Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Θεολογικά και Πατερικά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Θεολογικά και Πατερικά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη, Οκτωβρίου 21, 2025

Η Εκκλησία δεν με ξεχνά ποτέ...

 

αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος
Με παρρησία (Ιερά Μητρόπολη Βεροίας) - εικ.

Μέσα στην ησυχία του Αγίου Βήματος 
αρχίζει το αόρατο μυστήριο· 
ο ιερέας, λειτουργός της θείας οικονομίας, 
κρατά στα χέρια του τον άρτο της ζωής, 
και τον μεταποιεί σε ένσαρκο σύμβολο 
του Αμνού του Θεού. 


Ο άρτος 
γίνεται κέντρο της κτίσης, 
και γύρω του συναθροίζονται 
ουρανός και γη, 
ζώντες και κεκοιμημένοι, 
άγγελοι και άγιοι.

Κάθε όνομα που ψιθυρίζεται 
ενδύεται αιωνιότητα· 
οι ζώντες λαμβάνουν δωρεά χάριτος, 
ως αόρατη μετάληψη πριν από τη Μετάληψη, 
ενδυνάμωση για τον αγώνα, 
ανάπαυση για την ψυχή που αγωνίζεται, 
δροσιά για την δίψα της ζωής.

Οι κεκοιμημένοι δεν μένουν έξω, 
αλλά εντάσσονται στον κύκλο της Εκκλησίας· 
η μνημόνευση ενώνει την προσευχή της γης 
με την προσδοκία του Ουρανού. 
Σαν δρόσος επάνω στους τάφους, 
η θεία ευσπλαχνία κατέρχεται 
και φωτίζει τα σκοτεινά περάσματα του Άδη.

Εδώ, στην ταπεινή Πρόθεση, 
ξεδιπλώνεται η μυστική κοινωνία των Αγίων. 
Και έπειτα κατά την διάρκεια 
της Θείας Λειτουργίας, 
η Εκκλησία η θριαμβεύουσα 
και η Εκκλησία η στρατευομένη 
συμμετέχουν αόρατα στο ένα ποτήρι. 
«Ἵνα ὦσιν ἕν». 
Όλοι γίνονται ένα. 
Όλα ενώνονται, όλοι συγχωρούνται, 
σε μια κοινωνία μυστική, 
σε ένα Σώμα, 
εκείνου του Χριστού. 


Όταν ο ιερέας λέει 
«Μνήσθητι, Κύριε των δούλων σου…», 
δεν είναι απλή επίκληση· 
είναι ανάβαση ψυχών, 
είναι αποκατάσταση μνήμης, 
μέσα στην αγάπη και στο έλεος του Θεού.

Έτσι, η Πρόθεση 
γίνεται μικρό προσκήνιο 
της αιώνιας Λειτουργίας, 
όπου ο Χριστός είναι 
ο δωρητής και το δώρο, 
και όλοι εμείς —ζώντες και τεθνεώτες— 
γινόμαστε μέτοχοι 
της μίας ανάστασης.

…η Εκκλησία δεν με ξεχνά, 
γιατί με κρατά στην προσευχή της, 
μέσα στο σώμα του Χριστού.

Η βοήθεια είναι αόρατη 
μα αληθινή· 
είναι παρηγοριά, 
είναι ενίσχυση, 
είναι συγχώρηση, 
που κατακλύζει την ζωή μου, 
είτε βρίσκομαι στη γη 
είτε έχω περάσει 
από το μυστήριο του θανάτου, 
στην όντως ζωή, 
όπου εκεί όλα βιώνονται αλλιώς 
και όλα κατανοούνται αληθινά.

Η Αγία Πρόθεση 
είναι ο τόπος όπου το όνομά μου 
δεν χάνεται, 



αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος

Με παρρησία (Ιερά Μητρόπολη Βεροίας) - εικ.


Μέσα στην ησυχία του Αγίου Βήματος 

αρχίζει το αόρατο μυστήριο· 

ο ιερέας, λειτουργός της θείας οικονομίας, 

κρατά στα χέρια του τον άρτο της ζωής, 

και τον μεταποιεί σε ένσαρκο σύμβολο 

του Αμνού του Θεού. 


Ο άρτος 

γίνεται κέντρο της κτίσης, 

και γύρω του συναθροίζονται 

ουρανός και γη, 

ζώντες και κεκοιμημένοι, 

άγγελοι και άγιοι.


Κάθε όνομα που ψιθυρίζεται 

ενδύεται αιωνιότητα· 

οι ζώντες λαμβάνουν δωρεά χάριτος, 

ως αόρατη μετάληψη πριν από τη Μετάληψη, 

ενδυνάμωση για τον αγώνα, 

ανάπαυση για την ψυχή που αγωνίζεται, 

δροσιά για την δίψα της ζωής.


Οι κεκοιμημένοι δεν μένουν έξω, 

αλλά εντάσσονται στον κύκλο της Εκκλησίας· 

η μνημόνευση ενώνει την προσευχή της γης 

με την προσδοκία του Ουρανού. 

Σαν δρόσος επάνω στους τάφους, 

η θεία ευσπλαχνία κατέρχεται 

και φωτίζει τα σκοτεινά περάσματα του Άδη.


Εδώ, στην ταπεινή Πρόθεση, 

ξεδιπλώνεται η μυστική κοινωνία των Αγίων. 

Και έπειτα κατά την διάρκεια 

της Θείας Λειτουργίας, 

η Εκκλησία η θριαμβεύουσα 

και η Εκκλησία η στρατευομένη 

συμμετέχουν αόρατα στο ένα ποτήρι. 

«Ἵνα ὦσιν ἕν». 

Όλοι γίνονται ένα. 

Όλα ενώνονται, όλοι συγχωρούνται, 

σε μια κοινωνία μυστική, 

σε ένα Σώμα, 

εκείνου του Χριστού. 


Όταν ο ιερέας λέει 

«Μνήσθητι, Κύριε των δούλων σου…», 

δεν είναι απλή επίκληση· 

είναι ανάβαση ψυχών, 

είναι αποκατάσταση μνήμης, 

μέσα στην αγάπη και στο έλεος του Θεού.


Έτσι, η Πρόθεση 

γίνεται μικρό προσκήνιο 

της αιώνιας Λειτουργίας, 

όπου ο Χριστός είναι 

ο δωρητής και το δώρο, 

και όλοι εμείς —ζώντες και τεθνεώτες— 

γινόμαστε μέτοχοι 

της μίας ανάστασης.


…η Εκκλησία δεν με ξεχνά, 

γιατί με κρατά στην προσευχή της, 

μέσα στο σώμα του Χριστού.


Η βοήθεια είναι αόρατη 

μα αληθινή· 

είναι παρηγοριά, 

είναι ενίσχυση, 

είναι συγχώρηση, 

που κατακλύζει την ζωή μου, 

είτε βρίσκομαι στη γη 

είτε έχω περάσει 

από το μυστήριο του θανάτου, 

στην όντως ζωή, 

όπου εκεί όλα βιώνονται αλλιώς 

και όλα κατανοούνται αληθινά.


Η Αγία Πρόθεση 

είναι ο τόπος όπου το όνομά μου 

δεν χάνεται, 

τα βάσανα μου, οι αγωνίες μου, 

τα λάθη και τα πάθη μου, 

οι ελπίδες και τα δάκρυα 

στέκονται ενώπιον του Αμνού· 

κι εκεί, στη θυσία Του, 

στην αυτοπροσφορά Του, 

βρίσκω βοήθεια, 

φωτισμό, 

αποδοχή, 

συγχώρεση, 

βρίσκω σωτηρία. 


τα βάσανα μου, οι αγωνίες μου, 
τα λάθη και τα πάθη μου, 
οι ελπίδες και τα δάκρυα 
στέκονται ενώπιον του Αμνού· 
κι εκεί, στη θυσία Του, 
στην αυτοπροσφορά Του, 
βρίσκω βοήθεια, 
φωτισμό, 
αποδοχή, 
συγχώρεση, 
βρίσκω σωτηρία.

Πηγή

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 20, 2023

Ο Άγιος Ιγνάτιος Αντιοχείας και το ήθος του επισκόπου

 

ΑΝΔΡΕΑ Γ. ΒΙΤΟΥΛΑ)

Στις 20 Δεκεμβρίου σήμερα και η Εκκλησία μας τιμά τη μνήμη ενός μεγάλου και "ιδιαίτερου" αγίου. Ο προσδιορισμός "μεγάλος" δικαιολογείται από το γεγονός ότι ο άγιος Ιγνάτιος υπήρξε πιστός μαθητής των Αποστόλων, γεμάτος από άσβεστο πόθο για το πρόσωπο του Χριστού και ενθουσιώδη ζήλο για την οικοδομή και στερέωση της Εκκλησίας στα δύσκολα χρόνια των διωγμών του 107-118 μ.Χ. όταν και ο ίδιος μαρτύρησε θηριομαχώντας.

Ο προσδιορισμός "ιδιαίτερος" έχει να κάνει με την πρωτοφανή περίπτωση να συνεχίζεται το μαρτύριο του αγίου Ιγνατίου μέχρι τις μέρες μας, λόγω της κατάφωρης διαστρέβλωσης της θείας διδασκαλίας του προς όφελος μιας στυγνής αντιεκκλησιαστικής εξουσιολαγνείας θλιβερών αρχομανών και θλιβερότερων οσφυοκαμπτών. Το φαινόμενο έχει την εξήγησή του απλή: το κραυγαλέο κενό που δημιουργείται από την ασυνέπεια στην πίστη του Χριστού πρέπει να επικαλυφθεί άμεσα και αποτελεσματικά. Έτσι η θυσιαστική διακονία γίνεται αυταρχική εξουσία, η υπακοή, που εμπνέει ελεύθερα το πρωτείο της αγάπης και της ταπείνωσης, μεταβάλλεται σε πειθαρχία που επιβάλλει αναγκαστικά η φιλοπρωτία και η έπαρση.

Συνέπεια αυτής της οδυνηρής απόκλισης από το εκκλησιαστικό ήθος είναι να θεμελιώνεται το επισκοπικό λειτούργημα στην εξαναγκαστική επιβολή αντί του μαρτυρίου. Αντί να πρωτεύει ο επίσκοπος στην αγάπη και τη νέκρωση του πεπτωκότος εαυτού του, πρωτεύει στην απαίτηση της προς αυτόν υποταγής. Η τραγική αυτή διαπίστωση γίνεται τραγικότερη όταν προβάλλεται ο άγιος Ιγνάτιος ως ο "θεωρητικός" αυτής της αχρείας, αθεολόγητης, αντιεπιστημονικής και αντορθόδοξης παρέκκλισης.

Η μέθοδος γνωστή και πετυχημένη στα ώτα επιπόλαιων, δουλοφρόνων και ημιμαθών. Αποκόπτονται συγκεκριμένες φράσεις από το έργο του αγίου Ιγνατίου και προσαρμόζονται στο οικοδόμημα της μεγαλομανίας. Μια σοβαρή ανάγνωση όμως των επιστολών του αγίου Ιγνατίου φανερώνει πως το οικοδόμημα είναι σαθρό, αθεμελίωτο και ακαλαίσθητο. Για να γίνει πιο κατανοητό το παράδειγμα αναφέρουμε ότι στο Ψαλτήρι υπάρχει η εξής τρομακτική φράση: "ουκ έστι Θεός" (13,1)! Φυσικά ο πλήρης στίχος αναφέρει: "είπεν άφρων εν καρδία αυτού . ουκ έστι Θεός." Όση αφροσύνη λοιπόν διακρίνει εκείνον που θα αποκτήσει επιχείρημα εναντίον της ύπαρξης του Θεού από το παραπάνω κολοβωμένο χωρίο, άλλη τόση δυστυχώς χαρακτηρίζει και όσους κατακρεουργούν με τον ίδιο τρόπο τις επιστολές του αγίου Ιγνατίου με τη μάχαιρα της αποκρουστικής υπεροψίας τους προς στήριξη ξένων και φίλαυτων ιδεολογημάτων.

Η υπακοή που αξιώνει ο άγιος Ιγνάτιος στον επίσκοπο όταν προβάλλεται αποκομμένη από το ήθος που πρέπει να διακρίνει τον επίσκοπο, σύμφωνα πάντα με τον άγιο Ιγνάτιο, καταντά μια διαταγή πειθαναγκασμού όμοια με αυτή των πιο δεσποτικών και απάνθρωπων καθεστώτων, με τη διαφορά ότι αυτή απαιτείται μάλιστα στο όνομα του Θεού! Κατά τούτο υπήρξαν λιγότερο αμαρτωλά τα άθεα καθεστώτα του εικοστού αιώνα, αφού τουλάχιστον δεν ενέπλεκαν τον ίδιο τον Θεό στην εκμετάλλευση και καταδυνάστευση του ανθρώπου.

Ποιο είναι όμως το ήθος του επισκόπου, κατά τον άγιο Ιγνάτιο, που τόσα έντεχνα αποσιωπάται από τους μεγαλοσχήμονες "μελετητές" του και στο οποίο και μόνο θεμελιώνεται η υπακοή προς αυτόν; Θα αποτελούσε ολόκληρη επιστημονική διατριβή η αναφορά και ο σχολιασμός των σχετικών χωρίων από τις επιστολές του αγίου επισκόπου Αντιοχείας. αλλά ας δούμε απλώς κάποια χαρακτηριστικά. Στην προς Εφεσίους επιστολή του αναφέρει ότι οι επίσκοποι "εν Ιησού Χριστού γνώμη εισίν"(1). Θεωρεί δεδομένο ο Θεοφόρος Ιγνάτιος ότι οι επίσκοποι δεν διαθέτουν δική τους γνώμη, ατομικό θέλημα αλλά ότι έχουν το θέλημα του Χριστού. Και το θέλημα του Χριστού είναι ένα: η παράδοση του εαυτού Του στον θάνατο για τη σωτηρία του ανθρώπου. Είναι απολύτως λογική η υπακοή στον επίσκοπο που έχει γίνει ένα με τον Χριστό. Κι έτσι η υπακοή αυτή ουσιαστικά χαρίζεται όχι σε ανθρώπινες επιδιώξεις αλλά στον ίδιο τον Κύριο. Σε διαφορετική περίπτωση η ειδωλολατρία είναι προ των πυλών.

 

Αυτό που καταξιώνει τον επίσκοπο στη θέση του περιγράφει ο άγιος συγγραφέας με μια μοναδική φράση για τον εαυτό του. Στην ίδια επιστολή, αναφερόμενος στους χριστιανούς της Εφέσου, λέει κλείνοντας: "αντίψυχον υμών εγώ"(2). Ο ίδιος δηλαδή προσφέρει τον εαυτό του θυσία για χάρη του πληρώματος. Κι αυτό δεν είναι μια ποιητική συναισθηματική έξαρση αλλά φρικτή πραγματικότητα, αφού μετά από λίγο παρέδωσε με χαρά το κορμί του στα θηρία. "Σίτος ειμι Θεού και δι’ οδόντων θηρίων αλήθομαι, ίνα καθαρός άρτος ευρεθώ του Χριστού,"(3) θα γράψει σε μια άλλη επιστολή του.

 Ποιος θα παρακούσει αυτόν τον επίσκοπο που μιμείται στο ακέραιο το μαρτυρικό παράδειγμα του Χριστού; Αυτόν για τον οποίο το επισκοπικό αξίωμα είναι άλεσμα στα δόντια των θηρίων και όχι απαίτηση γλοιώδους λιβανίσματος της ανεπάρκειάς του; Και μόνο το γεγονός ότι κάποιος δεχόταν την κλήση της επισκοπικής ευθύνης στην περίοδο των διωγμών, με βέβαιη δηλαδή κατάληξη τον φρικτό θάνατο, ήδη αποκτά ένα ασύγκριτο πλεονέκτημα ήθους σε σχέση με τους διαδόχους των μεταγενέστερων εποχών. Τότε παραπλεύρως του επισκοπικού θρόνου βρισκόταν η θυσία, αργότερα οι αυλικοί, η ακόρεστη εξουσία και η τρυφηλή ζωή.

Το πραγματικό ήθος της ταπείνωσης, του αυτοελέγχου και της ανάληψης της προσωπικής ευθύνης εκφράζεται από τον άγιο Ιγνάτιο στην επιστολή του προς Μαγνησιείς στην οποία αναφέρει το παλαιοδιαθηκικό "δίκαιος ο εαυτού κατήγορος"(4). Δικαιώνεται αληθινά αυτός που μέμφεται τον εαυτό του, εφόσον ελέγχει τα πάντα με βάση το πρόσωπο του Χριστού, την κένωση δηλαδή και την αυτοπαράδοση στο θέλημα του Θεού. Τα λόγια αυτά αποκτούν ιδιαίτερη σπουδαιότητα καθώς βρίσκονται στο σημείο όπου σε τέσσερις παραγράφους υποδεικνύει τον διαρκή έλεγχο της πνευματικής ανεπάρκειας με κριτήριο μοναδικό φυσικά τον τρόπο ζωής του Χριστού.

Πουθενά δεν εξαιρεί ο άγιος τον εαυτό του από τον έλεγχο αυτό. Γι’ αυτό στην επιστολή του προς τους Ρωμαίους τους παρακαλεί να προσεύχονται γι’ αυτόν ώστε: "μη μόνον λέγω, αλλά και θέλω, ίνα μη μόνον λέγωμαι Χριστιανός, αλλά και ευρεθώ"(5). Αυτή η αγωνία και ο διαρκής φόβος είναι που καθιστά τον επίσκοπο πραγματικό ποιμένα. Καμία επανάπαυση στην τιμή του αξιώματος, την εξουσία και τα συναφή ά-Χριστα θεωρήματα περί υπακοής. Καμιά υπακοή δεν αξιώνει για τον εαυτό του ο άγιος επίσκοπος Αντιοχείας, για τον απλούστατο λόγο ότι την έχει ήδη κερδίσει αβίαστα από το ποίμνιο λόγω του λαμπρού εν Χριστώ μαρτυρικού του ήθους. Στεριώνεται ασάλευτη η υπακοή στον επίσκοπο όταν αυτός έχει προσανατολίσει όλη του την ύπαρξη στην ομοίωση του Χριστού. Πηγάζει η υπακοή ελεύθερα και αφειδώλευτα από τον λαό όταν βλέπει τον επίσκοπό του να καίγεται από αγάπη για τον Χριστό και την Εκκλησία του. Αν ο άγιος Ιγνάτιος την απαιτούσε ή πολύ περισσότερο την επέβαλε όντας χρυσοφόρος και όχι Χριστοφόρος, σήμερα θα τιμούσαμε κάποιον άλλο όντως άγιο στη θέση του, καθώς ο ίδιος θα είχε πεθάνει και θα είχε γίνει απλώς τροφή σκωλήκων.

Ο Θεοφόρος επίσκοπος Αντιοχείας δεν περιέβαλε τον εαυτό του ποτέ με την υπερηφάνεια ότι, ως εις τύπον και τόπον Χριστού, είναι αδιαμφισβήτητος, παντογνώστης, υπεράνω κάθε καλόπιστης κριτικής ακόμη και συμβουλής. Δεν καταλόγισε ποτέ στον ποιμενόμενο λαό ως μοναδική μέριμνα της πνευματικής ζωής την αναγνώριση ότι ο επίσκοπος είναι η κεφαλή και ο πρώτος στην Εκκλησία. Ώδευε προς το μαρτύριο, την κατά Θεόν τελείωσή του, και σκορπούσε ευωδία αληθινής ταπείνωσης και μίμησης Χριστού λέγοντας: "νυν άρχομαι μαθητής είναι!"(6). Τότε άρχιζε ο άγιος Ιγνάτιος να μαθητεύει στον Χριστό, όταν βάδιζε προς τη θυσία! Αλλά για να φτάσει στο σημείο να γράψει και να βιώσει αυτά, είχε ήδη θυσιαστεί για το ποίμνιό του. Το ρίξιμο στα λιοντάρια αποτελούσε τον τυπικό επίλογο. Μια ζωή συνεχούς μαρτυρίου για τους ποιμενομένους του, μια ζωή αφιερωμένη στην υπέρμετρη και απροϋπόθετη αγάπη κατά το παράδειγμα του Κυρίου, μια ζωή ανάληψης της αμαρτίας και της ευθύνης για τα πνευματικά του παιδιά, μόνο αυτός ο τρόπος ύπαρξης μπορεί να εξασφαλίσει τέτοια στάση απέναντι στον φοβερότερο θάνατο.

Θα μπορούσαν να παρατεθούν πολλά περισσότερα από τις επιστολές του αγίου Ιγνατίου για το ποιός είναι πραγματικά ο επίσκοπος και το νόημα της υπακοής σε αυτόν• ουσιαστικά στον ίδιο τον Χριστό, εφόσον ο επίσκοπος ως εις τύπον και τόπον Χριστού, έχει γίνει ή αγωνίζεται να γίνει όμοιος με τον Χριστό, εξαφανίζοντας κάθε ατομική του ιδιοτροπία. Τα παρατεθέντα όμως είναι αρκούντως κατατοπιστικά για να συνειδητοποιηθεί η "καθαρά υπαρξιακή σύλληψη της επισκοπικής διακονίας. Η οποία αποσκοπεί στην υπενθύμιση της αγαπητικής «υποταγής αλλήλοις» […] με πρώτο κενούμενο και υποτασσόμενο ακριβώς τον επίσκοπο"(7).

 

Στη μικρή αυτή αναφορά καταδείχτηκε η καταστροφική πλάνη της συμφεροντολογικής απομόνωσης χωρίων από τη συνάφειά τους• από τα προηγηθέντα λόγια, δηλαδή, αλλά και από αυτά που ακολουθούν το χωρίο που παρατίθεται (συνήθης πρακτική της αίρεσης).

 

Στο αλφαβητάρι της επιστημονικής ακρίβειας και συνέπειας ανήκει και ο κανόνας σύμφωνα με τον οποίο κανένα χωρίο δεν αποδίδει το πραγματικό νόημά του αποκομμένο και από τον ιστορικό του περίγυρο. Δηλαδή, επί του προκειμένου, κάθε αναφορά στον άγιο Ιγνάτιο Αντιοχείας δεν θα πρέπει να παραμελεί τον σκοπό του έργου του γενικότερα, τις συνθήκες συγγραφής, τα δεδομένα της εποχής, τους παραλήπτες κ.λ.π.

Για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι, θα ήταν γόνιμο και εξαιρετικά διαφωτιστικό να προβληματίζονται όσοι κακοποιούν με τόση ευκολία και προς ίδιον συμφέρον τα χωρία του αγίου Ιγνατίου που "βολεύουν," σχετικά με το ιστορικό υπόβαθρο του έργου του. Παράδειγμα, ποιός "αλάθητος" χρυσοστόλιστος "ερμηνευτής" (κατά το δοκούν) του αγίου Ιγνατίου εξήγησε ποτέ στους ταλαίπωρους αναγνώστες και ακροατές του ότι η επιμονή του Θεοφόρου πατρός στην περί τον επίσκοπο ενότητα ήταν κατά την εποχή του αναγκαία λόγω εσωτερικών (αιρέσεις) και εξωτερικών (Ιουδαίοι και ειδωλολάτρες διώκτες) εχθρών;(8).

Ποιος από τους παραπάνω θα εξηγήσει ότι στην εποχή του ιερού συγγραφέα υπήρχε διάσταση στις κατά τόπους Εκκλησίες μεταξύ προφήτη-επισκόπου, άμεσων δηλαδή μαθητών των Αγίων Αποστόλων, και ήδη εγκατεστημένου παλιού ιερατείου πρεσβυτέρων-διακόνων; Ότι προς αποφυγή ενδεχόμενων διαιρέσεων θεωρεί αναγκαία ο άγιος Ιγνάτιος την υπακοή στον επίσκοπο-προφήτη,(9) που φυσικά επέλεξε και χειροτόνησε το Άγιο Πνεύμα και όχι η άνθρωπινη ματαιοδοξία; Φυσικά και κάτι τέτοιο δεν σημαίνει τη μη αναγκαιότητα της υπακοής σήμερα αλλά καλό θα είναι να αναφέρεται πλήρης η αλήθεια, χωρίς ιδιοτελείς παραλείψεις ή υπερτονισμούς της μερικότητας που μυρίζουν αίρεση-προτίμηση.

Άλλο στοιχείο, που φωτίζει περισσότερο τη διδασκαλία του αγίου επισκόπου και αποκαλύπτει συνεπώς τον αποπροσανατολισμό των συνθηματολογικών τεμαχισμών του από κάθε λογής "πεφωτισμένους" ερμηνευτές των πατέρων, είναι το ζήτημα της ενότητας του ιερατείου. Επιγραμματικά θα λέγαμε πως ο άγιος Ιγνάτιος όταν αξιώνει υπακοή στον επίσκοπο ποτέ δεν την αναφέρει αποκλειστικά και μεμονωμένα στον επίσκοπο ως φορέα ατομικής εξουσίας. Πάντοτε η υπακοή αναφέρεται συνολικά σε επίσκοπο-πρεσβυτέρους-διακόνους και όπου δεν υπάρχει η ειδική λεκτική αναφορά στους δύο τελευταίους υπονοείται ξεκάθαρα από το όλο περιεχόμενο του έργου. Ας προβληματίσει αυτό κάθε είδους δουλόφρονες που εξαντλούν την πίστη και τη διακονία τους σε μια άβουλη, παθητική και ανέξοδη "υπακοή" προς εξασφάλιση αδιατάρακτης επαγγελματικής γαλήνης. Πρεσβύτεροι και διάκονοι αποτελούν συνεργούς εν Κυρίω του επισκόπου και όχι πειθαρχημένα στρατιωτάκια στις διαταγές του ανωτέρου! Βέβαια το πρώτο απαιτεί μαρτυρικό ιγνατιανό ήθος, ενώ το δεύτερο ραγιάδικη ευγνωμοσύνη στον εργοδότη…

 

Πολλά ειπώθηκαν και περισσότερα παραλείφθηκαν για λόγους οικονομίας του χώρου. Έγινε όμως πιστεύουμε φανερό ότι η χρησιμοποίηση όρων της εκκλησιαστικής μας ζωής όπως "επίσκοπος", "υπακοή" κ.τ.λ όταν απλώς προφέρεται στερούμενη υπαρξιακού υπόβαθρου εκθέτουν τον πομπό και παραπλανούν τον δέκτη. Αν μη τι άλλο πάντως ο ανελέητος βομβαρδισμός μας για τη θέση του επισκόπου και την υπακοή σε αυτόν μάλλον υπαρξιακό πρόβλημα υποκρύπτουν, που ζητά τη θεραπεία του όχι στο στίβο της ζωής αλλά στην ιδεολογία, όχι στην κεχαριτωμένη έμπνευση της προσωπικής ελευθερίας αλλά στην εμπαθή επιβολή της ατομικής εγωλατρίας.

 

Ο άγιος Ιγνάτιος Αντιοχείας, ο και Θεοφόρος επίσκοπος, να εμπνεύσει σε όλους μας το πνεύμα της εις τύπον και τόπον Χριστού θυσίας και όχι της εξουσίας!

-----------------------------------------------------------------

 

1. Ε.Π.Ε. Αποστολικοί Πατέρες 4, Ιγνατίου Αντιοχείας Προς Εφεσίους 3, 19-20, σ.78.

2. στο ίδιο, 21, 1, σελ. 90.

3. στο ίδιο, Προς Ρωμαίους, 4, 27-28, σ. 114

4. στο ίδιο, Προς Μαγνησιείς 12, 3, σ. 100.

5. στο ίδιο, Προς Ρωμαίους 3, 17-19, σελ. 114.

6. στο ίδιο, 5, 19, σελ. 116.

7. π. Νικόλαος Λουδοβίκος, Η αποφατική εκκλησιολογία του ομοουσίου, Αθήνα 2002, σελ. 35.

8. αρχιμ. [Βασιλείου] Στεφανίδη, Εκκλησιαστική Ιστορία, Αθήνα 1959, σελ. 97 και Βλάσιου Φειδά, Εκκλησιαστική Ιστορία, Αθήνα 2002, σελ. 179.

9. Βλάσιου Φειδά, Εκκλησιαστική…, ό.π., 105.

πηγή

Σάββατο, Απριλίου 15, 2023

«Ἀναστήτω ὁ Θεός καὶ διασκορπισθήτωσαν» versus «νῦν πάντα πεπλήρωται φωτός»;

 Με μεγάλη χαρά ακούσαμε και συνεχίζουμε να ακούμε όλοι μας αυτή την, ως μία ημέρα θεωρούμενη, εβδομάδα, πολλές φορές το άγγελμα της Αναστάσεως μέσα από τους ύμνους και τα τροπάρια. Ανάμεσα σε αυτά ξεχωρίζει το γνωστότατο και ιδιαίτερα ευφρόσυνο «Χριστός ἀνέστη ἐκ νεκρῶν . . .» το οποίο αποκαλύπτει την εγκαθίδρυση μίας νέας πραγματικότητας στον ταλαιπωρημένο κόσμο μας, αυτήν της Αναστάσεως του Κυρίου.

thumb
Χρόνια πολλά το ακούμε συνοδευόμενο από τους ωραιότατους παλαιοδιαθηκικούς στίχους, του 67ου Ψαλμού του βασιλιά Δαβίδ, ο οποίος με πόνο ψυχής, πίστη και αγάπη προς τον Κύριό του, εκφράζει εντονώτατη επιθυμία να δει, να ζήσει την Ανάσταση.
Αυτή την έντονη επιθυμία την εκφράζει με τη χρήση προστακτικής, η οποία, σαφέστατα δεν προστάζει τον Κύριο να αναστηθεί, αλλά φανερώνει τα έντονα συναισθήματα που τον διακατέχουν, τα οποία φρονούμε ότι θα μπορούσαμε να αποδώσουμε καλύτερα και ακριβέστερα στην νέα ελληνική με τη χρήση του μορίου «ας», το οποίο εκφράζει ευχή και προτροπή από το «να», το οποίο εκφράζει εντονώτερα την επιθυμία μας, τη βούλησή μας. Η προστακτική ίσως θα ταίριαζε ακριβέστερα στην προστακτική του κειμένου της μεταφράσεως των Εβδομήκοντα που χρησιμοποιείται από την Εκκλησία. Στην πρώτη περίπτωση θα είχαμε τη μετάφραση «ας αναστηθεί» και στη δεύτερη «να αναστηθεί» ο Θεός.ΑΝΑΣΤΑΣΗ+ΧΡΙΣΤΟΥ_9
Η συνέχεια του ψαλμικού στίχου θα μπορούσε να παραξενεύσει τον ακροατή ή τον αναγνώστη, καθώς παρουσιάζεται ο βασιλιάς Δαβίδ να εύχεται την καταστροφή, την απώλεια, τη φυγή από μπροστά του των εχθρών του Θεού και αυτών που τον μισούν.
Όπως ήδη σημειώσαμε ο προφήτης Δαβίδ δεν είναι δυνατό να προστάζει τον Θεό να αναστηθεί. Με την χρήση της προστακτικής «ἀναστήτω» εκφράζει την επιθυμία του να έλθει η ώρα της αναστάσεως. Το κέντρο βάρους του χωρίου και της ευχής του δεν πρέπει να εντοπιστεί στο «διασκορπισθήτωσαν» ή στο «φυγέτωσαν» ή στο «ἐκλειπέτωσαν» που ακολουθεί, αλλά στο «ἀναστήτω», το οποίο όταν πραγματοποιηθεί θα ανατρέψει τα κοσμικά και ιστορικά δεδομένα. Ο θάνατος, ο δυνάστης και εχθρός του ανθρώπου, θα πάψει να ασκεί ασφυκτική την εξουσία του σε αυτόν. Ότιδήποτε ακολουθεί το αρχικό «ἀναστήτω» περιγράφει τις ευεργετικές συνέπειες της Αναστάσεως στον κόσμο μας. Οι εχθροί του Θεού θα νικηθούν, θα λιώσουν, θα διασκορπιστούν, θα σβύσουν και μαζί τους «ἔσχατος ἐχθρὸς καταργεῖται ὁ θάνατος» (Α´ Κορινθίους 15:26).
Μα θα αναρωτηθεί κάποιος: μήπως αυτή η περικοπή κρύβει στοιχεία κακίας και εμπάθειας;
Η απάντηση φρονούμε ότι πρέπει να εστιάσει στο ότι ο προφήτης περιγράφει την κατάσταση που θα επικρατήσει στη δημιουργία μετά την Ανάσταση και δεν απευθύνεται συγκεκριμένα σε κάποιον από τους εχθρούς και τους μισούντες τον Θεό. Μιλά γενικά. Δεν προσωποποιεί. Δεν στηλιτεύει. Δεν επιτίθεται.
Ο κάθε άνθρωπος που έχει νου και γνώση, και στοιχειωδώς εξετάζει με ειλικρίνεια τον εαυτό του, μπορεί να τοποθετηθεί είτε ανάμεσα στους φίλους είτε ανάμεσα στους εχθρούς του Θεού. Ο προφήτης πάντως δεν αναλαμβάνει αυτό το έργο: να πει εσύ είσαι εχθρός εσύ φίλος. Ίσως σε άλλες περιπτώσεις, καταγεγραμμένες ή μη, να το είχε κάνει, εδώ πάντως, αν και είναι βέβαιο ότι θα είχε υπόψη του κάποιους ανθρώπους που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως εχθροί του Θεού δεν προβαίνει σε παρόμοιο προσδιορισμό.sanmarcoanastasis
Φρονώ ότι ο 67ος Ψαλμός πρέπει να αναγνωστεί παράλληλα με το χωρίο 18:23 του προφήτη Ἰεζεκιήλ, το οποίο λέγει τα εξής: «μὴ θελήσει θελήσω τὸν θάνατον τοῦ ἀνόμου λέγει Κύριος ὡς τὸ ἀποστρέψει αὐτὸν ἐκ τῆς ὁδοῦ τῆς πονηρᾶς καὶ ζῆν αὐτόν». Σε αυτό διακρίνεται ξεκάθαρα η επιθυμία του Θεού για τη σωτηρία και όχι την απώλεια του ανόμου και του αμαρτωλού. Επιθυμία του δεν είναι να τιμωρηθεί, να ασθενήσει ή να υποστεί αλλοίωση του σώματός του, αλλά να αλλάξει τον διεστραμμένο δρόμο του, να αλλάξει πορεία στη ζωή του, να στραφεί προς τη χάρη του Θεού και εν τέλει να σωθεί.
Με πολύ χαρά διαπιστώνει ο πιστός ότι, ευτυχώς για όλους μας, στο χώρο της Εκκλησίας δεν υπάρχει θέση για μίσος. Όπου η Εκκλησία γίνεται πιο αυστηρή το κάνει για παιδαγωγικούς λόγους διατηρώντας την αγάπη της και αποφεύγοντας χαρακτηρισμούς που ίσως υποκρύπτουν, ή θα μπορούσαν να θεωρηθούν ότι υποκρύπτουν, εμπάθεια και αντί να οικοδομούν γκρεμίζουν.images
Επιτρέψτε μου, λοιπόν, να διατηρήσω την εντύπωση ότι το «ἀναστήτω ὁ Θεὸς καὶ διασκορπισθήτωσαν οἱ ἐχθροὶ αὐτου» και οι υπόλοιποι θαυμάσιοι στίχοι του 67ου Ψαλμοῦ ποὺ πλαισιώνουν το τροπάριο που ξεκινά με τα λόγια «Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν» όχι μόνο δεν εκφράζουν την επιθυμία της Εκκλησίας να χαθούν οι ασεβείς, αλλά αντιθέτως διακηρύττουν την πίστη της στην Ανάσταση και την καταλυτικά ευεργετική παρουσία του γεγονότος αυτού στον κόσμο μας. Για το λόγο αυτό οι στίχοι αυτοί αρμόζουν τέλεια με το «νῦν πάντα πεπλήρωται φωτὸς» του αναστάσιμου κανόνα που συνεπαρμένοι από τη λαμπροφόρο Ανάσταση ψάλλουμε κατά τη διάρκεια του πασχάλιου όρθρου.anastasi_dvd.original
Χριστός ανέστη!

Σύντομο σχόλιο στην εικόνα της Αναστάσεως

 Θα προσπαθήσουμε να εντοπίσουμε τα κυριότερα σημεία της ορθόδοξης εικόνας, η οποία επιγράφεται «Ἡ εἰς Ἄδου κάθοδος».

Πρώτα πρώτα πρέπει να εντοπίσουμε το ότι διαφέρει πλήρως από την δυτικότροπη απεικόνιση, η οποία παρουσιάζει το Χριστό να βγαίνει θριαμβευτής από τον τάφο, κρατώντας ένα σημαιάκι. Γύρω εκστατικοί, πεσμένοι στο έδαφος παρουσιάζονται οι στρατιώτες.

Η δυτική εικόνα παρουσιάζει μία σκηνή την οποία κανείς δεν έχει δει. Η στιγμή της Αναστάσεως παραμένει μυστήριο κεκρυμμένο. Η ορθόδοξη προσέγγιση είναι τελείως διαφορετική. Προβάλλει τα αποτελέσματα του γεγονότος της Αναστάσεως στον άνθρωπο και στον κόσμο.

 

Ο Χριστός στο κέντρο, φορά λαμπρόχρωμα ενδύματα και βρίσκεται μέσα σε δόξα, κρατά τα χέρια του Αδάμ και της Εύας και τους σηκώνει από το θάνατο, στον οποίο τους είχε οδηγήσει η εσφαλμένη επιλογή τους στον Παράδεισο. Με την κίνηση αυτή, η οποία είναι δυναμική, θα λέγαμε εκρηκτική, η προσοχή μας στρέφεται αμέσως στο κεντρικό νόημα της παράστασης: «καὶ σὺν ἑαυτῷ τὸν Ἀδὰμ ἐγείραντα», η Σωτηρία του ανθρώπου. Είναι χαρακτηριστικό ότι και οι δύο βγαίνουν από τάφους.

Ο Χριστός πατά γερά σε δύο κομμάτια ξύλου, τα οποία είναι τοποθετημένα σαν να σχηματίζουν σταυρό. Πρόκειται για τις πύλες (πόρτες) του Άδη τις οποίες ο Χριστός έσπασε με τη χάρη του σταυρού Του. Με το θάνατό του έκλεισαν, αλλά δεν στάθηκαν αρκετά ισχυρές για να τον κρατήσουν δέσμιό τους. Γύρω γύρω υπάρχουν καταστραμμένα, σκορπισμένα και αχρηστευμένα τα κλείθρα και οι αλυσίδες που μέχρι τότε έκλειναν την οδό διαφυγής από τον Άδη. Κάτω από όλα αυτά φαίνεται το μαύρο χρώμα του Άδη, το οποίο μέχρι την Ανάσταση αποτελούσε το τέλος για τον άνθρωπο.

Δεξιά και αριστερά από τον Χριστό συνωστίζονται οι άνθρωποι που είχαν ζήσει στη γη πριν από τον Χριστό. Όλοι προσδοκούν τη σωτηρία τους στρεφόμενοι προς Αυτόν. Ανάμεσά τους διακρίνουμε πρώτον τον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο, αλλά και τους δικαίους και τους προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης, όπως ο βασιλιάς και προφήτης Δαβίδ.

Πίσω από τη σύνθεση παρουσιάζονται λόφοι, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις στο πάνω τμήμα της παράστασης εικονίζονται οι προφήτες (π.χ. Δαβίδ και Ιωνάς) που είχαν προφητεύσει το μείζον γεγονός της Αναστάσεως κρατώντας ειλητάρια με τις προφητείες τους.

 

Κλείνοντας θα θέλαμε να αναφερθούμε στο λευκό ένδυμα του Χριστού, το οποίο συμβολίζει τη χαρά της Αναστάσεως και προεικονίζει τη δική μας Ανάσταση, η οποία θα ακολουθήσει.

 

Καλή Ανάσταση

Πηγή

Πέμπτη, Απριλίου 13, 2023

Η ζωή του χριστιανού είναι κατ’ ουσίαν πορεία οπίσω του Χριστού.

 Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή για τη φωτογραφία.

Αγίου Γέροντος Σωφρονίου του Έσσεξ

Η ζωή του χριστιανού είναι κατ’ ουσίαν πορεία οπίσω του Χριστού: «Τί προς σε (οιοσδήποτε και εάν είναι ο άλλος); Συ ακολούθει Μοι» (πρβλ. Ιωάν. 21,22). Ως εκ τούτου έκαστος πιστός θα επαναλάβη εις τον ένα ή τον άλλον βαθμόν την οδόν του Κυρίου, αλλ’ ουχί δια της ιδίας αυτού δυνάμεως θα άρη επί των ώμων αυτού τον σταυρόν, ίνα πορευθή εις Γεθσημανή και περαιτέρω εις Γολγοθάν: «… ότι χωρίς Αυτού ου δυνάμεθα ποιείν ουδέν» (πρβλ. Ιωάν. 15,5). Όσοι όμως έλαβον την φοβεράν ταύτην ευλογίαν, εγεύθησαν της αναστάσεως αυτών· ο κλήρος των υπολοίπων είναι η πίστις εις την ευσπλαχνίαν του Θεού.

Ούτως ηυδόκησε περί ημών ο Πατήρ ο ουράνιος: Πάντες οι γηγενείς οφείλουν «να άρουν τον σταυρόν αυτών», ίνα κληρονομήσουν ζωήν αιώνιον (πρβλ. Ματθ. 16,24-25). Οι εκκλίνοντες από της σταυροφορίας ταύτης δεν θα εκφύγουν την δουλείαν των παθών και θα «θερίσουν εκ της σαρκός φθοράν» (πρβλ. Γαλ. 6,8 και Ρωμ. 8,13). Η προς τον Θεόν και τον πλησίον εντεταλμένη αγάπη είναι πλήρης βαθέων παθημάτων, αλλά ταύτα συνοδεύει παράκλησις ουράνιος (πρβλ. Μάρκ. 10,29-30): Την ψυχήν ζωοποιεί η ειρήνη εκείνη, την οποίαν έδωκεν ο Κύριος εις τους Αποστόλους προ της αναβάσεως Αυτού εις τον Γολγοθάν. Όταν δε το πνεύμα του ανθρώπου εισαχθή εις την σφαίραν της φωτοφόρου αγάπης του Θεού και Πατρός ημών, τότε επιλανθάνεται πάντων των πόνων, και η ψυχή ανερμηνεύτως μακαριούται (βλ. Ιωάν. 12,50 και 17,3)….

«Και Αυτός (ο Ιησούς) απεσπάσθη απ’ αυτών (των μαθητών) ωσεί λίθου βολήν, και θεις τα γόνατα προσηύχετο λέγων: Πάτερ, ει βούλει παρενεγκείν τούτο το Ποτήριον απ’ Εμού! … Και γενόμενος εν αγωνία εκτενέστερον προσηύχετο. Εγένετο δε ο ιδρώς Αυτού ωσεί θρόμβοι αίματος καταβαίνοντες επί την γην» (Λουκ. 22,42-44).

Τι είναι το Ποτήριον τούτο του Χριστού κατά την ουσίαν αυτού; Το βάθος του μυστηρίου τούτου είναι αποκεκρυμμένον αφ’ ημών. Εν τη προσπαθεία ημών όπως ακολουθήσωμεν τον Χριστόν δια της οδού της τηρήσεως των εντολών Αυτού, αναποφεύκτως και απαύστως πίνομεν ποτήριόν τι, αλλά δεν κατανοούμεν πλήρως το Ποτήριον εκείνο εις το οποίον ανεφέρετο και το οποίον έζη ο Χριστός «εν τη ώρα εκείνη». Εν τούτοις ανάλογον τι απαραιτήτως τελείται και μεθ’ ημών καθώς Αυτός  Ούτος είπε: «Το Ποτήριον ό Εγώ πίνω πίεσθε» (Μάρκ. 10,39). Το Ποτήριον του Χριστού είναι μυστηριώδες, αλλά και το ημέτερον ποτήριον είναι κεκρυμμένον από των αλλοτρίων οφθαλμών…

Πάσαι εν γένει αι αντιδράσεις του Πνεύματος του Χριστού, προς πάντα τα πέριξ ημών τελούμενα, διαφέρουν βαθέως – συχνάκις δε είναι εκ διαμέτρου αντίθετοι – προς το πνεύμα των τέκνων του κόσμου τούτου. Ιδού έν παράδειγμα: Ενώ ο Ιούδας εξήρχετο του Υπερώου της Σιών, ίνα παραδώση τον Κύριον εις σταύρωσιν, την ώραν εκείνην ήνοιξε το στόμα ο Ιησούς και είπε: «Νυν εδοξάσθη ο Υιός του ανθρώπου, και ο Θεός εδοξάσθη εν Αυτώ» (Ιωάν. 13,31). Ούτω, λοιπόν, παρατηρούμεν εν τω Ευαγγελίω ότι ο Κύριος εις έκαστον βήμα Αυτού έζη εις άλλο επίπεδον του Είναι· εκεί όπου τα πάντα ορώνται δια μέσου άλλου πρίσματος. Και όστις θέλει να γνωρίζη περί του μυστηρίου τούτου, έστω και εκ μέρους, ούτος οφείλει να άρη επί των ώμων τον σταυρόν αυτού και να παραδοθή τελείως εις το θέλημα του Ουρανίου Πατρός. Δεν υπάρχει άλλη οδός. Και δεν υπάρχει εισέτι τέλος εις την σύγκρουσιν μεταξύ του Χριστού και του κόσμου τούτου…

Εκτός της οδού ταύτης ουδείς θα δυνηθή να «πληρωθή εις πάν το πλήρωμα του Θεού». Ενταύθα κρεμάμεθα επί σταυρού, έστω και εισέτι αοράτου.

Αρχιμ. Σωφρονίου Σαχάρωφ, Περί Προσευχής, έκδ. Ι. Μ. Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας 1991

Η Εκκλησία δεν με ξεχνά ποτέ...

  αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος Με παρρησία (Ιερά Μητρόπολη Βεροίας)  -  εικ . Μέσα στην ησυχία του Αγίου Βήματος  αρχίζει το αόρατο μυστήριο· ...