«Ὅταν ἡ ἀγάπη σέ καλεῖ, ἀκολούθησέ την, μόλο πού τά μονοπάτια της εἶναι τραχιά κι ἀπότομα.
Κι ὅταν τά φτερά της σέ ἀγκαλιάσουν, παραδώσου, μόλο πού τό σπαθί πού εἶναι κρυμμένο ἀνάμεσα στίς φτεροῦγες της μπορεῖ νά σέ πληγώσει.
Κι ὅταν σοῦ μιλήσει, πίστεψέ την, μόλο πού ἡ φωνή της μπορεῖ νά διασκορπίσει τά ὄνειρά σου σάν τό βοριά πού ἐρημώνει τόν κῆπο.
Γιατί ὅπως ἡ ἀγάπη σέ στεφανώνει ἔτσι καί θά σέ σταυρώσει.
Σέ δεμάτια σταριοῦ σέ μαζεύει κοντά της, σέ ἀλωνίζει γιά νά σέ ξεσταχιάσει, σέ κοσκινίζει γιά νά σέ λευτερώσει ἀπό τά φλούδια σου, σέ ἀλέθει γιά νά σέ λευκάνει, σέ ζυμώνει ὥσπου νά γίνεις ἀπαλός.
Καί μετά σέ παραδίνει στήν ἱερή φωτιά της γιά νά γίνεις ἱερό ψωμί γιά τοῦ Θεοῦ τό Ἅγιο Δεῖπνο» (Khalil Gibran)
Παναγιώτατε Πάτερ καί Δέσποτα,
Σεπτή τῆς Ἱεραρχῶν χορεία,
Σεβαστοί Πατέρες καί ἀδελφοί καί ἄπαντες οἱ ἀγαπητοί συμπροσευχόμενοι Χριστιανοί,
Αὐτή τήν ἱερή στιγμή πού ἴσταμαι ἐνώπιον τοῦ ἱεροῦ Θυσιαστηρίου, προσμένοντας νά λάβω τήν ἀποστολική χάρη τῆς Ἀρχιερωσύνης καί νά καταστῶ Ἐπίσκοπος καί Ποιμένας, προεστώς τῆς Εὐχαριστίας, ἀλλά καί διάκονος καί ποδηγέτης τοῦ Λαοῦ τοῦ Θεοῦ πού παροικεῖ στήν Σιγκαπούρη, ἐπέλεξα νά ἐκφράσω τά συναισθήματά μου μέ τούς στίχους τοῦ μεγάλου Λιβανέζου ποιητή πού προέταξα.
Εἶμαι πεπεισμένος ὅτι ὅλη ἡ ταπεινή ἱερατική διακονία μου στήν Ἄπω Ἀνατολή ἀλλά καί ἡ παρουσία μου σήμερα ἐδῶ εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς κλήσεως τῆς θεϊκῆς Ἀγάπης.
Πρίν ἀπό 13 χρόνια ἡ δημοσιογραφική περιέργεια ὁδήγησε τά βήματά μου στά βάθη τῆς Ἀσίας. Γνώρισα ἀπό κοντά τό ἔργο τῆς ἱεραποστολικῆς Μητροπόλεως Χόνγκ Κόνγκ καί Ἄπω Ἀνατολῆς. Ἡ ἀρχική περιέργεια μετατράπηκε σέ θαυμασμό. Ὁ θαυμασμός γρήγορα ἔγινε μαγνήτης πού μέ τραβοῦσε ξανά καί ξανά νά ἐπισκέπτομαι τό Ὀρφανοτροφεῖο στήν Καλκούτα τῆς Ἰνδίας, τά συσσίτια στή Μανίλα τῶν Φιλιππίνων, τήν εὐχαριστιακή Κοινότητα τοῦ Χόνγκ Κόνγκ, καί νά προσφέρω ἐθελοντική ἐργασία. Μέ τόν καιρό συνειδητοποίησα ὅτι αὐτές οἱ ἐπισκέψεις δέν ἦταν τίποτα ἄλλο παρά τό κάλεσμα τῆς Ἀγάπης στό τραχύ κι ἀπότομο μονοπάτι τῆς ἱεραποστολῆς.
Ἕνα ἀπόγευμα κτύπησε τό τηλέφωνο καί ἀπό τήν ἄλλη ἄκρη ἄκουσα μέ περισσή ἔκπληξη τά λόγια τοῦ τότε Μητροπολίτη Χόνγκ Κόνγκ κ. Νικήτα νά μοῦ λέγει: Ἔρχομαι στήν Ἑλλάδα. Προετοιμάσου γιά χειροτονία. Ἡ ἀρχική ἔκπληξη καί οἱ τυχόν ἀμφιβολίες ξεπεράστηκαν ἀπό τήν σκέψη ὅτι ἔτσι ἁπλή καί σαφής εἶναι ἡ κλήση τῆς θεϊκῆς Ἀγάπης. Ὅταν ἡ σαρκωμένη καί σταυρωμένη Ἀγάπη σέ καλεῖ νά τήν διακονήσεις δέν ἐπιδίδεται σέ πολυπράγμονες συζητήσεις καί ἀναλύσεις ἀλλά, έλέξεις «Ἀκολούθει μοι». Δέν προσπάθησε νά τούς ἀναλύσει διεξοδικά καί νά διαφημίσει τό περιεχόμενο καί τά ὠφέλη τῆς κλήσεως. Μέ εὐθύτητα καί σαφήνεια τούς ἀπηύθηνε τήν κλήση. Κι αὐτοί χωρίς πολυπραγμοσύνη ἀλλά μέ ταπείνωση κι ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη παρέδωσαν τόν ἑαυτό τους στό θεϊκό κάλεσμα.
«Ὅταν ἡ Ἀγάπη σέ καλεῖ, ἀκολούθησέ την». Δέν χωρεῖ ἄλλη σκέψη οὔτε κι ἀργοπορία. Ἔκλινα τήν κεφαλή καί παραδόθηκα ὁλοκληρωτικά. Ἀποδέχθηκα εὐλαβικά τό μεγάλο χάρισμα τῆς ἱερωσύνης καί ὑπό τήν σκέπη τοῦ Ὠμοφορίου τοῦ Ἐπισκόπου μου ἐντάχθηκα ἐνεργά στούς ἐργάτες τοῦ ἱεραποστολικοῦ ἔργου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Χόνγκ Κόνγκ καί Ἄπω Ἀνατολῆς. Πολύ γρήγορα διεπίστωσα ὅτι ἡ ἱερατική διακονία σέ Κοινότητες πού μετροῦν μόλις λίγα ἔτη χριστιανικῆς ζωῆς καί παρουσίας εἶναι μία πρωτόγνωρη ἐμπειρία. Ἐκεῖ καταρρέουν ὅλα ὅσα μέχρι ἐκείνη τήν ὥρα νόμιζες ὡς αὐτονόητα. Μέ τά μάτια σου βλέπεις νά συμβαίνουν καταστάσεις καί γεγονότα πού μέχρι τότε ἀποτελοῦσαν ἀντικείμενο εὐχάριστης μελέτης ἀπό τό ἱερό βιβλίο τῶν Πράξεων ταῶν Ἀποστόλων.
Ἐκεῖ, στήν Ἄπω Ἀνατολή, συνάντησα τήν Ἐκκλησία πού προσεγγίζει τόν ἄνθρωπο μέ ἀπλότητα καί τοῦ μεταδίδει τήν πνοή τῆς ἄπειρης Ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Εἶδα τήν Ἐκκλησία πού δέ μιλάει ἀπό ἀπόσταση καί ἀπό ὑπερυψωμένο βάθρο ἐξουσίας. Εἶδα τήν Ἐκκλησία πού στέκεται πλάί στόν πικραμένο ἤ στόν προβληματισμένο ἀδελφό, ἀκούει τούς στεναγμούς τῆς ψυχής καί ἀνταποκρίνεται ἁπλά, στοργικά χύνοντας στίς πληγές «ἔλαιον καί οἶνον» καί ἀνορθώνοντας «τάς παρειμένας χεῖρας καί τά παραλελυμένα γόνατα».
Ἐκεῖ διηκόνησα τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία παρά τήν ὑλική πτωχεία της, εἶναι ζωντανή, ἀποκαλυπτική καί ὁδηγητική. Ἱκανή νά ἐκφέρει πρός κάθε κατεύθυνση «λόγο ἀληθείας» καί γνωρίζει νά διαλέγεται, ἀδελφικά καί ταπεινά μέ τόν κάθε ἄνθρωπο μακριά ἀπό κάθε εἴδους ἀγκυλώσεις.
Θεωρῶ θαυμαστό τό γεγονός ὅτι στά πέρατα τοῦ κόσμου, στό ἀπώτατο ἄκρο τῆς Ἀσιατικῆς Ἠπείρου, δημιουργήθηκαν, μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ, Ὀρθόδοξες Κοινότητες οἱ ὁποῖες ἀνεξάρτητα ἀπό τό νεαρό τῆς ὑπάρξεώς τους, τή διαφορετική γλῶσσα καί τήν ἰδιόμορφη ἐθνική καί πολιτιστική κουλτούρα τους, διασώζουν μέ αὐθεντικότητα τήν παρακαταθήκη πού ἔλαβαν ἀπό τήν Μητέρα Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόεως: τή Χριστιανική ἀγάπη, τή Σταυρωμένη Ἀγάπη, πού ἔχει τά χέρια της πάντοτε ἀνοιγμένη ἀγκαλιά γιά νά συναγάγει τά ἔθνη καί τούς λαούς σέ θαυμαστή ἑνότητα καί σχέση μέ τόν Ἐπουράνιο Πατέρα μας.
Τά χρόνια κύλησαν μέ πνευματικές χαρές ἀλλά καί στενοχώριες καί ἀγχώδη προβλήματα καί ἀπαιτητικό καθημερινό ἀγῶνα. Ἡ ἀγάπη ὅπως σέ στεφανώνει ἔτσι καί σέ σταυρώνει. Σέ ἁλωνίζει. Σέ ξεσταχιάζει. Σέ κοσκινίζει. Γιά νά σέ λευτερώσει ἀπό τά φλούδια του, δηλαδή ἀπό τίς ἀστοχίες σου, ἀπ’ ὅτι σέ κρατᾶ προσκολλημένο στά μάτια καί στά γήϊνα.
Σχεδόν δέκα χρόνια μετά τήν πρώτη κλήση, ἡ θεϊκή Ἀγάπη ἦλθε καί πάλι γιά νά τυλίξει τήν ἁμαρτωλή καί χοϊκή ὕπαρξή μου μέ τήν ἱερή της φλόγα καί νά μοῦ ἀπευθύνει μία νέα κλήση. Θέλει νά μέ ἐνδύσει μέ τήν ἀποστολική χάρη τῆς Ἀρχιερωσύνης καί μέ καλεῖ ἀπό τήν θέση τοῦ Ἐπισκόπου πλέον νά κυβερνήσω τή νοητή κιβωτό τῆς τοπικῆς ἱεραποστολικῆς Ἐκκλησίας τῆς Σιγκαπούρης μέσα στή θάλασσα καί στήν τρικυμία τοῦ κόσμου. Δέν εἶχα ποτέ σκεφθεῖ ἤ ἐπιζητήσει ἀξιώματα καί ἀνώτερα χαρίσματα. Πάντοτε ἤμουν εὐγνώμων γιατί ὁ Θεός παρέβλεπε τήν ἀναξιότητά μου καί μοῦ ἐπέτρεπε νά τόν διακονῶ ὡς πρεσβύτερος τῆς Ἐκκλησίας Του. Τώρα ζητᾶ ἀπείρως περισσότερα.
Ὅταν ἠ ἀγάπη σέ καλεῖ, ἀκολούθησέ την. Τί νόημα ἔχει νά πολυπραγμονεῖς καί νά προσπαθεῖς νά ἑρμηνεύσεις τά κρίματα τοῦ Θεοῦ; Καί πάλι δέν χωρεῖ δεύτερη σκέψη. Παραδίδομαι στήν θέληση καί τό ἄπειρο ἔλεος τῆς θεϊκῆς Ἀγάπης. «Κύριε, σύ εἶ ἡ ὑπομονή μου, ἡ ἐλπίς μου ἐν νεότητός μου, ἐπί σέ ἐπεστηρίχθην ἀπό γαστρός ἐκ κοιλίας μητρός μου. Σύ μου εἶ σκεπαστής. Ἐν Σοί ἡ ὕμνησίς μου διά παντός».
Γνωρίζω ὅτι πρόκειται νά βαδίσω σέ δύσκολα καί τραχειά μονοπάτια. Ἡ διακονία τοῦ Ἐπισκόπου εἶναι θυσιαστική καί ἐξόχως ὑπεύθυνη. Ὁ Ἐπίσκοπος συνεχίζει τό ἔργο τῶν Ἀποστόλων. Ἡ Ἐκκλησία τοῦ ἐμπιστεύεται τήν χειροτονία αὐτῶν πού θά ποιμάνουν τόν λαό τοῦ Θεοῦ. Προϊσταται τῆς Εὐχαριστίας, κηρύττει ἔργῳ καί λόγῳ τό Εὐαγγέλιο, μεταμορφώνει τό ποίμνιό του σέ «ἅλας τῆς γῆς», γίνεται μέ τή ζωή του «λύχνος φωτίζων πᾶσι τοῖς ἐν τῃ οἰκία». Κάθε ἔργο τοῦ Ἐπισκόπου, ποιμαντικό, κοινωνικό, φιλανθρωπικό, ἱεραποστολικό ἤ ἀσκητικό συντείνει πρός ἕνα καί μοναδικό σκοπό, στήν ἐπιστροφή στήν χάρη καί τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.
Γνωρίζω ἐπίσης ὅτι στή νέα μου διακονία στήν ἱεραποστολική Μητρόπολη Σιγκαπούρης ἔχω νά ἀντιμετωπίσω καί πολλούς πειρασμούς καί δοκιμασίες. Ἡ ἱεραποστολική διακονία δέν ἔχει σχέση μέ τίς γυαλιστερές καί ἐξωτικές φωτογραφίες ἤ τίς συγκινητικές ἱστορίες ἀλλά κρύβει πολλά δάκρυα, σκληρό κι ἐπίπονο ἀγῶνα, ἐξευτελισμούς καί κινδύνους. Ἀπαιτεῖ διάκριση καί περισσή σύνεση. Ἀντοχή στίς παγίδες τοῦ πονηροῦ ἀλλά καί στά προσκόμματα πού δυστυχῶς δημιουργοῦν κάποιοι, οἱ ὁποῖοι ἀντιλαμβάνονται τόν χῶρο τῆς ἱεραποστολῆς ὡς τόπο ἀνταγωνισμοῦ, δυναμιτίζοντας μέ τήν ὑπεροψία τους καί τίς ἀσύνετες ἐνέργειές τους τήν ἑνότητα στούς κόλπους τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἀλλά καί τήν δυναμική τοῦ Ὀρθοδόξου κηρύγματος πρός τά Ἔθνη.
Παναγιώτατε Πάτερ καί Δέσποτα,
Ἐτούτη τήν ἱερή ὥρα ὀφείλω νά εὐχαριστήσω καί νά δοξολογήσω τόν ἐν Τριάδι προσκυνούμενον Θεόν ὑπέρ ὧν πνευματικῶν δωρεῶν ἀπολαμβάνω σήμερον. Δόξαν ἀναπέμπτω τῳ Πανοικτίρμονι Θεῳ γιά τίς πρός ἐμέ εὐεργεσίες Του, κυρίως διότι μέ ἀξιώνει νά διακονήσω τήν Ἁγίαν Μητέρα καί Μεγάλην Ἐκκλησίαν ὡς Ἐπίσκοπος ἱεραποστολικῆς Μητροπόλεώς της. Αὐτοῦ δέομαι ἐκ βάθους καρδίας νά φωτίζει τό νοῦ, νά συνετίζει τήν διάνοια, νά ταπεινώνει τήν καρδία, νά ἀγνίζει τίς διαθέσεις τῆς ψυχῆς καί νά εὐλογεῖ τήν Ἀρχιερατική μου διακονία.
Ἔνδακρυς προσφέρω τήν εὐχαριστία καί τήν ἄπειρη εὐγνωμοσύνη μου πρός τήν Ὑπεραγία Θεοτόκου, τήν προστάτιδα καί εὐεργέτιδα τῆς ἀναξιότητός μου, ἡ ὁποία ἀγκάλιασε κι εὐλόγησε ὑπερεκπερισσοῦ τήν ὅλη διακονία μου καί σήμερα μέ ἀξιώνει στόν δικό της περικαλλέστατο ἱστορικό Ναό, τόν Καθεδρικό Ναό τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου ὡς Ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης, ὑπό τήν δική της κραταιά σκέπη νά λάβω τό μέγα χάρισμα τῆς Ἀρχιερωσύνης.
Μετά τόν Θεόν καί τήν Ὑπεραγίαν Θεοτόκον, ἐπιτρέψτε μου, Παναγιώτατε Πάτερ καί Δέσποτα, νά ἀπευθύνω πρός Ὑμᾶς, τόν σεπτόν Ἀρχιποίμενα τῆς ὑπ’ οὐρανόν Ἐκκλησίας, τήν βαθεῖαν εὐγνωμοσύνην τῆς καρδίας μου. Γιά μένα δέν εἶσθε μόνον ὁ Δεσπότης κι ὁ Αὐθέντης ἀλλά κι ὁ στοργικός Πνευματικός Πατέρας. Ἡ συνετή καρδία σας, ἡ σοφία, ἡ ποιμαντική δεξιοτεχνία, τό λειτουργικό σας ἦθος καί πάνω ἀπ’ ὅλα ἡ ἁπλότητά σας, τό χαμόγελό σας καί ἡ σπάνια ἀρχοντιά τῆς ψυχῆς σας, σᾶς καθιστοῦν ὑπόδειγμα ἀληθινοῦ ποιμένος, διδακτικώτατο παράδειγμα γιά τούς ποιμένες καί πατέρες τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ.
Ἡ πιστότητά σας στήν ἀποστολική εὐθύνη καί τήν οἰκονομική ἀποστολή σας διδάσκει καί στήν ταπεινότητά μου τόν τρόπο τῆς μεταλαμπαδεύσεως τοῦ ἱλαροῦ φωτός τῆς γλυκείας μορφῆς τοῦ ἐσταυρωμένου Θεανθρώπου καί τοῦ ἀνεσπέρου φωτός τῆς Ἀναστάσεώς Του στούς ἐν σκότει καί σκιᾶ θανάτου εὐρισκομένους λαούς τῆς Ἀσίας. Ὑπόσχομαι Παναγιώτατε ὅτι θά ἀγωνισθῶ νά ἀνταποκριθῶ στίς προσδοκίες σας, πάντοτε ἀκολουθώντας τό δικό σας φωτεινό παράδειγμα.
Θέλω νά εὐχαριστήσω ἐκ βάθους ψυχῆς ὅλους τούς Σεβασμιωτάτους Ἀρχιερεῖς πού ἁπαρτίζουν τήν Ἁγία καί Ἱερά Σύνοδο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καί μέ ἐτίμησαν, ἐκλεγοντάς με Μητροπολίτη Σιγκαπούρης. Τούς διαβεβαιῶ ὅτι δέν θά διαψεύσω, σύν Θεῶ, τήν ἐμπιστοσύνη τους καί τήν πρός ἐμέ ἀγάπη καί τιμή.
Εὐχαριστῶ τούς Ἁγίους Ἀρχιερεῖς ὅσους παρίστανται ἐδῶ τούτη τήν ἱερή ὥρα. Ἰδιαιτέρως δε τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Σάμου καί Ἱκαρίας κ. Εὐσέβιο, ὁ ὁποῖος μέ πολλή ἀγάπη συμπαραστέκεται στόν καθημερινό ἱεραποστολικό ἀγῶνα τόσον τῆς ταπεινότητός μου ὄσον καί τοῦ κατά σάρκα ἀδελφοῦ μου Μητροπολίτου Χόνγκ Κόνγκ κ. Νεκταρίου.
Ἐκφράζω τήν εὐγνωμοσύνη μου στόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Δαρδανελλίων κ. Νικήτα, ὁ ὁποῖος μέ εἰσήγαγε στήν ἱερωσύνη καί μοῦ ἔδωσε τήν δυνατότητα νά ἐργασθῶ ἱεραποστολικά στήν Ἄπω Ἀνατολή.
Εὐχαριστῶ ὅλους τούς κληρικούς ὅσους σήμερα συμπροσεύχονται σέ τούτη τήν Εὐχαριστιακή Σύναξη. Ἰδιαιτέρως δε τούς Πανοσιολογιωτάτους Ἀρχιμανδρίτες Μελχισεδέκ, Ἠγούμενο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Νικολάου Βαρςῶν, καί Ἐπιφάνιο, Πρωτοσύγκελο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Αἰτωλίας καί Ἀκαρνανίας, γιά τήν ὑπερβάλλουσαν πρός ἐμέ ἀγάπην τους καί τήν πολύτιμη συμπαράστασή τους.
Ἄπειρη εὐγνωμοσύνη καί βαθύτατο σεβασμό ἀπευθύνω στόν Πανοσιολογιώτατο Ἀρχιμανδρίτη π. Ἀνανία Κουστένη, ὁ ὁποῖος πάντοτε στέκεται δίπλα μου καί μέ περισσή ἀγάπη στηρίζει, διδάσκει καί παρηγορεῖ τήν ψυχή μου.
Μνημονεύω μέ περισσό σεβασμό τούς Καθηγητές μου στήν Ἀνωτάτη Ἐκκλησιαστική Ἀκαδημία Ἀθηνῶν, στό Τμῆμα Κοινωνικῆς Θεολογίας Ἀθηνῶν, καί στό Θεολογικό Τμῆμα τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Δέν εἶναι δυνατόν νά μήν μνημονεύσω καί νά μήν ἐκφράσω τήν εὐγνωμοσύνη τῆς καρδίας μου πρός τήν Κοινότητα τοῦ Χόνγκ Κόνγκ, πρός τούς Κληρικούς καί ὅλους τούς συνεργάτες στό ἱεραποστολικό καί φιλανθρωπικό ἔργο πού σήμερα θερμῶς προσεύχονται γιά τήν ταπεινότητά μου. Τήν ἀγάπη καί τήν ἐμπιστοσύνη τους τήν ἔχω πάντοτε φυλαγμένη στήν καρδιά μου ὡς πολύτιμο φυλακτό.
Χρέος ἐπιτακτικό καί καθῆκον ἐπιβεβλημένο εἶναι αὐτήν τήν ἱερή ὥρα νά ἐκφράσω τήν εὐγνωμοσύνη μου στούς κατά σάρκα γονεῖς μου, οἱ ὁποῖοι μέ ζῆλο καί σοφία καλλιέργησαν τήν εὐσέβεια στήν ψυχή μου. Σέ αὐτούς ὀφείλουμε, ἡ ταπεινότης μου κι ὁ ἀδελφός μου, τό εὐ ζῆν τῆς κατά Χριστόν ζωῆς. Ἡ θεϊκή Ἀγάπη τούς κάλεσε νά πράξουν μία μέγιστη πράξη θυσίας: Νά δώσουν καί τά δύο τους παιδιά στήν διακονία τῆς Ἐκκλησίας. Ἀφέθηκαν μέ πίστη καί περισσή προθυμία στό θεϊκό κάλεσμα. Στάθηκαν μέ κάθε μέσο καί μέ κάθε τρόπο δίπλα στά παιδιά τους. Καί ὁ Θεός τίμησε τήν προσφορά τους καί τούς ἔδωσε μεγάλες πνευματικές χαρές. Χάρηκαν τήν εἰς Ἐπίσκοπον χειροτονία τοῦ πρώτου τους γιοῦ καί σήμερα συμμετέχουν μέ ψυχική εὐφροσύνη στήν εἰς Ἐπίσκοπον χειροτονία τοῦ δεύτερου γιοῦ τους. Ἡ μεγάλη πνευματική χαρά αὐτῆς τῆς ὥρας τούς ἀνήκει διότι εἶναι ἡ ἀπάντησις τοῦ Θεοῦ στήν θυσιαστική τους προσφορά καί στόν ἔνδακρυ ἀγῶνα τους νά φανοῦν τά παιδιά τους ἀντάξια τῆς ἱεραποστολικῆς κλήσεως καί τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Εὐλογημένοι γονεῖς ἀπολαύστε σήμερα τήν χαρά τῶν παιδιῶν σας καί σκιρτήσατε γιά τήν μεγάλη δωρεά! Ἡ δική μου προσευχητική προσφορά στό ἱερό Θυσιαστήριο θά εἶναι τό ἀντίδωρο τῆς ἀγάπης μου πρός αὐτούς, μέ τήν διάπυρη πάντοτε εὐχή ὁ Κύριος νά τούς ἁγιάζει, νά τούς εὐλογεῖ καί νά ἀναπαύει μέ τή χάρη Του τίς εὐλαβικές καρδιές τους.
Ἄφησα τελευταῖο τόν κατά σάρκα ἀδελφό μου Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Χόνγκ Κόνγκ κ. Νεκτάριο. Τόν μνημονεύω μέ ἰδιαίτερη συγκίνηση διότι μοῦ ἔδωσε ὁ Θεός τήν μεγάλη εὐλογία νά διακονήσω κοντά του καί μαζί μέ μία γνώμη καί ψυχή νά ἐργασθοῦμε ἱεραποστολικά. Τοῦ ὀφείλω ἄπειρη εὐγνωμοσύνη διότι πάντοτε μοῦ συμπαραστάθηκε μέ ἀγάπη καί ὑπομονή. Ἀγωνίζεται μέ αὐταπάρνηση, ἀνιδιοτέλια καί ζῆλο γιά τήν ἐξάπλωση τοῦ εὐαγγελικοῦ λόγου. Τόν διαβεβαιῶ πώς πάντοτε θά εἶμαι δίπλα του, συνδιάκονος στόν καλό ἀγῶνα τῆς σωτηρίας τῶν ψυχῶν πού μᾶς ἐνεπιστεύθη ὁ Θεός.
«Καί τά νῦν, Παναγιώτατε Πάτερ καί Δέσποτα, παρατίθεμα ἐμαυτόν καί ἄπαντα τά κατ’ ἐμέ τῳ Θεῶ καί τῳ λόγῳ τῆς χάριτος αὐτοῦ.»
Εὐχηθεῖτε θερμῶς ὥστε ποτέ νά μήν προδώσω τό ἀποστολικό χάρισμα τῆς Ἀρχιερωσύνης. Εὐχηθεῖτε καί ἐκζητῶ πρός τοῦτο καί τίς πρεσβεῖες τῆς Ὑπερευλογημένης Ἐνδόξου Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καί Ἀειπαρθένου Μαρίας, τῆς ὁποίας σήμερα τά ἱερά Εἰσόδια χαρμοσύνως ἑορτάζουμε καί τοῦ ἁγίου Κωνσταντίνου τοῦ Μεγάλου καί Ἰσαποστόλου καί κτίτορος τῆς Βασιλίδος τῶν Πόλεων, τοῦ ὁποίου τό ὄνομα ἀναξίως φέρω, ὥστε τό ἱερό Ὠμόφορο, τό ὁποῖο τά τίμια Πατριαρχικά χέρια σας θά μέ ἐνδύσουν, ὅταν ἔλθει ἡ εὐλογημένη ὥρα πού θά ὁρίσει ὁ Κύριος, νά τοῦ τό παραδώσω λευκό, ἀρωματισμένο μέ τά δάκρυα τῆς προσευχῆς καί τῆς θυσιαστικῆς διακονίας.
Θέλω νά διαβεβαιώσω ὅτι θά προσπαθήσω νά κάνω πράξη γιά τόν λαό, πού ἡ Ἐκκλησία μοῦ ἐμπιστεύεται νά ποιμάνω, τά λόγια τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κλίμακος: «Πάρε τόν λαό σου ἀπό τό χέρι. Πέρασέ τον μέσα ἀπό τήν ἔρημο. Ὅταν τόν δεῖς νά φλέγεται ἀπό τήν ἐσωτερική του φλόγα, δρόσισέ τον ἀνοίγοντάς του πηγή ὕδατος δακρύων μέ τό ξύλο, δηλαδή μέ τήν σταύρωση τῆς σαρκός σύν τοῖς παθήμασι καί ταῖς ἐπιθυμίαις. Πολέμησε μαζί του τά ἐχθρικά ἔθνη τῶν δαιμόνων καί τῶν πειρασμῶν καί καῦσε τα μέ τό πῦρ τῆς πίστεως πρός τόν Κύριο. Φθάσε στόν Ἰορδάνη, χώρισε τόν λαό σου σέ τμήματα μέ τόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί διαίρεσε τά ὕδατα τοῦ κόσμου μέ τά δάκρυα τοῦ πνευματικοῦ ἀγῶνα, νεκρώνοντας τά πάθη, ἀλλά καί μέ τά δάκρυα τῆς ἀγάπης, πού προέρχονται ἀπό τήν χάρη τοῦ Θεοῦ καί σταθεροποίησέ τα στά μάτια τοῦ λαοῦ σου. Καί ἀνέβα μαζί του στήν ἄνω Ἱερουσαλήμ, βλέποντας τόν Χριστό, τό Θεό τῆς εἰρήνης. Ἑνώσου μαζί μέ τόν λαό σου μέ τήν ἀγάπη. Ἡ δε ἀγάπη εἶναι ὁ Θεός».
Ἀμήν