Δευτέρα, Ιανουαρίου 16, 2012

Ο Ελληνισμός της Βενετίας, μία πολύτιμη όαση αιώνων







Rio dei Greci, callie dei greci, ponte dei greci: από όποια πλευρά κι αν πλησιάσεις, είτε από το κανάλι, είτε από κάποιο γραφικό δρομάκι πίσω από την Πλατεία του Σαν Μάρκο, το πλησίασμα στην ελληνική καρδιά της Βενετίας είναι εμφανές βήμα το βήμα. Βρίσκεσαι στο «νησί» dei greci,  εκεί όπου τα ίχνη των Ελλήνων χαράχτηκαν στο βάθος αιώνων διεκδικώντας μέσα στο πέρασμα του χρόνου μία περίοπτη θέση στη ζωή της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας των Δόγηδων.
           Το «νησί» του Ελληνισμού στη Βενετία ορθώνεται μέσα από ένα μνημειακό συγκρότημα που ξεχωρίζει από μακριά με το στραβό καμπαναριό της εκκλησιάς του Αγίου Γεωργίου των Ελλήνων. Η ιστορία της Ορθόδοξης Ελληνικής Αδελφότητας αρχίζει επίσημα πριν από 500 χρόνια, τον Νοέμβριο του 1498 με την υποβολή του σχετικού αιτήματος στο Συμβούλιο των Δέκα που την ίδια μέρα γίνεται αποδεκτό και ανοίγει το δρόμο στη σύνταξη του ιδρυτικού καταστατικού.
            Η επισημοποίηση των Ελλήνων από τις βενετσιάνικες αρχές έρχεται να επισφραγίζει μία έντονη παρουσία που αρχίζει από την εποχή όπου η Βενετία είναι βυζαντινή επαρχία για να συνεχιστεί και μετά την αυτονόμησή της. Έλληνες καλλιτέχνες και τεχνίτες που εγκαθίστανται πριν από τον 10ο αιώνα εκεί γίνονται περιζήτητοι για την τεχνική τους και συμβάλουν καθοριστικά στην κατασκευή και τη διακόσμηση πολλών μνημείων. Οι εμπορικές σχέσεις μεταξύ Βυζαντίου και Βενετίας θα ανοίξουν το δρόμο για μονιμότερες εγκαταστάσεις. Έμποροι και ναυτικοί από διάφορες ελληνικές περιοχές, μετά την τέταρτη σταυροφορία το 1204, εγκαθίστανται στην πόλη της λιμνοθάλασσας και αρχίζουν να ασκούν με επιτυχία τα επαγγέλματά τους.
              Η συρροή των λογίων στη Βενετία, μετά τη σύνοδο της Φερράρας-Φλωρεντίας (1438) θα συμβάλει στη διάδοση της ελληνικής παιδείας και την ανάπτυξη των ελληνικών σπουδών. Ορόσημο γι αυτό θα είναι η δωρεά της πλουσιότατης συλλογής χειρογράφων από τον  Καρδινάλιο Βησσαρίωνα που θα αποτελέσει τον πυρήνα της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης.
            Οι Έλληνες βρίσκουν  καταφύγιο στη Γαληνοτάτη με μαζική συρροή μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως το 1453, με αποτέλεσμα το 1479 να αριθμούν σε 4.000-5.000 άτομα. Το δικαίωμα της ελεύθερης άσκησης των θρησκευτικών τους καθηκόντων δεν θα αποκτηθεί όμως εύκολα. Η σχετική άδεια της Συγκλήτου το 1456, τρία χρόνια μετά την Άλωση-  όταν είναι πλέον η μεγαλύτερη και ισχυρότερη ξένη κοινότητα στη Βενετία- για ανέγερση δικής τους εκκλησίας  ακυρώνεται ένα χρόνο μετά με διαταγή του Συμβουλίου των Δέκα καθιστώντας τους σαφές ότι ο δρόμος της επίσημης αποδοχής τους έπρεπε να περάσει από αλλού: την ίδρυση Αδελφότητας φιλανθρωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με το παράδειγμα άλλων εθνικών μειονοτήτων της Βενετίας.

Η Ορθόδοξη Ελληνική Αδελφότητα
           Η Ορθόδοξη Ελληνική Αδελφότητα, που αρχίζει να διοικείται από ένα Διοικητικό Συμβούλιο με ετήσια θητεία, θα δημιουργήσει τον πρώτο οργανωμένο πυρήνα της ελληνικής κοινωνικής ζωής με έσοδα από συνδρομές μελών, εράνους, δωρεές και κληροδοτήματα Ελλήνων αλλά και από έκτακτες εισφορές και φόρους επί των ελληνικών πλοίων που κατέπλεαν στη Βενετία, όταν η ανάγκη το απαιτούσε.

Ο Άγιος Γεώργιος των Ελλήνων
           Με βάση την Αδελφότητα στις αρχές του 16ου αιώνα οι Έλληνες διεκδικούν εκ νέου το δικαίωμα της άσκησης λατρείας σε δική τους εκκλησία. Προτάσσουν για αυτό τους δικούς τους στρατιώτες που χαίρουν σεβασμού και εύνοιας εκ μέρους των βενετσιάνικων αρχών λόγω της μεγάλης τους προσφοράς στους πολέμους της Βενετίας κατά των Τούρκων. Η δεύτερη σχετική αίτηση τους του 1511 λαμβάνει τελικά την έγκριση του ιδίου του Δόγη το 1514 αφού έχει αγοραστεί το σχετικό οικόπεδο. Όμως θα χρειαστούν ακόμη δύο βουλλές από δύο πάπες και 22 χρόνια για να αρχίσει η ανέγερση του ναού το 1536 που ολοκληρώνεται το 1577. Από τον τελευταίο πάπα Κλήμεντα Ζ΄ χορηγείται στους Έλληνες και το προνόμιο να μην υπάγονται στη δικαιοδοσία του Βενετού Πατριάρχη. Μετά το ναό οικοδομείται  και το καμπαναριό που θα γείρει όμως  αμέσως και θα παραμείνει έτσι «στραβό» μέχρι σήμερα χαρίζοντας μία γραφικότητα στο κτιριακό σύνολο. Τα έξοδα της ανέγερσης  φθάνουν το υπέρογκο για την εποχή ποσό των 18.000 δουκάτων που καλύπτονται από πόρους της Αδελφότητας.
           Με την ολοκλήρωση της εκκλησίας το 1577 γίνεται και η εγκατάσταση του πρώτου ορθόδοξου μητροπολίτη, Γαβριήλ Σεβήρου, ενός ιερωμένου που θα συμβάλει καθοριστικά στην ανάπτυξη του ελληνισμού της Βενετίας.
            Το 1593 αρχίζει η λειτουργία της σχολής ελληνικών και λατινικών γραμμάτων, καθώς ο Σεβήρος πετυχαίνει τακτική ετήσια χορηγία από τους Βενετούς. Το 1599 ιδρύεται το γυναικείο μοναστήρι λαμβάνοντας και εκπαιδευτική αποστολή.
          Όλοι οι επόμενοι μητροπολίτες- που θα διατηρήσουν τον τίτλο του «Φιλαδελφείας» που είχε ο Σεβήρος ο οποίος  είχε χειροτονηθεί από τον οικουμενικό πατριάρχη σε μητροπολίτη Φιλαδελφείας- εκλέγονται από την Αδελφότητα, έχουν άμεση εξάρτηση από το Οικουμενικό Πατριαρχείο και δεν αναγνωρίζουν τον πάπα.
           Τον Νοέμβριο του 1991, με απόφαση του Οικουμενικού Πατριαρχείου, θα συσταθεί η Ιερά Μητρόπολις Ιταλίας και Εξαρχία Νοτίου Ευρώπης με την ενθρόνιση του πρώτου μητροπολίτη.

Η Φλαγγίνειος Σχολή
Μία ξεχωριστή θέση στην ιστορία των Ελλήνων της Βενετίας κατέχει η Φλαγγίνειος Σχολή. Όλα αρχίζουν  όταν ένας κερκυραίος δικηγόρος, ο Θωμάς Φλαγγίνης,  αφήνει στη διαθήκη του το 1644 ένα  αξιόλογο κληροδότημα στην Αδελφότητα εκφράζοντας την επιθυμία να ιδρυθεί σχολείο και νοσοκομείο, αλλά συγχρόνως να ληφθεί πρόνοια για την εξαγορά αιχμαλώτων και την προικοδότηση άπορων κοριτσιών. Έτσι γεννιέται η Σχολή που θα πάρει το όνομά του με την ανέγερση δύο κτηρίων στη βόρεια πλευρά της εκκλησίας.
          Η Φλαγγίνειος Σχολή είναι ένα από τα σημαντικότερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του Ελληνισμού που θα αρχίσει την λειτουργία του το 1665 αλλά θα παρακμάσει μετά το τέλος της Γαληνοτάτης και θα σταματήσει να λειτουργεί το 1905.
          Στον πρώτο όροφο του κτηρίου της Αδελφότητας, δίπλα στη Φλαγγίνειο Σχολή, στεγάζεται το 1678 το νοσοκομείο που θα είναι σε λειτουργία μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα. Την θέση του νοσοκομείου θα πάρει το εκπληκτικό μουσείο βυζαντινών και μεταβυζαντινών εικόνων που θα εγκαινιαστεί το 1959. Η μοναδική συλλογή σχηματίζεται από δωρεές των μελών της Αδελφότητας και άλλων ορθοδόξων. Πολλές εικόνες μεταφέρονται στη Βενετία από πρόσφυγες, άλλες ζωγραφίζονται στην πόλη από αγιογράφους.

Το Μουσείο των Εικόνων
Το Μουσείο των Εικόνων είναι μία αξιοθαύμαστη κιβωτός στην Ευρώπη, μοναδική στο είδος της, όπου φυλάσσονται ορισμένα από τα καλύτερα δείγματα της τέχνης των φορητών εικόνων από τον 14ο μέχρι τον 18ο αιώνα, καθώς και αξιόλογα τεκμήρια της ιστορίας της κοινότητας των Ελλήνων της Βενετίας.
            Πολυάριθμες εικόνες αλλά και ιστορημένοι κώδικες, χρυσοκέντητα άμφια και αντικείμενα μικροτεχνίας, μεγάλης ιστορικής και καλλιτεχνικής αξίας αποτελούν σήμερα έναν εκπληκτικό θησαυρό που μπορεί να θαυμάσει κάθε επισκέπτης.

Το Ελληνικό Ινστιτούτο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών
Ακολουθώντας ιστορικά την τύχη της Γαληνοτάτης η Ελληνική Αδελφότητα θα βρεθεί σε παρακμή όταν τα πλούτη της δημευθούν από τον κατακτητή Ναπολέοντα το 1797. Τότε τα μέλη της θα αρχίσουν να αναζητούν νέα πατρίδα ή σε άλλα εμπορικά κέντρα στην Ιταλία ή στην Ελλάδα με αποτέλεσμα μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου να αριθμεί μόνο 30 μέλη.
          Αυτή την κρίσιμη στιγμή,  οι διπλωματικές ενέργειες της Ελλάδας και της Ιταλίας αλλά και η αποφασιστικότητα των τελευταίων μελών της Αδελφότητας θα πετύχουν τη διάσωση όχι μόνο της περιουσίας αλλά και της κληρονομιάς της.
          «Παιδί» των ενεργειών αυτών είναι το Ελληνικό Ινστιτούτο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών. Γεννιέται το 1948 από μία μορφωτική συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας που επιτρέπει αφενός στην Ελλάδα να ιδρύσει το Ινστιτούτο  της Βενετίας και αφετέρου στην Ιταλία να επαναλειτουργήσει στην Αθήνα την Ιταλική Αρχαιολογική Σχολή και το Ιταλικό Ινστιτούτο.
           Με τον νόμο 1766, το 1951, το μοναδικό αυτό ερευνητικό κέντρο του ελληνισμού  στο εξωτερικό γίνεται πραγματικότητα και πέντε χρόνια αργότερα το ελληνικό κράτος το «προικοδοτεί» με την κινητή και ακίνητη περιουσία που παραχωρεί σε αυτό η Ελληνική Αδελφότητα υπό τον όρο η τελευταία να επιχορηγείται για τη συντήρησή της. Αρχίζει να λειτουργεί το 1958 και μέχρι σήμερα προσφέρει ένα πολύτιμο έργο στην Ελλάδα και τον πολιτισμό της.

Η ελληνική τυπογραφία στη Βενετία
Σημαντικότατη πτυχή της πνευματικής δραστηριότητας των Ελλήνων της Βενετίας είναι η ενασχόλησή τους με την τυπογραφία. Το 1486, οι Κρητικοί Λαόνικος και Αλέξανδρος εκδίδουν τα δύο πρώτα ελληνικά βιβλία. Λίγα χρόνια αργότερα,  διάσημοι λόγιοι, όπως ο Μάρκος Μουσούρος, ο Ιωάννης Γρηγορόπουλος και ο Αρσένιος Αποστόλης ,πραγματοποιούν για πρώτη φορά εκδόσεις των μεγαλύτερων κλασικών συγγραφέων.
          Το πρώτο ελληνικό τυπογραφείο ιδρύεται από τους Κρητικούς Ζαχαρία Καλλιέργη και Νικόλαο Βλαστό. Αριστούργημα των εκδόσεών τους είναι το «Μέγα Ετυμολογικόν». Στην συνέχεια, μέχρι τον 19ο αιώνα η Βενετία θα έχει σχεδόν την αποκλειστικότητα στην έκδοση των ελληνικών βιβλίων τόσο από βενετικά τυπογραφεία, με Έλληνες διορθωτές και επιμελητές, όσο και από ελληνικά.
          Τα βιβλία που τυπώνονται είναι λαϊκά - έργα κρητικής λογοτεχνίας, έμμετρα μυθιστορήματα κλπ - και εκκλησιαστικά και απευθύνονται  όχι μόνο στους Έλληνες της Βενετίας αλλά και ολόκληρης της Ανατολής και συμβάλουν στη διατήρηση της παιδείας και της θρησκείας κατά την τουρκοκρατία.  

ΣΟΦΙΑ ΑΡΑΒΟΠΟΥΛΟΥ
πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά