκείνος βλέποντας την άσχημη κατάσταση μπόρεσε, πλαστογραφώντας την υπογραφή του Γιοχάν, να πάρει όσα χρήματα είχαν στις Τράπεζες και να φύγει στο εξωτερικό. Έμεινε πίσω ο Γιοχάν να χρωστάει τεράστια ποσά. Έτσι, χωρίς να το καταλάβει, από την μία μέρα στην άλλη βρέθηκε στην φυλακή!
– Η οικογένειά του;
– Έπιασε, ευτυχώς, δουλειά η γυναίκα του και τα ψευτοβγάζουν…
Βυθισμένοι και πάλι στις σκέψεις μας μέναμε σιωπηλοί. Μέχρι που φτάσαμε έξω απ’ την τεράστια σιδερένια εξώπορτα της φυλακής.
– Κύριε Κιμ, πόσοι είναι οι κρατούμενοι;
– Πολλοί, μου απάντησε απρόθυμα. Δώσαμε τα στοιχεία μας και μπήκαμε στην λίστα αναμονής.
– Βλέπετε, πάτερ, μου λέει ο κ. Κιμ και μου έδειξε το γραφείο παραλαβής και ελέγχου αντικειμένων. Οι φύλακες κι όχι οι ίδιοι οι επισκέπτες, δίνουν στους κρατούμενους αυτά που τους φέρνουν. Οι φυλακισμένοι δεν έχουν καμιά σωματική επαφή με τους επισκέπτες τους.
Άρχισα να συνειδητοποιώ πόσο αυστηρά ήταν τα μέτρα ασφαλείας. Ήρθε η σειρά μας. Παραδώσαμε για έλεγχο ένα βιβλίο, λίγους ξηρούς καρπούς, ένα κομποσχοίνι και έναν μεταλλικό Σταυρό. Μας επέστρεψαν ως απαράδεκτα το κομποσχοίνι και τον Σταυρό!
– Αυτά δεν επιτρέπονται.
– Μα γιατί, διαμαρτυρήθηκα.
– Απαγορεύεται από τον Νόμο, μας εξήγησε με το γνωστό ασιατικό χαμόγελο μία ένστολη δεσποινίδα, που δεν άφηνε περιθώρια για περαιτέρω συζητήσεις.
– Πάτερ, μην επιμένετε, με συμβούλευσε ο κ. Κιμ. Φοβούνται τις αυτοκτονίες, που τον τελευταίο καιρό έχουν αυξηθεί δραματικά. Απαγορεύουν κάθε τι με το οποίο μπορεί κάποιος να αφαιρέσει την ζωή του.
– Κατάλαβα, είπα και κάθισα σε έναν πάγκο αμίλητος.
Μία σκέψη μόνο κυριαρχούσε έντονα στο μυαλό μου:
Οι επισκέψεις των πρώτων Χριστιανών στους κρατουμένους για την πίστη τους στον Χριστό. Με πόσες δυσκολίες τους επισκέπτονταν. Και με πόσες προφυλάξεις. Διακινδυνεύοντας την ίδια τους την ζωή, τους μετέφεραν την Θ. Κοινωνία!
Μετά από μίας ώρας αναμονή ήρθε η σειρά μας. Δρασκελίσαμε το κατώφλι της εξώπορτας με χαρά που θα βλέπαμε τον Γιοχάν, αλλά και με δυσαρέσκεια για την ολιγόλεπτη άδεια επισκέψεως.
– Τι να πρωτοπείς μέσα σε πέντε λεπτά; μουρμούρισα.
Διαβάστε εδώ:  Γιατί ο Θεός ανέχεται την αδικία;
Περάσαμε από τις πόρτες ασφαλείας και φθάσαμε σ’ έναν μεγάλο διάδρομο. Ένας τοίχος χώριζε τους κρατουμένους από τον έξω κόσμο. Από τη μέσα κι έξω μεριά του τοίχου υπήρχαν σ’ όλο το μήκος του κολλημένοι θαλαμίσκοι δύο ατόμων.
Στον εσωτερικό θάλαμο ο κρατούμενος με τον δεσμοφύλακα-πρακτικογράφο και στον εξωτερικό οι επισκέπτες. Στο ύψος του προσώπου μας ένα παράθυρο με χοντρές σιδεριές κι ένα παχύ τζάμι με μικρές τρύπες μόλις για να ακούγεται η συνομιλία. Καμιά άλλη δυνατότητα ανθρώπινης σωματικής επαφής.
Ο Γιοχάν ερχόμενος από μακριά, μόλις μας αντίκρυσε έκανε την γνωστή ασιατική υπόκλιση και το σημείο του Σταυρού. Συγκλονίστηκα. Η σκέψη μου έτρεξε ασυναίσθητα και πάλι τους πρώτους Χριστιανούς. Το ένιωθες πως δεν υπήρχε καμιά ουσιαστική διαφορά, εκτός απ’ αυτήν του χρόνου και του τόπου.
Ήταν συγκινημένος. Μετά από τα πρώτα λόγια επικοινωνίας μας εξέφρασε το παράπονό του. Καταλάβαμε πως περνούσε δύσκολες στιγμές. Η αδικία του συνεργάτη του τον είχε τσακίσει. Η πίστη του είχε κλονιστεί.
– Γιατί, ξέσπασε, να βασανίζομαι άδικα; Γιατί το επιτρέπει αυτό ο Θεός; Αφού είμαι αθώος. Γιατί…
Άρχισε να κλαίει απαρηγόρητα. Τέτοιες στιγμές καταλαβαίνεις την μεγάλη αξία που έχει η σωματική επαφή. Να μην μπορείς να σφίξεις το χέρι του συνανθρώπου σου για να του ζεστάνεις την καρδιά του!
Καθώς έκλαιγε σαν μικρό παιδί, ο δεσμοφύλακας-πρακτικογράφος σήκωσε τα μάτια του απ’ τα χαρτιά του και με κοίταξε κατάματα. Ένιωσα σαν να μου έλεγε:
– Ορίστε, λοιπόν. Για να δούμε τι απάντηση έχει η θρησκεία σου να δώσει στο πρόβλημα αυτού του ταλαίπωρου ανθρώπου!
Την ώρα που ο κ. Κιμ προσπαθούσε κάτι να πει για να δώσει λύση στην αμηχανία της στιγμής, μίλησα με τον Θεό. Του ζήτησα τον φωτισμό Του. Τον παρακάλεσα. Εκείνος να «μιλήσει», να «εξηγήσει»… Ύστερα πήρα το θάρρος και του είπα:
– Κάνε υπομονή. Μπορεί ο Θεός να επέτρεψε να βρεθείς στην φυλακή για να κάνεις γνωστό το όνομά Του σε κάποιες ψυχές που ψάχνουν αν Τον βρουν. Πού ξέρεις. Θυμήσου τις ιστορίες απ’ την ζωή των μαρτύρων. Θυμήσου τον Απόστολο Παύλο τι έγραφε μέσα από το κελί της φυλακής. Θυμήσου αυτά που λέγαμε πέρυσι στην κατήχηση.
– Σας ευχαριστώ, πάτερ. Χρειάζομαι βοήθεια. Είμαι αδύναμος στην πίστη. Η μοναξιά της φυλακής, ένα χρόνο τώρα, μ’ έφερε σε απελπισία. Συγγνώμη…
– Σε καταλαβαίνω. Είναι ανθρώπινο να κλονιστεί κανείς μετά από μία τέτοια αδικία, που την πληρώνει, μάλιστα, τόσο πολύ ακριβά. Στη θέση σου δεν ξέρω κι εμείς τι θα κάναμε. Σε παρακαλούμε, όμως, στο όνομα του Θεού της Αγάπης στον Οποίο πιστεύουμε, δείξε μεγαλοψυχία στον συνέταιρό σου.
Συγχώρα τον, μέσα από την καρδιά σου, για ό,τι σου έκανε. Έτσι θα ηρεμήσεις. Και μην ξεχνάς να προσεύχεσαι για την σωτηρία του. Αυτό δεν μας δίδαξε ο Χριστός πάνω στον Σταυρό; Προσπάθησε με το παράδειγμά σου να μιλήσεις για τον Χριστό στους συγκρατουμένους σου.
– Ποιος να καταλάβει από τέτοια, πάτερ, εδώ μέσα. Η φυλακή αγριεύει τον άνθρωπο. Άλλωστε, όπως ξέρετε, οι περισσότεροι εδώ μέσα είναι βουδδιστές ή άθρησκοι.
– Προσπάθησε εσύ και τ’ άλλα άφησέ τα στα χέρια του Θεού. Κάποιες φορές υπάρχουν άνθρωποι όχι μακριά μας, αλλά δίπλα μας, πολύ κοντά μας που αναζητούν τον αληθινό Θεό της Αγάπης και της Συγγνώμης. Διψούν για λίγη ζεστασιά και πρέπει εμείς οι Χριστιανοί να τους προσφέρουμε…
Καθώς μιλούσα, από την μία έβλεπα τον Γιοχάν να συνέρχεται, να ξαναβρίσκει την κλονισμένη πίστη κι εμπιστοσύνη του στον Θεό και απ’ την άλλη τον δεσμοφύλακα-πρακτικογράφο να γράφει και να με κοιτάζει περίεργα. Όταν συναντιόντουσαν οι ματιές μας έξυνε αμήχανα το κεφάλι του σαν να ήθελε να πει κάτι. Στο τέλος τ’ αποφάσισε και μίλησε.
– Θέλω να γίνω Χριστιανός! μας είπε.
– Τι;
– Ναι, χρόνια ψάχνω να βρω έναν Θεό που να διδάσκει την αγάπη, όπως την άκουσα από σας σήμερα…
Οι τελευταίες λέξεις του καλύφθηκαν από τον εκκωφαντικό θόρυβο της σειρήνας που ειδοποιούσε για την λήξη του πεντάλεπτου.
Καθώς φεύγαμε, αφήναμε πίσω μας τον Γιοχάν με το πρόσωπό του να λάμπει από χαρά και έναν «κρυπτοχριστιανό» -τον δεσμοφύλακα- να φωνάζει προστακτικά να περάσει ο επόμενος φυλακισμένος στον θαλαμίσκο του επισκεπτηρίου.
– Γιοχάν, πρόλαβα να πω με υπονοούμενα, τον δεσμοφύλακα και τα μάτια σου…

Σάββατο, Αυγούστου 26, 2017

Η μάχη του Μαντζικέρτ που σήμανε την αρχή του τέλους της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας


μάχη του Μαντζικέρτ

Το Μαντζικέρτ είναι πόλη της Ανατολικής Τουρκίας, κοντά στη λίμνη Βαν. Στα βυζαντινά χρόνια, είχε μεγάλη σημασία για την αυτοκρατορία. Η στρατηγική θέση της για την άμυνα του Βυζαντίου ενισχύθηκε με την εξαιρετική οχύρωση και την αξιόμαχη φρουρά της.
Υπήρξε στόχος των διαφόρων εχθρών του Βυζαντίου, ιδιαίτερα των Σελτζούκων Τούρκων κατά τον 11ο αιώνα. Προσπάθησαν να καταλάβουν την πόλη στα χρόνια του Κωνσταντίνου Θ’ του Μονομάχου (1042-1054), αλλά νικήθηκαν από τη φρουρά της πόλης έχοντας βαριές απώλειες. Ωστόσο, επανήλθαν. Ο σουλτάνος Αλπ Αρσλάν, μετά από αλλεπάλληλες στρατιωτικές επιτυχίες, κατέλαβε την πόλη Ανί (αρχαία πρωτεύουσα της Αρμενίας, η οποία καταστράφηκε από σεισμό το 1319 και μετά από συνεχείς προσπάθειες και το φρούριο του Μαντζικέρτ, το 1070. Αυτοκράτορας του Βυζαντίου, εκείνη τη χρονική περίοδο (1068-1071), ήταν ο Ρωμανός Δ’ Διογένης.
Ο ΡΩΜΑΝΟΣ Δ’ ΔΙΟΓΕΝΗΣ
Καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια της Καππαδοκίας. Είχε διακριθεί για τις εξαιρετικές στρατηγικές του ικανότητες και τη γενναιότητά του, ιδιαίτερα στις εκστρατείες εναντίον των Πετσενέγκων (Πατζινακών). Μετά τον θάνατο του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Ι’, η χήρα του, Ευδοκία, τον επέλεξε ως σύζυγό της, μετά τις εισηγήσεις των συμβούλων της. Στέφθηκε αυτοκράτορας την Πρωτοχρονιά του 1068. Ήταν γύρω στα 45, ωραίος και με εντυπωσιακό παράστημα.
Ήταν θαρραλέος, ευγενικός, αλλά και λίγο υπερόπτης. Το επίθετο Διογένης ίσως ήταν παραλλαγή του Διγενής. Από την αρχή της ανάληψης των καθηκόντων του, είχε να αντιμετωπίσει πολλά ανοιχτά ζητήματα, τα κυριότερα απ’ αυτά ήταν η εχθρότητα της οικογένειας Δούκα, που ένιωθε αδικημένη, γιατί θεωρούσε ότι έπρεπε κάποιο μέλος της να ανέβει στον θρόνο και η στάση του θεολόγου, φιλοσόφου και πολιτικού Μιχαήλ Ψελλού, ο οποίος στα χρόνια της βασιλείας του παλιού του συμμαθητή Κωνσταντίνου Ι’, αναδείχτηκε «παραδυναστεύων τω βασιλεί». Με την άνοδο του Ρωμανού στον θρόνο, προτίμησε να κρυφτεί σε ένα μοναστήρι, παρά να βοηθήσει το νέο αυτοκράτορα.
Ο Ρωμανός ξεκίνησε τη βασιλεία του με δύο χρόνια εκστρατειών στην Ανατολή, όπου είχε να αντιμετωπίσει, εκτός από τους Σελτζούκους και προβλήματα στις τάξεις του στρατού, που είχε φθάσει στα όρια της ανταρσίας.
Οι εκστρατείες του Ρωμανού στη Μικρά Ασία το 1068 και το 1069 δεν κατάφεραν παρά μόνο την ανάκτηση της Ιεράπολης. Αντίθετα, στο ίδιο χρονικό διάστημα, λεηλατήθηκαν από τους Σελτζούκους η Νεοκαισάρεια, το Αμόριο και το Ικόνιο.
Αφού υπόγραψε μια εύθραυστη εκεχειρία με τον Αλπ-Αρσλάν, επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη και φρόντισε να καταβληθούν χρήματα από τα οφειλόμενα στους στρατιώτες και να εκπαιδευτούν νέες μονάδες. Έτσι, συγκέντρωσε περίπου 70.000 στρατιώτες για μια μεγάλη εκστρατεία εναντίον των Σελτζούκων, που θα οδηγούσε τελικά στην απομάκρυνσή τους από την Ανατολία. Την Κυριακή της Ορθοδοξίας, 13 Μαρτίου 1071, ξεκίνησε από την Κωνσταντινούπολη γι’ αυτή τη μακρινή και δύσκολη εκστρατεία.
Να σημειώσουμε ότι ο Ρωμανός είχε εμπειρία στα στρατιωτικά ζητήματα, αλλά είχε ένα σοβαρό μειονέκτημα: την έλλειψη θεωρητικής κατάρτισης, που αποδείχτηκε σημαντικό μειονέκτημα.
Μετά από μελέτη διαφόρων σχεδίων, ο Ρωμανός και οι επιτελείς του αποφάσισαν να επιτεθούν στα βάθη των εδαφών που κατείχαν οι Σελτζούκοι.
Η ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΣΤΑ ΒΑΘΗ ΤΗΣ ΜΙΚΡΑΣ ΑΣΙΑΣ
Η εκστρατεία του Ρωμανού ξεκίνησε με προβλήματα. Άφησε πίσω του στην Κωνσταντινούπολη τον έμπειρο αξιωματικό Νικηφόρο Βοτανειάτη, επειδή τον υποψιαζόταν για προδοσία, και προτίμησε να πάρει μαζί του τον Ανδρόνικο Δούκα, πρωτότοκο γιο του Ιωάννη Δούκα, ενός από τους αντιπάλους του για τον θρόνο. Οι δύο ανώτατοι στρατηγοί ήταν ο Ιωσήφ Ταρχανειώτης, διοικητής της ανατολικής πτέρυγας του στρατού, και ο μάγιστρος Νικηφόρος Βρυέννιος, διοικητής της δυτικής πτέρυγας.
Επίσης, ένας Νορμανδός ιππότης, ο Ρουσέλιος ο Φραγκόπουλος, ήταν επικεφαλής ενός αποσπάσματος περίπου 500 «αιμοδιψών και απείθαρχων» Φράγκων μισθοφόρων, ενώ ως αντίπαλοι του ιππικού των Σελτζούκων υπηρετούσε μια ετερόκλητη ομάδα από Ογούζους, Τούρκους και Πετσενέγκους. Στην  εκστρατεία πήρε μέρος ως ανώτατος στρατοδίκης ο αξιωματικός και συγγραφέας Μιχαήλ Ατταλειάτης, το έργο του οποίου αποτελεί τη σημαντικότερη πηγή μας για την εκστρατεία αυτή.
Παράλληλα, ο Ρωμανός άρχισε να γίνεται όλο και πιο απόμακρος από τους στρατιώτες του. Έχοντας πολυτελή εξοπλισμό και εφόδια για τη δική του καλοπέραση, έδειχνε σαν να μην νοιάζεται καθόλου για τις κακουχίες που περνούσαν οι άνδρες του.
Στη διάρκεια της πορείας από τον Άλη ποταμό μέχρι τη Σεβάστεια, η φρουρά του Ρωμανού, την οποία αποτελούσαν Γερμανοί μισθοφόροι, οι Νεμιτζοί, υπέστησαν απώλειες από τον τοπικό πληθυσμό, καθώς λεηλατούσαν τις περιουσίες τους. Για να τους τιμωρήσει, τους έστειλε σε άλλη αποστολή, μακριά από τον χώρο της εκστρατείας.
Αλλά και στα μετόπισθεν ο Ρωμανός είχε αφήσει αξιόλογες δυνάμεις. Ένα απόσπασμα Βαράγγων στην Κωνσταντινούπολη κι ένα άλλο απόσπασμα Φράγκων ιπποτών, υπό τον Κρισπίνο στην Άβυδο. Στα δυτικά σύνορα της αυτοκρατορίας, ελλόχευε ο κίνδυνος επιθέσεων από τους Νορμανδούς και τους Ούγγρους, οπότε οι Νεμιτζοί ίσως στάλθηκαν εκεί.
Επιστρέφουμε στην εξιστόρηση της εκστρατείας.
Το τελικό σχέδιο των Βυζαντινών ήταν να καταλάβουν το Μαντζικέρτ και το Χλιάτ, μια πόλη νοτιότερα, κοντά στη λίμνη Βαν.
Εν τω μεταξύ, ο Αλπ-Αρσλάν κατευθυνόταν από την Παλαιστίνη στο Χαλέπι, καθώς οι Βυζαντινοί διέσχιζαν την Καππαδοκία με κατεύθυνση τη Θεοδοσιούπολη. Εκεί (στο Χαλέπι) τον συνάντησαν Βυζαντινοί πρεσβευτές με επικεφαλής τον Λέοντα Διαβατηνό και του διαμήνυσαν ότι ο Ρωμανός θα ξεκινούσε πόλεμο εναντίον του. Ο Αλπ-Αρσλάν έφυγε εσπευσμένα από το Χαλέπι μετά το γεγονός αυτό. Κατευθύνθηκε αρχικά προς τη Μοσούλη, έκανε μια στάση στην Άμιδα και κατέληξε στη Ματιανή Λίμνη (σημ. Urmia του Ιράν). Τελικά έφτασε περίπου 160 χλμ. ανατολικά των βυζαντινών δυνάμεων, επικεφαλής μιας δύναμης ιππικού 30.000 ανδρών και οι ανιχνευτές του παρακολουθούσαν συνεχώς τις κινήσεις των δυνάμεων του Ρωμανού…

ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΛΑΘΗ ΤΟΥ ΡΩΜΑΝΟΥ ΠΡΙΝ ΤΗ ΜΑΧΗ
Οι βυζαντινές δυνάμεις έφτασαν στη Θεοδοσιούπολη (σήμερα Ερζερούμ). Τα στρατεύματα πήραν εντολή να συλλέξουν εφόδια για δύο μήνες. Μια σημαντική δύναμη Πετσενέγκων συμμάχων μαζί με τους Φράγκους υπό τον Ρουσέλ, πήραν εντολή να κατευθυνθούν προς το Χλιάτ, το οποίο ο Ρωμανός θεωρούσε δυσκολότερο από τους δύο αντικειμενικούς του στόχους.
Ο ίδιος με τα υπόλοιπα στρατεύματα κατευθύνθηκε προς το Μαντζικέρτ. Πριν όμως φτάσει εκεί, έστειλε άλλη μια σημαντική δύναμη, υπό τον Ταρχανειώτη, να ενισχύσει τους Πετσενέγκους και τους Φράγκους στην προσπάθεια κατάληψης του Χλιάτ.
Σύμφωνα με τον Μιχαήλ Ατταλειάτη, στις δυνάμεις του Ταρχανειώτη συμπεριλαμβανόταν η αφρόκρεμα του βυζαντινού στρατού, οι πιο εμπειροπόλεμες μονάδες, ανάμεσά τους και οι Βάραγγοι και ένα μεγάλο μέρος του αρμενικού πεζικού υπό τον δούκα της Θεοδοσιούπολης. Ο Ταρχανειώτης είναι μια ακόμα σκοτεινή μορφή εκείνης της περιόδου. Εικάζεται ότι ήταν άνθρωπος της οικογένειας Δούκα.
Όπως είδαμε παραπάνω, οι Σελτζούκοι είχαν φτάσει πολύ κοντά στα βυζαντινά στρατεύματα και παρακολουθούσαν τις κινήσεις τους. Αντίθετα, ο Ρωμανός και οι στρατηγοί του είχαν την εντύπωση ότι οι άνδρες του Αλπ-Αρσλάν (Ήρωας-Λιοντάρι) βρισκόταν ακόμα πολύ μακριά.
Έτσι, όταν οι δυνάμεις των Ρουσέλ και Ταρχανειώτη βρέθηκαν αντιμέτωποι με μια σημαντική εχθρική δύναμη, αιφνιδιάστηκαν και ακολούθησαν αντίστροφη πορεία, προς τη Μελιτηνή του Ευφράτη, χωρίς να ενημερώσουν τον Ρωμανό που βρισκόταν λιγότερο από 70 χιλιόμετρα μακριά τους.
Τελικά, τα αξιόμαχα αυτά βυζαντινά στρατεύματα δεν είχαν καμιά συμμετοχή στη συνέχεια των επιχειρήσεων, πράγμα καθοριστικό για την πορεία τους. Ίσως ο Ταρχανειώτης θέλησε με τον τρόπο του αυτό να αντιδράσει στην πράγματι λανθασμένη απόφαση του Ρωμανού, να χωρίσει τον στρατό του σε δύο τμήματα.
Αγνοώντας λοιπόν τα γεγονότα αυτά ο αυτοκράτορας κινήθηκε προς το Μαντζικέρτ. Ο Βρυέννιος με τους άνδρες του κατέλαβε χωρίς μεγάλη δυσκολία το φρούριο της πόλης, αφήνοντας ελεύθερους τους μουσουλμάνους που το υπερασπίζονταν.
Αυτό συνέβη πιθανότατα την Πέμπτη, 24 Αυγούστου. Την ίδια μέρα, μια ομάδα Βυζαντινών στάλθηκε προς το Χλιάτ για να συλλέξει τρόφιμα. Έπεσε όμως σε ένα έφιππο απόσπασμα Σελτζούκων και εξολοθρεύτηκε. Ο Ρωμανός έστειλε τότε τον Βρυέννιο, ο οποίος σύντομα αναγκάστηκε να ζητήσει ενισχύσεις. Ενοχλημένος ο Ρωμανός, έστειλε ένα ακόμα απόσπασμα υπό τον Αρμένιο στρατηγό Βασιλάκιο. Αυτός, αγνοώντας το πώς να αντιμετωπίσει ευκίνητους έφιππους, έπεσε σε ενέδρα, τραυματίστηκε και αιχμαλωτίστηκε.
Τότε μόνο ο Ρωμανός κατάλαβε ότι οι Σελτζούκοι ήταν πολύ κοντά και όταν λίγο αργότερα έφτασε ένας άνδρας του Βασιλάκιου που είχε γλιτώσει από την ενέδρα, συνειδητοποίησε την πραγματικότητα.
Στα μέσα του απογεύματος της 24ης Αυγούστου, οι Σελτζούκοι επιτέθηκαν εναντίον των ανδρών του Βρυέννιου, ο οποίος, όμως, με ψυχραιμία οργάνωσε το στράτευμά του, τρέποντας τους εχθρούς σε άτακτη φυγή. Αν και πληγωμένος ο Βρυέννιος, συνήλθε γρήγορα και την επόμενη μέρα ήταν σε θέση να πολεμήσει.
Το ίδιο βράδυ, έγινε μια ακόμα «καταδρομική» επίθεση των Σελτζούκων εναντίον του στρατοπέδου των Βυζαντινών, χωρίς αποτέλεσμα. Την επόμενη μέρα, οι άνδρες του Ρωμανού απέκρουσαν ένα απόσπασμα Σελτζούκων που προσπάθησε να καταλάβει την όχθη του ποταμού (παραπόταμου του Μουράτ Σου), όπου είχαν στρατοπεδεύσει οι Βυζαντινοί. Λίγο αργότερα, πολλοί Ογούζοι λιποτάκτησαν και εντάχθηκαν στις δυνάμεις των Σελτζούκων που ήταν μακρινά τους ξαδέρφια.
Αμέσως μετά έφτασε στο αυτοκρατορικό στρατόπεδο πρεσβεία του Αλπ-Αρσλάν με επικεφαλής τον χαλίφη αλ-Μουχαλμπάν από τη Βαγδάτη με προτάσεις για διαπραγματεύσεις. Ο Ρωμανός θεωρώντας ότι οι Σελτζούκοι ήθελαν απλώς να κερδίσουν χρόνο, απέπεμψε τους πρέσβεις και έδωσε εντολή στον στρατό να κινηθεί κατά του εχθρού το πρωί της Παρασκευής, 26 Αυγούστου 1071.


Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΜΑΝΤΖΙΚΕΡΤ

Ο στρατός βάδισε σε δύο γραμμές βάθους 4-10 μέτρων η καθεμία, με δύο πτέρυγες να καλύπτουν τα πλευρά. Μπροστά πήγαινε έφιππος ο Ρωμανός με την αυτοκρατορική του φρουρά. Διοικητής της αριστερής πτέρυγας ήταν ο Θεόδωρος Βρυέννιος και της δεξιάς ο Θεόδωρος Αλυάττης. Μαζί του είχε και όσους Ογούζους και Πετσενέγκους δεν είχαν αυτομολήσει. Ο Ανδρόνικος Δούκας διοικούσε την οπισθοφυλακή. Η οργάνωση και το σχέδιο δεν ήταν άσχημα. Όμως δεν μπορεί να εξηγηθεί το γιατί ο Ρωμανός ξεκίνησε για τη μάχη ενώ του έλειπαν οι κατάφρακτοι άνδρες του Ταρχανειώτη.
Το έδαφος του πεδίου της μάχης ήταν επίπεδο και πετρώδες και εκτεινόταν από την πόλη του Μαντζικέρτ και το οχυρωμένο στρατόπεδο των Βυζαντινών δίπλα τους προς τα νότια και τα νοτιοανατολικά.
Ο Αλπ-Αρσλάν, που είχε παρατάξει τις δυνάμεις του σε σχήμα ημισελήνου, ανέγνωσε ένα μήνυμα του χαλίφη αλ-Καΐμ προς τα στρατεύματα, με το οποίο τα εξόρκιζε να πολεμήσουν για την πίστη του Αλλάχ, τη δικαιοσύνη των πιστών και τον παράδεισο των στρατιωτών. Ήταν, όπως αναφέραμε, Παρασκευή και οι μουσουλμάνοι μόλις είχαν ολοκληρώσει την προσευχή τους, όπως και οι Βυζαντινοί, οι οποίοι άκουσαν τον Ρωμανό να τους υπόσχεται οικονομικές, αλλά και πνευματικές ανταμοιβές και τους ιερείς τους να τους διαβεβαιώνουν για το δίκαιο του σκοπού τους.
Ο βυζαντινός στρατός άρχισε να προελαύνει με σταθερό βήμα και με τάξη. Οι Σελτζούκοι υποχωρούσαν, επίσης με τάξη, βάλλοντας με τόξα εναντίον των πτερύγων του βυζαντινού στρατού.
Ο Ρωμανός, με την «κεντρική γραμμή», συνέχιζε την πορεία του και στα μέσα του απογεύματος κατέλαβε το άδειο στρατόπεδο των Σελτζούκων. Ο αυτοκράτορας και οι άνδρες του ήταν πολύ κουρασμένοι, ενώ τα τρόφιμα και το νερό λιγόστευαν επικίνδυνα. Ο Βρυέννιος και ο Αλυάττης, έχοντας να αντιμετωπίσουν συνεχείς επιθέσεις με βέλη, είχαν μείνει πίσω, όπως και οι εφεδρείες του Ανδρόνικου Δούκα.
Κάποια στιγμή, αργά το απόγευμα, ο Ρωμανός αποφάσισε να κινηθεί προς το στρατόπεδό του. Ενώ όμως το κέντρο της παράταξης υποχωρούσε συντεταγμένα, κάποιοι αξιωματικοί και στρατιώτες της δεξιάς πτέρυγας εξέλαβαν εσφαλμένα το σήμα της υποχώρησης ως ένδειξη ότι ο αυτοκράτορας είχε σκοτωθεί στη μάχη.
Εκείνη τη στιγμή, οι Σελτζούκοι κατάφεραν ισχυρό πλήγμα στις δυνάμεις του Αλυάττη. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την περικύκλωση των ανδρών του Ρωμανού.
«Ο βασιλιάς ολομόναχος, εγκατελειμμένος και στερημένος από κάθε ελπίδα, γύμνωσε το ξίφος του κατά του εχθρού, σκοτώνοντας πολλούς και αναγκάζοντας πολλούς άλλους να τραπούν σε φυγή. Κυκλωμένος από ένα πλήθος εχθρών, τραυματίστηκε στο μπράτσο… το άλογό του χτυπήθηκε από βέλη, γλίστρησε και έπεσε παρασύροντας μαζί και τον αναβάτη του», έγραφε αργότερα ο Βρυέννιος.
Ο Ρωμανός, αν και τραυματίας, συνέχισε να μάχεται γενναία. Εγκαταλείφθηκε όμως από τον στρατό του, αρχικά από τους Αρμένιους και στη συνέχεια από τις δυνάμεις της εφεδρείας υπό τον Ανδρόνικο Δούκα, ο οποίος δεν πήρε μέρος στη μάχη, είτε γιατί δεν ήθελε να ρισκάρει τις ζωές των ανδρών του, είτε, το πιθανότερο, γιατί ήθελε να «ξεφορτωθεί» τον Ρωμανό και τον άφησε κυριολεκτικά στο έλεος του Θεού.
Είχε νυχτώσει, όταν ο διοικητής της κύριας σελτζουκικής δύναμης Ταράγκι, που είχε απώλειες τουλάχιστον 4.000 ανδρών, έδωσε εντολή να σταματήσει η καταδίωξη των Βυζαντινών, οι οποίοι κατάφεραν να φτάσουν στο φρούριο του Μαντζικέρτ. Στο πεδίο της μάχης οι Βυζαντινοί άφησαν άφθονα λάφυρα. Το κυριότερο όμως είναι ότι στο πεδίο της μάχης παρέμενε τραυματισμένος ο αυτοκράτορας Ρωμανός!
Η ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΤΟΥ ΑΛΠ-ΑΡΣΛΑΝ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΡΩΜΑΝΟ
Ένας Σελτζούκος, που το επόμενο πρωί αναζητούσε λάφυρα, βρήκε τον αυτοκράτορα και τον οδήγησε μπροστά στον Αλπ-Αρσλάν. Ο αιχμάλωτος Βασιλάκιος επιβεβαίωσε ότι πρόκειται για τον Ρωμανό. Ο σουλτάνος διέταξε τον Ρωμανό να φιλήσει το έδαφος και πάτησε με το πόδι του τον αυχένα του σκυμμένου αυτοκράτορα… Αμέσως μετά όμως έδειξε ένα άλλο πρόσωπο.
Αγκάλιασε τον Ρωμανό και του είπε «αυτή είναι η ζωή». Του έδωσε φαγητό και τις επόμενες ημέρες του φέρθηκε μάλλον σαν να ήταν φιλοξενούμενος, παρά αιχμάλωτος. Ρώτησε τον Ρωμανό τι θα έκανε αν βρισκόταν στη θέση του. Εκείνος του απάντησε: «Θα σε βασάνιζα και θα σε σκότωνα και θα σε επιδείκνυα στους δρόμους της Κωνσταντινούπολης». Τότε ο Αλπ-Αρσλάν, ο οποίος να σημειώσουμε ότι παρακολουθούσε όλη τη μάχη από ένα ύψωμα της περιοχής, «απείλησε» ότι έχει μια χειρότερη τιμωρία γι’ αυτόν. «Σε αφήνω ελεύθερο», είπε στον έκπληκτο Ρωμανό! «Αλλ’ εγώ δε σε μιμούμαι, ως βλέπεις, κατά τούτο, και απορώ πώς πρεσβεύεις συ τα ενάντια, ενώ ακούω ότι και ο υμέτερος Χριστός ειρήνη υμίν νομοθετεί και αμνηστίαν κακών και τοις υπερηφάνοις αντικαθίσταται, ταπεινοίς δε δίδωσι χάριν», είπε ο Αλπ-Αρσλάν στη συνέχεια.
Ο Ρωμανός συμφώνησε αμέσως σε μια συνθήκη ειρήνης: άμεση ανταλλαγή αιχμαλώτων, ενάμισι εκατομμύρια χρυσά νομίσματα, ως λύτρα για τον αυτοκράτορα και επικύρωση της συμφωνίας με τον γάμο μιας κόρης του Ρωμανού με έναν από τους γιους του Αλπ-Αρσλάν.
Μόλις απελευθερώθηκε, ο Ρωμανός κατευθύνθηκε προς την Αρμενία, όπου ξεκίνησε να μαζεύει τα λύτρα που είχε συμφωνήσει. Μόλις έφτασε στην Κωνσταντινούπολη, πληροφορήθηκε ότι είχε εκθρονιστεί.
Ο ΜΙΧΑΗΛ Ζ’ ΔΟΥΚΑΣ ΣΤΟΝ ΘΡΟΝΟ – ΤΟ ΤΡΑΓΙΚΟ ΤΕΛΟΣ
Η οικογένεια Δούκα φρόντισε να ανεβάσει στον θρόνο τον Μιχαήλ Γ’, γιο του Κωνσταντίνου Ι’ και της Ευδοκίας. Η Ευδοκία συνελήφθη και εξορίστηκε σε μονή της νήσου Πρώτης. Ο Ρωμανός, με τα απομεινάρια του στρατού του, προσπάθησε να κερδίσει ξανά τον θρόνο, ωστόσο ηττήθηκε στα Άδανα από τον Ανδρόνικο Δούκα, τον άνθρωπο που πιθανότατα τον πρόδωσε στο Μαντζικέρτ. Η μετέπειτα συμπεριφορά του Δούκα προς τον Ρωμανό ήταν ελεεινή. Τον υποχρέωσε να ταξιδέψει περίπου 800 χιλιόμετρα ως το Κοτύαιο (σημ. Κιουτάχεια). Εκεί διέταξε να τυφλώσουν τον Ρωμανό, ο οποίος έζησε μόνο λίγες μέρες και έπειτα πέθανε.
Ηθικός αυτουργός της τύφλωσης του Ρωμανού ήταν μάλλον ο Μιχαήλ Ψελλός.
Ο Μιχαήλ Ζ’ έσκισε τη συνθήκη που είχε υπογράψει ο Ρωμανός με τον Αλπ-Αρσλάν, ο οποίος δολοφονήθηκε 13 μήνες μετά τη μάχη του Μαντζικέρτ. Ο γιος και διάδοχός του, Μαλίκ Σαχ, έστειλε χιλιάδες Τουρκομάνους σε ολόκληρο το μισό ανατολικό τμήμα της βυζαντινής αυτοκρατορίας και το κατέλαβε. Η περιοχή έγινε γνωστή πλέον ως σουλτανάτο του Ρουμ.
ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΗΣ ΗΤΤΑΣ ΤΟΥ ΜΑΝΤΖΙΚΕΡΤ
Οι σύγχρονοι ιστορικοί (John C. Carr «Οι Πολεμιστές Αυτοκράτορες του Βυζαντίου», John Haldon «Οι Πόλεμοι του Βυζαντίου», δύο έξοχα βιβλία απ’ όπου αντλήσαμε πολύτιμες πληροφορίες για το σημερινό άρθρο), συμφωνούν ότι «η ήττα στο Μαντζικέρτ δεν υπήρξε η στρατιωτική καταστροφή που διατυμπανίζεται ότι ήταν και δεν αποτέλεσε το τέλος του βυζαντινού στρατού» (John Haldon).
Οι απώλειες των βυζαντινών δυνάμεων ήταν μεταξύ 10% και 20% των ανδρών. Η πραγματική καταστροφή ήταν πολιτικής φύσης, γιατί η αιχμαλώτιση του αυτοκράτορα επέδρασε καταλυτικά στην εικόνα του Βυζαντίου, καθώς έδειξε ότι δεν ήταν ο σταθερός και ακλόνητος παράγοντας που πίστευαν όλοι.
«… το αποτέλεσμα του Μαντζικέρτ ήταν ότι οι Σελτζούκοι Τούρκοι έγιναν κύριοι μεγάλου μέρους της Μικράς Ασίας και ότι η Βυζαντινή Αυτοκρατορία υπέστη ένα πλήγμα από το οποίο δεν θα συνερχόταν ποτέ» (John Carr).

Οι εμφύλιοι πόλεμοι που ακολούθησαν προκάλεσαν μεγαλύτερες απώλειες και ζημιές στον βυζαντινό στρατό, από τις συγκρούσεις του με εξωτερικούς εχθρούς.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...