Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εκπαιδευτικά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εκπαιδευτικά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα, Νοεμβρίου 12, 2012

Οἱ δαίμονες, ἡ κόλαση καὶ ὁ θάνατος γιὰ τὰ παιδιὰ Μοναχή Μαγδαληνή




Πῶς νὰ μιλᾶμε στὰ παιδιά μας γιὰ τοὺς δαίμονες, τὴν κόλαση καὶ τὸ θάνατο 


Εἶναι σοβαρὸ παιδαγωγικὸ σφάλμα νὰ μιλᾶμε στὰ μικρὰ παιδιὰ μὲ κάθε λεπτομέρεια γιὰ τοὺς δαίμονες, διότι, ἂν ἕνα παιδὶ ἀκούσει μία φορὰ πῶς ἀκριβῶς εἶναι, εἶναι ἀδύνατο νὰ μὴν ἀρχίσει νὰ τοὺς φαντάζεται. Οἱ ἐνήλικες εἶναι δυνατὸν νὰ προειδοποιηθοῦν γιὰ τὸν κίνδυνο ποὺ διατρέχουν, ἂν ἀφήσουν εἰκόνες τῶν δαιμόνων νὰ εἰσβάλουν στὸ μυαλό τους, ἀλλὰ ἕνα μικρὸ παιδί, ἀκόμη κι ἂν τὸ προειδοποιήσουμε, δὲν μπορεῖ εὔκολα νὰ σταματήσει νὰ σκέπτεται κάτι ποὺ τὸ βασανίζει, καὶ αὐτὸ μπορεῖ νὰ τὸ ὁδηγήσει σὲ μία ἐπικίνδυνη πνευματικὴ κατάσταση ἤ, τὸ λιγότερο, νὰ ὑποφέρει ἀπὸ ἐφιάλτες. Ὅταν τὰ μικρὰ παιδιὰ ρωτοῦν γιὰ τὸ διάβολο ἢ γιὰ τὴν ὕπαρξη τῶν πνευμάτων τοῦ κακοῦ, εἶναι προτιμότερο νὰ μὴν κάνουμε διεξοδικὴ ἀνάλυση ἀλλὰ νὰ λέμε ὅτι δὲν πρέπει νὰ δίνουμε σ' αὐτὰ περισσότερη προσοχὴ ἀπ' ὅ,τι στὰ ὄνειρα ἢ κάτι παρόμοιο. Γενικὰ πρέπει νὰ στρέφουμε τὸ μυαλὸ τῶν παιδιῶν πρὸς τὸν Χριστό, τοὺς ἁγίους καὶ τοὺς ἀγγέλους. 

Εἶναι καλύτερα νὰ διδάσκουμε στὰ παιδιὰ τὸ χριστιανικὸ ἀγώνα χωρὶς ἄμεση ἀναφορὰ στὴ μάχη ἐναντίον τῶν δαιμόνων. Τὰ παιδιὰ μποροῦν νὰ μάθουν ἐντελῶς φυσικὰ νὰ κάνουν τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ πρὶν κοιμηθοῦν (ἐπάνω τους καὶ πάνω στὸ κρεβάτι ἢ τὸ μαξιλάρι τους) ὡς εὐλογία γιὰ τὴ νύκτα, νὰ χρησιμοποιοῦν τὴν προσευχὴ τοῦ Ἰησοῦ (Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ, ἐλέησόν με) ἢ νὰ μιλοῦν στὸν Κύριο καὶ τοὺς ἁγίους μὲ δικά τους λόγια, ὅποτε θέλουν. Ἔτσι ὅταν δοκιμάσουν κάποιο πειρασμὸ (π.χ. ἀπὸ φόβο ἢ ἐφιάλτες), θὰ χρησιμοποιήσουν ἐντελῶς φυσικὰ τὰ σωστὰ ὅπλα. Τὰ παιδιὰ μποροῦν νὰ κοιμοῦνται μὲ ἕνα κομποσχοίνι στὸ χέρι ἢ κάτω ἀπ' τὸ μαξιλάρι τους καὶ νὰ λένε τὴν προσευχὴ τοῦ Ἰησοῦ (ἔστω μόνο λίγες φορὲς στὶς καθημερινές τους προσευχές). 


Ἡ ἰδέα τῆς κολάσεως φοβίζει τὰ παιδιά. Βέβαια φοβίζει κι ἐμᾶς ἄλλα ὁ φόβος μας δὲν εἶναι παθολογικός, πηγάζει ἀπὸ τὴν ἀγάπη μας γιὰ τὸν Θεὸ καὶ ἀπὸ τὸ φόβο μας μήπως ἀποξενωθοῦμε ἀπ' Αὐτόν. Αὐτὸ τὸ ὁποῖο πρέπει νὰ καλλιεργήσουμε στὰ παιδιὰ δὲν εἶναι ὁ φόβος τῆς κόλασης ἀλλὰ ἡ ἀγάπη γιὰ τὸν Θεό. Τὰ παιδιὰ μποροῦν νὰ σκεφθοῦν σοβαρὰ τὸ μεταφυσικὸ πρόβλημα τοῦ κακοῦ καὶ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Ὅταν μιλᾶμε γιὰ τὴν κόλαση (ὄχι, φυσικά, σὲ μικρὰ παιδιὰ) πρέπει νὰ τονίζουμε ὅτι ἡ κόλαση δὲν εἶναι ἕνας τόπος ὅπου ὁ Θεὸς θέλει νὰ στείλει τοὺς κακοὺς ἀνθρώπους, κόλαση εἶναι ὁ πόνος ποὺ ἐπιβάλλουμε στὸν ἑαυτό μας μὲ τὴν ἀπόρριψη τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Κόλαση εἶναι ἡ θέα τοῦ φωτὸς τοῦ Θεοῦ ποὺ κατακαίει ὅσους δὲν ἔχουν γίνει ὅμοιοι μ' Αὐτόν. Ἢ ἀκόμη μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι, ἂν κάποιος εἶναι ἄρρωστος ἀλλὰ ἀρνεῖται νὰ πάρει τὰ φάρμακα ποὺ συνιστᾶ ὁ γιατρός, δὲν φταίει ὁ γιατρός, ἂν δὲν θεραπευθεῖ. 

Ὅπως πάντα δὲν ὑπάρχουν συνταγές, δίνω μόνο μερικὰ παραδείγματα. Ὑπάρχουν πολλὲς περιπτώσεις ἐνηλίκων οἱ ὁποῖοι ἀπέρριψαν τὸ Χριστιανισμό, ἐπειδὴ αὐτὸ νόμιζαν ὅτι ἦταν ὁ καλύτερος τρόπος νὰ ἐλευθερωθοῦν ἀπ' τὸν ἀσφυκτικὸ φόβο τῆς κολάσεως μέσα στὸν ὁποῖο ἀνατράφηκαν. Ἀκόμα κι ὅταν μιλᾶμε γιὰ κακὲς πράξεις ἢ γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ τὶς διέπραξαν, εἶναι σημαντικὸ νὰ γνωρίζει σίγουρα τὸ παιδὶ ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι πάντα ἕτοιμος νὰ συγχωρήσει ὁποιοδήποτε ἁμάρτημα. 


Ὅταν τὰ παιδιὰ μιλοῦν γιὰ τὸν Οὐρανό, ἐκφράζουν συχνὰ διάφορες ἰδέες γιὰ τὸ τί μποροῦμε νὰ συναντήσουμε ἐκεῖ, ἰδέες οἱ ὁποῖες θεολογικὰ φαίνονται ἴσως λανθασμένες. Πρέπει ὅμως νὰ εἴμαστε πολὺ προσεκτικοὶ γιὰ νὰ μὴν καταστρέψουμε μέσα τους τὴν ἐπιθυμία νὰ πᾶνε στὸν Οὐρανό. Μπορεῖτε νὰ φαντασθεῖτε ὅτι θὰ ἐπιθυμοῦσε κανεὶς νὰ πάει σ' ἕναν τόπο, ὅπου δὲν ὑπάρχει οὔτε φαγητό, οὔτε παιχνίδια, οὔτε ἀγαπημένα ζωάκια; Πρέπει νὰ δίνουμε τὴν ἐντύπωση (καὶ δὲν εἶναι ἐσφαλμένη ἐντύπωση) ὅτι ὁ Οὐρανὸς εἶναι ἀσυγκρίτως καλύτερος ἀπ' ὅ,τι μποροῦμε νὰ φαντασθοῦμε. Μερικὰ παιδιά, μόλις τὸ ἄκουσαν αὐτό, ρώτησαν αὐθόρμητα: Καλύτερος κι ἀπ' τὴ νύχτα τῆς Ἀναστάσεως; Καλύτερος κι ἀπ' τὸ παγωτό; Καλύτερος κι ἀπ' ὅταν ἡ μαμὰ σὲ βάζει νὰ κοιμηθεῖς; Ἡ Βίβλος μᾶς διδάσκει ὅτι θὰ ὑπάρχει οὐράνια τροφή, οὐράνιο γέλιο κ.ο.κ. 

Ὅσον ἀφορᾶ τὰ ζῶα, τὰ παιδιὰ θέλουν νὰ ξέρουν ἂν τὸ ἀγαπημένο τους ζῶο θὰ ἔχει μία θέση στὸν οὐρανό. Δὲν ὑπάρχει λόγος νὰ ἐξηγήσουμε θεολογικὰ αὐτὴ τὴ στιγμὴ σ' ἕνα παιδὶ σὲ τί διαφέρει ἡ ψυχὴ ἑνὸς ζώου ἀπὸ τὴν ψυχὴ ἑνὸς ἄνθρωπου. Εἶναι προτιμότερο νὰ τοῦ θυμίσουμε πόσο φροντίζει ὁ Θεὸς γιὰ κάθε μικρὸ σπουργίτι (Ματθ. 10, 29). 

Δὲν πρέπει ποτέ, ὅταν μιλᾶμε θεολογικά, νὰ καταστρέψουμε μία ἰδέα ποὺ ἔχει κάποιος μέσα του, ἂν δὲν τὴν ἀντικαταστήσουμε μὲ μία ὡριμότερη ἰδέα, ἡ ὁποία δὲν ξεπερνᾶ τὸ ἐπίπεδο ἀντιλήψεώς του. Στὸ Γεροντικὸ ὑπάρχει μία διήγηση γιὰ κάποιο μοναχὸ ὁ ὁποῖος ἦταν ἀνθρωπομορφιστὴς (δηλαδὴ ἑρμήνευε στὴν κυριολεξία ἁγιογραφικὲς ἐκφράσεις ὅπως τὰ χέρια τοῦ Θεοῦ, τὰ μάτια τοῦ Θεοῦ κ.λ.π.). Οἱ ὀρθόδοξοι μοναχοὶ τὸν διόρθωσαν. Τὸν ἐπισκέφθηκε ὅμως κάποιος ἄλλος μοναχὸς καὶ τὸν βρῆκε νὰ κλαίει. Ὁ ἐπισκέπτης τὸν ρώτησε: Γιατί κλαῖς, πάτερ; Δὲ χαίρεσαι ποὺ ἐπέστρεψες στὴ σωστὴ πίστη; Ὁ μοναχὸς ἀπάντησε: Κλαίω, γιατί μοῦ πῆραν τὸν Θεό μου καὶ τώρα πιὰ δὲν ξέρω ποιὸν νὰ λατρέψω. 

Δὲ θέλουμε τὰ παιδιά μας νὰ φοβοῦνται τὸ θάνατο. Πρέπει νὰ μιλᾶμε γι' αὐτὸν ὡς ἕνα κομμάτι τῆς ζωῆς μας -τὸ κατώφλι τῆς οὐράνιας ζωῆς- τὸ σκαλοπάτι πρὸς τὴν αἰώνια ζωὴ μὲ τὸν Χριστό. Μερικὲς φορὲς ὁρισμένα παιδιὰ θέλουν τόσο πολὺ νὰ πᾶνε στὸν Οὐρανό, ὥστε ἐκφράζουν τὴν ἐπιθυμία νὰ πεθάνουν ἢ ἀκόμα νὰ θέσουν μόνα τους τέρμα στὴ ζωή τους. Δὲν πρέπει νὰ βάζουμε μέσα σ' αὐτὰ τὰ παιδιὰ ἕνα νοσηρὸ φόβο τοῦ θανάτου γιὰ νὰ μετριάσουμε αὐτὴ τὴν ἐπιθυμία, ἀλλὰ νὰ τοὺς ἐξηγοῦμε ὅτι ὁ θάνατος εἶναι εὐλογημένος μόνο ἂν φύγουμε ἀπ' αὐτὸν τὸν κόσμο ὅταν μᾶς καλέσει ὁ Θεός, ἐπειδὴ Ἐκεῖνος μόνο γνωρίζει πότε εἴμαστε ἕτοιμοι. Δὲν πηγαίνουμε στὸν Οὐρανὸ πρὶν μᾶς στείλει τὸ εἰσιτήριο. Δὲν ὑπάρχουν συνταγὲς γιὰ τὸ τί θὰ ποῦμε στὸ κάθε παιδί, πρέπει νὰ προσπαθοῦμε νὰ προσαρμόζουμε τὴν ἀπάντησή μας στὴν κάθε περίπτωση. Πρόκειται γιὰ ἕνα πρόβλημα τὸ ὁποῖο συχνὰ βρίσκει τοὺς γονεῖς ἀπροετοίμαστους. Εἶναι λυπηρὸ τὸ γεγονὸς ὅτι μικρὰ παιδιὰ ἔχουν ἔστω ἀκούσει γιὰ τὴν αὐτοκτονία ἄλλα εἶναι μία πραγματικότητα τὴν ὁποία οἱ χριστιανοὶ κατηχητὲς πρέπει νὰ ἀντιμετωπίσουν.

Οἱ ἐρωτήσεις γιὰ τὴν κόλαση καὶ τὸν Οὐρανό, τὸ κακὸ καὶ τὸ καλό, τοὺς δαίμονες, τὸ θάνατο, τὴν αὐτοκτονία κ.ο.κ. θὰ τεθοῦν πολλὲς φορὲς κατὰ τὴ διάρκεια τῆς παιδικῆς ἡλικίας. Οἱ ἀπαντήσεις μας σ' αὐτὲς (ὅπως καὶ στὴν ἐρώτηση πῶς γεννιοῦνται τὰ παιδιὰ) πρέπει νὰ εἶναι ἀνάλογες μὲ τὸ ἐπίπεδο ἀναπτύξεως τοῦ παιδιοῦ. Δὲν ἀπαντοῦμε σ' ἕνα πεντάχρονο παιδὶ μὲ τὸν ἴδιο τρόπο ποὺ θὰ ἀπαντούσαμε σ' ἕνα δεκάχρονο, ἂν ἔθετε τὴν ἴδια ἐρώτηση.
πηγή

Σάββατο, Νοεμβρίου 10, 2012

ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ ΣΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΣΧΟΛΕΙΑ (του Ηλία Αθ. Καραθάνου)



Το μάθημα των θρησκευτικών στα Ελληνικά Σχολεία

Γράφει ο Ηλίας Αθ. Καραθάνος

Το εν λόγω μάθημα χάνει την δροσιά που αναδύει ο ατόφιος Ορθόδοξος Χριστιανικός χαρακτήρας και προσανατολισμός, μέσα στα πλαίσια του οδοστρωτήρα της Παγκοσμιοποίησης, της ισοπέδωσης της Νέας Τάξης, στο όνομα της δήθεν πολυπολιτισμικότητας, του συγκρητισμού και της οικουνικοποίησης.
Σήμερα αναμιγνύονται στοιχεία κυρίως από πέντε Ανατολικές Θρησκείες, Ιουδαϊσμό, Ισλαμισμό, Ινδουισμό, Βουδισμό, Κομφουκιανισμό, με δύο εκδοχές από Χριστιανικές διδασκαλίες, Ρωμαιοκαθολισμό και Προτεσταντισμό και με την μοναδική αλήθεια της Ορθοδοξίας, ακολουθώντας μία αδιανόητη συγκριτική τακτική.
Δεν αποδίδεται πλέον στο προκείμενο μάθημα ο οφειλόμενος σεβασμός από όλους τους παράγοντες που διαπλέκονται στο θέμα. Στις μέρες μας ελλείπει η πίστη, η αναφορά στον Θεό κι η ανατροφοδοτική Του επενέργεια, που φωτίζει τη μάθησή μας με τη Θεία Χάρη Του, καθώς κι η εν Χριστώ θεμελίωση του τρόπου ζωής του ανθρώπου.

Η Ορθόδοξη αλήθεια υποσκελίζεται σε δοξασία, χάρη μιας κακώς εννοούμενης ισότητας, που υποβιβάζει την αδιαφιλονίκητη αυθεντία του Ιησού Χριστού, τον οποίο δαιμονοποιεί. Έτσι ο Κύριος του παντός θεωρείται πια και προβάλλεται στους μαθητές ως ένας απλός διδάσκαλος, όπως ο Μωάμεθ, ο Βούδας κι ο Κομφούκιος και δεν εκλαμβάνεται ως Θεάνθρωπος, Σωτήρας και Λυτρωτής.
Αυτό το μάθημα, όπως καθιερώνεται και καθορίζεται η ύλη του, αλλοιώνει την ουσία της πίστης μας κι οδηγεί τα παιδιά σε θρησκευτικό μηδενισμό, αναπτύσσοντας τον ορθολογισμό κι αποστεώνοντας συνάμα από το σφρίγος της πνευματικότητας, της ιδεατής προσέγγισης κι αναψηλάφησης.
Με την επιβολή μιας αντιπαιδαγωγικής πολυθρησκευτικής διδασκαλίας, αναγκαστικά, αυτοακυρώνει το πρόταγμα του σεβασμού στην ετερότητα, τόσο για τους Χριστιανούς μαθητές, όσο και για τους αλλόθρησκους. Οπότε βλέπουμε ακόμη ότι κι ο απώτερος στόχος που επιδιώκεται από μια τέτοια καθιέρωση, δηλαδή του συμψηφισμού κι ισοσκέλισης δεν επιτυγχάνεται, παρά η αποδόμηση από τους μαθητές της οικογενειακής πίστης, με τις αντιλήψεις του ευρύτερου περιβάλλοντός τους.
Στην πολτοποίηση θρησκευτικών πληροφοριών, που προσφέρονται, μέσα από μια επιφανειακή κι αποσπασματική ταυτόχρονα παράθεση πολλαπλών θρησκευτικών γνώσεων επέρχεται διάσπαση και διασκορπίζονται ακόμη και στοιχεία που συνοδεύουν αναπότρεπτα μια στοιχειώδη και γενικευμένη θρησκευτική ομογενοποίηση.
Προπαντός σήμερα, που η χώρα μας βρίσκεται σε δεινή και βαθύτατη πνευματική απογύμνωση, στην οποία στηρίζεται κι η οικονομική κρίση που μας μαστίζει αλύπητα, υπάρχει ανάγκη της λαϊκής συνοχής, τη σύγκλιση στα στερεότυπα της συντριπτικής πλειοψηφίας κι όχι της διασπάθισης της ζωτικής ικμάδας του τόπου μας, του νεανικού κι αειθαλούς δέντρου της Φυλής μας
Με τον τρόπο της σημερινής διδασκαλίας του μαθήματος των θρησκευτικών, αντί της ομαλοποίησης των θρησκευτικών αντιθέσεων μεταξύ των ετερόθρησκων και των ετεροδόξων, επιβάλλοντας μια κατάσταση αλληλεγγύης κι ανεξιθρησκίας, τίθενται ευθέως ζητήματα άνισης μεταχείρισης και κατάφωρης διάκρισης σε βάρος των Ορθοδόξων, παρόλο που κατέχουν την αναμφισβήτητη Αλήθεια εκ της Θείας Αποκαλύψεως.
Το εν λόγω Πρόγραμμα Σπουδών που υιοθετεί την ήδη εφαρμοσμένη γραμμή για τα θρησκευτικά δεν έχει εισαχτεί ούτε πιλοτικά, ούτε φαίνεται κάποια πιθανότητα εφαρμογής στα σχολεία των Ελλήνων Μουσουλμάνων της Δυτικής Θράκης, ενώ άρχισε να ισχύει, έστω και πιλοτικά τόσο για τους Ορθοδόξους, όσο και για τους ετερόπιστους μαθητές, σε διάφορα σχολεία της χώρας μας.
Ως γνωστόν, θεμελιώδης παράγοντας σε μια σχέση μάθησης, εκτός του μέρος των μαθητών, απαραίτητος όχι μόνον για την διεξαγωγή, αλλά και την επιτυχία κάθε διδασκαλίας, είναι ο δάσκαλος. Ο Οδηγός Εκπαιδευτού προβλέπει σχετικά με τον δάσκαλο στις σελίδες 268-269: «Δεν υφίσταται καμιά ιδιαίτερη θρησκευτικού χαρακτήρα προϋπόθεση για να διδάξει ένας δάσκαλος το μάθημα των θρησκευτικών. Μάλλον απευκταίες θα πρέπει να θεωρούνται τέτοιες προδιαθέσεις».
Με άλλα λόγια βλέπουμε ξεκάθαρα ότι δείγμα της κατεύθυνσης στην οποία οδηγεί ο προσανατολισμός κι η φιλοσοφία του νέου Προγράμματος Σπουδών γι’ αυτό το μάθημα, όπως προκύπτει από την προηγούμενη αναφορά μας στον Οδηγό Εκπαιδευτού, είναι η υποτίμηση της Ορθόδοξης πλευράς, δίνοντας ίση βαρύτητα στην συντριπτική πλειοψηφία των Ορθοδόξων έναντι της συντριπτικής μειοψηφίας στην χώρα μας των αλλόπιστων κι επιτρέποντας για παράδειγμα αβασάνιστα στον Μουσουλμάνο να κατέχει την έδρα διδασκαλίας για όλους τους Ελληνόπαιδες.
Εξάλλου σύμφωνα και με την παραδοχή του παραπάνω Οδηγού Εκπαιδευτού, ένας ζηλωτής θρησκευόμενος δάσκαλος έχει πολλές πιθανότητες για να εξασφαλίσει την αποτυχία της διδασκαλίας του εν λόγω μαθήματος, σε εμφανή αντίθεση με έναν άθρησκο ή αγνωστικιστή ή αδιάφορο, που μπορεί να διδάξει με επιτυχία κι αδιάβλητο τρόπο το αντίστοιχο μάθημα.
Επίσης, ο ίδιος ΟΕ ομολογεί κάτι εντελώς θεωρητικό που απέχει από την πράξη και μάλλον διατυπώνεται μια ευχή ότι οι δάσκαλοι στα σχολεία της σύγχρονης πολυπολιτισμικής κοινωνίας, κατά την διάρκεια της διαδικασίας της εκπαιδευτικής διδασκαλίας, είναι σημαντικό πράγμα να αποφορτίζονται κι αποστασιοποιούνται κατά την ανθρώπινη δυνατότητα από την απαρέγκλιτη προσήλωση στην θρησκεία, στην οποία ενδεχομένως ανήκουν.
Έτσι το μάθημα των θρησκευτικών μετατρέπεται σε μια νεοβαρλααμική, γνωσιολογική και λογοκρατική θρησκευτικότητα, αποστεωμένη από την εκκλησιολογική βιωματική εμπειρία, αποκομμένη από την ζωογόνο πίστη, απογυμνωμένη από τη Θεία Χάρη. Πρόκειται βέβαια για ένα προτεσταντικής έμπνευσης ευφυολόγημα, βρετανικού τύπου συνονθύλευμα θρησκευτικών γνώσεων. Φαίνεται ότι ξεχάσθηκε το αρχαιοελληνικό ρητό «συν Αθηνά και χείρα κίνει».

Δευτέρα, Νοεμβρίου 05, 2012

ΦΕΡΤΕ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΣΑΣ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ

15Του πρωτ. Ευέλθων Χαραλάμπους
Φέρτε τα παιδιά σας στην Εκκλησία. Συνδέστε τα από τη βρεφική και νηπιακή τους ηλικία με τη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας. Μήν προφασιστείτε ότι δεν καταλαβαίνουν και κλαίνε. Αυτό είναι λάθος. Με την καθαρότητα και απλότητα που τα διακρίνει παίρνουν πιο σωστά μηνύματα. Από την Εκκλησία να μεταφερθεί το φιλακόλουθο πνεύμα στο σπίτι. Να προσεύχεται η οικογένεια, να γαληνεύει. Να ενώνονται οι φωνές γονιών – παιδιών στη προσευχή και στην ψαλμωδία. Να κάνουμε το Απόδειπνο.

Να μιλάμε μεταξύ μας και με το Θεό με αγάπη. Να κλείσουμε την τηλεόραση. Να γίνουμε άνθρωποι μυστηριακής ζωής. Να οικειοποιηθούμε την αγιαστική χάρη της Εκκλησίας. Να εξομολογούμαστε. Να συγχωρούμε και να ανεχόμαστε ο ένας τον άλλο μέσα στο σπίτι. Να επικρατεί στις σχέσεις μας ο ειρηνικός βίος, η αγάπη, η γαλήνη. Να μάθουμε να ησυχάζουμε, να ειρηνεύουμε, να μην πολυπραγμονούμε, να μην αγχωνόμαστε, να μή γινόμαστε νευρόσπαστοι.

Ζώντας σε ενότητα με τον εαυτό μας, βρισκόμαστε σε ενότητα με τον Θεό και με τους συνανθρώπους μας, βρισκόμαστε σε αρμονία με το σκοπό της ύπαρξής μας και αποβαίνουμε ολοκληρίομένες προσωπικότητες. 

πηγή

Κυριακή, Νοεμβρίου 04, 2012

Ο χώρος της ορθοδόξου αγωγής


1. Η ορθόδοξη εκκλησιαστική Παράδοση.
Η πραγματικότητα της Παραδόσεως είναι ο πρωταρχικός χώρος, όπου η Ορθοδοξία μπορεί να συναντηθεί με κάθε είδος και μορφή αγωγής. Και τούτο επειδή δεν μας είναι επιτρεπτό να μιλάμε και να ασχολούμεθα με την αγωγή, αν από την πρώτη στιγμή δεν ασχοληθούμε και δεν ερευνήσουμε το χώρο, απ’ όπου ξεπηδούν και προέρχονται τα διάφορα μορφωτικά αγαθά, που παραδίδονται στον παιδαγωγούμενο.
Είναι γεγονός, πως η αγωγή χρησιμοποιεί τη διαδικασία της παραδόσεως για να προσφέρει στο μορφούμενο το πνευματικό περιεχόμενο και τις διάφορες μορφές από τα μορφωτικά αγαθά, που ίσχυσαν ως παραδεκτά στη χρονική διάσταση του παρελθόντος. Η λειτουργία αυτή θα βοηθήσει τον παιδαγωγούμενο να αυξηθεί και να ωριμάσει σ’ ολόκληρη τη θεώρησή του ως ψυχοσωματική ολότητα, αφού φυσικά αποδεχθεί τα όσα του προσφέρονται με την αντίστοιχη δική του ενσωμάτωση και ένταξη στον πνευματικό κόσμο της παραδόσεως.
Έχουμε λοιπόν δύο σημεία, που συνιστούν την όλη λειτουργία της παραδόσεως στην αγωγή. Το ένα είναι η μετάδοση των μορφωτικών περιεχομένων και το άλλο είναι η προσωπική συνάντηση του παραδίδοντος (παιδαγωγός) με τον παραλάμβανοντα (παιδαγωγούμενος). Η αρμονική σύζευξη των δυο αυτών σημείων μας δίνει την ορθή και δυναμική λειτουργία της παραδόσεως. Κάθε δυσαρμονία ανάμεσά τους συγκλονίζει και διαστρέφει ολόκληρο το οικοδόμημα της αγωγής, Στην περίπτωση, που η παράδοση γίνεται μια λειτουργία υπερπροσωπική ή το πιο συνηθισμένο απρόσωπη, όταν δηλαδή εργάζεται ξέχωρα από την προσωπική υπόσταση του παιδαγωγούμενου, τότε αργά ή γρήγορα θα καταλήξει σε μια μηχανική μονάχα μετάδοση ενός κλειστού συστήματος από αφηρημένα θεωρητικά μορφωτικά αγαθά. Στη συνέχεια θα αγωνίζεται για την υπεράσπιση και κατίσχυσή της με το επιχείρημα, πως η μοναδική ασφάλεια και βεβαιότητα του ανθρώπου αποκαλύπτεται από τη στιγμή, που θα ενταχθεί στο συστηματικό αυτοματισμό της παραδόσεως. Έτσι εξηγείται, κάπως, γιατί η αγωγή βρίσκεται πάντοτε στο στρατόπεδο της συντηρήσεως, της παραδοσιαρχίας και αντιμετωπίζει τις περισσότερες φορές μ’ ένα αδιάλλακτο αρνητισμό κάθε τι το καινούργιο, που είναι έτοιμο να εισχωρήσει στο χώρο της.
Ο φόβος αυτός οφείλεται βασικά στο ότι η αγωγή δεν έχει ακόμα ανακαλύψει τη δημιουργικότητα, δυναμικότητα και αξία των ανθρωπίνων προσώπων που παιδαγωγεί και ακόμα στο γεγονός πως υποκύπτει στον πειρασμό του ιμπεριαλισμού και αγωνίζεται να επιβάλει την πνευματική κυριαρχία των ποικίλων μορφωτικών αγαθών ξέχωρα από κάθε προκοπή και αύξηση των παιδαγωγουμένων. Σε μια τέτοια διαγωγή της παιδαγωγικής και διδακτικής παραδόσεως πρέπει να υπογραμμίσουμε, πως και τα πιο πνευματικά μορφωτικά αγαθά χάνουν την αξία τους και αντί να ωφελήσουν με τον τρόπο που επιβάλλονται βλάπτουν και καταστρέφουν ανεπανόρθωτα. Η αγωγή που ξεχνάει ή αρνιέται, πως η αξία των αγαθών βρίσκεται αποκλειστικά και μόνο στο φορέα τους, δηλαδή στα ανθρώπινα πρόσωπα, έχει κιόλας εμπλακεί σε μια φοβερή κρίση, που τα αποτελέσματά της είναι και γι’ αυτήν απογοητευτικά και για τον άνθρωπο καταστρεπτικά.
Τελικά γινόμαστε μάρτυρες μιας φοβερής αντιδικίας ανάμεσα στα ποικίλα «παιδαγωγικά συστήματα» και στους παιδαγωγούμενους γενικά και ιδιαίτερα στους νέους ανθρώπους. Η αγωγή, που καταντάει να γίνει ένα από τα πολλά μηχανιστικά συστήματα, ισχυρίζεται, πως ολόκληρη η αλήθεια είναι με το μέρος της και πως πρέπει να την επιβάλει, έστω και αναγκαστικά, για το καλό τάχα των νέων ανθρώπων, που ιδιαίτερα σήμερα διακρίνονται για την αδιαφορία τους, για το μηδενισμό τους, για την καταστρεπτική και καταλυτική τους μανία. Έτσι τα μορφωτικά αγαθά, που παραδίδονται με τέτοιο τρόπο χάνουν τη ζωτική τους δύναμη μέσα στο χώρο της σκοπιμότητας και αντί να ανυψώσουν και να καλλιεργήσουν τις ανθρώπινες υπάρξεις, τις οδηγούν στον κρημνό μιας μόνιμης αντιδράσεως, στο χάος ενός αδιάκοπου ξεριζώματος, στο φαύλο κύκλο μιας συνεχούς διαμαρτυρίας, που αντί να μας αποκαλύψει τις καταχωμένες προσωπικές αξίες, μας τις απομακρύνει όλο και πιο πολύ από την περιοχή του ανθρώπινου προσώπου και τις οδηγεί στην πιο μακρινή Ανατολή για να βυθισθούν τελικά στο βασίλειο των απρόσωπων πνευμάτων, Δεν είναι βέβαια τυχαίο το γεγονός, πως η παγκοσμία ανησυχία των νέων ανθρώπων με τα διάφορα κινήματα των χίπηδων, των οπαδών της μαύρης μαγείας του σατανά, των μαζοποιημένων ομάδων κ.ά. απευθύνεται στις κατεστημένες πια παιδαγωγικές ιδεολογίες και συστήματα για να εκφράσει την αντίδραση και την αποδοκιμασία της και η ίδια αυτή ανησυχία κατευθύνεται προς τους χώρους του πρωτογονισμού ή της τελετουργικής ανθρωποθυσίας ή της ξεχασμένης κάπως ανθρωποφαγίας ή της αναζητήσεως του «προσώπου Νιρβάνα» στη φιλοσοφική και ασκητική θεώρηση των Γιόγκι,
Όλη «αυτή η κρίση στη σύγχρονη αγωγή μας προσκαλεί σε μιαν επαναθεώρηση και επανατοποθέτηση της πραγματικότητας της παραδόσεως, ως βασικού και ουσιαστικού παιδαγωγικού στοιχείου.
Και εδώ ακριβώς η δοκιμαζόμενη σύγχρονη αγωγή χρειάζεται τη συνδρομή και βοήθεια της Ορθοδοξίας. Η αποκάλυψη της πραγματικότητας, που λέγεται ορθόδοξη εκκλησιαστική Παράδοση, μπορεί πραγματικά να βοηθήσει όχι μονάχα στη ριζική θεραπεία του φαινομένου της διδακτικής παραδόσεως, αλλά και στο να περισώσει ολόκληρη την αγωγή από τη στιγμή που θα την προσλάβει στην καθολική της περιοχή και θα την προσαγάγει στο βασίλειο της Χάριτος και της εν Χριστώ ζωοποιήσεως και μεταμορφώσεως.
Η Εκκλησία προσφέρει με την παράδοσή της στους ανθρώπους την καθολική Αλήθεια, που ελευθερώνει και σώζει την ανθρώπινη ύπαρξη. Η Αλήθεια της Εκκλησίας αποκαλύπτεται πάντοτε ως Ενυπόστατη, είναι δηλαδή ο Ίδιος ο Ιησούς Χριστός (βλ. Ιω. α’ 17). Προσφέρεται δε με μια κίνηση «παραλαβής» και. «παραδόσεως» («παρέδωκα. . . ο και παρέλαβον, ότι Χριστός απέθανεν,.. ότι ετάφη και ότι εγήγερται…» Α’ Κορ. ιε’ 3-4). Έτσι η εν Χριστώ μάθηση συνδέεται αναπόσπαστα με την «παραλαβή», που προϋποθέτει την «παράδοση», με την «ακοή» (ακρόαση), που είναι η απαρχή της αποδοχής (υπό-ακοή = υπακοή) και με την κοινωνία του προσώπου, που παραδίδει ή παραδίδεται (αλήθεια ενυπόστατη). «Ά και εμάθετε και παρελάβετε και ηκούσατε και είδετε εν εμοί » (Φιλ. δ’ 9). Συνέπεια αυτής της ζωντανής διαδικασίας είναι: «όσοι δεν παραλαμβάνουν την Αλήθεια είναι ανήμποροι να τη γνωρίσουν. Όσοι την παραλαμβάνουν παίρνουν την εξουσία να γίνουν παιδιά του Θεού». Ο κόσμος «αυτόν (το Χριστό) ουκ έγνω», διότι ενώ «εις τα ίδια ήλθον, οι ίδιοι αυτόν ου παρέλαβον», «Όσοι δε έ λ α β ο ν αυτόν, έδωκεν αύτοίς εξουσίαν τέκνα Θεού γενέσθαι. . .» (Ιω. α’ 10-12).
Η παράδοση λοιπόν του Χριστού στους πιστούς αποτελεί την αφετηρία, αλλά και την αποκορύφωση στην παιδαγωγική και διδακτική συνάντηση της Εκκλησίας με τους ανθρώπους. Η παράδοση δε του Χριστού δεν γίνεται με τη μετάδοση ορισμένων γνώσεων ή συστηματικών εννοιών, αλλά με την αποκάλυψη, τη φανέρωση, την παρουσία του Χριστού ανάμεσα στη «σύναξη», στην «εκκλησία» των παιδιών του Θεού, που είχαν πρωτύτερα διασκορπιστεί από την αμαρτία και είναι τώρα ενωμένα στη Σάρκα και στο Αίμα του Κυρίου. Γι’ αυτό η Εκκλησία, ως Σώμα του Χριστού, γίνεται παράδοση από τη στιγμή που παραδίδει «ο και παρέλαβεν», ότι δηλαδή «ο Κύριος Ιησούς εν τη νυκτί η
παρεδ ί δ ο τ ο έλαβεν άρτον και ευχαριστήσας έκλασε και είπε· τούτο μού έστιν το σώμα το υπέρ υμών· τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν…» {Α’ Κορ. ια’ 24-26).
Στη θεία Ευχαριστία λοιπόν η Εκκλησία παραδίδει τη μορφωτική της Αλήθεια, που είναι ο Χριστός. Η παρουσία Του ενώνει την ανθρώπινη φύση στο Πρόσωπό Του, μεταμορφώνει δε και αλλοιώνει τους χρονικούς περιορισμούς του ανθρώπου, που τελικά καταξιώνεται μέσα στην εκκλησιαστική λατρεία να ζει σ’ ένα αιώνιο παρόν, οπού τα πάντα ενωμένα με το Χριστό αναφέρονται αδιάκοπα στο Θεό-Πατέρα. Αυτή η καινοτομία στην ανθρώπινη φύση και το χρόνο μας προσφέρει την παιδαγωγική πραγματικότητα της παραδόσεως, όπου μας αποκαλύπτονται τα εξής βασικά σημεία, που με την απαραίτητη παρουσία τους μας δείχνουν από τη μια μεριά τη γνησιότητα, ζωτικότητα και δυναμικότητα της ορθοδόξου παραδόσεως και από την άλλη τον τρόπο, που μπορεί να τροφοδοτηθεί κάθε μορφή αγωγής και να υπερπηδηθεί κάθε εμπλοκή και κρίση, που παρουσιάζεται στην προσφορά του έργου της.
α) Η αποκάλυψη της αληθινής φύσεως του ανθρώπου. Ο άνθρωπος προσκαλείται να αναγνωρίσει στο Χριστό την ανθρώπινη φύση στην πραγματική της όμως αποκατάσταση, που είναι όχι μονάχα η καθολική της ενότητα, αλλά και η αδιάσπαστη ένωσή της με το Θεό. Η θεανθρώπινη φύση του Κυρίου είναι η μοναδική ιστορική πραγματικότητα, όπου ο άνθρωπος καλείται να ενσωματωθεί. Έδώ πλέον αποκαλύπτεται στον ύψιστο βαθμό η παιδαγωγική αξία της ορθοδόξου Παραδόσεως, που μέσα σ’ αυτήν ο παιδαγωγούμενος ανακαλύπτει την αρχική του υπόσταση και τον τελικό προορισμό του. Σε τούτο το σημείο πρέπει να διαφωτιστεί κάθε μορφή αγωγής, για να γίνει αντιληπτό, πως η ανάπτυξη του ανθρώπου με την παράδοση των ποικίλων μορφωτικών αγαθών δεν ωφελεί σε τίποτα αν γίνεται μ’ ένα συνεχή τεμαχισμό του ανθρωπίνου γένους (αμαρτία).
β) Η αποκάλυψη της πραγματικότητας του ανθρωπίνου προσώπου. Η άξια του ανθρωπίνου προσώπου βρίσκεται στο ότι ο άνθρωπος με τη δημιουργία του κλήθηκε από το Θεό να συμμετάσχει στην προσωπική ζωή της Αγίας Τριάδος, που μας την αποκάλυψε ο Χριστός στην «κένωση», όπου με τη θεία Σάρκωσή Του «έλαβε μορφήν δούλου». Ο μοναδικός τρόπος, όπου αποκαλύπτεται το πρόσωπο, είναι το ότι αρνιέται να υπάρχει μονάχα για τον εαυτό του. Η αδιάκοπη προσφορά και θυσία μας δείχνουν το απύθμενο βάθος της προσωπικής μας υπάρξεως και την αναντικατάστατη αξία του, που δεν μπορεί να εξαγοραστεί με τίποτα απολύτως. Σε τούτο το σημείο πρέπει να κριθεί κάθε μορφή αγωγής. Αν αντέξει, θα πει πως έχει θεμελιωθεί στην αληθινή πραγματικότητα του προσώπου. Αν όμως όχι, τότε θα σπεύσει να αντικαταστήσει το χάσιμο ή την αντιστροφή της προσωπικής αξίας με την ατομική θεώρηση του ανθρώπου, που ξεκινά από τον αυτονομικό του εγωκεντρισμό και καταλήγει στο πνευματικό χάος του αναρχισμού ή με τη μαζοποίησή του, που μηχανοποιεί και υπνωτίζει την ανθρώπινη ύπαρξη για να κάνει εύκολη την επικράτηση της ολοκληρωτικής ιδεολογίας μέσα σε μια αυτόματη και σιδερένια πειθαρχία. Και στις δυο περιπτώσεις έχουμε την κοινή άρνηση της δυνατότητας, που έχει ο άνθρωπος να υψωθεί στην περιοχή του προσώπου και να παιδαγωγηθεί πραγματικά και αληθινά.
γ) Η αποκάλυψη της Ενυπόστατης Αλήθειας. Η Εκκλησία αναγνωρίζει την καθολική Αλήθεια μονάχα στο Πρόσωπο του ;Ι η σ ο ύ Χριστού. Κάθε διαχωρισμός στις δυο αυτές πραγματικότητες αποβαίνει ολέθρια. Η Αλήθεια είναι η συμμετοχή μας στη ζωή και όχι η έρευνα για την ανακάλυψη ορισμένων αφηρημένων και σχηματοποιημένων ιδεών. Η βίωση αυτής της πραγματικότητας μάς οδηγεί στην ανακάλυψη και συνειδητοποίηση της αλήθειας και όχι το αντίστροφο. Δεν μπορούμε, δηλαδή, με βάση ορισμένες ωραία συστηματοποιημένες και τακτοποιημένες ιδέες να προχωρήσουμε στην ανακάλυψη της αλήθειας. Αυτό που κατορθώνουμε όμως τις περισσότερες φορές είναι να προβάλλουμε τις ιδέες μας στην πραγματικότητα, να την ερμηνεύσουμε κατά τρόπο διαφορετικό και να νομίζουμε, πως γνωρίσαμε την αλήθεια.
Είναι όμως παραδεκτό, πως η αλήθεια δεν γνωρίζεται, αλλά αποκαλύπτεται σε μια προσωπική συνάντηση, που πραγματοποιείται ανάμεσα σε δυο τουλάχιστον πρόσωπα. Γι’ αυτό και η Εκκλησία συναντά την καθολική Αλήθεια στο Πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Κάθε άλλη κατεύθυνση θα μας οδηγήσει αναπόφευκτα στη σύμπηξη των λεγομένων ιδεολογικών συστημάτων, που θα αποβλέπουν στην επικράτησή τους με οποιοδήποτε μέσο, Δεν είναι η επιβολή των ιδεών εκείνη, που μπορεί να δημιουργήσει τη δυναμικότητα και ζωντάνια στον άνθρωπο. Αντίθετα κάθε προσωπική δέσμευση του ανθρώπου στο όνομα της οποιασδήποτε παιδαγωγικής ιδέας ή ιδανικού θα προκαλέσει εσωτερική και εξωτερική αντίδραση με φοβερά και καταστρεπτικά αποτελέσματα. Κάθε μορφή αγωγής πρέπει να ανακαλύψει —και σ’ αυτό μπορεί να βοηθηθεί από την ορθόδοξη μαρτυρία— πως η αλήθεια αποκαλύπτεται και παραδίδεται μονάχα στην περιοχή της προσωπικής σχέσεως και κοινωνίας. Χωρίς αυτή την αναγνώριση κάθε μορφωτικό αγαθό χάνει την αξία του και έτσι η παιδαγωγία καταλήγει σε αναγκαστική τιθάσευση (Dressur), οπότε και διαπιστώνεται η ολοκληρωτική χρεοκοπία της.
δ) Η αρμονική σύζευξη της συντηρήσεως και της προσαρμογής. Και η Εκκλησία αντιμετωπίζει το πρόβλημα του «συντηρητισμού» και του «φιλελευθερισμού». Στην ουσία όμως πρόκειται για ένα ψευδοπρόβλημα, γιατί και οι δυό αντίθετες παρατάξεις αρνούνται και απορρίπτουν την ίδια πραγματικότητα. Η «θρησκευτική συντήρηση» αντιμετωπίζει μ’ ένα ακατανόητο αρνητισμό τον κόσμο της αποστασίας και της πονηρίας και κλείνεται σ’ ένα στεγανό θάλαμο για να συντηρήσει ό,τι μας παρέδωσε η Εκκλησία. Και ο φιλελευθερισμός παραδέχεται τον κόσμο, όπως παρουσιάζεται, χωρίς συζήτηση και αμφισβήτηση. Σε τούτη την πραγματικότητα του κόσμου πρέπει να προσαρμοστεί η Εκκλησία, διακηρύσσει ο φιλελευθερισμός, αν θέλει φυσικά να ζήσει. Και οι δυο παρατάξεις όμως αρνούνται τη δύναμη, που έχει η Εκκλησία να μεταμορφώνει τα πάντα, επομένως και τον κόσμο, και έτσι να συνεχίζει το σωτήριο έργο του Χριστού επί της γης.
Τα ίδιο συμβαίνει και στην αγωγή, αλλά με μια βασική διαφορά: εδώ έχουμε μονάχα αδιέξοδο, καμιά ελπίδα για το άνοιγμα του φαύλου κύκλου. Στις συνηθέστερες μορφές αγωγής διαπιστώνουμε μια σκληρή και αυστηρή στάση απέναντι στον κόσμο και σε κάθε τι το καινούργιο. Αυτός ο αρνητισμός δεν είναι μια a posteriori συμπεριφορά της αγωγής, που σημαίνει πως απορρίπτει τα αρνητικά αποτελέσματα της διαγωγής του ανθρώπου. Πολύ περισσότερο είναι μια μόνιμη a priori στάση, που εκφράζει τη δυσπιστία, την έλλειψη εμπιστοσύνης, την υποτίμηση στην αξία των ανθρωπίνων εκείνων προσώπων, που αρνούνται με τον τρόπο τους να διαμορφωθούν από τα διάφορα παιδαγωγικά συστήματα. Η μόνη λύση για να σταθεί ένα τέτοιο σύστημα είναι: η αξιολογική απόρριψη σε κάθε τι, που προέρχεται από τον κόσμο και η επικράτησή του σ’ ένα χώρο δεσποτείας και κυριαρχίας, που θα αποσκοπεί στη συμμόρφωση του ανθρώπου έστω και κατά τρόπο τεχνητό, επιφανειακό και υποκριτικό.
Σε τούτη τη στάση της αγωγής η Ορθοδοξία καταθέτει τη μαρτυρία της: αρνείται τον αρνητισμό της και απορρίπτει την από μέρους της απόρριψη της πραγματικότητας του κόσμου. Η Ορθοδοξία αποδέχεται και προσλαμβάνει ολόκληρο τον κόσμο, ως δημιουργία του Θεού, τον «αναφέρει» με τη λατρεία της στον Τριαδικά Θεό για να μη μείνει στο χώρο της φθοράς και του θανάτου, αλλά για να γίνει εκείνο, που πραγματικά μπορεί να γίνει εν Χριστώ Ιησού. Η ορθόδοξη αγωγή βλέπει τον κόσμο και τον άνθρωπο μέσα από τη δυνατότητα, που έχουν να ζωοποιηθούν, να μεταμορφωθούν και να ανακαινισθούν με το μυστήριο του Χριστού. Η πραγματικότητα του ανθρώπου είναι ένα αδιάκοπα πορευμένο μέσα στο χρόνο «συνεχές» (continuum) και δεν μπορούμε χωρίς εκτροπή να την ξεχωρίσουμε από τις διάφορες χρονικές στιγμές της, ούτε πολύ περισσότερο να προβάλλουμε την εικόνα της μιας στιγμής πάνω στις άλλες. Όταν ένας άνθρωπος (εδώ π.χ. ο παιδαγωγούμενος) μας παρουσιάζει σε ορισμένη χρονική στιγμή μιαν αρνητική ή θετική διαγωγή, αυτό δεν είναι δείγμα, πως στη συνέχεια του χρόνου η διαγωγή του θα παραμείνει η ίδια. Με τούτο το ορθόδοξο όραμα, που είναι διαποτισμένο από την πίστη και την αισιοδοξία της Αναστάσεως του Χριστού, είναι δυνατόν να υπερπηδηθεί το δίλημμα αρνητισμός ή προσαρμογή, που αντιμετωπίζει και σήμερα η αγωγή στο έργο της.
2. Η ορθόδοξη καθολική Αλήθεια.
Η πραγματικότητα της καθολικής Αλήθειας, που μας αποκαλύπτεται στον Ιησού Χριστό, δεν αποτελεί ένα ορισμένο κλειστό σύστημα από διάφορες σπουδαίες ιδέες, όπου καλείται ο άνθρωπος να τις γνωρίσει με τη βοήθεια των δικών του γνωστικών ικανοτήτων και κατηγοριών. Κάτι τέτοιο θα σήμαινε όχι μονάχα τον τεμαχισμό, μα και τη νέκρωση της Αλήθειας. Η Αλήθεια ως η μοναδική πραγματικότητα και ζωή μας προσφέρεται, όπως τονίστηκε και στις προηγούμενες σκέψεις, σ’ ένα Πρόσωπο, που με την παρουσία Του μας χαρίζει την ανακεφαλαίωση ολόκληρης της ανθρώπινης φύσεως και του όλου έργου της δημιουργίας. Όταν ο Χριστός μας καλεί να οικειοποιηθούμε την Αλήθεια στο Πρόσωπό Του, αυτό σημαίνει, πως ο άνθρωπος πρέπει να προσκολληθεί στην προσωπική παρουσία Του, που μας αποκαλύπτεται στην κοινωνία της αγάπης. Η αγάπη έδώ όχι βέβαια σαν μια ανθρώπινη συναισθηματική κατάσταση, αλλά ως η συγκεκριμένη ενέργεια του Θεού, που έρχεται σε κοινωνία με τον κόσμο διά του :Ιησού Χριστού. Η κοινωνία με το Χριστό στην αγάπη και την πίστη ξαναπροσφέρει την οντολογική σχέση του ανθρώπου με το Θεό, όπου αποκαλύπτεται η αληθινή διάσταση του Είναι, της υπάρξεως, της ζωής του. Με το γεγονός όμως της αμαρτίας ο άνθρωπος διέστρεψε αυτή του τη σχέση με το Θεό και έτσι ξέπεσε από τη ζωντάνια στη νέκρα, από τη γνώση στην άγνοια και την αγνωσία (τούτο έδώ μας θυμίζει τον θεόπνευστο Μωϋσή στο βιβλίο της Γενέσεως με το δένδρο του «γινώσκειν καλόν και πονηρόν»), από την αλήθεια στην απόκρυψη και τη λήθη, από τη μορφή στην αμορφία. Η συμμετοχή συνεπώς του ανθρώπου στην κοινωνία, που προσφέρει ο Θεός με την προσωπική παρουσία Του, χαρίζει την επαναγωγή του (η λέξη μάς θυμίζει και μας παραπέμπει στην ουσία της αγωγής) στην πραγματική ζωή, στην υπέρλογη γνώση, στη μοναδική αλήθεια (ά-λήθη, το αντίθετο ακριβώς της λησμοσύνης) και στην αποκλειστική του μόρφωση.
Όλα τούτα υπογραμμίζονται για να μας καταδείξουν το σωστό δρόμο για την καθολική Αλήθεια. Η Αλήθεια είναι μία και περιέχει μέσα της τα πάντα. Δεν μπορεί να εμφανίζεται τεμαχισμένη και ατελής. Γι’ αυτό και δεν είναι δυνατόν να αποκαλυφθεί σ’ εκεί¬νον, που την προσεγγίζει και την ερευνά με τρόπο ατομικό και υποκειμενικό, δηλαδή μέ βάση και κριτήριο τις διάφορες έννοιές του, που τροφοδοτούνται από την τεμαχισμένη πραγματικότητα της καθημερινής μας πείρας. Ακόμα και σ’ αυτές τις επιστημονικές αλήθειες διακρίνουμε μια μονιμότητα ή προσωρινότητα, που εξαρτάται από τον υποκειμενικό και ίσως αυθαίρετο τρόπο, που ένας επιστήμονας ζητάει από τη φύση να του απαντήσει. Στις περιπτώσεις αυτές η φύση απαντά ανάλογα με τον τρόπο που την ρωτούν, γι’ αυτό και έχουμε μια ποικιλία {που εγγίζει την αναίρεση) στις διάφορες επιστημονικές θεωρίες. Ας σημειώσουμε όμως εδώ και τούτο: η αγωγή με το έργο της δεν αποβλέπει στην προαγωγή της επιστημονικής έρευνας, αλλά επιδιώκει την καλλιέργεια και τη βελτίωση του παιδαγωγουμένου με τη βοήθεια των προσφερομένων ποικίλων γνώσεων. Κάτι τέτοιο όμως μπορεί να γίνει μονάχα, όταν οι γνώσεις αυτές ζωοποιούν τον άνθρωπο. Η ζωή της γνώσεως βρίσκεται στην κοινωνία της αγάπης. Έτσι η αγωγή δεν μπορεί να προσφέρει γνώση χωρίς την αγάπη. Διαφορετικά είναι αναγκασμένη να διαπιστώνει τη «νέκρωση» των ιδανικών της και το «θάνατο» των παιδαγωγουμένων.
Τούτη η πραγματικότητα πρέπει να προβληματίζει αδιάκοπα την αγωγή για να προσανατολίζεται στην προσφορά της αλήθειας, που εκπροσωπεί το Είναι, τη ζωή, την ύπαρξη του παιδαγωγουμέ¬νου. Μια τέτοια αλήθεια απορεί να σταθεί μονάχα ως καθολική και συνεπώς προσωπική. Το ερώτημα όμως, που παραμένει, είναι: πώς θα μπορέσει η αγωγή να ξεπεράσει τα όρια της τεμαχισμένης και ατομικής φύσεως του ανθρώπου; Και ως ερώτημα μονάχα μας προσφέρει κιόλας τους πρώτους καρπούς. Αν η αγωγή αποκτήσει τούτη τη συνείδηση, αυτό θα πει πως έχει ανοιχτεί και προσανατολιστεί στη θεολογική περιοχή. Η συναίσθηση της ανεπάρκειας θα της χαρίσει την πιο τιμητική διάκριση και πραγματική υπόληψη. Βέβαια εδώ μπορούμε να σημειώσουμε στο ενεργητικό της αγωγής, πως η είσοδος της θρησκευτικής διδασκαλίας στην περιοχή της είναι ένα δείγμα μιας ουσιαστικής κατανοήσεως. Ο τρόπος όμως, που προσφέρθηκε και προσφέρεται το θρησκευτικό μάθημα, αντί να βοηθήσει την αγωγή στο σωτήριο πήδημά της για την ανεύρεση της ζωντανής καθολικής Αλήθειας, την οδήγησε μάλλον σε μια αύξηση της δικής της ενδοκόσμιας εξουσίας και στην περιοχή του Θεού και της Εκκλησίας Του. Το σχολείο π.χ. καθορίζει τις περισσότερες φορές όχι μονάχα τη διδακτέα ύλη, αλλά και τον τρόπο και το σκοπό της θρησκευτικής διδασκαλίας, ενώ οι ουσιαστικές του σχέσεις με το μυστήριο της Εκκλησίας είναι υποτυπώδεις. Και αυτό όχι μονάχα δεν την ωφέλησε, μα και της έδωσε την εντύπωση, πως η Εκκλησιαστική Αλήθεια είναι εκείνη, που εκπροσωπείται και διδάσκεται συνήθως κατά περιόδους στα παιδαγωγούντα σχολεία.
Εδώ ακριβώς πρέπει η ορθόδοξη Θεολογία ως λειτουργία και διακονία να προσφέρει τη μαρτυρία της για την καθολική Αλήθεια, όπως αποκαλύπτεται στην Εκκλησία του Χριστού. Η προσέγγιση της Αλήθειας γίνεται από τον άνθρωπο, όταν συναντάται προσωπικά με το Χριστό. Εδώ ανακαλύπτει την επανένωση της ανθρώπινης φύσεως και την ανυπολόγιστη αξία του ανθρώπινου προσώπου. Γι’ αυτό και η παρουσία του Χριστού γίνεται όχι κατά τρόπο μερικό ή ατομικό (υποκειμενικό), αλλά στο χώρο εκείνο, που πραγματοποιείται η σύναξη των πολλών και διασκορπισμένων ανθρώπων «εις εν». Είναι η Εκκλησία, το σώμα του Χριστού, που τα μέλη της είναι οι πιστοί άνθρωποι. Από τη στιγμή λοιπόν, που ο άνθρωπος θα αισθανθεί τον εαυτό του ενωμένο με τους άλλους ανθρώπους, τότε αποκτά και την πραγματική γνωσιολογική ικανότητα να προσεγγίσει και να ανακαλύψει την καθολική αλήθεια. Όποιος έχει τη συναίσθηση αυτής της ενότητας, αυτός αποκτά και τη σωτήρια ελευθερία απέναντι στο εγώ του, στους υποκειμενισμούς του, στους ατομικούς περιορισμούς του. Συνείδηση της Αλήθειας έχει εκείνος, που ελευθερώθηκε από το υποκείμενο της συνειδήσεως του. Σε τούτη την περίπτωση η Αλήθεια δεν είναι μια αντικειμενική γνώση, μια ατομική γνώμη, μια ωραία και ελκυστική ιδέα, αλλά είναι η πραγματικότητα, που περικλείει μέσα της τα πάντα, το όλον. Είναι η παρουσία της καθολικής Αλήθειας.
Η μεταφορά όλων αυτών στο χώρο της αγωγής είναι και επιτακτική και επίκαιρη. Αν θέλει η αγωγή να ζωοποίει τις ανθρώπινες υπάρξεις και να μη τις μαραζώνει με την ασθένεια προς θάνατο, πρέπει οι διδασκόμενες αλήθειες της να προσανατολιστούν και να φωτιστούν από την καθολική Αλήθεια, δεν μπορεί να προσφέρει «αλήθειες» απευθυνόμενη μονάχα στο μυαλό των παιδαγωγουμένων, γιατί έτσι υπηρετεί τη διάσπαση της ψυχοσωματικής τους ολότητας και καταλήγει στο μερισμό της αλήθειας, που με τη σειρά της παύει πια να παιδαγωγεί και να ζωοποιεί. Η αγωγή έχει χρέος να παιδαγωγεί ολόκληρο τον άνθρωπο και να τον βοηθά να συμμετάσχει στην καθολική Αλήθεια, όπου με την παρουσία της θα ανακαλύψει και τη δική του αληθινή ύπαρξη. Η πνευματική ανάπτυξη και αύξηση του ανθρώπου θα πραγματοποιείται σε μια πληρότητα και αρμονικότητα όλων των καταβολών και δυνάμεων του. Αγωγή, που καλλιεργεί στον παιδαγωγούμενο ορισμένες μονάχα δυνάμεις, δείχνει πως δεν βρίσκεται στην περιοχή της καθολικής Αλήθειας. Και από αυτή την αρρώστια υποφέρει σήμερα η αγωγή, που συνήθως διαλέγει για έργο της την ανύψωση και ανάπτυξη του διανοητικού επιπέδου στον παιδαγωγούμενο, ενώ με τον τρόπο αυτό παραμένει άθικτη η περιοχή των συναισθηματικών και βουλητικών του δυνάμεων και ακόμα περισσότερο παραμένει άγνωστη η χώρα του υποσυνειδήτου απ’ όπου κατευθύνεται ο άνθρωπος σ’ όλες σχεδόν τις ενέργειες του και τον περισσότερο χρόνο της ζωής του. Εδώ χρειάζεται η συμβολή του ορθοδόξου μορφωτικού έργου, που θα βοηθήσει στην επαναγωγή της αγωγής στην ορθή κατεύθυνση της καθολικής Αλήθειας.
Από την άλλη όμως μεριά η μαρτυρία της καθολικής Αλήθειας πρέπει να είναι τέτοια, ώστε να προσλαμβάνει κάθε παιδαγωγική πραγματικότητα, να την διαποτίζει και να την ζωοποιεί με την Αλήθεια του Χριστού, χωρίς να παραθεωρεί ό,τι καλό και θετικό συναντάει εκεί. Στη συνέχεια να διακονεί ειλικρινά και τίμια στην απελευθέρωσή της από κάθε μορφή αυτονομίας και από κάθε δυνατή έκπτωση στην περιοχή της αντικειμενικής γνώσεως, της καταστρεπτικής λήθης, της μηχανικής και επαγγελματικής τυποποιήσεως και της επιφανειακής μορφωτικής καλλιέργειας.
(Ν. Γρηγοριάδης, «Η ορθόδοξη μαρτυρία για την αγωγή», Μαρτυρία Ορθοδοξίας, σ. 120-131)

Παρασκευή, Οκτωβρίου 26, 2012

ΧΕΙΡΟΤΕΧΝΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ 28η ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ



 
Πατήστε στην εικόνα για κλείσιμο του παραθύρου
Υλικό για την 28η Οκτωβρίου, στα ΠΑΙΔΙΚΑεδώ.
Θα βρείτε φωτογραφίες, ποιήματα, τραγούδια.
Στα ΠΑΙΔΙΚΑ πάλι θα βρείτε την

Πατήστε στην εικόνα για κλείσιμο του παραθύρου
28 Οκτωβρίου 1940
Πατήστε στην εικόνα για κλείσιμο του παραθύρου



Πατήστε στην εικόνα για κλείσιμο του παραθύρου
Πατήστε στην εικόνα για κλείσιμο του παραθύρου

Πατήστε στην εικόνα για κλείσιμο του παραθύρου
Ενδείκνυνται τα τραγούδια της Σοφίας Βέμπο.


Ακόμα και αν δεν κάνετε γιορτή, θα είναι θαυμάσιο τα παιδιά να έχουν λίγα ακούσματα από την εποχή εκείνη.
Μπορείτε να τραγουδήσετε μαζί:










Παιδιά της Ελλάδος, 1940

 28η Οκτωβρίου 1940

από τη Σοφία Βέμπο


Μες τους δρόμους τριγυρνάνε,

οι μανάδες και ζητάνε ν' αντικρίσουνε

τα παιδιά τους π' ορκιστήκαν,

στο σταθμό σαν χωριστήκαν να γυρίσουνε.

Μα για κείνους πού 'χουν φύγει

και η δόξα τους τυλίγει, ας χαιρόμαστε

και καμιά ποτέ ας μην κλάψει

κάθε πόνο της ας κλάψει κι ας ευχόμαστε.

Παιδιά, της Ελλάδος παιδιά,

που σκληρά πολεμάτε πάνω στα βουνά.

Παιδιά, στη γλυκιά Παναγιά,

προσευχόμαστε όλες, νά 'ρθετε ξανά.

Λέω σ' όσες ξαγρυπνάνε

και για κάποιον ξενυχτάνε και στενάζουνε,

πως η πίκρα κι η τρεμούλα

σε μια γνήσια Ελληνοπούλα δεν ταιριάζουνε.

Ελληνίδες του Ζαλόγγου

και της πόλης και του λόγγου και Πλακιώτισσες,

όσο κι αν πικρά πονούμε,

υπερήφανα ας πούμε σα Σουλιώτισσες.

Παιδιά, της Ελλάδος παιδιά,

που σκληρά πολεμάτε πάνω στα βουνά.

Παιδιά, στη γλυκιά Παναγιά,

προσευχόμαστε όλες, νά 'ρθετε ξανά.

Mε της Νίκης τα φτερά,

σας προσμένουμε παιδιά.

Σάββατο, Οκτωβρίου 20, 2012

ΠΑΙΔΕΙΑ ΑΓΑΠΗΣ ΚΑΙ ΖΩΗΣ, ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΣΥΡΟΥ, Δωρόθεου Β


paideia
Ο
Πλούταρχος
εξετάζοντας
 τα
ανθρώπινα,
αποφαίνεται
 ότι
«μόνο η
παιδεία είναι
αθάνατο αγαθό.
Αυτήν ούτε η
τύχη
μπορεί να
 παρασύρει, ούτε η συκοφαντία να κηλιδώσει, ούτε η
αρρώστεια να μαράνει, ούτε το γήρας να βλάψει.
Απεναντίας, αποτελεί καταφύγιο στις συμφορές και
η ροή του χρόνου, που από τα πάντα αφαιρεί, στην
 παιδεία προσθέτει τη γνώση και την εμπειρία.»
Γι’ αυτό και ο σοφός Ιεράρχης Μ. Βασίλειος χαρακτηρίζει
την παιδεία «μόνην των κτημάτων αναφαίρετον και
ζώντι και τελευτήσαντι παραμένουσαν».
Στο κυρίαρχο σύνθημα της εποχής μας
«άδραξε τη μέρα», ζήσε το τώρα, χωρίς μέτρο και
όριο, η Αγία Γραφή αντιτάσσει το «δράξασθε παιδείας»,
με την επισήμανση «μήποτε οργισθεί Κύριος και
 απολείσθε εξ οδού δικαίας»...
Βέβαια, ο Κύριος, απαθής ων ανθρωπίνων παθών,
 δεν οργίζεται, οι συνέπειες, όμως, της απαιδευσίας
συναπαρτίζουν αυτό που ο λαός μας χαρακτηρίζει
ως οργή Θεού.
Και είναι οργή Θεού τα όσα βιώνουμε τα τελευταία χρόνια
στην Πατρίδα μας, ακριβώς γιατί είναι επίχειρα της έλλειψης
Παιδείας, είναι αυτό που γλαφυρώτατα διαπίστωνε ο 
Αδαμάντιος Κοραής, ότι 
«αι πυρκαϊαί, αι καταναλίσκουσαι τας πόλεις», 
και την πατρίδα μας θα προσθέταμε, 
«είναι προιόντα απαιδευσίας»!
Όλοι συμφωνούν ότι η γενικευμένη κρίση που μαστίζει σήμερα τη
χώρα μας είναι πριν και πάνω απ΄ όλα κρίση αρχών, κανόνων,
αξιών και ιδανικών, κρίση ήθους και ηθικής, κρίση
ευαισθησίας κοινωνικής, κρίση σκέψης πολιτικής, κρίση
 πίστης θρησκευτικής,  κρίση σύνεσης και αυτογνωσίας,
με δυό λέξεις κρίση παιδείας!
Καθώς μόνο με την Παιδεία εξασφαλίζεται η σωστή ιεράρχηση
αναγκών και επιδιώξεων στη ζωή μας, δεν είναι παράξενη,
αλλ` αναμενόμενη η απώλεια του μέτρου, η απουσία
οράματος, η παραποίηση του νοήματος της ζωής, η αναγωγή
του χρήματος σε μέτρο αξιολόγησης της επιτυχίας και
της προσωπικότητας και η φυσιολογική της συνέπεια, για
να γίνουμε συγκεκριμένοι και επίκαιροι, η αναγωγή της
φοροδιαφυγής σε εξυπνάδα..
Είναι φανερό ότι μιλώντας για παιδεία δεν εννοούμε τις απλές
 γνώσεις ή τους όγκους των ασύνδετων πληροφοριών που
παρέχει ήδη η σχολική εκπαίδευση. Δεν αναφερόμαστε στον
«γραμματιζούμενο» αλλά στον «μορφωμένο» -διάκριση που
κάνει εύστοχα η λαϊκή σοφία.   Μιλάμε για ένα σχολείο και
 μια γενικότερη παιδεία που μορφώνει πολίτες
 υπεύθυνους, σκεπτόμενους, καλλιεργημένους,
κοινωνικά ευαίσθητους, πολίτες με ιδανικά, αρχές και
 αξίες, πολίτες που αγαπούν την πατρίδα τους και
νοιάζονται γι΄ αυτήν, πολίτες με αναφορά σε ρίζες και
παραδόσεις, πολίτες με ταυτότητα, που ξέρουν από πού
έρχονται και πού πάνε, πολίτες που σέβονται τους
θεσμούς και τιμούν τους συμπολίτες τους.
Για να επιτευχθούν, όμως, αυτά, απαιτείται χρόνος,
διάθεση και, το κυριότερο, αλλαγή νοοτροπίας, αλλαγή
εθνικής και κοινωνικής πλεύσεως.
Μια αλλαγή, που μόνο στο σχολικό μαιευτήριο, με μαιευτήρα
το δάσκαλο και εμβρυουλκό την αγάπη μπορεί να γεννηθεί!
Η αγάπη, λέει ένας άγιος της Εκκλησίας μας, είναι πιο
γλυκιά και από τη ζωή. Αν δεν προσφέρουμε στα παιδιά
 μας παιδεία αγάπης, δεν μπορούμε να μιλάμε για παιδεία ζωής.
Η παιδεία για να είναι πετυχημένη πρέπει να μιλά στις ψυχές,
 να τις κάνει να χαίρονται, να ονειρεύονται, να
δημιουργούν, να είναι δρόμος απελευθέρωσης και όχι
διαδικασία εξαναγκασμού και ανελευθερίας.
Στους δύστηνους και χαλεπούς τούτους καιρούς, είναι
 εθνική, πλέον, επιταγή, να διαπλάσουμε μέσα στα Σχολεία
δυνατούς και αισιόδοξους χαρακτήρες, με σταθερή και διαρκή
αγωνιστικότητα, ώστε να μην λυγίζουν μπροστά στις
δυσκολίες και τις δυσμενείς συνθήκες της βιοπάλης.
Να μορφώσουμε νέους με διαυγή διάνοια, ισχυρή και αγαθή
βούληση, φιλάνθρωπα και ευγενή αισθήματα, βαθιά
κατανόηση και ειλικρινή ανιδιοτελή συμπαράσταση σε όλους
 τους συνανθρώπους τους.
Αλλά, το ζητούμενο, δυστυχώς, στις μέρες μας δεν είναι
 να φτιάξουμε ελεύθερους ανθρώπους, με συγκροτημένη
προσωπικότητα, υπεύθυνους, έτοιμους να σταθούν κριτικά
σε ό,τι αλλοιώνει την ομορφιά της ζωής, αλλά εξαρτήματα
για να λειτουργήσει καλά η μηχανή της παγκοσμιοποιημένης
 οικονομίας.
Η παιδεία όμως δεν πρέπει να αποβλέπει ούτε μόνο στην
παραγωγικότητα, ούτε μόνο στις όποιες ανάγκες του κράτους,
 αλλά οφείλει να οδηγεί τους νέους στην ανακάλυψη
 του μυστηρίου της ζωής, στην κατάκτηση της ελευθερίας,
 στην αναζήτηση της αληθείας, στη μύησή τους στην
παράδοση του τόπου τους και στον πολιτισμό, στη
μεταμόρφωσή τους.
Το βάρος της ευθύνης αυτής απέναντι όχι μόνο στα σημερινά
 παιδιά, αλλά και στις γενιές που έφυγαν και στις γενιές, που
 θά `ρθουν, δυστυχώς ή ευτυχώς, δεν το φέρει το απρόσωπο
Κράτος, αλλά κυρίως οι Εκπαιδευτικοί, που αγωνίζονται
καθημερινά στα «μαρμαρένια αλώνια» των Σχολείων να
μορφώσουν τη νέα γενιά!
Στα χέρια των Εκπαιδευτικών μας, μετά την οικογένεια,
βρίσκεται η έξοδος από τα πολλαπλά σημερινά αδιέξοδα,
 η οποία, όμως, απαιτεί υπέρβαση των προσωπικών
τους αδυναμιών, ελλείψεων,  παραλείψεων και προσωπικών
επιλογών.
Γιατί, είναι οι διαμορφωτές της αυριανής Ελλάδος και όχι
οι αναπαραγωγοί της σημερινής πραγματικότητας...
Δύσκολο έργο, αλλά και τόσο μοναδικό στη μεγαλωσύνη του!
Γιατί, όπως εύστοχα υπογράμμισε ο Γ. Δροσίνης
«Δεν υπάρχει μεγαλύτερη αποστολή για έναν άνθρωπο απ’ το
να φωτίζει με το ψυχικό του φως τις αφώτιστες, τις σκοτεινές
 ψυχές και δεν έχουμε τίτλο πνευματικής ευγενείας ανώτερο
απ’ τον τίτλο του διδασκάλου, αφού τον τίτλο αυτό πήρε κι ο
Θεός, όταν κατέβηκε στη γη κι έγινε άνθρωπος.»
† Ο ΣΥΡΟΥ ΔΩΡΟΘΕΟΣ Β' 
(Περιοδικό ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ, τ. 48,
Οκτώβριος 2012)

Τρίτη, Οκτωβρίου 16, 2012

TA ΑΘΕΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ (Δ. Νατσιός) «Στὰ σχολεῖα, στὶς αἴθουσες διδασκαλίας κρίνεται ἡ τύχη τοῦ Γένους-Περισσεύει στὰ τρισάθλια βιβλία ἡ ἐκκλησιομαχία, ἡ κατασυκοφάντηση καὶ ὁ ἐμπαιγμὸς τῆς ἀμωμήτου πίστεώς μας».



 Τ
ὰ θεα γράμματα

Γράφει ὁ Δημ. Νατσιός,
Δάσκαλος-Κιλκίς

«Τ᾽ ἄθεα γράμματα κόψανε τὸ δρόμο τοῦ ἔθνους καὶ τ᾽ ἀμποδᾶνε νὰ χαρεῖ τὴ λευτεριά του» (Παπουλάκος)

.          Ἔχουμε τὴν ἐντύπωση ὅτι ἡ ἔσχατη μάχη γιὰ τὸ μέλλον τῆς πατρίδος διεξάγεται μὲς στὸ Κοινοβούλιο ἢ στὰ ἔγκατα τοῦ Μαξίμου. Λάθος. Στὰ σχολεῖα, στὶς αἴθουσες διδασκαλίας κρίνεται ἡ τύχη τοῦ Γένους. Ἂν ἐπικρατήσει ἡ «ἑλληνοκτόνος παιδαγωγία» καὶ ἐκλείψει διὰ παντὸς ἡ ἑλληνορθόδοξη Παιδεία, «ἡ ροδόχρους ἐλπίδα τοῦ Ἔθνους» (Καποδίστριας), τότε ἂς θυροκολλήσουμε τὸ ἀγγελτήριο θανάτου, πλησιάζει ἡ ἱστορικὴ εὐθανασία. Ἂν δὲν ἀπομείνει ἡ εὐλογημένη «μαγιὰ» τοῦ Μακρυγιάννη, τότε «κάλλιον νὰ μὴν ὑπάρχει Ἕλλην εἰς τὸν κόσμον, παρὰ νὰ ἀτιμάζει τὸ κατ’ εἰκόνα Θεοῦ καὶ ὁμοίωσιν, ὑπάρχων ἀνδράποδον τοῦ ἀναισθήτου Τούρκου, ἐνῶ ἐπλάσθη ἀπὸ τὸν Θεὸν ἐλεύθερος», ὅπως θεσπίζουν, στὶς 5 Μαΐου τοῦ 1827, στὴν Τροιζήνα, οἱ ἐλευθερωτὲς πατέρες μας. Καὶ σίγουρα στὴν θέση τοῦ «ἀναισθήτου Τούρκου», μπορεῖ νὰ μποῦν καὶ ἄλλα ἀναίσθητα καὶ ἄπληστα θηρία-φανερὰ καὶ νοητὰ-ποὺ μᾶς ἐξανδραποδίζουν. Καὶ τὸ κακὸ γίνεται ἀπὸ τοὺς ὕπουλους, τοὺς «προβατόσχημους λύκους» ποὺ ζεσταίνουμε στὸν κόρφο μας καὶ μαγαρίζουν παιδεία καὶ παιδιά…
.           Τὸ 1984, τὸ ἠσύχιο καὶ ταπεινὸ «περιβόλι τῆς Παναγίας» μας, τὸ σπουδαιότερο πνευματικὸ κέντρο τῆς ἀνθρωπότητας, ἐπισημαίνει τὴν ὀλέθρια πορεία τῆς Παιδείας, ἐν ὀνόματι κάποιου νεφελώδους προοδευτισμοῦ καὶ ἀβασάνιστου ἐξευρωπαϊσμοῦ καὶ ὁμιλεῖ ἀπερίφραστα καὶ εὐθαρσῶς γιὰ τὴν ἀδίστακτη καταστροφὴ τῶν ἐθνικῶν μας ριζῶν καὶ τὸν ἐπελαύνοντα ἀντιχριστιανισμὸ καὶ ἀφελληνισμό.
.         
Ἀντιγράφω τὸ ἀπόσπασμα: «Ἀπὸ πολλὰ χρόνια τώρα γίνεται συστηματικὴ προσπάθεια, διαρκῶς αὐξανομένη, νὰ πολεμηθεῖ ἡ πίστη. Νὰ βγεῖ ἀπὸ τὰ ἑλληνικὰ σχολεῖα ὁ Χριστός. Νὰ διαστρεβλωθεῖ ἡ ἱστορία μας. Νὰ εὐτελισθεῖ ἡ σημασία τῶν μεγάλων ἑορτῶν τῶν Χριστουγέννων καὶ τοῦ Πάσχα, ποὺ τόσο ζεῖ ὁ λαός μας. Νὰ παύσει ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία νὰ εἶναι ἡ ψυχὴ τοῦ Γένους μας. Νὰ καταντήσουν τὰ παιδιὰ εὔκολη λεία κάθε νοητοῦ ἢ φανεροῦ θηρίου».
.           Δυστυχῶς ἐπαληθεύτηκαν οἱ Ἁγιορεῖτες Πατέρες. Τὸ ποῦ ἔχει καταντήσει ἡ Παιδεία μας ἐξ αἰτίας τῆς παρατεταμένης κρίσεως ταυτότητας, τὸ βλέπει κανεὶς στὰ πλεῖστα ἐν χρήσει σχολικὰ ἐγχειρίδια. Δὲν πρόκειται μόνο γιὰ τὸ ἐλεεινὸ γλωσσικὸ ἰδίωμα στὸ ὁποῖο εἶναι γραμμένα, γιὰ τὴν προχειρότητα καὶ ἀνεπάρκεια ποὺ τὰ χαρακτηρίζει, πρόκειται κυρίως γιὰ τὴν ψυχικὴ μιζέρια στὴν ὁποία καταδικάζουν τὸ παιδί, τὰ πρότυπα ποὺ τοῦ προβάλλουν, ἤτοι ἕναν πληροφορημένο, ὑπολογιστικό, ἀνταγωνιστικὸ καὶ συναισθηματικὰ νεκρὸ ἄνθρωπο. Καί, κυρίως, χωρὶς τὸν Θεάνθρωπο, τὴν χαρὰ τοῦ κόσμου.Περισσεύει στὰ τρισάθλια βιβλία ἡ ἐκκλησιομαχία, ἡ κατασυκοφάντηση καὶ ὁ ἐμπαιγμὸς τῆς ἀμωμήτου πίστεώς μας, ποὺ «μᾶς λευτέρωσε καὶ βγήκαμε εἰς τὴν κοινωνίαν τοῦ κόσμου», ὅπως βροντοφωνάζει ὁ Μακρυγιάννης. Καὶ ὅλα αὐτὰ κατὰ παράβασιν τῆς συνταγματικῆς ἐπιταγῆς. (Ἐξαιρετικὴ ἡ μελέτη καὶ ἡ ἀρθρογραφία γιὰ τὰ θέματα αὐτὰ τοῦ σεβαστοῦ προέδρου, ε.τ., τοῦ Ἀρείου Πάγου κ. Βασιλείου Νικόπουλου, μὲ τίτλο: «Τὸ προοίμιον τοῦ Συντάγματος καὶ ἡ νομική του ἀξιολόγηση», ἔκδοση τῆς «ἑταιρείας τῶν φίλων του λαοῦ»).

.            Καὶ γιὰ τοῦ λόγου τὸ ἀληθὲς μία σύντομη περιδιάβαση στὰ σχολικὰ βιβλία Γλώσσας Δημοτικοῦ καὶ Γυμνασίου τεκμηριώνει τὰ προαναφερθέντα:

Ἀνθολόγιο Α´ Δημοτικοῦ: Κείμενο μὲ τίτλο: «Δῶσε τὴν ἀγάπη». Διαδραματίζεται ὁ ἑξῆς διάλογος στὴν τάξη. «Αὔριο θὰ κάνουμε γιορτούλα μέσα στὴν τάξη», λέει ἡ δασκάλα. «Τί γιορτή; Ποιός ἅγιος γιορτάζει», ρωτοῦν τὰ παιδιά. «Αὐτὸς ὁ ἅγιος δὲν ὑπάρχει. Εἶναι ὁ ἅγιος τῆς φιλίας», ἀπαντᾶ ἡ κυρία. «Μὰ δὲν ἔχει ὄνομα;». «Νὰ τὸν ποῦμε… Φιλάγιο», λέει ὁ Μάνος, τὸ Πολωνεζάκι καὶ συμφωνεῖ ἡ δασκάλα. (Τὸ σχολεῖο εἶναι διαπολιτισμικό). Ἐρώτηση: Δὲν ἔχει ἁγίους ἡ Ἐκκλησία μας; (σελ. 107). Στὴ σελ. 110 ὑπάρχει μία προσευχή τῆς… Θέτιδος Χορτιάτη. (Μία νερόβραστη τιποτολογία). Στὴ σελ. 113 κείμενο γιὰ τὴν Ἅϊ-Βασίλη. Ὄχι βέβαια γιὰ τὸν ἀσκητικὸ καὶ φιλανθρωπότατο ἅγιο, ἀλλὰ γιὰ τὸ γνωστὸ ξωτικὸ τῶν δώρων. Διαβάζω: «Ὁ Ἰβὰν καὶ ἡ οἰκογένειά του ἐγκαταλείπουν τὸν τόπο τους, μαζὶ καὶ ἡ Εὐτυχού, ἡ γάτα τους, ἐξ αἰτίας μίας καταστροφῆς…».
.        Ἐρωτῶ: γιατί τέτοια μαῦρα, καταθλιπτικὰ κείμενα σὲ 6χρονα παιδιά; Διευκρινίζω: Ὅτι ἡ ἀτομικὴ καὶ κοινωνική μας ζωὴ εἶχε, ἔχει καὶ θὰ ἔχει ἕνα μεγάλο μέρος της βουτηγμένο στὸ σκοτάδι, δὲν σημαίνει πὼς λόγῳ ρεαλισμοῦ πρέπει νὰ τὸ προβάλλουμε στὰ βιβλία τοῦ Δημοτικοῦ καὶ νὰ φαρμακώνουμε τὴν ψυχὴ τῶν παιδιῶν. Ὄχι γιὰ νὰ κρυβόμαστε ὑποκριτικά, ἀλλὰ γιατί ὁ νοῦς τῶν μικρῶν παιδιῶν δὲν χωράει τὸ κακό, ὁπότε τὸ μόνο ποὺ ἀποφέρει μία τέτοια προσπάθεια εἶναι νὰ διαταράσσεται ἡ πνευματική τους ἰσορροπία.

Γλώσσα Α´ Δημοτικοῦ. Ἀφιέρωμα στὸ Πάσχα. Περιέχονται δύο ποιήματα. Τὸ πρῶτο μὲ τίτλο «Πασχαλινὸ» στὸ ὁποῖο περιγράφονται «οἱ φοῦρνοι ποὺ μοσχοβολοῦν» καὶ «τὰ τραπέζια ποὺ κοκκινίζουν ἀπ’ τὰ αὐγά». Τὸ δεύτερο μὲ τίτλο «Πασχαλινὰ κουλούρια». (σελ. 56 τ. Β’). Πουθενὰ ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, τὸ «Χριστὸς Ἀνέστη» στὴν κρισιμότερη τάξη ὅλων τῶν βαθμίδων. Μὴ θιγεῖ ὁ πολυπολιτισμός τους… Στὴ Β´ καὶ Γ´ Δημοτικοῦ θὰ βροῦμε 4-5 σελίδες γιὰ προσκλήσεις σὲ γενέθλια. Πουθενὰ στὸ Δημοτικὸ δὲν ἀναφέρεται ἡ ὀνομαστικὴ γιορτή.

Στὸ Ἀνθολόγιο Γ´ καὶ Δ´ Δημοτικοῦ. Σελ. 79. Κείμενο μὲ τίτλο «Τότε ποὺ πήγαμε βόλτα τὸν Ἐπιτάφιο». Ἔχουμε περιφορὰ καὶ ὄχι βόλτα τοῦ Ἐπιταφίου. Καὶ στὸν ἐπίλογο: Ὅταν φτάσαμε στὴν Ἐκκλησία οἱ ψάλτες σήκωσαν τὸν Ἐπιτάφιο ψηλὰ πάνω ἀπὸ τὴν πόρτα κι ὅλοι ἐμεῖς περάσαμε ἀπὸ κάτω. Νά, ὅπως τὸ “περνᾶ- περνᾶ” ἡ μέλισσα». Διακωμώδηση τῆς κατανυκτικότερης ἀκολουθίας τῆς Ἐκκλησίας μας. Στὴ σελ. 74 ὁ μουσουλμάνος Νορντίν, ἐπισκέπτεται τὴν «Ἐκκλησία τοῦ χριστιανοῦ Ἀλλὰχ» καὶ βλέποντας τὶς ἁγιογραφίες στοὺς τοίχους δυσφορεῖ μὲ τοὺς «ἄσχημους γέρους μὲ τὶς μακριὲς γενειάδες», δηλαδή, μὲ τοὺς ἁγίους μας. Στὴν σελ. 143 σὲ ἕναν ποδοσφαιρικὸ ἀγώνα, ἕνας παπὰς καὶ ἕνας δάσκαλος εἶναι τερματοφύλακες καὶ ἀλληλοϋβρίζονται.

Στὴ Γλώσσα Δ´ Δημοτικοῦ (β´ τ. σελ. 52) ὁ Ἅϊ-Βασίλης «βγαίνει στὴν αὐλὴ νὰ ἁπλώσει τὴ μπουγάδα του, τὶς κάλτσες του, τὴ φανέλα του καὶ τὸ μακρύ του σώβρακο…». Στὴν Ε´ Δημοτικοῦ, στὴν ἑνότητα γιὰ τὰ Χριστούγεννα ἔχουμε πάλι μία «οἰκογένεια προσφύγων, τοῦ Ἄντυ, ποὺ ζεῖ σὲ ἀντίσκηνα καὶ ξεπαγιάζει» (πάλι μαυρίλα). Στὴν ἑπόμενη σελίδα 26 «ἡ Φρικαντέλα ἡ μάγισσα ποὺ μισοῦσε τὰ κάλαντα» καὶ ἔδιωχνε τὰ παιδιὰ μὲ φράσεις ὅπως «Σκασμός, σκουπιδόπαιδα! Ἂν δὲν σταματήσετε νὰ λέτε τὰ κάλαντα θὰ τὸ μετανιώσετε πικρά!». Στὴ δὲ σελ. 29 τὰ ἅγια Θεοφάνεια εἶναι γιὰ τὰ ἔντυπα σκύβαλα ἀγώνας κολύμβησης. (Στὸ βιβλίο «Θεατρικὴ Ἀγωγὴ» Ε´ καὶ ϛ´ Δημοτικοῦ, στὴ σελ. 81 τὰ παιδιὰ καλοῦνται νὰ ὑποδυθοῦν τὸ δαιμόνιο). Στὴ Γλώσσα ϛ´ δημοτικοῦ (α´ τ. σελ. 90) θὰ βρεῖς τὴν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὅπου ὁ Χριστιανισμὸς ἐξισώνεται μὲ τὶς θρησκεῖες τοῦ κόσμου καὶ ὑποτιμᾶται σαφῶς τὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου. Στὸ Ἀνθολόγιο ϛ´ δημοτικοῦ, σελ. 166, συγκρίνονται τὰ μάτια τοῦ Χριστοῦ μὲ τὰ μάτια μιᾶς γάτας.

Στὸ Γυμνάσιο τὰ ἴδια καὶ χειρότερα. Στὸ τετράδιο ἐργασιῶν Α´ Γυμνασίου (σελ. 76) κείμενο «Μ. Παρασκευὴ στὴν Ἐκκλησία» τοῦ Καζαντζάκη, στὸ ὁποῖο διαβάζουμε: «…μία φορὰ τὸν ἔλεγαν Ἄδωνη, τώρα Χριστὸ» καὶ λοιπὲς νεοπαγανιστικὲς βλασφημίες. Στὰ «Κείμενα Νεοελληνικῆς Λογοτεχνίας» Α´ Γυμνασίου (σελ. 222) θὰ βροῦμε μία γάτα, ἡ ὁποία εἰσχωρεῖ στὸ «Ἱερὸ Βῆμα» καὶ ἀφήνει τὶς ἀκαθαρσίες της στὴν «Ἁγία Πρόθεση». (Τί ἀλήθεια νὰ διδαχτοῦν οἱ μαθητὲς ἀπὸ τέτοιο κείμενο;) Στὴν Α´ Γυμνασίου στὴ «Γλώσσα», σὲ κείμενο μὲ τίτλο «Παράπονο σκύλου», ἕνας ἀδέσποτος σκύλος κάθεται ἔξω ἀπὸ τὴν ἐκκλησία καὶ περιμένει,”προσεύχεται” «νὰ βγεῖ ὁ Κύριος», «μὰ ὁ Κύριος δὲν βγαίνει». (Μὲ κεφαλαῖο τὸ “κάπα” ἄρα ἀναφέρεται στὸ Χριστό).
.      Στὰ Κείμενα Νεοελληνικῆς Λογοτεχνίας τῆς Β´ Γυμνασίου, μετὰ τὸν «φιλάγιο» τοῦ Δημοτικοῦ, οἱ μαθητὲς θὰ γνωρίσουν κι ἕναν «νέο» ἅγιο, ποὺ αὐτὴ τὴν φορὰ λέγεται… Ἅϊ-Λαὸς (σελ. 62), ἐνῶ στὸ ἴδιο βιβλίο θὰ συναντήσουμε πάλι τὸν Καζαντζάκη ποὺ «τὴν ὥρα ποὺ χτυποῦσαν οἱ καμπάνες κι οἱ χριστιανοὶ πήγαιναν στὸν Ἅϊ-Μηνᾶ», αὐτὸς «κίνησε γιὰ ἄλλο προσκύνημα, νὰ χαιρετήσει τὴν Ἅγία Κρήτη» (σελ. 113).
.          Στὴν «Γλώσσα» Γ´ Γυμνασίου «φιλοξενεῖται» ὁ Σημίτης ποὺ δυσφορεῖ γιὰ τὴν «διαστρεβλωμένη καὶ γι’ αὐτὸ χωρὶς ἀπήχηση ἑλληνικὴ καὶ χριστιανικὴ παράδοση» τῆς πατρίδας μας (σελ. 65) καὶ ἡ γνωστὴ ἀνθρωποκάμπια τῆς Νέας Τάξης, ὁ Νίκος Δήμου, ὁ ὁποῖος ἐπαίρεται γιατί «ἀνήκει σὲ πολλὲς Μ.Κ.Ο.» καὶ κατηγορεῖ τὴν πατρίδα μας γιὰ «καταπίεση τῶν Μαρτύρων τοῦ Ἰεχωβᾶ, τῶν σλαβοφώνων καὶ Μουσουλμάνων».
.        Στὸ «τετράδιο ἐργασιῶν» τῆς ἴδιας τάξης θὰ “σκοντάψουμε” στὸ μέγα πνευματικὸ ἀνάστημα ποὺ λέγεται Κώστας Λεφάκης, ὁ γνωστὸς τηλεαστρομπουρδολόγος ποὺ συμβουλεύει τοὺς μαθητὲς νὰ προβοῦν σὲ ἐρωτικὲς σχέσεις, διότι ὁ Ἄρης καὶ ἡ Ἀφροδίτη (τὰ ζώδια) τὶς εὐνοοῦν (σελ. 73).Λεφάκη ἢ Σημίτη θὰ βρεῖς στὰ κουρελουργήματα αὐτά. Κόντογλου, Κάλβο ἢ Παλαμά, γιὰ παράδειγμα, δὲν συναντᾶς. Ἂς μὴν ἀποροῦμε γιὰ τὰ ξινὰ μῆλα. Οἱ μηλιὲς εἶναι σάπιες. Καὶ ἐπαναλαμβάνω: ἡ τύχη τοῦ Γένους κρίνεται στὶς σχολικὲς τάξεις.

.         Κλείνω μὲ μία ἔκκληση πρὸς τοὺς ποιμένες, τοὺς ἐπισκόπους του λαοῦ: Ἅγιοι Ἀρχιερεῖς, κάποτε οἱ Ἐπίσκοποι τοῦ δούλου Γένους, ἔπιαναν τὰ καριοφίλια καὶ στέκονταν στὴν πρώτη γραμμή, ὑπερασπιζόμενοι τὸ ποίμνιό τους, χύνοντας καὶ τὸ αἷμα τους γιὰ τοῦ Χριστοῦ τὴν Πίστη τὴν ἁγία καὶ τῆς πατρίδος τὴν Ἐλευθερία. Τώρα καὶ πάλι τὸ ποίμνιό σας, τὸ πιὸ εὐάλωτο καὶ ἀνυπεράσπιστο, τὰ παιδιὰ τοῦ λαοῦ, τὰ παιδιά σας, κατασπαράσσεται καὶ μαγαρίζεται ἡ ψυχή του ἀπὸ «φανερὰ καὶ νοητὰ θηρία». Τὰ παιδιὰ φωνάζουν: «ἄνθρωπον οὐκ ἔχω». Σταθεῖτε Κυρηναῖοι τοῦ πολύπαθου λαοῦ μας. Οἱ ἀνίκανοι Κυβερνῆτες μᾶς ἐξαφανίζουν ὡς λαὸ ἱστορικό. Ἡ Ἐκκλησία, ὅταν ἐκλείπει ἡ κοσμικὴ ἐξουσία ἢ προδίδει τὸν λαό, καθίσταται ἑλληνοσώτειρα. Ἡ ὥρα ἦλθεν…

Αρχιμ. Κύριλλος Κωστόπουλος, H παιδεία ως γνώση και μεταμόρφωση


H παιδεία ως γνώση και μεταμόρφωση
Αρχιμ. Κύριλλος 
Ιεροκήρυκας Ι. Μ. Πατρών, Δρ Θεολογίας
Έχει, δυστυχώς, συνδεθεί ή και ταυτισθεί η έννοια της παιδείας με την πολυμάθεια. Στο παρόν άρθρο μας δεν θέλουμε να αποκλείσουμε την πολυμάθεια. Πρέπει, όμως, να διακηρύξουμε ότι την παιδεία συνιστούν, κυρίως, η γνώση και η μεταμόρφωση. Εάν δε, θέλουμε να είμαστε περισσότερο ακριβείς, θα τονίσουμε ότι παιδεία σημαίνει, πρωτίστως, μεταμόρφωση.
Και αυτό για τον λόγο ότι γνώση είναι -με απλά λόγια- αφενός μεν η γνωριμία πραγμάτων μέσω των αισθήσεων, αφετέρου δε η σύλληψη των αιτίων των συμβαινομένων ανά πάσα στιγμή στη ζωή μας.
Παιδεία, ωστόσο, δεν είναι μόνον αυτό. Η παιδεία αναφέρεται στον όλο ψυχοσωματικό άνθρωπο και επομένως ξεπερνά την απλή γνώση και φθάνει στην επίγνωση που τελικώς είναι η αποκάλυψη της αληθείας. Αλήθεια, όμως, είναι Αυτός ο Θεάνθρωπος Κύριος. Ο Ιδιος έχει πει: «Εγώ ειμί η αλήθεια» (Ιωάν. 14, 6).
Η θεανθρώπινη αλήθεια, δυστυχώς, εξοβελίσθηκε από τη σύγχρονη παιδεία και τη θέση της πήρε η ανθρώπινη γνώση. Παρ’ όλα αυτά η ανθρωποκεντρική παιδεία είναι a priori καταδικασμένη σε αποτυχία. Αλλωστε, αυτό το διαπιστώνουμε καθημερινά. Αντί οι νέοι και οι νέες μας να μορφώνονται παραμορφώνονται και σαν ξένοι και κακοήθεις όγκοι οδηγούνται οι ίδιοι στον ψυχοσωματικό θάνατο, αλλά και προκαλούν καθημερινώς το θάνατο της όλης κοινωνίας μας.
Όταν ο εκπαιδευτικός διδάσκει στους μαθητές και φοιτητές τον μηδενισμό και την αθεΐα, είναι αδύνατον να αναμένουμε καρπούς αγλαούς από μια τοιούτου είδους παιδεία. Και τούτο για τον λόγο ότι η παιδεία, όπως προαναφέραμε, στηρίζεται στη γνώση που προέρχεται από την αλήθεια. Χωρίς την αλήθεια είναι αδύνατον να φθάσει γενικότερα ο άνθρωπος στην επίγνωση των εννοιών και των πραγμάτων και στη μεταμόρφωση του «είναι» του.
Εκείνο, το οποίο πρέπει να τονισθεί επιπλέον είναι ότι, στο πλαίσιο του σημερινού πολιτισμού, η παιδεία (εκπαίδευση) έχει ως αποκλειστικό φορέα τη λογική, χωρίς να λαμβάνει υπόψη τον συναισθηματικό κόσμο και την βουλητική δύναμη του εκπαιδευομένου. Σ’ αυτό έχει βοηθήσει ο ηλεκτρονικός υπολογιστής. Η γνώση λειτουργεί κυρίως ως εκμάθηση, συγκέντρωση, απομνημόνευση και λογική επεξεργασία πληροφοριών. Βεβαίως, δεν απορρίπτουμε τις λειτουργίες αυτές. Παρά ταύτα, με την προαναφερθείσα τεχνολογία μένουν μόνες και αναπόφευκτα λειτουργούν νεκρωτικά για τη γνώση.
Αυτός ο τρόπος εκμάθησης ατονεί τη μνήμη, την λογική και τις επί μέρους λειτουργίες τους, που είναι λειτουργίες της διάνοιας, η οποία εμπεριέχει τη φαντασία, την εφευρετικότητα κ.ά. Όλες αυτές οι λειτουργίες οδηγούν στη σκέψη. Η σκέψη είναι ένα επίπεδο πάνω από την εκμάθηση. Για να καταλήξει, λοιπόν, η εκμάθηση σε παιδεία, χρειάζεται τη σκέψη, πράγμα που θα γίνει με την θεανθρώπινη καλλιέργεια.
Η ευρωπαϊκή παιδεία, η οποία προσέλαβε ό,τι καλό της Αρχαίας Ελλάδος, δεν κατόρθωσε μέχρι σήμερα να βοηθήσει ουσιαστικά στην ολοκλήρωση του ανθρώπου. Με τον «υπεράνθρωπο» του Nietzsche, την απολυτοποίηση των οικονομικών αξιών και την παράλογη θεωρία του «Homo economicus» των Marx και Engels, την απαξίωση του Sartre για την εικόνα του Θεού και του ανθρώπου και τον παραλογισμό του Camus, η Ευρώπη «φόνευσε» τον Θεό και στην θέση του δημιούργησε έναν άνθρωπο απάνθρωπο.
Διαπιστώνοντας αυτή την τραγική πραγματικότητα ο Goethe, αναφώνησε: «Licht, mehr licht» (φως, περισσότερο φως).
Αυτό το περισσότερο φως θα το φέρει η γνώση και η μεταμόρφωση, η οποία θα προέλθει από την ελληνορθόδοξη και θεανθρώπινη παιδεία.
*Δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα «Πελοπόννησος» των Πατρών στις 7/10/2012

Τετάρτη, Οκτωβρίου 10, 2012

Η φρικτή προπαγάνδα της Νέας Τάξης στα μικρά παιδιά. Ανατριχιαστικό!


πηγή


Δείτε σε κινούμενα σχέδια την "εκπαίδευση" και την διαστροφή των παιδιών μας για να συνηθίσουν να προσκυνούν τις αντίχριστες δυνάμεις και τον ίδιο τον αντίχριστο τον οποίον παρουσιάζουν να προέρχεται διαμέσου των συμβόλων των Ιλουμινάτι.
Μια ατελείωτη σωρεία συμβολισμών, αποκρυφιστικών συμβόλων, και κάθε μορφή στήριξης της Νέας Εποχής και της Νέας Τάξης Πραγμάτων, προκατασκευασμένων ιών, εμβολίων, αλλοιωμένης διατροφής, και ένα σωρὀ άλλα.

Και όλα αυτά διαμέσου "αθώων" παιδικών εκπομπών και κινουμένων σχεδίων!

Σε τι χέρια εγκαταλείψαμε τα παιδιά μας;

 

Κυριακή, Σεπτεμβρίου 23, 2012

Η αποδόμηση του μαθήματος των Θρησκευτικών


πηγή


Η αποδόμηση του μαθήματος των Θρησκευτικών
Από τον Ευάγγελο Βλαχάκη
Η διδασκαλία του μαθήματος των Θρησκευτικών είναι θεία εντολή και κανένας δεν επιτρέπεται να την παραβλέψει, να προβεί σε κατάργηση ή αποδυνάμωση του μαθήματος και να έχει την αξίωση να λέγεται Χριστιανός.
Το Σύνταγμα στο άρθρο 16 παράγραφος 2 σχετικά με τη θρησκεία δεν ομιλεί περί αγωγής (δηλαδή περί διδασκαλίας) αλλά περί θρησκευτικής συνειδήσεως, που σημαίνει ότι οι Έλληνες μαθητές δεν αρκεί να μάθουν κάποια στοιχεία της Χριστιανικής θρησκείας αλλά και να τα ενστερνιστούν και να τους γίνουν συνείδηση. Με το νέο πρόγραμμα σπουδών αδικούνται τα ορθόδοξα Ελληνόπουλα, γιατί τους αφαιρείται το δικαίωμα να μάθουν την «εξ αποκαλύψεως αλήθεια», την πίστη στην οποία βαπτίστηκαν και την οποία παρέλαβαν από τους γονείς τους ως μοναδική σώζουσα αλήθεια.
Είναι λυπηρό που ο ιδιότυπος αυτός νεοβαρλααμιτισμός επιβάλλεται από μία μερίδα θεολόγων που δείχνουν ότι εχθρεύονται τη θεολογία του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, τη μαρτυρική Ορθοδοξία των Νεομαρτύρων, την ασκητική παιδεία των Κολλυβάδων, την απλοϊκή πίστη των αγωνιστών της Παλιγγενεσίας του 1821.

Δεν κατανοούν ότι αντιστρατεύονται τον λόγο των Προφητών, των Αποστόλων και των Πατέρων, που τονίζει «Ουκ έστιν εν άλλω ουδενί η σωτηρία, ουδέ γαρ όνομα έστιν έτερον υπό τον ουρανόν το δεδομένον εν ανθρώποις εν ω δεί σωθήναι ημάς» (Πράξ. 4,12). Δηλαδή κανείς άλλος εκτός του Χριστού δεν μπορεί να οδηγήσει στη θεογνωσία, στην αληθινή ένωση του ανθρώπου με τον Θεό, του κτιστού μετά του Ακτίστου.
Είναι εντελώς αδύνατον ο ασύγκριτος Ιησούς Χριστός να συγκριθεί με τους μύστες, ιδρυτές των παντός είδους θρησκευμάτων, Μωάμεθ, Βούδα, Κομφούκιο, Ζαρατούστρα και τόσων άλλων θνητών ανθρώπων, διότι κανείς από αυτούς δεν προϋπήρξε της επιγείου γεννήσεώς του ως Θεός και κανείς δεν έγινε Θεάνθρωπος για τη σωτηρία των ανθρώπων.
Συγκρίνεται ο Δημιουργός και Κτίστης των ορατών και αοράτων, του υλικού και άυλου πνευματικού κόσμου, με το κτίσμα Του; Είναι δυνατόν «ο αιδίως υπάρχων» να συγκριθεί με τους «εν χρόνω γεννηθέντες και εν χρόνω τελευτήσαντες» ιδρυτές θρησκευμάτων, μύστες, όπως και αν τους ονομάσουμε;
Οι Σιωνιστές μέσα από τα 63 νέα βιβλία τους βρίζουν τον Χριστό και την Παναγία και εμάς τους Χριστιανούς μας αποκαλούν Γκόιμ (ραγιάδες), υποζύγια με ανθρώπινη μορφή, που θα τους υπηρετούμε ως δούλοι, όταν θα έρθει ο «μεσσίας» γι’ αυτούς και αντίχριστος για μας και με την εγκαθίδρυση της Παγκόσμιας Κυβέρνησης του Αντίχριστου γίνονται επικίνδυνοι για την ανθρωπότητα.
Ο Μωάμεθ και ο μωαμεθανισμός είναι καταδικασμένοι από την Α’ Οικουμενική Σύνοδο των Πατέρων της Εκκλησίας γιατί απορρίπτουν τη θεότητα του Χριστού. Επιβάλλουν το θρήσκευμά τους με τη βία και τον «θάνατο στους απίστους».
Τι να πούμε για τα πολυθειστικά θρησκεύματα της Ανατολής, Βουδισμό, Ινδοϊσμό, ή πνευματισμό, και σατανισμό. Τι να βρει κανείς στα σκοτάδια και στα πνευματικά σκουπίδια, όταν έχουμε το Φως του Χριστού, τον ήλιο της δικαιοσύνης και της αλήθειας.
Ας μην ξεχνάμε πως ο Θεός είναι Θεός ζηλωτής (Δευτ. δ’ 24) και δεν δέχεται νοθεία και παρερμηνεία στους νόμους και τα προστάγματά του. Πόσες φορές τιμώρησε παιδαγωγικά τους Εβραίους, γιατί ερωτοτροπούσαν και ασπάζονταν τα γειτονικά ειδωλολατρικά θρησκεύματα.
Οι μονοφυσίτες καταδικάστηκαν από την Δ’ Οικουμενική Σύνοδο και με θαύμα η Αγία Ευφημία απέδειξε ότι είναι αιρετικοί.
Οι παπικοί μετανόησαν με την άρση των αναθεμάτων και τους συγχώρησε ο Θεός; Εμείς βλέπουμε στην πράξη ότι ο αγιασμός τους, δεν αγιάζεται και το Άγιο Φως στα Ιεροσόλυμα δεν τους το δίνει ο Θεός ούτε και όταν έχουν Πάσχα νωρίτερα από μας.
Τι να πούμε για τους προοδευτικούς προτεστάντες που παντρεύουν ομοφυλόφιλους και λεσβίες ακόμη και τους χειροτονούν με τον βαθμό του επισκόπου.
Αυτά είναι τα πρότυπα; Μ’ αυτά θα καλλιεργηθεί η θρησκευτική συνείδηση στα παιδιά που περιμένουν σαν «άνυδρη γη» να ξεδιψάσουν και να βγουν από το τέλμα της πανθρησκείας; Το αντίθετο θα συμβεί. Θα χάσουν την «εξ αποκαλύψεως πίστη» που παρέλαβαν από τους γονείς τους ως μοναδική σώζουσα αλήθεια. Κι αυτό είναι τρομερό!
Αν δεν μπορείτε να επιβάλλετε στους αλλοθρήσκους μειονοτικούς μαθητές να παρακολουθούν τα μαθήματα της Ορθοδόξου πίστεως, ως απλοί ακροατές, πώς μπορείτε να επιβάλλετε στην πλειονότητα των Ορθοδόξων μαθητών ως κανονικό μάθημα τις ειδωλολατρικές τους θρησκείες και τις αιρέσεις του Χριστιανισμού;
Καμία σχέση δεν έχει ο Θεός της Ορθοδοξίας με τον Θεό των άλλων θρησκειών, ακόμη και αυτών των μονοθεϊστικών. Οι άλλες θρησκείες αρνούνται την Τριαδικότητα του Θεού, αρνούνται την ενανθρώπιση του Υιού, αρνούνται το Θεανθρώπινο πρόσωπο του Σωτήρος μας. Ο Απόστολος Ιωάννης ο Θεολόγος λέγει σχετικά: «Πας ο αρνούμενος τον υιόν ουδέ τον Πατέρα έχει» (Α’ Επ. 2,23) και είναι άθεος σύμφωνα με την Ορθόδοξη Εκκλησία.
Εκφράζουμε την ελπίδα ότι οι πολιτικοί και οι εκκλησιαστικοί ηγέτες δεν θα επιτρέψουν να εξισώνεται στις ψυχές των Ορθοδόξων μαθητών η Αλήθεια με το ψέμα, γιατί το σοβαρό αυτό πλήγμα της δαιμονικής Νέας Εποχής στο σώμα του Ορθόδοξου λαού μας θα αποτελέσει ασυγχώρητο λάθος της γενεάς μας και θα πληρώσει το βαρύ τίμημα αυτής της αποστασίας.
Ελευθερία,23/09/2012

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...