Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τετάρτη, Απριλίου 24, 2019

Η ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΟΥ ΝΙΠΤΗΡΟΣ ΑΠΟ ΤΗΜ Ε.Ρ.Τ.





Παρακολουθήστε Ζωντανά την  Ακολουθία του Νιπτήρος από τον Ιερός Μητροπολιτικός Ναός Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά - Θεσσαλονίκη  πιέζοντας εδώ

TO ΦΙΛΙ ΤΟΥ ΙΟΥΔΑ,Η ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΚΑΙ Ο ΛΗΣΤΗΣ

 
 
Ολοι μας γνωρίζουμε τον Ιούδα τον Ισκαριώτη.Ηταν εκείνος που πρόδωσε Τον Χριστό με ένα φιλί, βγάζοντας έτσι, όλη την χολή της προδοσίας του.Ηταν εκείνος που ως μαθητής,γνώρισε τον Χριστό απο κοντά,άκουσε την διδασκαλία του,ήτανε δίπλα του όλο αυτόν τον καιρό και ΕΖΗΣΕ τον Ιησού ως θεάνθρωπο.Είδε με τα μάτια του, όλα τα θαύματα του διδασκάλου του.Γνώριζε πολύ καλά Τον Ιησού Χριστό.Αυτό που δεν γνώριζε ο Ιούδας ή δεν ήθελε να παραδεχτεί, ήταν το δυσώδες πάθος που επέτρεψε να μπεί μέσα στην ψυχή του και το οποιο δεν είναι άλλο απο την ΦΙΛΑΡΓΥΡΙΑ.Αρκετοί πατέρες της Εκκλησίας μας το κατατάσουνε στα χειρότερα πάθη, διότι είναι τρομερά δύσκολο να απαλλαγεί ο άνθρωπος απο αυτό το δαιμονικό πάθος.Αυτήν η ανίατη και μόνιμη ''αρρώστια'' οδηγεί τον άνθρωπο στην πλεονεξία και κατ'επέκταση στην αυτοκαταστροφή.Ως συνεπακόλουθο της πλεονεξίας του,ο φιλάργυρος,δεν διστάζει να κάνει ακόμα και τις χειρότερες πράξεις εναντίον του συνανθρώπου του.Ο Αγιος Ιωάννης ο χρυσόστομος λέει για την  φιλαργυρία:  ''Η πλεονεξία,είναι θηρίο που μένει πάντα ακμαίο και δεν μαραίνεται ποτέ .Ο εραστής της πλεονεξίας,υποκύπτει στον διάβολο περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον ''.
  Ετσι ο άνθρωπος ο υποδουλωμένος σε αυτό το πάθος δεν διστάζει να προδώσει ακόμα και τα ποιο ιερά πράγματα και πρόσωπα στην ζωή του,προκειμένου να κερδίσει ο ίδιος αυτό που θέλει.Η προδοσία είναι η πιο μισητή πράξη την οποια μπορεί να κάνει ένας άνθρωπος και η οποια προκαλεί την αντιπάθεια και την απέχθεια όλων.Ο προδότης γεύεται αργά η γρήγορα τον αποκλεισμό των άλλων,το μίσος και την γενική κατακραυγή.Ο Μέγας βασίλειος αναφέρει ότι: ''όπως κάνουν τα ψάρια, έτσι και ο πλεονέκτης καταπίνει στο απύθμενο στομάχι του τους αδύναμους. Είναι αδύνατο ο πλεονέκτης να μη στραφεί κατά του συνανθρώπου του.'' Ετσι και ο Ιούδας προκειμένου να πάρει τα 30 αργύρια δεν δίστασε να προδώσει Τον διδάσκαλό του.Οταν κατάλαβε πλέον το κακό που είχε κάνει,ένοιωθε τύψεις και ενοχές.Ομως η υπερηφάνεια του δεν τον άφησε να πάει να ζητήσει συγνώμη απο τον Χριστό.Τα χείλη του δεν βγάλανε ούτε μια λέξη αληθινής μετάνοιας και ικεσσίας για συγχώρεση,όπως έκανε ο πέτρος ο οποιος αντιλαμβανόμενος την άρνηση που έκανε στον Κύριο,έτρεξε αμέσως με μάτια δακρυσμένα και ψυχή μετανοιωμένη να ζητήσει συγνώμη.
  Ο προδότης Ιούδας είχε τόσο ριζωμένο το πάθος της φιλαργυρίας μέσα του,που η καρδιά του γέμισε με τα χειρότερα συναισθήματα και με πρώτο και κυριότερο την υπερηφάνεια.Και έτσι μπόρεσε εύκολα να μπεί και η απόγνωση και η απελπισία στην οποια τον έριξε ο διάβολος.Οι τύψεις του, μαζί με την απόγνωση και την απελπισία του, τον σπρωξανε κατευθείαν εκεί ακριβώς οπου ήθελε ο διάβολος...στην αυτοκτονία.Αντί να διορθώσει το κακό που έκανε ζητώντας συγνώμη απο τον Χριστό,εκείνος έπραξε και άλλο κακό.Το μεγαλύτερο και ισχυρότερο όπλο του διαβόλου κατά των ανθρώπων είναι η απελπισία και η απόγνωση.
   Απο την άλλη μεριά είναι και ο ληστής,ο οποιος έζησε μια ζωή στην παρανομία και στην αμαρτία.Ο ληστής δεν έζησε τον Χριστό,παρα μόνο λίγα λεπτά επάνω στον σταυρό.Δεν υπήρξε μαθητής του Χριστού αλλα ήτανε ένας κοινός εγκληματίας της εποχής του.Δεν διδάχτηκε απο τον Χριστό παρα μόνο τον άκουσε και τον είδε,λίγες στιγμές προτού πεθάνει.Και όμως ο ληστής,μετάνοιωσε,πίστεψε στον Χριστό και σώθηκε!!!Ενώ ο Ίούδας που ήτανε μαθητής του Χριστού,τον πρόδωσε με τον χειρότερο τρόπο και έχασε την ψυχή του.Η καρδιά του Ληστή επέτρεψε στον Χριστό να σπείρει μέσα του την Πίστη και την μετάνοια.Λίγα λεπτά πρίν τον θανατό του,ο εγκληματίας στα θολερά μάτια του κόσμου, κέρδισε τον παράδεισο!

ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ ΕΣΠΕΡΑΣ (ΟΡΘΡΟΣ Μ. ΠΕΜΠΤΗΣ)



Τή Μεγάλη Πέμπτη οἱ Πατέρες μας, μᾶς παρέδωσαν νά ἑορτάζουμε τέσσερα πράγματα: τόν ἱερό Νιπτήρα, τόν Μυστικό Δεῖπνο, τήν ὑπερφυᾶ προσευχή καί ἀκόμη τήν προδοσία τοῦ ᾽Ιούδα. ᾽Εκεῖνο τό τροπάριο πού συγκεφαλαιώνει καί συνδέει τά περισσότερα ἀπό αὐτά, ἐπισημαίνοντας τίς προεκτάσεις τους καί στή δική μας ζωή, εἶναι κυρίως ὁ οἶκος τοῦ κοντακίου τοῦ ὄρθρου τῆς ἡμέρας: ῾Τῇ μυστικῇ ἐν φόβῳ τραπέζῃ προσεγγίσαντες πάντες, καθαραῖς ταῖς ψυχαῖς, τόν ἄρτον ὑποδεξώμεθα, συμπαραμένοντες τῷ Δεσπότῃ, ἵνα ἴδωμεν τούς πόδας πῶς ἀπονίπτει τῶν Μαθητῶν, καί ἐκμάσσει τῷ λεντίῳ, καί ποιήσωμεν ὥσπερ κατίδωμεν, ἀλλήλοις ὑποταγέντες καί ἀλλήλων τούς πόδας ἐκπλύνοντες. Αὐτός γάρ ὁ Χριστός οὕτως ἐκέλευσε τοῖς αὐτοῦ μαθηταῖς ὡς προέφησεν. ᾽Αλλ᾽ οὐκ ἤκουσεν ᾽Ιούδας ὁ δοῦλος καί δόλιος᾽.
('Αφοῦ πλησιάσαμε ὅλοι μέ φόβο Θεοῦ τή Μυστική Τράπεζα, ἄς ὑποδεχθοῦμε τόν (ἁγιασμένο) ἄρτο μέ καθαρές τίς ψυχές, μένοντας μαζί μέ τόν Δεσπότη, γιά νά δοῦμε πῶς πλένει τά πόδια τῶν Μαθητῶν καί πῶς τά σκουπίζει μέ τό λέντιο. Κι ἄς κάνουμε ὅπως εἴδαμε, δηλαδή νά ὑποτασσόμαστε ὁ ἕνας στόν ἄλλον καί νά πλένουμε τά πόδια ὁ ἕνας τοῦ ἄλλου. Διότι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός αυτήν τήν ἐντολή ἔδωσε, ὅπως τό εἶχε πεῖ, στούς Μαθητές. Δέν ἄκουσε ὅμως ὁ Ἰούδας ὁ δοῦλος καί δόλιος).



       1. ῾Τόν ἄρτον ὑποδεξώμεθα᾽: Ὁ ὑμνογράφος, ἐκφράζοντας τήν πίστη τῆς ᾽Εκκλησίας, μᾶς καλεῖ νά προσεγγίσουμε τή μυστική Τράπεζα, προκειμένου νά κοινωνήσουμε τῶν ἀχράντων μυστηρίων. Βρισκόμαστε ἐνώπιον τοῦ κέντρου τῆς ᾽Εκκλησίας μας, τοῦ μυστηρίου τῆς Θ. Εὐχαριστίας, τό ὁποῖο συνέστησε ὁ Κύριος ἀκριβῶς τήν ἡμέρα αὐτή, κατά τό Μυστικό Δεῖπνο.


Ὁ Κύριος στό Δεῖπνο αὐτό τέλεσε γιά πρώτη φορά ἐπί τῆς γῆς τή Θεία Λειτουργία, καλώντας τούς μαθητές Του νά φᾶνε τό ἅγιο σῶμα Του καί νά πιοῦνε τό τίμιο αἷμα Του. Τό ῾λάβετε, φάγετε, τοῦτο γάρ ἐστι τό σῶμά μου᾽ καί τό ῾πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες, τοῦτο γάρ ἐστι τό αἷμά μου᾽ συνιστοῦν τά ἱδρυτικά τοῦ μυστηρίου τῆς Θ. Εὐχαριστίας λόγια, τά ὁποῖα ἔκτοτε ἐπαναλαμβάνονται σέ κάθε ἀντίστοιχη σύναξη πιστῶν, κατά τήν ἐντολή τοῦ Κυρίου ῾τοῦτο ποιεῖτε εἰς τήν ἐμήν ἀνάμνησιν᾽, διαιωνίζοντας ἀκριβῶς ἐν Πνεύματι τόν Μυστικό Δεῖπνο. Ἡ Θεία Λειτουργία ἔ τ σ ι κατανοεῖται ἀπό τήν ᾽Εκκλησία μας: ὡς ἡ συνέχεια τοῦ Μ. Δείπνου, γι᾽ αὐτό καί πάντοτε θεωρήθηκε ὡς τό κέντρο, ὅπως εἴπαμε, τῆς ᾽Εκκλησίας, γύρω ἀπό τό ὁποῖο ῾πλέχτηκαν᾽ καί ὅλα τά ὑπόλοιπα μυστήρια αὐτῆς. Κι εἶναι θά λέγαμε λογικό: ὁ Κύριος πού ἐρχόμενος στόν κόσμο μᾶς ἔσωσε, μέ τήν ἔννοια ὅτι μᾶς ἐνσωμάτωσε στόν ἑαυτό Του καί ἔτσι μᾶς συμφιλίωσε μέ τόν Θεό - κάτι πού ἐνεργοποιεῖται γιά τόν πιστό ἀπό τήν ὥρα πού βαπτίζεται καί χρίεται στό ὄνομα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ - ὁ ῎Ιδιος μᾶς τρέφει μέ τό σῶμα καί τό αἷμα Του, γιά νά διατηρηθεῖ αὐτή ἡ σχέση Του μαζί μας καί νά αὐξηθεῖ ῾μέχρι καταντήσωμεν οἱ πάντες εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ᾽.


        Ταυτοχρόνως στό μυστήριο τῆς Θ. Εὐχαριστίας ὁ Χριστιανός βιώνει αὐτό πού ἡ ᾽Εκκλησία μας κατανοεῖ ὡς Παράδοσή της. Παράδοση δέν εἶναι αὐτό πού ἔχει ἐπικρατήσει ἤ ἐπικρατεῖ ὡς εὐλογημένη ἴσως συνήθεια σέ κάποιους χριστιανικούς χώρους, μᾶλλον δέν εἶναι ἡ σώζουσα Παράδοση τῆς ᾽Εκκλησίας. Παράδοση καθαυτό εἶναι ἡ ἴδια ἡ Θεία Λειτουργία, τό μυστήριο τῆς προσφορᾶς τῆς ζωῆς τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου, τό ὁποῖο ᾽Εκεῖνος παρέδωσε στούς μαθητές Του καί οἱ μαθητές Του στή συνέχεια παρέδωσαν στίς μετέπειτα γενιές. Τό διατυπώνει ἔξοχα ὁ ἀπ. Παῦλος στήν Α´ πρός Κορ. ἐπιστολή του, ὅταν λέει: ῾ἐγώ γάρ παρέλαβον ἀπό τοῦ Κυρίου ὅ καί παρέδωκα ὑμῖν, ὅτι ὁ Κύριος ᾽Ιησοῦς ἐν τῇ νυκτί ᾗ παρεδίδετο ἔλαβεν ἄρτον καί εὐχαριστήσας ἔκλασε καί εἶπε: λάβετε φάγετε, τοῦτό μού ἐστι τό σῶμα τό ὑπέρ ὑμῶν κλώμενον. Τοῦτο ποιεῖτε εἰς τήν ἐμήν ἀνάμνησιν. ῾Ωσαύτως καί τό ποτήριον μετά τό δειπνῆσαι λέγων: τοῦτο τό ποτήριον ἡ καινή διαθήκη ἐστίν ἐν τῷ ἐμῷ αἵματι. Τοῦτο ποιεῖτε, ὁσάκις ἄν πίνητε, εἰς τήν ἐμήν ἀνάμνησιν. Ὁσάκις γάρ ἄν ἐσθίητε τόν ἄρτον τοῦτον καί τό ποτήριον τοῦτο πίνητε, τόν θάνατον τοῦ Κυρίου καταγγέλλετε, ἄχρις οὗ ἄν ἔλθῃ᾽ (11, 23-26). Κι αὐτή βεβαίως ἡ Παράδοση τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ ὑπό τά εἴδη τοῦ ἄρτου καί τοῦ οἴνου γίνεται μέ τή δύναμη τοῦ ἁγίου Πνεύματος, πού σημαίνει ὅτι ἡ Παράδοση ἔχει ἁγιοπνευματικό καί δυναμικό χαρακτήρα, ἄρα εἶναι ζωή καί ἀπαιτεῖ τή ζωή τῶν ἀνθρώπων γιά τή συνάντηση μαζί της. Καταλαβαίνει κανείς ἀπό τήν ἄποψη αὐτή πόσο πλανεμένη καί ἐκτός πραγματικότητας εἶναι ἡ ἀντίληψη ὁρισμένων ὅτι ἡ Παράδοση εἶναι μουσειακή κατάσταση καί συντηρητισμός, καλύτερα: πίσω ἀπό τήν ἀντίληψη αὐτή κρύβεται ἡ ἀπιστία καί ἡ ἀθεΐα τοῦ ἀνθρώπου.


       2. Ὁ ὑμνογράφος, λοιπόν, γιά νά ἐπανέλθουμε, μᾶς καλεῖ νά κοινωνήσουμε ῾τόν ἄρτον᾽, ὑπενθυμίζοντας ὅμως καί τίς προϋποθέσεις τῆς κοινωνίας αὐτῆς: τό φόβο καί τήν καθαρότητα τῆς ψυχῆς. Ἡ συμμετοχή στή Θ. Κοινωνία δηλαδή δέν γίνεται ἀπροϋπόθετα. Μιά συμμετοχή στά ἄχραντα μυστήρια ῾εἰκῇ καί ὡς ἔτυχεν᾽, χωρίς τήν ἐνδεδειγμένη μετάνοια καί χωρίς ἐπίγνωση, δημιουργεῖ τίς συνθῆκες ἐπανάληψης τοῦ δαιμονισμοῦ τοῦ ᾽Ιούδα. Μή ξεχνᾶμε ὅτι καί ὁ ᾽Ιούδας κοινώνησε, ἀλλά μέ τήν προδοσία ἐν ἐξελίξει, μέ ἀποτέλεσμα νά δαιμονιστεῖ καί νά καταστραφεῖ. Καί τοῦτο γιατί ὁ εὐλογημένος ἄρτος δρᾶ μέσα στόν ἄνθρωπο ἐνεργοποιώντας ὅ,τι συναντᾶ στήν ψυχή του: φιλοθεΐα ἤ μισανθρωπία. Σάν τή βροχή πού πέφτοντας στή γῆ θά φέρει τήν καρποφορία εἴτε τῶν ἀγαθῶν σπερμάτων εἴτε τῶν ζιζανίων. ῎Ετσι μπορεῖ κανείς νά κοινωνήσει καί ἀντί νά καλυτερεύσει, μέ τήν ἔννοια τῆς πνευματικῆς προόδου του, νά χειροτερεύσει. Οἱ προϋποθέσεις λοιπόν κατά τόν ὑμνογράφο εἶναι ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ καί ἡ καθαρότητα τῆς ψυχῆς. Κι αὐτά τά δύο συνδέονται ἄμεσα μεταξύ τους, φανερώνοντας τή λειτουργία τῆς μετανοίας. Θέλουμε νά ποῦμε ὅτι ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ πού γνώρισμα ἔχει τήν τήρηση τῶν ἁγίων Του ἐντολῶν ὁδηγεῖ στήν κάθαρση τῆς ψυχῆς, κι αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ ἄνθρωπος βρίσκεται σέ ἑτοιμότητα μετοχῆς στό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Κυρίου. Ἡ μετοχή αὐτή αὐξάνει τήν καθαρότητα κι ἔτσι ὁ ἄνθρωπος θεώνεται ἀπό τίς θεοποιές ἐνέργειες τοῦ μυστηρίου καί πορεύεται ῾ἀπό δόξης εἰς δόξαν᾽, δεδομένου ὅτι ποτέ δέν ὑπάρχει τέλος στή διαδικασία αὐτή τῆς μετανοίας καί στήν ἐν Θεῷ αὔξησή του. Στήν κατάσταση αὐτή ὁ πιστός γίνεται κατοικητήριο τοῦ Θεοῦ καί ῾ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ᾽ μιά ἄλλη φανέρωση τοῦ Χριστοῦ μέσα στόν κόσμο.


       3. ῾συμπαραμένοντες τῷ Δεσπότῃ᾽: ὁ ὑμνογράφος τήν μόλις παραπάνω ἀναφερθεῖσα ἀλήθεια καταγράφει μέ τή συγκεκριμένη φράση. Ὅ,τι συνέβη στόν Μυστικό Δεῖπνο λειτουργεῖ ἀρχετυπικά, πού σημαίνει ὅτι πολλοί ἀκολουθοῦν, ὅπως ἤδη εἴπαμε, τό παράδειγμα τοῦ ᾽Ιούδα: κοινώνησε ἐν προδοσίᾳ τοῦ Χριστοῦ καί ἔφυγε γιά νά ὁλοκληρώσει αὐτήν τήν προδοσία. Ὁ ὑμνογράφος λοιπόν μᾶς προτρέπει νά συμπαραμένουμε μέ τόν Χριστό κι ἐκεῖ νά Τόν δοῦμε νά πλένει τά πόδια τῶν μαθητῶν καί νά τά σκουπίζει μέ τό λέντιο, προκειμένου μέ τόν ἴδιο τρόπο νά στεκόμαστε κι ἐμεῖς ἀπέναντι σέ κάθε συνάνθρωπό μας: ᾽ἀλλήλοις ὑποταγέντες καί ἀλλήλων τούς πόδας ἐκπλύνοντες᾽. Μέ ἄλλα λόγια ἡ ὀρθή μετοχή στή Θ. Εὐχαριστία ὁδηγεῖ σέ γνήσια ἀκολουθία τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ, δηλ. στήν ταπείνωση καί τήν ἐν ἀγάπῃ διακονία τῶν συνανθρώπων. Νά τό ποῦμε κι ὅπως τό διατύπωσε καί ὁ μεγάλος ρῶσος μυθιστοριογράφος καί βαθύς ἀνατόμος τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς Φ. Ντοστογιέφκσι στό τελευταῖο ἔργο του ῾᾽Αδελφοί Καραμαζώφ᾽: ῾Μπροστά σέ μερικές σκέψεις ὁ ἄνθρωπος στέκεται μπερδεμένος, ἰδίως μπροστά στή θέα τῆς ἀνθρώπινης ἁμαρτίας, καί ἀναρωτιέται ἄν θά τήν πολεμήσει μέ βία ἤ μέ ταπεινή ἀγάπη. Πάντα ν᾽ ἀποφασίζεις: ῾Θά τήν πολεμήσω μέ ταπεινή ἀγάπη᾽. ῎Αν ἀποφασίσεις πάνω σ᾽ αὐτό μιά γιά πάντα, μπορεῖς νά κατακτήσεις ὁλόκληρο τόν κόσμο. Ἡ γεμάτη ἀγάπη ταπείνωση εἶναι μιά τρομερή δύναμη: εἶναι τό πιό δυνατό ἀπ᾽ ὅλα τά πράγματα καί δέν ὑπάρχει τίποτε ἄλλο σάν κι αὐτή᾽. Μετοχή στή Θ. Εὐχαριστία καί ἔχθρα πρός τό συνάνθρωπο ἤ ἀδικία του ἐκ μέρους μας καί ῾τσαλάκωμα᾽ τῆς προσωπικότητάς του μέ ὁποιονδήποτε τρόπο δέν μποροῦν νά συνυπάρξουν. Ὁ ὑμνογράφος εἶναι σαφής: Χριστιανός σημαίνει νά βλέπεις καί νά ἀκολουθεῖς τόν Χριστό, μέσα σέ εὐχαριστιακά, δηλ. ἐκκλησιαστικά πλαίσια, ζώντας πάντοτε τήν ταπεινή ἀγάπη Του. Κάθε τι διαφορετικό σημαίνει ἔκπτωση στή δολιότητα τοῦ ᾽Ιούδα.

O Iούδας, ένας άνθρωπος αδύναμος να αγαπήσει...


Ο Ἰούδας ἦταν ἄνθρωπος μικρός καί ψυχή στενή κι ἄγονη. Στά σπλάχνα τῶν ἄλλων μποροῦσε νά ριζώση ἡ ἀγάπη, ἐνῶ στά δικά του δέν μποροῦσε. Τόν Ἰησοῦ δέν τόν καταλάβαιναν οἱ ἄλλοι μαθητές, ὅπως δέν τόν καταλάβαινε κι ὁ Ἰούδας. Οἱ ἄλλοι ὅμως τόν ἀγαποῦσαν, ἐνῶ ὁ Ἰούδας δέν μποροῦσε νά τόν ἀγαπήση. Τό δράμα τοῦ Ἰούδα στάθηκε ἡ ἀδυναμία του ν’ ἀγαπήση. Εἶν' εὔκολο νά καταλάβη καθένας, ποῦ μπορεῖ νά φτάση ἕνας ἄνθρωπος, πού δέν ἀγαπᾶ τό δάσκαλό του, πού δέν τόν καταλαβαίνει καί παρά ταῦτα νοιώθει συντριπτικό τό μεγαλεῖο του. Στό μίσος πού καρπός του εἶναι τό ἔγκλημα κι ἄνθος του ἡ προδοσία. Τρία χρόνια ἔζησε τό μαρτύριο τοῦ μικροῦ ἀνθρώπου, πού ἀνάγκασε τόν ἑαυτό του νά ζῆ κοντά σ' ἕναν τιτάνα, κι ὑποχρέωσε τό φθόνο νά συζῆ μέ τήν ἁγιότητα καί τήν πονηρή συνείδηση, νά μοιράζεται τό χρόνο καί τό ψωμί μέ τήν ἁγνότητα. Ὅλα τ’ ἄλλα, ὅσα κι ἄν πέρασαν ἀπό τό μυαλό του, εἶναι δευτερογενεῖς καταστάσεις. Καί τό δράμα γίνεται ἀκόμη πιό φοβερό, ὅταν ἀναλογιστοῦμε πώς ὁ Ἰησοῦς ἀγαποῦσε τόν Ἰούδα, ὅσο ἀγαποῦσε καί τούς ἄλλους μαθητές του. Γιατί δέν ὑπάρχει τυραννικώτερο μαρτύριο γιά τόν ἄνθρωπο πού δέν ἀγαπᾶ, νά δέχεται τήν ἀγάπη τοῦ προσώπου πού μισεί.
Ἡ ἔλλειψη ἀγάπης δέν ἐπιτρέπει στόν Ἰούδα νά ξεπεράση τ' ἀνθρώπινα κριτήρια. Δέν βλέπει στό Χριστό παρά μία μεγαλειώδη ἀνθρώπινη φύση, πού δέν μποροῦσε νά ξεφύγη τό νόμο τῆς φθορᾶς. Τό ρυθμό αὐτοῦ του νόμου θέλει νά ἐπιταχύνη μέ τήν προδοσία, γράφοντας μία σελίδα ἱστορίας.
Ἀλλά γιατί πῆγε κοντά στό Χριστό, ἀφοῦ δέν ἀγαποῦσε καί γιατί δέν ἔφυγε νωρίτερα, χωρίς νά προδώση; Τήν ἀπάντηση δέν χρειάζεται νά μᾶς τήν δώση, οὔτ’ ἡ φιλοσοφία, οὔτ' ἡ ποίηση. Μᾶς τήν δίνει καθημερινά ἡ ζωή. Κι ἀκόμα πιό πραγματικόν μᾶς ξαναζωντανεύει τόν Ἰούδα, ὁ ἴδιος ὁ ἐαυτός μας. Μήπως ἀπ’ ἀγάπη ζυγώνει ὁ καθένας μας τήν θρησκεία, τήν ἐπιστήμη, τήν τέχνη, ἤ τήν διακυβέρνηση τοῦ λαοῦ; Μήπως ἡ ἀγάπη εἶναι τό θεμέλιο τῶν θεσμῶν μας; Καί μήπως ἡ προδοσία δέν ἔχει γίνει κανόνας τῆς πολιτικῆς, τῆς κοινωνικῆς καί τῆς πνευματικῆς ἀκόμη ζωῆς; Γιατί ἀποροῦμε μέ τίς ἐσωτερικές ἀντιφάσεις τοῦ Ἰούδα καί τίς βρίσκουμε ἀσυνήθιστες καί τερατώδεις καί δέν παραξενευόμαστε διόλου, οὔτε βρίσκουμε τερατώδεις τίς δικές μας ἀντινομίες; Ἐμεῖς δέν εἴμαστε κεῖνοι πού ἕξη μέρες κουρελιάζουμε τό νόμο καί τήν ἕβδομη, τήν Κυριακή, τόν προσκυνοῦμε; Ἐμεῖς δέν ἔχουμε διακηρύξει, πὼς δέν χρειάζεται νἄναι κανείς πιστός γιά νἄναι θεολόγος; Δέν εἴμαστε ἀκόμα ἐμεῖς κεῖνοι πού ἔχουμε ὑποβιβάσει τή μελέτη τῆς Θείας Διαθήκης σέ παιχνίδι μίας λαίμαργης καί περίεργης διάνοιας; Ἤ μήπως ξεχνᾶμε πὼς παίζουμε τήν κωμωδία τῶν αὐστηρῶν συζύγων, ἐνῶ στήν πραγματικότητα εἴμαστε ἡ ἐνσάρκωση τῆς μοιχείας; Οἱ ἴδιοι ἄνθρωποι, ποὺ παρασταίνουνε τό πρωί τούς Ἡρακλεῖς τῆς ἠθικῆς, δέν εἶναι οἱ κυνικώτεροι πορνοβοσκοί; Καί στούς ἴδιους ἀνθρώπους δέν συναντᾶμε ταυτόχρονα, τόν πατριώτη καί τόν κάπηλο, τόν κήρυκα τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ καί τόν ματαιόδοξο εὐδαιμονιστή καί τόν διανοούμενο, ποὺ δέν ἔχει οὔτε τήν πιό παραμικρή δυνατότητα νά σκεφτῆ; Μέ τοῦ νοῦ τή σύλληψη, ὅπως λέει κι ὁ Ἄμλετ, πλησίασε ὁ Ἰούδας τό Χριστό κι ὁ ἁμαρτωλός του νοῦς τόν κράτησε κοντά του κι ὁ ἴδιος νοῦς τόν ἔσπρωξε στήν προδοσία. Ἔτσι ὁ Ἰούδας γίνεται ὁ φυσικός πρόγονος τοῦ ἐπαναστατημένου διανοούμενου ὅλων τῶν καιρῶν κι ὅλου τοῦ κόσμου. Γίνεται τό σύμβολο ὅλων κείνων πού σπρώχνουν τό νοῦ νά προβαδίση κι ἀφίνουν ἄτονη καί βραδυποροῦσα τήν καρδιά. Θάνατος τῆς ἀγάπης, πού σημαίνει θάνατος τοῦ ἀνθρώπου, αὐτή εἶναι στήν οὐσία της ἡ πραγματικότητα τοῦ Ἰούδα. Εἶναι ἡ αἰώνια νύχτα. Ἐνῶ στόν τάφο τοῦ Χριστοῦ, ἀναστηνόταν τό αἰώνιο ἀνέσπερο φῶς.
Kωστής Μπαστιάς

agiazoni

Το Μέγα Ευχέλαιο της Μεγάλης Τετάρτης

https://galanoleykoblog.files.wordpress.com/2015/04/44cd0-megalh-tetarth-euxeleo.png?w=236&h=175Το απόγευμα της Μεγάλης Τετάρτης, στις εκκλησίες μας, τελείται το Μυστήριο του Μεγάλου Ευχελαίου.
Κατά τη διάρκεια της τέλεσής του, διαβάζονται επτά Ευαγγέλια και επτά Ευχές. Ευλογείται έτσι το λάδι με το οποίο ο ιερέας «σταυρώνει» τους πιστούς στο μέτωπο, στο πηγούνι, στα μάγουλα και στις παλάμες.
Το Μυστήριο του Ευχελαίου, μπορεί να τελεστεί και εκτός ναού, όποτε το ζητήσει ένας πιστός από τον ιερέα της ενορίας του. Και τότε, όταν τελείται δηλαδή σε κάποιο σπίτι, διαβάζονται επτά Ευαγγέλια και επτά Ευχές.
Ο Ευαγγελιστής Ματθαίος εξιστορεί τι έγινε τη Μεγάλη Τετάρτη:
Ο Ιησούς βρισκόταν στο σπίτι του Σίμωνα του λεπρού. Εκεί εμφανίστηκε μια γυναίκα κρατώντας ένα μπουκαλάκι με ακριβό μύρο. Ζήτησε συγχώρεση από τον Υιό του Θεού, επειδή ήταν πόρνη, και έριξε αυτό το μύρο στα μαλλιά Του.
Οι μαθητές του Ιησού, θεώρησαν την πράξη αυτή μεγάλη σπατάλη, αφού θα μπορούσαν να πουλήσουν το μύρο και με τα χρήματα που θα έπαιρναν να βοηθούσαν τους φτωχούς.
Ο Ιησούς παίρνοντας το μέρος της γυναίκας, επέπληξε τους μαθητές του, λέγοντας τους ότι η γυναίκα αυτή του έκανε καλό, αφού με αυτό το μύρο τον ετοίμασε για την ταφή. Τους θύμισε ότι τους φτωχούς θα μπορούν να τους βοηθούν καθ’ όλη την διάρκεια της ζωής τους, ενώ Εκείνον θα τον έχουν για λίγο ακόμα. Την συγχώρησε για τις αμαρτίες της και, προφητικά μιλώντας, είπε ότι η πράξη της αυτή θα αναφέρεται στο Ευαγγέλιο που θα κηρυχθεί σε όλο τον κόσμο, αποτελώντας, αυτή η αναφορά, ένα μνημόσυνο γι’ αυτήν. Τότε ο Ιούδας έφυγε και πήγε να συναντήσει τους Αρχιερείς. Τους ρώτησε τι θα του δώσουν για να τους παραδώσει τον Χριστό, και αυτοί του υποσχέθηκαν τριάντα αργύρια…
Το λάδι του Ευχελαίου θεωρείται θεραπευτικό. Κατά την διάρκεια του μυστηρίου ο ιερέας ανάβει ένα κερί για κάθε Ευαγγέλιο που διαβάζει. Αυτό κάνουν και μερικοί πιστοί κατά την διάρκεια του Μεγάλου Ευχελαίου, στην εκκλησία, την Μεγάλη Τετάρτη.
Σε κάποιες περιοχές της Ελλάδας, οι γυναίκες πηγαίνουν στο Μεγάλο Ευχέλαιο, έχοντας μαζί τους μια σουπιέρα με αλεύρι. Σε αυτό στερεώνουν τρία κεριά, τα οποία καίνε κατά την τέλεση του Μυστηρίου. Το αλεύρι αυτό, το χρησιμοποιούν για να φτιάξουν τα πασχαλινά κουλούρια την επόμενη ημέρα.

Γιατί ο Χριστός δεν άλλαξε τον Ιούδα; (Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος)

«Τότε, ἀφοῦ πῆγε στοὺς ἀρχιερεῖς ἕνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα, ὁ Ἰούδας ὁ Ἰσκαριώτης, εἶπε, τί θέλετε νὰ μοῦ δώσετε γιὰ νὰ σᾶς τὸν παραδώσω;»[…]
Καὶ ἀκριβῶς ὅταν ἡ πόρνη μετανοοῦσε, ὅταν καταφιλοῦσε τὰ πόδια τοῦ Κυρίου, τότε πρόδιδε τὸ Δάσκαλο ὁ μαθητής. Γι’ αὐτὸ εἶπε «τότε», γιὰ νὰ μὴν κατηγορήσεις γιὰ ἀδυναμία τὸ Δάσκαλο, ὅταν βλέπεις τὸν μαθητή του νὰ τὸν προδίδει. Γιατί τόσο μεγάλη ἦταν ἡ δύναμη τοῦ Δασκάλου, ὥστε νὰ πείθει νὰ Τὸν ἀκολουθοῦν ἀκόμη καὶ οἱ πόρνες.
Θὰ ἀναρωτιόταν ὅμως κανείς, Ἐκεῖνος ποὺ εἶχε τὴ δύναμη νὰ μεταστρέφει τὶς πόρνες καὶ νὰ τὶς κάνει νὰ Τὸν ἀκολουθοῦν, δὲν κατάφερε νὰ κερδίσει τὴν ἀγάπη τοῦ μαθητῆ του; Εἶχε τὴ δύναμη νὰ κερδίσει τὸ μαθητή, ἀλλὰ δὲν ἐπιθυμοῦσε νὰ τὸν μεταβάλει ἀναγκαστικὰ στὸ καλό, οὔτε μὲ τὴ βία νὰ τὸν προσελκύσει κοντά Του. «Τότε, ἀφοῦ πῆγε». Καὶ τὸ «ἀφοῦ πῆγε» αὐτὸ δὲν στερεῖται κάποιας σημασίας. Γιατί δὲν κάλεσαν οἱ ἀρχιερεῖς τὸν Ἰούδα, οὔτε ἀναγκάστηκε, οὔτε ὑποχρεώθηκε, ἀλλὰ ὁ ἴδιος μόνος του κι ἐλεύθερα γέννησε τὴν πονηρὴ αὐτὴ σκέψη κι ἔβγαλε αὐτὴ τὴν ἀπόφαση, χωρὶς νὰ ἔχει κανέναν σύμβουλο σ’ αὐτὸ τὸ πονηρό του ἔργο. «Τότε, ἀφοῦ πῆγε …; ἕνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα»...

Τί σημαίνει τὸ «ἕνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα»; Καὶ αὐτὸς ὁ λόγος «ἕνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα» δείχνει πὼς ἡ κατηγορία τοῦ Ἰούδα εἶναι πολὺ μεγάλη. Γιατί ὁ Ἰησοῦς εἶχε καὶ ἄλλους μαθητές, ἑβδομήντα συνολικά. Ἀλλὰ ἐκεῖνοι βρίσκονταν σὲ δεύτερη θέση καὶ δὲν ἀπολάμβαναν τόση τιμή, οὔτε εἶχαν τόση οἰκειότητα μὲ τὸν Διδάσκαλο, οὔτε γνώριζαν τόσο τὰ μυστικὰ Του ὅσο οἱ δώδεκα. Αὐτοὶ προπάντων ἦταν οἱ ἐκλεκτοί, αὐτοὶ ἀποτελοῦσαν τὸν στενὸ κύκλο τοῦ Βασιλιᾶ, αὐτοὶ ἀποτελοῦσαν τὴν ὁμάδα ποὺ ἦταν κοντὰ στὸ Δάσκαλο, καὶ ἀπὸ αὐτὴν ξεπήδησε ὁ Ἰούδας.
Γιὰ νὰ μάθεις, λοιπόν, ὅτι δὲν Τὸν πρόδωσε ἁπλῶς κάποιος ἀπὸ τοὺς μαθητές Του, ἀλλὰ ἕνας ἀπὸ τοὺς ἐκλεκτούς Του, γι’ αὐτὸ ἀναφέρει ὁ Εὐαγγελιστὴς τὸ «ἕνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα». Καὶ δὲ ντρέπεται ὁ Ματθαῖος νὰ τὸ ἀναφέρει. Ἀλλὰ γιὰ ποιὸ λόγο νὰ ντραπεῖ; Τὸ ἀναφέρει γιὰ νὰ μάθεις πὼς παντοῦ καὶ πάντα λένε οἱ Εὐαγγελιστὲς τὴν ἀλήθεια καὶ δὲν ἀποκρύπτουν τίποτα, ἀκόμη καὶ αὐτὰ ποὺ θεωροῦνται ἀξιοκατάκριτα. Γιατί αὐτὰ ποὺ φαίνονται πὼς εἶναι ἀξιοκατάκριτα, αὐτὰ ἀποδεικνύουν τὴ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου. Ὅτι δηλαδὴ προσέφερε τόσα πολλὰ ἀγαθὰ στὸν προδότη, τὸ ληστή, τὸν κλέφτη (τὸν Ἰούδα) καὶ συνέχιζε μέχρι τὴν τελευταία στιγμὴ νὰ τὸν ἔχει κοντά Του. Καὶ μάλιστα τὸν νουθετοῦσε καὶ τὸν συμβούλευε καὶ τὸν φρόντιζε μὲ κάθε τρόπο.
Ἂν ἐκεῖνος δὲν ἔδινε σημασία, δὲν φταίει ὁ Κύριος. Καὶ μάρτυρας εἶναι ἡ πόρνη, καὶ μὴ πολυπαίρνεις θάρρος προσέχοντας τὸν Ἰούδα. Γιατί καὶ τὰ δύο αὐτὰ εἶναι ὀλέθρια, καὶ τὸ ὑπέρμετρο θάρρος καὶ ἡ ἀπελπισία (ἀπόγνωση). Γιατί τὸ ὑπέρμετρο θάρρος κάνει νὰ πέσει κάτω αὐτὸς ποὺ στέκεται ὄρθιος, καὶ ἡ ἀπελπισία ἐμποδίζει νὰ σηκωθεῖ αὐτὸς ποὺ ἔχει πέσει. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Παῦλος συμβούλευε λέγοντας: «Αὐτὸς ποὺ νομίζει πὼς στέκεται, ἂς προσέχει μὴν πέσει».
Ἔχεις τὰ παραδείγματα καὶ τῶν δύο πῶς ἔπεσε δηλαδὴ ὁ μαθητής, ποὺ νόμιζε πὼς στεκόταν ὄρθιος, καὶ πῶς σηκώθηκε ἡ πόρνη ποὺ εἶχε πέσει. Ἡ σκέψη μας εὔκολα παρασύρεται καὶ ἡ θέλησή μας εἶναι εὐμετάβλητη. Γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ διαφυλάσσουμε καὶ νὰ ὀχυρώνουμε τὸν ἑαυτό μας ἀπὸ παντοῦ.[…]
«Τί θέλετε νὰ μοῦ δώσετε, κι ἐγὼ θὰ σᾶς Τὸν παραδώσω». Πές μου Ἰούδα, αὐτά σοῦ ἔμαθε ὁ Χριστός; Γι’ αὐτὸ τὸ λόγο δὲν ἔλεγε, «μὴν ἀποκτήσετε χρυσὰ νομίσματα, οὔτε ἀσημένια, οὔτε χάλκινα που νὰ τὰ φυλάγετε στὶς ζῶνες σας», θέλοντας νὰ περιορίσει ἀπὸ πιὸ μπροστὰ τὴ φιλαργυρία σου;[…]
«Τί θέλετε νὰ μοῦ δώσετε, κι ἐγὼ θὰ σᾶς Τὸν παραδώσω». Πολὺ σκληρὰ εἶναι τὰ λόγια αὐτά. Πές μου, μπορεῖς ἐσὺ νὰ παραδώσεις Ἐκεῖνον ποὺ συγκρατεῖ τὰ πάντα, ποὺ ἐξουσιάζει τοὺς δαίμονες, ποὺ διατάσσει τὴ θάλασσα καὶ εἶναι ὁ Κύριος ὅλων ὅσων ὑπάρχουν στὴ φύση; Γιὰ νὰ περιορίσει λοιπὸν τὴ παραφροσύνη του καὶ γιὰ νὰ δείξει πὼς ἂν δὲν ἤθελε, δὲν θὰ προδιδόταν, ἄκουσε τί κάνει. Κατὰ τὴν ὥρα ἀκριβῶς τῆς προδοσίας, ὅταν ἦρθαν ἐναντίον Του κρατώντας ξύλα, λαμπάδες καὶ πυρσούς, τοὺς λέει: «Ποιὸν ζητᾶτε;» καὶ δὲν γνώριζαν Ἐκεῖνον ποὺ ἐπρόκειτο νὰ συλλάβουν. Τόσο πολὺ ἔλειπε ἡ δύναμη ἀπὸ τὸν Ἰούδα στὸ νὰ παραδώσει τὸν Κύριο, ὥστε δὲν Τὸν ἔβλεπε τὴ στιγμὴ ποὺ ἐπρόκειτο νὰ Τὸν παραδώσει, ἐνῶ ἦταν παρών, καὶ ὅλα αὐτὰ τὴ στιγμὴ ποὺ ὑπῆρχαν τόσες λαμπάδες καὶ τόση φωτοχυσία.
Αὐτὸ βέβαια ὑπαινίχθηκε καὶ ὁ Εὐαγγελιστὴς λέγοντας ὅτι εἶχαν λαμπάδες καὶ πυρσοὺς καὶ δὲν τὸν ἔβλεπαν. Καὶ κάθε ἡμέρα τοῦ τὸ ὑπενθύμιζε καὶ μὲ λόγια καὶ μὲ ἔργα, ὅτι δηλαδὴ δὲν θὰ μπορέσει νὰ Τὸν προδώσει στὰ κρυφά. Καὶ μάλιστα δὲν τοῦ ἔκανε (ὁ Κύριος) παρατηρήσεις φανερὰ μπροστὰ σὲ ἄλλους, γιὰ νὰ μὴν τὸν κάνει πιὸ ἀδιάντροπο, οὔτε πάλι ἀποσιωποῦσε τὰ σφάλματά του, γιὰ νὰ μὴν νομίζει ὅτι περνοῦν ἀπαρατήρητα καὶ ἐπιχειρήσει ἄφοβα τὴν προδοσία, ἀλλὰ διαρκῶς ἔλεγε: «Ἕνας ἀπὸ ἐσᾶς θὰ μὲ παραδώσει», δὲν τὸν φανέρωσε ὅμως.
Εἶπε πολλὰ (ὁ Κύριος) καὶ γιὰ τὴν κόλαση, πολλὰ καὶ γιὰ τὴ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν καὶ ἀπέδειξε τὴ δύναμη ποὺ εἶχε καὶ γιὰ τὰ δύο, καὶ γιὰ νὰ τιμωρεῖ τοὺς ἁμαρτωλοὺς καὶ γιὰ νὰ ἀνταμείβει τοὺς δικαίους. Ἀλλὰ ἐκεῖνος (ὁ Ἰούδας) ὅλα αὐτὰ τὰ περιφρόνησε, ὁ Θεὸς ὅμως δὲν τὸν ἀνακάλεσε μὲ τὴ βία ἀπὸ αὐτὸ ποὺ ἀποφάσισε. Ἐπειδὴ λοιπὸν μᾶς δημιούργησε ἐλεύθερους νὰ διαλέγουμε τὶς κακὲς ἢ τὶς ἐνάρετες πράξεις, ἐπιθυμεῖ νὰ εἴμαστε καλοὶ μὲ τὴ θέλησή μας. Γι’ αὐτὸ ἂν ἐμεῖς δὲν θέλουμε, οὔτε μᾶς πιέζει οὔτε μᾶς ἀναγκάζει.
Ἐπειδὴ αὐτὸς ποὺ γίνεται μὲ τὴ βία ἐνάρετος, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ εἶναι ἐνάρετος. Ἀφοῦ λοιπὸν κι ἐκεῖνος ἦταν ἐλεύθερος νὰ διαλέξει καὶ ἦταν σὲ θέση νὰ μὴν ὑποστεῖ βία γιὰ νὰ κλίνει πρὸς τὴ φιλαργυρία, γι’ αὐτὸ τυφλώθηκε ἡ σκέψη του, πρόδωσε τὴ σωτηρία του καὶ εἶπε: «Τί θέλετε νὰ μοῦ δώσετε, κι ἐγὼ θὰ σᾶς Τὸν παραδώσω». Ἐπικρίνοντας τὴ διανοητική του τύφλωση καὶ τὴν ἀναισθησία, ὁ Εὐαγγελιστὴς λέει ὅτι τὴν ὥρα ποὺ πῆγαν νὰ συλλάβουν τὸν Κύριο, βρισκόταν μαζί τους καὶ ὁ Ἰούδας, ἐκεῖνος ποὺ εἶπε «τί θέλετε νὰ μοῦ δώσετε, κι ἐγὼ θὰ σᾶς Τὸν παραδώσω».
Καὶ ὄχι μόνο ἀπὸ αὐτὸ εἶναι δυνατὸν νὰ δοῦμε τὴ δύναμη τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ καὶ ἀπ’ ὅτι μόλις Ἐκεῖνος ἁπλῶς μίλησε, ἀπομακρύνθηκαν κι ἔπεσαν κάτω. Ἐπειδὴ ὅμως οὔτε μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο δὲν σταμάτησαν τὸ ἐπαίσχυντο ἔργο τους, παραδίνεται ἀμέσως σὰν νὰ ἔλεγε: Ἐγὼ ἔκανα τὸ καθῆκον μου, ἀποκάλυψα τὴ δύναμή μου καὶ ἀπέδειξα ὅτι ἐπιχειρεῖτε πράγματα ἀκατόρθωτα. Θέλησα νὰ περιορίσω τὴν κακία σας, ἀλλὰ ἐπειδὴ ἐσεῖς δὲν θελήσατε καὶ ἐπιμένετε στὴν παραφροσύνη σας, νά, σᾶς παραδίνομαι.
Τὰ ἀνέφερα ὅλα αὐτά, γιὰ νὰ μὴν κατηγορήσουν μερικοὶ τὸν Χριστό, καὶ ποῦν: γιατί δὲν μετέστρεψε τὸν Ἰούδα;
(Πηγή: agiazoni.gr)
http://alopsis.gr/

Τὸ ἅγιον Εὐχέλαιον

Τὸ Εὐχέλαιο εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ ἑπτὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, τὸ ὁποῖο τελεῖται στὸ Ναὸ ἢ στὸ σπίτι γιὰ τὴν ἴαση σωματικῶν καὶ ψυχικῶν ἀσθενειῶν. Τὸ Εὐχέλαιο τῆς Μ.Τετάρτης δὲν ἔχει κάποια μαγικὴ ἐπενέργεια στὴν πνευματική μας ζωή, ἀλλὰ εἶναι μιὰ ἄρρηκτη ἀλυσίδα μαζί μὲ τὰ ἄλλα Μυστήρια στὰ ὁποῖα θὰ πρέπει νὰ συμμετέχουμε, π.χ. Ἐξομολόγηση, Θεία Κοινωνία.

Ἡ σύσταση τοῦ Μυστηρίου

Ἡ σύσταση τοῦ εὐχελαίου, ὅπως καὶ τῶν ὑπόλοιπων μυστηρίων, ἀνάγεται στὴν Καινὴ Διαθήκη καὶ μάλιστα τὴν Καθολικὴ Ἐπιστολὴ Ἰακώβου (ε´ 14-15). Ἀπόδοση στὴν νεοελληνική: Εἶναι κάποιος ἀπὸ σᾶς ἄρρωστος; Νὰ προσκαλέσει τοὺς πρεσβυτέρους τῆς ἐκκλησίας νὰ προσευχηθοῦν γι᾿ αὐτὸν καὶ νὰ τὸν ἀλείψουν μὲ λάδι, ἐπικαλούμενοι τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου. Καὶ ἡ προσευχὴ ποὺ γίνεται μὲ πίστη θὰ σώσει τὸν ἄρρωστο· ὁ Κύριος θὰ τὸν κάνει καλά. Κι ἂν ἔχει ἁμαρτίες, θὰ τοῦ τὶς συγχωρέσει.
Ἔτσι, ἡ ἀποστολικὴ παραγγελία ἀποτέλεσε τὴ βάση πάνω στὴν ὁποία θεμελιώθηκε ἡ πίστη καὶ ἡ τελετουργικὴ πράξη τῆς Ἐκκλησίας. Τελετουργοὶ τοῦ φιλανθρώπου τούτου μυστηρίου εἶναι οἱ πρεσβύτεροι τῆς Ἐκκλησίας, προσκαλούμενοι γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτὸ στὴν οἰκία τοῦ ἀρρώστου χριστιανοῦ. Πλησίον τοῦ ἀσθενοῦς προσεύχονται θερμά. Ἐπικαλοῦνται τὴ χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος γιὰ νὰ εὐλογηθεῖ τὸ λάδι ποὺ παρατίθεται. Καὶ στὴ συνέχεια ἀλείφουν τὸν ἄρρωστο χριστιανὸ μὲ τὸ εὐλογημένο πλέον ἔλαιο. Ἡ ἐπάλειψη μὲ τὸ εὐλογημένο ἔλαιο, σώζει τὸν ἄρρωστο.

Ἡ τέλεση τοῦ Μυστηρίου

Ἡ ἀκολουθία τοῦ εὐχελαίου τελεῖται «εἰς ἴασιν ψυχῆς τε καὶ σώματος». Σύμφωνα μὲ τὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας, ἡ σωματικὴ ἀσθένεια θεωρεῖται ὡς ὁ πικρὸς καρπὸς τῆς ἁμαρτίας. Ὁποιαδήποτε ἀσθένεια, ὡς διαταραχὴ τῆς ἁρμονικῆς λειτουργίας τοῦ σώματος, ὀφείλεται σὲ πνευματικὰ αἴτια καὶ κυρίως στὴ διαταραχὴ τῶν σχέσεων τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεό. Στὰ ἱερὰ κείμενα δὲν παρουσιάζεται μόνο ἡ στενὴ σύνδεση τῆς ἀσθένειας μὲ τὴν ἁμαρτία ἀλλὰ συγχρόνως ὑποδεικνύεται καὶ ὁ τρόπος τῆς θεραπείας: ἡ εἰλικρινὴς μετάνοια καὶ ἡ ἐπιστροφὴ στὸν Θεό.

Τὰ ὁρατὰ στοιχεῖα τοῦ Εὐχελαίου

Γιὰ τὴν τέλεση τοῦ μυστηρίου τοποθετεῖται πάνω σε κάποιο τραπέζι τὸ εὐαγγέλιο, μικρὴ εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, κανδήλα ἀναμμένη καὶ δοχεῖο μὲ ἀλεύρι, δίπλα στὸ ὁποῖο ἀνάβονται ἑπτὰ κεριά. Ἡ κανδήλα πρέπει νὰ εἶναι καθαρὴ καὶ μέσα τοποθετεῖται ἁγνὸ λάδι, ἔνδειξη καθαρῆς καὶ ὁλοπρόθυμης προσφορᾶς στὸν Θεό. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ καλὸς Σαμαρείτης στὴν ὁμώνυμη παραβολή, περιποιεῖται στοργικὰ τὸν τραυματία ρίχνοντας στὶς πληγές του λάδι καὶ κρασί. Τὸ λάδι, μετὰ τὶς εὐχὲς τῶν ἱερέων, δὲν εἶναι πιὰ κοινὸ λάδι· ὅπως καὶ στὴ βάπτιση: τὸ νερὸ τῆς κολυμβήθρας, μετὰ τὶς εὐχὲς τοῦ λειτουργοῦ, δὲν εἶναι πιὰ κοινὸ νερό.
Στὸ τέλος τῆς ἀκολουθίας γίνεται ἡ χρίση μὲ τὸ ἁγιασμένο ἔλαιο. Χρίεται σταυροειδῶς τὸ μέτωπο, τὸ σαγόνι, οἱ δύο παρειὲς καὶ τὰ χέρια μέσα στὴν παλάμη καὶ στὸ ἐξωτερικό τους μέρος. Μ᾿ αὐτὴ τὴν χρίση, ζητοῦμε ἀπὸ τὸν Κύριο νὰ θεραπεύσει τὸ πνεῦμα, τὶς σκέψεις καὶ ὁλόκληρο τὸν ἐσωτερικό μας κόσμο. Ἀκόμη, νὰ δίνει δύναμη σ᾿ ἐκεῖνα τὰ μέλη τοῦ σώματος μὲ τὰ ὁποῖα κάνουμε τὶς περισσότερες πράξεις· (π.χ.τὰ χέρια εἶναι τὰ μέλη ποὺ ἐκτελοῦν τὶς ἐντολὲς τοῦ μυαλοῦ μας).

Παρεξηγημένες ἐκδοχὲς τοῦ Μυστηρίου

1. Πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα, ὁρισμένοι θεωροῦν ὅτι μὲ τὴν συγχωρητικὴ εὐχὴ τοῦ εὐχελαίου ἀναπληρώνουν τὴν ἐξομολόγηση, ποὺ δὲν κάνουν γιὰ διάφορους λόγους. Ἡ συγχωρητικὴ εὐχὴ τοῦ εὐχελαίου δὲν καταργεῖ τὴν ἐξομολόγηση. Ἡ συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν, ποὺ παρέχεται στὸ μυστήριο τοῦ εὐχελαίου, δὲν ἀναφέρεται στὰ ἁμαρτήματα ποὺ γνωρίζουμε καὶ δὲν ἐξομολογούμαστε, ἀλλὰ σὲ ὅσα μικρὰ ξεχάσαμε ἢ ἀγνοοῦμε. Διότι κανένα μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας δὲν ἀναιρεῖ τὸ ἄλλο, ἀλλὰ τὸ ἕνα συμπληρώνει τὸ ἄλλο μέσα στὸ μεγάλο «μυστήριο» τῆς Ἐκκλησίας.
2. Μία ἄλλη παρεξήγηση συμβαίνει μὲ τὸ ἀλεύρι, ποὺ χρησιμοποιεῖται γιὰ τὴ στήριξη τῶν κεριῶν. Ὁρισμένοι πιστοὶ δὲν ἀρκοῦνται στὴ χρίση μὲ τὸ ἁγιασμένο ἔλαιο, ἀλλὰ ζητοῦν καὶ ἀλεύρι γιὰ διάφορες χρήσεις: νὰ τὸ βάλουν κάτω ἀπὸ τὸ μαξιλάρι τοῦ παιδιοῦ τους «γιὰ νὰ δείξει ὁ Θεὸς τὸ τυχερό τους», ἢ «γιὰ νὰ φύγει τὸ κακὸ ἀπὸ τὸ σπίτι», ἢ γιὰ νὰ τὸ ἀραιώσουν μὲ νερὸ καὶ νὰ τὸ πιεῖ ὁ ἀσθενής. Ἐπειδὴ τὰ παραπάνω ἐγγίζουν τὴ δεισιδαιμονία, πρέπει νὰ τονίσουμε ὅτι τὸ μυστήριο ὀνομάζεται εὐχέλαιο καὶ ὄχι «εὐχάλευρο». Ἐκεῖνο ποὺ ἁγιάζεται εἶναι τὸ λάδι καὶ ὄχι τὸ ἀλεύρι.
3. Ὑπάρχει καὶ μία ἄλλη παρεξήγηση, ποὺ συνιστᾶ σύγχυση τοῦ σκοποῦ τοῦ εὐχελαίου. Πολλοὶ ζητοῦν εὐχέλαιο γιὰ νὰ ἐγκαινιάσουν τὸ καινούργιο τους σπίτι ἢ τὸ κατάστημα. Γιὰ τὰ σπίτια, τὰ καταστήματα, τὰ ὀχήματα καὶ ὅλα τὰ ὑπόλοιπα ὑπάρχουν οἱ ἀντίστοιχες ἁγιαστικὲς πράξεις. Ἀκόμη, δὲν εἶναι καὶ λίγοι ἐκεῖνοι ποὺ ζητοῦν ἀπὸ τὸν ἱερέα νὰ τελέσει ἁγιασμὸ καὶ εὐχέλαιο μαζί, πράγμα ποὺ δείχνει σύγχυση καὶ παρεξήγηση. Λὲς καὶ χρειάζεται περισσότερες ἀπὸ μία ἁγιαστικὲς πράξεις γιὰ νὰ ζητήσουμε τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ.
4. Μία ἄλλη παρεξήγηση συνδέεται μὲ τὴν ἀντίληψη ὅτι τὸ εὐχέλαιο ἀφορᾶ τοὺς ἑτοιμοθάνατους καὶ ὅσους γενικὰ βρίσκονται στὴν τελικὴ φάση τῆς ἀσθενείας τους. Παρατηρεῖται ἄλλοτε μία ἀποφυγὴ τελέσεως τοῦ εὐχελαίου ἀπὸ τὸ φόβο μήπως προκληθεῖ ἡ ἐπισπευσθεῖ ὁ θάνατος τοῦ ἀσθενῆ. Ὁ φόβος αὐτός, ὅμως, εἶναι ἀδικαιολόγητος. Οἱ συγγενεῖς φοβοῦνται νὰ τὸ ποῦν στὸν ἀσθενῆ. Ὁ ἀσθενὴς φοβᾶται νὰ τὸ ζητήσει. Τὸ εὐχέλαιο εἶναι γιὰ τὴν ὑγεία καὶ τὴ ζωή. Γιὰ ὑγεία καὶ ζωὴ μιλοῦν ὅλες οἱ αἰτήσεις καὶ οἱ εὐχὲς τοῦ μυστηρίου.
Τέλος, εἶναι δυνατὸ νὰ διατυπωθεῖ καὶ μία ἔνσταση: γιατί δὲν θεραπεύει πάντοτε; τὸ μυστήριο τοῦ Εὐχελαίου δὲν συστάθηκε γιὰ νὰ καταργεῖ κάθε ἀσθένεια, τὸν θάνατο καὶ τὴν ἰατρικὴ ἐπιστήμη. Πολλὲς φορὲς φέρνει ἔμμεση θεραπεία. Ἄλλωστε, ἡ θεραπεία ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴν πίστη τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ ἴδια χάρη παρέχεται σὲ ὅλους· ὅλοι ὅμως δὲν θεραπεύονται. Ἡ θεραπεία μπορεῖ νὰ μὴν εἶναι πάντοτε γιὰ τὸ εὐρύτερο συμφέρον τοῦ ἀνθρώπου. Παραμένει γιὰ νὰ παιδαγωγήσει ἴσως τὸν ἀσθενῆ καὶ νὰ τὸν ὁδηγήσει μὲ βεβαιότητα στὴν ἐν Χριστῷ σωτηρία· ὅποτε καὶ πάλι ἐπιτυγχάνεται ὁ ἀπώτερος σκοπὸς τοῦ μυστηρίου.

Τρίτη, Απριλίου 23, 2019

Εξήλθεν αίμα και ύδωρ… Η τρυπημένη πλευρά του Ιησού. Ερμηνεία του γεγονότος

(Υπόμνημα Π.Ν. Τρεμπέλα στο κατά Ιωάννην)

Ιω. 19,34 ἀλλ᾿ εἷς τῶν στρατιωτῶν(1) λόγχῃ(2) αὐτοῦ τὴν πλευρὰν(3) ἔνυξε(4), καὶ εὐθέως ἐξῆλθεν αἷμα καὶ ὕδωρ(5).(=αλλά ένας στρατιώτης, δια κάθε ενδεχόμενον, του ετρύπησε την πλευράν με την λόγχην• και αμέσως έτρεξε από εκεί αίμα και νερό).
(1) «Επειδή λοιπόν για λίγο έδειξαν δυσπιστία για το αν είχε ήδη πεθάνει, τον χτυπούν με λόγχη στην πλευρά» (Κύριλλος Αλεξανδρείας). Η γλώσσα του κειμένου υπονοεί ότι ο στρατιώτης επιζητούσε να διαπιστώσει με βεβαιότητα ότι ο Ιησούς ήταν νεκρός (β). Αν και τα πεπειραμένα τους μάτια είδαν, ότι ήταν ήδη νεκρός, δεν προσπέρασαν, αλλά κατέστησαν το γεγονός του θανάτου του απολύτως βέβαιο με τον αναφερόμενο τρόπο (ο).
Ο Ωριγένης στο Ματθ. κζ 54 φαίνεται να λέει, ότι το τρύπημα με τη λόγχη δινόταν μερικές φορές αντί για τη δική μας χαριστική βολή, για να επισπεύσει το θάνατο των εσταυρωμένων.
(2) Λέγεται μία φορά. Δόρυ με σίδερο οπλισμένο (G). Μακρύ ελαφρύ ακόντιο όχι τόσο βαρύ όσο ο ύσσος (pilum), ο οποίος ήταν το συνηθισμένο όπλο των Ρωμαίων στρατιωτών (β). Τρύπησε με την αιχμή του όπλου δηλαδή με το τριγωνικό σιδερένιο κεφάλι της λόγχης (ο), η οποία δεν θα έθιγε τα οστά του Ιησού (b).
(3) Πιθανώς είχε σκοπό να πλήξει την καρδιά, διότι δεν μπορούμε να υποθέσουμε, ότι η θέση του τραύματος προήλθε από τυχαίο πλήγμα ή ότι τρύπησε την αριστερή πλευρά του Ιησού, διότι πλησίασε το σώμα από εκείνο το μέρος (ο). Η Αιθιοπική όμως μετάφραση (ΣΤ΄ αιώνας) λέει ότι τρυπήθηκε η δεξιά πλευρά, και αυτό ήταν ευρύτατα δεκτό κατά τους αρχαίους χρόνους (δες και Acta Pilati B XI).
Και στη λειτουργία του Χρυσοστόμου (στην Προσκομιδή) συναντιέται η διάταξη: νύττει αυτόν στο «δεξιό» μέρος με λόγχη (β). Μολονότι το δεξί του λειτουργού που νύττει αντιστοιχεί προς το αριστερό του νυττομένου αμνού. Τίποτα παρόλ’ αυτά δεν είναι βέβαιο ως προς το ποια πλευρά τρυπήθηκε.
(4) Λέγεται μία φορά. Συχνά λέγεται στον Όμηρο για βαρύτερα καθώς και για θανάσιμα τραύματα, τα οποία επιφέρονται εναντίον κάποιου (G). Γενικώς όμως χρησιμοποιείται για ελαφρά αγγίγματα. Δες Σοφία Σειράχ κβ 19 και Γ΄ Μακαβ. ε 14. Από το Ιω. κ 25 φαίνεται ότι το τραύμα υπήρξε ευρύ (β). Λιγότερο μαρτυρημένη γραφή, που συναντιέται και στη Βουλγάτα aperuit (=άνοιξε)=
«με την έννοια ότι η οδός της ζωής άνοιξε, από την οποία απέρρευσαν τα μυστήρια της εκκλησίας, χωρίς τα οποία δεν υπάρχει κάποια είσοδος στη ζωή, η οποία είναι η αληθινή ζωή» (Αυγουστίνος).
Η γραφή προήλθε από παραφθορά (ήνυξε, ένοιξε) της αυθεντικής.
(5) «Είναι υπερφυσικό το πράγμα, και ξεκάθαρα διδάσκει, ότι αυτός που τρυπήθηκε είναι κάτι ανώτερο από άνθρωπος. Διότι από νεκρό άνθρωπο, και αν ακόμη μύριες φορές τρυπήσει κάποιος δεν θα βγει αίμα» (Ζιγαβηνός).

«Μυστήριο απόρρητο τελούνταν· διότι βγήκε νερό και αίμα» (Χρυσόστομος). «Των μεν άλλων λοιπόν νεκρών το αίμα πήζει και δεν τρέχει νερό καθαρό. Το παράδοξο όμως με το νεκρό σώμα του Ιησού ήταν ότι χύθηκε από τις πλευρές αίμα και νερό» (Ωριγένης).

Το αίμα εκείνο που έρευσε ήταν παράδοξο· αλλά και το νερό που βγήκε ακόμη περισσότερο παράδοξο. Ότι όμως και τα δύο βγήκαν κατά τον ίδιο χρόνο και όμως χωρισμένα μεταξύ τους υπήρξε το πιο καταπληκτικό από όλα. Από ποιό μέρος του σώματος το αίμα και το νερό βγήκε, από το στήθος ή από την καρδιά ή από κάποιο άλλο; Ποιός μπορεί να καθορίσει; Το νερό υπήρξε διαυγές και πραγματικό· όπως και το αίμα υπήρξε καθαρό και πραγματικό… Η διαβεβαίωση του ευαγγελιστή, ο οποίος υπήρξε συγχρόνως θεατής και μάρτυρας, δείχνει τόσο την αλήθεια, όσο και το μεγαλείο του θαύματος και του μυστηρίου (b).

Ότι το να εκρεύσει αίμα από νεκρό σώμα είναι αφύσικο αναγνωρίστηκε γενικά. Για αυτό το φαινόμενο προτάθηκαν διάφορες φυσικές εξηγήσεις από κάποιους από τους νεώτερους ερμηνευτές. Έτσι η λόγχη ίσως έπληξε διάφορα αιμοφόρα αγγεία, και ενδέχεται να ήλθε σε επαφή με σημεία, στα οποία από εσωτερική αιμορραγία είχε συσσωρευτεί αίμα, και όπου ο ορρός και ο πλακούντας ήταν σε κατάσταση χωρισμού· και κατ’ αρχάς μεν έρρευσε ο ορός μόνος, όταν όμως η λόγχη μπήκε βαθύτερα ίσως έθιξε και σημεία, όπου το αίμα ήταν ρευστό (Ebrard).
Αλλά όταν πληγεί ένα μεγάλο αιμοφόρο αγγείο κάποιου νεκρού, μπορεί σε κάποιες περιπτώσεις να εκρεύσει από το τραύμα αίμα μελανωπό καλυμμένο από στρώμα ορρού. Είναι όμως ελάχιστα πιθανό ότι κάτι τέτοιο θα χαρακτηριζόταν από τον Ιωάννη ως αίμα και νερό (g).

Ο W. Stroud εισηγήθηκε ότι ο θάνατος του Ιησού προήλθε από διάρρηξη της καρδιάς, το οποίο εξηγεί γιατί επήλθε ο θάνατος τόσο σύντομα, και ότι το αίμα και νερό ήταν τα χωρισμένα μεταξύ τους θρόμβος και ορρός της ποσότητας του αίματος που διέφυγε στον περικάρδιο σάκκο, τον οποίο η λόγχη τρύπησε. Αλλά αυτό προϋποθέτει, ότι το τραύμα δόθηκε στην αριστερή πλευρά, για το οποίο όμως δεν έχουμε καμία βέβαιη ένδειξη, αλλά τελείως αντίθετα η παράδοση μιλά για τη δεξιά πλευρά.

Επιπλέον ο C. Creighton παρατήρησε, ότι το αίμα που διέφυγε σε κάποια κοιλότητα εσωτερική από ρήγμα ενός μεγάλου οργάνου δεν εκδηλώνει τάση χωρισμού σε θρόμβο και ορρό αλλά μένει παχύ σκοτεινό κόκκινο αίμα (β). Οι εξηγήσεις αυτές παραμένουν αρκετά απίθανες.

Η φράση αίμα και νερό δηλώνει με τρόπο φυσικό δύο ουσίες που έρρευσαν συγχρόνως, αλλά χωριστές, για τα μάτια του θεατή. Δεν απομένει μπροστά μας παρά μία εξήγηση· να δεχτούμε, ότι το γεγονός αυτό το μυστηριώδες συνέβη παρά τους νόμους της κοινής φυσιολογίας και ότι σχετίζεται με την εξαιρετική φύση σώματος, το οποίο η αμαρτία δεν αλλοίωσε ποτέ, και το οποίο βάδιζε προς την ανάσταση, χωρίς να πρόκειται να διέλθει πρώτα από την αποσύνθεση.
Από τη στιγμή του θανάτου αρχίζει γενικώς η πρόοδος της αποσύνθεσης. Το σώμα του Ιησού έπρεπε από τη στιγμή αυτή να πάρει διαφορετικό δρόμο. Μπήκε στην οδό της δόξας. Εκείνος ο οποίος υπήρξε ο άγιος του Θεού, με την απόλυτη έννοια της λέξης, εξαιρέθηκε επίσης από την διαφθορά (Ψαλμ. ιε 10). Αυτή είναι η έννοια την οποία ο ευαγγελιστής θέλησε να προσδώσει στο μοναδικό αυτό και χωρίς κάποιο προηγούμενο φαινόμενο (g).
Έτσι νέα διαθήκη επικυρώθηκε. Η προς Εβραίους επιστολή υπενθυμίζει στους αναγνώστες της, ότι η πρώτη διαθήκη βεβαιώθηκε με αίμα και νερό και ύσσωπο (Εβρ. θ 19) (χ).

Ο θάνατος του Κυρίου υπήρξε τελείως διαφορετικός από το θάνατο όλων των υπόλοιπων ανθρώπων και φανέρωσε την καλυπτόμενη από την ανθρώπινη φύση θεία προσωπικότητά του με το γεγονός, ότι η διαφθορά και η σήψη, η οποία για μας αρχίζει αμέσως από την πρώτη στιγμή του θανάτου μας, υπήρξε ξένη με το άχραντο σώμα του. Υπήρχε θεία ζωή στο ανθρώπινο σώμα του Ιησού Χριστού, πάνω στην οποία ο θάνατος δεν είχε κάποια εξουσία ή δύναμη. Η νίκη του θανάτου πάνω του υπήρξε προσωρινή και σύντομη, όμοια με τις καλοκαιρινές νύχτες των βορείων περιοχών της γης, στις οποίες το λυκόφως δεν παύει να φωτίζει μέχρι τη στιγμή κατά την οποία το λυκαυγές διαδέχεται αυτό.

Εκτός από την εξήγηση αυτή υπάρχουν στους Πατέρες και συμβολικές εξηγήσεις του μυστηριώδους φαινομένου. Η επικρατούσα, την οποία κάποιοι από τους νεώτερους (χ,τ) θεωρούν ότι επιβεβαιώνεται και από τον ίδιο τον ευαγγελιστή (Α΄ Ιωάννου ε 16) είναι: «Αυτές οι πηγές δεν βγήκαν από το σώμα του απλώς και ως έτυχε, αλλά επειδή από αυτά τα δύο συστάθηκε η Εκκλησία. Και το γνωρίζουν αυτοί που μυούνται στα μυστήρια, που αναγεννιούνται μεν με νερό, τρέφονται δε με αίμα και σάρκα. Από εδώ λαμβάνουν αρχή τα μυστήρια, ώστε, όταν προσέρχεσαι στο φρικτό ποτήριο, να προσέρχεσαι έτσι, σαν να πίνεις από αυτήν την πλευρά» (Χρυσόστομος).

«Διότι το άγιο βάπτισμα είναι όντως του Χριστού και από το Χριστό και η δύναμη της μυστικής ευλογίας (=της Θείας Ευχαριστίας) γεννήθηκε ξανά σε εμάς από την αγία του σάρκα» (Κύριλλος).

«Εκείνο το αίμα χύθηκε για την άφεση των αμαρτιών· το νερό εκείνο… χορηγεί μία και μόνη φορά το λουτρό του βαπτίσματος» (Αυγουστίνος).
Άλλη αλληγορία λιγότερο διαδεδομένη: «Αναβλύζει αίμα και νερό εγκαινιάζοντας δύο βαπτίσματα, αυτό του αίματος, του μαρτυρίου, και αυτό του νερού, της αναγέννησης» (Ζιγαβηνός).

Ερμηνεύεται αλληγορικά επίσης και το τρύπημα της πλευράς: «Τρυπιέται με τη λόγχη στην πλευρά ο Σωτήρας λόγω της τρυπημένης από την αμαρτία πλευρά του Αδάμ, δηλαδή την Εύα, θεραπεύοντας με την πληγή της πλευράς την πληγή της πλευράς» (Ζιγαβηνός).

«Ο δεύτερος αυτός Αδάμ έγυρε το κεφάλι και κοιμήθηκε πάνω στο σταυρό, έτσι ώστε μία σύζυγος [η εκκλησία] να φτιαχτεί για Αυτόν από εκείνο, το οποίο έρρευσε από την πλευρά αυτού που κοιμόταν. Ω θάνατε, μέσω του οποίου οι νεκροί αναστήθηκαν ξανά στη ζωή! Τι μπορεί να είναι καθαρότερο από το αίμα αυτό; Τι ιαματικότερο από το τραύμα αυτό;» (Αυγουστίνος).

(Υπόμνημα Π.Ν Τρεμπέλα στο κατά Ιωάννην, μετάφραση στα νέα ελληνικά π. Νικόλαος Πουλάδας)

Μεγάλη Τρίτη Εσπέρας


Ἡ ἀποψινή βραδιά, ἀγαπητοί μου, εἶναι ἀφιερωμένη σέ μία πόρνη, σέ μία ἁμαρτωλή γυναίκα, τήν ὁποία ἐμεῖς οἱ χριστιανοί, οἱ συνοδοιπόροι τοῦ πάθους τοῦ Χριστοῦ πρέπει νά μιμηθοῦμε καί νά ἀκολουθήσουμε.
Θά ἔλεγε τώρα κάποιος: Τί εἶναι αὐτά πού μᾶς λές, πάτερ; Ἀκοῦς ἐκεῖ, νά μοιάσουμε μία ἁμαρτωλή γυναίκα! Δηλαδή νά γίνουμε κι᾿ ἐμεῖς πόρνοι; Νά πέσουμε στήν ἀνηθικότητα, στήν αἰσχρή ἁμαρτία;
Ὄχι. Νά μοιάσουμε τήν γυναίκα αὐτή, νά τήν ἀκολουθήσουμε, μά ὄχι στήν ἁμαρτία ἀλλά στήν ἔμπρακτη καί εἰλικρινή της μετάνοια. Ἐξ ἄλλου γι᾿ αὐτό τήν προβάλλει σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας.
Τό σημαντικότατο, συγκινητικότατο καί διδακτικότατο γεγονός, κατά τό ὁποῖο μία ἁμαρτωλή γυναίκα ἄλειψε μέ μύρο τά πόδια τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τό διασώζουν καί οἱ τέσσερις Εὐαγγελιστές, ἀκρινῶς γιατί εἶναι πολύ σπουδαῖο. Ὁ Ματθαῖος, ὁ Μᾶρκος καί ὁ Ἰωάννης ὁμιλοῦν γιά τήν ἴδια γυναίκα, τήν Μαρία, τήν ἀδελφή τοῦ Λαζάρου, ἡ ὁποία ἀπό εὐγνωμοσύνη γιά τήν ἀνάσταση τοῦ ἀδελφοῦ της ἔκανε τήν σπουδαία αὐτή πράξη πού προηγεῖται χρονικά. Αὐτή ἡ Μαρία δέν ἦταν ἁμαρτωλή, ἀλλά πιστή καί ἀφοσιωμένη στόν Κύριο.
Ἀντίθετα ὁ Λουκᾶς ἀναφέρεται σέ μία ἄλλη γυναίκα, πού δέν μᾶς λέει τό ὄνομά της. Καί αὐτή ἔκανε ὅ,τι καί ἡ Μαρία, εἶναι ὅμως διαφορετικό περιστατικό καί ἕπεται χρονικά. Εἶναι ἐκείνη ἡ ἁμαρτωλή γυναίκα, πού θά λιθοβολοῦσαν οἱ γραμματεῖς καί οἱ φαρισαῖοι, ἄν δέν προλάβαινε ὁ Ἰησοῦς. Ἡ καλωσύνη τοῦ Κυρίου καί ἡ συμβουλή του, στό ἑξῆς νά μή ἁμαρτάνει, μπῆκαν μέσα της, τήν συνεκλόνισαν. Ἔτσι σταμάτησε τήν ἁμαρτία καί ἔρχεται τώρα νά δείξει τήν εὐγνωμοσύνη της. Ὄχι τόσο γιατί γλύτωσε τόν λιθοβολισμό τῶν Ἰουδαίων, ἀλλά κυρίως γιατί Ἐκεῖνος ἔγινε αἰτία νά σταματήσει αὐτή τήν αἰσχρή ἁμαρτία. Ἡ ζωή μέσα στήν ἁμαρτία εἶναι καταισχύνη, μαρτύριο, κόλαση καί βίος ἀβίωτος.
Σύμφωνα μέ τόν ἱερό Εὐαγγελιστή, κάποιος φαρισαῖος Σίμων στό ὄνομα κάλεσε τόν Χριστό γιά δεῖπνο στό σπίτι του. Ἐκεῖ ὅπως ἔτρωγαν, ἔρχεται ἡ γυναίκα αὐτή κρατώντας στά χέρια της ἕνα ἀλαβάστρινο δοχεῖο γεμάτο μέ πολύτιμο μύρο. Στάθηκε πίσω ἀπό τόν Ἰησοῦ καί ἄρχισε νά κλαίει γοερά. Ἔκλαιε μέ σπαραγμό γιά τίς πολλές της ἁμαρτίες. Ἔκλαιε, γιατί ἐλύπησε τόν Θεό, γιατί πρόσβαλε τόν ἑαυτό της, τόν ἔρριξε τόσο χαμηλά.
Ξέρετε κανένα στόν καιρό μας νά κλαίει τόσο σπαρακτικά γιά τίς πολλές του ἁμαρτίες; Ἤ μήπως ἐμεῖς δέν ἔχουμε ἁμαρτίες; Γι᾿ αὐτό εἴπαμε στήν ἀρχή, ὅτι ἐμεῖς πρέπει νά τήν μιμηθοῦμε καί νά τήν μοιάσουμε.
Ἄνοιξε τό δοχεῖο μέ τό μύρο καί ἔπλυνε μέ αὐτό τά πόδια τοῦ Χριστοῦ ἀνακακατεύοντας καί τά καυτά της δάκρυα. Μετά τά σκούπισε μέ τά μακρυά μαλλιά της.
Ἀφήνουμε τίς διαμαρτυρίες τοῦ Ἰούδα γιά τήν δῆθεν σπατάλη καί πηγαίνουμε στόν Σίμωνα τόν φαρισαῖο.
Μονολογεῖ μέσα του καί λέει: Ὑποτίθεται πώς ὁ ἄνθρωπος αὐτός εἶναι προφήτης. Δέν ξέρει ποιά εἶναι ἡ γυναίκα αὐτή, πῶς τῆς ἐπιτρέπει νά τόν ἐγγίζει; Βλέπετε δέν μᾶς μολύνουν οἱ δικές μας ἁμαρτίες, ἀλλά ἡ ἁμαρτία τῶν ἄλλων. Ἀδιαφοροῦμε γιά τίς δικές μας ἁμαρτίες καί ἀσχολούμεθα μέ τίς ἁμαρτίες τῶν ἄλλων. Ὅπως εἶπε ὁ Κύριος παρατηροῦμε ἕνα σκουπιδάκι, πού εἶναι στό μάτι τοῦ ἄλλου καί δέν προσέχουμε τό δοκάρι, πού εἶναι στό δικό μας μάτι.
Ἡ ἀπάντηση τοῦ Χριστοῦ εἶναι καταπέλτης γιά τόν φαρισαῖο. Σίμων, τοῦ λέει, μπῆκα στό σπίτι σου καί δέν μοῦ ἔπλυνες μέ νερό τά πόδια, ὅπως ὁρίζει ὁ νόμος καί ἡ συνήθεια τῶν Ἑβραίων. Αὐτή ἡ γυναίκα μοῦ τά ἔπλυνε μέ τά πολύτιμα δάκρυά της. Χαιρετισμό μέ ἀσπασμό δέν μοῦ ἔδωσες, ὥς ὄφειλες. Αὐτή στιγμή δέν ἔπαυσε νά μοῦ φιλάει τά πόδια. Δέν μοῦ ἄλειψες τό κεφάλι μέ ἀρωματικό λάδι, ὅπως θά ἔπρεπε. Αὐτή μοῦ ἄλειψε τά πόδια μέ πολύτιμο μύρο. Ἐσύ ὁ δῆθεν εὐσεβής δέν ἔκανες τίποτε, ἐνῷ ἡ ἁμαρτωλή αὐτή γυναίκα, πού ἐσύ περιφρονεῖς, ἔκανε τόσα πολλά. Μετά ἀπό ὅλα αὐτά δέν θά ἔπρεπε νά τῆς πῶ, σοῦ συγχωροῦνται οἱ πολλές σου ἁμαρτίες; Ἁμάρτησε πολύ, ἔφταιξε πολύ, ἀλλά καί βαθιά μετενόησε. Μέ ἀγάπησε πολύ, ἀφοῦ συγχωρήθηκαν οἱ ἁμαρτίες της.
Μέ αὐτά τά λόγια, ἀγαπητοί μου, ὁ Χριστός ἐγκαινίασε μία νέα ἀντίληψη γιά τόν ἁμαρτωλό ἄνθρωπο, ἐντελῶς διαφορετική ἀπό ἐκείνη τῆς ἰουδαϊκῆς κοινωνίας. Ὁ ἁμαρτωλός δέν εἶναι μιασμένος ἀπό τή φύση του, ἀλλά εἶναι πνευματικά ἀσθενής, ὁ ὁποῖος χρειάζεται βοήθεια. Σ᾿ ἕναν ἄρρωστο δέν τοῦ κόβουμε τό κεφάλι, ἀλλά τόν ὁδηγοῦμε στό γιατρό, στή θεραπεία. Ναί, νά εἴμαστε πιστοί στό Θεό, μά νά ἔχουμε ἀγάπη καί στόν ἄνθρωπο, στήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Ἀπό πίστη στό Θεό δέν σκοτώνουμε τόν ἄνθρωπο, ὅσο ἁμαρτωλός καί ἄν εἶναι. Αὐτό τό βλέπουμε νά συμβαίνει συχνά μέσα στούς μουσουλμάνους, στούς ταλιμπάν. Δέν θά ἔπρεπε ὅμως νά γίνεται καί ἀνάμεσα στούς χριστιανούς. Ἀγαποῦμε ὅ,τι ἔκανε ὁ Θεός καί μισοῦμε ὅ,τι προέρχεται ἀπό τόν διάβολο. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι δημιούργημα τοῦ Θεοῦ καί τόν ἀγαποῦμε, ὅποιος καί ἄν εἶναι. Ἡ ἁμαρτία προέρχεται ἀπό τόν διάβολο καί τήν μισοῦμε ἀπό καρδίας, τήν ἀποστρεφόμαστε μετά βδελυγμίας.
Ἡ γυναίκα αὐτή παραδόθηκε καί κατρακύλισε στόν βόρβορο τῆς ἁμαρτίας. Ὁ ψυχικός της κόσμος διεφθάρη ὁλοκληρωτικά. Ὅμως μέσα της εἶχε μία μικρή σπίθα λυτρώσεως καί σωτηρίας βαλμένη ἀπό τόν Θεό, ὅπως ἄλλωστε σέ κάθε ἄνθρωπο. Μία φορά συναντήθηκε μέ τόν Χριστό ἡ γυναίκα αὐτή καί ἡ σπίθα ἔγινε φλόγα. Ἔγινε φωτιά μεγάλη. Ἄναψε πυρκαγιά μέσα της. Ἄφησε τήν ἁμαρτία, ἔκλαψε, μετάνοιωσε, ἔγινε ἄλλος ἄνθρωπος. Ἡ συνάντησή της μέ τόν Χριστό τήν συνεκλόνησε, τήν ἀνέστησε.
Ἐμεῖς, ὑποτίθεται, πώς εἴμαστε χριστιανοί. Γνωρίσαμε τόν Χριστό ἀπό τήν βρεφική μας ἡλικία. Ἀποκτήσαμε σχέσεις μαζί Του ἐδῶ καί χρόνια. Τόν συναντήσαμε ἀμέτρητες φορές μέσα στήν Ἐκκλησία, στήν προσευχή, στή νηστεία, στήν ἐξομολόγηση, στή Θεία Κοινωνία. Ποῦ εἶναι ἡ δική μας ἀλλαγή; Ἐγκαταλείψαμε τήν ἁμαρτία; Τήν σταματήσαμε;  Διακόψαμε τίς σχέσεις μας μέ αὐτήν; Δυστυχῶς ὄχι ἀκόμη. Καλά λέει ὁ Χριστός, ὅτι οἱ ἁμαρτωλοί, οἱ τελῶνες καί οἱ πόρνες μπαίνουν στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ κι᾿ ἐμεῖς μένουμε ἀπ᾿ ἔξω.
Ἀγαπητοί μου,
Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας σκόπιμα ἔβαλαν σήμερα μπροστά μας τήν μακαρία πρώην πόρνη. Ἡ μορφή της προβάλλει σάν φωτεινός ὁδηγός στή μέση τῆς Μ. Ἑβδομάδας, στήν πορεία μας πρός τό Θεῖο Πάθος. Θέλει νά πεῖ καί νά μᾶς δείξει, ὅτι, ἄν δέν συντριβοῦμε ὅπως ἐκείνη, ἄν δέν ἐπιδείξουμε ἔμπρακτη μετάνοια, δέν μποροῦμε νά ἀκολουθήσουμε τόν Χριστό, δέν μποροῦμε νά λεγώμαστε χριστιανοί.
 Καλός χριστιανός δέν εἶναι ὁ ἐγωϊστής, αὐτός πού λέει, ὅτι εἶναι καθαρός, αὐτός πού νομίζει ὅτι ἔφτασε σέ ἐπίπεδο ἁγιότητας καί ἄρα δέν χρειάζεται πιά ἄλλο ἀγώνα. Καλός χριστιανός εἶναι ἐκεῖνος πού δέν ἔχει μεγάλη ἰδέα γιά τόν ἑαυτό του, πού κλαίει γιά τίς ἁμαρτίες του. Πού τά δάκρυά του χύνονται πάνω στό στῆθος του, στήν καρδιά του, πού πέφτουν μπροστά στά πόδια τοῦ Χριστοῦ. Αὐτός θά ἀκούσει τά λόγια τοῦ Χριστοῦ σάν τήν πρώην πόρνη, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου, πορεύου εἰς εἰρήνην. Ἀμήν.-

 π. Γεώργιος Ρ. Ζουμῆς, 

Τα Θεία Πάθη στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο

ΤΑ ΘΕΙΑ ΠΑΘΗ ΣΤΟ ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ
(Αποσπάσματα από τα ερμηνευτικά Υπομνήματα στα Ευαγγέλια του Π.Ν. Τρεμπέλα.
Τα αποσπάσματα μεταφράστηκαν και μεταγλωττίστηκαν στη δημοτική γλώσσα από τον π. Νικόλαο Πουλάδα)
Α.  Η ΠΕΡΙΚΟΠΗ ΤΟΥ ΜΑΤΘΑΙΟΥ  κζ 1 – 65
(Υπόμνημα στο κατά Ματθαίον, Π.Ν.Τρεμπέλα σελ. 478-501 εκδόσεις «ο Σωτήρ», μεταφρασμένο & μεταγλωττισμένο στη δημοτική γλώσσα!
Οι αριθμοί στις λέξεις του αρχαίου κειμένου παραπέμπουν στην αντίστοιχη ερμηνεία και ανάλυσή τους)
ΣΥΝΤΜΗΣΕΙΣ ΟΝΟΜΑΤΩΝ
(Πατέρες Εκκλησίας & Εκκλησιαστικοί συγγραφείς)
Α = Αθανάσιος ο Μέγας              Ζ = Ζιγαβηνός Ευθύμιος
Απ = Απολλινάριος                    Θφ = Θεοφύλακτος Βουλγαρίας
Αυ = Αυγουστίνος                     Ιε = Ιερώνυμος
Β = Βασίλειος ο Μέγας               Κ = Κύριλλος Αλεξανδρείας
Γ = Γρηγόριος Ναζιανζηνός         Χ= Χρυσόστομος Ιωάννης
Γν = Γρηγόριος Νύσσης              Ω = Ωριγένης
Δ = Δαμασκηνός Ιωάννης           DB=Dict. Of the Bible,Hastings
Ε = Ευσέβιος Καισαρείας
(Σύγχρονοι Θεολόγοι ερμηνευτές)
The New-Century Bible, St Matthew Edited by G.H. Box on the      basis of the earlier edition by Prof  W.F. Slater, Edirburgh 1922 (σημειώνεται με το S)
M.J. Lagrange.   Evangile selon s. Matthieu, Deuxieme edition      Paris 1923 (σημειώνεται με το L.)
Alf. Plummer.   An exegetical commentary on the Gospel according to S. Matthew, London 1911 (σημειώνεται με το p.)
W. Allen    A critical and exegetical Commentary on the Gospel according to S. Matthew Third edition 1922 (σημειώνεται με το a).
A. Commentary critical, expository and practical κ.λ.π by I. Owen, New York 1864 (σημειώνεται με το ο).
L. Cl. Fillion    La sainte Bible commentee VII (σημειώνεται με το F).
J.A. Bengel      Gnomon of the N.T. Testament translated by I. Bryce. Τόμ. Α (σημειώνεται με το b).
C.L. W. Grimm  Lexicon Graeco-Latinum in libros N. Lipsiae 1903. (σημειώνεται με το g).
Ν. Δαμαλά  Ερμηνεία εις την Κ.Δ. τόμ. Β και Γ. Αθηναι 1892. (σημειώνεται με το δ)
ΚΕΙΜΕΝΟ & ΕΡΜΗΝΕΙΑ.
Οι αριθμοί στις λέξεις του αρχαίου κειμένου παραπέμπουν στην αντίστοιχη ερμηνεία και ανάλυσή τους
Η δίκη του Ιησού ενώπιον του Πιλάτου
Ματθ. 27,11  Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἔστη ἔμπροσθεν τοῦ ἡγεμόνος(1)· καὶ ἐπηρώτησεν αὐτὸν(2) ὁ ἡγεμὼν λέγων· σὺ(3) εἶ ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων(4); ὁ δὲ Ἰησοῦς ἔφη αὐτῷ· σὺ λέγεις(5).
Ματθ. 27,11   Ο δε Ιησούς εστάθη όρθιος εμπρός στον ηγεμόνα και τον ηρώτησε ο ηγεμών λέγων• “συ είσαι ο βασιλεύς των Ιουδαίων;” Ο δε Ιησούς του απήντησε• “συ λέγεις ότι είμαι ο βασιλεύς”.
Ο Ματθαίος συμφωνεί εδώ με το Μάρκο, προσθέτοντας και κάποια δικά του, όπως η παρέμβαση της γυναίκας του Πιλάτου, και το πλύσιμο των χεριών του τελευταίου αυτού, και το ότι ο λαός ανέλαβε την ευθύνη της έκχυσης του αίματος του Ιησού (L).
(1)    Ο Πιλάτος είχε ανεβεί από την Καισάρεια για τήρηση της τάξης κατά το Πάσχα.
(2)    «Οι μεν Ιουδαίοι τον παρέδωσαν στον Πιλάτο για να τον σκοτώσει, όχι για να τον εξετάσει· αυτός όμως, πριν την εξέταση, δεν ανεχόταν να τον σκοτώσει· γι’ αυτό ζητά να μάθει ποια είναι η κατηγορία» (Ζ). Σύμφωνα με το Λουκά οι Ιουδαίοι κατηγόρησαν τον Ιησού όχι για βλασφημία, για την οποία είχε καταδικαστεί σε θάνατο από το συνέδριο, αλλά η οποία για τον Πιλάτο δεν θα αποτελούσε έγκλημα που συνεπάγεται θάνατο, αλλά για στάση, ότι αποτρέπει την καταβολή φόρου στον Καίσαρα και ότι διεκδικεί το βασιλικό αξίωμα (Λουκ. κγ 2) (p).
«Και δες κακουργία! Επειδή ήθελαν δηλαδή να ανάψουν το θυμό του Πιλάτου εναντίον του Χριστού και να τον παρασύρουν στο να τον φονεύσει γρήγορα, του προσάπτουν κατηγορία αποστασίας και τυραννίας» (Ζ).
(3)    Ο Πιλάτος είχε πιθανώς ακούσει για τη θριαμβευτική είσοδο και γι αυτό τη σχετικά με την τυραννία κατηγορία τη βρήκε κατ’ αρχήν βάσιμη. Από τη δική του σκοπιά λοιπόν η κατηγορία αυτή ήταν η σοβαρότερη από όλες. Αλλά τώρα που βλέπει τον κατηγορούμενο, η κατηγορία τον εκπλήσσει. Και ρωτά τονίζοντας την αντωνυμία, εσύ είσαι…; Θεωρούσε απιθανότατο, ότι ο άνθρωπος αυτός διεκδικούσε τη βασιλεία.
(4)     Η ερώτηση παρουσιάζεται η ίδια και στους τρεις συνοπτικούς (ευαγγελιστές). Και μία τέτοια ερώτηση κατά πάσα πιθανότητα θα χρησιμοποιούσε σε τέτοια περίπτωση κάθε Ρωμαίος αξιωματούχος. Εάν ο Ιησούς αξίωνε ότι είναι βασιλιάς, θα διεκδικούσε το αξίωμα του βασιλιά των Ιουδαίων.
(5)    Ο Ιησούς ενώπιον του Καϊάφα ομολογεί τον εαυτό του Χριστό, ενώπιον του Πιλάτου βασιλιά (b).
«Ο Ιησούς όμως είπε σε αυτόν· Εσύ το λες, δίνοντας σε αυτόν σοφότατη απόκριση. Διότι ούτε είπε, ότι δεν είμαι, ούτε πάλι, ότι είμαι. Αλλά κάπως ενδιάμεσα είπε· Εσύ το λες. Αυτό δηλαδή μπορεί να εννοηθεί και έτσι, ότι, είμαι όπως λες. Και έτσι, ότι, Εγώ μεν δεν το λέω αυτό, εσύ όμως το λες» (Θφ).
Είναι αμφίβολο εάν υπάρχει κάποια σκιά διαφοράς ανάμεσα στο «συ λέγεις» αυτό και στο «σὺ εἶπας» στο κστ 64.
Η απάντηση είναι κάπως μετριασμένη κατάφαση.=Δεν αρνούμαι αυτό, αλλά εσύ το λες αυτό και όχι εγώ. Και ως καταφατική θεώρησε αυτήν και ο Πιλάτος. Σε αυτήν την περίπτωση όμως γίνεται αναγκαία η συμπλήρωση των πληροφοριών μας από την αφήγηση του Ιωάννη, όπου ο Ιησούς εξηγεί στον Πιλάτο, ότι η βασιλεία του δεν είναι από τον κόσμο αυτόν. Αλλιώς η δίκη θα έληγε εδώ και η καταφατική απάντηση του Κυρίου θα οδηγούσε αμέσως στην από τον Πιλάτο επικύρωση της θανατικής απόφασης. Αλλά από την κατ’ ιδίαν συνομιλία του με τον Ιησού ο Πιλάτος πείστηκε, ότι επρόκειτο για ακίνδυνο και αθώο άνθρωπο. Γι’ αυτό προσπαθεί να τον σώσει. Δεν έχει όμως αρκετό σθένος, ώστε να ενεργήσει όπως ο Κλαύδιος Λυσίας στην περίπτωση του Παύλου (p).
Ματθ. 27,12  καὶ ἐν τῷ κατηγορεῖσθαι αὐτὸν ὑπὸ τῶν ἀρχιερέων καὶ τῶν πρεσβυτέρων οὐδὲν ἀπεκρίνατο(1).
Ματθ. 27,12  Και ενώ κατηγορείτο από τους αρχιερείς και πρεσβυτέρους, αυτός δεν έδωσε καμίαν απάντησιν.
(1)    Η αντίθεση μεταξύ της συμπεριφοράς του Κυρίου προς τον Πιλάτο κατ’ ιδίαν και της συμπεριφοράς του όταν αντιμετώπιζε δημόσια την εναντίον του κατηγορία της ιουδαϊκής ιεραρχίας, είναι αξιοσημείωτη. Αναγνωρίζει ως δικαίωμα του επιτρόπου να ρωτήσει αυτόν για τις κατηγορίες αυτές, και γι’ αυτό απαντά στα ερωτήματά του ελεύθερα. Δεν αναγνωρίζει όμως ως δικαίωμα των μελών του συνεδρίου να φέρνουν τέτοιες κατηγορίες, οι οποίες ήταν ψευδείς και γνώριζαν καλά οι του συνεδρίου, ότι ήταν ψευδείς (p).
«Διότι αν και είχαν μύριες αποδείξεις από τα πράγματα για τη δύναμη, την πραότητα, και την επιείκειά του, με τη θέλησή τους τυφλώνονταν και κακουργούσαν. Για αυτά ακριβώς δεν απαντά σε τίποτα, αλλά σιωπά…, προς τις κατηγορίες όμως αυτών τίποτα πλέον δεν λέει· διότι δεν επρόκειτο βεβαίως να τους πείσει» (Χ).
Ματθ. 27,13  τότε λέγει αὐτῷ ὁ Πιλᾶτος· οὐκ ἀκούεις πόσα σου καταμαρτυροῦσι(1);
Ματθ. 27,13  Τότε λέγει εις αυτόν ο Πιλάτος• “δεν ακούς πόσα καταθέτουν αυτοί εις βάρος σου;”
(1)    «Διότι ήθελε ο Πιλάτος να απαλλαχτεί ο Ιησούς αφού απολογηθεί, γι’ αυτό και έλεγε αυτά» (Χ). Ο Πιλάτος φαίνεται ήδη πεπεισμένος για την αθωότητα του κατηγορουμένου.
Ματθ. 27,14   καὶ οὐκ ἀπεκρίθη αὐτῷ πρὸς οὐδὲ ἓν ῥῆμα, ὥστε θαυμάζειν(1) τὸν ἡγεμόνα λίαν.
Ματθ. 27,14    Και δεν απήντησεν εις αυτόν ούτε ένα λόγον, ώστε ο ηγεμών να θαυμάζει παρά πολύ.
(1)    «Διότι πράγματι ήταν αξιοθαύμαστο να βλέπει να δείχνει τόση επιείκεια και να σιωπά, αυτός που μπορούσε άπειρα να πει» (Χ). Θαυμάζει ο Πιλάτος, διότι δεν είναι δυνατόν να παραμένει κάποιος σιωπηλός, όταν η ζωή του βρίσκεται σε κίνδυνο, μάλιστα αφού ήδη άρχισε να μιλά (b). Του Σωτήρα μας η πραεία και σεμνοπρεπής στάση, που τόσο διέφερε από τη στάση ενός τολμηρού και φιλόδοξου δημαγωγού που παρασέρνει τον όχλο σε στάση ή κάποιου αποσκληρυμένου εγκληματία, που συνταύτισε την τύχη του με κλέφτες και ληστές, πρέπει να προκάλεσε την προσοχή του επιτρόπου και το θαυμασμό του (ο).
Ματθ. 27,15  Κατὰ δὲ ἑορτὴν(1) εἰώθει(2) ὁ ἡγεμὼν ἀπολύειν ἕνα τῷ ὄχλῳ δέσμιον(3), ὃν ἤθελον(4).
Ματθ. 27,15   Κατά την εορτή δε του πάσχα είχε την συνήθειαν ο ηγεμών να απολύη ένα κατάδικον χάριν του λαού, εκείνον τον οποίον ήθελαν.
(1)    «Τη γιορτή του Πάσχα δηλαδή» (Ζ). Κατά το οκταήμερο του Πάσχα (F).
(2)    Σχετικά με τη συνήθεια αυτή τίποτα άλλο δε γνωρίζουμε παρά μόνο αυτά που αναφέρουν τα ευαγγέλια. Είναι πιθανόν να πρόκειται για συνήθεια των Ιουδαίων, την οποία οι Ρωμαίοι σε συμφωνία με την ανοχή των τοπικών εθίμων, τα οποία δεν ήταν επικίνδυνα στην εξουσία τους, εξακολουθούσαν να τηρούν (p).
«Λέει ο Ιωάννης, ότι είπε ο Πιλάτος· Υπάρχει συνήθεια σε σας να ελευθερώσω για σας έναν κατά το Πάσχα» (Ζ).
(3)    Η συνήθεια αυτή ήταν σύμφωνη με την απελευθέρωση από την Αίγυπτο (b). Πιθανώς να είχε σχέση και με παλαιό έθιμο των Βαβυλωνίων-Ασσυρίων, σύμφωνα με το οποίο ο βασιλιάς του ζητούσαν σε κάποιες ημέρες του μήνα Μαρσιεσβάν να απαγγείλει κάποιο ψαλμό μετανοίας και να αφήνει ελεύθερο έναν δέσμιο, για δήλωση ίσως, του ότι οι θεοί δείχνονταν φιλάνθρωποι και συγχωρούσαν τις αμαρτίες τους (S).
(4)    Αδιαφόρως των μεγάλων ή πολλαπλών του εγκλημάτων, εάν ο λαός ήθελε την απόλυσή του, ο δέσμιος ελευθερωνόταν (ο).
Ματθ. 27,16  εἶχον(1) δὲ τότε δέσμιον ἐπίσημον(2) λεγόμενον Βαραββᾶν(3).
Ματθ. 27,16  Είχαν δε τότε ένα κατάδικον διαβόητον δια τα πολλά του εγκλήματα, ο όποιος ελέγετο Βαραββάς.
(1)    Είχαν οι ρωμαϊκές αρχές (ο).
(2)    Το αντίθετο του άσημος, το οποίο λέγεται πρώτα για το χρυσό και το ασήμι που δεν έχουν κοπεί και σφραγιστεί σε νομίσματα, και έπειτα για τον μη γνωστό. Επίσημος λοιπόν είναι ο σεσημασμένος, ο γνωστός για καλό ή κακό (δ). «Επίσημο, δηλαδή διαβόητο για κακία· ο οποίος είχε κάνει άπειρους φόνους» (Χ).
Εάν επρόκειτο για άνθρωπο που αξίωνε, ότι ήταν ο Μεσσίας ή που συγκρούστηκε με τους Ρωμαίους υπέρ της ανεξαρτησίας του ιουδαϊκού λαού, θα ήταν πολύ δημοφιλής και συνεπώς θα ήταν πολύ ανόητο εκ μέρους του Πιλάτου, να προτείνει την απόλυσή του, ενώ αποτελούσε και κίνδυνο για το ρωμαϊκό καθεστώς, αφού θα ήταν εκ προτέρου βέβαιος, ότι αυτόν θα προτιμούσαν οι Ιουδαίοι. Η στάση και αιματοχυσία, για την οποία είχε φυλακιστεί (Λουκ. κγ 19), θα προκλήθηκε από κάποια ληστρική επιδρομή, στην οποία δεν αναφέρεται, ότι αυτός ήταν ο αρχηγός (p).
(3)    Όχι ασυνήθιστο στους Ιουδαίους όνομα (ο). Βάρ-αββά, υιός αββά, «γιος του πατέρα. Διότι βαρ είναι ο γιος και αββάς ο πατέρας» (Θφ). Άλλοι ερμήνευσαν γιος ραββίνου. «Διότι όπως φαίνεται ήταν πατρώνυμο του ληστή το Βαραββάς, το οποίο ερμηνεύεται γιος διδασκάλου» (Σχόλιο Αναστασίου Αντιοχείας), «filius magistri eorum(=γιος του διδασκάλου τους)» (Ιερώνυμος).
Σε αυτή την περίπτωση όμως έπρεπε να είναι Βαρ-ραββάν. Η συνήθης παραγωγή του ονόματος υιός πατρός παρέχει προφανή αντίθεση μεταξύ του Υιού του Πατρός (=του Χριστού), ο οποίος αποδοκιμάστηκε και του υιού κάποιου πατέρα (=Βαραββάς), ο οποίος προτιμήθηκε (p). «Οι Ιουδαίοι λοιπόν, ζήτησαν τον υιό του πατέρα τους του διαβόλου» (Θφ).
Ματθ. 27,17  συνηγμένων οὖν αὐτῶν εἶπεν αὐτοῖς ὁ Πιλᾶτος(1)· τίνα θέλετε ἀπολύσω ὑμῖν(2); Βαραββᾶν(3) ἢ Ἰησοῦν τὸν λεγόμενον Χριστόν;
Ματθ. 27,17   Ενώ δε εκείνοι ήσαν συγκετρωμένοι εμπρός στο πραιτώριον, τους ηρώτησεν ο Πιλάτος• “ποίον θέλετε να απολύσω προς χάριν σας; Τον Βαραββάν η τον Ιησούν, τον λεγόμενον Χριστόν;”
(1)    «Ο Πιλάτος επειδή δεν μπόρεσε να σώσει το Χριστό ως αθώο, επεχείρησε έστω λοιπόν και ως κατάδικο να του δώσει χάρη λόγω της γιορτής» (Ζ). «Διότι αν δε θέλετε, λέει, να τον αφήσετε ως αθώο, έστω και ως κατάδικο χαρίστε του τη ζωή λόγω της γιορτής» (Χ).
(2)    «Βλέπεις πώς αντιστράφηκε η κατάσταση; Διότι η μεν αίτηση υπέρ των καταδίκων, ήταν συνήθεια να γίνεται από το λαό, ενώ η απόλυση από τον άρχοντα· τώρα όμως έγινε το αντίθετο, και ο άρχοντας ζητά από το λαό και ούτε έτσι δεν γίνονται ήμεροι, αλλά εξαγριώνονται περισσότερο» (Χ).
(3)    Τόσο στο στίχο αυτό, όσο και στον προηγούμενο υπάρχει από ελάχιστα χειρόγραφα μαρτυρούμενη γραφή Ιησούν Βαραββάν. Ο Ωριγένης φαίνεται να προσκλίνει να δεχτεί τη γραφή αυτή.
«Σε πολύ παλαιά αντίγραφα που διάβασα και ο ίδιος ο Βαραββάς λεγόταν Ιησούς. Και η ερώτηση του Πιλάτου ήταν ως εξής σε αυτά· ποιόν θέλετε από τους δύο να ελευθερώσω σε σας, τον Ιησού τον Βαραββά ή τον Ιησού τον λεγόμενο Χριστό;» (Σχόλιο Αναστασίου Αντιοχείας).
Και μεταξύ των νεωτέρων ερμηνευτών προτιμούν αυτήν τη γραφή οι L,a,Burkitt,Ewald και Zahn. Όλοι όμως οι ελληνικοί μεγαλογράμματοι κώδικες, καθώς και οι περισσότερες και καλύτερες μεταφράσεις δεν μαρτυρούν υπέρ αυτής της γραφής. Επιπλέον και τα λίγα χειρόγραφα που μαρτυρούν υπέρ αυτής, ενώ έχουν το Ιησούς Βαρραβάς στους στίχους 16,17, δεν έχουν αυτό στους στίχους 20,21,26, όπου θα ανέμενε κάποιος να δει να επαναλαμβάνεται αυτό. Εξάλλου κανένα ίχνος της γραφής αυτής δεν συναντιέται σε κανένα χειρόγραφο των τριών υπόλοιπων ευαγγελίων (p). Είναι λοιπόν πιθανότατη η από απροσεξία μετάθεση από το όνομα του Σωτήρα και η σύγχυση του κύριου ονόματος του Σωτήρα και του πατρωνυμικού του ληστή (δ).
Ματθ. 27,18  ᾔδει γὰρ ὅτι διὰ φθόνον(1) παρέδωκαν(2) αὐτόν.
Ματθ. 27,18   Διότι είχε εννοήσει πολύ καλά, ότι ένεκα φθόνου τον παρέδωσαν.
(1)    Φθονούσαν τον Ιησού, διότι ο λαός ήταν με το μέρος του (b). Κριτής έμπειρος όπως ο Πιλάτος εύκολα αντιλήφθηκε αυτό (F). Άλλωστε οι ρωμαϊκές εξουσίες τηρούνταν ενήμερες με τους εγκαθέτους τους για το τι συνέβαινε στη χώρα, και δεν υπάρχει για αυτό καμία δυσκολία να υποθέσουμε, ότι ο Πιλάτος πληροφορήθηκε για τα σχετικά με τη δίκη του Ιησού (ο).
(2)    Οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι και όχι ο λαός, αυτοί είχαν συλλάβει και παραδώσει τον Ιησού, όπως σαφώς γράφει ο Μάρκος (S).
Ματθ. 27,19  Καθημένου δὲ αὐτοῦ ἐπὶ τοῦ βήματος(1) ἀπέστειλε πρὸς αὐτὸν ἡ γυνὴ(2) αὐτοῦ λέγουσα(3)· μηδέν σοι(4) καὶ τῷ δικαίῳ(5) ἐκείνῳ· πολλὰ γὰρ ἔπαθον(6) σήμερον(7) κατ᾿ ὄναρ(8) δι᾿ αὐτόν.
Ματθ. 27,19  Ενώ δε αυτός εκάθητο εις την δικαστικήν έδραν, έστειλε προς αυτόν η γυναίκα του και του είπε• “πρόσεχε να μην αναμιχθής εις την υπόθεσιν του δικαίου εκείνου, διότι πολλά έπαθα σήμερα ένεκα αυτού στο όνειρόν μου”.
(1)    Για τη φράση δες Πράξ. ιβ 21,ιη 12,16,17,κε 6,10,17,Ρωμ. ιδ 10,Β΄ Κορ. ε 10. Η φράση εδώ υπονοεί, ότι ο Πιλάτος ανέμενε έως ότου ο λαός αποφασίσει, ποιος από τους δύο δέσμιους να απολυθεί.
(2)    Το όνομά της σύμφωνα με το θρύλο των αποκρύφων ήταν στα λατινικά Πρόκουλα σύμφωνα με κάποια χειρόγραφα των Πράξεων Πιλάτου ή του ευαγγελίου του Νικοδήμου (Ι,2), το οποίο στα ελληνικά έγινε Πρόκλα (επιστολή Πιλάτου προς Ηρώδη περί της επιστροφής της συζύγου του. Νικηφόρου Καλλίστου Migne 145,720) (L). Στην αρχή απαγορευόταν στους ανθύπατους και ηγεμόνες να παίρνουν μαζί τους τις συζύγους τους στις επαρχίες· ύστερα όμως σιωπηρά επιτράπηκε αυτό (Σουετώνιος στο Αυγούστου βίος 24. Τακίτου Χρονικά 3,33) (δ).
(3)    Το μήνυμα αυτό της συζύγου του Πιλάτου έρχεται εδώ για να δοθεί εξήγηση του γιατί ο Πιλάτος, αφού ο λαός εξέφρασε την προτίμησή του, αποπειράθηκε και πάλι να απολύσει τον δίκαιο αυτόν άνδρα (p).
(4)   Εξυπακούεται το ρήμα «έστω (=ας είναι)» (g). «Καμία διαφωνία να μην υπάρχει ανάμεσα σε εσένα και σε εκείνον· μείνε μακριά του» (Ζ). Μη συμμετάσχεις στην καταδίκη του. Προσπάθησε να τον σώσεις (ο).
(5)    Έτσι αποκαλεί αυτόν και ο Πιλάτος στο σ. 24 αναφερόμενος με τρόπο ασθενικό στα λόγια αυτά της συζύγου του (b). Με την έννοια της λέξης αθώος εδώ (ο).
(6)    «Δεν βλέπει μόνο, αλλά και πάσχει, δηλαδή βασανίζεται, έτσι ώστε, λόγω της συμπάθειας προς τη γυναίκα του, ο άνδρας της να εμποδίσει το φόνο έστω και αν αυτοί δεν πείθονται» (Ζ). «Ω! Τι θαύμα! Ενώ κρινόταν από τον Πιλάτο, εκφόβιζε τη γυναίκα του» (Θφ). Πολλά δεινά έπαθα (δ).
(7)    «Το «σήμερα», λέγεται και για τη νύχτα» (Ζ). «Διότι την ίδια αυτή νύκτα είδε» (Χ). Στην ερώτηση πού ο Πιλάτος πέρασε τη νύχτα για να μην μπορεί η σύζυγός του να τού μιλήσει για το όνειρο το πρωί, εκτός από άλλα μπορεί να δοθεί και η απάντηση, ότι η σύλληψη και παράδοση του Ιησού ήταν απρόοπτη, και όταν έγινε γνωστή αυτή, το έως τότε αόριστο και ανεξήγητο για τη σύζυγο του Πιλάτου όνειρο συνδυασμένο με το απρόοπτο γεγονός έγινε σε αυτήν σημαντικό και λιγότερο ή περισσότερο φανερό (L).
(8)    «Κύτταξε τι συμβαίνει πάλι, ικανό να τους επαναφέρει όλους. Διότι μετά από την εκ των πραγμάτων πείρα και απόδειξη, και το όνειρο δεν ήταν μικρής σημασίας. Και για ποιο λόγο δεν το βλέπει αυτός; Ή, επειδή εκείνη ήταν πιο άξια· ή διότι εάν το έβλεπε αυτός, δεν θα πιστευόταν όπως εκείνη, ή δεν θα το αποκάλυπτε. Γι’ αυτό κανονίζεται να το δει η γυναίκα, ώστε να γίνει γνωστό σε όλους» (Χ).
Σύμφωνα με τη σκέψη του ευαγγελιστή το όνειρο της συζύγου του Πιλάτου ήταν υπερφυσικής προέλευσης (L). Πράγματι πώς η γυναίκα αυτή είδε τόσο φοβερό όνειρο σχετιζόμενο με έναν κατάδικο, τον οποίο δεν γνώριζε ούτε είχε δει ποτέ και για τη σύλληψη και καταδίκη του οποίου δεν ήταν δυνατόν να είχε κάποια είδηση μέχρι την ώρα που ξύπνησε (ο).
Ματθ. 27,20  Οἱ δὲ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ πρεσβύτεροι ἔπεισαν(1) τοὺς ὄχλους ἵνα αἰτήσωνται τὸν Βαραββᾶν, τὸν δὲ Ἰησοῦν ἀπολέσωσιν(2).
Ματθ. 27,20   Οι δε αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι έπεισαν εν τω μεταξύ τους όχλους να ζητήσουν τον Βαραββάν, να θανατώσουν δε τον Ιησούν.
(1)    Την ώρα που ο Πιλάτος λάμβανε το μήνυμα της γυναίκας του, οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι ενεργούσαν στους όχλους, τους οποίους ο Πιλάτος για λίγη ώρα άφησε εξαιτίας του μηνύματος (δ). Έπεισαν με ευλογοφανείς λόγους (b). «Διεφθαρμένοι αυτοί, διέφθειραν και τους όχλους» (Ζ).
(2)    Να τον εξολοθρεύσουν δηλαδή να ζητήσουν να θανατωθεί (b).
Ματθ. 27,21  ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ἡγεμὼν εἶπεν αὐτοῖς(1)· τίνα θέλετε ἀπὸ τῶν δύο ἀπολύσω ὑμῖν; οἱ δὲ εἶπον(2)· Βαραββᾶν.
Ματθ. 27,21  Έλαβε δε τον λόγον ο ηγεμών και είπεν εις αυτούς• “ποίον θέλετε από τους δύο να σας απολύσω;” Εκείνοι δε εφώναξαν• “τον Βαραββάν”.
(1)    «Ρώτησε την πρώτη φορά, επειδή όμως δεν απάντησαν ακόμη, αφού ασχολήθηκε με το μήνυμα της γυναίκας του, πάλι επανέλαβε την ερώτηση» (Ζ).
(2)    «Όπως διδάχτηκαν» (Ζ).
Ματθ. 27,22  λέγει αὐτοῖς ὁ Πιλᾶτος· τί οὖν ποιήσω(1) Ἰησοῦν τὸν λεγόμενον Χριστόν; λέγουσιν αὐτῷ πάντες(2)· σταυρωθήτω(3).
Ματθ. 27,22   Τους λέγει ο Πιλάτος• “Τι λοιπόν να κάμω τον Ιησούν, τον λεγόμενον Χριστόν;” Λέγουν εις αυτόν όλοι, “να σταυρωθή”.
(1)    «Αφού αστόχησε σε αυτό που ήλπιζε, ρωτά πάλι για αυτό και κάνει αυτούς κύριους της υπόθεσης, καταπραΰνοντας έτσι και γλυκαίνοντάς τους» (Ζ), «έτσι ώστε, έστω και από ντροπή να ζητήσουν την απελευθέρωσή του και το παν να γίνει από το φιλότιμό τους» (Χ). Η προηγούμενη απάντηση του όχλου δεν έπεισε αυτόν, ότι τα συναισθήματα του όχλου έτειναν προς τον όλεθρο του Ιησού. Ο όχλος ήταν δυνατόν παρασυρόμενος να ψηφίσει υπέρ του Βαραββά, αλλά συγχρόνως να μην είναι δυσμενής και προς τον Γαλιλαίο (p).
Υπέθετε ίσως, ότι οι Ιουδαίοι δεν θα ζητούσαν τόσο βαριά τιμωρία για τον Ιησού. Θα όφειλε όμως να μην τους ρωτήσει. Θα ήταν ασφαλέστερο να αφήσει ελεύθερο τον Ιησού χωρίς τίποτα άλλο (b). «Αυτός λοιπόν ήταν άνανδρος και μαλακός (=αδύναμος, άτολμος)» (Χ).
(2)   «Όλοι, όχι οι όχλοι μόνοι, αλλά και οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι» (Ζ).
(3)    «Και δεν λένε, να φονευτεί, αλλά να σταυρωθεί, ώστε και το είδος του θανάτου να τον αποδεικνύει αυτόν (τον Ιησού) κακούργο» (Ζ).
Ματθ. 27,23  ὁ δὲ ἡγεμὼν ἔφη(1)· τί γάρ(2) κακὸν ἐποίησεν; οἱ δὲ περισσῶς(3) ἔκραζον(4) λέγοντες· σταυρωθήτω.
Ματθ. 27,23  Ο δε ηγεμών είπε• “διατί να σταυρωθή; Ποίον κακόν έκαμε;” Εκείνοι δε ακόμη περισσότερον εκραύγαζαν λέγοντες• “να σταυρωθή”.
(1)  Ο Πιλάτος επηρεαζόμενος από κάποιο ρωμαϊκό αίσθημα δικαιοσύνης, καθώς και από το ενδιαφέρον του για το δέσμιο και από το όνειρο της συζύγου του, επιχειρεί και πάλι να σώσει τον Ιησού.
(2)    Τι λοιπόν; (g). Αλλά γιατί; Τι έπραξε για να τιμωρηθεί έτσι;
(3)    «Αντί να πει: περισσότερο» (Ζ). Ή, με υπερβολή (δ).
(4)    Συνεχώς.
Ματθ. 27,24  ἰδὼν δὲ ὁ Πιλᾶτος ὅτι οὐδὲν ὠφελεῖ(1), ἀλλὰ μᾶλλον θόρυβος(2) γίνεται, λαβὼν ὕδωρ ἀπενίψατο τὰς χεῖρας(3) ἀπέναντι(4) τοῦ ὄχλου λέγων· ἀθῶός εἰμι ἀπὸ(5) τοῦ αἵματος(6) τοῦ δικαίου(7) τούτου· ὑμεῖς ὄψεσθε(8).
Ματθ. 27,24   Όταν είδε ο Πιλάτος ότι καμίαν ωφέλειαν δεν έφερε η παρέμβασις του υπέρ του Ιησού, αλλά μάλλον προκαλούσε θόρυβον και αναταραχήν, αφού επήρε νερό εξέπλυνε καλά τα χέρια του εμπρός στον όχλον λέγων• “είμαι αθώος από το αίμα του δικαίου τούτου• εις σας θα πέση η ευθύνη και το κρίμα”.
(1)    Υποκείμενο ο Πιλάτος. Δες Ησ. λ 7,Παροιμ. ια 4, κατά τον Αλεξανδρινό κώδικα Ιω. ιβ 19.
(2)    Φοβόταν στάση (b).
(3)   Το πλύσιμο των χεριών είναι ένας φυσικός συμβολισμός για έκφραση αποποίησης κάθε ενοχής και ευθύνης. Βρίσκουμε αυτόν μεταξύ των Ιουδαίων (Δευτ. κα 6,Ψαλμ. κε 6,οβ 13,Ιωσήπου Αρχαιολ. IV,VIII,16) και των εθνικών (Virg. Aen. II 719·  Ovid. Fasti II 45). Δεν ήταν ασυνήθιστο για ένα δικαστή, όταν απήγγειλε την ποινή του θανάτου, να διαμαρτύρεται, ότι δεν είχε ευθύνη ή ενοχή για την αφαίρεση της ζωής του καταδικασμένου (Αποστολικαί Διαταγαί ΙΙ 52). Το απενίψατο είναι πιο έντονο από το απλό ενίψατο (p).
Ο Πιλάτος δεν συμμορφώνεται εδώ με συνήθεια ιουδαϊκή, αλλά κάτω από το κράτος δεισιδαιμονικού φόβου χρησιμοποιεί τον εκφραστικό αυτό συμβολισμό καθησυχάζοντας τη συνείδησή του με την επίρριψη ολόκληρης της ενοχής σε εκείνους (L).
«Καθάρισε με νερό τα χέρια δείχνοντας, ότι είναι καθαρός και αμέτοχος στο φόνο· διότι ήταν ιουδαϊκή συνήθεια, να διαμαρτύρονται έτσι αυτοί που δεν ήθελαν να συμμετέχουν σε κάποιο φόνο. Διότι λέει και ο Δαβίδ· Θα πλύνω με αθώους τα χέρια μου» (Ζ).
(4)    Μπροστά και αντικρυστά στο πλήθος.
(5)    Η σύνταξη «αθώος από» είναι εβραϊσμός. Δες Αριθμ. ε 31,Β΄ Βασ. γ 28 (L).
(6)    «Αίμα λένε την καταδίκη του αίματος» (Ζ)· από την ενοχή για το χύσιμο του αίματος.
(7)    Ο Πιλάτος υιοθετεί τον χαρακτηρισμό αυτόν από το μήνυμα της συζύγου του, στίχ. 19 (b).
(8)    Όπως οι Ιουδαίοι είπαν στον Ιούδα, έτσι και ο Πιλάτος λέει στους Ιουδαίους (b). Δική σας φροντίδα θα είναι το τι θα κάνετε, για να εξιλεωθείτε για το άδικο αυτό.
Ματθ. 27,25  καὶ ἀποκριθεὶς πᾶς ὁ λαὸς εἶπε· τὸ αἷμα αὐτοῦ ἐφ᾿ ἡμᾶς καὶ ἐπὶ τὰ τέκνα ἡμῶν(1).
Ματθ. 27,25   Και απεκρίθη όλος ο λαός και είπε• “το αίμα αυτού ας πέση επάνω εις ημάς και επάνω εις τα τέκνα μας”.
(1)    Εξυπακούεται το ελθέτω (=ας έλθει) (L).
«Τραβούν την κατάρα όχι μόνο εναντίον αυτών των ίδιων, αλλά και εναντίον των παιδιών τους» (Ζ). Για κατάρες παρομοίου είδους δες Πράξ. ιη 6 (S). Ως προς τις επερχόμενες γενιές ισχύει το «αυτοί που επιμένουν στην πώρωση, γίνονται κληρονόμοι του πατρικού φόνου» (Β).
Ο ευαγγελιστής επιθυμεί να αντιθέσει την σκληροκαρδία των Ιουδαίων κριτών με τις τύψεις της συνείδησης ειδωλολάτρη κριτή. Η κύρια ιδέα του στίχου είναι, ότι όλοι όσοι ήταν εκεί παρόντες, αναδέχτηκαν την ευθύνη. Το έγκλημα της θανάτωσης του Μεσσία από άποψη γενικότητας κατέστη εθνικό έγκλημα (p). Πόσο τρομερά πραγματοποιήθηκε αυτό! Κανείς ποτέ λαός δεν υπέφερε τόσους και τέτοιους διωγμούς, και όμως διασώζεται ακόμη με θαυμάσιο τρόπο ως ξεχωριστή φυλή, διαρκές και ζωντανό μνημείο της οργής του Θεού (ο).
«Για αυτόν το λόγο καταστράφηκαν όλοι μαζί ως γένος και τους αρπάχτηκαν οι πόλεις, ώστε σχεδόν να μην μπορεί να διαφύγει κανένας. Διότι το τι και πόσα έπαθαν, τα διηγούνται οι γραφές αυτών που εξιστόρησαν αυτά τα γεγονότα» (Κ)
Ματθ. 27,26 τότε ἀπέλυσεν αὐτοῖς τὸν Βαραββᾶν, τὸν δὲ Ἰησοῦν φραγελλώσας(1) παρέδωκεν(2) ἵνα σταυρωθῇ.
Ματθ. 27,26  Τότε τους αφήκεν ελεύθερον τον Βαραββάν, τον δε Ιησούν, αφού διέταξε και τον εμαστίγωσαν με το φραγγέλιον, τον παρέδωσε δια να σταυρωθή.
(1)    «Φραγγέλωσε δηλαδή μαστίγωσε» (Θφ). «Το φραγγέλιο ήταν μαστίγιο πλεγμένο από σχοινιά ή λωρίδες, με το οποίο χτυπούσαν την πλάτη των καταδίκων» (Ζ). Η φραγγέλωση στους Ρωμαίους αποτελούσε συνηθισμένη προκαταρκτική πράξη κάθε εκτέλεσης (S). Όχι σπάνια ο κατάδικος πέθαινε κατά τα χτυπήματα της φραγγέλωσης (F).
Σύμφωνα με τον Ιωάννη στην φραγγέλωση κατέφυγε ο Πιλάτος σαν σε έσχατη απόπειρα να σώσει τον Ιησού «επινοώντας τρόπο να εξασθενήσει την ένταση της μανίας των Ιουδαίων, έτσι ώστε, βλέποντας την ύβρη που έγινε σε αυτόν… να κατευνάσουν την οργή» (Ζ).
Δεν υπάρχει αντίφαση μεταξύ του Ματθαίου και του Ιωάννη. Η τελική τυπική απόφαση του Πιλάτου να θανατωθεί ο Ιησούς εξαγγέλθηκε μετά την φραγγέλωση και την παρουσίαση του Ιησού με τη χλαμύδα μπροστά στον όχλο.
(2)    Στους στρατιώτες ως εκτελεστές των θανατικών αποφάσεων.
Ο Μεσσίας εμπαίζεται από τους στρατιώτες
Ματθ. 27,27  Τότε οἱ στρατιῶται τοῦ ἡγεμόνος(1) παραλαβόντες τὸν Ἰησοῦν εἰς τὸ πραιτώριον(2) συνήγαγον ἐπ᾿ αὐτὸν ὅλην τὴν σπεῖραν(3)·
Ματθ. 27,27   Τότε οι στρατιώται του ηγεμόνος, αφού παρέλαβαν τον Ιησούν εις την αυλήν του πραιτωρίου, εμάζεψαν γύρω από αυτόν όλην την φρουράν.
(1)    Δηλαδή τα στρατεύματα, τα οποία είχαν συνοδεύσει τον επίτροπο από την Καισάρεια στην Ιερουσαλήμ και τα οποία βοηθούσαν για τήρηση της τάξης (S).
(2)    Δηλαδή την επίσημη κατοικία του επιτρόπου, η οποία βρισκόταν στο δυτικό λόφο (S). Από την εξωτερική αυλή, όπου ήταν ο Πιλάτος μαζί με τους Ιουδαίους στο εσωτερικό της αυλής (δ). Πριν ήταν ανάκτορο του Ηρώδη, μεγαλοπρεπές οικοδόμημα στα δυτικά του ναού, ώστε να βλέπει κάποιος από ψηλά αυτόν (ο). Τον εισήγαγαν εκεί για να βρουν και τους υπόλοιπους στρατιώτες που είχαν εγκατασταθεί και φύλαγαν εκεί (L).
(3)     Κατ’ ακρίβεια είναι λόχος ή κοόρτις (τάγμα), που αριθμεί 500-600 άνδρες. Αλλά εδώ ο όρος χρησιμοποιείται ελεύθερα για δήλωση μικρότερου αριθμού (S). Το ένα δέκατο της λεγεώνας (g). Οι στρατιώτες όλοι εθνικοί βρήκαν ευκαιρία να διασκεδάσουν εκδηλώνοντας την περιφρόνησή τους προς τους Ιουδαίους στο πρόσωπο εκείνου, ο οποίος ομολόγησε τον εαυτό του βασιλιά τους (F).
Ματθ. 27,28  καὶ ἐκδύσαντες αὐτὸν περιέθηκαν αὐτῷ χλαμύδα(1) κοκκίνην,
Ματθ. 27,28   Και αφού τον εγύμνωσαν από τα ενδύματά του, τον ενέδυσαν με κόκκινον μανδύαν.
(1)    Στρατιωτική χλαίνη. Η χλαμύδα ήταν γενικώς στρατιωτικό ένδυμα, που φοριόταν όμως όχι μόνο από τους στρατιώτες, αλλά και τους βασιλιάδες (a). «Επειδή δηλαδή λεγόταν βασιλιάς των Ιουδαίων, επομένως ως βασιλιά τον χλεύαζαν» (Ζ).
Ματθ. 27,29  καὶ πλέξαντες στέφανον(1) ἐκ ἀκανθῶν(2) ἐπέθηκαν ἐπὶ τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ καὶ κάλαμον(3) ἐπὶ τὴν δεξιὰν αὐτοῦ, καὶ γονυπετήσαντες ἔμπροσθεν αὐτοῦ(4) ἐνέπαιζον αὐτῷ λέγοντες· χαῖρε ὁ βασιλεὺς(5) τῶν Ἰουδαίων(6)·
Ματθ. 27,29   Έπλεξαν δε ακάνθινον στέφανον και έβαλαν αυτόν στο κεφάλι του αντί για στέμμα• του έδωκαν καλάμι στο δέξι του χέρι αντί για σκήπτρο και αφού εγονάτισαν εμπρός του τον ενέπαιζαν λέγοντες• “χαίρε, ο βασιλεύς των Ιουδαίων”.
(1)    Το στεφάνι δινόταν στους νικητές σε μάχη ή σε αγώνισμα (S).
(2)    Δεν υπάρχει καμία ένδειξη στα ευαγγέλια, από την οποία να συμπεράνουμε από ποιο φυτό κατασκευάστηκε το στεφάνι. Παρόλο όμως που δεν χρησιμοποιείται εδώ η λέξη διάδημα (στέμμα), είναι αναμφίβολο, ότι «το αγκάθινο στεφάνι το έβαλαν αντί για διάδημα» (Ζ).
(3)    «Και το καλάμι, τού το έδωσαν στο χέρι αντί για σκήπτρο» (Ζ).
(4)    Οι στρατιώτες ήξεραν καλά την τελετή του χαίρε Καίσαρ και μιμούνταν τώρα αυτήν (p).
(5)    Μεταχειρίζονται αυτόν ως παράφρονα, ο οποίος φανταζόταν τον εαυτό του βασιλιά (b), «και χωρίς να το θέλουν κατασκεύαζαν την αλήθεια» (Ζ).
(6)    Αφού συντελέστηκε η εγκαθίδρυση του βασιλιά ο ειρωνικός και εμπαικτικός χαιρετισμός επακολούθησε συνοδευόμενος και από γονυκλισία (L).
Ματθ. 27,30  καὶ ἐμπτύσαντες εἰς αὐτὸν ἔλαβον τὸν κάλαμον καὶ ἔτυπτον εἰς τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ(1).
Ματθ. 27,30   Και αφού τον έπτυσαν, επήραν το καλάμι και εκτυπούσαν την κεφαλήν του.
(1)    Και για να γίνει πιο αισθητή η γελοιοποίηση, το εμπαικτικό σκήπτρο χρησιμοποιήθηκε, για να χτυπιέται με αυτό ο πάσχων (L). Παίρνουν το καλάμι από το χέρι του, ώστε χτυπώντας να μπήξουν με αυτό βαθύτερα το αγκάθινο στεφάνι, πράγμα το οποίο δεν μπορούσαν να πράξουν με γυμνό το χέρι (ο).
«Αυτό που γινόταν ήταν το έσχατο όριο εξευτελισμού. Διότι δεν εξευτελιζόταν ένα μέλος, αλλά ολόκληρο το σώμα και ολοκληρωτικά· το κεφάλι με το στεφάνι, το καλάμι και τους κολαφισμούς, το πρόσωπο το οποίο υφίστατο εμπτύσματα, τα σαγόνια που ραπίζονταν, ολόκληρο το σώμα με τις μαστιγώσεις, με την γύμνωση, με την περιβολή της χλαμύδας και με την προσποιητή προσκύνηση, το χέρι με το καλάμι, το οποίο έδωσαν να κρατά αντί για σκήπτρο, το στόμα πάλι με την προσφορά του ξυδιού. Τι θα μπορούσε να γίνει φοβερότερο από αυτό; Τι πιο υβριστικό;» (Χ).
Ματθ. 27,31  καὶ ὅτε ἐνέπαιξαν αὐτῷ, ἐξέδυσαν αὐτὸν τὴν χλαμύδα(1) καὶ ἐνέδυσαν αὐτὸν τὰ ἱμάτια αὐτοῦ, καὶ ἀπήγαγον αὐτὸν εἰς τὸ σταυρῶσαι(2).
Ματθ. 27,31  Και όταν τον ενέπαιξαν όσον ήθελαν, έβγαλαν από αυτόν την χλαμύδα, του εφόρεσαν τα ενδύματά του και τον ωδήγησαν, δια να τον σταυρώσουν.
(1)     «Όταν τον ξέντυσαν από την χλαμύδα, αφαίρεσαν οπωσδήποτε και το στεφάνι» (Ζ). Παρόλ’ αυτά τίποτα δεν λέγεται από τους ευαγγελιστές για το αγκάθινο στεφάνι, το οποίο κατά τους Ωριγένη, Τερτυλλιανό και άλλους αρχαίους συγγραφείς παρέμεινε μέχρι τέλους του μαρτυρίου στο ιερό κεφάλι του Ιησού (F).
(2)    Το μισό της προφητείας στο κεφ. κ 19 εκπληρώθηκε επακριβώς και ήδη επακολουθεί και η εκπλήρωση του δεύτερου μισού (p)
Η σταύρωση του Μεσσία
Ματθ. 27,32  Ἐξερχόμενοι(1) δὲ εὗρον ἄνθρωπον Κυρηναῖον(2) ὀνόματι Σίμωνα· τοῦτον ἠγγάρευσαν(3) ἵνα ἄρῃ τὸν σταυρὸν αὐτοῦ.
Ματθ. 27,32   Καθώς δε έβγαιναν από την πόλιν, ευρήκαν ένα άνθρωπον, που κατήγετο από την Κυρήνην και ωνομάζετο Σίμων, αυτόν ηγγάρευσαν να σηκώση μέχρι του Γολγοθά τον σταυρόν του Ιησού.
Η συμπεριφορά των στρατιωτών στο έργο της εκτέλεσης του καταδίκου, το οποίο διατάχτηκαν να φέρουν σε πέρας, παρουσιάζεται με εμφανή αντίθεση με την πράξη εκείνων, οι οποίοι κορόιδεψαν και κακοποίησαν αυτόν. Η κοροϊδία και η κτηνώδης συμπεριφορά σταματά αμέσως, και με σοβαρότητα πλέον οι στρατιώτες προχωρούν σε εκπλήρωση της διαταγής που τους δόθηκε (p)
(1)    Οι Ιουδαίοι τις θανατικές εκτελέσεις τις τελούσαν έξω από την πόλη, Πράξ. ζ 58,Εβρ. ιγ 11-13. Παρόμοια ήταν η συνήθεια των Ελλήνων και των Ρωμαίων (ο).
(2)  Ιουδαίο από την Κυρύνη που ήταν εγκατεστημένος στα Ιεροσόλυμα, όπου είχαν οι Κυρηναίοι και δική του συναγωγή. Δες Πράξ. στ 9 (δ). Δεν υπήρχε τη στιγμή εκείνη ούτε Ιουδαίος ούτε Ρωμαίος διατεθειμένος να κουβαλήσει πρόθυμα το φορτίο του σταυρού. Ήταν πολλοί παρόντες τότε από Ευρώπη, Ασία και Αφρική. Αλλά από τότε και στις πλέον μακρινές χώρες βρέθηκαν πολλοί, οι οποίοι πρόθυμα θα σήκωναν το σταυρό του (b).
(3)    «Διότι πρώτα μεν έβαλαν σε αυτόν το σταυρό ως κατάδικο και βαστάζοντάς τον βγήκε· έπειτα αφού συνάντησαν τον Σίμωνα, αυτόν αγγάρευσαν να σηκώσει αυτόν» (Ζ). «Αυτός που πρόκειται να καρφωθεί σε αυτόν (το σταυρό), προηγουμένως τον βαστάζει» (Αρτεμίδωρος Ονειρ. ΙΙ,56). Ήταν συνηθισμένο οι καταδικασμένοι σε σταύρωση να κουβαλάνε τους σταυρούς τους στον τόπο της καταδίκης. Και ο Κύριος βάσταξε το σταυρό για κάποιο διάστημα, διότι τον Σίμωνα τον συνάντησαν έξω από την πόλη. Για το αγγαρεύω δες Ματθ. ε 41.
Ματθ. 27,33  Καὶ ἐλθόντες εἰς τόπον λεγόμενον Γολγοθᾶ(1), ὅ ἐστι(2) λεγόμενος κρανίου(3) τόπος,
Ματθ. 27,33  Και αφού ήλθαν εις τόπον λεγόμενον Γολγοθά, όνομα που σημαίνει “τόπος κρανίου”,
(1)    Σύμφωνα με τον Dalman, ενώ ο αραμαϊκός τύπος είναι Γουλγολθά, οι Έλληνες για διευκόλυνση της προφοράς του ονόματος παρέλειπαν το δεύτερο λ· αλλά οι Σύροι πέτυχαν το ίδιο αποτέλεσμα με τον τύπο Γαγουλθά. Είναι πιθανόν, ότι η αραμαϊκή προφορά στα Ιεροσόλυμα ήταν ήδη Γολγοθά (L).
(2)    «Το οποίο, το Γολγοθά δηλαδή, λέγεται που σημαίνει μεταφράζεται, όπως ο Μάρκος είπε, από την εβραϊκή διάλεκτο στην ελληνική, σημαίνει και λέγεται κρανίου τόπος» (Ζ).
(3)    Εκφράστηκε η γνώμη, σύμφωνα με την οποία ονομάστηκε έτσι από τα κρανία των καταδίκων, τα οποία έμεναν εκεί άταφα. Αυτό είναι απίθανο, διότι οι Ιουδαίοι δεν θα ανεχόντουσαν άταφα οστά, και επιπλέον η ονομασία θα έπρεπε να είναι κρανίων τόπος (p). Υπάρχει και η από τον Ωριγένη ήδη γνωστή ιουδαϊκή παράδοση των πιστών, σύμφωνα με την οποία «λένε κάποιοι ότι εκεί πέθανε και είναι θαμμένος ο Αδάμ, και τα οικονόμησε ο Θεός έτσι, ώστε, όπου ο παλαιός Αδάμ έπεσε από το θάνατο, εκεί να στηθεί και το τρόπαιο του νέου Αδάμ κατά του θανάτου, εννοώ βεβαίως το σταυρό» (Ζ)· «quia ibi erectus sit medicus, ubi jacebat aegrotus» (Αυγουστίνου, «ώστε εκεί να υψωθεί ο γιατρός, όπου ήταν πεσμένος ο ασθενής»). Αυτή όμως η μεταγενέστερη απόκρυφη παράδοση δεν μπορεί να έχει ιστορική βάση (δ).
Ο λόφος ονομαζόταν έτσι από το σχήμα του (b). Η τελευταία αυτή εκδοχή, αν και όχι βέβαιη, είναι η πιθανότερη. Σε αυτήν επίσης κλίνει και ο Κύριλλος Ιεροσολύμων (F).
Ματθ. 27,34  ἔδωκαν αὐτῷ πιεῖν ὄξος(1) μετὰ χολῆς(2) μεμιγμένον· καὶ γευσάμενος οὐκ ἤθελε(3) πιεῖν.
Ματθ. 27,34  του έδωσαν να πιή ξύδι ανακατεμένον με χολήν, δια να του φέρη κάποιαν προσωρινήν νάρκωσιν. Εκείνος όμως αφού το εδοκίμασε, δεν ήθελε να το πιή.
(1)    Υπάρχει και η γραφή των αλεξανδρινών μεγαλογράμματων κωδίκων οίνον. «Ο Μάρκος λοιπόν είπε, ότι του έδιναν να πιει εσμυρνισμένο κρασί» (Ζ).
(2)    Αντί για το σμύρνα του Μάρκου λέει ο Ματθαίος χολή. Η αντίστοιχη εβραϊκή λέξη χρησιμοποιείται και για άλλα πικρά στη γεύση, όπως το αψίνθιον (Παροιμ. ε 4,Θρήνοι Ιερεμ. γ 15). Για αυτό κάποιοι το χολή το θεωρούν ως ταυτόσημο με το σμύρνα του Μάρκου (g).
Η λέξη χολή γίνεται έτσι γενική λέξη για δήλωση ποτού πικρής γεύσης και η έννοια του καθενός από τα δύο Ευαγγέλια είναι ότι το κρασί ήταν αναμεμιγμένο με φάρμακο, ίσως και διαφορετικό από τη χολή ή τη σμύρνα. Φαίνεται να υπήρξε ιουδαϊκή συνήθεια να δίνουν κάποιο ναρκωτικό ποτό στους από το συνέδριο καταδικασμένους στον δια λιθοβολισμού θάνατο με σκοπό να μετριάσουν την αγωνία από τον οδυνηρό θάνατο και υπάρχει η ιδέα, ότι στα Ιεροσόλυμα υπήρχε ένα είδος σωματείου γυναικών, για να προμηθεύει τέτοια αναισθητικά στους κατάδικους (p).
«Προτού μεν ανέβει στο σταυρό του προσφέρθηκαν αυτά που αναφέρθηκαν, όπως ο Ματθαίος και ο Μάρκος είπαν· μετά όμως που ανέβηκε στο σταυρό μόνο ξύδι, όπως ο Λουκάς και ο Ιωάννης λένε» (Ζ).
(3)    Διότι ο Ιησούς επιθυμούσε να διατηρήσει τις αισθήσεις του πλήρως αδιατάρακτες μέχρι το θάνατό του (b).
Ματθ. 27,35  σταυρώσαντες(1) δὲ αὐτὸν διεμερίσαντο τὰ ἱμάτια(2) αὐτοῦ βαλόντες κλῆρον(3),
Ματθ. 27,35   Αφού δε τον εσταύρωσαν, εμοίρασαν μεταξύ των με κλήρον τα ενδύματά του οι στρατιώται.
(1)    Η σταύρωση ήταν η σκληρότερη και φρικωδέστερη από τις ρωμαϊκές ποινές, συνηθισμένη σε δούλους, μεγάλους κακούργους και στασιαστές, ουδέποτε όμως σε Ρωμαίους πολίτες. Οι σταυρούμενοι έμεναν καρφωμένοι, ζώντας και φοβερά πονώντας γύρω στις δώδεκα ώρες, πολλές φορές όμως 24 και 36, και καμιά φορά, αυτοί που είχαν πολύ ισχυρή κράση, 48 ή 60 ώρες. Ερχόταν λοιπόν ο θάνατος όχι από αιμορραγία, διότι το από τις πληγές αίμα αφού έπηζε εκεί σταμάταγε να ρέει, αλλά από τη νάρκωση των μυών, των φλεβών και των νεύρων και την εξάντληση των δυνάμεων. Οι φοβεροί πόνοι προέρχονταν από τη φλόγωση των πληγών και από τη συρροή του αίματος στον εγκέφαλο (δ).
Η εκτέλεση γινόταν με το να υψώσουν πρώτα και να στερεώσουν το σταυρό, ο οποίος συνήθως ήταν αρκετά χαμηλός. Έπειτα ανέβαζαν τον κατάδικο καβαλικευτά πάνω σε ένα τεμάχιο πασσάλου στερεωμένου στο μέσο του κάθετου ξύλου του σταυρού. Συνήθως τα πόδια και τα χέρια καρφώνονταν στη συνέχεια με χοντρά καρφιά (F). Υπάρχει παρόλ’ αυτά και η γνώμη ότι συνηθέστερα ο σταυρός υψωνόταν, αφού τα χέρια και τα πόδια του καταδίκου καρφώνονταν σε αυτόν, ενώ βρισκόταν στο έδαφος (ο).
(2)    Οι σταυρούμενοι καρφώνονταν γυμνοί (Αρτεμίδ. ΙΙ, 58) και πιθανώς μόνο κάποιο ύφασμα κάλυπτε τη μέση τους. Τα ρούχα τους τα έπαιρναν αυτοί που εκτελούσαν την καταδίκη (δ).
(3)    «Τα μεν ιμάτια τα μοίρασαν, για τον άρραφο όμως χιτώνα έβαλαν κλήρο» (Ζ). Δες Ψαλμ. κα 19 «για να εκπληρωθεί η προφητεία του Δαβίδ που μιλούσε για αυτά» (Ζ).
Ματθ. 27,36  καὶ καθήμενοι ἐτήρουν(1) αὐτὸν ἐκεῖ.
Ματθ. 27,36  Και καθήμενοι εκεί τον φρουρούσαν.
(1)    «Τον φύλαγαν, για να μην τον κατεβάσει κάποιος» (Ζ). Τον φύλαγαν για να μην απελευθερωθεί από τους οπαδούς του (δ).
Ματθ. 27,37   καὶ ἐπέθηκαν(1) ἐπάνω τῆς κεφαλῆς αὐτοῦ τὴν αἰτίαν(2) αὐτοῦ γεγραμμένην(3)· οὗτός ἐστιν(4) Ἰησοῦς ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων(5).
Ματθ. 27,37   Και τοποθέτησαν στον σταυρόν, επάνω από την κεφαλήν του, γραμμένην την κατηγορίαν του• “αυτός είναι ο Ιησούς ο βασιλεύς των Ιουδαίων”.
(1)    Η επιγραφή αυτή μεταφέρθηκε στον τόπο της καταδίκης έτοιμη. Διότι όπως φαίνεται από την αφήγηση του Ιωάννου, ο ίδιος ο Πιλάτος έγραψε αυτήν.
(2)    «Την κατηγορία, για την οποία σταυρώθηκε» (Ζ). Τον λόγο της καταδίκης (δ).
(3)    «Αυτό γράφτηκε σε τρεις διαλέκτους, επειδή πολλοί συνήθιζαν να επισκέπτονται τότε την πόλη των Ιουδαίων Έλληνες και Ρωμαίοι» (Ζ).
(4)    Ναι· αληθινά είναι βασιλιάς. Η επιγραφή ίσως παρέμεινε πάνω στο σταυρό πιο πολύ χρόνο παρά το σώμα του Ιησού (b). «Ήταν κρεμασμένα ψηλά τα γράμματα σαν αφιέρωμα που κατά τρόπο λαμπρό ανακήρυτταν τη βασιλεία του» (Ζ).
«Το ότι ο Κύριος είναι βασιλιάς του Ισραήλ μαρτυρήθηκε και από τους εχθρούς, που υπέγραψαν στο σταυρό την ομολογία της βασιλείας του, ότι δηλαδή αυτός είναι ο βασιλιάς των Ιουδαίων· διότι δεχόμαστε τη μαρτυρία, αν και θεωρείται ότι μικραίνει το μεγαλείο της εξουσίας, καθορίζοντας την κυριαρχία στη βασιλεία των Ισραηλιτών. Διότι δεν είναι έτσι· αλλά από το μερικό η επιγραφή αυτή στο σταυρό αποδίδει την πάνω σε όλους εξουσία, με το να μην προσθέσει ότι μόνο των Ιουδαίων είναι αυτός βασιλιάς» (Γν).
«Η ανάγνωση λοιπόν από αυτήν την επιγραφή δήλωνε ότι το σωτήριο πάθος έγινε όχι για χάρη της Ιουδαίας μόνης, αλλά και για κάθε ελληνική και βάρβαρη χώρα» (Δ).
(5)    Ελαφρές διαφορές στο λεκτικό της επιγραφής παρατηρούνται κατά τις διάφορες αφηγήσεις του πάθους από τους τέσσερεις ευαγγελιστές. Προέρχονται κυρίως από τις τρεις διαφορετικές γλώσσες, στις οποίες ήταν γραμμένη η επιγραφή αυτή, στη μετάφραση των οποίων φυσικό ήταν να προκύψουν ελαφρές λεκτικές διαφορές. Υπάρχει όμως απόλυτη συμφωνία ως προς την έννοια της επιγραφής έτσι ώστε τέτοιες λεκτικές διαφορές να αποδεικνύουν εμφανώς την μεταξύ τους ανεξαρτησία και την φιλαλήθεια των ιερών συγγραφέων (ο).
Ματθ. 27,38  Τότε(1) σταυροῦνται(2) σὺν αὐτῷ δύο λῃσταί(3), εἷς ἐκ δεξιῶν καὶ εἷς ἐξ εὐωνύμων(4).
Ματθ. 27,38  Τότε σταυρώνονται μαζί με αυτόν δύο λησταί, ένας εκ δεξιών και άλλος εξ αριστερών.
(1)    Όταν σταύρωσαν τον Κύριο της δόξας (δ).
(2)   Αφού οι πρώτοι στρατιώτες, που σταύρωσαν τον Κύριο κάθισαν και «τον φύλαγαν εκεί», όχι αυτοί, αλλά άλλοι σταύρωσαν τους δύο ληστές . Για αυτό ο Ματθαίος καθορίζοντας ακριβέστερα το πράγμα δεν λέει «σταυρώνουν» όπως ο Μάρκος, αλλά σταυρώνονται (L).
(3)    Όχι κλέφτες, αλλά ληστές που αρπάζουν με βίαια μέσα. Ίσως είχαν συνεταιριστεί με τον Βαραββά στα εγκλήματα.
(4)    «Και αυτό οφειλόταν στην επίμονη προσπάθεια των Ιουδαίων, έτσι ώστε, με το να είναι κρεμασμένος ανάμεσα στους κακούργους, να θεωρηθεί και αυτός κακούργος, και ώστε η συμμετοχή στην τιμωρία να τον ανακηρύττει συμμέτοχο και στην κακουργία» (Ζ). Για χλευασμό, τον ενθρόνισαν κατά κάποιο τρόπο σε εξέδρα ως βασιλιά των ληστών. Έτσι με την χαιρεκακία των εχθρών του αυτός ο ίδιος ο τρόπος του θανάτου του διακηρύττει λαμπρά τον σκοπό και το αποτέλεσμα της έλευσής του στον κόσμο. Ήλθε να σώσει αυτούς που μετανοούν.
Αλλά αυτό συνυπονοεί διαχωρισμό μεταξύ μετανοημένων και αμετανόητων. Και διαχωρίζει πάνω στο σταυρό αυτόν που μετανόησε από αυτόν που παρέμεινε αμετανόητος. Κάποιοι κώδικες αναφέρουν και τα ονόματα αυτών Γιοάθαμ και Χαμμαθά ή Ιωάθας και Μαγγατράς, ή σύμφωνα με τα επικρατέστερα από απόκρυφες πηγές ονόματα Δισμάς και Γκεστάς. Του μετανοημένου ληστή η μνήμη τελείται στη μεν Δυτική εκκλησία στις 25 Μαρτίου ενώ στην Ελληνική στις 23 Μαρτίου (p).
Ματθ. 27,39  Οἱ δὲ παραπορευόμενοι(1) ἐβλασφήμουν(2) αὐτὸν κινοῦντες τὰς κεφαλὰς(3) αὐτῶν
Ματθ. 27,39  Εκείνοι δε που περνούσαν από τον δρόμο κοντά στον σταυρόν, τον εβλασφημούσαν και εκινούσαν τα κεφάλια των
(1)    «Οι Ιουδαίοι που περνούσαν κοντά από το δρόμο εκείνο» (Ζ). Η Παρασκευή λοιπόν εκείνη δεν ήταν ημέρα αργίας, αλλά εργασίας (δ). Πολλοί δεν καταδέχονταν ούτε καν να σταθούν εκεί (b) αλλά περνούσαν. Ποιοι ήταν αυτοί δεν έχουμε κάποια νύξη στα ευαγγέλια που να μας διαφωτίζει.
(2)    Στην παρούσα περίπτωση οι εναντίον του εκτελεσθέντος ύβρεις ήταν βλασφημίες, διότι απευθύνονταν κατά του Μεσσία, κατά του Υιού του Θεού (F).
(3)    Κίνηση που δηλώνει άρνηση του να αναγνωρίσει κάποιος κάτι (b). Ή σημάδι χαιρεκακίας = καλά έκαναν αυτοί που σε έβαλαν πάνω σε αυτόν. Δες Ψαλμ. κα 8,ρθ 25,Ιωβ ιστ 4,Ιερεμ. ιη 16 (δ).
Ματθ. 27,40  καὶ λέγοντες· ὁ καταλύων(1) τὸν ναὸν καὶ ἐν τρισὶν(2) ἡμέραις οἰκοδομῶν(3)! σῶσον σεαυτόν(4)· εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, κατάβηθι ἀπὸ τοῦ σταυροῦ.
Ματθ. 27,40  λέγοντες• “συ λοιπόν, είσαι που θα εκρήμνιζες τον ναόν και εις τρεις ημέρας θα τον ξανάκτιζες! Σώσε τώρα τον εαυτόν σου. Εάν πράγματι είσαι υιός του Θεού, κατέβα από τον σταυρόν”.
(1)     Παρατατικός της απόπειρας (L). Εσύ που θα γκρέμιζες (a).
(2)     Και ήταν ήδη η πρώτη από τις ημέρες αυτές (b).
(3)        Αυτή ήταν η μόνη κατηγορία την οποία μετά από τριετή δημόσια δράση, είχαν να του απευθύνουν (ο).
(4)    Χρησιμοποιούν κοροϊδευτικά και το όνομα Ιησούς (=Σωτήρας), έπειτα και το όνομα υιός του Θεού και το όνομα του βασιλιά (δες σ. 42,43) (b). Ο Μεσσίας και πολύ περισσότερο ο Υιός του Θεού ήταν βεβαίως δυνατός να ελευθερώσει τον εαυτό του (F).
Ματθ. 27,41  ὁμοίως(1) δὲ καὶ οἱ ἀρχιερεῖς ἐμπαίζοντες μετὰ τῶν γραμματέων καὶ πρεσβυτέρων(2) καὶ Φαρισαίων ἔλεγον(3)·
Ματθ. 27,41  Παρομοίως δε και οι αρχιερείς τον ενέπαιζαν μαζί με τους γραμματείς και τους πρεσβυτέρους και τους Φαρισαίους και έλεγαν ειρωνικώς•
(1)     «Το ομοίως λέχθηκε για τη βλασφημία. Διότι και αυτοί ομοίως τον βλασφημούσαν, έστω και αν το έκαναν με άλλα λόγια» (Ζ).
(2)      Περιλαμβάνει έτσι όλα τα μέλη του συνεδρίου.
(3)   Ήδη οι ηγέτες μιμούνται τον όχλο. Τι σύγχυση! Αλλά ξεπερνούν αυτοί τον όχλο σε πικρία (b). Το να κατεβαίνουν τόσο πολύ, ώστε μαζί με τον χυδαίο όχλο να βλασφημούν αυτόν, δείχνει πόσο άσβεστο ήταν το εναντίον του μίσος τους (ο)
Ματθ. 27,42   ἄλλους ἔσωσεν(1), ἑαυτὸν οὐ δύναται σῶσαι· εἰ βασιλεὺς Ἰσραήλ(2) ἐστι, καταβάτω νῦν ἀπὸ τοῦ σταυροῦ καὶ πιστεύσομεν(3) ἐπ᾿ αὐτῷ(4)·
Ματθ. 27,42  “άλλους έσωσε, τον εαυτόν του όμως δεν ημπορεί να σώση. Εάν είναι πράγματι ο σταλμένος από τον Θεόν βασιλεύς του Ισραήλ, ας κατεβή από τον σταυρόν και θα πιστεύσωμεν εις αυτόν.
(1)    Η φράση βρίσκεται και στους τρεις ευαγγελιστές. Παρόλ’ αυτά ο σαρκασμός αυτός μαζί με το ακόλουθο «τον εαυτό του δεν μπορεί να σώσει», αν και ειπώθηκε για εμπαιγμό, ανταποκρινόταν σε βαθύτερη και αποκεκρυμμένη από τους υβριστές αλήθεια. Οι χλευαστές αυτοί ήταν μεταξύ εκείνων για τους οποίους ο Ιησούς πέθαινε, για να τους σώσει. Και ο Ιησούς δεν μπορούσε να κατέβει από το σταυρό και να σώσει τον εαυτό του, διότι ήταν εκεί καρφωμένος όχι από τα καρφιά, αλλά από τον πόθο του τού να σώσει αυτούς.
«Το άλλους έσωσε, το είπαν, συκοφαντώντας τις θαυματουργίες του ότι τάχα έγιναν με μαγεία» (Ζ).
(2)    «Αυτό το είπαν εξ’ αιτίας της επιγραφής του τίτλου. Επειδή δεν μπόρεσαν δηλαδή να την αλλάξουν, επιχειρούν να την αποδείξουν ψευδή» (Ζ). Εάν είναι βασιλιάς θεοκρατικός, Μεσσίας και Υιός του Θεού (δ). Του Ισραήλ και όχι των Ιουδαίων όπως είχε η επιγραφή και υπονοούσε αυτό την μεσσιακή βασιλεία πάνω στο λαό του Θεού (L).
(3)    «Και θα κατέβαινε, αν επρόκειτο να πιστεύουν» (Ζ). Είχαν τον Μωϋσή και τους προφήτες και όμως δεν πίστεψαν σε αυτόν. Άκουσαν τα λόγια του και είδαν τα θαύματά του, και όμως δεν πίστεψαν σε αυτόν (p). Εμείς οι Χριστιανοί πιστεύουμε σε αυτόν για αυτόν ακριβώς το λόγο, διότι δεν κατέβηκε αμέσως τότε από το σταυρό, αλλά τελείως αντίθετα ολοκλήρωσε με το σταυρό το έργο του (b).
(4)    Τα αλεξανδρινά χειρόγραφα γράφουν επ’ αυτόν, ενώ πολλά άλλα γράφουν ἐπ᾿ αὐτῷ.
Ματθ. 27,43  (1)πέποιθεν ἐπὶ τὸν Θεόν(2), ῥυσάσθω(3) νῦν αὐτόν, εἰ θέλει αὐτόν(4)· εἶπε γὰρ ὅτι Θεοῦ εἰμι υἱός(5).
Ματθ. 27,43   Έχει στηρίξει την πεποίθησίν του στον Θεόν. Ας τον σώση τώρα από τον σταυρόν, αν πράγματι τον θέλη. Διότι ο ίδιος είπε, ότι είμαι υιός Θεού”.
(1)    Ο στίχος είναι χαρακτηριστικός του Ματθαίου. Το πρώτο μέρος του είναι σχεδόν παράθεση, για να δειχτεί η εκπλήρωσης της προφητείας στο Ψαλμ. κα 9 (L). «Αυτό που προείπε ο Δαβίδ που αφορούσε το δικό τους πρόσωπο, τώρα αυτοί οι ίδιοι λένε αυτό, εκπληρώνοντας αυτήν την προφητεία» (Ζ).
(2)    Έχει εμπιστευθεί τον εαυτό του στο Θεό (L), «ως γιος του» (Ζ).
(3)   «Το έλεγαν αυτό, όχι επειδή ο Θεός δεν μπορούσε να τον σώσει, αλλά επειδή αυτός δεν ήταν Υιός του Θεού, όπως αυτοί νόμιζαν» (Ζ).
(4)    Όπως αυτός αξιώνει (δ). Εβραϊσμός = εάν τον αγαπά (F).
(5)    Δες και Σοφία Σολομ. β 13.
Ματθ. 27,44  τὸ δ᾿ αὐτὸ(1) καὶ οἱ λῃσταὶ(2) οἱ συσταυρωθέντες αὐτῷ ὠνείδιζον αὐτόν.
Ματθ. 27,44  Κατά τον ίδιον τρόπον και οι λησταί, που είχαν σταυρωθή μαζί του, τον ύβριζαν.
(1)    «Αντί να πει παρομοίως. Διότι ο διάβολος όχι μόνο τους Ιουδαίους άναψε (=διέγειρε το θυμό τους), αλλά και τους Ρωμαίους στρατιώτες τους έκανε να συμπεριφέρονται σαν μανιακοί, και τους ίδιους του ληστές, παρόλο που ήταν συσταυρωμένοι, τους εξαγρίωσε εναντίον του» (Ζ).
(2)    «Πώς λοιπόν ο Λουκάς λέει, ότι ο ένας μάλωνε; Και τα δύο έγιναν. Διότι στην αρχή και οι δύο χλεύαζαν, ύστερα όμως όχι πια» (Χ). «Ίσως όμως το έκαναν αυτό και για χάρη των Ιουδαίων, ώστε εξ’ αιτίας αυτού να τους κατεβάσουν από το σταυρό· ύστερα όμως μετανόησε ο ένας» (Ζ).
Η μετάνοιά του αυτή και η ομολογία του παρουσιάζονται πράγματι αξιοθαύμαστες. «Διότι αν και τον έβλεπε να σταυρώνεται, τον αποκαλούσε βασιλιά· και προσδοκώντας ότι αυτός που ατιμαζόταν και έπασχε θα έρθει με δόξα που ταιριάζει σε Θεό, άρπαξε την πίστη, αν και δεν είχε ζήσει με ενάρετη διαγωγή» (Κ). Μπορεί όμως κάποιος να πει, ότι οι Ματθαίος και Μάρκος συντομεύοντας την αφήγηση γενικεύουν και στους δύο ληστές τους ονειδισμούς (F).
Ο θάνατος του Μεσσία
Ματθ. 27,45  Ἀπὸ δὲ ἕκτης(1) ὥρας σκότος(2) ἐγένετο ἐπὶ πᾶσαν τὴν γῆν(3) ἕως ὥρας ἐνάτης(1).
Ματθ. 27,45  Από δε την δωδεκάτην ώραν έως τις τρεις το απόγευμα έγινε σκοτάδι σε όλη τη γη.
(1)    Δηλαδή από τις 12-3 μ.μ. . Έτσι εάν η σταύρωση έγινε το μεσημέρι, το σκοτάδι παρατάθηκε καθ’ όλο το χρόνο, κατά τον οποίο ο Ιησούς ήταν πάνω στο Σταυρό (S). «Και πρόσεξε πότε γίνεται. Το μεσημέρι, για να μάθουν όλοι, όταν παντού ήταν ημέρα» (Χ). «Αφού χόρτασαν το μεθύσι της παραφροσύνης και τους χλευασμούς, μετά έγινε αυτό» (Ζ).
«Όταν είπαν όλα όσα θέλησαν, τότε δείχνει το σκοτάδι» (Χ), «έτσι ώστε, αφού σταμάτησε πλέον ο θυμός, να μπορέσουν να κερδίσουν κάτι από το θαύμα» (Ζ). «Διότι από το να κατέβει από το σταυρό, αυτό ήταν πιο θαυμαστό, το να ενεργεί δηλαδή τέτοια πράγματα ενώ είναι στο σταυρό. Διότι, είτε πίστευαν ότι τα έκανε Εκείνος αυτά, έπρεπε να πιστέψουν και να φοβηθούν· είτε πίστευαν ότι δεν τα έκανε εκείνος, αλλά ο Πατέρας, και πάλι έπρεπε να συγκινηθούν βαθιά· διότι το σκοτάδι εκείνο ήταν ενέργεια οργής για όσα είχαν αποτολμηθεί» (Χ).
(2)    Έκτακτα συμβάντα και όταν ακόμη οφείλονται σε αιτίες φυσικές, σωστά μπορούν να θεωρηθούν ως σημάδια από το Θεό (p). Παρόλ’ αυτά «δεν μπορούσαν να πουν, ότι ήταν μία φυσική έκλειψη ηλίου·… διότι στην δέκατη τέταρτη ημέρα της σελήνης, που είναι πανσέληνος, είναι αδύνατον να συμβεί κατά τρόπο φυσικό έκλειψη ηλίου» (Ζ).
(3)    Το «σε όλη τη γη» στο Λουκά δ 25 σημαίνει σε όλη τη χώρα της Παλαιστίνης (δ). Ίσως και εδώ να έχει την ίδια έννοια (p). Δεν αποκλείεται όμως να σημαίνεται και ολόκληρος ο πλανήτης μας, διότι ο ίδιος ο ήλιος έγινε σκοτεινός (b).
Ματθ. 27,46  περὶ δὲ τὴν ἐνάτην ὥραν ἀνεβόησεν ὁ Ἰησοῦς φωνῇ μεγάλῃ λέγων(1)· ἠλὶ ἠλί(2), λιμᾶ(3) σαβαχθανί(4); τοῦτ᾿ ἔστι, Θεέ μου Θεέ μου(5), ἱνατί με ἐγκατέλιπες(6);
Ματθ. 27,46   Περί την τρίτην απογευματινήν ώραν εβόησε με φωνήν μεγάλην ο Ιησούς, λέγων• “Ηλί, Ηλί, λιμά σαβαχθανί;” Δηλαδή, Θεε μου, Θεε μου, διατί με εγκατέλιπες;”
(1)    Η κραυγή δεν ήταν έκφραση απελπισίας, αλλά προκλήθηκε από την αγωνία που είχε κυριεύσει τον πάσχοντα και δείχνει πόσο πραγματικό ήταν το πάθος του Κυρίου (S).
«Βασανισμένος από τις οδύνες που προξενούσαν τα καρφιά, ως άνθρωπος λέει… Γιατί με άφησες έτσι να οδυνώμαι;… Διότι όπως ακριβώς αληθινά έγινε άνθρωπος, έτσι αληθινά σταυρώθηκε και όχι φανταστικά. Διότι δεν θα φώναζε έτσι αν δεν πονούσε τόσο πολύ» (Ζ). Φώναξε προς τον πατέρα την φωνή του δικαίου, που απευθύνεται προς τον Θεό από τον προφητάνακτα Δαβίδ στο Ψαλμ. κα 1 (δ).
(2)  Αραμαϊκός τύπος, εξ ολοκλήρου ορθός, που προσεγγίζει περισσότερο στο εβραϊκό (L).
(3)    Στα αραμαϊκά λεμά, στα εβραϊκά λαμά.
(4)    Ο κώδικας D στο Μάρκο γράφει ζαφθάνι, το οποίο μπορεί να είναι γραφή που προήλθε από προσαρμογή στο εβραϊκό, αφού ο D φαίνεται να εξομοιώνει τον όλο στίχο με την εβραϊκή ανάγνωση, ηλί ηλί λαμά ζαφθάνι (a).
(5)    Σε άλλες περιπτώσεις συνήθιζε να λέει Πατέρα· τώρα λέει Θεέ μου, σαν να ήταν ήδη σε κάποιο βαθμό αποξενωμένος. Προσθέτει το «μου» με εμπιστοσύνη, υπομονή και αυταπάρνηση (b). Η αντωνυμία αυτή προσδίδει στο παράπονό του τον τόνο της εμπιστοσύνης και όχι της μομφής (L).
(6)    Για μία στιγμή, πράγματι τρομερή, η αγωνία εντείνεται σε σημείο, το οποίο υπερβαίνει την κατανόησή μας, και η αγάπη του Πατέρα φάνηκε ότι απομακρύνθηκε από αυτόν (p). Σε αυτήν τη στιγμή η εγκατάλειψη έφθασε στο έπακρο, όπως μετά από λίγο και το πάθημα θα φτάσει στο τέλος του. Στο μέσο της εγκατάλειψης σιωπούσε. Τώρα παραπονιέται όχι για το πάθημά του, αλλά μόνο για την εγκατάλειψη (b).
Το ποτήρι της οργής του Θεού κατά της αμαρτίας εξαντλείται ήδη μέχρι το κατακάθι. Μέσα στη μεγάλη του ταλαιπωρία βγάζει τα συγκινητικά αυτά λόγια όχι με πνεύμα ανυπομονησίας ή μεμψιμοιρίας, αλλά διότι τόσο καταβεβλημένος σωματικά αισθανόταν τον εαυτό του εγκαταλελειμμένο και από τον επουράνιο Πατέρα του (ο)
Ματθ. 27,47  τινὲς(1) δὲ τῶν ἐκεῖ ἑστώτων ἀκούσαντες ἔλεγον ὅτι Ἠλίαν(2) φωνεῖ οὗτος.
Ματθ. 27,47  Μερικοί δε από εκείνους που εστέκοντο εκεί, όταν ήκουσαν τα λόγια του Ιησού έλεγαν, ότι αυτός επικαλείται τον Ηλία.
(1)    «Ήταν και αυτοί στρατιώτες Ρωμαίοι», ή και κάποιοι άλλοι «που αγνοούσαν την εβραϊκή γλώσσα» (Ζ). Μπορούσαν να είναι και ελληνιστές Ιουδαίοι, που μιλούσαν μόνο ελληνικά (δ). Και πιθανότερα τέτοιοι πρέπει να ήταν, εφόσον οι εθνικοί Ρωμαίοι αγνοούσαν τον Ηλία. Δεν αποκλείεται και σκόπιμα να διέστρεψαν τα λόγια του για εμπαιγμό, μολονότι είχαν αντιληφθεί την αληθινή έννοιά τους (ο).
(2)    Δεν υποδηλώνεται στα ευαγγέλια, εάν η φράση αυτή «τον Ηλία φωνάζει αυτός» ειπώθηκε κοροϊδευτικά ή όχι. Ο Ηλίας θεωρούνταν ως ελευθερωτής σε ώρα ταραχής και οι παριστάμενοι αυτοί ίσως να υπέθεσαν σοβαρά, ότι ο Ιησούς επικαλέστηκε τη βοήθειά του.
Ματθ. 27,48  καὶ εὐθέως δραμὼν εἷς ἐξ αὐτῶν καὶ λαβὼν σπόγγον πλήσας τε ὄξους(1) καὶ περιθεὶς καλάμῳ ἐπότιζεν(2) αὐτόν.
Ματθ. 27,48   Και αμέσως ένας από αυτούς έτρεξε, επήρε σφουγγάρι το εγέμισε με ξύδι, το προσήρμοσε εις ένα καλάμι και τον επότιζε.
(1)    Μάλλον πράξη συμπάθειας που έγινε πιθανώς από κάποιον από τους στρατιώτες. Διότι το σφουγγάρι βουτήχτηκε στο σκεύος που περιείχε το όξινο κρασί, που είχαν φέρει για αναψυχή των στρατιωτών (S). Οπωσδήποτε δεν θα μπορούσαν να ακουμπήσουν το ποτό αυτό των στρατιωτών, που ονόμαζαν posca χωρίς την άδειά τους (L). Οι στρατιώτες συνήθιζαν να πίνουν ξύδι (b).
(2)    Παρατατικός της απόπειρας = ζητούσε να τον ποτίσει (δ).
Ματθ. 27,49  οἱ δὲ λοιποὶ(1) ἔλεγον· ἄφες ἴδωμεν(2) εἰ ἔρχεται Ἠλίας σώσων(3) αὐτόν(4).
Ματθ. 27,49   Οι άλλοι όμως έλεγαν• “άφησε να ιδούμε, εάν θα έλθη ο Ηλίας, δια να τον σώση”.
(1)    Αντίθετα με την πράξη αυτή της συμπάθειας, στην οποία ένας προέβη, οι άλλοι προσθέτουν νέα λοιδορία και νέο χλευασμό.
(2)    = Ο σταυρωμένος δεν επικαλέστηκε τον Ηλία; Ας δούμε λοιπόν, αν θα έλθει (L). Με το «άφησε» δηλώνουν, ότι η βοήθεια αυτού που πρόσφερε το ξύδι δεν ήταν αναγκαία, αφού επικαλέστηκε εκείνος τον Ηλία (b).
(3)    Περίπτωση σπανιότατη χρήσης μετοχής χρόνου μέλλοντα με έννοια τελική (=σκοπού). Είναι λεπτότερη έκφραση από το  καθελεῖν, το οποίο χρησιμοποιεί ο Μάρκος (L).
(4)    Κάποια από τα μεγαλογράμματα χειρόγραφα και κάποια λίγα από τα άλλα, προσθέτουν εδώ: ένας άλλος αφού πήρε λόγχη τρύπησε την πλευρά του και βγήκε νερό και αίμα. Η γραφή δεν φαίνεται να είναι αυθεντική, αλλά προήλθε από το Ιωάννου ιθ 34.
Ματθ. 27,50  ὁ δὲ Ἰησοῦς πάλιν κράξας φωνῇ μεγάλῃ(1) ἀφῆκε(2) τὸ πνεῦμα(3).
Ματθ. 27,50   Ο δε Ιησούς αφού πάλιν έκραξε με φωνήν μεγάλην, αφήκε ο ίδιος το πνεύμα του να φύγη από το σώμα.
(1)    «Τι έλεγε η φωνή, το δήλωσε ο Λουκάς, ότι, Πατέρα, στα χέρια σου θα παραδώσω το πνεύμα μου» (Ζ). Ο Ιησούς εξέπνευσε με φωνή μεγάλη, όχι όπως συνέβαινε συνήθως στους σταυρωμένους από αργή εξάντληση των φυσικών δυνάμεων (S).
(2)    Ο Ματθαίος αντί για το εξέπνευσεν, το οποίο χρησιμοποιεί ο Μάρκος, προτιμά τη φράση άφησε το πνεύμα, ίσως για να τονίσει το εκούσιο (=όταν αυτός το ήθελε) του θανάτου του Χριστού (a). «Όταν δηλαδή είπε, ότι Πατέρα, στα χέρια σου θα παραδώσω το πνεύμα μου, τότε λοιπόν παραχώρησε στο θάνατο να τον πλησιάσει» (Ζ). «Διότι όχι αναγκαστικά, αλλά με τη θέλησή του άφησε το πνεύμα» (Θφ).
(3)    Η ευαγγελική ιστορία αναφέρει το θάνατο του Ιησού Χριστού με λίγες λέξεις. Τα κηρύγματα και οι επιστολές των Αποστόλων εκθέτουν με πολλά λόγια τους καρπούς του θανάτου αυτού. Έτσι το ευαγγέλιο προμηθεύει το μαλλί και ο Απόστολος κατασκευάζει το ρούχο (b).
Ματθ. 27,51  Καὶ ἰδοὺ τὸ καταπέτασμα(1) τοῦ ναοῦ ἐσχίσθη εἰς δύο(2) ἀπὸ ἄνωθεν ἕως κάτω(3), καὶ ἡ γῆ(4) ἐσείσθη καὶ αἱ πέτραι ἐσχίσθησαν(5),
Ματθ. 27,51   Και ιδού το παραπέτασμα του ναού, εσχίσθη εις δύο από επάνω έως κάτω και η γη συνεκλονίσθη από τον σεισμόν και οι πέτρες εσχίσθησαν
(1)    Είναι λέξη της ελληνικής αλεξανδρινής γλώσσας, αντί για το παραπέτασμα, το οποίο οι υπόλοιποι Έλληνες από τον Ηρόδοτο χρησιμοποιούν. Με τη λέξη αυτή στον ιερό κώδικα και στα συγγράμματα του Φίλωνα και του Ιωσήπου ονομάζονται τα δύο εκείνα μεγαλοπρεπή παραπετάσματα (=κουρτίνες) στο ναό των Ιεροσολύμων, από τα οποία το ένα χώριζε την είσοδο του ναού από τον περίβολο (Εξοδ. κστ 37,λη 18,Αριθ. γ 26,Ιωσηπ. Ιουδ. Πολ. V 5,4, το οποίο από τους Ο΄(=70 μεταφραστές) και τον Φίλωνα ονομάζεται και κ ά λ υ μ μ α· Εξοδ. κζ 16,Αριθμ. γ 25, Φίλων περί του βίου Μωϋσέως ΙΙΙ παραγραφος 5 και 9), το άλλο διαχώριζε τα άγια των αγίων από τα άγια και αυτό κατεξοχήν ονομάζεται καταπέτασμα και από τους Ο΄ και από τον Φίλωνα. Μόνο το τελευταίο αυτό καταπέτασμα αναφέρεται στην Κ.Δ. (g).
Πουθενά αλλού στην Κ.Δ. δεν αναφέρεται, διότι το καταπέτασμα στο χωρίο Εβραίους θ 3 αναφέρεται στη Σκηνή και όχι στο ναό (p). Ήταν αυτό πλουσιότατο και πολύ πυκνό (F). Ήταν επίσης και τόσο χαλαρά δεμένο από πάνω ώστε σε συνδυασμό με την πυκνότητα του υφάσματος και των κλωστών που το συγκρατούσαν γινόταν αδύνατον φυσικώς να σχιστεί, οσοδήποτε βίαιος και αν ήταν ο σεισμός που έγινε (ο).
(2)    Αναφέρεται ίσως σαν σύμβολο της μεταβολής και αλλαγής, την οποία επέφερε ο θάνατος του Μεσσία.
«Με το καταπέτασμα που σχίστηκε, δήλωσε ο Θεός, ότι έφυγε λοιπόν η θεία χάρη από το ναό και ότι τα ενδότερα, δηλαδή τα άγια των αγίων θα γίνουν σε όλους βατά (=προσβάσιμα) και ορατά, το οποίο και έγινε ύστερα, όταν μπήκαν οι Ρωμαίοι. Η πιο χαριτωμένη όμως ερμηνεία είναι ότι, επειδή τα εντός του καταπετάσματος ήταν τύπος του ουρανού, ενώ τα εκτός τύπος της γης, αφού σχίστηκε τώρα το καταπέτασμα, δήλωσε ότι σχίστηκε ήδη το μεσότοιχο του ουρανού και της γης… και έγινε βατός ο ουρανός στους ανθρώπους… Συνολικά πάντως αυτά που έγιναν, ήταν δείγμα θεομηνίας, που έλεγχαν την αναισθησία τω Ιουδαίων και προανήγγειλαν την καταστροφή τους» (Ζ).
(3)    Ο Ιερώνυμος λέει, ότι σύμφωνα με το καθ’ Εβραίους ευαγγέλιο το υπέρθυρο του ναού σχίστηκε. Είναι πιθανόν, το σχίσιμο του καταπετάσματος να συνοδεύτηκε και από φθορές του όλου κτιρίου του ναού. Ο Ιώσηπος (Ιουδ. Πολ. VI, 5,3) αναφέρει ένα αριθμό οιωνών που προηγήθηκαν από την καταστροφή του ναού και μεταξύ αυτών και ότι κατά το Πάσχα οι βαριές πύλες του ναού, οι οποίες έκλειναν μόλις και μετά βίας από είκοσι άνδρες, άνοιξαν αυτόματα τη νύχτα. Η Γεμάρα αναφέρει ένα όμοιο συμβάν κατά το Πάσχα, γύρω στα σαράντα χρόνια πριν την πτώση της Ιερουσαλήμ. Αυτά σύμφωνα με τον Zahn και Neander φανερώνουν ανάμνηση ενός έκτακτου συμβάντος στο ναό κατά το χρόνο της σταύρωσης (p).
(4)    Δηλαδή η Παλαιστίνη ολόκληρη και πιθανώς και άλλα μέρη (δ).
(5)   Η φύση κατά κάποιο τρόπο φοβήθηκε από την εγκληματικότητα των ανθρώπων και εκδήλωσε με τον τρόπο της τη συμπάθειά της για το θάνατο του Χριστού (F). Οσοδήποτε και αν αναζητηθούν λόγοι φυσικοί για εξήγηση του σεισμού και του σχισίματος των πετρών, το γεγονός, ότι όλα αυτά τα από μόνα τους ασυνήθιστα συνέπεσαν κατά την ίδια στιγμή μαζί με το σχίσιμο του καταπετάσματος και το άνοιγμα των μνημείων και μαζί με το ταυτόχρονο ξεψύχισμα του Λυτρωτή, αποτελεί εκπληκτικό θαύμα (ο)
Ματθ. 27,52  καὶ τὰ μνημεῖα(1) ἀνεῴχθησαν καὶ πολλὰ σώματα τῶν κεκοιμημένων ἁγίων(2) ἠγέρθη,
Ματθ. 27,52   και τα μνημεία εις την περιοχήν της Ιερουσαλήμ ανοίχθησαν μόνα των και πολλά σώματα των πεθαμένων αγίων ανεστήθησαν•
(1)    Τα μνημεία στους βράχους (δ).
(2)   Των αγίων, οι οποίοι είχαν πεθάνει, είτε πολύ χρόνο πριν τη γέννηση του Χριστού, είτε όχι πολύ μετά τη γέννησή του. Οι παλαιοί φαίνεται να θεωρούσαν τον Ιώβ ως έναν από αυτούς, διότι στο τέλος του βιβλίου του οι Ο΄ και ο Θεοδοτίων προσθέτουν: «και έχει γραφτεί ότι πάλι θα αναστηθεί αυτός μαζί με αυτούς που ο Κύριος θα αναστήσει» (b). Το να αναγνωριστούν παρόλ’ αυτά αυτοί από πρόσωπα που ζούσαν ακόμη στα Ιεροσόλυμα συνηγορεί μάλλον, ότι πρόκειται για κεκοιμημένους όχι πριν πολύ χρόνο (ο).
Η λέξη άγιοι πουθενά αλλού στα ευαγγέλια δεν συναντιέται· στις Πράξεις όμως και στις επιστολές χρησιμοποιείται πάντοτε για τους Χριστιανούς. Φαίνεται λοιπόν, ότι σημαίνει εκείνους, οι οποίοι όπως ο Συμεών και η Άννα, ο Ζαχαρίας και η Ελισάβετ δέχτηκαν τον Ιησού ως Μεσσία (p).
Αυτούς ίσως υπονοεί και ο Ιγνάτιος ο Θεοφόρος όταν γράφει στην προς Μαγνησίους (κεφ. θ) επιστολή του: «Τον οποίο (Χριστό) και οι προφήτες, όντας μαθητές του με το Πνεύμα, τον περίμεναν ως δάσκαλο, και για αυτό, αυτός τον οποίο δίκαια περίμεναν, όταν ήρθε τους ανέστησε από τους νεκρούς». Αναστήθηκαν όμως «και για βεβαίωση της μελλοντικής αναστάσεως» (Ζ).
Ματθ. 27,53  (1)καὶ ἐξελθόντες ἐκ τῶν μνημείων, μετὰ τὴν ἔγερσιν(2) αὐτοῦ(3) εἰσῆλθον εἰς τὴν ἁγίαν πόλιν καὶ ἐνεφανίσθησαν πολλοῖς(4).
Ματθ. 27,53    και αφού εξήλθαν από τα μνημεία μετά την ανάστασιν του Χριστού, εισήλθαν εις την αγίαν πόλιν, την Ιερουσαλήμ και παρουσιάσθησαν εις πολλούς.
(1)    Πιθανώς η περί ανάστασης των αγίων αφήγηση να ήταν στην αρχική παράδοση συνδεδεμένη με την ανάσταση του Χριστού και εδώ ανέφερε αυτήν ο ευαγγελιστής με ευκαιρία την εξιστόρηση του σεισμού και του ανοίγματος εξ’ αιτίας αυτού των μνημείων (S). Ταυτόχρονα με το θάνατο του Κυρίου το καταπέτασμα σχίστηκε, η γη σείστηκε και οι πέτρες σχίστηκαν. Και ο ιερός ευαγγελιστής συνύφανε μαζί και τα άλλα καταπληκτικά περιστατικά τα οποία σημειώθηκαν εκείνες τις ημέρες.
Ο πρώτος που αναστήθηκε από τους νεκρούς, για να μην πεθάνει πλέον ήταν ο Χριστός. Είχε όμως και συντρόφους. Μετά την ανάστασή του, σημειώθηκε και η ανάσταση των αγίων. Και αναφέρεται ότι η έξοδός τους και η είσοδός τους στην αγία πόλη έγινε μετά την ανάστασή του, διότι τα πρόσωπα εκείνα, στα οποία εμφανίστηκαν οι αναστημένοι, είδαν πότε έγινε η είσοδός τους στην αγία πόλη, όχι όμως και πότε αναστήθηκαν (b).
Άνοιξαν μεν τα μνημεία κατά την ώρα της εκπνεύσεως του Λυτρωτή, αλλά καμία ζωοποίηση νεκρών δεν έγινε τότε. Η ανάσταση των κεκοιμημένων αυτών έγινε μετά την ανάσταση του Κυρίου για να καταδειχτεί, ότι η δύναμη του τάφου καταργήθηκε από το Χριστό (ο).
(2)    Πουθενά αλλού στην Κ.Δ. ή τους Ο΄ η λέξη έγερσις δεν συναντιέται με την έννοια της ανάστασης (p).
(3)   Φαίνεται παράδοξο, ότι αναγγέλλεται η ανάσταση των προσώπων αυτών κατά τη στιγμή του θανάτου του Κυρίου και η εμφάνισή τους αναβάλλεται μετά την ανάσταση του Κυρίου. Για αυτό υπάρχουν και κάποιοι λίγοι κώδικες με τη γραφή «έγερσιν αυτών», ενώ η συριακή μετάφραση της Παλαιστίνης παραλείπει ολοτελώς τη φράση. Ασφαλώς όμως αυτά αποτελούν διορθώσεις που προστέθηκαν μετέπειτα (L).
(4)    «Έτσι ώστε από την ανάσταση αυτών, να βεβαιωθούν και για την ανάσταση εκείνου, συλλογιζόμενοι, ότι αυτός που ανέστησε αυτούς, πολύ περισσότερο ανέστησε τον εαυτό του» (Ζ).
Ως προς το ζήτημα, τι απέγιναν αυτοί οι αναστημένοι, ο μεν Ζ. φρονεί, ότι «αφού εμφανίστηκαν, πάλι κοιμήθηκαν». Υπέρ της εφήμερης ζωοποίησής τους κηρύττεται και ο L. Ο δ. όμως φρονεί, ότι ανέβηκαν στον παράδεισο με το πρόσκαιρο εκείνο σώμα που αναμένει την κοινή ανάσταση. Η ευαγγελική αφήγηση αφήνει το πράγμα αόριστο. Πιθανότερο παρόλ’ αυτά φαίνεται, ότι αναστήθηκαν αυτοί οριστικά.
Ματθ. 27,54  Ὁ δὲ ἑκατόνταρχος(1) καὶ οἱ μετ᾿ αὐτοῦ τηροῦντες τὸν Ἰησοῦν, ἰδόντες τὸν σεισμὸν καὶ τὰ γενόμενα ἐφοβήθησαν σφόδρα λέγοντες(2)· ἀληθῶς(3) Θεοῦ υἱὸς(4) ἦν οὗτος(5).
Ματθ. 27,54   Ο δε εκατόνταρχος και οι στρατιώται, που ήσαν μαζί του δια να φρουρούν τον Ιησούν, εφοβήθησαν παρά πολύ και έλεγαν• “αληθώς! αυτός ήτο υιός Θεού”!
(1)    «Αυτόν ο Μάρκος τον ονόμασε κεντυρίωνα. Διότι κεντυρίων στους Ρωμαίους είναι ο εκατόνταρχος» (Ζ) «ή ταγματάρχης εκατοντάδας. Διότι κέντο στους Ρωμαίους είναι το εκατό» (Φαβωρίνος).
(2)    Η ακόλουθη αναφώνηση από τον Ματθαίο αναφέρεται ότι έγινε από όλους. Είναι όμως δυνατόν να έγινε από τον εκατόνταρχο που εξέφραζε τη συγκίνηση όλων (L).
(3)   Αυτό αναφέρεται αντιθετικά στους σ. 40,  43 (b). Ο εκατόνταρχος, ο οποίος ίσως θα γνώριζε καλά, ότι ο Ιησούς αξίωνε ότι ήταν γιος του Θεού, εκφράζει την πεποίθησή του, ότι τα περιστατικά του θανάτου του αποδεικνύουν το βάσιμο και πραγματικό αυτής της αξίωσής του (α).
(4)    Σύμφωνα με την εθνική τους ιδέα ως Θεού Υιό, δηλαδή ημίθεο ή ήρωα τον θεώρησαν (δ). Και «ο μεν εθνικός εκατόνταρχος, από τα θαύματα πιστεύει μαζί με αυτούς που ήταν μαζί του· οι Ιουδαίοι όμως που άκουσαν ολοκάθαρα τους προφήτες και το νόμο, μένουν άπιστοι» (Θφ).
(5)    «Μερικοί μάλιστα λένε ότι υπάρχει και μαρτύριο αυτού του Κεντυρίωνα, αφού ανδρώθηκε στην πίστη ύστερα από αυτά» (Χ). «Ήταν αληθής ο Κύριος όταν έλεγε «Όταν υψωθώ από τη γη, θα τους ελκύσω όλους προς τον εαυτό μου». Γιατί να, ενώ υψωνόταν στον τίμιο σταυρό, άρχισε να σαγηνεύει πολλούς στην επίγνωση της αλήθειας. Προσέλκυσε λοιπόν τον εκατόνταρχο, προσέλκυσε και κάποιους από τους Ιουδαίους, οι οποίοι «χτυπούσαν και τα στήθη τους» συγκινημένοι οπωσδήποτε βαθειά, και με τα μάτια της διάνοιάς τους έβλεπαν επάνω προς τον Κύριο» (Κ).
Ματθ. 27,55  Ἦσαν δὲ ἐκεῖ καὶ γυναῖκες πολλαὶ(1) ἀπὸ μακρόθεν(2) θεωροῦσαι, αἵτινες ἠκολούθησαν τῷ Ἰησοῦ ἀπὸ τῆς Γαλιλαίας(3) διακονοῦσαι(4) αὐτῷ·
Ματθ. 27,55  Ήσαν δε εκεί και πολλαί γυναίκες, αι οποίαι από μακρυά παρακολουθούσαν τα γεγονότα. Αυταί ηκολούθησαν τον Ιησούν από την Γαλιλαίαν και τον υπηρετούσαν.
(1)    Οι τρεις που αναφέρονται κατά τρόπο άμεσο και ειδικό ίσως πλησίασαν περισσότερο προς το σταυρό. Κατά την αφήγηση του Ιωάννου η μητέρα του Κυρίου, κάποιες άλλες γυναίκες και ο αγαπημένος μαθητής στέκονταν δίπλα στο σταυρό (S). «Και δες την σειρά που αντιστράφηκε· διότι οι μαθητές έφυγαν· οι μαθήτριες όμως παρέμειναν» (Ζ).
(2)    Πιθανώς απαγορεύτηκε σε αυτές από τους στρατιώτες να σταθούν κοντά στο σταυρό ή επειδή εμποδίζονταν από το να προβούν σε κάποια ενέργεια και εκδήλωση συμπάθειας προς αυτόν, αποχώρησαν μαζί σε κάποιο μακρινό σημείο, από όπου θα μπορούσαν να παρακολουθήσουν το μαρτύριο του Διδασκάλου, απολαμβάνοντας εκεί και πλήρη ελευθερία, ώστε να εκδηλώσουν τη θλίψη τους (ο).
(3)    Και οι τρεις συνοπτικοί αναφέρουν, ότι οι γυναίκες ήταν από τη Γαλιλαία και δεν πρέπει συνεπώς να ταυτίζονται με τις «θυγατέρες Ιερουσαλήμ» του χωρίου Λουκά κγ 28 (p).
(4)    «Χορηγούσαν τα αναγκαία» (Ζ). Παρείχαν τα αναγκαία προς το ζην (g).
Ματθ. 27,56  ἐν αἷς ἦν Μαρία ἡ Μαγδαληνή(1), καὶ Μαρία ἡ τοῦ Ἰακώβου καὶ Ἰωσῆ μήτηρ(2), καὶ ἡ μήτηρ τῶν υἱῶν Ζεβεδαίου(3).
Ματθ. 27,56   Μεταξύ αυτών ήσαν η Μαρία η Μαγδαληνή, η Μαρία η μητέρα του Ιακώβου και του Ιωσή, και η μητέρα των υιών Ζεβεδαίου.
(1)    Εισάγεται εδώ σαν πάρα πολύ γνωστό πρόσωπο, παρόλο που δεν αναφέρθηκε από το Ματθαίο μέχρι τώρα. Από τον Λουκά (η 2) και το Μάρκο (ιστ 9) μαθαίνουμε, ότι θεράπευσε αυτήν ο Ιησούς κυριευμένη από δαιμόνια. Μαγδαληνή σημαίνει πιθανώς αυτή που κατάγεται από τα Μάγδαλα. Δες Ναζαρηνός. Δεν πρέπει να ταυτίζεται με την πόρνη, για την οποία αφηγείται ο Λουκάς στο ζ 37. Η ταύτιση αυτή και σύμφωνα με τον Swete αποτελεί βαριά πλάνη της δυτικής χριστιανικής παράδοσης, που είναι βαθειά παρόλ’ αυτά ριζωμένη (p).
(2)    Η συριακή μετάφραση του Σινά και μαζί με αυτήν ο Wellhausen αποδίδουν τη φράση Μαρία η θυγάτηρ του Ιακώβου και Ιωσή μήτηρ (a). Μάλλον πρόκειται για τη μητέρα του Ιακώβου και του Ιωσή. Είναι η ίδια με τη Μαρία του Κλωπά (Ιω. ιθ 25). Δεν ήταν όμως αδελφή της Παρθένου και ο Κλωπάς δεν πρέπει να ταυτίζεται με τον Αλφαίο ούτε με τον Κλεόπα του Λουκά κδ 18 (p). Όταν ο Ματθαίος έγραψε, οι γιοι ήταν γνωστότεροι παρά η μητέρα τους. Εξαιτίας αυτού καθόρισε αυτήν από τους γιους της (b).
(3)    Είναι αναμφίβολα η ίδια με τη Σαλώμη που αναφέρει ο Μάρκος.
Ο Ιησούς στον τάφο
Ματθ. 27,57  Ὀψίας(1) δὲ γενομένης ἦλθεν ἄνθρωπος πλούσιος(2) ἀπὸ Ἀριμαθαίας(3), τοὔνομα Ἰωσήφ, ὃς καὶ αὐτὸς ἐμαθήτευσε(4) τῷ Ἰησοῦ·
Ματθ. 27,57    Αργά δε το απόγευμα ήλθε ένας πλούσιος άνθρωπος από την Αριμαθαίαν, ονόματι Ιωσήφ, ο οποίος και αυτός είχε μαθητεύσει κοντά στον Ιησούν.
(1)    Πριν ακόμη έλθει το Σάββατο. Γύρω στις 6 μ.μ. θα άρχιζε η νέα αυτή ημέρα (S). Οψία (=δειλινή) εξυπακούεται ώρα. Επίθετο όψιος, οψία, ιον. Ο μεταμεσημβρινός χρόνος ο από τις 3-6 μ.μ. (g).
(2)    Σύμφωνα με το Μάρκο και Λουκά βουλευτής, δηλαδή μέλος του συνεδρίου. Ο Ματθαίος ονομάζει αυτόν πλούσιο (L). Είχε υπ’ όψη το Ησ. νγ 9 «και θα δώσω… τους πλούσιους αντί για το θάνατό του;». Έτσι φρονούν οι a και p. Αλλά το χωρίο αυτό είναι τόσο ασαφές και σκοτεινό, ώστε γίνεται αμφίβολο να υπέβαλε στον Ματθαίο εδώ τη λέξη πλούσιος (L). Μάλλον το πλούσιος μπήκε για να δηλώσει, ότι ασκούσε μεγάλη επιρροή (F).
(3)    Η ταύτιση της Αριμαθαίας με την Αρμαθαίμ ή Ραμαθά ή Ραμαθαΐμ (Α΄ Βασ. α 1,19,Α΄Μακ. ια 34,Ιωσήπου Αρχ. 13,4,9) είναι πιθανή, αλλά όχι βέβαιη. Διότι το όνομα αυτό το είχαν πολλά χωριά της Παλαιστίνης (g). Πατρίδα του Σαμουήλ η Ραμαθέμ ή Ραμά βρισκόταν στο όρος Εφραίμ (δ). Ο Ιωσήφ καταγόταν από την Αριμαθαία, αλλά ήδη ήταν εγκατεστημένος και είχε ιδιοκτησία στην Ιερουσαλήμ (S).
(4)    Αμετάβατο, με τη σημασία: έγινε μαθητής του Ιησού (δ). Μπήκε αυτό για να εξηγηθεί ο ζήλος του Ιωσήφ που εκδηλώθηκε στην προκειμένη περίπτωση (F).
Ματθ. 27,58  οὗτος προσελθὼν(1) τῷ Πιλάτῳ ᾐτήσατο τὸ σῶμα(2) τοῦ Ἰησοῦ. τότε ὁ Πιλᾶτος ἐκέλευσεν(3) ἀποδοθῆναι(4) τὸ σῶμα.
Ματθ. 27,58   Αυτός προσήλθε στον Πιλάτον και εζήτησε το σώμα του Ιησού. Τότε ο Πιλάτος διέταξε να του δοθή.
(1)    «Αυτός που προηγουμένως κρυβόταν, τώρα έδειξε μεγάλη τόλμη μετά το θάνατο του Χριστού. Διότι ούτε ασήμαντος ήταν, ούτε από εκείνους που μένουν απαρατήρητοι, αλλά ένας από τα μέλη του συνεδρίου και πολύ επιφανής. Από αυτό μάλιστα μπορεί να δει κανείς και την ανδρεία του. Διότι καταδίκασε σε θάνατο τον εαυτό του, όταν διακήρυξε την απέχθειά του προς όλους με τη συμπάθειά του προς τον Ιησού, και τόλμησε να ζητήσει το σώμα του, και δεν απομακρύνθηκε παρά μόνο αφού πέτυχε αυτό που ήθελε» (Χ).
(2)    Και ο Ματθαίος και ο Μάρκος αποφεύγουν τη λέξη πτώμα (p).
(3)   Ο Ματθαίος και ο Μάρκος εκφράζονται με τρόπο που επιτρέπει να υποθέσουμε, ότι ο Πιλάτος διέταξε οι στρατιώτες να αποκαθηλώσουν το σώμα και να το παραδώσουν στον Ιωσήφ. Ο Λουκάς όμως ξεκάθαρα αναφέρει ότι ο Ιωσήφ κατέβασε αυτό και ο Ιωάννης προσθέτει ότι ο Νικόδημος τον βοήθησε.
(4)    Η πρόθεση «από» στο ρήμα μπορεί να σημαίνει και το ότι δόθηκε αντί αμοιβής (p). «Ο Ιωσήφ επειδή ήταν πλούσιος, είναι εύλογο ότι θα έδινε και χρυσάφι στον Πιλάτο» (Θφ). Μπορεί όμως να έχει τη σημασία να δοθεί επειδή ανήκε σε αυτόν ως πιστό μαθητή και οπαδό (δ), διότι τα σώματα των καταδίκων παραδίδονταν μερικές φορές για ταφή και στους φίλους (S).
Έξυπνη και η ερμηνεία: οι Ιουδαίοι είχαν αποξενωθεί από αυτόν· ο Ιωσήφ πήρε αυτό από τους εθνικούς και μαζί με τον Νικόδημο έδωσαν αυτό πάλι στους Ιουδαίους (b).
Ματθ. 27,59  καὶ λαβὼν τὸ σῶμα ὁ Ἰωσὴφ ἐνετύλιξεν αὐτὸ σινδόνι καθαρᾷ(1),
Ματθ. 27,59  Και λαβών ο Ιωσήφ το σώμα το ετύλιξε εις σινδόνι καινούριο και καθαρό
(1)    Το καθαρό σημαίνει, ότι όπως ο τάφος, έτσι και το σεντόνι δεν είχε προηγουμένως χρησιμοποιηθεί (p). Καθαρό σεντόνι λέει αυτό που δεν έχει ακόμη λερωθεί ή χρησίμευσε σε κάτι άλλο (δ). Οι προς τον Ιησού τιμές άρχισαν ήδη (b).
Ματθ. 27,60  καὶ ἔθηκεν αὐτὸ ἐν τῷ καινῷ(1) αὐτοῦ(2) μνημείῳ ὃ ἐλατόμησεν(3) ἐν τῇ πέτρᾳ, καὶ προσκυλίσας λίθον μέγαν(4) τῇ θύρᾳ τοῦ μνημείου ἀπῆλθεν.
Ματθ. 27,60   και το έθεσε στο καινούριο μνημείον του, το οποίον είχε σκαλίσει στον βράχον. Και αφού εκύλισε εμπρός εις την θύραν του μνημείου μεγάλον λίθον, ανεχώρησε.
(1)    «Την αγάπη και την ανδρεία του την δείχνει όχι μόνο με το ότι παρέλαβε το σώμα του Χριστού και το έθαψε με πολυτέλεια, αλλά και με το ότι τον έθαψε στο δικό του καινούργιο μνημείο. Και αυτό δεν έγινε έτσι στην τύχη, αλλά για να μην υπάρξει ούτε η παραμικρή υποψία ότι αναστήθηκε άλλος αντί άλλου» (Χ).
(2)    Ο Ιησούς Χριστός ο αρχηγός και η οδός της ζωής, μπήκε σε τάφο, που δεν σκαλίστηκε επίτηδες για αυτόν, αλλά προοριζόταν εξαρχής να δεχτεί το σώμα του Ιωσήφ.
(3)    Ο τάφος είχε σκαλιστεί μέσα σε βράχο (S). Λατομέω = λας (λίθος) τέμνω (κόβω) (δ). «Το μνημείο είχε τη μορφή σπηλιάς, ήταν σκαλιστό» (Ζ).
(4)    Η μεγάλη πέτρα αναμφίβολα ήταν έτοιμη για να χρησιμεύσει για το σκοπό αυτόν. Ήταν από εκείνες τις πέτρες, οι οποίες έκλειναν τις πόρτες των τάφων και κάθε άνοιξη ασβεστώνονταν (Ματθ. κγ 27), για να προλαβαίνουν κάθε τελετουργικό μολυσμό από τους διαβάτες. Οι πέτρες αυτές ήταν μερικές φορές στρογγυλές και λείες, όμοιες με μυλόπετρες, που στήνονταν στην όψη του βράχου, όπου είχε γίνει η εκσκαφή. Μπορούσαν για αυτό εύκολα να κυλιστούν προς τα μπρος ή προς τα πίσω και να ανοίξουν ή να κλείσουν το άνοιγμα του τάφου (p).
Ματθ. 27,61  Ἦν δὲ ἐκεῖ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ ἡ ἄλλη Μαρία(1), καθήμεναι(2) ἀπέναντι τοῦ τάφου(3).
Ματθ. 27,61   Ήτο δε εκεί Μαρία η Μαγδαληνή και η άλλη Μαρία, αι οποίαι εκάθηντο απέναντι από τον τάφον.
(1)     Δηλαδή η αναφερθείσα ήδη Μαρία η μητέρα του Ιακώβου και Ιωσή.
(2)    Κάθισε η Μαρία μαζί με τη Μαγδαληνή, για να δουν για τελευταία φορά τον Κύριο, τον οποίο είχαν αγαπήσει. Ο Ιωσήφ έφυγε. Αλλά οι δύο γυναίκες κάθισαν.
(3)   «Κάθισαν απέναντι από τον τάφο, παρατηρώντας, πού τοποθετείται το σώμα και πώς τοποθετείται, έτσι ώστε, αφού φύγουν και ετοιμάσουν αρώματα να έλθουν την Κυριακή και να αρωματίσουν και να αλείψουν με μύρα αυτό. Διότι αφού δεν γνώριζαν ακόμη τίποτα το υψηλό σχετικά με την ανάσταση, περίμεναν ότι θα βρουν το σώμα θαμμένο» (Ζ). Κάθονταν απέναντι από τον τάφο απορροφημένες από τη θλίψη (L), με ήσυχη ευλάβεια, αξιοσημείωτη (p).
Η ασφάλιση του τάφου
Ματθ. 27,62  (1)Τῇ δὲ ἐπαύριον, ἥτις ἐστὶ μετὰ τὴν παρασκευήν(2), συνήχθησαν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι(3) πρὸς Πιλᾶτον
Ματθ. 27,62   Κατά δε την επομένην ημέραν, η οποία είναι έπειτα από την Παρασκευήν, δηλαδή το Σάββατον, συνεκεντρώθησαν οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι και ήλθαν προς τον Πιλάτον
(1)    Ο Ματθαίος εισάγει εδώ άλλο γεγονός από την προφορική παράδοση. Αποτελεί ζωηρή αντίθεση με την προηγούμενη παράγραφο. Σε εκείνην αυτοί που παρέμειναν πιστοί στον Ιησού δείχνουν στοργική αφοσίωση στο σώμα του. Εδώ έχουμε τους άσπονδούς του εχθρούς  που τον καταδιώκουν και μετά θάνατον. Είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι ενώ και αυτοί που μέχρι τέλους παρέμειναν πιστοί στον Ιησού δεν έχουν ιδέα για την ανάσταση ούτε κατάλαβαν τα λόγια του Κυρίου στο Μάρκου θ 10, οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι κατανόησαν αυτά και θυμούνταν αυτά και ήταν ήδη αποφασισμένοι κάθε αγύρτικη και πλαστή επαλήθευση της προφητείας αυτής (p).
(2)    Το τῇ ἐπαύριον θα ήταν επαρκές και θα ήταν σαφέστερο, εάν έγραφε το Σάββατο. Η ονομασία Παρασκευή είχε ήδη γίνει όνομα της ημέρας, η οποία ήταν παραμονή του Σαββάτου. Ο Ματθαίος χρησιμοποιεί χωρίς εξήγηση την ονομασία αυτή. Ο Μάρκος όμως (ιε 42) εξηγεί στους εθνικούς αναγνώστες του, τι σημαίνει αυτή (p). = η ημέρα, κατά την οποία προετοιμάζονταν στους Ιουδαίους, όσα ήταν αναγκαία για το Σάββατο ή για εορτασμό της γιορτής (g).
Ίσως επίσης, κατά την εποχή που ο Ματθαίος έγραφε, η φράση αυτή να ήταν συνηθισμένη μεταξύ των εξ’ Ιουδαίων χριστιανών (p)· και με αυτήν να δηλωνόταν η μεγάλη ημέρα της σταύρωσης του αληθινού αμνού (δ).
(3)    Προβλήθηκε η ένσταση, ότι σε ημέρα Σαββάτου δεν ήταν δυνατόν να συνεδριάσει το συνέδριο επισήμως. Αλλά και ο Ματθαίος κανένα λόγο δεν κάνει για πρεσβύτερους του λαού, τους οποίους πολλές φορές είχε κατονομάσει. Πρόκειται λοιπόν εδώ για διάβημα τελείως ιδιωτικό (L).
Ματθ. 27,63  λέγοντες· κύριε, ἐμνήσθημεν ὅτι ἐκεῖνος(1) ὁ πλάνος(2) εἶπεν ἔτι ζῶν, μετὰ τρεῖς ἡμέρας ἐγείρομαι(3).
Ματθ. 27,63  λέγοντες• “κύριε, εθυμηθήκαμε ότι εκείνος ο πλάνος είπε, ενώ ακόμη εζούσε• Έπειτα από τρεις ημέρες θα αναστηθώ.
(1)    Δεν θέλουν ούτε το όνομά του να ακούσουν. Χρησιμοποιούν αντωνυμία, η οποία δείχνει ότι είναι πολύ μακριά από αυτούς (p). Εκείνος, που είναι ήδη μακριά, αφού πέθανε (δ).
(2)    Που πλανά το λαό (δ). Επίθετο, με το οποίο τον στιγματίζουν. «Αυτό δείχνει την ωμότητα (=σκληρότητα) εκείνων, αφού ούτε με το θάνατο δεν άφησαν την οργή» (Χ).
(3)    «Αξίζει να αναζητήσουμε και αυτό, πού δηλαδή είπε ότι μετά από τρεις ημέρες θα αναστηθώ; Διότι δεν θα το βρει κανείς πουθενά να λέγεται τόσο σαφώς, εκτός από το παράδειγμα του Ιωνά» (Χ). Υπαινίσσονται πιθανώς την προφητεία του Ιησού στο Ματθ. ιβ 40, η οποία λέχθηκε παρόντων των γραμματέων και Φαρισαίων και η οποία στο μεταξύ θα είχε διεγείρει σε αυτούς το ενδιαφέρον, για να ζητήσουν πληροφορίες περισσότερο ακριβείς (L).
Ματθ. 27,64  κέλευσον οὖν ἀσφαλισθῆναι(1) τὸν τάφον ἕως τῆς τρίτης ἡμέρας, μήποτε ἐλθόντες οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ νυκτὸς κλέψωσιν αὐτὸν καὶ εἴπωσι τῷ λαῷ(2), ἠγέρθη ἀπὸ τῶν νεκρῶν· καὶ ἔσται ἡ ἐσχάτη(3) πλάνη(4) χείρων τῆς πρώτης(4).
Ματθ. 27,64   Δώσε, λοιπόν, διαταγήν να φρουρηθή ο τάφος μέχρι την τρίτην ημέραν, μήπως έλθουν οι μαθηταί αυτού νύκτα, τον κλέψουν και πουν στον λαόν• Ανεστήθη εκ των νεκρών. Και τότε η τελευταία πλάνη θα είναι χειροτέρα από την πρώτην, που μερικοί τον είχαν πιστέψει ως Μεσσίαν”.
(1)    Χωρίς να το συνειδητοποιούν υπηρετούν στην επιβεβαίωση της αλήθειας. Καμία ανθρώπινη ασφάλεια όμως δεν είναι ικανή να παρεμποδίσει το Θεό. Δες Πράξ. ε 23,ιστ 23-26 (b). «Παντού η πλάνη συγκρούεται με τον εαυτό της και άθελά της συνηγορεί υπέρ της αλήθειας» (Χ).
«Να ασφαλίσουν τον τάφο δηλαδή να τον σφραγίσουν και να τον φρουρήσουν. Επειδή έπρεπε να πιστευτεί ότι και πέθανε και ενταφιάστηκε και αναστήθηκε, βλέπε και τα τρία αυτά να μαρτυρούνται από τους εχθρούς. Ας εξετάσουμε δηλαδή προσεχτικά τα λόγια τους· το να πούνε μεν… «εκείνος είπε όσο ζούσε ακόμη» μαρτυρεί, ότι πέθανε· το «διάταξε να ασφαλιστεί ο τάφος» βεβαιώνει ότι ενταφιάστηκε· το «μήπως έλθουν οι μαθητές του και τον κλέψουν», πληροφορεί ότι εφόσον ασφαλιστεί ο τάφος, δεν θα κλαπεί» (Ζ).
«Αν όμως βρέθηκε ο τάφος κενός, είναι φανερό ότι αναστήθηκε σαφώς και αναντίρρητα» (Χ).
(2)    Οι Φαρισαίοι υπέθεταν, ότι αυτοί δεν θα πίστευαν αυτό ποτέ. Επιθυμούν λοιπόν να λάβουν προφυλακτικά μέτρα για το λαό (b).
(3)    Με έννοια συγκριτικού (L)· η νεώτερη πλάνη, η τελευταία.
(4)    Με άμεση αναφορά στο εκείνος ο πλάνος (p). Η πρώτη πλάνη υπήρξε το ότι θεώρησαν αυτόν Μεσσία. Η τελευταία θα ήταν χειρότερη από την πρώτη (L). Οι Φαρισαίοι αντιλήφθηκαν, ότι έπρεπε πολιτικούς λόγους να χρησιμοποιήσουν, για να επηρεάσουν τον Πιλάτο. Όπως κατηγόρησαν τον Ιησού ότι διεκδικούσε το βασιλικό αξίωμα, αποσιωπώντας τελείως την αξίωσή του, ότι ήταν ο υιός του Θεού, έτσι και εδώ το νόημά τους είναι, ότι, εάν οι μαθητές έπειθαν το λαό ότι ο Ιησούς αναστήθηκε, θα προκαλούσαν πολύ μεγαλύτερη εξέγερση από εκείνην, η οποία σημειώθηκε κατά την θριαμβευτική είσοδο ως συνέπεια της πλάνης του λαού, ότι ο Ιησούς ήταν ο Μεσσίας.
Ματθ. 27,65  ἔφη αὐτοῖς ὁ Πιλᾶτος(1)· ἔχετε(2) κουστωδίαν(3)· ὑπάγετε ἀσφαλίσασθε(4) ὡς οἴδατε.
Ματθ. 27,65  Είπε εις αυτούς ο Πιλάτος• “έχετε εις την διάθεσίν σας φρουρά• πηγαίνετε και ασφαλίσατε τον τάφον, όπως γνωρίζετε”.
(1)    Δεν τους δέχεται ευχάριστα. Είχε δει την κακεντρέχειά τους προηγουμένως (δες σ. 17,18), και αναμφίβολα αντιλαμβάνεται αυτήν και τώρα. Με ολιγόλογη συγκατάθεση τούς διώχνει.
(2)    Μάλλον προστακτική = Πάρτε κουστωδία. Και αυτό φαίνεται σαφώς, από το ότι η μόνη φρουρά την οποία οι αρχιερείς είχαν ήταν η αστυνομία του ναού, δεν μπορούσαν όμως να χρησιμοποιήσουν αυτήν χωρίς την άδεια του Ρωμαίου επιτρόπου. Προφανώς χρειάζονται κάτι, το οποίο θα γινόταν με την άδειά του (p). Δίνει τους φύλακες γρήγορα και όπως ήταν αγανακτισμένος εναντίον τους, διώχνει γρήγορα τους συκοφάντες (b).
(3)     Λέξη λατινική = φύλακες, φρουρά. «Κουστωδία λέγεται στους Ρωμαίους η φύλαξη· τους στρατιώτες λοιπόν που ήταν ταγμένοι να φυλάνε, τους ονομάζει κουστωδία» (Θφ).
(4)    «Δεν αφήνει τους στρατιώτες μόνους τους να σφραγίσουν· διότι επειδή είχε μάθει τα σχετικά με αυτόν (τον Ιησού), δεν ήθελε πλέον να συμπράξει με αυτούς. Αλλά για να απαλλαγεί από αυτά ανέχεται και αυτό και λέει· εσείς, όπως θέλετε σφραγίστε, για να μην μπορείτε να κατηγορείτε άλλους» (Χ).
Ματθ. 27,66 οἱ δὲ πορευθέντες ἠσφαλίσαντο(1) τὸν τάφον σφραγίσαντες(2) τὸν λίθον μετὰ τῆς κουστωδίας(3).
Ματθ. 27,66  Εκείνοι δε επήγαν και ασφάλισαν τον τάφον, έβαλαν δηλαδή σφραγίδες στον λίθον που έκλειε το μνημείον και ετοποθέτησαν φρουράν.
(1)    «Και αυτά τα έκαναν ημέρα σαββάτου, παραβιάζοντας αυτό εξαιτίας της λύσσας της μανίας τους» (Ζ). Το «ασφάλισαν» εκφράζει το σύνολο της ενέργειάς τους, το «σφράγισαν» και το «της κουστωδίας» τα μέρη της (b).
(2)    Η σφράγιση του λίθου φαίνεται ότι ήταν των Φαρισαίων ιδέα, και ίσως εισηγήθηκε σε αυτούς αυτήν η σφράγιση του λίθου στην πόρτα του σπηλαίου των λεόντων, στο οποίο ρίχτηκε ο Δανιήλ (Δαν. στ 17). Στην Π.Δ. οι λέξεις σφραγίδα και σφραγίζω συχνά χρησιμοποιούνται και με κυριολεκτική και με μεταφορική έννοια. Στην Κ.Δ. κυρίως χρησιμοποιούνται μεταφορικά (p). Μία ταινία (λωρίδα) από ύφασμα εκτεινόταν σε όλο το άνοιγμα του τάφου, πάνω από την πέτρα, που χρησίμευε ως πέτρα και οι δύο άκρες της, που εφάρμοζαν στα χείλη του τάφου που βρίσκονταν στην κάθε μία πλευρά, σφραγίζονταν (F).
(3)    Εξαρτάται από το ασφάλισαν και όχι από το σφράγισαν. «Όχι μόνο σφράγισαν την πέτρα της πόρτας, τοποθετώντας σε αυτήν σφραγίδες, αλλά και αφού επέλεξαν στρατιώτες, αυτούς που ήθελαν, τούς έβαλαν να κάθονται φύλακες σε αυτήν» (Ζ).

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...