Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιος Ιγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιος Ιγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο, Ιουνίου 27, 2020

Τι Πίστη όπου έχει τέτοια Πίστη!!!




O πιστός μαθητής του Χριστού παραδίνει την ψυχή του και την αιώνια προοπτική του στα χέρια Εκείνου, με ακλόνητη εμπιστοσύνη και αταλάντευτη ελπίδα στην αγαθότητα και τη δύναμή Του. Όταν η ψυχή χωριστεί από το σώμα με αναίδεια και θρασύτητα θα τη ζυγώσουν οι δαίμονες. Τότε εκείνη με την αυτα­πάρνησή της θα τρέψει σε φυγή τους μοχθηρούς αγγέλους του σκοτεινού κόσμου. “Πάρτε με! Πάρτε με!”, θα τους πει με ανδρεία. “Ρίξτε με στην άβυσσο του άδη, αν αυτό είναι το θέλημα του Θεού μου, αν έτσι αποφάσισε Εκείνος. Καλύτερα να στερηθώ τη γλυκύτητα του παρα­δείσου, καλύτερα να καίγομαι στις φλόγες του άδη, πα­ρά να εναντιωθώ στο θέλημα και την απόφαση του μεγάλου Θεού. Σ’ Αυτόν παραδόθηκα και παραδίνομαι! Αυτός είναι, όχι εσείς, ο Κριτής των παθών και των αμαρτιών μου! Εσείς είστε μόνο εκτελεστές των αποφάσεών Του, παρ’ όλη την άλογη αποστασία σας”. Θα φρίξουν και θα σαστίσουν οι υπηρέτες του κοσμοκράτορα διαβόλου μπροστά σε τέτοια γενναία αυταπάρνηση, μπροστά σε τέτοια ταπεινή παράδοση στο θείο θέλημα! Γιατί εκείνοι, αποστέργοντας αυτή τη μακάρια υποταγή, από άγγελοι άγιοι και αγαθοί έγιναν δαίμονες ζοφεροί και κακόβουλοι. Θα φύγουν, λοιπόν, ντροπιασμένοι, και η ψυχή ανεμπόδιστα θα κινήσει για τον Θεό, που είναι ο θησαυρός της. Έτσι Αυτόν, που τώρα Τον βλέπει με την πίστη μέσα στην πρόνοιά Του, θα Τον βλέπει τότε όπως πραγματικά είναι, και αιώνια θα αναφωνεί: “Δόξα τω Θεώ!”.

Aγίου Ιγνατίου Μπριαντσανίνωφ

Τρίτη, Μαρτίου 14, 2017

Περισπασμὸς καὶ προσοχὴ



Οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἔχουν κοσμικὸ φρόνημα θεωροῦν τὸν περισπασμὸ ἀθῶο, οἱ ἅγιοι πατέρες ὅμως λένε πὼς εἶναι ἡ ἀρχὴ ὅλων τῶν κακῶν.

Ὅποιος ἔχει παραδοθεῖ στὸν περισπασμὸ ὅλων τῶν πραγμάτων καὶ τῶν θεμάτων, ἀκόμα καὶ τῶν πιὸ σοβαρῶν, ἔχει ἀντίληψη πολὺ περιορισμένη καὶ ἐπιφανειακή.

Ὅποιος ἔχει παραδοθεῖ στὸν περισπασμό, εἶναι συνήθως ἀσταθής. Τὰ αἰσθήματα τῆς καρδιᾶς του δὲν ἔχουν βάθος καὶ δύναμη, γι’ αὐτὸ εἶναι ρευστὰ καὶ ἐφήμερα.

Ὅπως ἡ πεταλούδα πετάει ἀπὸ λουλούδι σὲ λουλούδι, ἔτσι κι αὐτὸς ποὺ ἔχει παραδοθεῖ στὸν περισπασμό, τρέχει ἀπὸ τὴ μία σωματικὴ ἀπόλαυση στὴν ἄλλη κι ἀπὸ τὴ μία μάταιη φροντίδα στὴν ἄλλη.

Ὁ περισπασμὸς δὲν γνωρίζει τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον. Ἀδιάφορα κοιτάζει τὴ δυστυχία τῶν ἀνθρώπων καὶ εὔκολα τούς φορτώνει μὲ δυσβάσταχτα φορτία.

Ὅποιος ἔχει παραδοθεῖ στὸν περισπασμό, συνταράζεται ἀπὸ τὶς θλίψεις, ἀκριβῶς ἐπειδὴ δὲν τὶς περιμένει˙ μόνο χαρὲς προσδοκᾶ. Κάθε θλίψη, ἀκόμα καὶ τὴν πιὸ βαριά, ὅταν αὐτὴ δὲν ἔχει μεγάλη διάρκεια, γρήγορα τὴν ξεχνᾶ μέσα στὸν θόρυβο τῶν διασκεδάσεων καὶ τῶν μεριμνῶν του. Ἡ παρατεταμένη θλίψη, ὅμως, τὸν τσακίζει.

Ὁ ἴδιος ὁ περισπασμὸς τιμωρεῖ τὸν πολυμέριμνο ἄνθρωπο ποὺ τοῦ παραδίνεται, καθὼς αὐτός, μὲ τὸν καιρό, ὅλα τὰ βρίσκει βαρετὰ καὶ βουλιάζει σὲ μιάν ἀτέλειωτη, μιάν ἐξουθενωτικὴ πλήξη.

Ὁ περισπασμός, τόσο ἐπιζήμιος γενικά, εἶναι πραγματικὰ ὀλέθριος γιὰ τὸ ἔργο τοῦ Θεοῦ, τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας, ποὺ ἀπαιτεῖ συνεχῆ ἐγρήγορση καὶ ἐντατικὴ προσοχή.

«Μένετε ἄγρυπνοι καὶ προσεύχεστε, γιὰ νὰ μὴ σᾶς νικήσει ὁ πειρασμός», ἔλεγε ὁ Κύριος στοὺς μαθητὲς Του. Καὶ σ’ ὅλη τὴ χριστιανοσύνη, ἑπομένως καὶ σ’ ἐμᾶς, ἔδωσε ἐντολή: «Σὲ ὅλους τὸ λέω: Ἀγρυπνεῖτε!»3. Ὅποιος ἔχει παραδοθεῖ στὸν περισπασμό, ἐναντιώνεται μὲ τὴ ζωή του στὴν ἐντολὴ αὐτὴ τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Ὅλοι οἱ ἅγιοι μὲ ἐπιμέλεια ἀπέφευγαν τὸν περισπασμό. Ἀγωνίζονταν νὰ εἶναι συγκεντρωμένοι στὸν ἑαυτό τους καὶ νὰ προσέχουν τὶς κινήσεις τοῦ νοῦ καὶ τῆς καρδιᾶς τους, κατευθύνοντάς τες σύμφωνα μὲ τὶς εὐαγγελικὲς ἐντολές.

Ἂν συνηθίσουμε νὰ προσέχουμε τὸν ἑαυτό μας, θὰ ἀποφεύγουμε τὸν περισπασμὸ ἀκόμα καὶ ὅταν μᾶς κυκλώνουν ἀπὸ παντοῦ οἱ αἰτίες του. Ὁ προσεκτικός, ὁ αὐτοσυγκεντρωμένος ἄνθρωπος, καὶ σὲ πολυκοσμία μέσα νὰ βρίσκεται, παραμένει ἐσωτερικὰ ἀπομονωμένος.

Γνωρίζοντας ἐμπειρικὰ τὴν ὠφέλεια τῆς προσοχῆς καὶ τὴ βλάβη τοῦ περισπασμοῦ, ἕνας σοφὸς γέροντας εἶπε: «Χωρὶς προσοχὴ μεγάλη, δὲν προοδεύει ὁ ἄνθρωπος οὔτε σὲ μία ἀρετὴ».

Πόσο ἀνόητο εἶναι νὰ σπαταλᾶμε τὴ σύντομη ἐπίγεια ζωή, ποὺ μᾶς δόθηκε ὡς χρόνος προετοιμασίας γιὰ τὴν ἀτελεύτητη ἐπουράνια, σὲ ἐγκόσμιες μόνο ἀσχολίες, ἱκανοποιώντας ἀναρίθμητες ἰδιοτροπίες καὶ εὐτελεῖς ἐπιθυμίες, μεταπηδώντας ἐπιπόλαια ἀπὸ τὴ μία αἰσθησιακὴ ἱκανοποίηση στὴν ἄλλη, ξεχνώντας ἐντελῶς ἤ βάζοντας σπάνια καὶ ἐπιπόλαια στὸν νοῦ μας τὴν ἀναπόφευκτη, τὴ μεγαλειώδη καὶ συνάμα τρομερὴ αἰωνιότητα!

Εἶναι φανερὸ ὅτι τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ πρέπει νὰ τὰ μελετᾶμε καὶ νὰ τὰ γνωρίζουμε μὲ τὴν πιὸ μεγάλη εὐλάβεια καὶ προσοχή, ἀλλιῶς τόσο ἡ μελέτη ὅσο καὶ ἡ γνώση τους εἶναι ἀδύνατες. Θαυμαστὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ δημιουργία καί, μετὰ τὴν προπατορικὴ πτώση, ἡ λύτρωση καὶ ἀνακαίνιση τοῦ ἀνθρώπου. Τὰ ἔργα αὐτὰ πρέπει λεπτομερειακὰ νὰ τὰ γνωρίσει κάθε χριστιανός. Δὲν θὰ κατορθώσει, ὅμως, ποτὲ νὰ τὰ γνωρίσει, ἂν ζεῖ μέσα στὸν περισπασμό!

Οἱ ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ δόθηκαν ὄχι μόνο γιὰ τὴν ἐξωτερικὴ συμπεριφορὰ ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ἐσωτερικὴ κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου˙ ἀγκαλιάζουν ὅλους τούς λογισμούς, ὅλα τὰ αἰσθήματα, ὅλες τὶς μυστικὲς κινήσεις τῆς ψυχῆς. Ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν δὲν εἶναι δυνατὴ χωρὶς τὴ διαρκή ἐγρήγορση καὶ τὴν ἔντονη προσοχή. Ἀλλὰ ἡ ἐγρήγορση καὶ ἡ προσοχὴ δὲν ἔχουν θέση στὴ ζωὴ τοῦ περισπασμοῦ.

Ἡ ἁμαρτία κι ἐκεῖνος ποὺ τὴ σπέρνει, ὁ διάβολος, τρυπώνουν στὸν νοῦ καὶ στὴν καρδιὰ μας ἀνεπαίσθητα. Γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ βρισκόμαστε διαρκῶς σὲ ἐπιφυλακή, ὥστε, μόλις μᾶς πλησιάσουν αὐτοὶ οἱ ἀόρατοι ἐχθροί μας, νὰ τοὺς ἀπομακρύνουμε μὲ τὴν προσευχή. Ἀλλὰ πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ βρίσκεται κανεὶς σὲ πνευματικὴ ἐπιφυλακή, ὅταν εἶναι παραδομένος στὸν περισπασμό;

Ὁ ἄνθρωπος, ποὺ ζεῖ μέσα στὸν περισπασμό, μοιάζει μὲ σπίτι δίχως πόρτες καὶ κλειδαριές. Κανένας θησαυρὸς δὲν μπορεῖ νὰ φυλαχθεῖ σὲ τέτοιο σπίτι, ποὺ εἶναι ἀνοιχτὸ γιὰ τοὺς κλέφτες καὶ τοὺς ληστές.

Ἡ ζωὴ τοῦ περισπασμοῦ, ζωὴ γεμάτη μὲ βιοτικὲς μέριμνες, βαραίνει τὴν ψυχὴ ἐξίσου μὲ τὴν κραιπάλη καὶ τὴ μέθη, κάνοντάς την δυσκίνητη σὲ κάθε πνευματικὸ ἔργο, ἀνίκανη νὰ προσέχει καὶ ν’ ἀγρυπνεῖ. Ἡ ψυχὴ αὐτὴ εἶναι κολλημένη στὴ γῆ, εἶναι ἀπορροφημένη ἀπὸ τὰ πρόσκαιρα καὶ τὰ μάταια. Γιὰ τὴ διακονία τοῦ Θεοῦ ἐλάχιστα ἐνδιαφέρεται, ἤ μᾶλλον δὲν ἐνδιαφέρεται καθόλου. Σκληρὴ βρίσκει καὶ μόνο τὴ σκέψη κάποιας πνευματικῆς ἐργασίας, σκληρὴ καὶ ἀσήκωτη καὶ ζοφερή.

Ἡ προσοχὴ ἐξασκεῖ καὶ ἐνισχύει τὶς ψυχικὲς αἰσθήσεις στὸν ἄνθρωπο, ἐνῶ ἐξασθενίζει τὴν ψυχοβλαβή ἐπενέργεια τῶν σωματικῶν του αἰσθήσεων. Ὁ περισπασμός, ἀπεναντίας, ἀδρανοποιεῖ καὶ ἀποκοιμίζει τὶς ψυχικὲς αἰσθήσεις, ἐνῶ τρέφεται μὲ τὴν ἀδιάλειπτη λειτουργία τῶν σωματικῶν αἰσθήσεων.

Μάταια οἱ ἄνθρωποι, ποὺ ζοῦν μέσα στὸν περισπασμό, θεωροῦν τὴ ζωὴ τους φυσιολογική, ὑγιή, ἀπαλλαγμένη ἀπὸ ἐνοχές! Ἔτσι δὲν ἀποκαλύπτουν παρὰ τὴν ἀσθένειά τους σ’ ὅλη της τὴ σοβαρότητα: Τόσο ἔχει πωρωθεῖ ἡ ψυχή τους, πού, μολονότι εἶναι ἄρρωστοι, δὲν τὸ ἀντιλαμβάνονται.

Ὅσοι ἐπιθυμοῦν νὰ οἰκειωθοῦν τὴν προσοχή, ὀφείλουν νὰ ἐγκαταλείψουν ὅλες τὶς μάταιες ἀσχολίες. Καὶ σ’ αὐτές, βέβαια, δὲν ἀνήκουν οἱ ἀπαραίτητες καὶ ὠφέλιμες ἐργασίες, διακονίες καὶ ὑποχρεώσεις, προσωπικὲς ἤ κοινές, οἱ ὁποῖες δὲν ἀποτελοῦν περισπασμό. Ὁ περισπασμὸς συνδέεται πάντοτε εἴτε μὲ τὴν ἀργία εἴτε μὲ ἀνώφελες ἐνασχολήσεις ποὺ δὲν διαφέρουν οὐσιαστικὰ ἀπὸ τὴν ἀργία.

Ὄχι μόνο δὲν διασπᾶ ἀλλὰ καὶ συντρέχει τὴν προσοχὴ ἡ ἐργασία, ὅταν ἀποτελεῖ διακονία τοῦ Θεοῦ ἤ τοῦ πλησίον καὶ ὅταν γίνεται μὲ ὑπευθυνότητα. Στὴν ἀπόκτηση, τὴν καλλιέργεια καὶ τὴ διατήρηση τῆς προσοχῆς συντελοῦν πολὺ περισσότερο τὰ μοναστηριακὰ διακονήματα, ὅταν αὐτὰ ἐκτελοῦνται ὅπως πρέπει.

Προσέχοντας τὸν ἑαυτό μας σὲ ἀπόλυτη μόνωση, ἀποκομίζουμε πολύτιμους πνευματικοὺς καρπούς. Γιὰ τὴ μόνωση, ὡστόσο, εἶναι ἱκανοὶ μόνο ἄνθρωποι ὥριμοι πνευματικά, ἄνθρωποι ποὺ πραγματοποίησαν πρόοδο στὴν ἄσκηση καὶ τὴν εὐσέβεια, ἀφοῦ πρῶτα διδάχθηκαν τὴν προσοχὴ στὴν πρακτικὴ ζωή.

Ἡ ὑποταγὴ εἶναι ὁ καλύτερος τρόπος ἀσκήσεως στὴν προσοχή. Κανένας δὲν θὰ σὲ διδάξει τόσο καλὰ νὰ προσέχεις τὸν ἑαυτό σου ὅσο ἕνας συνετὸς καὶ αὐστηρὸς προϊστάμενος.

Ὅταν ἐργάζεσαι πρακτικὰ μαζὶ μὲ ἄλλους ἀνθρώπους, μὴν ἐπιτρέπεις στὸν ἑαυτό σου νὰ ξεστομίζει μάταια λόγια καὶ ἀνόητα ἀστεῖα. Καὶ ὅταν ἡ ἐργασία σου εἶναι γραφικὴ καὶ γενικότερα διανοητική, μὴν ἀφήνεσαι στὴν ὀνειροπόληση, τὸν ρεμβασμὸ καὶ τὸν μετεωρισμό. Ἔτσι σύντομα ἡ συνείδησή σου θὰ εὐαισθητοποιηθεῖ καὶ θ’ ἀρχίσει νὰ σοῦ ὑποδεικνύει κάθε ὑποχώρησή σου στὸν περισπασμὸ ὡς ἀθέτηση ὄχι μόνο τοῦ εὐαγγελικοῦ νόμου ἀλλὰ ἀκόμα καὶ τῆς ὀρθοφροσύνης. Ἀμήν.


Σάββατο, Μαρτίου 11, 2017

Ἡ συνείδηση



ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ εἶναι ἡ αἴσθηση τοῦ πνεύματος τοῦ ἀνθρώπου, αἴσθηση λεπτὴ καὶ φωτεινή, ποὺ ξεχωρίζει τὸ καλὸ ἀπὸ τὸ κακό.

Ἡ αἴσθηση αὐτὴ ξεχωρίζει τὸ καλὸ ἀπὸ τὸ κακὸ πιὸ καθαρὰ ἀπ’ ὅσο ὁ νοῦς. Πιὸ δύσκολο εἶναι νὰ παραπλανήσει κανεὶς τὴ συνείδηση παρὰ τὸν νοῦ. Καὶ τὸν πλανεμένο νοῦ, ποὺ τὸν ὑποστηρίζει τὸ φιλάμαρτο θέλημα, γιὰ πολὺν καιρὸ τὸν ἀντιμάχεται ἡ συνείδηση.

Ἡ συνείδηση εἶναι ὁ φυσικὸς νόμος(1). Ἡ συνείδηση χειραγωγοῦσε τὸν ἄνθρωπο πρὶν τοῦ δοθεῖ ὁ γραπτὸς νόμος. Ἡ μεταπτωτικὴ ἀνθρωπότητα βαθμιαῖα οἰκειώθηκε ἕναν λαθεμένο τρόπο σκέψεως γιὰ τὸν Θεό, τὸ καλὸ καὶ τὸ κακό. Ἡ λαθεμένη σκέψη ἐπηρέασε, φυσικά, καὶ τὴ συνείδηση. Ἔτσι, ὁ γραπτὸς νόμος ἀποτέλεσε ἀναγκαιότητα γιὰ τὴ χειραγώγηση τοῦ ἀνθρώπου στὴν ἀληθινὴ θεογνωσία καὶ τὴ θεοφιλή διαγωγή.

Ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, ἐπισφραγισμένη μὲ τὸ ἅγιο Βάπτισμα, θεραπεύει τὴ συνείδηση ἀπὸ τὴν κακὴ προδιάθεση (2) μὲ τὴν ὁποία τὴ δηλητηρίασε ἡ ἁμαρτία. Ἡ ὀρθὴ λειτουργία τῆς συνειδήσεως ἀποκαθίσταται, ἐνισχύεται καὶ σταθεροποιεῖται μὲ τὴν τήρηση τῆς διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ.

Ἡ ἀποκατάσταση τῆς ὑγείας καὶ ἡ ὀρθὴ λειτουργία τῆς συνειδήσεως εἶναι δυνατὲς μόνο στοὺς κόλπους τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μέσω τοῦ θείου νόμου της, πού κατευθύνει ὀρθὰ τὸν νοῦ. Γιατί κάθε λαθεμένη σκέψη ἐπιδρᾶ ἀρνητικὰ στὴ συνείδηση καὶ τὴ λειτουργία της.

Οἱ θεληματικὲς ἁμαρτίες σκοτίζουν, ἐξασθενίζουν, καταπνίγουν, ἀποκοιμίζουν τὴ συνείδηση.

Κάθε ἁμαρτία ποὺ δὲν ἐξαλείφεται μὲ τὴ μετάνοια, ἀφήνει τὴ βλαπτικὴ σφραγίδα της στὴ συνείδηση.

Ἡ ἑκούσια καὶ συνεχὴς ἁμαρτωλὴ ζωὴ σχεδὸν νεκρώνει τὴ συνείδηση. Δὲν εἶναι δυνατόν, ὡστόσο, αὐτὴ νὰ νεκρωθεῖ ἐντελῶς. Θὰ συνοδεύει τὸν ἄνθρωπο μέχρι τὸ φοβερὸ Κριτήριο τοῦ Χριστοῦ. Ἐκεῖ θὰ τὸν ἐνοχοποιήσει, ἂν τὴν καταπατοῦσε.

Σύμφωνα μὲ τοὺς ἁγίους πατέρες, ὁ ἀντίδικος τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ ἀναφέρεται στὸ Εὐαγγέλιο (3), εἶναι ἡ συνείδηση. Καὶ πράγματι εἶναι ἀντίδικος, γιατί ἐναντιώνεται σὲ κάθε ἄνομο ἐγχείρημά μας.

Βαδίζοντας πρὸς τὸν οὐρανό, στὴ διάρκεια τῆς ἐπίγειας ζωῆς σου, νὰ ἔχεις εἰρηνικὲς σχέσεις μ’ αὐτὸν τὸν ἀντίδικο, γιὰ νὰ μὴ γίνει κατήγορός σου τότε ποὺ θ’ ἀποφασίζεται ἡ κατάστασή σου στὴν αἰωνιότητα.

Λέει ἡ Γραφή: «Θὰ ἀπαλλάξει τὴν ψυχὴ ἀπὸ τὰ δεινὰ ἕνας ἀξιόπιστος μάρτυρας»(4). Ἀξιόπιστος μάρτυρας εἶναι ἡ ἄμεμπτη συνείδηση. Ἡ ἄμεμπτη αὐτὴ συνείδηση τὴν ψυχὴ ποὺ ἀκούει τὶς συμβουλές της θὰ τὴ λυτρώσει ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες της μέχρι τὸν θάνατο καὶ ἀπὸ τὰ αἰώνια βάσανα μετὰ τὸν θάνατο.

Ὅπως ἡ κόψη τοῦ μαχαιριοῦ ἀκονίζεται μὲ τὴν πέτρα, ἔτσι καὶ ἡ συνείδηση ἀκονίζεται ἀπὸ τὴ νοητὴ πέτρα (5), τὸν Χριστό, μὲ τὴ μελέτη τοῦ λόγου Του, ποὺ τὴ φωτίζει, καὶ μὲ τὴν τήρηση τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν.

Φωτισμένη καὶ ἀκονισμένη ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ ἡ συνείδηση, λεπτομερειακὰ καὶ ὁλοκάθαρα φανερώνει στὸν ἄνθρωπο τὶς ἁμαρτίες του, ἀκόμα καὶ τὶς πιὸ μικρές.

Μὴν ἀσκεῖς βία στὸν ἀντίδικό σου -μὴν παραβιάζεις τὴ συνείδησή σου! Διαφορετικά, θὰ στερηθεῖς τὴν πνευματική σου ἐλευθερία. Ἡ ἁμαρτία θὰ σὲ αἰχμαλωτίσει καὶ θὰ σὲ δέσει. Θλίβεται ὁ προφήτης μαζὶ μὲ τὸν Θεὸ γι’ αὐτοὺς ποὺ ἐπιβουλεύονται τὸν ἴδιο τους τὸν ἑαυτό, παραβιάζοντας τὴ συνείδησή τους: «Ὁ Ἐφραΐμ καταπίεσε τὸν ἀντίδικό του, καταπάτησε τὸ δίκιο του, γιατί ἄρχισε νὰ ἀκολουθεῖ τὴ ματαιότητα»(6).

Ἡ «κόψη» τῆς συνειδήσεως εἶναι πολὺ λεπτή, πολὺ εὐαίσθητη, γι’ αὐτὸ ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ τὴ φυλάει προσεκτικά. Καὶ τὴ φυλάει, ὅταν ἐκτελεῖ ὅλες τὶς ὑποδείξεις τῆς συνειδήσεως καὶ ὅταν, σὲ περίπτωση ἀθετήσεως κάποιας ἀπ’ αὐτὲς λόγω ἀδυναμίας ἤ πλάνης, μετανοεῖ μὲ δάκρυα.

Καμιὰν ἁμαρτία μὴ θεωρεῖς ἀσήμαντη. Κάθε ἁμαρτία ἀποτελεῖ παράβαση τοῦ θείου νόμου, ἐναντίωση στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, καταπάτηση τῆς συνειδήσεως. Ἄλλωστε, ἀπὸ τὰ μικρά, ἀπὸ τὰ μηδαμινά, ὅπως νομίζουμε, ἁμαρτήματα ὁδηγούμαστε σιγὰ-σιγὰ στὰ μεγάλα. "Πόσο σοβαρὸ εἶναι αὐτό; Εἶναι βαριὰ ἁμαρτία; Μήπως δὲν εἶναι κάν ἁμαρτία; Ναί, δὲν εἶναι ἁμαρτία!". Ἔτσι σκέφτεται ὁ ἄνθρωπος ποὺ δὲν ἐνδιαφέρεται γιὰ τὴ σωτηρία του, ὅταν ἀποφασίζει νὰ γευθεῖ τὴν ἁμαρτωλὴ τροφή, τὴν τροφὴ ποὺ ἀπαγορεύει ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ. Μὲ ἀβάσιμους συλλογισμοὺς καταπατᾶ διαρκῶς τὴ συνείδησή του. Ἔτσι, μὲ τὸν καιρό, ἡ «κόψη» της στομώνει καὶ ἡ φωτεινότητα της μειώνεται. Στὴν ψυχὴ ἁπλώνονται τὸ σκοτάδι καὶ ἡ παγωνιὰ —ἡ ἀμέλεια καὶ ἡ ἀναισθησία.

Τελικὰ ἡ ἀναισθησία γίνεται πάγια κατάσταση τῆς ψυχῆς. Συχνὰ μάλιστα, συμβαίνει νὰ εἶναι ἱκανοποιημένη ἡ ψυχὴ μὲ τὴν ἀναισθησία της, θεωρώντας τὴν κατάσταση εὐάρεστη στὸν Θεό, κι ἔτσι νὰ ἔχει τὴ συνείδηση της ἀναπαυμένη. Στὴν πραγματικότητα, βέβαια, ἀφοῦ ἔχασε τὴ μακάρια συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητάς της, ποὺ εἶναι ἡ βάση τῆς πνευματικῆς ζωῆς, τύφλωσε καὶ ἀποκοίμισε τὴ συνείδηση (7).

Ἀθέατες τότε, μέσα στὸ βαθὺ σκοτάδι τῆς ἀναισθησίας, διάφορες ἁμαρτίες ὁρμοῦν σὰν ληστὲς μέσα στὴν ψυχὴ καὶ τὴν κάνουν κρησφύγετό τους. Οἱ ἁμαρτίες αὐτές, μένοντας ἐκεῖ γιὰ πολύ, γίνονται συνήθειες. Μὲ τὸν καιρὸ ἑδραιώνονται καὶ ἰσχυροποιοῦνται ὅσο καὶ οἱ φυσικὲς ἰδιότητες τῆς ψυχῆς, καμιὰ φορά μάλιστα ξεπερνοῦν σὲ δύναμη ἀκόμα κι αὐτὲς τὶς φυσικὲς ἰδιότητες. Οἱ ἁμαρτωλὲς συνήθειες ὀνομάζονται πάθη. Χωρὶς νὰ τὸ συνειδητοποιεῖ ὁ ἄνθρωπος, ἁλυσοδένεται σιγὰ-σιγὰ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ γίνεται αἰχμάλωτός της, δοῦλος της.

Ὅποιος ἀδιαφορεῖ συστηματικὰ γιὰ τὶς ὑπομνήσεις τῆς συνειδήσεως, ἀφήνει τὸν ἑαυτό του νὰ αἰχμαλωτιστεῖ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος μόνο μὲ ἔντονο προσωπικὸ ἀγώνα καὶ μὲ τὴ δυναμικὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ θὰ μπορέσει νὰ σπάσει τὶς ἁλυσίδες του καὶ νὰ ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ τὰ πάθη. Γιατί τὰ πάθη ταυτίστηκαν μὲ τὴ φύση του, ἔγιναν, θαρρεῖς, ἰδιότητές της.

Ἀγαπητέ μου ἀδελφέ! Μ’ ὅλη τὴν προσοχὴ καὶ τὴν ἐπιμέλεια φύλαξε τὴ συνείδησή σου.

Φύλαξε τὴ συνείδησή σου, πρῶτον, ὡς πρὸς τὴ σχέση σου μὲ τὸν Θεό. Νὰ τηρεῖς ὅλες τὶς ἐντολές Του, τόσο ὅταν σὲ βλέπουν οἱ ἄνθρωποι ὅσο καὶ ὅταν δὲ σὲ βλέπουν. Γιατί καὶ ὅταν δὲν σὲ βλέπουν οἱ ἄνθρωποι, ὅ,τι κάνεις, ἀκόμα καὶ ὅ,τι σκέφτεσαι, γίνεται γνωστὸ στὸν Θεὸ καὶ στὴ συνείδησή σου.

Φύλαξε τὴ συνείδησή σου, δεύτερον, ὡς πρὸς τὴ σχέση σου μὲ τὸν πλησίον. Μὴν ἀρκεῖσαι σὲ μίαν εὐπρεπῆ ἐξωτερικὴ συμπεριφορὰ πρὸς τοὺς συνανθρώπους σου. Πρέπει ἀπὸ τὴ συμπεριφορά σου νὰ ἱκανοποιεῖται ἡ συνείδησή σου. Καὶ ἡ συνείδηση ἱκανοποιεῖται, ὅταν ὄχι μόνο οἱ πράξεις σου ἀλλὰ καὶ τὰ αἰσθήματά σου γιὰ τὸν πλησίον ἀνταποκρίνονται στὶς ἐντολὲς τοῦ Εὐαγγελίου.

Φύλαξε τὴ συνείδησή σου, τρίτον, ὡς πρὸς τὰ πράγματα, ἀποφεύγοντας τὰ περιττὰ καὶ τὰ πολυτελή. Νὰ θυμᾶσαι πὼς ὅλα τὰ ἀντικείμενα ποὺ χρησιμοποιεῖς στὴν καθημερινή σου ζωὴ εἶναι δῶρα τοῦ Θεοῦ.

Φύλαξε τὴ συνείδησή σου, τέταρτον, ὡς πρὸς τὸν ἴδιο σου τὸν ἑαυτό. Μὴν ξεχνᾶς πὼς εἶσαι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ καὶ πρέπει νὰ Τοῦ μοιάσεις (8), νὰ Τοῦ παρουσιάσεις κάποτε αὐτὴ τὴν εἰκόνα καθαρὴ καὶ ἄμεμπτη.

Ἀλίμονο, ἀλίμονο στὴν ψυχή, στὴν ὁποία ὁ Κύριος, τὴν ἡμέρα τῆς Κρίσεως, δὲν θ’ ἀναγνωρίσει τὴν εἰκόνα Του! Ἀλίμονο στὴν ψυχή, στὴν ὁποία δὲν θὰ βρεῖ καμιὰν ὁμοιότητα μὲ τὸν ἑαυτό Του! Αὐτὴ ἡ ψυχὴ θ’ ἀκούσει τὴν τρομερὴ καταδίκη: «Δὲν σὲ ξέρω!»(9). Ἡ ἄχρηστη εἰκόνα θὰ ριχθεῖ στὴν ἄσβεστη φλόγα τῆς γέεννας.

Ἀνέκφραστη καὶ ἀτελεύτητη, ἀπεναντίας, θὰ εἶναι ἡ χαρὰ τῆς ψυχῆς, στὴν ὁποία ὁ Κύριος θ’ ἀναγνωρίσει τὴν εἰκόνα Του, στὴν ὁποία θὰ δεῖ τὴν προπτωτικὴ θεία ὀμορφιά, δῶρο τῆς ἄπειρης ἀγαθότητάς Του στὸ πλάσμα Του. Αὐτὴ ἡ ὀμορφιὰ τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς μετὰ τὴν προπατορικὴ πτώση χάθηκε, ἀλλὰ ἀποκαταστάθηκε καὶ αὐξήθηκε μὲ τὴ λυτρωτικὴ οἰκονομία τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ὁ Χριστὸς μᾶς ἔδωσε ἐντολὴ νὰ διατηροῦμε τὴ θεία ὀμορφιὰ τῆς ψυχῆς μας ἀκέραιη καὶ ἄσπιλη, ἀποφεύγοντας ὅλες τὶς ἁμαρτίες καὶ τηρώντας ὅλες τὶς εὐαγγελικὲς ἐντολές.

Τῆς ἀποφυγῆς τῶν ἁμαρτιῶν καὶ τῆς τηρήσεως τῶν ἐντολῶν ἄγρυπνος ἐπιτηρητὴς καὶ ἀσίγητος παρακινητής εἶναι ἡ συνείδηση. Ἀμήν.





1. Ἀββᾶ Δωροθέου, ὄ.π., Γ', 40.

2. Βλ. Ἑβρ. 10:22.

3. Βλ Ματθ. 5:25. Λουκ. 12:58.

4. Παροιμ. 14:25.

5. Βλ Α' Κόρ. 10:4.

6. Ὠσηὲ 5:11.

7. Βλ. Ὁσίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου, ὄ.π.. ΙΖ.

8. Βλ. Γεν. 1:26-27.

9. Πρβλ. Ματθ. 25:12. Λουκ. 13:25, 27.

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 24, 2017

Ὅταν κρίνετε στὶς πύλες σας...



Ὅταν κρίνετε στὶς πύλες σας, νὰ δέχεστε μόνο τὴν ἀλήθεια, ποὺ φέρνει τὴν εἰρήνη... καὶ νὰ μὴν ἀγαπᾶτε τὸν ψεύτικο ὅρκο...", λέει ὁ παντοκράτορας Κύριος» (1).

«πύλες»: Εἶναι οἱ πύλες τῆς ψυχῆς, μέσ’ ἀπὸ τὶς ὁποῖες μπαίνουν σ’ αὐτὴν οἱ διάφορες σκέψεις καὶ ἐντυπώσεις.

«σας»: Αὐτὲς οἱ πύλες ἀνήκουν σὲ κάθε ἄνθρωπο προσωπικά.

«κρίνετε»: Ὁ κριτής, ποὺ κάθεται στὶς πύλες καὶ κρίνει (2), εἶναι ὁ νοῦς μας. Αὐτὸς εἶναι ποὺ κάνει τὸ ξεχώρισμα τῶν σκέψεων καὶ τῶν ἐντυπώσεων, ἐξετάζοντάς τες. ὅταν πλησιάζουν στὶς πύλες τῆς ψυχῆς, γιὰ νὰ ἐπιτρέψει τὴν εἴσοδο σ’ ἐκεῖνες ποὺ πρέπει νὰ βρίσκονται μέσα στὸν ψυχικό μας ναό, καὶ νὰ μὴν ἐπιτρέψει τὴν εἴσοδο σ’ ἐκεῖνες ποὺ πρέπει νὰ μείνουν ἔξω.

«Ὅταν κρίνετε στὶς πύλες σας, νὰ δέχεστε μόνο τὴν ἀλήθεια, ποὺ φέρνει τὴν εἰρήνη...»: Ὁ νοῦς, ὁ κριτὴς ποὺ κάθεται καὶ κρίνει στὶς πύλες τῆς ψυχῆς, πρέπει, ὅταν ἐξετάζει τοὺς λογισμοὺς καὶ τὶς ἐντυπώσεις, νὰ δέχεται μόνο τὴν ἀλήθεια· καὶ αὐτὴ ἀπορρέει ἀπὸ τὸν Κύριο, ποὺ εἶναι ἡ μοναδικὴ Ἀλήθεια. Κάθε λογισμὸς ἀλήθειας φέρνει στὴν ψυχὴ ἀνέκφραστη εἰρήνη καὶ ἡσυχία. Ἔτσι ἀναγνωρίζεται ἡ προέλευσή τους ἀπὸ τὴν Ἀλήθεια, τὸν Χριστό, ποὺ δίνει στοὺς μαθητὲς Του τὴν εἰρήνη Του ἤ, μὲ ἄλλη ἔκφραση, τὴν ταπείνωση, ποὺ εἶναι οὐσιαστικὰ τὸ ἴδιο πράγμα, γιὰ νὰ μὴν ταράζεται ἡ καρδιά τους ἀπὸ καμιὰ ἐπίγεια συμφορά. Ἀπεναντίας, «οἱ λογισμοὶ ποὺ προέρχονται ἀπὸ τοὺς δαίμονες», λέει ὁ Μέγας Βαρσανούφιος, «πρῶτα-πρῶτα εἶναι γεμάτοι ταραχὴ καὶ λύπη· κι ἔπειτα, κρυφά, σταδιακὰ καὶ ἀνεπαίσθητα σὲ σέρνουν πρὸς τὰ πίσω. Ντύνονται μὲ ἔνδυμα προβάτων, δηλαδὴ ἐξωτερικὰ καὶ φαινομενικὰ εἶναι λογισμοὶ ἀρετῆς καὶ δικαιοσύνης, ἐνῶ ἐσωτερικὰ εἶναι ἁρπακτικοὶ λύκοι. Μ’ ἄλλα λόγια, μὲ τοὺς λογισμοὺς ποὺ φαίνονται χρηστοὶ ἐνῶ εἶναι ἄχρηστοι, οἱ δαίμονες κερδίζουν καὶ ἐξαπατοῦν τὶς καρδιὲς τῶν ἀφελῶν ἀνθρώπων. Ἐπειδή, λοιπόν, ἔχει γραφεῖ ὅτι τὸ φίδι εἶναι ὑπερβολικὰ πανοῦργο (3), νὰ συντρίβεις πάντα τὸ κεφάλι του, μήπως καμιὰ φορὰ βρεῖ μέσα σου φωλιὰ καί, ἀφοῦ κατοικήσει ἐκεῖ, ἐρημώσει τὴν ψυχή σου» (4). Κεφάλι τοῦ φιδιοῦ εἶναι ἡ ἀρχὴ τοῦ λογισμοῦ ἤ τοῦ ρεμβασμοῦ.

«... καὶ νὰ μὴν ἀγαπᾶτε τὸν ψεύτικο ὅρκο...»: Ὁ δαιμονικὸς λογισμός, πλησιάζοντας στὶς πύλες τῆς ψυχῆς, προσπαθεῖ νὰ πάρει μορφὴ δικαιοσύνης. Στὸν κριτὴ νοῦ, ποὺ κάθεται στὶς πύλες τῆς ψυχῆς, προβάλλει ἀναρίθμητες ψεύτικες δικαιολογίες, φέρνει ἀλλεπάλληλα ἀπατηλὰ ἐπιχειρήματα, προκειμένου νὰ πάρει ἄδεια εἰσόδου. Ὅλα αὐτὰ τὰ ψέματα, ὅμως, ὁ προφήτης μᾶς παραγγέλλει νὰ μὴν τὰ ἀγαπᾶμε. Δὲν πρέπει ὄχι μόνο νὰ δεχόμαστε τέτοιους λογισμοὺς καὶ νὰ συμφωνοῦμε μαζί τους, μὰ οὔτε κἄν νὰ συνομιλοῦμε μ’ αὐτούς. Χωρὶς καθυστέρηση, μὲ τὴν πρώτη ἐμφάνιση τοῦ ἁμαρτωλοῦ λογισμοῦ, νὰ καταφεύγουμε στὸν Κύριο καὶ Θεό μας μὲ τὴν προσευχή, κι Αὐτὸς θὰ διώχνει τὸν ἐχθρὸ ἀπὸ τὶς πύλες τῆς ψυχῆς (5).



Ὑποσημειώσεις:

1. Ζαχ. 8:16. 17. (Σ.τ.Μ.: Ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος κάνει στὴ συνέχεια ἀλληγορικὴ ἑρμηνεία τοῦ χωρίου).
2. Οἱ ἀρχαῖοι βασιλεῖς, ὡς ἀπόλυτοι ἄρχοντες, συγκέντρωναν στὸ πρόσωπό τους κάθε ἐξουσία. Ἔτσι ἔκριναν προσωπικὰ πολλὲς ὑποθέσεις, ὅπως βλέπουμε στοὺς βίους ἀρκετῶν μαρτύρων (βλ., γιὰ παράδειγμα, τὸν βίο τοῦ ἁγίου μεγαλομάρτυρος Γεωργίου [23 Ἀπριλίου]), κι αὐτὸ τὸ ἔκαναν συνήθως μπροστὰ στὶς πύλες τῶν πόλεων.
3. Βλ. Γεν. 3:1.
4. Ὁσίων Βαρσανουφίου καὶ Ἰωάννου, Ἀποκρίσεις, ξ .
5. Πρβλ. Ἀββᾶ Ἰσαὰκ τοῦ Σύρου, ὅ.π., ΛΓ', 15.
πηγή

Κυριακή, Φεβρουαρίου 19, 2017

Άγγελοι τιμωροί έτοιμοι να μας «αναλάβουν» ! Και αλλοίμονό μας…

arhangel



Οι ιδιότητες των πνευμάτων γίνονται φανερές από τίς σχετικές διηγήσεις της Γραφής


Δύο άγγελοι με τη μορφή ανδρών έφτασαν βράδυ στα Σόδομα. Ο δίκαιος Λώτ, πού καθόταν κοντά στήν πύλη της πόλης, βλέποντάς τους καί περνώντας τους γιά οδοιπόρους, τους κάλεσε στο σπίτι του. Πράγματι, πήγαν. 

Οι Σοδομίτες, μόλις τό έμαθαν, αποφάσισαν να ασελγήσουν πάνω στούς ξένους. 

Περικύκλωσαν, λοιπόν, το σπίτι του Λώτ καί με φωνές απαιτούσαν να τούς παραδώσει τούς φιλοξενουμένους του. Ο Λώτ βγήκε έξω γιά να τους μεταπείσει, αλλά μάταια- εκείνοι, εξαγριωμένοι, του μίλησαν αισχρά καί απειλητικά. Ύστερα, σπρώχνοντάς τον βίαια, προσπάθησαν να σπάσουν την πόρτα. 
Τότε οι άγγελοι «άπλωσαν τά χέρια τους, τράβηξαν τον Λώτ μέσα στο σπίτι κι έκλεισαν την πόρτα. Καί τούς άνδρες, πού βρίσκονταν εκεί, στήν πόρτα του σπιτιού, τους τιμώρησαν με τύφλωση». 

Όταν ξημέρωσε, επειδή ο Λώτ καί η οικογένειά του αργούσαν να εγκαταλείψουν τά Σόδομα, πού θα καταστρέφονταν από τον Θεό, οι άγγελοι «πήραν από τό χέρι αυτόν, τη γυναίκα του καί τις κόρες του» καί «τους έβγαλαν έξω από την πόλη».
Εδώ μέ κάθε σαφήνεια φαίνεται η υπαρξιακή σχέση των αγγέλων μέ τον χρόνο, τον χώρο καί την ύλη. Φαίνεται η κινητικότητά τους. Φαίνεται η ενέργειά τους, ενέργεια πού είναι όμοια μέ την ανθρώπινη, αλλά καί πού υπερβαίνει τίς ανθρώπινες ικανότητες, όπως αποδεικνύεται από την τύφλωση των αμαρτωλών...
-----------------------------

Στη διήγηση βλέπουμε άλλη μία ενέργεια των αγγέλων, πού υπερβαίνει την ανθρώπινη ικανότητα αλλά καί την ανθρώπινη νόηση. Πρόκειται για τη συμμετοχή τους στήν καταστροφή των Σοδόμων καί των Γομόρων. «Ο Κύριος άφησε να βρέξει θειάφι καί φωτιά από τον ουρανό στα Σόδομα καί στα Γόμορα». Αλλά, πριν γίνει αυτό, ο ένας από τούς αγγέλους είπε στον Λώτ: «Τρέξε να σωθείς (στη Σηγώρ), γιατί δεν μπορώ να κάνω τίποτα, ώσπου να φτάσεις εκεί». 

Τό πρόσωπο πού ενεργούσε ήταν ο Θεός. Όργανο της ενέργειάς Του ήταν ο άγγελος. Η φοβερή επιχείρηση της καταστροφής, πού ήρθε από τον αέρα μέ θειάφι καί φωτιά, πραγματοποιήθηκε από τους άγγέλους. 

Άλλά μια κτιστή καί πεπερασμένη ύπαρξη, γιά να επενεργήσει στην ύλη, πρέπει απαραίτητα να είναι υλική καί να ασκήσει δύναμη επίσης υλική.
Ο προφήτης Δαβίδ λέει πώς οι τιμωρητικές καταστροφές πού έπληξαν την Αίγυπτο πριν από την αναχώρηση των Ισραηλιτών, πραγματοποιήθηκαν από «πονηρούς αγγέλους».
Οι Αιγύπτιοι μάγοι, λέει η Γραφή, έκαναν κάποια θαύματα, όπως ο Μωυσής καί ο Ααρών, αλλά τα έκαναν «με τη μαγική τους τέχνη», δηλαδή με τη δύναμη των δαιμόνων. 

Οι δαίμονες, πνεύματα καθώς είναι, όπως καί οι άγγελοι, έχουν Ικανότητες πού υπερβαίνουν τίς δικές μας, καί μ’ αυτές προκαλούν εκπληκτικές μεταβολές στην ορατή φύση. Γιά τούς νόμους της φύσεως, βλέπετε, αυτοί γνωρίζουν πολύ περισσότερα απ’ όσα οι άνθρωποι. 

Οι δυνάμεις τους, άλλωστε, είναι πολύ πιο ανεπτυγμένες από τίς αντίστοιχες ανθρώπινες, ενώ, επιπλέον, ως σχετικά ασώματοι μπορούν να ενεργούν μέ ασύγκριτα μεγαλύτερη Ελευθερία καί ευκολία.
Μέ την ενέργεια τού διαβόλου, φωτιά, πού φάνηκε να πέφτει από τον ουρανό, έκαψε τά πρόβατα καί τούς βοσκούς του Ιώβ. Μέ την ενέργεια του διαβόλου, ξαφνικά φύσηξε άνεμος δυνατός από την έρημο, χτύπησε τό σπίτι του Ιώβ από παντού καί τό γκρέμισε πάνω στα παιδιά του, πού πλακώθηκαν από τά ερείπια καί σκοτώθηκαν.
Ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος στην Αποκάλυψή του, παρουσιάζοντας τον διάβολο σάν «δράκοντα», δηλαδή σαν μεγάλο φίδι, καί τον Αντίχριστο σαν «θηρίο», λέει ότι ο πρώτος θα δώσει στον δεύτερο «τη δύναμή του, τον θρόνο του καί μεγάλη εξουσία». Μ’ αυτή τη δύναμη ο Αντίχριστος θα κάνει «μεγάλες τερατουργίες, μέχρι καί φωτιά να κατεβαίνει από τόν ουρανό μπροστά στα μάτια των ανθρώπων».
Αυτό τό διαπιστώνουμε καί από τους βίους των αγίων. Στον βίο του αγίου Νικολάου του θαυματουργού (6 Δεκεμβρίου), γιά παράδειγμα, αναφέρεται ότι οι δαίμονες προκάλεσαν μεγάλη θαλασσοταραχή. (Σ.τ.Μ.: Βλ. Άρχιμ. Θεοφύλακτου Μαρινάκη, Άγιος Νικόλαος της γης καί του πελάγους, Θεσσαλονίκη 2003, σελ. 54).
Η επενέργεια των αγγέλων στην ύλη μέσω της ύλης, επενέργεια άγνωστη σ’ εμάς, καθώς καί άλλες ιδιότητες των πνευμάτων, απεικονίζονται παραστατικά στις ακόλουθες διηγήσεις της Γραφής:
Ένας άγγελος, αφού πρώτα ήρθε καί κάθισε γιά λίγο κάτω από ένα δένδρο, εμφανίστηκε στον Γεδεών, κατοπινό κριτή του Ισραήλ, καθώς αυτός αλώνιζε, καί τόν πρόσταξε ν’ απαλλάξει τον λαό του από την τυραννία των Μαδιανιτών. Ό Γεδεών ζήτησε ένα σημάδι, γιά να πειστεί πώς είχε μπροστά του όχι άνθρωπο αλλά ουράνιο απεσταλμένο του Θεού. «Μή φύγεις από ’δώ», είπε στον άγγελο, «ώσπου να επιστρέψω- πάω να φέρω τή θυσία πού θέλω να προσφέρω μπροστά σου».

Πήγε, λοιπόν, ο Γεδεών, ετοίμασε οσα χρειάζονταν γιά τή θυσία —βραστό κατσικάκι καί άζυμα ψωμιά— καί ταά έφερε στον άγγελο, πού τόν πρόσταξε να τά τοποθετήσει πάνω σ’ ένα βράχο. Καί τότε «ο άγγελος του Κυρίου άπλωσε τό ραβδί πού κρατούσε στο χέρι του, καί μέ την άκρη του άγγιξε τό κρέας καί τά άζυμα ψωμιά. Καί βγήκε φωτιά από τόν βράχο, πού έκαψε εντελώς το κρέας καί τα ψωμιά. Μετά ο άγγελος του Κυρίου χάθηκε από τα μάτια του Γεδεών». Κι εκείνος, βλέποντας το θαύμα, κατάλαβε ότι του είχε εμφανιστεί όχι άνθρωπος αλλά άγγελος. «Κύριε, Κύριε», αναφώνησε, «είδα τον άγγελό Σου πρόσωπο μέ πρόσωπο!».
Ο άγγελος, επομένως, όπως τον είδε ο Γεδεών, δεν είχε μόνο χέρια, άλλά καί πρόσωπο. Τό παρουσιαστικό του, γενικά, ήταν απολύτως όμοιο με τό παρουσιαστικό ενός ανθρώπου. Η ενέργεια του ραβδιού ήταν ενέργεια της ύλης, ενέργεια άγνωστη σ’ εμάς. 
Μέ την ανακάλυψη του ηλεκτρισμού καί του γαλβανισμού γνωρίσαμε την εξαιρετικά λεπτή, ισχυρή καί γρήγορη ενέργεια της ύλης, ενέργεια εκπληκτική, πού παρέμενε άγνωστη στήν ανθρωπότητα γιά χιλιετίες. Την ενέργεια αυτή τη χρησιμοποιούμε, αλλά δεν την κατανοούμε. Άς σημειωθεί, μέ την ευκαιρία αυτή, πώς η γαλβανιστική συσκευή ενεργεί μέ τά άκρα της, με την επαφή.
Οι άγγελοι μπορούν ν’ αγγίξουν τους ανθρώπους, οι οποίοι αισθάνονται τό αγγελικό άγγιγμα. «Ο Ιακώβ», λέει η Γραφή, «έμεινε μόνος. Καί πάλευε μαζί του ένας άνθρωπος όλη τη νύχτα, ως τό πρωί». Άνθρωπος αποκαλείται ο άγγελος, επειδή είχε ανθρώπινη μορφή. «Καί άγγιξε, καθώς πάλευαν, την κλείδωση του μηρού τού Ιακώβ, την οποία νάρκωσε... Καί ο Ιακώβ κούτσαινε στον μηρό του».
Ο προφήτης Ηλίας, γιά να σωθεί από την οργή της βασίλισσας Ιεζάβελ, πού ήθελε να τόν σκοτώσει, σηκώθηκε κι έφυγε στην έρημο. Αφού βάδισε μιας μέρας δρόμο, κάθισε αποκαμωμένος κάτω από ένα δένδρο πού λεγόταν Ραθμέν, καί παρακαλούσε να πεθάνει. Από τόν κόπο καί τή λύπη ο προφήτης αποκοιμήθηκε εκεί, κάτω από τό δένδρο. «Ξαφνικά κάποιος» —ήταν άγγελος του Κυρίου— «τον άγγιξε καί του είπε: “Σήκω καί φάε”». 
Ξυπνώντας ο Ηλίας, είδε δίπλα στο κεφάλι του ένα κρίθινο ψωμί κι ένα κανάτι μέ νερό. Σηκώθηκε καί, αφού έφαγε καί ήπιε, κοιμήθηκε πάλι. «Αλλά ο άγγελος του Κυρίου ξαναήρθε καί τον άγγιξε γιά δεύτερη φορά, λέγοντάς του: “Σήκω καί φάε, γιατί έχεις ακόμα πολύ δρόμο μπροστά σου”. Ο προφήτης ξανασηκώθηκε, έφαγε καί ήπιε. Καί μέ τή δύναμη πού πήρε από την τροφή εκείνη, βάδισε σαράντα μερόνυχτα, ώσπου έφτασε στο όρος Χωρήβ». 
Στις Πράξεις των Αποστόλων διαβάζουμε ότι ο Ηρώδης, γιά να ικανοποιήσει τους Ιουδαίους, αποκεφάλισε τον Απόστολο Ιάκωβο, τον γιό του Ζεβεδαίου, καί στη συνέχεια συνέλαβε με τόν ίδιο σκοπό τόν Απόστολο Πέτρο, τόν όποιο έριξε αλυσοδεμένο στη φυλακή. 
Μια νύχτα, πριν από την ημέρα που ο Ηρώδης θα έφερνε σε δημόσια δίκη τον Απόστολο, εκείνος κοιμόταν ανάμεσα σε δύο στρατιώτες, δεμένος μέ αλυσίδες. Άλλοι δύο στρατιώτες φύλαγαν σκοπιά μπροστά στήν πόρτα «Ξαφνικά ένας άγγελος Κυρίου εμφανίστηκε κι ένα φως έλαμψε στο κελί. Ο άγγελος ξύπνησε τόν Πέτρο, σκουντώντας τον στο πλευρό, καί τού είπε: “Σήκω γρήγορα!”. Αμέσως έπεσαν οι αλυσίδες από τά χέρια του Αποστόλου.Ο άγγελος συνέχισε: “Βάλε τη ζώνη σου καί τά σανδάλια σου”. Ό Πέτρος το έκανε. Ύστερα τού λέει ο άγγελος: “Βάλε το ιμάτιό σου κι ακολούθησέ με”. 
Ο Πέτρος τον ακολούθησε καί βγήκε έξω. Δεν καταλάβαινε ότι συνέβαιναν πραγματικά οσα γίνονταν μέσω του αγγέλου, αλλά νόμιζε ότι έβλεπε όραμα. Αφού πέρασαν την πρώτη καί τή δεύτερη φρουρά, έφτασαν στη σιδερένια πύλη που βγάζει στην πόλη. Η πύλη άνοιξε από μόνη της, καί βγήκαν έξω. 
Πέρασαν ένα στενό, καί αμέσως ο άγγελος εξαφανίστηκε. Τότε ο Πέτρος συνήλθε καί είπε: “Τώρα κατάλαβα πραγματικά ότι ο Κύριος έστειλε τον άγγελό Του καί με γλίτωσε από τά χέρια του Ηρώδη καί απ’ αυτό πού οι Ιουδαίοι περίμεναν να πάθω!”».
Στις Πράξεις περιέχεται καί μια άλλη θαυμαστή διήγηση, αυτή της βαπτίσεως του ευνούχου αξιωματούχου της Κανδάκης, της βασίλισσας των Αιθιόπων, από τον άγιο διάκονο Φίλιππο σε μια πηγή, στον δρόμο πού οδηγούσε από την Ιερουσαλήμ στη Γάζα. «Όταν βγήκαν από τό νερό, πνεύμα Κυρίου» —δηλαδή άγγελος— «άρπαξε τον Φίλιππο, καί δεν τον ξαναείδε πια ο ευνούχος... Ο Φίλιππος βρέθηκε στην Άζωτο».
Ένα παρόμοιο γεγονός περιγράφεται στο βιβλίο του προφήτου Δανιήλ. Τόν προφήτη αυτόν τον έριξαν οι Βαβυλώνιοι σ’ έναν λάκκο μέ πεινασμένα λιοντάρια, γιά να τόν κατασπαράξουν. Αυτά, όμως, δεν τον πείραζαν. "Έξι μέρες έμεινε εκεί ο Δανιήλ χωρίς ψωμί καί νερό. Στο μεταξύ, ο προφήτης Αββακούμ, που ζούσε στήν Ιουδαία εκείνον τόν καιρό, είχε ετοιμάσει φαγητό καί τό πήγαινε στο χωράφι του γιά τούς θεριστές. 
«Τότε ένας άγγελος του Κυρίου εμφανίστηκε μπροστά στον Αββακρύμ καί τόν πρόσταξε: “Τό φαγητό, πού έχεις, να τό πας στη Βαβυλώνα, στον Δανιήλ, πού βρίσκεται στον λάκκο' μέ τά λιοντάρια”. Μα ο Αββακούμ αποκρίθηκε: “Κύριε, τη Βαβυλώνα δεν την έχω δει ποτέ καί τον λάκκο δεν τον γνωρίζω”. 
Ο άγγελος του Κυρίου τον έπιασε τότε από τά μαλλιά καί μ’ έναν συριστικό ήχο από την ορμή της πνευματικής του φύσεως τόν μετέφερε στη Βαβυλώνα, πάνω από τόν λάκκο... Ο Δανιήλ σηκώθηκε κι έφαγε. Καί ο άγγελος του Θεού ξανάφερε αμέσως τον Αββακούμ στον τόπο του». Ο ήχος πού προκλήθηκε από την κίνηση τού αγγέλου, αποδίδεται από τή Γραφή στη φύση τού πνεύματός του.

Παρόμοια καί ο άγγελος πού μπήκε στο καμίνι της Βαβυλώνας μαζί μέ τούς Τρεις Παίδες, προκάλεσε έναν ήχο σάν ελαφρό σφύριγμα. Αυτό επιβεβαιώνει πώς οι άγγελοι έχουν λεπτά σώματα, πώς δεν είναι δηλαδή πνεύματα απολύτως άυλα, γιατί σε τέτοια περίπτωση δεν θα προκαλούσαν κανέναν ήχο κατά την κίνησή τους. 

 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΑΓΙΟΥ ΙΓΝΑΤΙΟΥ ΜΠΡΑΝΤΣΑΝΙΝΩΦ. ΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΑ ΠΝΕΥΜΑΤΑ ΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ ΤΟΝ ΑΔΗ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ.




πηγή
το είδαμε εδώ

Πέμπτη, Φεβρουαρίου 16, 2017

Ὁ σταυρός μας καὶ ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ





Ὁ Κύριος εἶπε στοὺς μαθητές Του: «Ὅποιος θέλει νὰ μὲ ἀκολουθήσει, ἂς ἀπαρνηθεῖ τὸν ἑαυτό του, ἂς σηκώσει τὸν σταυρό του κι ἂς μὲ ἀκολουθεῖ» (1).

Γιατί εἶπε, «τὸν σταυρό του»; Ἐπειδὴ εἶναι σταυρὸς προσωπικός. Κάθε ἄνθρωπος, δηλαδή, ἔχει νὰ σηκώσει τὸν δικό του σταυρό, ὁ ὁποῖος, ὅμως, ὀνομάζεται συνάμα καὶ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ.

Γιὰ κάθε ἄνθρωπο «ὁ σταυρὸς του» εἶναι οἱ θλίψεις καὶ οἱ ὀδύνες τῆς ἐπίγειας ζωῆς, θλίψεις καὶ ὀδύνες προσωπικές.

Γιὰ κάθε ἄνθρωπο «ὁ σταυρὸς του» εἶναι ἡ νηστεία, ἡ ἀγρυπνία καὶ οἱ ἄλλες ἀσκήσεις τῆς εὐσέβειας, μὲ τὶς ὁποῖες ταπεινώνεται ἡ σάρκα καὶ ὑποτάσσεται τὸ πνεῦμα. Εἶναι κι αὐτὲς προσωπικές, καθὼς πρέπει νὰ ἀναλογοῦν στὶς δυνάμεις τοῦ καθενός.

Γιὰ κάθε ἄνθρωπο «ὁ σταυρὸς του» εἶναι οἱ ἁμαρτωλὲς ἀδυναμίες καὶ τὰ πάθη, προσωπικὰ ἐπίσης. Μὲ ὁρισμένα ἀπ’ αὐτὰ γεννιέται, ἐνῶ ἄλλα τὰ ἀποκτᾶ στὴν πορεία τῆς ἐπίγειας ζωῆς του.

Ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ (2).

Μάταιος καὶ ἀτελέσφορος ὁ σταυρός, ὅσο βαρὺς κι ἂν εἶναι, ποὺ σηκώνουμε, ἀκολουθώντας τὸν Χριστό, ἂν δὲν μεταβληθεῖ σὲ Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ.

Γιὰ τὸν μαθητὴ τοῦ Χριστοῦ «ὁ σταυρὸς του» γίνεται Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ. Γιατί ὁ μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ ἔχει τὴν ἀκλόνητη πεποίθηση ὅτι Ἐκεῖνος πάντοτε ἀγρυπνεῖ γι’ αὐτόν, ὅτι Ἐκεῖνος εἶναι ποὺ παραχωρεῖ ὅλες τὶς θλίψεις, ὡς ἀπαραίτητο καὶ ἀναπόφευκτο ὅρο τῆς χριστιανικῆς ἰδιότητας, καὶ ὅτι μ’ αὐτὲς μιμεῖται καὶ οἰκειώνεται τὸν Χριστό, γίνεται μέτοχος τῶν παθημάτων Του στὴ γῆ, γιὰ νὰ γίνει μέτοχος καὶ τῆς δόξας Του στὸν οὐρανὸ (3).

Γιὰ τὸν μαθητὴ τοῦ Χριστοῦ «ὁ σταυρὸς του» γίνεται Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ. Γιατί ὁ ἀληθινὸς μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ μοναδικὸ σκοπὸ τῆς ζωῆς του ἔχει τὴν ἐκπλήρωση τῶν ἐντολῶν Ἐκείνου. Οἱ πανάγιες ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ γίνονται γιὰ τὸν μαθητὴ Του σταυρός, ποὺ πάνω του διαρκῶς σταυρώνει τὸν παλαιὸ ἁμαρτωλὸ ἑαυτὸ του «μαζὶ μὲ τὰ πάθη καὶ τὶς ἐπιθυμίες του» (4).

Ἔτσι γίνεται φανερὸ ὅτι, γιὰ νὰ σηκώσει κανεὶς τὸν σταυρό του καὶ ν’ ἀκολουθήσει τὸν Χριστό, πρέπει ν’ ἀπαρνηθεῖ τὸν ἑαυτό του νὰ τὸν ἀπαρνηθεῖ ὥς τὸν ἀφανισμὸ τῆς ψυχῆς του! Ναί. γιατί τόσο βαθιά, τόσο πληθωρικὰ διαπότισε ἡ ἁμαρτία τὴ φθαρμένη φύση μας, ὥστε ἡ ψυχὴ μας πρέπει ν’ ἀφανιστεῖ καὶ νὰ γεννηθεῖ πάλι ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.

Γιὰ νὰ σηκώσεις τὸν σταυρό σου, πρέπει, πρῶτον, νὰ ἀρνηθεῖς στὸ σῶμα τὴν ἱκανοποίηση τῶν ἰδιότροπων ἐπιθυμιῶν του, προσφέροντάς του μόνο τὰ ἀπαραίτητα γιὰ τὴ συντήρησή του· δεύτερον, νὰ παραδεχθεῖς ὅτι τὸ δίκαιό σου εἶναι ἀπάνθρωπη ἀδικία καὶ ἡ λογική σου τέλειος παραλογισμὸς ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ· καί, τρίτον, νὰ παραδοθεῖς στὸν Κύριο μὲ ἀκλόνητη πίστη καὶ νὰ ἐπιδοθεῖς στὴν ἐπιμελὴ σπουδὴ τοῦ Εὐαγγελίου, ἀποστέργοντας τὸ θέλημά σου.

Ὅποιος μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο ἀπαρνεῖται τὸν ἑαυτό του, εἶναι ἱκανὸς νὰ σηκώσει τὸν σταυρό του. Μὲ πνεῦμα ὑποταγῆς στὸν Θεὸ καὶ μὲ τὴν ἐπίκληση τῆς βοήθειάς Του, ἡ ὁποία ἔρχεται νὰ τὸν ἐνισχύσει, κοιτάζει ἄφοβα καὶ ἀτάραχα τὴ θλίψη νὰ τὸν πλησιάζει καὶ ἑτοιμάζεται μεγαλόψυχα νὰ τὴν ὑπομείνει. Ἐλπίζει ὅτι ἔτσι θὰ γίνει μέτοχος τῶν παθημάτων τοῦ Χριστοῦ καὶ θὰ φτάσει στὴν ὁμολογία Του, ὁμολογία μυστική, μὲ τὸν νοῦ καὶ τὴν καρδιά, ἀλλὰ καὶ φανερή, μὲ τὶς πράξεις καὶ ὁλόκληρη τὴ ζωή.

Ὅσο ὁ σταυρὸς παραμένει μόνο δικός μας, εἶναι πολὺ βαρύς. Ὅταν μεταβληθεῖ σὲ Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, γίνεται ἐξαιρετικὰ ἐλαφρός. «Γιατί ὁ ζυγός μου εἶναι ἁπαλὸς καὶ τὸ φορτίο μου ἐλαφρό», εἶπε ὁ Κύριος (5).

Ὁ σταυρὸς τοποθετεῖται στοὺς ὤμους τοῦ μαθητῆ τοῦ Χριστοῦ, ὅταν αὐτὸς ἀναγνωρίσει πὼς εἶναι ἄξιος τῶν θλίψεων ποὺ τοῦ ἔστειλε ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ.

Ὁ μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ σηκώνει ὀρθὰ τὸν σταυρό του, ὅταν παραδέχεται ὅτι οἱ θλίψεις εἶναι ἀπαραίτητες γιὰ τὴ μεταμόρφωσή του, τὴν ὁμοίωσή του μὲ τὸν Χριστὸ καὶ τὴ σωτηρία του.

Ἡ καρτερικὴ ἄρση τοῦ σταυροῦ σου εἶναι ἡ καθαρὴ θέαση καὶ ἐπίγνωση τῆς ἁμαρτωλότητάς σου. Σ’ αὐτὴ τὴν ἐπίγνωση δὲν ὑπάρχει αὐταπάτη. Ἀπεναντίας, ἂν ὁμολογεῖς πὼς εἶσαι ἁμαρτωλὸς ἀλλὰ βαρυγγωμᾶς γιὰ τὸν σταυρό σου, ἀποδεικνύεις πὼς ἔχεις ἐπιφανειακὴ γνώση τῆς ἁμαρτωλότητάς σου καὶ βρίσκεσαι μέσα στὴν αὐταπάτη.

Ἡ καρτερικὴ ἄρση τοῦ σταυροῦ σου εἶναι ἡ πραγματικὴ μετάνοια.

Καρφωμένος στὸν σταυρό, ὁμολόγησε μπροστὰ στὸν Κύριο πὼς οἱ ἀποφάσεις Του εἶναι ἀλάθητες. Κατηγόρησε τὸν ἑαυτό σου, δικαίωσε τὴν κρίση τοῦ Θεοῦ, καὶ θὰ λάβεις τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν σου.

Καρφωμένος στὸν σταυρό, γνώρισε τὸν Χριστό, καὶ θ’ ἀνοιχθοῦν γιὰ σένα οἱ πύλες τοῦ παραδείσου.

Καρφωμένος στὸν σταυρό σου, δόξασε τὸν Κύριο, ἀποδιώχνοντας ὡς ἄνομο καὶ βλάσφημο κάθε λογισμὸ παραπόνου καὶ γογγυσμοῦ.

Καρφωμένος στὸν σταυρό σου, εὐχαρίστησε τὸν Κύριο γι’ αὐτὸ τὸ ἀνεκτίμητο δῶρο Του, γιὰ τὴ δυνατότητα, δηλαδή, πού σοῦ δίνει νὰ Τὸν μιμηθεῖς μὲ τὶς ὀδύνες σου.

Καρφωμένος στὸν σταυρό σου, νὰ θεολογεῖς· γιατί ὁ σταυρὸς εἶναι τὸ ἀληθινὸ σχολεῖο, τὸ μοναδικὸ θησαυροφυλάκιο καὶ ὁ ὕψιστος θρόνος τῆς αὐθεντικῆς θεολογίας. Δίχως σταυρὸ δὲν ὑπάρχει ζωντανὴ γνώση τοῦ Θεοῦ.

«Μὴ ζητᾶς τὴν τελειότητα τοῦ νόμου τῆς ἐλευθερίας (δηλ. τοῦ Εὐαγγελίου) σὲ ἀνθρώπινες ἀρετές, γιατί τέλειος ἄνθρωπος μ’ αὐτὲς τὶς ἀρετὲς δὲν ὑπάρχει· ἡ τελειότητά του εἶναι κρυμμένη στὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ» (6).

Σὲ Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ μεταβάλλεται ὁ σταυρὸς τοῦ μαθητῆ τοῦ Χριστοῦ, ὅταν αὐτὸς τὸν σηκώνει μὲ εἰλικρινῆ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητάς του, εὐχαριστώντας καὶ δοξολογώντας τὸν Κύριο. Ἀπὸ τὴν εὐχαριστία καὶ τὴ δοξολογία ἔρχεται ἡ πνευματικὴ παρηγοριά. Ἡ εὐχαριστία καὶ ἡ δοξολογία γίνονται πλούσιες πηγὲς ἀσύλληπτης καὶ ἄφθαρτης χαρᾶς, ποὺ κοχλάζει εὐεργετικὰ μέσα στὴν καρδιά, ξεχύνεται στὴν ψυχή, ἁπλώνεται στὸ σῶμα, κυριεύει ὅλη τὴν ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου.

Ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ εἶναι γιὰ τοὺς σαρκικοὺς ἀνθρώπους ἀσήκωτος. Γιὰ τὸν μαθητὴ καὶ ἀκόλουθο τοῦ Χριστοῦ, ὅμως, εἶναι ἀστείρευτη πηγὴ ἀνέκφραστης πνευματικῆς εὐφροσύνης. Τόσο μεγάλη εἶναι αὐτὴ ἡ εὐφροσύνη, ποὺ ἐξουδετερώνει ἐντελῶς τὴ θλίψη καὶ τὸν πόνο (7).

Ἡ νεαρὴ Μαύρα εἶπε στὸν σύζυγό της Τιμόθεο, ὅταν ἐκεῖνος, ὑπομένοντας μὲ καρτερία φοβερὰ βασανιστήρια γιὰ τὴν πίστη του στὸν Χριστό, τὴν καλοῦσε στὸ μαρτύριο: Φοβᾶμαι, ἀδελφέ μου, νὰ μὴ δειλιάσω, ὅταν δῶ τὰ βασανιστικὰ ὄργανα καὶ τὸν ὀργισμένο ἡγεμόνα· φοβᾶμαι μήπως λυγίσω, ἐπειδὴ εἶμαι νέα". Καὶ ὁ Τιμόθεος τῆς ἀπάντησε: "Νὰ στηρίξεις τὴν ἐλπίδα σου στὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, καὶ τὰ βασανιστήρια θὰ γίνουν λάδι, ποὺ θὰ χυθεῖ πάνω στὸ σῶμα σου, θὰ γίνουν πνοὴ δροσιᾶς, ποὺ θὰ σὲ ἀνακουφίσει ἀπὸ τοὺς πόνους σου" (8).

Ὁ Σταυρὸς εἶναι ἡ δύναμη καὶ ἡ δόξα τῶν ἁγίων ὅλων τῶν αἰώνων.

Ὁ Σταυρὸς εἶναι ὁ θεραπευτὴς τῶν παθῶν καὶ ὁ ἐξολοθρευτὴς τῶν δαιμόνων.

Θανατηφόρος εἶναι ὁ σταυρός τους γιὰ ὅσους δὲν φρόντισαν νὰ τὸν μεταβάλουν σὲ Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, γιὰ ὅσους βαρυγγωμοῦν ἐνάντια στὴ θεία πρόνοια, γιὰ ὅσους παραδίνονται στὴν ἀπελπισία καὶ τὴν ἀπόγνωση. Οἱ ἁμαρτωλοὶ ποὺ δὲν ἔχουν ἐπίγνωση τῆς ἁμαρτωλότητάς τους, ἑπομένως οὔτε καὶ μετάνοια, πεθαίνουν γιὰ πάντα πάνω στὸν σταυρό τους καὶ στεροῦνται, ἀπὸ ἔλλειψη αὐτογνωσίας καὶ καρτερίας, τὴν ἀληθινὴ ζωή, τὴ ζωὴ μαζὶ μὲ τὸν Θεό. Οἱ ψυχὲς τους κατεβαίνουν ἀπὸ τὸν σταυρὸ τῶν θλίψεων μόνο νεκρές, γιὰ νὰ ριχθοῦν στὸν αἰώνιο τάφο, στὴ φυλακὴ τοῦ ἅδη.

Ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ ἀνυψώνει πάνω ἀπὸ τὴ γῆ τὸν σταυρωμένο σ’ αὐτὸν μαθητὴ τοῦ Χριστοῦ. Ὁ μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ, καρφωμένος στὸν σταυρό του καὶ Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, ἔχει τὶς σκέψεις του στραμμένες στὰ αἰώνια καὶ ἄφθαρτα ἀγαθά, μὲ τὸν νοῦ καὶ τὴν καρδιὰ του ζεῖ στὸν οὐρανὸ καὶ θεωρεῖ τὰ μυστήρια τοῦ Πνεύματος.

«Ὅποιος θέλει νὰ μὲ ἀκολουθήσει», εἶπε ὁ Κύριος, «ἂς ἀπαρνηθεῖ τὸν ἑαυτό του, ἂς σηκώσει τὸν σταυρό του καὶ ἂς μὲ ἀκολουθεῖ» (9). Ἀμήν.




1. Ματθ. 16:24.

2. Βλ. Ψαλμ. 118:38, 120.

3. Πρβλ Ρωμ. 8:17.

4. Γαλ. 5:24.

5. Ματθ. 11:30.

6. Ὁσίου Μάρκου τοῦ Ἀσκητοῦ, Περὶ νόμου πνευματικοῦ κεφάλαια Σ, λα'.

7. Βλ. τὸ Μαρτύριο τοῦ ἁγίου Εὐστρατίου, 13 Δεκεμβρίου, καὶ τὴν Προσευχή του στὴν ἀκολουθία τοῦ Μεσονυκτικοῦ τοῦ Σαββάτου.

8. Πρβλ. Μαρτύριο τῶν ἁγίων Τιμοθέου καὶ Μαύρας, 3 Μαΐου.

9. Ματθ. 16:24.

Τρίτη, Φεβρουαρίου 07, 2017

Πῶς νὰ προσέχει ὅποιος ζεῖ στὸν κόσμο




Πῶς πρέπει νὰ προσέχει τὸν ἑαυτὸ του ὅποιος ζεῖ μέσα στὸν κόσμο (1)


Ψυχὴ ὅλων τῶν ἀσκήσεων, ποὺ γίνονται γιὰ τὸν Κύριο, εἶναι ἡ προσοχή. Δίχως προσοχή, ὅλες αὐτὲς οἱ ἀσκήσεις εἶναι ἄκαρπες, νεκρές. Ὅποιος ποθεῖ τὴ σωτηρία του πρέπει νὰ μάθει νὰ προσέχει ἄγρυπνα τὸν ἑαυτό του, εἴτε ζεῖ στὴ μόνωση εἴτε ζεῖ μέσα στὸν περισπασμό, ὁπότε καμιὰ φορά, καὶ χωρὶς νὰ τὸ θέλει, παρασύρεται ἀπὸ τὶς συνθῆκες.

Ἂν ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ γίνει τὸ ἰσχυρότερο ἀπ’ ὅλα τ’ ἄλλα αἰσθήματα τῆς καρδιᾶς, τότε πιὸ εὔκολα θὰ προσέχουμε τὸν ἑαυτό μας, τόσο στὴν ἡσυχία τοῦ κελιοῦ μας ὅσο καὶ μέσα στὸν θόρυβο ποὺ μᾶς κυκλώνει ἀπὸ παντοῦ.

Στὴ διατήρηση τῆς προσοχῆς πολὺ συμβάλλει ἡ συνετὴ μετρίαση τῆς τροφῆς, ποὺ μειώνει τὴ θέρμη τοῦ αἵματος. Ἡ αὔξηση αὐτῆς τῆς θέρμης ἀπὸ τὰ πολλὰ φαγητά, ἀπὸ τὴν ἔντονη σωματικὴ δραστηριότητα, ἀπὸ τὸ ξέσπασμα τῆς ὀργῆς, ἀπὸ τὸ μεθύσι τῆς κενοδοξίας καὶ ἀπὸ ἄλλες αἰτίες προκαλεῖ πολλοὺς λογισμοὺς καὶ φαντασιώσεις, δηλαδὴ τὸν σκορπισμὸ τοῦ νοῦ. Γι’ αὐτὸ οἱ ἅγιοι πατέρες σ’ ἐκεῖνον ποὺ θέλει νὰ προσέχει τὸν ἑαυτὸ του συστήνουν πρὶν ἀπ’ ὅλα τὴ μετρημένη, διακριτικὴ καὶ διαρκῆ ἐγκράτεια ἀπὸ τὶς τροφὲς (2).

Ὅταν σηκώνεσαι ἀπὸ τὸν ὕπνο πρόκειται γιὰ μιὰ προεικόνιση τῆς ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν, ποὺ περιμένει ὅλους τοὺς ἀνθρώπους—, νὰ κατευθύνεις τὶς σκέψεις σου στὸν Θεό. Νὰ προσφέρεις σὰν θυσία σ’ Ἐκεῖνον τοὺς πρώτους καρποὺς τῆς λειτουργίας τοῦ νοῦ σου, ὅταν αὐτὸς δὲν ἔχει ἀκόμα προσλάβει καμιὰ μάταιη ἐντύπωση.

Ἀφοῦ ἱκανοποιήσεις ὅλες τὶς ἀνάγκες τοῦ σώματος, ὅπως κάθε ἄνθρωπος ποὺ σηκώνεται ἀπὸ τὸν ὕπνο, διάβασε μὲ ἡσυχία καὶ αὐτοσυγκέντρωση τὸν συνηθισμένο προσευχητικό σου κανόνα. Φρόντισε ὄχι τόσο γιὰ τὴν ποσότητα ὅσο γιὰ τὴν ποιότητα τῆς προσευχῆς. Αὐτὸ σημαίνει νὰ προσεύχεσαι μὲ ἀπόλυτη προσοχή. Ἔτσι θὰ φωτιστεῖ καὶ θὰ ζωογονηθεῖ ἡ καρδιὰ ἀπὸ τὴν κατάνυξη καὶ τὴ θεία παρηγοριά.

Μετὰ τὸν κανόνα τῆς προσευχῆς, προσπαθώντας πάλι μ’ ὅλες σου τὶς δυνάμεις γιὰ τὴ διατήρηση τῆς προσοχῆς, νὰ διαβάζεις τὴν Καινὴ Διαθήκη, κυρίως τὸ Εὐαγγέλιο. Διαβάζοντας, νὰ σημειώνεις μὲ ἐπιμέλεια τὶς παραγγελίες καὶ τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ, γιὰ νὰ κατευθύνεις σύμφωνα μ’ αὐτὲς ὅλες σου τὶς πράξεις τῆς ἡμέρας, φανερὲς καὶ κρυφές.

Ἡ ποσότητα τῆς μελέτης ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὶς δυνάμεις σου καὶ ἀπὸ τὶς περιστάσεις. Δὲν πρέπει νὰ βαραίνεις τὸν νοῦ σου μὲ ὑπέρμετρη ἀνάγνωση προσευχῶν ἤ τῆς Γραφῆς. Δὲν πρέπει, ἐπίσης, νὰ παραμελεῖς τὶς ὑποχρεώσεις σου γιὰ νὰ προσευχηθεῖς ἤ νὰ μελετήσεις περισσότερο. Ὅπως ἡ ἄμετρη χρήση ὑλικῆς τροφῆς προκαλεῖ διαταραχὲς στὸ στομάχι καὶ τὸ ἐξασθενίζει, ἔτσι καὶ ἡ ἄμετρη χρήση πνευματικῆς τροφῆς ἐξασθενίζει τὸν νοῦ, τοῦ προκαλεῖ ἀποστροφὴ πρὸς τὶς εὐσεβεῖς ἀσκήσεις καὶ τοῦ φέρνει ἀθυμία (3).

Στὸν ἀρχάριο οἱ ἅγιοι πατέρες συστήνουν νὰ προσεύχεται συχνὰ ἀλλὰ σύντομα. Ὅταν ὁ νοῦς ὡριμάσει πνευματικὰ καὶ δυναμώσει, τότε θὰ μπορεῖ νὰ προσεύχεται ἀδιάλειπτα. Σὲ τέτοιους χριστιανούς, ποὺ ἔχουν γίνει ὥριμοι, φτάνοντας στὰ μέτρα τῆς τελειότητας τοῦ Χριστοῦ (4), ἀναφέρονται τὰ λόγια τοῦ ἀποστόλου Παύλου: «Ἐπιθυμῶ νὰ προσεύχονται οἱ ἄνδρες σὲ κάθε τόπο καὶ νὰ σηκώνουν στὸν οὐρανὸ χέρια καθαρὰ (ἀπὸ κάθε μολυσμό), δίχως ὀργὴ καὶ λογισμοὺς» (5), δηλαδὴ δίχως ἐμπάθεια, περισπασμὸ ἤ μετεωρισμό. Γιατί αὐτὸ ποὺ εἶναι φυσικὸ γιὰ ἕναν ἄνδρα, δὲν εἶναι ἀκόμα φυσικὸ γιὰ ἕνα νήπιο.

Ἀφοῦ, λοιπόν, ὁ ἄνθρωπος φωτιστεῖ ἀπὸ τὸν Ἥλιο τῆς δικαιοσύνης, τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, μέσω τῆς προσευχῆς καὶ τῆς μελέτης, μπορεῖ νὰ ἐπιδοθεῖ στὶς καθημερινές του ἀσχολίες, προσέχοντας ὥστε σ’ ὅλα τὰ ἔργα καὶ τὰ λόγια του, σ’ ὅλη τὴν ὕπαρξή του νὰ κυριαρχεῖ καὶ νὰ ἐνεργεῖ τὸ πανάγιο θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὅπως αὐτὸ ἀποκαλύφθηκε καὶ ἐξηγήθηκε στοὺς ἀνθρώπους μὲ τὶς εὐαγγελικὲς ἐντολές.

Ἂν στὴ διάρκεια τῆς ἡμέρας ὑπάρχουν ἐλεύθερες στιγμές, χρησιμοποίησέ τες γιὰ νὰ διαβάσεις μὲ προσοχὴ μερικὲς ἐπιλεγμένες προσευχὲς ἤ περικοπὲς τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ἐνισχύοντας ἔτσι τὶς ψυχικές σου δυνάμεις, ποὺ ἔχουν ἐξασθενήσει ἀπὸ τὶς διάφορες δραστηριότητες μέσα στὸν πρόσκαιρο κόσμο. Ἂν τέτοιες χρυσὲς στιγμὲς δὲν ὑπάρχουν, νὰ λυπᾶσαι γι’ αὐτό, ὅπως ἂν εἶχες χάσει θησαυρό. Ὅ,τι χάθηκε σήμερα δὲν πρέπει νὰ χαθεῖ καὶ αὔριο, γιατί ἡ καρδιὰ μας εὔκολα παραδίνεται στὴ ραθυμία καὶ τὴ λήθη. Ἀπ’ αὐτές, πάλι, γεννιέται ἡ σκοτεινὴ ἄγνοια, ποὺ καταστρέφει τὸ ἔργο τοῦ Θεοῦ, τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου (6).

Ἂν συμβεῖ νὰ πεῖς ἤ νὰ κάνεις κάτι ποὺ ἔρχεται σὲ ἀντίθεση μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, τότε χωρὶς καθυστέρηση διόρθωσε τὸ σφάλμα σου μὲ τὴν εἰλικρινῆ μετάνοια. Μὲ τὴ μετάνοια νὰ ἐπιστρέφεις πάντα στὸν δρόμο τοῦ Θεοῦ, ὅταν ξεφεύγεις ἀπ’ αὐτόν, καταφρονώντας τὸ θεῖο θέλημα. Μὴ μένεις γιὰ πολὺ ἔξω ἀπὸ τὸν δρόμο τοῦ Θεοῦ! Στὶς ἁμαρτωλὲς σκέψεις καὶ φαντασιώσεις καὶ στὰ ἐμπαθῆ αἰσθήματα νὰ ἀντιπαραθέτεις μὲ πίστη καὶ ταπείνωση τὶς εὐαγγελικὲς ἐντολές, λέγοντας μαζὶ μὲ τὸν ἅγιο πατριάρχη Ἰωσήφ: «Πῶς μπορῶ νὰ κάνω αὐτὸ τὸ κακὸ καὶ ν’ ἁμαρτήσω μπροστὰ στὸν Θεό;» (7).

Ὅποιος προσέχει τὸν ἑαυτὸ του πρέπει ν’ ἀπαρνηθεῖ γενικὰ κάθε φαντασίωση, ὅσο ἑλκυστικὴ καὶ εὔσχημη κι ἂν φαίνεται αὐτή. Κάθε φαντασίωση εἶναι περιπλάνηση τοῦ νοῦ ὄχι στὴν περιοχὴ τῆς ἀλήθειας ἀλλὰ στὴ χώρα τῶν φαντασμάτων, ποὺ δὲν ὑπάρχουν οὔτε πρόκειται νὰ ὑπάρξουν καὶ ποὺ πλανοῦν τὸν νοῦ, ἐμπαίζοντάς τον. Συνέπειες τῶν φαντασιώσεων εἶναι ἡ ἀπώλεια τῆς προσοχῆς, ὁ σκορπισμὸς τοῦ νοῦ καὶ ἡ σκληρότητα τῆς καρδιᾶς τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς. Ἔτσι ἀρχίζει ἡ διαταραχὴ τῆς ψυχῆς.

Τὸ βράδυ, ὅταν πηγαίνεις γιὰ ὕπνο —πού, μετὰ τὴν ἐγρήγορση τῆς ἡμέρας καὶ σὲ σύγκριση μ’ αὐτήν, προεικονίζει τὸν θάνατο—, νὰ ἐξετάζεις τὶς πράξεις ποὺ ἔκανες ὅσο ἤσουνα ξύπνιος. Ἕνας τέτοιος αὐτοέλεγχος δὲν εἶναι δύσκολος γιὰ τὸν ἄνθρωπο ποὺ ζεῖ προσεκτικά. Γιατί ἡ προσοχὴ ἐξαφανίζει τὴ λήθη, ποὺ εἶναι φαινόμενο τόσο συνηθισμένο σ’ ὅποιον ἔχει περισπασμούς. Ἔτσι, λοιπόν, ἀφοῦ θυμηθεῖς ὅλες τὶς ἁμαρτίες ποὺ ἔκανες στὴ διάρκεια τῆς ἡμέρας, εἴτε μὲ πράξεις εἴτε μὲ λόγια εἴτε μὲ σκέψεις, ἐγκάρδια πρόσφερε γι’ αὐτὲς τὴ μετάνοιά σου στὸν Θεό, ἔχοντας τὴ διάθεση τῆς διορθώσεως. Μετὰ διάβασε τὸν κανόνα τῆς προσευχῆς σου. Τέλος, κλεῖσε τὴν ἡμέρα σου ὅπως τὴν ἄρχισες, δηλαδὴ μὲ θεϊκοὺς λογισμούς.

Τὴν ὥρα ποὺ κοιμᾶται ὁ ἄνθρωπος, ποῦ πᾶνε ὅλες οἱ σκέψεις καὶ τὰ αἰσθήματά του; Τί μυστικὴ κατάσταση εἶναι αὐτὴ τοῦ ὕπνου, κατὰ τὴν ὁποία τόσο ἡ ψυχὴ ὅσο καὶ τὸ σῶμα ζοῦν καὶ συνάμα δὲν ζοῦν, ἀποξενωμένα καθὼς εἶναι ἀπὸ τὴν αἴσθηση τῆς ζωῆς, σὰν νεκρά; Ἀκατανόητος εἶναι ὁ ὕπνος, ὅπως καὶ ὁ θάνατος. Ὅπως στὴν αἰώνια ἀνάπαυση, ἔτσι καὶ στὴν πρόσκαιρη τοῦ ὕπνου ἡ ψυχὴ ξεχνάει ἀκόμα καὶ τὶς πιὸ μεγάλες πίκρες, ἀκόμα καὶ τὶς πιὸ φοβερὲς ἐπίγειες συμφορές.

Καὶ τὸ σῶμα;!... Ἀφοῦ σηκώνεται ἀπὸ τὸν ὕπνο, ὁπωσδήποτε θὰ ἀναστηθεῖ καὶ ἀπὸ τοὺς νεκρούς.

Ὁ μεγάλος ἀββὰς Ἀγάθων εἶπε: «Εἶναι ἀδύνατο νὰ προκόψουμε στὴν ἀρετή, ἂν δὲν προσέχουμε ἄγρυπνα τὸν ἑαυτὸ μας» (8). Ἀμήν.






1. Συντάχθηκε γιὰ ἕναν εὐσεβῆ λαϊκὸ ποὺ ἤθελε νὰ ζεῖ προσεκτικὰ μέσα στὸν κόσμο.

2. Βλ Ὁσίου Φιλόθεού του Σιναΐτου, Νηπτικὰ κεφάλαια Μ', γ'. ιε'.

3. Πρβλ. Ἀββᾶ Ἰσαὰκ τοῦ Σύρου, Λόγοι Ἀσκητικοί, ΚΓ', 16-17.

4. Πρβλ. Ἐφ. 4:13.

5. Α' Τιμ. 2:8.

6. Πρβλ. Ὁσίου Μάρκου τοῦ Ἀσκητοῦ. Ἐπιστολὴ πρὸς Νικόλαον μονάζοντα Ὁσίου Πέτρου τοῦ Δαμασκηνοῦ, Βιβλίον Α', Περὶ ἐμπράκτου γνώσεως.

7. Γεν. 39:9

8. Πρβλ Τὸ Γεροντικόν, Ἀββᾶς Ἀγάθων, ἀπόφθεγμα η'.
πηγή

Σάββατο, Ιανουαρίου 07, 2017

Κυριακή μετά τα Φώτα Η αγάπη του Θεού προς τους αμαρτωλούς και η σωτηρία τους

Κυριακή μετά τα Φώτα
Ομιλία του Αγίου Ιγνατίου Μπριαντσιανίνωφ, επισκόπου Καυκάσου και Ευξείνου Πόντου, περί μετανοίας
(απόσπασμα)

[...] Ο Θεός εγνώριζε την ασθένεια των ανθρώπων. Εγνώριζε ότι και μετά το Βάπτισμα θα πίπτουν σε παραπτώματα και αμαρτίες. Γι’ αυτόν τον λόγο και εθέσπισε στην Εκκλησία του το Μυστήριον της Μετανοίας, δια της οποίας καθαρίζονται οι αμαρτίες που διεπράχθησαν μετά το Βάπτισμα.
Η μετάνοια πρέπει να συμβαδίζη με την πίστη στον Χριστό, και να προηγείται από το εις Χριστόν Βάπτισμα. Μετά δε το Βάπτισμα βοηθεί εκείνον που επίστευσε στον Χριστόν και εβαπτίσθη σ’ αυτόν, να διορθώση τις παραβάσεις των υποχρεώσεών του.

Όταν πολλοί από τα Ιεροσόλυμα και όλην την Ιουδαία κατέβαιναν στον Ιορδάνη για να βαπτισθούν από τον Ιωάννη, τον κήρυκα της μετανοίας, εξωμολογούντο σ’ αυτόν τις αμαρτίες των, όχι επειδή ο άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής είχε ανάγκη να γνωρίζη τις αμαρτίες των προσερχομένων σ’ αυτόν, όπως παρατηρεί κάποιος ιερός συγγραφεύς, αλλά διότι ήταν ανάγκη, χάριν της σταθερότητος της μετανοίας τους, μαζί με την λύπη τους για την διάπραξη αμαρτημάτων, να συνενώσουν και την εξομολόγηση των αμαρτιών τους.
 
Η ψυχή που γνωρίζει ότι πρέπει να εξομολογηθή τις αμαρτίες της, λέγει ο ίδιος άγιος, συγκρατείται με αυτήν την ιδία την σκέψη ωσάν με χαλινόν, να μην επαναλάβη τις προηγούμενες αμαρτίες. Αντιθέτως, οι αμαρτίες που δεν έγιναν αντικείμενον εξομολογήσεως, επαναλαμβάνονται με άνεση, ωσάν να διεπράχθησαν στο σκότος.
Με την εξομολόγηση των αμαρτιών καταλύεται η φιλική μας σχέσις προς αυτές. Το μίσος προς τις αμαρτίες είναι σημάδι αληθινής μετανοίας, και αποφασιστικότητος του εξομολογουμένου να ζήση ζωήν ενάρετον.

Αν απέκτησες την έξη
 [=συνήθεια] προς αμαρτωλές πράξεις, τότε να τις εξομολογήσαι συχνά, και σύντομα θα ελευθερωθής από την αιχμαλωσία σου σ’ αυτές, και έτσι με ευκολία και χαρά θα ακολουθής τον Κύριόν μας Ιησούν Χριστό.
Αν κάποιος καταδίδει συνεχώς τους φίλους του, οι φίλοι του γίνονται εχθροί του και απομακρύνονται σαν από καταδότη, που επιδιώκει στην πραγματικότητα την καταστροφή τους. Αν κάποιος εξομολογήται τα αμαρτήματά του, αυτά υποχωρούν και τον εγκαταλείπουν, διότι οι αμαρτίες θεμελιώνονται και στηρίζονται επάνω στην υπερηφάνεια της πεπτωκυίας φύσεως, και δεν αντέχουν την αποκάλυψή τους και τον ονειδισμό.

Όποιος με την ελπίδα να μετανοήση, αμαρτάνει εκ προαιρέσεως και με την πρόθεσή του, αυτός συμπεριφέρεται ύπουλα έναντι του Θεού. Και όποιος, ελπίζοντας ότι θα μετανοήση, αμαρτάνει αυτοπροαιρέτως και με πρόθεση να ενεργήση έτσι, αυτός πλήττεται απροσδοκήτως από τον θάνατο, και δεν του παρέχεται ο καιρός τον οποίον σκοπεύει να αφιερώση στην αρετή.
 

Με το μυστήριον της εξομολογήσεως καθαρίζονται και εκπλύνονται τελείως όλες οι αμαρτίες που έχουν διαπραχθή εν λόγω ή έργω ή διανοία. Για να εξαλειφθούν από την καρδία οι αμαρτωλές συνήθειες που με την πάροδο των ετών έχουν ριζώσει μέσα της, χρειάζεται να εμμένη κανείς συνεχώς και σταθερά στην μετάνοια.
 
Η συνεχής και σταθερά μετάνοια βιώνεται ως συνεχής συντριβή του πνεύματος, και συνίσταται στην πάλη με τους λογισμούς και τις επιθυμίες, με τα οποία εκδηλώνεται το κρυμμένο στην καρδίαν αμαρτωλόν πάθος, στην χαλιναγώγηση των σωματικών αισθήσεων και της κοιλίας, στην ταπεινή προσευχή και στην συχνή εξομολόγηση.

Αδελφοί, με την εκουσία αμαρτία έχουμε χάσει την αγίαν αγνότητα, την καθαρότητα και αθωότητα, που παραβιάζεται όχι μόνον από την αμαρτωλή πράξη, αλλά ακόμη και από την γνώση του κακού. Έχουμε χάσει την καθαρότητα και αθωότητα, μέσα στην πνευματικήν αίγλη και ακτινοβολία της οποίας μας έφεραν στο είναι, κατά την γένεση, τα χέρια του Δημιουργού.
 
Έχουμε χάσει ακόμη και την καθαρότητα που ελάβαμε κατά την ανάπλασή μας με το άγιον Βάπτισμα. Στον δρόμο της ζωής έχουμε κηλιδώσει με ποικίλες αμαρτίες τον χιτώνα μας, τον οποίον ο Λυτρωτής μας είχε καθαρίσει και λευκάνει προς χάριν μας.
Το μόνο που μας έχει απομείνει είναι το ύδωρ, το ύδωρ της μετανοίας. Τι θα απογίνωμε εάν αμελήσωμε και καταφρονήσωμε και αυτό το λουτρόν του καθαρισμού; Θα αναγκασθούμε να παρουσιασθούμε ενώπιον του Θεού με ψυχήν παραμορφωμένην από την αμαρτία, και Εκείνος θα εμβλέψη φοβερός σε μια τοιαύτη μολυσμένην ψυχή, και θα την καταδικάση στο πυρ της γεένης.

«Λούσασθε». λέγει Κύριος ο Θεός στους αμαρτωλούς, «και καθαροί γίνεσθε, αφέλετε τας πονηρίας από των ψυχών υμών, απέναντι των οφθαλμών μου, παύσασθε από των πονηριών υμών… και δεύτε διαλεχθώμεν».
 
Και πώς τελειώνει η δικαία αυτή κρίσις του Θεού, η κρίσις του για την μετάνοια, στην οποία συνεχώς καλεί τον αμαρτωλόν κατά τον καιρόν της επιγείου ζωής του; Όταν ο άνθρωπος ομολογήση τις αμαρτίες του, και αποφασίση να μετανοήση ειλικρινώς και να διορθωθή, τότε ο Θεός λύει την κρίση που υπήρχε μαζί του με την ακόλουθον απόφαση: «Και εάν ώσιν αι αμαρτίαι υμών ως φοινικούν, ως χιόνα λευκανώ, εάν δε ώσιν ως κόκκινον, ως έριον λευκανώ».
Αν όμως ο χριστιανός καταφρονήση αυτήν την τελευταία, την πολυεύσπλαχνο κρίση του Θεού, τότε του ανακοινώνεται από τον Θεόν η οριστική του καταδίκη στο αιώνιον πυρ.

«Το χρηστόν του Θεού», λέγει ο Απόστολος Παύλος, «εις μετάνοιαν σε άγει». Ο Θεός βλέπει τα αμαρτήματά σου, παρατηρεί με μακροθυμία τις αμαρτίες που διαπράττεις κάτω από το βλέμμα του, την αλυσίδα των αμαρτιών που διεμόρφωσαν όλον σου τον βίο. Αναμένει την μετάνοιά σου, και συνάμα αναθέτει στην ελευθέρα προαιρεσή σου την επιλογήν της σωτηρίας σου ή της καταδίκης σου στο αιώνιον πυρ. Συ όμως καταχράσαι την αγαθότητα και την μακροθυμία του Θεού! Ουδεμία διόρθωσις και βελτίωσις μέσα σου! Η αδιαφορία σου αντιθέτως αυξάνει! Αυξάνει μέσα σου η αμέλεια και η περιφρόνησίς σου προς τον Θεόν αλλά και προς την ιδική σου, την αιώνια τύχη σου. Ενδιαφέρεσαι, μόνο για το πώς θα πληθύνης τις αμαρτίες σου, και στις προηγούμενες αμαρτίες σου προσθέτεις νέες και χειρότερες!
 
«Κατά την σκληρότητά σου και αμετανόητον καρδίαν θησαυρίζεις σεαυτώ οργήν εν ημέρα οργής και αποκαλύψεως και δικαιοκρισίας του Θεού, oς αποδώσει εκάστω κατά τα έργα αυτού. Τοις μεν καθ’ υπομονήν έργου αγαθού δόξαν και τιμήν και αφθαρσίαν ζητούσι, ζωήν αιώνιον, τοις δε εξ εριθείας (από φιλόνεικο διάθεση δηλαδή), και απειθούσι μεν τη αληθεία, πειθομένοις δε τη αδικία, θυμός και οργή. Θλίψις και στενοχωρία επί πάσαν ψυχήν ανθρώπου του κατεργαζομένου το κακόν».
Αμήν.

Από το βιβλίο Πατερικόν Κυριακοδρόμιον, σελίς 647 και εξής.
 
Επιμέλεια κειμένου, Δημήτρης Δημουλάς.
Αναβάσειςorp.gr 

Σάββατο, Δεκεμβρίου 31, 2016

"ΣΤΟ ΙΚΡΙΩΜΑ ΘΑ ΤΟΥΣ ΣΤΕΛΝΕΙ Ο ΨΕΥΔΟΜΕΣΣΙΑΣ ΚΑΙ ΕΚΕΙΝΟΙ ΘΑ ΝΟΜΙΖΟΥΝ ΟΤΙ ΠΗΓΑΙΝΟΥΝ ΣΕ ΓΑΜΗΛΙΟ ΔΕΙΠΝΟ"


Τόν καιρό τού Αντίχριστου, όταν θα έρθουν τά μεγάλα δεινά, όλοι οι αληθινά πιστοί θα κραυγάσουν προσευχητικά στον Θεό. Θα κραυγάσουν γιά βοήθεια, γιά προστασία, γιά αποστολή της θείας χάριτος, προκειμένου αυτή να τούς ενισχύσει καί να τούς καθοδηγήσει. Οι ανθρώπινες δυνάμεις καί των πιστών ακόμη ανθρώπων θα είναι ανεπαρκείς γιά ν’ αντισταθούν στις ενωμένες δυνάμεις των πεσμένων αγγέλων καί ανθρώπων, οι όποιοι θα μάχονται λυσσαλέα καί απεγνωσμένα, καθώς θα προαισθάνονται ότι «λίγος καιρός τούς απομένει».
Αλλά ή θεία χάρη θα σκεπάσει τούς εκλεκτούς τού Θεού. Θα τούς κάνει να αποστραφούν τά θέλγητρα του πλάνου, να αψηφήσουν τίς απειλές του, να καταφρονήσουν τά θαύματά του. Θα τούς δώσει τή δύναμη να ομολογήσουν μέ ανδρεία τόν αληθινό Σωτήρα τών ανθρώπων καί να αποκηρύξουν τόν ψευδομεσσία, πού θα έχει έρθει γιά να καταστρέφει τούς ανθρώπους. Ό ψευδομεσσίας θα τούς στέλνει στο ικρίωμα, άλλά αυτοί θα αισθάνονται σάν να βρίσκονται σε βασιλικούς θρόνους ή σε γαμήλιο δείπνο. Γιατί ή αίσθηση της Αγάπης του Θεού είναι πιο γλυκιά από την αίσθηση της ζωής.
Όπως τά βάσανα πριν από τόν θάνατο καί τά βάσανα πού συνοδεύουν τόν θάνατο αποτελούν γιά τόν αμαρτωλό την αρχή τών αιώνιων βασάνων, έτσι καί τά παθήματα καί ό βίαιος θάνατος γιά τόν Χριστό αποτελούν γιά τόν πιστό δούλο Του την αρχή της αιώνιας ευφροσύνης τού παραδείσου. Αυτό φαίνεται καθαρά από την ενέργεια της θείας χάριτος στούς μάρτυρες τών πρώτων αιώνων τού Χριστιανισμού. Στήν αρχή ή χάρη τούς άφηνε να δείξουν την προαίρεσή τους. Με τά πρώτα βασανιστήρια, όμως, ερχόταν ή βοήθεια από τόν ουρανό, κάνοντάς τους να ποθούν τό μαρτύριο καί τόν θάνατο γιά τόν Χριστό.
Ό Κύριος, προαναγγέλλοντας τίς θλίψεις πού θα προηγηθούν της δευτέρας παρουσίας Του, πρόσταξε τούς μαθητές Του να αγρυπνούν καί να προσεύχονται: «Να προσέχετε, να αγρυπνείτε καί να προσεύχεστε, γιατί δεν ξέρετε πότε θα έρθει ό καιρός». Ή προσευχή είναι πάντοτε αναγκαία καί ωφέλιμη στον άνθρωπο. Γιατί αυτή τόν κρατά σε κοινωνία μέ τόν Θεό καί κάτω από τή σκέπη Του- αυτή τόν προφυλάσσει από τή φιλαυτία καί την αυτοπεποίθηση, από τίς πλάνες της κενοδοξίας καί της υπερηφάνειας, τίς πλάνες πού οφείλονται είτε στήν πεσμένη φύση του είτε στούς λογισμούς καί τίς φαντασίες πού σπέρνουν τά πονηρά πνεύματα στον νου του. Στούς καιρούς τών θλίψεων καί τών κινδύνων, ορατών ή αόρατων, ή προσευχή χρειάζεται ακόμα πιο πολύ. Ελκύει τή θεία βοήθεια, επειδή εκφράζει την άρνησή μας στήν αυτοπεποίθηση, εκφράζει την ελπίδα μας στον Θεό. Ό παντοδύναμος Θεός γίνεται βοηθός εκείνου πού προσεύχεται στις δύσκολες περιστάσεις, καί τόν βγάζει άπ’ αυτές με την πρόνοιά Του.
Ή θεογνωσία, ή ζωντανή πίστη, ή ευλογημένη ταπεινοφροσύνη καί ή καθαρή προσευχή συνιστούν τό πνευματικό φρόνημα, αποτελούν τά επιμέρους στοιχεία του. Απεναντίας, ή αγνωσία τού Θεού, ή απιστία, ή τύφλωση τού πνεύματος, ή αυτοπεποίθηση καί ή υπερηφάνεια συνιστούν τό σαρκικό φρόνημα. Τό σαρκικό φρόνημα δεν γνωρίζει τόν Θεό. Τό σαρκικό φρόνημα δεν δέχεται άλλά καί δεν κατανοεί τά μέσα μέ τά όποια ό Θεός οδηγεί τόν άνθρωπο στη θεογνωσία. Τό σαρκικό φρόνημα αποτελεί αυτό καθεαυτό ένα εσφαλμένο καί ψυχόλεθρο μέσο γιά την απόκτηση της θεογνωσίας σύμφωνα μέ τή δική του αντίληψη. Τό σαρκικό φρόνημα ζητάει «σημεία από τόν ουρανό». Αμήν.

Τετάρτη, Ιουλίου 06, 2016

Έσχατοι χρόνοι και διαβολικά δίχτυα.-Άγιος Ιγνάτιος Μπριαντσανίνωφ

Φωτο:cretalive.gr
Τί λέει, λοιπόν, ο Θεός;
 Κάνει μια προφητεία, που ήδη επαληθεύεται.
 Στους έσχατους καιρούς, προαναγγέλλει,
 «επειδή θα πληθύνει η κακία, η αγάπη των πιο πολλών θα ψυχρανθεί». 
Ο αδιάψευστος λόγος του Θεού, ο πιο στέρεος από τον ουρανό και τη γη, μας προειδοποιεί ότι στους έσχατους καιρούς θα αυξηθούν τόσο τα δια­βολικά δίχτυα όσο και οι άνθρωποι που θα πιάνονται σ’ αυτά.
Πράγματι!
Κοιτάζω τον κόσμο.
Και τί βλέπω;
Τα δί­χτυα του διαβόλου, αν τα συγκρίνουμε μ’ εκείνα της πρωτοχριστιανικής εποχής, αυξήθηκαν πολύ, πολλαπλασιάστηκαν ανυπολόγιστα. Πολλαπλασιάστηκαν τα βιβλία με τις ψεύτικες διδασκαλίες.
Πολλαπλασιάστηκαν οι άνθρωποι που ενσαρκώνουν διάφορες πλάνες και τις μεταδίδουν στους άλλους.
Πολλοί λίγοι, ελάχιστοι είναι πια εκείνοι που ακολουθούν την αγία αλήθεια. Ενισχύθηκε ο σεβασμός προς τις φυσικές αρετές των Ιουδαί­ων και των ειδωλολατρών.
Η γνώση των χριστιανικών αρετών μειώθηκε και η έμπρακτη εργασία τους σχεδόν εξαφανίστηκε. Η υλιστική ζωή κυριαρχεί και η πνευμα­τική ζωή τρεμοσβήνει. Οι σωματικές απολαύσεις και οι βιοτικές μέριμνες καταβροχθίζουν τον χρόνο μας. Δεν έχουμε καιρό ούτε να σκεφτούμε τον Θεό.
 «Επειδή θα πληθύνει η κακία, θα ψυχρανθεί η αγάπη των πιο πολλών»,
κι εκείνων ακόμα που θα αγαπούσαν θερμά τον Θεό, αν το κακό δεν ήταν τόσο διάχυτο, αν τα δίχτυα του κοσμοκράτορα διαβόλου δεν είχαν τόσο πολλαπλασιαστεί.
Δικαιολογημένη ήταν η λύπη του Μεγάλου Αντωνί­ου.
 Πιο δικαιολογημένη είναι η λύπη του χριστιανού του καιρού μας, που βλέπει τα σατανικά δίχτυα.
 Εύλογο είναι το θρηνητικό ερώτημά του:
Κύριε, ποιός μπορεί να ξεφύγει απ’ αυτά τα δίχτυα και να σωθεί;”.Την απάντηση την έδωσε ο Κύριος στον μεγάλο όσιο της ερήμου:
 «Η ταπεινοφροσύνη ξεφεύγει απ’ αυτά τα δίχτυα, που δεν μπορούν ούτε να την αγγίξουν!».Θεϊκή απάντηση!
 Απάντηση που διώχνει από την καρδιά κάθε αμφιβολία.
Η απάντηση αυτή με δύο λό­για αποκαλύπτει τον σίγουρο τρόπο κατατροπώσεως του εχθρού μας, τον σίγουρο τρόπο διαλύσεως των πολύπλοκων παγίδων του, που στήνει με μαεστρία χάρη στην πολυχρόνια και καταχθόνια εμπειρία του.
Ας περιτειχίσουμε με την ταπείνωση τον νου, μην αφήνοντάς τον να κυνηγά τις γνώσεις ανεξέλεγκτα και απερίσκεπτα.
Ας τον φυλάξουμε από την επιρροή των αιρετικών διδασκαλιών, που κρύβονται συχνά πίσω από το όνομα και το προσωπείο της χριστιανικής διδασκαλίας.
Ας τον κάνουμε να υπακούει ταπεινά στην Εκκλησία,
«ανατρέποντας ψεύτικους ισχυρισμούς και καθετί που ορθώνεται με αλαζονεία εναντίον της γνώσεως του Θεού».
 Όλος θλίψη, όλος δυσκολία είναι στην αρχή για τον νου ο στενός δρόμος της υπακοής στην Εκκλησία.
Τελικά, όμως, αυτός ο δρόμος τον φέρνει στην ευρυχωρία και την ελευθερία της πνευματικής γνώσεως.
Μπροστά στην πνευματική γνώση εξαφανίζονται όλες οι ενστάσεις της σαρκικής και της ψυχικής λογικής εναντίον της ακριβούς υποταγής στην Εκκλησία.
Ας μην επιτρέπουμε στον νου μας τη μελέτη πνευμα­τικών βιβλίων πέρα από εκείνα που έχουν συντάξει οι συγγραφείς της Εκκλησίας μας, οι συγγραφείς για τους οποίους υπάρχει σαφής εκκλησιαστική μαρτυρία ότι αποτελούν όργανα του Αγίου Πνεύματος.
 Όποιος μελετά τα έργα των αγίων αυτών συγγραφέων, οπωσδήποτε κοινωνεί με το Άγιο Πνεύμα που οικούσε μέσα τους και μιλού­σε με το στόμα τους.
Όποιος, αντίθετα, μελετά τα συγ­γράμματα των αιρετικών, έστω κι αν αυτοί αποκαλούνταν άγιοι, κοινωνεί με το πονηρό πνεύμα της πλάνης και, δεί­χνοντας τον κρυφό εγωισμό του με την ανυπακοή στην Εκκλησία πέφτει στα δίχτυα του κοσμοκράτορα.
Τί να κάνουμε με την καρδιά μας;
Αυτή την αγριελιά ας την μπολιάσουμε μ’ ένα κλαδάκι από ήμερη και καρ­ποφόρα ελιά, ας την κεντρίσουμε με τα χαρακτηριστικά του Χριστού, ας της μεταδώσουμε την ευαγγελική τα­πείνωση, ας την αναγκάσουμε να οικειωθεί το θέλημα του Θεού. Θα διαπιστώσουμε τότε την εναντίωσή της στο Ευαγγέλιο, την ακατάπαυστη αντιλογία της στις θείες εντολές, την πεισματική ανυποταξία της στον Κύριο.
Σ’ αυτή την αντίδραση της καρδιάς μας θα δούμε σαν σε καθρέφτη την πτώση του ανθρώπινου γένους, τη δική μας πτώση. Βλέποντάς την, ας κλάψουμε μπροστά στον Θεό και Πλάστη και Σωτήρα μας, ας πονέσουμε λυτρω­τικά.
Και όσο δεν θεραπευόμαστε από τα πάθη, ας πα­ραμένουμε σ’ αυτόν τον πόνο. Γιατί «καρδιά συντριμμένη και ταπεινωμένη δεν θα την εγκαταλείψει ο Θεός», δεν θα την αφήσει στα χέρια του εχθρού. Ο Θεός, ως Πλάστης μας και απόλυτος Κύριός μας, μπορεί να αναπλάσει την καρδιά μας, αν αυτή αδιάλειπτα Τον ικετεύει με δάκρυα, και να την μεταβάλει από καρδιά φιλάμαρτη σε καρδιά φιλόθεη, αγία.
Ας φυλάμε συνεχώς τις σωματικές μας αισθήσεις, μην αφήνοντας την αμαρτία να περνά μέσ’ απ’ αυτές στο εσωτερικό της ψυχής.
Ας χαλιναγωγήσουμε τα φι­λοπερίεργα μάτια μας και τα φιλοπερίεργα αυτιά μας.
Ας επιβάλουμε σκληρή τιμωρία στη γλώσσα μας, το μι­κρό αυτό μέλος του σώματος που προκαλεί τόσο ισχυ­ρούς σεισμούς.
Ας ταπεινώσουμε τις άλογες σαρκικές ορμές με την εγκράτεια, την αγρυπνία, τον σωματικό κόπο, τη συχνή μνήμη του θανάτου, την αδιάλειπτη και προσεκτική προσευχή.
 Πόσο λίγο διαρκούν οι σωματι­κές απολαύσεις!
 Και με πόση δυσοσμία τελειώνουν! Απεναντίας, όταν το σώμα, περιτειχισμένο με την εγκράτεια και τη φύλαξη των αισθήσεων, λουσμένο στα δά­κρυα της μετάνοιας και αγιασμένο με την αδιάλειπτη προσευχή, γίνεται μυστικός ναός του Αγίου Πνεύματος, όλες οι απόπειρες του εχθρού για την παγίδευση του ανθρώπου αποτυχαίνουν.
Η ταπεινοφροσύνη καταστρέφει όλα τα δίχτυα του διαβόλου, τα οποία δεν μπορούν ούτε να την αγγίξουν!.
 
(Αγίου Ιγνατίου Μπριαντσανίνωφ, Ασκητικές εμπειρίες, τ. Β΄, εκδ. Ι. Μ. Παρακλήτου 2009, σ. 155-159)
 
Το  είδαμε εδώ

Πέμπτη, Μαΐου 26, 2016

Ἡ προετοιμασία γιὰ τὴν προσευχή


Ἅγιος Ἰγνάτιος Brianchaninov (Ἐπίσκοπος Καυκάσου καί Μαύρης Θάλασσας)



Ἡ προσευχὴ ἔχει μεγάλη σημασία γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ γι’ αὐτὸ θὰ πρέπει νὰ ὑπάρξει ἡ σωστὴ προετοιμασία πρὶν ἀπὸ αὐτὴν - ὅπως λέει καὶ ἡ Παλαιὰ Διαθήκη: «Προετοιμάσου πρὶν προσευχηθεῖς καὶ μὴν γίνεσαι σὰν ἕνας ποὺ πειράζει τὸν Κύριο».

«Ὅταν θὰ σταθοῦμε μπροστὰ στὸν βασιλέα καὶ Θεό μας γιὰ νὰ συζητήσουμε μαζί Του», λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, «ἂς μὴν βιαστοῦμε νὰ τὸ κάνουμε χωρὶς προετοιμασία μήπως καὶ μᾶς δεῖ ἀπὸ μακρυὰ νὰ μὴν ἔχουμε τὰ ὅπλα καὶ τὴν στολὴ ποὺ ἁρμόζουν γιὰ τὴν παρουσίαση ἐνώπιον τοῦ Βασιλέως καὶ διατάξει τοὺς ὑπηρέτες καὶ δούλους Του νὰ μᾶς δέσουν καὶ νὰ μᾶς ἐξορίσουν μακρυὰ ἀπὸ τὸ πρόσωπό Του καὶ τὶς δεήσεις μας νὰ τὶς σχίσουν καὶ νὰ τὶς πετάξουν στὸ πρόσωπό μας».

Ἡ πρώτη προετοιμασία συνίσταται στὸ νὰ ἐκδιωχθεῖ ἡ πικρία καὶ ἡ κατάκριση γιὰ τὸν πλησίον. Αὐτὴ ἡ προετοιμασία διατάσσεται ἀπὸ τὸν Κύριόν μας. «Καὶ ὅταν στήκητε προσευχόμενοι ἀφίετε εἴ τι ἔχετε κατὰ τινὸς ἵνα καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος ἀφῇ ὑμῶν τὰ παραπτώματα ὑμῶν. Εἰ δε ὑμεῖς οὐκ ἀφίετε, οὐδὲ ὁ πατὴρ ὑμῶν ἀφήσει τὰ παραπτώματα ὑμῶν».


Ἡ περαιτέρω προετοιμασία περιλαμβάνει τὴν ἐκδίωξη τῶν βιοτικῶν μεριμνῶν μὲ τὴν δύναμη τῆς πίστης στὸν Θεὸ καὶ μὲ τὴν δύναμη τῆς ὑπακοῆς καὶ τῆς παράδοσης στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἐπίσης μὲ τὴν ἀναγνώριση τῆς προσωπικῆς ἁμαρτωλότητος ποὺ ἔχει σὰν ἐπακόλουθο τὴν συντριβὴ καὶ ταπείνωση τοῦ πνεύματος. «Ἂν ἐπιθυμοῦσες θυσίες θὰ σοῦ τὶς πρόσφερα» λέει ὁ προφήτης Δαυὶδ στὸν Θεὸ ἐκ μέρους ὁποιουδήποτε ποὺ ἔπεσε καὶ παραμένει στὴν πτώση. Ὄχι μόνο μιὰ μερικὴ θυσία τοῦ σώματος καὶ τῆς ψυχῆς ἀλλὰ καὶ πλήρη «...ὁλοκαυτώματα οὐκ εὐδοκήσεις. Θυσία τῷ Θεῷ πνεῦμα συντετριμμένον, καρδίαν συντετριμμένην καὶ τεταπεινωμένην ὁ Θεὸς οὐκ ἐξουδενώσει».

Ὁ Ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος ἐπαναλαμβάνει τὸ ἀπόφθεγμα ἑνὸς ἄλλου ἁγίου: « Ἐὰν ἕνας δὲν ἀναγνωρίζει τὸν ἑαυτό του ὡς ἁμαρτωλὸ ἡ προσευχή του δὲν εἶναι δεκτὴ στὸν Θεό».

Θὰ πρέπει νὰ στέκεται ἕνας μπροστὰ στὸν ἀόρατο Θεὸ σὰν νὰ Τὸν βλέπει καὶ μὲ τὴν πεποίθηση ὅτι τὸν βλέπει καὶ τὸν ἀκούει προσεκτικά. Θὰ πρέπει νὰ στέκεται ἕνας μπροστὰ στὸν ἀόρατο Θεό, ἀκριβῶς ὅπως ἕνας ἔνοχος ἐγκληματίας ποὺ εἶναι καταδικασμένος γιὰ ἀναρίθμητα ἐγκλήματα σὲ θάνατο στέκεται μπροστὰ σ’ ἕνα αὐστηρὸ καὶ ἀμερόληπτο δικαστή. Ἀκριβῶς! Στέκεται μπροστὰ στὸν Κυρίαρχο Δεσπότη καὶ Κριτή του, μπροστὰ στὸν Δικαστὴ στὸ βλέμμα τοῦ Ὁποίου καμμιὰ ἀνθρώπινη ψυχὴ δὲν θὰ δικαιωθεῖ• ὁ Ὁποῖος πάντα δικαιώνεται στὶς κρίσεις Του• ὁ Ὁποῖος, δὲν καταδικάζει παρὰ μόνον ὅταν μέσα στὴν ἀνέκφραστη ἀγάπη Του συγχωρεῖ κάποιου τὶς ἁμαρτίες του καὶ δὲν εἰσέρχεται εἰς κρίσιν μετὰ τοῦ δούλου Του.

Νοιώθοντας τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ καὶ αἰσθανόμενος ἀπ’ αὐτὸν τὸν φόβο τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ, ὅταν ἕνας προσεύχεται θὰ δεῖ -χωρὶς νὰ βλέπει - μὲ μιὰ πνευματικὴ αἴσθηση, Αὐτὸν ποὺ εἶναι ἀόρατος, θὰ ἀντιληφθεῖ ὅτι ἡ προσευχὴ εἶναι τὸ νὰ στέκεται μὲ συναίσθηση ὅτι βρίσκεται μπροστὰ στὴν φοβερὴ κρίση τοῦ Θεοῦ.

Στάσου στὴν προσευχὴ μὲ τὸ κεφάλι σκυφτὸ καὶ τὰ πόδια ἀλύγιστα καὶ ἀκίνητα• βοήθησε τὴν προσευχή σου μὲ συντριβὴ τῆς καρδίας μὲ ἀναστεναγμοὺς ἀπὸ τὰ βάθη τῆς ψυχῆς καὶ ἄφθονα δάκρυα. Μία εὐλαβικὴ ἐξωτερικὴ στάση στὴν προσευχὴ εἶναι πολὺ βοηθητικὴ γιὰ ὅλους ποὺ παλεύουν στὴν κονίστρα τῆς προσευχῆς, ἰδίως στοὺς ἀρχαρίους στοὺς ὁποίους ἡ διάθεση τῆς ψυχῆς συμμορφώνεται σὲ μεγάλο βαθμὸ μὲ τὴ στάση τοῦ σώματος.

Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος παραγγέλλει εὐχαριστίες ὅταν προσευχόμαστε: «Τῇ προσευχῇ προσκαρτερεῖτε, γρηγοροῦντες ἐν αὐτῇ ἐν εὐχαριστίᾳ.» Ὁ Ἀπόστολος λέει ἀκόμη ὅτι τὴν εὐχαριστία τὴν προστάζει ὁ ἴδιος ὁ Θεός: «ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε• ἐν παντὶ εὐχαριστεῖτε• τοῦτο γὰρ θέλημα Θεοῦ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ εἰς ὑμᾶς».

Ποιὰ εἶναι ἡ σημασία τῆς εὐχαριστίας; Εἶναι ὅτι δίνει εὐχαριστίες στὸν Θεὸ γιὰ τὶς ἄπειρές Του εὐλογίες ποὺ ξεχύνονται σὲ ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα καὶ στὸν καθένα. Μὲ μία τέτοια εὐχαριστία ἡ ψυχὴ γεμίζει μὲ μιὰ θαυμάσια εἰρήνη• καὶ γεμίζει μὲ εἰρήνη παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι λύπες τὴν περιζώνουν ἀπ’ ὅλες τὶς πλευρές. Μὲ τὴν εὐχαριστία ὁ ἄνθρωπος ἀποκτᾶ μία ζωντανὴ πίστη ἔτσι ὥστε νὰ ἀπορρίπτει κάθε ἀνησυχία γιὰ τὸν ἑαυτό του, καταπατᾶ τὸν φόβο τῶν ἀνθρώπων καὶ τῶν δαιμόνων καὶ παραδίδεται ὁλοκληρωτικὰ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.

Μιὰ τέτοια διάθεση τῆς ψυχῆς εἶναι μιὰ θαυμάσια προδιάθεση καὶ προετοιμασία γιὰ προσευχή. Λέγει ὁ Ἀπόστολος: «Ὡς οὖν παρελάβετε τὸν Χριστὸν Ἰησοῦν τὸν Κύριον, ἐν αὐτῷ περιπατεῖτε, ἐρριζωμένοι ἐν αὐτῷ καὶ βεβαιούμενοι ἐν τῇ πίστει καθὼς ἐδιδάχθητε, περισσεύοντες ἐν αὐτῇ ἐν εὐχαριστίᾳ» - δηλαδὴ μέσω τῆς εὐχαριστίας λαμβάνεται μία πληρότης πίστεως. «Χαίρετε ἐν Κυρίω πάντοτε• πάλιν ἐρῶ, χαίρετε... ὁ Κύριος ἐγγύς• μηδὲν μεριμνᾶτε, ἀλλ’ ἐν παντὶ τῆ προσευχῇ καὶ τῇ δεήσει μετὰ εὐχαριστίας τὰ αἰτήματα ὑμῶν γνωριζέσθω πρὸς τὸν Θεόν».

Ἡ σημασία τῆς πνευματικῆς προσπάθειας τῆς εὐχαριστίας ἐξηγεῖται μὲ ἰδιαίτερη πληρότητα ἀπὸ τοὺς ἁγίους Πατέρες Βαρσανούφιο καὶ Ἰωάννη στὸ ἔργο τους «Καθοδήγηση στὴν πνευματικὴ ζωή».

Το είδαμε: εδώ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...