Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Δευτέρα, Μαΐου 21, 2012

TO TEΛΟΣ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΓΙΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ



Τὸ τέλος τοῦ μεγάλου Ἁγίου Ἰσαποστόλου Κωνσταντίνου

ΕΥΣΕΒΙΟΥ ΚΑΙΣΑΡΕΙΑΣ

(Εἰς τὸν βίον Κωνσταντίνου βασιλέως, Λόγος Δ.΄
Νεοελλην. ἀπόδοση Α. Χ.)

.            Πρῶτα αἰσθάνθηκε κάποια σωματικὴ ἀδιαθεσία ποὺ τὴν ἀκολούθησε ἀσθένεια. Τότε πῆγε στὰ θερμὰ λουτρὰ τῆς πόλεώς του. Ἀπὸ ἐκεῖ ἔφθασε στὴ Ἑλενόπολη, πόλη ποὺ τὴν ὀνόμασε ἔτσι γιὰ νὰ τιμήσει τὸ ὄνομα τῆς μητέρας του. Ἀφοῦ πέρασε τὸν χρόνο του στὸν ναὸ τῶν Μαρτύρων, ἀνέπεμψε ἱκεσίες καὶ παρακλήσεις στὸ Θεό. Ἐπειδὴ κατάλαβε ὅτι πλησίαζε τὸ τέλος τῆς ζωῆς του, σκέφθηκε ὅτι τώρα εἶναι καιρὸς καθάρσεως τῶν πλημμελημάτων τοῦ παρελθόντος, πιστεύοντας ὅτι θὰ καθαριζόταν ἡ ψυχή του ἀπὸ ὅσες ἁμαρτίες ἔκανε ὡς ἄνθρωπος μὲ τὴν δύναμη τῶν μυστικῶν λόγων καὶ μὲ τὸ λουτρὸ τῆς σωτηρίας, δηλ. τὸ βάπτισμα.
.            Μετὰ ἀπὸ αὐτὴ τὴ σκέψη γονάτισε στὸ ἔδαφος παρακαλώντας τὸν Θεό. Ἐξομολογήθηκε μέσα στὸ ναὸ καὶ ἀξιώθηκε σ’ αὐτὸν τὶς πρῶτες εὐχὲς τῆς χειροθεσίας. Ἀφοῦ δὲ πῆγε στὸ προάστειο τῆς Νικομηδείας, κάλεσε τοὺς ἐπισκόπους καὶ τοὺς εἶπε τὰ ἑξῆς: «Αὐτὴ ἦταν ἡ ὥρα ποὺ ἀπὸ πολὺ καιρὸ περίμενα καὶ διψοῦσα καὶ εὐχόμουν γιὰ νὰ πετύχω τὴν ἐν Θεῷ σωτηρία μου. Εἶναι καιρὸς νὰ ἀπολαύσουμε καὶ ἐμεῖς τὴν σφραγίδα, ποὺ προκαλεῖ τὴν ἀθανασία. Εἶναι καιρὸς νὰ λάβω μέρος στὸ σωτήριο σφράγισμα, δηλ. τὸ βάπτισμα, κάτι τὸ ὁποῖο σκεπτόμουν κάποτε νὰ γίνει στὰ νερὰ τοῦ Ἰορδάνη ποταμοῦ, στὸν ὁποῖον, ὅπως παραδίδεται, βαπτίσθηκε καὶ ὁ Σωτήρας μας, προτυπώνοντας τὸ μυστήριο τοῦ βαπτίσματος. Ὁ Θεὸς ὅμως ποὺ γνωρίζει τὸ συμφέρο μας, μᾶς ἀξιώνει νὰ γίνει αὐτὸ ἐδῶ. Ἂς τελεσθεῖ λοιπὸν αὐτὸ χωρὶς ἀναβολή. Διότι, ἀκόμη κι ἂν θέλει ὁ Κύριος τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου νὰ ζήσουμε καὶ ἔχει ὁρίσει νὰ παραμένω μαζὶ μὲ τὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ προσεύχομαι ἐκκλησιαζόμενος μὲ τὸ πλῆθος, θὰ ρυθμίσω τὴν ζωή μου ἀπὸ τώρα καὶ εἰς τὸ ἑξῆς σύμφωνα μὲ τοὺς θεσμοὺς ποὺ ἁρμόζουν στὸν Θεό.
.            Καὶ αὐτὸς αὐτὰ ἔλεγε. Οἱ δὲ Ἱεράρχες τέλεσαν τὸ ἱερὸ μυστήριο σύμφωνα μὲ τοὺς θείους κανόνες καὶ ἀφοῦ ἔδωσαν τὶς κατάλληλες ὁδηγίες μετέδωσαν σ’ αὐτὸν τὰ ἄχραντα μυστήρια. Μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο πρῶτος ἀπὸ ὅλους τοὺς αὐτοκράτορες ὁ Κωνσταντῖνος ἀναγεννήθηκε μὲ τὰ μυστήρια τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ἀφοῦ ἀξιώθηκε νὰ πάρει τὴν θεία σφραγίδα τοῦ βαπτίσματος χαιρόταν πνευματικά, ἀνεκαινιζόταν καὶ γέμιζε μὲ θεῖο φῶς, χαιρόταν ψυχικὰ λόγῳ τῆς μεγάλης πίστεως καὶ καταπλησσόταν ἀπὸ τὴν παρουσία τῆς θείας δυνάμεως. Ὅταν δὲ ἔγιναν ὅσα ἔπρεπε, ντύθηκε μὲ λευκὰ βασιλικὰ ἐνδύματα, ποὺ ἔλαμπαν σὰν τὸ φῶς, καὶ κοιμόταν σὲ ἄσπρο κρεβάτι, καὶ δὲν θέλησε νὰ φορέσει ξανὰ τὴ βασιλικὴ πορφύρα.
.            Ἔπειτα, μὲ δυνατὴ φωνή, ἀνέπεμψε εὐχαριστήρια προσευχὴ στὸ Θεό, μετὰ τὴν ὁποία προσέθεσε: «Τώρα γνωρίζω ὅτι εἶμαι πράγματι μακάριος, τώρα γνωρίζω ὅτι ἀξιώθηκα τῆς ἀθανάτου ζωῆς, τώρα γνωρίζω ὅτι ἔγινα μέτοχος τοῦ θείου φωτός». Ὀνόμαζε δὲ ταλαίπωρους καὶ ἄθλιους ἐκείνους, ποὺ στεροῦνταν αὐτῶν τῶν ἀγαθῶν. Ὅταν δὲ οἱ ἀξιωματικοὶ καὶ ἡγέτες τοῦ στρατοῦ μπῆκαν στὴν αἴθουσα καὶ ἔκλαιαν παραπονούμενοι, ὅτι τώρα θὰ μείνουν ἔρημοι καὶ εὔχονταν νὰ τοῦ δοθεῖ παράταση τῆς ζωῆς, ἀποκρίθηκε καὶ τοὺς εἶπε ὅτι τώρα ἀξιώθηκε τῆς ἀληθινῆς ζωῆς καὶ ὅτι μόνον αὐτὸς γνωρίζει ποιὰ ἀγαθὰ ἔχει ἀπολαύσει. Γι’ αὐτὸ καὶ σπεύδει χωρὶς ἀναβολὴ στὴν πορεία πρὸς τὸν Θεό. Ἔπειτα ἔκανε τὶς ἀναγκαῖες διευθετήσεις στὶς ὑποθέσεις. Καὶ τοὺς μὲν πολίτες τῆς βασιλίδος πόλεως, δηλ. τῆς Κωνσταντινουπόλεως, τίμησε μὲ ἐτήσια δωρεά, στοὺς υἱούς του δὲ παρέδωσε σὰν πατρική του περιουσία τὴν βασιλεία, καὶ τέλος τὰ κανόνισε ὅλα σύμφωνα μὲ τὴν ἐπιθυμία του.
.            Ὅλα αὐτὰ ἔγιναν κατὰ τὴ μεγάλη ἑορτή, τὴν πάνσεμνο καὶ σεβασμία Πεντηκοστή, ἡ ὁποία τιμᾶται κατὰ τὶς ἑπτὰ ἑβδομάδες καὶ μία μέρα ἀκόμη, κατὰ τὴν ὁποίαν οἱ θεῖοι λόγοι διδάσκουν ὅτι συνέβη ἡ ἀνάληψη τοῦ κοινοῦ Σωτῆρος στοὺς οὐρανοὺς καὶ ἡ κάθοδος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στοὺς ἀνθρώπους. Ἀφοῦ ἀξιώθηκε δὲ σ’ αὐτὴν τὴν περίοδο ὁ βασιλιὰς τῶν μυστηρίων, τὴν τελευταία ὅλων αὐτῶν τῶν ἡμερῶν, ποὺ δὲν θὰ κάνει λάθος, ἂν κάποιος τὴν ὀνομάσει ἑορτῶν ἑορτή, γύρω στὸ μεσημέρι, ἀνέβηκε ἡ ψυχή του πρὸς τὸν Θεό του, ἀφοῦ ἄφησε στοὺς θνητούς, τοὺς συγγενεῖς του, αὐτὸς δὲ μὲ τὸ πνευματικὸ καὶ φιλόθεο μέρος τῆς ψυχῆς του ἐνώθηκε μὲ τὸν Θεό του.
.            Αὐτὸ ἦταν τὸ τέλος τῆς ζωῆς τοῦ Κωνσταντίνου. Ἀλλὰ ἂς παρακολουθήσουμε τὴ συνέχεια. Ἀμέσως τότε οἱ δορυφόροι καὶ οἱ σωματοφύλακες ἔσχισαν τὰ ροῦχα τους, πέφτοντας στὸ ἔδαφος. Κτυποῦσαν τὰ κεφάλια τους καὶ κλαίοντας δυνατὰ καὶ μὲ δυνατὲς φωνὲς ὀνόμαζαν τὸν Αὐτοκράτορα, τὸν κύριο καὶ βασιλέα, ὄχι σὰν Αὐτοκράτορα ἀλλὰ σὰν πατέρα, ὅπως κάνουν τὰ γνήσια παιδιά. Οἱ μὲν ταξίαρχοι καὶ λοχαγοὶ ἔκλαιαν τὸν σωτήρα, τὸν φύλακα, τὸν εὐεργέτη, οἱ δὲ ὑπόλοιποι στρατιωτικοὶ ἐξέφραζαν τὸν πόνο τους μὲ τὸν ἁρμόζοντα τρόπο, ὅπως οἱ ἀγέλες ἐπιθυμοῦσαν τὸν καλὸ ποιμένα τους. Ὁ λαὸς ἐπίσης γύριζε σ’ ὅλη τὴν πόλη ἐκδηλώνοντας μὲ κραυγὲς καὶ φωνὲς τὸ ἐσωτερικὸ πόνο τῆς ψυχῆς, ἄλλοι δὲ μὲ τὴν κατήφειά τους ἔμοιαζαν μὲ σαστισμένους. Καθε ἕνας θεωροῦσε τὸ πένθος σὰν δικό του καὶ θρηνοῦσε γι᾽αὐτὸν σὰν νὰ ἀφαιρέθηκε ἀπὸ τὴν ζωή του τὸ κοινὸ ἀγαθὸ ὅλων.
.            Σήκωσαν οἱ στρατιωτικοὶ τὸ λείψανο, τὸ τοποθέτησαν σὲ χρυσὴ λάρνακα, ποὺ τὴν σκέπασαν μὲ χρυσὴ πορφύρα, καὶ τὸ μετέφεραν στὴν πόλη, ποὺ εἶχε τὸ ὄνομα τοῦ βασιλιᾶ. Ἔπειτα τὴν κατέθεσαν στὸ κύριο οἴκημα τῶν ἀνακτόρων πάνω σὲ ψηλὸ βάθρο. Ἄναψαν δὲ φῶτα πάνω σὲ χρυσὰ σκεύη. Ἔγινε ἕνα ἐξαιρετικὸ θέαμα σὲ ὅσους τὸ παρατηροῦσαν, ποὺ ποτὲ κανεὶς δὲν εἶδε πάνω στὴν γῆ ἀπὸ τὴν δημιουργία τοῦ κόσμου. Τὸ σκῆνος τοῦ βασιλιᾶ ποὺ βρισκόταν στὸ μεσαῖο διαμέρισμα τῶν ἀνακτόρων πάνω σὲ ψηλὴ χρυσὴ λάρνακα, τιμημένο μὲ τὰ βασιλικὰ στολίδια, τὴν πορφύρα καὶ τὸ διάδημα, τὸ φρουροῦσαν πολυάριθμοι ἀξιωματοῦχοι ποὺ ἦταν γύρω ἀπὸ αὐτό, ἄγρυπνοι μέρα καὶ νύκτα.
.            Οἱ ἀρχηγοὶ δὲ ὁλοκλήρου τοῦ στρατεύματος, οἱ κόμητες καὶ ὅλη ἡ τάξη τῶν ἀρχόντων, ποὺ ἦσαν καὶ προηγουμένως ὑποχρεωμένοι νὰ προσκυνοῦν τὸν βασιλέα, χωρὶς νὰ μεταβάλουν τίποτε ἀπὸ τὸ συνηθισμένο τρόπο, μπαίνοντας μέσα στὴν κανονισμένη ὥρα, συνέχιζαν νὰ ἀσπάζωνται τὸν βασιλέα ποὺ ἦταν στὴ λάρνακα καὶ μετὰ θάνατον, ὅπως καὶ στὴν ζωή, γονυκλινεῖς. Μετὰ δὲ τοὺς πρώτους ἔκαναν τὸ ἴδιο τὰ μέλη τῆς συγκλήτου καὶ ὅλοι οἱ ἀξιωματοῦχοι, μετὰ τοὺς ὁποίους ἀκολουθοῦσαν πλήθη λαοῦ κάθε κατηγορίας μαζὶ μὲ τὶς γυναῖκες καὶ τὰ παιδιὰ γιὰ νὰ δοῦν.
.            Αὐτὰ συνεχίζονταν πολὺ χρόνο, διότι οἱ στρατιωτικοὶ ἀποφάσισαν νὰ μείνει καὶ νὰ φυλάσσεται κατ᾽ αὐτὸν τὸν τρόπο τὸ σκῆνος, ἕως ὅτου ἔλθουν οἱ υἱοί του καὶ τιμήσουν τὸν πατέρα τους φροντίζοντας οἱ ἴδιοι γιὰ τὴν κηδεία του. Βασίλευε λοιπὸν καὶ μετὰ θάνατον ὁ μακάριος, μόνος αὐτὸς ἀπὸ ὅλους τοὺς θνητούς. Γίνονταν δὲ οἱ συνηθισμένες πράξεις ὅπως καὶ ὅταν ζοῦσε, διότι σ’ αὐτὸν μόνον ἀπὸ τοὺς ζωντανοὺς εἶχε δωρηθεῖ αὐτὸ ἀπὸ τὸν Θεό. Ἐπειδὴ δηλαδὴ ἦταν ὁ μόνος ἀπὸ τοὺς αὐτοκράτορες ποὺ τίμησε μὲ κάθε εἶδος πράξεις τὸν παμβασιλέα Θεὸ καὶ τὸν Χριστὸν αὐτοῦ, εὐλόγως μόνος αὐτὸς ἔλαβε αὐτὴ τὴν ἀμοιβὴ καὶ ὁ ὕψιστος Θεὸς ἀξίωσε καὶ τὸ λείψανό του νὰ βασιλεύει ἐπὶ τῶν ἀνθρώπων φανερώνοντας μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο σ’ ὅσους δὲν ἦταν σκοτισμένοι στὸ νοῦ τὴν ἀγέραστη καὶ ἀτελείωτη βασιλεία τῆς ψυχῆς.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...