Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Μαρτίου 01, 2014

Η ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΤΥΡΙΝΗΣ (Ματθ. στ' 14-21) Αρχιμανδρίτης Χρυσόστομος Τελίδης



           «Μη φανής τοις ανθρώποις νηστεύων»
                      αλλ’ εργάζου «εν τω κρυπτώ».
  Με το άνοιγμα του Τριωδίου, αλλά και λίγο πριν (Κυριακή της Χαναναίας και του Ζακχαίου) η Εκκλησία μας προετοιμάζει για την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, που είναι περίοδος νηστείας, περισυλλογής και εντονώτερου πνευματικού αγώνα.
 Με την Κυριακή της Τυρινής, βρισκόμαστε στο κατώφλι της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Ανοίγεται μπροστά μας «το στάδιο των αρετών», στο οποίο ο υμνωδός της Εκκλησίας μας, μας καλεί να εισέλθουμε, «αναζωσάμενοι τον καλόν της νηστείας αγώνα». Ταυτόχρονα, στο συναξάρι της ημέρας, γίνεται μνεία της εξορίας του Αδάμ από τον Παράδεισο. Στο Δοξαστικό του εσπερινού του Σαββάτου ο υμνωδός, μας παρουσιάζει τον Αδάμ να κάθεται απέναντι του Παραδείσου και να θρηνεί:
«Εκάθισεν Αδάμ απέναντι του Παραδείσου και την ιδίαν γύμνωσιν θρηνών ωδύρετο. Οίμοι, τον απάτη πονηρά πεισθέντα και κλαπέντα και δόξης μακρυθέντα! Οίμοι τον απλότητι γυμνόν, νυν δε ηπορημένον! Άλλ’ ω Παράδεισε, ουκέτι σου της τρυφής απολαύσω, ουκέτι όψομαι τον Κύριον και Θεόν μου και Πλάστην. Εις γην γαρ απελεύσομαι, εξ ης και προσελήφθην. Ελεήμον, οικτίρμον, βοώ σοι. Ελέησόν με τον παραπεσόντα» 
  Και λίγο παρακάτω στο Δοξαστικό των αποστίχων, ο ιερός υμνωδός παρατηρεί εξής:«Εξεβλήθη Αδάμ του Παραδείσου δια της βρώσεως· διο και καθεζόμενος απέναντι τούτου ωδύρετο ολολύζων, ελεεινή τη φωνή, και έλεγεν. Οίμοι, τι πέπονθα ο τάλας εγώ! μίαν εντολήν παρέβην την του Δεσπότου, και των αγαθών παντοίων εστέρημαι. Παράδεισε αγιώτατε, ο δι’ εμέ πεφυτευμένος, και δια την Εύα κεκλεισμένος, ικέτευε τω σε ποιήσαντι, καμέ πλάσαντι, όπως των σων ανθέων πλησθήσωμαι. Διο και προς αυτόν ο Σωτήρ· το εμόν πλάσμα ου θέλω απολέσθαι, αλλά βούλομαι τούτο σώζεσθαι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν· ότι τον ερχόμενον προς με ου μη εκβάλω έξω».
   Ο Αδάμ παραβαίνοντας την εντολή της νηστείας (του να μη φάγη από το δένδρον της γνώσεως του καλού και του κακού) εκπίπτει της χάριτος του Θεού και χάνει τον Παράδεισο, που είναι ουσιαστικά η μετά του Θεού αναστροφή και κοινωνία. Αυτή όμως η κοινωνία με τον Θεό, ήταν η ομπρέλα που τον θωράκιζε και τον προστάτευε από τις δαιμονικές δυνάμεις. Χάνοντας αυτήν την προστασία, ο Αδάμ και η ανθρωπότητα ολόκληρη, γίνεται έρμαιο των δαιμονικών δυνάμεων.
  Στο Ευαγγελικό ανάγνωσμα της Κυριακής της Τυρινής υπάρχουν τρεις δεσπόζουσες έννοιες ενός γνήσιου πνευματικού αγώνα: η συγχωρητικότητα προς τους άλλους ανθρώπους, η πραγματική νηστεία (σωματική, κυρίως δε πνευματική) και η αφιλαργυρία (δηλ. η μετάθεση του θησαυρισμού από τα υλικά στα πνευματικά αγαθά).
Νηστεία, 
το ισχυρό όπλο της πνευματικής ζωής του Χριστιανού.
   Για να ξεκινήσει κανείς ένα σπουδαίο και δύσκολο έργο, χρειάζεται μία σταθερή και γενναία απόφαση. Η νηστεία είναι ένα ισχυρό όπλο στα χέρια του αγωνιζομένου Χριστιανού. Είναι η"μάχαιρα, ήτις εκτέμνει από καρδίας πάσαν κακίαν". Με την νηστεία εξυγιαίνεται η ψυχή του ανθρώπου και αίρεται η πεπτωκυία της κατάσταση, δηλαδή ανατρέπεται το κατεστημένο της πτώσεως. Πριν την πτώση (δηλαδή πριν από το προπατορικό αμάρτημα) τροφή και απόλαυση της ψυχής ήταν η κοινωνία με τον Θεό. Το σώμα, λόγω του φυσικού συνδέσμου του με την ψυχή, απολάμβανε και αυτό τους καρπούς της κοινωνίας με το Άγιο Πνεύμα.
  Μετά την πτώση, επειδή η ψυχή έχασε την κοινωνία της με το Άγιο Πνεύμα στράφηκε προς το σώμα και προσπάθησε σ' αυτό να βρει εκείνο που έχασε. Έτσι, υποτάχθηκε στις σωματικές ηδονές, άρχισε να απομυζά και να ταλαιπωρεί το σώμα και να το οδηγεί, χωρίς να το θέλει, στην φθορά και στην εξαθλίωση.
  Είναι γεγονός ότι η πολυφαγία και η πολυποσία εξάπτουν τις σαρκικές επιθυμίες και τα σαρκικά πάθη. Αντίθετα, η νηστεία κατευνάζει τα πάθη. Ο άνθρωπος που νηστεύει, μπορεί ευκολώτερα να εγκρατεύεται και να αυτοκυριαρχείται. Με την νηστεία ο άνθρωπος κατευνάζει τις άτακτες κινήσεις του σώματος και μπορεί ευκολότερα η ψυχή να στραφεί, με την προσευχή, στον Θεό και έτσι απερίσπαστη να ακούσει τις εντολές Του. Η προσευχή και η πνευματική μελέτη δίνουν πνευματική αξία στο έργο της νηστείας.
   Η αληθινή νηστεία δεν περιορίζεται μόνον στη στέρηση κάποιων τροφών. Δεν είναι τόσον εξωτερική όσον κυρίως εσωτερική μορφή αγώνος. Η τροφική νηστεία πρέπει να συνοδεύεται με την νηστεία όλων των αισθήσεων, με την εσωτερική νηστεία της ψυχής, από φαντασίες, σαρκικές επιθυμίες και εμπαθείς λογισμούς. «Αληθής νηστεία, η των κακών αλλοτρίωσις(αποξένωση), εγκράτεια γλώσσης, θυμού αποχή, καταλαλιάς (κατακρίσεως), ψεύδους και επιορκίας. Η τούτων ένδεια (φτώχεια) νηστεία αληθής και ευάρεστος τω Θεώ εστί» ψάλλει την ημέρα αυτή η Εκκλησία. Επίσης στο ιδιόμελο των αποστίχων των αίνων, της Τετάρτης της Τυρινής, ο ιερός υμνογράφος μας συνιστά: «Βρωμάτων νηστεύουσα ψυχή μου και παθών μη καθαρεύουσα, μάτην επαγάλλει τη ατροφία· ει μη γαρ αφορμή σοι γένηται προς διόρθωσιν, ως ψευδής μισείται παρά Θεού και τοις κακίστοις δαίμοσιν ομοιούσαι τοις μηδέποτε σιτουμένοις· μη ουν αμαρτάνουσα την νηστείαν αχρειώσης, αλλ’ ακίνητος, προς ορμάς ατόπους μένε, δοκούσα παρεστάναι εσταυρωμένω τω Σωτήρι, μάλλον δε συσταυρούσθαι, τω δια σε σταυρωθέντι, εκβοώσα προς αυτόν· μνήσθητί μου Κύριε όταν έλθης εν τη Βασιλεία σου.»
   Για να είναι ολοκληρωμένη η νηστεία, πρέπει να συνοδεύεται από τις αρετές της προσευχής και της ελεημοσύνης. Διότι, ο άνθρωπος που νηστεύει, μπορεί ευκολώτερα να έχει ανάταση ψυχής και όσα, λόγω της νηστείας, εξοικονομεί, να τα δίνει ελεημοσύνη. Έτσι, η νηστεία ανεβάζει τον άνθρωπο, εύκολα στον Θεό και αποδεικνύεται γι’ αυτόν αρχή μετανοίας.
    Όμως αμέσως μετά την Κυριακή Προσευχή, που μας δίδαξε ο ίδιος ο Χριστός στην επί του όρους ομιλία  του, συνεχίζει και να μας νουθετεί λέγοντας μας και τα εξής:
«Συ δε νηστεύων, άλειψαί σου την κεφαλήν και το πρόσωπόν σου νίψαι, όπως μη φανής τοις ανθρώποις νηστεύων». Ο στίχος, εκτός από το προφανές νόημα που έχει το «άλειψαί σου την κεφαλήν και το πρόσωπόν σου νίψαι» που είναι η αποφυγή της επιδεικτικής εμφανίσεως του νηστεύοντος, έχει και κάποιο βαθύτερο νόημα. Το πρόσωπο που νίπτεται είναι "ο εσωτερικός άνθρωπος της καρδιάς", που νίπτεται με τα δάκρυα της μετανοίας, ενώ η κεφαλή που αλείφεται είναι ο νους, που με την προσευχή ελκύει την χάρη του Αγίου Πνεύματος και το έλεος του Θεού. Αυτά τα δύο εσωτερικά έργα (δηλ. η κρυφή εργασία για την κάθαρση της καρδιάς και η αναφορά της ψυχής, δια της προσευχής, προς τον Θεό) είναι εκείνα που κατακαίουν την υποκρισία στη ρίζα της, διότι γίνονται «εν τω κρυπτώ» και «ο Πατήρ ο ουράνιος» θα τα επιβραβεύσει «εν τω φανερώ».
Η συγχωρητικότητα, 
ως προϋπόθεση κάθε καλού έργου.
   Ο Χριστός, πριν μιλήσει για τον τρόπο της αληθινής νηστείας, έβαλε σαν θεμέλιο, πάνω στο οποίο μπορεί να οικοδομηθεί κάθε καλό έργο, την συγχωρητικότητα. Προϋπόθεση της συγχωρήσεως των αμαρτιών μας από τον Θεό, είναι να μπορούμε και εμείς να συγχωρούμε τα αμαρτήματα των άλλων. Έτσι, αρχίζουμε την περίοδο της νηστείας (στον πρώτο κατανυκτικό εσπερινό την παραμονή της Καθαράς Δευτέρας), με τον εσπερινό της συγγνώμης, ζητώντας και δίνοντας συγχώρεση στους συνανθρώπους μας. Με τον τρόπο αυτό μπορούμε να προχωρήσουμε ελεύθεροι από κάθε «σύνδεσμο αδικίας» στον καλό αγώνα της νηστείας.
  Αν δεν τρώμε κρέας η κάποιες άλλες τροφές, «αλλά αλλήλους δάκνομεν και κατεσθίομεν» με τα πάθη της ψυχής μας, το μίσος, την μνησικακία και την κατάκριση, τότε η "φαινομενική" νηστεία μας δεν έχει καμία αξία, ίσως και είναι επικίνδυνη. Διότι μπορεί να την χρησιμοποιήσει ο διάβολος, ως πρόφαση για να μας πείση, δηλ. ουσιαστικά να μας ρίξει "στάχτη στα μάτια", ότι κάτι κάνουμε και μείς, ώστε να έχουμε μισθόν ευσεβείας.
   Την πύλη του σταδίου των αρετών της Μεγάλης Τεσσαρακοστής πρέπει να την περάσουμε με πνεύμα ταπεινώσεως και μετανοίας. Οι αρετές αυτές που αυξάνονται με την αληθινή νηστεία (σωματική και πνευματική) δεν μπορούν να συνυπάρχουν με λογισμούς ζηλείας, μίσους και μνησικακίας. Η αληθινή νηστεία συνδέεται με την επιείκεια και την συγχωρητικότητα. Είναι η εύφορη γη που θα δώσει την πλούσια καρποφορία της αγάπης.
   Ο αντίποδας της χριστιανικής αγάπης, η οποία «ου ζητεί τα εαυτής» είναι ο εγωϊσμός. Αυτός είναι η "διεστραμμένη αγάπη", που ζητεί τα εαυτής, διότι έχει ρίζα την φιλαυτία. Η νηστεία ταπεινώνει τον άνθρωπο και αν συνοδεύεται από εντονότερη προσευχή και ελεημοσύνη μπορεί να τον χαριτώσει, ώστε να ξεπεράσει  τον φανερό η κρυφό εγωϊσμό του και να φθάσει στην αγάπη.
    Ο Χριστός, στην προσπάθειά Του να σκιαγραφήσει έναν τέλειο τύπο ανθρώπου, κατέκρινε και στηλίτευσε περισσότερο από κάθε άλλο πάθος την υποκρισία. Έτσι, και τώρα μας υποδεικνύει να εργαζόμεθα τις αρετές (νηστεία, ελεημοσύνη, προσευχή) μακρυά από τα μάτια των ανθρώπων, «εν τω κρυπτώ», με την υπόσχεση ότι «ο Πατήρ σου ο βλέπων εν τω κρυπτώ» την εργασίαν των εντολών Του «αποδώσει σοι εν τω φανερώ». Διαφορετικά η άσκηση των αρετών που έχει κίνητρο την "ανθρωπαρέσκεια" δεν έχει μισθό, διότι τον μισθό τον παίρνει κανείς από τα "μπράβο" των ανθρώπων.
      Συμπερασματικά, μπορούμε να πούμε, ότι δεν πρέπει να τηρούμε τις εντολές του Χριστού για να εισπράξουμε τον έπαινο των ανθρώπων, αλλά από αγάπη στο πρόσωπο του Χριστού και διότι με την τήρησή τους κάνομε πνευματική πρόοδο και επιτελούμε το «καθ' ομοίωσιν» που είναι ο σκοπός της δημιουργίας μας.
                                      Αφιλαργυρία, 
ο τελικός καρπός της νηστείας
   Ο άνθρωπος, που αγαπά το σώμα του περισσότερο από την ψυχή του, φοβάται να του στερήσει, οτιδήποτε από τα πράγματα που εκείνο αγαπά. Έτσι, γίνεται δέσμιος των υλικών αγαθών και της φιληδονίας. Μετά όμως την φιληδονία, έπεται η φιλοκτημοσύνη και η φιλαργυρία.
   Επειδή όλα τα υλικά πράγματα φθείρονται, παλιώνουν και χάνουν τελικά την αξία τους η γίνονται βορά κλεπτών και διαρρηκτών, ο άνθρωπος που διακατέχεται από το πάθος της φιλοκτημοσύνης και της φιλαργυρίας, κατατρώγεται από το άγχος και την μέριμνα της διασφαλίσεως των αγαθών του από ενδεχόμενη απώλεια. Έτσι, "θησαυρίζοντας θησαυρούς επί της γης" χάνει κανείς τον πνευματικό του προσανατολισμό προς «το καθ’ομοίωσιν», προς τους ουράνιους και άφθαρτους θησαυρούς και αιχμαλωτίζεται στα υλικά αγαθά, στην ύλη.
   Αντίθετα, αυτός που ξεκινά τον αγώνα της νηστείας γίνεται ολιγαρκής. Μπορεί να μεταμορφώσει το πάθος της φιλαργυρίας, που τον καθιστά δέσμιο των υλικών πραγμάτων, σε αγάπη για τα ουράνια, για τους ουράνιους θησαυρούς. Διαφορετικά, η νηστεία του δεν θα έχει πνευματικό αποτέλεσμα. Θα καταστεί "δίαιτα", δηλ. μία επιπλέον εκδήλωση της φιλαυτίας του. Διότι, θα αποβλέπει μόνο στην εξωτερική αισθητική και υγιεινή του σώματος και δεν θα έχει "μισθό" για την ψυχή του.
   Σαν συμπέρασμα, μπορούμε να πούμε ότι νηστεύουμε, όχι γιατί δεν αγαπούμε το σώμα (η νηστεία πρέπει να είναι παθοκτόνος και όχι σωματοκτόνος) αλλά γιατί περισσότερο αγαπούμε και δίνουμε προτεραιότητα στην ψυχή, την οποία θέλουμε να γίνει "Ναός του εν ημίν Αγίου Πνεύματος". Περιφρονούμε τους«θησαυρούς επί της γης, όπου σης και βρώσις αφανίζει και όπου κλέπται διορύσσουσιν και κλέπτουσιν», διότι προτιμούμε τους «θησαυρούς εν ουρανώ, όπου ούτε σης, ούτε βρώσις αφανίζει και όπου κλέπται ου διορύσσουσιν ουδέ κλέπτουσιν». Περιφρονούμε τα υλικά αγαθά που φθείρονται, για να αποκτήσουμε τα ουράνια αγαθά, που είναι άφθαρτα και αιώνια.
   Αδελφοί μου, την Κυριακή της Τυρινής, το βράδυ θα τελεστεί στους ναούς της οικουμένης, όπου "ανασαίνει' χριστιανός, ο Κατανυκτικός Εσπερινός, που όλοι τον γνωρίζουμε ως Εσπερινό της συγχωρήσεως, θα μαζευτούμε, θα δώσουμε και θα πάρουμε από τους συνανθρώπους μας την συγχώρεση που χρειαζόμαστε για να συνεχίσουμε την πορεία μας μέχρι το Θείο Πάθος και τελικά την Ανάσταση, για να ακολουθήσει αμέσως μετά η Καθαρά Δευτέρα, η πρώτη ημέρα της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής. 
      Τώρα, σχετικά με αυτήν την ημέρα, την πρώτη ημέρα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, ένα μεγάλο κακό γίνεται. Υπάρχουν χριστιανοί, που γνωρίζοντας την σπουδαιότητα της, είναι γιαυτούς ημέρα ξηροφαγίας και αποχής από μαγειρεμένο φαγητό, για την κάθαρση και τον αγιασμό τους. Υπάρχουν όμως και χριστιανοί που είτε από άγνοια, είτε από λάθος αντίληψη της παράδοσης μας, είτε από έλλειψη πίστης, αυτή την ημέρα την έχουν συνυφασμένη με εξοχικά κέντρα και ταβέρνες, με λουκούλλεια γεύματα όπου καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες νηστίσιμων, κατά τα άλλα, εδεσμάτων και πίνουν και γλεντοκοπούν και ασωτεύουν. Η Καθαρά Δευτέρα δεν είναι ημέρα διασκεδάσεως, αλλά προσευχής και νηστείας. Μεγάλη παρεξήγηση. Μεγάλη εκτροπή. Μεγάλη πλάνη.
        Άς αρχίσουμε αδελφοί μου λοιπόν από το βράδυ της Κυριακής με μια βροντερή  συγνώμη και την Καθαρά Δευτέρα με ξηροφαγία, αλλά και μελέτη και προσευχή και περισυλλογή, παρακολουθώντας τις πολλές και όμορφες κατανυκτικές Ακολουθίες της Εκκλησίας μας. Την Καθαρά Δευτέρα να μην την κάνετε ακάθαρτη. Μεγάλη Τεσσαρακοστή είναι η πιο ευλογημένη εκκλησιαστική περίοδος του χρόνου. Στάδιο προσευχής. Στάδιο μετανοίας. Στάδιο καθάρσεως. Η Θεία Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου, η Προηγιασμένη, οι Κατανυκτικοί Εσπερινοί, η Εξομολόγησις, τα Ευχέλαια στα σπίτια και στους ναούς μας, η Νηστεία, οι Χαιρετισμοί της Παναγίας μας, τα Μεγάλα Απόδειπνα και όλη η βυζαντινή υμνολογική ατμόσφαιρα της, δημιουργούν αυτό το υπέροχο και μοναδικό πνευματικό στάδιο της νέας αυτής καθημερινότητας μας. Μας ανοίγει τον δύσκολο δρόμο προς την Μεγάλη Εβδομάδα με τα Θεία Πάθη, μα και μας δείχνει πεντακάθαρα πως το τέλος έχει ανάσταση, την Ανάσταση του Χριστού μας, μαζί με την δική μας.
Καλή και ευλογημένη Σαρακοστή.


Το κήρυγμα της Κυριακής: Κυριακή της Τυρινής

Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης
«Μή θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυρούς ἐπί τῆς γῆς».
Ο πόθος της αποκτήσεως αγαθών είναι έμφυτος στους ανθρώπους κάθε εποχής. Καθένας επιθυμεί να αποκτήσει αγαθά, κάτι που έχει αξία, πάνω στο οποίο θέλει να στηρίξει την άνεση, την ειρήνη και την ευτυχία της ζωής του. Αλλά συνήθως οι άνθρωποι κάνουν λάθος στην επιλογή του θησαυρού. Εντυπωσιάζονται πολύ από την λάμψη του χρυσού και των άλλων υλικών αγαθών και ξεχνούν τον αληθινό θησαυρό. Βεβαίως τα υλικά αγαθά είναι απαραίτητα για τη ζωή μας, γι’ αυτό τα έχει δώσει ο Θεός. Όμως αυτά δεν πρέπει να αποτελούν την κύρια επιδίωξή μας, τον αποκλειστικό σκοπό της ζωής μας και πολύ περισσότερο οι θησαυροί. «Μή θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυρούς ἐπί τῆς γῆς» λέει ο Κύριος, απευθυνόμενος στον καθένα μας.
Ο άνθρωπος έχει βεβαίως υποχρέωση να εργάζεται, να ασχολείται με τα βιοτικά για να αποκτά, με την ευλογία του Θεού, εκείνα που του χρειάζονται για την συντήρησή του. Δεν αποκλείεται με την έντιμη και την ευσυνείδητη εργασία του να αποκτήσει περισσότερα από όσα του χρειάζονται, να αποκτήσει με τρόπο δίκαιο και πλούτο. Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να τον κατηγορήσει.
Ο Αβραάμ ήταν «πλούσιος σφόδρα κτήνεσι καί ἀργυρίῳ καί χρυσίῳ». Κανείς όμως δεν τον κατηγόρησε για τον πλούτο του. Γιατί; Διότι δεν είχε δοσμένη την καρδιά του στους επίγειους θησαυρούς ούτε και τους είχε θέσει ως τον απόλυτο σκοπό της ζωής του. Είχε την συνείδηση ότι είναι διαχειριστής και όχι κύριος των αγαθών αυτών. Η καρδιά και η διάνοιά του, η ψυχή του ολόκληρη ήταν δοσμένη στον Θεό και την αιωνιότητα. Γι’ αυτό η ζωή του ήταν απλή και απέριττη. Είχε μεγαλύτερη πίστη, εκτίμηση και φλογερό πόθο για τα ουράνια αγαθά και όχι για τους επίγειους θησαυρούς. Ο Απόστολος Παύλος εξαίροντας αυτή την θαυμαστή αρετή του Αβραάμ γράφει στην προς Εβραίους επιστολή του: «Πίστει παρῴκησεν Ἀβραάμ εἰς τήν γῆν τῆς ἐπαγγελίας ὡς ἀλλοτρίαν, ἐν σκηναῖς κατοικήσας…. Ἐξεδέχετο γάρ τήν τούς θεμελίους ἒχουσαν πόλιν, ἧς τεχνίτης καί δημιουργός ὁ Θεός» .
Ο άνθρωπος ο οποίος θησαυρίζει ή αγωνίζεται να αποκτήσει και να θησαυρίσει αφθονία υλικών αγαθών, αποκλειστικά και μόνο για τον εαυτό του είναι αξιοκατάκριτος. Αυτόν καταδικάζει ο Κύριος όταν λέει: «μή θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυρούς ἐπί τῆς γῆς». Έχει ιδιαίτερα σημασία αυτό το «ὑμῖν», που χρησιμοποιεί ο Κύριος. Με αυτό καταδικάζει την ιδιοτέλεια, την φιλαυτία, τον πόθο και την απόκτηση υλικών αγαθών για τον εαυτό μας μόνο. Μη θησαυρίζετε, λέει, για τον εαυτό σας θησαυρούς επιγείους. Γιατί ότι θεωρήσει κανείς θησαυρό, αυτό θα έχει στην καρδιά του. Σ’ αυτό θα αφιερώσει την ζωή του. Αυτό θα σκέπτεται συνεχώς, γι’ αυτό θα εργάζεται και θα μοχθεί. Αλλά σε ενός τέτοιου ανθρώπου την καρδιά δεν βρίσκει θέση ο Θεός, η αιωνιότητα, ο ουράνιος θησαυρός της βασιλείας του Θεού. Δεν βρίσκουν θέση ούτε και οι φτωχοί, διότι η καρδιά αυτού του ανθρώπου ευσυγκίνητη για κάθε τι, που αναφέρεται στους επίγειους θησαυρούς, μένει ασυγκίνητη και στην πιο μεγάλη δυστυχία και συμφορά των συνανθρώπων του.
Κι ακόμη τι τάχα έχει να κερδίσει από τους επίγειους θησαυρούς ο άνθρωπος, αν δεχθούμε ότι θα κατορθώσει να τους αποκτήσει; Στην πραγματικότητα δεν βρίσκει ικανοποίηση, άνεση και αληθινή χαρά. Ίσως κάποιοι άνθρωποι, χωρίς μεγάλη οικονομική δυνατότητα, τον θεωρούν ίσως ευτυχή. Αν όμως τον πλησιάσουν, αν τον γνωρίσουν κάπως καλύτερα, θα δουν ότι κάθε άλλο παρά ευτυχής είναι ο άνθρωπος αυτός. «Η μέριμνα και η απάτη του πλούτου», όπως είπε ο Κύριος είναι αγκάθια, τα οποία συνεχώς τον τρυπούν, τον κάνουν να πονάει και να υποφέρει ψυχικά και πολλές φορές σωματικά.
Ας σκεφθούμε όμως και το άλλο, που πολύ συχνά βλέπουμε να συμβαίνει, ότι δηλαδή οι επίγειοι θησαυροί δεν είναι ασφαλείς και μόνιμοι, δεν παραμένουν ισόβιο και αναφαίρετο κτήμα του ανθρώπου. Ο Κύριος λέει, ότι τα επίγεια συσσωρευμένα αγαθά και τους επίγειους θησαυρούς «σής καί βρῶσις ἀφανίζει καί κλέπται διαρύσσουσι καί κλέπτουσι». Ο σκόρος, η σαπίλα, η φθορά καταστρέφουν τα πολυτελή ενδύματα, αποσυνθέτουν τα τρόφιμα, φθείρουν τα υλικά αγαθά. Εξ’ άλλου επιτήδειοι κλέπτες τα αρπάζουν και τα κλέπτουν.
Αλλά κι αν ακόμη κατορθώσει ο φιλάργυρος να κρατήσει μέχρι τέλους ασφαλείς τους θησαυρούς του, τι σημαίνει τούτο; Ασφαλώς θα έρθει κάποια ώρα κατά την οποία θα τον επισκεφθεί ο θάνατος. Θα υποχρεωθεί τότε, θέλοντας και μη, να εγκαταλείψει οριστικά και αμετάκλητα την παρούσα ζωή. Και μαζί μ’ αυτήν θα εγκαταλείψει στα χέρια «τίς οἶδε» ποιων ασώτων κληρονόμων τους επίγειους θησαυρούς του. «Ἂφρων, θα του πει ο Κύριος, ἃ ἡτοίμασας τίνι ἒσται;». Αυτά που μάζεψες, που θησαύρισες και στα οποία έδωσες την ψυχή σου σε ποιον ανήκουν τώρα; Σε σένα βεβαίως όχι. Αλλά κι αν σου ανήκουν, μήπως μπορείς με αυτά ή και με όλους τους θησαυρούς του κόσμου να εξαγοράσεις την ψυχή σου; 
Λοιπόν, ας μη μας ελκύουν οι επίγειοι θησαυροί. Ποτέ να μη δώσουμε την καρδιά μας σ’ αυτούς. Η καρδιά μας και η ψυχή μας πρέπει να δοθούν στους θησαυρούς του ουρανού. Αυτοί πρέπει να είναι ο κύριος σκοπός της ζωής μας και για την απόκτηση αυτών πρέπει με τον φωτισμό και τη δύναμη του Κυρίου να αγωνιστούμε μέχρι τέλους σε όλη μας τη ζωή, ιδιαιτέρως όμως την περίοδο αυτή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής που ξεκινάει αύριο. Αμήν

ΕΣΧΑΤΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΠΟΚΑΛΥΨΕΙΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΕΡΟΝΤΑ ΠΑΙΣΙΟ!!!!Η ΜΕΓΑΛΗ ΣΤΙΓΜΗ ΤΟΥ ΠΟΘΟΥΜΕΝΟΥ ΠΛΗΣΙΑΖΕΙ!!! Βρισκόμαστε πια στο «παρά ένα» που θα σημάνει τα Μεσάνυχτα!!!


Δρ. Ησαΐας Κωνσταντινίδης



Πολύ κρίσιμες και εσχατολογικές είναι οι μέρες στις οποίες ζούμε! Αυτή η πραγματικότητα έχει γίνει πλέον αντιληπτή ακόμα και από πολλούς, που έως σχετικά πρόσφατα, 

θεωρούσαν «ακραίες» και «υπερβολικές» τις εκτιμήσεις ότι βρισκόμαστε ενώπιον κοσμοϊστορικών και συγκλονιστικών συμβάντων που θα αλλάξουν ριζικά τη μορφή του κόσμου μας!... Θυμόμαστε πολύ καλά πριν από μερικά μόλις έτη τους χαρακτηρισμούς και τις «συμβουλές» στον γράφοντα να μην... παρεκκλίνει από την «καθαρή» επιστήμη (ποια είναι άραγε αυτή;) και να μην χρησιμοποιεί στις δημοσιεύσεις του στοιχεία μεταφυσικής και «μαγείας» (ναι, έτσι χαρακτήρισαν οι βλάσφημοι τη θρησκευτική μας παράδοση!...), διότι αλλιώς θα κινδύνευε να θεωρηθεί «γραφικός»...
Εμείς όμως δεν τους ακούσαμε και συνεχίσαμε να ερευνούμε τα φαινόμενα της κοινωνίας μας και της εξωτερικής πολιτικής υπό το πρίσμα ΚΑΙ της πλούσιας προφητικής μας παράδοσης! Τι έχουν άραγε να μας πουν σήμερα, που οι εξελίξεις μας δικαίωσαν και που τα γεγονότα «τρέχουν» με τη μορφή χιονοστιβάδας, όλοι αυτοί οι «γνωστικοί»; Εκτός βέβαια αν ΕΠΙΤΗΔΕΣ κρατούσαν τόσα χρόνια αυτή τη στάση, όντας όργανα σκοτεινών δυνάμεων, ακριβώς για να μας έχουν όλους σε νάρκωση και να υλοποιούν τους άθλιους σχεδιασμούς τους...

Μελετώντας λοιπόν το μοναδικό πραγματικά φαινόμενο της ελληνορθόδοξης παράδοσης και της προορατικότητας που χαρακτηρίζει τον Λόγο πολλών Αγίων Πατέρων και Γερόντων της Πίστης μας, ανακαλύψαμε πολλές λιγότερο γνωστές μορφές του παρελθόντος, που είπαν και έκαναν πράγματα σημαντικά, στα οποία αξίζει ιδιαίτερη αναφορά. Τέτοιες μεγάλες προσωπικότητες παρέμειναν – κακώς – επί σειρά ετών άγνωστες και απρόσιτες στο ευρύ κοινό, στο οποίο οι επιτήδειοι των δήθεν «δημοκρατικών» Μ.Μ.Ε. (αυτών των καραγκιόζηδων και φασιστών, όπως είναι οι περισσότεροί τους!) «σέρβιραν» τον κάθε Τσοχατζόπουλο και τον κάθε Βουλγαράκη! Και έτσι οδηγήθηκε η ελληνική κοινωνία στην πλήρη διαφθορά και στη διάλυση... Αυτή η εποχή όμως της αθλιότητας παρήλθε πλέον οριστικά και ξεκίνησε ήδη για τον τόπο μας μια καινούρια, λαμπρή, περίοδος, έστω και αν στο αρχικό της στάδιο θα γνωρίσουμε όλοι φοβερές δυσκολίες, εξαιτίας του πλιάτσικου που έκαναν εις βάρος του έθνους οι αλήτες «πρασινοκοκκινομπλέ»!

Μία πολύ σεβάσμια μορφή της Ορθοδοξίας του πολύ πρόσφατου παρελθόντος είναι ο μακαριστός Πατέρας Ιωάννης Καλαΐδης (ο Παπα-Γιάννης ή σκέτος Παππούλης για όσους τον γνώρισαν από κοντά). Γεννημένος το 1925 στο Καμαρωτό Σερρών, κοιμήθηκε στο Νεοχώρι Σιντικής, της ίδιας περιοχής, το 2009. Επί πολλές δεκαετίες υπηρέτησε με θέρμη την Εκκλησία και βοήθησε με πολλή αγάπη χιλιάδες συνανθρώπους μας. Είχε πλήθος χαρισμάτων, ανάμεσα στα οποία και το προορατικό (να προβλέπει δηλ. κάποια από τα μέλλοντα), ενώ η φιλανθρωπία του άφησε πραγματικά εποχή στην περιοχή αυτή της Βόρειας Ελλάδας. Είχε και γνωριμία με τον Γέροντα Παΐσιο, ο οποίος ανέφερε στον ίδιο τον Παπα-Γιάννη μερικά άκρως σημαντικά πράγματα για τις μελλοντικές εξελίξεις και γεγονότα.

Κάποτε, εν έτει 1993, ο Πατήρ Ιωάννης Καλαΐδης επισκέφτηκε τον Γέροντα Παΐσιο στη θρυλική Σουρωτή (το ιερό ησυχαστήριο που είχε δημιουργήσει ο Παΐσιος στην περιοχή της Θεσσαλονίκης). Οι δυο τους συζήτησαν επί αρκετή ώρα για διάφορα θέματα, ώσπου σε κάποια στιγμή ξαφνικά ο Παΐσιος είπε στον Παππούλη: «Πάτερ Ιωάννη, ήρθε η ώρα που η Κωνσταντινούπολη θα γίνει ξανά ελληνική. Δεν θα την πάρουμε εμείς αλλά οι Ρώσοι θα μας την δώσουν»! Αργότερα ο Παπα-Γιάννης έλεγε σε επισκέπτες του, σύμφωνα με πάρα πολλές μαρτυρίες, ότι: «Έτσι θα γίνουν τα γεγονότα, όπως τα είπε ο Άγιος Παΐσιος»!!! Μάλιστα να σημειωθεί ότι ο Παπα-Γιάννης εκτιμούσε τόσο πολύ τον Γέροντα, ώστε πίστευε πως δεν θα αργήσει καθόλου η μέρα που η Εκκλησία μας θα τον ανακηρύξει και επίσημα σε Άγιο...

Υπενθυμίζουμε εδώ μερικά πολύ σημαντικά λόγια του Γέροντα Παϊσίου προς επισκέπτες του, πάντοτε βασιζόμενοι σε σοβαρές και αξιόπιστες μαρτυρίες (όπως κάνουμε και στο σύνολο της εργογραφίας μας). Κάποτε για παράδειγμα είχε πάει στον Γέροντα μια παρέα από την Αλεξανδρούπολη. Τότε ο Γέροντας στράφηκε ξαφνικά σε κάποιον νέο, που σπούδαζε τότε πολιτικός μηχανικός στο Πολυτεχνείο της Ξάνθης, λέγοντάς του: «Εσύ, σαν πολιτικός μηχανικός, θα συμβάλλεις τα μέγιστα στην ανοικοδόμηση της Πόλης»! Είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι ο Παΐσιος δεν είχε ξαναδεί τον νέο αυτό, ο οποίος και πήγαινε τότε για πρώτη φορά στο Άγιο Όρος...

Άλλοτε πάλι ο Γέροντας Παΐσιος ανέφερε πως πριν από τον ερχομό του Αντίχριστου θα έχουν προηγηθεί τα γεγονότα που θα σχετίζονται με την Κωνσταντινούπολη, κατά τη διάρκεια των οποίων η Ελλάδα θα πονέσει πάρα πολύ! Θα υπάρξει δηλ. στη χώρα έλλειψη αγαθών, πείνα, μεγάλη θλίψη και αγωνία, φόβος και τρόμος για τις εξελίξεις... Αλλά, όπως προέβλεψε ο Παΐσιος, εξαιτίας ακριβώς αυτών των δυσάρεστων γεγονότων ο ελληνικός λαός θα πιστέψει πάρα πολύ και θα επανέλθει στην Εκκλησία και στον Χριστό!... Τότε ο Κύριος, βλέποντας την ειλικρινή μετάνοια των Ελλήνων και το πλήθος των προσευχών του λαού, θα λυπηθεί το ελληνικό έθνος και θα φέρει τα πράγματα έτσι που να μην πάρει η Ελλάδα μέρος στον γενικό πόλεμο που θα ξεσπάσει (που θα είναι ο χειρότερος όλων των εποχών...) και έτσι η πατρίδα μας θα περάσει ελάχιστα σε σχέση με αυτά που περιμένουν άλλες χώρες! Μάλιστα ο Παΐσιος έλεγε πολλές φορές σε επισκέπτες του: «Μακάρι να ζούσα μερικά χρόνια ακόμα για να έβλεπα την δόξα της Ορθοδοξίας»!... Κάτι που σημαίνει ότι η Μεγάλη Στιγμή του Ποθούμενου πλησιάζει! Βρισκόμαστε πια στο «παρά ένα» της πλανητικής ώρας που θα σημάνει τα Μεσάνυχτα...
* Ο γράφων το παραπάνω κείμενο θα ήθελε να ευχαριστήσει εκ βάθους καρδίας τον εκλεκτό κύριο Νικόλαο Χιτόγλου, του βιβλιοπωλείου «Το Περιβόλι της Παναγίας» στη Θεσσαλονίκη, για την ευγενικότατη προσφορά να μας αποστείλει ένα αντίτυπο της έκδοσης «Πατήρ Ιωάννης Καλαΐδης», που πραγματεύεται τον βίο και τη δράση του Παπα-Γιάννη. Τα στοιχεία που αναφέρονται στο ως άνω άρθρο μας σχετικά με τους Γέροντα Παΐσιο και Πατέρα Ιωάννη προέρχονται από το συγκεκριμένο έργο, του οποίου την κεντρική διάθεση έχει το βιβλιοπωλείο «Το Περιβόλι της Παναγίας».       

    πηγή

Περί νηστείας καὶ περί θησαυρισμοῦ. (Ματθ. 6,16-24)




«Ὅταν δέ νηστεύητε, μή γίνεσθε ὥσπερ οἱ ὑποκριταί σκυθρωποί˙ ἀφανίζουσι γάρ τά πρόσωπα αὐτῶν, ὅπως φανῶσι τοῖς ἀνθρώποις νηστεύοντες. Ἀμήν λέγω ὑμῖν, ὅτι ἀπέχουσι τόν μισθόν αὐτῶν. Σύ δέ νηστεύων ἄλειψαί σου τήν κεφαλήν καί τό πρόσωπον σου νίψαι, ὅπως μή φανῇς τοῖς ἀνθρώποις νηστεύων, ἀλλά τῷ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ καί ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ, ἀποδώσει σοί ἐν τῷ φανερῷ». Ἡ νηστεία εἶναι ἡ μεγαλυτέρα ἄσκησις τῆς αὐτοκυριαρχίας μας. Οἱ Φαρισαῖοι ἔκαμον καί δί' αὐτῆς τήν ἐπίδειξιν. Ἄφινον οὗτοι ἄνιπτον τό πρόσωπον καί ἀπεριποίητον, ἐξήρχοντο μέ ἀναμαλλιάρικο κεφάλι καί γένειον ἀκτένιστον (αὐτό εἶναι ὁ ἀφανισμός), ἵνα φαίνωνται, ὅτι νηστεύουσι καί ἐλκύσωσι τήν συμπάθειαν, τόν σεβασμόν. Ὁ Κύριος συνιστᾷ νά νίπτωνται καί νά μυρώνονται οἱ μαθηταί του, ὅταν νηστεύωσι. Νίψιμον καί μύρωμα ἔκαμον οἱ σύγχρονοι τοῦ Ἰησοῦ, ὅταν ἐπρόκειτο νά ὑπάγωσιν εἰς γάμον. Τοῦτο θέλει νά δηλώσῃ τήν μεγάλην χαράν, μέ τήν ὁποίαν ἔπρεπε νά κρύπτωσι τήν ἄσκησιν τῶν οἱ μαθηταί τοῦ Κυρίου.


Θέμα: Περί νηστείας.

Τί εἶναι ἡ νηστεία; Ἐάν συγκεντρώσωμεν τάς περί αὐτῆς γνώμας τῶν πατέρων τῆς ἐκκλησίας, τῆς Ἁγίας Γραφῆς, σημερινῶν παιδαγωγῶν, ἠθικολόγων καί ἰατρῶν, θά ἴδωμεν ὅτι ἡ νηστεία εἶναι σπουδαῖος θεσμός ἔχων ὅλα τά προσόντα τοῦ ἀκμαιοτάτου ἀνθρωπίνου ὀργανισμοῦ ἤτοι σῶμα καί δόξαν. Ἄς ἴδωμεν καί ταῦτα εἰς τήν νηστείαν.

Α'.
Τό Σῶμα τῆς νηστείας. Εἰς κάθε σῶμα ἐξετάζονται κυρίως τρία πράγματα ὡρισμένη ἡλικία, ἠθική, καί ὑγεία. Ἡ ἡλικία τῆς νηστείας Ἐμφανίζεται πρῶτον εἰς τόν Ἀδάμ καί τήν Εὔαν ὡς ἐντολή τοῦ Θεοῦ 5—6 χιλιάδες χρόνια πρό Χριστοῦ. Ἐμφανίζεται εἰς τόν Μωϋσῆν 1500 χρόνια πρό Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος ἐνήστευσε 40 ἡμέρας, πρίν λάβη τόν νόμον ἐπί τοῦ ὄρους Σινᾶ. Ὁ Δανιήλ διά τῆς νηστείας ἐστό-μωσε τούς ἐπί ἑπτά ἡμέρας νήστεις λέοντας, ὅταν ἐρρίφθη εἰς τόν λάκκον τῶν λεόντων καί δέν ἐθίγη ὑπ' αὐτῶν. Οἱ τρεῖς παῖδες ἐν καμίνῳ διά τῆς νηστείας ἐφάνησαν ὡραῖοι εἰς τά ὄμματα τοῦ Ναβουχοδονόσορος καί δέν ἐθίγησαν ὑπό τῆς πυρᾶς τῆς καμίνου.

Ὁ Πρόδρομος ἦτο ἀσκητής, ὁ Κύριος ἐνήστευσε 40 ἡμέρας καί ῥητῶς συνέστησε τήν νηστείαν λέγων˙ «τό γένος τοῦτο» τῶν δαιμόνων «οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μή ἐν προσευχῇ καί νηστείᾳ». Ἀλλά καί εἰς τήν περικοπήν ταύτην συνιστᾷ καί πάλιν τήν νηστείαν. Ὁ πρῶτος μετά τόν ἕνα, ὁ ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν Παῦλος ὁμολογεῖ, ὅτι ἦτο «ἐν νηστείαις πολλάκις». Ἔπειτα ἔρχεται ἡ σειρά τῶν ἀσκητῶν, ἐρημιτῶν, μοναχῶν, οἱ Βασίλειοι, οἱ Γρηγόριοι, οἱ Χρυσόστομοι, οἱ ὁποῖοι ἐτήρησαν τήν νηστείαν. Γενικῶς δέ μέχρι τῆς ἐκρήξεως τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ πολέμου 1914, ἡ νηστεία ἦτο παρ' ἡμῖν θεσμός ἀξιοσέβαστος. Μετά ταῦτα ἐχαλαρώθη ὁ θεσμός οὗτος λόγῳ ἴσως τῆς ἐπιμιξίας τῶν Ἐθνῶν. Ἑπομένως ἡ ἡλικία τῆς νηστείας ἀνέρχεται εἰς 5—6 χιλιάδας χρόνια π. Χ. καί 1900 περίπου μ. Χ. ἤτοι 7—8 χιλιάδες χρόνια ! Ἡ ἡλικία αὕτη εἶναι σοβαρά καί οὐχί εὐκαταφρόνητος προκειμένου νά ἐπιβληθῇ εἰς τάς συνειδήσεις μας.

Ἡ ἠθική βάσις τῆς νηστείας. Ἡ νηστεία εἶναι ἡ γυμναστική τῆς ψυχῆς, ὅπως λέγουσι σπουδαῖοι παιδαγωγοί καί ἠθικολόγοι ῥητῶς. Ἡ νηστεία ἀποτελεῖ τήν ἀδαμαντίνην βάσιν τῆς ἀσκήσεως τῆς βουλήσεως.(1) Καί πράγματι.Ἡ ἐντολή «μή φάγῃς» καί τό περιεχόμενον τῆς ἐντολῆς ταύτης «μή φάγῃς κρέας κλπ.», πράγματα τά ὁποῖα κολακεύουν τήν γεῦσιν καί τόν οὐρανίσκον, θίγουσι τόν ψυχικόν ἐγωϊσμόν, καί τόν σωματικόν ἡδονισμόν. Ἡ ἐκτέλεσις τῆς ἐντολῆς ταύτης ταπεινώνει τήν ψυχήν καί ἀσκεῖ τήν βούλησιν εἰς τήν κυριαρχίαν ἐπί τοῦ ἑαυτοῦ μας. Ὅτι ἡ διπλῆ αὕτη μορφή τῆς ἐντολῆς ταύτης εἶναι σπουδαία ἄσκησις τῆς βουλήσεώς μας, φαίνεται ἐκ τοῦ ὅτι φαγητά πασχαλινά τρωγόμενα εἰς ἡμέρας νηστείας ὑπό ἀνθρώπων ἐχόντων ἀκόμη συνείδησιν τῆς ἀπαγορευτικῆς ἐντολῆς εἶναι νοστιμώτερα παρά ἐάν κατελύοντο ἄλλας ἡμέρας. Τοῦτο προέρχεται ἐκ τοῦ ὅτι ἡ κατάλυσις τῆς νηστείας εἶναι κατάλυσις ἀπηγορευμένου καρποῦ.

Ἡ ὑγεία. Ἡ νηστεία εἶναι ὑγεία. Πόσον ὑγιεινή εἶναι ἡ πραγματική νηστεία, φαίνεται καί ἐκ τῶν σημερινῶν ἀκόμη ἰατρῶν, οἱ ὁποῖοι ἄνευ θρησκευτικῶν προϋποθέσεων συνιστοῦν τήν νηστείαν εἰς διαφόρους παθήσεις σωματικᾶς, εἰς δέ τούς ὑγιεῖς τήν φρουτοφαγίαν, ἄλλοι δέ καί θεραπείας διαφόρων σωματικῶν νόσων ὑποδεικνύουν διά κερασοθεραπείας, σταφυλοθεραπείας, χυλοθεραπείας κλπ. Ἡ σύστασις τῶν βιταμινῶν διά τήν ἀποτοξίνωσιν τοῦ ὀργανισμοῦ καί ἡ παντελής ἀσιτία εἰς παχύσαρκους εἶναι σύστασις ὄχι θεολόγων, ἀλλ' ἰατρῶν.

Ἑπομένως ἡ νηστεία εἶναι ἡλικίας ἀξιοσεβάστου, ἠθικῆς βαρύτητος πρώτου μεγέθους καί αἴτιον ὑγείας διά τόν ὀργανισμόν τοῦ ἀνθρώπου.

Ἡ νηστεία εἶναι φάρμακον. Ὁ Χρυσόστομος ὅμως παρατηρεῖ, ὅτι ὁσονδήποτε σπουδαῖον φάρμακον καί ἄν εἶναι δέν εἶναι ἡ αὐτή δι' ὅλους, ἐξαρτᾶται ἐκ τῆς ὑγιεινῆς καταστάσεως τοῦ ἀνθρώπου. Διά τοῦτο πρέπει νά προσέχωμεν κατά τόν ἵδιον πατέρα, τόν χρόνον, τόν τρόπον, τό ποσόν. Ἰδού τό σῶμα τῆς νηστείας. Ἀλλά ἀνωτέρα τοῦ σώματος τῆς νηστείας εἶναι ἡ δόξα ταύτης.


Β'.

Ἡ δόξα τῆς νηστείας.

Αὕτη εἶναι οἱ πατέρες, οἱ ὁποῖοι τήν ἔζησαν, ἡ νηστεία τῶν παθῶν, ἡ ὁποία τήν στεφανώνει καί αἱ δύο πτέρυγες αὐτῆς προσευχή καί ἐλεημοσύνη. Καί ἡ νηστεία ἔχει μέλη ὡραιότατα ἔχει Μωϋσήν, τρεῖς παῖδας ἐν καμίνῳ, προφήτην Ἠλίαν, Πρόδρομον, Ἀποστ. Παῦλον, Χρυσόστομον, Βασίλειον, Γρηγόριον, ἀσκητάς, Μέγαν Ἀντώνιον, ἐρημίτας, ἀλλά καί πρό πάντων τιμιώτατον μέλος τόν Χριστόν ὡς κεφαλήν της. Ὑπάρχουν τιμιώτερα μέλη, ὡραιότερα, θειότερα, καί ἁγνότερα ἀπό τούς πατέρας τούτους καί ἰδίως τόν Χριστόν; Ἀσφαλῶς ὄχι.

Ἀλλά ἐάν τά μέλη τῆς νηστείας εἶναι τόσον ὡραῖα, ὁ στέφανός της εἶναι ἐξ ἴσου ὡραῖος. Καί ποῖος εἶναι οὗτος; Ὁ Χρυσόστομος λέγει: «Δέν πρέπει νά νηστεύῃ μόνον τό σῶμα μας, ἡ κοιλία μας, τό στόμα μας ἐκ τῶν ὑλικῶν φαγητῶν, ἀλλά καί αἱ ἄλλαι αἰσθήσεις μας ἐκ τῶν κακιῶν». Καί συγκεκριμένως ὁ αὐτός πατήρ συνεχίζει: «νηστεύεις οἶνον καί ὅμως θυμώνεις. Νηστεύεις κρέατα ἰχθύων καί ἄλλων χερσαίων ζώων καί ὅμως ἐμπηγνύεις τήν γλῶσσαν σου εἰς τήν ὑπόληψιν τοῦ ἀδελφοῦ σου. Νηστεύεις τό γάλα καί ὅμως τήν μητέρα σου, ἡ ὁποία σέ ἔθρεψε μέ τό γάλα της, ἐντρέπεσαι νά τήν εἴπῃς μητέρα, τήν ὑβρίζεις, τήν κακοποιεῖς. Νηστεύεις τό ἔλαιον καί ὅμως τόσον στενοχωρεῖς τούς ὑφισταμένους σου καί πιέζεις αὐτούς, ὥστε στραγγίζεις ἀπ' αὐτούς ὄχι μόνον τό ἔλαιον των, ἀλλά καί τό αἷμα των».

Νηστεύεις τό βούτυρον, τό ὁποῖον εἶναι ὁ ἀφρός τοῦ γάλακτος καί τό ὁποῖον γάλα εἶναι ἀφρός τῆς σαρκός τοῦ ζῴου, δέν νηστεύεις ὅμως τόν πονηρόν ὀφθαλμόν, ὁ ὁποῖος διά τῆς ὀφθαλμομοιχείας πίνει τόν ἀφρόν τοῦ γάλακτος τῆς σαρκικῆς ἁμαρτίας. Δέν θέλεις νά ἀκούσῃς περί καταλύσεως φαγητῶν, ὅταν νηστεύῃς, καί ὅμως ἡ ἀκοή σου εἶναι πρόθυμος νά ἀκούσῃ διαβολάς καί συκοφαντίας τοῦ ἀδελφοῦ σου. Πρέπει ἑπομένως νά νηστεύωσιν ὀφθαλμοί, ἀκοή, χεῖρες καί πόδες. Τά στολίσματα λοιπόν τοῦ στεφάνου τῆς νηστείας εἶναι ἡ καθαρότης τῶν ὀφθαλμῶν, ἡ ἁγνότης ἀκοῆς, ἡ ἀποχή ἀδικιῶν διά τῶν χειρῶν γενομένων, ἡ ἀπομάκρυνσις τῶν ποδῶν μας ἀπό οἴκους ἀνοχῆς, ἡ κατάπαυσις τῆς γλώσσης μας ἀπό κατάκρισιν καί διαβολήν. Ἰδού καί ὁ στέφανος τῆς νηστείας, αἱ ποικίλαι ἀρεταί. Αὗται εἶναι τόσον σπουδαῖαι, ὥστε εἶναι δυνατόν νά ὑπάρχωσιν, ὅταν διά λόγους ὑγείας δέν δύναται νά ἐφαρμοσθῇ ἡ τῶν ὑλικῶν φαγητῶν νηστεία.

Πλησίον ὅμως τῆς ὡραιότητος τῶν μελῶν τῆς νηστείας τῶν ὡραιοτάτων κοσμημάτων τοῦ στεφάνου της, τῶν διαφόρων ἀρετῶν, ὑπάρχουν πρός δόξαν τῆς νηστείας καί αἱ δύο πτέρυγες ταύτης, αἱ ὁποῖαι εἶναι ἡ προσευχή καί ἡ ἐλεημοσύνη. Καί πράγματι. Ἡ νηστεία χωρίς τήν προσευχήν, ὁμοιάζει πρός δένδρον χωρίς χυμόν, ἑπομένως εἶναι κούτσουρο! Ἡ νηστεία ἔχει τόν σκοπόν νά μᾶς ἀναβιβάσῃ διά τῆς προσευχῆς εἰς τόν Θεόν κάμνουσα τό σῶμα μᾶς ἐλαφρότερον, ἵνα πετάξῃ διά τῆς νηστείας πρός τόν Δημιουργόν μας. Ἑπομένως ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος νηστεύει, ἀλλά δέν προσεύχεται, οὐδόλως αἰσθάνεται τήν ὠφέ-λείαν ἐκ τῆς νηστείας!

Ἀλλ' ἐάν ἡ νηστεία εἶναι βοηθητικόν μέσον τῆς προσευχῆς, ἐξ ἴσου βοηθητικόν τῆς προσευχῆς καί σκόπιμον της νηστείας μέσον εἶναι ἡ ἐλεημοσύνη. Ὁ ἄνθρωπος νηστεύει ὄχι μόνον διά νά πετάξη μέ τήν προσευχήν, ἀλλά καί νά εὕρῃ ἐκ τῆς νηστείας του περίσσευμά τι διά νά βοηθήσῃ τούς πτωχούς. Ἐκεῖνος λοιπόν ὁ ὁποῖος νηστεύει, ἀλλά δέν ἐλεεῖ, ἁμαρτάνει, διότι ἀποφεύγει ἕνα ἐκ τῶν κυρίων σκοπῶν τῆς νηστείας, τήν ἐλεημοσύνην. Ὁ Χρυσόστομος τονίζει ἐπ' αὐτοῦ ἐπιγραμματικῶς τά ἑξῆς. «Αἱ 5 μωραί παρθένοι ἄν καί παρθένοι ἐτιμωρήθησαν, διότι δέν εἶχον ἐλεημοσύνην. Πόσῳ μᾶλλον εἶναι ἔνοχοι τιμωρίας ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι ἐφαρμόζουν μικροτέραν ἀρετήν τῆς παρθενίας τήν νηστείαν, ἀποφεύγουσιν ὅμως τήν ἐλεημοσύνην ;» Ἡ ἐλεημοσύνη καί ἡ προσευχή, κατά τόν Ἱερόν Χρυσόστομον, εἶναι αἱ δύο πτέρυγες, διά τῶν ὁποίων θά πετάξωμεν μέ τό ἐλαφρόν ἐκ τῆς νηστείας γενόμενον σῶμα μας ὡς πτηνά εἰς τόν οὐρανόν. Καί μέ ὀλίγα λόγια διά τῆς προσευχῆς ἀφιερώνομεν τήν ψυχήν μας εἰς τόν Θεόν, διά τῆς νηστείας τό σῶμα μας, διά τῆς ἐλεημοσύνης τά ὑλικά μας ἀγαθά. Ἰδού ἡ νηστεία κατά τό σῶμα καί τήν δόξαν.

Ὁ Ἱπποκράτης ὁ Πατήρ τῆς Ἰατρικῆς ἀπέθανεν εἰς ἡλικίαν 100 ἐτῶν. Ἐρωτηθείς δέ εἰς τί ὀφείλει τήν μακροζωΐαν του, ἀπήντησεν: Οὐδέποτε ἐσηκώθηκα ἀπό τό τραπέζι μου χορτάτος. Ἀλλά καί σήμερον ὑπάρχουσι Μοναστήρια εἰς ὅλον τόν κόσμον ὀνομαζόμενα Μοναστήρια τῶν Τραπιστῶν. Οἱ Μοναχοί τούτων ἔχουσιν ἀπόλυτον σιωπήν, τρέφονται διά τροφῶν φυτικῶν, ἀπέχουσι πασχαλινῶν φαγητῶν καί κοιμῶνται κατά γῆς ἀπό τάς 7 μέχρι τάς 2 τοῦ μεσονυκτίου. Οἱ μοναχοί οὗτοι φθάνουσιν εἰς μεγάλην ἡλικίαν, εἶναι ὑγιέστατοι καί πολλοί ἐξ αὐτῶν ἐθεραπεύθησαν ὅταν εἰσῆλθον εἰς τήν Μονήν ἐξ ἀσθενειῶν, τάς ὁποίας εἶχον πρίν εἰσέλθωσιν. Ἰδέ Spirago σελίδα 544.

Ἀς μάθωμεν λοιπόν νά νηστεύωμεν.



Περί θησαυρισμοῦ. (Ματθ. ΣΤ' 19-24)

«Μή θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυρούς ἐπί τῆς γῆς, ὅπου σής καί βρῶσις ἀφανίζει καί ὅπου κλέπται διορύσσουσι και κλέπτουσι. Θησαυρίζετε δέ ὑμῖν θησαυρούς ἐν οὐρανῷ, ὅπου οὔτε σής οὔτε βρῶσις ἀφανίζει καί ὅπου κλέπται οὐ διορύσσουσιν, οὐδέ κλέπτουσιν. Ὅπου γάρ ἐστίν ὁ θησαυρός ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καί ἡ καρδία ὑμῶν. Ὁ λύχνος τοῦ σώματος ὁ ὀφθαλμός ἐστίν˙ ἐάν οὖν ὁ ὀφθαλμός σου ἁπλοῦς ᾖ, ὅλον τό σῶμα σου φωτεινόν ἔσται˙ ἐάν δέ ὁ ὀφθαλμός σου πονηρός ᾖ, ὅλον τό σῶμα σου σκοτεινόν ἔσται. Εἰ οὖν τό φῶς τό ἐν σοί σκότος ἐστί, τό σκότος πόσον; Οὐδείς δύναται δυσί κυρίοις δουλεύειν˙ ἤ γάρ τόν ἕνα μισήσει καί τόν ἕτερον ἀγαπήσει ἤ ἑνός ἀνθέξεται καί τοῦ ἑτέρου καταφρονήσει. Οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καί μαμωνᾷ».

Ὁ ἄνθρωπος προσκολλᾶται εἰς τά ὑλικά ἀγαθά, ἄν καί ταῦτα εἶναι πρόσκαιρα, διότι εἶναι παρόντα. Ἀδιαφορεῖ διά τά ἐπουράνια ἀγαθά, ἄν καί εἶναι αἰώνια, διότι εἶναι ἀπόντα. Ἐφαρμόζει δηλαδή ὁ ἄνθρωπος τό «κάλλιο ἕνα καί στό χέρι, παρά δέκα καί καρτέρει». Ὁ Κύριος διά νά μᾶς πείσῃ νά ἀδιαφορῶμεν εἰς τά ἐπίγεια καί νά προσκολλώμεθα εἰς τά οὐράνια ἀγαθά, ἀφιερώνει τήν περικοπήν ταύτην. Ἄς ἴδωμεν τάς κακίας καί ἀρετάς ἐπιγείων καί οὐρανίων θησαυρῶν.

Α.

Ἐπίγεια ἀγαθά. Ταῦτα φθείρονται καί φθείρουν. Φθείρονται τά ἴδια καί φθείρουν τόν νοῦν τοῦ ἀνθρώπου. Πράγματι.

1ον.
Φθείρονται! Ὁ Κύριος λέγει˙ «μή θησαυρίζετε θησαυρούς ἐπί τῆς γῆς, ὅπου σής καί βρῶσις ἀφανίζει καί ὅπου κλέπται διορύσσουσι καί κλέπτουσι». Σής εἶναι ὁ σκῶρος καί πᾶν ζωΰφιον ἐξωτερικόν, τό ὁποῖον κατατρώγει ἐνδύματα, ξύλα ἐπίπλων, καρπούς κλπ. Βρῶσις δέ εἶναι ἡ σκωρία ἡ σῆψις καί πᾶν εἶδος ἐσωτερικῆς φθορᾶς εἰς τά διάφορα ἀγαθά μας. Ἐπειδή ὅμως τά διάφορα χρυσᾶ νομίσματα δέν ὑπόκεινται εἰς σκῶρον ἤ σκώριαν, ὁ Κύριος θέτει ἄλλον ἐχθρόν τούτων, τούς κλέπτας, οἵτινες διορύσσουσι καί κλέπτουσιν ἤτοι κάμνουν διάρρηξιν καί ἀφαιροῦν τά τιμαλφῆ ἀντικείμενα. Ἀλλά κλέπται τῶν τιμαλφῶν δέν εἶναι μόνον οἱ κρυφοί διαρρῆκται, ἀλλά καί οἱ φανεροί ποικίλοι λῃσταί, οἱ ὁποῖοι διά διαφόρων τεχνικῶν ὑποτιμήσεων ἤ ἀνατιμήσεων τῆς λίρας κλέπτουν ἄλλοτε μέν τήν ἀξίαν τῆς λίρας ἄλλοτε δέ τήν ἀξίαν τῶν ἐμπορευμάτων.

Τελευταῖος ὅμως ἐχθρός τῶν χρυσαφικῶν εἶναι αὐτός ὁ ἴδιος ὁ κάτοχος, ὁ ὁποῖος διά τῆς πολυχρονίου χρήσεως τῶν τιμαλφῶν καί τῆς συνηθείας αὐτῶν ἐξαφρίζει ἀρκετόν μέρος ἐκ τῆς ἀξίας τῶν, διότι δέν ἐκτιμᾷ αὐτά τόσον μετά δεκαετίαν, ὅσον ἐλαχταροῦσεν αὐτά κατά τήν ἀρχήν τῆς ἀποκτήσεως τῶν. Ἑπομένως ἐχθροί τῶν ὑλικῶν μας ἀγαθῶν, τά ὁποῖα φθείρονται εἶναι ζωΰφια ἀόρατα, χρόνος πανδαμάτωρ, ἄνθρωποι κακοί καί ἡμεῖς!

2ον).
Ἡ πλεονεξία τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν φ θ ε ί ρ ει τόν νοῦν τοῦ ἀνθρώπου. Καί ἰδού. Ὁ Κύριος βεβαιοῖ ῥητῶς˙ «ὁ λύχνος τοῦ σώματος ἐστίν ὁ ὀφθαλμός». Ὁ ὀφθαλμός εἶναι διά τό σώμα, ὅ,τι ὁ λύχνος διά τόν ὅλον ἄνθρωπον. «Ἐάν οὖν ὁ ὀφθαλμός σου ἁπλοῦς ᾖ, ὅλον τό σῶμα σου φωτεινόν ἔσται. Ἐάν δέ ὁ ὀφθαλμός σου πονηρός ᾖ, ὅλον τό σῶμα σου σκοτεινόν ἔσται». Ὅπως δηλαδή ὁ ὀφθαλμός τοῦ ἀνθρώπου εἶναι τό λυχνάρι, διά τοῦ ὁποίου βλέπει οὗτος τό σῶμα του καί τά πέριξ τοῦ σώματός του, τόν ὁρατόν κόσμον γενικῶς, κατά παρόμοιον τρόπον καί ὁ νοῦς εἶναι ὁ λύχνος τῆς ψυχῆς. Ὅταv εἶναι «ἁπλοῦς» ὑγιής ὁ ὀφθαλμός μας καί φωτίζεται ὑπό τοῦ ἡλίου, βλέπομεν ὅλον τό σῶμα μας, ἐνῷ ὅταν ὁ ὀφθαλμός μας εἶναι «πονηρός» ἤτοι βλαμμένος, γύρω μας ὑπάρχει σκότος. Κατά παρόμοιον τρόπον καί ὁ λύχνος τῆς ψυχῆς μας ὁ νοῦς, ὅταν μέν εἶναι ὑγιής φωτιζόμενος ὑπό τοῦ Οὐρανίου φωτός, μακράν τῆς προσκολλήσεως τῶν ἐπιγείων, φωτίζει τό ἐσωτερικόν τῆς ψυχῆς μας, ἐνῷ ὅταν δέν φωτίζεται ὑπό τοῦ οὐρανίου φωτός, ἔχει πάθη βλάβην, ἰδίως διά τοῦ πάθους τῆς φιλαργυρίας καί δέν βλέπει. Ἐν τοιαύτῃ περιπτώσει λέγει ὁ Κύριος˙ «εἰ τό φῶς τό ἐν σοί σκότος ἐστί» ἐάν ὁ φωτισμένος νοῦς σκοτισθῇ, «τό σκότος πόσον;» τά σκοτεινά πάθη, τά ὁποῖα ὑπάρχουν εἰς τήν ψυχήν μας ὑπό τῆς πλεονεξίας ὠθούμενα ἐπαναστατοῦν καί γίνονται σκοτεινότερα.

Ὅτι ἡ φιλαργυρία σκοτίζει τόν νοῦν τοῦ ἀνθρώπου φαίνεται ἐκ τοῦ ὅτι ὁ φιλάργυρος δέν βλέπει τί ἔχει, ἀλλά τί τοῦ λείπει. Καί ἐπειδή, ὅσα πολλά καί ἄν ἔχῃ, κάτι θά τοῦ λείπῃ, δέν αἰσθάνεται ἐκεῖνα τά ὁποῖα ἔχει, ἀλλά λαχταρᾷ τό ἐλάχιστον, τό ὁποῖον τοῦ λείπει. Διά τοῦτο βλέπετε ἀνθρώπους πλουσίους καί ἀδελφούς, οἱ ὁποῖοι φιλονικοῦν, ἔχουν θανάσιμον μῖσος δι’ ἕνα πῆχυν τόπον. Βλέπετε συνοίκους εὐπόρους, οἱ ὁποῖοι τρέχουν εἰς τά δικαστήρια διά τήν διαφοράν ἑνός νεροχύτου. Βλέπετε γείτονας εὐκαταστάτους, οἱ ὁποῖοι ἔχουσι χρόνια ὁλόκληρα νά ἀνταλλάξουν τήν «καλημέρα» τοῦ Θεοῦ διά οἰκονομικάς διαφοράς ἐλαχίστας. Ὀλίγον εἶναι αὐτό τό σκότος εἰς τόν νοῦν τοῦ φιλαργύρου; Πόσα πάθη δέν ἐπαναστατοῦν ἐντός των; Πόσαι ἐχθρότητες, μίση, ζηλοτυπίαι, χαιρεκακίαι, ἐγωϊσμοί ἐξ αἰτίας τῆς φιλαργυρίας των!

Ἡ πλεονεξία τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν φθείρει τόν ἄνθρωπον, ἀφ' οὗ πρῶτον φθαρῶσιν αὐτά. Ἀλλά ἐχθρός τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν δέν εἶναι μόνον τά ζωΰφια, ὁ χρόνος, οἱ κακοί ἄνθρωποι, ὁ ἴδιος ὁ φιλάργυρος, ἀλλά καί ὁ μεγαλύτερος φιλάργυρος, ὁ Ἰούδας ἦτο ἐχθρός τῶν χρημάτων, διότι οὗτος ἐπέταξε τά ἀργύρια, διά τά ὁποῖα ἐπρόδωσε τόν Χριστόν.

Ὁ Χριστός ἐγεννήθη καί ἀπέθανε πάμπτωχος, ἵνα δείξῃ τήν περιφρόνησίν του εἰς τά ὑλικά ἀγαθά. Ἑπομένως ἐχθροί τῆς προσκαίρου ταύτης ὕλης εἶναι ζωΰφια, χρόνος, κακοί ἄνθρωποι, ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος, ὁ φιλάργυρος Ἰούδας, ὁ Χριστός, ἑπομένως ὁλόκληρος ὁ κόσμος. Ἰδού τά χαρακτηριστικά οἱ ἐχθροί τῶν ἐπιγείων θησαυρῶν!


Β.

Οὐράνια ἀγαθά. Ἐάν τά ἐπίγεια ἀγαθά φθείρουν καί φθείρωνται, τά οὐράνια ἀγαθά εἶναι ἄφθαρτα ἐκεῖ, εὐγενικά ἀπό ἐδῶ.

Μάλιστα! 1ον. Εἶναι ἄφθαρτα, ἄνευ σκωλήκων καί ζωϋφίων τῆς γῆς˙ ἐκεῖ ὑπάρχει δόξα ἄφθαστος καί ὅπως λέγει ὁ Κύριος ῥητῶς «οὔτε σής, οὔτε βρῶσις ἀφανίζει καί ὅπου κλέπται οὐ διορύσσουσιν οὐδέ κλέπτουσιν». Ἀντί τοῦ πανδαμάτορος χρόνου ἐδῶ, ἡ αἰωνιότης ἐκεῖ, ἡ ὁποία δέν γεννᾷ τήν μόνοτονίαν, διότι αἰώνιον ἀπέναντι τοῦ Θεοῦ εἶναι τό πάντοτε καινούργιο. Ἀντί τῶν ἐδῶ πολλάκις ἀδίκων νόμων, ἐκεῖ ὑπάρχει «πόλις ἐν ᾗ δικαιοσύνη κατοικεῖ». Ἐδῶ ὁ πλοῦτος φορολογεῖται, ἐκεῖ ἀμείβεται, ὅπως λέγει ὁ Κύριος ῥητῶς «ἐπί ὀλίγα ᾖς πιστός, ἐπί πολλῶν σέ καταστήσω, εἴσελθε εἰς τήν χαράν τοῦ Κυρίου σου». Ἐδῶ ὑπάρχουν ἄστεγοι ἤ ἐνοικιοστάσιον χάριν τῶν ἀστέγων, ἐκεῖ οὔτε ἐνοικιοστάσιον, οὔτε ἄστεγοι, διότι κατά τήν διαβεβαίωσιν τοῦ Κυρίου «ἐν τῇ οἰκίᾳ τοῦ Πατρός μου πολλαί μοναί εἰσίν». Ἀντί τῆς ἐδῶ μερικῆς καί σχετικῆς γνώσεως, ἐκεῖ ὑπάρχει ἡ πλήρης γνῶσις, ἡ ὅρασις τοῦ Θεοῦ καθώς ἐστίν.

Τά ἐπουράνια ἀγαθά δέν εἶναι μόνον αἰώνια ἐκεῖ, ἀλλά καί 2) εὐγενικά ἀπό ἐδῶ. Πράγματι. Ὁ Κύριος μᾶς τό βεβαιοῖ λέγων «ὅπου γάρ ἐστίν ὁ θησαυρός ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καί ἡ καρδία ὑμῶν». Ἐνταῦθα «καρδία» σημαίνει ὁλόκληρον τόν ἄνθρωπον, ἑπομένως τόν νοῦν του, τό συναίσθημα καί τήν θέλησίν του. Κατά συνέπειαν ὁ νοῦς, ἡ καρδία καί ἡ θέλησις τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος ἔχει θησαυρούς εἰς τόν οὐρανόν, εἶναι οὐράνιοι. Καί συγκεκριμένως : Ὁ νοῦς τοῦ πιστοῦ, ὁ ὁποῖος ἔχει θησαυρούς εἰς τόν οὐρανόν, εἶναι φωτεινός ὡς ἑξῆς. Ὁ φιλάργυρος συγκεντρώνει χρήματα καί ὁ πλεονέκτης κτήματα διά τόν ἑαυτόν τῶν καί ὅμως θά τά ἀφήσουν εἰς ἄλλους ἴσως καί εἰς τους ἐχθρούς τῶν. Ὁ θησαυρίζων ἐν οὐρανῷ σκορπίζει εἰς τούς ἄλλους καί θά τά εὕρη πολλαπλάσια εἰς τόν οὐρανόν διά τόν ἑαυτόν του. Δέν εἶναι λοιπόν σοφός ὁ θησαυρίζων ἐν οὐρανῷ, διότι τελικῶς τά σκορπιζόμενα θά ἔλθουν εἰς τήν ἐξουσίαν του, ἐν ᾧ ὁ θησαυρίζων ἐπί γῆς συγκεντρώνει διά τόν ἑαυτόν του καί ὅμως τά ἀφίνει χωρίς νά θέλῃ εἰς τούς ἄλλους;

Ὁ θησαυρίζων ἐν οὐρανῷ δέν εἶναι μόνον σοφός διά τόν λόγον τοῦτον, ἀλλά καί διά τήν ἀσφάλειαν τῶν ὑλικῶν του ἀγαθῶν. Ὁ οὐρανός δηλαδή εἶναι ἡ καλυτέρα τράπεζα, ἡ ὁποία ἐν οὐδεμιᾷ περιπτώσει οὐδέποτε χρεωκοπεῖ, ἐν ἀντιθέσει πρός τάς ἐπιγείους τράπεζας, αἵτινες ὁσονδήποτε μεγάλαι καί ἄν ἦσαν, ἦλθεν ἐποχή, ὅτε ἐχρεωκόπησαν. Ὁ θησαυρίζων ἐν οὐρανῷ δέν εἶναι μόνον σοφός, ἀλλ' ἀναπτύσσει καί τοσαῦτα εὐγενῆ αἰσθήματα, ὥστε εἶναι ἀγαπητός καί ἐδῶ ὄχι μόνον ὑπό φίλων, ἀλλά καί ὑπό ἐχθρῶν του, διότι γνωρίζει νά βοηθῇ ὄχι μόνον φίλους ἀλλά καί ἐχθρούς του. Ὁ θησαυρίζων ἐν οὐρανῷ εἶναι ἀγαπητός εἰς αὐτήν τήν ζωήν ἀπό ὅλους τούς ἀνθρώπους. Ἐάν ἡ σοφία του εἶναι διά τόν ἑαυτόν του, ἡ εὐγένειά του εἶναι διά τούς ἄλλους. Ἀγαπᾶται διά ταύτην ὄχι μόνον ὑπό φίλων καί ἐχθρῶν ἀλλά καί ὑπό τῶν ἀγγέλων. Μεγάλη ἡ σοφία του, μεγάλη ἡ εὐγένειά του.

Ἡ ἐξύψωσις ὅμως τοῦ θησαυρίζοντος ἐν οὐρανῷ δέν εἶναι μόνον εἰς τόν νοῦν καί τήν καρδίαν του, ἀλλά καί εἰς τήν θέλησίν του, διότι εἶναι ὁ ἡρωϊκώτερος τῶν ἀνθρώπων. Πόσον ἡρωϊκός εἶναι οὗτος φαίνεται ἐκ τοῦ ὅτι δέν ἑλκύεται ἐκ τοῦ παρόντος καί τῶν θελγήτρων αὐτοῦ, εἰς τά ὁποῖα εὑρίσκονται τά ὑλικά ἀγαθά, οὔτε ἐμποδίζεται ἐκ τῆς ἀπουσίας τῆς μελλούσης ἀμοιβῆς. Ἔχει τήν δύναμιν ὁ θησαυρίζων ἐν οὐρανῷ νά διασκελίζῃ τό «ἕνα καί στό χέρι» καί νά φθάνῃ εἰς τά «δέκα καί καρτερεῖ» τῶν μελλόντων τοῦ οὐρανοῦ ἀγαθῶν. Ἡ διασκέλισις αὕτη ὁσονδήποτε καί ἄν ἑλκύεται ὑπό τῆς αἰωνιότητος τῶν μελλόντων ἀγαθῶν, ὁσονδήποτε καί ἄν ὠθῆται ὑπό τῆς προσκαιρότητος τῶν ἐπιγείων ἀγαθῶν, εἶναι ἡρωϊσμός, διότι ἀδιαφορεῖ διά τό «ἕνα καί στό χέρι» τό ὁποῖον εἶναι παρόν τῶν ἐπιγείων ἀγαθῶν καί βλέπει τά «δέκα καί καρτέρει» τῶν οὐρανίων θησαυρῶν, τά ὁποῖα εἶναι ἀπόντα.

Τέλος ὁ Κύριος θέτει τήν σφραγίδα λέγων˙ «οὐδείς δύναται δυσί κυρίοις δουλεύειν˙ ἤ γάρ τόν ἕνα μισήσει καί τόν ἕτερον ἀγαπήσει ἤ τοῦ ἑνός ἀνθέξεται καί τοῦ ἑτέρου καταφρονήσει. Οὔ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καί Μαμωνᾶ». «Ἀντέχομαι» σημαίνει προσκολλώμαι στερεῶς. Ἤ θά μισήσῃ λοιπόν τίς τόν πλοῦτον καί θά ἀγαπήσῃ τόν Θεόν ἤ θά κράτησῃ στερεῶς τόν πλοῦτον καί θά καταφρονήσῃ τόν Θεόν. «Μαμωνᾶς» εἶναι λέξις Συριακή καί σημαίνει τό μέρος, ὅπου κρύπτει τις τούς θησαυρούς του. Ἐδῶ δέ σημαίνεται ὁ θεός τοῦ πλούτου τῶν Σύρων. Μέ δύο λόγια ὁ χρυσός καί ὁ Χριστός εἶναι δύο κύριοι ζηλότυποι. Ἕκαστος ἐξ αὐτῶν θέλει ὁλόκληρον τόν ἑαυτόν μας. Ὁ Χριστός μᾶς δίδει περισσότερα ἀπό ὅ,τι μᾶς ὑπόσχεται. Ὁ χρυσός ἀφαιρεῖ καί ἐκεῖνα τά ὁποῖα ὑπόσχεται, διότι φθείρεται καί φθείρει. Ὁ ἱερός Χρυσόστομος παρομοιάζει τόν χρυσολάτρην μέ σκύλον δεμένον διά χρυσῶν ἁλύσεων καί γαυγίζοντα. Ὅπως ὁ σκύλος δηλαδή εἶναι δεμένος μέ τήν ἁλυσίδα ἔτσι καί ὁ πλούσιος μέ τά χρήματά του. Ὅπως ὁ σκύλος γαυγίζει διά ξένους θησαυρούς, ἔτσι καί ὁ φιλάργυρος γαυγίζει διά ὑλικά ἀγαθά, τά ὁποῖα θά ἀφήσῃ εἰς ἄλλους. Τρομερώτατον κατάντημα φιλαργυρίας εἶναι τό ἑξῆς: Κατά τόν Νοέμβριον τοῦ 1848 ἀπέθανε πλησίον τῶν Παρισίων γέρων 75 ἐτῶν, ὀνομαζόμενος Πικάρδος. Οἱ γείτονες, ἐπειδή δέν τόν εἶδον ἐπί ἡμέρας νά ἐξέλθῃ τῆς οἰκίας του, εἰδοποίησαν τήν ἀστυνομίαν. Ἀστυφύλακες ἐλθόντες ἤνοιξαν βιαίως τήν θύραν καί εἰσῆλθον εἰς τό δωμάτιον τοῦ δυστυχοῦς γέροντος, ὁ ὁποῖος ἦτο νεκρός ἐπί στρώματος ἐξ ἀχύρου ἔχων ὡς προσκεφάλαιον μίαν πέτραν. Ὅλα τά ἔπιπλά του ἦσαν ἕν ξύλινον κιβώτιον, τό ὁποῖον ἦτο πλῆρες χρημάτων, τό ὁποῖον εἶχε πλησίον του. Κατόπιν νεκροψίας ἀπεδείχθη, ὅτι ἀπέθανεν ἐκ πείνης. Αἱ ἀρχαί εἰς μάτην ἐζήτησαν νά εὕρωσι κληρονόμους. Ἦτο ἄγνωστος, διότι μετῴκησεν ἐξ ἄλλης πόλεως!

Ἄς ἀγαπήσωμεν λοιπόν τούς οὐρανίους θησαυρούς καί οὐχί τούς προσκαίρους ὑλικούς.


(1) Ἠθική Ἀνδρούτσου 
Bookmark and Share

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΕΩ Η ευλογημένη πρόκληση «Τότε καθίσει επί θρόνου δόξης αυτού, και συναχθήσεται έμπροσθεν αυτού πάντα τα έθνη» εκ της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κύπρου


 


«Τότε καθίσει επί θρόνου δόξης αυτού, και συναχθήσεται έμπροσθεν αυτού πάντα τα έθνη»





Τρίτη Κυριακή του Τριωδίου, της Απόκρεω, όπως ονομάζεται και η Εκκλησία ξεδιπλώνει το γεγονός της μέλλουσας κρίσης. Η ευαγγελική περικοπή της ημέρας προσφέρει τα απαραίτητα ερεθίσματα για να συνειδητοποιήσει ο άνθρωπος ότι κανένας εφησυχασμός δεν χωρεί στη ζωή του, αλλά αντίθετα επιβάλλεται εγρήγορση και αγώνας. Αποκαλύπτει, εξάλλου, ότι  στην προσφορά της αγάπης του Χριστού καθορίζεται η ποιότητα της ζωής και η κατάσταση που μπορεί να βιώνει ο άνθρωπος, είτε ως παράδεισο είτε ως κόλαση, ανάλογα με τη στάση που διαμορφώνει και ακολουθεί.
Με την αποφυγή από την κρεοφαγία, η Κυριακή της Απόκρεω μάς παρακινεί ταυτόχρονα να εγκαταλείψουμε τα ψυχοκτόνα πάθη που εμφωλεύουν μέσα μας για να εισέλθουμε στο χώρο της αγάπης του Χριστού, μέσα στο γόνιμο έδαφος του οποίου καρποφορεί η αληθινή ελευθερία που τόσο εναγωνίως ψάχνει στη ζωή του ο άνθρωπος.
Η αγάπη ως δικαιοσύνη
Στο Σύμβολο της Πίστεως εμφανίζεται ο Χριστός ως ο δίκαιος κριτής: «Και πάλιν ερχόμενον μετά δόξης κρίναι ζώντας και νεκρούς…». Θα πρέπει όμως να γνωρίζουμε ότι ο Κύριος δεν περιορίζεται στην απόδοση της γνωστής εκείνης δικαιοσύνης, όπως την εννοούν οι άνθρωποι και η οποία σε αρκετές περιπτώσει εμφανίζει συμπτώματα χρεοκοπίας και ελλειμμάτων. Η δικαιοσύνη του Χριστού, αντίθετα, θεμελιώνεται στην φανέρωση της αγάπης Του. Αυτή ενώνει τους ανθρώπους με τον Θεό και μεταξύ τους. Έτσι, η άρνηση του ανθρώπου να αποδεχθεί την προσφερόμενη σ’ αυτόν αγάπη του Θεού και κατ’ επέκταση να κινηθεί αγαπητικά και προς τον συνάνθρωπό του, συνιστά την αυτοκατάκριση και την αυτοτιμωρία του. «Αύτη δε εστιν η κρίσις, ότι το φως ελήλυθεν και ηγάπησαν οι άνθρωποι μάλλον το σκότος ή το φως». Όταν λοιπόν ο άνθρωπος δεν πλησιάζει αυτό το φως ως το αγαθό που εκπέμπει η θεϊκή αγάπη, τότε βυθίζεται στα σκοτάδια της αμαρτίας, τα οποία στην καθημερινή ζωή ερμηνεύονται σε πάθη, εγωισμούς, αδικίες, κακίες κ.α. Επιλέγει ο ίδιος ουσιαστικά να εγκαταλείπει άσπλαχνα τον εαυτό του στο σκοτάδι της κόλασης.
Το κριτήριο της αγάπης
Η αγάπη του Χριστού που προσφέρεται απεριόριστα στον άνθρωπο, φανερώνει το μεγαλείο του και ειδικότερα το εστιάζει στην κατ’ εικόνα Θεού δημιουργία του. Αποκαλύπτει τη συγγένειά μας με το Πρόσωπό Του. Γι’ αυτό άλλωστε στην περικοπή της ημέρας ταυτίζει τον Εαυτό Του «ενί των αδελφών Του των ελαχίστων».



Όταν ο Χριστός λοιπόν επιβραβεύει αυτούς που του έδωσαν να φάει, να πιει, να ενδυθεί, δεν περιορίζεται σε κάποια απλά ανθρωπιστικά στοιχεία που ασφυκτιούν σε μια στείρα ηθικολογία και συναισθηματολογία, αλλά φανερώνει την υπέρτατη αλήθεια της σωτηρίας μας που είναι ο παράδεισος. Δίνει τη διάσταση του μεγαλείου μιας αλληλοπεριχώρησης και κοινωνίας προσώπων που σφυρηλατεί το μυστήριο της ζωής του Θεού στους ανθρώπους.
 
Η άλλη όψη αποκαλύπτεται στο πρόσωπο εκείνων που αρνούνται την αγάπη του Θεού. «Επείνασα γαρ, και ουκ εδώκατέ μοι φαγείν…». Κατ’ αναλογία, η άρνηση εδώ της αγάπης δεν συνιστά μια απλή απόρριψη, αλλά οντολογική απομάκρυνση από την ίδια τη ζωή που είναι ο Χριστός. Έτσι, η άρνηση της αγάπης του Θεού μεταβάλλει τη διακονία, την προσφορά και την θυσία σε φιλαυτία, εγωισμό, αυτάρκεια, ατομικισμό κ.α. Πρόκειται τελικά και στην μια και στην άλλη περίπτωση για επιλογή του ιδίου του ανθρώπου αν θα εισέλθει στην τροχιά της ζωής ή του θανάτου, του παραδείσου ή της κόλασης και όχι βέβαια για καταδίκη του από τον Θεό.
Αγαπητοί αδελφοί, η σημερινή περικοπή δεν ενσπείρει φόβο και πανικό στον άνθρωπο, αλλά συνιστά την πιο ισχυρή πρόσκληση γι’ αυτόν ν’ αφήσει ελεύθερη την καρδιά του για να εισέλθει η Χάρη του Θεού, ως καρπός της αυθεντικής αγάπης, για να πλημμυρίσει όλη την ύπαρξή του. Τότε θα είναι σε θέση να βλέπει στο πρόσωπο του κάθε συνανθρώπου του τον ίδιο τον Χριστό και να έχει «καλήν απολογίαν επί του φοβερού βήματός Του».
Χριστάκης Ευσταθίου, Θεολόγος

Ὁμιλία τῆς Κυριακῆς τῆς Τυροφάγου (Ματθ.6,14-21) + Μητροπολίτης Νικοπόλεως καί Πρεβέζης Μελέτιος


 
Διασκευασμένη ὁμιλία πού ἔγινε στήν Νικόπολη στίς 24/2/1996
 

***
 
Ἀξιολογεῖς σωστά;

Στό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα μᾶς εἶπε ὁ Κύριος ὅτι «ὅπου εἶναι ὁ θησαυρός σας, ἐκεῖ εἶναι καί ἡ καρδιά σας».

Γι’ αὐτό προσέχετε νά κάνετε θησαυρό σας, ἐκεῖνο πού ἀξίζει· καί ὄχι πράγματα τά ὁποῖα θά ἀποδειχθοῦν τελικά ὅτι δέν ἄξιζαν τόσο πολύ, ὅσο τά ἐκτιμούσατε. Γιατί μιά μέρα, τότε πού θά φύγομε ἀπό τόν κόσμο αὐτό καί θά μεταβοῦμε στήν αἰώνια ζωή, θά καταλάβομε ὅτι μερικά πράγματα, πού τά ἐκτιμούσαμε ἐδῶ στή γῆ πολύ, δέν εἶχαν τόση ἀξία, ὅση τούς ἀποδίδαμε.

Καί ἄν τά εἴχαμε κάνει θησαυρό μας καί εἴχαμε ἀφήσει τήν καρδιά μας, νά κολλήσει σ’ αὐτά, νά εἶναι ἡ μόνη μας σκέψη καί ἀπασχόλησή μας, θά βρεθοῦμε χωρισμένοι ἀπό τόν Θεό. Μακρυά ἀπό τήν αἰώνια καί μακάρια ζωή κοντά στόν Θεό. Ἔξω ἀπό τήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.

Γι’ αὐτό εἶπε ὁ Κύριος:

«Θησαυρίζετε, ὄχι θησαυρούς ἐπί τῆς γῆς, πολύτιμα πράγματα πού φαίνονται ὄμορφα στήν ἐπίγεια ζωή μόνο, ἀλλά φροντίζετε νά θησαυρίζετε θησαυρούς πού εἶναι εἶναι ἄφθαρτοι, αἰώνιοι καί κανένας δέν μπορεῖ νά τούς κλέψει.

Πού ποτέ δέν θά φύγουν ἀπό τά χέρια σας.

Μήν ἀφήνετε τήν καρδιά σας νά κάνει θησαυρό τό ροῦχο, τό αὐτοκίνητο, τό χωράφι, τά χρήματα...»

Καλά αὐτά καί χρειάζονται γιά τή ζωή, γιά νά ἔχομε κάποια ἄνεση. Ἀλλά μή τά κάνομε θησαυρούς. Νά τά ἔχομε γιά νά ἐξυπηρετούμεθα. Τήν καρδιά μας, νά τήν ἔχομε ἐκεῖ πού εἶναι ὁ ἀληθινός θησαυρός. Στό Χριστό. Στήν Βασιλεία του τήν ἐπουράνια.


Ἄνοιξη μετά τήν βαρυχειμωνιά

Γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τόν λόγο, ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία, μέ ἀπόφαση τῶν ἁγίων καί πανευφήμων ἀπόστόλων, μέσα στούς ἀποστολικούς κανόνες, ἔχει θεσπίσει αὐτή τήν περίοδο πού λέγεται Μεγάλη Σαρακοστή καί μᾶς τονίζει:

«Προσέξτε τίς τοποθετήσεις σας. Εἶναι φυσικό, στήν πορεία τῆς ζωῆς σας, νά κάνετε λάθη. Ἀλλά τά λάθη πρέπει νά τά διορθώνετε. Εἶναι φυσικό σάν ἄνθρωποι νά παρασύρεστε σέ λάθη καί ἁμαρτίες. Μά ἔρχεται καιρός, ἡ Μεγάλη Σαρακοστή, ἡ πνευματική ἄνοιξη μετά τήν βαρυχειμωνιά, γιά νά φέρει στούς πιστούς ὀμορφιά, δύναμη, καρποφορία ἐσωτερική».

Ἔρχεται λοιπόν ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή, νά μᾶς βοηθήσει νά διορθωθοῦμε καί νά θεραπευθοῦμε. Καί νά φθάσομε στήν ἁγία Ἀνάσταση, ὄχι νεκροί, ἀλλά ἀναστημένοι.

Νά λέμε «Χριστός ἀνέστη ἐκ νεκρῶν», ἀλλά «καί τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωήν χαρισάμενος».

«Ἐν τοῖς μνήμασι», εὑρίσκονται κατά κυριολεξία ἐκεῖνοι πού ἔχουν πεθάνει. Ἀλλά ὑπάρχουν καί κάποια ἄλλα μνήματα, πνευματικά, μέσα στά ὁποῖα κατοικοῦν ἐκεῖνοι πού ἀφήνουν νά νεκρώνεται ἡ ψυχή τους ἀπό τά πάθη, τίς κακίες, τίς ἁμαρτίες. Πρόκειται γι’ αὐτούς πού ἔχουν ὄνομα ὅτι ζοῦν, μά νοητά, πνευματικά, εἶναι νεκροί.

Πρέπει νά φροντίσομε, νά μᾶς ἀναστήσει ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός καί ἀπό τήν μιά νέκρα καί ἀπό τήν ἄλλη. Ἄς «βοηθήσομε» τόν Κύριο στό ἔργο του, κάνοντας τόν ἑαυτό μας ἄξιο νά μᾶς ἀναστήσει τήν ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως (τοῦ Πάσχα) πνευματικά καί τήν ἡμέρα τῆς δευτέρας Παρουσίας του (τῆς κοινῆς ἀναστάσεως) καί σωματικά. Καί νά μᾶς παραστήσει ἐνώπιόν του, γιά νά συνεχίσομε νά ζοῦμε γιά πάντα στήν Βασιλεία του.

Ἕνας καλός τρόπος, ὅπλο καί δύναμη, πού ὁδηγεῖ στήν Ἀνάσταση τήν πνευματική, εἶναι ἡ ἐγκράτεια καί ἡ νηστεία.

Γι’ αὐτό, οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι καί οἱ πατέρες, ὅρισαν ὅτι αὐτή τήν περίοδο πρέπει νά νηστεύομε. Νά ζοῦμε μέ κυριαρχία τῆς ψυχῆς καί τοῦ πνεύματος ἐπάνω στίς δυνάμεις τοῦ κόσμου τούτου, πού τίς ἐκφράζουν οἱ ἐπιθυμίες καί τά πάθη μας.


Ἄς σεβαστοῦμε τά χρόνια της.

Γιά νά καταλάβομε πόσο μεγάλη σημασία ἔχει ἡ ἐγκράτεια καί ἡ νηστεία, ἄς θυμηθοῦμε τήν ἡλικία της.

Κάθε ἄνθρωπο τόν σεβόμαστε ἀνάλογα μέ τά χρόνια του. Ὅσο πιό μεγάλος εἶναι ἀπό μᾶς, τόσο πιό πολύ τόν σεβόμαστε. Τήν νηστεία τήν παρέδωσε ὁ Θεός στόν Παράδεισο. Εἶπε στούς πρωτόπλαστους: «Νά μή φᾶτε ἀπό ἐκεῖνο τό δένδρο. Ἅμα φᾶτε θά πεθάνετε».

Τί ἦταν αὐτό πού θά τούς ἔκανε νά πεθάνουν;

Ἡ παρακοή ἦταν. Ὄχι ἡ οὐσία τοῦ δένδρου.

Εἶναι ἀνόητο νά λέμε πῶς βλάπτει τό τυρί ἤ τό κρέας.

Ἡ παρακοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ βλάπτει.

Τότε πού λέμε: «Ἄσε τόν Θεό στήν ἄκρη. Ἐγώ τά ξέρω καλύτερα».

Ὅταν ὅμως παίρνομε τήν ἀπόφαση νά τηρήσομε τήν ἐντολή τοῦ Χριστοῦ, σημαίνει πῶς τόν ἀναγνωρίζομε Σωτήρα μας, διδάσκαλό μας καί ὁδηγό μας. Καί ὅταν βάλομε στήν καρδιά μας, αὐτά τά ἱερά αἰσθήματα καί τίς ἅγιες αὐτές σκέψεις, εἶναι φυσικό, ὅτι ἡ καρδιά μας ἁγιάζεται καί καθαρίζεται.

Σεβόμαστε ἀκόμη τήν νηστεία, γιατί βλέπομε ὅτι οἱ ἅγιοι ἄνθρωποι νήστευαν.

Ὁ Μωυσῆς 40 μέρες δέν ἔφαγε τίποτε.

Ὁ προφήτης Ἠλίας τό ἴδιο.

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος, νήστευε.

Οἱ ἅγιοι τρεῖς Παῖδες στήν Βαβυλώνα καί ὁ Δανιήλ, εἶχαν ἐντολή ἀπό τόν βασιλιά νά τρῶνε κάθε μέρα κρέας, γιά νά γίνουν ὄμορφοι καί δυνατοί γιατί τούς ἤθελε νά τούς ἐμπιστευθεῖ τίς πιό τιμητικές θέσεις. Μά αὐτοί εἶπαν:

«Ποιόν θά προτιμήσομε; Τόν ἐπίγειο βασιλιά, τόν ἐξουσιαστή, τόν κυρίαρχο; Ἤ τόν Θεό· τόν δημιουργό καί σωτήρα»;

Καί προτίμησαν οἱ ἅγιοι, νά τρῶνε ὄσπρια καί λαχανικά βάζοντας τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ πάνω ἀπό τίς ἀπειλές τοῦ τυράννου.

Γι’ αὐτό, ὅταν ὁ βασιλιάς ἔριξε τόν Δανιήλ στό λάκκο τῶν λεόντων, τά λιοντάρια στάθηκαν ἥσυχα κοντά του, ἐπειδή εἶχε τήν χάρη καί τήν προστασία τοῦ Θεοῦ.

Κάτι ἀνάλογο συνέβη, τότε πού ὁ Ναβουχοδονόσορ πέταξε τούς τρεῖς Παῖδες στήν φωτιά. Σεβάστηκαν οἱ φλόγες ἐκείνους πού νήστευαν. Δέν ἔκαψαν οὔτε τά σώματά τους, οὔτε τά ροῦχα τους. Καί ὅταν τούς κάλεσαν βγῆκαν μόνοι τους ἀπό τό καμίνι ἀβλαβεῖς. Βλέποντας ὅλα αὐτά ὁ βασιλιάς, τούς ἔδωσε μεγαλύτερα ἀξιώματα, ἀπό ὅτι θά τούς ἔδινε χωρίς τό θαῦμα.


Πνευματική ρωμαλεότητα

Ἔτσι νήστευαν οἱ ἅγιοι. Μέ τήν νηστεία καί τήν προσευχή ἁγίασαν καί ἀνέβηκαν ψηλά, γιατί πάτησαν κάτω ἀπό τά πόδια τους τίς ἁμαρτίες καί τά πάθη τους.

Σεβόμαστε ἀκόμη τήν νηστεία, ὄχι μόνο γιά τήν ἡλικία της, ἀλλά καί γιατί δίνει δύναμη καί ρωμαλεότητα στόν πνευματικό μας ἀγώνα.

Θαυμάζομε τόν ἄνθρωπο, πού ἐνῶ ἔχει δύναμη, δέν τήν χρησιμοποιεῖ γιά τό κακό ἀλλά γιά τό καλό. Τόν ἔχομε ψηλά μέσα μας. Τόν ἀγαπᾶμε μέ τήν καρδιά μας.

Ἄς ἔλθομε στά πνευματικά. Κάθε στιγμή, βλέπομε τά πάθη μας νά εἶναι γίγαντες. Συνεχῶς νά μᾶς νικοῦν. Νά μᾶς κάνουν ὅτι θέλουν.

Λές σέ κάποιον:

-Κόψε τόν θυμό. Σοῦ ἀπαντᾶ:

-Δέν μπορῶ.

-Κόψε κάποιο ἄλλο πάθος.

–Προσπαθῶ, μά δέν μπορῶ.

-Πῶς νά μπορέσεις, ἀφοῦ ἀφήνεις τήν ψυχή νήπιο, ἐνῶ τά πάθη τά ἀφήνεις νά γιγαντώνουν.

Ἄρχισε νά δυναμώνεις τήν ψυχή σου. Πῶς;

Μέ τό νά ἀρχίσεις νά λές στά πάθη σου «ὄχι». Μά γιά νά μάθομε νά λέμε «ὄχι» στά πάθη μας, πρέπει νά μᾶς διδάξουν κάποιοι «ἀρχιγυμναστές»: Οἱ ἅγιοι Πατέρες.

Αὐτοί, μᾶς εἶπαν ὅτι ὁ καλύτερος τρόπος εἶναι ἡ νηστεία.

Χωρίς νά θυσιάζεις κάτι τό σημαντικό, λές:

«Τετάρτη σήμερα δέν τρώω τυρί. Δέν τρώω κρέας. Θά φάω νηστίσιμα».

Τί γίνεται τότε;

Διαμαρτύρεται ἡ ὄρεξή μας.

Ἄν ὅμως μείνομε σταθεροί, δυναμώνει καί θεριεύει ἡ θέληση. Ἔπειτα σκέπτεσαι: «Σ’ αὐτό γιατί κατόρθωσα καί ἐπιβλήθηκα στόν ἑαυτό μου καί στή γλώσσα μου δέν μπορῶ; Καί στό θυμό δέν μπορῶ;»

Ἴσως δέν τό λές ἔτσι ἀκριβῶς, ἀλλά τό λένε τά βιβλία τῆς Ἐκκλησίας. Δηλαδή ξεκινώντας μέ τήν νηστεία, παίρνομε θάρρος νά ἀγωνιζόμαστε καί ἐναντίον τῶν ἄλλων παθῶν.

Ἄν κάποιος ὅταν νηστεύει ἀρκεῖται μόνο στό νά ἀπέχει ἀπό ὡρισμένα φαγητά, καί καμαρώνει πού τά κατάφερε νά κυριαρχήσει στίς ὀρέξεις τῆς κοιλιᾶς καί νά ἀποκτήσει γερά πνευματικά μπράτσα, δέν κάνει καλά.

Ἄν πάλι νηστεύει, γιά νά κατακρίνει τούς ἄλλους πού δέν νηστεύουν, δέν ὠφελεῖται τίποτε. Ἀντιθέτως ἡ νηστεία του καταντᾶ παληανθρωπιά.

Ξέχασε ὅτι ἡ νηστεία, εἶναι ἀπαραίτητη γιά νά νικήσεις τά ἄλλα πάθη χρησιμοποιώντας την σάν ὅπλο καί μετά νά στηρίξεις τούς ἄλλους. Νά μπορεῖς ἀπό τήν πείρα σου νά τούς πεῖς:

«Ἔτσι ἀγωνίστηκα. Κάνε το καί σύ, γιά νά νικήσεις τόν κακό ἑαυτό σου καί νά τόν ὑποτάξεις στό ἅγιο θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ξεκίνα μέ μιά μικρή προσπάθεια στήν ἀρχή. Δυνάμωσέ την λίγο ἀργότερα. Βοήθησέ την μέ τήν προσευχή. Καί μή ξεχνᾶς τήν ταπείνωση. Ὅταν βλέπεις ἄνθρωπο νά μή νηστεύει, μή τόν κατακρίνεις. Μή τόν ἐξουθενώνεις. Μή τόν λές ἀσεβή».

Ἐσύ πάλι πού βλέπεις τόν ἄλλο νά νηστεύει –λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος - μή τόν λές ἀνόητο. Μή τόν λές καθυστερημένο. Τό θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι νά κυριαρχεῖ μέσα μας ἡ ἀγάπη, ἡ καλωσύνη, ἡ ταπείνωση καί ἡ σκέψη ὅτι ὅλοι μαζί εἰ δυνατόν, νά πᾶμε στόν Παράδεισο.

Σύ λοιπόν, μήν διαφοροποιεῖς τόν ἑαυτό σου ἀπό τούς ἀδελφούς σου, ἐπειδή τούς βλέπεις μικρότερους καί ἀδυνατώτερους ἀπό ὁποιαδήποτε πλευρά. Ἀλλά νά θέλεις νά τούς βοηθήσεις νά ἀνεβοῦν καί νά ἐξισωθοῦν μέ σένα. Καί γιατί ὄχι, νά γίνουν ὅλοι καλύτεροί σου.


Πνευματική ἐργασία νηστευτοῦ

Ὁ ἅγιος καί δίκαιος Μωυσῆς εἶδε τόν Θεό. Ἔλαβε τίς δέκα ἐντολές ἀπό τά χέρια του. Καί μᾶς τίς ἔδωσε, θεοχάρακτα γράμματα, νά τίς τηροῦμε γιά τήν σωτηρία μας. Ὁ ἅγιος λοιπόν Μωυσῆς διάλεξε κάποιους ἀπό τούς καλυτέρους ἀνθρώπους νά γίνουν συνεργάτες του. Μερικοί ὅμως ἀπό αὐτούς, δέν τόν ἀγαποῦσαν καί ὅταν τούς κάλεσε, ἔφυγαν ἀπό κοντά του.

Ὁ Μωυσῆς ὅμως, προσευχόταν νά στείλει ὁ Θεός τό Ἅγιο Πνεῦμα νά τούς δυναμώσει, νά τούς φωτίσει νά τούς ἁγιάσει. Καί παρότι ἦταν μακρυά του, κατέβηκε καί σ’ αὐτούς τό Ἅγιο Πνεῦμα ὅπως καί στούς ἄλλους· γιατί ὁ ἀνεξίκακος Μωυσῆς τό ἤθελε καί προσευχόταν καί γι’ αὐτούς.

Πᾶνε κάποιοι καί τοῦ λένε:

-Μωυσῆ, αὐτοί δέν σέ ἀγαποῦν καί κατέβηκε τό Ἅγιο Πνεῦμα πάνω τους. Παρακάλεσε τόν Θεό νά τούς τό πάρει. Ἐμπόδισέ τους. Τούς ἀπαντᾶ:

-Μά ὑπάρχει καλύτερο πράγμα; Μπορῶ νά ζητήσω κάτι καλύτερο ἀπό τόν Θεό; Μακάρι νά δώσει ὁ Θεός τό Πνεῦμα του σέ ὅλο τόν κόσμο. Δέν εἶναι πόθος μου νά φαίνομαι ἐγώ καλύτερος. Σέ ὅλο τόν κόσμο νά δώσει ὁ Θεός Πνεῦμα Ἅγιο. Ὅλοι καλύτεροί μου νά γίνουν. Ἁγιώτεροι...

Αὐτό πρέπει νά ζητᾶμε καί ἐμεῖς καθημερινά στήν προσευχή μας... Νά ἀγωνιζόμαστε νά γίνομε ὅσο καλύτεροι μποροῦμε καί νά παρακαλοῦμε τόν Θεό νά ἁγιάζει τούς πάντες. Ξεκινώντας βέβαια ἀπό τούς ἀνθρώπους τοῦ σπιτιοῦ μας.


Τροφή τῆς ψυχῆς

Λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος:

«Ἀδελφοί, ἡ νηστεία, γιά τό σῶμα εἶναι στέρηση.

Γιά τήν ψυχή εἶναι τροφή καί δύναμη.

Ὅταν ἕνας νηστεύει, φυσικά, τό σῶμα ἐξασθενεῖ. Γιατί γιά νά εἶναι ρωμαλέο, θέλει καλή τροφή. Καί ὅσοι ἐργάζονται πολύ νά τρῶνε κάπως πιό δυναμωτική τροφή, γιά νά ἀντέχουν στή δουλειά τους. Τό ἴδιο κάνουν καί οἱ ἀθλητές.

Τό φαγητό, εἶναι δύναμη γιά τό σῶμα.

Ἡ νηστεία, ἐξασθενεῖ τό σῶμα. Μά ἐξασθενεῖ συγχρόνως καί τά πάθη. Γαληνεύουν τά πάθη περισσότερο.

Ἔτσι ἡ νηστεία, γιά τήν ψυχή εἶναι τροφή».

Τό εἴπαμε γιατί.

Γιατί σιγά-σιγά, καταλαβαίνει τήν δύναμή της. Σφίγγουν τά μπράτσα της, ἀποκτᾶ γροθιά, ἐναντίον τῶν παθῶν καί τοῦ διαβόλου.

Μακάριος ὁ ἄνθρωπος πού νηστεύει καί ἐγκρατεύεται.

Καί μάλιστα συνειδητά· εἰς δόξαν Χριστοῦ.

Ὑπάρχει ἱερότερο πράγμα, ἀπό τό νά νηστεύεις τήν Παρασκευή, πού σταυρώθηκε ὁ Χριστός γιά μᾶς; Μόνο πού παίρνεις τήν ἀπόφαση νά νηστεύσεις, ἔστω καί κάτι ἐλάχιστο, δίνεις γροθιά πού διαλύει τόν διάβολο καί τά πάθη σου, διότι δοξάζεις τόν Χριστό.

Νηστεύομε καί τήν Τετάρτη πού ὁ Ἰούδας πρόδωσε τόν Χριστό. Εἶναι σάν νά λέμε: «Χριστέ μου, νηστεύω αὐτό τό λίγο πού μπορῶ. Δυνάμωσέ με, νά μή σέ προδώσω. Νά εἶμαι πάντα κοντά σου».

Πόσο δέχεται αὐτή τήν προσφορά μας ὁ Χριστός!

Ἀφοῦ γι’ αὐτό σταυρώθηκε. Γιά νά μᾶς κρατήσει κοντά του. Τί καλύτερο, ἀπό τό νά τόν παρακαλοῦμε γι’ αὐτό, μέ τήν νηστεία μας καί τήν προσευχή μας;

Καί ὅταν νηστεύομε τήν μεγάλη Σαρακοστή, ἔστω καί λίγο (βέβαια τό πολύ εἶναι καλύτερο), πάντως ὅσο μπορεῖ ὁ καθένας, τί καλύτερο;

Προπαρασκευαζόμαστε ἔτσι γιά νά γιορτάσομε τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι ἡ ἀρχή τῆς ἀναστάσεώς μας τήν ἡμέρα τῆς δευτέρας Παρουσίας.

Τότε πού ὁ Χριστός θά ἀναστήσει ὅλους μέ τά σώματά μας γιά νά μᾶς δώσει τήν ἀτελεύτητη Βασιλεία του. Ἀμήν.


Κυριακή τῆς Τυρινῆς ...Ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τά παραπτώματα αὐτῶν... π. Γεώργιος Ρ. Ζουμῆς

...Ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τά παραπτώματα  αὐτῶν...
άν θέλουμε νά ἐπισκεφθοῦμε ἀρχαιολογικούς χώρους, κάποιο μουσεῖο, μία ἔκθεση χρειάζεται νά ἔχουμε εἰσιτήριο εἰσόδου. Ἐάν θέλουμε νά ταξιδέψουμε μέ ὁποιοδήποτε μεταφορικό μέσο, πρέπει πάλι νά εἴμαστε ἐφοδιασμένοι μέ τό ἀνάλογο εἰσιτήριο.
Προκειμένου νά ταξιδέψουμε, ἀπό τήν γῆ στόν οὐρανό καί νά κατακτήσουμε τούς θησαυρούς τῆς αἰωνιότητας, χρειαζόμαστε ἐπίσης εἰσιτήριο. Γι᾿ αὐτό τό εἰσιτήριο μᾶς μίλησε ὁ Ἰησοῦς Χριστός στό σημερινό Εὐαγγέλιο. Ἐάν ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τά παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καί ὁ πατήρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος τά παραπτώματα ὑμῶν.  Ἄν θέλετε νά ἔρθετε μαζί μου, ἄν θέλετε νά ταξιδέψετε στόν οὐρανό, πρέπει νά συγχωρεῖτε ὅλους τούς ἀνθρώπους  πού σᾶς ἔβλαψαν, πού σᾶς ἔκαναν κάποιο κακό. Χωρίς τήν συγχωτητικότητα δέν μποροῦμε νά κάνουμε οὔτε βῆμα.
Ἐάν συγχωροῦμε, μᾶς συγχωρεῖ ὁ Θεός. Ἄν δέν συγχωροῦμε, δέν μᾶς συγχωρεῖ ὁ Θεός. Καί μάλιστα πρέπει νά συγχωροῦμε ἀπό τῶν καρδιῶν ἡμῶν, νά συγχωροῦμε μέσα ἀπό τήν καρδιά μας.
Ἐρωτᾶ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, θέλεις νά ἀκούσει ὁ Θεός τήν προσευχή σου; Ὅταν σταθεῖς γιά προσευχή, πρῶτα νά προσευχεῖς γιά τό καλό τῶν ἐχθρῶν σου. Ἔπειτα ὅ,τι καί νά ζητήσεις, ὁ Θεός θά σοῦ τό δώσει.
Τό ἴδιο λέγει καί ὁ Κύριος. Ὅταν πᾶς στό Ἱερό, στόν Ναό γιά νά προσευχηθεῖς καί νά προσφέρεις τό δῶρο σου, τήν θυσία σου πρός τόν Θεό καί ἐκεῖ θυμηθεῖς ὅτι κάποιος ἔχει κάτι ἐναντίον σου, (πολύ περισσότερο ἐάν ἐσύ ἔχεις ἐναντίον τοῦ ἄλλου), ἄφησε τό δῶρο σου, πήγαινε νά συμφιλιωθεῖς καί κατόπιν ἔλα νά προσφέρεις τήν θυσία σου καί τήν προσευχή σου, διαφορετικά δέν τά δέχεται ὁ Θεός.
Τό ὡραιότερο δῶρο στόν Θεό εἶναι ἡ συγχωρητικότης. Ὁ Κύριος προτοῦ προσφέρει τήν θυσία Του στόν οὐράνιο Πατέρα Του, συγχώρησε τούς σταυρωτάς του, τήν ὥρα ὑψίστου τοῦ πόνου, τοῦ πιό φοβεροῦ πόνου. Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς, οὐ γάρ οἴδασι τί ποιοῦσι.Ὁ πρωτομάρτυς Στέφανος συγχώρησε ἐκείνους πού τόν λιθοβολοῦσαν. Κύριε, μή στήσεις αὐτοῖς τήν ἁμαρτίαν ταύτηνΓι᾿ αὐτό οἱ δικασταί του εἶδαν τό πρόσωπό του νά λάμπει σάν πρόσωπο ἀγγέλου. Γι᾿ αὐτό ὁ ἴδιος εἶδε δόξαν Θεοῦ. Εἶδε  τόν οὐρανό ἀνοιχτό καί τόν Υἱό τοῦ Ἀνθρώπου νά στέκεται στά δεξιά τοῦ Θεοῦ Πατρός.
Ὁ ἅγιος Χαράλαμπος εὐλογοῦσε τούς δημίους πού τόν ἔγδερναν ζωντανό σέ ἡλικία 113 ἐτῶν. Ἕνας ἄλλος μάρτυρας ἔλεγε στούς βασανιστές του. Ἔχω στήν τσέπη μου ἕνα χρυσό νόμισμαὉ στρατιώτης πού θά μοῦ κόψει τό κεφάλι,  νά πάρει τό χρυσό νόμισμα, γιατί αὐτός μέ  στέλνει στόν οὐρανό, κοντά στόν Θεό. Ὁ ἅγιος μάρτυς Καλλίνικος πρῶτα περιποιήθηκε τούς στρατιῶτες, πού πῆγαν νά τόν συλλάβουν. Καθεῖστε, τούς εἶπε, νά ξεκουρασθεῖτε ἀπό τό ταξίδι. Φᾶτε, πιέστε καί μετά μέ ὁδηγεῖτε στό μαρτύριο.
Νά λοιπόν πού πρίν ἀπό τό μαρτύριο προηγεῖται ἡ ἀγάπη καί ἡ συγχωρητικότης. Αὐτή εἶναι ἀνώτερη ἀπό τό μαρτύριο, γι᾿ αὐτό καί προηγεῖται. Μέ συντομία θά σᾶς ἀναφέρω ἕνα παράδειγμα περί τοῦ ἀντιθέτου.
Στόν καιρό τῶν διωγμῶν ἦσαν δύο φίλοι, ὁ ἕνας Ἱερεύς, Σαπρίκιος στό ὄνομα καί ὁ ἄλλος λαϊκός , πού τόν ἔλεγαν Νικηφόρο. Ὁ διάβολος, πού μπαίνει ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους  καί βάζει μίσος καί ἔχθρα, τούς ἔκανε νά μαλώσουν καί νά ψυχρανθοῦν. Μετά ἀπό λίγο καιρό ὁ Ἱερεύς συνελήφθη καί τόν ἔρριξαν στή φυλακή. Ὁ Νικηφόρος ἔτρεξε κοντά του καί ζητοῦσε συγγνώμη. Ὁ Ἱερεύς πείσμωσε καί δέν ἤθελε νά τόν συγχωρήσει. Ἔφτασε ἡ ἡμέρα τῆς θανατικῆς καταδίκης. Τήν τελευταία στιγμή ὁ Ἱερεύς ἐδειλίασε καί ἀρνήθηκε τόν Χριστό. Ἔτσι τόν ἄφησαν ἐλεύθερο καί τήν θέση του τήν πῆρε ὁ Νικηφόρος, ὁ ὁποῖος ἐμαρτύρησε ἀντί τοῦ Σαπρικίου, στίς 9 Φεβρουαρίου. Γιατί δέν ἄντεξε ὁ Ἱερεύς, ἀλλά τήν τελευταία στιγμή ἐδειλίασε, ἀρνήθηκε τόν Χριστό; Γιατί δέν εἶχε μέσα του ἀγάπη, γιατί δέν μπόρεσε νά συγχωρήσει τόν Νικηφόρο καί ἔτσι τόν ἐγκατέλειψε ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ. Γι᾿ αὐτό ὁ Κύριος λέγει, ἔλεον θέλω καί οὐ θυσίαν. Θέλω νά προσφέρετε ἀγάπη καί εὐσπλαχνία στούς ἀνθρώπους, ὄχι θυσία σ᾿ ἐμένα.
Ἄν σκεφτοῦμε λίγο λογικά, θά δοῦμε ὅτι μᾶς συμφέρει νά συγχωροῦμε τούς ἄλλους. Κι᾿ ἐμεῖς σφάλλουμε ἀπέναντι στούς ἄλλους καί ἀπέναντι στό Θεό. Ἄρα ἔχουμε ἀνάγκη τῆς συγχωρητικότητας. Εἶναι πολύ κακό, κατάντημα χριστιανοῦ εἶναι, νά τοῦ λές, πήγαινε νά συμφιλιωθεῖς μέ τόν διπλανό σου, νά μονοιάσετε καί κατόπιν ἔλα νά κοινωνήσεις καί νά εἰσπράττεις τήν ἀπάντηση, οὔτε τόν συγχωρῶ, οὔτε κοινωνάω.Εἶναι πολύ κρίμα νά στερούμεθα τήν Θεία Κοινωνία γιά ἕνα πεῖσμα, γιά μία ἁμαρτία, γιά κάτι χαζό καί ἀνόητο.
Ἀλλά καί κάτι ἀκόμη καί αὐτό σπουδαῖο. Ὅσο δέν συγχωροῦμε αἰσθανόμαστε βάρος, ἀνησυχία, κι᾿ ἐμεῖς δέν εἴμαστε καλά. Βασανιζόμαστε καί ὑποφέρουμε. Ὅταν συγχωρήσουμε, ὅταν δώσουμε τά χέρια, ὅταν ἀγαπηθοῦμε, τότε ἠρεμοῦμε, ἐλαφρώνουμε καί ἀναπαυόμαστε, γιατί τότε ὁ Θεός εἶναι μέσα στήν καρδιά μας.
Ἐπιτρέψτε μου καί πάλι ἕνα σύντομο παράδειγμα: Πρίν ἀπό ἀρκετά χρόνια  ἦρθε νά ἐξομολογηθεῖ ἕνα ἀνδρόγυνο ἀπό κάποιο χωριό. Θά ἄνοιγαν τήν Ἐκκλησία τοῦ χωριοῦ τους καί τούς εἶπε ὁ παπᾶς τοῦ χωριοῦ, καλόν εἶναι νά κοινωνήσουν στήν Θ. Λειτουργίαἀφοῦ προηγουμένως ἐξομολογηθοῦν. Μοῦ εἶπαν, ὅτι ἔχουν πρόβλημα μέ κάποιον συγγενή τους, ἀλλά δέν θέλουν νά πᾶνε νά μονοιάσουν. Ἔ, τότε δέν μπορεῖτε νά κοινωνήσετε. Ἔφυγαν ἀνυποχώρητοι, ἀλλά τήν ἄλλη μέρα ξαναγύρισαν. Πάτερ, θέλουμε νά σέ δοῦμε γιά λίγο. Τούς πῆρα στό γραφεῖο τοῦ Ναοῦ. Τί θέλετε; τούς ρώτησα. Πάτερ, πήγαμε, κάναμε ὅ,τι μᾶς εἶπες. Καί τί ἔγινε; Σᾶς ἔδιωξε, ὅπως ὑπολογίζατε; Ὄχι. Σᾶς κυνήγησε μέ τό τσεκούρι, ὅπως ἰσχυριζόσασταν; Ὄχι. Ἀλλά τί ἔγινε; Συγκινήθηκε, πάτερ, ἔκλαψε. Ἐγώ φταίω, εἶπε, κι᾿ ἐσεῖς ἤρθατε στά πόδια μου. Δόσαμε τά χέρια, ἀγκαλιαστήκαμε, φιληθήκαμε καί τώρα ὅλα μέλι-γάλα. Καί δέν μοῦ λέτε, πότε ἦταν καλύτερα, χθές ἤ σήμερα. Σήμερα, πάτερ, καί πάλι ἔκλαψαν ἐκεῖνοι. Χάρηκε ὅμως ὁ Θεός καί οἱ ἄγγελοι ἔστησαν πανηγύρι στόν οὐρανό, ὅπως λέγει ὁ Χριστός στό Εὐαγγέλιο..
Ἀγαπητοί μου,
Πολλοί ἄνθρωποι καυχῶνται γιά τήν δύναμη πού ἔχουν. Τά κράτη καυχῶνται γιά τήν δύναμη τῶν ὅπλων, πού διαθέτουν. Ἡ μεγαλύτερη δική μας δύναμη εἶναι τό νά ζητοῦμε συγγνώμη, ἀλλά καί νά συγχωροῦμε. Αὐτό εἶναι τό ἀσφαλές εἰσιτήριο γιά τόν οὐρανό. Ὅταν ὁ στοργικός πατέρας συγχώρησε καί δέχτηκε τόν ἄσωτο υἱό, ὅταν ὁ πονηρός δοῦλος δέν συγχώρησε τόν σύνδουλό του καί γι᾿ αὐτό τιμωρήθηκε, ὅταν ἐμεῖς δίνουμε ὑπόσχεση, ὅτι θά συγχωρήσουμε ὅσους μᾶς ἔφταιξαν, λέμε στόν Θεό, ἄφες ἡμῖν τά ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καί ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν, εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νά συγχωροῦμε καί νά δίνουμε εὔκολα τά χέρια.
Σήμερα τό ἀπόγευμα θά τελέσουμε τόν Ἑσπερινό τῆς συγχωρήσεως. Πρέπει νά εἴμαστε ὅλοι παρόντες. Νά δώσουμε συγχώρηση καί νά λάβουμε συγχώρηση. Μέ αὐτό τό ὅπλο νά ἀγωνισθοῦμε, νά ἀναλάβουμε τόν καλό τῆς νηστείας ἀγώνα καί νά μᾶς ἀξιώσει ὁ Θεός νά φτάσουμε αἰσίως νικηταί στό τέρμα καί νά προσκυνήσουμε τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Ἀμήν.-

Κυριακή της Τυροφάγου π. Alexander Schmemann



Φτάσαμε πιὰ στὶς τελευταῖες μέρες πρὶν ἀπὸ τὴ Μεγάλη Σαρακοστή. Ἤδη κατὰ τὴν ἑβδομάδα τῆς Ἀπόκρεω ποὺ εἶναι πρὶν ἀπὸ τὴν Κυριακή της Συγγνώμης, δύο μέρες - ἡ Τετάρτη καὶ ἡ Παρασκευὴ - ξεχωρίστηκαν νὰ ἀνήκουν στὴ Σαρακοστή. Θεία Λειτουργία δὲν τελέστηκε καὶ ἡ ὅλη τυπικὴ διάταξη στὶς ἀκολουθίες ἔχει πάρει τὰ λειτουργικὰ χαρακτηριστικά τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς. Στὸν Ἑσπερινό τῆς Τετάρτης χαιρετίζουμε τὴ Μεγάλη Σαρακοστὴ μὲ τοῦτο τὸν ὡραιότατο ὕμνο:

Ἀνέτειλε τὸ ἔαρ τῆς νηστείας, καὶ τὸ ἄνθος τῆς μετανοίας ἁγνίσωμεν οὖν ἑαυτοὺς ἀδελφοί, ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ, τῷ φωτοδότῃ ψάλλοντας, εἴπωμεν δόξα σοι, μόνε φιλάνθρωπε.

Κατόπιν, τὸ Σάββατο τῆς Τυροφάγου ἡ Ἐκκλησία μας «ποιεῖ μνείαν πάντων τῶν ἐν ἀσκήσει λαμψάντων ἁγίων ἀνδρῶν τε καὶ γυναικῶν». Οἱ ἅγιοι εἶναι τὰ πρότυπα ποὺ θ’ ἀκολουθήσουμε, οἱ ὁδηγοὶ στὴ δύσκολη τέχνη τῆς νηστείας καὶ τῆς μετάνοιας

Στὸν ἀγώνα ποὺ πρόκειται ν’ ἀρχίσουμε δὲν εἴμαστε μόνοι:
Δεῦτε ἅπαντες πιστοί, τὰς τῶν ὁσίων Πατέρων, χορείας ὑμνήσωμεν. Ἀντώνιον τὸν κορυφαῖον, τὸν φαεινὸν Εὐθύμιον, καὶ ἕκαστον καὶ πάντας ὁμοῦ καὶ τούτων ὥσπερ Παράδεισον ἄλλον τρυφῆς. τὰς πολιτείας νοητῶς διεξερχόμενοι, τερπνῶς ἀνακράξωμεν...

Ἔχουμε βοηθοὺς καὶ παραδείγματα:

Τῶν Μοναστῶν τὰ πλήθη, τοὺς καθηγητὰς νῦν τιμῶμεν. Πατέρες, ὅσιοι: δι’ ὑμῶν γὰρ τὴν τρίβον, τὴν ὄντως εὐΘεῖαν πορεύεσθαι ἔγνωμεν μακάριοι ἐστε τῷ Χριστῷ δουλεύσαντες...

Τελικὰ ἔρχεται ἡ τελευταία μέρα, ποὺ συνήθως, τὴν ὀνομάζουμε Κυριακή τῆς συγγνώμης, ἀλλὰ ἔχει καὶ ἕνα ἄλλο λειτουργικὸ ὄνομα ποὺ θὰ πρέπει νὰ θυμόμαστε: «τῆς ἀπὸ τοῦ Παραδείσου τῆς τρυφῆς ἐξορίας τοῦ Πρωτόπλαστου Ἀδάμ». Τὸ ὄνομα αὐτὸ συνοψίζει οὐσιαστικὰ τὴν πλήρη προπαρασκευὴ γιὰ τὴ Μεγάλη Σαρακοστή. Ξέρουμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος πλάστηκε γιὰ νὰ ζεῖ στὸν Παράδεισο, γιὰ τὴ γνώση τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν κοινωνία μαζί Του. Ἡ ἁμαρτία του ὅμως τὸν ἀπομάκρυνε ἀπὸ τὴν εὐλογημένη ζωὴ καὶ ἔτσι ἡ ὕπαρξή του στὴ γῆ εἶναι μιὰ ἐξορία. Ὁ Χριστός, ὁ Σωτήρας τοῦ κόσμου, ἀνοίγει τὴν πόρτα τοῦ Παραδείσου στὸν καθένα ποὺ Τὸν ἀκολουθεῖ, καὶ ἡ Ἐκκλησία μὲ τὸ νὰ μᾶς ἀποκαλύπτει τὴν ὀμορφιὰ τῆς Βασιλείας, κάνει τὴ ζωὴ μας μιὰ προσκυνηματικὴ πορεία πρὸς τὴν οὐράνια πατρικὴ γῆ.

Ἔτσι, ἀρχίζοντας τὴ Μεγάλη Σαρακοστὴ εἴμαστε σὰν τὸν Ἀδάμ:
Ἐξεβλήθη Ἀδὰμ τοῦ Παραδείσου, διὰ τῆς βρώσεως διὸ καὶ καθεζόμενος ἀπέναντι τούτου, ὠδύρετο ὀλολλύζων, ἐλεεινῇ τῇ φωνῇ καὶ ἔλεγεν οἴμοι, τί πέπονθα ὁ τάλας ἐγώ! Μίαν ἐντολὴν παρέβην τὴν τοῦ Δεσπότου, καὶ τῶν ἀγαθῶν παντοίων ἐστέρημαι. Παράδεισε ἁγιώτατε, ὁ δι’ ἐμὲ πεφυτευμένος, καὶ διὰ τὴν Εὔαν κεκλεισμένος, ἱκέτευε τῷ σὲ ποιήσαντι, κἀμὲ πλάσαντι, ὅπως τῶν σῶν ἀνθέων πλησθήσωμαι. Διὸ καὶ πρὸς αὐτὸν ὁ Σωτήρ τὸ ἐμὸν πλάσμα οὐ θέλω ἀπολέσθαι, ἀλλὰ βούλομαι τοῦτο σώζεσθαι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν ὅτι τὸν ἐρχόμενον πρὸς με, οὐ μὴ ἐκβάλω ἔξω.

Ἡ Μεγάλη Σαρακοστὴ εἶναι ἡ ἀπελευθέρωσή μας ἀπὸ τὴ σκλαβιὰ τῆς ἁμαρτίας, ἀπὸ τὴ φυλακὴ τοῦ «κόσμου τούτου». Καὶ τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα αὐτῆς τῆς Κυριακῆς (Ματθ. 6, 14-21) θέτει τοὺς ὅρους γιὰ μία τέτοια ἀπελευθέρωση. 

Πρῶτος ὅρος εἶναι ἡ νηστεία - ἡ ἄρνηση δηλαδὴ νὰ δεχτοῦμε τὶς ἐπιθυμίες καὶ τὶς ἀνάγκες τῆς «πεπτωκυίας» φύσης μας σὰν ὁμαλές, ἡ προσπάθεια νὰ ἐλευθερωθοῦμε ἀπὸ τὴ δικτατορία τῆς σάρκας καὶ τῆς ὕλης πάνω στὸ πνεῦμα. Γιὰ νὰ εἶναι ἀποτελεσματικὴ ἡ νηστεία μας δὲν πρέπει νὰ εἶναι ὑποκριτική, δηλαδὴ «πρὸς τὸ θεαθῆναι». Νὰ μὴ φαινόμαστε «τοῖς ἀνθρώποις νηστεύοντες», ἀλλὰ «τῷ Πατρὶ ἡμῶν τῷ ἐν τῷ κρύπτῳ». 

Δεύτερος ὅρος εἶναι ἡ συγγνώμη. «Ἐὰν ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ Πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος», (Ματθ. 6,14). Ὁ θρίαμβος τῆς ἁμαρτίας, τὸ κύριο σημάδι τοῦ ρόλου της πάνω στὸν κόσμο, εἶναι ἡ διαίρεση, ἡ ἀντίθεση, ὁ χωρισμός, τὸ μίσος. Ἔτσι τὸ πρῶτο σπάσιμο σ’ αὐτὸ τὸ φρούριο τῆς ἁμαρτίας εἶναι ἡ συγχωρητικότητα: «ἡ ἐπιστροφὴ στὴν ἑνότητα, στὴν σύμπνοια, στὴν ἀγάπη». Τὸ νὰ συγχωρήσω κάποιον σημαίνει νὰ βάζω ἀνάμεσα σὲ μένα καὶ στὸν «ἐχθρό» μου τὴν ἀκτινοβόλα συγχώρεση τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ. Τὸ νὰ συγχωρήσω εἶναι νὰ ἀγνοήσω τὰ ἀπελπιστικὸ ἀδιέξοδο στὶς ἀνθρώπινες σχέσεις καὶ νὰ τὰ ἀναφέρω στὸ Χριστό. Συγχώρεση πραγματικὰ εἶναι ἕνα πέρασμα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ μέσα στὸν ἁμαρτωλὸ καὶ «πεπτωκότα» κόσμο.

Οὐσιαστικὰ ἡ Μεγάλη Σαρακοστὴ ἀρχίζει μὲ τὸν Ἑσπερινὸ αὐτῆς τῆς Κυριακῆς. Αὐτὴ ἡ μοναδικὴ σὲ βάθος καὶ ὡραιότητα ἀκολουθία ἔχει δυστυχῶς ἐκλείψει ἀπὸ ἀρκετὲς ἐκκλησίες. Ὅμως παρ’ ὅλα αὐτὰ τίποτε, ἄλλο δὲν ἀποκαλύπτει καλύτερα τὸ χαρακτηριστικὸ τόνο τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καὶ πουθενὰ ἀλλοῦ δὲ διακηρύσσεται τόσο καλὰ ἡ ἔντονη πρόσκληση στὸν ἄνθρωπο. Ἡ ἀκολουθία ἀρχίζει μὲ τὸν κατανυκτικὸ ἑσπερινὸ ὅπου ὁ ἱερέας εἶναι ντυμένος μὲ λαμπερὰ ἄμφια. Τὰ κατανυκτικὰ στιχηρὰ ποὺ λέγονται ὕστερα ἀπὸ τὸν ψαλμὸ «Κύριε ἐκέκραξα πρὸς Σέ...» ἀναγγέλλουν τὸν ἐρχομὸ τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς καί, πέρα ἀπ' αὐτή, τὸν ἐρχομὸ τοῦ Πάσχα!

Τὸν τῆς Νηστείας καιρόν, φαιδρῶς ἀπαρξώμεθα, πρὸς ἀγῶνας πνευματικοὺς ἑαυτοὺς ὑποβάλλοντες, ἁγνίσωμεν τὴν ψυχήν, τὴν σάρκαν καθάρωμεν νηστεύσωμεν ὥσπερ ἐν τοῖς βρώμασιν ἐκ παντὸς πάθους, τὰς ἀρετὰς τρυφῶντες τοῦ Πνεύματος, ἐν αἶς διατελοῦντες ποθῶ, ἀξιωθείημεν πάντες, κατιδεῖν τὸ πάνσεπτον πάθος Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, καὶ τὸ ἅγιον Πάσχα, πνευματικῶς ἐναγαλλιωμένοι.

Κατόπιν γίνεται ἡ εἴσοδος τοῦ Εὐαγγελίου μὲ τὸν ἑσπερινὸ ὕμνο: «φῶς ἱλαρὸν ἁγίας δόξης...». Ὁ ἱερέας τώρα προχωρεῖ πρὸς τὴν Ὡραία Πύλη γιὰ ν’ ἀναφωνήσει τὸ ἑσπερινὸ Προκείμενο ποὺ πάντοτε ἀναγγέλλει τὸ τέλος τῆς μιᾶς καὶ τὴν ἀρχὴ τῆς ἄλλης μέρας. Τὸ Μέγα προκείμενο αὐτῆς τῆς ἡμέρας ἀναγγέλλει τὴν ἀρχὴ τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς.

Μὴ ἀποστρέψης τὸ πρόσωπό σου ἀπὸ τοῦ παιδός σου, ὅτι θλίβομαι· ταχὺ ἐπάκουσόν μου· πρόσχες τῇ ψυχῇ μου, καὶ λύτρωσαι αὐτήν.

Ἀκοῦστε τὴ θαυμάσια μελωδία τοῦ στίχου τούτου, αὐτὴ τὴν κραυγὴ ποὺ ξαφνικὰ γεμίζει τὴν ἐκκλησία «... ὅτι θλίβομαι!» - καὶ θὰ καταλάβετε τὸ σημεῖο ἀπὸ τὸ ὁποῖο ξεκινάει ἡ Μεγάλη Σαρακοστή: τὸ μυστηριῶδες μίγμα τῆς ἐλπίδας μὲ τὴν ἀπογοήτευση, τοῦ φωτὸς μὲ τὸ σκοτάδι. Ἡ ὅλη προετοιμασία ἔφτασε πιὰ στὸ τέλος. Στέκομαι μπροστὰ στὸ Θεό, μπροστὰ στὴ δόξα καὶ στὴν Ὀμορφιὰ τῆς Βασιλείας Του. Συνειδητοποιῶ ὅτι ἀνήκω σ’ αὐτή, ὅτι δὲν ἔχω ἄλλη κατοικία, οὔτε ἄλλη χαρά, οὔτε ἄλλο σκοπό. Συναισθάνομαι ἀκόμα ὅτι εἶμαι ἐξόριστος ἀπὸ αὐτὴ μέσα στὸ σκοτάδι καὶ στὴ λύπη τῆς ἁμαρτίας γι’ αὐτὸ «θλίβομαι»! Τελικὰ παραδέχομαι ὅτι μόνο ὁ Θεὸς μπορεῖ νὰ μὲ βοηθήσει σ’ αὐτὴ τὴ θλίψη, ὅτι μόνον σ’ Αὐτὸν μπορῶ νὰ πῶ «πρόσχες τῇ ψυχῇ μου». Μετάνοια πάνω ἀπ' ὅλα, εἶναι τὸ ἀπελπισμένο κάλεσμα γιὰ τὴ Θεία βοήθεια.

Πέντε φορὲς ἐπαναλαμβάνουμε αὐτὸ τὸ Προκείμενο. Καὶ τότε νά! ἡ Μεγάλη Σαρακοστὴ ἀρχίζει. Τὰ φωτεινὰ χρωματιστὰ ἄμφια καὶ καλύμματα τοῦ ναοῦ ἀλλάζουν τὰ φῶτα σβήνουν. Ὁ ἱερέας ἐκφωνεῖ τὶς αἰτήσεις, ὁ χορὸς ἀπαντάει μὲ τὰ «Κύριε ἐλέησον» τὴν κατ’ ἐξοχὴν σαρακοστιανὴ ἀπάντηση. Γιὰ πρώτη φορὰ διαβάζεται ἡ προσευχὴ τοῦ Ἁγίου Ἐφραὶμ ποὺ συνοδεύεται ἀπὸ μετάνοιες. Στὸ τέλος τῆς ἀκολουθίας ὅλοι οἱ πιστοὶ πλησιάζουν τὸν ἱερέα καὶ ὁ ἕνας τὸν ἄλλο, ζητώντας τὴν ἀμοιβαία συγχώρεση. Ἀλλὰ καθὼς γίνεται αὐτὴ ἡ ἱεροτελεστία τῆς συμφιλίωσης, καθὼς ἡ Μεγάλη Σαρακοστὴ ἐγκαινιάζεται μ’ αὐτὴ τὴν κίνηση τῆς ἀγάπης, τῆς ἑνότητας καὶ τῆς ἀδελφοσύνης, ὁ χορὸς ψάλλει πασχαλινοὺς ὕμνους. Πρόκειται τώρα πιὰ νὰ περιπλανηθοῦμε σαράντα ὁλόκληρες μέρες στὴν ἔρημο τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς. Ὅμως ἀπὸ τώρα βλέπουμε νὰ λάμπει στὸ τέλος τὸ φῶς τῆς Ἀνάστασης, τὸ φῶς τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.

Κυριακὴ τῆς Συγγνώμης Anthony Bloom



Μετὰ ἀπὸ τὶς ἑβδομάδες τῆς προετοιμασίας ποὺ προηγήθηκαν, κατὰ τὶς ὁποῖες ἐξετάσαμε τὴν ψυχή μας, τὴ ζωή μας, ὅλες τὶς σχέσεις μας ἐνώπιον τοῦ βλέμματος καὶ τῆς κρίσεως τοῦ Θεοῦ, μπαίνουμε σήμερα στὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ - στὴ χαρὰ τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ συμπίπτει μὲ τὴν ἄνοιξη - εἶναι μία ἀρχὴ ζωῆς, μία ἀρχὴ καινότητας, μία νέα ἐποχή. Εἶναι μία περίοδος κατὰ τὴν ὁποία δὲν θέλουμε πιὰ νὰ θυμόμαστε τὶς ἁμαρτίες μας, δὲν θέλουμε πιὰ νὰ φέρνουμε στὸ νοῦ μας εἰκόνες ἀπὸ παραβολὲς γιὰ τὴν πίστη καὶ τὴ μετάνοια, ἀλλὰ νὰ ἀτενίζουμε τοὺς Ἁγίους ποὺ ἄρχισαν τὴ ζωὴ τους ὅπως κι ἐμεῖς: εὔθραυστοι, ἀδύναμοι, ἀμφιταλαντευόμενοι, ἀλλὰ μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ τὴ δύναμή Του ἔγιναν αὐτὸ ποὺ ἔγιναν: ἄνδρες, γυναῖκες, παιδιὰ ποὺ ἐμεῖς τώρα μποροῦμε νὰ τιμοῦμε, μὲ τοὺς ὁποίους μποροῦμε νὰ εὐφραινόμαστε, νὰ τοὺς ἔχουμε ὡς παράδειγμα καὶ νὰ ἀπευθυνόμαστε σὲ αὐτοὺς ζητώντας τους νὰ προσεύχονται γιὰ τὴ σωτηρία μας.

Ἀπόψε, ἀρχίζουμε ἕνα ταξίδι· ἕνα ταξίδι ποὺ θὰ μᾶς ὁδηγήσει ἀπὸ τὴν ἁμαρτωλή μας κατάσταση -τὴν ἀναγνωρίσαμε, μετανοοῦμε γι' αὐτὴν-σὲ μία νέα ἐποχή, στὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ποὺ γιὰ μᾶς σηματοδοτεῖ τὴν ἔναρξη τῆς αἰώνιας ζωῆς μας. Ξεκινᾶμε τὸ ταξίδι μας ἀπόψε ὅπως ὁ λαὸς τοῦ Ἰσραὴλ ξεκίνησε ἀπὸ τὴ γῆ τῆς Αἰγύπτου πρὸς τὴ Γῆ τῆς Ἐπαγγελίας: εἴμαστε ἀκόμη εὐάλωτοι, βαρυφορτωμένοι, ὄχι ἀπόλυτα ἐλεύθεροι. Τὸ θάρρος ὅμως καὶ τὴν ἔμπνευση γιὰ νὰ φτάσουμε στὴν τελικὴ νίκη, στὴν καινότητα τῆς ζωῆς ποὺ εἶναι ἡ κλήση μας καὶ ἡ ὑπόσχεση τοῦ Θεοῦ, δὲν θὰ τὸ βροῦμε κοιτάζοντας πίσω τὸν ἑαυτό μας, ἀλλὰ ἀτενίζοντας τὸν Ζῶντα Θεό, ποὺ εἶναι ἡ Ζωὴ καὶ ἡ σωτηρία, καὶ τοὺς Ἁγίους ποὺ νίκησαν μὲ τὴ δική Του δύναμη. Θὰ πρέπει νὰ ταξιδέψουμε μαζὶ καὶ ἂς μὴν ἔχουμε ψευδαισθήσεις: θὰ εἴμαστε δύσκολοι συνοδοιπόροι ὁ ἕνας γιὰ τὸν ἄλλο, ἀλλὰ θὰ στηριζόμαστε ὁ ἕνας στὸν ἄλλον ἂν θέλουμε νὰ φθάσουμε τελικὰ στὸ σκοπό μας - κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο ποὺ oι Ἰσραηλίτες διάβηκαν τὴν ἔρημο: δὲν ἦταν πάντα ὑπάκουοι στὸ Θεό, οὔτε πάντα "ἐντάξει" μεταξύ τους, ὡστόσο, χρειάζονταν τὸν κάθε ἄλλον γιὰ νὰ φθάσουν στὸ ὑπεσχημένο τέλος.

Ἂς ξεκινήσουμε λοιπὸν τώρα· ἂς σκεφθοῦμε τί γιορτάζουμε τὴν ἑπόμενη Κυριακή: τὸν θρίαμβο τῆς Ὀρθοδοξίας. Ὄχι τὸν θρίαμβο τῶν Ὀρθοδόξων ἐπὶ ἄλλων ἀνθρώπων, ἀλλὰ τὸν θρίαμβο τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τῶν ἀνθρώπων. Τὸν θρίαμβο τῆς Ἀλήθειάς Του, τὸν θρίαμβό Του στὴ ζωή μας.

Καὶ στὴ συνέχεια, ἂς δοῦμε τὸν ἕναν ἅγιο μετὰ τὸν ἄλλον, κι ἂς ἀκούσουμε τί ἔχουν νὰ μᾶς ποῦν: Γρηγόριος Παλαμᾶς, Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, Μαρία ἡ Αἰγυπτία καὶ ὅλοι ὅσοι ἀκολούθησαν τὰ ἴχνη τοῦ Χριστοῦ. Καὶ τέλος θὰ φθάσουμε στὸ σημεῖο ποὺ θὰ πρέπει νὰ ξεχάσουμε ὅλους καὶ ὅλα, δὲν θὰ θυμόμαστε τίποτε, κανέναν, παρὰ μόνον τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό: Ποιὸς εἶναι, τί ἔχει κάνει γιά μᾶς, τί κάνει γιά μᾶς; Ἂς μάθουμε ὅλες αὐτὲς τὶς ἑβδομάδες νὰ ξεχνᾶμε τὸν ἑαυτό μας, χαρούμενοι καὶ εὐγνώμονες ποὺ μποροῦμε τώρα νὰ τὸ κάνουμε, καὶ νὰ κοιτάζουμε μόνο πρὸς τὸ Θεό. Καὶ ὅταν γιὰ ἄλλη μία φορά, ἔρθει ἡ ἑβδομάδα τοῦ Πάθους, μ' ἕνα καινούριο τρόπο, μὲ καινούρια ἀπόφαση, μὲ καινούρια παραίτηση ἀπὸ τὸν ἑαυτό μας θὰ στραφοῦμε καὶ θὰ κοιτάζουμε τὸ Θεὸ ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ νὰ σωθοῦμε· μὲ εὐγνωμοσύνη ἂς θυμόμαστε μόνον Αὐτὸν καὶ Ἐκεῖνος θὰ μᾶς θυμηθεῖ γιὰ τὴ σωτηρία μας.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...