Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Πέμπτη, Φεβρουαρίου 27, 2014

Η ΕΣΧΑΤΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΥΜΝΩΝ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΩΝ ΑΠΟΚΡΕΩ

1Με πνευματικά εφόδια την ταπείνωση και τη μετάνοια, που προέβαλαν οι προηγηθείσες Κυριακές του Τριωδίου, δηλαδή η Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου και η Κυριακή του Ασώτου, η Γ΄Κυριακή του Τριωδίου μας παρουσιάζει δυο βασικές όψεις: την πίστη και την πράξη. Η μεν πίστη φαίνεται στην Δευτέρα ένδοξη Παρουσία του Κυρίου, η δε πράξη στην αποχή της κρεοφαγίας.

Η περικοπή της Κρίσεως επισφραγίζει την συνοπτική εξιστόρηση της Θ. Αποκαλύψεως που ξεκίνησε την Κυριακή του Τελώνου με την αρχή του κόσμου, και ολοκληρώνεται την Γ΄Κυριακή με τα έσχατα.   

Αξίζει να σημειωθεί ότι το Σάββατο, πριν τη Κυριακή των Απόκρεω η Εκκλησία μνημονεύει τους κεκοιμημένους, εν όψει της επαύριον παραβολής της Κρίσεως. Με όλα αυτά η Εκκλησία ολοκληρώνει το έργο της προγυμνασίας των πιστών και αφ ετέρου εκδηλώνει την απεριόριστο αγάπη της για όλα τα μέλη της, ζώντα και κεκοιμημένα.

Με ωραίους επίσης ύμνους η Εκκλησία ενθαρρύνει τους πιστούς στον αγώνα της Μ. Τεσσαρακοστήςστους οποίους συνοπτικά αποδίδει το εσχατολογικό νόημα της εορτής των Απόκρεω. 
πηγή

Τό ἐνδιαφέρον τοῦ Χρυσοστόμου γιά τούς νέους




 



 
1.
Εἰσαγωγικά

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος στά πολυπληθῆ ἔργα του πολλές φορές κάνει λόγο γιά τούς νέους. Ἔχει πάρα πολλούς χαρακτηρισμούς πού ἀφοροῦν τή νεότητα καί ἀναφέρεται συχνά στίς διάφορες ἐκδηλώσεις τῶν νέων. Ἄς ἀναφέρουμε γενικές ἐπισημάνσεις τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου γιά τήν ἡλικία τῆς νεότητος.

Λέγει π. χ. πὼς ὁ πνευματικός ἀγώνας εἶναι πάντοτε ἴδιος σέ ὅλες τίς ἡλικίες. Δέν ὑπάρχει ἡλικία πού νά μήν ἔχει ἀγώνα καί ἱδρῶτες καί πόνους. Ἡ ἔνταση τοῦ ἀγῶνος ὅμως εἶναι διαφορετική σέ κάθε ἡλικία. Μπορεῖ κάποιος νά δεῖ νέους νά ἀγωνίζονται μέ συνέπεια καί γέροντες νά ζοῦν μέσα στά πάθη τους «Μή τοίνυν μηδείς προβαλλέσθω μήτε νεότητα μήτε γῆρας εἰς ἀπολογίαν ραθυμίας· ἐπεί καί νῦν πολλοί παρ' ἡμῖν νέοι τό πνευματικόν τοῦτο πληροῦσι θέατρον, οἱ δέ γεγηρακότες ἐν ἱπποδρομίαις ἀσχημονοῦσι· ἕτεροι δ' αὖ πάλιν γέροντες μετά τῆς πολιᾶς καί τῇ ἀκροάσει κοσμοῦνται, νέοι δέ τήν νεότητα διά τῆς θεωρίας τῆς ἐκεῖσε ἀλογωτέραν κατασκευάζουσιν...»( PG 63, 518). Ἀναφέρει μάλιστα τούς τρεῖς παῖδες πού κατεπάτησαν τήν κάμινον, ὅταν «νέοι σφόδρα καί μειράκια ἦσαν κομιδῇ » ( ὅπ.π. ).

Σέ ἄλλη ὁμιλία του θά μιλήσει αὐστηρά στούς νέους πού προβάλλουν τήν ἡλικία τους γιά νά πέσουν στήν ἁμαρτία. Ἐάν δέν ὑπάρχει κανείς στήν νεαρή ἡλικία πού νά ἀγωνίζεται, τότε ἴσως εἶχαν κάποια δικαιολογία· ὅμως « εἰ δέ εἰσί, πόθεν ἕξετε εἰπεῖν (ἐσεῖς δηλαδή οἱ νέοι) ὅτι οὐκ ἠδυνήθημεν κατασχεῖν τήν φλόγαν τῆς ἐπιθυμίας » ( PG 62, 427). Μπορεῖ κάποιος νά εἶναι νέος καί νά ἔχει φρόνηση πολιοῦ ἀνθρώπου καί νά σκέπτεται συνετά καί σοφά ὅπως ὁ Δαυίδ· « οὗτος τοίνυν ὁ Δαυΐδ, νέος ὤν καί μειράκιον κομιδῇ, καί πατρός ἀσήμου καί τῇ γῇ προσέχων καί τοῖς ποιμνίοις,... οὐδέν κοινόν ἔχων μετά τῶν βιωτικῶν πραγμάτων, ἀλλ' ἐκ πρώτης ἡλικίας τῇ συντρόφῷ τῆς ἀρετῆς ἡσυχίᾳ συζῶν... τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν ἐμελέτησεν. Οὗτος τοίνυν νέος ἦν, κομιδῇ μειράκιον, νέος μέν τῇ ἡλικίᾳ, πεπολιωμένος δέ τῇ διανοίᾳ » ( PG 55, 567). Δέν εἶναι ἡ διαφορά τῆς ἡλικίας πού δημιουργεῖ τήν ἀρετή στόν ἄνθρωπο. Ἡ ἐπισήμανση τοῦ Χρυσοστόμου βρίσκεται « ἐν τῇ διαφορᾷ τῆς γνώμης· κἄν ᾖς ράθυμος, οὐδέν σέ ὠφελήσει τό γῆρας » (ὁ. ὅπ ).

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος πολλές φορές ἀφοῦ κάνει τίς σπουδαῖες αὐτές παρατηρήσεις, δέν παραλείπει νά περιγράψει καί τούς κινδύνους πού διατρέχει ἡ ἡλικία τῆς νεότητος, πού εἶναι μάλιστα καί πάρα πολλοί καί ὑπέρ τό δέον ἐπικίνδυνοι.


 
2.
Οἱ κίνδυνοι τῆς νεότητας

Κατ' ἀρχήν πρέπει νά ποῦμε πώς τονίζει κατά κόρον σέ πολλές ὁμιλίες του πώς ἡ νεότης εἶναι χαλεπή καί δυσκολοκυβέρνητη· «χαλεπόν ἡ νεότης, ὅτι εὐρίπιστον, εὐεξαπάτητον, εὐόλισθον καί σφοδροτέρου δεῖται τοῦ χαλινοῦ· πυρά γάρ τίς ἐστι τῶν ἔξωθεν ἐπιλαμβανομένη ἁπάντων, ραδίως ἐκκαιομένη » ( PG 49, 21). Θά κάνει ὁ ἅγιος πολλές σωστές διαπιστώσεις γιά τήν ἐπικίνδυνη ἡλικία τῆς νεότητας. Ἐπειδή λείπει ἡ πεῖρα πού μᾶς κάνει νά ἀποφεύγουμε τούς κινδύνους καί ἐπειδή εἶναι ἀκμαῖες οἱ δυνάμεις τοῦ σώματος καί ἐπειδή οἱ ἐσωτερικές ροπές τοῦ νέου εἶναι ἰσχυρότατες, πέφτει σέ πολλά σφάλματα καί μάλιστα καταμολύνει τήν ψυχή μέ ἁμαρτήματα. Ἡ εὐφάνταστη ψυχή τοῦ νέου τόν κάνει νά κυνηγάει φαντάσματα πού τά περνάει γιά πραγματικότητες. Δίνει ἀξία σέ καταστάσεις πού εἶναι παροδικές καί ἐφήμερες.

Ἄς ἀφήσουμε ὅμως νά τά περιγράψει ὁ ἴδιος σέ μιὰ θαυμαστή ἀποστροφή τῆς ὁμιλίας του: «ποῦ τό κάλλος τῆς νεότητος τό πολυφάνταστον· νεότης ἡ ἀναίσθητος, ἡ μακρᾶς ἐλπίδας ζωῆς ἔχουσα· νεότης, ἡ στασιώδης καρδία, ἡ πολυμέριμνος ἡδονή· νεότης, ἡ πολλά καί πολλάκις συμπίπτουσα, ἡ κακῶς τήν σάρκα κολακεύουσα· νεότης, ἡ πρός πρός ἀπάτην κολακευομένη, ἡ πηλός, ἡ ταλαίπωρος, ὁ χόρτος ὁ εὐμάραντος, ὁ στάχυς ὁ ἑτοιμόφθορος· νεότης, τό ἐνύπνιον τό εὐληθάργητον, ἡ σκιά ἡ ἀνυπόστατος· νεότης,... ἡ ἄπονος καρδία, ὁ ἀνατεταμένος ὀφθαλμός, ὁ λύχνος ὁ ἑτοιμόσβεστος· νεότης, ὁ βρασμός τῶν αἱμάτων καί συνήθεια τῶν σπιλωμάτων· νεότης, ὁ δυσήνιος ἵππος καί πρός πᾶσαν ἐξολόθρευσιν ἐπιτήδειος » ( PG 60, 725).

Πολύ χαρακτηριστική καί γενική εἶναι ἡ γνώμη τοῦ ἱεροῦ πατρός γιά τή νεότητα. Οἱ ἔφηβοι μοιάζουν μέ τούς ὀνοκενταύρους « καί γάρ ἀγρίας ἔχοντες ἐπιθυμίας, οὕτω πηδῶσιν, οὕτω λακτίζουσιν, ἀχαλίνωτοι περιϊόντες καί τῇ σπουδῇ πρός οὐδέν τῶν δεόντων χρώμενοι » ( PG 58, 582). Οἱ νεανικές ὁρμές πολλές φορές εἶναι ἀκατάσχετες.


 
3.
Οἱ ἐπιθυμίες τῶν νέων

Ἄς ἀναφέρουμε ἐπιγραμματικά ὁρισμένες γνῶμες τοῦ ἱεροῦ πατρός πού ἔχουν σχέση μέ τίς ἐπιθυμίες τῶν νέων καί τίς ἐπιδιώξεις τους.

Οἱ νέοι κατά κανόνα θέλουν νά ζοῦν μέσα στήν τρυφή καί στήν καλοπέραση. Θέλουν νά εἶναι ντυμένοι μέ τά καλύτερα ροῦχα καί νά πραγματοποιοῦν κάθε ἐπιθυμία βλαβερή καί αἰσχρή. Ἔτσι ἐνδίδουν σέ πολλές συνειδησιακές παραχωρήσεις καί μηχανεύονται τά πάντα γιά νά ἀποκτήσουν τό ἐπιθυμητό. « Ἐντεῦθεν πολλοί τῶν νέων καί τήν ὥραν ἀπέδοντο, καί παράσιτοι τοῖς εὐπόροις ἐγένοντο, καί ἑτέρας δουλοπρεπεῖς ὑπέμειναν διακονίας, ἀντί τούτων ὠνούμενοι, τό τὰς τοιαύτας ἐπιθυμίας πληροῦν ( PG 58, 503).

Οἱ νέοι κατά κανόνα ρέπουν στά σαρκικά ἁμαρτήματα. Ὁ ἅγιος προτρέπει τούς γονεῖς νά περιφρουροῦν τά παιδιά τους ἀπό σαρκικούς κινδύνους καί μάλιστα εἰσηγεῖται νά νυμφεύονται ἐνωρίς οἱ νέοι, γιά νά ἀποφεύγουν τήν πορνεία. Ὀφείλουν ἀπό τήν παιδική ἡλικία νά βάλουν καλά θεμέλια στά παιδιά τους. « Ἄν τοίνυν ἄνωθεν καί ἐκ πρώτης ἡλικίας ὅρους αὐτῇ πήξωμεν καλῶς, οὐ δεηθόμεθα πολλῶν μετά ταῦτα πόνων, ἀλλ' ἡ συνήθεια νόμος αὐτοῖς ἔσται λοιπόν. Μηδέν ἐῶμεν αὐτούς τῶν ἡδέων καί βλαβερῶν ποιεῖν, μηδέ ὡς παισί χαριζώμεθα· ἐν σωφροσύνῃ μάλιστα διατηρῶμεν αὐτούς· τοῦτο γάρ πάντων πλέον τήν νεότητα λυμαίνεται. Πρός τοῦτο πολλῶν δεῖται τῶν ἀγώνων, πολλῆς τῆς προσοχῆς. Ταχέως αὐτοῖς γυναίκας ἄγωμεν, ὥστε καθαρά αὐτῶν καί ἀνέπαφα τά σώματα δέχεσθαι τήν νύμφην· οὗτοι οἱ ἔρωτες θερμότεροι. Ὁ πρό τοῦ γάμου σωφρονῶν, πόλλῳ μᾶλλον μετά τόν γάμον· ὁ δέ μαθῶν πορνεύειν πρό τοῦ γάμου, καί μετά τόν γάμον ποιήσει» ( PG 62, 546).

Βλέπουμε πώς ἡ συνήθεια γίνεται δεύτερη φύση, ὅταν μάλιστα ἀποκτηθεῖ κατά τή νεαρή ἡλικία. Τά παιδιά εἶναι μεγάλη παρακαταθήκη. Ὀφείλουμε νά τά φροντίζουμε γιά νά μήν τά κλέψει ὁ πονηρός καί τά ὁδηγήσει σέ ἁμαρτωλές καταστάσεις· « μή ὁ πονηρός ἡμᾶς αὐτούς ἀφέληται » ( ὅπ.π. ).

Στό θέμα τῶν σαρκικῶν πειρασμῶν τῶν νέων μεγάλη εὐθύνη ἀποδίδει ὁ ἅγιος στά πονηρά θεάματα. Τά θέατρα τῆς ἐποχῆς ἐκείνης ἦταν θέατρα πορνικά πού κατέστρεφαν τήν ψυχή τῶν νέων. Ἄς δοῦμε τί λέγει πάνω σέ αὐτό τό σημεῖο: « Εἰ βούλεσθε τήν αἰτίαν ἐγώ λέγω. Οὐ γάρ ἡ νεότης αἰτία· ἐπεὶ ἔμελλον πάντες οἱ νέοι ἀκόλαστοι εἶναι· ἄλλ' ἡμεῖς ἑαυτούς ὠθοῦμεν εἰς τήν πυράν. Ὅταν γάρ ἀνέλθῃς εἰς θέατρον καί καθίσῃς γυμνοῖς μέλεσι γυναικῶν τούς ὀφθαλμούς ἑστιῶν, πρός μέν καιρόν ἥσθης, ὕστερον δέ πολύν ἐκεῖθεν ἔθρεψας τόν πυρετόν » ( ὅπ.π. 428). Οἱ ἄτοποι ἔρωτες, ὅπως λέγει, καταστρέφουν τήν ψυχή τοῦ νέου.

Ὁ ἱερός Χρυσόστομος γνωρίζει ἄριστα πώς τά χρήματα διαφθείρουν τήν ψυχή τῶν νέων καί τήν ὁδηγοῦν σέ διάφορα ἁμαρτήματα. Ξέρει πώς ὁ πλοῦτος συμβαδίζει μέ τήν πορνεία καί τήν ἀνηθικότητα ἤ διευκολύνει ἄλλες ἁμαρτωλές καταστάσεις: « ὅταν δέ καί χρημάτων περιουσίαν προσλάβῃ (ἐννοεῖται ἡ νεότης ) καθάπερ πυράν τήν ὕλην τῶν χρημάτων δεξαμένη, τοσαύτην ἀνάπτει τήν κάμινον, ὡς ὁλόκληρον ἐμπρῆσαι τοῦ νέου τήν ψυχήν. Πότε γάρ ὁ τοιοῦτος δυνήσεται σωφροσύνης ἐπιμελήσασθαι καί ἀκολασίαν φυγεῖν, καί τούς ὑπέρ τῆς ἀρετῆς πόνους ἀναδέξασθαι ἤ τι ἕτερον πνευματικόν;» ( PG 54, 515). Κανένα πνευματικό ἔργο δέν μπορεῖ νά φέρει εἰς πέρας ἕνας νέος πού δέθηκε μέ τήν ἐπιθυμία τῆς ἐπιδιώξεως τῶν χρημάτων.

Ἐνδιαφέρουσα εἶναι ἡ σύγκριση πού κάνει ὁ ἅγιος μεταξύ τῶν γερόντων ἔναντι τῶν νέων καί τό ἀντίθετο. Ὑπάρχουν γέροντες πού ἔχουνε νεανικό φρόνημα καί « ὥσπερ ἐν γήρᾳ νέοι εἰσίν, οὕτω καί τοὐναντίον » ( PG 63, 66). Ἐκεῖνο πού κάνει τόν νέο νά εἶναι ἀξιοπρεπής καί τόν γέροντα ὁμοίως εἶναι ἡ συμπεριφορά καί ἡ προαίρεσή τους. Δέν ἀνέχεται ὁ ἅγιος νά σύρεται ὁ νέος στήν ἁμαρτία λόγω τῆς ἡλικίας του.

Ἐκεῖ πού βλέπει πολλά ἐλαφρυντικά εἶναι ὅταν ἕνα νέο τόν βάλει κάποιος νά διοικήσει. Ἐπειδή δέν ἔχει πεῖρα μπορεῖ νά πέσει ἔξω: «Νέος γάρ ἐκεῖ δύναται συγγνώμην ἔχειν μόνον, ὅταν εἰς διοίκησιν πραγμάτων καλῆται, ὅταν ἄπειρος ᾖ, ὅταν χρόνου δεῖται καί πείρας, ὅταν δέ δέῃ σωφροσύνην καί ἀνδρείαν ἐπιδείξασθαι, οὐκέτι, οὐδέ ὅταν δέῃ χρημάτων κρατεῖν » ( ὅπ.π. ). Ἄλλο πρᾶγμα ἡ διοίκηση τῶν πραγμάτων καί ἄλλο πρᾶγμα ἡ ἀντιμετώπιση τῶν ἁμαρτημάτων καί τῶν παθῶν. Στό πρῶτο ὁ Χρυσόστομος βρίσκει πολλά ἐλαφρυντικά, ἐνῶ στό δεύτερο μᾶλλον εἶναι αὐστηρός. Προχωρεῖ ὁ ἅγιος καί τονίζει πώς ἕνας γέροντας λόγω τῶν ἐξασθενημένων δυνάμεών του δέν μπορεῖ νά συγκρατήσει τόν ἑαυτό του καί μπορεῖ νά παραφερθεῖ. Ἀντίθετα « οὗτος δυνάμενος, ἐάν θέλῃ, ἀρκεῖν ἑαυτῷ, ποίας ἄν τύχοι συγνώμης, μή βουλόμενος, ὅταν ἁρπάζῃ μᾶλλον τοῦ γέροντος, ὅταν μνησικακῇ, ὅταν ἐξουθενῇ, ὅταν μή προΐστηται μᾶλλον τοῦ γέροντος, ὅταν πολλά φθέγγηται ἀκαίρως, ὅταν ὑβρίζῃ, ὅταν λοιδορῆται, ὅταν μεθύῃ ;» ( ὅπ.π. ).

Μάλιστα γιά νά κάνει πιό πειστικό τόν λόγο του, ἀναφέρει πώς μέσα στήν Ἐκκλησία πού μιλοῦσε, ἔβλεπε πολλούς νέους νά παρακολουθοῦν, ἐν ἀντιθέσει μέ πολλούς γέροντες πού πῆγαν νά παρακολουθήσουν ἱπποδρομίες: « ἐπεὶ καί νῦν πολλοί παρ' ἡμῖν νέοι, τό πνευματικόν τοῦτο πληροῦσιν θέατρον, οἱ δέ γεγηρακότες ἐν ἱπποδρομίαις ἀσχημονοῦσι· ἕτεροι δ' αὖ πάλιν γέροντες μετά τῆς πολιᾶς καί τῇ ἀκροάσει κοσμοῦνται, νέοι δέ τήν νεότητα διά τῆς θεωρίας τῆς ἐκεῖσε ἀλογωτέραν κατασκευάζουσιν. Εἰ γάρ καί πολλοί οἱ παρόντες ἡμῖν, ἀλλ' οὐκ ἔχω κόρον· οὐ γάρ πολλούς ἠβουλόμην παρεῖναι μόνον, ἀλλά πάντας καί μηδένα τῆς ἐκκλησίας ἀπολιμπάνεσθαι· ὥστε, ἕως ἄν φάνηται κἄν εἷς ἀποβουκολούμενος, διαρρήγνυμαι καί διακόπτομαι ταῖς ὀδύναις » ( ὅπ. π.). Ἤθελε ὁ ἅγιος ὅλοι νά εἶναι στήν ἐκκλησία. Ἐάν κάποιος νέος ἀπεκόπτετο ἀπό τή σύναξη τῆς ἐκκλησίας, στεναχωριόταν καί τόν καταλάμβαναν ὀδύνες.

Οἱ θεραπεῖες τῶν παθῶν τῶν νέων εἶναι ὁλόκληρη ἐπιστήμη. Ὁ ἅγιος λέγει πώς ἡ τέχνη τῆς διαπαιδαγωγήσεως καί διαπλάσεως τῶν νέων εἶναι μεγάλη. Ἄς δοῦμε πῶς τεκμηριώνει τήν ἄποψή του αὐτή. «Ὑπάρχουν ἀκόμη (στίς Παροιμίες Σολομῶντος ) αἰνίγματα καί λόγια ἀσαφῆ, τά ὁποῖα ἐνῶ ἐκ πρώτης ὄψεως εἶναι τόσο καθαρά, στεναχωροῦν ἐκεῖνον πού τά διαβάζει, γιατί δέν φανερώνουν ἀμέσως τίποτε, οὔτε δίνουν καί κάποια ὑπόνοια. Ὅταν ὅμως ἐξετασθοῦν μέ προσοχή, τότε δείχνουν τό βαθύ νόημά τους. Ὅπως λέγει «Τρία πράγματα μοῦ εἶναι ἀδύνατο νά ἐννοήσω. Τό δέ τέταρτο ἀκόμη περισσότερο μοῦ μένει ἀκατάληπτο. Τά ἴχνη τοῦ ἀετοῦ πού πετᾶ, τά ἴχνη τοῦ πλοίου πού ταξιδεύει στήν θάλασσα καί τίς σκέψεις, τίς ἐνέργειες καί τίς παρεκτροπές τοῦ νέου ἀνθρώπου ( PG 56, 373).


 
4.
H διαπαιδαγώγηση τῶν νέων

Μεγάλη βαρύτητα δίνει ὁ ἅγιος στήν διαπαιδαγώγηση τῶν παιδιῶν. Ἐπισημαίνει πώς μετά τήν ἡλικία τοῦ μειρακίου ὁ νέος εἰσέρχεται στήν ἐφηβεία. Εἶναι τρικυμισμένη ἡ ἡλικία αὐτή καί οἱ ἄνεμοι πού πνέουν εἶναι βίαιοι. Ὅπως στό Αἰγαῖο πέλαγος πνέουν σφοδροί ἄνεμοι, ἔτσι καί ὁ ἄνεμος τῶν ἐπιθυμιῶν ταλαιπωρεῖ τήν νεότητα. Στήν ἡλικία αὐτή δέν βλέπει διόρθωση ὁ ἅγιος: « καί αὕτη μάλιστα ἡ ἡλικία διορθώσεως ἔρημος· οὐ διά τό ἐνοχλῆσθαι μόνον σφοδρότερον, ἀλλά καί διά τό τά ἁμαρτήματα μή ἐλέγχεσθαι » ( PG 58, 737). Αὐτό φέρνει τούς παιδαγωγούς καί τούς δασκάλους σέ ἀμηχανία.

Οἱ νέοι λόγω τῆς ἡλικίας τους μοιάζουν μέ ἀκαλλιέργητη γῆ, ἡ ὁποία βλαστάνει ἀπό παντοῦ πολλά ἀγκάθια: « πολλὰς πολλαχόθεν ἐκφέρουσα τάς ἀκάνθας » ( PG 58, 504). Τούς νέους παιδαγωγοῦμε μέ σύστημα. Ἡ ἀγωγή νά εἶναι ἀνάλογη μέ τήν ἡλικία. «Στήν περίπτωση τῶν παιδιῶν, γιά ἐκεῖνα μέν πού εἶναι πολύ μικρά ἀκόμη, οἱ γονεῖς παρέχουν βέβαια πράγματα, ὅπως παπούτσια, φορέματα, χρυσαφικά καί βραχιόλια, ὅταν ὅμως μεγαλώσουν, ἀφοῦ τούς ἀφαιρέσουν αὐτά, δίνουν ἄλλα μεγαλύτερα, δηλαδή φροντίζουν γιά τήν ἐπιτυχία τους στό δικηγορικό βῆμα, γιά τήν κατάληψη λαμπρῆς θέσης στήν πολιτεία, γιά τή δημιουργία φιλικῶν δεσμῶν μέ τά βασιλικά ἀνάκτορα, τούς προσφέρουν ὑψηλές θέσεις καί ἀξιώματα, ἀπομακρύνοντας ἔτσι αὐτά ἀπό κάθε παιδική φιλοδοξία» ( PG 55, 55).

Στίς γενικές του παρατηρήσεις γιά τούς νέους ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος θά πεῖ πώς πρέπει νά παρασκευάσουμε τούς νέους « ὥστε δύνασθαι πρός τούς πάντας ἀντέχειν καί μή ξενίζεσθαι τοῖς ἐπιοῦσιν· ἐκτρέφωμεν αὐτούς ἐν παιδείᾳ καί νουθεσίᾳ Κυρίου καί πολύς ἡμῖν ὁ μισθός ἀποκείσεται » (Πρός Ἐφεσίους, 21η Ὁμιλία, ἐκδ. ΕΠΕ, τ. 21, 265-266). Νά μάθουμε τούς νέους νά μήν εἶναι μαλθακοί ἀλλά καί νά σκληραγωγοῦνται. Νά τούς διαπαιδαγωγήσουμε νά περιμένουν καί τά λυπηρά στή ζωή τους. Ἐάν οἱ ἀγαλματοποιοί πού φτιάχνουν τούς ἀδριάντες τῶν βασιλέων, ἀπολαμβάνουν μεγάλης τιμῆς « ἡμεῖς τήν βασιλικήν εἰκόνα καλλωπίζοντες ( εἰκών γάρ τοῦ Θεοῦ ὁ ἄνθρωπος )» ( ὅπ.π. ). Μάλιστα τονίζει πώς θά ἀπολαύσουμε μύρια ἀγαθά. Εἶναι δυνατό νά κάνεις τά πάντα, λέγει ὁ ἅγιος στόν πατέρα, νά στέλνεις τό παιδί σου σέ τέχνες καί σέ διδασκαλεῖο καί νά προβαίνεις σέ πολλές ἄλλες ἐνέργειες, « ἐν δέ παιδείᾳ καί νουθεσίᾳ Κυρίου μή ἐκτρέφειν τά παιδία;» ( ὅπ.π. 21, 252).

Πολύ αὐστηρός εἶναι ὁ ἱερός Χρυσόστομος γιά ἐκείνους πού παραμελοῦν τήν ἀγωγή τῶν παιδιῶν τους. Μάλιστα λέγει πώς εἶναι χαρακτηριστικό ἐσχάτης ἀνοίας νά ἐπιμελούμεθα τά κτήματά μας καί νά παραμελοῦμε τά παιδιά μας. « Ὅτι τῶν οἰκείων ἀμελοῦμεν, καί τῶν κτημάτων αὐτῶν ἐπιμελούμεθα, τῆς δέ ψυχῆς καταφρονοῦμεν, ἐσχάτης ἀνοίας πράγμα ὑπομένομεν »( PG 51, 237). Κατ' ἐπανάληψη θά τονίσει πώς ἡ διαπαιδαγώγηση τῶν παιδιῶν ἀρχίζει ἀπό τήν ἁπαλή ἡλικία, γιά νά ἐπιτύχει. « Ὅτε εὐήνιος ἦν, καί κομιδῇ νέος, χαλινοῦν μετ ' ἀκριβείας, ἐθίζειν πρός τά δέοντα, ρυθμίζειν, κολάζειν αὐτοῦ τά νοσήματα τῆς ψυχῆς » ( ὅπ.π. ).

Φέρνει κι ἄλλο ἐπιχείρημα. Λέγει πώς ὁ Θεός, γιά νά προφυλάξει τούς γονεῖς ἀπό τήν θρασύτητα τῶν παιδιῶν τους, ἔχει νομοθετήσει τό θάνατο γιά κείνους πού κακολογοῦν τόν πατέρα καί τήν μητέρα τους. Πολλές φορές οἱ νέοι στρέφονται ἐναντίον τοῦ Θεοῦ καί οἱ γονεῖς δέ διαμαρτύρονται. Ὅποιος εἶναι ἀγνώμων ἀπέναντι στό Θεό, θά εἶναι καί ἀπέναντι στούς γονεῖς· « Ὁ γάρ περί τόν Θεόν ἀγνώμων γενόμενος καί ἀναίσθητος, πολλῷ μᾶλλον εἰς τόν γεγεννηκότα καί εἰς τήν ἑαυτοῦ ψυχήν ἐμπαροινῆσαι δυνήσεται » ( ὅπ.π. στήλ., 238). Βέβαια, συμβαίνει καί τό ἀντίθετο· « οὕτως οἱ τόν πεποιηκώτα θεραπεύοντες ἐν πολλῇ καί τούς γεγεννηκότας ἔχουσι τῇ τιμῇ » ( ὅπ.π. ).

Θά καταλήξει ὁ ἅγιος Χρυσοστμος πώς ὅποιος παραμελεῖ τά παιδιά του « διά ταύτην τήν ἁμαρτίαν τήν ἐσχάτην ὑποστήσεται δίκην » ( ὅπ.π. ). Ἀναφέρει τήν ἱστορία τοῦ Ἠλεί, γιά τονίσει πώς ἡ ἀδιάκριτη ἐπιείκεια πού ἔδειξε στά παιδιά του, τοῦ ἔφερε τό θάνατο. Ἐπίσης ἀναφέρει καί τό παράδειγμα τοῦ Ἀβραάμ πού πάνω ἀπό τήν ἐπιμέλεια τῶν κτημάτων ἔβαζε τήν σπουδή γιά τήν ἀνατροφή τῶν ἐκγόνων του· « Μίμησαι τόν Ἀβραάμ· καί γάρ καί ἐκεῖνος οὐχ ὑπέρ χρημάτων καί κτημάτων ἐσπούδαζεν, ἀλλ' ὑπέρ θείων νόμων, ὅπως αὐτῶν τήν φυλακήν τοῖς ἐκγόνοις μετά ἀκριβείας παρακαταθοῖτο » ( ὅπ.π. στήλ. 329).

Ἀκόμη τονίζει πώς ἡ ἔλλειψη αὐστηρότητας ἀπέναντι στά παιδιά καί στούς νέους μπορεῖ νά τούς προκαλέσει δεινά καί νά δεχθοῦν τήν τιμωρία τῶν νόμων τῆς πολιτείας καί νά «κολάζονται πάντων ὁρώντων », ἀφοῦ βέβαια θά δεχθοῦν οἱ γονεῖς τήν κριτική τῶν πάντων καί θά τούς δακτυλοδείχνουν ὡς ὑπευθύνους γιά τό κατάντημα τῶν παιδιῶν τους ( ὅπ. π. στήλ. 329). Γιά τόν Χρυσόστομο τά παιδιά εἶναι χρυσᾶ ἀγάλματα πού στολίζουν τό σπίτι· « Νόμισον ἀγάλματα χρυσᾶ ἔχειν ἐπί τῆς οἰκίας τούς παῖδας » ( ὅπ.π. ).

Σέ μιὰ ἄλλη ὁμιλία του γιά τούς γονεῖς καί γιά τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο πρέπει νά διαπαιδαγωγοῦν τά παιδιά τους λέγει· «Θρέψε ἀθλητή γιά τό Χριστό. Δέν λέγω νά τοῦ στερήσεις τό γάμο καί νά τόν στείλεις στίς ἐρημιές καί νά τόν παρασκευάσεις νά προτιμήσει τό βίο τῶν μοναχῶν· « οὐ τοῦτο λέγω». Ἐπιθυμῶ ἀλήθεια, κι αὐτό θά τό εὐχόμουνα σέ ὅλους, ἀλλά ἐπειδή μοῦ φαίνεται φορτίο, δέν ἀναγκάζω κανένα. « Θρέψον ἀθλητήν τῷ Χριστῷ καί ἐν κόσμῳ ὄντα δίδαξον εὐλαβῆ ἐκ πρώτης ἡλικίας » (ΕΠΕ, 30, 640). Πολλοί ἀκούγοντας τά λόγια αὐτά τοῦ Χρυσοστόμου ἔλεγαν· «μήπως πρόκειται νά κάνουμε τό παιδί μου μοναχό;» «Τί δέδοικας δέος πολλοῦ κέρδους ἀνάμεστον ;» Γιατί φοβᾶσαι φόβο ποὺ εἶναι γεμάτος ἀπό κέρδος; « Χριστιανόν αὐτόν ποίησον. Μάλιστα γάρ τοῖς κοσμικοῖς ἀναγκαῖον τά ἐντεῦθεν εἰδέναι διδάγματα, μάλιστα τοῖς παισί » (ΕΠΕ, 21, 250).

Πάρα πολύ σπουδαῖες παρατηρήσεις κάνει ὁ ἅγιος καί γιά τήν εἰδική παιδεία τῶν νέων. Μάλιστα συνιστᾶ πράγματα ἀνάλογα μέ τήν ἡλικία τους. Τά παιδιά στήν πολύ μικρή ἡλικία δέν εἶναι καλό νά μαθαίνουν «γραώδεις καί ληρώδεις μύθους» (ΕΠΕ 30, 654). Μάλιστα κατακρίνει τούς ἄθεσμους ἔρωτες πού περιγράφονται στούς ἀρχαίους μύθους. Ἀπευθύνεται στόν πατέρα καί τοῦ λέγει νά ἀφηγεῖται διηγήματα. « Καταγλύκανε τά διηγήματα ὥστε τινα εἶναι τῷ παιδί καί τερπνότητα καί μή ἀποκάμνειν αὐτῷ τήν ψυχήν »( ὅπ. π. 656) δηλ. νά παρουσιάζει διηγήματα ἀπό τήν Ἁγία Γραφή μέ χάρη, ὥστε καί νά χαίρεται τό παιδί καί νά μήν κουράζεται. π. χ. νά διηγοῦνται οἱ γονεῖς τήν ἱστορία τοῦ Κάιν καί τοῦ Ἄβελ. Νά ἀφηγηθοῦν τό περιστατικό ἄλλοτε ὁ πατέρας καί ἄλλοτε ἡ μητέρα. Ὅταν μάλιστα τό καταλάβει τό παιδί, νά τοῦ λένε καί τό κέρδος· « ὁρᾷς ὅσον κακόν ἡ γαστριμαργία; ὁρᾷς ὅσον κακόν ἐστίν φθονεῖν τόν ἀδελφόν »( ὅπ. π. σελ. 660). Ἐπίσης δέν πρέπει ὁ πατέρας νά ἀρκεῖται σ' αὐτό, « ἀλλά καί ἐν ἐκκλησίᾳ χειραγωγῶν ἄγε· καί σπούδασον αὐτόν ἄγειν, ὅταν μάλιστα αὕτη ἡ διήγησις ἀναγιγνώσκεται » ( ὅπ. π. σελ. 662). Προφανῶς ὁ ἅγιος προτείνει αὐτό, ἐπειδή ξέρει πώς οἱ ἱστορίες τῆς Γραφῆς εἶναι ἀληθινές καί πρέπει ὁπωσδήποτε τό παιδί νά τίς παραδεχθεῖ καί νά τίς ἀξιολογήσει σωστά γιά τήν πνευματική του πρόοδο.

Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος εἶναι ἀντίθετος νά δίνονται στά παιδιά ὀνόματα τοῦ πατέρα ἤ τῆς μητέρας ἤ τοῦ πάππου καί τοῦ ἐπιπάππου, « ἀλλ' εἰς τά τῶν δικαίων, καί τῶν μαρτύρων, τῶν ἀποστόλων, τῶν ἐπισκόπων. Ἔστω αὐτοῖς καί τοῦτο ζῆλος· ὁ μέν Πέτρος καλείσθω, ὁ δέ Ἰωάννης, ὁ δέ ἑτέραν τινα προσηγορίαν ἑνός τῶν ἁγίων...( ὅπ. π. σελ. 668).

Ὁ μέγας Διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας δικαιολογεῖ τήν προτροπή του γιά τίς διηγήσεις ἀπό τίς Γραφές μέ τά ἀκόλουθα ἐπιχειρήματα. Ἄν ἐντυπωθοῦν τά καλά διδάγματα στήν ἁπαλή ἡλικία, κανείς δέν θά μπορέσει νά τά βγάλει, « ὅταν σκληρά γένηται ὡς τύπος ὥσπερ καί ὁ κηρός» (ΕΠΕ 30, 640). Τό παιδί στήν μικρή ἡλικία ἔχει μέσα του τό φόβο καί μπροστά στούς γονεῖς του εἶναι συνεσταλμένο. Αὐτό ὀφείλει ὁ πατέρας νά τό καλλιεργήσει, γιά νά βάλει στήν ψυχή του τά καλά διδάγματα. « Σύ δέ πρῶτος ἀπολαύεις τῶν ἀγαθῶν, ἐάν υἱόν ἔχῃς καλόν» ( ὅπ.π. ).

Ἄλλη τακτική ἀκολουθοῦμε, ὅταν φθάσουν στήν ἥβη. Γράφει σχετικά: « Ἡμεῖς τούς παῖδας τούς ἡμετέρους ὅταν ἡβήσωσι, πολλῷ μείζονα ἀπαιτοῦμεν τά κατορθώματα, καί ἅ ποιοῦντας πρότερον ἐπῃνοῦμεν κατά τήν πρώτην ἡλικίαν, ταῦτα γενομένους ἄνδρας καί κατορθοῦντας οὐκέτι ὁμοίως θαυμάζομεν, ἀλλ' ἕτερα πολλῷ μείζονα ἐκείνῳ κελεύομεν ἐπιδείκνυσθαι ». ( PG 48, 594), δηλ. ὅταν τά παιδιά μας γίνουν ἔφηβοι, ἐμεῖς τοῦ ζητᾶμε πολύ μεγαλύτερα κατορθώματα. Καί αὐτά πού ἔκαναν κατά τήν παιδική ἡλικία καί γιά τά ὁποῖα τά ἐπαινούσαμε, αὐτά τά ἴδια ὅταν τά κατορθώνουν τώρα πού ἔγιναν ἄνδρες, δέν τά θαυμάζουμε καθόλου τό ἴδιο, ἀλλά τούς δίνουμε ἐντολή νά παρουσιάσουν ἄλλα πολύ ἀνώτερα ἀπό ἐκεῖνα.

Σωστό εἶναι, λέγει ὁ Χρυσόστομος, ὅταν αὐξηθεῖ ἡ ἡλικία του νά λέμε στό παιδί καί « φοβερώτερα διηγήματα» (ΕΠΕ 30, 670). Στά δεκαπέντε περίπου χρόνια τοῦ νέου νά τοῦ λέμε « τά περί γεένης » ( ὅπ.π. ). Στά δεκαοχτώ του νά τοῦ μιλήσουμε γιά τόν κατακλυσμό, γιά τά Σόδομα καί τήν καταστροφή τους, τά γεγονότα τῆς Αἰγύπτου, «πάντα ὅσα κολάσεως γέμει, μετά πολλῆς τῆς πλατύτητος » ( ὅπ.π. ). Θέλει ὁ ἅγιος μέ λεπτομέρειες νά ἀναπτύσσουμε στό παιδί καί στό νέο θέματα τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Ὅταν μεγαλώσει πιό πολύ νά τοῦ μιλήσουμε γιά τή Καινή Διαθήκη. Ὀφείλουμε νά περιφράττουμε « αὐτοῦ τήν ἀκοήν τοῖς διηγήμασι καί μυρίοις ἑτέροις καί οἴκοθεν παρεχόμενοι τά ὑποδείγματα » ( ὅπ. π.).

Τήν ψαλμωδία καί τήν ἐκκλησιαστική μελωδία ὁ ἅγιος Χρυσόστομος τήν προτείνει καί γιά τούς νέους. « Μανθανέτω τοίνυν ( ὁ νέος) τῷ Θεῶ ψάλλειν, ἵνα μή σχολάζῃ αἰσχραῖς ᾠδαῖς καί διηγήμασιν ἀκαίροις » ( ὅπ.π., σελ. 652). Κάνει καί τήν πικρή διαπίστωση γιά τήν ἐποχή του πώς οἱ νέοι ξέρουν ὅλα τά κοσμικά καί τούς χορούς, ἐνῶ ἀγνοοῦν τά ψάλματα καί τίς ὠδές. « Νῦν δέ σατανικὰς μέν ᾠδὰς καί ὀρχήσεις ἐροῦσιν οἱ παῖδες οἱ ὑμέτεροι, καθάπερ οἱ μάγειροι καί οἱ ὀψῶναι καί οἱ χορευταί· ψαλμόν δέ οὐδείς οἶδεν, ἀλλά καί αἰσχύνη τό πρᾶγμα δοκεῖ εἶναι καί χλευασία καί γέλως » (ΕΠΕ, 22, 266).

Ὁ σοφός Παιδαγωγός τῆς Ἐκκλησίας ἅγιος Χρυσόστομος προτείνει κι ἄλλη παιδεία γιά τούς νέους. « Ἔπειτα ἑτέρας ἐπινοῶμεν αὐτῷ τέρψεις ἀβλαβεῖς. Πρός ἄνδρας ἁγίους ἀπάγωμεν, ἄνεσιν παρέχωμεν...» (ΕΠΕ 30, 690). Πολύ σπουδαία ἡ προτροπή τοῦ ἁγίου γιά τά παιδιά. Νά τά πᾶμε νά γνωρίσουν ἁγίους ἄνδρας πού βιώνουν τό Εὐαγγέλιο. Νά δοῦν μέ τά μάτια τους πώς δέν εἶναι ἀνεφάρμοστα τά λόγια τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Γραφῆς. Αὐτό εἶναι τό πιό ἰσχυρό ὅπλο πού προσφέρει στούς γονεῖς γιά τά παιδιά τους. Ἀρκεῖ νά δεῖ κάποιος ἕναν ἅγιο νά ζεῖ μέ συνέπεια τό Εὐαγγέλιο καί νά ἀλλάξει γνώμη γιά τήν καθημερινή του ζωή. Πολλοί ἔτσι πίστεψαν στό Χριστό καί βγῆκαν μέσα ἀπό τήν ἁμαρτία καί ἔβαλαν πνευματική ἀρχή. Γνώρισαν κάποιον ἅγιο ἄνθρωπο καί τόν ἀντέγραψαν. Ἔγιναν μιμητές του, ὅπως κι ἐκεῖνος τοῦ Χριστοῦ.


 
5.
Ἐπιλογικά 
Τελειώνοντας ὅλες αὐτές τίς παρατηρήσεις, τίς ὁποῖες ὁ ἱερός Πατήρ κάνει γιά τούς νέους, καταλαβαίνουμε πόσο σπουδαία εἶναι ἡ παιδεία πού προσφέρουμε σέ αὐτούς. Ὀφείλει νά εἶναι ἐπιμελημένη, κατά Χριστόν, νά μήν εἶναι πρόχειρη, νά εἶναι συστηματική καί ἀποτελεσματική. Οἱ γονεῖς, ὅ,τι πιό πολύτιμο ἔχουν μετά τό Θεό εἶναι τά παιδιά τους. Δέν εἶναι μέριμνα τῶν γονέων σωστή νά τούς ἀφήσουν περιουσίες καί χρήματα, ἀλλά νά τούς κάνουν, ὅπως λέγει ὁ Χρυσόστομος, καλούς Χριστιανούς, πού θά ἐνδιαφέρονται γιά τό Θεό καί τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ πού εἶναι ὁ ἄνθρωπος.
πηγή
 

ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΚΟΥΤΣΟΜΠΟΛΙΟ;

1γράφει ο αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος

Ήταν κάποτε μία κυρία η οποία προσήλθε με μετάνοια να εξομολογηθεί σε κάποιον ιερέα. Ο ιερέας την καλοδέχτηκε, έβαλε το πετραχήλι του και την παρότρυνε να αρχίσει να του λέγει τα λάθη της.

Η γυναίκα κόμπιαζε. Μετά από λίγη ώρα και μετά από τα πειστικά λόγια του ιερέως ότι δεν χρειάζεται να ντρέπεται ή να φοβάται να ομολογήσει τα λάθη της, η γυναίκα άρχισε να του διηγείται τα λόγια, τις κατακρίσεις και τα κουτσομπολιά που σε όλη της την ζωή έλεγε για ανθρώπους που είτε τους γνώριζε είτε δεν τους είχε συναντήσει ποτέ. 

Ο ιερέας την άκουσε υπομονετικά. Όταν τελείωσε ο ιερέας σηκώθηκε όρθιος. Της διάβασε την συγχωρητική ευχή. Η γυναίκα νόμιζε τελείωσαν και πήγε να φύγει.

Ο ιερέας όμως την είπε: «Μην βιάζεσαι, θέλω να πας στο σπίτι σου, να πάρεις το μαξιλάρι σου και να ανέβεις στην στέγη. Εκεί, να πάρεις ένα μαχαίρι και να ανοίξεις στα δυο το μαξιλάρι. Θέλω να το κάνεις αυτό και να παρατηρήσεις τι θα γίνει. Έλα αύριο να μου πεις τι έγινε.

Η γυναίκα πήγε και έκανε ότι της είπε ο ιερέας.

Την επαύριον η γυναίκα ξαναπήγε στον ιερέα.

«Έκανα ότι μου είπατε», είπε η γυναίκα. Ο ιερέας λοιπόν την ρώτησε: «Τι παρατήρησες καθώς έσκιζες το μαξιλάρι»; Η γυναίκα χωρίς δισταγμό είπε: «Με το που άρχισα να σκίζω το μαξιλάρι άρχισαν να βγαίνουν τα πούπουλα που υπήρχαν μέσα του και να γεμίζουν τον τόπο…κάποια τα έπαιρνε ο αέρας και τα πήγαινε πολύ μακριά».

Ο ιερέας μετά την σύντομη αυτή περιγραφή της είπε: «Τώρα λοιπόν, θέλω να πας σπίτι σου και να μαζέψεις όλα εκείνα τα πούπουλα που υπήρχαν μέσα στο μαξιλάρι σου»!
Η γυναίκα τα έχασε. «Μα, τι λέτε πάτερ, πώς να τα μαζέψω όλα εκείνα τα πούπουλα;

Ένας Θεός ξέρει που έχουνε πάει τώρα με τον αέρα. Αυτό που λέτε είναι αδύνατο να το κάνω».

Ο ιερέας την κοίταξε στα μάτια γεμάτος ηρεμία και τις είπε: «Να λοιπόν τι είναι το κουτσομπολιό»!!!

Η γυναίκα σάστισε. Κατάλαβε ότι αν και μετάνιωσε γι’ αυτά που είπε, τα λόγια της ακόμα και τώρα πληγώνουν ανθρώπους και γίνονται αιτία σκανδαλισμού κι άλλων.
διασκευή ιστορίας

από την ταινία:  Doubt (2008)
πηγή

ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΩΦΕΛΕΙΑ ΕΚ ΤΗΣ ΕΥΧΗΣ

Ὅπως εἴχαμε παραγγείλει στήν πρώτη μας σύναξι, ἀγαπητοί μου ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, ἀπό σήμερα θά ὁμιλήσωμε γιά τήν προσευχή, καί ἰδιαίτερα γιά ἕναν ξεχασμένο δυστυχῶς τρόπο προσευχῆς. Πρόκειται γιά τήν μονολόγιστη εὐχή τοῦ Ἰησοῦ, τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ Υἱέ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με τόν ἁμαρτωλόν» ἤ, πιό περιληπτικά, πιό συμπεπυκνωμένα, τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με».
Πρίν ὅμως ἀναφερθοῦμε σέ αὐτόν τόν ἁπλό, ἀλλά πλέον δραστικό τρόπο προσευχῆς, κρίνομε ἐντελῶς ἀπαραίτητο νά ποῦμε λίγα εἰσαγωγικά περί προσευχῆς, τά ὁποῖα πρέπει στοιχειωδῶς νά γνωρίζωμε, οὕτως ὥστε νά μεγιστοποιήσωμε τήν πολλαπλῆ καί πολυδιάστατη ὠφέλεια, πού θά προέλθη ἀπό τήν προσευχή τοῦ Ἰησοῦ εἰδικά.
Μέγιστο προνόμιο στόν ἄνθρωπο εἶναι  ἡ προσευχή. Καί προσευχή σημαίνει ἀνάτασι στόν οὐρανό καί διάλογος καί προσωπική ἐπικοινωνία μας καί κοινωνία μας μέ τόν Θεό. Ὡς πρός τήν ποιότητά της, εἶναι συνουσία μετά τοῦ Θεοῦ, ἐφ᾽ ὅσον συνάπτεται ὁ ἄνθρωπος μετά τοῦ Θεοῦ, δηλαδή μέ τίς ἄκτιστες θεϊκές ἐνέργειες.
Δέν πρέπει ὅμως νά ξεχνᾶμε ὅτι ἡ προσευχή εἶναι μία ἀπό τίς ἐντολές. Καί βέβαια, εἶναι ἀπό τίς πιό βασικές. Μέ τήν προσευχή  βελτιωνόμαστε στήν τήρησι τῶν ἐντολῶν. Ἀλλά καί ἀντίστροφα μέ τήν τήρησι τῶν ἐντολῶν προαγόμαστε στήν προσευχή. Ἡ προσευχή εἶναι ὁ καθρέφτης τῆς ὅλης πνευματικῆς μας πορείας. Καί γιά νά γίνη εὐπρόσδεκτη ἀπό τόν Θεό, πρέπει κατά τό ὀλιγώτερο ἤ περισσότερο, νά τηρηθοῦν ὁπωσδήποτε κάποιες προϋποθέσεις. Διαφορετικά, ἄν δέν τηρηθοῦν, ὄχι μόνο δέν θά φθάνη στόν οὐρανό, δέν θά εἶναι εὐπρόσδεκτη στόν Θεό ἡ προσευχή μας, ἀλλά δέν θά ἀνεβαίνη πάνω ἀπό τό κεφάλι μας, μεταφορικά βέβαια. Δέν θά ξεπερνᾶ σέ ὕψος, ὅπως ἔλεγε χαριτολογῶντας ὁ π. Παΐσιος, οὔτε καί αὐτό τοῦτο τό ἴδιο μας τό κεφάλι.
Ἔλεγε σέ κάποιον ὁ Γέρων Παΐσιος: ''Μέ τήν τακτική πού ἀκολουθεῖς, ἡ προσευχή σου, ὄχι ἁπλῶς δέν φθάνει στόν οὐρανό, ἀλλά μένει, σέ ὕψος, κάτω καί ἀπό τό ἴδιο σου τό κεφάλι''. Κάτι ἀνάλογο ἔλεγε ὁ Γέροντας καί σέ κάποιον ἄλλον, πού ἔλεγε τήν ''εὐχή'' ὄχι σωστά, ἀλλά μέ ἕναν τρόπο ἀνάρμοστο, ὄχι ἥρεμο καί νηφάλιο, πού νά χωνεύη τήν προσευχή, τήν ἔλεγε μέ μία μανία, ὄχι κατά Θεόν, μ᾽ ἕναν τρόπο ἀφύσικο, μ᾽ ἕναν τρόπο  πού δημιουργοῦσε ἄγχος, πού δημιουργοῦσε ἕνα στύλ μή πνευματικό... Ὡς ἐκ τούτου, οὔτε ''εὐλογεῖτε'' ἔλεγε  αὐτός ὁ ἄνθρωπος, σέ ἐκείνους πού ἔβρισκε στόν δρόμο, γιά νά μή χάση τήν προσευχή, τήν ἔλεγε δυνατά, πολύ δυνατά, μ᾽ ἕναν τρόπο, τέλος πάντων, ὄχι σωστό. Ὅταν λοιπόν τόν ρώτησε ὁ π. Παΐσιος, ἀπό ἀγάπη βέβαια - ὁ ἄνθρωπος αὐτός, τότε, ἦτο δόκιμος μοναχός - «Τί κάνεις ἐδῶ ἀδελφέ;» Ἐκεῖνος ἀπαντᾶ «Γέροντα, λέω τήν ''εὐχή''». «Ποιά "εὐχή" εὐλογημένε; Ἔτσι λέγεται ἡ ''εὐχή''; Μέ αὐτό πού κάνεις, πρόσεξε, μή δαιμονισθῆς», τοῦ εἶπε ὁ π. Παΐσιος καί τόν συμβούλευσε κάποια σχετικά πράγματα.
Πρέπει νά προσέξωμε λοιπόν, μήπως ἐνῶ προσευχώμαστε ἀρκετή ὥρα, γιά κάποιο λόγο, ἡ προσευχή μας δέν πετάει στόν οὐρανό.
 Οἱ προϋποθέσεις τῆς προσευχῆς εἶναι ἀνεξάντλητες, ἀλλά κάποιες ἀπό αὐτές εἶναι οἱ ἑξῆς:
Κατ᾽ ἀρχήν, θά πρέπη νά γίνεται ἡ προσευχή μας μέ πνεῦμα ταπεινώσεως, μέ βαθειά αὐτογνωσία καί αὐτομεμψία, χωρίς δικαιολογίες καί ἐξιδανικεύσεις τῶν πτώσεών μας, τῆς ὄχι σωστῆς συμπεριφορᾶς μας. Καί αὐτό, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, εἶναι μία ἀπό τίς μεγαλύτερές μας προσωπικές τραγωδίες, ὅτι δηλαδή συνεχῶς δικαιολογούμαστε, ὄχι μόνο μέσα μας, ἀλλά καί ἔξω μας, στούς ἄλλους, κι ἔτσι χάνομε καί αὐτόν τόν λίγο κόπο πού καταβάλλομε στόν προσωπικό μας καθημερινό ἀγῶνα.
Μέ μία λοιπόν λέξι, λέμε ὅτι ἡ προσευχή μας θά πρέπη νά εἶναι ''τελωνική'': ''Ὁ Θεός ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ''. Ἔστω κι ἄν δέν καταλαβαίνωμε ἐντελῶς τήν ἐνοχή μας, ἄς κάνωμε μία προσπάθεια, ὥσπου νά μᾶς ἀνοίξη τά μάτια τῆς ψυχῆς ὁ Θεός.


Ἐπίσης, δέν πρέπει νά ὑπάρχη ἐχθρότητα μέ τόν ὁποιονδήποτε συνάνθρωπό μας. Αὐτό, ἐκφράζεται ποικιλλοτρόπως, ἀλλά ἄς ποῦμε μόνο δυό-τρεῖς περιπτώσεις. Ἐκφράζεται διάχυτα στό ''Πάτερ ἡμῶν''. Δηλαδή ὡς ἀπαραίτητη προϋπόθεσις νά μᾶς συγχωρήση ὁ Κύριος εἶναι νά συγχωροῦμε ἐμεῖς τούς ἄλλους, τούς ὁποιουσδήποτε ἄλλους, ἀνεξαρτήτως τί μᾶς ἔκαναν.  Καί τοῦτο, γιατί ἀκοῦμε πολλές φορές: «Ξέρεις, πάτερ μου, τί μοῦ ἔκανε αὐτός καί μοῦ λές νά τόν συγχωρήσω, νά τοῦ πῶ ''καλημέρα'';» Ἀνεξαρτήτως τοῦ τί μᾶς ἔκαναν οἱ ἄλλοι, ἐμεῖς πρέπει νά τούς συγχωροῦμε. Ἄλλωστε, ὅπως διαβάζομε καί στήν ἀκολουθία πρό τῆς Θείας Μεταλήψεως, τί λέμε, μεταξύ τῶν ἄλλων; «...Πρῶτον, καταλλάγηθι τοῖς σέ λυποῦσι...», κλπ.
Βέβαια, αὐτό δέν σημαίνει ὅτι ὑποχρεούμεθα νά ἔχωμε σχέσι μέ ὅλους. Ἄλλωστε, αὐτό καί πρακτικῶς δέν εἶναι δυνατόν καί δέν ἔχει καμμιά ἔννοια, καί, πολλές φορές εἶναι καί βλαβερό, πάρα πολύ βλαβερό, μάλιστα. Ἐπίσης, δέν εἶναι δυνατόν νά ταιριάζωμε ὅλοι μέ ὅλους. Εἶναι θέμα ἰδιοσυγκρασίας καί ὑπεισέρχονται καί πολλοί ἄλλοι παράγοντες. ''Δικαίωμά τους - ἄς μιλήσωμε μέ μιά σύγχρονη λέξι -, καί δικαίωμά μας''. Ὅμως, ἐκεῖνο πού δέν δικαιούμαστε, μέ τήν πνευματική ἔννοια, εἶναι νά ραδιουργοῦμε, νά κατακρίνωμε, νά περιφρονοῦμε, ὅσους δέν ταιριάζομε ἤ μέ ὅσους δέν ἀναπαυόμαστε. Καί μέ ἄλλα λόγια, ἐπειδή συνέχεια ἐρωτώμεθα γι᾽ αὐτό τό θέμα, μέ ὅποιον ταιριάζομε νά εἴμαστε ἀγαπημένοι ἀπό κοντά. Καί πάλι ὅμως, δέν πρέπει νά ὑπάρχη παρρησία, οἰκειότητα μᾶλλον, γιατί αὐτό δημιουργεῖ πολλές, μετέπειτα, ἄσχημες παρενέργειες, πνευματικές - καί ὄχι μόνον -, κοινωνικές, ψυχολογικές, καί γιατί ὄχι καί ὀργανικές. Λοιπόν, μέ ὅποιον ταιριάζομε νά εἴμαστε ἀγαπημένοι ἀπό κοντά. Καί μέ ὅποιον δέν ταιριάζομε νά εἴμαστε ἀγαπημένοι ἀπό μακρυά, ἀπό μιά δηλαδή κάποια ἀπόστασι ἀσφαλείας, ἀρκούντως ἱκανή, οὕτως ὥστε νά μήν ἔχωμε πλεῖστες ὅσες διαταραχές ποικίλλου περιεχομένου, εἴτε αὐτός εἶναι γείτονας, εἴτε εἶναι συγγενής, εἴτε εἶναι συνάδελφος στήν δουλειά, εἴτε, εἴτε, εἴτε...
Μᾶς ἔλεγε σχετικά ὁ Γέρων Παΐσιος, «Ὅταν θέλης νά ἑνώσης δύο ξύλα μεταξύ τους, ἐάν αὐτά τά ξύλα δέν εἶναι καλά ἐναρμονισμένα, πλανισμένα, τότε, ὅσο τά ἑνώνεις μέ βίδα καί παξιμάδι καί σφίγγεις τήν βίδα, ἐπειδή ἀκριβῶς δέν εἶναι καλά πλανισμένα, ἐναρμονισμένα μεταξύ τους, ὅσο πιό πολύ τά σφίγγεις καί δέν τά ἔχεις λάσκα, τόσο πιό πολύ πετσικάρουν, κλωτσᾶνε. Ἐνῶ, ἐάν ταιριάζουν, εἶναι ἐναρμονισμένα μέ τό πλάνισμα, λίγη κόλλα νά βάλης, ἑνώνονται θαυμάσια». Καταλαβαίνετε τί ἐννοοῦσε ὁ μακαριστός Γέροντας Παΐσιος, πού πάντα εὕρισκε πολύ πετυχημένα παραδείγματα, μέ τά ὁποῖα μποροῦσε, τόν ὁποιονδήποτε προσκυνητή, νά τόν ὠφελήση καί νά τοῦ δώση νά καταλάβη, πιό ὡραῖα, πιό δυναμικά, τό πνευματικό νόημα τό ὁποῖο ἤθελε νά μεταφέρη.
Ἐπίσης, πρέπει ἡ προσευχή νά συνοδεύεται ἀπό κρυφές ἐλεημοσύνες, ὅπως ἔκανε ὁ Κορνήλιος καί εἰσακούσθηκε ἀπό τόν Θεό.  Ὁ Κύριος γενικά ἀρέσκεται πιό πολύ νά βλέπη τόν κρυφό πνευματικό μας ἀγῶνα καί τίς κρυφές ἐλεημοσύνες μας. Καί τί λέγει; Ὁ Κύριος πού βλέπει στό κρυφό... Πρέπει νά ἐλεοῦμε χωρίς ἐμεῖς νά κάνωμε διαφήμισι, δῆθεν γιά νά ὠφεληθοῦν οἱ ἄλλοι, δῆθεν, δῆθεν... Ὅ,τι δικαιολογίες θέλουμε βρίσκουμε καί δέν ἐφαρμόζομε τό εὐαγγελικό λόγιο, ''μή γνώτω ἡ δεξιά τί ποιεῖ ἡ ἀριστερά''. Λοιπόν, ὁ Κύριος ὅταν βλέπη τόν κρυφό μας ἀγῶνα καί τίς κρυφές μας ἐλεημοσύνες, ὅταν κρίνη, θά τό ἀποδώση εἰς τό φανερόν, ἐάν βέβαια αὐτό εἶναι ἀπαραίτητο, ἄν εἶναι χρήσιμο. Καί, ἔχει ὁ Θεός... Καθόλου νά μή κουραζώμαστε. Ὅσο καί νά κρυβόμαστε ἐμεῖς, πού ἔτσι πρέπει νά κάνωμε, ὁ Θεός, ἄν κρίνη κάποια στιγμή ὅτι εἶναι αὐτό ὠφέλιμο, ἔχει τούς τρόπους νά πληροφορήση τούς ἄλλους.
Ἀλλά, καί γενικώτερα, ὄχι ἁπλῶς ὀφείλομε νά κάνωμε κρυφές ἐλεημοσύνες, ἀλλά νά ἔχωμε καρδίαν ἐλεήμονα. Καρδιά δηλαδή πού νά καίγεται, ὅπως ἀναφέρει ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σῦρος, ἀπό ἀγάπη γιά ὅλην τήν κτίσι, ἀκόμα καί γι᾽ αὐτά τά ἑρπετά, γιά τά ἄλογα δηλαδή ζῶα. Δέν ὑποφέρει λέει ἡ ἐλεήμων καρδία -ἀκοῦστε λόγο  τρομακτικό- δέν ὑποφέρει νά βλέπη βλάβη τινά στήν δημιουργία. Καί ἡ πιό παραμικρή βλάβη δημιουργεῖ πόνο καί προσευχή γιά τήν ἐλεήμονα καρδία.
Ἐπίσης, ἀπαραίτητη προϋπόθεσις γιά τήν προσευχή εἶναι ἡ ταπείνωσι τοῦ σώματος μέ νηστεία, μετάνοιες, μέ τήν ποικίλλη ἄσκησι, καί σέ ποσότητα, καί σέ ποιότητα. Καί νά μη ξεχνᾶμε, ὅτι ναί μέν ὁ καιρός τῆς νηστείας εἶναι καθωρισμένος στήν ἁγία μας Ἐκκλησία, ἀλλά ὁ καιρός τῆς ἐγκρατείας εἶναι πάντοτε ἐπιβεβλημένος, ἀνάλογα βέβαια κατά περίστασιν. Δηλαδή, καί τήν ἡμέρα τοῦ Πάσχα εἶναι προτιμώτερο νά κάνωμε κάποια ἐγκράτεια στά φαγητά, παρά νά πέσωμε μέ τά μοῦτρα. Ἤ, τίς παραμονές τῆς Τεσσαρακοστῆς, τρῶμε πάρα-πάρα πολύ γιά νά κάνωμε μετά ἴσως καί τριήμερο. Εἶναι προτιμώτερο νά ὑπάρχη πάντα ἕνα πρόγραμμα πιό σταθερό. Ἀλλά, αὐτό τώρα εἶναι ἕνα ἄλλο θέμα. Πάντως, πρέπει νά ὑπάρχη ἄσκησις. Καί ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἀσκητική.
Ἐπίσης, μία σωστή προσευχή πρέπει νά προβάλλη αἰτήματα πνευματικῆς κυρίως διαστάσεως, ὅπως εἶπε ὁ Κύριος: ''Ζητεῖτε πρῶτον τήν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καί ταῦτα πάντα - τά ὑπόλοιπα δηλαδή - προστεθήσεται ὑμῖν''. Θά προστεθοῦν σέ σᾶς. Νά μήν εἴμαστε δηλαδή φθηνοί. Ἀκοῦμε δυστυχῶς, κάποια πράγματα καί λυπόμαστε. Λέγουν κάποιοι: «Προσευχήσου πάτερ γιά τό παιδί μου, ἤ γιατί δίνει ἐξετάσεις ἤ γιά τήν ὑγεία του κλπ....». Ναί, ὅλα αὐτά, εἶναι στήν ζωή. Ὁ πόνος εἶναι μεγάλος τῶν γονιῶν καί τῶν παιδιῶν, ναί, ναί, ναί... Ἀλλά, νά μή μένωμε μόνο ἐκεῖ. Ὅταν μένωμε μόνο ἐκεῖ, εἴμαστε φθηνοί καί δείχνωμε τήν πνευματική μας ρηχότητα. Καί λυπόμαστε, καί γιά τήν ἀγωνία τῶν ἀνθρώπων, καί γιά τό ὅτι δέν ἔχουν σωστή πνευματική τοποθέτησι. Γιατί, ἄν εἶχαν σωστή πνευματική τοποθέτησι, καί λιγώτερη ἀγωνία θά εἶχαν, καί πιό πολύ θά πετύχαιναν τά καθημερινά τους, καί, τό κυριώτερο ἀπ᾽ ὅλα, θά εἶχαν μεγαλυτέρα πνευματική προσωπική πρόοδο.
Ἐπίσης, πρέπει νά προσευχώμαστε μέ πίστι. Ὄχι ἁπλῶς νά πιστεύωμε στήν ὕπαρξι τοῦ Θεοῦ, πού ἐν προκειμένῳ θεωρεῖται δεδομένη, γιατί διαφορετικά δέν ἔχει ἔννοια νά προσευχώμαστε - πῶς μποροῦμε νά προσευχηθοῦμε σέ κάποιον, ἄν δέν πιστεύουμε ὅτι ὑπάρχη; Ἀλλά, χρειάζεται καί πλήρης ἐμπιστοσύνη στήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ, ὅτι τελικά ὁ Θεός δέν θά μᾶς ἀφήση νά πειρασθοῦμε παραπάνω ἀπ᾽ ὅ,τι μποροῦμε νά ἀντέξωμε καί ὅτι θά δώση, τήν κατάλληλη στιγμή, τήν αἰσία ἔκβασι, ἐάν αὐτή βέβαια εἶναι συμφέρουσα γιά τό αἰώνιο συμφέρον μας, καί ὄχι μόνο γιά τό προσωπικό καί προσωρινό μας συμφέρον, γιατί, πολλές φορές, αὐτά τά δύο, δυστυχῶς, μοιραίως ἀντικρούονται.
Ἀπαιτεῖται ἐπίσης Ὀρθοδοξότητα μέσα εἰς τήν προσευχή. Εἶναι ἐκεῖνο πού εἶπε ὁ Κύριος: ''Ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν''. Δέν νοεῖται νά εἶσαι αἱρετικός. Κάθε λατρεία προερχομένη ἀπό αἱρετικούς εἶναι ὕβρις κατά τοῦ Θεοῦ.
Ἐπίσης βέβαια, καί ἄλλοι πολλοί παράγοντες εἶναι ἀπαραίτητοι γιά τήν κατά τό δυνατόν μεγίστη καρποφορία τῆς προσευχῆς μας. Ὅπως εἶναι τά δάκρυα, ἡ ἐπιμονή, νά εἴμαστε καρτερόψυχοι δηλαδή, καί ὄχι μόνο νά προσευχώμαστε ὅταν μόνο ἔχωμε ὄρεξι - πλάνη μεγίστη αὐτή. Ὅλοι οἱ μεγάλοι ἀγωνισταί ἀνεδείχθησαν στόν καιρό τῆς ἀκηδίας. Καί, πάνω καί πέρα ἀπ᾽ ὅλα, νά ἐφαρμόζωμε ὅλες τίς ἐντολές.
Ἡ προσευχή δέν εἶνα αὐτοσκοπός, ἀλλά εἶναι ἕνα μέσον νά πλησιάσωμε τόν Θεό. Πρέπει νά ἔχωμε ὡς σκοπό πρώτιστο τήν ἀποβολή, τήν μεταβολή καί τήν μεταστροφή τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου. Ὄχι νά κάνωμε προσευχή καί νά κρατᾶμε τά χούγια μας, τά πάθη μας καί τίς ἀδυναμίες μας. Αὐτό εἶναι μεγίστη πλάνη. Καί πολλές φορές, ἀπό τέτοιες προσευχές, ὅταν ἐπιμένωμε νά κρατᾶμε καί τά πάθη μας, καί μάλιστα ἐν συνειδήσει, ἀπό τήν προσευχή τελικά πολλές φορές, δέν ὁδηγούμαστε σέ σωστούς δρόμους. Καί, ἄν τό θέλετε, ὅταν ὑπάρχουν αὐτές οἱ ἀδυναμίες καί τά πάθη, πού πολλές φορές δυστυχῶς ὑπάρχουν, ἄν δέν προσέξωμε, μπορεῖ νά πέσωμε ἀκόμη καί σέ πλάνη. Ὁ πρῶτος καρπός τῆς προσευχῆς εἶναι νά φωτισθοῦμε νά ἀποβάλλωμε αὐτές τίς ἀδυναμίες μας.
Μέ αὐτές λοιπόν τίς προϋποθέσεις, ἄς ἐξετάσωμε καί ἄς διερευνήσωμε τήν προσευχή τοῦ Ἰησοῦ, τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με», γιατί, ὅπως εἴπαμε, εἶναι ἡ πιό δραστική καί ταυτόχρονα ἡ πιό ἀποτελεσματική μέθοδος ἐναντίον τῶν τριῶν μεγάλων μας ἐχθρῶν.
Πρώτιστα, ὁ πρῶτος καί κύριος ἐχθρός μας εἶναι ὁ ἴδιος μας ὁ ἑαυτός. Μέ τά χούγια του, τίς ἀδυναμίες του καί τά πάθη του, πού πολλές φορές, ὄχι μόνο ὅλα αὐτά δέν τά ἐντοπίζομε, ἀλλά τά θεωροῦμε καί γιά προτερήματα. Τί νά πρωτοαναφέρωμε... Ὅταν λέμε ''τόν στόλισα'', ''τήν στόλισα'', ''τούς ἔβαλα στήν θέσι τους'', ''τούς τἄψαλα'', ''τούς τακτοποίησα''.... Καί ἕνα σωρό ἀμέτρητα τέτοια πράγματα καί δραματικές καταστάσεις. Ἡ τραγωδία μας καί ἡ μεγίστη ἀδικία πού διαπράττομε κατά τοῦ ἑαυτοῦ μας εἶναι ὅτι δέν καταλαβαίνομε, καί δέν κάνομε μία προσπάθεια, δυστυχῶς, νά καταλάβωμε, τήν ἐνοχή μας ἔναντι τοῦ Θεοῦ.
Δεύτερος τώρα ἐχθρός μας εἶναι ὁ διάβολος, πού ὡς λέων ὀρυόμενος περιπατεῖ ζητῶν τίνα καταπίει. Σάν λιοντάρι δηλαδή πού βρυχᾶται, μέ τήν πνευματική ἔννοια, ζητᾶ νά δῆ, μέχρι τελευταίας στιγμῆς καί πνοῆς, ποιόν θά καταφέρη νά κατασπαράξη. Ἐννοεῖται, πάντα πνευματικά. Ἡ ψυχολογία τοῦ σατανᾶ, ὅπως ἔχομε ξαναπῆ, μοιάζει, λίγο-πολύ, μέ τήν ψυχολογία ἑνός κακοῦ μαθητῆ. Ὁ ὁποῖος, αὐτός ὁ κακός μαθητής, ἐπειδή ἔμεινε στήν ἴδια τάξι, ὄχι ἀπό κάποια ἀδυναμία ἤ κάποια ἄλλη δικαιολογία σωστή, ἀλλά ἀπό καθαρό πεῖσμα, ἀπό ἀδιαφορία καί ἀμέλεια. Ἀντί λοιπόν, νά κοιτάξη αὐτός ὁ κακός μαθητής, νά βελτιώση τήν θέσι του, δηλαδή νά κοιτάξη νά διαβάση καί νά περάση ἀξίως τήν τάξι του, ὅλως παραδόξως, αὐτός ὁ κακός μαθητής, ἐν προκειμένῳ ὁ διάβολος, ἀγωνίζεται, ἀγωνιᾶ, εὐελπιστεῖ καί παρηγορεῖται προσπαθῶντας, εἰ δυνατόν, νά συμπαρασύρη καί τούς ὑπόλοιπους συμμαθητάς του, νά μείνουν καί ἐκεῖνοι στήν ἴδια τάξι. Ἔ, κάπως ἔτσι μοιάζει νά εἶναι ἡ ψυχολογία τοῦ σατανᾶ, ἄν καί στό βάθος της, ἡ ψυχολογία τοῦ ἑωσφόρου καί τῆς συμμορίας του εἶναι ἀκατανόητη. Ἁπλῶς μέ ὅ,τι κάνει, ἐπιβαρύνει, ἔτι καί ἔτι, ἀκόμη περισσότερο, τήν θέσι του ἐνώπιον τοῦ φοβεροῦ βήματος τοῦ Κριτοῦ ἐν ἡμέρᾳ Κρίσεως.
Καί ὁ τρίτος μεγάλος ἐχθρός μας εἶναι ὁ κόσμος, ὁ ὁποῖος κατά τήν Γραφή κεῖται ἐν τῷ πονηρῷ, μέ ὅλες τίς ἐν γένει ἀντίθεες παραστάσεις τῆς καθημερινότητος. Καί ὅσο περνοῦν τά χρόνια, ἕως τήν ἐποχή τοῦ Ἀντιχρίστου, πάντα ὁ κόσμος θά πηγαίνη ἀπό τό κακό  στό χειρότερο. Ὅπου καί νά κοιτάξη κανείς, ὑπάρχει ἁμαρτία, ὑπάρχει τό κακό. Ἀκόμα καί στόν οὐρανό νά κοιτάξη κανείς, ὅπως μᾶς ἔλεγε κάποια ψυχή, ὑπάρχει περίπτωσις καί ἀπό ἐκεῖ νά μή δῆ καλό. Γιατί, κάποιος, λέγει, κοίταξε μιά φορά στόν οὐρανό καί ἔτυχε νά δῆ μία ἄσεμνη διαφήμισι, ἀπό ἕνα ἀεροπλάνο, τό ὁποῖο πετοῦσε χαμηλά καί κάτι διαφήμιζε. Εἶχε μία ἄσεμνη εἰκόνα, ἡ ὁποία ἐφαίνετο διά γυμνοῦ ὀφθαλμοῦ ἀπό τήν γῆ. Παντοῦ δηλαδή κυριαρχεῖ ἡ ἁμαρτία.
Καί στήν περίπτωσι αὐτή θά πῆ κάποιος, τί πρέπει νά κάνωμε; Πρέπει νά ἔχωμε φοβίες, νά κοιτᾶμε, ἤ χαμηλά, ἤ ψηλά; Ἄν καί ψηλά, ποτέ δέν εἴμαστε σίγουρα ἀσφαλεῖς. Ὄχι. Πρέπει νά ἔχωμε ἕνα σύστημα, ἐσωτερικό θά λέγαμε, ἕναν αὐτόματο πνευματικό μηχανισμό, πού ὅ,τι εἶναι σαβούρα, ὅ,τι δέν εἶναι καλό, νά μή τό δεχόμαστε μέσα μας, νά μή ἐντυπώνεται δηλαδή αὐτό εἰς τήν διάνοιά μας, γιατί ἄς μή γελοιόμαστε, δέν φταίει οὔτε τό μάτι, οὔτε ἡ ὅρασι, ἀλλά ''νοῦς ὁρᾶ καί νοῦς ἀκούει''. Δηλαδή ὅ,τι μᾶς ἐκκεντρίζει τόν νοῦ καί ἑστιάζει τήν προσοχή μας, σημαίνει ὅτι ὑπάρχει κάποιο ἐσωτερικό δικό μας κίνητρο καί, ἐν προκειμένῳ, ὑπάρχει κάποιο δικό μας πάθος, τό ὁποῖο ἑστιάζεται σέ κάποιες εἰκόνες. Ἄν δέν ὑπῆρχε τό πάθος, θά βλέπαμε χωρίς νά βλέπαμε. Ὅπως μᾶς ἔλεγε καί ὁ π. Παΐσιος, ''πρέπει νά κοιτᾶμε ἀφηρημένα χωρίς νά εἴμαστε ἀφηρημένοι''. Δηλαδή νά μήν ἐντυπώνωνται αὐτές οἱ ἁμαρτωλές εἰκόνες μέσα εἰς τό εἶναι μας. Γιατί, ἄν ἀποκτήσωμε μία φοβία, ''μή ἐδῶ'', ''μή ἐκεῖ'', παθαίνομε  μεγαλύτερη ζημιά ἀπό τόν ἐχθρό.
Στό πρῶτο τμῆμα τῆς προσευχῆς τοῦ Ἰησοῦ, παραδεχόμαστε τήν Θεότητα τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος ἔπαθε ὑπέρ ἡμῶν καί ἀντί ἠμῶν, στήν θέσι μας δηλαδή καί γιά χάρι μας, ἐκπληρώνοντας ἔτσι τήν σχετική προφητεία τοῦ ἀποδιοπομπαίου τράγου τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης.
Στόν Χριστό ὑπάρχει ὅλο τό πλήρωμα τῆς Θεότητος καί τῆς ἀνθρωπότητος. Γιατί, ἄν ὁ Χριστός δέν ἦταν Θεός, τότε, ὄχι μόνο δέν θά μποροῦσε νά μᾶς σώση, ἀλλά θά εἶχε καί ὁ ἴδιος πρῶτα ἀνάγκη προσωπικῆς του σωτηρίας. Ὁ Χριστός λοιπόν εἶναι Θεός. Εἶναι τό δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὁ ὁποῖος θεληματικά πῆρε καί ἀνθρώπινη μορφή. Βέβαια, αὐτή ἡ Ἐνανθρώπησι ἔγινε μέ τήν ταυτόχρονη θέλησι τοῦ Πατρός. Ὁ Πατήρ ηὐδόκησε, ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο. Καί μέ τήν συνεργεία ἐπίσης, τοῦ τρίτου Προσώπου, τοῦ Ἁγίου  Πνεύματος.
Πρέπει νά χωνέψωμε, ὅτι ἄλλο πρᾶγμα εἶναι οἱ ἐνδοτριαδολογικές ἤ ''ἐνδοοικογενειακές'' μεταξύ τους ἄχρονες, ἀΐδιες σχέσεις τῶν τριῶν Προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος, καί ἄλλο οἱ σωτηριολογικοί ρόλοι τῶν τριῶν Προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος, γιά τήν σωτηρία τοῦ σύμπαντος κόσμου. Τί ρόλο δηλαδή ἔπαιξε γιά τήν σωτηρία μας, καί ἡμῶν τῶν ἀνθρώπων καί τῶν ἀγγέλων καί τῆς κτίσεως, τό κάθε Πρόσωπο ξεχωριστά.
Ὅμως ὅλα αὐτά χρήζουν, ὅπως θά τό καταλαβαίνετε καί μόνοι σας,  ἰδιαιτέρων ὁμιλιῶν καί στήν φάσι αὐτή, νά μήν ἐπιμείνωμε γιά νά μή ξεφύγωμε ἀπό τό κύριό μας θέμα. Τό μόνο πού τώρα λέμε, εἶναι ὅτι δυστυχῶς ὑποτιμοῦμε, ἀγνοοῦμε τήν προσφορά τῶν ἄλλων δύο Προσώπων, τοῦ Πατρός καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὑπάρχει πλήρης ἄγνοια.
Τώρα, στό δεύτερο τμῆμα τῆς εὐχῆς τοῦ Ἰησοῦ, στό ''ἐλέησόν με τόν ἁμαρτωλόν'', παραδεχόμαστε τήν ἐνοχή μας, ἔστω καί ἄν δέν τήν καταλαβαίνωμε. Καί αὐτό εἶναι ἀπαραίτητο νά τό κάνωμε. Παραδεχόμενοι λοιπόν τήν ἐνοχή μας, ἐπικαλούμεθα τό θεῖο ἔλεος. Τό ''ἐλέησόν με'' θά πῆ ''σπλαγχνίσου με, Κύριε'' καί τό ''σπλαγχνίσου με'', μέ τήν σειρά του, μεταφράζεται ποικιλλότροπα, σέ ''φώτισέ με, Κύριε'', ὅπως ἔλεγε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς. Ἔλεγε, συνέχεια, ''Κύριε, φώτισον τό σκότος μου''. Ἑρμηνεύεται λοιπόν σέ ''φώτισέ με, Κύριε'', ''ἐνίσχυσέ με, Κύριε'', ''θεράπευσέ με, Κύριε'', καί πρό πάντων, ''συγχώρεσέ με, Κύριε'', σέ κάθε στιγμή. περίστασι καί πειρασμό.
Ὄχι ὅμως ὅπως ἐγώ ὁ ἐμπαθής, πεπερασμένος ἄνθρωπος θέλω καί κρίνω. Ὄχι, τό ξαναλέμε, ὅπως κρίνομε ἐμεῖς, ἀλλά ὅπως θά ἔκρινε ἡ ἀλάνθαστη κρίσι τοῦ Θεοῦ,  ὅ,τι δηλαδή εἶναι γιά πνευματικό μας καί αἰώνιο συμφέρον. Γιατί; Ἄς μή κρυβόμαστε. Ἐμᾶς, μᾶς ἐνδιαφέρει νά περνᾶμε καλά, κυρίως σέ αὐτήν τήν ζωή. Τόν Θεό ὅμως, σάν καλός καί πάνσοφος Πατέρας πού εἶναι, δέν τόν ἐνδιαφέρει τόσο αὐτή ἡ πρόσκαιρη ζωή, ἀλλά τί τόν ἐνδιαφέρει; Ἡ κατά τό δυνατόν αἰωνία προσωπική μας βελτίστη πνευματική ἀποκατάστασις. Καί πολλές φορές, μᾶς συμβαίνει κάποια προσωπική, ἐπαγγελματική, ἤ οἰκογενειακή ἀποτυχία, ἤ, πολύ περισσότερο, μιά ἀρρώστεια, ἕνας θάνατος. Ὅσο φυσικά, καί ἄν τά προαναφερθέντα εἶναι ἀναμφισβήτητα πολύ ὀδυνηρά, κανείς δέν ἀντιλέγει, ὅμως, ἐάν ὅλα αὐτά τά ἀξιοποιήσωμε πνευματικά, ἀποτελοῦν σημαντικώτατο ψυχοσωτήριο, σωτηριολογικό μας προσωπικό παράγοντα. Ἄλλο θέμα βέβαια εἶναι τό ὅτι πολλές φορές, κάποιες δικές μας προσωπικές ἀτασθαλεῖες,  μέ ὀδυνηρές γιά μᾶς συνέπειες, καί ὑλικές, καί πνευματικές, ἀπό νοσηρή μας ψευτοευλάβεια καί ἀπό καμουφλαρισμένη διάθεσι αὐτοδικαιώσεως, εἴτε τό καταλαβαίνομε, εἴτε ὄχι, τίς ἀποδίδομε στόν Θεό, καί ὄχι στήν δική μας ἀστοχία. Αὐτό, παρακαλῶ, νά τό προσέξωμε πολύ. Τώρα ὅμως, ἄς μή τό ἀναλύσωμε ἄλλο. Κάνομε γκάφες καί λέμε: «Ἔ, ἀφοῦ ἔτσι ἤθελε ἡ Παναγία...'', ἐνῶ ἐμεῖς δέν προσέχωμε τήν ὑγεία μας, τήν οἰκονομία μας, καί ἕνα σωρό ἄλλα πράγματα.
 Λέγοντας τήν προσευχή τοῦ Ἰησοῦ, ζοῦμε τήν ὄντως μακαρία κατάστασι τῆς ταπεινώσεως. Πού, ἡ ταπείνωσις δέν εἶναι ὡραῖα λόγια, δέν εἶναι νά καθόμαστε εὐσεβίστηκα, σάν βρεγμένες γάτες, σάν κολῶνες ἤ ἀγάλματα, ἀφύσικα, ἀλλά εἶναι ἡ πιό ρεαλιστική κατάστασι καί, κατά τόν ἄγιο Μάξιμο, συνίσταται, ἁπαρτίζεται, ἡ ταπείνωσις, ἀπό μιά διπλῆ γνῶσι καί ἐπίγνωσι. Κατ᾽ ἀρχάς, συνίσταται στήν ἐπίγνωσι τῆς δυνάμεως καί τῆς δόξας τοῦ Θεοῦ καί ταυτόχρονα στήν συναίσθησι τῆς δικῆς μας προσωπικῆς πνευματικῆς ἀδυναμίας. Ἀλλά, γιά νά γνωρίσωμε αὐτές τίς δύο ρεαλιστικώτατες πραγματικότητες καί καταστάσεις, πρέπει νά ἀγωνιζώμαστε. Διαφορετικά, ὅσο καί ἄν εἴμαστε ἔξυπνοι, ἤ διαβασμένοι, τίποτε δέν μποροῦμε νά καταλάβωμε ἀπό αὐτά τά δύο.
Γιά παράδειγμα, πῶς μποροῦμε νά ἐννοήσωμε, νά γνωρίσωμε ἐμπειρικά, τήν δόξα τοῦ Θεοῦ, ἐάν ὁ ἴδιος ὁ Θεός δέν μᾶς ἀποκαλύψη, διά τῆς ἐμπειρίας, λίγο ἀπό τήν ἀμέτρητή Του δόξα; Καί ὅλοι οἱ Ἅγιοι, πάνω στόν ἀγῶνα, ἐκ πείρας, ἐγνώρισαν τήν δύναμι, τήν λύσσα καί τήν μανία τοῦ σατανᾶ καί τῶν δαιμόνων, τήν ἀνθρώπινη ἀδυναμία καί ἀσθένεια καί ἀνεπάρκεια, ἀλλά καί τήν ταυτόχρονη λυτρωτική ἐπέμβασι τοῦ Θεοῦ, πού, τίς πιό πολλές φορές, συνωδεύετο μέ κάποια θεοπτία, θεοφάνεια, ἤ τέλος πάντων, καί μέ κάποια ἄμεση ἤ ἔμμεση θεία ἐπέμβασι. Πολλές φορές λέμε, πῶς φέρει τά πράγματα ὁ Θεός καί μᾶς σώζει ἀπό κάτι. Πού αὐτό σίγουρα, δέν εἶναι τυχαῖο.
 Γι᾽ αὐτήν τήν προσευχή, ὄχι μόνο στίς δικές μας πονηρές ἡμέρες, ἀλλά καί παλαιότερα, μερικοί, ἀκόμη καί εὐσεβέστατοι ἄνθρωποι, ὑπεστήριζαν καί ὑποστηρίζουν, ὅτι δῆθεν δέν προορίζεται αὐτή ἡ προσευχή τοῦ Ἰησοῦ γιά τούς λαϊκούς, ἀλλά μόνο γιά τούς μοναχούς, ἀπό τήν ἐποχή ἀκόμα τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, πού ἦταν ἀπό τούς πιό ἔνθερμους ὑποστηρικτάς τῆς εὐχῆς τοῦ Ἰησοῦ. Βέβαια, τί θά πῆ ''ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς'', πού δυστυχῶς τόν ἀγνοοῦμε, καί δέν εἶναι τῆς παρούσης ὥρας βέβαια νά μιλήσωμε περί αὐτοῦ.
Τοῦτο μόνο νά ἀναφέρωμε, ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας τοῦ ἔχει ἀφιερώσει τήν Β´ Κυριακή τῶν Νηστειῶν, γιατί τήν διδασκαλία του τήν θεωρεῖ σάν πρότυπο Ὀρθοδόξου γνησίας πνευματικότητος. Ἐνῶ δηλαδή τήν πρώτη Κυριακή ἑορτάζωμε τήν νίκη τοῦ Ὀρθοδόξου φρονήματος, τήν νίκη τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, ἐν συνεχείᾳ, τήν Β´ Κυριακή τῶν Νηστειῶν τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, προβάλλεται, διά μέσου τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, ἡ σωστή Ὀρθόδοξη πνευματικότητα, ποιά δηλαδή εἶναι ἡ σωστή Ὀρθόδοξη πνευματικότης, ἡ ὁποία πρέπει νά εἶναι βέβαια ἀπόρροια μιᾶς σωστῆς Ὀρθοδόξου πίστεως.
Ἔτσι λοιπόν, στήν ἐποχή τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, ὅταν τόν ἄκουσε κάποιος ἄλλος ἐνάρετος, κατά τά ἄλλα, μοναχός, ὀνόματι Ἰώβ, ὅταν ἄκουσε τόν ἅγιο Γρηγόριο, τόσο πολύ νά προτείνη αὐτήν τήν προσευχή τοῦ Ἰησοῦ σέ ὅλους ἀδιακρίτως, καί λαϊκούς καί μοναχούς,  ἐκεῖνος ὁ μοναχός ἀντέδρασε.  Ἀρκεῖ νά σκεφθοῦμε ὅτι γιά ἕνα μεγάλο χρονικό διάστημα, καί ὅταν ἦταν στήν Σκήτη Βεροίας, ἀλλά καί  ὅταν εὑρίσκετο στό Ἅγιον ὄρος, στό Ἡσυχαστήριο τοῦ Ἁγίου Σάββα, ἄν καί εἶχε τόσα πολλά καθήκοντα, τά εἶχε ἀναθέσει, σέ ἄλλους ἱκανούς ἀνθρώπους, καί ὁ ἅγιος ἀπό τήν Δευτέρα ἕως καί τήν Παρασκευή, κατεγίνετο μέ τήν νοερά προσευχή τοῦ Ἰησοῦ. Καί μόνο τά Σαββατοκύριακα λειτουργοῦσε, κοινωνοῦσε καί τακτοποιοῦσε τίς λοιπές του ὑποθέσεις.
Ἔτσι λοιπόν, ὅταν ὁ ἐνάρετος κατά τά ἄλλα μοναχός Ἰώβ ἄκουσε τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ νά προτείνη τήν εὐχή αὐτή τοῦ Ἰησοῦ καί γιά τούς λαϊκούς, ἀντέδρασε καί, κατά κάποιον τρόπο, διεφώνησε. Ἔφερε ἀντίρρησι στόν ἅγιο Γρηγόριο. Ἐπειδή ὅμως, καί αὐτός ἦταν ἄνθρωπος μεγάλης ἀρετῆς, τοῦ ἐνεφανίσθη, παρακαλῶ, ἄγγελος Κυρίου καί τοῦ εἶπε νά κάνη ὑπακοή στήν θέσι, στήν γνώμη, τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ γιά τό θέμα αὐτό, δηλαδή τῆς προσευχῆς τοῦ Ἰησοῦ. Καί μόνο ἀπό αὐτό, πού εἶναι τό ἐλάχιστο βέβαια, ἀποδεικνύεται πόσο θεόσταλτη εἶναι αὐτή ἡ προσευχή.    
Ἀλλά, τί λέγω ἐγώ; Ἄλλωστε, καί αὐτός ὁ ἀπόστολος Παῦλος στήν ἐπιστολή του πρός τούς Θεσσαλονικεῖς λέγει τό γνωστό μας ''ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε''. Ἤ, ἀλλοῦ λέγει ''ἐγώ καθεύδω, ἀλλ᾽ ἡ καρδία μου ἀγρυπνεῖ''. Ἐνῶ ἐγώ κοιμᾶμαι, ἡ καρδιά μου μένει ἄγρυπνη, προσευχομένη.  Μέ αὐτά τά λόγια, τί συμπεραίνεται; Ὅτι πρέπει νά προσευχώμαστε ἀδιαλείπτως καί ὅτι αὐτό εἶναι ἐφικτόν, καί ὅτι αὐτό πού λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος γιά τήν προσευχή δέν εἶναι ὑπερβολές, δέν εἶναι σχῆμα λόγου, ἀλλά εἶναι, ἀκατάληπτες μέν, ἀλλά μεγάλες πνευματικές πραγματικότητες, πού εἶναι ἐφικτές εἰς τόν ἄνθρωπον, κατόπιν βέβαια ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ. Ἀρκεῖ ὁ ἄνθρωπος νά κάνη πρῶτα τά ἀνθρώπινα, σέ ὅλους τούς τομεῖς  καί στόν τομέα αὐτόν.
Καί, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ἀναφέρει σχετικά, ὅτι εἶναι προτιμώτερη καί πιό ἀναγκαία ἡ προσευχή ἀπό τήν ἀναπνοή μας. Οὔτε στιγμή δέν παύομε νά ἀναπνέωμε. Ἔτσι, οὔτε στιγμή δέν πρέπει νά παύωμε νά προσευχώμαστε. Καί, ὅλη μας ἡ ζωή, ὅλες μας οἱ κινήσεις, ὅλες μας οἱ ἐνέργειες, πρέπει νά εἶναι μία προσευχή.
Αὐτά δέν εἶναι, ὅπως ἤδη εἴπαμε, ὡραῖα λόγια, ἀλλά εἶναι ἐντολές. Καί, στήν συνέχεια τῶν συνάξεών μας, πρῶτα θά ἀναφέρωμε ποιά εἶναι τά τρία κύρια στάδια τῆς προσευχῆς, ὅτι στήν ἀρχή δηλαδή πρέπει νά τήν λέμε ψιθυριστά, ἴσα-ἴσα νά ἀκούη τό αὐτί τί λέγει τό στόμα, ἰδιαίτερα ὅταν εἴμαστε μόνοι μας καί δέν γινώμαστε ἀντιληπτοί ἀπό τούς ἄλλους. Ὕστερα, νά τήν λέμε νοερά, νά τήν κρατᾶμε μέ τόν νοῦ μας, καί τέλος, ἐάν ὁ Θεός εὐδοκήση, καί καρδιακά, δηλαδή μέ τήν πνευματική μας καρδιά, μέ ὅλο μας τό εἶναι. Στήν συνέχεια, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, τῶν ὁμιλιῶν μας, θά ἐξηγήσωμε, ὅτι ὁ μόνος τρόπος νά ἐπιτευχθοῦν αὐτές οἱ ἐντολές τῆς Ἐκκλησίας μας περί προσευχῆς, ὅπως τό ''ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε'', τό ''ἐγώ καθεύδω καί ἡ καρδία μου ἀγρυπνεῖ'', εἶναι ἡ προσευχή τοῦ Ἰησοῦ, τό ''Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με''.
Νομίζω, ἀρκετά εἴπαμε γιά σήμερα. Ἄς σταματήσωμε τώρα κάπου ἐδῶ, καί ὅσον ἀφορᾶ γιά τό  θέμα τῶν ἐρωτήσεων, προτείνω γιά λόγους πρακτικούς, νά μᾶς τίς δίδετε, εἴτε προφορικῶς, εἴτε γραπτῶς.
Λοιπόν, αὐτά εἴχαμε νά ποῦμε τώρα, εἰς τήν ἀγάπη σας. Θά συνεχίσωμε, ὅπως πάντα, τό ἑπόμενο Σάββατο.

Ἀρχιμανδρίτης Ἀρσένιος Κατερέλος,
Ἡγούμενος Ἱ. Μονῆς Ἁγίου Νικολάου Δίβρης Φθιώτιδος,
Ἑσπερινή ὁμιλία στόν Ἱ. Ναό Παναγίας Δεσποίνης Λαμίας κατά τό ἔτος 1999






Ο ΘΕΟΣ ΣΚΕΦΤΕΤΑΙ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΚΑΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΥΠΑΡΧΕΙ

1Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου

Και οι άγιοι τελούν τα θαύματα όχι με φυσική επενέργεια επάνω στη φύση, αλλά στην προσευχή τους προς τον Θεό«σκέφτονται το ποθούμενο και αυτό πραγματοποιείται»

Για τον πεπτωκότα άνθρωπο η πολυγαμία είναι φυσική. Η χριστιανική μονογαμία είναι υπερφυσική. Κανένας από μας στη δεδομένη μας κατάσταση δεν αποτελεί τελειότητα. 

Όλοι έχουμε ανάγκη, ώστε και με την Άνωθεν ενέργεια και με την προσπάθεια μας να αναπτυχθούμε στη γνώση του Θεού.

Αν κάποιος μας δεχθεί όπως είμαστε, τότε βεβαίως θα δεχθεί κάτι, που πολύ απέχει από την τελειότητα.

Και εμείς επίσης, αν δεχθούμε τον αγώνα να ζήσουμε από κοινού με το δεδομένο πρόσωπο, τότε το δεχόμαστε αυτό όπως είναι.

Συνεπώς αντιμετωπίζουμε την αναγκαιότητα αμοιβαίων δημιουργικών προσπαθειών για την απόκτηση της ποθούμενης αιώνιας διαμονής εν τω Θεώ.

- Να αγαπά κάποιος την επιστήμη ή την τέχνη είναι το πρώτο και το σπουδαιότερο πράγμα, το πρώτο και πειστικότερο σημείο για την κλίση ή το χάρισμα και σχεδόν ο βέβαιος αρραβώνας της επιτυχίας. (Αρχιμ. Σωφρόνιος) 
πηγή

Η ΑΓΑΠΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΕΙΝΑΙ ΣΑΝ ΤΟ ΚΡΕΜΜΥΔΙ

1Η αγάπη του Θεού είναι σαν το κρεμμύδι. Όποιος τη γευτεί ωμή, θα καεί και όποιος τη βάλει στον πνευματικό του αγώνα και ψηθεί μαζί της, θα γλυκαθεί.

Το ίδιο και η δικαιοσύνη. Σκόρδο μπόχα για κάθε υποκριτή και γλύκισμα για κάθε Δίκαιο.

ΚΡΑΣΙ είναι το ΑΙΜΑ Του και ΨΩΜΙ το ΣΩΜΑ Του. Γλυκό μεθύσι για όποιον τον αγαπήσει, ξύδι και ακρογωνιαίος λίθος για όποιον Τον απαρνηθεί.
πηγή
Μα και οι μαθητές Του δε πάνε πίσω. ΑΛΑΤΙ της Γης οι χριστιανοί.

ΤΡΑΠΕΖΙ στήνει ο ΧΡΙΣΤΟΣ, πάρτε το χαμπάρι! Αυτός ο Αμνός, αυτός ο Θύτης και το Θύμα. Αυτός ο Οικοδεσπότης, αυτός ο Σύντροφος – Νυμφίος τραπέζι ο Τάφος Του και χαρά η Ανάσταση Του. 
πηγή

Ἡ κορυφὴ τοῦ Σινᾶ καὶ ἡ πεδιάδα Φαράν


Διαβάζουμε στήν ἁγία Γραφή.

Ἀνέβηκε ὁ Μωυσῆς στο Ὄρος· στην κορυφή τοῦ Σινᾶ. Και ἐκεῖ εἶδε τον Θεό. Καί ἔλαβε ἀπό τόν Κύριο τόν νόμο Του· τίς ἐντολές Του.

* * *

Τά λόγια αὐτά τῆς Γραφῆς μᾶς λένε:

Δέν ἀρκεῖ νά ὑπάρχει Θεός. Δέν ἀρκεῖ νά τό ξέρουμε καί νά τό λέμε, ὅτι τό παραδεχόμαστε. Πρέπει νά ἔχουμε ἐπικοινωνία μέ τόν Θεό.

Πρέπει νά κάμουμε καί ἐμεῖς μία πορεία πρός τά ἄνω· πρός τόν Θεό: Νά ψάξουμε νά Τόν βροῦμε.

Στό Σινά ἀνεβαίνουμε καί μέ τά πόδια. Ἀλλά, κατά κύριο λόγο μέ τήν καρδιά· μέ τήν προσευχή. Καί μάλιστα στόν τόπο τῆς προσευχῆς, στήν Ἐκκλησία.

Τό Ὄρος τοῦ Θεοῦ εἶναι παντοῦ κοντά μας. Ἀκόμη καί ὅταν εἴμαστε στήν πεδιάδα κάτω ἀπό τό Σινά: στήν πεδιάδα τῆς Φαράν. Στό σπίτι μας. Στό δωμάτιό μας. Στήν Ἐκκλησία μας. Λέγει ὁ προφήτης Δαβίδ, μιλώντας γιά τόν ἄνθρωπο πού ψάχνει γιά τόν Θεό:

Ἀναβάσεις ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ διέθετο (=δηλαδή ἔκαμε τήν καρδιά του δρόμο πρός τά ἄνω· μέσα στήν καρδιά του κάνει βήματα πρός τά ἄνω· καί ὅσο καί ἄν τοῦ εἶναι δύσκολο· καί φαντάζεται ὅτι βρίσκεται) εἰς τήν κοιλάδα τοῦ κλαυθμῶνος, (προχωρεῖ πρός τά ἄνω) «εἰς τόν τόπον ὅν ἔθετο» (νά βρεῖ ἐκεῖνο πού ζητεῖ) (Ψαλμ. 83, 6)

* * *

Ἐκεῖ, στό Ὄρος τοῦ Θεοῦ, κοντά στόν Θεό, ἀκοῦμε τόν νόμο Του καί τίς ἐντολές Του πιό καλά. Δέν ἔχει ἀξία νά ἀκοῦμε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ μέ τά σωματικά αὐτιά. Οὔτε, νά τόν μαθαίνουμε διανοητκά, ἀπ᾿ ἔξω! Ἀξία ἔχει νά τόν δεχθοῦμε, σάν ἔκφραση τῆς ἀγάπης Του γιά μᾶς: σάν συμβουλές Του εὐεργετικές γιά μᾶς.

Ἡ πνευματική ζωή δέν γίνεται μόνο στήν κορυφή τοῦ Σινᾶ, στό ὄρη, στά μοναστήρια. Εἶναι καί γιά τήν πεδιάδα· καί γιά τά σπίτια· καί γιά τά χωράφια· καί γιά τά χωριά· καί μέ τά φτωχόσπιτα. Παντοιῦ ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά ζεῖ κατά Θεόν· νά θυμᾶται τόν Θεό. Καί νά ἀγωνίζεται νά τηρεῖ τό θέλημά Του.

Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀγωνίζεται νά ἀγαπάει καί νά τηρεῖ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, εἶναι σάν νά εὑρίσκεται στό Ὄρος Σινά. Στήν κορυφή τοῦ Σινᾶ.

* * *

Ὁ Ἀβραάμ, ὁ Ἰσαάκ καί ὁ Ἰακώβ, εἶχαν αὐτιά πού ἄκουαν τόν λόγο τοῦ Θεοῦ.

Ἐμεῖς, σάν πατέρες μας στήν πίστη, πρέπει νά τούς μιμούμαστε· καί νά ψάχνουμε γιά τόν Θεό.

Ὁ Θεός μίλησε στόν Ὄρος Σινά. Ἀλλά μίλησε γιά ὅλο τόν κόσμο. Γιά ὅλο τόν κόσμο πού ζεῖ «γύρω» ἀπό τό Σινά. Καί γιά τόν Γιάννη. Καί γιά τόν Ἀλέκο. Καί γιά τήν Ἄρη. Καί γιά τήν Μαρία. Καί γιά τήν Πόπη. Καί γιά τήν Λίντα.

Μιλάει σέ ὅλους. Καί δίνει σέ ὅλους, μέσα στήν Ἐκκλησία Του, καί χάρη καί δύναμη καί εὐλογία.

Δέν ζεῖ ὁ λαός τοῦ Θεοῦ γιά νά νηστεύει, γιά νά προσεύχεται, γιά νά πηγαίνει στήν Ἐκκλησία.

Ἀντίθετα. Προσεύχεται, καί νηστεύει, καί πηγαίνει στήν Ἐκκλησία γιά νά μπορέσει νά ζήσει: καλά καί σωστά.

Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἕνα παγκάκι. Καθόμαστε γιά νά πάρουμε μιά ἀνάσα· δύναμη γιά τόν δρόμο τῆς ζωῆς μας.

Γιά νά μπορέσουμε νά φθάσουμε σέ ὡριμότητα πίστης καί ζωῆς, καί σέ ἐν Χριστῷ τελειότητα. (Ἐφεσ. 4, 13).
 

ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΡΟΚΟΠΙΟΥ ΤΟΥ ΔΕΚΑΠΟΛΙΤΟΥ ΚΑΙ ΟΜΟΛΟΓΗΤΟΥ

15Γιορτάζουμε σήμερα 27 Φεβρουαρίου, ημέρα μνήμης του Αγίου Προκοπίου του Δεκαπολίτου και Ομολογητού.

Ο Άγιος Προκόπιος έζησε τον 8ο αιώνα μ.Χ., επί αυτοκρατορίας Λέοντος Γ' του Ίσαύρου. Ο Άγιος Προκόπιος διακρίθηκε για την θαρραλέα του πίστη στο Θεό. Αν και από νεαρή ηλικία ακολούθησε το μοναχισμό, δεν έμεινε στην απομόνωση του κελιού του, αλλά αγωνίστηκε κατά των εικονομάχων.

Σκεπτόμενος και ενθαρρυνόμενος, από τον Λόγο του Θεού: "Ανδρίζου και ίσχυε, μη φόβου μηδέ πτοηθης". Δηλαδή, προχώρησε με αποφασιστικότητα σαν γενναίος άνδρας και έχε θάρρος, μη φοβηθείς και μη δειλιάσεις.

Κυρίως ο Άγιος Προκόπιος διέπρεψε στον έλεγχο κατά των αιρετικών Μονοφυσιτών, καθώς και στην υποστήριξη στην τιμητική προσκύνηση των Αγίων Εικόνων. Ο αυτοκράτορας Λέων καθώς ήταν εικονομάχος, προέβη σε διωγμούς και βασανιστήρια εναντίον των Χριστιανών.
Σ'αυτούς τους διωγμούς ήταν και ο Άγιος Προκόπιος όπου υπέστη πολλά βασανιστήρια, μαστιγώσεις, φυλακές και εξορίες.

Για τον θάνατο του Αγίου Προκοπίου υπάρχουν δύο εκδοχές, η πρώτη αναφέρει: Ότι λίγο μετά την αποφυλάκισή του κοιμήθηκε. Ενώ η δεύτερη: Ότι παρέδωσε μαρτυρικά την ψυχή του στον Κύριο.

Στους εορτάζοντες και στις εορτάζουσες, χρόνια πολλά και ευάρεστα στο Θεό !!!

Απολυτίκιο:
Ήχος α'. Της ερήμου πολίτης.
Φερωνύμως προκύπτων εν ασκήσει Προκόπιε, ήρθης εκ δυνάμεως Πάτερ, προς αθλήσεως έλλαμψιν Χρίστου γαρ την Εικόνα προσκυνών, Μαρτύρων ανεδείχθης κοινωνός, μεθ' ων πρέσβευε παμμάκαρ διαπαντός, υπέρ των εκβοώντων σοι, δόξα τω δεδωκότι σοι ισχύν, δόξα τω σε στεφανώσαντι, δόξα τω ενερνούντι διά σού, πασιν ιάματα.

Οἱ Ὅσιοι Ἀσκληπιὸς καὶ Ἰάκωβος




Καὶ οἱ δυὸ αὐτοὶ Ὅσιοι Πατέρες ἀγωνίστηκαν ἀσκητικὰ στὶς ἔρημους τῆς Συρίας, στὰ χρόνια του ἐπισκόπου Κύρου Θεοδώρητου (393-458). Ὁ Ἀσκληπιὸς στὴν ἀρχὴ ἔζησε σὲ κοινόβιο, ἀργότερα συνέχισε τὸν ἀσκητικό του ἀγῶνα μόνος του σὲ ἐρημητήριο.

Ὁ Ἰάκωβος, κλεισμένος σ᾿ ἕνα μικρὸ κελλί, κοντὰ στὸ χωριὸ Νιμουζά, δὲν ἄναβε καθόλου φῶς καὶ ἄνθρωπος δὲν τὸν ἔβλεπε ποτέ. Ἀποκρινόταν διὰ μέσου ἑνὸς πλάγιου σκαμμένου τόπου. Ἂν καὶ ἦταν πάνω ἀπὸ 90 χρονῶν δὲν βγῆκε καθόλου ἀπὸ τὸ κελλὶ ἐκεῖνο. Ἔτσι ὅσια ἀφοῦ καὶ οἱ δυὸ ἔζησαν, ἀπεβίωσαν εἰρηνικά.

Ὁ Ἅγιος Λέανδρος Ἐπίσκοπος Σεβίλλης



Ὁ Ἅγιος Λέανδρος, Ἐπίσκοπος Σεβίλλης τῆς Ἱσπανίας, διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας καὶ φωτιστὴς τῶν Ἰσπανῶν, ἔζησε τὸν 6ο μ.Χ. αἰῶνα καὶ ἦταν γόνος ἀριστοκρατικῆς οἰκογενείας. Ὁ πατέρας του ἦταν δούκας καὶ καταγόταν ἀπὸ βυζαντινὴ γενιά, ἐνῷ ἡ μητέρα του ἦταν πρωτότοκη κόρη τοῦ Βησιγότθου βασιλέως Λεβιγκίντ, ποὺ βασίλευε στὴν Σεβίλλη, τὴν πρωτεύουσα τοῦ βασιλείου τῶν Βησιγότθων. Πολὺ νωρὶς ἀκολούθησε τὸν μοναχικὸ βίο καὶ διακρίθηκε γιὰ τὴν μόρφωση καὶ τὶς ἀρετές του. Γι’ αὐτοὺς τοὺς λόγους ἡ Ἐκκλησία τὸν κατέστησε Ἐπίσκοπο τὸ ἔτος 579 μ.Χ. Ἵδρυσε θεολογικὴ σχολὴ μὲ σκοπὸ τὴ διάδοση τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀλλὰ καὶ τὴν καλλιέργεια τῶν ἐπιστημῶν καὶ τῶν τεχνῶν γενικά, μέσα στὸ λαὸ τοῦ τότε βάρβαρου ἀκόμα βασιλείου. Οἱ δύο βασιλόπαιδες Χερμενεγκὶλντ καὶ Ρεκαρέντ, ἀνεψιοί του ἀπὸ τὴν πλευρὰ τῆς μητέρας του, ἦταν μεταξὺ τῶν μαθητῶν τοῦ Ἁγίου Λεάνδρου. Ὁ Χερμενεγκὶλντ ἀνατράφηκε μὲ τὰ νάματα τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἡ πίστη του στὴν Ἐκκλησία δυναμώθηκε πιὸ πολὺ χάρη στὴν εὐσεβὴ σύζυγό του Ἴνγκαρντ, θυγατέρα τοῦ βασιλέως τῶν Φράγκων Σιγεβέρτου. Ὅταν ὁ πατέρας του, μεταφέροντας τὴν πρωτεύουσά του στὸ Τολέδο, τοῦ ὅρισε γιὰ διαμονή του τὴ Σεβίλλη, ξέσπασε διωγμὸς κατὰ τῶν Ὀρθοδόξων. Ὁ αἱρετικὸς Λέβεγκιλντ ᾖλθε σὲ σύγκρουση μὲ τὸν Ὀρθόδοξο γιό του Χερμενεγκίλντ. Ἦταν τέτοια ἡ ἔνταση τοῦ διωγμοῦ καὶ τῆς μανίας τῶν αἱρετικῶν, ποὺ ὅπως γράφεται δὲν ἔβλεπε κανεὶς πουθενὰ ἐλεύθερο ἄνθρωπο καὶ ἡ ἴδια ἡ γῆ ἔχασε τὴν παλαιά της γονιμότητα. Ὁ αἱρετικὸς βασιλέας πολιόρκησε τὴν Σεβίλλη καὶ ἔκλεισε σὲ σκοτεινὴ φυλακὴ τὸν υἱό του, ὅπου καὶ τὸν στραγγάλισε τὴν ἡμέρα τοῦ Πάσχα τοῦ 586 μ.Χ.

Τὴν ἐποχὴ αὐτή, λίγο πρὶν ἐξορισθεῖ καὶ αὐτὸς μαζὶ μὲ ἄλλους ὁμολογητὲς τῆς Ὀρθοδοξίας, ὁ Ἅγιος Λέανδρος ἔφυγε στὴν Κωνσταντινούπολη, γιὰ νὰ ζητήσει τὴ βοήθεια τοῦ αὐτοκράτορα. Ἐκεῖ γνώρισε τὸν Ἅγιο Γρηγόριο τὸν Μέγα, τὸν Διάλογο, καὶ συνδέθηκε μαζί του μὲ δυνατὴ φιλία. Ὅταν ὁ διωγμὸς κατὰ τῶν Ὀρθοδόξων ἔφθασε στὰ ἄκρα, ὁ βασιλιὰς Λέβεγκιλντ προσβλήθηκε ἀπὸ θανατηφόρο ἀσθένεια, ἄλλαξε στάση, προσκάλεσε τὸν Ἅγιο Λέανδρο στὴν ἐπιθανάτια κλίνη του καί, ἀφοῦ μετανόησε, τὸν παρακάλεσε νὰ κατευθύνει τὸ διάδοχό του Ρεκαρὲντ πρὸς τὴν ἀληθινὴ Ὀρθόδοξη πίστη. Ὁ νέος βασιλέας, ὑπάκουος στὸν παλαιὸ διδάσκαλό του, μεταστράφηκε καὶ ἀνέλαβε ἀμέσως νὰ συγκαλέσει τὴν Τρίτη ἐν Τολέδῳ Σύνοδο, ὅπου ἀνέγνωσε ἐνώπιον ὅλων τὴν ὁμολογία πίστεως στὶς ἀποφάσεις τῆς Οἰκουμενικῆς Συνόδου τῆς Νίκαιας καὶ ἀνακοίνωσε ὅτι οἱ λαοὶ τῶν Γότθων καὶ Σουέβων, ἑνωμένοι, ἐπανέρχονται στὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Ἅγιος Λέανδρος, ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε πρόεδρος αὐτῆς τῆς Συνόδου, ἀφιέρωσε πλέον τὴν ὑπόλοιπη ζωή του στὴ διδασκαλία τοῦ ποιμνίου του μὲ τὸ φωτισμένο του παράδειγμα κατ’ ἀρχήν, ἀλλὰ καὶ μὲ τὰ ἐμπνευσμένα γραπτά του. Προετοίμασε ἀκόμη τὸν ἀδελφό του, Ἅγιο Ἰσίδωρο, νὰ γίνει διάδοχός του στὸ θρόνο τῆς Σεβίλλης καὶ ἡ δόξα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἱσπανίας. Βοήθησε ἀκόμη τὴν ἀδελφή του, Ἁγία Φλωρεντίνη, νὰ γίνει ἱδρύτρια καὶ ἡγουμένη σαράντα μονῶν μὲ χιλιάδες μοναχές, γράφοντας γι’ αὐτὴν μοναχικὸ τυπικὸ ποὺ ἀπὸ τότε καλεῖται «Κανὼν τοῦ Ἁγίου Λεάνδρου». Ὀργάνωσε, ἐπίσης, τὴ Θεία Λατρεία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἱσπανίας, ποὺ λειτουργικὰ ὀνομάζεται «μοζαραβική».

Ὁ Ἅγιος Ἐπίσκοπος τῆς Σεβίλλης, ἀφοῦ ὑπέμεινε πολλὲς ἀντιξοότητες καὶ δοκιμασίες, παρέδωσε τὴν ἁγία ψυχή του στὸν Κύριο στὶς 13 Μαρτίου τοῦ ἔτους 600 ἢ 601 μ.Χ.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...