Κατὰ τὴν τελευταία ἐπίσκεψή μου στὸ ἁγιώνυμο Ὄρος ἄκουσα ἀπὸ τοὺς μοναχοὺς μιὰ πολὺ σημαντικὴ ἐμπειρία ἀπὸ τὴν ἁγιορείτικη ζωή τους.
Μιλοῦσαν γιὰ τὸν ἱερομόναχο Ἀθανάσιο ποὺ ἔζησε στὴν Ἱερὰ Μονὴ τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου πολὺ ἀσκητικὰ καὶ πνευματικά. Ἡ ποιμαντική του προσφορὰ στοὺς συγχρόνους του μοναχοὺς καὶ λαϊκοὺς ἦταν ποιοτικὰ ἀνάλογή τοῦ θεανθρώπινου τρόπου τῆς προσωπικῆς του ζωῆς. Τελείωσε ὁσιακὰ τὴ ζωή του. Ὁ Γέροντάς του παρακαλοῦσε τὸ Θεὸ νὰ τοῦ ἀποκαλύψει κάτι ἀπὸ τὴ νέα μετὰ θάνατο ζωή του. Πράγματι, ὅταν τελείωνε τὸ σαρανταλείτουργο ποὺ ἔκανε ὁ γέροντας «ὑπὲρ ἀναπαύσεως τῆς ψυχῆς» τοῦ ὑποτακτικοῦ ἱερομονάχου, παρουσιάστηκε ὁ ὑποτακτικὸς στὸν ὕπνο τοῦ Γέροντα καὶ μὲ τρόπο ἀποκαλυπτικὸ ἔδωσε ἀναφορὰ στὸ Γέροντά του. Ὁ Θεός, Γέροντα, μοῦ ζήτησε λόγο, εἶπε. Καὶ γιὰ μὲν τὰ μοναχικά μου καθήκοντα ἰσοφάρισα μὲ τὸ Θεό. Σχετικὰ μὲ τὶς ποιμαντικές μου ὅμως ὑποχρεώσεις ἦταν ἀδέκαστος, ἀνυποχώρητος καὶ ἀσυγκατάβατος.
Μὲ καθαρὸ ὀρθολογικὸ κριτήριο δὲν μποροῦμε βέβαια νὰ βασιστοῦμε σ’ ἕνα ὄνειρο γιὰ ἐξαγωγὴ συμπερασμάτων. Οἱ Ἁγιορεῖτες Πατέρες πάντως θεωροῦν τὸ ὄνειρο αὐτὸ «σημεῖο», γι’ αὐτὸ καὶ τὸ ἀναφέρουν. Σημάδια σχετικὰ μὲ τὸ παραπάνω βρίσκουμε σκορπισμένα σ’ ὅλη τὴν ἀσκητικὴ φιλολογία, ποὺ ἐκφράζουν τὴ γρηγοροῦσα ποιμαντικὴ συνείδηση.
Ἂν σ’ ἄλλες ἐποχὲς καὶ σ’ ἄλλες γενιὲς ἡ ποιμαντικὴ προσφορὰ ἀντιμετώπιζε δυσκολίες, πολὺ περισσότερο σήμερα προσπαθοῦν νὰ τὴν ἀδρανοποιήσουν καὶ νὰ τὴν ἐξουδετερώσουν. Τὸ κοσμικὸ φρόνημα καὶ ὁ διάχυτος θεωρητικὸς καὶ πρακτικὸς ὑλισμὸς ἐπηρεάζουν βαθιὰ καὶ ὅλο βαθύτερα τὰ ἀστικὰ περιβάλλοντα καὶ τοὺς «ποιμένες» ποὺ ζοῦν μέσα σ’ αὐτό. Ποικίλες εἶναι οἱ δαιμονικὲς μεθοδεῖες ποὺ ἀποσκοποῦν στὴν ἐκμηδένιση τοῦ ποιμαντικοῦ λειτουργήματος μέσα στὸ σύγχρονο κόσμο.
Ὡστόσο μὲ ἔκπληξη καὶ θαυμασμὸ παρατηροῦμε ὅτι ἀναδεικνύει ὁ ἴδιος ὁ Κύριος στὶς χαλεπὲς ἡμέρες μας, ὀρθόδοξα ποιμαντικὰ ἀναστήματα προικισμένα μὲ τὰ ἀνάλογα χαρίσματα, γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων.
Σήμερα αὐτὴ ἡ παρουσία χαρισματούχων ποιμένων συμπίπτει μὲ τὴν κορυφούμενη πολεμικὴ κατὰ τοῦ σωτηριώδους ἔργου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας, ἡ ὁποία θέλει νὰ διαφυλάξει σῶο καὶ ἀκέραιο τὸ ἀνθρώπινο πρόσωπο.
Σήμερα «δόξα τῷ ἐν Τριάδι Θεῷ» βρίσκονται πνευματικοὶ πατέρες ποὺ ἀνταποκρίνονται πραγματικὰ στὶς ἀδυσώπητες ὑπαρξιακὲς ἀνάγκες τῶν ἀλλοτριωμένων ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, ἀλλὰ ἐπιστρεφόντων στὴ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία μας, ἀνθρώπων. Σήμερα ὅλη ἡ ποιμαντικὴ ἐργασία ἑστιάζεται στὸ μεγάλο Μυστήριο τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως, ποὺ κατὰ τρόπο μοναδικὸ τελεῖται μέσα στοὺς κόλπους τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας.
Ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος καθημερινὰ πληροφορεῖται μὲ φανερὲς καὶ μυστικὲς ὑποδείξεις τοὺς ἀληθινοὺς ποιμένες, στοὺς ὁποίους καὶ ἀνεπιφύλακτα παραδίδεται ἀφοῦ ἔχει πάθει τὰ πάνδεινα ἀπὸ ξένα ψευτοπατροναρίσματα.
Τὸ Ὀρθόδοξο βάπτισμα, ὅσο κι ἂν ἔχει καταχωνιασθεῖ ἀπὸ τὰ κοσμικὰ καὶ ἁμαρτωλὰ ἐπικαλύμματα, κάποτε ἀναζωοπυρώνεται μὲ τὴν ἀκοίμητη καὶ προσωπικὴ πρόνοια τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ καὶ κατευθύνει τὸν ἄνθρωπο ἄδηλα καὶ κρύφια στὸν «πνευματικὸ πατέρα» ποὺ θὰ τὸν ὁδηγήσει «εἰς νομὰς σωτηρίους». Ἔχει ἀφάνταστη θεοδυναμικότητα τὸ ὀρθόδοξο βάπτισμα! Δεμένο (αὐτὸ τὸ θεῖο Βάπτισμα) μὲ τὸ ἅγιο Μύρο σπρώχνει ἀόρατα, μὰ ἐντελῶς ἐλεύθερα, τὸν «ξενιτεμένο» ἄνθρωπο στὸ χῶρο τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως γιὰ νὰ ἀνταμώσει κατὰ πρόσωπο καὶ νὰ ἐπικοινωνήσει ἄμεσα μὲ τὸν «ἐν Τριάδι» Θεό.
Ὁ πνευματικὸς δὲν εἶναι ὁ ἀπόμακρος ἀντιπρόσωπος ἑνὸς ἐντολοδόχου καὶ αὐστηροῦ Θεοῦ. Ὁ ὀρθόδοξος «πνευματικὸς πατὴρ» δὲν εἶναι ὁ δικανικὸς τηρητὴς διατάξεων ἢ νόμων ἢ ἀρχῶν ποὺ ἔχει σπουδάσει καὶ προσπαθεῖ νὰ ἐφαρμόσει στὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων. Οἱ κανόνες, οἱ ἐντολές, οἱ συμβουλές, ὁ διάλογος, ἡ ἐνθάρρυνση, ἡ ἐπιτίμηση, ἡ σιωπή, ἡ μακροθυμία, ἡ ὑπομονὴ καὶ μύρια ἄλλα ποιμαντικὰ τεχνάσματα εἶναι οἱ ἀλοιφές, τὰ ἔμπλαστρα καὶ τὰ φάρμακα, ποὺ λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης γιὰ νὰ ἀναταχθεῖ ἡ ἀσταμάτηττη ἁμαρτωλὴ ροπὴ καὶ νὰ ἀνοιχθοῦν στὸν πεπτωκότα οἱ ὁρίζοντες τῆς θείας εὐσπλαγχνίας.
Τὴν ὥρα τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως τελεσιουργεῖται τὸ παμμυστήριο τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου. Ἐξαιρετικὰ μέσα σ’ αὐτὸ καταλαβαίνει, ὁ ἁμαρτωλὸς ὅτι ἀξίζει ἀνυπολόγιστα. Ἀρχίζει νὰ αὐτοεκτιμᾶται σωστά. Γι’ αὐτὸ ὅλα τὰ κομμάτια τῆς ζωῆς του τὰ θεωρεῖ ἀξιόλογα. Γι’ αὐτὸ καὶ ἀρχίζει νὰ θέλει νὰ τὰ ἀξιοποιήσει, νὰ τὰ καθαρίσει ἀπὸ τοὺς μολυσμοὺς καὶ νὰ τὰ θεανθρωποποιήσει.
Ὁ ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος γράφει στὰ Ἀσκητικά του: «Ἂν ἕνας ἄνθρωπος δὲν ἔχει ἀρετές, πές του πὼς τὶς ἔχει. Μὲ τὴν ἐνθάρρυνση σπέρνεις στὴν ψυχὴ του τὶς ἀρετὲς ποὺ δὲν ἔχει». Ὁ σύγχρονος ἀρρωστημένος καὶ ἀπογοητευμένος ἄνθρωπος βρίσκει μέσα στὴν «ἐν πνεύματι Ἁγίῳ» θεανθρώπινη ἐπικοινωνία μὲ τὸν πνευματικό του ὄχι ἁπλῶς τὶς ἀρετές, ἀλλὰ τὸν κτήτορά τους, τὸν ἴδιο τὸν Κύριο. Ἔτσι ἡ ψυχή, καίτοι πολὺ ἁμαρτωλὴ καὶ ἀποστασιοποιημένη ἀπὸ τὸν Κύριο, βρίσκει τὰ θεόσωστα μέσα, βρίσκει τὸ μονοπάτι, βρίσκει τὴν κλίμακα τῆς ἐπιστροφῆς «ἵνα μορφωθῆ ὁ Χριστὸς ἐν αὐτῇ».
Μέσα στὸ μυστήριο τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως ὁ σημερινὸς καταταλαιπωρημένος ἄνθρωπος ξεφεύγοντας ἀπὸ τοῖς ἀνθρωπομάζες νιώθει, ὅτι κάτι εἶναι, ὅτι κάποιος εἶναι καὶ ἀρχίζει νὰ ἀναδύεται ἀπὸ τὰ χάη τῆς ἀνυπαρξίας ποὺ τὸν ὁδήγησε ἡ ψυχοκτόνος ἁμαρτία.
Γίνεται, ναὶ πραγματικὰ γίνεται ἕνα παρατεινόμενο θαῦμα καὶ στὴν ἐποχή μας. Γίνεται αὐτὸ ποὺ περιγράφει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης: Ὁ πνευματικὸς πατὴρ μὲ τὴν ἀκακία του, τὴν ἱερὴ ἀπάθεια, τὶς εὐχές του πρὸς τὸν Ὕψιστο ἀνασπᾶ ἀπὸ τὴν ἄβυσσο τὸ ναυαγημένο καράβι καὶ τὸ κάνει ἱκανὸ νὰ πλέει πάνω στὰ κύματα Χάριτι καὶ μόνο Θεοῦ. Καθημερινὰ γινόμαστε ἄμεσοι αὐτόπτες καὶ αὐτήκοοι μάρτυρες τέτοιων θαυμαστῶν μεταστροφῶν, ποὺ ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς πραγματοποιεῖ μέσω τῶν ταπεινῶν, ἀλλὰ ζωντανῶν εἰκόνων του, «τῶν πνευματικῶν».
Μέσα στὴν ἁγιασμένη ἀτμόσφαιρα τῆς ἱ. ἐξομολογήσεως συνειδητὰ ἢ ἀσυνείδητα, μὲ τὴν πνοὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πέφτουν τὰ προσωπεῖα ποὺ ἡ λανθασμένη κοσμικὴ ἀγωγὴ κάρφωσε στὸ πολυτίμητο ἀνθρώπινο πρόσωπο. Ξεκολλοῦν οἱ μάσκες ποὺ οἱ διάφορες ἑκούσιες ἢ ἀκούσιες σκοπιμότητες κόλλησαν ἀσφυκτικὰ γύρω ἀπὸ τὴν ἁπλὴ καὶ ἀνεπανάληπτη ἀνθρώπινη προσωπικότητα.
Μπροστὰ στὸ πετραχήλι τοῦ πνευματικοῦ ἀνοίγεται μὲ ἱερὸ ἄφοβο φόβο ἡ ἁμαρτωλὴ ψυχή. Ἁμαρτωλοὶ λογισμοί, ἁμαρτωλὰ συναισθήματα, αἰσχρὲς καὶ κακὲς πράξεις ποὺ ἔρχονται στὸ φῶς τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως, ποὺ ἀνακοινώνονται δηλαδὴ μὲ μετάνοια, νεκρώνονται λέγουν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας. Αὐτὴ εἶναι καὶ ἡ ταπεινὴ προσωπική μας ἐμπειρία ἀπὸ τὶς ἐξομολογήσεις τῶν πολλῶν ἐνοριτῶν μας καὶ ὅσων ἄλλων ἔρχονται στὸ ἱερὸ ἐξομολογητήριο.
Δόξα τῷ ἐν Τράδι Θεῷ ποὺ θεσμοθέτησε αὐτὸν τὸν τρόπο συγχωρήσεως τῶν ἀνθρώπων καὶ ἐντάξεώς τους στὴν ἁγία Ποίμνη τῆς Ἐκκλησίας μας. Δόξα τῷ ἐν Τριάδι Θεῷ ποὺ ἔδειξε καὶ ἀδιάκοπα δείχνει τὸ ἄμετρο ἔλεός Του καὶ προετοιμάζει τὸ φθαρτὸ πλάσμα του στὴν αἰώνια προσωπικὴ ἐπικοινωνία μαζί Του, ξεκινώντας ἀπὸ τὸ λυτρωτικὸ διάλογο τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως.
Ἄνθρωποι στιγματισμένοι μὲ ἠθικά, ψυχολογικά, νευρολογικά, κοινωνικά, συζυγικὰ καὶ οἰκογενειακὰ ἢ ἄλλα προσωπικὰ προβλήματα θεραπεύονται καὶ προοδευτικὰ ἑτοιμάζονται γιὰ νὰ συμμετάσχουν στὴ νέα ἀπέραντη οἰκογένεια τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν.
Δὲν ὑπάρχει τρανότερη ἀπόδειξη τῆς ἀνεκτίμητης ἀξίας, ποὺ δείχνει ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ στὸν ἄνθρωπο, ἀπὸ τὴν ἀπόδειξη τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσως. Ὑπάρχει κάποια ἄλλη χριστιανικὴ ὁμολογία (ἢ κάποια ἄλλη θρησκεία!) ποὺ νὰ ἔχει θεσμοθετημένο, ἀλλὰ καὶ νὰ ἔχει σὲ λειτουργία ἕνα τέτοιο μυστήριο ποὺ μοναδικὰ καὶ ἀνεπανάληπτα καταξιώνει τὴ διαπροσωπικὴ ἀνθρώπινη σχέση; Ποῦ ἀλλοῦ ἡ ἀνθρώπινη προσωπικότητα διασφαλίζεται,καλύπτεται καὶ σκεπάζεται μὲ τὸ ἀπόρρητο, ποὺ καὶ θεωρητικὰ καὶ στὴν πράξη τηρεῖται ἀπὸ τοὺς Ὀρθοδόξους πνευματικούς;
Δικαιολογημένα ὁ ὀρθόδοξος εὐσεβὴς λαὸς μᾶς ἀποκαλεῖ τοὺς πνευματικούς, Πατέρες. Τοὺς αἰσθάνεται πολὺ κοντά του σὰν στοργικοὺς πατέρες ποὺ ψυχικὰ καὶ πνευματικὰ μοιράζονται τὸν πνευματικὸ ἀγώνα τους καὶ συναγωνίζονται στὸν ἴδιο στίβο τῆς ἐν Χριστῷ πνευματικῆς τελειώσεως. Τοὺς αἰσθάνεται ὁ λαός μας σὰν πατέρες καρτερικοὺς ποὺ ἔχουν μάθει νὰ περιμένουν καὶ νὰ ὑπομένουν τὶς δοκιμασίες, τὶς θλίψεις, τοὺς πειρασμοὺς καὶ τοὺς κανόνες ποὺ ὁ Θεὸς ὁρίζει στοὺς δικούς του. Καὶ ἀφοῦ ἔμαθαν, ἔπαθαν τὰ θεῖα καὶ ἔφθασαν στὴν καθαρὴ ἀγάπη ποὺ εἶναι ἱερὰ μέθη ψυχῆς, κατὰ τὸν ἅγιο Ἰσαὰκ τὸ Σύρο.
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας γεννάει «ἀενάως» τέτοιους ἄνδρες «τελείους» ποὺ δοκιμάστηκαν σκληρὰ στὴν Ὀρθόδοξη ἄσκηση μέσα στὸ ἱερὸ Κοινόβιο τοῦ Μοναστηριοῦ ποὺ ἀνδρώθηκαν μέσα στὴν ὑπακοὴ καὶ ἀφοῦ ταπεινώθηκαν, ἀπόκτησαν «νοῦν Χριστοῦ» καὶ συνεπῶς θεοδιακριτικότητα, γιὰ νὰ «οἰκονομοῦν» θεοφιλάνθρωπα κάθε ἄνθρωπο, χωρὶς νὰ ἀπορρίπτουν κανένα, μὰ κανένα ἁμαρτωλό.
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας μὲ θεσπέσιους ὄντως τρόπους χαριτώνει οἰκογενειάρχες πνευματικούς, ποὺ ἀκάματα ἀθλοῦνται θεανθρώπινα μὲ τὶς παντοῖες οἰκογενειακὲς δοκιμασίες, μὲ τὴν ὑπακοὴ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ μέσα στὴν οἰκογένεια καὶ τὴν ἀσίγαστη τροφοδοσία ἀπὸ τὸ ἱερὸ θυσιαστήριο. Μὲ διαφορετικὸ τρόπο ἀποκτοῦν τὴν ἴδια ταπείνωση, τὴν ἴδια θεολογικὴ μόρφωση καὶ τὴν ἴδια διακριτικότητα γιὰ νὰ συμμερίζονται τὰ προβλήματα τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ἐξαντλοῦν μὲ διακριτικότητα τὴν οἰκονομία τοῦ Σωτῆρος μᾶς Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Αὐτοὶ οἱ ἄνδρες ἀγωνίζονται πνευματικὰ νὰ φθάσουν «εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ». Ἀναγνωρίζονται λοιπὸν ὡς πνευματικοὶ πατέρες ἂν καὶ ἐσωτερικὰ ἐλεεινολογοῦν οἱ ἴδιοι τους ἑαυτούς τους καὶ δὲν τολμοῦν νὰ βάλουν τὴν «αὐθεντία» τῆς λογικῆς τους καὶ τῶν ἀτομικῶν τους ἐκτιμήσεων πάνω ἀπὸ τὰ ἱερὰ δόγματα καὶ τοὺς ἱεροὺς θεσμοὺς ποὺ «εὐσχημόνως καὶ κατὰ τάξιν» ἔχουν θεσμοθετηθεῖ ἀπὸ τὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας.
Γι’ αὐτὸ καὶ καταξιώνονται νὰ γίνουν ζωντανοὶ φορεῖς τῶν ζωντανῶν δογμάτων τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας μας καὶ στὴ συνέχεια ὅλης τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως καὶ τῆς Ὀρθοδόξου Εὐχαριστίας καὶ ἰσόβια λειτουργοῦν σὺν πᾶσι τοῖς Ἁγίοις. Γι’ αὐτὸ καὶ γνωρίζουν «ὡς διδακτοὶ Θεοῦ» νὰ οἰκονομοῦν, ἀλλὰ καὶ νὰ μὴν δίνουν «τὰ ἅγια τοῖς κυσί».
Εἶναι αὐτοὶ ποὺ ἔχουν ἀποκτήσει τὸ χάρισμα νὰ κατέρχονται στὰ βάθη καὶ στὶς ἀβύσσους τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς, ποὺ (ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ) ἔχουν ἀκριβῶς δίπλα τους. Δὲν ἔχουν πραγματικὰ διαπράξει τὶς ἀκατονόμαστες ἐγκληματικὲς πράξεις ποὺ συχνὰ ἀκοῦνε στὴν ἐξομολόγηση. Γιατί πῶς θὰ εἶχαν χειροτονηθεῖ κληρικοί, ἀφοῦ οἱ ἱεροὶ κανόνες ἀπαγορεύουν ρητὰ τὴν ἱερωσύνη σ’ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν πέσει σὲ σαρκικὰ ἁμαρτήματα καὶ σ’ αὐτοὺς ποὺ ἔστω καὶ ἀκούσια ἔχουν διαπράξει φόνο; Ἐκπλήσσεται, λοιπόν, ὁ πνευματικὸς πατὴρ γιὰ τὴν κατάντια τοῦ ἐξομολογουμένου. Ἀπορεῖ καὶ ἐξίσταται γιὰ τὰ εἴδη καὶ τοὺς τρόπους τῶν ἁμαρτημάτων. Δὲν μπορεῖ νὰ χωρέσει ἡ σκέψη του τὸ ποιὸν τῶν ὀλισθημάτων, γιατί ὁ ἴδιος «ἐξ ὁρισμοῦ», «ἐκ τῆς χειροτονίας» εἶναι ἄπειρος τῶν ἁμαρτημάτων.
Ὅμως κρίνοντας ἀπὸ τὸν αἱματηρὸ προσωπικό του ἀγώνα γιὰ τὴν κατάκτηση τῶν ἀρετῶν, γίνεται συγκαταβατικὸς καὶ γιὰ τὸν ἁμαρτωλό. Στοχάζεται τὰ στάδια ποὺ πέρασε καὶ ὁ ἴδιος μέχρι νὰ κόψει τὰ συγγνωστὰ πάθη του καὶ γίνεται ἐπιεικὴς στὸν παρόμοια μετανοοῦντα ἁμαρτωλό. Ξέρει πολὺ καλὰ ὁ πνευματικὸς τὸ σκληρὸ πνευματικὸ ἀγώνα στὸ ὑπαρξιακὸ πεδίο. Ἔχει ἱδρώσει καὶ ἔχει πονέσει γιὰ νὰ ἀπαρνηθεῖ τὸ ἴδιο θέλημα. Γι’ αὐτὸ συμπονεῖ, λυπᾶται, «πάσχει καὶ συνωδίνει» μὲ τὸ πνευματικὸ παιδὶ ποὺ τοῦ στέλνει ὁ Θεὸς γιὰ νὰ οἰκονομήσει κατάλληλα.
Τὸ ἴδιο κάνει καὶ ὁ ἐξομολογούμενος. Προσπαθεῖ νὰ καταλάβει τὸν πνευματικό του πατέρα. Νὰ ἐννοήσει τί ἀκριβῶς τοῦ λέγει. Παρεμβάλλεται τὸ σκληρὸ κάλυμμα τῆς ἁμαρτίας ποὺ δυσχεραίνει τὴ συννενόηση. Τὸ πνεῦμα τὸ Ἅγιο ὅλο καὶ βοηθάει αὐτὴ τὴ συνεννόηση. Ὅλο καὶ τελειοποιεῖ αὐτὴ τὴν ἐπικοινωνία. Ὁ πνευματικὸς πατὴρ μάχεται γιὰ νὰ «προσλάβει» ὅλο τὸν πνευματικὸ υἱὸ ἢ τὴν πνευματικὴ θυγατέρα. Γίνεται μία ἀληθινὴ «ἀλληλοπεριχώρηση», ἀλληλοκατανόηση, ἀλληλοεπικοινωνία ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος νύκτα καὶ ἡμέρα ἀγωνιζόταν μὲ ὠδίνες σὰν τῆς ἑτοιμόγεννης μητέρας καὶ μὲ πολλὰ δάκρυα μέχρι νὰ ἀναγεννηθεῖ «ἐν Χριστῷ» ὁ νέος ἄνθρωπος. Τὸ ἴδιο συμβαίνει, σὲ προσωπικὲς ἀναλογίες πάντοτε, καὶ μὲ τοὺς σημερινοὺς πνευματικοὺς πατέρες καὶ τὰ πνευματικὰ τέκνα μέσα στὸν ἱερὸ στίβο τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως.
Ὅλην αὐτὴ τὴ μυσταγωγία τῆς μετανοίας τοῦ πνευματικοῦ πατρὸς καὶ τοῦ πνευματικοῦ παιδιοῦ τὴν κατεργάζεται τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο σ’ αὐτοὺς ποὺ ἐπιθυμοῦν τὴν κάθαρσή τους καὶ τὴν ἐν Χριστῷ τελείωση.
Δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερη χαρὰ στὴ μετανοοοῦσα ψυχὴ ἀλλὰ καὶ στὸν πνευματικὸ πατέρα, ὅταν σχίζεται ὁ δερμάτινος χιτώνας τῆς πωρώσεως καὶ τῆς ἀναισθησίας καὶ ἀρχίζει νὰ ἀνθεῖ καὶ νὰ μεταλαμπαδεύεται ἡ νέα «ἐν Χριστῷ» ζωή.
Ὅλα τὰ παραπάνω, παρακαλῶ πολύ, νὰ μὴ θεωρηθεῖ ἀπὸ κανένα ἀδελφὸ ἀναγνώστη, ὅτι ἔχουν κάποια ἔμμεση ἔστω σχέση μὲ τὸ δικό μου πρόσωπο ὡς πνευματικοῦ. Ὅ,τι εὐτελὲς ἔχω ἀποτυπώσει σ’ αὐτὲς τὶς σελίδες ἀποτελεῖ προσωπικὴ ἐμπειρία μου ὡς ἐξομολογουμένου. Ἑπομένως τὰ γραφόμενα ἀποτελοῦν ἀδέξια ἀπόπειρα φόρου τιμῆς στοὺς ἀξίους πνευματικοὺς πατέρες ποὺ στὸ τέλος τοῦ εἰκοστοῦ αἰώνα ἀφιερώνουν τὴ ζωή τους στὴν Ὕψιστη αὐτὴ ποιμαντικὴ θεανθρώπινη λειτουργία, σ’ αὐτὸ τὸ ὑπέρλαμπρο ἔργο παραδοσιακῆς Ἀγωγῆς. Τέλος τὰ γραφόμενα συνιστοῦν ἔμμεση περιγραφὴ τοῦ «εἰς τύπον καὶ τόπον Χριστοῦ» πολιοῦ πνευματικοῦ μου πατρός, μὲ τὴν εὐλογία τοῦ ὁποίου «τὰς εὐχὰς ἑξαιτοῦμαι» γιὰ κάθε «ἐν Χριστῷ» ἀδελφὸ ἀναγνώστη.
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά