Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μητροπολίτης Λεμεσού Αθανάσιος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μητροπολίτης Λεμεσού Αθανάσιος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα, Μαρτίου 07, 2022

Πάω μαζί με αυτούς! Τους διώξατε τους αδελφούς σας, θα φύγω κι εγώ!"


 Κάποτε σε ένα μοναστήρι, λέει μία ιστορία, έδιωξαν κάποιους ανθρώπους, οι οποίοι πήγαιναν και ζητούσαν διάφορα πράγματα και έκαναν ακαταστασίες και αταξίες. 

Τους έδιωξαν. 

Τους είπαν:

 "Να φύγετε, μας κάνετε ακαταστασίες, μας βρωμίζετε το Αρχονταρίκι μας". 

Πράγματι ήταν προβληματικοί τύποι... Και οι άνθρωποι αφού τους έδιωξαν έφυγαν.

 Το βράδυ ένας γέροντας διορατικός που ήταν εκεί στο μοναστήρι, είδε ότι μαζί με εκείνους έφυγε και η Παναγία από το μοναστήρι.

 Και της λέει: 

"Μα που πας εσύ;". 

Λέει η Παναγία: 

"Πάω μαζί με αυτούς!

 Τους διώξατε τους αδελφούς σας, θα φύγω κι εγώ!".

 Και μετά ο γέροντας μάζεψε τους μοναχούς και τους είπε:

 "Άλλη φορά δεν θα ξανακάνετε τίποτα από όλα αυτά, θα δεχόμαστε τους ανθρώπους όπως είναι. Και όσο μπορούμε να τους κάνουμε υπομονή και να τους ανεχόμαστε, θα το κάνουμε".

 Όπως βλέπετε και όπως ακούσαμε και στο Τριώδιο, η κρίση του Θεού τι είναι; 

Είναι κρίση αγάπης, κρίση ευσπλαχνίας τελικά.


Τι είπε ο Χριστός; 
Δεν μας είπε:

-Φάγατε λάδι τη μεγάλη Σαρακοστή;

-Όχι, Κύριε, δεν φάγαμε λάδι.

-Μπράβο σας, περάστε στον παράδεισο!

-Πήγατε στο απόδειπνο τη Μεγάλη Σαρακοστή;

-Πηγαίναμε Κύριε, κάναμε και μετάνοιες!
-Περάστε στον παράδεισο!

-Πήρατε λουλούδια για τον επιτάφιο;

-Πήραμε λουλούδια!

-Περάστε στον παράδεισο!

Δεν είπε τίποτα από όλα αυτά.

Τι είπε; 
"Ήμουν φτωχός και Με ελεήσατε. Ήμουν ξένος και Με παρηγορήσατε.

Ήμουν άρρωστος και Με επισκεφτήκατε.

Ήμουν στη φυλακή και ήρθατε προς Με,

ήμουν γυμνός και Με ενδύσατε.

Αυτή είναι η κρίση!

Και γιατί αυτή είναι η κρίση;

Γιατί αυτό το γεγονός μάς κάνει πραγματικά παιδιά του Θεού! Τι να σε κάνω αν δεν έφαγες λάδι και έφαγες τον άλλο από τη γλώσσα; Δεν έφαγες μία κουταλιά λάδι και ήπιες μία μπουκάλα αίμα, το αίμα του αδερφού σου!Προσεύχεσαι, λες. Προσεύχομαι, προσεύχομαι, προσεύχομαι αλλά δεν έχεις μέσα στην καρδιά σου ευσπλαχνία. Τι προσεύχεσαι; Που προσεύχεσαι; Έλεγε και ο γέροντας μας: "καλά ρε παιδί μου, που προσεύχονται αυτοί οι άνθρωποι; Στον Κρόνο; Στο θεό Κρόνο που έτρωγε τα παιδιά του; Γίνεται να προσεύχεσαι στο Θεό, τον πλήρη ευσπλαχνίας και αγάπης, και η καρδιά σου να'ναι πέτρα; Κι η καρδιά σου να'ναι ξύδι; Κι εσύ να'σαι έτοιμος να φας τον άλλο από την γλώσσα γιατί δεν κάνει αυτά που εσύ θέλεις;

π. Αθανάσιος Μητρ. Λεμεσού

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 01, 2021

Προετοιμασία γιὰ τὰ Χριστούγεννα

 


Ἡ περίοδος μέχρι τὰ Χριστούγεννα εἶναι ἰδιαίτερα εὐλογημένη ἀπὸ τo Θεό, γιατί μᾶς ὁδηγεῖ λειτουργικὰ καὶ ἑορταστικὰ πρὸς τὴν κυρία ἡμέρα, ὅπου ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἑορτάζει τὸ γεγονὸς τῆς γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ. Ὅπως ὅλες οἱ γιορτὲς τῆς Ἐκκλησίας μας ἔτσι καὶ τὰ Χριστούγεννα δὲν ἔχουν ἕνα χαρακτήρα μόνο ἀναμνηστικό, ἀλλὰ κύριος σκοπὸς εἶναι νὰ μετάσχει ὁ ἄνθρωπος μέσα σ’ αὐτὴ τὴ χάρη, ποὺ δίνει ὁ Θεὸς διὰ τῶν ἑορτῶν τῆς Ἐκκλησίας μας.

Εἶναι παρατηρημένο μέσα ἀπὸ τὴν πείρα τῶν Ἁγίων καὶ τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας ὅτι αὐτὲς οἱ μέρες διακρίνονται γιὰ τὴν ὑπερβάλλουσα χάρη ἡ ὁποία διαχέεται ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα στοὺς πιστοὺς καὶ εἶναι σταθμοὶ μέσα στὴ ζωή μας ἀπὸ τοὺς ὁποίους μποροῦμε νὰ ἀντλήσουμε αὐτὴ τὴ χάρη καὶ τὴν κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Βέβαια, καθημερινὰ ἑορτάζουμε τὸ μυστήριο τῆς γεννήσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου καὶ μετέχουμε σὲ ὅλη τὴ ζωὴ τοῦ Κυρίου μὲ τὴν τέλεση τῆς Θείας Εὐχαριστίας.

Ἡ Ἐκκλησία μας μᾶς παρέδωσε κάποια πράγματα τὰ ὁποῖα τηρώντας τα βοηθούμαστε νὰ προχωρήσουμε πνευματικά. Πρῶτα μᾶς ἑτοιμάζει μὲ τὴν περίοδο τῆς νηστείας. Ἡ νηστεία βοηθᾶ τὸν ἄνθρωπο νὰ ξεκολλήσει τὸ μυαλό του ἀπὸ τὰ γήινα πράγματα, βοηθᾶ τὸν νοῦ του στὴν προσευχή, σπρώχνει τὴν καρδία στὴν ἀναζήτηση τῆς Θείας Χάριτος, κινεῖ τὴν καρδία εἰς προσευχὴ καὶ ἕνωση μετὰ τοῦ νοός, καθαρίζει τὸ σῶμα ἀπὸ τὶς ροπὲς πρὸς τὰ πάθη καὶ τὴν ἁμαρτία. Γενικὰ ὡς μέσο, τὸ ὁποῖο ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς μᾶς παρέδωσε, θεωρεῖται ἀπὸ τοὺς Πατέρες ὅτι εἶναι ἀπὸ τὰ πρῶτα καὶ βασικὰ ὅπλα στὸν πνευματικὸ ἀγώνα. Βέβαια, νηστεία δὲν εἶναι μόνο τῶν φαγητῶν. Εἶναι ἡ νηστεία ἀπὸ ὅλες μας τὶς ἐπιθυμίες, στὰ ἔξοδα, ἐνδύματα, ἐκδηλώσεις, στὸ τί ἀκοῦμε καὶ στὸ τί βλέπουμε.

Ἐφόσον εἶναι καιρὸς νηστείας εἶναι καὶ καιρὸς ἐλεημοσύνης. Οἱ πρῶτοι χριστιανοὶ κατὰ τὴ νηστεία διέθεταν τὸ ὑπόλοιπο τῶν χρημάτων ποὺ τοὺς περίσσευε ἀπὸ τὰ καθημερινὰ πράγματα γιὰ ἐλεημοσύνη.

Ἄλλο πνευματικὸ ὅπλο εἶναι, ἡ ἐξομολόγηση. Προσερχόμαστε στὸ μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως, γιὰ νὰ καθαρίσουμε τὴν ψυχή μας ἀπὸ ὅλα ὅσα ὡς ἄνθρωποι ἔχουμε προσλάβει μέσα στὰ καθημερινά μας γεγονότα καὶ τὶς περιπέτειες τῆς καθημερινῆς μας ζωῆς. Ὁ Θεὸς δὲν ἀπαιτεῖ νὰ γίνουμε ἀναμάρτητοι, γιατί αὐτὸ εἶναι ἔξω ἀπὸ τὴ φύση μας. Μέσα στὴν ἀδυναμία μας βρισκόμαστε ἀντιμέτωποι μὲ πάθη, ἁμαρτίες, ἀδυναμίες καὶ τὶς ἐλλείψεις μας. Γιατί ἁμαρτία δὲν εἶναι μόνο ἡ παράβαση τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ εἶναι καὶ ἡ ἔλλειψη τῆς ἀγάπης μας πρὸς τὸν Θεό, ἡ βίωση τῆς στροφῆς τῆς ψυχῆς μας πρὸς τὸν Θεό. Τὸ ὅτι δηλαδὴ καλούμεθα νὰ ἀγαπήσουμε ἀπόλυτα τὸν Θεὸ καὶ ὅμως δὲν μποροῦμε νὰ ἀνταποκριθοῦμε εἶναι ἡ οὐσία τῆς ἁμαρτίας μας.

Πέραν τῆς νηστείας, ἐλεημοσύνης καὶ ἐξομολόγησης ἕνα ἄλλο πνευματικὸ ὅπλο εἶναι ἡ προσευχή. Αὐτὸ τὸ διάστημα ἂν ὁ χριστιανὸς γεμίσει τὸν χρόνο του μὲ προσευχὴ , κυρίως μὲ τὴ μονολόγηστη τῆς νοερᾶς προσευχῆς καὶ τὴν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ, θὰ ἔχει συνεχῆ κοινωνία μὲ τὸν Θεό, ἡ ὁποία ἑτοιμάζει τὴν καρδία πρὸς τὴν κοινωνία μὲ τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Παρασκευή, Ιουνίου 26, 2020

Οι άγιοι βλέπετε κι όταν αμάρταναν είχαν την δύναμη να ξανασηκωθούν....

Οι άγιοι βλέπετε κι όταν αμάρταναν
είχαν την δύναμη να ξανασηκωθούν
με μίαν απλότητα και με μιαν υγεία
αν αμάρτησαν μετανοούσαν
εκ βάθους καρδίας
και άχρι θανάτου
αλλά δεν πάθαιναν ψυχοπλάκωμα
και κατάθλιψιν.

Ενώ εμείς αν έχουμε καμιά αμαρτία
αρχίζουμε το γιατί μετά, μα γιατί να το κάνω
γιατί να το σκεφτώ
γιατί να το διαπράξω
λες και είναι παράξενο πράγμα
να κάνουμε μια αμαρτία.

Γιατί δηλαδή να μη το κάνεις
τι νόμιζες ότι ήσουν;

Νόμιζες ότι ήσουν τόσο σπουδαίος
αλάνθαστος
και δεν μπορούσες ποτέ σου να αποτύχεις εσύ
να κάνεις μια αμαρτία;


Επίσκοπος  Λεμεσού π.Αθανάσιος

πηγή

Πέμπτη, Μαρτίου 22, 2018

Λεμεσού Αθανάσιος: «Οι θρήσκοι άνθρωποι είναι το πιο επικίνδυνο είδος μέσα στην Εκκλησία».


Απόσπασμα από την ομιλία «Η θεραπεία από την αρρώστια του Φαρισαϊσμού»
Αυτοί οι άνθρωποι να ξέρετε, αυτοί οι άνθρωποι, οι θρήσκοι άνθρωποι είναι το πιο επικίνδυνο είδος μέσα στην εκκλησία. Αυτοί οι θρήσκοι άνθρωποι είναι επικίνδυνοι.

Ο Θεός να μας φυλάει απ’αυτούς. Έλεγε ένας αγιορείτης όταν έκαμνα μία φορά λειτουργία και λέγαμε «Κύριε σώσον τους ευσεβείς» λέει αστειευόμενος «Κύριε σωσον ημάς από τους ευσεβείς» δηλαδή ο Θεός να σε φυλάει από τους θρήσκους ανθρώπους, διότι θρήσκος άνθρωπος σημαίνει μία προσωπικότης διεστραμμένη η οποία ουδέποτε είχε προσωπική σχέση με τον Θεό. Απλώς μόνον κάμνει τα καθήκοντα της απέναντί Του, αλλά καμιά σοβαρή σχέση δεν είχε για αυτό και ο Θεός δεν λέει αυτόν τον άνθρωπο τίποτε. Και σας ομολογώ και εγώ από την πείρα μου ότι δεν είδα χειρότερους εχθρούς της εκκλησίας από τους θρήσκους ανθρώπους. 
Όταν παιδιά θρήσκων ανθρώπων που μεσ’ την εκκλησία η και παπάδων ακόμα και θεολόγων και ανθρώπων που κάνουν τους θρήσκους και τους πολλούς εδοκίμασαν τα παιδιά τους να γίνουν μοναχοί η ιερείς αυτοί οι άνθρωποι έγιναν χειρότεροι και από δαίμονες. Εξανέστησαν εναντίον των πάντων. Έγιναν οι χειρότεροι εχθροί των ανθρώπων. Θυμάμαι γονείς που έφερναν τα παιδιά τους εις τις ομιλίες και όταν το παιδί τους κάποια στιγμή έκαμε ένα βήμα παραπάνω έγιναν οι χειρότεροι άνθρωποι που έλεγαν τα χειρότερα λόγια. Και εγώ τους λέω: Mά εσύ έφερες το παιδί σου στην ομιλία, δεν το έφερα εγώ. Και μία φόρα είπα σε έναν πατέρα όταν έβλεπα ότι η κόρη του ,τέλος πάντων, είχε ζήλο στην εκκλησία του λέω: Κοίταξε μην την ξαναφέρεις στην ομιλία. Μην την ξαναφέρεις να της μιλήσω διότι η κόρη σου θα γίνει μοναχή και….
αύριο θα σου φταίω εγώ. Όχι πάτερ μου, αλλοίμονο, εμείς σε λατρεύουμε. Και έγινε η κόρη του μοναχή εφτά χρόνια και δεν μου μιλά ακόμα. Άνθρωποι που δεν έχαναν ομιλία, έτσι, δεν έχαναν ομιλία. Ήταν πάντοτε οι πρώτοι. Ομιλίες, αγρυπνίες, βιβλία, ξέρω ‘γω τα πάντα. Και έφερναν και τα παιδιά τους και όταν ήρθεν η ώρα που το παιδί τους μέσα στην ελευθερία του, τέλος πάντων, αποφάσισε έναν δικό του δρόμο τότε οι άνθρωποι αυτοί έγιναν τελείως στο αντίθετο στρατόπεδο και απέδειξαν ότι για αυτούς ο Χριστός δεν είχε μιλήσει ποτέ μες την δική τους την καρδιά. Απλώς ήταν θρήσκοι άνθρωποι. Για αυτό οι θρήσκοι άνθρωποι είναι το πιο δύσκολο είδος μεσ’ την εκκλησία. Γιατί ξέρετε κάτι . Αυτοί οι άνθρωποι καμιά φορά δεν θα θεραπευθούν. Γιατί νομίζουν ότι είναι κοντά στον Θεό. Ενώ οι αμαρτωλοί, ξέρω γῶ, οι χαμένοι ας πούμε, έτσι, αυτοί ξέρουν ότι είναι αμαρτωλοί. Για αυτό ο Χριστός είπε ότι οι τελώνες και οι πόρνες θα παν στην Βασιλεία του Θεού, ενώ είπε στους Φαρισαίους: Εσείς, εσείς που είσαστε θρήσκοι δεν θα πάτε ποτέ στην Βασιλεία του Θεού. Γιατί ουδέποτε ο λόγος του Θεού άλλαξε την καρδιά τους. Απλώς αρκούνταν στην τήρηση των θρησκευτικών τύπων.
 Έτσι λοιπόν εμείς ας προσέξουμε τον εαυτόν μας να καταλάβομε ότι η εκκλησία είναι ένα νοσοκομείο που μας θεραπεύει μας κάνει να αγαπούμε τον Χριστόν και η αγάπη του Χριστού είναι μία φλόγα που ανάβει μεσ’ την καρδιά μας και να εξετάζομε τον εαυτό μας εάν βρισκόμαστε στην αγάπη του Θεού. Εάν βλέπομε μέσα μας όλες αυτές τις κακίες και τις ανιδιοτέλειες και τις πονηρίες τότε πρέπει να ανησυχούμε. Γιατί δεν είναι δυνατό ο Χριστός να είναι μέσα στην καρδιά μας και να ‘μαστε γεμάτοι ξύδι.

Πως είναι δυνατό να προσεύχεσαι και να είσαι γεμάτος χολή εναντίον του άλλου ανθρώπου. Πως είναι δυνατό να διαβάζεις το ευαγγέλιο και να μην δέχεσαι τον αδερφό σου. Πως είναι δυνατό να λες έχω τόσα χρόνια στην εκκλησία, έχω τόσα χρόνια που ‘μαι μοναχός κληρικός η οτιδήποτε και όμως το άλφα της πνευματικής ζωής που ‘ναι η αγάπη. Που ‘ναι το νά υπομένεις τον αδερφό σου, να κάνεις λίγο υπομονή με το να μην το δέχεσαι σημαίνει τίποτα δεν έκαμες. Τίποτα απολύτως τίποτα. Τίποτα απολύτως. Εδώ ο Χριστός έφτασε στο σημείο να πει για τις παρθένες εκείνες ότι δεν είχε καμιά σχέση μαζί τους. Τους πέταξε έξω από τον νυμφώνα παρ’ όλα που ‘χαν όλες τις αρετές γιατί δεν είχαν την αγάπη. Διότι ήθελε να τους πει ότι μπορεί να έχετε αρετές εξωτερικές , μπορεί να μείνατε παρθένες, μπορεί να κάματε χίλια πράματα αλλά δεν κατορθώσατε την ουσία αυτού που είχε σημασία απ’ όλα. Εάν αυτό δεν το καταφέρεις τι τα θέλεις τα άλλα όλα; Τι τα θέλω εγώ τώρα αν τρώω λάδι σήμερα και δεν τρώω λάδι. Μπορεί να μην τρώω λάδι ,ας πούμε και να τρώω τον αδερφό μου από το πρωί ως τη νύχτα. Έλεγαν εις το Άγιο Όρος λέει μην ρωτάς αν τρώω ψάρι. Τον ψαρά να μην φαείς και ψάρι φάε. Η τον λαδά να μην φαείς και φάε μία σταξιά λάδι. Το να φάεις τον άλλον από την γλώσσα είναι πολύ χειρότερο από το να φας μία κουταλιά λάδι. Και όμως στέκομεν εκεί . Τρώμε λάδι, δεν τρώμε λάδι, τρώμε ψάρι, δεν τρώμε ψάρι. Ξέρω ‘γω βούτηξε το κουτάλι στο άλλο φαγί και μπορεί να τσακωθούμε εκεί, να σκοτωθούμε με τον άλλον άνθρωπο γιατί εβούτηξε το κουτάλι προηγουμένως σε έναν άλλο φαΐ. Καταλαβαίνετε πόσο γελοία είναι ετούτα τα πράγματα και μας κοροϊδεύουν και οι δαίμονες αλλά και οι άνθρωποι που είναι εκτός εκκλησίας. Και όταν μπαίνουν κοντά μας αντί να βλέπουν τους ανθρώπους της εκκλησίας μεταμορφωμένους σε Χριστό Ιησού, να ‘ναι γλυκύς άνθρωποι και νά’ναί ώριμοι άνθρωποι, ισορροπημένοι, ολοκληρωμένοι άνθρωποι, άνθρωποι γεμάτοι αρμονίας ας πούμε μέσα τους μας βλέπουν δυστυχώς με όλα αυτά τα πάθη μας και όλες εκείνες τις ξινίλες μας και λένε: E, να γίνω έτσι; Καλύτερα να μου λείπει.
Εσύ που πας στην εκκλησία τι σε ωφέλησε η εκκλησία; Όπως λέγαμε χτες πήγες στα προσκυνήματα, είδες τους πατέρες, είδες τα άγια λείψανα, είδες το Άγιον Όρος, την Παναγία της Τήνου όλα αυτά πήγαμε, ήρθαμε. Ποιό το όφελος τελικά από όλα αυτά τα πράγματα; Μεταμορφώθηκε η καρδιά μας; Γίναμε πιο ταπεινοί άνθρωποι; Γίναμε πιο γλυκύς άνθρωποι; Γίναμε πιο πραείς άνθρωποι εις το σπίτι μας εις την οικογένειά μας στο μοναστήρι μας; Ξέρω ‘γω εκεί που εργαζόμαστε. Αυτό έχει σημασία. Εάν δεν τα καταφέραμε αυτά τα πράγματα τουλάχιστον ας γίνομεν ταπεινοί. Μέσα από την μετάνοια. Ας γίνομαι ταπεινοί. Εάν ούτε και αυτό το καταφέραμε τότε είμαστε άξιοι πολλών δακρύων, έτσι. Είμαστε για κλάματα. Διότι δυστυχώς ο χρόνος περνά και χάνεται και εμείς μετρούμε χρόνια.
Έλεγε ο γέρων Παίσιος όταν τον ρωτούσαν: Γέροντα πόσα χρόνια έχεις εσύ στο Άγιο Όρος; Λέει: Εγώ ήρθα την ίδια χρονιά που ήρθε το μουλάρι του γείτονα. Ο γείτονας του ο γερό-Ζήτος είχε ένα μουλάρι και ξέρετε στο Άγιο Όρος κάθε κελί έχει και ένα ζώο, ένα μουλάρι που κουβαλούν τα πράγματά τους. Ε, το ζώο αυτό ζει πολλά χρόνια δεν αγοράζεις κάθε μέρα μουλάρια, είναι ακριβά. Λοιπόν, την χρονιά που ήρθα εγώ λέει στο Άγιο Όρος αγόρασε και ο γείτονας το μουλάρι του. Έχομε τα ίδια χρόνια στο Άγιο Όρος, αλλά το καημένο εκείνο έμεινε μουλάρι και εγώ το ίδιο έμεινα. Δεν άλλαξα. Λοιπόν λέμε πολλές φορές εγώ έχω σαράντα χρόνια και το λέμε εμείς οι παπάδες και οι καλόγεροι αυτά τα πράγματα. Έχω σαράντα χρόνια στο μοναστήρι. Μα τα χρόνια είναι εις βάρος σου. Ο Θεός θα σου πει: Σαράντα χρόνια και ακόμα δεν κατάφερες να γίνεις τίποτα; Έχεις σαράντα χρόνια ακόμα θυμώνεις, ακόμα κατακρίνεις, ακόμα αντιλογείς, ακόμα αντιστασαι, ακόμα δεν υποτάσσεσαι; Έχεις σαράντα χρόνια και δεν έμαθες το άλφα, το πρώτο πράγματα της μοναχικής ζωής της χριστιανικής ζωής; Τι να κάμω τα χρόνια σου; Τι να σε κάμω αν έχεις πενήντα χρόνια με ψωμολογήσε και δεν μπορείς να απαντήσεις στον άλλον με έναν καλό του λόγο. Τι να κάμω όλα αυτά τα πράγματα.
vimaorthodoxias.gr

Σάββατο, Δεκεμβρίου 24, 2016

Ομιλίες για τα Χριστούγεννα

χριστούγεννα ιησούς γέννηση βηθλεέμ
Συλλογή ηχογραφημένων ομιλιών γύρω από τα Χριστούγεννα και το Δωδεκάορτο.
Μητροπολίτης Λεμεσού Αθανάσιος
Δικαίος Εφραίμ
Σκήτη Αποστόλου Ανδρέα – Καρυές – Άγιο Όρος
Διάφοροι Ομιλητές
4026 Η Ενανθρώπιση του Χριστού
Μητροπολίτης Σιατίστης Παύλος Ιωάννου στον Ιερό Ναό
 Αποστόλου Ανδρέα Πλατύ Αγλαντζιάς Κύπρου.
4060 Περί των Χριστουγέννων.
Πατήρ Ζαχαρίας – Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Essex Αγγλίας. Ομιλία στον
 Ιερό Ναό Αποστόλου Ανδρέα, Πλατύ Αγλαντζιάς Κύπρου
4071 Ο Εθελοντισμός
Μοναχή Γαβριηλία. Ομιλία στο Κέντρο Μελετών της Ιεράς Μονής Κύκκου στην Κύπρο.
4091 Το μήνυμα των Χριστουγέννων
Μητροπολίτης Σιατίστης Παύλος Ιωάννου. Ομιλία σε ραδιοφωνική εκπομπή
4100 Χριστούγεννα
Πατήρ Ζαχαρίας εκ της Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου Essex Αγγλίας.
 Ομιλία στον Ιερό Ναό Αποστόλου
 Ανδρέα στο Πλατύ Αγλαντζιάς Κύπρου
+Μητροπολίτης Φλωρίνης Αυγουστίνος Καντιώτης
+Αρχιμ. Αθανάσιος Μυτιληναίος
Αρχιμ. Ανδρέας Κονάνος
Θερμές ευχαριστίες στην Συγκλητική για την ενημέρωση.
Οι ομιλίες φιλοξενούνται στην ιστοσελίδα Παντοκράτορας.


Πέμπτη, Απριλίου 28, 2016

Τὰ Πάθη τὰ Σεπτὰ Μητροπολίτη Λεμεσοῦ κ. Ἀθανασίου


Τοῦ  Μητροπολίτη Λεμεσοῦ κ. Ἀθανασίου, 
ἀπόσπασμα ἀπομαγνητοφωνημένης ὁμιλίας
Οἱ μέρες τῶν Ἁγίων Παθῶν τοῦ Χριστοῦ μας δίνονται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία ὄχι ἁπλῶς ὡς ἀναμνήσεις γεγονότων καὶ σὰν μετοχὴ σὲ γιορτὲς ἢ γιὰ ἐθιμοτυπικὴ διαδικασία, ἀλλὰ αὐτὲς οἱ μέρες εἶναι ἀποδεδειγμένο ἀπὸ τὴν πείρα τῶν ἀνθρώπων τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν Ἁγίων ὅτι εἶναι ἡμέρες Χάριτος. Ὅταν λέμε εἶναι ἡμέρες χάριτος, ἐννοοῦμε ὅτι ὑπάρχει μία διάχυτος χάρις, ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας λόγω τῶν ἑορτῶν αὐτῶν, καὶ καλούμαστε νὰ κοινωνήσουμε μὲ τὴ χάρη αὐτή. Ἡ κοινωνία μὲ τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι τόσο ζωντανή, ὅσο ἡ κοινωνία ἑνὸς νεκροῦ σώματος μὲ τὸ ἠλεκτρικὸ ρεῦμα ποὺ παράγει ἐνέργεια καὶ αὐτὸ τὸ ἔργο φαίνεται, εἶναι ἁπτό, ἔτσι συμβαίνει ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἑνωθεῖ μὲ τὴν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτὲς οἱ μέρες εἶναι μοναδικὲς στὸν χρόνο καὶ καλούμαστε ὅλοι νὰ γευτοῦμε αὐτὴ τὴν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, ποὺ δίδεται πλουσίως σὲ ὅσους θέλουν νὰ μετάσχουν σ’ αὐτή.
Τὴ Μ. Ἑβδομάδα πρέπει νὰ εἴμαστε προσεκτικοὶ νὰ μετέχουμε σ’ αὐτὸ τὸ γεγονὸς ποὺ ἐκτυλίσσεται μπροστά μας, τὸ γεγονὸς τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου. Δὲν πᾶμε στὴν ἐκκλησία γιὰ νὰ κλάψουμε γιὰ τὸν Χριστό, ἂν εἶναι κρίμα ποὺ τὸν σταύρωσαν οἱ Ἑβραῖοι. Πηγαίνουμε στὴν ἐκκλησία γιὰ νὰ κοινωνήσουμε στὰ Πάθη τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ καταλάβουμε ὅτι ἔγιναν γιά μᾶς καὶ μᾶς χάρισαν τὸ γεγονὸς τῆς σωτηρίας μας. Κοινωνοῦμε μ’ αὐτὴ τὴ ζωοποιὸ χάρη, ἡ ὁποία προέρχεται ἀπὸ τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ. Λέει τὸ Εὐαγγέλιο ὅτι ὅταν πλησίαζε ἡ ἑβδομάδα τῶν ἀζύμων, ἡ ἑβδομάδα ποὺ οἱ Ἑβραῖοι τιμοῦσαν τὸ Πάσχα, δηλ. τὴν ἀνάμνηση ποὺ ἔφυγαν...
ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο καὶ πέρασαν μέσω τῆς Ἐρυθρὰς θάλασσας καὶ πορεύθηκαν στὴ γῆ τῆς ἐπαγγελίας, ὁ Χριστὸς ἐκεῖνες τὶς ἡμέρες εἶπε στοὺς μαθητές του ὅτι πεθύμησε νὰ φάει μαζί τους τὸ Πάσχα. Τοὺς ἔστειλε νὰ πᾶνε στὴν ἀπέναντι Κώμη ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ νὰ βροῦν κάποιον ἄνθρωπο, τὸν ὁποῖο μὲ προφητικὸ τρόπο τοὺς εἶπε ὅτι θὰ βαστάζει ἕνα σκεῦος νεροῦ καὶ νὰ τοῦ ποῦν νὰ ἑτοιμάσει τὸ σπίτι του γιὰ νὰ φάει ἐκεῖ τὸ Πάσχα μὲ τοὺς μαθητές του.

Ἐν τῷ μεταξὺ οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ γραμματεῖς εἶχαν συνέδριο καὶ σκέφτονταν μὲ ποιὸ τρόπο νὰ θανατώσουν τὸν Χριστό, διότι τοὺς ἐνοχλοῦσε ἡ παρουσία του. Τότε εἰσῆλθε ὁ σατανᾶς στὴν καρδία τοῦ Ἰούδα, ὁ ὁποῖος ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ καὶ πῆγε στοὺς ἀρχιερεῖς καὶ γραμματεῖς καὶ τοὺς εἶπε τί δίνουν γιὰ νὰ τοὺς παραδώσει τὸν Χριστό. Αὐτοὶ τοῦ ὑποσχέθηκαν νὰ τοῦ δώσουν τριάντα ἀργύρια, τὴν τιμὴ ἑνὸς δούλου τὴν ἐποχὴ ἐκείνη. 

Ὁ Ἰούδας σκανδαλίστηκε ἀπὸ τὸν Χριστό, γιατί περίμενε ἀπ’ αὐτὸν ἄλλα πράγματα. Αὐτὸς ἦταν καθαρὸς Ἑβραῖος καὶ πῆγε κοντὰ στὸν Χριστὸ καὶ περίμενε πὼς ὁ Χριστὸς θὰ γίνει βασιλιὰς κι ὅτι ἀφοῦ ἦταν δυνατὸς καὶ ἔκανε τόσα θαύματα θὰ βασίλευε καὶ θὰ νικοῦσε καὶ θὰ εἶχε κοντὰ Του μία δόξα. Ὁ Χριστὸς θὰ ἦταν ἕνας ἐπίγειος ἄρχοντας καὶ θὰ δόξαζε καὶ τὸν λαό του, τὸν Ἰσραήλ. Ὅταν εἶδε ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν ἀσχολοῦνταν μὲ αὐτὰ τὰ ἐγκόσμια πράγματα, ἀλλὰ εἶχε ἄλλα πράγματα νὰ κάνει, τότε σκανδαλίστηκε, ἔχασε τὴν πίστη του καὶ ἔκανε αὐτὴ τὴν ἐνέργεια. Εἶχε λάθος προσδοκίες ἀπὸ τὸν Χριστὸ ὁ Ἰούδας. Αὐτὸ τὸ γεγονὸς δὲν εἶναι ἁπλό, γιατί τὸν Χριστὸ δὲν τὸν πρόδωσε ἕνας ἐχθρός του οὔτε ἕνας ποὺ ἁπλῶς τὸν ἄκουγε, ἀλλὰ ἕνας ἐπιστήθιος μαθητής του, ποὺ ἦταν πάντα μαζί του καὶ αὐτὸ ἦταν μεγάλος πόνος γιὰ τὸν Χριστό. Πρόδωσε τὸν Χριστὸ καὶ τὸν παρέδωσε στοὺς ἀρχιερεῖς καὶ γραμματεῖς χωρὶς νὰ εἶναι οἱ ἄλλοι παρόντες. 

Γι’ αὐτὸ καὶ ἐμεῖς πολλὲς φορές, ἐπειδὴ προσεγγίζουμε λάθος τὸν Χριστό, γι’ αὐτὸ ἔχουμε μία ἀπογοήτευση. Ἂν προσεγγίζουμε τὸν Χριστὸ γιὰ νὰ λυθοῦν τὰ προβλήματά μας ἢ νὰ πᾶνε καλὰ οἱ δουλειές μας ἢ γιὰ νὰ θεραπευθοῦν οἱ ἄρρωστοί μας ἢ γιὰ νὰ μὴν πεθάνουν οἱ δικοί μας, τότε εἴμαστε λανθασμένοι καὶ αὐτὴ ἡ προσέγγιση προδικάζει τὴν ἀποτυχία τῆς πίστεώς μας. Γιατί θὰ ἔρθει κάποια ὥρα ποὺ κάποιοι ἀπὸ τοὺς δικούς μας θὰ πεθάνουν ἢ θὰ ἀρρωστήσουν καὶ κάτι ἀπὸ τὰ δικά μας δὲν θὰ πάει καλὰ καὶ ἴσως καὶ τὰ ἐθνικά μας θέματα νὰ γίνουν χειρότερα καὶ νὰ φαίνεται τελικὰ ὅτι ἐμεῖς ποὺ πιστεύουμε στὸν Θεὸ μᾶς πᾶνε ὅλα στραβὰ καὶ ἀνάποδα καὶ οἱ ἄλλοι ποὺ δὲν πιστεύουν τοὺς πάνε ὅλα καλά. 

Ἔτσι ὑπάρχει αὐτὸ τὸ δίλημμα ποὺ εἶχε καὶ ὁ Ἰούδας, δηλ. ἐμεῖς ποὺ ἀκολουθοῦμε τὸν Χριστὸ θὰ εἴμαστε μία ζωὴ καταδικασμένοι σ’ αὐτὸ τὸν κόσμο καὶ τοὺς ἄλλους θὰ τοὺς πάνε ὅλα καλά; Αὐτὸ τὸ δίλημμα μπαίνει σὲ κάποιον ποὺ ἔχει ἐγκόσμιες βλέψεις, δηλ. περιμένει ὅτι ὁ Θεὸς θὰ συνεργαστεῖ μαζί του γιὰ μία ἐγκόσμια εὐδαιμονία, γιὰ μία κοσμικὴ ἐπιτυχία. Ἂν δὲν καταλάβουμε ὅτι εἴμαστε κεκλημένοι ἀπὸ τὸν Θεὸ στὴν οὐράνιο Βασιλεία του καὶ ὅτι δὲν ἔχουμε «ὧδε μένουσαν πόλιν ἀλλὰ τὴν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμε», τότε θὰ σκανδαλιστοῦμε κάποια στιγμή. Ὅταν πῆγε λοιπὸν ὁ Χριστὸς στὸ ἀνώγιο ποὺ ἑτοίμασαν οἱ Ἀπόστολοι, ἔκανε δικό του Πάσχα μὲ τοὺς μαθητές του. Τότε λέει τὸ Εὐαγγέλιο πῆρε τὸ ποτήριο μὲ τὸ κρασὶ καὶ ἀφοῦ εὐχαρίστησε τὸν Θεὸ καὶ προσευχήθηκε, τὸ εὐλόγησε καὶ τοὺς τὸ ἔδωσε καὶ τὸ ψωμί, ἀφοῦ τοὺς τὸ διαμοίρασε τοὺς εἶπε: «Λάβετε, φάγετε τοῦτο ἐστὶ τὸ σῶμα μου τὸ ὑπὲρ ὑμῶν κλώμενον εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν» καὶ «πίετε ἐξ’ αὐτοῦ πάντες τοῦτο ἐστὶ τὸ αἷμα μου...». Μ’ αὐτὸ τὸν λόγο ὁ Χριστὸς ἵδρυσε τὸ Μυστήριο τῆς Εὐχαριστίας καὶ ἐπετέλεσε ἀκριβῶς τὴν πρώτη Θεία Λειτουργία.

Σ' αὐτὴ τὴ Λειτουργία ποὺ μετέχουμε ὅλοι, σ’ αὐτὴ τὴν εὐχαριστία ποὺ ἐτέλεσε ὁ Χριστὸς στὸ ὑπερῶο ἐκεῖνο τῆς Ἱερουσαλὴμ πρὶν 2000 χρόνια. Αὐτὸ εἶναι τὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας, τὸ ὁποῖο σώζει τὸν ἄνθρωπο. Ἂν παύσει νὰ τελεῖται ἡ εὐχαριστία, τότε δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει οὔτε Ἐκκλησία οὔτε τίποτα. Βέβαια, ὅταν τοὺς παρέδωσε τὸ δεῖπνο καὶ τοὺς ἔδωσε τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα του καὶ κοινώνησαν οἱ Ἀπόστολοι ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ Χριστοῦ, καὶ μέσα σ’ αὐτοὺς καὶ ὁ Ἰούδας, τοὺς ἀποκάλυψε ὅτι κάποιος ὁ ὁποῖος εἶναι ἐδῶ μαζί τους καὶ τρώει θὰ τὸν παραδώσει. Αὐτοὶ ταράχτηκαν καὶ ἄρχισαν νὰ διερωτοῦνται ποιὸς εἶναι αὐτὸς ποὺ θὰ τὸν παραδώσει. Εἶπαν στὸν Ἰωάννη, ὁ ὁποῖος ἦταν ὁ νεώτερος καὶ ἀγαποῦσε πιὸ πολὺ ἀπ’ ὅλους τὸν Χριστό, νὰ πάει νὰ ρωτήσει ποιὸς θὰ τὸν παραδώσει. Αὐτὸς πῆγε καὶ ἔπεσε στὸ στῆθος τοῦ Χριστοῦ καὶ ὅταν τὸν ρώτησε: «Κύριε, ποιὸς θὰ σὲ παραδώσει;» τότε ἔλαβε ὡς χάρισμα ἀπὸ τὸν Χριστὸ τὸ χάρισμα τῆς Θεολογίας, ὅπως λένε οἱ πατέρες. 

Καὶ αὐτὸ γιατί ἡ Θεολογία, τὸ νὰ μιλᾶ κανεὶς γιὰ τὸν Θεὸ ἢ νὰ μιλᾶ ὁ Θεὸς μέσα του καὶ νὰ λαλεῖ ὁ ἄνθρωπος ἐκ τοῦ Θεοῦ, εἶναι χάρισμα τῶν τελείων ἀνθρώπων, τὸ ὁποῖο εἶναι καρπὸς τῆς μεγάλης ἀγάπης πρὸς τὸν Θεό. Ὁ Χριστὸς τοῦ εἶπε ὅτι θὰ μὲ προδώσει αὐτὸς ποὺ θὰ τοῦ δώσω τὸ ψωμί. Ἔτσι καὶ ἔκανε. Τὸ ἔδωσε καὶ εἶπε στὸν Ἰούδα: «Αὐτὸ ποὺ θέλεις νὰ κάνεις, κᾶνε το γρήγορα». Ὁ Χριστὸς δὲν τὸν μάλωσε, οὔτε τὸν προσέβαλε δημόσια. Τὸν χειρίστηκε μὲ τόση λεπτότητα καὶ ἀγάπη καὶ εὐγένεια. Τοῦ ἔδωσε ὅ,τι ἔδωσε στοὺς ἄλλους, οὔτε καν εἶπε τὸ ὄνομά του, γιατί ἀκριβῶς εἶχε αὐτὴ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν ἴδιο καὶ ἔκανε τὰ πάντα, ὥστε αὐτὸς νὰ μὴν ἐφαρμόσει αὐτὸ ποὺ σκέφτηκε.

Ἀλλὰ δὲν ἦταν μόνο τὸ ὅτι ὁ Ἰούδας ἔκανε αὐτὰ τὰ πράγματα.
Τὴ στιγμὴ ποὺ παρέδιδε τὸ δεῖπνο καὶ μιλοῦσε γι’ αὐτὸ τὸ γεγονός, οἱ Ἀπόστολοι ἔκαναν κάτι ἄλλο. Ἄρχισαν νὰ μιλοῦν μεταξύ τους ποιὸς θὰ εἶναι ὁ μεγαλύτερος. Λέει ὁ Λουκᾶς ὅτι γινόταν φιλονικία μεταξὺ τῶν Ἀποστόλων γιὰ τὸ ποιὸς θὰ εἶναι ὁ πιὸ μεγάλος. Ἐνῶ ὁ Χριστὸς ὅδευε πρὸς τὸν Σταυρό, ὁ ἕνας πῆγε νὰ τὸν προδώσει καὶ οἱ ἄλλοι φιλονικοῦσαν ποιὸς θὰ εἶναι ὁ μεγαλύτερος. Ὁ Χριστὸς τότε τοὺς εἶπε ὅτι αὐτὸς ποὺ θέλει νὰ εἶναι μεγαλύτερος πρέπει νὰ γίνει μικρότερος ἀπὸ ὅλους καὶ αὐτὸς ποὺ θέλει νὰ εἶναι ἄρχοντας πρέπει νὰ εἶναι δοῦλος πάντων καὶ ἀκόμα τοὺς εἶπε πὼς αὐτοὶ ποὺ ἔμειναν μαζί του στοὺς πειρασμούς του, θὰ πάρουν ἀπὸ τὸν ἴδιο τὴν ἐξουσία νὰ εἶναι μαζί του αἰώνια στὴ Βασιλεία Του. 


Στὸν Πέτρο εἶπε: «Ξέρεις ὅτι ὁ Σατανᾶς ζήτησε νὰ σᾶς κοσκινίσει σὰν σιτάρι καὶ ἐγὼ παρακάλεσα γιὰ σένα νὰ μὴν ἐκλείψει ἡ πίστη σου». Αὐτὸς τοῦ εἶπε: «Ἐγὼ Κύριε, εἶμαι ἕτοιμος νὰ πάω μαζί σου, ὅπου θέλεις καὶ στὴ φυλακὴ καὶ στὸν θάνατο». Τότε ὁ Χριστὸς τοῦ εἶπε: «Σοῦ λέγω, Πέτρο, ὅτι σήμερα πρὶν λαλήσει ὁ πετεινός, θὰ μὲ ἀρνηθεῖς τρεῖς φορές, ὑποστηρίζοντας ὅτι δὲν μὲ ξέρεις καν». Βέβαια, ὁ Πέτρος δὲν κατάλαβε τίποτα. Ὁ Χριστὸς τοὺς μίλησε πνευματικά, ὡστόσο ἄλλα ἔλεγε ὁ Χριστός, ἄλλα καταλάβαιναν οἱ Ἀπόστολοι.




Μετά πῆγε μαζί τους στὸ ὅρος τῶν Ἐλαιῶν. Τοὺς εἶπε προσεύχεσθε γιὰ νὰ μὴν μπεῖτε σὲ πειρασμό. Αὐτὸς πῆγε λίγο πιὸ μακριὰ καὶ προσευχόταν μὲ ἀγωνία καὶ ἔπεσε μὲ τὸ πρόσωπό του κάτω στὴ γῆ καὶ ἀπὸ τὴν ἀγωνία του ὁ ἱδρώτας του ἔγινε ὡσεὶ θρόμβοι αἵματος ἀπὸ τὴν πολλὴ ἀγωνία καὶ προσευχόταν στὸν Πατέρα του νὰ παρέλθει «τὸ ποτήριον τοῦτο». Τὸ ὅτι προσευχόταν νὰ παρέλθει τὸ ποτήριο τοῦτο, δὲν ἦταν ἐπειδὴ φοβήθηκε τὸν θάνατο. Ὁ θάνατος φοβήθηκε τὸν Χριστό. Αὐτὸς προσευχόταν στὸν Πατέρα του γιά μᾶς. Καὶ τί ἦταν τὸ ποτήριο; Ἔλεγε στὸν Πατέρα του ὅτι δὲν θέλει αὐτοὶ οἱ ὁποῖοι ἀγαπᾶ εἰς τέλος νὰ κάνουν αὐτὸ τὸ πράγμα, δηλ. νὰ τὸν σταυρώσουν. Προσευχόταν ὑπὲρ ὅλου τοῦ κόσμου, ὥστε νὰ μὴν κάνει ὁ ἄνθρωπος αὐτὸ τὸ ἔργο, νὰ σταυρώσει τὸν Χριστό. Οὔτε δειλίασε πρὸ τοῦ θανάτου οὔτε φοβήθηκε τὸν θάνατο. Ὅταν λοιπὸν προσευχόταν, τότε πλησίασε ὁ ὄχλος καὶ μαζί τους ἦταν καὶ ὁ Ἰούδας. Πῆγε στὸν Χριστὸ καὶ τὸν φίλησε μίας καὶ εἶπε στοὺς ἀρχιερεῖς ὅτι αὐτὸ θὰ εἶναι τὸ σημεῖο. Ὅποιον φιλήσει, αὐτὸν πρέπει νὰ συλλάβουν. Πῆγε ὁ Ἰούδας, τὸν φίλησε καὶ τοῦ εἶπε: Χαῖρε Ραββί, χαῖρε Διδάσκαλε. Καὶ τοῦ εἶπε ὁ Χριστὸς ἐκείνη τὴν ὥρα: «Ἰούδα, φιλήματι τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου παραδίδως;» δηλ. μὲ φίλημα, μ’ αὐτὴ τὴν ἔκφραση τῆς ἀγάπης...
παραδίδεις τὸν δάσκαλο καὶ Πατέρα σου, πού ξέρεις πόσο σὲ ἀγαπᾶ; Ἐκεῖνος βέβαια τίποτα δὲν κατάλαβε. Τότε πῆγαν καὶ τὸν συνέλαβαν. Ὁ Πέτρος ἐνεργώντας κοσμικά τοῦ εἶπε: «Θέλεις νὰ χρησιμοποιήσουμε τὸ μαχαίρι, γιὰ νὰ φοβηθοῦν καὶ νὰ φύγουν;» καὶ βγάζει τὸ μαχαίρι καὶ κόβει τὸ αὐτὶ ἑνὸς ὑπηρέτη. Ἕνας κοσμικὸς τρόπος ἀντιμετώπισης τοῦ πειρασμοῦ. Ὁ Χριστὸς ὅμως οὔτε ποὺ ἔδωσε σημασία καὶ τοῦ εἶπε ὅτι ὅσοι δίνουν μάχαιρα, θὰ πεθάνουν μὲ μάχαιρα. Μάλιστα ὁ Χριστὸς φρόντισε καὶ τὸν δοῦλο καὶ τοῦ ἒφτιαξε καὶ τὸ αὐτί του. Ὁ Χριστὸς τότε τοὺς εἶπε πὼς κάθε μέρα ἦταν μαζί τους, ἦταν ἀνάγκη νὰ τὸν συλλάβουν μὲ ξύλα καὶ ρόπαλα λὲς καὶ ἦταν ληστής; Τότε τὸν ἒπιασαν καὶ τὸν πῆραν στὸ Πραιτώριο νὰ τὸν δικάσουν. 

Ὁ Πέτρος, ὁ γενναῖος ἐκεῖνος ποὺ πρὶν ἀπὸ μερικὲς ὧρες εἶπε ἀκόμα καὶ στὸν θάνατο εἶμαι ἕτοιμος νὰ πάω μαζί σου καὶ ἔκοψε τὸ αὐτὶ τοῦ δούλου, ὅταν πῆγε στὸ σπίτι τοῦ ἀρχιερέα ἔβλεπε τὴ δίκη τοῦ Χριστοῦ. Τότε πῆγε μία δούλη καὶ τοῦ εἶπε μήπως εἶσαι καὶ ἐσὺ μαζὶ μ’ αὐτοὺς καὶ ἐκεῖνος εἶπε ὄχι δὲν ξέρω τίποτα. Μετὰ τοῦ ξαναλέει πὼς πρέπει νὰ εἶναι μαζί τους, γιατί εἶναι Γαλιλαῖος. Αὐτὸς πάλι ἀρνήθηκε ὅτι δὲν ξέρει τὸν ἄνθρωπο ποὺ δίκαζαν. Τρεῖς φορὲς ἀρνήθηκε τὸν Χριστὸ καὶ μάλιστα ἄρχισε νὰ ὁρκίζεται καὶ μὲ ἀναθέματα νὰ λέει ὅτι δὲν γνωρίζει αὐτὸ τὸν ἄνθρωπο. Ἐνῶ ἔλεγε ἀκόμα τὰ λόγια τῆς ἄρνησης, ὁ ἀλέκτωρ ἐφώνησε. 

Τότε στραφεῖς ὁ Κύριος ἐνέβλεψε στὸν Πέτρο καὶ τότε θυμήθηκε ὁ Πέτρος τὸν λόγο τοῦ Χριστοῦ, ποὺ τοῦ εἶπε ὅτι πρὶν λαλήσει ὁ πετεινὸς θὰ μὲ ἀρνηθεῖς τρεῖς φορές, καὶ ἐξελθῶν ἔκλαψε πικρῶς. Ὁ κορυφαῖος Ἀπόστολος τί πτώση ὑπέστη; Ὁ Πέτρος ἔπεσε ὅπως καὶ ὁ Ἰούδας. Ὅμως ὁ Πέτρος ἔκλαψε πικρῶς καὶ μετανόησε γιὰ τὴν πτώση του. Ὁ Ἰούδας δὲν ἔκλαψε, δὲν μετανόησε, ἀλλὰ αὐτοκτόνησε. Ἔτσι ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους ὁ ἕνας ἐπανῆλθε ἀπὸ τὴν πτώση καὶ ὁ ἄλλος πῆγε πρῶτος στὴν κόλαση. Αὐτὴ εἶναι καὶ ἡ τραγωδία ὅτι ὁ πρῶτος ποὺ πῆγε στὴν κόλαση ἦταν μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ. Ὅλα αὐτὰ εἶναι ἡ ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας καὶ οἱ Ἀπόστολοι τίποτε δὲν ἔκρυψαν, τὰ ἔγραψαν ὅπως ἔγιναν, γιατί δὲν εἶχαν σύμπλεγμα κατωτερότητας ὅπως οἱ σημερινοὶ ποὺ θέλουμε νὰ στηρίξουμε τὴν Ἐκκλησία πάνω στὴ δῆθεν καλὴ συμπεριφορά μας. Ἀλλοίμονο ἂν ἡ Ἐκκλησία στεκόταν στὴν ἠθικότητα τῶν ἀνθρώπων. Ἡ Ἐκκλησία στέκει στὴν ἁγιότητα τοῦ Θεοῦ. Ἐμεῖς εἴμαστε ταλαίπωροι ἄνθρωποι, ἁμαρτωλοί.

Δὲν εἴμαστε ἐμεῖς ποὺ σώζουμε τὴν Ἐκκλησία ἀλλὰ ἡ Ἐκκλησία ἐμᾶς. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι Ἁγία καὶ ἁγιάζει τὸν ἄνθρωπο. Μετὰ λοιπὸν τὴ δίκη, ἄρχισαν οἱ ἄνδρες ποὺ συνέλαβαν τὸν Χριστὸ νὰ τὸν κτυποῦν καὶ νὰ τὸν ἐμπαίζουν. Ὁ Λουκᾶς λέει ὅτι σκέπασαν τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸν κτυποῦσαν στὸ πρόσωπο ζητώντάς του νὰ προφητεύσει ποιὸς εἶναι αὐτὸς ποὺ τὸν δέρνει. Τὸ θέμα δὲν ἦταν τὸ ὅτι πονοῦσε ἀλλὰ τὸ πῶς παρέδωσε τὸν ἑαυτὸ του σ’ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους νὰ τὸν χλευάζουν καὶ νὰ τὸν κτυποῦν. 

Μετά, ἀφοῦ τὸ ἔκαναν αὐτό, τὸν δίκασαν, ἀπήγγειλαν τὶς κατηγορίες ἐναντίον του καὶ τὸν ἔσυραν στὸν Πιλάτο. Τότε ὁ Πιλάτος ἔκανε ἕναν διάλογο μὲ τοὺς Ἑβραίους. Τοὺς εἶπε ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς δὲν ἔχει καμία κατηγορία γιὰ νὰ τὸν θανατώσουν. Αὐτοὶ ἐπέμεναν ὅτι πρέπει νὰ θανατωθεῖ. Κάποιος ἄλλος εὐαγγελιστὴς λέει ὅτι ἡ γυναίκα τοῦ Πιλάτου τοῦ ἔδωσε τὸ μήνυμα νὰ μὴν κάνει αὐτὸ τὸ ἔγκλημα καὶ νὰ θανατώσει αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο, γιατί εἶναι ἀθῶος. Ἡ γυναίκα τοῦ Πιλάτου εἶναι ἁγία, εἶναι ἡ Ἁγία Πρόκλα. Τότε ἔβγαλε τὸν Χριστὸ στὸν ἐξώστη, ντυμένο μὲ τὴν κόκκινη χλαμύδα, ταλαιπωρημένο καὶ ἐπειδὴ μποροῦσε νὰ ἐλευθερώσει κάποιον, τοὺς ρώτησε ποιὸν θέλουν νὰ ἀφήσει ἐλεύθερο, τὸν Χριστὸ ἢ τὸν Βαρραβά, ὁ ὁποῖος ἦταν ληστὴς καὶ φονιάς. 

Ὁ λαὸς μὲ ἕνα στόμα φώναζε «ἄρον τοῦτον καὶ ἀπόλυσον ἠμὶν τὸν Βαρραβᾶν», δηλ. σκότωσε αὐτὸν καὶ νὰ μᾶς ἀπολύσεις τὸν Βαρραβά. Ὁ Πιλάτος ἐνῶ τοὺς ἔλεγε ὅτι αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος δὲν ἔκανε τίποτε, ἄρα γιατί νὰ τὸν σκοτώσει, ἐκεῖνοι πιὸ πολὺ φώναζαν νὰ τὸν σταυρώσει. Ξανὰ τοὺς ἐπανέλαβε ὅτι δὲν βρίσκει κάποιο κακὸ ἄξιο θανάτου καὶ τοὺς πρότεινε νὰ μὴν τὸν τιμωρήσει καὶ νὰ τὸν ἀφήσει ἐλεύθερο. Ὡστόσο, καὶ τὴν τρίτη φορὰ φώναζαν νὰ τὸν σταυρώσει καὶ νὰ ἀπελευθερώσει τὸν Βαρραβά. Μάλιστα ἕνας ἄλλος εὐαγγελιστὴς λέει ὅτι φώναζαν «τὸ αἷμα αὐτοῦ ἐφ’ ἠμᾶς καὶ ἐπὶ τὰ τέκνα ἠμῶν». Καὶ λίγα χρόνια μετὰ τὴ Σταύρωση τοῦ Χριστοῦ ἔγινε ἡ καταστροφὴ τῆς Ἱερουσαλήμ. Ἀπὸ τότε μέχρι τὸ 1947, ποὺ ἔγινε τὸ κράτος τοῦ Ἰσραήλ, οἱ Ἑβραῖοι ἦταν διεσπαρμένοι σ’ ὅλο τὸν κόσμο. Αὐτὸ ποὺ διάλεξαν καὶ ζήτησαν ἐπαληθεύθηκε.

Ἀφοῦ ἔγινε κι αὐτό, μαστίγωσαν τὸν Χριστὸ καὶ τὸν φραγγέλωσαν. Τὸ φραγγέλιο ἦταν ἕνα ξύλο πάνω στὸ ὁποῖο ἦταν δεμένα λουριὰ ἀπὸ δέρμα καὶ ἡ ἄκρη τῶν λουριῶν ἦταν μολύβια μυτερά, τὰ ὁποῖα ὅταν κτυποῦσαν πάνω στὴν πλάτη καρφώνονταν μέσα στὸ δέρμα, τὰ τραβοῦσαν κάτω καὶ ξέσκιζαν τὸν ἄνθρωπο. Ἔπειτα τοῦ φόρεσαν ἕνα στεφάνι πάνω στὸ κεφάλι σὰν τὸ κοφίνι καὶ ἔμπηξαν πάνω στὸ κοφίνι τὰ καρφιά, τοῦ φόρεσαν τὴν κόκκινη χλαμύδα, γιὰ νὰ τὸν ἐμπαίξουν καὶ τοῦ φόρτωσαν τὸν Σταυρὸ καὶ ἄρχισαν νὰ τὸν ὁδηγοῦν στὴ Σταύρωση, γιατί ἔτσι ἤθελαν οἱ ἀρχιερεῖς. Τὸν σταύρωσαν στὸν τόπο καλούμενο κρανίου τόπο, στὸν Γολγοθά. Δεξιὰ καὶ ἀριστερά του δύο κακοῦργοι ληστές, οἱ ὁποῖοι ἦταν καὶ αὐτοὶ καταδικασμένοι σὲ θάνατο. 

Δίπλα ἀπὸ τὸν Χριστὸ δὲν ὑπῆρχε κανένας μαθητής του, ἔφυγαν ὅλοι. Ἔμειναν μόνο ἡ Παναγία καὶ κάποιες ἄλλες γυναῖκες. Μόνο ὁ Ἰωάννης ὁ θεολόγος ἔμεινε δίπλα στὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ. Ἀπὸ τὸν Σταυρὸ ὁ Χριστὸς εἶπε στὸν Ἰωάννη νὰ φροντίζει τὴ μητέρα του καὶ φώναξε μὲ μία μεγάλη φωνὴ καὶ εἶπε: «Διψῶ», γιατί ἀπὸ τὴ ροὴ τῶν αἱμάτων ὑπῆρχε ἡ αἴσθηση τῆς δίψας. Οἱ Πατέρες εἶπαν ὅτι τὸ «διψῶ» τοῦ Χριστοῦ δὲν ἦταν ὅτι ἤθελε ἕνα ποτήρι νερό. Βέβαια, ὡς τέλειος ἄνθρωπος ἔπαθε καὶ ἦταν φυσικό, ἀλλὰ εἶπε «διψῶ» τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Ἀκριβῶς γι’ αὐτοὺς γιὰ τοὺς ὁποίους πάσχω καὶ ἀγαπῶ. «Διψῶ» νὰ τοὺς πάρω ὅλους κοντά μου. Ἀφοῦ εἶπε «διψῶ», οἱ στρατιῶτες ποὺ τὸν ἐνέπαιζαν πῆραν ξύδι καὶ χολὴ καὶ τὰ ἀνάμειξαν, τὰ ἔβαλαν στὸν σπόγγο, πῆγαν νὰ τὰ βάλουν στὰ χείλη του καὶ ὁ Χριστὸς ἀρνήθηκε νὰ τὰ πάρει.

Πάνω ἀπὸ τὸν Σταυρὸ ἔβαλαν μία ἐπιγραφή: «Αὐτὸς εἶναι ὁ Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος, ὁ Βασιλιὰς τῶν Ἰουδαίων». Οἱ δύο ληστὲς τὸν ἐνέπαιξαν. Ὅμως κάποια στιγμὴ ὁ ἕνας ἀπ’ αὐτοὺς μάλωσε τὸν ἄλλον λέγοντάς του: «δὲν ντρέπεσαι; Τί λὲς αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου; Ἐμεῖς δικαίως πάσχομεν, αὐτὸς εἶναι ἀθῶος καὶ ἄδικα σταυρώνεται τώρα». Καὶ γύρισε στὸν Χριστὸ καὶ τοῦ εἶπε: «Μνήσθητί μου Κύριε, ἐν τῇ βασιλεία σου». Ὁ Χριστὸς ἀπὸ τὸν Σταυρὸ τοῦ εἶπε: «Ἀμὴν λέγω σοι, σήμερον μετ’ ἐμοῦ ἐση ἐν τῷ Παραδείσω». Ἦταν ἡ ὥρα 12 τὸ μεσημέρι, ἡμέρα Παρασκευὴ καὶ ἔγινε σκότος ἐφ’ ὅλης τῆς γῆς καὶ σεισμός. 

Καὶ ὁ Χριστὸς ὅταν εἶδε ὅτι ὅλα τελείωσαν καὶ ἔκανε ὅσα ἔπρεπε νὰ κάνει καὶ ἦταν ὅλα ἕτοιμα, προσευχήθηκε καὶ εἶπε: «Θεέ μου, Θεέ μου, ἴνα τί μὲ ἐγκατέλειπες». Πολλοὶ λένε ὅτι τὸν ἐγκατέλειψε ὁ Θεός. Ὄχι βέβαια, δὲν ἐγκατέλειψε ὁ Θεὸς τὸν Χριστό. Ἀλλὰ ἐκείνη τὴ στιγμὴ ἀπήγγειλε τὸν 21ο ψαλμό, ποὺ ἀρχίζει μὲ αὐτὴ τὴ φράση. Εἶναι ὁ ψαλμὸς ποὺ μιλάει προφητικὰ γιὰ τὸ πάθος τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ὁ Χριστός, κύριος τοῦ ἑαυτοῦ του, ἀπήγγειλε τὸν ψαλμὸ ἐκεῖνο, προσευχήθηκε καὶ εἶπε: «Πάτερ, εἰς χείρας σου παρατίθεμαι τὸ πνεῦμα μου». Παρέδωσε τὸ πνεῦμα στὸν Θεὸ Πατέρα καὶ λέει τὸ εὐαγγέλιο ὅτι ἀμέσως ἐφώναξε «τετέλεσται» ὅλα τελείωσαν. Ὡς κύριος τοῦ ἑαυτοῦ του καὶ ὡς Κύριος τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου ἔκανε κάτι ποὺ δὲν κάνουμε ἐμεῖς. Ἀφοῦ ἔκλινε πρῶτα τὸ κεφάλι του, παρέδωκε τὸ πνεῦμα του. Ὅταν ἐξέπνευσε ὁ Χριστός, ἦταν τρεῖς τὸ ἀπόγευμα τῆς Παρασκευῆς. 

Τότε ἔγινε ὁ μεγάλος σεισμὸς καὶ ἔγιναν ὅλα ἐκεῖνα ποὺ περιγράφει τὸ εὐαγγέλιο. Ἀκόμα ἕνας, ὁ ἑκατόνταρχος Λογγίνος ποὺ ἦταν παρὼν εἶπε: «Ἀληθῶς αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος εἶναι Θεοῦ Υἱὸς» καὶ στὴ συνέχεια ὁ Λογγίνος ἔγινε Ἀπόστολος καὶ μάρτυρας καὶ τὸν γιορτάζει καὶ ἡ Ἐκκλησία μας. Τί παράξενα πράγματα γινόντουσαν τὶς μέρες τοῦ Χριστοῦ. Ἔγιναν τὰ πάνω κάτω. Ἕνας ἀπόστολος χάθηκε, ὁ ἄλλος τὸν ἀρνήθηκε, οἱ ὑπόλοιποι τὸν ἐγκατέλειψαν καὶ αὐτὸς πῆγε μόνος του στὸν Σταυρό. 

Πάνω στὸν Σταυρὸ πιάνει τὸν ληστὴ καὶ τὸν παίρνει μαζί του στὸν παράδεισο. Ἦταν ὁ πρῶτος ποὺ πῆγε στὸν παράδεισο, δὲν ἦταν κανένας Ἀπόστολος ἢ Ἅγιος καὶ ὁ πρῶτος ποὺ πῆγε στὴν κόλαση ἦταν ὁ Ἀπόστολος. Ἐκεῖνος ποὺ ἦταν κάτω ἀπὸ τὸν Σταυρό, ὁ Ρωμαῖος Λογγίνος, ἔγινε μάρτυρας ἀφοῦ πίστεψε πὼς ἦταν ὁ Χριστός, Θεοῦ Υἱός, ἐνῶ οἱ ἀρχιερεῖς ποὺ ἦταν ἄνθρωποι ποὺ διάβαζαν τὸν νόμο καὶ ἦταν ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, τὸν σταύρωσαν καὶ τελικὰ ἀνέτρεψε ὅλη τὴ λογικὴ συνέχεια τῶν πραγμάτων. Παρέδωσε τὴν ψυχή του στὸν Πατέρα του, ὅταν ὅλα ἦταν ἕτοιμα. Ἂς προσπαθήσουμε λοιπὸν καὶ ἐμεῖς ἀδελφοί μου, νὰ βιώσουμε μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ αὐτὲς τὶς ἅγιες μέρες τοῦ Πάθους καὶ τῆς Ἀνάστασης τοῦ Κυρίου μας, νὰ συμπορευθοῦμε μαζί του στὸν δρόμο τοῦ Σταυροῦ καὶ τοῦ μαρτυρίου, ὥστε καὶ νὰ συναναστηθοῦμε μαζί...

πηγή  εδώ και  εδώ

Τρίτη, Φεβρουαρίου 23, 2016

Πνευματική πείνα και δίψα

MhtropLemesou1
Ο Μητροπολίτης Λεμεσού Αθανάσιος περιγράφει τον αγώνα του ανθρώπου που αναζητεί την αλήθεια, εξηγώντας ποια είναι η αληθινή πνευματική πείνα και δίψα, την οποία χορταίνει μόνο η Εκκλησία.

Κυριακή, Φεβρουαρίου 21, 2016

Μητροπολίτης Λεμεσοῦ Ἀθανάσιος: «Οἱ θρῆσκοι ἄνθρωποι εἶναι τὸ πιὸ ἐπικίνδυνο εἶδος μέσα στὴν ἐκκλησία»


Φωτογραφία:
«Ῥωμαίικου Ὁδοιπορικοῦ»
Τοῦ Μητροπολίτου Λεμεσοῦ Ἀθανασίου, πόσπασμα ἀπὸ τὴν ὁμιλία: «Ἡ θεραπεία ἀπὸ τὴν ἀρρώστια τοῦ Φαρισαϊσμοῦ»
Αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι νὰ ξέρετε, αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι,  οἱ θρῆσκοι ἄνθρωποι εἶναι τὸ πιὸ ἐπικίνδυνο εἶδος μέσα στὴν ἐκκλησία. Αὐτοὶ οἱ θρῆσκοι ἄνθρωποι εἶναι ἐπικίνδυνοι. Ὁ Θεὸς νὰ μᾶς φυλάει ἀπ'αὐτούς. Ἔλεγε ἕνας ἁγιορείτης ὅταν ἔκαμνα μία φορὰ λειτουργία καὶ λέγαμε «Κύριε σῶσον τοὺς εὐσεβεῖς» λέει ἀστειευόμενος «Κύριε σωσον ἠμᾶς ἀπὸ τοὺς εὐσεβεῖς» δηλαδὴ ὁ Θεὸς νὰ σὲ φυλάει ἀπὸ τοὺς θρήσκους ἀνθρώπους, διότι θρῆσκος ἄνθρωπος σημαίνει μία προσωπικότης διεστραμμένη ἡ ὁποία οὐδέποτε εἶχε προσωπικὴ σχέση μὲ τὸν Θεό. Ἁπλῶς μόνον κάμνει τὰ καθήκοντά της ἀπέναντί Του, ἀλλὰ καμιὰ σοβαρὴ σχέση δὲν εἶχε γιὰ αὐτὸ καὶ ὁ Θεὸς δὲν λέει αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο τίποτε. Καὶ σᾶς ὁμολογῶ καὶ ἐγὼ ἀπὸ τὴν πείρα μου ὅτι δὲν εἶδα χειρότερους ἐχθρούς τῆς ἐκκλησίας ἀπὸ τοὺς θρήσκους ἀνθρώπους.
Ὅταν παιδιὰ θρήσκων ἀνθρώπων ποὺ μέσ' τὴν ἐκκλησία ἢ καὶ παπάδων ἀκόμα καὶ θεολόγων καὶ ἀνθρώπων ποὺ κάνουν τοὺς θρήσκους καὶ τοὺς πολλοὺς ἐδοκίμασαν τὰ παιδιά τους νὰ γίνουν μοναχοὶ ἢ ἱερεῖς αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι ἔγιναν χειρότεροι καὶ ἀπὸ δαίμονες. Ἐξανέστησαν ἐναντίον τῶν πάντων. Ἔγιναν οἱ χειρότεροι ἐχθροὶ τῶν ἀνθρώπων. Θυμᾶμαι γονεῖς ποὺ ἔφερναν τὰ παιδιὰ τους εἰς τὶς ὁμιλίες καὶ ὅταν τὸ παιδὶ τους κάποια στιγμὴ ἔκαμε ἕνα βῆμα παραπάνω ἔγιναν οἱ χειρότεροι ἄνθρωποι ποὺ ἔλεγαν τὰ...
χειρότερα λόγια.  Καὶ ἐγὼ τοὺς λέω:  Mὰ ἐσὺ ἔφερες τὸ παιδί σου στὴν ὁμιλία, δὲν τὸ ἔφερα ἐγώ.  Καὶ μία φόρα εἶπα σὲ ἕναν πατέρα ὅταν ἔβλεπα ὅτι ἡ κόρη του, τέλος πάντων, εἶχε ζῆλο στὴν ἐκκλησία τοῦ λέω: Κοίταξε μὴν τὴν ξαναφέρεις στὴν ὁμιλία. Μὴν τὴν ξαναφέρεις νὰ τῆς μιλήσω διότι ἡ κόρη σου θὰ γίνει μοναχὴ καὶ αὔριο θὰ σοὺ φταίω ἐγώ.  Ὄχι πάτερ μου, ἀλλοίμονο, ἐμεῖς σὲ λατρεύουμε. Καὶ ἔγινε ἡ κόρη του μοναχὴ ἑφτὰ χρόνια καὶ δὲν μοῦ μιλᾶ ἀκόμα. Ἄνθρωποι ποὺ δὲν ἔχαναν ὁμιλία, ἔτσι, δὲν ἔχαναν ὁμιλία. Ἦταν πάντοτε οἱ πρῶτοι. Ὁμιλίες, ἀγρυπνίες, βιβλία, ξέρω ‘γῶ τὰ πάντα. Καὶ ἔφερναν καὶ τὰ παιδιά τους καὶ ὅταν ἦρθεν ἡ ὥρα ποὺ τὸ παιδὶ τους μέσα στὴν ἐλευθερία του, τέλος πάντων, ἀποφάσισε ἕναν δικό του δρόμο τότε οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ ἔγιναν τελείως στὸ ἀντίθετο στρατόπεδο καὶ ἀπέδειξαν ὅτι γιὰ αὐτοὺς ὁ Χριστὸς δὲν εἶχε μιλήσει ποτὲ μὲς τὴν δική τους τὴν καρδιά. Ἁπλῶς ἦταν θρῆσκοι ἄνθρωποι. 

Γι΄ αὐτὸ οἱ θρῆσκοι ἄνθρωποι εἶναι τὸ πιὸ δύσκολο εἶδος μεσ' τὴν ἐκκλησία. Γιατί ξέρετε κάτι. Αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι καμιὰ φορᾶ δὲν θὰ θεραπευθοῦν. Γιατί νομίζουν ὅτι εἶναι κοντὰ στὸν Θεό. Ἐνῶ οἱ ἁμαρτωλοί, ξέρω ΄γῶ, οἱ χαμένοι ἂς ποῦμε, ἔτσι, αὐτοὶ ξέρουν ὅτι εἶναι ἁμαρτωλοί. Γι΄ αὐτὸ ὁ Χριστὸς εἶπε ὅτι οἱ τελῶνες καὶ οἱ πόρνες θὰ πᾶν στὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ εἶπε στοὺς Φαρισαίους: Ἐσεῖς, ἐσεῖς ποὺ εἴσαστε θρῆσκοι δὲν θὰ πάτε ποτὲ στὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Γιατί οὐδέποτε ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἄλλαξε τὴν καρδιά τους. Ἁπλῶς ἀρκοῦνταν στὴν τήρηση τῶν θρησκευτικῶν τύπων.

Ἔτσι λοιπὸν ἐμεῖς ἂς προσέξουμε τὸν ἑαυτόν μας νὰ καταλάβομε ὅτι ἡ ἐκκλησία εἶναι ἕνα νοσοκομεῖο ποὺ μᾶς θεραπεύει μᾶς κάνει νὰ ἀγαποῦμε τὸν Χριστὸν καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ εἶναι μία φλόγα ποὺ ἀνάβει μεσ' τὴν καρδιά μας καὶ νὰ ἐξετάζομε τὸν ἑαυτό μας ἐὰν βρισκόμαστε στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἐὰν βλέπομε μέσα μας ὅλες αὐτὲς τὶς κακίες καὶ τὶς ἀνιδιοτέλειες καὶ τὶς πονηρίες τότε πρέπει νὰ ἀνησυχοῦμε. Γιατί δὲν εἶναι δυνατὸ ὁ Χριστὸς νὰ εἶναι μέσα στὴν καρδιά μας καὶ νὰ 'μαστε γεμάτοι ξύδι.

Πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ προσεύχεσαι καὶ νὰ εἶσαι γεμάτος χολὴ ἐναντίον τοῦ ἄλλου ἀνθρώπου. Πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ διαβάζεις τὸ εὐαγγέλιο καὶ νὰ μὴν δέχεσαι τὸν ἀδερφό σου. Πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ λὲς ἔχω τόσα χρόνια στὴν ἐκκλησία, ἔχω τόσα χρόνια ποὺ 'μαι μοναχὸς κληρικὸς ἡ ὁτιδήποτε καὶ ὅμως τὸ ἄλφα τῆς πνευματικῆς ζωῆς ποὺ 'ναι ἡ ἀγάπη. Ποῦ 'ναι τὸ νὰ ὑπομένεις τὸν ἀδερφό σου, νὰ κάνεις λίγο ὑπομονὴ μὲ τὸ νὰ μὴν τὸ δέχεσαι σημαίνει τίποτα δὲν ἔκαμες. Τίποτα ἀπολύτως τίποτα. Τίποτα ἀπολύτως. Ἐδῶ ὁ Χριστὸς ἔφτασε στὸ σημεῖο νὰ πεῖ γιὰ τὶς παρθένες ἐκεῖνες ὅτι δὲν εἶχε καμιὰ σχέση μαζί τους. Τοὺς πέταξε ἔξω ἀπὸ τὸν νυμφώνα παρ' ὅλα ποὺ 'χαν ὅλες τὶς ἀρετὲς γιατί δὲν εἶχαν τὴν ἀγάπη. Διότι ἤθελε νὰ τοὺς πεῖ ὅτι μπορεῖ νὰ ἔχετε ἀρετὲς ἐξωτερικὲς, μπορεῖ νὰ μείνατε παρθένες, μπορεῖ νὰ κάματε χίλια πράματα ἀλλὰ δὲν κατορθώσατε τὴν οὐσία αὐτοῦ ποὺ εἶχε σημασία ἀπ' ὅλα. Ἐὰν αὐτὸ δὲν τὸ καταφέρεις τί τὰ θέλεις τὰ ἄλλα ὅλα; 

Τί τὰ θέλω ἐγὼ τώρα ἂν τρώω λάδι σήμερα καὶ δὲν τρώω λάδι. Μπορεῖ νὰ μὴν τρώω λάδι, ἂς ποῦμε καὶ νὰ τρώω τὸν ἀδερφό μου ἀπὸ τὸ πρωὶ ὡς τὴ νύχτα. Ἔλεγαν εἰς τὸ Ἅγιο Ὅρος λέει μὴν ρωτᾶς ἂν τρώω ψάρι. Τὸν ψαρὰ νὰ μὴν φάεις καὶ ψάρι φάε. Ἢ τὸν λαδὰ νὰ μὴν φαεῖς καὶ φάε μία σταξιὰ λάδι. Τὸ νὰ φάεις τὸν ἄλλον ἀπὸ τὴν γλώσσα εἶναι πολὺ χειρότερο ἀπὸ τὸ νὰ φᾶς μία κουταλιὰ λάδι. Καὶ ὅμως στέκομεν ἐκεῖ. Τρῶμε λάδι, δὲν τρῶμε λάδι, τρῶμε ψάρι, δὲν τρῶμε ψάρι. Ξέρω ‘γῶ βούτηξε τὸ κουτάλι στὸ ἄλλο φαγὶ καὶ μπορεῖ νὰ τσακωθοῦμε ἐκεῖ, νὰ σκοτωθοῦμε μὲ τὸν ἄλλον ἄνθρωπο γιατί ἐβούτηξε τὸ κουτάλι προηγουμένως σὲ ἕναν ἄλλο φαΐ. Καταλαβαίνετε πόσο γελοία εἶναι ἐτοῦτα τὰ πράγματα καὶ μᾶς κοροϊδεύουν καὶ οἱ δαίμονες ἀλλὰ καὶ οἱ ἄνθρωποι ποὺ εἶναι ἐκτὸς ἐκκλησίας. Καὶ ὅταν μπαίνουν κοντά μας ἀντὶ νὰ βλέπουν τοὺς ἀνθρώπους τῆς ἐκκλησίας μεταμορφωμένους σὲ Χριστὸ Ἰησοῦ, νὰ 'ναι γλυκὺς ἄνθρωποι καὶ νὰ 'ναι ὥριμοι ἄνθρωποι, ἰσορροπημένοι, ὁλοκληρωμένοι ἄνθρωποι, ἄνθρωποι γεμάτοι ἁρμονίας ἂς ποῦμε μέσα τους μᾶς βλέπουν δυστυχῶς μὲ ὅλα αὐτὰ τὰ πάθη μας καὶ ὅλες ἐκεῖνες τὶς ξινίλες μας καὶ λένε: E, νὰ γίνω ἔτσι;  Καλύτερα νὰ μοῦ λείπει. 

Ἐσὺ πού πᾶς στὴν ἐκκλησία τί σὲ ὠφέλησε ἡ ἐκκλησία; Ὅπως λέγαμε χτὲς πῆγες στὰ προσκυνήματα, εἶδες τοὺς πατέρες, εἶδες τὰ ἅγια λείψανα, εἶδες τὸ Ἅγιον Ὅρος, τὴν Παναγία τῆς Τήνου ὅλα αὐτὰ πήγαμε, ἤρθαμε. Ποιὸ τὸ ὄφελος τελικὰ ἀπὸ ὅλα αὐτὰ τὰ πράγματα; Μεταμορφώθηκε ἡ καρδιά μας; Γίναμε πιὸ ταπεινοὶ ἄνθρωποι; Γίναμε πιὸ γλυκὺς ἄνθρωποι; Γίναμε πιὸ πραεῖς ἄνθρωποι εἰς τὸ σπίτι μας εἰς τὴν οἰκογένειά μας στὸ μοναστήρι μας; Ξέρω ‘γῶ ἐκεῖ ποὺ ἐργαζόμαστε. Αὐτὸ ἔχει σημασία. Ἐὰν δὲν τὰ καταφέραμε αὐτὰ τὰ πράγματα τουλάχιστον ἂς γίνομεν ταπεινοί.  Μέσα ἀπὸ τὴν μετάνοια. Ἂς γίνομαι ταπεινοί. Ἐὰν οὔτε καὶ αὐτὸ τὸ καταφέραμε τότε εἴμαστε ἄξιοι πολλῶν δακρύων, ἔτσι. Εἴμαστε γιὰ κλάματα. Διότι δυστυχῶς ὁ χρόνος περνᾶ καὶ χάνεται καὶ ἐμεῖς μετροῦμε χρόνια.

Ἔλεγε ὁ γέρων Παΐσιος ὅταν τὸν ρωτοῦσαν: Γέροντα πόσα χρόνια ἔχεις ἐσὺ στὸ Ἅγιο Ὅρος; Λέει: Ἐγὼ ἦρθα τὴν ἴδια χρονιὰ ποὺ ἦρθε τὸ μουλάρι τοῦ γείτονα. Ὁ γείτονάς τοῦ ὁ γερο-Ζῆτος εἶχε ἕνα μουλάρι καὶ ξέρετε στὸ Ἅγιο Ὅρος κάθε κελὶ ἔχει καὶ ἕνα ζῶο, ἕνα μουλάρι ποὺ κουβαλοῦν τὰ πράγματά τους. Ε, τὸ ζῶο αὐτὸ ζεῖ πολλὰ χρόνια δὲν ἀγοράζεις κάθε μέρα μουλάρια, εἶναι ἀκριβά. Λοιπόν, τὴν χρονιὰ ποὺ ἦρθα ἐγὼ λέει στὸ Ἅγιο Ὅρος ἀγόρασε καὶ ὁ γείτονας τὸ μουλάρι του. Ἔχομε τὰ ἴδια χρόνια στὸ Ἅγιο Ὅρος, ἀλλὰ τὸ καημένο ἐκεῖνο ἔμεινε μουλάρι καὶ ἐγὼ τὸ ἴδιο ἔμεινα. Δὲν ἄλλαξα. 

Λοιπὸν λέμε πολλὲς φορὲς ἐγὼ ἔχω σαράντα χρόνια καὶ τὸ λέμε ἐμεῖς οἱ παπάδες καὶ οἱ καλόγεροι αὐτὰ τὰ πράγματα. Ἔχω σαράντα χρόνια στὸ μοναστήρι. Μὰ τὰ χρόνια εἶναι εἰς βάρος σου. Ὁ Θεὸς θὰ σοὺ πεῖ: Σαράντα χρόνια καὶ ἀκόμα δὲν κατάφερες νὰ γίνεις τίποτα; Ἔχεις σαράντα χρόνια ἀκόμα θυμώνεις, ἀκόμα κατακρίνεις, ἀκόμα ἀντιλογεῖς, ἀκόμα ἀντιστασαι, ἀκόμα δὲν ὑποτάσσεσαι; Ἔχεις σαράντα χρόνια καὶ δὲν ἔμαθες τὸ ἄλφα, τὸ πρῶτο πράγματα τῆς μοναχικῆς ζωῆς τῆς χριστιανικῆς ζωῆς; Τί νὰ κάμω τὰ χρόνια σου; Τί νὰ σὲ κάμω ἂν ἔχεις πενήντα χρόνια μὲ ψωμολογῆσε καὶ δὲν μπορεῖς νὰ ἀπαντήσεις στὸν ἄλλον μὲ ἕναν καλό του λόγο. Τί νὰ κάμω ὅλα αὐτὰ τὰ πράγματα.

Σάββατο, Φεβρουαρίου 20, 2016

Κυριακή Τελώνου και Φαρισαίου «Το κλειδί της πνευματικής ζωής»


«Το κλειδί της πνευματικής ζωής» είναι ένα κείμενο του Μητροπολίτη Λεμεσού Αθανασίου, για τη μετάνοια, την αναμόρφωση του ανθρώπου, με αφορμή την πρώτη Κυριακή του Τριωδίου, την Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου.

Ἡ πρώτη Κυριακή τοῦ Τριωδίου εἶναι ἡ Κυριακή τοῦ Τελώνου καί τοῦ Φαρισαίου. Ἐκεῖ ὁ Κύριος ξεκάθαρα μᾶς δείχνει ἕναν ἄνθρωπο γεμάτο ἁμαρτία, τελείως ἀνήθικο, ὁ ὁποῖος ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ δικαιώνεται. Ταυτόχρονα μᾶς δείχνει καί ἕναν ἠθικό ἄνθρωπο, εὐσεβῆ καί «θρῆσκο», ὁ ὁποῖος τηρεῖ ὅλες τίς διατάξεις τοῦ νόμου, ἀλλά ἀντί νά δικαιωθεῖ ἀπό τόν Θεό κατακρίνεται, γιατί δέν βρῆκε το κλειδί μέ τό ὁποῖο ἀνοίγει τή θύρα τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Αὐτό τό κλειδί εἶναι τό κλειδί τῆς μετάνοιας καί τῆς ταπείνωσης. Αὐτά πᾶνε μαζί. Ἔτσι δέν μπορεῖ κανένας ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος δέν ἔχει ταπείνωση νά ἔχει μετάνοια, ὁ ὑπερήφανος ἄνθρωπος δέν μπορεῖ να μετανοήσει. Μόνο ὁ ταπεινός μετανοεῖ πραγματικά, γιατί μετάνοια σημαίνει συντριβή τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου, καί μέσα ἀπ’ αὐτή τη συντριβή ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά ἐπικαλεσθεῖ τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ, τό ὁποῖο εἶναι τό μόνο πού μπορεῖ νά τόν σώσει.
Ἡ μετάνοια εἶναι ὀδύνη, πόνος. Ἔτσι ὅμως μπορεῖς νά ἀναμορφωθεῖς. Ἡ μετάνοια εἶναι τό κλειδί πού ἀνοίγει τή θύρα τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ. Γιατί ἡ ἀνθρώπινη φύση εἶναι τέτοια πού δέν μπορεῖ νά ἐπιτύχει ποτέ τήν ἀναμαρτησία. Μόνο ὁ Χριστός ὡς ἄνθρωπος ἦταν ἀναμάρτητος και κατά χάριν ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, ἡ ὁποία ἔλαβε αὐτό τό χάρισμα ἀπό τόν Θεό. Δεν μποροῦμε νά ἔχουμε ἕνα ὅραμα ὅτι κάποτε θά γίνουμε ἀναμάρτητοι, γιατί εἶναι ἀδύνατο.
Ἀφοῦ λοιπόν ἡ ἁμαρτία εἶναι ἕνα δεδομένο ἀναπόφευκτο, πρακτικά γιά ἐμᾶς, ἐκεῖνο το ὁποῖο θά μπορέσει νά μᾶς παραστήσει ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι τά ἔργα μας καί ἡ ἀρετή μας ἀλλά ἡ πραγματική μετάνοιά μας. Ἔτσι καταρρίπτουμε τόν μύθο ὅτι θά γίνουμε μόνο ἠθικοί καί ἐνάρετοι, γιατί ὅσο ἠθικοί καί ἄν εἴμαστε, σίγουρα ἔχουμε καί ἁμαρτίες. Ἔτσι τή σχέση μας μέ τόν Θεό δέν μποροῦμε νά τήν οἰκοδομήσουμε πάνω στό ὅτι θά ξεφύγουμε ἀπό τήν ἁμαρτία ἀλλά στό γεγονός τῆς μετάνοιας. Μαθαίνουμε νά μετανοοῦμε καί νά στεκόμαστε σωστά μπροστά στόν Θεό μέσα σ’ ἕνα πνεῦμα μετάνοιας.
Ἡ μετάνοια λοιπόν γεννᾶται ἀπό τήν ταπείνωση. Ὁ ταπεινός ἄνθρωπος μετανοεῖ και δέν δικαιολογεῖται. Ἀπό τή στιγμή πού δικαιολογεῖται κάποιος δέν μπορεῖ νά μετανοήσει. Ὅταν παρέχει στόν ἑαυτό του ἐλαφρυντικά, μειώνει ταυτόχρονα τή φλόγα τῆς μετάνοιας. Γι’ αὐτό οἱ πατέρες δέν δεχόντουσαν καμία δικαιολογία, ὄχι πώς δέν ὑπάρχει δικαιολογία ὅταν ἁμαρτάνει κάποιος, ἀφοῦ ὅλοι μας ὅταν ἁμαρτάνουμε ὑποκείμεθα σέ κάποιο γεγονός. Ὡστόσο, ἄν ἀντιμετωπίσει κανείς την ἁμαρτία μέ πόνο καί στέκεται ὅπως οἱ Ἅγιοι χωρίς δικαιολογία ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί μαθαίνει τό ἦθος τοῦ Τελώνου, τότε αὐτό εἶναι ἡ βάση τῆς ἐπιτυχίας. Ὅλα τά ἄλλα μᾶς ὁδηγοῦν πρός αὐτή τήν κατάσταση.

Τρίτη, Μαΐου 05, 2015

«ΟΙ ΘΡΗΣΚΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΠΙΟ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟ ΕΙΔΟΣ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ»Ο ΦΑΡΙΣΑΪΣΜΟΣ ΕΚΛΕΚΤΟ ΤΕΚΝΟ ΤΗΣ ΥΠΕΡΗΦΑΝΕΙΑΣ Του Μητροπολίτου Λεμεσοῦ Ἀθανάσιου


«ΟΙ ΘΡΗΣΚΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΠΙΟ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟ ΕΙΔΟΣ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ»

             Ο ΦΑΡΙΣΑΪΣΜΟΣ ΕΚΛΕΚΤΟ ΤΕΚΝΟ ΤΗΣ ΥΠΕΡΗΦΑΝΕΙΑΣ





Του Μητροπολίτου Λεμεσοῦ Ἀθανάσιου
Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν ὁμιλία «Ἡ θεραπεία ἀπὸ τὴν ἀρρώστια τοῦ Φαρισαϊσμοῦ»

Αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι, νὰ ξέρετε, αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι, οἱ θρῆσκοι ἄνθρωποι, εἶναι τὸ πιὸ ἐπικίνδυνο εἶδος μέσα στὴν ἐκκλησία. Αὐτοὶ, οἱ θρῆσκοι ἄνθρωποι, εἶναι ἐπικίνδυνοι.

 Ὁ Θεὸς νὰ μᾶς φυλάει ἀπ’αὐτούς…

Ἔλεγε ἕνας ἁγιορείτης, ὅταν ἔκαμνα μιὰ φορὰ λειτουργία καὶ λέγαμε «Κύριε σῶσον τοὺς εὐσεβεῖς»,  λέει ἀστειευόμενος: «Κύριε σωσον ἠμᾶς ἀπὸ τοὺς εὐσεβεῖς», δηλαδὴ ὁ Θεὸς νὰ σὲ φυλάει ἀπὸ τοὺς θρήσκους ἀνθρώπους, διότι θρῆσκος ἄνθρωπος σημαίνει μία προσωπικότης διεστραμμένη, ἡ ὁποία οὐδέποτε εἶχε προσωπικὴ σχέση μὲ τὸν Θεό. Ἁπλῶς μόνον κάμνει τὰ καθήκοντα τῆς ἀπέναντί Του, ἀλλὰ καμιὰ σοβαρὴ σχέση δὲν εἶχε, γιὰ αὐτὸ καὶ ὁ Θεὸς δὲν λέει αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο τίποτε. Καὶ σᾶς ὁμολογῶ καὶ ἐγὼ ἀπὸ τὴν πείρα μου ὅτι δὲν εἶδα χειρότερους ἐχθρούς της ἐκκλησίας ἀπὸ τοὺς θρήσκους ἀνθρώπους.

Ὅταν παιδιὰ θρήσκων ἀνθρώπων, ποὺ μεσ’ τὴν ἐκκλησία ἢ καὶ παπάδων ἀκόμα καὶ θεολόγων καὶ ἀνθρώπων ποὺ κάνουν τοὺς θρήσκους καὶ τοὺς πολλούς, ἐδοκίμασαν τὰ παιδιά τους νὰ γίνουν μοναχοὶ ἢ ἱερεῖς, αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι ἔγιναν χειρότεροι καὶ ἀπὸ δαίμονες. Ἐξανέστησαν ἐναντίον τῶν πάντων. Ἔγιναν οἱ χειρότεροι ἐχθροὶ τῶν ἀνθρώπων. Θυμᾶμαι γονεῖς ποὺ ἔφερναν τὰ παιδιὰ τοὺς εἰς τὶς ὁμιλίες καὶ, ὅταν τὸ παιδὶ τοὺς κάποια στιγμὴ ἔκαμε ἕνα βῆμα παραπάνω, ἔγιναν οἱ χειρότεροι ἄνθρωποι, ποὺ ἔλεγαν τὰ χειρότερα λόγια. Καὶ ἐγὼ τοὺς λέω: μὰ ἐσὺ ἔφερες τὸ παιδί σου στὴν ὁμιλία, δὲν τὸ ἔφερα ἐγώ. Καὶ μία φόρα εἶπα σὲ ἕναν πατέρα, ὅταν ἔβλεπα ὅτι ἡ κόρη τοῦ, τέλος πάντων, εἶχε ζῆλο στὴν ἐκκλησία, τοῦ λέω: Κοίταξε,  μὴν τὴν ξαναφέρεις στὴν ὁμιλία. Μὴν τὴν ξαναφέρεις νὰ τῆς μιλήσω, διότι ἡ κόρη σου θὰ γίνει μοναχὴ καὶ….

αὔριο θὰ σοῦ φταίω ἐγώ. Ὄχι, πάτερ μου, ἀλίμονο, ἐμεῖς σὲ λατρεύουμε. Καὶ ἔγινε ἡ κόρη τοῦ μοναχὴ· ἑφτὰ χρόνια καὶ δὲν μοῦ μιλᾶ ἀκόμα! Ἄνθρωποι ποὺ δὲν ἔχαναν ὁμιλία, ἔτσι; …δὲν ἔχαναν ὁμιλία! Ἦταν πάντοτε οἱ πρῶτοι. Ὁμιλίες, ἀγρυπνίες, βιβλία, ξέρω ‘γῶ, τὰ πάντα… Καὶ ἔφερναν καὶ τὰ παιδιά τους, καὶ ὅταν ἦρθεν ἡ ὥρα ποὺ τὸ παιδὶ τοὺς μέσα στὴν ἐλευθερία του, τέλος πάντων, ἀποφάσισε ἕναν δικό του δρόμο, τότε οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ ἔγιναν τελείως στὸ ἀντίθετο στρατόπεδο καὶ ἀπέδειξαν ὅτι γιὰ αὐτοὺς ὁ Χριστὸς δὲν εἶχε μιλήσει ποτὲ μὲς στὴν δική τους τὴν καρδιά. Ἁπλῶς ἦταν θρῆσκοι ἄνθρωποι. Γιὰ αὐτὸ οἱ θρῆσκοι ἄνθρωποι εἶναι τὸ πιὸ δύσκολο εἶδος μέσ’ στὴν ἐκκλησία. Γιατί, ξέρετε κάτι; Αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι καμμιὰ φορὰ δὲν θὰ θεραπευθοῦν. Γιατί νομίζουν ὅτι εἶναι κοντὰ στὸν Θεό. Ἐνῶ οἱ ἁμαρτωλοί, ξέρω ΄γῶ, οἱ χαμένοι ἂς ποῦμε, ἔτσι;… αὐτοὶ ξέρουν ὅτι εἶναι ἁμαρτωλοί. Γιὰ αὐτὸ ὁ Χριστὸς εἶπε ὅτι οἱ τελῶνες καὶ οἱ πόρνες θὰ πᾶν στὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ εἶπε στοὺς Φαρισαίους: Ἐσεῖς, ἐσεῖς ποὺ εἴστε θρῆσκοι, δὲν θὰ πᾶτε ποτὲ στὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Γιατί οὐδέποτε ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἄλλαξε τὴν καρδιά τους. Ἁπλῶς ἀρκοῦνταν στὴν τήρηση τῶν θρησκευτικῶν τύπων.

 Ἔτσι λοιπὸν ἐμεῖς ἂς προσέξουμε τὸν ἑαυτόν μας, νὰ καταλάβομε ὅτι ἡ ἐκκλησία εἶναι ἕνα νοσοκομεῖο ποὺ μᾶς θεραπεύει, μᾶς κάμνει νὰ ἀγαποῦμε τὸν Χριστὸν, καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ εἶναι μία φλόγα ποὺ ἀνάβει μέσ’ στὴν καρδιά μας, καὶ νὰ ἐξετάζομε τὸν ἑαυτόν μας ἐὰν βρισκόμαστε στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἐὰν βλέπομε μέσα μᾶς ὅλες αὐτὲς τὶς κακίες καὶ τὶς ἀνιδιοτέλειες καὶ τὶς πονηρίες, τότε πρέπει νὰ ἀνησυχοῦμε. Γιατί δὲν εἶναι δυνατὸν ὁ Χριστὸς νὰ εἶναι μέσα στὴν καρδιά μας καὶ νὰ  ’μαστε γεμάτοι ξύδι.

 Πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ προσεύχεσαι καὶ νὰ εἶσαι γεμάτος χολὴ ἐναντίον τοῦ ἄλλου ἀνθρώπου. Πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ διαβάζεις τὸ Εὐαγγέλιο καὶ νὰ μὴν δέχεσαι τὸν ἀδερφόν σου. Πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ λὲς «ἔχω τόσα χρόνια στὴν ἐκκλησία», ἔχω τόσα χρόνια ποὺ  ’μαι μοναχὸς κληρικὸς ἡ ὁτιδήποτε, καὶ ὅμως τὸ ἄλφα τῆς πνευματικῆς ζωῆς…  Ποῦ ’ναι ἡ ἀγάπη. Ποῦ  ’ναι τὸ νὰ ὑπομένεις τὸν ἀδερφόν σου, νὰ κάνεις λίγο ὑπομονὴ; Μὲ τὸ νὰ μὴν τὸ δέχεσαι, σημαίνει τίποτα δὲν ἔκαμες· τίποτα· ἀπολύτως τίποτα. Τίποτα ἀπολύτως.

 Ἐδῶ ὁ Χριστὸς ἔφτασε στὸ σημεῖο νὰ πεῖ -γιὰ τὶς παρθένες ἐκεῖνες- ὅτι δὲν εἶχε καμμιὰ σχέση μαζί τους. Τοὺς πέταξε ἔξω ἀπὸ τὸν νυμφώνα, παρ’ ὅλα ποὺ ‘χαν ὅλες τὶς ἀρετὲς, γιατί δὲν εἶχαν τὴν ἀγάπη. Διότι ἤθελε νὰ τοὺς πεῖ ὅτι μπορεῖ νὰ ἔχετε ἀρετὲς ἐξωτερικὲς, μπορεῖ νὰ μείνατε παρθένες, μπορεῖ νὰ κάματε χίλια πράματα, ἀλλὰ δὲν κατορθώσατε τὴν οὐσία αὐτοῦ ποὺ εἶχε σημασία πάνω ἀπ’ ὅλα. Ἐὰν αὐτὸ δὲν τὸ καταφέρεις, τί τὰ θέλεις τὰ ἄλλα ὅλα; Τί τὰ θέλω ἐγὼ τώρα: ἂν τρώω λάδι σήμερα καὶ δὲν τρώω λάδι. Μπορεῖ νὰ μὴν τρώω λάδι, ἂς ποῦμε, καὶ νὰ τρώω τὸν ἀδερφό μου ἀπὸ τὸ πρωὶ ὡς τὴν νύχτα. 

Ἔλεγαν εἰς τὸ Ἅγιον Ὅρος, λέει, «μὴν ρωτᾶς ἂν τρώω ψάρι»… «τὸν ψαρὰ νὰ μὴν φαεῖς καὶ ψάρι φάε» ἤ «τὸν λαδὰ νὰ μὴν φαεῖς καὶ φάε μία σταξιὰ λάδι». Τὸ νὰ φάεις τὸν ἄλλον ἀπὸ τὴν γλώσσα εἶναι πολὺ χειρότερο ἀπὸ τὸ νὰ φᾶς μία κουταλιὰ λάδι. Καὶ ὅμως, στέκομεν ἐκεῖ: τρῶμε λάδι, δὲν τρῶμε λάδι, τρῶμε ψάρι, δὲν τρῶμε ψάρι, ξέρω ‘γῶ, βούτηξε τὸ κουτάλι στὸ ἄλλο φαγὶ καὶ μπορεῖ νὰ τσακωθοῦμε, ἐκεῖ, νὰ σκοτωθοῦμε μὲ τὸν ἄλλον ἄνθρωπο, γιατί ἐβούτηξε τὸ κουτάλι προηγουμένως σὲ ἕναν ἄλλο φαΐ. Καταλαβαίνετε πόσο γελοία εἶναι ἐτοῦτα τὰ πράγματα;… καὶ μᾶς κοροϊδεύουν καὶ οἱ δαίμονες ἀλλὰ καὶ οἱ ἄνθρωποι ποὺ εἶναι ἐκτὸς Ἐκκλησίας…

Καὶ, ὅταν μπαίνουν κοντά μας, ἀντὶ νὰ βλέπουν τοὺς ἀνθρώπους τῆς Ἐκκλησίας μεταμορφωμένους σὲ Χριστὸ Ἰησοῦ, νὰ ’ναι γλυκεῖς ἄνθρωποι καὶ νὰ ’ναι ὥριμοι ἄνθρωποι, ἰσορροπημένοι, ὁλοκληρωμένοι ἄνθρωποι, ἄνθρωποι γεμάτοι ἁρμονία, ἂς ποῦμε, μέσα τους, μᾶς βλέπουν, δυστυχῶς, μὲ ὅλα αὐτὰ τὰ πάθη μας καὶ ὅλες ἐκεῖνες τὶς ξινίλες μας, καὶ λένε: Ἔ, νὰ γίνω ἔτσι; Καλύτερα νὰ μοῦ λείπει.

Ἐσὺ ποὺ πᾶς στὴν ἐκκλησία… τί σὲ ὠφέλησε ἡ ἐκκλησία;

Ὅπως λέγαμε χτὲς: Πῆγες στὰ προσκυνήματα, εἶδες τοὺς πατέρες, εἶδες τὰ ἅγια λείψανα, εἶδες τὸ Ἅγιον Ὅρος, τὴν Παναγία τῆς Τήνου, ὅλα αὐτὰ· πήγαμε-ἤρθαμε. Ποιὸ τὸ ὄφελος, τελικὰ, ἀπὸ ὅλα αὐτὰ τὰ πράγματα; Μεταμορφώθηκε ἡ καρδιά μας;  Γίναμε πιὸ ταπεινοὶ ἄνθρωποι; Γίναμε πιὸ γλυκεῖς ἄνθρωποι; Γίναμε πιὸ πραεῖς ἄνθρωποι εἰς τὸ σπίτι μας, εἰς τὴν οἰκογένειά μας, στὸ μοναστήρι μας, ξέρω ’γῶ, ἐκεῖ ποὺ ἐργαζόμαστε; Αὐτὸ ἔχει σημασία.



Ἐὰν δὲν τὰ καταφέραμε αὐτὰ τὰ πράγματα, τουλάχιστον ἂς γίνομεν ταπεινοί.

Μέσα ἀπὸ τὴν μετάνοια. Ἂς γίνομε ταπεινοί. Ἐὰν οὔτε καὶ αὐτὸ τὸ καταφέραμε, τότε εἴμαστε ἄξιοι πολλῶν δακρύων, ἔτσι; Εἴμαστε γιὰ κλάματα. Διότι δυστυχῶς ὁ χρόνος περνᾶ καὶ χάνεται καὶ ἐμεῖς μετροῦμε χρόνια.



Ἔλεγε ὁ γέρων Παίσιος, ὅταν τὸν ρωτοῦσαν «Γέροντα πόσα χρόνια ἔχεις ἐσὺ στὸ Ἅγιο Ὅρος;» Λέει:  Ἐγὼ ἦρθα τὴν ἴδια χρονιὰ ποὺ ἦρθε τὸ μουλάρι τοῦ γείτονα. Ὁ γείτονάς του, ὁ γερὸ-Ζῆτος, εἶχε ἕνα μουλάρι, καὶ, ξέρετε, στὸ Ἅγιον Ὅρος κάθε κελὶ ἔχει καὶ ἕνα ζῶο, ἕνα μουλάρι, ποὺ κουβαλοῦν τὰ πράγματά τους. Ἔ, τὸ ζῶο αὐτὸ ζεῖ πολλὰ χρόνια· δὲν ἀγοράζεις κάθε μέρα μουλάρια· εἶναι ἀκριβά. Λοιπόν, τὴν χρονιὰ ποὺ ἦρθα ἐγὼ, λέει, στὸ Ἅγιον  Ὅρος, ἀγόρασε καὶ ὁ γείτονας τὸ μουλάρι του. Ἔχομε τὰ ἴδια χρόνια στὸ Ἅγιον Ὅρος, ἀλλὰ τὸ καημένο ἐκεῖνο ἔμεινε μουλάρι καὶ ἐγὼ τὸ ἴδιο ἔμεινα. Δὲν ἄλλαξα.


Λοιπὸν, λέμε, πολλὲς φορὲς, ἐγὼ ἔχω σαράντα χρόνια, καὶ τὸ λέμε ἐμεῖς οἱ παπάδες καὶ οἱ καλόγεροι αὐτὰ τὰ πράγματα… Ἔχω σαράντα χρόνια στὸ μοναστήρι. Μὰ, τὰ χρόνια εἶναι εἰς βάρος σου. Ὁ Θεὸς θὰ σοῦ πεῖ: Σαράντα χρόνια, καὶ ἀκόμα δὲν κατάφερες νὰ γίνεις τίποτα; Ἔχεις σαράντα χρόνια· ἀκόμα θυμώνεις, ἀκόμα κατακρίνεις, ἀκόμα ἀντιλογεῖς, ἀκόμα ἀνθίστασαι, ἀκόμα δὲν ὑποτάσσεσαι; Ἔχεις σαράντα χρόνια καὶ δὲν ἔμαθες τὸ ἄλφα, τὸ πρῶτο πράγματα τῆς μοναχικῆς ζωῆς, τῆς χριστιανικῆς ζωῆς; Τί νὰ κάμω τὰ χρόνια σου; Τί νὰ σὲ κάμω, ἂν ἔχεις πενήντα χρόνια μὲ ψωμολογῆσαι καὶ δὲν μπορεῖς νὰ ἀπαντήσεις στὸν ἄλλον μὲ ἕναν καλό του λόγο; Τί νὰ κάμω ὅλα αὐτὰ τὰ πράγματα;

το είδαμε εδώ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...